Μενού Κλείσιμο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ – ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης

2818/2023

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. Α΄ έφεσης 6275/3057/2022,

Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. Β΄ έφεσης 9730/4839/2022)

——————————————————–

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Χρυσάνθη Μάντη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου, και τη Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 13-12-2022, για να δικάσει τις υποθέσεις μεταξύ :

Του εκκαλούντος – εφεσίβλητου : … ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στέφανο Λύρα (Α.Μ. Δ.Σ.Π. …), κάτοικο ……….., βάσει της από 9-12-2022 δήλωσής του κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ, που προσκόμισε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Π.

Των εφεσίβλητων – εκκαλουσών : 1) Εταιρείας με την επωνυμία …, και 2) Υπό εκκαθάριση τελούσας εταιρείας με την επωνυμία …, που αμφότερες εδρεύουν στον ….. επί της οδού …, και εκπροσωπούνται νόμιμα, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ανδρέα – Κωνσταντίνο Τζήμα (Α.Μ. Δ.Σ.Π. …, συνεργάτη της δικηγορικής εταιρείας Δευκαλίων Ρεδιάδης (Α..Μ. Δ.Σ.Π. …), που εδρεύει στον …… επί της …, βάσει της από 6-12-2022 δήλωσής του κατ’ άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ, που προσκόμισε το υπ’ αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ.Π.

Ο εκκαλών – εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά την από 17-12-2019, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 12742/139/17-12-2019, αγωγή του κατά των εφεσίβλητων – εκκαλουσών και ζήτησε να γίνει δεκτή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθμό 48/2021 απόφασή του δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Ήδη, την απόφαση αυτή προσβάλλουν : α) ο ενάγων και ήδη εκκαλών με την από 5-7-2022 έφεσή του (εφεξής υπό στοιχείο Α΄), η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 7446/163/6-7-2022 και στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, προς προσδιορισμό δικασίμου, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 6275/3057/7-7-2022, η οποία προσδιορίσθηκε αρχικά να συζητηθεί για τη δικάσιμο της 8ης-11-2022 και κατόπιν αναβολής για την αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, και εγγράφηκε στο πινάκιο, και β) οι εναγόμενες και ήδη εκκαλούσες με την από 25-10-2022 έφεσή τους (εφεξής υπό στοιχείο Β΄), η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 11182/335/26-10-2022 και στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, προς προσδιορισμό δικασίμου, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 9730/4839/26-10-2022, η οποία προσδιορίσθηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, και εγγράφηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας οι υποθέσεις εκφωνήθηκαν από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκαν.

   ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

  ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι κρινόμενες δύο αντίθετες εφέσεις και ειδικότερα, η από 5-7-2022, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 6275/3057/7-7-2022, υπό στοιχείο Α΄ έφεση και η από 25-10-2022, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 9730/4839/26-10-2022, υπό στοιχείο Β΄ έφεση, η εκδίκαση των οποίων εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, καθόσον είναι προδήλως συναφείς, στρεφόμενες κατά της υπ’ αριθμό 48/4-10-2021 απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 591 και 614 σε συνδυασμό με και 621 επ. ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ), αλλά και διότι έτσι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, επιπλέον δε επέρχεται και μείωση των εξόδων της (άρθρα 31 § 3, 246 και 524 § 1 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, οι ως άνω αντίθετες εφέσεις έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα με την κατάθεση δικογράφου στη γραμματεία του Δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση στις 6-7-2022 και 25-10-2022 αντίστοιχα, καθόσον οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε προκύπτει από τα προσκομιζόμενα έγγραφα επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης (άρθρα 495 § 1, 511, 513 § 1 περ. β’, 516, 517 και 518 § 2  ΚΠολΔ), ενώ για το παραδεκτό τους δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου, καθώς πρόκειται για εργατική διαφορά (άρθρα 495 § 3 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με 614 § 3 εδ. α΄ ΚΠολΔ). Εισάγονται δε αρμόδια ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προς εκδίκαση κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, κατά την οποία εκδόθηκε και η εκκαλουμένη (άρθρα 17 Α και 524 § 1 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 51 §§ 1 περ. γ΄, 2, 3Α και 3Β περ. ε΄ Ν. 2172/1993 λόγω της ναυτικής φύσης της διαφοράς). Πρέπει, επομένως, αμφότερες οι εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και να εξετασθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των λόγων τους (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ).

Με την από 17-12-2019 αγωγή, όπως παραδεκτά (αναφορικά με τα δρομολόγια του πλοίου) διορθώθηκε με δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου του, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά της πρωτοβάθμιας απόφασης, και με τις προτάσεις του (άρθρο 224 εδ. β΄ ΚΠολΔ), ο ενάγων και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος εξέθετε ότι δυνάμει σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που κατήρτισε την 1η-12-2018, στον Πειραιά, με τη δεύτερη εναγόμενη, εφοπλίστρια του υπό ελληνική σημαία, Ε/Γ – Ο/Γ πλοίου …, με αριθμό νηολογίου …, κυριότητας της πρώτης εναγόμενης, προσλήφθηκε στο εν λόγω πλοίο με την ειδικότητα του Β΄ Μηχανοδηγού, σύμφωνα με τους όρους και τις συμφωνίες της ισχύουσας κάθε φορά Συλλογικής Σύβασης Εργασίας των Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών-Επιβατηγών Πλοίων, και ναυτολογήθηκε στη Ραφήνα αυθημερόν, εργάσθηκε δε έως και τις 3-9-2019, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι της Ραφήνας λόγω αδείας διάρκειας ενός μηνός, μετά το πέρας της οποίας δεν επαναυτολογήθηκε χωρίς υπαιτιότητά του. Ότι κατά τη διάρκεια των ναυτολογήσεών του, ο ίδιος απασχολούνταν στις αναφερόμενες σε αυτήν εργασίες προς εκτέλεση των καθηκόντων του και κάλυψη των αναγκών του πλοίου, που εκτελούσε τα ειδικότερα αναφερόμενα σε αυτήν δρομολόγια, και μάλιστα υπερωριακά, καθώς εργαζόταν κατά μέσο όρο επί έντεκα (11) ώρες ημερησίως κατά το χρονικό διάστημα από 1-12-2018 έως 21-2-2019 και από 17-4-2019 έως 12-5-2019 και επί δώδεκα (12) ώρες κατά το διάστημα από 13-5-2019 έως 3-9-2019. Ότι προσέτι το χρονικό διάστημα από 22-2-2019 έως 16-4-2019, κατά το οποίο εκτελούνταν εργασίες επισκευής και συντήρησης του πλοίου, δεν διατρεφόταν εντός του πλοίου, ούτε λάμβανε αντίτιμο τροφής. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να του καταβάλουν, εις ολόκληρον έκαστη, το συνολικό ποσό των 16.644,46 ευρώ, για διαφορές αμοιβής υπερωριακής εργασίας και επιδομάτων εορτών, αντίτιμο τροφής και αποζημίωση απόλυσης λόγω άδειας και μη επαναπρόσληψης, όπως τα επιμέρους κονδύλια εξειδικεύονται στην αγωγή, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσής του, στις 3-9-2019, άλλως από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή, καθώς και να καταδικασθούν οι εναγόμενες στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη, αφού έκρινε ορισμένη και νόμιμη την αγωγή, πλην του επιμέρους (κύριου) αιτήματος περί τοκοδοσίας όσον αφορά το κονδύλιο αναλογίας δώρου Χριστουγέννων έτους 2019 από την επομένη της απόλυσης του ενάγοντος, το οποίο κρίθηκε νόμιμο μόνο για το διάστημα μετά την 31η-12-2019, τη δέχθηκε εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμη, πλην του κονδυλίου αποζημίωσης απόλυσης (το οποίο απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμο), υποχρεώνοντας τις εναγόμενες, της πρώτης ευθυνόμενης μόνο μέχρι της αξίας του πλοίου, να καταβάλουν εις ολόκληρον στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 5.513,57 ευρώ, εκ του οποίου το μεν επιμέρους ποσό των 4.960,79 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσής του, την 3η-9-2019, το δε επιμέρους ποσό των 552,78 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της 31ης-12-2019, κηρύσσοντας την απόφαση στο σύνολό της προσωρινά εκτελεστή και καταδικάζοντας τις εναγόμενες στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται ήδη τόσο ο ενάγων όσο και οι εναγόμενες, με τις υπό κρίση εφέσεις τους αντίστοιχα, για τους ειδικότερα διαλαμβανόμενους σε αυτές λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, και ζητούν την εξαφάνισή της, ώστε κατά μεν τον ενάγοντα να γίνει δεκτή η ως άνω αγωγή στο σύνολό της, κατά δε τις εναγόμενες να απορριφθεί αυτή καθ’ ολοκληρίαν.

Από την επανεκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα των εναγόμενων, …, που εξετάσθηκε στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την πρωτοβάθμια απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, την από 24-3-2021 (υπ’ αριθμό πρωτ. απόδειξης …) ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα …, που δόθηκε με επιμέλεια του ενάγοντος ενώπιον του δικηγόρου Πειραιά Ανδρέα Τσάκου (Α.Μ. Δ.Σ.Π. …, μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγόμενων (βλ. τις με αριθμούς … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά …, σε συνδυασμό με τις από 17-3-2021 γνωστοποιήσεις-κλήσεις του πληρεξούσιου δικηγόρου του ενάγοντος), για την οποία βεβαίωση οι εκκαλούσες υποστηρίζουν με το πρώτο σκέλος του δεύτερου λόγου έφεσής τους ότι δεν έπρεπε να ληφθεί υπόψη, διότι ο εν λόγω μάρτυρας έχει ασκήσει εναντίον τους αγωγή, όμοια με την ένδικη και ως εκ τούτου, προσδοκά συμφέρον από την έκβαση της προκείμενης δίκης, ωστόσο, ο εν λόγω ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως νομικά αβάσιμος, καθώς η περίπτωση αυτή των εξαιρετέων κατ’ άρθρο 400 αριθ. 3 ΚΠολΔ μαρτύρων, δηλαδή προσώπων που μπορεί να έχουν συμφέρον από την έκβαση της δίκης, καταργήθηκε από 1-1-2016 με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 Ν. 4335/2015, από όλα τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι, και τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρο 671 § 1 εδ. α’ ΚΠολΔ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ), που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το παρόν Δικαστήριο, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Δυνάμει προφορικής σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίσθηκε στον Πειραιά, την 1η-12-2018, μεταξύ του ενάγοντος, απογεγραμμένου ναυτικού, κατόχου του υπ’ αριθμό … ναυτικού φυλλαδίου, και νόμιμου εκπροσώπου της δεύτερης εναγόμενης, ο ενάγων προσελήφθη και ναυτολογήθηκε στη Ραφήνα, με την ειδικότητα του Β΄ μηχανοδηγού, στο υπό ελληνική σημαία επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο …, με αριθμό νηολογίου …, εφοπλισμού της δεύτερης και κυριότητας της πρώτης εναγόμενης, σύμφωνα με τους όρους και συμφωνίες της εκάστοτε ισχύουσας οικείας Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, και προσέφερε την εργασία του μέχρι και τις 3-9-2021, οπότε και απολύθηκε από τον πλοίαρχο του πλοίου στο λιμάνι της Ραφήνας λόγω αδείας έως και 3-10-2019. Κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του από 1-12-2018 έως 31-12-2018 ίσχυε η ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2018, που κυρώθηκε στις 31-10-2018 με την υπ’ αριθμό 2242.5-1.5/80350/2018 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, οπότε κατέστη γενικά υποχρεωτική (μέχρι τη λήξη της χρονικής διάρκειάς της), και δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης στις 14-11-2018 (ΦΕΚ Β 5084/14-11-2018), ως η τελευταία ισχύσασα, δοθέντος ότι με την προαναφερόμενη σύμβαση εργασίας συνομολογήθηκε να καταστούν περιεχόμενό της οι όροι της εκάστοτε ισχύουσας ΣΣΝΕ, όπως προκύπτει, άλλωστε, και από τη σχετική αναφορά στο ναυτικό φυλλάδιο του ενάγοντος. Κατά το υπόλοιπο χρονικό διάστημα, ήτοι από 1η-1-2019 έως 3-9-2019 ίσχυε η ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων του έτους 2019, που κυρώθηκε στις 24-7-2019 με την υπ’ αριθμό 2242.5-1.5/56040/2019 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, οπότε ομοίως κατέστη γενικά υποχρεωτική (μέχρι τη λήξη της χρονικής διάρκειάς της), και δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης στις 12-8-2019 (ΦΕΚ Β 3170/12-8-2019). Οι ρυθμίσεις των ανωτέρω ΣΣΝΕ, στις οποίες περιελήφθη ρήτρα (ακροτελεύτια) περί αναδρομικής, από 1η-1-2018 και 1η-1-2019 αντίστοιχα, ισχύος τους, ως προς τους όρους εργασίας και αμοιβής των ναυτικών, την εφαρμογή των οποίων, άλλωστε ουδόλως αμφισβήτησαν οι εναγόμενες, κατέλαβαν και τους διαδίκους, σύμφωνα και με την ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 49 του Ν. 4597/2019 (ΦΕΚ Α 35/28-2-2019), που διευκρινίζει την αληθή έννοια του άρθρου 5 § 1 εδ. α΄ του Α.Ν. 3276/1944, η οποία ρυθμίζει με γνήσια αναδρομή τις (ενοχικές) έννομες συνέπειες των ΣΣΝΕ που είχαν καταρτιστεί και λήξει ακόμα και πριν από τη θέσπισή τους και στην πραγματικότητα από την έναρξη της ισχύος του ερμηνευόμενου νόμου (βλ. εκτενώς για το ζήτημα ΕφΠειρ 544/2022, 234/2022, 205/2019 δημοσιευμένες στην ιστοσελίδα www.efeteio-peir.gr με περαιτέρω παραπομπές σε νομολογία και θεωρία). Περαιτέρω, κατά τη διάρκεια της ως άνω ναυτολόγησης του ενάγοντος και ειδικότερα, κατά τα διαστήματα από 1-12-2018 έως 21-2-2019 και από 17-4-2019 έως 12-5-2019, το εν λόγω πλοίο εκτελούσε καθημερινά ακτοπλοϊκά, κυκλικά, δρομολόγια από το λιμάνι της Ραφήνας, που ήταν και το λιμάνι αφετηρίας προς τα νησιά Άνδρο, Τήνο, Μύκονο, με επιστροφή στο λιμάνι αφετηρίας (Ραφήνα) μέσω των ίδιων νησιών, αντιστρόφως, με καθημερινή ώρα αναχώρησης 7:50 π.μ. και επιστροφής 18:30 μ.μ. Στο μεσοδιάστημα από 22-2-2019 έως και 16-4-2019, το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγια, όντας ακινητοποιημένο λόγω εκτέλεσης εργασιών συντήρησης και επισκευής. Ακολούθως, το υπόλοιπο χρονικό διάστημα από 13-5-2019 έως 3-9-2019 το πλοίο εκτελούσε καθημερινά εναλλάξ κάθε εβδομάδα τα εξής δρομολόγια : Α. Την 1η εβδομάδα : 1) Κάθε Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή και Κυριακή αναχωρούσε από το Ηράκλειο στις 7:45 π.μ. προς Θήρα (με ώρα άφιξης 11:00 π.μ. και ώρα αναχώρησης 11:15 π.μ.), Πάρο (με ώρα άφιξης 13:45 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 14:00 μ.μ.), Μύκονο (με ώρα άφιξης 15:15 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 16:00 μ.μ.), Τήνο (με ώρα άφιξης 16:35 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 16:45 π.μ.), Άνδρο (με ώρα άφιξης 18:20 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 18:45 μ.μ.) και τελικό προορισμό Ραφήνα στις 20:40 μ.μ. και 2) Κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο αναχωρούσε από Ραφήνα στις 7:55 π.μ. προς Άνδρο (με ώρα άφιξης 9:45 π.μ. και ώρα αναχώρησης 10:00 π.μ.), Τήνο (με ώρα άφιξης 11:35 π.μ. και ώρα αναχώρησης 11:45 π.μ.), Μύκονο (με ώρα άφιξης 12:20 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 12:45 π.μ.), Πάρο (με ώρα άφιξης 14:00 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 14:15 μ.μ.), Θήρα (με ώρα άφιξης 16:30 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 17:30 μ.μ.) και τελικό προορισμό Ηράκλειο στις 20:45 μ.μ., και Β. Τη 2η εβδομάδα : 1) Κάθε Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή και Κυριακή αναχωρούσε από Ραφήνα στις 7:55 π.μ. προς Άνδρο (με ώρα άφιξης 9:45 π.μ. και ώρα αναχώρησης 10:00 π.μ.), Τήνο (με ώρα άφιξης 11:35 π.μ. και ώρα αναχώρησης 11:45 π.μ.), Μύκονο (με ώρα άφιξης 12:20 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 12:45 π.μ.), Πάρο (με ώρα άφιξης 14:00 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 14:15 μ.μ.), Θήρα (με ώρα άφιξης 16:30 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 17:30 μ.μ.) και τελικό προορισμό Ηράκλειο στις 20:45 μ.μ., και 2) Κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο αναχωρούσε από το Ηράκλειο στις 7:45 π.μ. προς Θήρα (με ώρα άφιξης 11:00 π.μ. και ώρα αναχώρησης 11:15 π.μ.), Πάρο (με ώρα άφιξης 13:45 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 14:00 μ.μ.), Μύκονο (με ώρα άφιξης 15:15 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 16:00 μ.μ.), Τήνο (με ώρα άφιξης 16:35 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 16:45 π.μ.), Άνδρο (με ώρα άφιξης 18:20 μ.μ. και ώρα αναχώρησης 18:45 μ.μ.) και τελικό προορισμό Ραφήνα στις 20:40 μ.μ. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι η νόμιμη οργανική σύνθεση του πλοίου όσον αφορά το προσωπικό μηχανής, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Π.Δ. 177/1974 περί οργανικής σύνθεσης πληρωμάτων των επιβατηγών (ακτοπλοϊκών – μεσογειακών – τουριστικών) πλοίων, με βάση τη συνολική ιπποδύναμη των μηχανών του σε 13.500 ΗΡ, αποτελείται από ένα μηχανικό Α΄ τάξης, δύο μηχανικούς Β΄ τάξης, δύο μηχανικούς Γ΄ τάξης, δύο δόκιμους μηχανικούς (εκ των οποίων ο ένας δύναται να αντικαθίσταται από μηχανοδηγό Β΄ ή λιπαντή), έναν μηχανοδηγό Α΄ τάξης, τρείς μηχανοδηγούς Β΄ τάξης (δύο για πλόες συνολικής διάρκειας μέχρι δώδεκα ωρών), έναν καθαριστή ή μαθητή μηχανής και έναν ηλεκτρολόγο, κατά το επίδικο δε διάστημα στο πλοίο ήταν ναυτολογημένοι ένας μηχανικός Α΄ τάξης, δύο μηχανικοί Β΄ τάξης, δύο μηχανικοί Γ΄ τάξης, δύο δόκιμοι μηχανικοί, ένας μηχανοδηγός Α΄ τάξης, τρείς μηχανοδηγοί Β΄ τάξης, ένας καθαριστής ή μαθητής μηχανής και ένας ηλεκτρολόγος και συνολικά δεκατρία (13) άτομα, όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο από τις εναγόμενες από 16-9-2018 ναυτολόγιο του πλοίου. Ο ενάγων, ως μηχανοδηγός Β΄, εκτελούσε καθήκοντα συναφή με την ειδικότητά του  [βλ. άρθρο 92 Β.Δ. υπ’ αριθμό 683/1960 «περί εγκρίσεως και θέσεως εις εφαρμογήν Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσία επί Ελληνικών επιβατηγών πλοίων πεντακοσίων κ.ο.χ. και άνω» (ΦΕΚ Α 158/4-10-1960) αναφορικά με τα καθήκοντα των λιπαντών ή β΄ μηχανοδηγών], όπως και οι έτεροι δύο μηχανοδηγοί, δοθέντος ότι ο τρίτος απασχολούνταν ως ντεϊμάνης (ημερεργάτης), και ειδικότερα, εργαζόταν στο μηχανοστάσιο (το οποίο δεν αποδείχθηκε ότι ήταν αυτοματοποιημένο, όπως αβασίμως ισχυρίζονται οι εναγόμενες), κατ’ αρχήν, δύο τετράωρες βάρδιες την ημέρα, υπό τις εντολές του πλοιάρχου και των άλλων προϊστάμενών του αξιωματικών, καθημερινά και Σάββατα, Κυριακές και αργίες και ανεξάρτητα αν το πλοίο ήταν εν πλω ή ευρίσκετο σε λιμάνι. Επιπρόσθετα, εργαζόταν και όταν δεν απασχολείτο σε βάρδια και δη εκτελούσε υδραυλικές εργασίες στο πλοίο, αφού δεν υπήρχε υδραυλικός, ενώ ήταν υποχρεωμένος να βρίσκεται στο μηχανοστάσιο σε κάθε απόπλου και κατάπλου του πλοίου σε λιμάνι, ώστε να παρακολουθεί με προσοχή τη λειτουργία των μηχανών και ηλεκτρομηχανών του πλοίου και να βοηθάει το μηχανικό (σχετικά με την υποχρέωση αυτή του ενάγοντος, βλ. και άρθρο 72 του Β.Δ. 683/1960). Ακόμη, πολλές φορές εκτελούσε αυτοπροσώπως τα μεταβιβαζόμενα παραγγέλματα χειρισμού των μηχανών. Επίσης, ενόσω το πλοίο ήταν εν πλω εκτελούσε λίπανση και παρακολούθηση των κυρίων μηχανών και των βοηθητικών μηχανημάτων, του μηχανισμού πηδαλίου και των ηλεκτρογεννητριών του μηχανοστασίου και εν γένει μεριμνούσε για την καλή λειτουργία της μηχανής και των ηλεκτρογεννητριών (τροφοδότηση, κυκλοφορία υδάτων, αριθμός στροφών κ.λ.π.). Εκτελούσε, ακόμη, καθαρισμό των διαχωριστήρων λαδιού και πετρελαίου, φίλτρων και εκτελούσε καθαρισμό του χώρου του μηχανοστασίου. Επιπρόσθετα, απασχολούνταν με τη σφυροκόπηση, τους καθαρισμούς και τις αποσκωριάσεις, καθώς και με βαψίματα στους χώρους του μηχανοστασίου (πλύσιμο, χρωματισμοί σε όλες τις μεταλλικές επιφάνειες), εκτελούσε εργασίες συντήρησης της μηχανής και επιδιόρθωνε τυχόν βλάβες αυτής και των ηλεκτρογεννητριών. Η καθημερινή διάρκεια της απασχόλησης του ενάγοντος δεν ήταν εκ των προτέρων ακριβώς καθορισμένη, ενόψει της συνάρτησης αυτής με την ιδιαιτερότητα εξωγενών παραγόντων, συνδεόμενων με τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου, της εξυπηρέτησης της συγκεκριμένης ακτοπλοϊκής γραμμής και της κίνησης των επιβατών. Για να ανταποκριθεί, όμως, στα προαναφερόμενα καθήκοντά του εργαζόταν πέραν του νόμιμου ωραρίου του. Τα ανωτέρω, αναφορικά με τις συνθήκες εργασίας του ενάγοντος και δη την ανάγκη υπερωριακής απασχόλησης, αποδεικνύονται ιδίως από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης, ο οποίος συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα στο ίδιο πλοίο με την ίδια ειδικότητα, συνεκτιμώμενη μετά των υπόλοιπων αποδεικτικών μέσων, χωρίς το γεγονός ότι βρίσκεται σε αντιδικία με τις εναγόμενες, εγείροντας παρόμοιες αξιώσεις, με την από 2-11-2020, με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 9635/4598/2020, αγωγή του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, να αποκλείει μόνο αυτό την αποδεικτική αξία των λεγομένων του (βλ. ΕφΑθ 3879/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟS, ΕφΠατρ 698/2003 ΑχαΝομ 2004, σελ. 266), απορριπτομένου του δεύτερου σκέλους του δεύτερου λόγου έφεσης των εναγόμενων ότι η κατάθεσή του πρέπει να σταθμισθεί αναλόγως. Αντίθετα, η ένορκη κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης που εξετάσθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, ο οποίος συνυπηρέτησε με τον ενάγοντα στο ίδιο πλοίο ως μηχανοδηγός και κατέθεσε αορίστως ότι οι μηχανοδηγοί εργάζονταν εντός του νόμιμου ωραρίου τους και δεν παρίστατο ανάγκη για παροχή υπερωριακής εργασίας, δεν κρίνεται πειστική και ανατρέπεται τόσο από τα εκ του νόμου ανατεθειμένα σε αυτούς καθήκοντα, όπως αυτά προκετέθηκαν, όσο και από την αναγκαία συνάρτηση της εργασίας τους με τα εκάστοτε δρομολόγια που εκτελεί το πλοίο. Βάσει των προεκτεθέντων και ενόψει : α) των επικρατουσών συνθηκών και περιστάσεων κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του πλοίου, β) της χρονικής περιόδου κατά την οποία ήταν ναυτολογημένος, με τη μνεία ότι τη θερινή περίοδο η επιβατική κίνηση είναι αυξημένη, γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του και δ) των διδαγμάτων της κοινής πείρας, κρίνεται ότι ο ενάγων, κατά το χρονικό διάστημα από 1-12-2018 έως 21-2-2019 και από 17-4-2019 έως 12-5-2019 απασχολούνταν στο πλοίο της εναγόμενης επί δέκα (10) ώρες ημερησίως, κατά μέσο όρο, συμπεριλαμβανομένων των Σαββάτων, των Κυριακών και των αργιών, ενώ το διάστημα από 13-5-2019 έως 3-9-2019 οπότε τα δρομολόγια διαρκούσαν παραπάνω, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, κρίνεται ότι απασχολούνταν επί έντεκα (11) ώρες ημερησίως, κατά μέσο όρο. Ο ισχυρισμός των εναγόμενων περί της μη ανάγκης απασχόλησής του πέραν του οκταώρου δεν βρίσκεται σε λογική ακολουθία με τα ανωτέρω αποδειχθέντα, ήτοι την εκτέλεση συνεχών πλόων καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας και τα καθήκοντα του ενάγοντος, που δεν ήταν εφικτό να εκτελούνται μέσα στο νόμιμο οκτάωρο, ενώ από την άλλη πλευρά, δεν μπορεί να γίνει δεκτός και ο ισχυρισμός του τελευταίου περί 11ωρης και 12ωρης καθημερινής εργασίας αντίστοιχα, καθώς κρίνεται υπερβολικός και δεν συνάδει ούτε με την ειδικότητά του και τα καθήκοντα που είχε αναλάβει, τα οποία δεν εκτελούσε αποκλειστικά ο ίδιος, αλλά και τα υπόλοιπα πρόσωπα, που ήταν ναυτολογημένα στο πλοίο με την ίδια ειδικότητα, ούτε με τα διδάγματα της κοινής πείρας. Το γεγονός, εξάλλου, ότι το ως άνω πλοίο, κατά το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, είχε πλήρη σύνθεση πληρώματος, δεν αναιρεί την παραπάνω κρίση του Δικαστηρίου ως προς την πραγματοποιούμενη καθημερινά υπερωριακή εργασία, δεδομένου μάλιστα ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 87, 88 και 89 του Κώδικα Δημόσιου Ναυτικού Δικαίου (Ν.Δ. 187/1973), η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση του πληρώματος του πλοίου αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και όχι στην ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία (ΕφΠειρ 50/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟS, ΕφΠειρ 1/2003 ΕΝαυτΔ 2003, σελ. 124). Ομοίως, το γεγονός ότι η παραπάνω υπερωριακή εργασία του ενάγοντος δεν αναγραφόταν στα «Αρχεία Ωρών Ανάπαυσης», που τηρούνταν στο πλοίο, σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζει η Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας 2006 (MLC 2006) της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, και τα οποία υπέγραφε ο ενάγων, δε μπορούν να αποτελέσουν δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών αντίθετων ισχυρισμών αυτού (βλ. ΕφΠειρ 50/2016, ΕφΠειρ 1/2003 ό.π.). Εξάλλου, κατά γενική αρχή του εργατικού δικαίου, συναγόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 3, 174 και 679 ΑΚ, 8 Ν. 2112/1920, 5 § 1 Α.Ν. 539/1945 και 8 § 4 Ν.Δ. 4020/1959, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, είναι άκυρη και θεωρείται μη γενόμενη, η παραίτηση του εργαζόμενου, έστω και με τη μορφή της άφεσης χρέους κατ’ άρθρο 454 ΑΚ, από το δικαίωμα λήψης των κατά νόμο ελάχιστων ορίων των αποδοχών του, καθώς και η παραίτηση από άλλα δικαιώματά του που απορρέουν από τη σχέση εργασίας και αναγνωρίζονται από κανόνες δημόσιας τάξης (ΑΠ 875/2018, ΕφΠειρ 55/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟS). Η εκκαλουμένη που δέχθηκε τα ίδια ως προς το περιεχόμενο των καθηκόντων του ενάγοντος και την ανάγκη παροχής υπερωριακής εργασίας ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, απορριπτομένων των σχετικών περί του αντιθέτου ισχυρισμών των εναγόμενων, που επαναφέρονται με τον πρώτο και τον τρίτο λόγο της έφεσής τους, πλην, όμως, κρίνοντας ότι για όλα τα αιτούμενα χρονικά διαστήματα η παρασχεθείσα υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος ήταν συλλήβδην δίωρη εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις ως προς το διάστημα από 13-5-2019 έως 3-9-2019, δεκτού γενομένου ως εν μέρει ουσιαστικά βάσιμου του πρώτου λόγου της έφεσης του ενάγοντος. Επομένως, όπως ορθά έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη, για το διάστημα από 1-12-2018 έως 31-12-2018, ο ενάγων δικαιούτο για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, με βάση την προαναφερόμενη Σ.Σ.Ν.Ε. του έτους 2018, για την ειδικότητα του μηχανοδηγού Β΄, το συνολικό ποσό των 753,57 ευρώ και για αναλογία δώρου εορτών Χριστουγέννων το ποσό των 178,12 ευρώ, απορριπτομένου κατά το σκέλος αυτό του τέταρτου λόγου της υπό στοιχείο Β΄ έφεσης, με τον οποίο βάλλουν κατά της εκκαλουμένης για λανθασμένο συνυπολογισμό της υπερωριακής αμοιβής στην αναλογία επιδόματος εορτών Χριστουγέννων. Επίσης, όπως, ομοίως, ορθά έγινε δεκτό με την εκκαλουμένη ο ενάγων δικαιούτο για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, με βάση την προαναφερόμενη Σ.Σ.Ν.Ε. του έτους 2019, για την ειδικότητα του μηχανοδηγού Β΄, για το χρονικό διάστημα από 1-1-2019 έως 12-5-2019, εκ του οποίου τα χρονικά διαστήματα από 1-2-2019 έως 21-2-2019 και από 17-4-2019 έως 12-5-2019 εργάσθηκε επί δεκάωρο ημερησίως και το μεσοδιάστημα της ακινησίας του πλοίου από 22-2-2019 έως 16-4-2019 εργάσθηκε επί οκτάωρο ημερησίως, τα ακόλουθα ποσά : α) 11 Σάββατα και 5 αργίες (1, 6, 26, 29-4 και 1-5), οπότε εργάσθηκε επί 10 ώρες ημερησίως, ήτοι 16 ημέρες χ 10 ώρες υπερωρίας χ 10,52 ευρώ/ώρα (απλή υπερωρία, προσαυξημένη με 50%) = 1.683,20 ευρώ, β) 8 Σάββατα και 2 αργίες (11 και 25-3), οπότε εργάσθηκε επί 8 ώρες ημερησίως, ήτοι 10 ημέρες χ 8 ώρες υπερωρίας χ 10,52 ευρώ/ώρα (απλή υπερωρία, προσαυξημένη με 50%) = 841,60 ευρώ, και γ) 52 καθημερινές και 10 Κυριακές, οπότε εργάσθηκε επί 10 ώρες ημερησίως, εκ των οποίων οι 2 ώρες υπερωρίες, ήτοι 62 ημέρες χ 2 ώρες υπερωρίας χ 8,76 ευρώ/ώρα (απλή υπερωρία, προσαυξημένη με 25%) = 1.086,24 ευρώ. Τέλος, με βάση τα ανωτέρω αποδειχθέντα, ο ενάγων δικαιούτο για αμοιβή παρασχεθείσας υπερωριακής απασχόλησης για το διάστημα από 13-5-2019 έως 3-9-2019, οπότε εργάσθηκε επί 11 ώρες ημερησίως, τα κάτωθι ποσά : α) 16 Σάββατα και 2 αργίες (6-6 και 15-8), οπότε εργάσθηκε επί 11 ώρες ημερησίως, ήτοι 18 ημέρες χ 11 ώρες υπερωρίας χ 10,52 ευρώ/ώρα (απλή υπερωρία, προσαυξημένη με 50%) = 2.082,96 ευρώ, και β) 80 καθημερινές και 16 Κυριακές, οπότε εργάσθηκε επί 11 ώρες ημερησίως, εκ των οποίων οι 3 ώρες υπερωρίες, ήτοι 96 ημέρες χ 3 ώρες υπερωρίας χ 8,76 ευρώ/ώρα (απλή υπερωρία, προσαυξημένη με 25%) = 2.522,88 ευρώ. Έναντι δε των ποσών για υπερωριακή αμοιβή κατά το έτος 2019 ο ενάγων έλαβε το συνολικό ποσό των 3.788,74 ευρώ, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη και δεν πλήττεται με ειδικό λόγο έφεσης και ως εκ τούτου, δικαιούται για την αιτία αυτή το ποσό των [(1.683,20 + 841,60 + 1.086,24 + 2.082,96 + 2.522,88=) 8.216,88 – 3.788,74 =] 4.428,14 ευρώ. Προσέτι, ο ενάγων δικαιούτο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησής του από 1-1-2019 έως 30-4-2019, δώρο εορτών Πάσχα, το οποίο με βάση τις μηνιαίες τακτικές αποδοχές του, ποσού 3.670,13 ευρώ [1.213,51 ευρώ μισθός ενέργειας + 266,97 ευρώ επίδομα Κυριακών + 599,40 ευρώ αντίτιμο τροφής + 36,64 ευρώ επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 436,37 ευρώ αποδοχές της άδειας μετά τροφοδοσίας + (8.216,88 ευρώ /246 ημέρες χ 30 ημέρες=) 1.002,06 ευρώ μέσος όρος της μηνιαίας υπερωριακής αμοιβής του + 58,78 επίδομα ιματισμού + 36,19 ευρώ επίδομα έξτρα εργασιών + 20,21 ευρώ ειδικό επίδομα παρακολούθησης βοηθών μηχανημάτων], ανερχόταν στο ποσό των [3.670,13 € /2 =] 1.835,06 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε από τη δεύτερη εναγόμενη το ποσό των 1.224,54 ευρώ, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη, απομένοντος υπολοίπου προς εξόφληση του ποσού των (1.835,06-1.224,54=) 610,52 ευρώ, δεκτού γενομένου, κατά το σκέλος αυτό, ως εν μέρει βάσιμου του δεύτερου λόγου της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης και απορριπτομένου του τέταρτου λόγου της υπό στοιχείο Β΄ έφεσης, με τους οποίους βάλλουν κατά της εκκαλουμένης για λανθασμένο συνυπολογισμό της υπερωριακής αμοιβής και μόνο του ενάγοντος και όχι για άλλους λόγους, όπως εσφαλμένο συνυπολογισμό ειδικών επιδομάτων. Επιπρόσθετα, ο ενάγων δικαιούτο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησής του από 1-5-2019 έως 3-9-2019, ήτοι για περίοδο 126 ημερών, αναλογία επιδόματος Χριστουγέννων, που ισούται με 2/25 του μηνιαίου μισθού, για κάθε δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα διάρκειας της εργασιακής σχέσης του, και κατά συνέπεια, με βάση τις ως άνω μηνιαίες τακτικές αποδοχές του, ποσού 3.670,13 ευρώ, ανερχόταν στο ποσό των [(3.670,13 € χ 2/25) =293,61 € χ (126 ημέρες /19=) 6,63 δεκαεννεαήμερα=] 1.946,63 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το συνολικό ποσό των 1.327,20 ευρώ, όπως δέχθηκε η εκκαλουμένη, απομένοντος υπολοίπου προς εξόφληση του ποσού των (1.946,63-1.327,20=) 619,43 ευρώ, δεκτού γενομένου, κατά το σκέλος αυτό, ως εν μέρει βάσιμου του δεύτερου λόγου της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης και απορριπτομένου του τέταρτου λόγου της υπό στοιχείο Β΄ έφεσης, με τους οποίους πλήττεται η εκκαλουμένη για λανθασμένο συνυπολογισμό του μέσου όρου της υπερωριακής αμοιβής και μόνο του ενάγοντος στις τακτικές αποδοχές του. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κατά το διάστημα από 22-2-2019 έως 11-4-2019 δεν παρείχετο τροφή στους ναυτικούς του πλοίου, αφού, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες από τις εναγόμενες καταστάσεις πληρώματος στις 5-4-2019 προσελήφθη ένας Β΄ μάγειρας, ακολούθως, στις 9-4-2019 ένας Α΄ μάγειρας και χυτροκαθαριστές προσελήφθησαν στις 11-4-2019 και 19-4-2019, και συνεπώς, κρίνεται ότι πρωτύτερα από τις 11-4-2019 δεν υπήρχε πλήρες προσωπικό για παροχή σίτισης εντός του πλοίου. Επομένως, ο ενάγων δικαιούτο για την εν λόγω αιτία το ποσό των (49 ημέρες χ 19,98 ευρώ=) 979,02 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 685,65 ευρώ, όπως έγινε δεκτό με την πρωτοβάθμια απόφαση και δεν πλήττεται με ειδικό λόγο έφεσης, απομένοντος υπολοίπου προς καταβολή του ποσού των (979,02-685,65=) 293,37 ευρώ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που δέχθηκε ότι ο ενάγων δικαιούτο αντιτίμου τροφής μόνο για το διάστημα από 22-2-2019 έως 31-3-2019 και επιδίκασε για την αιτία αυτή το ποσό των 73,59 ευρώ έσφαλε, κατ’ αποδοχή ως μερικά ουσιαστικά βάσιμου του τρίτου λόγου της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η υπό στοιχείο Α΄ έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη, σύμφωνα με τις ειδικότερα αναφερόμενες παραπάνω διακρίσεις, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη ως προς όλες τις διατάξεις της, για την ενότητα της εκτέλεσης  (ΑΠ 748/1994, ΕφΑθ 44/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟS), και αφού το παρόν Δικαστήριο κρατήσει την υπόθεση για να τη δικάσει (άρθρο 535 § 1 ΚΠολΔ), να γίνει δεκτή εν μέρει η αγωγή (η οποία είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 53 επ., 60, 84, 105, 106 K.I.N.Δ., 341, 345, 346, 361, 648 επ., 653, 655, 680 ΑΚ, σε συνδυασμό με τις προαναφερόμενες Σ.Σ.Ν.Ε. των ετών 2018 και 2019, 907, 908 § 1 και 176 ΚΠολΔ) ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, εκ των οποίων η πρώτη ευθυνόμενη μέχρι της αξίας του πλοίου (άρθρο 106 Κ.Ι.Ν.Δ.), να καταβάλουν, ενεχόμενες εις ολόκληρον, στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των (753,57 + 178,12 + 4.428,14 + 610,52 + 619,43 + 293,37=) 6.883,15 ευρώ, με το νόμιμο τόκο για το μεν επιμέρους ποσό των 6.263,72 ευρώ από την επομένη της απόλυσης του ενάγοντος, ήτοι από 4-9-2019, για το δε επιμέρους ποσό των 619,43 ευρώ, που αφορά στη διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτής Χριστουγέννων 2019, με το νόμιμο τόκο από την 1η Ιανουαρίου του επόμενου έτους που αφορούσε, ήτοι από 1η-1-2020, και μέχρι την πλήρη εξόφληση, όπως κρίθηκε από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δεδομένου ότι η κρίση αυτή της εκκαλουμένης, ως προς το κεφάλαιο των τόκων, που αποτελεί χωριστό κεφάλαιο κατά την έννοια του άρθρου 522 ΚΠολΔ, δεν προσβάλλεται με λόγο έφεσης εκ μέρους των διαδίκων (ΑΠ 174/2010, ΑΠ 842/20104, ΕφΑθ 406/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟS). Εφόσον δε εξαφανίστηκε η εκκαλουμένη, εξαφανίζεται και η διάταξη αυτής περί δικαστικών εξόδων και μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εκκαλούντος, κατόπιν σχετικού αιτήματός του με την αγωγή, την έφεση και τις προτάσεις του (άρθρο 106 ΚΠολΔ), για αμφοτέρους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των εναγόμενων-εφεσίβλητων, ενεχόμενων εις ολόκληρον, ανάλογα με την έκταση της νίκης και ήττας καθενός (άρθρα 178 § 1, 180 § 3, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης. Τέλος, η υπό στοιχείο Β΄ έφεση πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη στο σύνολό της και να καταδικασθούν οι εκκαλούσες στα δικαστικά έξοδα του αντιδίκου τους για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183, 189 και 191 § 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα καθορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει την από 5-7-2022, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 6275/3057/2022, υπό στοιχείο Α΄ έφεση, και την από 25-10-2022, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 9730/4839/2022, υπό στοιχείο Β΄ έφεση, αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και ουσιαστικά την υπό στοιχείο Α΄ έφεση.

Εξαφανίζει την υπ’ αριθμό 48/2021 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά, εκδοθείσα κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών.

Κρατεί και δικάζει την αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η παραπάνω απόφαση.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Υποχρεώνει τις εναγόμενες, εκ των οποίων η πρώτη ευθυνόμενη μέχρι της αξίας του πλοίου, να καταβάλουν εις ολόκληρον στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των έξι χιλιάδων οκτακοσίων ογδόντα τριών ευρώ και δεκαπέντε λεπτών (6.883,15 €), με το νόμιμο τόκο για το μεν επιμέρους ποσό των έξι χιλιάδων διακοσίων εξήντα τριών και εβδομήντα δύο λεπτών (6.263,72 €) από 4-9-2019, για το δε επιμέρους ποσό των εξακοσίων δεκαεννέα ευρώ και σαράντα τριών λεπτών (619,43 €) από 1η-1-2020 και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

Επιβάλλει σε βάρος των εναγόμενων-εφεσίβλητων, ενεχόμενων εις ολόκληρον, μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος-εκκαλούντος για αμφοτέρους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500,00) ευρώ.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά την υπό στοιχείο Β΄ έφεση.

Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλουσών τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο συνολικό ποσό των τριακοσίων (300,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 31 Αυγούστου 2023 με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ