ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΟ
Αριθμός αποφάσεως 1773/2018
(ΓΑΚ/ΕΑΚ …)
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(τακτική διαδικασία)
Συγκροτούμενο από τους Δικαστές Κωνσταντίνα Παπαντωνίου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Γεώργιο Παντελίδη, Πρωτοδίκη, Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη – Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Μαρία Κουτουκάκη. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 21 Νοεμβρίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στο …, με ΑΦΜ …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Παναγιώτης Χιωτέλης του Χαραλάμπους (ΑΜ/ΔΣΠ… – βλ. το … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ), κάτοικος Πειραιά, …, και η οποία κατά τη συζήτηση της υπόθεσης δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Της εταιρίας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στον …., …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2) Της εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα,για τις οποίες δεν προκατέθεσαν προτάσεις ούτε αυτέςεκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης. Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 4.5.2017 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου υπ’ αριθ. κατάθεσης … και, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπει το άρθρο 237 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4335/2015, προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, η οποία ορίστηκε δυνάμει της από 3.11.2017 πράξης ορισμού σύνθεσης και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης, οπότε και γράφτηκε στο πινάκιο με πρωτοβουλία του αρμόδιου Γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 237 ΚΠολΔ.Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά του Δικαστηρίου τούτου προκύπτει ότι, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία συζητήθηκε με εκφώνησή της από τη σειρά του πινακίου η κρινόμενη αγωγή, δεν εμφανίστηκαν ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο οι διάδικοι. Από την επισκόπηση του φακέλου προκύπτει ότι η ενάγουσα έχει καταθέσει προτάσεις νόμιμα και εμπρόθεσμα εντός της προθεσμίας του άρθρου 237 παρ. 1 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 147 παρ. 2 ΚΠολΔ, καθώς η αγωγή κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 19.5.2017 και η ενάγουσα κατέθεσε προτάσεις στις 27.9.2017, νομίμως υπογεγραμμένες από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της δυνάμει της από 26.9.2017 παροχής πληρεξουσιότητας του Διοικητικού Συμβουλίου της ενάγουσας εταιρίας (βλ. το υπ’ αριθ. … απόσπασμα πρακτικού της Συνεδρίασης …). Αντίθετα, οι εναγόμενες εταιρίες δεν έχουν καταθέσει προτάσεις. Από 1) την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς Κωνσταντίνου Καλύβα και 2) την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Βορείου Αιγαίου με έδρα το Πρωτοδικείο Μυτιλήνης …, τις οποίες νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομίζει η ενάγουσα, αποδεικνύεται ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, με την πράξη κατάθεσης και ορισμού προθεσμίας κατάθεσης προτάσεων εντός 100 ημερών, επιδόθηκε αντιστοίχως στις εναγόμενες νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 122 παρ. 1, 123, 126 παρ. 1 γ΄, 129 παρ. 1, σε συνδυασμό με τα άρθρα 215 παρ. 2, 226 παρ. 1 και 237 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν.4335/2015). Επομένως, οι εναγόμενες πρέπει να δικασθούν ερήμην (άρθρο 271 παρ. 1 και 2 εδ. α΄ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 237 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν. 4335/2015).
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 84, 105 και 106 του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου (ν. 3816/1958) προκύπτει ότι γίνεται διάκριση των εννοιών πλοιοκτησίας, κυριότητας του πλοίου και εφοπλισμού. Η πλοιοκτησία υποδηλώνει σύμπτωση κυριότητας και εφοπλισμού, έτσι ώστε όταν τα δύο αυτά στοιχεία χωρίζονται να έχουμε αφενός μόνο κυριότητα και αφετέρου μόνο εφοπλισμό(ΑΠ 689/2013 ΕΝαυτΔ 2013.183 = ΧρΙΔ 2013.688). Περαιτέρω προκύπτει ότι δεν είναι κατά νόμο δυνατή (νοητή) η σύγχρονη επί του αυτού πλοίου ύπαρξη πλοιοκτήτη και εφοπλιστή και τούτο διότι εφοπλιστής είναι αυτός που εκμεταλλεύεται για τον εαυτό του πλοίο, το οποίο ανήκει σε άλλο πρόσωπο και συγκεκριμένα στον πλοιοκτήτη. Η παραχώρηση αυτή μπορεί να στηρίζεται είτε σε έννομη σχέση εμπράγματη ή ενοχική (επικαρπία, μίσθωση κ.τ.λ.) είτε να αποτελεί πραγματική κατάσταση (βλ. ΕφΠειρ 27/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ,ΕφΠειρ 795/2010 ΕΝΔ 38.385 επ.). Βασική πάντως προϋπόθεση του εφοπλισμού είναι ότι ο εφοπλιστής έχει τη βούληση να ασκεί και ασκεί για λογαριασμό του τη ναυτιλιακή επιχείρηση που συγκροτεί το πλοίο και εκτός από την απόλαυση των κερδών επωμίζεται απεριόριστα και τον οικονομικό κίνδυνο από την εκμετάλλευσή του. Εξ άλλου, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις ο εφοπλιστής οφείλει να δηλώσει στη λιμενική αρχή του τόπου νηολογήσεως από κοινού με τον κύριο του πλοίου, ότι ο πρώτος θα εκμεταλλεύεται τούτο για δικό του λογαριασμό. Εάν δεν γίνει η δήλωση αυτή, παράγεται μαχητό τεκμήριο ότι ο κύριος του πλοίου εκμεταλλεύεται αυτό για δικό του λογαριασμό, ότι δηλαδή είναι πλοιοκτήτης. Το τεκμήριο, όμως, αυτό είναι, όπως προαναφέρθηκε, μαχητό και δύναται να αποκρουσθεί από εκείνον που έχει έννομο συμφέρον, αν αυτός αποδείξει την εκμετάλλευση του πλοίου από τρίτο. Είναι δε ζήτημα πραγματικό σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ποιος πράγματι έχει την εκμετάλλευση του πλοίου, δηλαδή ο κύριος αυτού ή τρίτος (ΑΠ 11/2009 ΕΝΔ 2009.1, ΑΠ 5/2009 ΔΕΕ 2009.800).
Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή, η ενάγουσα εκθέτει ότι δυνάμει της από 29.3.2012 δήλωσης εφοπλισμού, η πρώτη των εναγομένων ναύλωσε το Ε/Γ – Ο/Γ/ … πλοιοκτησίας της δεύτερης των εναγομένων, για το χρονικό διάστημα μέχρι τις 31.12.2017. Ότι με την υπ’ αριθ. … Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ Β΄ 518/2011) εγκρίθηκαν τα τιμολόγια παροχής λιμενικών υπηρεσιών του Οργανισμού Λιμένα Λαυρίου ΑΕ. Ότι η ενάγουσα διατηρεί σε βάρος των εναγομένων, υπό την ιδιότητα της πρώτης ως «κυρίας» και της δεύτερης ως «εφοπλίστριας»του ως άνω πλοίου, απαιτήσεις συνολικού ύψους 264.055,27 ευρώ, απορρέουσες από την παροχή υδροδότησης, την επιβολή τελών ελλιμενισμού και τελών υγρών και στερεών αποβλήτων, όπως αναλυτικά αναφέρονται ανά έτος και όπως οι σχετικές παροχές περιγράφονται στα ενσωματωμένα στην αγωγή τιμολόγια που έχει εκδώσει η ενάγουσα και τα οποία αφορούν στο χρονικό διάστημα 2012-2017.Ότι επειδή, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 106 ΚΙΝΔ, οι απαιτήσεις από τον εφοπλισμό βαρύνουν το πλοίο, η πρώτη των εναγομένων ευθύνεται εις ολόκληρον με τη δεύτερη των εναγομένων. Επικουρικά ισχυρίζεται ότι οι εναγόμενες τής οφείλουν το ανωτέρω ποσό με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, καθόσον, μη καταβάλλοντας σ’ αυτήν τα ως άνω εκ του νόμου επιβαλλόμενα τέλη, κατέστησαν αδικαιολογήτως πλουσιότερες σε βάρος της. Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα ζητεί, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού (τροπής) του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό με τις προτάσεις της (άρθρα 223, 295 παρ. 1 εδ. β΄ΚΠολΔ), ν’ αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενες τής οφείλουν, εις ολόκληρον εκάστη, το ποσό των 264.055,27 ευρώ, νομιμοτόκως από την ημερομηνία που το ποσό εκάστου τιμολογίου κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση, να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενες στη δικαστική δαπάνη της. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα, η κρινόμενη αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος αρμόδιου Δικαστηρίου (άρθρα 7,9, 14 παρ. 2, 18, 25 παρ. 2 και 37 παρ. 1 ΚΠολΔ), λόγω και του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς (άρθρο 51 ν. 2172/1993), κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, πρέπει, ωστόσο, ν’ απορριφθεί ως αόριστη, καθώς το Δικαστήριο, με βάση τα εκτιθέμενα στην αγωγή, δεν μπορεί να διακρίνει τη νομική σχέση εκάστης των εναγομένων με το πλοίο, ήτοι δεν είναι δυνατή η διαπίστωση του νόμιμου λόγου ευθύνης κάθε μιας για την καταβολή των αιτουμένων αγωγικών ποσών και επιπλέον της έκτασης της σχετικής ευθύνης εκάστης.Συγκεκριμένα, στην αρχή του ιστορικού της ένδικης αγωγής αποδίδεται στην πρώτη εναγομένη η ιδιότητα της ναυλώτριας του ως άνω πλοίου κατόπιν της προαναφερθείσας δήλωσης εφοπλισμού και στη δεύτερη η ιδιότητα της πλοιοκτήτριας, στη συνέχεια, όμως, η πρώτη των εναγομένων χαρακτηρίζεται «κυρία» και η δεύτερη «εφοπλίστρια» αυτού, με συνέπεια να προκύπτει αντίφαση ως προς την ιδιότητα εκάστης των εναγομένων. Η αντιφατικότητα δεν αίρεται με τις προτάσεις της ενάγουσας, αντίθετα επιτείνεται, καθώς σε αυτές αναφέρεται αρχικά ότι η πρώτη εναγομένη τυγχάνει «κυρία» και η δεύτερη «εφοπλίστρια» του πλοίου (βλ. σελ. 2 προτάσεων), στη συνέχεια ότι «η πρώτη των εναγομένων ενεργούσε κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ως εφοπλίστρια του πλοίου, του οποίου πλοιοκτήτρια ετύγχανε η δεύτερη των εναγομένων», τελικά δε ότι η πρώτη εναγομένη είχε την ιδιότητα της «εφοπλίστριας» και η δεύτερη την ιδιότητα της «κυρίας» αυτού (βλ. σελ. 4 προτάσεων). Επομένως, λόγω της υφισταμένης στο δικόγραφο της αγωγής αντίφασης ως προς την ιδιότητα εκάστης των εναγομένων εταιριών, η οποία δεν διευκρινίστηκεμε τις προτάσεις της ενάγουσας, η υπό κρίση αγωγή πρέπει ν’ απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω της αοριστίας της, κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου. Τέλος, πρέπει να καθορισθεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της απόφασης αυτής από τις ερήμην δικαζόμενες εναγόμενες (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας, καθόσον η ύπαρξη ή μη ειδικού εννόμου συμφέροντος για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας δεν κρίνεται από το παρόν Δικαστήριο, αλλά από το δικαστήριο που θα εκδικάσει την τυχόν ασκηθείσα ανακοπή ερημοδικίας, ερευνώντας το παραδεκτό της ανακοπής (ΟλΑΠ 15/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τα δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται σε βάρος της ενάγουσας, παρά την ήττα της, ελλείψει σχετικού αιτήματος των εναγομένων, ενόψει της ερημοδικίας τους (άρθρα 106 και 176 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην των εναγομένων.
ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250,00) ευρώ για κάθε εναγομένη.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 13 Μαρτίου 2018, δημοσιεύθηκε δε στις 13 Απριλίου 2018, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, μετά την προαγωγή και αναχώρηση της Προέδρου Πρωτοδικών Κωνσταντίνας Παπαντωνίου, με νέα σύνθεση αποτελούμενη από τον Πρόεδρο Πρωτοδικών Αντώνιο Σβύνο και τους Πρωτοδίκες Γεώργιο Παντελίδη και Αντωνία Κοντογεωργάκη, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ