ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙA
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης 2495/2018
(Αριθ. καταθ. Αγωγής …)
(Αριθ. καταθ. Κλήσης …)
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙA
(ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ)
Αποτελούμενο από τους Δικαστές, Βασίλειο Τζελέπη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Γεώργιο Δ. Σερετίδη, Πρωτοδίκη-Εισηγητή, Νικόλαο Πολυζωγόπουλο, Πρωτοδίκη και από τη Γραμματέα Κρυσταλλία Κριμιζά.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 31 Οκτωβρίου 2017, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:
ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της Κοινοπραξίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην …, επί της … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Παναγιώτη Χριστογεώργη και Ιωάννη Δομέτιο.
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ : 1) Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στον ……… επί της οδού … και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) Του Α. Β., νομίμου εκπροσώπου της παραπάνω ανώνυμης εταιρείας, κατοίκου ομοίως ως άνω, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Κατσουρίνη.
Η ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 16-4-2014 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγή της, που κατατέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 16-9-2014, οπότε και εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3700/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία αναβλήθηκε η συζήτηση της κρινόμενης αγωγής μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί των με αριθ. κατάθεσης … και … αγωγών της ενάγουσας κατά των εναγομένων. Ήδη η υπόθεση εισάγεται για νέα συζήτηση με την από 21-7-2017, με αριθμό κατάθεσης … κλήση, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο .
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
- I. Νόμιμα φέρεται προς συζήτηση με την από 21-7-2017 και με αριθμό κατάθεσης … κλήση της ενάγουσας, η κρινόμενη, από 16-4-2014 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγή της, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3700/2015 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, η οποία αφού έκρινε νόμιμη την αγωγή ως προς την κύρια βάση της (σύμβαση πρακτορείας) και απέρριψε αυτή ως προς την επικουρική της βάση (αδικαιολόγητου πλουτισμού) ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί των με αριθ. κατάθεσης … και … αγωγών της ενάγουσας κατά των εναγομένων, επί των οποίων (αγωγών) έχει εκδοθεί ήδη και η υπ’ αριθ. 317/2017 οριστική απόφαση του Εφετείου Πειραιώς.
- II. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 361, 874 ΑΚ, 112 Εισ.Ν.ΑΚ, 669 Εμπ.Ν., 47, 64 και 67 Ν.Δ. 17-7/13-8-1923 «περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών» συνάγεται ότι αλληλόχρεος λογαριασμός υφίσταται όταν δύο πρόσωπα, εκ των οποίων το ένα, τουλάχιστον, είναι έμπορος, συμφωνούν, με σύμβαση, οι εκατέρωθεν απαιτήσεις τους από τις μεταξύ τους συναλλαγές να μην επιδιώκονται μεμονωμένα, αλλά αντιθέτως, να φέρονται σε κοινό λογαριασμό, με σκοπό να εκκαθαρίζονται και να αποσβένονται, κατά το κλείσιμο του λογαριασμού, το οποίο θα πραγματοποιείται κατά τακτά χρονικά διαστήματα, και δη, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε το τυχόν κατάλοιπο του λογαριασμού να αποτελεί τη μοναδική μεταξύ τους απαίτηση. Βασικό, δηλαδή, στοιχείο της συμβάσεως αλληλόχρεου λογαριασμού είναι η ύπαρξη συμφωνίας, μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, περί υπαγωγής των εκατέρωθεν απαιτήσεών τους σε κοινό λογαριασμό, η οποία (συμφωνία) δύναται να είναι ρητή ή σιωπηρή. Για την ύπαρξη, δε, αλληλόχρεου λογαριασμού δεν απαιτείται η πραγματική αποστολή αμοιβαίων παροχών, αλλά αρκεί να υφίσταται τέτοια δυνατότητα και από τα δύο συμβαλλόμενα μέρη. Δεν ενδιαφέρει, δηλαδή, εάν, κατά τη διάρκεια του λογαριασμού έγιναν, πράγματι, αποστολές και από τα δύο (2) συμβαλλόμενα μέρη (αμοιβαίος αλληλόχρεος λογαριασμός) ή εάν ένας, μόνο, εκ των συμβαλλόμενων προέβη σε αποστολές (απλός ή ετεροσκελής αλληλόχρεος λογαριασμός). Πλέον τούτου, χαρακτηριστικό της συμβάσεως του αλληλόχρεου λογαριασμού είναι η απώλεια της αυτοτέλειας και της ατομικότητας των επί μέρους απαιτήσεων, ως και η μεταβολή τους σε απλά λογιστικά στοιχεία χρεώσεως και πιστώσεως ενός ενιαίου λογαριασμού, ώστε δικαστικά επιδιώξιμη να είναι μόνο η απαίτηση από το τυχόν κατάλοιπο του λογαριασμού. Εκ των ανωτέρω αναφερομένων συνάγεται ότι για την ύπαρξη αλληλόχρεου λογαριασμού απαιτείται να μην είναι, εκ των προτέρων, γνωστό ποιος εκ των συμβαλλομένων, κατά την τελική εκκαθάριση των μεταξύ τους δοσοληψιών, θα είναι οφειλέτης ή πιστωτής του άλλου. Ως εκ τούτου, δεν υφίσταται αλληλόχρεος λογαριασμός, όταν εκ της φύσεως της συμβάσεως το ένα συμβαλλόμενο μέρος καθίσταται, μόνο, πιστωτής και ποτέ οφειλέτης, το άλλο, δε, μέρος, μόνο, οφειλέτης και ποτέ πιστωτής. Άλλωστε, σε μία τέτοια περίπτωση, η τήρηση λογαριασμού, ο οποίος απεικονίζει, κατά τους κανόνες της λογιστικής επιστήμης, τις εκατέρωθεν τμηματικές παροχές (όπου, απλά, οι παροχές του ενός αποτελούν καταβολές έναντι των απαιτήσεων του άλλου) δεν αποτελεί αλληλόχρεο λογαριασμό, σύμφωνα με τα ανωτέρω αναφερόμενα, αλλά έχει τον χαρακτήρα απλού δοσοληπτικού λογαριασμού (ΕφΠειρ. 46/2009 Δ.Ε.Ε. 2009.478, ΕφΛαρ. 99/2008 ΕΕμπΔ 2008.546, ΕφΑθ. 6724/2007 ΕλλΔνη 2008.524, ΕφΠατρ. 226/2007 ΕΕμπΔ 2007/549).
III. Από τη συνεκτίμηση, των καταθέσεων των μαρτύρων που εξετάσθηκαν ενόρκως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, οι οποίες περιέχονται στα υπ’ αριθ. 3700/2015 πρακτικά συνεδρίασής του, των υπ’ αριθμούς …, … και … και …, … και … ενόρκων βεβαιώσεων ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά Άννας Καλλίτση – Παναγοπούλου, που ελήφθησαν με επιμέλεια των εναγόμενων, στα πλαίσια άλλων δικών και εκτιμώνται ως δικαστικά τεκμήρια (άρθρα 339 και 395 του ΚΠολΔ, ΑΠ 736/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), καθώς και όλων των εγγράφων, που οι διάδικοι νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπ’ όψιν είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα Κοινοπραξία Πλοιοκτητριών Εταιριών, ιδρύθηκε την … μεταξύ ανωνύμων ναυτικών εταιριών, με την με την ομόχρονη ημερομηνία σχετική έγγραφη σύμβαση, με την επωνυμία «…» και έδρα το επί της … αρ. … και Τ. , οίκημα. Στην …, δηλώθηκε στη Δ.Ο.Υ. πλοίων με αρ. καταχώρησης ../… και έλαβε τον αριθμό φορολογικού μητρώου … Στη συνέχεια, στις 23-5-2011, με νέα έγγραφη συμφωνία των μελών της τροποποιήθηκε η άνω επωνυμία της σε «….» και αποχώρησαν δύο (2) από τα πέντε (5) μέλη της, το δε τροποποιητικό κοινοπρακτικό κατατέθηκε στην άνω Δ.Ο.Υ., με αριθμό καταχώρησης …. Η ενάγουσα συνεστήθη (άρθρο 3 του Κοινοπρακτικού) με σκοπό το συντονισμό των Πλοιοκτητριών Εταιριών για την από κοινού εξυπηρέτηση τόσο των διεθνών συγκοινωνιακών γραμμών (π.χ. Πάτρα, Ιταλία) όσο και των γραμμών εσωτερικού, όπου δραστηριοποιούνται τα πλοία των μελών της πλοιοκτητριών εταιριών, το συντονισμό της έκδοσης των εισιτηρίων και φορτωτικών, τη διάθεση των εισιτηρίων των Πλοίων από μεταφορά επιβατών, οχημάτων πάσης φύσεως και εμπορευμάτων, και τη βελτίωση των προσφερόμενων υπηρεσιών θαλασσίων και παράκτιων μεταφορών επιβατών με τα άνω πλοία, τα οποία δραστηριοποιούνται στο χώρο της επιβατηγού ναυτιλίας. Στα πλαίσια του σκοπού αυτού η ενάγουσα συνήψε με την πρώτη των εναγομένων εταιρεία, η οποία διατηρεί τουριστικό και ναυτικό πρακτορείο στον ………τις κατωτέρω αναφερόμενες συμβάσεις λιμενικής πρακτόρευσης: α) τις από 29-6-2012 τρεις (3) συμβάσεις λιμενικής πρακτόρευσης, δυνάμει των οποίων ανετέθη στην εναγομένη, ως πράκτορα, η λιμενική πρακτόρευση στους λιμένες Πειραιά, Μυτιλήνης και Χίου του πλοίου «…», πλοιοκτησίας «….», που εξυπηρετούσε τη γραμμή Πειραιά – Χίου – Μυτιλήνης, ή όποιου άλλου πλοίου αντικαθιστούσε αυτό, με αντικείμενο την παροχή σχετικών υπηρεσιών και κράτησης ή και πώλησης εισιτηρίων επιβατών και φορτίων στους άνω λιμένες, και β) τις από 29-6- 2012 δύο (2) συμβάσεις, δυνάμει των οποίων η εναγομένη ανέλαβε να ενεργήσει ως premium πράκτορας πωλήσεως εισιτηρίων επιβατών και επιβατηγών οχημάτων στη νήσο Λέσβο και στη νήσο Χίο, αλλά και προώθησης (marketing) και πώλησης τουριστικών πακέτων και μεταφορικών υπηρεσιών των δρομολογίων, που θα διεξήγαγαν τα άνω πλοία. Σε όλες τις συμβάσεις ο δεύτερος εναγόμενος συνεβλήθη αφενός ως νόμιμος εκπρόσωπος της πρώτης εναγομένης και αφετέρου ατομικά, ως …, και εγγυήθηκε προσωπικά και αλληλέγγυα την πλήρη και ακριβόχρονη εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεων του Πράκτορα (ήτοι της πρώτης εναγομένης) από την κάθε σύμβαση, ευθυνόμενος εις ολόκληρον με την πρώτη εναγομένη, ως αυτοφειλέτης, παραιτηθείς από το δικαίωμα ασκήσεως διζήσεως, όπως και από όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από τα άρθρα 850, 852, 855, 856, 860, 862, 863, 864, 866, 867, 868 και 869 ΑΚ. Περαιτέρω, συμφωνήθηκε η ανάρτηση στην ηλεκτρονική σελίδα της ενάγουσας ηλεκτρονικών χρεωστικών σημειωμάτων για κάθε σύμβαση, με τα οποία θα χρεωνόταν η πράκτορας πρώτη εναγομένη εταιρία τους, σύμφωνα με τους δημοσιευμένους από την ενάγουσα ναύλους, μετά από αφαίρεση των προκαθορισμένων, σύμφωνα με τον κοινό όρο 4 των άνω συμβάσεων, ποσοστών προμήθειας. Τα ανωτέρω σημειώματα, σύμφωνα με τον όρο 3.5 των ανωτέρω συμβάσεων θα αποτελούσαν χρεωστικά ομόλογα, σε καθένα εκ των οποίων ενσωματωνόταν βέβαιη και εκκαθαρισμένη απαίτηση κατά της εναγόμενης πράκτορα και θα παρείχαν πλήρη απόδειξη των οφειλόμενων από την πράκτορα στην ενάγουσα ποσών, επιτρεπόμενης της ανταπόδειξης με κάθε αποδεικτικό μέσο πλην μαρτύρων. Σύμφωνα δε με τον εν λόγο όρο (3.5) η εξόφληση των ανωτέρω ποσών, ήτοι μετά από αφαίρεση της προμήθειας, ορίστηκε να λαμβάνει χώρα με εβδομαδιαίες καταβολές σε μετρητά, και ειδικότερα, τα μεν ποσά των πωλήσεων των ναύλων, που αφορούσαν επιβάτες και IX οχήματα να εξοφλούνται εντός δεκαπέντε (15) ημερών, τα δε ποσά των ναύλων των ΔΧ φορτηγών οχημάτων εντός εξήντα (60) ημερών, με αφετηρία και στις δύο περιπτώσεις την ημερομηνία έκδοσης και λήψης από την πράκτορα πρώτη εναγόμενη εκάστου εκκαθαριστικού χρεωστικού σημειώματος. Εξάλλου, με τον υπ’ αριθ. 12 όρο των ανωτέρω συμβάσεων, κοινό και στις πέντε (5) συμβάσεις, συμφωνήθηκε μεταξύ όλων των συμβαλλομένων να κατατεθούν ως εγγύηση στην ενάγουσα τα ποσά των 80.000,00 ευρώ για καθεμία από τις τρεις πρώτες και το ποσό των 20.000,00 ευρώ για κάθε μια από τις δύο τελευταίες, αντίστοιχα, με τη μορφή τραπεζικής επιταγής ή τραπεζικής εγγύησης ή επιταγής ανοικτής ημερομηνίας ή άλλως σε μορφή αποδεκτή από την ενάγουσα. Η τραπεζική αυτή εγγύηση θα είχε ημερομηνία λήξης 12 μηνών, μετά τη λύση ή τη διακοπή εκάστης σύμβασης, αφού θα είχαν διακανονιστεί όλα τα οφειλόμενα ποσά προς την ενάγουσα. Σε εκτέλεση δε του προαναφερθέντος όρου, η πρώτη εναγόμενη, δια του δευτέρου εναγόμενου, υπό την ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου της, εξέδωσε στον Πειραιά και παρέδωσε στην ενάγουσα την επιταγή με αριθμό … της Τράπεζας «…», ποσού 80.000 ευρώ, με ημερομηνία έκδοσης την 9-9-2013, πληρωτέα από τον με αριθμό … λογαριασμό της, που τηρούσε στην ως άνω τράπεζα και σε διαταγή της ενάγουσας υπό την ισχύουσα νέα επωνυμία της «….». Περαιτέρω, ο εναγόμενος εξέδωσε, ατομικώς, στον Πειραιά, για την ίδια ως άνω αιτία και σε διαταγή της ενάγουσας τις με αριθμούς …, …, … και … επιταγές της Τράπεζας «…» με ημερομηνία έκδοσης όλες την 9-9-2013 ποσού 80.000 ευρώ η πρώτη, 20.000 ευρώ η δεύτερη, 80.000 ευρώ η τρίτη και 20.000 ευρώ η τέταρτη, πληρωτέες όλες από τον με αριθμό … λογαριασμό του, που τηρούσε στην παραπάνω τράπεζα. Όλες οι παραπάνω επιταγές ανέγραφαν την νέα επωνυμία της ενάγουσας, ήτοι «….» και παρελήφθησαν από αυτήν στις 5-7-2012, για την εκτέλεση, όπως προελέχθη, των αντιστοίχων όρων των συμβάσεων λιμενικής πρακτόρευσης και Premium Πράκτορα Πωλήσεων. Ειδικότερα, η με αριθμό … επιταγή παραδόθηκε σε εκτέλεση του όρου της σύμβασης λιμενικής πρακτόρευσης, που αφορούσε στο λιμάνι του Πειραιά, η με αριθμό … επιταγή σε εκτέλεση του όρου της σύμβασης λιμενικής πρακτόρευσης, που αφορούσε στο λιμάνι της Χίου, η με αριθμό … επιταγή σε εκτέλεση του όρου της σύμβασης Premium Πράκτορα Πωλήσεων, που αφορούσε στο λιμάνι της Χίου, η με αριθμό … επιταγή σε εκτέλεση του όρου της σύμβασης λιμενικής πρακτόρευσης, που αφορούσε στο λιμάνι της Μυτιλήνης και η με αριθμό … επιταγή σε εκτέλεση του όρου της σύμβασης Premium Πράκτορα Πωλήσεων, που αφορούσε στο λιμάνι της Λέσβου. Προς επίρρωση των συμφωνηθέντων συντάχθηκαν συγχρόνως, αντίστοιχες αποδείξεις παραλαβής των ανωτέρω επιταγών, οι οποίες υπεγράφησαν και από τα δυο συμβαλλόμενα μέρη, στις οποίες αποδείξεις αναφέρθηκε ρητά ο νεότερος όρος, ότι κάθε μια από τις ως άνω επιταγές: «…παρελήφθη σύμφωνα με τον όρο 12 της ανωτέρω συμβάσεως για την καλή εκτέλεση των όρων αυτής και συμφωνείται από κοινού ότι θα παραμείνει στην Εταιρεία και θα εμφανισθεί για πληρωμή, χωρίς άλλη ειδοποίηση ή όχληση προς τον Πράκτορα, εφόσον υπάρξει οποιαδήποτε καθυστέρηση ή/και υπερημερία του ως προς την απόδοση των οφειλομένων στην Εταιρεία ναύλων εκ της ως άνω συμβάσεως πρακτόρευσης ή άλλου είδους οφειλή αυτού εκ της συμβάσεως αυτής έναντι της Εταιρείας, θα επιστραφεί δε εφόσον διακοπεί η συνεργασία και λήξει ή καταγγελθεί ή λυθεί η ως άνω σύμβαση πρακτόρευσης και μόνο υπό τον όρο ότι δεν υφίσταται καμία άλλη απαίτηση ή οικονομική εκκρεμότητα της Εταιρείας κατά του Πράκτορα κατά το χρόνο λήξεως ή λύσεως ή καταγγελίας κατά τα ανωτέρω». Έτσι σε εκτέλεση των ανωτέρω εκδίδονταν κάθε μήνα τρία χρεωστικά σημειώματα, ήτοι ένα για το λιμάνι του Πειραιά, ένα για το λιμάνι της Μυτιλήνης και ένα για το λιμάνι της Χίου, τα οποία (σημειώματα) περιείχαν αναλυτικά στοιχεία των εκδοθέντων από την πρώτη εναγομένη (πράκτορα) εισιτηρίων με, με εμφανή διάκριση των εισιτηρίων που αφορούσαν επιβάτες από αυτά που αφορούσαν φορτηγά. Επίσης, στα ανωτέρω χρεωστικά σημειώματα, τα εισιτήρια που αντιστοιχούσαν σε επιβάτες και αφορούσαν τις συμβάσεις premium είχαν την ένδειξη «1», στη στήλη με την ονομασία «επιβ», και τα εισιτήρια που αντιστοιχούσαν σε οχήματα και αφορούσαν τις συμβάσεις λιμενικής πρακτόρευσης είχαν την ένδειξη «1» στη στήλη με την ονομασία «οχημ». Εξάλλου, για το λιμάνι του Πειραιά εκδοθήκαν τα υπ’ αριθ. … συνολικού ποσού 245.084,82 ευρώ, … συνολικού 246.115,31 ευρώ, … συνολικού ποσού 276.653,73 ευρώ, … συνολικού ποσού 245.575,13 ευρώ, … συνολικού ποσού 155.208,91 ευρώ, … συνολικού ποσού 148.790,79 ευρώ, … συνολικού ποσού 167.140,44 ευρώ, … συνολικού π.0οσού 242.498,64 ευρώ, … συνολικού ποσού 280.981,36 ευρώ, … συνολικού ποσού 346.470,42 ευρώ, … συνολικού ποσού 331.239,83 ευρώ, … συνολικού ποσού 388.497,23 ευρώ, … συνολικού ποσού 412.761,94 ευρώ, … συνολικού ποσού 370.679,01 ευρώ και … συνολικού ποσού 67.066,61 ευρώ χρεωστικά σημειώματα (συνολικού ποσού 3.924.764,17 ευρώ), τα οποία κατά τα προβλεπόμενα των ανωτέρω συμβάσεων, αναρτήθηκαν νόμιμα στην ηλεκτρονική ιστοσελίδα της ενάγουσας, για το λιμάνι της Χίου και τη Σύβαση Premium πράκτορα Πωλήσεων για τη νήσο Χίο εκδόθηκαν τα υπ’ αριθ. τα υπ’ αριθ. … συνολικού ποσού 69.410,53 ευρώ, … συνολικού ποσού 100.402,40 ευρώ, … συνολικού ποσού 98.553,84 ευρώ, … συνολικού ποσού 85.090,71 ευρώ, … συνολικού ποσού 84.895,86 ευρώ, … συνολικού ποσού 65.087,25 ευρώ, … συνολικού ποσού 63.172,29 ευρώ, … συνολικού ποσού 77.267,44 ευρώ, … συνολικού ποσού 100.144,62 ευρώ, … συνολικού ποσού 120.845,21 ευρώ, … συνολικού ποσού 110.518,58 ευρώ, … συνολικού ποσού 127.511,63 ευρώ, … συνολικού ποσού 140849,72 ευρώ, … συνολικού ποσού 128.125,27 ευρώ και … συνολικού ποσού 8.772,98 ευρώ, χρεωστικά σημειώματα (ήτοι συνολικού ποσού 1.380.648,33 ευρώ), τα οποία, κατά τα προβλεπόμενα των συμβάσεων, αναρτήθηκαν νόμιμα στην ηλεκτρονική ιστοσελίδα της ενάγουσας και τέλος για το λιμάνι της Μυτιλήνης και τη Σύμβαση Premium πράκτορα Πωλήσεων για τη νήσο Λέσβο εκδόθηκαν τα υπ’ αριθ. … συνολικού ποσού 83.754,65 ευρώ, … συνολικού ποσού 115.334,60 ευρώ, … συνολικού ποσού 127.945,41 ευρώ, … 105.286,23 ευρώ, … συνολικού ποσού 90.830,10 ευρώ, … συνολικού ποσού 96.834,40 ευρώ, … συνολικού ποσού 114.097,15 ευρώ, … συνολικού ποσού 149.956,24 ευρώ, … συνολικού ποσού 180.702,02 ευρώ, … συνολικού ποσού 162.329,53 ευρώ, … συνολικού ποσού 161.018,11 ευρώ, … συνολικού ποσού 186.351,01 ευρώ, … συνολικού ποσού … ευρώ και … συνολικού ποσού 30.738,30 ευρώ χρεωστικά σημειώματα (ήτοι συνολικού ποσού 1.860.426,49 ευρώ), κατά τα προβλεπόμενα των ανωτέρω συμβάσεων, αναρτήθηκαν νόμιμα στην ηλεκτρονική ιστοσελίδα της ενάγουσας. Το σύνολο δηλαδή των ανωτέρω χρεωστικών σημειωμάτων ανέρχεται στο ποσό των (3.924.764,17 + 1.380.648,33 + 1860.426,49 =) 7.165.838,99 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η εναγομένη εταιρία περί το μήνα Ιούνιο του έτους 2013 άρχισε να εμφανίζει σημαντική καθυστέρηση ως προς την απόδοση των ποσών, που εισέπραττε από την πώληση των εισιτηρίων. Για το λόγο αυτό η ενάγουσα, με την από 18-6-2013 επιστολή της προς την πρώτη εναγομένη, όχλησε την τελευταία για την καταβολή ληξιπρόθεσμου ποσού, το οποίο ανέρχονταν στο ποσό των 792.077,77 ευρώ, από τις εν λόγω πωλήσεις, γνωστοποιώντας, συγχρόνως, ότι το συνολικό υπόλοιπο του λογαριασμού ανερχόταν σε 1.596.018,55 ευρώ. Η σχετική όχληση επαναλήφθηκε προς τους εναγόμενους από την ενάγουσα, με την από 26-6-2013 τηλεομοιοτυπική επιστολή της (FΑΧ), στην οποία αναφερόταν ότι το υπόλοιπο του λογαριασμού είχε διαμορφωθεί στο ποσό των 1.428.866,00 ευρώ. Σε απάντηση των ανωτέρω οχλήσεων η πρώτη εναγομένη απέστειλε, την από 28-6-2013 τηλεομοιοτυπική απάντησή της (FAX), υπογεγραμμένη από τον Οικονομικό Προϊστάμενο του λογιστηρίου της Θ. Π., με την οποία ισχυρίστηκε ότι το υπόλοιπο του λογαριασμού, που υπερέβαινε τα όρια των μεταξύ τους συμφωνημένων πιστώσεων για πωλήσεις εισιτηρίων επιβατών και φορτωτικών, ανερχόταν κατά την άνω ημερομηνία σε «598.000,00 ευρώ περίπου», αναγνωρίζοντας, έτσι, μέρος της υφιστάμενης οφειλής και ότι πρόθεσή της ήταν η οριστική τακτοποίηση της εκκρεμότητας αυτής και η επαναφορά του λογαριασμού στο συμφωνημένο χρόνο ενηλικίωσης, ότι προς τούτο θα της παρέδιδε άμεσα επιταγές πελατείας αξίας 53.000 ευρώ και εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου του Ιουλίου 350.000 ευρώ σε μετρητά, με την πεποίθηση ότι εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου του Αυγούστου ο μεταξύ τους λογαριασμός θα βρισκόταν ηλικιακά εντός των συμφωνημένων ορίων. Περαιτέρω, η ενάγουσα, με την από 12-7-2013 επιστολή της, που υπογράφεται από τον υπεύθυνο του λογιστηρίου της …, και αφού δεν είχε λάβει χώρα καμιά άλλη ενέργεια προς διευθέτηση της εκκρεμότητας, ενημέρωσε τους εναγομένους ότι το υπόλοιπο του λογαριασμού ανεχόταν σε 1.896.690.000 ευρώ και η ληξιπρόθεσμη απαίτησή της σε 774.633,71 € και επίσης με την από 14-8-2013 επιστολή της, την κάλεσε εκ νέου να εξοφλήσει όλες τις άνω οφειλές της μέχρι την 16-8-2013, οι οποίες μέχρι και την 15-8-2013 είχαν διαμορφωθεί σε 1.221.880,30 ευρώ. Κατόπιν των ανωτέρω και προς διευθέτηση της ανωτέρω εκκρεμότητας η πρώτη εναγομένη παρέδωσε στην ενάγουσα στις 16-8-2013 την με αριθμό … επιταγή εκδόσεώς της, πληρωτέα από την «….», ποσού 750.000 €, σε διαταγή της ενάγουσας, με αναγραφόμενη επωνυμία «…. …» και ημερομηνία εκδόσεώς την 21-8-2013. Η εν λόγω επιταγή εμφανίσθηκε νομίμως και εμπροθέσμως προς πληρωμή χωρίς να εξοφληθεί, για το λόγο ότι δεν υπήρχαν αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια στον λογαριασμό, πλην όμως σκοπίμως δεν βεβαιώθηκε τούτο επί του σώματος της επιταγής, προκειμένου να διευθετηθεί η διαφορά, καθώς ο δεύτερος εναγόμενος, υπό την άνω ιδιότητά του ως νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης, ζήτησε και συμφώνησε με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της ενάγουσας να αντικατασταθεί η άνω επιταγή με άλλη. Για το λόγο αυτό ο δεύτερος εναγόμενος υπό την ανωτέρω ιδιότητα του, παρέδωσε στην ενάγουσα, στις 29-8-2013, την υπ’ αριθμόν … επιταγή, εκδόσεως της πρώτη εναγομένης, συμπληρωμένη με το ίδιο ως άνω ποσό, και με αναγραφόμενη ημερομηνία εκδόσεως την 30-8-2013, πληρωτέα από την ίδια τράπεζα σε διαταγή της ενάγουσας. Στην τελευταία αυτή επιταγή αναγράφηκε ως επωνυμία της λήπτριας ενάγουσας, η πριν την άνω μνημονευόμενη τροποποίηση επωνυμία «…» αντί της νέας «….». Εξάλλου, ο δεύτερος εναγόμενος, λόγω συνεχιζόμενης οικονομικής αδυναμίας, ζήτησε και πάλι νέα παράταση μέχρι το μεσημέρι της 6-9-2013 για την τακτοποίηση του άνω ποσού με άλλη επιταγή. Ειδικότερα, ο δεύτερος εναγόμενος είχε ζητήσει από την ενάγουσα να μην εμφανισθεί η άνω επιταγή προκειμένου να την αντικαθιστούσε για δεύτερη φορά με άλλη, επειδή αντιμετώπιζε οικονομική δυσχέρεια και απέστειλε στις 5-9-2013 ηλεκτρονική επιστολή του προς τον Κ. Μ., (εξουσιοδοτημένο στέλεχος), στην οποία ανέφερε ότι η συνεργασία τους με την ενάγουσα είναι εξίσου σημαντική και για την πρώτη εναγομένη, ότι αιτείται την αναβολή παράδοσης της επιταγής των 750.000 ευρώ για μια ημέρα ακόμη, ήτοι έως την 6-9-2013, ώρα 12:30 και διαβεβαίωσε την ενάγουσα δια του ανωτέρω Κ. Μ., ότι η προσωρινή δυσκολία που παρουσιάστηκε στην τήρηση των υποχρεώσεών τους, θα παύσει στο εξής να υφίσταται και ότι η αναβολή που ζητούσε ήταν η τελευταία. Τα ανωτέρω αποδεικνύονται, ιδίως, από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την ενάγουσα ηλεκτρονικές επιστολές της. Η ενάγουσα, δεχόμενη τη νέα πρόταση, ανέμενε να της παραδοθεί η προς αντικατάσταση της επίδικης επιταγή, πλην όμως τούτο δεν έλαβε χώρα παρόλο, που ο δεύτερος εναγόμενος την διαβεβαίωνε για το αντίθετο μέχρι το πρωί της 5-9-2013, όπως αποδεικνύεται από την με ημερομηνία 5-9-2013 ηλεκτρονική επιστολή, που απέστειλε ο δεύτερος εναγόμενος. Κατόπιν των ανωτέρω, η ενάγουσα εμφάνισε νομίμως και εμπροθέσμως στην πληρώτρια τράπεζα, στις 6-9-2013,τηνως άνω επιταγή, που είχε εις χείρας της, η οποία τελικά δεν πληρώθηκε ελλείψει αντιστοίχων διαθεσίμων κεφαλαίων, γεγονός που βεβαιώθηκε από την πληρώτρια Τράπεζα επί του σώματος της επιταγής. Κατόπιν των ανωτέρω η ενάγουσα αποφάσισε και κατήγγειλε τις συμβάσεις με την από 6-9-2013 καταγγελία της, την οποία επέδωσε στην πρώτη εναγόμενη στις 6-9-2013 και στον δεύτερο εναγόμενο στις 10-9-2013 και ζήτησε την εξόφληση μέχρι την 9-9-2013 της ληξιπρόθεσμης οφειλής τους προς αυτήν, ύψους ως τότε 1.477.449,42 ευρώ (βλ. τις με αριθμούς … και … εκθέσεις επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …, που προσκομίζει με επίκληση ενάγουσα). Περαιτέρω, στις 13-11-2013 η ενάγουσα επέδωσε νέα εξώδικη πρόσκληση στους εναγόμενους (βλ. τις με αριθμούς …’ και … εκθέσεις επιδόσεως του ιδίου ως άνω Δικαστικού Επιμελητή), με την οποία τους κάλεσε να της αποδώσουν μέχρι την 18-11-2013 όχι μόνο το ανωτέρω ληξιπρόθεσμο ποσό, αλλά ολόκληρο το ανεξόφλητο υπόλοιπο από 2.227.386,83 ευρώ, όπως κατά μήνα αναλύεται στην εν λόγω εξώδικη πρόσκληση. Επισημαίνεται δε σύμφωνα με την καρτέλα πελάτη, που επισυνάπτεται στην αγωγή εκ της συνολικής οφειλής της πρώτης εναγομένης προς την ενάγουσα ποσού 7.452.134,71 ευρώ κατεβλήθη το τμηματικά από την πρώτη εναγομένη το συνολικό 6.160.980,52 ευρώ, με το προκύπτον υπόλοιπο της οφειλής να ανέρχεται στο ποσό των 2.244.002,01 ευρώ, από το οποίο πρέπει επίσης να αφαιρεθούν τα ποσά των 2.214,27 ευρώ και το ποσό των 14.400,921 ευρώ, που συνιστούν προμήθεια της πρώτης εναγομένης (πράκτορα) για τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο του έτους 2013, τα οποία δεν έχουν καταχωρηθεί στην καρτέλα πελάτη, καθώς δεν έχουν τιμολογηθεί. Ετσι, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η συνολική οφειλή της πρώτης εναγομένης προς την ενάγουσα ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 2.227.386,83 ευρώ. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι μετά την λήξη της συνεργασίας των διαδίκων και αφού η ενάγουσα άρχισε να επιδιώκει δικαστικά την ικανοποίηση των απαιτήσεων της, οι εναγόμενοι με την από 15-11-2013 εξώδικη απάντησή τους, που της επέδωσαν στις 15-11-2013 (βλ. την με αριθμό … έκθεση επιδόσεως του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά Θ. Σ.), αρνήθηκαν το ύψος της οφειλής και ζήτησαν εκκαθάριση, παρόλο που είχε μεσολαβήσει η εν μέρει αναγνώριση της οφειλής, κατά τα προεκτεθέντα, από 1.428.866 ευρώ, με την από 28-6-2013 τηλεομοιοτυπική απάντησή της. Οι εναγόμενοι με τις νόμιμα κατατεθειμένες προτάσεις τους, αρνούνται αιτιολογημένα την αγωγή ισχυριζόμενοι ότι παρά την συνομολόγηση των πέντε διαφορετικών συμβάσεων πρακτόρευσης, για έκαστη των οποίων έπρεπε να τηρείται ξεχωριστός λογαριασμός, η ενάγουσα άνευ έγγραφης τροποποίησης των συμβάσεων, αντισυμβατικά και αυθαίρετα τηρούσε έναν αλληλόχρεο λογαριασμό για όλες τις συμβάσεις πρακτόρευσης, στον οποίο καταλόγιζε σύμμετρα τις καταβολές της εναγόμενης, χωρίς τη συμφωνία ή την ενημέρωσή της προς τούτο. Ότι επομένως ακύρως καταγγέλθηκαν οι επίδικες συμβάσεις πρακτόρευσης επειδή δεν είχε γίνει εκκαθάριση αυτών, οι δε συμβάσεις πρακτόρευσης, που αφορούν τους λιμένες Χίου και Μυτιλήνης, καταγγέλθηκαν ακύρως για τον επιπλέον λόγο ότι κατά το χρόνο καταγγελίας καμιά οφειλή σε βάρος των εναγομένων δεν υπήρχε από τις συμβάσεις αυτές. Οι ανωτέρω ισχυρισμοί όμως των εναγομένων ελέγχονται ως αβάσιμοι κατ’ ουσίαν και ως εκ τούτου απορριπτέοι. Τούτο δε διότι δεν αποδείχθηκε από κανένα αποδεικτικό μέσο ότι υφίστατο συμφωνία περί δημιουργίας αλληλόχρεου λογαριασμού, ο οποίος θα εξυπηρετούσε και τις πέντε συμβάσεις πρακτόρευσης, ούτε επίσης είχαν δημιουργηθεί εκατέρωθεν απαιτήσεις, υπό την έννοια που διαλαμβάνεται στην άνω μείζονα σκέψη, που προηγήθηκε. Αντίθετα, αποδείχθηκε πλήρως, ιδίως από το περιεχόμενο των όρων όλων των συμβάσεων, καθώς και από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την ενάγουσα τηρούμενες από το Λογιστήριο αυτής καταστάσεις λογαριασμού των εναγόμενων, ότι στις τελευταίες καταχωρούνταν οι εκάστοτε καταβολές των εναγόμενων έναντι των, κατά περίπτωση γεννώμενων, από τη λειτουργία των συμβάσεων, απαιτήσεων της ενάγουσας, με αποτέλεσμα να προκύπτει λογιστικά ένα αυξομειούμενο χρεωστικό υπόλοιπο υπερ της ενάγουσας, οι δε επί μέρους βέβαιες και ληξιπρόθεσμες αξιώσεις, που δημιουργούνταν από τη λειτουργία των συμβάσεων, σύμφωνα με τον σαφή όρο αυτών, όπως προελέχθη, απεικονίζονταν σε ηλεκτρονικά χρεωστικά σημειώματα, στα οποία ενσωματώνονταν αυτές και αποτελούσαν πλήρη απόδειξη αυτών, ενώ δεν αποδεικνύεται κάποια αξίωση των εναγόμενων έναντι της ενάγουσας. Καθίσταται, έτσι, αδιαμφισβήτητο ότι οφειλέτρια είναι μόνο η εναγομένη εταιρία και σε καμία περίπτωση η ενάγουσα και, άρα, ο τηρούμενος μεταξύ των διαδίκων λογαριασμός είναι δοσοληπτικός. Επίσης προς επίρρωση των ανωτέρω θα πρέπει να επισημανθεί ότι δεν γεννάται ζήτημα εκκαθαρίσεως, και τούτο διότι, πέραν του ότι πρόκειται για δοσοληπτικό λογαριασμό, το ύψος τόσο των εν γένει οφειλών όσο και των ληξιπρόθεσμων δεν αμφισβητήθηκε από τους εναγόμενους κατά την ανταλλαγή των άνω αναφερομένων επιστολών, ενώ οι τελευταίοι είχαν διαρκή πρόσβαση στην ηλεκτρονική ανάρτηση μέχρι την 6-9-2013, που η ενάγουσα σφράγισε τους κωδικούς εισόδου του Πρακτορείου και ενώ με την από 28-6-2013 τηλεομοιοτυπική απάντηση τους (fax) είχαν αναγνωρίσει εν μέρει κατά το ποσό των 598.000,00 ευρώ. Εξάλλου, εκ των ανωτέρω αναφερομένων απορριπτέο τυγχάνει και το αίτημα περί διορισμού πραγματογνώμονα, που επαναφέρουν οι εναγόμενοι εκ νέου. Τούτο δε διότι, όπως προαναφέρθηκε, δεν γεννάται ζήτημα εκκαθαρίσεως, και τούτο διότι, πέραν του ότι πρόκειται για δοσοληπτικό λογαριασμό, το ύψος τόσο των εν γένει οφειλών όσο και των ληξιπρόθεσμων δεν αμφισβητήθηκε βασίμως από τους εναγόμενους, δεδομένης μάλιστα της δικονομική συμφωνίας, με την οποία καθορίστηκαν ως αποδεικτικά μέσα τα ηλεκτρονικά χρεωστικά σημειώματα και η οποία είναι έγκυρη ως μη αντικείμενη στη δημόσια τάξη (ΑΠ 491/1994 ΕλλΔνη 1995.1239, ΑΠ 667/1993 ΕλλΔνη 1994, 1290, ΑΠ 845/1992 ΕλλΔνη 1994, 354, ΕφΘεσ. 1528/2003 Αρμ. 2003, 1784). Επισημαίνεται δε ότι ο μεταξύ των διαδίκων λογαριασμός ήταν δοσοληπτικός και σε κάθε περίπτωση ο χαρακτηρισμός ενός λογαριασμού ως δοσοληπτικού ή αλληλόχρεου λογαριασμού αποτελεί έργο του δικαστηρίου και όχι του πραγματογνώμονα. Εισέτι, το πώς εμφανίσθηκε η ανωτέρω επιταγή των 750.00,00 ευρώ στα βιβλία της ενάγουσας, το πώς διακινήθηκαν τα εκατομμύρια ευρώ με την ανύπαρκτη επωνυμία της ενάγουσας, όπως επίσης και το αν η ενάγουσα τηρεί ή όχι σε τράπεζες δύο λογαριασμούς έναν με την ανύπαρκτη επωνυμία και έναν με την κανονική, δεν αποτελούν αντικείμενο έρευνας της παρούσας υπόθεσης. Ομοίως, απορριπτέο κρίνεται και το αίτημα επίδειξης εγγράφων από την ενάγουσα, το οποίο υποβάλλουν εκ νέου οι εναγόμενοι, ζητώντας την προσκομιδή του καταστατικού της ενάγουσας με όλες τις τροποποιήσεις αυτού και επίδειξη όλων των πρακτικών του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής από την 1-6-2012 άλλως από την 29-6-2012 μέχρι την άσκηση της αγωγής και τούτο προκειμένου να διαπιστωθεί η ύπαρξη του δικαιώματος υπογραφής στα πρόσωπα που υπέγραψαν στις εγγυητικές επιταγές που εμφάνισε η ενάγουσα προς πληρωμή. Το ως άνω αίτημα τυγχάνει απορριπτέο, αφενός μεν λόγω της αοριστίας του, αφού δεν εξειδικεύει κατά ημερομηνία τα έγγραφα των οποίων ζητεί την επίδειξη, αφετέρου δε επειδή ο λόγος, για τον οποίο οι εναγόμενοι ζητούν την επίδειξη των εγγράφων αυτών δεν συναρτάται άμεσα με το αντικείμενο της δίκης αυτής, το οποίο είναι η καταγγελία των συμβάσεων πρακτόρευσης και όχι η νομιμοποίηση του κομιστή των ανωτέρω επιταγών. Ομοίως, απορριπτέο τυγχάνει και το αίτημα αυτοπρόσωπης εμφάνισης του δευτέρου εναγομένου και των Κ. Μ. και Σ. Π. ως άνευ αντικειμένου, κατόπιν των όσων προαναφέρθηκαν, λαμβανομένου υπόψη και του ότι τα προπαρατιθέμενα αποδεικτικά στοιχεία επαρκούν για το σχηματισμό πλήρους δικανικής πεποίθησης. Τέλος και το υποβληθέν αίτημα για αναβολή της συζήτησης, σύμφωνα με το άρθρο 249 του ΚΠολΔ, μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης επί των από 12-9-2013 και 16-9-2013 τυγχάνει απορριπτέο, καθώς ήδη επί των ανωτέρω αγωγών έχει εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση και επομένως υφίσταται επί αυτών των υποθέσεων ασφαλής κρίση με υψηλό βαθμό δικονομικής ωριμότητας (τελεσιδικία), η διάγνωση της υπό κρίση διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιόν του παρόντος Δικαστηρίου, συνδέεται μεν, αλλά δεν εξαρτάται ολικά ή μερικά από την επίλυση ζητήματος, το οποίο αποτελεί αντικείμενο των ανωτέρω αγωγών, και σε κάθε περίπτωση τυχόν περαιτέρω αναβολή θα οδηγήσει σε παρέλκυση της κρινόμενης δίκης, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η συζήτηση της ανωτέρω αναίρεση δεν έχει εισέτι προσδιορισθεί, ούτε βέβαια οι εναγόμενοι επικαλούνται τούτο.
- IV. Κατόπιν των ανωτέρω, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη από ουσιαστική άποψη και να υποχρεωθεί οι εναγόμενοι εις ολόκληρον έκαστος να καταβάλουν στην ενάγουσα το ποσό των 2.227.386,83 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση του ποσού αυτού. Ωστόσο, το αίτημα περί κηρύξεως της απόφασης προσωρινά εκτελεστής πρέπει να απορριφθεί, γιατί η καθυστέρηση της εκτέλεσης δεν θα επιφέρει σημαντική ζημία στην ενάγουσα, ούτε συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι. Τέλος, πρέπει να καταδικασθούν οι η εναγόμενοι, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, με βάση και το σχετικό αίτημά της (άρθρα 176, 180§3 και 191§2 του ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ του εναγομένους να καταβάλουν στην ενάγουσα εις ολόκληρον έκαστος το ποσό των δύο εκατομμυρίων διακοσίων είκοσι επτά χιλιάδων τριακοσίων ογδόντα έξι ευρώ και ογδόντα τριών λεπτών του ευρώ (2.227.386,83) με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση του ποσού αυτού.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εναγομένους, ευθυνόμενους εις ολόκληρον, στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία καθορίζει στο ποσό των εξήντα χιλιάδων (60.000,00) Ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 22-5-2018 και δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, απόντων των μετεχόντων της δίκης, στις 30-5-2018.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ