ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
3567/2023
(αριθμός κατάθεσης αγωγής: ΓΑΚ 8970/10.11.2021, ΕΑΚ 4067/2021)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(Τακτική Διαδικασία)
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή. Σοφία Καραγεωργίου, Πρωτοδίκη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιά και από τη Γραμματέα, Αθανασία Πουλοπούλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του Πρωτοδικείου Πειραιά, την 20η Οκτωβρίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) … και 2) … , οι οποίοι παραστάθηκαν στο ακροατήριο δια του πληρεξουσίου τους δικηγόρου, Θεόδωρου Αρβανιτόπουλου (ΑΜ/ΔΣΠ 1718) δυνάμει εξουσιοδότησης με την οποία του παρείχαν πληρεξουσιότητα και προκατέθεσαν προτάσεις νομότυπα και εμπρόθεσμα, και επισυνάφθηκε το σχετικό γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Σ.Π.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) … , 2) … και 3) … όπως νόμιμα εκπροσωπείται από το Μητροπολιτικό του Συμβούλιο, οι οποίοι δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο, προκατέθεσαν όμως, προτάσεις νομότυπα και εμπρόθεσμα δια του πληρεξουσίου τους δικηγόρου Αθανάσιου Κοντή (ΑΜ/ΔΣΑ 26082) δυνάμει εξουσιοδότησης με την οποία του παρείχαν πληρεξουσιότητα και επισυνάφθηκε το σχετικό γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων Δ.Σ.Α.
Οι ενάγοντες, ζητούν να γίνει δεκτή η από 08.11.2021 αγωγή τους. η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ΓΑΚ 8970/10.11.2021, ΕΑΚ 4067/2021, συζήτηση της οποίας ορίστηκε η αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμος, γράφτηκε στο πινάκιο με αριθμό -8- και συζητήθηκε κατά την ανωτέρω δικάσιμο.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με το άρθρο 1033 ΑΚ για τη μεταβίβαση κυριότητας ακινήτου, απαιτείται συμφωνία μεταξύ του κυρίου και εκείνου που την αποκτά, ότι μετατίθεται σ’ αυτόν η κυριότητα για κάποια νόμιμη αιτία. Η συμφωνία γίνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο, που υποβάλλεται σε μεταγραφή. Για τη μεταβίβαση, με τον παράγωγο αυτό τρόπο της κυριότητας ακινήτου, αποτελεί προϋπόθεση, το να ήταν κύριος εκείνος που συμφώνησε τη μεταβίβασή της. Παράγωγο τρόπο μεταβιβάσεως της κυριότητας του ακινήτου, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 1710, 1846, 1193, 1195, 1198 και 1199 ΑΚ, αποτελεί και η καθολική διαδοχή από διαθήκη ή εξ αδιαθέτου, εφόσον ο κληρονομούμενος ήταν κύριος του ακινήτου, κατά το χρόνο του θανάτου του και ο κληρονόμος αποδέχθηκε την επαχθείσα σ’ αυτόν κληρονομιά, με συμβολαιογραφικό έγγραφο, το οποίο μεταγράφηκε νόμιμα, στα οικεία βιβλία μεταγραφών, κατά δε το άρθρο 1199 του ιδίου κώδικα, με την κατά το άρθρο 1193 μεταγραφή, η κυριότητα θεωρείται ότι περιήλθε, στον κληρονόμο από το χρόνο θανάτου του κληρονομούμενου. Με την επαγωγή; δηλαδή της κληρονομιάς, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1846, 1198 και 1199 ΑΚ, δεν επέρχεται αυτοδικαίως μεταβίβαση της κυριότητας στα ακίνητα της κληρονομιάς, αλλά απαιτείται και μεταγραφή, η οποία, οποτεδήποτε και αν γίνει, ανατρέχει στο χρόνο του θανάτου του κληρονομούμενου, δηλαδή έχει αναδρομική ενέργεια. Επίσης, από τις διατάξεις των άρθρων 974, 1043, 1042, 1045 και 1051 του ΑΚ, συνάγεται ότι για την κτήση κυριότητας ακινήτου με τακτική μεν χρησικτησία απαιτείται άσκηση νομής με καλή πίστη και νόμιμο τίτλο για μία δεκαετία, με έκτακτη δε χρησικτησία άσκηση νομής επί συνεχή εικοσαετία, με δυνατότητα του νομέα και στις δύο περιπτώσεις, να συνυπολογίσει το δικό του χρόνο χρησικτησίας στο χρόνο χρησικτησίας του δικαιοπαρόχου του (ΜονΕφΠειρ 533/2020, δημοσιευμένη στην ‘ΓΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Ασκηση νομής αποτελούν, όταν πρόκειται για ακίνητα, οι υλικές και εμφανείς πάνω σε αυτά πράξεις, με τις οποίες φανερώνεται η βούληση του νομέα να έχει το πράγμα για δικό του, τέτοιες δε πράξεις, μεταξύ άλλων, είναι η εποπτεία, η επίβλεψη, η καλλιέργεια, η δενδροφύτευση. η φύλαξη, η οριοθέτηση και εφόσον πρόκειται για κληρονομιαίο ακίνητο η αποδοχή της κληρονομιάς και η μεταγραφή της, καθώς και η καταβολή του οικείου φόρου, χωρίς να απαιτείται και ο ημερολογιακός προσδιορισμός των επιμέρους πράξεων μέσα στο χρόνο της χρησικτησίας. Οι αφανείς πράξεις της συντάξεως τυπογραφικών διαγραμμάτων, εγγραφής προσημειώσεων, υποθηκών και κατασχέσεων, εφόσον δεν συνδυάζονται με εμφανείς υλικές πράξεις δεν σονιστούν πράξεις νομής (ΑΠ 240/2017 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 966 του Α.Κ., το οποίο εφαρμόζεται κατ’ άρθρο 55 του ΕισΝΑΚ, προκειμένου να κριθεί μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα το εάν κάποιο πράγμα φέρει την ιδιότητα του εκτός συναλλαγής ή του κοινοχρήστου, πράγματα εκτός συναλλαγής είναι τα κοινά σε όλους, τα κοινόχρηστα και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημόσιων, δημοτικών, κοινοτικών ή θρησκευτικών σκοπών. Η κατηγορία αυτή των πραγμάτων που καθιερώνει ο ΑΚ ανταποκρίνεται στην κατηγορία των εκτός συναλλαγής (res extra commercium) πραγμάτων θείου δικαίου (res divini inns) του προϊσχυσαντος Βυζαντινορωμαϊκού Δικαίου (Κονιδάρη, γνωμοδότηση σε ΝοΒ 36, σελ 318, Οικονομίδη, Στοιχεία του αστικού δικαίου, Γενικαί Αρχαί, 1925, σελ 82 επ.). Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 1 του ά.ν. 2200/1940, ως ίσχυε, οι ναοί διακρίνονται: σε α) ενοριακούς (στους οποίους υπάγονται τα παρεκκλήσια και εξωκκλήσια αυτών), β) συναδελφικούς ή κτητορικούς ή ιδιόκτητους δυνάμει τίτλων, γ) φιλανθρωπικών, εκπαιδευτικών και λοιπών κοινωφελών ιδρυμάτων και νομικών προσώπων και δ) κοιμητηρίων. Την ίδια δε διαίρεση των ναών και ενοριών, καθιέρωσαν ο υπ’ αριθμ. 2 Κανονισμός της 18/20 Απριλίου 1969, που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 32 § 2 ν. δ/τος 29/69, και ο υπ’ αριθμ. 8/1979 Κανονισμός «περί ιερών ναών και ενοριών», που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση των άρθρων 1 §4,36,37§8,51 §2 εδ. δ’ του Ν. 590/1977 «Περί Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος». Από τις παραπάνω διατάξεις, που διέπουν το νομικό καθεστώς των ιερών ναών, προκύπτουν τα ακόλουθα: 1) ότι ναι μεν αναγνωρίζεται από τους Κανόνες της εκκλησίας και τις αντιστοίχου περιεχομένου νομοθετικές διατάξεις η δυνατότητα κτήσεως ιδιόκτητου ναού, όμως προϋπόθεση για να έχει αυτός το χαρακτήρα τούτο είναι να έχει ανεγερθεί επί ιδιοκτήτου εδάφους του κτήτορα για να εξασφαλισθεί το αδιατάρακτο της λειτουργίας του, οπότε και παρέχεται το δικαίωμα σε ορισμένα πρόσωπα να χρησιμοποιούν αυτούς για τις θρησκευτικές ανάγκες των ίδιων και της οικογένειάς τους, ο δε περιορισμός της θεραπείας των θρησκευτικών αναγκών του ιδιοκτήτη και της οικογένειας του καθιερώθηκε για πρώτη φορά με το άρθρο 5 του ν. δ/τος της 27- 28/12/1923 «περί ενοριακών ναών», ήτοι να μην έχει αποδοθεί στη δημόσια λατρεία, ενώ «Δεν θεωρείται απόδοσις εις δημοσίαν λατρείαν η κατά την πανήγυριν τον ναού προσέλευσις και άλλων πιστών…», κατ’ άρθρο 6 παρ. 2 του α.ν. 2200/1940 «Περί Ιερών Ναών και Εφημερίων» (ΦΕΚ Α’ 43), το οποίο δεν καταργήθηκε μετά τη θέση σε ισχύ των Κανονισμών υπ’ αριθμ. 2/1969 και 8/1979 της Εκκλησίας της Ελλάδος. Σημειωτέον είναι ότι «δημόσια λατρεία» εν γένει συνιστά η εξωτερική εκδήλωση της θρησκευτικής πίστεως με ορισμένες πανηγυρικές πράξεις (βλ. ΣτΕ 2308/2000, 560/2019). Για την Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία, ειδικώς οι πράξεις αυτές προσδιορίζονται από τους Ιερούς Κανόνες και την Ιερή Παράδοσή της. Ερμηνευόμενη ενόψει τούτου αλλά και της τελολογίας των ρυθμίσεων περί ιδιωτικών ναών, η έννοια της «λατρείας» που περιέχεται στην διάταξη του άρθρου 13 παρ. 2 του υπ’ αριθμ. 8/1979 Κανονισμού δεν περιορίζεται σε μόνο τα τελούμενα από την Εκκλησία μυστήρια ούτε – ευρύτερα – σε λατρευτικές εκδηλώσεις, στις οποίες πάντως μετέχουν κληρικοί της, αλλά είναι ακόμη ευρύτερη και καταλαμβάνει και κάθε μορφή πράξεων λατρείας που έχουν διαπλασθεί από την Ιερά Παράδοση, στις οποίες δύνανται να προβαίνουν και μόνοι τους λαϊκοί (λ.χ. άναμμα κηρίων, προσκύνηση εικόνων και διαφόρων κειμηλίων, προσευχή πιστών), πρβλ. προσφάτως ΣτΕ 598/2020. Μάλιστα σύμφωνα με την ως άνω απόφαση ο ιδιωτικός Ναός τίθεται σε δημόσια λατρεία αν επιτραπεί ο εκκλησιασμός και κατά άλλες ημέρες (πλην της πανηγύρεως του ναού) σε πρόσωπα που δεν ανήκουν στις οικογένειες των ιδιοκτητών, 2) ότι τα παρεκκλήσια και εξωκκλήσια. τόσο βάσει του πιο πάνω ν. δ/τος, αλλά και κατά τις διατάξεις των εφαρμοζόμενων εν προκειμένω α.ν. 2200/1940 (άρθρο 1) και υπ΄ αριθμ. 8/1979 (άρθρο 1) Κανονισμού, ανήκουν κατά κυριότητα, διαχείριση και διοίκηση στον ενοριακό ναό, της ίδιας δε νομικής μεταχείρισης τυγχάνουν αυτά ως προς τη διαχείριση και διοίκηση βάσει των μεταγενεστέρων νόμων, γι’ αυτό και η κατηγορία των περί ου ο λόγος ναών, ανήκει στα εκτός συναλλαγής πράγματα, αφού εκ της φύσεώς τους είναι ταγμένα προς εξυπηρέτηση του ενοριακού ναού. Τα Παρεκκλήσια και τα Εξωκκλήσια είναι μικροί Ναοί, τα οποία ευρίσκονται ανάλογα με τη γεωγραφική τους θέση είτε σε αστικό περιβάλλον, οπότε και ονομάζονται Παρεκκλήσια, είτε σε αγροτικό περιβάλλον, οπότε και ονομάζονται Εξωκκλήσια (βλ. Ε. Μαντζουνέας, Εκκλησιαστικό ν Δίκαιον, Αθήνα 1984, σ. 398). Χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι ότι δεν έχουν δικό τους προσωπικό αλλά εξυπηρετούνται από το προσωπικό της οικείας Ενορίας μετά του ενοριακού Ναού, στον οποίο υπάγονται το οποίο και καλύπτει τις όποιες, συνήθως περιστασιακές, ανάγκες των Παρεκκλησίων και των Εξωκκλησίων. Έτσι εντός αυτών δεν τελούνται μυστήρια και Θεία Λειτουργία σε τακτική βάση. και 3) ότι προκειμένου περί ιδρύσεως ιερού ναού, για να τύχει αυτός αυτοτελούς προστασίας, πρέπει να υπαχθεί σε μία από τις παραπάνω κατηγορίες, χωρίς να είναι δυνατόν η ιδιωτική βούληση να δημιουργήσει ιδιαίτερη κατηγορία ναών, η οποία προστατεύεται από το νόμο (ΑΠ 983/2017, ΑΠ 29/2018 δημοσιευμένες στην ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), Επομένως, ιερός ναός που ανεγέρθηκε επί εδάφους μη ανήκοντος στον ιδιοκτήμονα κατά το χρόνο της ανεγέρσεως, δεν δύναται να κτηθεί, ούτε δύναται να αποκτηθεί αυτός με χρησικτησία, αφού προεχόντως κατά τον Α.Ν. 2200/1940 και τους υπ’ αριθμ. 2/1969 και 8/1979/1980 Κανονισμούς θα είναι παρεκκλήσι ή εξωκκλήσι, που ανήκει στον πλησιέστερο ενοριακό ναό και ως εκ της φύσεώς του θα είναι πράγμα εκτός συναλλαγής (ΠΠρΑΟ 5233/2010 δημοσιευμένη στην ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), Περαιτέρω, σύμφωνα με το Ν.3028/2002 «Προστασία Αρχαιοτήτων- Πολιτιστικής Κληρονομιάς κλπ» ( γνωστός ως ΑβχΝ) και συγκεκριμένα το άρθρο 2 παρ. β «Ως μνημεία νοούνται τα πολιτιστικά αγαθά που αποτελούν υλικές μαρτυρίες και ανήκουν στην πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας και των οποίων επιβάλλεται η ειδικότερη προστασία βάσει των εξής διακρίσεων: αα)’ Ως αρχαία μνημεία ή αρχαία νοούνται όλα τα πολιτιστικά αγαθά’πού ανάγονται στους προϊστορικούς, αρχαίους, βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς χρόνους και χρονολογούνται έως και το 1830, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20 (που αφορά μόνο τα κινητά μνημεία).,.,γγ) Ως ακίνητα μνημεία νοούνται τα μνημεία που υπήρξαν συνδεδεμένα με το έδαφος και παραμένουν σε αυτό ή στο βυθό της θάλασσας ή στον πυθμένα λιμνών ή ποταμών, καθώς και τα μνημεία που βρίσκονται στο έδαφος ή στο βυθό της θάλασσας ή στον πυθμένα λιμνών ή ποταμών και δεν είναι δυνατόν να μετακινηθούν χωρίς βλάβη της αξίας τους ως μαρτυριών. Στα ακίνητα μνημεία συμπεριλαμβάνονται οι εγκαταστάσεις, οι κατασκευές και τα διακοσμητικά και λοιπά στοιχεία που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα τους, καθώς και το άμεσο περιβάλλον τους γ) Ως αρχαιολογικοί χώροι νοούνται εκτάσεις στην ξηρά ή στη θάλασσα ή στις λίμνες ή στους ποταμούς, οι οποίες περιέχουν ή στις οποίες υπάρχουν ενδείξεις ότι περιέχονται αρχαία μνημεία ή αποτέλεσαν ή υπάρχουν ενδείξεις ότι αποτέλεσαν από τους αρχαιοτάτους χρόνους έως και το 1830 μνημειακά, οικιστικά ή ταφικά σύνολα. Οι αρχαιολογικοί χώροι περιλαμβάνουν και το απαραίτητο ελεύθερο περιβάλλον που επιτρέπει στα σωζόμενα μνημεία να συντίθενται σε ιστορική, αισθητική και λειτουργική ενότητα.» Επίσης κατ’ άρθρο 6 του ιδίου νόμου, «1. Στα ακίνητα μνημεία περιλαμβάνονται: α) τα αρχαία που χρονολογούνται έως και το 1830, β) τα νεότερα πολιτιστικά αγαθά που είναι προγενέστερα των εκάστοτε τελευταίων εκατό ετών και χαρακτηρίζονται μνημεία λόγω της αρχιτεκτονικής, πολεοδομικής, κοινωνικής, εθνολογικής, λαογραφικής, τεχνικής, βιομηχανικής ή εν γένει ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους, γ) τα νεότερα πολιτιστικά αγαθά που ανάγονται στην περίοδο των εκάστοτε τελευταίων εκατό ετών και χαρακτηρίζονται μνημεία λόγω της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής, πολεοδομικής, κοινωνικής, εθνολογικής, λαογραφικής, τεχνικής, βιομηχανικής ή εν γένει ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους. 2. Ο χαρακτηρισμός ακινήτου μνημείου είναι δυνατόν να αφορά και κινητά που συνδέονται με ορισμένη χρήση του ακινήτου, τις χρήσεις που είναι σύμφωνες με το χαρακτήρα του ως μνημείου, καθώς και τον περιβάλλοντα χώρο ή στοιχεία αυτού 4. Τα αρχαία ακίνητα μνημεία προστατεύονται από το νόμο χωρίς να απαιτείται η έκδοσή οποιοσδήποτε διοικητικής πράξης. Τα ακίνητα των περιπτώσεων β/ και γ/ της παραγράφου 1 χαρακτηρίζονται μνημεία με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, πού εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της Υπηρεσίας και γνώμη του Συμβουλίου και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως», κατά δε το άρθρο 7 του ιδίου νόμου «2. Τα αρχαία ακίνητα μνημεία, κατά την έννοια των άρθρων 2 και 6, που χρονολογούνται μετά το 1453, είναι πράγματα εκτός συναλλαγής και ανεπίδεκτα χρησικτησίας, εφόσον ανήκουν στο Δημόσιο κατά κυριότητα και κατοχή, 3. Τα ακίνητα αρχαία, που αποκαλύφθηκαν ή αποκαλύπτονται κατά την εκτέλεση ανασκαφών ή άλλης αρχαιολογικής έρευνας, ανήκουν κατάί- κυριότητα στο Δημόσιο, είναι εκτός συναλλαγής και ανεπίδεκτα χρησικτησίας. 5. Το δικαίωμα κυριότητας σε ακίνητα μνημεία μεταγενέστερα του 1453, τα οποία δεν εμπίπτουν στις διατάξεις των παραγρ. 2 και 4 (που αφορά σε νεότερα ακίνητα μνημεία κατά την έννοια των άρθρ. 2 και 6, ακίνητα στα οποία στεγάζονται μουσεία και ακίνητα εν γένει), ασκείται υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις του παρόντος νόμου». Τέλος, κατά η διάταξη του άρθρου 73 παρ.1 του ιδίου νόμου και υπό τον τίτλο μεταβατικές διατάξεις ορίζεται ότι «Τα υπάρχοντα κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού δικαιώματα κυριότητας των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων της Εκκλησίας της Ελλάδας, της Εκκλησίας της Κρήτης, των Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου, του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως, των Πατριαρχείων Αλεξανδρείας, Αντιόχειας και Ιεροσολύμων, της Ιερής Μονής του Σινά, των Ιερών Μονών του Αγίου Όρους, των Ιερών Μονών της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολύτριας στη Χαλκιδική, των Βλατάδων στη Θεσσαλονίκη και του Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο, άλλων νομικών προσώπων ή άλλων ενώσεων προσώπων που εκπροσωπούν θρησκείες ή δόγματα, σε αρχαία μνημεία θρησκευτικού χαρακτήρα, ακόμη και αν χρονολογούνται μέχρι και το 1453, διατηρούνται.» Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει αβίαστα ότι: 1) τα αρχαία μνημεία θρησκευτικού χαρακτήρα, ακόμη και αν χρονολογούνται μέχρι και το 1453, συνεχίζουν να ανήκουν στην κυριότητα του οικείου εκκλησιαστικού νομικού προσώπου. 2) Τα μεταγενέστερα του 1453 ακίνητα μνημεία και μέχρι αυτών που χρονολογούνται του 1830, προστατεύονται από τον ΑρχΝ, χωρίς την έκδοση σχετικής διοικητικής πράξης, πλην όμως μπορούν να ανήκουν σε φυσικά ή άλλα νομικά πρόσωπα (πλην του Δημοσίου) και δεν χαρακτηρίζονται ως εκτός συναλλαγής. 3) Τα νομικά πρόσωπα, μεταξύ των οποίων μπορούν να ανήκουν κατά κυριότητα τα μεταγενέστερα του 1453 ακίνητα μνημεία και μέχρι αυτών που χρονολογούνται του 1830, είναι και τα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπά (μονές, μητροπόλεις κλπ). 4) Επομένως, στην περίπτωση που αρχαίο ακίνητο μνημείο μεταγενέστερο του 1453 και προγενέστερο του 1830, όσο εξυπηρετεί θρησκευτικούς σκοπούς κατά τα ανωτέρω ανήκει στο οικείο εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο και είναι εκτός συναλλαγής κατ’ άρθρο 966 του Α.Κ., αν όμως παύσει να εξυπηρετεί αυτούς τους σκοπούς, συνεχίζει να είναι της κυριότητας του εκκλησιαστικού νομικού προσώπου; παύει, όμως, να είναι εκτός συναλλαγής και μπορεί να απαλλοτριωθεί, να μεταβιβασθεί κλπ.(βλ. Γ,Αποστολάκης οπ σελ. 17-32, Γ.,Καρύμπαλη – Τσίπχσιου Τα μνημεία και η κατοχή τους εκδ.2004 σελ. 47, Γνμ ΝΣΚ 69/2015 δημ. στη ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 421/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στον χώρο δε της εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος κάθε … υποδιαιρείται σε Ενορίες (άρθρο 11 παρ. 3 του ν. 590/1977, ΦΕΚ Α’ 146 : «5. «Εκάστη Μητρόπολις υποδιαιρείται εις ενορίας εχούσας ώς κέντρον τον αντίστοιχον ενοριακόν ναόν»).
Από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά του Δικαστηρίου τούτου προκύπτει ότι, κατά την αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία συζητήθηκε με εκφώνησή της από τη σειρά του πινακίου η υπό κρίση αγωγή οι ενάγοντες παραστάθηκαν στο ακροατήριο δια του πληρεξουσίου τους δικηγόρου ενώ οι εναγόμενοι δεν παραστάθηκαν. Από την επισκόπηση όμως, του φακέλου προκύπτει ότι οι διάδικοι ήτοι τόσο οι ενάγοντες όσο και οι εναγόμενοι, έχουν προκαταθέσει προτάσεις νόμιμα και εμπρόθεσμα εντός της προθεσμίας του άρθρου 237§1 ΚΠολΔ, καθώς η αγωγή κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 10.11.2021 και οι δύο διάδικοι κατέθεσαν προτάσεις μαζί με τα σχετικά τους στις 18.02.2022. Επομένως, οι διάδικοι θεωρείται ότι λαμβάνουν κανονικά μέρος στη δίκη και δεν επέρχονται οι συνέπειες της ερημοδικίας (237§4 ΚΠολΔ).
Στην προκειμένη περίπτωση, οι ενάγοντες εκθέτουν ότι είναι αποκλειστικοί κύριοι, νομείς και κάτοχοι του ιδιωτικού ναίσκου των … (γνωστού ως Παναγίτσα), εμβαδού 17,69 τ.μ. κτισμένου επί οικοπέδου κείμενου στην κτηματική περιφέρεια … εντός του εγκεκριμένου σχεδίου και εντός οικισμού … μ. όπως εμφαίνονται στο από … τοπογραφικό διάγραμμα του Πολιτικού Μηχανικού … το οποίο προσαρτάται στο υπ’αριθ. … συμβολαίου δωρεάς της αναφερόμενης στην αγωγή Συμβολαιογράφου Πειραιά και συνορεύουν γύρωθεν όπως λεπτομερώς περιγράφονται στην αγωγή σύμφωνα με το τοπογραφικό αυτό, σε νεότερη δε καταμέτρηση με το σύστημα των συντεταγμένων ο ναός έχει εμβαδόν 23,93 τ.μ. και το οικόπεδο 127,42 τ.μ. όπως εμφαίνονται στο από … τοπογραφικό διάγραμμα των Πολιτικών Μηχανικών … . Ότι ο Ναός ήταν πάντοτε ιδιωτικός και εξυπηρετούσε αποκλειστικά και μόνο τις θρησκευτικές ανάγκες των εκάστοτε ιδιοκτητών του και της οικογένειάς τους. Ότι ουδέποτε αποδόθηκε με οποιοδήποτε τρόπο στη δημόσια θεία λατρεία. Ότι λειτουργούσε μόνο μία φορά τον χρόνο στην ετήσια πανήγυρι της 21ης Νοεμβρίου που γινόταν με επιμέλεια, φροντίδα και δαπάνες των εκάστοτε ιδιοκτητών του, οι οποίοι προσκαλούσαν τον ιερέα μεταξύ των οποίων και τον εναγόμενο μετά το έτος 2014 και τους ψάλτες για την τέλεση της θείας λειτουργίας, κατέβαλλαν τις αμοιβές τους, επιμελούνταν την υποδοχή των προσερχόμενων σε αυτό και κεράσματα. Ότι τα μοναδικά κλειδιά του Ναού κατείχαν πάντοτε οι εκάστοτε ιδιοκτήτες του και δεν γινόταν άλλη θρησκευτική γιορτή εκτός από το μνημόσυνο του … για ένα διάστημα. Ότι το εκκλησάκι σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, τα ιστορικά τεκμήρια και τις διηγήσεις των ντόπιων, ανήκε στις αρχές του 19ου αιώνα στον πρόκριτο της προεπαναστατικής Ύδρας … , ιδιοκτήτη του παρακείμενου αρχοντικού, γνωστού στην Ύδρα ως … . Ότι ο ναΐσκος αυτός με το οικόπεδο του θεωρούταν ανέκαθεν «παράρτημα» του παρακείμενου ακινήτου (… ) και μεταβιβαζόταν ατύπως κατά κυριότητα, νομή και κατοχή από τον έναν ιδιοκτήτη στον άλλο μαζί με αυτό. Ότι το εν λόγω ακίνητο περιήλθε στην κυριότητα, νομή και κατοχή τους με άτυπη δωρεά, την οποία συνέστησε προς αυτούς η ιδιοκτήτριά του και θεία τους … την ίδια ημέρα την οποία και τους μεταβίβασε το παρακείμενο αρχοντικό δυνάμει του προαναφερόμενου συμβολαίου δωρεάς, σύμφωνα με την ακολουθούμενη στο νησί πρακτική, κατά την οποία ο ναΐσκος μεταβιβαζόταν από τον εκάστοτε ιδιοκτήτη μαζί με το παρακείμενο αρχοντικό. Ότι σε κάθε περίπτωση το ακίνητο περιήλθε στην κυριότητα, νομή και κατοχή τους από κληρονομιά της προαναφερόμενης θείας του την οποία αποδέχτηκαν με την υπ’αριθ. … πράξη αποδοχής κληρονομιάς που μεταγράφηκε νόμιμα στο Υποθηκοφυλακείο Ύδρας και καταχωρήθηκε στο υπό επεξεργασία Κτηματολόγιο Ύδρας. Ότι ειδικότερα η προαναφερόμενη θεία τους, με την από … ιδιόγραφη διαθήκη της, που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατο της προς άρση κάθε αμφιβολίας τους εγκατέστησε κατ’ισομοιρία μοναδικούς κληρονόμους της στο σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας της και επομένως και του εν λόγω ναΐσκου. Ότι στη θεία τους το ακίνητο είχε περιέλθει δυνάμει του υπ’αριθ. … συμβολαίου πώλησης του αναφερόμενου στην αγωγή Συμβολαιογράφου – Ειρηνοδίκη Ύδρας από τον … , ιατρό, ιστορικό επί 46 χρόνια Δήμαρχο Ύδρας, η δε θεία τους ήταν ανιψιά, ψυχοκόρη και βαφτισιμιά του τελευταίου, ο οποίος ήταν άγαμος, και ζούσε από μικρή κοντά του ακόμη και μετά το γάμο της. Ότι μαζί με το αρχοντικό της μεταβίβασε δια λόγου όπως συνηθιζόταν στο νησί και τον ναΐσκο με το οικόπεδο και τα παρακολουθήματα και παραρτήματά του. Ότι ο … απέκτησε τμηματικά το κυρίως ακίνητο με το οικόπεδο του και τα παρακολουθήματά του από τους κληρονόμους του … δυνάμει των λεπτομερώς αναφερόμενων στην αγωγή, συμβολαίων αγοραπωλησίας και των ποσοστών εξ αδιαιρέτου επί αυτού και μαζί με το αρχοντικό μεταβιβάζονταν δια λόγου όπως συνηθιζόταν στο νησί και ο ναΐσκος με το οικόπεδο και τα παρακολουθήματα και παραρτήματά του. Ότι τόσο οι ίδιοι από το θάνατο της θείας τους το έτος 2004, όσο και η δικαιοπάροχος θεία τους από το έτος 1953, καθώς και οι δικαιοπάροχοι αυτής από το έτος 1934 ασκούσαν αδιάλειπτα τις αναφερόμενες στην αγωγή πράξεις νομής που προσιδιάζουν σε καλόπιστους νομείς και κατόχους με διάνοια κυρίου, οπότε και απέκτησαν τη νομή μου με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Ότι το εκκλησάκι ήδη από την εποχή του ζεύγους … ηλεκτροδοτούνταν και υδρευόταν από το παρακείμενο αρχοντικό ιδιοκτησίας τους. ότι ο κτήτορας του ναού παραμένει άγνωστος και η ανέγερσή του υπολογίζεται γύρω στα τέλη του 18ου αιώνα ενώ το έτος 1950 ανακαινίσθηκε από τον Νικόλαο … , ο οποίος την ίδια περίοδο διαμόρφωσε οστεοφυλάκιο στο δάπεδο του όπου τοποθέτησε αρχικά τα λείψανα των γονέων Λιγνού και μετά το θάνατο του … και της αδελφής του τοποθετήθηκαν εντός του ίδιου οικογενειακού οστεοφυλακίου και τα λείψανα των τελευταίων τα οποία και φυλάσσονται στο ίδιο σημείο κάτω από τη μαρμάρινη πλάκα που τοποθέτησε μέχρι σήμερα ενώ και οι ίδιοι έχουν τοποθετήσει εντός αυτού και τα λείψανα του ζεύγους Νικόλαου και … … καθώς και του πατέρα τους … . Ότι χρησιμοποιούν το παρακείμενο ακίνητο ως εξοχική κατοικία αυτών και των παιδιών και εγγονών τους, το επισκέπτονται τακτικά σχεδόν κάθε Σαββατοκύριακο του χειμώνα και κατοικούν όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού και των εορτών ενώ κατά τα διαστήματα της απουσίας τους αναθέτουν την επίβλεψή του όπως και του παρακείμενου ναίσκου σε άτομα της απόλυτης εμπιστοσύνης τους. Ότι ο ναός είναι ιδιωτικός καθόσον εξυπηρετεί αποκλειστικά τις θρησκευτικές ανάγκες των εκάστοτε ιδιοκτητών του και της οικογένειάς τους και είναι δεκτικό ιδίας κυριότητας. Ότι οι ναοί μεταξύ των οποίων και οι ιδιωτικοί, καθίστανται πράγματα εκτός συναλλαγής, μόνο εάν εγκαινιασθούν και καθιερωθούν στη θεία λατρεία, σύμφωνα με τους κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, με τον αναφερόμενο στην αγωγή τρόπο. Ότι δεν θεωρείται απόδοση στη δημόσια λατρεία η προσέλευση και άλλων πιστών κατά την πανήγυρη του ναού. Ότι για να καταστεί ένα ακίνητο πράγμα εκτός συναλλαγής προορισμένο στην εξυπηρέτηση θρησκευτικού σκοπού απαιτείται να προηγηθεί σύμβαση εν ζωή καν όχι μονομερής δικαιοπραξία εν ζωή με την οποία ο κύριος αυτού να το παράσχει ως δώρο στην Εκκλησία ή σε άλλον εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο. Ότι τα εκκλησιαστικά ακίνητα (πλην των μοναστηριακών και των τεθέντων στη δημόσια λατρεία) είναι δεκτικά έκτακτης χρησικτησίας τουλάχιστον για το χρονικό διάστημα από την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα (23-02-1946) μέχρι την έναρξη ισχύος του Ν. 590/1977. Ότι απέκτησαν την κυριότητα του επίδικου ακινήτου τόσο με παράγωγο τρόπο βάσει των αναφερόμενων λεπτομερώς στην αγωγή τίτλων κτήσης των ιδίων και των δικαιοπαρόχων τους όσο και με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας. Ότι από την έναρξη της νομής του δικαιοπαρόχου τους από το έτος 1934 τεκμαίρεται ότι ολόκληρο το χρονικό διάστημα μέχρι και την 20.11.2021 που ο δεύτερος των εναγόμενων αντιποιήθηκε με τον περιγραφόμενο στην αγωγή τρόπο τη νομή τους, ήτοι για διάστημα 83 ετών τόσο οι ίδιοι (ενάγοντες) όσο και οι δικαιοπάροχοι τους νέμονται το επίδικο ακίνητο. Ότι σε κάθε περίπτωση έχουν αποκτήσει την κυριότητα επί του επίδικου ακινήτου με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας καθόσον η δικαιοπάροχοι τους είχαν συμπληρώσει περισσότερα από 20 χρόνια νομής με διάνοια κυρίου από την έναρξη ισχύος του ΑΚ μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου 590/1977 (31.05.1977) αλλά και σε περίπτωση που γίνει δεκτό ότι η επέκταση των διατάξεων των άρθρων 4 και 23 του ΑΝ 1539/1938 έγινε με τον Κανονισμό Α/5.7-16.8.1969 μέχρι την έναρξη ισχύος του Κανονισμού (16.8.1969). Ότι ο πρώτος των εναγόντων στις 19.11.2020 δέχτηκε τηλεφώνημα από τον δεύτερο των εναγόμενων, Εφημέριο της Ενορίας Υπαπαντής στην οποία υπάγεται η οικία των εναγόντων, ο οποίος τους ζήτησε επιτακτικά να του αποστείλουν (οι ενάγοντες) τα κλειδιά του ναΐσκου για να τελέσει τον εσπερινό και τη λειτουργία ανήμερα της εορτής (20 και 21/11) του ναού, στον οποίο ο πρώτος των εναγόντων απάντησε ότι λόγω της καραντίνας και των αυστηρών μέτρων που είχαν ληφθεί δύο εβδομάδες πριν για την αποφυγή της διασποράς του κορονοίου, ήταν αδύνατο να ταξιδέψουν στο νησί και επομένως αδύνατο να ανοίξει και να λειτουργήσει ο ναίσκος ενόψει και της ισχύουσας απαγόρευσης συμμετοχής των πιστών στις λειτουργίες αλλά και για λόγους ασφαλείας που θα ανέκυπταν από την απουσία τους. Ότι ο δεύτερος των εναγόμενων, αφού απέρριψε το ενδεχόμενο να τους διαβεβαιώσει εγγράφως ότι αναλαμβάνει την ευθύνη για την τήρηση των υγειονομικών μέτρων προχώρησε σε υποβολή παραπόνων στο AT Ύδρας και στις 20.10.2020 μετέβη στο ναό, παραβίασε τις κλειδαριές (εσωτερική και εξωτερική), εισήλθε σε αυτόν και επέτρεψε σε τρίτους να εισέλθουν μαζί του προκειμένου να τελέσουν τον εσπερινό της εορτής, ενώ το ίδιο συνέβη και την ερχόμενη ημέρα για την τέλεση της θείας λειτουργίας με τη συμμετοχή ολίγων πιστών. Ότι όλα τα ανωτέρω τα πληροφορήθηκαν από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (τοπικά και πανελλήνια) και από σχετική ανακοίνωση της πρώτης των εναγόμενων, που εκδόθηκε λίγες ημέρες μετά και φέρεται να υπογράφεται από το Εκκλησιαστικό της Συμβούλιο, ενώ μετά το πέρας της θείας λειτουργίας, όπως τους πληροφόρησαν οι περίοικοι, τέθηκε από τον ιερέα προσωρινό λουκέτο, το οποίο στη συνέχεια αντικαταστάθηκε με τοποθέτηση κλειδαριάς στις δυο εισόδους. Ότι στις … , (οι ενάγοντες) μετέβησαν στο πλησιέστερο Αστυνομικό Τμήμα Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, ανέφεραν το γεγονός της παραβίασης της εισόδου του ναού και του οικοπέδου του, ο δε πρώτος από αυτούς κατέθεσε αυθημερόν σχετική μήνυση, η οποία αφού απεστάλη στο AT Ύδρας για λήψη εξηγήσεων, προωθήθηκε στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Πειραιά, όπου εκκρεμεί σήμερα η χρέωσή της σε Εισαγγελέα για άσκηση ποινικής δίωξης. Ότι μόλις κατάφεραν και μετέβησαν στο νησί της Ύδρας, μετά την άρση των μέτρων για τον κορονοϊό, άλλαξαν την εξωτερική κλειδαριά του Ναού, η οποία ξανά παραβιάστηκε από τον δεύτερο των εναγόμενων, οπότε και ο πρώτος από αυτούς (εναγόντων) την άλλαξε ξανά, επομένως υπάρχει ο κίνδυνος ότι θα τη αλλάξει εκ νέου, αποκλείοντας τη δυνατότητα εισόδου των αιτούντων ή εισόδου εξουσιοδοτημένου από αυτούς ατόμου στο επίδικο. Ότι με την ανωτέρω συμπεριφορά οι εναγόμενοι τους απέβαλαν από τη νομή και κατοχή επί του ακινήτου τους παρεμποδίζοντάς τους να εισέλθουν εντός αυτού, αντιποιούμενοι με τον τρόπο αυτό το δικαίωμα της συννομής τους επί αυτού. Ότι προέβησαν στην από … αίτησή τους ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αίγινας στρεφόμενοι κατά των καθ’ων η αίτηση και ήδη εναγόμενων ζητώντας τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων για την προστασία της νομής τους και να αναγνωριστούν προσωρινά νομείς του ναίσκου. Ότι σε κάθε περίπτωση η νομή τους επί του ναίσκου αμφισβητήθηκε ρητά και με την από … δημόσια ανακοίνωση της πρώτης των εναγόμενων, που φέρεται να υπογράφεται από την Εκκλησιαστική Επιτροπή της, εξακολουθεί δε να αμφισβητείται δημόσια σε τέτοιο βαθμό ώστε να συνιστά έμπρακτη διατάραξή της. Ότι τόσο οι προκάτοχοι τους όσο και αυτοί από τότε που απόκτησαν την κυριότητα, νομή και κατοχή του Αρχοντικού και του περιβάλλοντος χώρου του ασκούν αδιατάρακτα, αδιάλειπτα και καλόπιστα τις πιο πάνω πράξεις νομής επί του ιδιόκτητου ναίσκου με διάνοια κυρίου και χωρίς να αμφισβητηθούν από κανένα μέχρι και τις 20.11.2020. Ότι οι ισχυρισμοί της Εκκλησιαστικής Επιτροπής, συνιστούν σε κάθε περίπτωση σοβαρή ρηματική διατάραξη της νομής τους. Ότι ο Ενοριακός Ναός υπάγεται στην πνευματική και διοικητική δικαιοδοσία του Μητροπολίτη στην περιφέρεια του οποίου ιδρύεται. Ότι η τρίτη των εναγόμενων. … , ως ασκούσα κατά Νόμο την εποπτεία επί των ενοριακών ναών της τοπικής αρμοδιότητας της, οφείλει να επαναφέρει στην τάξη τους δύο πρώτους των καθών και να συμβάλει στην αποκατάσταση της νομιμότητας, όμως τίποτα δεν έχει πράξει προς την κατεύθυνση αυτή μέχρι σήμερα. Ότι η αξία του επίδικου ανέρχεται στο ποσό των 51.580,006. Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά ζητούν να αναγνωρισθούν αποκλειστικοί νομείς και κάτοχοι του λεπτομερώς περιγραφόμενου στην αγωγή ακινήτου ήτοι ενός ιδιωτικού ναίσκου των … (γνωστού ως Παναγίτσα), εμβαδού 17,69 τ.μ. κτισμένου επί οικοπέδου κείμενου στην κτηματική περιφέρεια … εντός του εγκεκριμένου σχεδίου και εντός οικισμού … μ. όπως εμφαίνονται στο από 20-11- 1992 τοπογραφικό διάγραμμα του Πολιτικού Μηχανικού … το οποίο προσαρτάται στο υπ’αριθ. … συμβολαίου δωρεάς της αναφερόμενης στην αγωγή Συμβολαιογράφου Πειραιά και σύμφωνα με αυτό το εκκλησάκι συνορεύει ανατολικά με ιδιοκτησία τους, βόρεια με ιδιοκτησία Δήμου Ύδρας, νότια με ιδιοκτησία τους και πέραν αυτής με κοινοτική (και ήδη κλιμακωτή δημοτική) οδό και δυτικά με ιδιοκτησία τους και πέραν αυτής με κοινοτική (και ήδη δημοτική) οδό, το δε οικόπεδο συνορεύει ανατολικά με ιδιοκτησία αγνώστων, βόρεια με ιδιοκτησία Δήμου Ύδρας, νότια με κοινοτική (και ήδη κλιμακωτή δημοτική) οδό και δυτικά με ιδιοκτησία τους και πέραν αυτής με κοινοτική (και ήδη δημοτική) οδό, κατά νεότερη δε καταμέτρηση με το σύστημα των συντεταγμένων ο ναός έχει εμβαδόν 23,93 τ.μ. και το οικόπεδο 127,42 τ.μ. όπως εμφαίνονται στο από … τοπογραφικό διάγραμμα των Πολιτικών Μηχανικών … . Να διαταχθεί η αποβολή των εναγόμενων από το επίδικο ακίνητο τους καθώς και οποιουδήποτε τρίτου που έλκει δικαιώματα από αυτούς και η απόδοσή του σε αυτούς. Να απαγορευθεί στους εναγόμενους κάθε πράξη προσβολής ή διατάραξης της νομής και κατοχής τους το μέλλον επί του επίδικου ακινήτου. Να απειληθεί κατά των εναγόμενων χρηματική ποινή 1.000,006 για κάθε πράξη προσβολής ή διατάραξης της νομής τους στο μέλλον ή μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις της εκδοθησομένης απόφασης και τέλος να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική τους δαπάνη.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή, περίληψη της οποίας καταχωρήθηκε εμπρόθεσμα κατ’ άρθρο 220 παρ. 1 του ΚΠολΔ στα οικεία βιβλία διεκδικήσεων του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το επίδικο ακίνητο (βλ. το υπ’ αριθ. … πιστοποιητικό της Προϊσταμένης του ως άνω Υποθηκοφυλακείου), παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του αρμοδίου καθ’ ύλη και κατά τόπο Δικαστηρίου (άρθρα 9, 11 αριθ. 1,14 παρ. 2, 16 αριθ. 13, 29 ΚΠολΔ), περαιτέρω για την παρούσα διαφορά έχει προηγηθεί η ενημέρωση των εναγόντων από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους για την δυνατότητα διευθέτησης της διαφοράς με τη διαδικασία της διαμεσολάβησης (κατ” άρθρ. 3 παρ. 2 ν.4640/2019, ΦΕΚ ΑΊ90/30.11.2019, βλ. τα από … έντυπα ενημέρωσης τα οποία υπογράφονται τόσο από τους ενάγοντες όσο και από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους), ενώ δεν επιτρέπεται διαδικασία διαμεσολάβησης και εξαιρούνται της υποχρεωτικότητας αυτής (άρθρο 6 παρ. 2 Ν 4640/2019) καθόσον ο πρώτος και η τρίτη των εναγόμενων είναι ΝΠΔΔ. Πρέπει να απορριφθεί όμως, ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης ως προς την τρίτη των εναγόμενων καθόσον δεν εκτίθενται στην αγωγή πραγματικά περιστατικά που να θεμελιώνουν την νομιμοποίησή της αυτή, καθώς, εναγόμενος στη δίκη για την προστασία της νομής σε περίπτωση αποβολής από τη νομή μπορεί να είναι μόνο αυτός που έχει τη νομή ή κατοχή κατά την έγερση κατ’ αυτού της αγωγής (πρβλ. ΕφΑΘ. 7504/1986 ΕλλΛνη 28, 686, Α. Τούσης, Εμπράγματον Δίκαιον, εκδ. 1948, σελ 91), ειδικότερα δεν αναφέρουν ότι οι εκπρόσωποι της τρίτης των εναγόμενων… απέβαλαν τους ενάγοντες από τη νομή τους, ούτε αναφέρουν ειδικότερες πράξεις προσβολής της νομής τους επί του επίδικου ναίσκου από όργανα της τρίτης των εναγόμενων, ούτε αναφέρουν εάν η … έχει στη νομή ή στην κατοχή της τον επίδικο ναΐσκου κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής, η … , τρίτη των εναγόμενων και ο … , πρώτος των εναγόμενων είναι διακριτά νομικά πρόσωπα σύμφωνα και με το άρθρο 1 παρ. 4 Ν. 590/1977. Περαιτέρω η αγωγή είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 480, 481, 74, 974, 981, 983, 984, 987, 1033, 1045, 1051, 1193, 1710, 1846 ΑΚ, 64 και 65 ΕισΝΑΚ και 176 ΚΠολΔ πλην των αιτημάτων: α) να διαταχθεί η αποβολή των εναγόμενων από το επίδικο ακίνητο καθώς και οποιουδήποτε τρίτου που έλκει δικαιώματα από αυτούς, το οποίο τυγχάνει απορριπτέο ως νόμω αβάσιμο, καθόσον συνίσταται σε τρόπο άμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης κατά το άρθρο 943 παρ. 1 ΚΠολΔ σε περίπτωση υποχρέωσης για παράδοση ή απόδοση ακινήτου, για τον οποίο δεν αποφαίνεται το δικαστήριο στα πλαίσια της δίκης αυτής (πρβλ. ΕφΑΘ 5663/1997 Αρμ 2000. 1085, ΜΠρΑΘ 1003/2013, ΜΠρΑΘ 1557/2013, δημοσιευμένες στην ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ») και β) να απαγορευθεί στους εναγόμενους κάθε πράξη προσβολής ή διατάραξης της νομής και κατοχής των εναγόντων στο μέλλον επί του επίδικου ακινήτου και να απειληθεί κατά των εναγόμενων χρηματική ποινή 1.000,006 για κάθε πράξη προσβολής ή διατάραξης της νομής των εναγόντων στο μέλλον ή μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις της εκδοθησόμενης απόφασης, καθόσον πρόκειται για αγωγή αποβολής από τη νομή με αιτήματα την αναγνώριση της νομής των εναγόντων επί του επίδικου ακινήτου και την απόδοσή της σε αυτούς, που πραγματοποιείται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 943 ΚΠολΔ, ήτοι με την αποβολή από τον δικαστικό επιμελητή του καθ΄ ου η εκτέλεση της απόφασης και την εγκατάσταση στο ακίνητο εκείνου υπέρ του οποίου γίνεται αυτή, χωρίς να απειλείται χρηματική ποινή ούτε απαγγελία προσωπικής κράτησης κατά του υπόχρεου, σε περίπτωση, που αυτός αρνηθεί την απόδοση, και δεν έχει εφαρμογή το άρθρο 947 ΚΠολΔ, που απαιτεί παράλειψη ή ανοχή πράξης (ΕφΑΘ 1861/1990 ΕλΔ 34/636, ΜΠρΣερρών 41/2014, δημοσιευμένη στην ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Επομένως, πρέπει η αγωγή να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσία, δεδομένου ότι για το καταψηφιστικό της αίτημα, έχει καταβληθεί το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου με τις ανάλογες προσαυξήσεις υπέρ τρίτων (βλ. τα με κωδικό e-παράβολα … σε συνδυασμό με τις με κωδικούς συναλλαγής … αποδείξεις της … Προσκομίζονται δε, τα πιστοποιητικά ΕΝ.Φ.Ι.Α. της Α.Α.Δ.Ε (άρθρο 54Α παρ.5 ν. 4174/2013) για τα έτη 2017 έως 2021.
Από τις υπ’αριθ. … ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων απόδειξης … , αντίστοιχα, που λήφθηκαν προς επίρρωση των όσων διαλαμβάνονται στην υπό κρίση αγωγή, ύστερα από αίτηση των εναγόντων ενώπιον της Κας Ειρηνοδίκη Πειραιά, Ευαγγελίας Κακουλίδου και κατόπιν προηγούμενης νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγόμενων, (βλ. τις υπ’ αριθμ. … εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά… ) καθώς και τις υπ’αριθ. … ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ανταπόδειξης… , που λήφθηκαν αντίστοιχα, προς αντίκρουση των όσων διαλαμβάνονται στην υπό κρίση αγωγή, ύστερα από αίτηση των εναγόμενων ενώπιον της Συμβολαιογράφου Ύδρας Δέσποινας Τσερκέζη και την υπ’αριθ. … ένορκη βεβαίωση της μάρτυρα ανταπόδειξης … που λήφθηκε προς αντίκρουση των όσων διαλαμβάνονται στην υπό κρίση αγωγή, ύστερα από αίτηση των εναγόμενων ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιά Γεώργιου Τριανταφυλλάκη και κατόπιν προηγούμενης νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγόντων (κατ’ άρθρ. 339, 421 και 422 παρ.1 ΚΠολΔ) (βλ. τις υπ” αριθ. … εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, διορισμένου στο Πρωτοδικείο Αθηνών … ), τις οποίες νόμιμα προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι, τις λοιπές ένορκες βεβαιώσεις που έχουν λάβει χώρα στα πλαίσια άλλης δίκης, οι οποίες δύνανται να ληφθούν υπόψιν ως δικαστικά τεκμήρια, από την εκτίμηση όλων ανεξαιρέτως των δημόσιων και ιδιωτικών εγγράφων των διαδίκων, που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται, για ορισμένα εκ των οποίων γίνεται ιδιαίτερη σημείωση κατωτέρω, χωρίς πάντως να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης και τα οποία λαμβάνονται υπόψιν προς άμεση ή έμμεση απόδειξη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ.3, 339 σε συνδυασμό με 395 ΚΠολΔ) όπως και η υπ’αριθ. 1/2022 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αίγινας που εκτιμάται ελεύθερα από το Δικαστήριο αυτό, καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής (άρθ. 336 παρ. 4 ΚπολΔ), που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψιν αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο επίδικος Ναός των … (γνωστού ως Παναγίτσα), εμβαδού 17,69 τ.μ. είναι κτισμένος επί οικοπέδου επιφάνειας 123,18 τ.μ. κείμενου στην κτηματική περιφέρεια … εντός του εγκεκριμένου σχεδίου και εντός οικισμού της Ύδρας όπως εμφαίνεται στο από … τοπογραφικό διάγραμμα του Πολιτικού Μηχανικού … το οποίο προσαρτάται στο υπ’αριθ. … συμβολαίου δωρεάς της Συμβολαιογράφου Πειραιά Θεοφανούς Σχοινοχωρίτου νόμιμα μεταγεγραμμένου στα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας και συνορεύει ανατολικά με ιδιοκτησία των εναγόντων, βόρεια με ιδιοκτησία Δήμου Ύδρας, νότια με ιδιοκτησία των εναγόντων και πέραν αυτής με κοινοτική και ήδη κλιμακωτή δημοτική οδό και δυτικά με ιδιοκτησία των εναγόντων και πέραν αυτής με κοινοτική και ήδη δημοτική οδό το δε οικόπεδο συνορεύει ανατολικά με ιδιοκτησία αγνώστων, βόρεια με ιδιοκτησία Δήμου Ύδρας, νότια με κοινοτική και ήδη κλιμακωτή δημοτική οδό σε τεθλασμένη γραμμή και δυτικά με κοινοτική και ήδη δημοτική οδό, σε νεότερη δε καταμέτρηση με το σύστημα των συντεταγμένων, ο ναός έχει εμβαδόν 23,93 τ.μ. και το οικόπεδο 127,42 τ.μ. όπως εμφαίνονται στο από … τοπογραφικό διάγραμμα των Πολιτικών Μηχανικών … που συντάχθηκε με εντολή των εναγόντων και προσαρτήθηκε στις από 06.12.2019 δηλώσεις κτηματολογίου στο Γραφείο Κτηματογράφησης Ύδρας και ακολούθως επισυνάφθηκε στην υπ’αριθ. … πράξης δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς της Συμβολαιογράφου Πειραιά Μαργαρίτας Αδάμ με την οποία οι ενάγοντες αποδέχτηκαν την κληρονομιά της θείας τους … … . Η έκταση του επίδικου ναού και του οικοπέδου στο οποίο βρίσκεται αποτυπώνεται κατά τον ίδιο τρόπο και στο από Ιούνιο του έτους 2020 τοπογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου αγρονόμου μηχανικού … , με τους αριθμούς … , που προσκομίζουν οι εναγόμενοι και συνορεύει, σύμφωνα το ως άνω διάγραμμα. Βόρεια επί πλευράς 2-3-4 μήκους μέτρων 2-3 έξι και τριάντα οκτώ εκατοστών (6,38) και επί πλευράς 3-4 μήκους μέτρων ένδεκα και σαράντα δύο εκατοστών (11.42) με ιδιοκτησία Δήμου Ύδρας, Ανατολικά επί πλευράς 4-5-6, ήτοι επί πλευράς 4-5 μήκους μέτρων τεσσάρων και σαράντα πέντε εκατοστών (4,45) και επί πλευράς 5-6 μήκους μέτρων έξι και πενήντα έξι εκατοστών (6,56) με ιδιοκτησία … , Νοτιοδυτικά επί τεθλασμένης πλευράς 6-7-8-9-10, ήτοι επί πλευράς 6-7 μήκους μέτρων ενός και πενήντα πέντε εκατοστών (1,55), επί πλευράς 7- 8 μήκους μέτρων ενός και πενήντα εκατοστών (1,50), επί πλευράς 8-9 μήκους μέτρων τριών και εννέα εκατοστών (3,09) και επί πλευράς 9-10 μήκους μέτρων πέντε και ενενήντα εκατοστών (5,90) με κλιμακωτή δημοτική οδό, Νότια επί πλευράς 10-11- 12 ήτοι επί πλευράς 10-11 μήκους μέτρων τεσσάρων και ογδόντα ενός εκατοστών (4,81) και επί πλευράς 11-12 μήκους μέτρων ενός, και ενενήντα ενός εκατοστών (1,91) με κλιμακωτή δημοτική οδό και Δυτικά επί τεθλασμένης πλευράς 12-13-1-2, ήτοι επί πλευράς 12-13 μήκους μέτρων δύο και εξήντα ενός εκατοστών (2,1). επί πλευράς 13-1 μήκους δέκα πέντε εκατοστών του μέτρου (0,15) και επί πλευράς 1-2 μήκους μέτρων τριών και εβδομήντα πέντε εκατοστών (3,75) με δημοτική οδό. Επίσης, και στα δυο πιο πρόσφατα τοπογραφικά διαγράμματα, απεικονίζεται έμπροσθεν του επίδικου ακινήτου προθάλαμος με στέγαστρο επιφάνειας 16,37 τ.μ. Το πιο πάνω από Ιουνίου 2020 τοπογραφικό διάγραμμα συντάχθηκε με εντολή της … μετά του Ιερού Ενοριακού Ναού της προκειμένου να προβεί στην υπ’ αριθ. … Έκθεση Απογραφής Εκκλησιαστικής Ακίνητης Περιουσίας του Συμβολαιογράφου Πειραιά Γεωργίου Τριανταφυλλάκη, η οποία μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας, ώστε ο πρώτος των εναγόμενων … να υποβάλει Δηλώσεις Κτηματολογίου προς το Γραφείο Κτηματογράφησης Ύδρας. Οι ενάγοντες επικαλούνται στην αγωγή τους ότι το επίδικο ακίνητο περιήλθε στην κυριότητα, νομή και κατοχή τους με άτυπη δωρεά, την οποία συνέστησε προς αυτούς η ιδιοκτήτριά του και θεία τους … … το γένος … την ίδια ημέρα την οποία και τους μεταβίβασε το παρακείμενο αρχοντικό «Γκίκα» δυνάμει του υπ’αριθ. … /… συμβολαίου δωρεάς της Συμβολαιογράφου Πειραιά Θεοφανούς Σχοινοχωρίτου, σύμφωνα με την ακολουθούμενη στο νησί πρακτική, κατά την οποία ο ναΐσκος μεταβιβαζόταν από τον εκάστοτε ιδιοκτήτη μαζί με το παρακείμενο αρχοντικό ενώ περαιτέρω ισχυρίζονται ότι σε κάθε περίπτωση το επίδικο ακίνητο περιήλθε σε αυτούς από κληρονομιά της προαναφερόμενης θείας τους, την οποία αποδέχτηκαν με την υπ’αριθ. … πράξη αποδοχής κληρονομιάς της Συμβολαιογράφου Πειραιά Μαργαρίτας Αδάμ που μεταγράφηκε νόμιμα στο Υποθηκοφυλακείο Ύδρας και καταχωρήθηκε στο υπό επεξεργασία Κτηματολόγιο Ύδρας και ειδικότερα ότι η προαναφερόμενη θεία τους, με την από … ιδιόγραφη διαθήκη της που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατο της με τα υπ’αριθ. 357/2005 πρακτικά του Πρωτοδικείου Πειραιά προς άρση κάθε αμφιβολίας, τους εγκατέστησε κατ’ισομοιρία μοναδικούς κληρονόμους της στο σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας της και επομένως και του εν λόγω ναίσκου. Στη δε, θεία τους το προαναφερόμενο αρχοντικό είχε περιέλθει δυνάμει του υπ’αριθ. … συμβολαίου πώλησης του Συμβολαιογράφου – Ειρηνοδίκη Ύδρας Γεώργιου Βιτάλη, νόμιμα μεταγεγραμμένου στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας, από τον … , καθόσον η θεία τους ήταν ανιψιά, ψυχοκόρη και βαφτισιμιά του … ο οποίος ήταν άγαμος. Σύμφωνα δε με τους αγωγικούς ισχυρισμούς μαζί με το αρχοντικό ο ανωτέρω δικαιοπάροχος της, της μεταβίβασε δια λόγου όπως συνηθιζόταν στο νησί και το ναΐσκο με το οικόπεδο και τα παρακολουθήματα και παραρτήματά του. Ο … απέκτησε τμηματικά το προαναφερόμενο αρχοντικό από τους κληρονόμους του … δυνάμει των κατωτέρω συμβολαίων αγοραπωλησίας και των ποσοστών εξ αδιαιρέτου επί αυτού και κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς μαζί με το αρχοντικό του μεταβιβάστηκε δια λόγου όπως συνηθιζόταν στο νησί και ο ναΐσκος με το οικόπεδο και τα παρακολουθήματα και παραρτήματά του: 1. Με το υπ’ αριθ. … αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του Συμβολαιογραφούντος Ειρηνοδίκου Ύδρας Παναγιώτου Ανδρεοπούλου (που μετεγράφη νόμιμα στο Υποθηκοφυλακείο Ύδρας) η … , πώλησε και μεταβίβασε στον … 1/30 εξ αδιαιρέτου επί του ακινήτου (οικίας και περιβάλλοντος χώρου) που προερχόταν από κληρονομιά της μητέρας της και των θείων της … 2. με το υπ’ αριθ. … αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Ύδρας Γ. Ζωγράφου (που μετεγράφη νόμιμα στο Υποθηκοφυλακείο Ύδρας) οι κληρονόμοι … ) πώλησαν και μεταβίβασαν στον … 12/30 επί του ακινήτου, 3. με το υπ’αριθ. … αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Ύδρας Γ. Ζωγράφου (που μετεγράφη νόμιμα στο Υποθηκοφυλακείο Ύδρας) η … πώλησε και μεταβίβασε στον … 2/30 επί του ακινήτου, 4. με το υπ’ αριθ. … αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Ύδρας Γ.Ζωγράφου (που μετεγράφη νόμιμα στο Υποθηκοφυλακείο Ύδρας) η … πώλησε και μεταβίβασε στον … 4/30 και 2/3 του 1/30 επί του ακινήτου, 5. με το υπ’αριθ. … αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Ύδρας Γ-Ζωγράφου (που μετεγράφη νόμιμα στο Υποθηκοφυλακείο Ύδρας) η … πώλησε και μεταβίβασε 4/30 και 2/3 του 1/30 επί του ακινήτου στον … , 6. με το υπ’ αριθ. … αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Ύδρας Γ.Ζωγράφου (που μετεγράφη νόμιμα στο Υποθηκοφυλακείο Ύδρας) η … πώλησε και μεταβίβασε τα 4/30 και 2/3 του 1/30 επί του ακινήτου στον … και 7. με το υπ’αριθ. … αγοραπωλητήριο συμβόλαιο του Συμβολαιογράφου Πειραιά Νικολάου Μεζίτου (που μετεγράφη νόμιμα στο Υποθηκοφυλακείο Ύδρας) οι κληρονόμοι … πώλησαν και μεταβίβασαν στον … 1/30 επί του ακινήτου. Όμως σε κανέναν από τους προαναφερόμενους συμβολαιογραφικούς τίτλους κτήσης τόσο των άμεσων δικαιοπαρόχων τους όσο και των απώτερων, που επικαλούνται οι ενάγοντες πέραν του αρχοντικού «Γκίκα» και του οικοπέδου επί του οποίου αυτό βρίσκεται, δεν αναφέρεται ως μεταβιβαζόμενο ακίνητο το επίδικο ακίνητο ήτοι ο ναίσκος με το οικόπεδο επί του οποίου βρίσκεται και όχι μόνο δεν αναφέρεται αλλά περαιτέρω αναφέρεται ως γειτνιάζον ακίνητο που συνορεύει ανατολικά με το μεταβιβαζόμενο αρχοντικό «Γκίκα» όπως στο υπ’αριθ. … συμβόλαιο πώλησης με το οποίο ο … μεταβίβασε στην άμεση δικαιοπάροχο των εναγόντων … … το αρχοντικό «Γκίκα» αλλά ακόμη περισσότερο και το υπ’αριθ. … /… συμβόλαιο δωρεάς με το οποίο η προαναφερόμενη θεία τους, μεταβίβασε στους ενάγοντες το παρακείμενο στο επίδικο, αρχοντικό «Γκίκα» που παρότι αναφέρεται για πρώτη φορά ότι το τελευταίο συνορεύει ανατολικά μεταξύ άλλων και με ιδιοκτησία της ίδιας της δωρήτριας όπου είναι κτισμένο από το έτος 1950 με δαπάνες της (αν και εσφαλμένα αναφέρεται ως έτος ανέγερσης το οποίο και ομολογούν οι ενάγοντες ισχυριζόμενοι ότι κατά το ανωτέρω έτος ο επίδικος ναός ανακαινίστηκε από το σύζυγο της θείας τους) το επίδικο παρεκκλήσι, εντούτοις και πάλι δεν τους μεταβιβάζει το επίδικο ακίνητο. Ενώ και στην ιδιόγραφη διαθήκη της η θεία τους αναφέρει γενικά ότι αφήνει στους ενάγοντες κατά ισομοιρία την περιουσία της χωρίς καμία ειδικότερη αναφορά στο επίδικο ακίνητο, ενώ λεπτομερής αναφορά στο επίδικο ναό και στο οικόπεδο που βρίσκεται, γίνεται για πρώτη φορά στην προαναφερόμενη υπ’αριθ. … πράξη αποδοχή κληρονομιάς κατά ερμηνεία της ιδιόγραφης διαθήκης ως προς το υπόλοιπο της περιουσίας που τους κατέλιπε η δικαοπάροχός τους. Αποδεικνύεται επομένως ότι όλοι οι άμεσοι και απώτεροι και απώτατοι δικαιοπάροχοι των εναγόντων απέκτησαν το παρακείμενο στο επίδικο ακίνητο, αρχοντικό «Γκίκα» με τους προαναφερόμενους συμβολαιογραφικούς τίτλους νόμιμα μεταγεγραμμένους στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ύδρας και όχι με το λόγο και ακολούθως το μεταβίβαζαν συμβολαιογραφικά χωρίς ποτέ να κάνουν αναφορά στο επίδικο ακίνητο. Αν θεωρούσαν ότι είχαν αποκτήσει την κυριότητα, νομή και κατοχή του επίδικου ακινήτου θα το είχαν μεταβιβάσει στους δικαιοδόχους τους με συμβολαιογραφικό τίτλο. Και όχι μόνο δεν το μεταβίβαζαν αλλά το περιέγραφαν διακριτά στα ανωτέρω συμβόλαια ως ξεχωριστό γειτνιάζον ακίνητο με το αρχοντικό «Γκίκα» που μεταβίβαζαν και χωρίς να κάνουν οποιαδήποτε άλλη αναφορά στα ανωτέρω συμβόλαια για το επίδικο. Επομένως αποδείχτηκε ότι οι ενάγοντες δεν απέκτησαν με παράγωγο τρόπο κτήσης κυριότητας το επίδικο ακίνητο. Περαιτέρω κύρια προϋπόθεση για να θεωρηθεί ένας ναός ιδιωτικός είναι να ανεγερθεί σε ιδιωτικό οικόπεδο. Ο επίδικος ναός φέρεται ότι ανεγέρθηκε σύμφωνα και με τις ομολογίες των διαδίκων στα τέλη του 18ου αιώνα και ειδικότερα ανάμεσα στα έτη 1780 με 1790 μ.Χ. περίπου την ίδια χρονική περίοδο που ανεγέρθηκε και ο … της … επί ενός ακινήτου – τοποθεσίας πλησίον του Ιερού Ενοριακού Ναού της … , πρώτης των εναγόμενων, η οποία ονομάζεται «Πόλις Μνήματα», διότι χρησίμευε κατά τα παλαιότερα χρόνια ως κοιμητήριο. Το οικόπεδο επί του οποίου ανεγέρθηκε ο επίδικος Ιερός Ναός … με την ονομασία «Πόλις Μνήματα», μνημονεύεται ειδικώς στη βιβλιογραφία της νήσου Ύδρας ως κοιμητήριο/νεκροταφείο. Ο Καθηγητής … Χαλιορής στη Μελέτη του με τίτλο «Υδραιογραφήματα, Ηρώων Τάφοι» στο περιοδικό «Το Μέλλον της Ύδρας, αρ, 2, έτος Α’, Δεκέμβριος 1932, σελ. 27 – 28, στην οποία αναφέρει τους ευρισκόμενους τάφους γύρω από τον Ενοριακό Ναό της Υπαπαντής αναφέρει σχετικά με την ονομασία της περιοχής ως «Πόλις Μνήματα»: «Παρά τον ναόν [Υπαπαντής] σώζεται σήμερον μικρός περιτοιχισμένος πευκών, τόν όποιον ό λαός εκαλεί και οί παλαιότεροι εξακολουθούν, ακόμα σήμερον να τον καλούν «τα μνήματα». Έχρησίμευεν εις τους παλαιοτέρους ώς νεκροταφείον (…)». Επομένως, η περιοχή στην οποία ανεγέρθηκε ο Ιερός Ναός … και στην οποία εξακολουθεί μέχρι σήμερα να ευρίσκεται, αναφέρεται κατά τα παλαιότερα έτη υπό την ονομασία «Πόλις Μνήματα», κτίστηκε από άγνωστο ιδιοκτήτη σε οικόπεδο αγνώστου, ενώ κατά το έτος 1938 ανήκει στον Καθεδρικό Ναό Ύδρας. Οι ενάγοντες δεν ισχυρίζονται ότι οι απώτατοι δικαιοπάροχοι τους ήταν κύριοι του οικοπέδου επί του οποίου ανεγέρθηκε ακολούθως από αυτούς, ο επίδικος ναός ως ιδιωτικός ανάμεσα στα έτη 1780 με 1790 μ.Χ. Ως απώτατο δικαιοπάροχο τους αναφέρουν τον πρόκριτο της Προεπαναστατικής Ύδρας … , ιδιοκτήτη του παρακείμενου αρχοντικού επικαλούμενοι ότι του ανήκει ο επίδικος ναός στις αρχές του 19ου αιώνα δεν αποδεικνύουν όμως, ότι το επίδικο οικόπεδο ήταν κυριότητας του τελευταίου και ότι επί αυτού έκτισε με δικές του δαπάνες τον επίδικο ναό και δη αρκετές δεκαετίες νωρίτερα από την εποχή στην οποία αναφέρονται. Οι ενάγοντες με την αγωγή τους όχι μόνο δεν επικαλούνται ότι το οικόπεδο επί του οποίου έχει ανεγερθεί ο επίδικος ναός ανήκε κατά κυριότητα σε αυτούς μέσω των δικαιοπαρόχων τους με όποιο τρόπο πρωτότυπο ή παράγωγο αλλά αντίστροφα επικαλούνται ότι απέκτησαν τη νομή και κατοχή επί του επίδικου ακινήτου με τις αναφερόμενες στην αγωγή πράξεις νομής με διάνοια κυρίου στον επίδικο ναό με τα προσόντα της χρησικτησίας. Περαιτέρω αποδείχτηκε ότι ο επίδικος ναός ήταν Ενοριακός το έτος 1786 μ.Χ. (βλ. βιβλίο του Γ. Α. Καραμήτσου, «Ύδρα Νήσος Εντελής Δρυόπων», Ύδρα 1998, στις σελ. 257-261 αναφέρει ότι έχει στη διάθεσή του έναν κατάλογο με τις Ενορίες της νήσου Ύδρας του έτους 1786, και ιδίως στη σελ. 259 περιλαμβάνει τον «Κατάλογο ενοριτών 1786 Ενορίας Εισόδια Θεοτόκου ΠαπαΝικόλα Πογκά – Πόλις Μνήματα» και τέθηκε σε δημόσια θεία λατρεία μετά την ανέγερσή του χωρίς να αποδεικνύεται ακριβώς πότε παραδόθηκε στη δημόσια λατρεία κατά το τυπικό της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας με την προβλεπόμενη καθαγιαστική τελετή (θυρανοίξια) λόγω της δυσκολίας εύρεσης στοιχείων κατά τον 18° αιώνα. Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη σχετική ανωτέρω μείζονα πρόταση της παρούσας, «δημόσια λατρεία» εν γένει συνιστά η εξωτερική εκδήλωση της θρησκευτικής πίστης με ορισμένες πανηγυρικές πράξεις. Για την Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία, η έννοια της «λατρείας» δεν περιορίζεται σε μόνο τα τελούμενα από την Εκκλησία μυστήρια ούτε – ευρύτερα – σε λατρευτικές εκδηλώσεις, στις οποίες πάντως μετέχουν κληρικοί της, αλλά είναι ακόμη ευρύτερη και καταλαμβάνει και κάθε μορφή πράξεων λατρείας που έχουν διαπλασθεί από την Ιερά Παράδοση, στις οποίες δύνανται να προβαίνουν και μόνοι τους λαϊκοί (λ.χ. άναμμα κηρίων, προσκύνηση εικόνων και διαφόρων κειμηλίων, προσευχή πιστών). Κάθε χρόνο την παραμονή της εορτής των … τελείται στο επίδικο παρεκκλήσι η Ακολουθία του Εσπερινού και την ημέρα της εορτής Θεία Λειτουργία, για την οποία εκδίδει ανακοίνωση ο Εφημέριος της ενορίας της Υπαπαντής και προσέρχονται πολλοί πιστοί και πολλές φορές και οι Αρχές της Ύδρας. Οσοι Ενορίτες επιθυμούσαν και επιθυμούν παραμονές της Εορτής πήγαιναν μαζί και με τη θεία των εναγόντων και προετοίμαζαν το επίδικο παρεκκλήσι για την Εορτή και προσέφεραν κατά την Εορτή ελεύθερα κεράσματα, άρτους και ποτά. Στο επίδικο παρεκκλήσι τελούνταν και μυστήρια βάπτισης και συνηθιζόταν κορίτσια που έφεραν το όνομα της Παναγίας να βαπτίζονται εκεί (βλ. βάπτιση που τελέστηκε το έτος 2003 ανήμερα της Παναγίας τον Δεκαπενταύγουστο από τον εφημέριο της Ενορίας Υπαπαντής … ). Από τα μέσα σε Ιανουαρίου κάθε έτους έως την εορτή της Υπαπαντής του Χριστού όλες οι ιερές ακολουθίες της ενορίας (Κυριακάτικες θείες Λειτουργίες κ.ά.) τελούνταν στο επίδικο παρεκκλήσι. Στο επίδικο παρεκκλήσι δεν λειτουργούσαν μόνο ιερείς από την Ενορία της Υπαπαντής αλλά συλλειτουργούσαν σε διάφορες περιστάσεις και ιερείς του Καθεδρικού Ναού. Οι ιερείς του καθεδρικού Ναού συμμετείχαν πάντοτε και στην τέλεση του ετήσιου μνημόσυνου του Δημάρχου … κάθε 22 ή 23 Ιουνίου. Επίσης στην εικόνα της Εισοδίων της Παναγίας στο τέμπλο του Ναού υπάρχουν τάματα – αφιερώματα διαφόρων ενοριτών και άλλων κατοίκων της Ύδρας. Αποδείχτηκε ότι λόγω του πλήθους των Ναών που βρίσκονται στην Ύδρα, της βαθιάς πίστης των Υδραίων προς τον Θεό και της αδυναμίας συντήρησής τους από τις εκκλησιαστικές αρχές, υφίσταται η άτυπη συνήθεια να αναλαμβάνουν οι κάτοικοι του νησιού τη φροντίδα ενός μικρού Ναού κατόπιν ευλογίας και έγκρισης του Μητροπολίτη. Ειδικότερα, κάθε χρόνο τη μέριμνα ασπρίσματος – ασβεστώματος του επίδικου Παρεκκλησίου καθώς και του Αγίου Σπυρίδωνα αναλάμβανε αφιλοκερδώς ο … και στη συνέχεια μέχρι σήμερα ο υιός του … στη μνήμη του πατέρα του. Ο μάρτυρας ανταπόδειξης … πριν πάρει σύνταξη λόγω της ιδιότητας του ως οικοδόμου προσέφερε αφιλοκερδώς κι αυτός τις υπηρεσίες του στο επίδικο Παρεκκλήσι για τον ευπρεπισμό του και για μικροεπισκευές όποτε χρειάζονταν όπως και άλλοι περίοικοι, η δε οικογένειά του είχε τελέσει πολλές φορές λειτουργίες υπέρ υγείας τους καθώς και άλλοι ενορίτες ενώ τελούνταν στο παρελθόν όπως βεβαιώνει ο ανωτέρω μάρτυρας αλλά και οι υπόλοιπο μάρτυρες πολλά μνημόσυνα και μυστήρια βάπτισης. Αποδείχτηκε δε ότι η θεία των εναγόντων, … … είχε κλειδιά των ενοριακών Παρεκκλησίων των … και του Αγίου Σπυρίδωνος με τη συναίνεση του Εφημέριου της Ενορίας και την προφορική ευχή του τότε Μητροπολίτη … προκειμένου να φροντίζει τους ναούς αυτούς λόγω της γειτνίασης τους με το παρακείμενο αρχοντικό ιδιοκτησίας της αλλά και της πίστης της στο Θεό ενώ κλειδιά του Ναού του Αγίου Σπυρίδωνος έχει και η μάρτυρας ανταπόδειξης … και του επίδικου ναού είχε και η … … προκάτοχος δε του δεύτερου των εναγόμενων, πατήρ Γεώργιος είχε κλειδιά του επίδικου Ναού ως το έτος 2014. Ο σύζυγος της θείας των εναγόντων … … διατέλεσε για πολλά έτη εκκλησιαστικός σύμβουλος του Ιερού Καθεδρικού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ύδρας και λόγω της ευλάβειας του ζήτησε από τον τότε Εφημέριο της Ενορίας και τον προαναφερόμενο Μητροπολίτη να επισκευάσει το επίδικο παρεκκλήσι και τοποθέτησε στην είσοδο του Ναού μία μαρμάρινη επιγραφή όπου αναφέρεται το όνομά του και η χρονολογία της επισκευής. Περαιτέρω αποδείχτηκε ότι το ευρύτερο οικόπεδο του επίδικου παρεκκλησίου παλαιότερα δεν είχε περίφραξη και ήταν ανοικτός χώρος και το τμήμα του οικοπέδου όπισθεν του κτίσματος του Ναού συνόρευε και επικοινωνούσε με δημοτική έκταση στην οποία βρισκόταν ένα από τα παλαιά νεκροταφεία της Ύδρας και υπήρχε και πόρτα για να διευκολύνει την άμεση πρόσβαση από το επίδικο οικόπεδο στη δημοτική έκταση. Για αυτό και η έκταση που παλαιότερα ήταν ενιαία ονομάζεται με το τοπωνύμιο «Πόλις Μνήματα» όπως εκτέθηκε και ανωτέρω. Επειδή ο χώρος αυτός ήταν ανοικτός πολλές φορές μετατρεπόταν σε σκουπιδότοπο και για το λόγο αυτό ο τότε Εφημέριος του Ναού της Υπαπαντής και η θεία των εναγόντων ζήτησαν από τον Δήμο να τον περιφράξει για να μην πετάνε σκουπίδια δίπλα από τον επίδικο Ναό και πράγματι χτίστηκε ένας μαντρότοιχος και μέχρι σήμερα είναι ορατή η επί αυτού παλαιά είσοδος. Μέσα δε. στο επίδικο υπάρχουν εκκλησιαστικά βιβλία («Μηναία») τα οποία είναι αφιερωμένα από τρίτα πρόσωπα πέραν των εναγόντων και των δικαιοπαρόχων τους προς τον Ιερό Ναό των … , όπως τα «Μηναία» Αυγούστου. Σεπτεμβρίου, Οκτωβρίου, Δεκεμβρίου, Προσφορά του … στις 14-04-1984. από τα οποία προκύπτει ότι ο Ιερός Ναός λειτουργούσε κάθε μήνα και όχι μόνο στα Εισόδια της Θεοτόκου στις 21 Νοεμβρίου κάθε έτους. Από όλα τα ανωτέρω αποδείχτηκε ότι ο επίδικος Ιερός Ναός κτίστηκε κατά τα έτη 1780 με 1790 μ.Χ. σε ακίνητο άγνωστου ιδιοκτήτη από άγνωστο πρόσωπο και παραδόθηκε στη θεία λατρεία σύμφωνα με τους κανόνες της Ανατολικής Ορθόδοξης του Χριστού Εκκλησίας και αποδείχτηκε ότι αυτό δεν εξυπηρετούσε σε καμία περίπτωση αποκλειστικά τις θρησκευτικές ανάγκες της οικογένειας των δικαιοπαρόχων των εναγόντων αλλά αντιθέτως αποδείχτηκε ότι εξυπηρετεί τις θρησκευτικές ανάγκες των κατοίκων της Ενορίας και ευρύτερα του νησιού της Ύδρας, στο οποίο Παρεκκλήσι τελούνταν πέραν από τις Θείες Λειτουργίες για την Εορτή αυτού και άλλα μυστήρια όπως βαπτίσεις, μνημόσυνα κ.α. λειτουργίες υπέρ υγείας κατοίκων της περιοχής. Καθόσον αποδείχτηκε ότι το επίδικο Παρεκκλήσι δεν έχει ανεγερθεί σε οικόπεδο που να ανήκει κατά κυριότητα στους ενάγοντες ή σε δικαιοπάροχο τους κατά το χρόνο της ανέγερσής του και έχει τεθεί σε δημόσια λατρεία, δεν μπορεί να αποκτηθεί αυτός με χρησικτησία, κατά τον Α.Ν. 2200/1940 και Β.Δ. της 26.4 – 8.5.1834 και είναι παρεκκλήσι που ανήκει στον πλησιέστερο ενοριακό Ναό, ήτοι στον Ενοριακό Ιερό Ναό … , πρώτο των εναγόμενων καθόσον σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην ανωτέρω σχετική νομική σκέψη, έχει καταστεί πράγμα εκτός συναλλαγής και δεν χρησιδεσπόζεται, ως εκ τούτου δεν μπορούν τρίτοι να έχουν δικαίωμα νομής επί αυτού. Εκτός συναλλαγής δε, πράγμα είναι και το οικοδόμημα, αλλά και το ακίνητο επί του οποίου βρίσκεται ο ιερός ναός, καθόσον δε δύναται να γίνει διαχωρισμός (ΕφΔωδ 82/2007 δημοσιευμένη στην ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ» – Εφθεσ 546/2004 ΕλλΔνη 46. 915 – ΕφΑΘ 7112/1982 Αρμ 1983. 385, ΕφΔυτικής Στ. Ελλάδος 156/2014, δημοσιευμένη στην ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», Αρμ 2015,220). Εφόσον δε, το επίδικο ακίνητο είναι πράγμα εκτός συναλλαγής ήδη, και κατά το βυζαντινορωμαικό δίκαιο, που ίσχυε κατά την ανέγερση του Ναού, κάθε δικαιοπραξία με αντικείμενο αυτό και, συνακόλουθα, οποιαδήποτε εκποιητική δικαιοπραξία με αντικείμενο αυτό είναι, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις του Βυζαντινορωμαίκού Δικαίου, άκυρη. Δεν μπορεί να αποκτηθεί κυριότητα επί αυτού καθόσον απαγορεύεται να γίνουν πράξεις νομής ή κατοχής ή εν γένει πράξεις φυσικής εξουσίασης ή έστω διοίκησης και διαχείρισης εκ μέρους τρίτων επί αυτού ούτε επομένως να αποτελέσει αντικείμενο κληρονομικής διαδοχής (ΑΠ 195/1980 ΝοΒ 1980. 1479, ΑΠ 29/2018, δημοσιευμένη στην ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), Επομένως οι ενάγοντες ουδέποτε απέκτησαν την κυριότητα επί του επίδικου ακινήτου ούτε με παράγωγο ούτε με πρωτότυπο τρόπο κτήσης κυριότητας. Σε κάθε δε, περίπτωση, ο επίδικος Ναός καθόσον αποδείχτηκε ότι ανεγέρθηκε κατά τα έτη 1780 με 1790 μ.Χ. συνιστά αρχαιολογικό μνημείο αυτοτελώς (διότι χρονολογείται οπωσδήποτε μέχρι το 1830), σύμφωνα με το Ν.3028/2002 «Προστασία Αρχαιοτήτων-Πολιτιστικής Κληρονομιάς κλπ», άρθρα 2 παρ. β, 6, 7 και 73 παρ. 1 και όσο εξυπηρετεί θρησκευτικούς σκοπούς κατά τα ανωτέρω, ανήκει στο οικείο εκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο και είναι εκτός συναλλαγής κατ’ άρθρο 966 του Α.Κ., ιδιότητα την οποία διατηρεί κατά τον χρόνο άσκησης και συζήτησης της αγωγής. Κατά ακολουθία όσων ανωτέρω αποδείχτηκαν, οι ενάγοντες δεν απέκτησαν με κάποιο τρόπο είτε παράγωγο είτε πρωτότυπο την κυριότητα και τη νομή του επίδικου ακινήτου ναού και οικοπέδου στο οποίο αυτός βρίσκεται ενώ κυρία και νομέας αυτού αποδείχτηκε ότι είναι ο πρώτος των εναγόμενων Ενοριακός Ιερός Ναός της … , όπου υπάγεται το επίδικο Παρεκκλήσι καθόσον σύμφωνα με τα άρθρα 45 παρ. 1 του Ν. 590/1977 «Περί καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος και 1 του προϊσχύσαντος Α.Ν. 2200/1940 διοικείται και διαχειρίζεται από την πλησιέστερη αυτού Ενορία. Πρέπει επομένως, να απορριφθεί η αγωγή ως ουσία αβάσιμη και να συμψηφισθεί η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων καθόσον η ερμηνεία του κανόνα δικαίου που εφαρμόστηκε ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρο 179 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στον Πειραιά, στις 1-11-2023.