ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 2535/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(Τακτική Διαδικασία)
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Γεώργιο Δ. Σερετίδη, Πρωτόδικη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης του Πρωτοδικείου και την Γραμματέα Χρυσούλα Σαχίνη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 21 Νοεμβρίου 2017, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «…» (ΑΦΜ/VAT …), η οποία εδρεύει στο … (…), όπως νόμιμα εκπροσωπείται, για την οποίαν προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της, Ζήσιμος Θεολόγος και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «….» (ΑΦΜ …), που εδρεύει στη … …) και εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποίαν προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της, Ανδρέας –Κωνσταντίνος Τζήμας και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 3-5-2017, με γενικό αριθμό κατάθεσης … και με ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγή της, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου την 10-5-2017, η οποία, μετά το πέρας των προθεσμιών, που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκαν από το άρθρο δεύτερο παρ.2 του Ν. 4335/2015, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας με την από 25-10-2017 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και εγγράφηκε στο πινάκιο με αριθμό 3.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
- I. Στη σύγχρονη εποχή παρουσιάζουν ιδιαίτερη διάδοση οι συμβάσεις διαχειρίσεως πλοίων άλλων. Ειδικότερα έχουν εμφανιστεί οι εξής μορφές τέτοιων συμβάσεων: α) Οι συμβάσεις τεχνικής διαχειρίσεως πλοίων άλλων στις οποίες τρίτο πρόσωπο, εκτός του πλοιοκτήτη, αναλαμβάνει τη συντήρηση, τον εξοπλισμό και τη στελέχωση του πλοίου. Και β) Οι συμβάσεις τεχνικής και εμπορικής διαχειρίσεως πλοίων άλλων, στις οποίες τρίτο πρόσωπο, εκτός του πλοιοκτήτη, έχει επιπλέον την επιμέλεια της εκναυλώσεως, της εισπράξεως των ναύλων, της πληρωμής των εξόδων και της συναγωγής των οικονομικών αποτελεσμάτων τους. Έτσι έχουν δημιουργηθεί εταιρίες, οι οποίες κύριο, αν όχι αποκλειστικό, σκοπό έχουν να διαχειρίζονται τα πλοία άλλων. Σχετικά το Baltic and International Maritime Council (BIMCO) δημοσίευσε το 1988 ειδικό τύπο σύμβασης για τη διαχείριση πλοίων. Σύμφωνα με τη σύμβαση αυτή, ο πλοιοκτήτης αναθέτει για ορισμένο χρόνο τη διαχείριση πλοίου του σε άλλον, τον διαχειριστή, ο οποίος έχει ευρύτατες εξουσίες που αφορούν τόσο την τεχνική όσο και την εμπορική διαχείριση του πλοίου. Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, ο διαχειριστής προβαίνει σε εκναύλωση του πλοίου σύμφωνα με τις οδηγίες του πλοιοκτήτη, υποχρεούται όμως να λάβει τη συναίνεσή του όταν πρόκειται να εκναυλώσει το πλοίο για χρόνο μεγαλύτερο από τη διάρκεια της διαχειριστικής του εξουσίας, προσδιορίζει τους ναύλους και τις επισταλίες και επιδιώκει την είσπραξή τους, ενημερώνει τον πλοιοκτήτη για τα ταξίδια του πλοίου, επιμελείται τη δικαστική επιδίωξη των απαιτήσεων που πηγάζουν από την οικονομική διαχείριση του πλοίου και την απόκρουση των αγωγών ή άλλων δικαστικών μέτρων κατά του πλοίου. Η ενοχική σχέση που συνδέει τον διαχειριστή και τον πλοιοκτήτη είναι μίσθωση ανεξάρτητων υπηρεσιών, στην οποία εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις του ΑΚ για την εντολή. Ο διαχειριστής συναλλάσσεται με τους ενδιαφερόμενους για το πλοίο τρίτους στο όνομα και για λογαριασμό του πλοιοκτήτη, είναι άμεσος αντιπρόσωπός του. Κατά συνέπεια, τα έννομα αποτελέσματα κάθε δικαιοπραξίας, που επιχειρεί ο διαχειριστής στο πλαίσιο της γενικής ή ειδικής εξουσίας του, αφορούν ευθέως τον πλοιοκτήτη (άρθρο 211 ΑΚ). Ο πλοιοκτήτης είναι το υποκείμενο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από τις δικαιοπραξίες που ενεργεί ο διαχειριστής με την ιδιότητά του αυτή, αυτός ενέχεται απέναντι των δανειστών για τις απαιτήσεις που δημιουργούνται από τις δικαιοπραξίες αυτές. Εφόσον, συνεπώς, ο διαχειριστής ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό του πλοιοκτήτη, δεν καθίσταται υποκείμενο κάθε δικαιοπραξίας συναπτόμενης με την ιδιότητά του αυτή και κατ’ επέκταση δεν ενέχεται ο ίδιος για την εκπλήρωσή της. Έτσι, ο διαχειριστής συναλλάσσεται σχετικά με το πλοίο στο όνομα και για λογαριασμό του πλοιοκτήτη με τους ενδιαφερόμενους τρίτους ως άμεσος αντιπρόσωπός του (ΕφΠειρ 269/2016 τ.ν.π. Νόμος, ΕφΠειρ 497/2013 ΔΕΕ 2013.824, ΕΝΔ 2013.110, ΕΕμπΔ 2013.950, δημοσιευμένη και στην τ.ν.π. Νόμος, ΕφΠειρ 77/2008 ΕΝΔ 2008.211, δημοσιευμένη και στην τ.ν.π. Νόμος).
ΙΙ. Από τις διατάξεις των άρθρων 914 επ. ΑΚ περί αδικοπραξιών προκύπτει ότι, για να υπάρξει αδικοπραξία και υποχρέωση του ζημιώσαντος να αποζημιώσει τον παθόντα και περαιτέρω να ικανοποιηθεί η ηθική βλάβη του τελευταίου κατά το άρθρο 932 ΑΚ, προϋποτίθεται ότι η ζημία (θετική ή αποθετική) προκλήθηκε, παρά το νόμο (άρθρο 914 ΑΚ) ή από συμπεριφορά αντίθετη προς τα χρηστά ήθη (άρθρο 919 ΑΚ), από πράξη ή παράλειψη η οποία οφείλεται σε πταίσμα του δράστη, ήτοι σε δόλο ή αμέλεια, και ότι υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της πράξης ή της παράλειψης και της ζημίας που επήλθε. Η ζημία είναι παράνομη, όταν με την πράξη ή την παράλειψη του υπαιτίου προσβάλλεται δικαίωμα ή και απλό συμφέρον του παθόντος προστατευόμενο από ορισμένη διάταξη νόμου, η οποία παραβιάσθηκε, ενώ ως κριτήριο των χρηστών ηθών και συνακόλουθα της αντίθετης προς αυτά συμπεριφοράς, λαμβάνονται υπόψη οι ιδέες που κατά τη γενική αντίληψη του χρηστώς και εμφρόνως σκεπτόμενου μέσου κοινωνικού ανθρώπου επικρατούν σε μια δεδομένη χρονική περίοδο. Μόνη η αθέτηση προϋφιστάμενης ενοχής είναι μεν πράξη παράνομη, δεν συνιστά όμως και αδικοπραξία κατά την έννοια των άρθρων 914 επ. ΑΚ. Είναι δυνατό, ωστόσο, μια ζημιογόνα ενέργεια, πράξη ή παράλειψη, με την οποία παραβιάζεται η σύμβαση, να θεμελιώνει συγχρόνως και ευθύνη από αδικοπραξία. Αυτό συμβαίνει όταν η ενέργεια αυτή, καθ’ εαυτή και χωρίς την προϋπάρχουσα συμβατική σχέση, θα ήταν παράνομη ως αντίθετη στο γενικό καθήκον, που επιβάλλει η διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ, να μην προκαλεί κανένας υπαίτια ζημία σε άλλον (βλ. ΟλΑΠ 967/1973 ΝοΒ 22. 505, ΑΠ 1120/2005 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», ΕφΑΘ 302/2006 ΔΕΕ 2006. 513, ΕφΔωδ 182/2005 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»), Κατά συνέπεια, όταν το πταίσμα που επέφερε τη ζημία ταυτίζεται, κατά το πραγματικό αυτού περιεχόμενο, προς την παραβίαση της σύμβασης και τη δημιουργία της παρανομίας, δεν μπορούν να έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί αδικοπραξίας (ΑΠ 212/2000 ΕλλΔνη 2000. 755).
ΙΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή της, η ενάγουσα εκθέτει ότι, δυνάμει σχετικής συμβάσεως που συνήφθη μεταξύ της ίδιας και της εναγόμενης εταιρείας, παρείχε τις περιγραφόμενες στο δικόγραφο υπηρεσίες πρακτόρευσης του εκμεταλλευόμενου για δικό της (εναγομένης) λογαριασμό, υπό λιβεριανή σημαία φορτηγού πλοίου «…» (πρώην …), με κοχ 38972, ΔΔΣ D5AV2, ΙΜΟ 9171266, κατά τον κατάπλου του στο λιμένα του … των νήσων …. Ότι μετά την επιτυχή εκτέλεση του των υπηρεσιών, που της ανατέθηκαν εξέδωσε το αναφερόμενο στην αγωγή τιμολόγιο παροχής των αναφερόμενων στην αγωγή υπηρεσιών, συνολικού ποσού 224.987,88 ΔολΗΠΑ. Ότι έναντι του ανωτέρω ποσού η εναγομένη κατέβαλε τμηματικά το ποσό των 204.568 ΔολΗΠΑ, αφήνοντας εκ του πονηρού και άνευ λόγου ανεξόφλητο το ποσό των 20.419,17 ΔολΗΠΑ. Ότι επανειλημμένα με ηλεκτρονική αλληλογραφία όχλησε την εναγομένη προς καταβολή του ανωτέρω υπολοίπου, ενώ την 17-9-2015 όχλησε την εναγομένη με εξώδικη δήλωση που επιδόθηκε στην εναγομένη, χωρίς η τελευταία να ανταποκριθεί. Ότι η εναγομένη προέβη σε παραβίαση των συμβατικών της υποχρεώσεων με υπαίτια, ζημιογόνο και παράνομη πράξη της και με άμεση συνέπεια την πρόκληση ηθικής βλάβης εις βάρος της και της προσβολής της φήμης και της πελατείας της και κατά παράβαση των συναλλακτικών ηθών και εμπορικών συναλλαγών κατ’ άρθρο 281 του ΑΚ. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το ισάξιο σε ευρώ, κατά την ημέρα πληρωμής, του οφειλόμενου υπολοίπου της αξίας του ανωτέρω εκδοθέντος από την ίδια (ενάγουσα) τιμολογίου παροχής των προδιαληφθέντων ως άνω υπηρεσιών, του ποσού των 20.149,17 ΔολΗΠΑ, με το νόμιμο τόκο, από τις 24.04.2015 (ημερομηνία αποστολής του προεκτιθέμενου τιμολογίου προς πληρωμή), άλλως από την από 17-9-2015 όχληση, άλλως από την επίδοση της αγωγής, καθώς και το ποσό των 2.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης, που υπέστη εξαιτίας της παραβίασης από την εναγομένη της ανωτέρω ενοχικής της υποχρέωσης έναντι αυτής (ενάγουσας), με το νόμιμο τόκο από τις 24.04.2015 (ημερομηνία αποστολής του προεκτιθέμενου τιμολογίου προς πληρωμή), άλλως από την επίδοση της αγωγής.
- IV. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση, κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 9, 10, 12 παρ. 1 και 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον [άρθρα 25 παρ. 2 και 33 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1, 2 και 3Β περ. ε’, ιβ’ Ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς, εφόσον η πραγματική έδρα της εναγόμενης εταιρείας, ήτοι ο τόπος όπου λειτουργούν τα γραφεία της και πράγματι ασκείται η διοίκηση των υποθέσεων αυτής με λήψη αποφάσεων των καταστατικών οργάνων της κλπ., βρίσκεται στη …, όπως συνάγεται ιδίως από τα περιεχόμενα στη δικογραφία έγγραφα, όπου αναφέρεται ως μόνη διεύθυνσή της (εναγομένης) η ευρισκόμενη επί των οδών … και … στη … εγκατάσταση, στην οποία άλλωστε διατηρεί νομίμως γραφείο κατά τις διατάξεις του Ν. 89/67, ενώ η ίδια (εναγομένη) πρότεινε από εκεί (…) στην ενάγουσα (ΑΚ 185) να αναλάβει την πρακτόρευση του προεκτιθέμενου πλοίου, ακολούθως δε περιήλθε σ’ αυτήν (ΑΚ 167) στο ίδιο μέρος (…) η αποδοχή της εν λόγω πρότασης εκ μέρους της τελευταίας (ΑΚ 189) και ως εκ τούτου συνήφθη η μεταξύ τους ένδικη σύμβαση (ΑΚ 192 – βλ. και ΕφΠειρ 262/2012 ΕΝΔ 2012. 269)], συνακολούθως δε έχει και δικαιοδοσία προς εκδίκαση της υπό κρίση διαφοράς (άρθρο 3 παρ. 1 ΚΠολΔ), απορριπτομένων των περί του αντιθέτου αιτιάσεων της εναγομένης. Περαιτέρω, η κρινόμενη αγωγή, η οποία αφορά σε ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, ήτοι σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας (Σ. Βρέλλη, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, 2001, σελ. 1-2, Ηλ. Κρίσπη, Ιδ. Διεθνές δίκαιο, σελ. 12), είναι ερευνητέα στο σύνολό της κατά το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο και ειδικότερα: α) ως προς την ενδοσυμβατική ευθύνη της εναγόμενης εταιρείας, ελλείψει έγκυρης επιλογής εφαρμοστέου εθνικού δικαίου από τα συμβαλλόμενα μέρη, κατ’ άρθρα 1 παρ. 1, 2, 4 παρ. 3 του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» (Ρώμη I) που τέθηκε σε ισχύ την 24-7-2008 και αφορά συμβάσεις που συνάπτονται μετά την 17-12-2009 (άρθρο 28 άνω Κανονισμού), ως το δίκαιο της χώρας που από το σύνολο των περιστάσεων της υπόθεσης (βλ. τα διαλαμβανόμενα ανωτέρω περί της κατά τόπον αρμοδιότητας του παρόντος Δικαστηρίου) προκύπτει ότι συνδέεται με την επίδικη σύμβαση προδήλως στενότερα από τη χώρα στην οποία η ενάγουσα (πάροχος υπηρεσίας) έχει την έδρα της (άρθρα 4.1.β’ και 19 παρ. 1 ανωτέρω Κανονισμού), και β) ως προς την επικαλούμενη αδικοπραξία, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1, 2 παρ. 1, 4 παρ. 3, 31 και 32 του Κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 11ης Ιουλίου 2007 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη II)», ως το δίκαιο της χώρας με την οποία, κατά τα μνημονευόμενα ανωτέρω περί της ενδοσυμβατικής ευθύνης της εναγομένης, εμφανίζει προδήλως στενότερο δεσμό από τη χώρα που επήλθε η ζημία (Μπαχάμες) η επικαλούμενη από την ενάγουσα αδικοπραξία (βλ. άρθρο 4 παρ. 3 εδ. β’ άνω Κανονισμού). Περαιτέρω, είναι ορισμένη και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 648, 653, 654, 721, 722, 340, 345, 346 ΑΚ, 907, 908 KΠολΔ, πλην του εξ αδικοπραξίας κονδυλίου της και ειδικότερα καθ’ ο μέρος ζητείται η επιδίκαση του ποσού των 2.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης την οποία η ενάγουσα επικαλείται ότι υπέστη από τη μη απόδοση του προαναφερθέντος ποσού των 20.149,17 ΔολΗΠΑ, το οποίο κρίνεται απορριπτέο ως μη νόμιμο, δεδομένου ότι η αποδιδόμενη με την αγωγή στην εναγόμενη εταιρεία παραβίαση της εν λόγω ενοχικής της υποχρέωσης έναντι της ενάγουσας δεν θεμελιώνει από μόνη της αδικοπραξία κατ’ άρθρο 914 ΑΚ και δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς την επίδικη σύμβαση, στα πλαίσια της οποίας ενήργησε αποκλειστικά η εναγομένη (ΕφΔυτΜακ 44/2011 Αρμεν. 2012. 1274, ΕφΘεσ 2112/2006 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Πρέπει, επομένως, καθ’ ο μέρος κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη η αγωγή, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι, για το παραδεκτό της συζήτησής της: α) έχει καταβληθεί το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις ανάλογες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ’ αριθ. … …παράβολο της ΓΓΠΣ, σε συνδυασμό με την από 2-10-2017 απόδειξη είσπραξη; Της τράπεζας …) και β) για το παραδεκτό των διαδικαστικών πράξεων της κατάθεσης της αγωγής και των προτάσεων έχουν κατατεθεί το με αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών ΔΣΠ (κατάθεση αγωγής) και τα με αριθ. … και … γραμμάτια προκαταβολής εισφορών ΔΣΠ (κατάθεση προτάσεων) κατ’ άρθρο 61 παρ. 4 Ν. 4194/2013 (παράρτημα I και III), όπως η παρ. 4 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 8 Ν. 4205/2013.
Από την εκτίμηση των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, καθώς και της με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης του … του Ν., ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, που προσκομίζει και επικαλείται η ενάγουσα, μετά από νομότυπη κλήτευση της εναγομένης (βλ. τη με αριθμό … έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών, …, κατ’ άρθρο 421 επ., σε συνδυασμό με άρθρο 238 ΚΠολΔ, αποδεικνύονται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα αλλοδαπή εταιρία, με έδρα το … των Νήσων … ασχολείται με την παροχή υπηρεσιών πρακτόρευσης και εν γένει αντιπροσώπευσης και με τον εφοδιασμό πλοίων, η δε εναγόμενη εταιρία, διατηρεί νομίμως γραφείο στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 89/1967 και ασχολείται με την εκμετάλλευση και τη διαχείριση πλοίων. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η εναγομένη στα πλαίσια της ανωτέρω δραστηριότητας της ανέλαβε την διαχείριση του υπό σημαία Λιβερίας φορτηγού πλοίου «…» (πρώην …), Νηολογίου Μονρόβιας Λιβερίας (αριθ. …), ΚΟΧ 38972, με αριθμό IMO 9171266 και ΔΔΣ D5AV2, πλοιοκτησίας της εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην …. Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι το ανωτέρω (φ/γ) πλοίο φόρτωσε από την Ρωσία 52.000 τόνους χαλύβδινων πλακών με προορισμό και λιμάνι εκφόρτωσης τον λιμένα της Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ. Στο εν λόγω φορτίο και προς τον σκοπό ασφαλούς προφύλαξης και στήριξης στην μεταφορά του, τοποθετήθηκαν επιστρωματικά στο κατάστρωμα και στις χαλύβδινες πλάκες, ξύλινοι δοκοί (μαδέρια). Όμως, κατά την άφιξη του πλοίου στον λιμένα της Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ και ενώ εκφορτώθηκε το σύνολο του φορτίου (των χαλύβδινων πλακών), απαγορεύτηκε η εκφόρτωση περί των 220-300 κυβικών μέτρων των ανωτέρω ξύλινων δοκών (μαδεριών), διότι οι τοπικές λιμενικές αρχές του λιμένος της Φιλαδέλφεια διαπίστωσαν μόλυνση εντός των ξύλινων δοκών με ειδικό επικίνδυνο ασιατικό έντομο, τύπο σκαθαριού (long horned wood boring beetle). Έτσι, το ανωτέρω (φ/γ) πλοίο μη μπορώντας δια απαγορευτικής διάταξης να εκφορτώσει πουθενά αλλού εντός των χωρικών υδάτων των ΗΠΑ και σε κανένα εκ των πλησιέστερων λιμένων της, τα ανωτέρω μολυσμένα ξύλινα μαδέρια, αναχώρησε, την 1η Απριλίου 2015 για το επόμενο λιμάνι προορισμού, που ήταν η Ν. Ορλεάνη ΗΠΑ για φόρτωση νέου φορτίου. Εξάλλου, η εναγόμενη μέσω της συνεργαζόμενης ανταποκρίτριας εταιρείας της ενάγουσας στην Ελλάδα με την επωνυμία «…», συνήψε με την ενάγουσα σύμβαση πρακτορείας, δυνάμει της οποίας η ενάγουσα ανέλαβε έναντι αμοιβής την υποχρέωση ως ναυτικός πράκτορας να συντονίσει και να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για την εκφόρτωση των ανωτέρω ξύλινων δοκών σε οποιοδήποτε λιμένα εκτός ΗΠΑ, κατά τον πλου του ανωτέρω πλοίου από το λιμάνι της Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ στο Λιμάνι της Ν. Ορλεάνης των ΗΠΑ. Μάλιστα, στο από 1-4-2015 μήνυμα-πρόταση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail), που απέστειλε η εναγομένη στην ανωτέρω ανταποκρίτρια της ενάγουσας προς σύναψη της ανωτέρω συμβάσεως, ρητώς αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «Σε συνέχεια της τηλεφωνικής μας επικοινωνίας παρακαλώ σημειώσατε ότι είμαστε διαχειριστές του προαναφερθέντος πλοίου.». Από το ανωτέρω μήνυμα- πρόταση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κατά ρητή δήλωση της εναγομένης προς την ενάγουσα προκύπτει ότι η εναγομένη συνεβλήθη με την ενάγουσα, κατά τα ανωτέρω, υπό την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας του προαναφερθέντος πλοίου, ενεργούσα ως αντιπρόσωπος, επ’ ονόματι και για λογαριασμό της προαναφερθείσας πλοιοκτήτριας εταιρίας. Η ανωτέρω κρίση του Δικαστηρίου ενισχύεται, εξάλλου, από το γεγονός ότι η εναγομένη εμφανιζόταν – όπως είναι γνωστό και στην ενάγουσα – ως αλλοδαπή εταιρία που έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 89/1967, όπως συνήθως συμβαίνει στην πράξη με τις εταιρίες που διαχειρίζονται και αντιπροσωπεύουν τα πλοία «μονοβάπορων» πλοιοκτητριών εταιρειών, η δε ενάγουσα, όπως διαλαμβάνεται στην υπό κρίση αγωγή της, δραστηριοποιείται επαγγελματικώς στο ναυτιλιακό χώρο, παρέχοντας υπηρεσίες ναυτικής πρακτόρευσης και εν γένει αντιπροσώπευσης πλοίων, σε όλο τον κόσμο, και εντεύθεν κρίνεται ότι γνώριζε τα σχετικά ζητήματα με τη λειτουργία των ναυτιλιακών επιχειρήσεων και των διαχειριστριών εταιρειών, με αποτέλεσμα να μην καταλείπεται, αντικειμενικά, ουδεμία εύλογη αμφιβολία αναφορικά με τη γνώση της και περί της ιδιότητας υπό την οποία ενήργησε η αντισυμβαλλόμενή της, εναγομένη. Κατ’ ακολουθίαν και σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην αμέσως προπαρατεθείσα νομική σκέψη, αποδείχθηκε ότι η επίδικη σύμβαση συνήφθη από την εναγομένη ως αντιπρόσωπου, επ’ ονόματι και για λογαριασμό της προαναφερθείσας πλοιοκτήτριας εταιρίας. Η σχηματισθείσα, μάλιστα, ως άνω πεποίθηση του Δικαστηρίου περί των αποδεικτέων πραγματικών περιστατικών ενισχύεται τέλος και από την επωνυμία της εναγομένης στην οποία περιέχεται η λέξη «…», που παραπέμπει στην έννοια του διαχειριστή πλοίου. Εφόσον, λοιπόν, η διαχειρίστρια -εναγομένη ενήργησε στο όνομα και για λογαριασμό της ανωτέρω πλοιοκτήτριας εταιρείας, δεν καθίσταται υποκείμενο της ένδικης συμβάσεως που καταρτίστηκε με την προαναφερόμενη ιδιότητά της και, κατ’ επέκταση, δεν ενέχεται η ίδια για την εκπλήρωσή της, γενομένης δεκτής ως βάσιμης κατ’ ουσίαν της ερειδόμενης στις διατάξεις του άρθρου 211 του ΑΚ, σχετικής ενστάσεώς της εναγομένης. Κατόπιν όλων των ανωτέρω, πρέπει η αγωγή, να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης, κατόπιν και του σχετικού αιτήματός της, σε βάρος της ενάγουσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την ενάγουσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εναγομένης, τα οποία καθορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση, στις -6-2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιών τους δικηγόρων.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ