ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 3733/2017
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Τακτική Διαδικασία)
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αλεξάνδρα Μητσοπούλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Χαρίλαο Παππά, Πρωτοδίκη – Εισηγητή, Νικόλαο Πολυζωγόπουλο, Πρωτοδίκη, και από την Γραμματέα Βασιλική Αναγνωστοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 24-1-2017, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Α. ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: Α. Μ., δικηγόρου, ενεργούντος ως συνδίκου πτωχεύσεως της ναυτιλιακής εταιρείας με την επωνυμία «… με καταστατική έδρα στην Λ. και πραγματική έδρα Β., νόμιμα εκπροσωπούμενης, ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως με την ιδιότητά του ως δικηγόρου.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία …., η οποία εδρεύει Α. και εκπροσωπείται νόμιμα, ως ειδικής διαδόχου της Κυπριακής Δημόσιας Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης με την επωνυμία «CYPRUS POPULAR BANK PUBLIC CO LTD», που είχε έδρα στην Λ. Κ., ενεργούσας δια του υποκαταστήματός της που είχε εγκαταστήσει στην Ελλάδα με την εμπορική επωνυμία – διακριτικό τίτλο «…» και «MARFIN EGNATIA BANK», με διεύθυνση φορολογικής εγκατάστασης στην Θεσσαλονίκη και διεύθυνση αλληλογραφίας στο Μαρούσι, νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της, Γεωργίου Λαμπρόπουλου.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 13-10-2015 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με γενικό αριθμό κατάθεσης … και με αριθμό κατάθεσης …, προσδιορίσθηκε, μετά από αναβολές κατά τις δικασίμους της 19ης Ιανουαρίου 2016 και 11ης Οκτωβρίου 2016, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.
Β. ΤΗΣ ΑΝΑΚΟΙΝΩΝΟΥΣΑΣ ΔΙΚΗ – ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία …., η οποία εδρεύει Α. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της, Γεωργίου Λαμπρόπουλου.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΙΚΗΣ – ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ: Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία …, καθολική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία … κατόπιν διασυνοριακής συγχώνευσης δι’ απορροφήσεως της δεύτερης από την πρώτη), που εδρεύει στην Λ. Κ., νομίμως εκπροσωπούμενης από την Ειδική Διαχειρίστρια Α. Ζ. και έχει διορίσει αντίκλητο στην Ελλάδα τη Δικηγορική Εταιρεία με την επωνυμία «… που εδρεύει Α., η οποία δεν παραστάθηκε.
Η ανακοινώνουσα δίκη – προσεπικαλούσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 14-9-2016 ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση, που κατατέθηκε με γενικό αριθ. κατ. … και με ειδικό αριθ. κατ. …, προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο ενάγων και ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εναγομένης ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Οι υπ’ αριθ. καταθέσεως: α) … αγωγή και β) … ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση είναι προδήλως συναφείς μεταξύ τους, έχοντας σχέση κυρίου (αγωγή) και παρεπομένου (ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση), επιπλέον δε είναι εκκρεμείς ενώπιον του αυτού (παρόντος) Δικαστηρίου και υπάγονται στην ίδια (τακτική) διαδικασία. Πρέπει, επομένως, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 31 παρ. 1 και 246 του ΚΠολΔ, να διαταχθεί η ένωση και συνεκδίκασή τους, αφού, κατά τον τρόπο αυτό, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, ενώ επέρχεται και μείωση των εξόδων.
Κατά τις διατάξεις των άρθρων 91 παρ. 2 και 89 του ΚΠολΔ τόσο η ανακοίνωση δίκης όσο και η προσεπίκληση ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την αγωγή και κοινοποιούνται στον προς ον η ανακοίνωση τρίτο και στον προσεπικαλούμενο. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 271 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ [όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 29 του ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α΄ 165/25-07-2011)], προκύπτει ότι, αν κατά τη συζήτηση της αγωγής δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί αλλά δεν λάβει μέρος σ’ αυτήν κανονικά ο εναγόμενος, το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση επιδόθηκαν σε αυτόν νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκαν εμπρόθεσμα, το δικαστήριο κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση. Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 94, 96, 97 ΚΠολΔ και εκείνων των άρθρων 142 και 143 του ίδιου Κώδικα προκύπτει ότι η επίδοση προς διάδικο μπορεί να γίνεται και προς το νόμιμα διορισμένο αντίκλητό του, εφόσον εξακολουθεί να έχει αυτή την ιδιότητα. Ο διορισμός αντικλήτου γίνεται, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 142 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ, είτε με δήλωση ενώπιον του γραμματέα του πρωτοδικείου της κατοικίας του διαδίκου είτε με ρήτρα σε σύμβαση (που καλύπτει μόνο τις σχετικές με τη σύμβαση αυτή πράξεις). Επίσης, έχει την ιδιότητα του αντικλήτου και ο νόμιμα διορισμένος πληρεξούσιος δικηγόρος, στον οποίο μπορούν να γίνονται μόνον οι επιδόσεις που ανάγονται στη δίκη για την οποία είναι πληρεξούσιος, συμπεριλαμβανομένης και της επίδοσης της οριστικής απόφασης. Η ιδιότητα του λήπτη της επίδοσης ως αντικλήτου, που σύμφωνα με τον ερμηνευτικό κανόνα του άρθρου 212 ΑΚ δεν τεκμαίρεται, εξετάζεται από το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως. Επομένως, ο επικαλούμενος επίδοση σε αντίκλητο του διαδίκου, φέρει το βάρος επικλήσεως και αποδείξεως της ιδιότητάς του αυτής (αντικλήτου), με ένα από τους καθοριζόμενους νόμιμους τρόπους διορισμού του και συνεπώς οποιοσδήποτε άλλος τρόπος δεν είναι έγκυρος, ενώ η επίδοση σε πρόσωπο που δεν έχει την ιδιότητα του αντικλήτου είναι ανυπόστατη (ΑΠ 841/2015 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», 1169/2014 ΧρΙδΔ 2015. 34). Τέλος, η έκθεση επίδοσης δεν αποτελεί, ενόψει των ρυθμίσεων των άρθρων 438 και 440 ΚΠολΔ, πλήρη απόδειξη ως προς την αποτελούσα προϋπόθεση για τη νομιμότητα αυτής σημειούμενη ιδιότητα του προσώπου στον οποίο έγινε η επίδοση ως αντικλήτου, αφού η κτήση της ιδιότητας αυτής δεν ήταν από τη φύση της απότοκη ενέργειας του δικαστικού επιμελητή ή έγινε ενώπιον του ούτε όφειλε αυτός να διαπιστώσει αν το πρόσωπο που αναφέρεται είχε καταστεί αντίκλητος (ΑΠ 386/2003 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Στην προκείμενη περίπτωση, με επίσπευση της εναγομένης – ανακοινώνουσας τη δίκη – προσεπικαλούσας φέρεται προς συζήτηση η από 14-9-2016 ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση, που κατατέθηκε με γενικό αριθ. κατ. … και με ειδικό αριθ. κατ. … και προσδιορίστηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο. Η καθ’ ης η ανακοίνωση της δίκης – προσεπίκληση όμως δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του οικείου πινακίου. Όπως προκύπτει δε από την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών, Β. … την οποία προσκομίζει με επίκληση η ανακοινώνουσα τη δίκη – προσεπικαλούσα, ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της ανακοίνωσης της δίκης – προσεπίκλησης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο επιδόθηκε προς τη δικηγορική εταιρεία με την επωνυμία «… ως αντίκλητο της καθ’ ης η ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση. Εντούτοις, δεν αποδείχθηκε νόμιμος διορισμός της ως άνω δικηγορικής εταιρείας ως αντικλήτου, σύμφωνα με το άρθρο 142 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ, με την προσκόμιση αντιγράφου της κατ’ άρθρο 142 παρ. 1 ΚΠολΔ έκθεσης διορισμού της στη γραμματεία του Πρωτοδικείου Αθηνών, ως αφορώσας εταιρεία εδρεύουσα στο εξωτερικό, ούτε με ρήτρα σε σύμβαση, που να καλύπτει μόνο τις σχετικές με τη σύμβαση αυτή πράξεις, ενώ ουδόλως προσδιορίζεται στην ως άνω έκθεση επίδοσης ούτε η ανακοινώνουσα τη δίκη – προσεπικαλούσα επικαλείται τον τρόπο, με τον οποίο η δικηγορική εταιρεία με την επωνυμία «…» κατέστη αντίκλητος της καθ’ ης η ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση, ώστε να τυγχάνει νόμιμη η επίδοση σε αυτή, η αναφερόμενη δε στην εν λόγω έκθεση επίδοσης ιδιότητα της τελευταίας ως αντικλήτου δεν αποτελεί, σύμφωνα και με τα εκτεθέντα στην προηγηθείσα μείζονα σκέψη της παρούσας, ενόψει των ρυθμίσεων των άρθρων 438 και 440 ΚΠολΔ, πλήρη απόδειξη προς τούτο, της πλημμέλειας ταύτης εξεταζόμενης αυτεπαγγέλτως υπό του Δικαστηρίου. Κατόπιν αυτών και αφού δεν αποδεικνύεται νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της καθ’ ης η ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση από την αντίδικό της και επισπεύδουσα τη συζήτηση, δεδομένου ότι η επίδοση προς πρόσωπο, για το οποίο δεν αποδείχθηκε ότι είχε την προς τούτο ιδιότητα του αντικλήτου, είναι ανυπόστατη, πρέπει, μετά από αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου κατά τη διάταξη του άρθρ. 271 παρ. 2 του ΚΠολΔ, να κηρυχθεί απαράδεκτη η συζήτηση της ανακοίνωσης της δίκης – προσεπίκλησης. Προκαταβλητέο παράβολο για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας εκ μέρους της καθ’ ης η ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση δεν ορίζεται, διότι, ναι μεν με το προαναφερόμενο τακτικό ένδικο μέσο προσβάλλονται και μη οριστικές αποφάσεις, όπως η παρούσα, υπό την προϋπόθεση όμως της συνδρομής εννόμου συμφέροντος προς τούτο, το οποίο δεν υφίσταται εν προκειμένω (βλ. και ΕφΑθ 975/1983 ΕλλΔνη 24. 1014). Τέλος, δεν θα επιδικασθεί δικαστική δαπάνη, λόγω του μη οριστικού χαρακτήρα της απόφασης που κηρύσσει το απαράδεκτο της συζήτησης (ΑΠ 649/1996 ΕλλΔνη 39. 1555).
Από τις διατάξεις των άρθρων 291 και 292 ΑΚ και 6 παρ. 1 του Ν. 5422/1932 συνάγεται ότι, όταν συνομολογήθηκε νόμιμα οφειλή σε ξένο νόμισμα, ο δανειστής, ενασκώντας με την αγωγή την αξίωσή του, μπορεί να ζητήσει να του καταβληθεί το ισάξιο σε δραχμές (ήδη σε ευρώ) του αλλοδαπού νομίσματος κατά την ημέρα κατά την οποία πράγματι γίνεται η πληρωμή, όχι δε και κατά το χρόνο της λήξης ή κάποιον άλλον χρόνο. Μετά την αντικατάσταση της δραχμής, ως εθνικού νομίσματος, με το ευρώ, η οποία έλαβε χώρα την 1η Ιανουαρίου 2002, σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν. 2842/2000, οι ανωτέρω οφειλές εξοφλούνται σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ και αλλοδαπού νομίσματος κατά την ημέρα της εξόφλησης. Σ’ αυτή την τιμή, σύμφωνα με το ίδιο ως άνω άρθ. 6 παρ. 1 του Ν. 5422/1932, αποδίδονται και οι σε συνάλλαγμα τραπεζικές καταθέσεις, ενώ, κατά την παρ. 3 του εν λόγω άρθρου, μεταφορά των σε συνάλλαγμα καταθέσεων από τράπεζα σε τράπεζα επιτρέπεται, κατόπιν αιτήσεως του καταθέτη, μόνον αν μετατραπούν αυτές σε δραχμές (ήδη σε ευρώ) με τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ και αλλοδαπού νομίσματος κατά την ημέρα της μεταφοράς. Οι εν λόγω διατάξεις, μάλιστα, εφαρμόζονται στις αξιώσεις που στηρίζονται απευθείας στο νόμο και στις έγκυρες συμβατικές οφειλές σε ξένο νόμισμα (βλ. και ΑΠ 678/2010, 698/2006 αμφότερες σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», 1349/1997 ΔΕΕ 1998. 729). Στην προκείμενη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή του, ο ενάγων εκθέτει ότι, δυνάμει της υπ’ αριθ. … αποφάσεως του παρόντος Δικαστηρίου, κηρύχθηκε σε κατάσταση πτώχευσης η εταιρεία με την επωνυμία «… που είχε καταστατική έδρα στην Λ. και πραγματική έδρα Β. Αττικής, με την ίδια δε απόφαση ορίσθηκε ημερομηνία παύσης πληρωμών της ως άνω εταιρείας η 1η Ιανουαρίου 2012 και ορίσθηκε ημέρα συνελεύσεως εικαζομένων πιστωτών και εκλογής επιτροπής πιστωτών η 9η Ιανουαρίου 2013, ενώ ο ίδιος (ενάγων) διορίσθηκε σύνδικος πτωχεύσεώς της (εταιρείας). Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά και επικαλούμενος περαιτέρω τη μεταξύ της πτωχεύσασας εταιρείας «…» και της τραπεζικής εταιρείας «…» (ειδική διάδοχος της οποίας είναι η εναγόμενη τραπεζική εταιρεία) συναφθείσα σύμβαση (ανώμαλης) παρακαταθήκης (το χαρακτήρα της οποίας φέρει η κατάθεση χρημάτων σε τράπεζα), ζητεί (ως μη δικαιούχος διάδικος, άρθρα 534 του προϊσχύσαντος πτωχευτικού δικαίου και 17 του ν. 3588/2007 σε συνδ. με άρθ. 62 ΚΠολΔ) να υποχρεωθεί η εναγομένη με προσωρινά εκτελεστή απόφαση να μεταφέρει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, στον ειδικό λογαριασμό που έχει ανοιχθεί από τον ίδιο (ενάγοντα) στην τράπεζα … με αριθμό … στο όνομα της πτωχεύσασας ως άνω εταιρείας, το ποσό των 291.355,15 δολ. ΗΠΑ, στο οποίο ανέρχονταν την 1η Δεκεμβρίου του 2012 οι καταθέσεις στον υπ’ αριθ. … λογαριασμό που διατηρεί η τελευταία (πτωχεύσασα εταιρεία) σ’ αυτή (εναγομένη), πρώην «…» (Ναυτιλιακό Υποκατάστημα), με τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ και δολ. ΗΠΑ (1,137) κατά την ημέρα κατάθεσης της ένδικης αγωγής (13-10-2015), ήτοι το ποσό των 256.249,03 ευρώ. Με τα ανωτέρω ως περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 9, 10, 12 παρ. 1, 14 παρ. 2, 18 και 221 παρ. 1β ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρο 25 παρ. 2 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 Ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), πρέπει όμως να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμη, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην αμέσως προπαρατεθείσα μείζονα πρόταση, διότι η επικαλούμενη μεταφορά του προεκτιθέμενου ποσού δολαρίων Η.Π.Α. επιτρέπεται να λάβει χώρα με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ και δολαρίου Η.Π.Α. κατά την ημέρα της μεταφοράς και όχι κατά την ισοτιμία 1 ευρώ = 1,137 δολ. ΗΠΑ, όπως αυθαιρέτως την υπολογίζει ο ενάγων στο δικόγραφο, αιτούμενος το αντίστοιχο ποσό ευρώ. Σημειώνεται ότι δυνατότητα του Δικαστηρίου να εκτιμήσει ότι στο αγωγικό αιτητικό εμπεριέχεται, εμμέσως ή σιωπηρώς, και το νόμιμο αίτημα για υπολογισμό της ισοτιμίας κατά το χρόνο της μεταφοράς του ποσού των 291.355,15 δολ. ΗΠΑ στον προαναφερθέντα ειδικό λογαριασμό που έχει ανοιχθεί στην τράπεζα … – υπό την έννοια ότι στο μείζον περιέχεται το έλασσον κατ’ άρθρο 223 εδ. β΄ ΚΠολΔ – θα υπήρχε μόνο αν ήταν δεδομένο ότι κατ’ αυτόν (χρόνο της μεταφοράς) η έναντι του ευρώ αξία του δολαρίου θα είναι μικρότερη από εκείνη που υπολογίζει ο ενάγων, το οποίο όμως είναι αβέβαιο (πρβλ. ΑΠ 1381/1997 ΕλλΔνη 1998. 326, ΕφΠειρ 145/2011 ΠειρΝομ 2011. 194). Τέλος, πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης, κατόπιν και του σχετικού αιτήματός της, σε βάρος του ενάγοντος, λόγω της ήττας του (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την ένωση και συνεκδίκαση: α) της από 13-10-2015 με γενικό αριθμό κατάθεσης … και με αριθμό κατάθεσης … αγωγής και β) της από 14-9-2016 με γενικό αριθ. κατ. … και με ειδικό αριθ. κατ. … ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση, ερήμην της καθ’ ης η ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση και κατ’ αντιμωλίαν των λοιπών διαδίκων.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ απαράδεκτη τη συζήτηση της ανακοίνωσης δίκης – προσεπίκλησης σε αναγκαστική παρέμβαση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον ενάγοντα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εναγομένης, τα οποία ορίζει στο ποσό των πέντε χιλιάδων οκτακοσίων (5.800,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις 21-7-2017 και δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, απόντων των μετεχόντων της δίκης, στις 31-7-2017.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ