ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα Ναυτικών Διαφορών
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 3016/2018
(ΓΑΚ/ΕΑΚ …)
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τακτική Διαδικασία
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Αντώνιο Σβύνο, Προέδρο Πρωτοδικών, Γεώργιο Παντελίδη, Πρωτοδίκη, Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη-Εισηγήτρια, και από τη Γραμματέα Μαρία Κουτουκάκη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 15η Μαΐου 2018 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της εταιρίας με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «…», με ΑΦΜ … ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιώς, που εδρεύει στον Πειραιά (…) και εκπροσωπείται νόμιμα,για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της, δυνάμει του από 5.3.2018 πληρεξούσιου του Γ. Κ., Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της, Φώτιος Βέργος του Αναστασίου (ΑΜ/ΔΣΠ … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ), κάτοικος Πειραιά, οδός …, και η οποία κατά τη συζήτηση της υπόθεσης εκπροσωπήθηκε από τον ίδιο ως άνω πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της εδρεύουσας στη … (…) και διατηρούσας κατάστημα στον Π……… (…) εταιρίας με την επωνυμία «…», όπως εκπροσωπείται νόμιμα,για την οποία δεν προκατέθεσε προτάσεις πληρεξούσιος δικηγόρος ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 21.11.2017 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου υπ’ αριθ. κατάθεσης … και, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπει το άρθρο 237 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4335/2015, προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, η οποία ορίστηκε δυνάμει της από 17.4.2018 πράξης ορισμού σύνθεσης και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης, οπότε και γράφτηκε στο πινάκιο με πρωτοβουλία του αρμόδιου Γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 237 ΚΠολΔ.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται παραπάνω.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθήνας, που έχει την έδρα του στο Πρωτοδικείο Αθηνών, Γ. Ψ., με την κάτωθι αυτής από 28.11.2017 απόδειξη παράδοσης αντιγράφου του θυροκολληθέντος εγγράφου στα χέρια του αρμόδιου αξιωματικού υπηρεσίας του Α.Τ. Πειραιώς, απόντος του Διοικητή αυτού, και την ταυθήμερη βεβαίωση περί ταχυδρομικής αποστολής αντιγράφου του θυροκολληθέντος εγγράφου, την οποία προσάγει με επίκληση η ενάγουσα, αποδεικνύεται ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, με την πράξη κατάθεσης και ορισμού προθεσμίας κατάθεσης προτάσεων εντός 100 ημερών, επιδόθηκε στην εναγόμενη νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 122 παρ. 1, 123, 126 παρ. 1 γ΄, 129 παρ. 1,2, 128 παρ. 4, σε συνδυασμό με τα άρθρα 215 παρ. 2, 226 παρ. 1 και 237 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν.4335/2015). Επομένως, η εναγόμενη πρέπει να δικασθεί ερήμην (άρθρο 271 παρ. 1 και 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 237 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν. 4335/2015).
Η σύμβαση για την παραχώρηση θέσης σε λιμένα, δηλαδή τμήματος του χώρου αυτού, για την πρόσδεση του πλοίου, έναντι χρηματικού ανταλλάγματος, διέπεται από τις διατάξεις για τη σύμβαση μίσθωσης πράγματος (άρθρα 574 επ. του ΑΚ) και οι συναφείς με αυτή διαφορές είναι ιδιωτικού δικαίου (βλ. ΑΠ 998/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 303/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 734/2013 ΔΕΕ 2014.984, ΕφΠειρ 605/2010 ΔΕΕ 2011.220). Εξάλλου, στο ειδικό τμήμα ναυτικών διαφορών που συστάθηκε στο Πρωτοδικείο Πειραιά με βάση το άρθρο 51 παρ. 1, 2 και 3 του Ν. 2172/1993, εκδικάζονται οι ναυτικές διαφορές, που είναι οι ιδιωτικές διαφορές που πηγάζουν από πράξεις του θαλασσίου εμπορίου καθώς επίσης και τη χρησιμοποίηση λειτουργία ή ναυσιπλοΐα πλοίου ή την παροχή εργασίας σ’ αυτό και που προσδιορίζονται μεν, ορισμένες από αυτές, αλλά κατά τρόπο απλώς ενδεικτικό και όχι περιοριστικό (άρθρο 51 παρ. 3 Β Ν. 2172/1993). Η διατύπωση στην παράγραφο 3Α του άρθρου 51 είναι ευρύτατη. Αναφέρεται σε όλες τις ιδιωτικές διαφορές οι οποίες πηγάζουν από πράξεις του θαλασσίου εμπορίου κ.λπ. Ο όρος «πηγάζουν» παραπέμπει στις ανωτέρω πράξεις ως συμβάντα του κοινωνικού βίου από τα οποία πηγάζουν άμεσα ή έμμεσα ναυτικές διαφορές. Δεν έχει σημασία ποια είναι η νομική βάση της αξίωσης της οποίας ζητείται δικαστική προστασία, αρκεί για τη δικαστική εκτίμηση της διαφοράς ότι πρέπει να κριθούν και ζητήματα τα οποία συνδέονται με τις ανωτέρω πράξεις και απαιτούν εξειδίκευση στις ιδιαιτερότητες του θαλασσίου εμπορίου, του πλοίου και της ναυτιλίας και μπορεί να προέρχονται από σύμβαση, εταιρική σχέση, αδίκημα ή εκ του νόμου. Συνεπώς, οποιαδήποτε και αν είναι η νομική βάση της διαφοράς, εφόσον η διαφορά αυτή πηγάζει υπό την ευρύτατη έννοια η οποία εκτέθηκε ανωτέρω ή έχει ως αιτία ένα από τα νομικά γεγονότα που απαριθμούνται στην παράγραφο 3Β του άρθρου 51 του Ν. 2172/1993, αποκτά χαρακτήρα ναυτικής διαφοράς και υπάγεται στην αρμοδιότητα των ναυτικών τμημάτων των Δικαστηρίων του Πειραιά και πρέπει να εκδικασθεί από αυτά, ώστε να κριθεί από Δικαστή με αντίληψη των ιδιαιτεροτήτων των εν λόγω διαφορών και δυνατότητα να κρίνει και τις υπόλοιπες διαστάσεις της διαφοράς (βλ. ΕφΠειρ 253/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, με παραπομπές σε θεωρία). Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 14 παρ. 1 περ. β΄, 16 αριθ. 1 και 614 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους από το άρθρο 1 άρθρο πρώτο παρ. 3,2 και άρθρο τέταρτο του Ν. 4335/2015 αντίστοιχα, συνάγεται ότι το μονομελές πρωτοδικείο είναι αρμόδιο (εφόσον λόγω ύψους συμφωνημένου μηνιαίου μισθώματος δεν είναι αρμόδιο το ειρηνοδικείο) να δικάσει κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 591, 614 εδ. α΄, 615-620 ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους από το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν. 4335/2015), κάθε μισθωτική διαφορά, ήτοι τις κύριες ή παρεπόμενες διαφορές από μίσθωση κάθε είδους πράγματος ή άλλου προσοδοφόρου αντικειμένου ή από επίμορτη αγροληψία.Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 591 παρ.1 ΚΠολΔ, όπως το άρθρο αυτό ισχύει με τον ως άνω Ν.4335/2015, «Τα άρθρα 1 έως 590 εφαρμόζονται και στις ειδικές διαδικασίες, εκτός αν αντιβαίνουν προς τις ειδικές διατάξεις των διαδικασιών αυτών». Στη δε παράγραφο 6 του ίδιου άρθρου, ορίζεται ότι «Αν η υπόθεση δεν υπάγεται στη διαδικασία κατά την οποία έχει εισαχθεί, το δικαστήριο αποφαίνεται γι’ αυτό αυτεπαγγέλτως και διατάζει την εκδίκαση της υπόθεσης κατά τη διαδικασία σύμφωνα με την οποία δικάζεται». Περαιτέρω, σύμφωνα με τα άρθρα 46 και 47 ΚΠολΔ, όπως ισχύουν με τον προαναφερόμενο νόμο, ορίζεται στην πρώτη περίπτωση(άρθρο 46) ότι «Αν το δικαστήριο δεν είναι καθ’ ύλην ή κατά τόπον αρμόδιο, αποφαίνεται γι’ αυτό αυτεπαγγέλτως και προσδιορίζει το αρμόδιο δικαστήριο, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση. Η παραπεμπτική απόφαση, όταν τελεσιδικήσει, είναι υποχρεωτική, τόσο για την αναρμοδιότητα του δικαστηρίου, που παρέπεμψε, όσο και για την αρμοδιότητα του δικαστηρίου στο οποίο γίνεται η παραπομπή. Οι συνέπειες που έχει η άσκηση της αγωγής διατηρούνται», στη δε δεύτερη περίπτωση(άρθρο 47), ότι «Απόφαση πολυμελούς ή μονομελούς πρωτοδικείου δεν προσβάλλεται με ένδικο μέσο για το λόγο ότι η υπόθεση ανήκει στην αρμοδιότητα του κατώτερου δικαστηρίου. Το ίδιο εφαρμόζεται αναλόγως και για την απόφαση κατώτερου δικαστηρίου που παραπέμπει την υπόθεση σε ανώτερο». Η αληθινή έννοια της τελευταίας διάταξης, η οποία δε μεταβλήθηκε με την πρόσφατη ως άνω τροποποίηση, είναι ότι λειτουργεί μόνον ex post, οπότε σε συνδυασμό προς τη διάταξη του άρθρου 46 ΚΠολΔ, κατά την αυτεπάγγελτη έρευνα της υλικής αρμοδιότητας του δικαστηρίου, δεν επιτρέπεται στο Πολυμελές Πρωτοδικείο να παραβεί τις διατάξεις, οι οποίες καθορίζουν την αρμοδιότητά του, και να επιληφθεί υποθέσεων αρμοδιότητας του Μονομελούς Πρωτοδικείου ή Ειρηνοδικείου, αλλά, απλώς, απαγορεύεται η άσκηση ενδίκων μέσων κατά των σχετικών αποφάσεών του, χάριν της οικονομίας της δίκης και προκειμένου να αποτραπεί η ταλαιπωρία των διαδίκων με το να επαναρχίσουν τον δικαστικό αγώνα [Κεραμεύς/Κονδύλης/(-Νίκας), ΚΠολΔ Ι [2000] 46 αρ. 1 και 47 αρ. 2). Συναφώς, σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 591 παρ. 6 ΚΠολΔ, η οποία επίσης δε μετέβαλε το εννοιολογικό της περιεχόμενο με την τελευταία τροποποίηση, στην περίπτωση που το δικαστήριο στο οποίο εισάγεται μια διαφορά με εσφαλμένη διαδικασία είναι ταυτόχρονα και υλικά αναρμόδιο, παραπέμπει υποχρεωτικά την υπόθεση στο υλικά αρμόδιο δικαστήριο που θα εφαρμόσει την προσήκουσα διαδικασία[βλ. σχετ. ΠΠρΠατρ 421/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ· Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Ποδηματά), ΚΠολΔ ΙΙ (2000) 591 αρ. 9-10].
Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι διατηρεί ναυπηγείο στη Σ. με αντικείμενο δραστηριότητας τη ναυπήγηση, κατασκευή, επισκευή και συντήρηση παντός τύπου πλοίων, παράλληλα δε παρέχει υπηρεσίες ελλιμενισμού, φύλαξης και συντήρησης πλοίων έναντι ανταλλάγματος. Ότι με την εναγόμενη ναυτιλιακή εταιρία, η οποία έχει συνάψει την από 13.9.2012 συμφωνία εξυγίανσης με τους πιστωτές της, που επικυρώθηκε δυνάμει της 124/2013 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Βορείου Αιγαίου (άρθρα 106 επ. ΠτωχΚ), είχε καταρτίσει στις 26.8.2011 συμφωνίες μίσθωσης χώρων των εγκαταστάσεων των ναυπηγείων της στα Α. Σ.ς, για τον ελλιμενισμό και τη φύλαξη των εξής πλοίων πλοιοκτησίας της εναγομένης: α) του πλοίου «…», νηολογίου Σαλαμίνας υπ’ αριθ. .., με ΙΜΟ …, μήκους 140 μ., β) του πλοίου «… », νηολογίου Σαλαμίνας υπ’ αριθ. …, με ΙΜΟ 9210103, μήκους 112 μ. και γ) του πλοίου «…,.,», νηολογίου Σαλαμίνας υπ’ αριθ….., με ΙΜΟ 9234757, μήκους 103 μ. Ότι ένα εξάμηνο μετά τη δημοσίευση της ως άνω 124/2013 απόφασης η εναγόμενη της κοινοποίησε την από 23.7.2014 αναγγελία, με την οποία της γνωστοποιούσε ότι η συνολική απαίτηση της ενάγουσας από μισθώματα κ.λπ. των προαναφερθέντων πλοίων της, συνολικού ποσού, μέχρι τις 12.12.2013, 408.637,24 ευρώ, είχε περιοριστεί, δυνάμει της ανωτέρω απόφασης, στο ποσό των 81.727,448 ευρώ, αναγνώριζε δε τη σχετική οφειλή της, η οποία ήταν εξοφλητέα σε 48 μηνιαίες δόσεις των 1.702,66 ευρώ εκάστη, της πρώτης καταβλητέας στις 30.8.2014. Ακολούθως η ενάγουσα εκθέτει ότι, μολονότι τα πλοία της εναγόμενης παραμένουν ελλιμενισμένα στον χώρο των ναυπηγείων της, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της δεν της καταβάλλει τα μισθώματα, επικαλούμενη καταχρηστικά την ως άνω απόφαση, καθόσον τα δημιουργούμενα μετά την επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης χρέη δεν καλύπτονται από αυτήν, ήδη δε έχει εκδοθεί η 577/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων) που διέταξε τη συντηρητική κατάσχεση κάθε κινητής ή ακίνητης περιουσίας της ήδη εναγόμενης μέχρι του ποσού των 277.820 ευρώ, προς εξασφάλιση της τυγχάνουσας προνομιακής μεταχείρισης κατ’ άρθρο 205 αριθ. α΄ ΚΙΝΔ περιγραφόμενης αξίωσης της ενάγουσας από τα έξοδα φύλαξης και συντήρησης των ως άνω πλοίων στον χώρο της, ως τελευταίο λιμένα κατάπλου και παραμονής τους, για την οποία έχει ήδη ασκήσει ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την προγενέστερη από 28.4.2015 και με αριθ. κατάθεσης … αγωγή. Περαιτέρω ιστορεί ότι επί του πλοίου «…Ι» έχει επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση για λογαριασμό της «…» και ότι ως τιμή πρώτης προσφοράς για τον επισπευδόμενο πλειστηριασμό έχει οριστεί το ποσό των 4.500.000 ευρώ. Τέλος, εκθέτοντας ότι το ημερήσιο μίσθωμα για το ανωτέρω πλοίο έχει συμφωνηθεί για το χρονικό διάστημα μετά τις 12.12.2013 στο ποσό των 220 ευρώ, πλέον fireline 20 ευρώ, ήτοι συνολικά 240 ευρώ ημερησίως, πλέον ΦΠΑ, ισχυρίζεται ότι τής οφείλεται για τον ελλιμενισμό του: α) για το χρονικό διάστημα 29.4.2015 – 31.12.2015, το ποσό των 104.039,50 ευρώ, β) για το χρονικό διάστημα 1.1.2016 – 31.5.2016, το ποσό των 60.320,72 ευρώ, γ)για το χρονικό διάστημα 1.6.2016 – 31.12.2016, το ποσό των 58.360,50 ευρώ, δ) για το χρονικό διάστημα 1.1.2017 – 30.11.2017, το ποσό των 90.160 ευρώ, ήτοι συνολικά 312.880,72 ευρώ, όπως τα ποσά αυτά αναλύονται σε επιμέρους χρονικά διαστήματα και υπολογίζονται με βάση το ισχύον, κατά τα ανωτέρω, για το χρονικό διάστημα μετά την επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης μέχρι και την άσκηση της αγωγής, ημερήσιο μίσθωμα, καθώς και ότι έχουν εκδοθεί σχετικά τιμολόγια που έχουν αποσταλεί στην εναγόμενη, έναντι δε αυτών έχουν γίνει καταβολές συνολικού ύψους 20.000 ευρώ. Εξάλλου, η ενάγουσα εκθέτει ότι η εναγόμενη τής κατέβαλε τις 23 από τις ορισθείσες κατ’ εφαρμογή της προαναφερθείσας συμφωνίας εξυγίανσης 48 δόσεις, με συνέπεια να τής οφείλεται για την αιτία αυτή το ποσό των 14.174,56 ευρώ, ήτοι ποσοστό 33,3%επί των ανεξόφλητων (25) δόσεων συνολικού ποσού 42.566,25 ευρώ, όση και η αναλογία των οφειλόμενων εκ του πλοίου «…» στο συνολικά οφειλόμενο ποσό. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, η ενάγουσα ζητεί, κατόπιν τροπής του αγωγικού αιτήματος εν όλω από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό με τις προτάσεις της (άρθρα 223, 295 παρ. 1β, 297 ΚΠολΔ), ν’ αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγόμενης να της καταβάλει το συνολικό ποσό των (292.880,72 + 14.174,56 = ) 307.055,28 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της εκδόσεως εκάστου των ανωτέρω τιμολογίων ή της ημέρας κατά την οποία ήταν καταβλητέα η κάθε δόση, άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, να κηρυχθεί η παρούσα προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγόμενη στη δικαστική της δαπάνη. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση αγωγή ερείδεται, κατ’ ορθή εκτίμηση του περιεχομένου της, σε αξιώσεις που απορρέουν από καταρτισθείσα σύμβαση μίσθωσης (άρθρα 574 επ. ΑΚ), διότι, κατά τα επικαλούμενα στο αγωγικό δικόγραφο, τα συμβαλλόμενα μέρη απέβλεψαν με την ως άνω από 26.8.2011 σύμβαση ελλιμενισμού πρωτίστως στην παραχώρηση της χρήσης χώρων των εγκαταστάσεων των ναυπηγείων της ενάγουσας στα Α. της … για τον ελλιμενισμό του ανωτέρω σκάφους ως βασική υποχρέωση της ενάγουσας και όχι στη φύλαξη αυτού (σκάφους) ή την παροχή επιπρόσθετων υπηρεσιών εκ μέρους της (βλ. και ΕφΠειρ 847/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 734/2013 ό.π., ΕφΠειρ 605/2010 ό.π., ΕφΑθ 10868/1988 ΑρχΝ 1989.426). Επομένως, εσφαλμένα εισάγεται για συζήτηση σ’ αυτό το Δικαστήριο, το οποίο δεν είναι αρμόδιο, κατά την τακτική διαδικασία, η οποία δεν είναι η προσήκουσα, καθώς πρόκειται για μισθωτική διαφορά, σύμφωνα με τη νομική σκέψη που προηγήθηκε, με συνέπεια να υπάγεται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, με βάση το ύψος του συμφωνημένου μισθώματος, που υπερβαίνει κατά τ’ ανωτέρω το ποσό των 600 ευρώ μηνιαίως (άρθρο 14 παρ. 1β, 2 ΚΠολΔ), και να είναι εκδικαστέα κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών των άρθρων 591, 614 παρ. 1 και 615-620 ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4335/2015.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το παρόν Δικαστήριο, μετά από αυτεπάγγελτη έρευνα της αρμοδιότητας και της εφαρμοστέας διαδικασίας [βλ. σχετ. ΠΠρΑθ 367/2014, ΠΠρΑθ 604/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ· βλ. και Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Ποδηματά), ΚΠολΔ ΙΙ (2000) 591 αρ. 9], κηρύσσει εαυτό αναρμόδιο καθ’ ύλην και παραπέμπει την υπό κρίση αγωγή προς εκδίκαση στο αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπο (κατ’ άρθρο 25 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 Ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς, σύμφωνα με τ’ ανωτέρω εκτεθέντα στη μείζονα πρόταση) Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς – τμήμα ναυτικών διαφορών, δικάζοντος κατά την προσήκουσα ειδική διαδικασία των περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών(άρθρα 46 και 591 ΚΠολΔ). Τέλος, πρέπει να καθοριστεί το παράβολο για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας από την εναγόμενη (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας, καθόσον η ύπαρξη ή μη ειδικού εννόμου συμφέροντος για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας δεν κρίνεται από το παρόν Δικαστήριο, αλλά από το δικαστήριο που θα εκδικάσει την τυχόν ασκηθείσα ανακοπή ερημοδικίας, ερευνώντας το παραδεκτό της ανακοπής (ΟλΑΠ 15/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Διάταξη για τα δικαστικά έξοδα δεν θα περιληφθεί, παρόλο που η απόφαση που παραπέμπει την υπόθεση σε άλλο αρμόδιο δικαστήριο είναι οριστική (βλ. σχετ. ΕφΑθ 2340/2002 ΕλλΔνη 2002.1442), λόγω της ερημοδικίας της εναγόμενης, ελλείψει σχετικού αιτήματος (άρθρο 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εναγόμενης.
ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250,00) ευρώ.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ εαυτό αναρμόδιο καθ’ ύλην.
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την αγωγή προς εκδίκαση ενώπιον του αρμόδιου καθ’ ύλην και κατά τόπο Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς – τμήμα ναυτικών διαφορών, δικάζοντος κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 29 Μαΐου 2018 και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 29 Ιουνίου 2018.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ