ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης 5326/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΑΚ …/2018 – ΕΑΚ : …/2018
Αποτελούμενο από τoν Δικαστή Αθανάσιο Πανταζόπουλο, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίσθηκε νόμιμα από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 13 Νοεμβρίου 2018, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των διαδίκων:
ΕΝΑΓΟΥΣΑ: Η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία …., εδρεύουσα στη Γ. Αττικής, νομίμως εκπροσωπούμενη, η οποία προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α΄ του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, Νικολάου Αναγνωστόπουλου (Α.Μ. … του Δ.Σ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ), εξουσιοδοτηθέντος δυνάμει του υπ’ αριθμ. … συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου Συμβολαιογράφου Πειραιώς Μαρίας Νάκου από τους νόμιμους εκπροσώπους της ενάγουσας, Α. Π. και Μ. Γ..
ΕΝΑΓΟΜΕΝΗ : Η εταιρεία με την επωνυμία «…», εδρεύουσα τυπικώς στον … και πραγματικά εδρεύουσα, άλλως διατηρούσα γραφείο στον Π…… όπου και τα γραφεία της διαχειρίστριας εταιρείας, με την επωνυμία «…», όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α΄ του ΚΠολΔ και δεν παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο στο ακροατήριο.
H ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 12-3-2018 αγωγή της που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου …/2018 και ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου …/2018, η συζήτηση της οποίας (αγωγής), μετά το πέρας των προθεσμιών εκ της διάταξης του άρθρου 237 του ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε με την από 25-10-2018 έκθεση ορισμού δικασίμου του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Δυνάμει του ν. 2842/2000 (άρθρο 1) ορίστηκε ότι «από την 1-1-2001 το ευρώ αντικαθιστά τη δραχμή ως νόμισμα της Χώρας σύμφωνα με τους όρους των Κανονισμών (ΕΚ) 1103/97, (ΕΕ L 162/97), 974198 (ΕΕ L 139/98), 2866 (ΕΕ L 359/98) του Συμβουλίου, όπως ισχύουν κατά τις διατάξεις του παρόντος». Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 11 του ν. 5422/1932, όπως αυτή τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε μεταγενέστερα με τα άρθρα 3 του από 14.7.1932 ν.δ/τος το οποίο κυρώθηκε με το ν. 5665/1932, 2 του ν. 39/1936, 3 του ν. 300/1937, 4 του α.ν. 362/1945, ν. 994/1946 και ν. 2415/1953, απαγορεύεται η συνομολόγηση στην ημεδαπή υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα. Η απαγόρευση, όμως, αυτή δεν επεκτείνεται στις διεθνείς γενικά συναλλαγές και στις κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 740/1977, συμβάσεις που αναφέρονται οπωσδήποτε στην εκμετάλλευση πλοίων (Εφ Πειρ 546/2010, Νομος). Ακόμη από τις πιο διατάξεις σε συνδυασμό με τα άρθρα 291, 292 ΑΚ συνάγεται ότι όταν συνομολογήθηκε νόμιμα οφειλή σε ξένο νόμισμα, ο δανειστής ενασκώντας, με την αγωγή, την αξίωσή του, μπορεί να ζητήσει να του καταβληθεί το ισάξιο σε δραχμές (ήδη σε ευρώ) του αλλοδαπού νομίσματος κατά την ημέρα, κατά την οποία πράγματι γίνεται η πληρωμή, όχι δε και κατά τον χρόνο της λήξεως ή κάποιον άλλον χρόνο (ΑΠ 678/2010, Νομος, ΑΠ 698/2006, Νομος, ΑΠ 1349/1997, Νομος, ΕφΠειρ 287/2011, Νομος, ΕφΠειρ 35/2014, Νομος).
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 12-3-2018 αγωγή της που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου …/2018 και ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου …/2018, όπως αυτή διορθώθηκε ως προς το ύψος της ισοτιμίας του αλλοδαπού νομίσματος για τον υπολογισμό της αξίας του αντικειμένου της διαφοράς (άρθρο 9 ΚΠολΔ), η συζήτηση της οποίας (αγωγής), μετά το πέρας των προθεσμιών εκ της διάταξης του άρθρου 237 του ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε, με την από 25-10-2018 έκθεση ορισμού δικασίμου του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο. Όπως αποδεικνύεται από την νόμιμα προσκομισθείσα μετ’ επίκλησης από την ενάγουσα υπ’ αρίθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς, Β. Χ., ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής επιδόθηκε στην πρώτη εναγόμενη, νόμιμα και εμπρόθεσμα, κατά τις διατάξεις των άρθρων 110, 122, 123, 124, 125, 126§1 στοιχείο γ΄, 129§1, 215§2 του ΚΠολΔ. Επιπρόσθετα, από την επισκόπηση των έγγραφων της δικογραφίας προκύπτει το εμπρόθεσμο [κατά την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 237 του ΚΠολΔ] της κατάθεσης των προτάσεων της ενάγουσας δυνάμει του ανωτέρω συμβολαιογραφικού πληρεξουσίου, με την οποία χορηγείται η πληρεξουσιότητα προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο της, Νικόλαο Αναγνωστόπουλο, για τις διενεργηθείσες από αυτόν πράξεις της προδικασίας (άρθρα 96§1, 104, 237§1 του ΚΠολΔ) και την παράστασή του στο ακροατήριο. Συνεπώς, αποδεικνύεται ότι, παρότι η υπό κρίση αγωγή επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην εναγομένη, η τελευταία δεν έλαβε μέρος στη δίκη, με την κατάθεση προτάσεων. Κατ’ ακολουθίαν, η εναγόμενη πρέπει να δικαστεί ερήμην (άρθρο 271 §§1,2 του ΚΠολΔ).
Με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα, όπως αυτή παραδεκτώς διορθώθηκε ως προς τον υπολογισμό της αξίας του αντικειμένου της διαφοράς για την καθ’ύλην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου, εκθέτει ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων πώλησης που καταρτίστηκαν στον Πειραιά κατά το χρονικό διάστημα από 24.11.2014 έως 20.1.2016, η ενάγουσα, η οποία ασχολείται με την εμπορία χρωμάτων πλοίων, βιομηχανιών και οικοδομών, πώλησε στην εναγομένη, πλοιοκτήτρια του υπό σημαία Νήσων Μάρσαλ φορτηγού πλοίου “N”, χρώματα και συναφή υλικά έναντι του συμφωνηθέντος τιμήματος που αναγράφεται στα συνημμένα στην αγωγή τιμολόγια, το οποίο θα ήταν απαιτητό μετά την πάροδο εκατόν σαράντα ημερών από την έκδοση του κάθε τιμολογίου. Ότι τα ανωτέρω εμπορεύματα συνολικού ποσού 63.886,10 δολλαρίων ΗΠΑ παραδόθηκαν επί του πλοίου κατά τους αναγραφόμενους στα δελτία αποστολής χρόνους, οπότε και εκδόθηκαν τα αντίστοιχα τιμολόγια πώλησης κι ότι έναντι του ως άνω συνολικού τιμήματος αυτών έχει καταβάλει η εναγόμενη ποσό 35.988,90 δολάρια ΗΠΑ, καταλογίζοντας αυτό στο πρώτο και αρχαιότερο τιμολόγιο συνολικού ποσού 50.988,40 δολαρίων ΗΠΑ, αιτούμενη το υπόλοιπο αυτού (14.999,50 δολάρια ΗΠΑ). Ότι η εναγομένη για την αιτία αυτή οφείλει το συνολικό ποσό των 27.897,20 δολαρίων ΗΠΑ, που αφορά το υπόλοιπο της οφειλής της από το πρώτο τιμολόγιο και ολόκληρο το ποσό των υπολοίπων και μεταγενέστερων τιμολογίων, το οποίο παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της, δεν καταβάλει. Με βάση το πιο πάνω ιστορικό ζητεί με προσωρινά εκτελεστή απόφαση να υποχρεωθεί η αντίδικος της να της καταβάλει σε ευρώ το ισόποσο κατά τον χρόνο πληρωμής των δολλαρίων ΗΠΑ ποσό των 27.897,20 δολαρίων ΗΠΑ με το νόμιμο τόκο από της επιδόσεως της αγωγής και να καταδικαστεί στη δικαστική της δαπάνη.
Με τέτοιο περιεχόμενα και αιτήματα η αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο τυγχάνει αρμόδιο καθ’ ύλην λόγω ποσού ( άρθρα 8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13 και 14 παρ.2 ΚΠολΔ ) και κατά τόπον λόγω του επικαλουμένου τόπου καταρτίσεως και εκτελέσεως των ενδίκων συμβάσεων πώλησης, αλλά και της επικαλουμένης πραγματικής έδρας της εναγομένης στον Π….. Αττικής (άρθρα 33 και 25 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 1, 2 και 3Β περ. β΄ Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς). Εξάλλου, ενόψει του ότι εισάγεται προς διάγνωση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, δηλαδή σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας, τίθεται θέμα εφαρμοστέου δικαίου που διέπει την επίδικη διαφορά. Εν προκειμένω, ως προς την ιστορούμενη σύμβαση και την εξ αυτών απορρέουσα ευθύνη της εναγόμενης εταιρίας – αγοράστριας, εφόσον δεν γίνεται επίκληση συμφωνημένου δικαίου από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με το άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) – που αντικατέστησε την κυρωθείσα στην Ελλάδα με το Ν. 1792/1988, από 19.6.1980 Σύμβαση της Ρώμης «Για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» – το οποίο ορίζει ότι οι ενοχές από σύμβαση ρυθμίζονται από το δίκαιο στο οποίο έχουν υποβληθεί τα συμβαλλόμενα μέρη, εφαρμοστέο είναι το ελληνικό δίκαιο, καθώς σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 περ. α΄ του ως άνω Κανονισμού η σύμβαση πώλησης διέπεται από το δίκαιο της χώρας στην οποία ο πωλητής έχει τη συνήθη διαμονή του, ήτοι κατά το άρθρο 19§1 εδ. α΄ του ίδιου Κανονισμού προκειμένου περί νομικού προσώπου, ο τόπος που έχει την κεντρική του διοίκηση, σε κάθε περίπτωση δε, σύμφωνα με το τεκμήριο του άρθρου 4 παρ. 4 του ως άνω Κανονισμού, το οποίο ορίζει ότι σε περίπτωση ελλείψεως συμφωνίας, εφαρμοστέο είναι δίκαιο που αρμόζει στη σύμβαση από όλες τις ειδικές συνθήκες, υπό τις οποίες αυτή καταρτίσθηκε και εκτελέσθηκε και για το λόγο αυτό συνδέεται προς αυτή στενότερα, ήτοι το ελληνικό δίκαιο, δεδομένου ότι η ένδικη σύμβαση καταρτίστηκε στην Γ., όπου και βρίσκεται η έδρα της ενάγουσας. Εξάλλου, το ίδιο (ελληνικό) δίκαιο είναι εφαρμοστέο, εφόσον τις διατάξεις αυτού επικαλείται η ενάγουσα και δεν αντιλέγει η εναγόμενη λόγω της ερημοδικίας της, υφισταμένης έτσι σιωπηρής μετασυμβατικής συμφωνίας αυτών σχετικά με την εφαρμογή του (άρθρο 3 παρ. 2 ως άνω Κανονισμού, ΑΠ 1115/2015, Νομος, ΕφΠειρ 541/2016, ΔΕΕ 2017, σ. 401, Γραμματικάκη – Αλεξίου/Παπασιώπη – Πασιά/Βασιλακάκη, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, στ.΄ έκδ., σ. 310 επ.). Ενόψει των κανόνων του ελληνικού ουσιαστικού δικαίου, που αφορούν την κρινόμενη υπόθεση, η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 513 επ., 422 εδ. δ΄, 345 και 346 ΑΚ, 907, 908 και 176 ΚΠολΔ, καθώς και στις διατάξεις που αναφέρονται στην πρώτη (μείζονα) σκέψη της παρούσας περί οφειλής σε ξένο νόμισμα. Μετά ταύτα, η κρινομένη αγωγή πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ’ ουσίαν, δεδομένου ότι καταβλήθηκε το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. υπ’ αριθ. 221758418958 ηλεκτρονικό παράβολο).
Κατά της υπό κρίση αγωγής δεν υπάρχει ένσταση που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως και για τα γεγονότα που αναφέρονται στο δικόγραφό της επιτρέπεται η ομολογία. Πρέπει, επομένως, να γίνει αυτή δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να υποχρεωθεί η εναγόμενη, να της καταβάλει το ποσό των 27.897,20 δολαρίων ΗΠΑ με το νόμιμο τόκο (επιδικίας) από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση διότι, εφόσον η εναγόμενη ερημοδικεί, αποδεικνύονται πλήρως οι πραγματικοί ισχυρισμοί που περιέχονται στο δικόγραφο της αγωγής, δεδομένου ότι θεωρούνται ως ομολογημένοι εκ μέρους της εναγομένης σύμφωνα με το άρθρο 352 παρ. 1 και την παρ. 3 του άρθρου 271 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, η απόφαση θα πρέπει να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή στο σύνολο της λόγω της εμπορικότητας της διαφοράς και της παλαιότητας του χρέους. Ακόμη, τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας θα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εναγομένης λόγω της ερημοδικίας και της ήττας της (άρθρα 176, 184 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) κατά τα εκτιθέμενα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, λόγω της ερημοδικίας της εναγομένης, θα πρέπει να οριστεί το νόμιμο παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας από την εναγομένη (άρθρα 501, 502 παρ.1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην της εναγομένης.-
Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας από την εναγόμενη στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200€).-
Δέχεται την αγωγή.-
Υποχρεώνει την εναγόμενη, να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των το ποσό των 27.897,20 δολαρίων ΗΠΑ με το νόμιμο τόκο (επιδικίας) από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την εξόφληση.-
Κηρύσσει την απόφαση προσωρινά εκτελεστή.-
Καταδικάζει την εναγόμενη στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εννιακοσίων εβδομήντα ευρώ (970 €).-
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις …..
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ