Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ  4848/2017

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Τακτική Διαδικασία)

 

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αλεξάνδρα Μητσοπούλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Χαρίλαο Παππά, Πρωτοδίκη – Εισηγητή, Νικόλαο Πολυζωγόπουλο, Πρωτοδίκη, και από τη Γραμματέα Βασιλική Αναγνωστοπούλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 7-3-2017, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία … (με Α.Φ.Μ …), η οποία εδρεύει στην Β. Α. και εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της, Πάρις Καραμήτσιος, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «… (με Α.Φ.Μ …, η οποία εδρεύει στο Μ. Α. και εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της, Ανάργυρος Κουτσούκος, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από … αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με γενικό αριθμό κατάθεσης … και με ειδ. αριθ. κατ. δικογράφου …, προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.

                      ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

                     ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

           Με την υπό κρίση αγωγή της, η ενάγουσα εκθέτει ότι, με το υπ’ αριθ. … (με αριθ. ανανέωσης …) ασφαλιστήριο έγγραφο που καταρτίσθηκε μεταξύ της ίδιας και της εναγόμενης εταιρείας στις …, ασφάλισε το ανήκον στην πλοιοκτησία της υπό ελληνική σημαία επαγγελματικό – τουριστικό σκάφος αναψυχής «…», Νηολογίου Π. υπ’ αριθ. …, αλουμινένιας κατασκευής, ναυπηγηθέν στην Ιταλία από την εταιρεία … το 2004, ολικού μήκους 31,20 μ., πλάτους νηολόγησης 7,10 μ., βάθους νηολόγησης 3,28 μ., κόρων ολικής χωρητικότητας 182, κόρων καθαρής χωρητικότητας 54, κινούμενο με 2 μηχανές εσωτερικής καύσης MTU 12V 396 ΤΕ, ιπποδύναμης 1.680 kW (άλλως 2.286 ίππων) η καθεμία, η διάρκεια δε της εν λόγω ασφάλισης ορίσθηκε από τις 12:00 της 26-6-2015 μέχρι τις 12:00 της 26-6-2016· ότι, περί ώρα 23:15 στις 7-8-2015 και ενώ το προαναφερθέν σκάφος βρισκόταν πρυμνοδετημένο στον όρμο Μεσοβρίκα των Αντίπαξων, οι καιρικές συνθήκες άλλαξαν απότομα, οπότε μέσα σε λίγα λεπτά άρχισαν να πνέουν ανατολικοί άνεμοι εντάσεως 6-8 μποφόρ, που ωθούσαν την ως άνω θαλαμηγό προς την ακτή, ενώ επικρατούσε στην περιοχή κυματισμός 2 μέτρων περίπου, με αποτέλεσμα αυτή (θαλαμηγός) να παρασυρθεί από τους ισχυρούς ανέμους και τη θαλασσοταραχή και να προσαράξει με την πρύμνη της στη ακτή, επελθούσης τοιουτοτρόπως της ασφαλιστικής περίπτωσης, την οποία γνωστοποίησε ο κυβερνήτης του σκάφους αμέσως στην εναγομένη· ότι, κατά τα λεπτομερώς αναφερόμενα στο δικόγραφο, το ρυμουλκό «…», Νηολογίου Π. υπ’ αριθ. … πλοιοκτησίας της εταιρείας με την επωνυμία «…», παρέσχε υπηρεσίες επιθαλάσσιας αρωγής στο ανωτέρω σκάφος «…», το οποίο διέτρεξε άμεσο πραγματικό κίνδυνο ολικής καταστροφής και διασώθηκε εντέλει χάρη στις περιγραφόμενες στο δικόγραφο ενέργειες του κυβερνήτη και του πληρώματος του προεκτιθέμενου ρυμουλκού· ότι, για τις παρασχεθείσες ως άνω υπηρεσίες επιθαλάσσιας αρωγής, η ίδια (ενάγουσα) κατέβαλε στην ανωτέρω εταιρεία «…» ως αμοιβή, επί τη βάσει επιτευχθέντος συμβιβασμού μεταξύ τους, το ποσό των 137.000 ευρώ˙ ότι στην προαναφερθείσα ασφαλιστική κάλυψη του σκάφους «…» συμπεριλαμβανόταν και η εν λόγω περίπτωση της παροχής υπηρεσιών επιθαλάσσιας αρωγής σ’ αυτό (ασφαλιζόμενο σκάφος), σύμφωνα με τους όρους του σχετικού ασφαλιστηρίου και τις διατάξεις των ενσωματωμένων σε αυτό Ρητρών του Ινστιτούτου των Ασφαλιστών του Λονδίνου για την Ασφάλιση Σκαφών Αναψυχής, κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στο δικόγραφο. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη, με προσωρινά εκτελεστή απόφαση, να της καταβάλει, ως ασφαλιστική αποζημίωση, α) το ποσό των 276.930,06 ευρώ, στο οποίο ανέρχεται η δαπάνη στην οποία υποβλήθηκε η ίδια (ενάγουσα) για την επισκευή των περιγραφόμενων στο αγωγικό δικόγραφο ζημιών του σκάφους της «…», που υπέστη αυτό κατά την προεκτιθέμενη προσάραξή του και την εξ αυτού του λόγου επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, με το νόμιμο τόκο από τις 11 Απριλίου 2016, ημερομηνία κατά την οποία έλαβε χώρα σχετική όχληση της (εναγομένης) εκ μέρους της (ενάγουσας), άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, και β) το ποσό της καταβληθείσας αμοιβής στην πλοιοκτήτρια του Ρ/Κ «…» για τις παρασχεθείσες κατά τα ανωτέρω υπηρεσίες επιθαλάσσιας αρωγής, ύψους 137.000 ευρώ, νομιμοτόκως για έκαστο επιμέρους κονδύλιο αυτής (αμοιβής) από την ημέρα πραγματοποίησης κάθε αντίστοιχης τμηματικής καταβολής, άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Με τα προδιαληφθέντα ως περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή αρμοδίως φέρεται προς εκδίκαση, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 7, 9, 12 παρ. 1, 13, 14 παρ. 2 και 18 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρο 25 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 51 Ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς). Περαιτέρω, ενόψει της σχετικής ρήτρας που έχει διατυπωθεί στην καταρτισθείσα μεταξύ των διαδίκων με αριθμό … ασφαλιστήρια σύμβαση, σύμφωνα με την οποία η ένδικη σύμβαση διέπεται από τις διατάξεις του αγγλικού δικαίου και πρακτικής, καθώς και των επισυναπτόμενων στο ασφαλιστήριο, ως αναπόσπαστο τμήμα του, Ρητρών Θαλαμηγών του Ινστιτούτου των Ασφαλιστών του Λονδίνου της 1.11.1985 «…», σαφώς συνάγεται ρητή συμβατική υπαγωγή της εν λόγω ασφαλιστικής σύμβασης, κατά το μέρος που αφορά την ασφαλιστική κάλυψη, στις ρυθμίσεις του αγγλικού ουσιαστικού δικαίου και δη σ’ αυτές που προσήκουν στη θαλάσσια (ναυτική) ασφάλιση, ενώ όλα τα λοιπά θέματα της σύμβασης (κατάρτιση, ασφάλιστρο κλπ.) διέπονται από το ελληνικό δίκαιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 361 ΑΚ και 3 παρ. α΄ του ν.δ. 551/1970 «περί ιδιωτικής επιχειρήσεως ασφαλίσεως πλοίων και αεροσκαφών», σε συνδυασμό με τα άρθρα 7 παρ. 2 και 3 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 17ης Ιουνίου 2008. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 2 του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 17ης Ιουνίου 2008 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι)», οι συμβάσεις ασφάλισης που καλύπτουν μεγάλους κινδύνους, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 στοιχείο δ΄ της Πρώτης Οδηγίας 73/239/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1973, «περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη δραστηριότητος πρωτασφαλίσεως, εκτός της ασφαλίσεως ζωής, και την άσκηση αυτής», διέπονται από το δίκαιο που έχουν επιλέξει τα μέρη σύμφωνα με το άρθρο 3 του εν λόγω Κανονισμού. Σύμφωνα δε με το προαναφερόμενο στοιχείο δ΄ του άρθρου 5 της ως άνω Πρώτης Οδηγίας 73/239/ΕΟΚ, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 5 της Δεύτερης Οδηγίας 88/357/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1988 «για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής, και τη θέσπιση των διατάξεων που σκοπό έχουν να διευκολύνουν την πραγματική άσκηση της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ», μεγάλοι κίνδυνοι είναι, μεταξύ άλλων, οι κίνδυνοι που κατατάσσονται στον κλάδο 6 του σημείου Α του παραρτήματος της Πρώτης Οδηγίας 73/239/ΕΟΚ (στον οποίο υπάγονται τα πλοία, και συγκεκριμένα τα ποτάμια, λιμναία και θαλάσσια σκάφη) και αφορούν κάθε ζημία την οποία υφίστανται ποτάμια, λιμναία και θαλάσσια σκάφη. Εν προκειμένω, αμφότεροι οι διάδικοι ισχυρίζονται ότι με ρήτρα του ασφαλιστήριου συμβολαίου έχει συμφωνηθεί μεταξύ τους ως εφαρμοστέο στην ένδικη σύμβαση θαλάσσιας ασφάλισης το αγγλικό δίκαιο και η αγγλική πρακτική. Όπως πράγματι προκύπτει από το προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως από αμφότερα τα διάδικα μέρη υπ’ αριθ. … (με αριθ. ανανέωσης …) ασφαλιστήριο έγγραφο, έχει ρητώς συμφωνηθεί ότι η ένδικη σύμβαση ασφάλισης διέπεται από το προαναφερόμενο ουσιαστικό δίκαιο. Επομένως, εφόσον η σύμβαση αυτή συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών που καλύπτουν μεγάλους κινδύνους, καθώς αφορά στην ασφαλιστική κάλυψη ζημιών σε θαλάσσιο σκάφος, εφαρμοστέο στην προκείμενη υπόθεση, ως προς τα ζητήματα της ασφαλιστικής αυτής κάλυψης, τυγχάνει το αγγλικό ουσιαστικό δίκαιο ως το δίκαιο που επέλεξαν τα μέρη. Το εν λόγω δίκαιο, το οποίο κατά διεθνή συναλλακτική πρακτική επιλέγεται από τα συμβαλλόμενα μέρη στις ναυτασφαλιστικές συναλλαγές, ανεξαρτήτως, μάλιστα, του ουσιώδους ή μη συνδέσμου μ’ αυτές (ΕφΠειρ 525/2003 ΕΝΔ 31. 377, 996/1999 ΕΝΔ 29. 165), περιέχεται κωδικοποιημένο στον αγγλικό Νόμο «Περί Θαλάσσιας Ναυτικής Ασφαλίσεως» (γνωστό ως «MARINE INSURANCE ACT 1906 – M.I.A. 1906»), στο Κοινό Δίκαιο (COMMON LAW), εφόσον οι ρυθμίσεις αυτού δεν προσκρούουν σε ρητή διάταξη του ως άνω Νόμου, καθώς και στην αγγλική Πρακτική (ENGLISH PRACTICE), όπως ερμηνεύεται από τα αγγλικά δικαστήρια και τους άγγλους νομικούς συγγραφείς και ερμηνευτές του δικαίου, σε συνδυασμό με τις προαναφερόμενες Ρήτρες των Ασφαλιστών του Λονδίνου της 1.11.1985. Επίσης, σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν τα συναλλακτικά ήθη, τα οποία ρυθμίζουν πολλά θέματα για τα οποία δεν υπάρχει ρητή πρόβλεψη στο νόμο, σε βαθμό, μάλιστα, τέτοιο, ώστε αυτά να επικρατούν και όταν ακόμη υπάρχει έμμεση ρύθμιση από το νόμο. Κατ’ ακολουθίαν και ενόψει του ότι η εναγομένη προσκομίζει, κατά το μεγαλύτερο μέρος, τις διατάξεις και τους κανόνες του εν λόγω αλλοδαπού δικαίου (σε νόμιμη αποσπασματική μετάφραση), οι οποίοι έχουν εφαρμογή στην επίδικη διαφορά και θεμελιώνουν τους εκατέρωθεν προβαλλόμενους ισχυρισμούς των διαδίκων, σε σχέση με το ένδικο ασφαλιστήριο, οπότε δεν απαιτείται το Δικαστήριο να διατάξει σχετικά με το δίκαιο απόδειξη, αλλά θα προβεί στην εφαρμογή του, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 337 ΚΠολΔ, η υπό κρίση αγωγή είναι νόμιμη, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων, 1, 2, 3, 16, 22, 23, 24, 55, 67, 72 του Νόμου «Marine Insurance Act 1906», στις ρήτρες 9 και 14 των «Ρητρών του Ινστιτούτου των Ασφαλιστών του Λονδίνου της 1-11-1985 για την ασφάλιση θαλαμηγών σκαφών» (Institute Yacht Clauses), της παραγράφου 35Α του αγγλικού νόμου «Supreme Court Act» του 1981, 257 επ., 259, 268, 269 του Ν. 3816/1958 περί Κ.Ι.Ν.Δ., σε συνδυασμό με άρθρα 1 επ., 2, 6, 8, 16 Ν. 2496/1997 «Ασφαλιστική σύμβαση, τροποποιήσεις της νομοθεσίας για την ιδιωτική ασφάλιση και άλλες διατάξεις», 111 παρ. 1 του ΕισΝΑΚ (ως προς την έναρξη της τοκοδοσίας από την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, αφού αμφότερα τα διάδικα μέρη είναι έμποροι και η επίδικη αξίωση προέρχεται από εμπορική αιτία), 340, 345 εδ. α΄, 346, 361 ΑΚ, 907 και 908 παρ. 1 στοιχ. στ΄ του ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι, α) για το παραδεκτό της συζήτησής της έχει καταβληθεί το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. το υπ’ αριθ. … σειρά VI διπλότυπο είσπραξης τύπου Β της ΔΟΥ …  …….) και β) για το παραδεκτό των διαδικαστικών πράξεων της κατάθεσης της αγωγής και της κατάθεσης των προτάσεων προσκομίζονται το με αριθμό … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών ΔΣΠ (κατάθεση αγωγής) και τα με αριθ. … και … γραμμάτια προκαταβολής εισφορών ΔΣΠ (παράσταση και προτάσεις) κατ’ άρθρο 61 παρ. 4 Ν. 4194/2013 (παράρτημα I και III), όπως η παρ. 4 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 8 Ν. 4205/2013.

Το αγγλικό δίκαιο της ναυτικής ασφάλισης, όπως προαναφέρθηκε, περιέχεται κωδικοποιημένο στον αγγλικό νόμο περί θαλάσσιας ναυτικής ασφαλίσεως του 1906 (Marine Insurance Act 1906), οι δε διατάξεις του, ερμηνευόμενες και εμπλουτιζόμενες διαρκώς υπό της νομολογίας των αγγλικών δικαστηρίων και τους άγγλους συγγραφείς και ερμηνευτές του δικαίου, ισχύουν αναλλοίωτες μέχρι σήμερα. Οι εν λόγω διατάξεις του ως άνω αγγλικού νόμου (Μ.Ι.Α. 1906) έχουν εφαρμογή σε κάθε περίπτωση ασφαλίσεως πλοίων ή πλωτών ναυπηγημάτων ή θαλασσίων μέσων, αδιακρίτως μεγέθους, τύπου και προορισμού, περιλαμβανομένων και των θαλαμηγών πλοίων και των σκαφών αναψυχής. Αποτελεί διεθνή συναλλακτική συνήθεια στον κλάδο ασφαλίσεως πλοίων, σκαφών και φορτίων να διέπεται η ασφάλιση, πέραν των διατάξεων του ανωτέρω εφαρμοστέου νόμου, και υπό εντύπων κωδικοποιημένων όρων ασφαλίσεως, εκπονημένων κατά κανόνα υπό του συλλογικού φορέως των άγγλων ασφαλιστών, εδρεύοντος στο Λονδίνο υπό την επωνυμία «Ινστιτούτο Ασφαλιστών του Λονδίνου» (Institute of London Underwriters). Σε περίπτωση συμβάσεως ναυτικής ασφαλίσεως, διεπομένης υπό του αγγλικού δικαίου, αυτή ερμηνεύεται βάσει των διατάξεων του περί ναυτικής ασφαλίσεως νόμου, του κοινού δικαίου και της αγγλικής πρακτικής, σε συνδυασμό προς τους εκάστοτε εντύπους όρους ασφαλίσεως του Ινστιτούτου των Ασφαλιστών, οι οποίοι προσιδιάζουν στο ασφαλιζόμενο αντικείμενο και, κατά τη συμφωνία των μερών, ενσωματώνονται στο ασφαλιστήριο. Για την περίπτωση ασφαλίσεως θαλαμηγών σκαφών, η ασφάλιση, σχεδόν κατά κανόνα, παρέχεται βάσει των όρων της Ρήτρας Θαλαμηγών Σκαφών του Ινστιτούτου με την κωδική ονομασία Institute Yacht Clauses 1-11-1985 (ΕφΠειρ 566/2007 ΕΝΔ 2008. 56, 618/2005 ΕΝΔ 2005. 250, 525/2003 ΕΝΔ 31. 377). Εξάλλου, το αγγλικό δίκαιο διαλαμβάνει περιπτώσεις, κατά τις οποίες ο ασφαλιστής είτε δεν δεσμεύεται από την ασφαλιστική σύμβαση είτε απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις του από την ασφάλιση. Η πρώτη ομάδα κανόνων που ρυθμίζει τέτοιες περιπτώσεις είναι αυτοί του γενικού δικαίου των συμβάσεων που ισχύουν σε κάθε σύμβαση, η δεύτερη δε ομάδα κανόνων προβλέπονταν από το ασφαλιστικό δίκαιο και ισχύουν συγκεκριμένα επί των συμβάσεων ασφάλισης και διακρίνονται ειδικότερα: 1) στους κανόνες των άρθρων 18 έως 21 του Μ.Ι.Α. 1906, που αφορούν τις προσυμβατικές δηλώσεις και παρέχουν στον ασφαλιστή το δικαίωμα να αποστεί από τη σύμβαση (to avoid the contract), στην περίπτωση κατά την οποία ο ασφαλισμένος ή ο αντισυμβαλλόμενος παραβούν τα σχετικά προς τις προσυμβατικές δηλώσεις ασφαλιστικά βάρη (περιπτώσεις non disclosure και misrepresentation), δηλαδή να αρνηθεί την καταβολή της ασφαλιστικής αποζημίωσης σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλισμένου κινδύνου, και 2) των κανόνων περί εγγυήσεων (warranties) των άρθρων 33 έως 41 του Μ.Ι.Α. 1906, των οποίων η αθέτηση απαλλάσσει τον ασφαλιστή της ευθύνης από την ασφαλιστική σύμβαση. Ειδικότερα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 33 παρ. 1 του ως άνω νόμου εγγύηση (warranty) σημαίνει υποσχετική εγγύηση και υποδηλώνει συμβατική δέσμευση, με βάση την οποία ο ασφαλισμένος είτε αναλαμβάνει την υποχρέωση να συμβεί ή να μη συμβεί ένα συγκεκριμένο γεγονός ή να πληρωθεί ένας όρος είτε βεβαιώνει ή αρνείται την ύπαρξη ορισμένων γεγονότων. Εγγύηση μπορεί να έχει συμφωνηθεί ρητώς (express warranty) ή σιωπηρώς (implied warranty) (άρθρο 33 παρ. 2 του Μ.Ι.Α. 1906). Ρητή εγγύηση ισχύει δυνάμει ρήτρας περιεχόμενης ή ενσωματωμένης στην ασφαλιστική σύμβαση (άρθρο 35 παρ. 2 του Μ.Ι.Α. 1906). Πρέπει δε εξ αυτής να προκύπτει πρόθεση του υποσχόμενου να αναλάβει την αντίστοιχη ευθύνη. Σιωπηρή εγγύηση θεωρείται ισχύουσα εκ του νόμου, όπου ο νόμος προβλέπει, χωρίς να υπάρχει στη σύμβαση ρητή μνεία ή να υπήρξε μεταξύ των μερών συμφωνία περί αυτής. Η «εγγύηση», όπως παραπάνω ορίσθηκε, αποτελεί προϋπόθεση (condition) ισχύος της ασφαλιστικής σύμβασης, με την οποία πρέπει να συμμορφώνεται απόλυτα ο ασφαλισμένος. Η επέλευση της προεκτιθέμενης αυστηρής έννομης συνέπειας, ήτοι της απαλλαγής του ασφαλιστή από τις υποχρεώσεις του που πηγάζουν από το ασφαλιστήριο, λόγω της αθέτησης οιασδήποτε εγγυήσεως από τον ασφαλισμένο, δεν εξαρτάται από το αν η μη συμμόρφωση συνετέλεσε καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην επέλευση της ζημίας, ούτε επηρεάζεται από το αν η παράβαση ήρθη ενδεχομένως προ πάσης ζημίας. Η απαλλαγή από την ευθύνη είναι αυτόματη και δεν εξαρτάται από οποιαδήποτε δήλωση του ασφαλιστή περί περατώσεως της ασφαλιστικής σύμβασης. Γενικός κανόνας είναι ότι τίποτε δεν δικαιολογεί τη μη συμμόρφωση προς ρητή εγγύηση. Αναφέρεται, συγκεκριμένως, ότι καμία αιτία οσονδήποτε επαρκής, κανένα κίνητρο οσονδήποτε αγαθό, καμία ανάγκη οσονδήποτε επαρκής, καμία ανάγκη οσονδήποτε αναπόφευκτη δεν δικαιολογεί τη μη συμμόρφωση προς ρητή εγγύηση. Εξαιρέσεις από το γενικό αυτό κανόνα προβλέπονται στο άρθρο 34, το οποίο ορίζει ειδικότερα τα εξής: “1. Μη συμμόρφωση προς μία εγγύηση δικαιολογείται, όταν, λόγω αλλαγής των συνθηκών, η εγγύηση παύει να είναι εφαρμοστέα στις συνθήκες της συμβάσεως ή όταν η συμμόρφωση προς την εγγύηση καθίσταται παράνομη, δυνάμει οποιουδήποτε μεταγενέστερου νόμου. 2. Όταν μια εγγύηση παραβιάζεται, ο ασφαλισμένος δεν μπορεί να προβάλλει την άμυνα ότι έγινε επανόρθωση της παραβιάσεως και συμμόρφωση προς την εγγύηση πριν από τη ζημία. 3. Ο ασφαλιστής μπορεί να παραιτηθεί από την επίκληση παραβιάσεως της εγγυήσεως. Μόνη η παράβαση, καθ’ εαυτήν, παρέχει στον ασφαλιστή το δικαίωμα να αρνηθεί την ευθύνη από την ασφαλιστική σύμβαση, έτσι ώστε ο ασφαλιστής να ελευθερώνεται από την ημερομηνία της παραβάσεως. Το βάρος δε της απόδειξης της παράβασης φέρει ο ασφαλιστής” (ΑΠ 1651/2005 ΕΝΔ 2005. 241, ΕφΠειρ 480/2014 ΕλλΔνη 2015. 470, 11/2011 ΕΝΔ 2011. 211). Στην προκείμενη περίπτωση, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται, μεταξύ των οποίων οι προσκομιζόμενες από την ενάγουσα από … έκθεση του ναυπηγού – μηχανολόγου – μηχανικού Δ. Σ. της εταιρείας «…» και η έκθεση που συνέταξε στις … ο τεχνικός της (ενάγουσας) σύμβουλος Π. Κ. {προσκομίζεται παραδεκτώς με το δικόγραφο της κατατεθείσας προσθήκης στις προτάσεις της (ενάγουσας) κατ’ άρθρο 237 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, για την αντίκρουση των ισχυρισμών που περιέχονται στις προτάσεις της εναγομένης}, καθώς και η προσκομιζόμενη από την εναγομένη υπ’ αριθ. … έκθεση επιθεώρησης της εταιρείας «…», όπως και τα έγγραφα της σχηματισθείσας για το επίδικο ατύχημα ποινικής δικογραφίας, τα οποία λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια (βλ. και ΑΠ 1382/2011 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», 714/1993 ΕλλΔνη 1995. 95, 96), από την επισκόπηση των φωτογραφιών που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται, τις υπ’ αριθ. …, … και … ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων της ενάγουσας, Π. Κ. και Χ. Κ., αντίστοιχα {η πρώτη και η δεύτερη εξ αυτών, ενώ η τρίτη (ένορκη βεβαίωση) δόθηκε ομοίως από τον Χ. Κ. (προσκομίζεται δε παραδεκτώς με το δικόγραφο της κατατεθείσας προσθήκης στις προτάσεις της ενάγουσας κατ’ άρθρο 237 παρ. 2 του ΚΠολΔ, για την αντίκρουση των ισχυρισμών που περιέχονται στις προτάσεις της εναγομένης)}, ενώπιον της συμβολαιογράφου ….. Μ. Κ., οι οποίες ελήφθησαν μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της εναγομένης (βλ. τις υπ’ αριθ. … και … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Β. Χ.), και τις υπ’ αριθ. … ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων της εναγομένης, Σ. Λ., Ν. Π., Α. Τ.  Γ. Σ., αντίστοιχα, ενώπιον της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, οι οποίες ελήφθησαν μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της ενάγουσας (βλ. την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Π. Δ. Ρ.), μη λαμβανομένων υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων των εγγράφων που προσκομίζονται με το δικόγραφο της κατατεθείσας προσθήκης στις προτάσεις της εναγομένης, δεδομένου ότι η εν λόγω προσθήκη περιορίζεται, κατά το προεκτιθέμενο άρθρο 237 παρ. 2 του ΚΠολΔ, στην αξιολόγηση των αποδείξεων, καθώς και στην επίκληση νέων ισχυρισμών και προσκόμιση νέων αποδεικτικών μέσων μόνο για την αντίκρουση ισχυρισμών που περιέχονται στις προτάσεις, προϋπόθεση η οποία δεν συντρέχει εν προκειμένω, αφού, άλλωστε, με τις κατατεθείσες προτάσεις της ενάγουσας δεν προτάθηκαν νέοι αυτοτελείς ισχυρισμοί, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την υπ’ αριθ. … (με αριθ. ανανέωσης …) ασφαλιστήρια σύμβαση που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων στις …, η ενάγουσα ασφάλισε στην εναγόμενη εταιρεία το ανήκον στην πλοιοκτησία της υπό ελληνική σημαία επαγγελματικό – τουριστικό σκάφος αναψυχής «…», Νηολογίου Π. υπ’ αριθ. …, αλουμινένιας κατασκευής, ναυπηγηθέν στην Ιταλία από την εταιρεία … το 2004, ολικού μήκους 31,20 μ., πλάτους νηολόγησης 7,10 μ., βάθους νηολόγησης 3,28 μ., κόρων ολικής χωρητικότητας 182, κόρων καθαρής χωρητικότητας 54, κινούμενο με 2 μηχανές εσωτερικής καύσης MTU 12V 396 ΤΕ, ιπποδύναμης 1.680 kW (άλλως 2.286 ίππων) η καθεμία, η διάρκεια δε της εν λόγω ασφάλισης ορίσθηκε από τις 12:00 της 26-6-2015 μέχρι τις 12:00 της 26-6-2016. Με την εν λόγω σύμβαση ασφάλισης, που διεπόταν από τους Γενικούς και Ειδικούς όρους του Βιβλίου Όρων Ασφάλισης (έκδοση 07/2009) της εναγομένης, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν και οι Γενικοί Όροι Ασφάλισης Σκαφών Αναψυχής, ορίστηκε εφαρμοστέο το αγγλικό δίκαιο και η σύμφωνη με αυτό πρακτική, ήτοι ο αγγλικός Νόμος «Περί Θαλάσσιας Ναυτικής Ασφαλίσεως» (γνωστός ως «MARINE INSURANCE ACT 1906 – M.I.A. 1906») σε συνδυασμό με τις Ρήτρες Θαλαμηγών του Ινστιτούτου των Ασφαλιστών του Λονδίνου της 1.11.1985 «…», και το ασφαλιστέο ποσό συμφωνήθηκε στο 100% της αξίας της επίδικης ως άνω θαλαμηγού και των μηχανών της, που καθορίστηκε σε 2.000.000 ευρώ, ήτοι 1.945.000 ευρώ αξία σώματος σκάφους, 50.000 ευρώ αξία πρόσθετου εξοπλισμού σκάφους και 5.000 ευρώ αξία βοηθητικής λέμβου, καλύπτονταν δε απώλειες ή ζημίες προερχόμενες από θαλάσσιους κινδύνους, στους οποίους περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων και η προσάραξη, καθώς και τα ατυχήματα που προκαλούνται από πταίσματα κατά τη διακυβέρνηση της θαλαμηγού, ενώ η εναγόμενη εταιρεία είχε αναλάβει και την υποχρέωση να αποζημιώσει την ενάγουσα για όποια ποσά μπορεί να καταστεί κατά νόμο υπεύθυνη να καταβάλει εξαιτίας παροχής υπηρεσίας επιθαλάσσιας αρωγής στο ανωτέρω σκάφος της {βλ. και το άρθρο 14 των Ρητρών του Ινστιτούτου για την Ασφάλιση Σκαφών 01.11.85 (Institute Yacht Clauses 01.11.85), που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του προαναφερθέντος ασφαλιστήριου συμβολαίου}. Στις 23-2-2015, η ανωτέρω θαλαμηγός ναυλώθηκε από τον L. Levaux, προκειμένου να εκτελέσει πλόες από 30-7-2015 ως 10-8-2015 στην περιοχή του Ιονίου Πελάγους. Στο πλαίσιο αυτής της ναύλωσης, η θαλαμηγός άρχισε να εκτελεί τους πλόες για τους οποίους ναυλώθηκε με επιβάτες οκτώ βέλγους υπηκόους και έχοντας ως κύριο πλήρωμα (α) τον Χ. Κ., ο οποίος εκτελούσε χρέη κυβερνήτη (όντας κάτοχος διπλώματος πλοιάρχου Α΄ τάξης), (β) τον Δημήτρη Βλογιαννίτη, ο οποίος εκτελούσε χρέη μηχανικού (όντας κάτοχος διπλώματος μηχανικού Α΄ τάξης), και (γ) την Ανθή Μπέσση, η οποία εκτελούσε χρέη ναύτη (ούσα κάτοχος άδειας ναύτη), και ως βοηθητικό πλήρωμα (α) την Ελένη Μαρούλη, που εργαζόταν στο χώρο της υποδοχής και (β) τον Αντώνη Ρήνα, που εργαζόταν ως μάγειρας. Στις 7-8-2015 και περί ώρα 16:00, η επίδικη ως άνω θαλαμηγός αναχώρησε από το λιμένα των Συβότων του Νομού Θεσπρωτίας με προορισμό τους Αντίπαξους, όπου κατέπλευσε περίπου μία ώρα αργότερα, οπότε ο κυβερνήτης της, προκειμένου να διανυκτερεύσουν, πόντισε τις δύο άγκυρες από την πλώρη της και προχώρησε σε πρόσδεσή της από την πρύμνη της με κάβους στη βραχώδη ακτή (που βρισκόταν σε απόσταση περίπου 10 μέτρων από την πρύμνη του σκάφους) του όρμου Μεσοβρίκα στο βορειοανατολικό άκρο των Αντίπαξων (βλ. και τη νομίμως προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από την εναγομένη, από 28-8-2015 δήλωση αναφοράς ατυχήματος προς την ίδια του κυβερνήτη και του μηχανικού του σκάφους «…», στην οποία αναφέρεται ότι «Στις 7-8-2015 το σκάφος βρισκόταν πρυμνοδετημένο βορειοανατολικά των Αντίπαξων, σε μία ξέρα, από τις 17.00 με σκοπό τη διανυκτέρευση». Όπως αποδείχθηκε περαιτέρω, περί ώρα 23:15 της ίδιας ημέρας (7-8-2015) οι καιρικές συνθήκες άλλαξαν απότομα, οπότε μέσα σε λίγα λεπτά άρχισαν να πνέουν ανατολικοί άνεμοι εντάσεως 6-8 μποφόρ, που ωθούσαν την προεκτιθέμενη θαλαμηγό προς την ακτή, ενώ επικρατούσε στην περιοχή κυματισμός 2 μέτρων περίπου. Μόλις ο κυβερνήτης της (θαλαμηγού) αντιλήφθηκε την απότομη αλλαγή του καιρού, έβαλε μπροστά της μηχανές της και έδωσε εντολή στο πλήρωμα να απελευθερώσει τα σχοινιά που είχαν προσδεθεί στην ξηρά, προκειμένου να απομακρυνθεί το σκάφος από την ακτή και ν’ αποφευχθεί ο κίνδυνος της προσάραξης. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν κατέστη εφικτό, διότι αυτό (σκάφος) παρασύρθηκε από τους ισχυρούς ανέμους και τη θαλασσοταραχή και προσέκρουσε με την πρύμνη στα βράχια, ακινητοποιώντας τις δύο μηχανές, γεγονός που αναπόφευκτα οδήγησε στην προσάραξή του (σκάφους) στην προαναφερθείσα βραχώδη παραλία και στην επέλευση των περιγραφόμενων στην αγωγή ζημιών του (σκάφους). Αμέσως μετά την προσάραξη της θαλαμηγού «…», ο κυβερνήτης της ενημέρωσε σχετικά το Λιμεναρχείο Παξών και φρόντισε για την ασφαλή αποβίβαση των επιβατών στη στεριά, η οποία πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια ενός κάβου ασφαλείας που δέθηκε από τη μία άκρη του στη θαλαμηγό και από την άλλη σε έναν βράχο της παραλίας, καθώς και της βοηθητικής λέμβου της θαλαμηγού, η οποία εντωμεταξύ είχε καθελκυστεί. Παράλληλα και δεδομένου ότι δεν υπήρχε δυνατότητα αποκόλλησης του εν λόγω σκάφους από τα αβαθή με δικά του μέσα, καθώς οι προπέλες του είχαν καταστραφεί ολοσχερώς και αυτό βρισκόταν προσαραγμένο στο βυθό, κατέστη επιτακτική η ανάγκη αποκόλλησής του από έτερο σκάφος και η ρυμούλκησή του σε ασφαλή λιμένα, γεγονός που έλαβε χώρα με τη συνδρομή του ρυμουλκού «…», Νηολογίου Π. υπ’ αριθ. … πλοιοκτησίας της εταιρείας με την επωνυμία «…». Εντούτοις, όπως αποδείχθηκε, η ενάγουσα, με την επιλογή του κυβερνήτη του ανωτέρω σκάφους της «…» να πρυμνοδετήσει αυτό στον όρμο Μεσοβρίκα των Αντίπαξων για διανυκτέρευση, παραβίασε εγγυητικό όρο (WARRANTY) της ένδικης ασφαλιστικής σύμβασης και συγκεκριμένα τον όρο που εμπεριέχεται στη σελίδα 6/7 του ασφαλιστηρίου, σύμφωνα με τον οποίο προβλέπεται η υποχρέωση ότι: «Warranted vessel moored/laid up at approved ports/marinas in accordance with local port authority regulations and all recommendations are complied with» («Εγγυημένο ότι το πλοίο προσδένεται/παροπλίζεται σε εγκεκριμένα λιμάνια/μαρίνες σύμφωνα με τους κανονισμούς των τοπικών Λιμενικών Αρχών και όλες οι υποδείξεις τυγχάνουν συμμόρφωσης»). Ειδικότερα, όπως κατά τα ανωτέρω αποδείχθηκε, η ενάγουσα, δια του κυβερνήτη του ανήκοντος στην πλοιοκτησία της σκάφους «…», παραβίασε τον προεκτιθέμενο ρητό εγγυητικό όρο (express warranty) της συναφθείσας με την εναγομένη ασφαλιστικής σύμβασης – που αποτέλεσε μεταξύ άλλων προϋπόθεση για να δεχθεί η τελευταία να αναλάβει τον προτεινόμενο κίνδυνο και να συμβληθεί με την ενάγουσα, η οποία με τη σειρά της δεσμεύτηκε εκ προοιμίου σχετικά με το παραπάνω καθεστώς – καθόσον, κατά τη στιγμή της προπεριγραφόμενης προσάραξης του ως άνω σκάφους, αυτό δεν ήταν προσδεδεμένο (moored) σε εγκεκριμένο λιμάνι ή μαρίνα (άρθ. 1 Ν. 2971/2001 «Αιγιαλός παραλία και άλλες διατάξεις» για τα λιμάνια και Υ.Α.Τ/9803 YEN «Γενικός Κανονισμός Λειτουργίας Τουριστικών Λιμένων» για τις μαρίνες), αλλά εκτός τέτοιων εγκαταστάσεων και εντός ενός όρμου στους Αντίπαξους, με πρυμνήσιους κάβους στα βράχια της βορινής ακτής στην προαναφερόμενη θέση. Η προμνημονευόμενη παραβίαση του εγγυητικού αυτού όρου της επίδικης ασφαλιστικής σύμβασης επέφερε εν προκειμένω, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην αμέσως προπαρατεθείσα μείζονα πρόταση της παρούσας και γενομένης δεκτής ως βάσιμης κατ’ ουσίαν της παραδεκτώς προβληθείσας (άρθρο 237 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθ. 1 άρθ. δεύτερο παρ. 2 Ν. 4335/2015), ερειδόμενης στις διατάξεις των άρθρων 33 επ. Μ.Ι.Α. 1906, καταλυτικής της αγωγής ενστάσεως της εναγομένης, την αυτόματη λύση της ένδικης ασφαλιστικής σύμβασης και την αυτοδίκαιη ελευθέρωση της τελευταίας (εναγομένης) απ’ αυτήν, πριν από την επέλευση της ζημίας του σκάφους «…», χωρίς να απαιτείται να συνδέεται η παραβίαση αιτιωδώς με την εν λόγω ζημία, και κατ’ ακολουθίαν είχε ως αποτέλεσμα την απαλλαγή της ίδιας (εναγομένης) από την υποχρέωση καταβολής της αιτούμενης ασφαλιστικής αποζημίωσης. Ας σημειωθεί ότι η προσκομιζόμενη και επικαλούμενη από την ενάγουσα προς επίρρωση των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της, υπ’ αριθ. 841/2014 απόφαση του Εφετείου Π., στην οποία εξετάσθηκε παρόμοιος εγγυητικός όρος άλλης ασφαλιστικής εταιρείας, αφορά περίπτωση που διαφέρει ουσιωδώς από την κρινόμενη, διότι το εκεί ασφαλισμένο σκάφος, πριν από την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, είχε αγκυροβολήσει σε απόσταση 200 μέτρων από την ακτή, οπότε το πλήρωμα και οι επιβάτες του αποβιβάστηκαν από το σκάφος με βαρκάκι, μετέβησαν στην πόλη της Μυκόνου για να δειπνήσουν και όταν επέστρεψαν διαπίστωσαν ότι το σκάφος είχε λάβει κλίση και στη συνέχεια βυθίστηκε, ενώ εν προκειμένω το επίδικο σκάφος, όπως αποδείχθηκε, ήταν, πριν λάβει χώρα η προσάραξή του, προσδεδεμένο με πρυμνήσιους κάβους στα βράχια της βορινής ακτής στον όρμο Μεσοβρίκα των Αντίπαξων. Μάλιστα και από την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από την ενάγουσα από 28-5-2014 γνωμοδότηση των άγγλων νομομαθών Reed Smith, οι οποίοι στο πλαίσιο άλλης υπόθεσης ερμήνευσαν παρόμοιο εγγυητικό όρο άλλης ασφαλιστικής εταιρείας, προκύπτει ότι η πρόσδεση (mooring) εκτός εγκεκριμένου λιμένα ή μαρίνας συνιστά παραβίαση του προεκτιθέμενου εγγυητικού όρου. Συγκεκριμένα στην εν λόγω γνωμοδότηση αναφέρεται ότι: «Σχετικά με τη δεύτερη συμβατική εγγύηση την οποία επικαλούνται οι ασφαλιστές, σημειώνεται πως το εν λόγω σκάφος, στα πλαίσια του συμβάντος, ουδέποτε προέβη σε διαδικασίες προσόρμισης [mooring procedures]. Το σκάφος ήταν αγκυροβολημένο [anchored] αρόδο. Η ανωτέρω συμβατική εγγύηση αφορά μόνο περιπτώσεις όπου το σκάφος βρίσκεται σε διαδικασία προσόρμισης». Κατόπιν όλων των ανωτέρω και υπό τις διακρίσεις και αιτιολογίες που ανωτέρω εκτέθηκαν, πρέπει η αγωγή να απορριφθεί και να συμψηφιστούν στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων, λόγω του ότι η ερμηνεία του (αλλοδαπού) κανόνα δικαίου που εφαρμόστηκε ήταν ιδιαίτερα δυσχερής (άρθρο 179 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ  κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων στο σύνολό τους.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 1-11-2017 και δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, απόντων των μετεχόντων της δίκης, στις 7-11-2017.

 

          Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ