ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(ΔΕΔΟΥΛΕΥΜΕΝΑ – ΜΙΣΘΟΙ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ – ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ – ΔΩΡΑ ΚΛΠ)
Αριθμός απόφασης
102/2017
(Αριθμός έκθεσης κατάθεσης κλήσης …[S1] )
(Αριθμός έκθεσης κατάθεσης αγωγής …[S2] )
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Ειδική Διαδικασία Εργατικών Διαφορών)
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Τσέκου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης και από τη Γραμματέα Ουρανία Γκίζα.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 8 Δεκεμβρίου 2016, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΩΝ ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) Α. Α.[S3] του Γ.[S4] , κατοίκου Πειραιώς (…[S5] ), 2) Θ. Α.[S6] του Γ.[S7] , κατοίκου Πειραιώς (…[S8] ), 3) Δ. Α.[S9] του Γ.[S10] , κατοίκου Πειραιώς (…[S11] ), 4) Ν. Α.[S12] του Γ.[S13] , κατοίκου Πειραιώς (…[S14] ), 5) Α. Α.[S15] του Γ.[S16] , κατοίκου Πειραιώς (…[S17] ) και 6) Ι. Μ.[S18] , κατοίκου Πειραιώς (…[S19] ), οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Νικολάου Αλεξόπουλου.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της εταιρίας με την επωνυμία «…[S20] » που εδρεύει στον Πειραιά επί της οδού …[S21] νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία ήταν απούσα και δεν εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο.
ΟΙ ΚΑΛΟΥΝΤΕΣ – ΕΝΑΓΟΝΤΕΣ με την από 9-03-2016 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …[S22] κλήση τους, με την οποία ως χρόνος συζήτησης της υπόθεσης προσδιορίστηκε η δικάσιμος της 12-04-2016 και εγγράφηκε στο πινάκιο, οπότε αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο, επαναφέρουν προς περαιτέρω συζήτηση την από 15-04-2013 αγωγή τους, η οποία κατατέθηκε με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …[S23] , προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 3-06-2013 και εγγράφηκε στο πινάκιο, μετά δε από αναβολές ματαιώθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εναγόντων ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις του.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣE ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ
Νόμιμα φέρεται για συζήτηση με την υπ’ αριθ. καταθ. δικογρ. …[S24] κλήση η από 15-04-2013 αγωγή, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως …[S25] .
Από τις με αριθμούς …[S26] … και …[S27] εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Γεωργίου Ψωμά, που προσκομίζουν και επικαλούνται οι ενάγοντες, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της κρινομένης αγωγής, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 3ης-06-2013, καθώς και αντίγραφο της με αριθμ. εκθ. καταθ. …[S28] κλήσης προς συζήτηση για την αρχική δικάσιμο της 12-04-2016, επιδόθηκε με επιμέλειά τους, νομότυπα και εμπρόθεσμα στην εναγομένη, σύμφωνα με τα άρθρα 122 παρ. 1, 123, 124§2, 126 παρ. 1 περ. δ’, 129 και 591 παρ. 1α ΚΠολΔ. Ωστόσο, από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού αποδεικνύεται, ότι η εναγομένη δεν εμφανίστηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, και, συνακόλουθα αφού η αναβολή της συζητήσεως και η εγγραφή της υποθέσεως στο πινάκιο, επέχει θέση κλητεύσεως προς όλους τους διαδίκους, χωρίς ν’ απαιτείται νέα τοιαύτη στη μετ’ αναβολή δίκη (άρθρο 226 παρ. 4 ΚΠολΔ), επομένως πρέπει να δικασθεί ερήμην. Η διαδικασία, ωστόσο, προχωρεί σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (αρθρ. 270 παρ.1 τελευτ. εδ. και 271 παρ.1, σε συνδυασμό με αρθρ. 672 του ΚΠολΔ).
Με την υπό κρίση αγωγή, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου, οι ενάγοντες εκθέτουν ότι δυνάμει συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, οι οποίες καταρτίσθηκαν μεταξύ αυτών και εκπροσώπου της εναγομένης στον Πειραιά, προσελήφθησαν από την τελευταία προκειμένου να εργαστούν με την ειδικότητα του υπαλλήλου γραφείου, πλην όμως η εναγομένη από το έτος 2009 και μετά δεν τους κατέβαλε τις αποδοχές τους. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, ζητούν, κατά παραδεκτό περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε έντοκο αναγνωριστικό, κατόπιν προφορικής δήλωσης του πληρεξουσίου δικηγόρου τους στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά και επαναλαμβάνεται αναλυτικά στις προτάσεις που νόμιμα κατέθεσαν στο ακροατήριο (άρ.223, 224, 295 παρ.1 του Κ.Πολ.Δ.-Α.Π.713/2002 Ελλ.Δνη 44.707) να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη υποχρεούται να καταβάλει: 1) στην πρώτη το συνολικό ποσό των 95.869,95 ευρώ που αντιστοιχεί σε δεδουλευμένους μισθούς από τον Ιανουάριο του έτους 2009 έως και το Μάρτιο του έτους 2013, επίδομα αδείας των ετών 2009, 2010, 2011 και 2012 και επιδόματα εορτής Πάσχα ετών 2009, 2010, 2011, 2012 και 2013 και Χριστουγέννων ετών 2009, 2010, 2011 και 2012, καθώς και ποσό 20.417,70 ευρώ, το οποίο αφορά μη ληφθείσες άδειες επί 10 έτη, 2) στη δεύτερη το συνολικό ποσό των 111.217,10 ευρώ που αντιστοιχεί σε δεδουλευμένους μισθούς από τον Μάρτιο του έτους 2009 έως και το Μάρτιο του έτους 2013, επίδομα αδείας των ετών 2009, 2010, 2011 και 2012 και επιδόματα εορτής Πάσχα ετών 2009, 2010, 2011, 2012 και 2013 και Χριστουγέννων ετών 2009, 2010, 2011 και 2012, καθώς και ποσό 25.173,45 ευρώ, το οποίο αφορά μη ληφθείσες άδειες επί 9 έτη, 3) στην τρίτη το συνολικό ποσό των 99.627,40 ευρώ που αντιστοιχεί σε δεδουλευμένους μισθούς από τον Φεβρουάριο του έτους 2009 έως και το Μάρτιο του έτους 2013, επίδομα αδείας των ετών 2009, 2010, 2011 και 2012 και επιδόματα εορτής Πάσχα ετών 2009, 2010, 2011, 2012 και 2013 και Χριστουγέννων ετών 2009, 2010, 2011 και 2012, καθώς και ποσό 12.449,95 ευρώ, το οποίο αφορά μη ληφθείσες άδειες επί 5έτη, 4) στον τέταρτο το συνολικό ποσό των 46.911,07 ευρώ που αντιστοιχεί σε δεδουλευμένους μισθούς από τον Σεπτέμβριο του έτους 2009 έως και το Μάρτιο του έτους 2013, επίδομα αδείας των ετών 2010, 2011 και 2012 και επιδόματα εορτής Πάσχα ετών 2010, 2011, 2012 και 2013 και Χριστουγέννων ετών 2009, 2010, 2011 και 2012, καθώς και ποσό 4.724,44 ευρώ, το οποίο αφορά μη ληφθείσες άδειες επί 4 έτη, 5) στον πέμπτο το συνολικό ποσό των 85.1150,56 ευρώ που αντιστοιχεί σε δεδουλευμένους μισθούς από τον Σεπτέμβριο του έτους 2009 έως και το Μάρτιο του έτους 2013, επίδομα αδείας των ετών 2010, 2011 και 2012 και επιδόματα εορτής Πάσχα ετών 2010, 2011, 2012 και 2013 και Χριστουγέννων ετών 2009, 2010, 2011 και 2012, καθώς και ποσό 9.527,64 ευρώ, το οποίο αφορά μη ληφθείσες άδειες επί 4 έτη και 6) στον έκτο το συνολικό ποσό των 67.873,90 ευρώ που αντιστοιχεί σε δεδουλευμένους μισθούς από τον Δεκέμβριο του έτους 2009 έως και το Μάρτιο του έτους 2013, επίδομα αδείας των ετών 2010, 2011 και 2012 και επιδόματα εορτής Πάσχα ετών 2010, 2011, 2012 και 2013 και Χριστουγέννων ετών 2010, 2011 και 2012, καθώς και ποσό 8.068,64 ευρώ, το οποίο αφορά μη ληφθείσες άδειες επί 4 έτη, τα ανωτέρω ποσά δε εντόκως νομίμως αφ’ ότου εκάστη επιμέρους παροχή κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, άλλως από της επιδόσεως της αγωγής και μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, καθώς και να καταδικασθεί η εναγομένη σε καταβολή της εν γένει δικαστικής τους δαπάνης. Ότι επικουρικά, σε περίπτωση που οι προαναφερόμενες συμβάσεις εργασίας τους κριθούν άκυρες, τα παραπάνω ποσά οφείλονται σε αυτούς σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, αφού απορρέουν από ακύρως παρασχεθείσα εργασία και αντιστοιχούν στην ωφέλεια που αποκόμισε η εναγομένη, η οποία συνίσταται στις αποδοχές που θα κατέβαλε σε άλλους εργαζόμενους που θα απασχολούσε με έγκυρες συμβάσεις εργασίας, υπό τις ίδιες συνθήκες εργασίας (ειδικότητα, καθήκοντα) με εκείνες των εναγόντων. Η αγωγή με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, παραδεκτά φέρεται προς εκδίκαση στο Δικαστήριο αυτό, που είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13, 14 παρ. 2, 16 αριθ. 2, 25 παρ. 2, 33 και 664 ΚΠολΔ) κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 664-676 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι μετά τον περιορισμό του καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής, δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, ενώ σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 61 παρ. 4 Ν. 4194/2013, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 8β΄ Ν. 4205/2013 και ισχύει από 1-11-2013 σύμφωνα με τα άρθρα 165 παρ. 11 Ν. 4194/2013, όπως προστέθηκε με το άρθρο 7 παρ. 13δ΄Ν. 4205/2013, προσκομίστηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του ενάγοντα το οικείο γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών (βλ. το με αριθμό Α106195/13-12-2016 γραμμάτιο του ΔΣΠ). Όμως ως προς το κονδύλιο που αφορά σε μη ληφθείσες άδειες δέκα (10) ετών για την πρώτη ενάγουσα, εννέα (9) ετών για τη δεύτερη, πέντε (5) ετών για την τρίτη και τεσσάρων (4) ετών για έκαστο των λοιπών εναγόντων είναι, απορριπτέα ως απαράδεκτη, λόγω της αοριστίας της, καθόσον δεν προσδιορίζεται ποια είναι τα έτη κατά τα οποία έκαστος ενάγων δεν έλαβε την άδειά του, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατο για το Δικαστήριο να εκδώσει απόφαση επί του αιτήματος αυτού. Περαιτέρω ως προς τα υπόλοιπα κονδύλια, η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 346, 361, 648, 651, 652, 653 και 655 ΑΚ, 68, 70, 74 § 1, 176, 218 και 219 ΚΠολΔ., 1 παρ. 2 του Ν. 1082/1980 σε συνδυασμό με τα άρθρα 1, 3, 6 της με αρ. 19040/1981 ΚΥΑ Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, 3 παρ. 16 Ν. 4504/1966 σε συνδυασμό με το άρθρο 2 παρ. 1, 3 παρ. 1,3,8 ΑΝ 539/1945, όπως το άρθρο 2 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 Ν. 3302/2004, ως προς δε την επικουρική της βάση στις ίδιες παραπάνω διατάξεις και σε εκείνες των άρθρων 3, 174, 180 και 904 επ. ΑΚ. Σημειωτέον ότι μετά το μερικό περιορισμό του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, μη νόμιμη τυγχάνει η αγωγή, ως προς το αίτημα όπως κηρυχθεί αυτή προσωρινά εκτελεστή, καθόσον η αναγνωριστική απόφαση δεν αποτελεί εκτελεστό τίτλο υπό την έννοια του άρθρου 904 ΚΠολΔ, η ύπαρξη του οποίου αποτελεί προϋπόθεση της προσωρινής εκτελεστότητας και της εκτελεστότητας της εκδοθησόμενης απόφασης εν γένει. Πρέπει, επομένως, η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.
Από την εκτίμηση της ένορκης εξέτασης του μάρτυρα απόδειξης Δ. Σ.[S29] ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, η οποία περιλαμβάνεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά της συζητήσεως και το σύνολο των εγγράφων, τα οποία προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι ενάγοντες, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, λαμβανομένων υπόψη των διδαγμάτων της κοινής πείρας, χωρίς να παραλείπεται κανένα από αυτά κατά την ουσιαστική διερεύνηση της υπόθεσης, ακόμη και αν δεν μνημονεύεται ρητά παρακάτω,αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα εξής: Δυνάμει συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, η οποία καταρτίσθηκε στον Πειραιά μεταξύ της πρώτης ενάγουσας και εκπροσώπου της εναγομένης την 7-02-2003, η πρώτη ενάγουσα προσελήφθη από την τελευταία προκειμένου να εργαστεί ως υπάλληλος γραφείου. Έκτοτε, παρείχε, ανελλιπώς, την εργασία της στην εναγομένη, πλην όμως από το μήνα Ιανουάριο του έτους 2009 η τελευταία έπαυσε να της καταβάλλει τις αποδοχές της. Επομένως, οφείλει στην πρώτη ενάγουσα, τις αποδοχές της για το χρονικό διάστημα από Ιανουάριο του έτους 2009 έως και το Μάρτιο του έτους 2013, διάστημα κατά το οποίο η πρώτη ενάγουσα εξακολουθούσε να προσφέρει τις υπηρεσίες της, ήτοι της οφείλει τα κάτωθι ποσά: αποδοχές Ιανουαρίου 2009 1.505,95 ευρώ, Φεβρουαρίου 2009 1.505,95 ευρώ, Μαρτίου 2009 1.505,95 ευρώ, Απριλίου 2009 1.505,95 ευρώ, Μαΐου 2009 1.505,95 ευρώ, Ιουνίου 2009 1.505,95 ευρώ, Ιουλίου 2009 1.505,95 ευρώ, Αυγούστου 2009 1.505,95 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2009 1.613,55 ευρώ, Οκτωβρίου 2009 1.613,55 ευρώ, Νοεμβρίου 2009 1.613,55 ευρώ, Δεκεμβρίου 2009 1.613,55 ευρώ, Ιανουαρίου 2010 1.623,44 ευρώ, Φεβρουαρίου 2010 1.623,44 ευρώ, Μαρτίου 2010 1.623,44 ευρώ, Απριλίου 2010 1.623,44 ευρώ, Μαΐου 2010 1.623,44 ευρώ, Ιουνίου 2010 1.623,44 ευρώ, Ιουλίου 2010 1.623,44 ευρώ, Αυγούστου 2010 1.623,44 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2010 1.623,44 ευρώ, Οκτωβρίου 2010 1.623,44 ευρώ, Νοεμβρίου 2010 1.623,44 ευρώ, Δεκεμβρίου 2010 1.623,44 ευρώ, Ιανουαρίου 2011 1.634,46 ευρώ, Φεβρουαρίου 2011 1.634,46 ευρώ, Μαρτίου 2011 1.634,46 ευρώ, Απριλίου 2011 1.634,46 ευρώ, Μαΐου 2011 1.634,46 ευρώ, Ιουνίου 2011 1.634,46 ευρώ, Ιουλίου 2011 1.634,46 ευρώ, Αυγούστου 2011 1.626,31 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2011 1.626,31 ευρώ, Οκτωβρίου 2011 1.626,31 ευρώ, Νοεμβρίου 2011 1.626,31 ευρώ, Δεκεμβρίου 2011 1.626,31 ευρώ, Ιανουαρίου 2012 1.626,31 ευρώ, Φεβρουαρίου 2012 1.626,31 ευρώ, Μαρτίου 2012 1.626,31 ευρώ, Απριλίου 2012 1.626,31 ευρώ, Μαΐου 2012 1.626,31 ευρώ, Ιουνίου 2012 1.626,31 ευρώ, Ιουλίου 2012 1.626,31 ευρώ, Αυγούστου 2012 1.626,31 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2012 1.626,31 ευρώ, Οκτωβρίου 2012 1.626,31 ευρώ, Νοεμβρίου 2012 1.626,31 ευρώ, Δεκεμβρίου 2012 1.626,31 ευρώ, Ιανουαρίου 2013 1.626,31 ευρώ, Φεβρουαρίου 2013 1.626,31 ευρώ και Μαρτίου 2013 1.626,31 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 81.950,50 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν έχει καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα τα επιδόματα αδείας ετών 2009, 2010, 2011 και 2012, τα οποία της οφείλει και συγκεκριμένα για επίδομα αδείας έτους 2009 το ποσό των 752,98 ευρώ (1.505,95 : 2), για επίδομα αδείας έτους 2010 το ποσό των 811,71 ευρώ (1.623,44 : 2), για επίδομα αδείας έτους 2011 το ποσό των 813,16 ευρώ (1.626,31 : 2) και για επίδομα αδείας έτους 2012 το ποσό των 813,16 ευρώ (1.626,31 : 2), ήτοι συνολικά ποσό 3.191,01 ευρώ. Επίσης αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν κατέβαλε στην πρώτη ενάγουσα τα επιδόματα εορτής Πάσχα έτους 2009 ποσού 779,95 ευρώ, έτους 2010 ποσού 841,31 ευρώ, έτους 2011 ποσού 843,77 ευρώ, έτους 2012 ποσού 813,16 ευρώ και αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα έτους 2013 ποσού 609,86 ευρώ [1.626,31 € βασικός μισθός : 2 = 813,16 ευρώ Χ 1/15 = 54,21 ευρώ για κάθε 8ήμερο εργασίας Χ 11,25 8ήμερα (90 ημέρες : 8) = 609,86 ευρώ] και συνολικά ποσό 3.888,05 ευρώ, ούτε τα επιδόματα εορτής Χριστουγέννων έτους 2009 ποσού 1.672 ευρώ, έτους 2010 ποσού 1.682,59 ευρώ, έτους 2011 ποσού 1.641,25 ευρώ και έτους 2012 ποσού 1.641,25 ευρώ, ήτοι συνολικά ποσό 6.637,09 ευρώ. Επομένως η εναγομένη οφείλει στην πρώτη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 95.666,65 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι δυνάμει συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, η οποία καταρτίσθηκε στον Πειραιά μεταξύ της δεύτερης ενάγουσας και εκπροσώπου της εναγομένης την 11-10-2004, η δεύτερη ενάγουσα προσελήφθη από την τελευταία προκειμένου να εργαστεί ως υπάλληλος γραφείου. Έκτοτε, παρείχε, ανελλιπώς, την εργασία της στην εναγομένη, πλην όμως από το μήνα Μάρτιο του έτους 2009 η τελευταία έπαυσε να της καταβάλλει τις αποδοχές της. Επομένως, οφείλει στη δεύτερη ενάγουσα, τις αποδοχές της για το χρονικό διάστημα από Μάρτιο του έτους 2009 έως και το Μάρτιο του έτους 2013, διάστημα κατά το οποίο η δεύτερη ενάγουσα εξακολουθούσε να προσφέρει τις υπηρεσίες της, ήτοι της οφείλει τα κάτωθι ποσά: αποδοχές Μαρτίου 2009 885,43 ευρώ, Απριλίου 2009 1.885,43 ευρώ, Μαΐου 2009 1.885,43 ευρώ, Ιουνίου 2009 1.885,43 ευρώ, Ιουλίου 2009 1.885,43 ευρώ, Αυγούστου 2009 1.885,43 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2009 1.931,36 ευρώ, Οκτωβρίου 2009 1.931,36 ευρώ, Νοεμβρίου 2009 1.931,36 ευρώ, Δεκεμβρίου 2009 1.931,36 ευρώ, Ιανουαρίου 2010 1.944,02 ευρώ, Φεβρουαρίου 2010 1.944,02 ευρώ, Μαρτίου 2010 1.944,02 ευρώ, Απριλίου 2010 1.944,02 ευρώ, Μαΐου 2010 1.944,02 ευρώ, Ιουνίου 2010 1.944,02 ευρώ, Ιουλίου 2010 1.944,02 ευρώ, Αυγούστου 2010 1.944,02 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2010 1.944,02 ευρώ, Οκτωβρίου 2010 1.974,35 ευρώ, Νοεμβρίου 2010 1.974,35ευρώ, Δεκεμβρίου 2010 1.974,35 ευρώ, Ιανουαρίου 2011 1.966,74 ευρώ, Φεβρουαρίου 2011 1.966,74 ευρώ, Μαρτίου 2011 1.966,74 ευρώ, Απριλίου 2011 1.966,74 ευρώ, Μαΐου 2011 1.966,74 ευρώ, Ιουνίου 2011 1.966,74 ευρώ, Ιουλίου 2011 1.966,74 ευρώ, Αυγούστου 2011 1.957,71 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2011 1.957,71 ευρώ, Οκτωβρίου 2011 1.957,71 ευρώ, Νοεμβρίου 2011 1.957,71 ευρώ, Δεκεμβρίου 2011 1.957,71 ευρώ, Ιανουαρίου 2012 1.957,71 ευρώ, Φεβρουαρίου 2012 1.957,71 ευρώ, Μαρτίου 2012 1.957,71 ευρώ, Απριλίου 2012 1.957,71 ευρώ, Μαΐου 2012 1.957,71 ευρώ, Ιουνίου 2012 1.957,71 ευρώ, Ιουλίου 2012 1.957,71 ευρώ, Αυγούστου 2012 1.957,71 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2012 1.957,71 ευρώ, Οκτωβρίου 2012 1.957,71 ευρώ, Νοεμβρίου 2012 1.957,71 ευρώ, Δεκεμβρίου 2012 1.957,71 ευρώ, Ιανουαρίου 2013 1.957,71 ευρώ, Φεβρουαρίου 2013 1.957,71 ευρώ και Μαρτίου 2013 1.957,71 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 94.378,63 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν έχει καταβάλει στη δεύτερη ενάγουσα τα επιδόματα αδείας ετών 2009, 2010, 2011 και 2012, τα οποία της οφείλει και συγκεκριμένα για επίδομα αδείας έτους 2009 το ποσό των 942,72 ευρώ (1.885,43 : 2), για επίδομα αδείας έτους 2010 το ποσό των 987,17 ευρώ (1.974,35 : 2), για επίδομα αδείας έτους 2011 το ποσό των 978,86 ευρώ (1.957,71 : 2) και για επίδομα αδείας έτους 2012 το ποσό των 978,86 ευρώ (1.957,71 : 2), ήτοι συνολικά ποσό 3.887,61 ευρώ. Επίσης αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν κατέβαλε στη δεύτερη ενάγουσα τα επιδόματα εορτής Πάσχα έτους 2009 ποσού 973,19 ευρώ, έτους 2010 ποσού 1.003,46 ευρώ, έτους 2011 ποσού 1.014,96 ευρώ, έτους 2012 ποσού 978,86 ευρώ και αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα έτους 2013 ποσού 734,06 ευρώ [1.957,71 € βασικός μισθός : 2 = 978,86 ευρώ Χ 1/15 = 65,25 ευρώ για κάθε 8ήμερο εργασίας Χ 11,25 8ήμερα (90 ημέρες : 8) = 734,06 ευρώ] και συνολικά ποσό 4.704,53 ευρώ, ούτε τα επιδόματα εορτής Χριστουγέννων έτους 2009 ποσού 1.994,24 ευρώ, έτους 2010 ποσού 2.038,49 ευρώ, έτους 2011 ποσού 1.984,51 ευρώ και έτους 2012 ποσού 1.984,51 ευρώ, ήτοι συνολικά ποσό 8.001,75 ευρώ. Επομένως η εναγομένη οφείλει στη δεύτερη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 110.972,52 ευρώ. Αποδείχθηκε ακόμα ότι δυνάμει συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, η οποία καταρτίσθηκε στον Πειραιά μεταξύ της τρίτης ενάγουσας και εκπροσώπου της εναγομένης την 4-04-2008, η τρίτη ενάγουσα προσελήφθη από την τελευταία προκειμένου να εργαστεί ως υπάλληλος γραφείου. Έκτοτε, παρείχε, ανελλιπώς, την εργασία της στην εναγομένη, πλην όμως από το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2009 η τελευταία έπαυσε να της καταβάλλει τις αποδοχές της. Επομένως, οφείλει στην τρίτη ενάγουσα, τις αποδοχές της για το χρονικό διάστημα από Φεβρουάριο του έτους 2009 έως και το Μάρτιο του έτους 2013, διάστημα κατά το οποίο η τρίτη ενάγουσα εξακολουθούσε να προσφέρει τις υπηρεσίες της, ήτοι της οφείλει τα κάτωθι ποσά: αποδοχές Φεβρουαρίου 2009 68,83 ευρώ, Μαρτίου 2009 1.618,83 ευρώ, Απριλίου 2009 1.618,83 ευρώ, Μαΐου 2009 1.618,83 ευρώ, Ιουνίου 2009 1.618,83 ευρώ, Ιουλίου 2009 1.618,83 ευρώ, Αυγούστου 2009 1.618,83 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2009 1.688,32 ευρώ, Οκτωβρίου 2009 1.688,32 ευρώ, Νοεμβρίου 2009 1.688,32 ευρώ, Δεκεμβρίου 2009 1.688,32 ευρώ, Ιανουαρίου 2010 1.699,54 ευρώ, Φεβρουαρίου 2010 1.699,54 ευρώ, Μαρτίου 2010 1.699,54 ευρώ, Απριλίου 2010 1.699,54 ευρώ, Μαΐου 2010 1.699,54 ευρώ, Ιουνίου 2010 1.699,54 ευρώ, Ιουλίου 2010 1.699,54 ευρώ, Αυγούστου 2010 1.745,09 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2010 1.745,09 ευρώ, Οκτωβρίου 2010 1.745,09 ευρώ, Νοεμβρίου 2010 1.745,09 ευρώ, Δεκεμβρίου 2010 1.799,77 ευρώ, Ιανουαρίου 2011 1.792,60 ευρώ, Φεβρουαρίου 2011 1.792,60 ευρώ, Μαρτίου 2011 1.792,60 ευρώ, Απριλίου 2011 1.792,60 ευρώ, Μαΐου 2011 1.792,60 ευρώ, Ιουνίου 2011 1.792,60 ευρώ, Ιουλίου 2011 1.792,60 ευρώ, Αυγούστου 2011 1.784,07 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2011 1.784,07 ευρώ, Οκτωβρίου 2011 1.784,07 ευρώ, Νοεμβρίου 2011 1.784,07 ευρώ, Δεκεμβρίου 2011 1.784,07 ευρώ, Ιανουαρίου 2012 1.784,07 ευρώ, Φεβρουαρίου 2012 1.784,07 ευρώ, Μαρτίου 2012 1.784,07 ευρώ, Απριλίου 2012 1.784,07 ευρώ, Μαΐου 2012 1.784,07 ευρώ, Ιουνίου 2012 1.784,07 ευρώ, Ιουλίου 2012 1.784,07 ευρώ, Αυγούστου 2012 1.784,07 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2012 1.784,07 ευρώ, Οκτωβρίου 2012 1.784,07 ευρώ, Νοεμβρίου 2012 1.784,07 ευρώ, Δεκεμβρίου 2012 1.784,07 ευρώ, Ιανουαρίου 2013 1.784,07 ευρώ, Φεβρουαρίου 2013 1.784,07 ευρώ και Μαρτίου 2013 1.784,07 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 85.441,60 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν έχει καταβάλει στην τρίτη ενάγουσα τα επιδόματα αδείας ετών 2009, 2010, 2011 και 2012, τα οποία της οφείλει και συγκεκριμένα για επίδομα αδείας έτους 2009 το ποσό των 809,42 ευρώ (1.618,82 : 2), για επίδομα αδείας έτους 2010 το ποσό των 872,56 ευρώ (1.745,09 : 2), για επίδομα αδείας έτους 2011 το ποσό των 896,30 ευρώ (1.792,60 : 2) και για επίδομα αδείας έτους 2012 το ποσό των 892,03 ευρώ (1.784,07 : 2), ήτοι συνολικά ποσό 3.470,31 ευρώ. Επίσης αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν κατέβαλε στην τρίτη ενάγουσα τα επιδόματα εορτής Πάσχα έτους 2009 ποσού 538,74 ευρώ, έτους 2010 ποσού 880,95 ευρώ, έτους 2011 ποσού 234,78 ευρώ, έτους 2012 ποσού 896,30 ευρώ και αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα έτους 2013 ποσού 668,92 ευρώ [1.784,07 € βασικός μισθός : 2 = 892,03 ευρώ Χ 1/15 = 59,46 ευρώ για κάθε 8ήμερο εργασίας Χ 11,25 8ήμερα (90 ημέρες : 8) = 668,92 ευρώ] και συνολικά ποσό 3.219,69 ευρώ, ούτε τα επιδόματα εορτής Χριστουγέννων έτους 2009 ποσού 1.750,20 ευρώ, έτους 2010 ποσού 1.866,28 ευρώ, έτους 2011 ποσού 1.801,06 ευρώ και έτους 2012 ποσού 1.801,06 ευρώ, ήτοι συνολικά ποσό 7.218,60 ευρώ. Επομένως η εναγομένη οφείλει στην τρίτη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 99.350,20 ευρώ. Επίσης αποδείχθηκε ότι δυνάμει συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, η οποία καταρτίσθηκε στον Πειραιά μεταξύ του τέταρτου ενάγοντα και εκπροσώπου της εναγομένης την 3-09-2009, ο τέταρτος ενάγων προσελήφθη από την τελευταία προκειμένου να εργαστεί ως υπάλληλος γραφείου. Έκτοτε, παρείχε, ανελλιπώς, την εργασία του στην εναγομένη, πλην όμως από το μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2009 η τελευταία έπαυσε να του καταβάλλει τις αποδοχές του. Επομένως, οφείλει στον τέταρτο ενάγοντα, τις αποδοχές του για το χρονικό διάστημα από Σεπτέμβριο του έτους 2009 έως και το Μάρτιο του έτους 2013, διάστημα κατά το οποίο ο τέταρτος ενάγων εξακολουθούσε να προσφέρει τις υπηρεσίες του, ήτοι του οφείλει τα κάτωθι ποσά: αποδοχές Σεπτεμβρίου 2009 796,05 ευρώ, Οκτωβρίου 2009 861,32 ευρώ, Νοεμβρίου 2009 861,32 ευρώ, Δεκεμβρίου 2009 861,32 ευρώ, Ιανουαρίου 2010 861,37 ευρώ, Φεβρουαρίου 2010 861,37 ευρώ, Μαρτίου 2010 861,37 ευρώ, Απριλίου 2010 861,37 ευρώ, Μαΐου 2010 861,37 ευρώ, Ιουνίου 2010 861,37 ευρώ, Ιουλίου 2010 861,37 ευρώ, Αυγούστου 2010 861,37 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2010 960,23 ευρώ, Οκτωβρίου 2010 960,23 ευρώ, Νοεμβρίου 2010 960,23 ευρώ, Δεκεμβρίου 2010 960,23 ευρώ, Ιανουαρίου 2011 968,20 ευρώ, Φεβρουαρίου 2011 968,20 ευρώ, Μαρτίου 2011 968,20 ευρώ, Απριλίου 2011 968,20 ευρώ, Μαΐου 2011 968,20 ευρώ, Ιουνίου 2011 968,20 ευρώ, Ιουλίου 2011 968,20 ευρώ, Αυγούστου 2011 963,34 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2011 963,34 ευρώ, Οκτωβρίου 2011 963,34 ευρώ, Νοεμβρίου 2011 963,34 ευρώ, Δεκεμβρίου 2011 963,34 ευρώ, Ιανουαρίου 2012 963,34 ευρώ, Φεβρουαρίου 2012 963,34 ευρώ, Μαρτίου 2012 963,34 ευρώ, Απριλίου 2012 963,34 ευρώ, Μαΐου 2012 963,34 ευρώ, Ιουνίου 2012 963,34 ευρώ, Ιουλίου 2012 963,34 ευρώ, Αυγούστου 2012 963,34 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2012 963,34 ευρώ, Οκτωβρίου 2012 963,34 ευρώ, Νοεμβρίου 2012 963,34 ευρώ, Δεκεμβρίου 2012 963,34 ευρώ, Ιανουαρίου 2013 963,34 ευρώ, Φεβρουαρίου 2013 963,34 ευρώ και Μαρτίου 2013 963,34 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 40.156,09 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν έχει καταβάλει στον τέταρτο ενάγοντα τα επιδόματα αδείας ετών 2010, 2011 και 2012, τα οποία του οφείλει και συγκεκριμένα για επίδομα αδείας έτους 2010 το ποσό των 480,11 ευρώ (960,23 : 2), για επίδομα αδείας έτους 2011 το ποσό των 481,67 ευρώ (963,34 : 2) και για επίδομα αδείας έτους 2012 το ποσό των 481,67 ευρώ (963,34 : 2), ήτοι συνολικά ποσό 1.443,45 ευρώ. Επίσης αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν κατέβαλε στον τέταρτο ενάγοντα τα επιδόματα εορτής Πάσχα έτους 2010 ποσού 444,40 ευρώ, έτους 2011 ποσού 501,11 ευρώ, έτους 2012 ποσού 481,67 ευρώ και αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα έτους 2013 ποσού 361,23 ευρώ [963,34 € βασικός μισθός : 2 = 481,67 ευρώ Χ 1/15 = 32,11 ευρώ για κάθε 8ήμερο εργασίας Χ 11,25 8ήμερα (90 ημέρες : 8) = 361,23 ευρώ] και συνολικά ποσό 1.788,41 ευρώ, ούτε τα επιδόματα εορτής Χριστουγέννων, ήτοι αναλογία επιδόματος έτους 2009 ποσού 435,10 ευρώ [861,32 € βασικός μισθός Χ 2/25 = 68,90 ευρώ για κάθε 19ήμερο εργασίας Χ 6,315 19ήμερα (120 ημέρες : 19) = 435,10 ευρώ], επίδομα έτους 2010 ποσού 991,79 ευρώ, έτους 2011 ποσού 978,41 ευρώ και έτους 2012 ποσού 978,41 ευρώ, ήτοι συνολικά ποσό 3.383,71 ευρώ. Επομένως η εναγομένη οφείλει στον τέταρτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 46.771,66 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι δυνάμει συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, η οποία καταρτίσθηκε στον Πειραιά μεταξύ του πέμπτου ενάγοντα και εκπροσώπου της εναγομένης την 7-09-2009, ο πέμπτος ενάγων προσελήφθη από την τελευταία προκειμένου να εργαστεί ως υπάλληλος γραφείου. Έκτοτε, παρείχε, ανελλιπώς, την εργασία του στην εναγομένη, πλην όμως από το μήνα Σεπτέμβριο του έτους 2009 η τελευταία έπαυσε να του καταβάλλει τις αποδοχές του. Επομένως, οφείλει στον πέμπτο ενάγοντα, τις αποδοχές του για το χρονικό διάστημα από Σεπτέμβριο του έτους 2009 έως και το Μάρτιο του έτους 2013, διάστημα κατά το οποίο ο πέμπτος ενάγων εξακολουθούσε να προσφέρει τις υπηρεσίες του, ήτοι του οφείλει τα κάτωθι ποσά: αποδοχές Σεπτεμβρίου 2009 1.320,55 ευρώ, Οκτωβρίου 2009 1.672,94 ευρώ, Νοεμβρίου 2009 1.672,94 ευρώ, Δεκεμβρίου 2009 1.672,94 ευρώ, Ιανουαρίου 2010 1.683,60 ευρώ, Φεβρουαρίου 2010 1.683,60 ευρώ, Μαρτίου 2010 1.683,60 ευρώ, Απριλίου 2010 1.683,60 ευρώ, Μαΐου 2010 1.683,60 ευρώ, Ιουνίου 2010 1.683,60 ευρώ, Ιουλίου 2010 1.683,60 ευρώ, Αυγούστου 2010 1.683,60 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2010 1.712,25 ευρώ, Οκτωβρίου 2010 1.712,25 ευρώ, Νοεμβρίου 2010 1.712,25 ευρώ, Δεκεμβρίου 2010 1.712,25 ευρώ, Ιανουαρίου 2011 1.714,11 ευρώ, Φεβρουαρίου 2011 1.714,11 ευρώ, Μαρτίου 2011 1.714,11 ευρώ, Απριλίου 2011 1.714,11 ευρώ, Μαΐου 2011 1.714,11 ευρώ, Ιουνίου 2011 1.714,11 ευρώ, Ιουλίου 2011 1.714,11 ευρώ, Αυγούστου 2011 1.705,96 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2011 1.705,96 ευρώ, Οκτωβρίου 2011 1.705,96 ευρώ, Νοεμβρίου 2011 1.705,96 ευρώ, Δεκεμβρίου 2011 1.705,96 ευρώ, Ιανουαρίου 2012 1.705,96 ευρώ, Φεβρουαρίου 2012 1.705,96 ευρώ, Μαρτίου 2012 1.705,96 ευρώ, Απριλίου 2012 1.705,96 ευρώ, Μαΐου 2012 1.705,96 ευρώ, Ιουνίου 2012 1.705,96 ευρώ, Ιουλίου 2012 1.705,96 ευρώ, Αυγούστου 2012 1.705,96 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2012 1.705,96 ευρώ, Οκτωβρίου 2012 1.705,96 ευρώ, Νοεμβρίου 2012 1.705,96 ευρώ, Δεκεμβρίου 2012 1.705,96 ευρώ, Ιανουαρίου 2013 1.705,96 ευρώ, Φεβρουαρίου 2013 1.705,96 ευρώ και Μαρτίου 2013 1.705,96 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 72.775,14 ευρώ. Επιπλέον αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν έχει καταβάλει στον πέμπτο ενάγοντα τα επιδόματα αδείας ετών 2010, 2011 και 2012, τα οποία του οφείλει και συγκεκριμένα για επίδομα αδείας έτους 2010 το ποσό των 856,13 ευρώ (1.712,25 : 2), για επίδομα αδείας έτους 2011 το ποσό των 852,98 ευρώ (1.705,96 : 2) και για επίδομα αδείας έτους 2012 το ποσό των 852,98 ευρώ (1.705,96 : 2), ήτοι συνολικά ποσό 2.562,09 ευρώ. Επίσης αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν κατέβαλε στον πέμπτο ενάγοντα τα επιδόματα εορτής Πάσχα έτους 2010 ποσού 872,76 ευρώ, έτους 2011 ποσού 888,10 ευρώ, έτους 2012 ποσού 888,10 ευρώ και αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα έτους 2013 ποσού 639,67 ευρώ [1.705,96 € βασικός μισθός : 2 = 852,98 ευρώ Χ 1/15 = 56,86 ευρώ για κάθε 8ήμερο εργασίας Χ 11,25 8ήμερα (90 ημέρες : 8) = 639,67 ευρώ] και συνολικά ποσό 3.288,63 ευρώ, ούτε τα επιδόματα εορτής Χριστουγέννων, ήτοι αναλογία επιδόματος έτους 2009 ποσού 817,03 ευρώ [1.672,94 € βασικός μισθός Χ 2/25 = 133,83 ευρώ για κάθε 19ήμερο εργασίας Χ 6,105 19ήμερα (116 ημέρες : 19) = 817,03 ευρώ], επίδομα έτους 2010 ποσού 1.781,49 ευρώ, έτους 2011 ποσού 1.771,47 ευρώ και έτους 2012 ποσού 1.771,47 ευρώ, ήτοι συνολικά ποσό 6.141,46 ευρώ. Επομένως η εναγομένη οφείλει στον πέμπτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 84.767,32 ευρώ. Δυνάμει συμβάσεως εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, η οποία καταρτίσθηκε στον Πειραιά μεταξύ του έκτου ενάγοντα και εκπροσώπου της εναγομένης την 1-12-2009, ο έκτος ενάγων προσελήφθη από την τελευταία προκειμένου να εργαστεί ως υπάλληλος γραφείου. Έκτοτε, παρείχε, ανελλιπώς, την εργασία του στην εναγομένη, πλην όμως ήδη από το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2009 η τελευταία έπαυσε να του καταβάλλει τις αποδοχές του. Επομένως, οφείλει στον έκτο ενάγοντα, τις αποδοχές του για το χρονικό διάστημα από Δεκέμβριο του έτους 2009 έως και το Μάρτιο του έτους 2013, διάστημα κατά το οποίο ο έκτος ενάγων εξακολουθούσε να προσφέρει τις υπηρεσίες του, ήτοι του οφείλει τα κάτωθι ποσά: αποδοχές Δεκεμβρίου 2009 1.473,03 ευρώ, Ιανουαρίου 2010 1.481,08 ευρώ, Φεβρουαρίου 2010 1.481,08 ευρώ, Μαρτίου 2010 1.481,08 ευρώ, Απριλίου 2010 1.481,08 ευρώ, Μαΐου 2010 1.481,08 ευρώ, Ιουνίου 2010 1.481,08 ευρώ, Ιουλίου 2010 1.481,08 ευρώ, Αυγούστου 2010 1.481,08 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2010 1.481,08 ευρώ, Οκτωβρίου 2010 1.481,08 ευρώ, Νοεμβρίου 2010 1.481,08 ευρώ, Δεκεμβρίου 2010 1.481,08 ευρώ, Ιανουαρίου 2011 1.495,97 ευρώ, Φεβρουαρίου 2011 1.495,97 ευρώ, Μαρτίου 2011 1.495,97 ευρώ, Απριλίου 2011 1.495,97 ευρώ, Μαΐου 2011 1.495,97 ευρώ, Ιουνίου 2011 1.495,97 ευρώ, Ιουλίου 2011 1.495,97 ευρώ, Αυγούστου 2011 1.488,46 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2011 1.488,46 ευρώ, Οκτωβρίου 2011 1.488,46 ευρώ, Νοεμβρίου 2011 1.488,46 ευρώ, Δεκεμβρίου 2011 1.488,46 ευρώ, Ιανουαρίου 2012 1.488,46 ευρώ, Φεβρουαρίου 2012 1.488,46 ευρώ, Μαρτίου 2012 1.488,46 ευρώ, Απριλίου 2012 1.488,46 ευρώ, Μαΐου 2012 1.488,46 ευρώ, Ιουνίου 2012 1.488,46 ευρώ, Ιουλίου 2012 1.488,46 ευρώ, Αυγούστου 2012 1.488,46 ευρώ, Σεπτεμβρίου 2012 1.488,46 ευρώ, Οκτωβρίου 2012 1.488,46 ευρώ, Νοεμβρίου 2012 1.488,46 ευρώ, Δεκεμβρίου 2012 1.488,46 ευρώ, Ιανουαρίου 2013 1.488,46 ευρώ, Φεβρουαρίου 2013 1.488,46 ευρώ και Μαρτίου 2013 1.488,46 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 59.486,98 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν έχει καταβάλει στον έκτο ενάγοντα τα επιδόματα αδείας ετών 2010, 2011 και 2012, τα οποία του οφείλει και συγκεκριμένα για επίδομα αδείας έτους 2010 το ποσό των 740,55 ευρώ (1.481,08 : 2), για επίδομα αδείας έτους 2011 το ποσό των 744,23 ευρώ (1.488,46 : 2) και για επίδομα αδείας έτους 2012 το ποσό των 744,23 ευρώ (1.488,46 : 2), ήτοι συνολικά ποσό 2.229,01 ευρώ. Επίσης αποδείχθηκε ότι η εναγομένη δεν κατέβαλε στον έκτο ενάγοντα τα επιδόματα εορτής Πάσχα έτους 2010 ποσού 767,17 ευρώ, έτους 2011 ποσού 773,92 ευρώ, έτους 2012 ποσού 773,92 ευρώ και αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα έτους 2013 ποσού 558,11 ευρώ [1.488,46 € βασικός μισθός : 2 = 744,23 ευρώ Χ 1/15 = 49,61 ευρώ για κάθε 8ήμερο εργασίας Χ 11,25 8ήμερα (90 ημέρες : 8) = 558,11 ευρώ] και συνολικά ποσό 2.873,12 ευρώ, ούτε τα επιδόματα εορτής Χριστουγέννων έτους 2010 ποσού 1.534,31 ευρώ, έτους 2011 ποσού 1.503,85 ευρώ και έτους 2012 ποσού 1.503,85 ευρώ, ήτοι συνολικά ποσό 4.542,01 ευρώ. Επομένως η εναγομένη οφείλει στον έκτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 69.131,12 ευρώ (σημειωτέον ότι ο έκτος ενάγων λόγω εσφαλμένου υπολογισμού αναφέρει στην αγωγή του ότι το σύνολο των ανωτέρω απαιτήσεών του ανέρχεται στο ποσό των 67.873,90 ευρώ αντί του ορθού 69.354,98 ευρώ που προκύπτει από το άθροισμα των επιμέρους αξιώσεών του, όπως τις αναγράφει στο δικόγραφο της αγωγής). Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή και από ουσιαστική άποψη και να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 95.666,65 ευρώ, στη δεύτερη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 110.972,52 ευρώ, στην τρίτη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 99.350,20 ευρώ, στον τέταρτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 46.771,66 ευρώ, στον πέμπτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 84.767,32 ευρώ και στον έκτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 69.131,12 ευρώ, τα ανωτέρω ποσά δε με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της δήλης ημέρας καταβολής εκάστου αγωγικού κονδυλίου (ΟλΑΠ 39-40/2002), ως ακολούθως: τους μισθούς από την παρέλευση της δήλης ημέρας καταβολής κάθε μηνιαίου μισθού, που συμπίπτει με την τελευταία μέρα κάθε μήνα, κατά τον οποίο έκαστος ενάγων παρείχε την εργασία του (άρθρα 341 παρ. 1 και 655 ΑΚ), για το επίδομα εορτής Χριστουγέννων και αδείας από την 1-1 του επομένου έτους, αφού σύμφωνα με τα άρθρα 10 της ΥΑ 19040/1981, που εκδόθηκε κατ` εξουσιοδότηση του Ν. 1082/1980, 4 παρ. 1 του Α.Ν.539/1945, του Ν.4504/1961 και 1 παρ. 3 του Ν.Δ. 4547/1966, δήλη ημέρα καταβολής τους είναι η 31η Δεκεμβρίου εκάστου έτους (ΟλΑΠ 40/2002 ΕΕργΔ 2002.1477, ΑΠ 201/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και για το επίδομα εορτής Πάσχα από 1-5 του έτους στο οποίο πρέπει να καταβληθεί, αφού δήλη ημέρα καταβολής είναι η 30η Απριλίου του έτους αυτού (ΟλΑΠ 40/2002 ο.π.). Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει μνεία ότι καθόσον οι υφιστάμενες μεταξύ των μερών συμβάσεις εργασίας κρίθηκαν έγκυρες, παρέλκει η εξέταση της βασιμότητας της ερειδόμενης στις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού, επικουρικής βάσης της αγωγής. Ακολούθως, πρέπει να οριστεί παράβολο ερημοδικίας, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από την εναγομένη κατά της απόφασης αυτής (αρθρ. 591 παρ.1, συνδ. αρθρ. 505 και 673 ΚΠολΔ). Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εναγομένης, λόγω της μερικής ήττας της (άρθρα 178 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εναγομένης.
-ΟΡΙΖΕΙ παράβολο για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας, το ύψος του οποίου καθορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.
-ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
-ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στην πρώτη ενάγουσα το συνολικό ποσό των ενενήντα πέντε χιλιάδων εξακοσίων εξήντα έξι ευρώ και εξήντα πέντε λεπτών (95.666,65 €), εντόκως νομίμως κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.
-ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στη δεύτερη ενάγουσα το συνολικό ποσό των εκατόν δέκα χιλιάδων εννιακοσίων εβδομήντα δύο ευρώ και πενήντα δύο λεπτών (110.972,52 €), εντόκως νομίμως κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.
-ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στην τρίτη ενάγουσα το συνολικό ποσό των ενενήντα εννέα χιλιάδων τριακοσίων πενήντα ευρώ και είκοσι λεπτών (99.350,20 €), εντόκως νομίμως κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.
-ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον τέταρτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των σαράντα έξι χιλιάδων επτακοσίων εβδομήντα ενός ευρώ και εξήντα έξι λεπτών (46.771,66 €), εντόκως νομίμως κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.
-ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον πέμπτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των ογδόντα τεσσάρων χιλιάδων επτακοσίων εξήντα επτά ευρώ και τριάντα δύο λεπτών (84.767,32 €), εντόκως νομίμως κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.
-ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον έκτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των εξήντα εννέα χιλιάδων εκατόν τριάντα ενός ευρώ και δώδεκα λεπτών (69.131,12 €), εντόκως νομίμως κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.
-ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων σε βάρος της εναγομένης, το οποίο προσδιορίζει στο ποσό των επτά χιλιάδων επτακοσίων (7.700) ευρώ.
ΚPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 10 Ιανουαρίου 2017, χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι και ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εναγόντων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ