Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(ναύτης) υπερωρίες – εξπρες –  δώρα – αδεια διανυκτέρεσης

 

Αριθμός  απόφασης

 137/2017

(Αριθμός έκθεσης κατάθεσης …[S1] )

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Ειδική Διαδικασία Εργατικών Διαφορών)

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Τσέκου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης  και από τη Γραμματέα Ουρανία Γκίζα.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 27 Σεπτεμβρίου 2016, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …[S2]  του Χ.[S3] , κατοίκου Κ. Ξ.[S4] , ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου του Ελένης Καλογιάννη – Κοντοσέα.

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…[S5] », που εδρεύει στην Αθήνα (…[S6] ) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της Μαρίας Σταμούλη.

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 16-12-2015 αγωγή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …[S7] , προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο της 1-03-2016 και εγγράφηκε στο πινάκιο, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης στο ακροατήριο οι πληρεξουσίες δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ  ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Με την κρινομένη αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά, μεταξύ αυτού και της εναγομένης εταιρείας, νόμιμα εκπροσωπούμενης, πλοιοκτήτριας του με ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου «…[S8] », με αριθμό νηολογίου Πειραιά …[S9] , ολικής χωρητικότητας 16.172 κόρων, υπό Διεθνές Διακριτικό Σήμα SYSV και αριθμό ΙΜΟ: …[S10] , ναυτολογήθηκε στο παραπάνω πλοίο, το οποίο εκτελούσε καθημερινά τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια, ως ναύτης, της σύμβασης εργασίας του διεπόμενης από την ελληνική ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων. Ότι εργάστηκε κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα, η δε ναυτολόγησή του διήρκησε μέχρι τις 28-04-2015, οπότε και απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά, αμοιβαία συναινέσει αυτού και του Πλοιάρχου. Ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασής του, εργαζόταν επί επτά ημέρες την εβδομάδα και δεκατέσσερις ώρες την ημέρα, δεν του χορηγούνταν οι προβλεπόμενες από την εφαρμοστέα συλλογική σύμβαση διανυκτερεύσεις, ενώ το πλοίο εκτέλεσε τα αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια εξπρές. Ότι η εναγομένη, καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασής του, δεν κατέβαλε σε αυτόν το σύνολο των αποδοχών για τις υπερωρίες που πραγματοποίησε, ούτε συνυπολόγισε αυτές για την καταβολή των λοιπών δεδουλευμένων αποδοχών του, με αποτέλεσμα να οφείλονται σε αυτόν διαφορές για πρόσθετη αμοιβή υπερωριακής εργασίας, διαφορές για πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές, διαφορές επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων 2014 και Πάσχα 2015, καθώς και αποζημίωση για μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις, όπως κάθε κονδύλιο ειδικότερα προσδιορίζεται στην αγωγή, ανερχομένου του συνολικά οφειλόμενου ποσού από τις αιτίες αυτές σε 20.314,18 ευρώ, τα οποία οφείλει να του καταβάλει η εναγομένη. Με βάση τα προεκτεθέντα, επικαλούμενος έννομο συμφέρον, ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το ανωτέρω ποσό των 20.314,18 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την ημέρα της απόλυσής του, άλλως από την επίδοση της κρινομένης αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγομένη στα δικαστικά του έξοδα. Με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα, η κρινομένη αγωγή αρμόδια καθ’ ύλην και κατά τόπο, εισάγεται προς εκδίκαση στο Δικαστήριο αυτό  (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12, 13, 14 παρ. 2, 16 περ. 2, 25 παρ. 2, 33 ΚΠoλΔ και 51 παρ. 3Α του Ν. 2172/1993, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 663 επ. ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 82 ΚΙΝΔ) και είναι επαρκώς ορισμένη παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από την εναγομένη, αφού όταν ζητείται η καταβολή υπερωριακής αμοιβής στο ναυτικό, αρκεί να προκύπτουν οι ώρες υπερωριακής απασχόλησής του και δεν είναι αναγκαίο να αναφέρονται στην αγωγή οι κατ’ ιδίαν εργασίες, ο χρόνος που έγιναν αυτές (ούτε δρομολόγια του πλοίου, ο προορισμός του, τα ενδιάμεσα λιμάνια και η ώρα απασχόλησης του), αν υπήρχε ανάγκη και το πρόσωπο που έδωσε την εντολή. Στην ένδικη αγωγή αναφέρονται, εκτός από τα στοιχεία που απαιτούνται για όλες τις αξιώσεις από ναυτεργατική σύμβαση και συγκεκριμένα ο χρόνος σύναψής της, το είδος της εργασίας και η συμφωνία σχετικά με τον τρόπο αμοιβής του ενάγοντα, η διάρκεια της καθημερινής του απασχόλησης και για όλο το κρίσιμο διάστημα, από την οποία, με σαφήνεια και ακρίβεια προκύπτουν οι ώρες της κανονικής, αλλά και της υπερωριακής εργασίας του, στοιχεία που, κατ’ άρθρο 216 παρ. 1 και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ είναι αρκετά και καθιστούν έτσι πλήρως ορισμένη την αγωγή κατά το κεφάλαιο της αυτό (ΑΠ 1686/2007, ΕφΛαμ 22/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 994/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 984/2007 αδημ., ΕφΠειρ 140/2004 Ε.Ν.Δ. 2004.114, ΕφΠειρ 901/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΠειρ 1875/2009). Ακολούθως, η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 346, 361, 648, 652, 653, 655 ΑΚ, 68, 176, 907 και 908 παρ. 1 περ. ε΄ ΚΠολΔ, άρθρα 1, 2, 53, 54, 60, 82, 84, 105 και 106 του Κ.Ι.Ν.Δ, άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82. «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄1/1982) και της από 8-04-2014 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014, που κυρώθηκε με τη με αριθμό 3525.1.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄ 1664/24-06-2014). Κατόπιν των ανωτέρω, η αγωγή πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το ανάλογο, για το αντικείμενό της, τέλος δικαστικού ενσήμου με τις υπέρ τρίτων προσαυξήσεις, κατά το μέρος που υπερβαίνει το ποσό της αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου, σύμφωνα με το αρθρ. 71 του ΕισΝΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το αρθρ. 14 παρ.1 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το αρθρ. 2 του Ν. 3994/2011 (βλ. το υπ’ αριθμ. …[S11]  διπλότυπο είσπραξης Γ΄ Δ.Ο.Υ. Πειραιά), ενώ  σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 61 παρ. 4 Ν. 4194/2013, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 8β΄ Ν. 4205/2013 και ισχύει από 1-11-2013 σύμφωνα με τα άρθρα 165 παρ. 11 Ν. 4194/2013, όπως προστέθηκε με το άρθρο 7 παρ. 13δ΄Ν. 4205/2013, προσκομίστηκαν από τις πληρεξουσίες δικηγόρους των διαδίκων τα οικεία γραμμάτια προκαταβολής εισφορών (βλ. τα με αριθμούς …[S12]  και …[S13]  γραμμάτια του ΔΣΠ).

Από την εκτίμηση της με αριθμό …[S14]  ένορκης βεβαίωσης του Ο. Π.[S15]  ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων, η οποία ελήφθη νόμιμα (αρθρ. 671 ΚΠολΔ), με επιμέλεια του ενάγοντα μετά από νόμιμη πριν από 24 ώρες κλήτευση της αντιδίκου του (βλ. τη με αριθμ. …[S16]  έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά Ι. Α.[S17] ), η οποία παραδεκτά λαμβάνεται υπ’ όψιν, παρότι ο ανωτέρω έχει καταθέσει αγωγή με όμοιο περιεχόμενο κατά της εναγομένης, καθόσον τα πρόσωπα που είναι διάδικοι σε υπόθεση παρόμοια με την εκδικαζομένη δε θεωρούνται εξαιρετέοι μάρτυρες, υπό την έννοια της διάταξης του άρθρου 400 αρ.3 ΚΠολΔ (βλ. Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ερμηνεία ΚΠολΔ, υπό αρθρ. 400 αριθμ.10, ΕφΠειρ 231/1990, Ε.Ν.Δ. 18, σ.202, ΕφΠειρ 1082/1986, Ε.Ν.Δ. 15, σ.389), καθώς και της με αριθμό …[S18]  ένορκης βεβαίωσης του Α. Μ.[S19]  ενώπιον του Συμβολαιογράφου Πειραιά Παναγιώτη Γκέγκιου, που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται η εναγομένη, η οποία ελήφθη νόμιμα (αρθρ. 671 ΚΠολΔ), μετά από νόμιμη πριν από 24 ώρες κλήτευση του αντιδίκου της (βλ. τη με αριθμ. …[S20]  έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά Νικολάου Ζηλάκου), καθώς και των εγγράφων, τα οποία οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για να χρησιμεύσουν ως δικαστικά τεκμήρια, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά παρακάτω, χωρίς όμως να παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της παρούσας διαφοράς, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο μπορεί να λάβει υπόψη του, κατά την προκείμενη διαδικασία, και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρο 671 § 1 ΚΠολΔ) και από όσα οι διάδικοι συνομολογούν, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με διαδοχικές συμβάσεις εξαρτημένης ναυτικής εργασίας, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά, αρχής γενομένης στις 13-11-2013, μεταξύ του ενάγοντος, απογεγραμμένου ναυτικού, κατόχου του με αριθμό …[S21]  ναυτικού φυλλαδίου και της εναγομένης ναυτικής εταιρείας, πλοιοκτήτριας του με ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου «…[S22] », με αριθμό νηολογίου Πειραιά …[S23] , ολικής χωρητικότητας 16.172 κόρων, υπό Διεθνές Διακριτικό Σήμα SYSV και αριθμό ΙΜΟ: …[S24] , νόμιμα εκπροσωπούμενης από τον πλοίαρχο του παραπάνω πλοίου, ο ενάγων ναυτολογήθηκε ως ναύτης σε αυτό. Ειδικότερα, κατά το κρίσιμο σύμφωνα με την αγωγή χρονικό διάστημα, ο ενάγων ναυτολογήθηκε και εργάστηκε ανελλιπώς ως ναύτης στο παραπάνω πλοίο από 13-11-2013 έως 20-01-2014, οπότε και απολύθηκε λόγω αντικατάστασης ναυτολογίου και μεταφοράς σε νέο, από 20-01-2014 έως 14-02-2014, οπότε και απολύθηκε λόγω άδειας, από 14-03-2014 έως 18-07-2014, οπότε και απολύθηκε λόγω αντικατάστασης ναυτολογίου και μεταφοράς σε νέο, από 18-07-2014 έως 15-12-2014, οπότε και απολύθηκε λόγω άδειας, από 19-1-2015 έως 24-02-2015 οπότε και απολύθηκε λόγω ετήσιας επιθεώρησης και από 26-03-2015 έως 28-04-2015, οπότε απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει αυτού και του πλοιάρχου (βλ. αντίγραφο ναυτικού φυλλαδίου που προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων). Καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του οι όροι της εργασίας του και ιδίως το ύψος των καταβαλλόμενων σε αυτόν αποδοχών, κατά ρητή συμφωνία των μερών, διεπόταν από τους όρους της από 8-04-2014 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014, που κυρώθηκε με τη με αριθμό 3525.1.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Β΄ 1664/24-06-2014. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του ενάγοντα στο ανωτέρω πλοίο, αυτό εκτελούσε τα κάτωθι δρομολόγια, όπως αποδεικνύεται και από τους πίνακες δρομολογίων που προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων (βλ. την από 21-09-2015 και με αριθμ. πρωτ. 2251.2-5/21230/2015 επιστολή – βεβαίωση της Διεύθυνσης Θαλασσίων Συγκοινωνιών του Υπουργείου Οικονομίας Υποδομών Ναυτιλίας και Τουρισμού με τους συνημμένους σε αυτή πίνακες εγκεκριμένων δρομολογίων του ανωτέρω πλοίου), ήτοι : α) Από 1.1.2014 έως 14.2.2014, από 14.3.2014 έως 31.3.2014, από 1.11.2014 έως 15.12.2014 και από 19.01.2015 έως 24.02.2015: αναχώρηση από Πειραιά στις 19.00 της Δευτέρας, με προορισμό Σύρο, Πάτμο, Λέρο, Κω, Ρόδο (άφιξη 10.10) και αναχώρηση από Ρόδο (17.00) με επιστροφή προς Κω και άφιξη στον Πειραιά στις 6.10 της Τετάρτης, αναχώρηση από Πειραιά στις 19.00 της Τετάρτης, προς Σύρο, Πάτμο, Λέρο, Κω και Ρόδο (άφιξη 10.10) και αναχώρηση από Ρόδο (17.00) με επιστροφή προς Κω, Λέρο, Πάτμο, Πειραιά στις 8.05 της Παρασκευής, αναχώρηση από Πειραιά στις 19.00 της Παρασκευής, προς Σύρο, Πάτμο, Λέρο, Κω, Ρόδο (άφιξη 10.10) και αναχώρηση από Ρόδο  στις 17.00 της Κυριακής  με επιστροφή προς Κω, Λέρο, Πάτμο, Σύρο και άφιξη στον Πειραιά στις 08.05 της Δευτέρας. β)  Από 1.4.2014 έως 30.6.2014 και από 8.9.2014 έως 31.10.2014, αναχώρηση από Πειραιά στις 19.00 της Δευτέρας με προορισμό Σύρο, Πάτμο, Λέρο, Κω, Ρόδο (άφιξη 10.10) και αναχώρηση από Ρόδο (17.00) με επιστροφή προς Κω, Σύρο και άφιξη στον Πειραιά στις 6.10 της Τετάρτης, αναχώρηση από Πειραιά στις 19.00 της Τετάρτης, προς Σύρο, Πάτμο, Λέρο, Κω και Ρόδο (άφιξη 10.10) και αναχώρηση από Ρόδο (17.00) με επιστροφή προς Κω, Λέρο, Πάτμο, Σύρο, Πειραιά στις 8.05 της Παρασκευής, αναχώρηση από Πειραιά στις 19.00 της Παρασκευής, προς Σύρο, Πάτμο, Λέρο, Κω, Ρόδο (άφιξη 10.10) και αναχώρηση από Ρόδο στις 17.00 της Κυριακής με επιστροφή προς Κω, Λέρο, Πάτμο, Σύρο και άφιξη στον Πειραιά στις 8.05 της Δευτέρας. γ) Από 1.7.2014 έως 7.9.2014, αναχώρηση από Πειραιά στις 19.00 της Δευτέρας με προορισμό Σύρο, Πάτμο, Λέρο, Κω, Ρόδο (άφιξη 10.10) και αναχώρηση από Ρόδο (17.00) με επιστροφή προς Κω, Σύρο και άφιξη στον Πειραιά στις 6.10 της Τετάρτης, αναχώρηση από Πειραιά στις 19.00 της Τετάρτης, προς Σύρο, Πάτμο, Λέρο, Κω και Ρόδο (άφιξη 10.10) και αναχώρηση από Ρόδο (17.00) με επιστροφή προς Κω, Λέρο, Πάτμο, Σύρο, Πειραιά στις 8.05 της Παρασκευής, αναχώρηση από Πειραιά στις 19.00 της Παρασκευής, προς Σύρο, Κω, Ρόδο (άφιξη 8.10) και αναχώρηση από Ρόδο στις 9.30 με επιστροφή προς Κω, Κατάπολα και άφιξη στον Πειραιά στις 21.10 του Σαββάτου, αναχώρηση από Πειραιά στις 23.55 του Σαββάτου προς Κατάπολα, Πάτμο, Λέρο, Κω και Ρόδο (άφιξη 13.25) και αναχώρηση από Ρόδο (17.00) με επιστροφή προς Κω, Λέρο, Πάτμο, Σύρο, Πειραιά στις 8.05 της Δευτέρας. δ) Κατά το χρονικό διάστημα από 26.03.2015 έως 28.04.2015, αναχώρηση από Πειραιά στις 18.00 της Κυριακής, προς Θήρα, Κω, Ρόδο (άφιξη 09:00 της Δευτέρας) και αναχώρηση στις 16:00 με επιστροφή προς Κω, Θήρα και άφιξη στον Πειραιά, στις 7.45 της Τρίτης, αναχώρηση από Πειραιά στις 18.00 της Τρίτης, προς Θήρα, Κω, Ρόδο (άφιξη 09:00 της Τετάρτης) και αναχώρηση στις 16:00  και επιστροφή προς Κω, Θήρα και άφιξη στον Πειραιά, στις 7.45 της Πέμπτης, αναχώρηση από Πειραιά στις 18.00 της Πέμπτης προς Θήρα, Κω, Ρόδο (άφιξη 09:00 της Παρασκευής) και αναχώρηση στις 16:00 και επιστροφή προς Κω, Θήρα και άφιξη στον Πειραιά στις 7.45 του Σαββάτου. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι κατά το χρονικό διάστημα από 1-01-2014 έως 28-04-2015, το πλοίο δεν εκτέλεσε πλόες τις παρακάτω ημερομηνίες, είτε λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, είτε λόγω απεργίας της ΠΝΟ και συγκεκριμένα: την 1-01-2014 (Τετάρτη), στις 2-01-2014 (Πέμπτη), στις 31-03-2014 (Δευτέρα), την 1-04-2014 (Τρίτη), στις 2-04-2014 (Τετάρτη), στις 20-4-2014 (Κυριακή), στις 8-6-2014 (Κυριακή), στις 30-1-2015 (Παρασκευή), την 1-2-2015 (Κυριακή), στις 9-2-2015 (Δευτέρα), στις 10-2-2015 (Τρίτη), στις 22-2-2015 (Κυριακή), στις 26-3-2015 (Πέμπτη), στις 27-03-2015 (Παρασκευή), στις 9-4-2015 (Πέμπτη) και στις 10-04-2015 (Παρασκευή), δηλαδή συνολικά επί 16 ημέρες. Κατά τα χρονικά διαστήματα ναυτολογήσεως του ενάγοντος στο ένδικο πλοίο, αυτό εξυπηρετούσε, ως προεκτέθηκε, τις πολυσύχναστες ακτοπλοϊκές γραμμές των Δωδεκανήσων, εκτελώντας δρομολόγια που η διάρκεια εκάστου εξ αυτών υπερέβαινε τις 12 ώρες και προσεγγίζοντας πολλά λιμάνια. Η προσέγγιση σε πολλά λιμάνια συνιστά άνευ ετέρου λόγο εκτέλεσης υπερωριακής εργασίας του προσωπικού καταστρώματος, καθώς είναι απαραίτητη η συμμετοχή όλου του προσωπικού ακόμα και εκείνων των μελών του που δεν εκτελούν βάρδια ή έχουν τελειώσει το ωράριό τους, στις εργασίες κατάπλου, απόπλου, φορτώσεως και εκφορτώσεως. Εν προκειμένω, ο ενάγων εργαζόταν εναλλάξ είτε σε δύο τετράωρες βάρδιες το εικοσιτετράωρο εκτελώντας υπηρεσία φυλακής γέφυρας είτε ως ημερεργάτης (dayman/ντεϊμάνης). Ωστόσο, προς κάλυψη των ποικίλων λειτουργικών αναγκών που προέκυπταν στο πλοίο κατά τη διάρκεια των ανωτέρω πολύωρων δρομολογίων του και λόγω των συχνών κατάπλων του σε ενδιάμεσα λιμάνια, ο ενάγων, όταν εκτελούσε φυλακή (δύο τετράωρες βάρδιες), απασχολούνταν δύο ώρες είτε πριν την έναρξη της βάρδιας του είτε μετά τη λήξη της με την πρόσδεση του πλοίου, την φορτοεκφόρτωση, έχμαση και ασφάλιση στο γκαράζ αυτού και την απόδεσή του και επιπλέον με εργασίες καθαριότητας και συντήρησης του πλοίου πραγματοποιώντας τετράωρη υπερωριακή εργασία πέραν του κανονικού οκταώρου, ενώ, και όταν εκτελούσε υπηρεσία ημερεργάτη απασχολείτο, πέραν της ημερήσιας απασχόλησής του, επιπλέον ώρες εκτελώντας τις προαναφερόμενες εργασίες. Μετά δε την άφιξη του πλοίου στον Πειραιά και τη Ρόδο, ο ενάγων απασχολείτο μαζί με άλλα μέλη του κατώτερου πληρώματος με το πλύσιμο και τον καθαρισμό του γκαράζ και των καταστρωμάτων του πλοίου. Την ανάγκη παροχής εργασίας πέραν των καθορισμένων ορίων δεν απέκλειε το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε πλήρης οργανική σύνθεση του πληρώματος, καθόσον αυτή (η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση) αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και όχι στην ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία. Από τα παραπάνω αποδεικνύεται ότι εργαζόταν και πέραν του νομίμου ωραρίου του, γεγονός άλλωστε που συνομολογείται από την εναγόμενη (βλ. σελ.6 των προτάσεών της όπου αναφέρει ότι «οι υπερωρίες αυτές υπερκαλύπτονταν από τις αποδοχές 59 ωρών υπερωρίας που χορηγούσε κατά το επίδικο διάστημα η εταιρεία» και στη σελ. 8 αυτών (προτάσεών της) όπου αναφέρει ότι «η εταιρεία μας, πέραν του προβλεπόμενου από τη συλλογική σύμβαση εργασίας μισθού χορηγούσε μηνιαίως σε όλα τα πληρώματά της αμοιβή για 59 ώρες υπερωρίας μηνιαίως, είτε γίνονταν αυτές οι ώρες, είτε όχι, και συνήθως δεν γίνονταν»). Αμφισβήτηση, όμως, εγείρεται εκ μέρους αυτής, όσον αφορά την επικαλούμενη από τον ενάγοντα ημερήσια διάρκεια της απασχόλησης αυτής, πέραν του ωραρίου και το ύψος της αξιούμενης για την αιτία αυτή απαίτησης. Ειδικότερα, ο μεν ενάγων ισχυρίζεται ότι εργαζόταν 14 ώρες ημερησίως, και ζητά την καταβολή υπερωριών για 6 ώρες κατά τις καθημερινές και Κυριακές και για 14 ώρες κατά τα Σάββατα και τις αργίες, ενώ η εναγόμενη υποστηρίζει ότι το ποσό που κατέβαλε σ’ αυτόν για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, όπως προκύπτει από τους μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενους λογαριασμούς μισθοδοσίας, καλύπτει πλήρως την υπερωριακή του απασχόληση καθ’ όλες τις ημέρες. Ο ενόρκως βεβαιών Ο. Π.[S25]  του Βασιλείου, ο οποίος συνυπηρέτησε στο ένδικο πλοίο με τον ενάγοντα, κατέχων την ειδικότητα του ναύτη, αναφέρει ότι οι ναύτες του πλοίου εργάζονταν καθημερινά κατά μέσο όρο πάνω από 14 ώρες, καθώς το πλοίο προσέγγιζε πολλά λιμάνια μέσα σε μια ημέρα, τα οποία ήταν κοντά το ένα με το άλλο και οι εργασίες που έπρεπε να εκτελεσθούν από αυτούς ήταν πάρα πολλές. Επίσης, και ο μάρτυρας της εναγομένης, Α. Μ.[S26]  του Α.[S27] , που υπηρετούσε στο ίδιο πλοίο ως ναύκληρος, την ίδια χρονική περίοδο με τον ενάγοντα, κατέθεσε ότι «με τον τρόπο αυτό το ωράριο του Κεχαγιά παρατεινόταν το πολύ κατά μία ώρα όταν ήταν στη βάρδια 08:00-12:00 στον Πειραιά ή 12:00-16:00 στη Ρόδο, ενώ στους υπόλοιπους ενδιάμεσους σταθμούς η υπερωριακή απασχόληση δεν υπερέβαινε την ½ ώρα. Οι ώρες αυτές σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να έφταναν και τις 2 π.χ. λόγω αυξημένης τουριστικής κίνησης κατά τους θερινούς μήνες ή όταν λόγω καιρικών συνθηκών, ήταν επιβεβλημένο για την ασφάλεια του πλοίου. Όμως οι παραπάνω αυτές ώρες δεν ξεπερνούσαν τις 59 ώρες αποδοχών που μας πλήρωνε η εταιρεία». Με βάση όλα τα προεκτεθέντα και ιδίως ενόψει: α) των συνθηκών και περιστάσεων που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στην προαναφερθείσα ακτοπλοϊκή γραμμή, με συχνές προσεγγίσεις σε πολλά ενδιάμεσα λιμάνια, β) των χρονικών περιόδων, κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων, γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του, ως ναύτη και δ) της σταθερής καταβολής κάθε μήνα ποσών για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, τόσο τις καθημερινές και Κυριακές, όσο και τα Σάββατα και τις αργίες, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ.4 ΚΠολΔ), κρίνεται ότι ο ενάγων, για την εκτέλεση των ως άνω καθηκόντων του, απασχολούνταν κατά μέσο όρο επί 12 (δώδεκα) ώρες ημερησίως. Ο ενάγων ισχυρίζεται ότι και κατά τις ανωτέρω αναλυτικά αναφερθείσες ημερομηνίες, οπότε το πλοίο δεν πραγματοποίησε δρομολόγια, αυτός απασχολήθηκε υπερωριακά όλες τις ημέρες της εβδομάδος και τις αργίες. Ωστόσο, ο ισχυρισμός του αυτός είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, καθώς κρίνεται ότι το εν λόγω διάστημα οι λειτουργικές ανάγκες του πλοίου ήταν περιορισμένες, και δεν υφίστατο ανάγκη τέλεσης εκ μέρους του υπερωριών. Συνεπώς, από τις ανωτέρω αναφερθείσες 16 ημέρες, τις 13 καθημερινές και Κυριακές ο ενάγων εργάσθηκε το νόμιμο ωράριό του, ενώ τις 3 αργίες [1.01.2014, 20.04.2014 (Κυριακή του Πάσχα), 10-04-2015 (Μ. Παρασκευή)], δεν εργάσθηκε καθόλου. Επισημαίνεται ότι, το γεγονός ότι ο ενάγων είχε συμφωνήσει όπως λαμβάνει μηνιαίως ένα συγκεκριμένο ποσό για υπερωριακή εργασία, υπογράφοντας τις μισθοδοτικές καταστάσεις (που περιλάμβαναν και τις αποδοχές για υπερωρίες) δεν αποκλείει την απόδειξη εκ μέρους του με άλλα αποδεικτικά μέσα ότι πραγματοποίησε περισσότερες ώρες υπερωριακής εργασίας, από όσες υπέγραψε και πληρώθηκε, όπως έγινε εν προκειμένω. Η προσυπογραφή των μισθοδοτικών λογαριασμών (περιλαμβάνουσες και τις αποδοχές των υπερωριών) δε συνιστά παραίτηση από τα σχετικά εκ των υπερωριών δικαιώματά του,  λαμβανομένης υπόψη  της  δύσκολης θέσης κάθε εργαζομένου, που φοβάται την απόλυσή του και μάλιστα σε περίοδο υψηλού δείκτη ανεργίας και της ανάγκης του για εργασία. Σε κάθε, δε, περίπτωση, και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των καταστάσεων μισθοδοσίας (περιλαμβάνουσα και τις αποδοχές των υπερωριών) ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του από την προσφορά της εργασίας του (άφεση χρέους) η παραίτηση αυτή είναι άνευ εννόμου επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νόμιμα δικαιώματά του που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτατα όρια προστασίας είναι άκυρη (βλ. ΕφΠειρ 660/2010, ΕφΠειρ 1117/2005, ΕφΠειρ 1/2003, ΕΝΑΥΤΔ 2003, σ. 124). Εξάλλου, το γεγονός ότι στο ένδικο πλοίο τηρούνταν βιβλίο υπερωριών και αρχείο ωρών ανάπαυσης ναυτικού, στο οποίο φαίνεται ο χρόνος ανάπαυσής του (ενάγοντος) εκάστη των ημερών και καταδεικνύεται ωσαύτως η πραγματοποίηση εκ μέρους του λιγότερων ωρών υπερωριακής απασχόλησης, δεν αποκλείει την απόδειξη εκ μέρους του τελευταίου με άλλα αποδεικτικά μέσα, ότι πραγματοποίησε περισσότερες ώρες υπερωριακής εργασίας, όπως και έγινε εν προκειμένω (βλ. ιδίως ένορκη βεβαίωση που λήφθηκε επιμελεία του ενάγοντος). Κατόπιν αυτών, προκύπτει ότι ο ενάγων παρείχε καθ’ όλα τα χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησής του, σύμφωνα με την ανωτέρω αναφερόμενη Σ.Σ.Ε. (βλ. αρθρ. 11 και 13§1), κατά τις καθημερινές και Κυριακές τέσσερις (4) ώρες υπερωριακής εργασίας και κατά τα Σάββατα και αργίες δώδεκα (12) ώρες τέτοιας εργασίας. Για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές των παραπάνω χρονικών περιόδων πρέπει να πληρωθεί με απλή υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του μισθού ενεργείας προσαυξημένο κατά 25%, για δε τα Σάββατα και τις αργίες των εν λόγω χρονικών περιόδων πρέπει να πληρωθούν όλες οι ώρες με υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του μισθού ενεργείας προσαυξημένο κατά 50% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης. Κατά συνέπεια, με βάση τις ρυθμίσεις της Σ.Σ.Ν.Ε. του έτους 2014, ο ενάγων, με την ειδικότητα του ναύτη, δικαιούται για την υπερωριακή του απασχόληση, τα κάτωθι ποσά εκ της εργασίας του: ήτοι κατά τα χρονικά διαστήματα από 1/1/2014 έως και 14/2/2014, από 14/3/2014 έως και 15/12/2014, από 19/1/2015 έως 24/02/2015 και από 26/03/2015 έως 28/04/2015 εργάσθηκε υπερωριακά τέσσερις (4) ώρες όλες τις καθημερινές και Κυριακές (πλην των διαστημάτων που αναφέρθηκαν ανωτέρω κατά τις οποίες το πλοίο δεν εκτέλεσε πλόες, οπότε εργάσθηκε το κανονικό του ωράριο) και συγκεκριμένα: α) για το έτος 2014:  217 καθημερινές και 43 Κυριακές, ήτοι 260 ημέρες και συνολικά 1.040 ώρες (260 Χ 4 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές το ποσό των 8.715,20 ευρώ (1.040 ώρες Χ 8,38 ευρώ/ώρα), εκ του οποίου έχει λάβει ποσό 5.199,79 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τους προσκομιζόμενους μισθοδοτικούς λογαριασμούς. Επομένως, οφείλεται σε αυτόν η διαφορά, ποσού (8.715,20 – 5.199,79 =) 3.515,41 ευρώ. Σημειωτέον τα ποσά που έλαβε ο ενάγων ως επίδομα Κυριακών προβλέπονται από το άρθρο 6 της ανωτέρω ΣΣΕ και καταβάλλονται ως ιδιαίτερη αμοιβή για τις μέχρι του οκταώρου εργασίες κατά την Κυριακή, η αμοιβή δε αυτή καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας, κι επομένως δεν αποτελούν αμοιβή τυχόν υπερωριακής εργασίας, Συνεπώς, απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος τυγχάνει ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι τα ανωτέρω ποσά καταβλήθηκαν στον ενάγοντα προς εξόφληση της αμοιβής υπερωριακής εργασίας του και ότι θα πρέπει να αφαιρεθούν από το τυχόν οφειλόμενο ποσό. Επίσης εργάσθηκε υπερωριακά δώδεκα (12) ώρες για 45 Σάββατα και για 11 αργίες [ήτοι στις 6.1.2014, 25.3.2014, 18.04.2014 (Μ. Παρασκευή), 21.04.2014 (Δευτέρα του Πάσχα), 23.04.2014 (Αγίου Γεωργίου),  1.5.2014, 29.05.2014 (Αναλήψεως), 15.08.2014, 14.09.2014, 28.10.2014 και 6.12.2014], ήτοι 56 ημέρες και συνολικά 672 ώρες (56 Χ 12 = 672 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες το ποσό των 6.753,60 ευρώ (672 ώρες Χ 10,05 ευρώ/ώρα), εκ του οποίου έχει λάβει ποσό 4.828,91 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τους προσκομιζόμενους μισθοδοτικούς λογαριασμούς. Επομένως, οφείλεται σε αυτόν η διαφορά, ποσού (6.753,60 – 4.828,91 =) 1.924,69 ευρώ και β) για το έτος 2015: 41 καθημερινές και 9 Κυριακές, ήτοι 50 ημέρες και συνολικά 200 ώρες (50 Χ 4 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές το ποσό των 1.676 ευρώ (200 ώρες Χ 8,38 ευρώ/ώρα), εκ του οποίου έχει λάβει ποσό 1.168,32 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τους προσκομιζόμενους μισθοδοτικούς λογαριασμούς. Επομένως, οφείλεται σε αυτόν η διαφορά, ποσού (1.676 – 1.168,32 =) 507,68 ευρώ. Σημειωτέον τα ποσά που έλαβε ο ενάγων ως επίδομα Κυριακών προβλέπονται από το άρθρο 6 της ανωτέρω ΣΣΕ και καταβάλλονται ως ιδιαίτερη αμοιβή για τις μέχρι του οκταώρου εργασίες κατά την Κυριακή, η αμοιβή δε αυτή καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα για όλες τις Κυριακές, ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας, κι επομένως δεν αποτελούν αμοιβή τυχόν υπερωριακής εργασίας, Συνεπώς, απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος τυγχάνει ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι τα ανωτέρω ποσά καταβλήθηκαν στον ενάγοντα προς εξόφληση της αμοιβής υπερωριακής εργασίας του και ότι θα πρέπει να αφαιρεθούν από το τυχόν οφειλόμενο ποσό. Επίσης εργάσθηκε υπερωριακά δώδεκα (12) ώρες για 9 Σάββατα και για 3 αργίες [ήτοι στις 25.2.2015 (Καθαρά Δευτέρα), 13.04.2015 (Δευτέρα του Πάσχα) και 23.04.2015 (Αγίου Γεωργίου)], ήτοι 12 ημέρες και συνολικά 144 ώρες (12 Χ 12 = 144 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες το ποσό των 1.447,20 ευρώ (144 ώρες Χ 10,05 ευρώ/ώρα), εκ του οποίου έχει λάβει ποσό 1.084,99 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τους προσκομιζόμενους μισθοδοτικούς λογαριασμούς. Επομένως, οφείλεται σε αυτόν η διαφορά, ποσού (1.447,20 – 1.084,99 =) 362,21 ευρώ. Ήτοι συνολικά οφείλεται σε αυτόν το ποσό των 6.309,99 ευρώ. Επίσης, έχει αποδειχθεί ότι η εναγομένη, κατά τα παραπάνω χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του ενάγοντος, κατέβαλε σε αυτόν ως έκτακτες αμοιβές, διάφορα ποσά, που συνολικά ανέρχονται για το έτος 2014 σε 670,87 ευρώ και για το έτος 2015 στο ποσό των 96,86 ευρώ, ήτοι συνολικά το ποσό των 767,73 ευρώ (βλ. προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από τους διαδίκους αποδείξεις πληρωμής του ενάγοντα). Η εναγομένη ισχυρίζεται κατ’ ένσταση, ότι τα ποσά αυτά πρέπει να συμψηφιστούν με την αξίωσή του για καταβολή πρόσθετης αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης, αφού υπήρξε μεταξύ τους ειδική προς τούτο συμφωνία. Ειδικότερα, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την εναγομένη, από 13-11-2013, 14-03-2014, 19-01-2015 και 26-03-2015 έγγραφες συμβάσεις ναυτολόγησης του ενάγοντα, σύμφωνα με τους όρους 1 και 2 αυτών που περιέχονται στο άρθρο με τίτλο «ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΠΟΥ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΟΠΩΣ ΤΥΧΟΝ ΑΜΟΙΒΑΙΩΣ ΣΥΜΦΩΝΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΡΗ»: «1. Κάθε ποσό που καταβάλει η Εταιρία στο Ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από το ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της Εταιρείας σχετικές με την παρούσα σύμβαση. Ως ελάχιστες νόμιμες αποδοχές νοούνται οι προβλεπόμενες από την εκάστοτε εφαρμοστέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. 2. Τυχόν επιδόματα της Εταιρείας καταβάλλονται χωρίς υποχρέωση και μπορούν να ανασταλούν ή διακοπούν». Ενόψει λοιπόν, της καταβολής των παραπάνω ποσών ως «επιμισθίων», δηλαδή ως ανταλλάγματος της παρεχομένης εργασίας, της δραστηριότητας και του ζήλου του ενάγοντος στην εκτέλεση των καθηκόντων του και της σχετικής συμφωνίας περί συμψηφισμού του ποσού αυτού με την οφειλομένη, από την εναγομένη αμοιβή για υπερωριακή εργασία, όπως η συμφωνία αυτή ερμηνεύεται κατά τα άρθρα 173 και 200 ΑΚ, σύμφωνα με την καλή πίστη, λαμβανομένων υπόψη και των συναλλακτικών ηθών, αποδεικνύεται ότι τα συμβληθέντα μέρη συμφώνησαν ώστε να συμψηφίζονται τα ως άνω χορηγούμενα ποσά με την πρόσθετη αμοιβή από υπερωριακή εργασία του ενάγοντος, διότι διαφορετικά δεν υπήρχε λόγος να τεθεί στις ένδικες συμβάσεις ναυτικής εργασίας τέτοιος όρος, αφού, όπως αποδείχθηκε, δεν υπήρχε άλλο ποσό που καταβαλλόταν στον ενάγοντα πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του, ώστε να συμψηφίζεται με τις υπερωρίες, τις οποίες αυτός πραγματοποιούσε (πρβλ. ΕφΠειρ 526/2012 ΕΝαυτΔ 2012.381). Σημειωτέον ότι ο ισχυρισμός του ενάγοντα ότι τα ποσά αυτά του καταβάλλονταν ως αμοιβή για συγκεκριμένες εργασίες που εκτέλεσε στο πλοίο (όπως εργασίες μεταφοράς τροφοεφοδίων) για τις οποίες από τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας προβλέπεται η καταβολή ιδιαίτερης αμοιβής, τυγχάνει απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, καθόσον δεν αποδείχθηκε η εκτέλεση τέτοιων εργασιών και η συμφωνία για την αμοιβή τους με τα ανωτέρω ποσά, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι τα ποσά αυτά καταβάλλονταν κάθε μήνα. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η ένσταση συμψηφισμού του παραπάνω χρηματικού ποσού των 767,73 ευρώ, τα οποία κατέβαλε η εναγομένη στον ενάγοντα, πέραν των νομίμων αποδοχών του, με την ειδική συμφωνία για τον καταλογισμό του στις αξιώσεις του από αμοιβή υπερωριακής εργασίας και να αφαιρεθεί το ποσό αυτό από τα παραπάνω δικαιούμενα χρηματικά ποσά για την αιτία αυτή. Έτσι, μετά την παραδοχή ως εν μέρει κατ’ ουσίαν βάσιμης της ένστασης εξόφλησης και ως εν όλω κατ’ ουσίαν βάσιμης της ένστασης συμψηφισμού, που υπέβαλε η εναγομένη σε σχέση με το αιτούμενο κονδύλιο πρόσθετης αμοιβής υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα παραπάνω χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του ενάγοντος, οφείλεται σ’ αυτόν για την παραπάνω αιτία το ποσό των 5.542,26 ευρώ (6.309,99 € – 767,73 €). Ακολούθως, αποδείχθηκε ότι κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος, το πλοίο της εναγομένης πραγματοποιούσε λιγότερα από πέντε κυκλικά δρομολόγια την εβδομάδα, τα οποία διαρκούσαν πάνω από δώδεκα ώρες το καθένα, απέπλεε δε από το λιμάνι αφετηρίας που ήταν ο Πειραιάς, πριν τη συμπλήρωση παραμονής έξι ωρών σε αυτό. Ειδικότερα, πραγματοποιήθηκαν οι παρακάτω αναφερόμενες πρόωρες αναχωρήσεις: α) για το χρονικό διάστημα από 17.03.2014 έως 6.04.2014, κατά τα Σάββατα: 22/3, 29/3 και 5/4, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι αφετηρίας του, τον Πειραιά, την 23.45′ και αναχώρησε την 02.00′ της επόμενης ημέρας. Ήτοι παρέμεινε μόνο επί 2.15′ ώρες και πραγματοποίησε 3.45′, άλλως 3,75  (3 ώρες και 45 λεπτά : 60 λεπτά ανά ώρα) ώρες πρόωρης αναχώρησης την κάθε φορά, και επί τρεις εβδομάδες, πραγματοποίησε συνολικά 11,25 ώρες πρόωρης αναχώρησης, β) για το χρονικό διάστημα από 14.4.2014 μέχρι 20.4.2014, την Πέμπτη 18/4, το πλοίο κατέπλευσε στον Πειραιά την 06.05′ και αναχώρησε την 09.00′ της ίδιας ημέρας, εν συνεχεία κατέπλευσε και πάλι στον Πειραιά την 18.25′ της ίδιας ημέρας και αναχώρησε και πάλι την 22.30′. Ήτοι, πραγματοποίησε δύο πρόωρες αναχωρήσεις, διάρκειας 3.05′ ωρών η πρώτη και 1.55′ ωρών η δεύτερη και συνολικά διάρκειας 5 ωρών, γ) για το χρονικό διάστημα από 21.4.2014 μέχρι 27.4.2014, την Δευτέρα 21/4, το πλοίο κατέπλευσε στον Πειραιά την 21.20′ και αναχώρησε την 23.30’της ίδιας ημέρας. Ήτοι πραγματοποίησε 3.40′, άλλως 3,67 (3 ώρες και 40 λεπτά : 60 λεπτά ανά ώρα) ώρες πρόωρης αναχώρησης, δ) για το χρονικό διάστημα από 9.6.2014 μέχρι 15.6.2014, την Δευτέρα 9/6, το πλοίο κατέπλευσε στον Πειραιά την 21.20′ και αναχώρησε την 23.30’της ίδιας ημέρας. Ήτοι πραγματοποίησε 3.40′, άλλως 3,67 (3 ώρες και 40 λεπτά : 60 λεπτά ανά ώρα) ώρες πρόωρης αναχώρησης, ε) για το χρονικό διάστημα από 30.6.2014 μέχρι 7.9.2014, κάθε Σάββατο, το πλοίο κατέπλεε στον Πειραιά την 21.10′ και αναχωρούσε και πάλι την 23.55′ της ίδιας ημέρας. Πραγματοποιούσε, επομένως, 3.15′, άλλως 3,25 (3 ώρες και 25 λεπτά : 60 λεπτά ανά ώρα) ώρες πρόωρης αναχώρησης κάθε φορά, και επί τις 10 εβδομάδες του ανωτέρω διαστήματος, πραγματοποίησε συνολικά 32,5 ώρες πρόωρης αναχώρησης και στ) για το χρονικό διάστημα από 2.2.2015 μέχρι 15.2.2015, τα Σάββατα 7/2 και 14/2, το πλοίο κατέπλευσε στον Πειραιά την 23.45′ και αναχωρούσε και πάλι την 02.00′ της επόμενης ημέρας. Πραγματοποίησε, επομένως, 3.45′, άλλως 3,75 (3 ώρες και 45 λεπτά : 60 λεπτά ανά ώρα) ώρες πρόωρης αναχώρησης κάθε φορά, και επί τις 2 εβδομάδες του ανωτέρω διαστήματος, πραγματοποίησε συνολικά 7,5 ώρες πρόωρης αναχώρησης. Σημειωτέον ότι η εναγομένη αρνείται, αφενός ότι το πλοίο εκτέλεσε δρομολόγια στις 20.04.2014 και 21.04.2014 και αφετέρου ότι τη Δευτέρα 9.06.2014 κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά στις 21:20 αναχωρώντας στις 23:30, πλην όμως οι ισχυρισμοί της αυτοί διαψεύδονται από τους προσκομιζόμενους από τον ενάγοντα πίνακες δρομολογίων της ανωτέρω χρονικής περιόδου και συνεπώς τυγχάνουν απορριπτέοι ως ουσία αβάσιμοι. Συνολικά, επομένως, το πλοίο πραγματοποίησε 63,59 ώρες πρόωρης αναχώρησης, οι οποίες αντιστοιχούν σε 7,95 εξπρές δρομολόγια (63,59 ώρες : συντελεστή 8, άρθρο 33§ 4 ΣΣΕ), για καθένα από τα οποία ο ενάγων δικαιούται να λάβει ως αμοιβή το 1/30 των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του. Σημειωτέον ότι στις αποδοχές αυτές (βάσει των οποίων υπολογίζονται, εκτός της πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων «εξπρές» και τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα), συμπεριλαμβάνεται κάθε παροχή καταβαλλόμενη παγίως και σταθερώς ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας του ναυτικού τακτικά κάθε μήνα ή κατ’ επανάληψη περιοδικώς σε ορισμένα χρονικά διαστήματα (βλ. ΑΠ 1013/2003 ΔΕΕ 2004 214, ΕφΠειρ 740/2015 και ΕφΠειρ 739/2015 αδημ., ΕφΠειρ 587/2011 ΕΝαυτΔ 2012 19, ΕφΠειρ 506/2011 ΕΝαυτΔ 2011 387, ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝαυτΔ 2011 262, ΕφΠειρ 46/2011 ΕΝαυτΔ 2011 97, ΕφΠειρ 283/2009 ΕΝαυτΔ 2009 102). Έτσι, στις εν λόγω αποδοχές περιλαμβάνεται και η αμοιβή για την ως άνω υπερωριακή εργασία, των αποδοχών της αδείας (με το αντίτιμο τροφής), του ημερήσιου αντίτιμου τροφής, το οποίο αποτελεί μέρος των παγίων και σταθερών αποδοχών του ενάγοντος, ανεξαρτήτως αν παρέχεται σε χρήμα ή αυτουσίως (πρβλ. ΕφΠειρ 231/2013 ΕΝαυτΔ 2013.220, ΕφΠειρ 377/2011, ο.π.), καθώς και η αμοιβή για το κούρδισμα των ρολογιών πυρασφαλείας, η οποία καταβαλλόταν τακτικώς στον ενάγοντα, όπως προκύπτει από τις αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας του. Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, οι συνολικές τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος ανέρχονται συνολικώς στο ποσό των 4.627,20 ευρώ [1.157,99 € μισθός ενεργείας + 254,76 € επίδομα Κυριακών + 35,22 € επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας + 576,30 € αντίτιμο τροφής 30 ημερών (19,21 € Χ 30) + 417,13 € αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας (1.157,99 € μισθός ενεργείας + 254,76 € επίδομα Κυριακών = 1.412,75 € Χ 1/22 = 64,21 € Χ 5 ημέρες = 321,07 € + αντίτιμο τροφής 5 ημερών 19,21 Χ 5 = 96,05 €) + 1.475,40  € μέσος όρος υπερωριών {σύνολο αμοιβής υπερωριών κατά το χρονικό διάστημα της σύμβασης του ενάγοντος 18.592 € : 378 ημέρες που εργάσθηκε υπερωριακά = 49,18 ευρώ Χ 30 ημέρες = 1.475,40 €} + 587,40 € μέσος όρος επιδόματος έχμασης [7.658,93 € σύνολο επιδόματος έχμασης οχημάτων : 391 ημέρες που εργάσθηκε συνολικά ενάγων (συμπεριλαμβανομένων των ημερών που το πλοίο ήταν ακινητοποιημένο, πλην της 10-04-2015 που ήταν αργία και δεν απασχολήθηκε) = 19,58 Χ 30 ημέρες = 587,40 €] + 123 € κατά μέσο όρο αμοιβή για το κούρδισμα των ρολογιών (1.604,41 € σύνολο αμοιβής για το κούρδισμα των ρολογιών : 391 ημέρες που εργάσθηκε συνολικά ο ενάγων, κατά τα ανωτέρω = 4,10 Χ 30 = 123 €]. Η δε αμοιβή του για τα παραπάνω δρομολόγια εξπρές ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 1.226,20 ευρώ (4.627,20 € : 30 = 154,24 € Χ 7,95  δρομολόγια εξπρές = 1.226,20 €, βλ. σχετ. άρθρα 1, 3, 10 και 33 των ως άνω Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2013 και 2014, ΕφΠειρ 34/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την εναγομένη αποδείξεις μισθοδοσίας του παραπάνω χρονικού διαστήματος, το συνολικό ποσό των 726,57 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή ποσού 499,63 ευρώ. Επιπροσθέτως, ο ενάγων έπρεπε να λάβει για επιδόματα εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα τα παρακάτω αναφερόμενα ποσά και συγκεκριμένα: α) για αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα 2014, για την εργασία του κατά τα χρονικά διαστήματα από 1.1.2014 έως 14.2.2014 και από 14.3.2014 έως 30.04.2014, το ποσό των 1.755,25 ευρώ [4.627,20 € πάγιες μηνιαίες αποδοχές όπως προσδιορίστηκαν ανωτέρω : 2 = 2.313,60 € Χ 1/15 = 154,24 € ανά οκταήμερο Χ 11,38 οκταήμερα (91 ημέρες : 8) = 1.755,25 €, βλ. σχετ. άρθρο μόνο παρ. 3 της Υ.Α. 70.109/8.008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82. «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς», σε συνδυασμό με άρθρο 14 της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014 και ΕφΠειρ 526/2012 ΕΝαυτΔ 2012.381.], έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την εναγομένη αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος το συνολικό ποσό των 909,64 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 845,61 ευρώ, β) για αναλογία επιδόματος εορτής Χριστουγέννων 2014, για την εργασία του κατά το χρονικό διάστημα από 1.5.2014 έως 15.12.2014, το ποσό των 4.442,04 ευρώ [4.627,20 € πάγιες μηνιαίες αποδοχές όπως προσδιορίστηκαν ανωτέρω Χ 2/25 = 370,17 € ανά δεκαεννεαήμερο Χ 12 δεκαεννεαήμερα (228 ημέρες : 19) = 4.442,04 €, βλ. σχετ. ο.π. σε συνδυασμό με το άρθρο 14 της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014], έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την εναγομένη αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος, το συνολικό ποσό των 2.250,54 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 2.191,50 ευρώ και γ) για αναλογία επιδόματος εορτής Πάσχα 2015, για την εργασία του κατά τα χρονικά διαστήματα από 19.1.2015 έως 24.2.2015 και από 26.3.2015 έως 28.04.2015, το ποσό των 1.349,60 ευρώ [4.627,20 € πάγιες μηνιαίες αποδοχές όπως προσδιορίστηκαν ανωτέρω : 2 = 2.313,60 € Χ 1/15 = 154,24 € ανά οκταήμερο Χ 8,75 οκταήμερα (70 ημέρες : 8) = 1.349,60 €, βλ. σχετ. ο.π.], έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από την εναγομένη αποδείξεις μισθοδοσίας του ενάγοντος το συνολικό ποσό των 710,43 ευρώ, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή 639,17 ευρώ. Όσον αφορά στο αίτημα επιδίκασης υπέρ του ενάγοντος αποζημίωσης για δεκαπέντε μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις, σύμφωνα με το άρθρο 16 της προαναφερόμενης συλλογικής συμβάσεως ναυτικής εργασίας, αυτό τυγχάνει απορριπτέο ως ουσία αβάσιμο, λαμβανομένης υπόψη αφενός της συνολικής διάρκειας των συμβάσεων ναυτολόγησής του, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το πλοίο διανυκτέρευε μια φορά την εβδομάδα, ήτοι κάθε Σάββατο βράδυ, είτε στο λιμάνι αφετηρίας (Πειραιάς), είτε στο λιμάνι προορισμού (Ρόδος) – πλην του χρονικού διαστήματος από 1-07-2014 έως 7-09-2014 – αφετέρου ότι ο ενάγων δεν επικαλείται ούτε αποδεικνύει για ποιο λόγο δεν του χορηγήθηκαν οι αναφερόμενες στην αγωγή διανυκτερεύσεις. Σημειώνεται ότι ο μάρτυράς του, δεν αναφέρει στην ένορκη βεβαίωσή του ότι δεν χορηγήθηκαν στον ενάγοντα οι προβλεπόμενες διανυκτερεύσεις. Επομένως, για την απασχόληση του ενάγοντος ως ναύτη στο πλοίο «…[S28] », γενομένης εν μέρει δεκτής ως ουσιαστικά βάσιμης της ένστασης μερικής εξόφλησης των αγωγικών κονδυλίων και εν όλω δεκτής της ένστασης συμψηφισμού του καταβαλλόμενου επιμισθίου ως προς το κονδύλιο πρόσθετης αμοιβής υπερωριακής εργασίας, που υπέβαλε παραδεκτά η εναγομένη, η τελευταία δεν οφείλει στον ενάγοντα αμοιβή για μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις, ενώ του οφείλει για διαφορές δεδουλευμένων αποδοχών και συγκεκριμένα για διαφορές πρόσθετης αμοιβής υπερωριακής εργασίας, διαφορές πρόσθετης αμοιβής δρομολογίων εξπρές και διαφορές αναλογίας επιδομάτων εορτών Πάσχα ετών 2014 και 2015 και Χριστουγέννων έτους 2014, το συνολικό ποσό των 9.718,17 ευρώ (5.542,26 € + 499,63 € + 845,61 € + 2.191,50 € + 639,17 €). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινομένη αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα, το συνολικό ποσό των 9.718,17 ευρώ με το νόμιμο τόκο, κατά το παρεπόμενο αίτημα της αγωγής, από την επομένη της λύσης της σύμβασης ναυτικής εργασίας του στις 28-04-2015, που αποτελεί δήλη μέρα καταβολής του, μέχρι την πλήρη εξόφληση (άρθρο 341 παρ. 1 ΑΚ, βλ. σχετ. ΕφΠειρ 377/2011 ΕΝαυτΔ 2011.262). Ως προς το παρεπόμενο αίτημα για την κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, το Δικαστήριο κρίνει ότι η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί εν μέρει προσωρινά εκτελεστή, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό, γιατί η επιβράδυνση της εκτέλεσης είναι δυνατό να προξενήσει σημαντική ζημία στον ενάγοντα, οι απαιτήσεις του οποίου απορρέουν από παροχή εξαρτημένης εργασίας (907, 908 παρ.1 ε΄ ΚΠολΔ). Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος πρέπει να επιβληθούν  σε βάρος της εναγομένης, λόγω της μερικής ήττας της (άρθρα  178 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των εννέα χιλιάδων επτακοσίων δεκαοκτώ ευρώ και δεκαεπτά λεπτών (9.718,17 €), όπως αυτό αναλυτικά εκτέθηκε στο σκεπτικό της παρούσας, με το νόμιμο τόκο, από την επομένη της λύσης της σύμβασης ναυτικής εργασίας του, στις 28-04-2015,  μέχρι την πλήρη εξόφληση.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση, ως προς την αμέσως προηγούμενη καταψηφιστική της διάταξη, εν μέρει προσωρινά εκτελεστή για το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος σε βάρος της εναγομένης, το οποίο προσδιορίζει στο ποσό των τετρακοσίων πενήντα (450) ευρώ.

ΚPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 12 Ιανουαρίου 2017, χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι και οι πληρεξουσίες δικηγόροι τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ