ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης
893/2017
(Αριθμός εκθέσεως καταθέσεως …[S1] )
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Ειδική Διαδικασία Εργατικών Διαφορών)
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Τσέκου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης και από τη Γραμματέα Ουρανία Γκίζα.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 10 Νοεμβρίου 2016, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …[S2] Μ.[S3] του Χ.[S4] , κατοίκου Αθηνών (οδός …[S5] ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας δικηγόρου του Μαρίας Λειβιδιώτου – Σαξώνη.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…[S6] » (…[S7] ), που εδρεύει στην Αθήνα (Λεωφόρος …[S8] ) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της Μαρίας Σταμούλη.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 22-12-2015 αγωγή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …[S9] , προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο της 24-03-2016 και γράφηκε στο πινάκιο, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης στο ακροατήριο οι πληρεξουσίες δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 551/1915 “περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων”, όπως τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως και κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ. της 24/7-25/8/1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ μετά την εισαγωγή του ΑΚ κατά το άρθρο 38 εδ. α` του εισαγωγικού του Νόμου, έχει δε εφαρμογή και επί ναυτικής εργασίας, κατά το άρθρο 2 του ίδιου νόμου και 66 του ΚΙΝΔ (ν. 3816/1958), ατύχημα από βίαιο συμβάν κατά την εκτέλεση ή με αφορμή την παροχή εργασίας θεωρείται κάθε βλάβη, η οποία είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, άσχετου μεν με τη σύσταση του οργανισμού του παθόντος και τη βαθμιαία φθορά του από τις συνθήκες της εργασίας, αλλά συνδεόμενου οπωσδήποτε μ` αυτή λόγω της εμφάνισής του κατά την εκτέλεσή της ή εξ αφορμής αυτής, δηλαδή θα πρέπει το αίτιο, στο οποίο οφείλεται το εργατικό ατύχημα, να μην ανάγεται αποκλειστικά στην οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος και το οποίο συνεπώς δεν θα συνέβαινε χωρίς την εργασία και τις περιστάσεις εκτέλεσής της (ΟλΑΠ 1287/1986, ΑΠ 19/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά τους ορισμούς του άρθρου 368 ΚΠολΔ «Το δικαστήριο μπορεί να διορίσει έναν ή περισσότερους πραγματογνώμονες, αν κρίνει πως πρόκειται για ζητήματα που απαιτούν για να γίνουν αντιληπτά ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης (παρ. 1). Το δικαστήριο οφείλει να διορίσει πραγματογνώμονες αν το ζητήσει κάποιος διάδικος και κρίνει πως χρειάζονται ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης» (παρ. 2). Η χρησιμοποίηση στο μεταγλωττισμένο στη δημοτική κείμενο της τελευταίας αυτής διατάξεως της λέξεως “ειδικές” αντί της λέξεως “ιδιάζουσες” οφείλεται σε εσφαλμένη μεταγλώττιση από το κείμενο της καθαρεύουσας, στο οποίο χρησιμοποιείται η λέξη “ιδιάζουσα”. Έτσι ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 38 παρ. 3 εδ. τελευταίο του ν. 1406/1983, λόγω της νοηματικής διαφοράς που προκύπτει, το αρχικό κείμενο της διατάξεως που είναι διατυπωμένο στην καθαρεύουσα. Από τις εν λόγω διατάξεις προκύπτει ότι η συμπλήρωση των αποδείξεων με τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται στην κυριαρχική και μη ελεγχόμενη αναιρετικά κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο ελευθέρως εκτιμά την ανάγκη χρησιμοποιήσεως του αποδεικτικού αυτού μέσου, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία κάποιος από τους διαδίκους ζητήσει την διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης και το δικαστήριο κρίνει ότι χρειάζονται όχι απλώς “ειδικές” αλλά “ιδιάζουσες” γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, οπότε οφείλει να διατάξει την διενέργεια πραγματογνωμοσύνης (ΑΠ 880/2010, ΑΠ 489/2010, ΑΠ 281/2010, όλες δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, ο κανόνας του άρθρου 368 του ΚΠολΔ ισχύει και για τις υποθέσεις που υπάγονται στην ειδική διαδικασία των άρθρων 666, 667 και 670-676 του ΚΠολΔ, δυναμένου του δικαστηρίου και κατά τη διαδικασία αυτή να διατάξει δια της εκδόσεως παρεμπίπτουσας περί αποδείξεως αποφάσεως, τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, αν προκύψει ότι αυτή είναι αναγκαία, όχι κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της υποθέσεως, οπότε θα εφαρμοστεί η διαδικασία του άρθρου 671 του ΚΠολΔ, αλλά αργότερα κατά την μελέτη της υπόθεσης, παρόλο που κατά την εν λόγω διαδικασία ισχύει ο κανόνας της απαγορεύσεως της εκδόσεως αποφάσεως περί αποδείξεως, ο οποίος, πλην άλλων περιπτώσεων, κάμπτεται και στην περίπτωση κατά την οποία υπάρχει ανάγκη διενεργείας πραγματογνωμοσύνης (ΕφΑθ 8291/2007, ΕλΔνη 2008, σ.529, ΕφΑθ 5271/1999, ΕλΔνη 1999, σ.1624, ΜΠρΑθ 85/1995, Αρμ 1995, σ.1325. Βλ επίσης, Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ερμηνεία ΚΠολΔ, υπό αρθρ. 671, παρ.14, Β. Βαθρακοκοίλη, ερμηνεία ΚΠολΔ, εκδ. 1995, υπό αρθρ. 671, παρ.49). Με την κρινομένη αγωγή ο ενάγων εκθέτει ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά, μεταξύ αυτού και της εναγομένης εταιρείας, νόμιμα εκπροσωπούμενης, πλοιοκτήτριας του με ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου «…[S10] », με αριθμό νηολογίου Πειραιά …[S11] , ολικής χωρητικότητας 16391 κόρων, κ.κ.χ. 10094, ναυτολογήθηκε στο παραπάνω πλοίο, το οποίο εκτελούσε καθημερινά τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή δρομολόγια, ως θαλαμηπόλος, της συμβάσεως εργασίας του διεπόμενης από την ελληνική ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων. Ότι εργάστηκε κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή χρονικά διαστήματα, καθ’ όλη δε τη διάρκεια της σύμβασής του, εργαζόταν επί επτά ημέρες την εβδομάδα και επί δεκατέσσερις ώρες την ημέρα, η δε ναυτολόγησή του διήρκησε έως τις 24-04-2014, οπότε και απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά, λόγω ατυχήματος. Ειδικότερα ότι προσεβλήθη από ιογενή λοίμωξη, η οποία δεν αντιμετωπίστηκε και προκάλεσε οξεία ιογενή μυοκαρδίτιδα. Λόγω δε της συνέχισης της καθημερινής εργασίας του επί 14 ώρες υπό εξαιρετικά πιεστικούς και εξαντλητικούς ρυθμούς στις συνθήκες που αναλυτικά περιγράφει στην αγωγή του και της μη σωστής και άμεσης φαρμακευτικής περίθαλψης, η μυοκαρδίτιδα εξελίχθηκε σε διατακτική μυοκαρδιοπάθεια με βαρεία καρδιακή ανεπάρκεια. Ότι νοσηλεύτηκε και έλαβε φαρμακευτική αγωγή προς αποκατάσταση της βλάβης της υγείας του, έχει δε κριθεί από την Ανωτάτη Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή ανίκανος για την άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος για ένα έτος, ενώ από τη γνωμάτευση της Υγειονομικής Επιτροπής του ΚΕΠΑ προκύπτει ότι το συνολικό ποσοστό της αναπηρίας του ανέρχεται σε 67% από 26-11-2014 έως 31-10-2017, με αποτέλεσμα να έχει καταστεί πλήρως (ολικώς) και διαρκώς ανίκανος για την άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος, καθώς και κάθε άλλου κοινωνικά και οικονομικά ισοδύναμου επαγγέλματος. Με βάση τα ανωτέρω, επικαλούμενος έννομο συμφέρον, ζητεί, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει για διαφορές πρόσθετης αμοιβής υπερωριακής εργασίας το συνολικό ποσό 3.666,82 ευρώ και το συνολικό ποσό των 83.163,23 ευρώ για αποζημίωση λόγω της ολικής διαρκούς ανικανότητάς του προς εργασία, κατά το άρθρο 3 περ.1 του Κ.Ν.551/1915, τα ανωτέρω ποσά δε νομιμότοκα από την επομένη της απόλυσής του στις 24-04-2014, άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή του. Τέλος, ζητεί να καταδικαστεί η εναγομένη στα δικαστικά του έξοδα. Η αγωγή, με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, παραδεκτά φέρεται προς εκδίκαση στο Δικαστήριο αυτό, το οποίο είναι καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12, 13, 14 παρ. 2, 16 περ. 2, 25§2 και 33 του Κ.Πoλ.Δ. και άρθρο 51 παρ.3Α του Ν.2.172/1993, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς) και η υπόθεση εισάγεται να δικαστεί κατά την αρμόζουσα ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρο 663 επ. του Κ.Πολ.Δ., σε συνδυασμό με το άρθρο 82 του Κ.Ι.Ν.Δ.) και είναι επαρκώς ορισμένη παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από την εναγομένη, αφού όταν ζητείται η καταβολή υπερωριακής αμοιβής στο ναυτικό, αρκεί να προκύπτουν οι ώρες υπερωριακής απασχόλησής του και δεν είναι αναγκαίο να αναφέρονται στην αγωγή οι κατ’ ιδίαν εργασίες, ο χρόνος που έγιναν αυτές (ούτε δρομολόγια του πλοίου, ο προορισμός του, τα ενδιάμεσα λιμάνια και η ώρα απασχόλησης του), αν υπήρχε ανάγκη και το πρόσωπο που έδωσε την εντολή. Στην ένδικη αγωγή αναφέρονται, εκτός από τα στοιχεία που απαιτούνται για όλες τις αξιώσεις από ναυτεργατική σύμβαση και συγκεκριμένα ο χρόνος σύναψής της, το είδος της εργασίας και η συμφωνία σχετικά με τον τρόπο αμοιβής του ενάγοντα, η διάρκεια της καθημερινής του απασχόλησης και για όλο το κρίσιμο διάστημα, από την οποία, με σαφήνεια και ακρίβεια προκύπτουν οι ώρες της κανονικής, αλλά και της υπερωριακής εργασίας του ενάγοντα, στοιχεία που, κατ’ άρθρο 216 παρ. 1 και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ είναι αρκετά και καθιστούν έτσι πλήρως ορισμένη την αγωγή κατά το κεφάλαιο της αυτό (ΑΠ 1686/2007, ΕφΛαμ 22/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 994/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 140/2004 Ε.Ν.Δ. 2004.114, ΕφΠειρ 984/2007 αδημ., ΕφΠειρ 901/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΠειρ 1875/2009). Ακολούθως, η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 346, 361, 648, 652, 653, 655 ΑΚ, 68, 176, 907 και 908 παρ. 1 περ. ε΄ ΚΠολΔ, άρθρα 1, 2, 53, 54, 60, 82, 84, 105 και 106 του Κ.Ι.Ν.Δ, 1, 2, 3, 4 και 7 Κ.Ν. 551/1915, όπως κωδικοποιήθηκε με το από 24-7/25-8-1920 Β.Δ. και ο οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα (άρ. 38 Εισ.Ν.Α.Κ.) και έχει εφαρμογή, κατά το άρθρο 66 του Κ.Ι.Ν.Δ., και επί ναυτικών ατυχημάτων, άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82. «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄1/1982) καθώς και της από 8-04-2014 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014, που κυρώθηκε με τη με αριθμό 3525.1.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄ 1664/24-06-2014) με έναρξη ισχύος από 1-01-2014 και λήξη αντίστοιχα στις 31-12-2014 (βλ. άρθρο 3§2 της υπ’ αριθμ. 3525.1.1.5/01/2014 απόφασης του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου). Επομένως, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω η αγωγή, ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 15 του Κ.Ν. 551/1915 για το κονδύλιο της αποζημίωσης για πλήρη (ολική) διαρκή ανικανότητα προς εργασία και αναφορικά με το κονδύλιο, που αφορά διαφορές πρόσθετης αμοιβής υπερωριακής εργασίας δεν απαιτείται η καταβολή δικαστικού ενσήμου, αφού το αιτούμενο καταψηφιστικώς ποσό, δεν υπερβαίνει το όριο της υλικής αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου [άρθρο 71 ΕισΝΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 17 Ν. 2479/1997, σε συνδυασμό με το άρθρο 14 παρ. 1α ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 Ν.3994/2011 (ΦΕΚ Α 165/25-7-2011)], ενώ σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 61 παρ. 4 Ν. 4194/2013, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 8β΄ Ν. 4205/2013 και ισχύει από 1-11-2013 σύμφωνα με τα άρθρα 165 παρ. 11 Ν. 4194/2013, όπως προστέθηκε με το άρθρο 7 παρ. 13δ΄Ν. 4205/2013, προσκομίστηκαν από τις πληρεξουσίες δικηγόρους των διαδίκων τα οικεία γραμμάτια προκαταβολής εισφορών (βλ. το με αριθμό …[S12] γραμμάτιο του ΔΣ Πειραιώς και το με αριθμό …[S13] γραμμάτιο του ΔΣ Πειραιώς).
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα ανταπόδειξης Ι. Κ.[S14] και της ανωμοτί εξέτασης του ενάγοντα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, καθώς και της υπ’ αριθμ. …[S15] ένορκης βεβαίωσης της Δ. Π.[S16] ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιά, που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται η εναγομένη, η οποία ελήφθη νόμιμα (αρθρ. 671 ΚΠολΔ), με επιμέλεια της εναγομένης μετά από νόμιμη κλήτευση του αντιδίκου της (βλ. τη με αριθμ. …[S17] έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά Ν. Ζ.[S18] ), καθώς και των εγγράφων, τα οποία οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για να χρησιμεύσουν ως δικαστικά τεκμήρια, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά παρακάτω, χωρίς όμως να παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της παρούσας διαφοράς, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο μπορεί να λάβει υπόψη του, κατά την προκείμενη διαδικασία, και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρο 671 § 1 ΚΠολΔ) και από όσα οι διάδικοι συνομολογούν, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκαν στον Πειραιά, μεταξύ του ενάγοντα και της εναγομένης ναυτικής εταιρείας, νόμιμα εκπροσωπούμενης, πλοιοκτήτριας του με ελληνική σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου «…[S19] », με αριθμό νηολογίου Πειραιά …[S20] , ολικής χωρητικότητας 16391 κόρων, κ.κ.χ. 10094, ο ενάγων ναυτολογήθηκε στο παραπάνω πλοίο, ως θαλαμηπόλος. Ειδικότερα ναυτολογήθηκε και εργάστηκε στο παραπάνω πλοίο από 11-08-2010 μέχρι την 2-10-2010, οπότε έλαβε εικοσαήμερη άδεια, κατόπιν εργάσθηκε από 2-11-2010 μέχρι την 12-1-2011, οπότε απολύθηκε λόγω πέρατος των δρομολογίων, ακολούθως από 24-1-2011 μέχρι 5-2-2011, οπότε έλαβε άδεια για 28 ημέρες, από 4-3-2011 μέχρι 6-6-2011, οπότε έλαβε μηνιαία άδεια, από 7-7-2011 μέχρι 2-11-2011, οπότε έλαβε μηνιαία άδεια, από 2-12-2011 μέχρι 16-1-2012 οπότε απολύθηκε λόγω ετήσιας επιθεώρησης του πλοίου, από 3-3-2012 μέχρι 6-10-2012, οπότε απολύθηκε λόγω ετήσιας επιθεώρησης, από 25-2-2013 έως 12-7- 2013, οπότε έλαβε μηνιαία άδεια, από 9-8-2013 έως 24-11-2013, οπότε απολύθηκε αμοιβαία συναινέσει, από 5-1-2014 μέχρι 19-2-2014, οπότε απολύθηκε λόγω αδείας και από 3-4-2014 μέχρι 24-4-2014, οπότε απολύθηκε λόγω ασθενείας (βλ. αντίγραφο του ναυτικού φυλλαδίου του που προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων). Καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του οι όροι της εργασίας του και ιδίως το ύψος των καταβαλλόμενων σε αυτόν αποδοχών, κατά ρητή συμφωνία των μερών, διεπόταν από τους όρους της οικείας Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα δε εφαρμοστέα ήταν η από 8-04-2014 Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014, που κυρώθηκε με τη με αριθμό 3525.1.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Β΄ 1664/24-06-2014. Κατά το επίδικο διάστημα της ναυτολόγησης του ενάγοντα, το παραπάνω πλοίο εκτελούσε δρομολόγια σε γραμμή ενταγμένη στο γενικό δίκτυο ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών και συγκεκριμένα: α) από 9/01/2014 έως 19/02/2014 εκτελούσε κυκλικά δρομολόγια Πειραιάς – Χίος – Μυτιλήνη. Συγκεκριμένα, είχε αναχώρηση από Πειραιά κάθε Δευτέρα ώρα 21:00, άφιξη στη Χίο στις 05:00 της Τρίτης, άφιξη στη Μυτιλήνη ώρα 07:55, και αναχώρηση από Μυτιλήνη στις 20:00 και από Χίο στις 23:10 και άφιξη στον Πειραιά στις 06:55 της Τετάρτης. Αναχώρηση από Πειραιά κάθε Τετάρτη ώρα 21:00, άφιξη στη Χίο στις 05:00 της Πέμπτης, άφιξη στη Μυτιλήνη ώρα 07:55, και αναχώρηση από Μυτιλήνη στις 11:00 και από Χίο στις 13:50 και άφιξη στον Πειραιά στις 20:05 της Πέμπτης. Αναχώρηση από Πειραιά κάθε Πέμπτη ώρα 22:15, άφιξη στη Χίο στις 05:00 της Παρασκευής, άφιξη στη Μυτιλήνη ώρα 07:55, και αναχώρηση από Μυτιλήνη στις 11:00 και από Χίο στις 13:50 και άφιξη στον Πειραιά στις 20:05 της Παρασκευής. Αναχώρηση από Πειραιά κάθε Παρασκευή ώρα 22:15, άφιξη στη Χίο στις 05:00 του Σαββάτου, άφιξη στη Μυτιλήνη ώρα 07:55, και αναχώρηση από Μυτιλήνη στις 20:00 της Κυριακής και από Χίο στις 23:10 και άφιξη στον Πειραιά στις 06:55 της Δευτέρας και β) από 3/04/2014 έως 24/04/2014 εκτελούσε κυκλικά δρομολόγια Πειραιάς-Ρόδος-Πειραιάς με ενδιάμεση προσέγγιση σε Σαντορίνη και Κω. Συγκεκριμένα, είχε αναχώρηση από Πειραιά κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Κυριακή ώρα 18:00, άφιξη στη Σαντορίνη στις 00:35 της επομένης, άφιξη στην Κω ώρα 05:45, άφιξη στη Ρόδο στις 09:00. Στο λιμάνι της Ρόδου παρέμενε μέχρι τις 16:00, ότε και αναχωρούσε για Κω, από όπου αναχωρούσε στις 19:45 για Σαντορίνη, από όπου αναχωρούσε τη 01:25 και κατέπλεε Πειραιά στις 07:45. Κάθε Σάββατο το πλοίο μετά τον κατάπλου του στον Πειραιά στις 07:45 το πρωί παρέμενε δεμένο στο λιμάνι, μέχρι την επόμενη προγραμματισμένη αναχώρησή του την Κυριακή στις 18:00. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του στο ως άνω πλοίο, εργαζόταν ως θαλαμηπόλος σε αυτό, απασχολούμενος καθημερινά, με ανατιθέμενα σε αυτόν καθήκοντα συναφή με την ειδικότητά του (άρθρο 116 επ. Β.Δ. 683/1960). Ειδικότερα απασχολείτο κυρίως στη ρεσεψιόν και στην υποδοχή των επιβατών κατά την επιβίβασή τους, καθώς και στην καθαριότητα των καμπίνων των επιβατών, βοηθούμενος από έναν επίκουρο. Επίσης, εργαζόταν στο σαλόνι του πλοίου, σερβίροντας τους πελάτες καφέ, αναψυκτικά και φαγητό. Σημειωτέον πως αποδείχθηκε ότι ο ενάγων δεν ήταν υπεύθυνος αποθήκης υλικών του πλοίου και διαχείρισης υλικών καθαριότητας, όπως ισχυρίζεται, αφού τα καθήκοντα αυτά είχαν ανατεθεί κατά το επίδικο χρονικό διάστημα στον θαλαμηπόλο …[S21] . Η καθημερινή διάρκεια της απασχόλησης του ενάγοντος δεν ήταν επακριβώς καθορισμένη, ενόψει του είδους αυτής και της ιδιαιτερότητας εξωγενών παραγόντων, συνδεόμενων προς τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου, της εξυπηρέτησης των συγκεκριμένων δρομολογίων και της παρουσιαζόμενης κίνησης των επιβατών, ανάλογα με τη χρονική περίοδο. Από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι ο ενάγων, κατά τη διάρκεια των ενδίκων ναυτολογήσεων του επί του ανωτέρω πλοίου, απασχολούνταν πέραν του νομίμου ωραρίου, υπερωριακώς (ήτοι, πέραν του οχταώρου τις καθημερινές και τις Κυριακές και καθ’ όλη της διάρκεια της εργασίας του κατά τα Σάββατα και τις αργίες). Την ανάγκη παροχής εργασίας πέραν των καθορισμένων ορίων δεν απέκλειε το γεγονός ότι στο πλοίο υπήρχε πλήρης οργανική σύνθεση του πληρώματος, καθόσον αυτή (η πληρότητα ως προς την οργανική σύνθεση) αποσκοπεί στην ασφάλεια του πλοίου κατά τη διάρκεια των πλόων του και όχι στην ανυπαρξία ανάγκης για υπερωριακή εργασία. Ισχυρή απόδειξη πραγματοποίησης της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος αποτελεί το γεγονός ότι σε αυτόν καταβάλλονταν σταθερά κάθε μήνα ποσά για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, τόσο τις καθημερινές και Κυριακές, όσο και τα Σάββατα και τις αργίες, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες, με επίκληση από την εναγομένη, αποδείξεις πληρωμής μισθοδοσίας. Βάσει των προεκτεθέντων και ιδίως ενόψει: α) των συνθηκών και περιστάσεων που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στις ως άνω ακτοπλοϊκές γραμμές, με προσέγγιση σε ενδιάμεσα λιμάνια, β) των χρονικών περιόδων, κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων, γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του και δ) τέλος από τα διδάγματα της κοινής πείρας, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι ο μέσος όρος της συνολικής ημερήσιας απασχόλησης του ενάγοντος ήταν 11 ώρες και όχι 8 ώρες, όπως ισχυρίζεται η εναγομένη. Εξάλλου, το γεγονός ότι στο ένδικο πλοίο τηρούνταν βιβλίο υπερωριών, όπου εμφανίζονται οι ώρες υπερωρίας που πραγματοποίησε σε μηνιαία βάση ο κάθε ναυτικός και καταδεικνύεται ωσαύτως η πραγματοποίηση εκ μέρους του ενάγοντα λιγότερων ωρών υπερωριακής απασχόλησης και συγκεκριμένα 23 ώρες μηνιαίως, δεν αποκλείει την απόδειξη εκ μέρους του τελευταίου με άλλα αποδεικτικά μέσα, ότι πραγματοποίησε περισσότερες ώρες υπερωριακής εργασίας, όπως και έγινε εν προκειμένω. Άλλωστε οι καταγραφές στο ανωτέρω βιβλίο υπερωριών έρχονται σε αντίθεση με το αρχείο ωρών ανάπαυσης ναυτικών, όπου αναφέρονται τόσο οι ώρες εργασίας, όσο και οι ώρες ανάπαυσης των ναυτικών και του ενάγοντα συγκεκριμένα και εμφανίζεται αυτός να εργάζεται υπερωριακά μηνιαίως πολύ περισσότερες ώρες από τις 23 ώρες που αναφέρει το βιβλίο υπερωριών. Κατόπιν αυτών, προκύπτει ότι ο ενάγων παρείχε καθ’ όλα τα επίδικα χρονικά διαστήματα της ναυτολόγησής του, σύμφωνα με την ανωτέρω αναφερόμενη Σ.Σ.Ε. (βλ. αρθρ. 11 και 13§1), κατά τις καθημερινές και Κυριακές τρεις (3) ώρες υπερωριακής εργασίας και κατά τα Σάββατα και αργίες έντεκα (11) ώρες τέτοιας εργασίας, πλην του χρονικού διαστήματος από 5-01-2014 έως και 8-01-2014, οπότε το πλοίο δεν εκτελούσε δρομολόγια και συνεπώς δεν υπήρχε ανάγκη από μέρους του για την παροχή υπερωριακής εργασίας. Για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές των παραπάνω χρονικών περιόδων πρέπει να πληρωθεί με απλή υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του μισθού ενεργείας προσαυξημένο κατά 25%, για δε τα Σάββατα και τις αργίες των εν λόγω χρονικών περιόδων πρέπει να πληρωθούν όλες οι ώρες με υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του μισθού ενεργείας προσαυξημένο κατά 50% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης. Κατά συνέπεια, με βάση τις ρυθμίσεις της Σ.Σ.Ν.Ε. του έτους 2014, ο ενάγων, με την ειδικότητα του θαλαμηπόλου, δικαιούται για την υπερωριακή του απασχόληση, τα κάτωθι ποσά εκ της εργασίας του: ήτοι κατά τα χρονικά διαστήματα από 9/1/2014 έως και 19/2/2014 και από 3/4/2014 έως και 24/04/2014 εργάσθηκε υπερωριακά τρεις (3) ώρες όλες τις καθημερινές και Κυριακές και συγκεκριμένα 44 καθημερινές και 9 Κυριακές, ήτοι 53 ημέρες και συνολικά 159 ώρες (53 Χ 3 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές το ποσό των 1.330,83 ευρώ (159 ώρες Χ 8,37 ευρώ/ώρα), έναντι του οποίου έχει λάβει ποσό 436,21 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τους προσκομιζόμενους μισθοδοτικούς λογαριασμούς. Επομένως, οφείλεται σε αυτόν η διαφορά, ποσού (1.330,83 – 436,21 =) 894,62 ευρώ. Επίσης εργάσθηκε υπερωριακά έντεκα (11) ώρες για 9 Σάββατα και για 3 αργίες [ήτοι στις 18.04.2014 (Μ. Παρασκευή), 21.04.2014 (Δευτέρα του Πάσχα) και 23.04.2014 (Αγίου Γεωργίου)], ήτοι 12 ημέρες και συνολικά 132 ώρες (12 Χ 11 = 132 ώρες), οπότε δικαιούται για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες το ποσό των 1.325,28 ευρώ (132 ώρες Χ 10,04 ευρώ/ώρα), εκ του οποίου έχει λάβει ποσό 1.039,14 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τους προσκομιζόμενους μισθοδοτικούς λογαριασμούς. Επομένως, οφείλεται σε αυτόν η διαφορά, ποσού (1.325,28 – 1.039,14 =) 286,14 ευρώ. Ήτοι συνολικά οφείλεται σε αυτόν το ποσό των 1.180,76 ευρώ. Επίσης, έχει αποδειχθεί ότι η εναγομένη, κατά τα παραπάνω χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του ενάγοντος, κατέβαλε σε αυτόν ως έκτακτες αμοιβές, οι οποίες αντιστοιχούσαν σε ποσό 7% επί των εκάστοτε μηνιαίων εισπράξεων των μπαρ και των εστιατορίων του πλοίου, τις οποίες διένειμε στα μέλη της Υπηρεσίας Ενδιαιτημάτων, το συνολικό ποσό των 471,11 (βλ. προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από τους διαδίκους αποδείξεις πληρωμής του ενάγοντα). Η εναγομένη ισχυρίζεται κατ’ ένσταση, ότι τα ποσά αυτά πρέπει να συμψηφιστούν με την αξίωση του ενάγοντα για καταβολή πρόσθετης αμοιβής υπερωριακής απασχόλησης, αφού υπήρξε μεταξύ τους ειδική προς τούτο συμφωνία. Ειδικότερα, όπως αποδεικνύεται από την προσκομιζόμενη με επίκληση από την εναγομένη από 5-01-2014 έγγραφη σύμβαση ναυτολόγησης του ενάγοντα, σύμφωνα με τους όρους 1 και 2 αυτής που περιέχονται στο άρθρο με τίτλο «ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΠΟΥ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΟΠΩΣ ΤΥΧΟΝ ΑΜΟΙΒΑΙΩΣ ΣΥΜΦΩΝΗΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΡΗ»: «1. Κάθε ποσό που καταβάλει η Εταιρία στο Ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από το ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της Εταιρείας σχετικές με την παρούσα σύμβαση. Ως ελάχιστες νόμιμες αποδοχές νοούνται οι προβλεπόμενες από την εκάστοτε εφαρμοστέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. 2. Τυχόν επιδόματα της Εταιρείας καταβάλλονται χωρίς υποχρέωση και μπορούν να ανασταλούν ή διακοπούν». Ενόψει λοιπόν, της καταβολής των παραπάνω ποσών ως «επιμισθίων», δηλαδή ως ανταλλάγματος της παρεχομένης εργασίας, της δραστηριότητας και του ζήλου του ενάγοντος στην εκτέλεση των καθηκόντων του και της σχετικής συμφωνίας περί συμψηφισμού του ποσού αυτού με την οφειλομένη, από την εναγομένη αμοιβή για υπερωριακή εργασία, όπως η συμφωνία αυτή ερμηνεύεται κατά τα άρθρα 173 και 200 ΑΚ, σύμφωνα με την καλή πίστη, λαμβανομένων υπόψη και των συναλλακτικών ηθών, αποδεικνύεται ότι τα συμβληθέντα μέρη συμφώνησαν ώστε να συμψηφίζονται τα ως άνω χορηγούμενα ποσά με την πρόσθετη αμοιβή από υπερωριακή εργασία του ενάγοντος, διότι διαφορετικά δεν υπήρχε λόγος να τεθεί στις ένδικες συμβάσεις ναυτικής εργασίας τέτοιος όρος, αφού, όπως αποδείχθηκε, δεν υπήρχε άλλο ποσό που καταβαλλόταν στον ενάγοντα πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του, ώστε να συμψηφίζεται με τις υπερωρίες, τις οποίες αυτός πραγματοποιούσε (πρβλ. ΕφΠειρ 526/2012 ΕΝαυτΔ 2012.381). Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η ένσταση συμψηφισμού του παραπάνω χρηματικού ποσού των 471,11 ευρώ, τα οποία κατέβαλε η εναγομένη στον ενάγοντα, πέραν των νομίμων αποδοχών του, με την ειδική συμφωνία για τον καταλογισμό του στις αξιώσεις του από αμοιβή υπερωριακής εργασίας και να αφαιρεθεί το ποσό αυτό από τα παραπάνω δικαιούμενα χρηματικά ποσά για την αιτία αυτή. Έτσι, μετά την παραδοχή ως εν μέρει κατ’ ουσίαν βάσιμης της ένστασης εξόφλησης και ως εν όλω κατ’ ουσίαν βάσιμης της ένστασης συμψηφισμού, που υπέβαλε η εναγομένη σε σχέση με το αιτούμενο κονδύλιο πρόσθετης αμοιβής υπερωριακής εργασίας κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές, τα Σάββατα και τις αργίες, κατά τα αναλυτικά αναφερόμενα παραπάνω χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του ενάγοντος, οφείλεται σ’ αυτόν για την παραπάνω αιτία το ποσό των 709,65 ευρώ (1.180,76 € – 471,11 €). Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι περίπου 15 ημέρες μετά τη ναυτολόγηση του ενάγοντα στις 3-04-2014 παρουσιάστηκε σε αυτόν βήχας. Ανέφερε το πρόβλημά του στον Ύπαρχο, ο οποίος τον παρέπεμψε στους ιατρούς της Αγροτικής Ασφαλιστικής προς εξέταση. Πράγματι στις 17-04-2014 ο ενάγων επισκέφθηκε τον Ε. Β.[S22] , ειδικό πνευμονολόγο και από την κλινική εξέταση «ευρέθησαν εξέρυθρα παρίσθμια, απύρετος με φυσιολογικό αναπνευστικό ψιθύρισμα ως επί μεταλοιμώδους τραχειίτιδας, απότοκο ιογενούς λοίμωξης». Ο ιατρός του χορήγησε φαρμακευτική αγωγή, έκρινε δε ότι ήταν ικανός προς εργασία. Επειδή όμως η κατάσταση της υγείας του ενάγοντα έβαινε επιδεινούμενη μία εβδομάδα μετά, στις 24-04-2014 επισκέφθηκε εκ νέου τον ανωτέρω ιατρό, παραπονούμενος για αίσθημα δύσπνοιας και εύκολη κόπωση. Από τον κλινικοεργαστηριακό έλεγχο ευρέθη αποφρακτικού τύπου πνευμονοπάθεια και αρρυθμία. Αμέσως εδόθη εντολή εισαγωγής του στην κλινική «Παναγιά Η Οδηγήτρια» για καρδιολογικό έλεγχο, όπου εισήχθη πάσχων από διατακτική μυοκαρδιοπάθεια, σοβαρή καρδιακή ανεπάρκεια και κολπική μαρμαρυγή (βλ. την από 24-04-2014 γνωμάτευση έκτακτης εισαγωγής – εισιτήριο του ανωτέρω νοσοκομείου). Υποβλήθηκε σε έλεγχο με Triplex καρδίας και διαπιστώθηκε καρδιακή ανεπάρκεια με κλάσμα εξωθήσεως 20-25%, διάχυτη υποκινησία αριστεράς κοιλίας και μέτρια ανεπάρκεια μιτροειδούς και τριγλώχινας. Επίσης στο καρδιογράφημα κατεγράφετο κολπική μαρμαρυγή με ταχεία κοιλιακή ανταπόκριση, στο δε Holter ρυθμού παρατηρήθηκε ιδιάζουσα εκτακτοσυστολική κοιλιακή αρρυθμία. Ο ενάγων ετέθη σε πλήρη φαρμακευτική αγωγή και στις 29-4-2014 στο Triplex καρδίας εμφάνισε σαφή βελτίωση (κλάσμα εξωθήσεως 30- 35%), οπότε και αποφασίσθηκε να παραπεμφθεί προς αιμοδυναμικό έλεγχο στο Τζάνειο νοσοκομείο στις 7-5-2014 εκ του οποίου προέκυψαν φυσιολογικά στεφανιαία αγγεία. Κατόπιν αυτού ο ενάγων εξ ιδίου λάθους διέκοψε την φαρμακευτική αγωγή και στις 16-5-2014 επανεισήχθη στην καρδιολογική κλινική «Παναγιά Η Οδηγήτρια» με εικόνα αντίστοιχη της πρώτης εισαγωγής και νοσηλεύθηκε έως τις 22-5-2014, εξήλθε δε με σαφή βελτίωση της συμπτωματολογίας και αφού του χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή και δόθηκαν οδηγίες για διακοπή καπνίσματος, ανάπαυση και περιορισμό λήψης άλατος. Την 29/5/2016 προσήλθε εκ νέου στα εξωτερικά ιατρεία της ανωτέρω κλινικής λόγω δύσπνοιας, ορθοπνοίας και εισήχθη στο καρδιολογικό τμήμα. Εκ των γενομένων εξετάσεων διαπιστώθηκε κολπική μαρμαρυγή με ταχεία κοιλιακή ανταπόκριση, μη καλώς ανεκτή, ιδιάζουσα κοιλιακή αρρυθμία (ζεύγη και τριπλέτες εκτάκτων κοιλιακών συστολών), ενώ εκ του λοιπού ελέγχου προέκυψε σακχαρώδης διαβήτης τύπου II. To Triplex καρδίας ήταν στα ίδια επίπεδα με τον 5/2014, ήτοι με κλάσμα εξωθήσεως 45-50%. Ο ενάγων εξήλθε στις 3-6-2016, αφού έγινε τροποποίηση της φαρμακευτικής του αγωγής, με διακοπή της αμιοδαρόνης και αύξηση της σοταλόλης σε 160 mg x2, έγινε δε έναρξη μετφορμίνης 850 mg 1×2 (βλ. την από 13-06-2016 καρδιολογική γνωμάτευση του ειδικού καρδιολόγου Π. Μ.[S23] , καθώς και την από 22-05-2014 ιατρική γνωμάτευση του ανωτέρω). Εν συνεχεία ο ενάγων υποβλήθηκε εκ νέου σε Triplex καρδίας στην ανωτέρω κλινική στις 20-06-2014 και του συνεστήθη αναρρωτική άδεια ενός μηνός και επανεξέταση, στην οποία υποβλήθηκε στις 21-07-2014 και ευρέθη σε σαφώς βελτιωμένη κατάσταση, ενώ στην καρδιολογική εξέταση της 4-08-2014 βρέθηκε σε βελτιωμένη κατάσταση και κρίθηκε ότι έπρεπε να παραμείνει εκτός υπηρεσίας έως 24-08-2014, παραπέμφθηκε δε στον Οίκο Ναύτου για περαιτέρω αντιμετώπιση (βλ. τις από 20-06-2014, 21-07-2014 και 4-08-2014 καρδιολογικές εκτιμήσεις του ειδικού καρδιολόγου Π. Μ.[S24] ). Ο ενάγων πράγματι εξετάστηκε από την Ανωτάτη Ναυτικού Υγειονομική Επιτροπή, η οποία, αφού μελέτησε και τον ιατρικό του φάκελο διαπίστωσε ότι πάσχει από «διατακτική μυοκαρδιοπάθεια από εξαμήνου, υπό πλήρη φαρμακευτική αγωγή σε αποδρομή, χρόνια κολπική μαρμαρυγή υπό αντιπηκτική αγωγή, δύσπνοια προσπάθειας» και αποφάνθηκε ότι είναι ανίκανος για τη συνέχιση ασκήσεως του ναυτικού επαγγέλματος για ένα έτος (βλ. την υπ’ αριθμ. …[S25] γνωμάτευση της Α.Ν.Υ.Ε.). Σημειωτέον δε ότι ο ενάγων εξετάστηκε και από την Πρωτοβάθμια Υγειονομική Επιτροπή του ΙΚΑ, η οποία διαπίστωσε ότι η αναπηρία του ανέρχεται σε ποσοστό 67% από 26-11-2014 έως 31-10-2017, λόγω «διατακτικής μυοκαρδιοπάθειας σε αποδρομή με οριακή λειτουργικότητα της αριστερής κοιλίας σήμερα και μόνιμη κολπική μαρμαρυγή με πολύμορφες κοιλιακές έκτακτες συστολές – ζεύγη και ροπές κοιλιακής ταχυκαρδίας (βαθμός 4Β κατά Lown)» (βλ. την από 7-09-2015 γνωστοποίηση αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας ΚΕΠΑ). Εξαιτίας της ανωτέρω ασθένειας ο ενάγων απολύθηκε από το πλοίο στις 24-04-2014 (βλ. αντίγραφο του ναυτικού του φυλλαδίου και του ημερολογίου γέφυρας του πλοίου που προσκομίζονται από τους διαδίκους), ενώ η εναγομένη κατέβαλε σε αυτόν τους μισθούς ασθενείας για το χρονικό διάστημα από 25-04-2014 έως 24-08-2014 ποσού 6.552,96 ευρώ (μικτά) και 5.907,49 ευρώ (καθαρά). Ο ενάγων ισχυρίζεται με την υπό κρίση αγωγή του ότι προσεβλήθη από ιογενή λοίμωξη, η οποία δεν αντιμετωπίστηκε και προκάλεσε οξεία ιογενή μυοκαρδίτιδα. Λόγω δε της συνέχισης της καθημερινής εργασίας του επί 14 ώρες υπό εξαιρετικά πιεστικούς και εξαντλητικούς ρυθμούς και της μη σωστής και άμεσης φαρμακευτικής περίθαλψης η μυοκαρδίτιδα εξελίχθηκε σε διατακτική μυοκαρδιοπάθεια με βαρεία καρδιακή ανεπάρκεια. Η εναγομένη αρνείται ότι ο οργανισμός του ενάγοντα προσεβλήθη από ιό, προκαλώντας του ιογενή λοίμωξη, η οποία προκάλεσε ιογενή μυοκαρδίτιδα που εξελίχθηκε σε διατακτική μυοκαρδιοπάθεια, παρόλο που τόσο από τη βιβλιογραφία περί της διατακτικής μυοκαρδιοπάθειας, όσο και από την από 7-11-2016 ιατρική έκθεση του ειδικού καρδιολόγου Ι. Κ.[S26] , τα οποία προσκομίζει, προκύπτει ότι η διατακτική μυοκαρδιοπάθεια είναι δυνατόν να έχει πολλές αιτίες μεταξύ των οποίων και η ιογενής λοίμωξη. Ισχυρίζεται δε ότι η ασθένεια του ενάγοντα δεν οφείλεται σε αιφνίδιο και απρόβλεπτο εξωτερικό γεγονός ξένο προς τον οργανισμό του, αλλά σε προϋπάρχουσα πάθησή του, η οποία εκδηλώθηκε, κάτω από συνθήκες σύμφυτες και προσιδιάζουσες στη φύση των καθηκόντων του, που ανέλαβε με την ναυτολόγησή του να εκτελέσει και επομένως η ανωτέρω βλάβη της υγείας του, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ότι είναι απότοκος εργατικού ατυχήματος. Σημειωτέον δε ότι ο ενάγων είχε εξεταστεί από τους ιατρούς της Αγροτικής Ασφαλιστικής στις 25-02-2013, ήτοι ένα περίπου έτος προτού εκδηλωθεί η ασθένειά του και είχε κριθεί κατάλληλος προς ναυτολόγηση (βλ. το από 25-02-2013 πιστοποιητικό ιατρικής εξέτασης της ΑΤΕ Ασφαλιστική που προσκομίζει ο ενάγων). Ενόψει των ανωτέρω, κατά τη μελέτη της υπόθεσης, μετά τη συζήτηση αυτής στο ακροατήριο, παρουσιάζονται κενά και αμφίβολα σημεία, διότι από το σύνολο του προσκομιζομένου ενώπιον του Δικαστηρίου αποδεικτικού υλικού, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ.4 ΚΠολΔ), το Δικαστήριο δεν μπορεί να αχθεί σε πλήρη δικανική πεποίθηση ως προς τα κρίσιμα και εντόνως αμφισβητούμενα ζητήματα: α) της ακριβούς αιτίας πρόκλησης της ως άνω βλάβης της υγείας του ενάγοντα, ήτοι εάν αυτή προήλθε από ιογενή λοίμωξη, η μη έγκαιρη και σωστή αντιμετώπιση της οποίας οδήγησε σε οξεία μυοκαρδίτιδα που εξελίχθηκε σε διατακτική μυοκαρδιοπάθεια ή οφείλεται σε προϋπάρχουσα ασθένεια ή προδιάθεση εκδήλωσης ασθένειας πριν από τη ναυτολόγησή του και, σε θετική περίπτωση, περί του εάν αυτή υποτροπίασε ή παροξύνθηκε στο πλοίο, β) σε περίπτωση που η βλάβη της υγείας του ενάγοντα οφείλεται σε ιογενή λοίμωξη, περί του πότε προσεβλήθη αυτός και από ποιον ιό και εάν η βλάβη της υγείας του είχε εκδηλωθεί και μπορούσε να διαγνωστεί στις 17-04-2014 κατά την πρώτη εξέτασή του από τον ειδικό πνευμονολόγο Ε. Β.[S27] , γ) περί της φύσης της βλάβης που έχει υποστεί ο ενάγων και περί του εάν αυτή του προκάλεσε ανικανότητα προς άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος ή κάθε άλλου ισοδυνάμου επαγγέλματος και αν ναι για πόσο χρόνο και σε τι ποσοστό, δ) περί του εάν η επελθούσα βλάβη της υγείας του ενάγοντα, επιδεινώθηκε εκ της διακοπής της φαρμακευτικής του αγωγής κατά το χρονικό διάστημα από 7-05-2014 έως 16-05-2014 και, σε περίπτωση θετικής απάντησης, σε τι βαθμό επηρέασε την κατάσταση της υγείας του ενάγοντα αυτή η διακοπή και ε) περί του εάν ο ενάγων προέβη σε ενέργειες που επιδείνωσαν την κατάσταση της υγείας του και σε καταφατική περίπτωση ποιες ήταν οι ενέργειες αυτές και πώς επέδρασαν στην εξέλιξη της υγείας του (π.χ. συνέχιση καπνίσματος). Επομένως, ενόψει του ότι τα ανωτέρω ζητήματα απαιτούν, για να γίνουν αντιληπτά, ιδιάζουσες γνώσεις της επιστήμης της ιατρικής, το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίο, για την πλήρη διακρίβωση και ορθή διάγνωση της διαφοράς, να διαταχθεί η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, κατ’ αρθρ. 254 σε συνδυασμό με το άρθρο 368 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας οριζόμενα, κατά παραδοχή και του σχετικά προβαλλομένου ισχυρισμού τόσο του ενάγοντα, όσο και της εναγομένης. Πέραν των ανωτέρω και προς χάριν εξυπηρέτησης της αρχής της οικονομίας της δίκης, κρίνεται αναγκαίο όπως, κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, προσκομισθούν, επιμελεία του επιμελέστερου των διαδίκων: α) γνωμάτευση της Ανώτατης Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής (ΑΝΥΕ) περί της καταστάσεως υγείας του ενάγοντα, από την οποίαν να προκύπτει εάν ο ενάγων είναι ανίκανος για το ναυτικό επάγγελμα, σε ποιο βαθμό και για πόσο χρονικό διάστημα (καθόσον η ήδη προσκομιζόμενη γνωμάτευση αφορά στο χρονικό διάστημα από 24-10-2014 έως 24-10-2015) και β) απόφαση της Διεύθυνσης Ναυτικής Εργασίας του ΥΕΝ περί διαγραφής του ενάγοντα από τα Μητρώα Απογραφής Ναυτικών. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινομένη αγωγή, κατά το μέρος της που εξετάστηκε ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα, το συνολικό ποσό των 709,65 ευρώ, με το νόμιμο τόκο, κατά το παρεπόμενο αίτημα της αγωγής, από την επομένη της λύσης της σύμβασης ναυτικής εργασίας του στις 24-04-2014 και μέχρι εξοφλήσεως. Ως προς το παρεπόμενο αίτημα για την κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, το Δικαστήριο κρίνει ότι η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί εν όλω προσωρινά εκτελεστή, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό, γιατί η επιβράδυνση της εκτέλεσης είναι δυνατό να προξενήσει σημαντική ζημία στον ενάγοντα, οι απαιτήσεις του οποίου απορρέουν από παροχή εξαρτημένης εργασίας (907, 908 παρ.1 ε΄ ΚΠολΔ). Τέλος, επειδή η απόφαση είναι εν μέρει οριστική θα περιληφθεί σχετική περί δικαστικής δαπάνης διάταξη (αρθ. 191 § 1 ΚπολΔ) και θα πρέπει μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντα να επιβληθεί σε βάρος της εναγομένης, λόγω της μερικής ήττας της (άρθρα 178 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Όσον αφορά στο κονδύλιο για αποζημίωση λόγω της ολικής διαρκούς ανικανότητας του ενάγοντα προς εργασία, κατά το άρθρο 3 περ.1 του Κ.Ν.551/1915, θα πρέπει να αναβληθεί η έκδοση οριστικής απόφασης και να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης αυτής κατ’ άρθρο 254 ΚΠολΔ, κατά τα ανωτέρω. Τα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα και λοιπά αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων και οι ένορκες βεβαιώσεις των εξετασθέντων μαρτύρων, θα συνεκτιμηθούν κατά την κατ’ επανάληψη συζήτηση, η οποία αποτελεί συνέχεια της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
-ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
-ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των επτακοσίων εννέα ευρώ και εξήντα πέντε λεπτών (709,65 €), όπως αυτό αναλυτικά εκτέθηκε στο σκεπτικό της παρούσας, με το νόμιμο τόκο, από την επομένη της λύσης της σύμβασης ναυτικής εργασίας του, στις 24-04-2014, μέχρι την πλήρη εξόφληση.
-ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση, ως προς την αμέσως προηγούμενη καταψηφιστική της διάταξη, εν όλω προσωρινά εκτελεστή.
-ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγομένη σε μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντα, το οποίο προσδιορίζει στο ποσό των εκατό (100) ευρώ.
-ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ την έκδοση οριστικής απόφασης ως προς το κεφάλαιο της αγωγής που αφορά στο κονδύλιο για αποζημίωση λόγω της ολικής διαρκούς ανικανότητας του ενάγοντα προς εργασία.
-ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο και τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, επιμελεία του επιμελέστερου των διαδίκων.
-ΔΙΟΡΙΖΕΙ πραγματογνώμονα από το κατάλογο των πραγματογνωμόνων που τηρείται στο Πρωτοδικείο Πειραιά για τον σκοπό αυτό, τον Κ. Γ.[S28] του Ιωάννη, ιατρό καρδιολόγο, κάτοικο Αθηνών (οδός …[S29] ), ο οποίος, αφού δώσει το νόμιμο όρκο του ενώπιον της δικάζουσας Δικαστού ή του νόμιμου αναπληρωτή της εντός 15 ημερών από την επομένη της επίδοσης σε αυτόν της παρούσας αποφάσεως κατά την ημέρα και ώρα που θα ορισθεί από αυτόν στο κατάστημα του Πρωτοδικείου Πειραιά και, αφού προηγουμένως, αφενός λάβει γνώση όλων των έγγραφων στοιχείων της δικογραφίας που είναι χρήσιμα για τη διεξαγωγή της πραγματογνωμοσύνης και λάβει κάθε χρήσιμη διευκρίνιση ή πληροφορία από τους διαδίκους και αφετέρου πραγματοποιήσει ιατρική εξέταση του ενάγοντα, να γνωμοδοτήσει με πλήρως αιτιολογημένη έκθεση, την οποία θα καταθέσει στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού εντός προθεσμίας 30 ημερών από την επομένη της ημερομηνίας ορκίσεώς του για τα κάτωθι θέματα: α) της ακριβούς αιτίας πρόκλησης της ως άνω βλάβης της υγείας του ενάγοντα, ήτοι εάν αυτή προήλθε από ιογενή λοίμωξη, η μη έγκαιρη και σωστή αντιμετώπιση της οποίας οδήγησε σε οξεία μυοκαρδίτιδα που εξελίχθηκε σε διατακτική μυοκαρδιοπάθεια ή οφείλεται σε προϋπάρχουσα ασθένεια ή προδιάθεση εκδήλωσης ασθένειας πριν από τη ναυτολόγησή του και, σε θετική περίπτωση, περί του εάν αυτή υποτροπίασε ή παροξύνθηκε στο πλοίο, β) σε περίπτωση που η βλάβη της υγείας του ενάγοντα οφείλεται σε ιογενή λοίμωξη, περί του πότε προσεβλήθη ο ενάγων και από ποιον ιό και εάν η βλάβη της υγείας του είχε εκδηλωθεί και μπορούσε να διαγνωστεί στις 17-04-2014 κατά την πρώτη εξέτασή του από τον ειδικό πνευμονολόγο Ε. Β.[S30] , γ) περί της φύσης της βλάβης που έχει υποστεί ο ενάγων και περί του εάν αυτή του προκάλεσε ανικανότητα προς άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος ή κάθε άλλου ισοδυνάμου επαγγέλματος και αν ναι για πόσο χρόνο και σε τι ποσοστό, δ) περί του εάν η επελθούσα βλάβη της υγείας του ενάγοντα, επιδεινώθηκε εκ της διακοπής της φαρμακευτικής του αγωγής κατά το χρονικό διάστημα από 7-05-2014 έως 16-05-2014 και, σε περίπτωση θετικής απάντησης, σε τι βαθμό επηρέασε την κατάσταση της υγείας του ενάγοντα αυτή η διακοπή, ε) περί του εάν ο ενάγων προέβη σε ενέργειες που επιδείνωσαν την κατάσταση της υγείας του και σε καταφατική περίπτωση ποιες ήταν οι ενέργειες αυτές και πώς επέδρασαν στην εξέλιξη της υγείας του (π.χ. συνέχιση καπνίσματος) και στ) οτιδήποτε κριθεί χρήσιμο από τον εν λόγω πραγματογνώμονα για την διασαφήνιση των θεμάτων που τίθενται στην προκειμένη διαφορά.
-ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την προσκόμιση, με επιμέλεια του επιμελέστερου των διαδίκων, κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση της υπόθεσης: α) γνωμάτευσης της Ανώτατης Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής (ΑΝΥΕ) περί της καταστάσεως υγείας του ενάγοντα, από την οποίαν να προκύπτει εάν ο ενάγων είναι ανίκανος για το ναυτικό επάγγελμα, σε ποιο βαθμό και για πόσο χρονικό διάστημα και β) απόφασης της Διεύθυνσης Ναυτικής Εργασίας του ΥΕΝ περί διαγραφής του ενάγοντα από τα Μητρώα Απογραφής Ναυτικών.
ΚPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 2 Μαρτίου 2017, χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι και οι πληρεξουσίες δικηγόροι τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ