ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Εγγραφή Υποθήκης
Αριθμός 1817/2017
…[M1]
…[M2]
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
[Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας]
Αποτελούμενο από το Δικαστή Σοφία Καβαρινού, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Βασιλική Νιώτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Μαρτίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ : Της εταιρείας με την επωνυμία «…[M3] », η οποία εδρεύει …… …… και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο, Γρηγόριο ΤΙΜΑΓΕΝΗ.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος της αιτούσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις γραπτές προτάσεις του.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ.1 και 2 του άρθρου 791 παρ. 1 ΚΠολΔ: «1. Όποιος τηρεί δημόσια βιβλία στα οποία καταχωρίζονται πράξεις ή αποφάσεις που έχουν σχέση με τη σύσταση, μεταβίβαση ή κατάργηση δικαιωμάτων ιδιωτικού δικαίου ή εγγράφονται ή εξαλείφονται κατασχέσεις ή εγγράφονται αγωγές ή ανακοπές ή γίνονται σημειώσεις γι’ αυτές, αν αρνείται να ενεργήσει όπως του ζητείται, οφείλει, το αργότερο μέσα στην επόμενη από την υποβολή της αίτησης ημέρα, να σημειώσει περιληπτικά στο σχετικό βιβλίο την άρνησή του και τους λόγους της. 2. Η εκκρεμότητα που δημιουργείται με την άρνηση, αίρεται με απόφαση του Δικαστηρίου, στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει εκείνος που τηρεί τα βιβλία, με αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον.». Η προκείμενη διάταξη έχει διπλό περιεχόμενο: αφενός, θεσπίζει την ουσιαστικού δικαίου υποχρέωση απαντήσεως του προσώπου, που τηρεί τα δημόσια βιβλία, στις σχετικές αιτήσεις των ενδιαφερομένων και, αφετέρου, καθορίζει διαδικασία άρσεως κάθε σχετικής εκκρεμότητας. Η διαδικασία μάλιστα αυτή είναι αποκλειστική, καθώς η άρνηση του υποθηκοφύλακα δεν αποτελεί διοικητική πράξη και, συνεπώς, δεν προσβάλλεται με αίτηση ακυρώσεως, ούτε είναι δυνατόν ο εξαναγκασμός των προσώπων σε καταχώρηση με διαταγή του Εισαγγελέα (ΕφΑθ 325/2001 ΕλλΔνη 42, σ.2001, ΜΠρΠατρ 249/2011, ΕΦΑΔ 2011, σ.667, ΜΠρΒερ 86/2004). Η τυχόν δε παράλειψη της σχετικής σημείωσης (της άρνησης περιληπτικά στο σχετικό βιβλίο) από τον αρμόδιο υπάλληλο δε δημιουργεί, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, κανένα απαράδεκτο της υποβαλλόμενης στη συνέχεια αίτησης στο Δικαστήριο για την άρση της εκκρεμότητας που δημιουργήθηκε από την άνω άρνηση, γιατί η ως άνω σημείωση, ως μόνο σκοπό έχει την πληρέστερη διασφάλιση των δικαιωμάτων των τρίτων από τις συναλλαγές, οι οποίοι και μόνο μπορούν να επικαλεστούν την έλλειψη της σημείωσης, όταν μάχονται για τα δικαιώματα που αποκτήθηκαν από την υποβολή της ως άνω αίτησης προς τον τηρούντα τα ανωτέρω βιβλία, έως τη γενόμενη ενέργεια σε εκτέλεση της δικαστικής απόφασης που επακολουθεί την άνω άρνηση. Από τις ίδιες διατάξεις, συνάγεται περαιτέρω ότι η άρνηση εκείνου που τηρεί τα βιβλία, όταν λείπει η άνω σημείωση, αποδεικνύεται με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο (βλ. ΜΠΑ 6866/2005 ΑρχΝομ 2006, τ. ΝΖ, σελ. 387, 89, ΝΟΜΟΣ). Οι έχοντες έννομο συμφέρον για τη μεταγραφή ή εγγραφή (αιτών, διάδοχοι αυτού, αρμόδιος Εισαγγελέας ή Υπουργός που έχει την εποπτεία του κ.λ.π.), δικαιούνται να υποβάλουν αίτηση στο αρμόδιο Δικαστήριο στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται ο αρνούμενος Υποθηκοφύλακας (άρθρο 740 παρ. 1 ΚΠολΔ), το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας (άρθρα 739 επ., 791 ΚΠολΔ). Η αίτηση δεν χρειάζεται να στρέφεται κατά του Υποθηκοφύλακα που απέρριψε την αίτηση. Ακόμη δεν χρειάζεται επίδοση της αίτησης στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών. Όμως, ο Δικαστής που ορίζει δικάσιμο για την αίτηση, μπορεί να διατάξει την επίδοσή της στον Υποθηκοφύλακα ή και στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών. Με την έκδοση της απόφασης που δέχεται την αίτηση και υποχρεώνει τον αρνούμενο Υποθηκοφύλακα να προβεί στη συγκεκριμένη πράξη, η Γραμματεία του εκδόντος την απόφαση Δικαστηρίου διαβιβάζει προς αυτόν επικυρωμένο αντίγραφό της, οπότε ο Υποθηκοφύλακας είναι υποχρεωμένος να συμμορφωθεί με το διατακτικό της και να προβεί σε καταχώρηση (σημείωση) στο αντίστοιχο βιβλίο. Στην περίπτωση αυτή η εγγραφή στα προβλεπόμενα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου λογίζεται γενόμενη από την ημέρα υποβολής της αίτησης για εγγραφή. Ο έλεγχος του Δικαστηρίου, προκειμένου να προβεί στη σχετική διαταγή, αφορά ιδίως στο σύννομο της άρνησης του τηρούντος τα δημόσια βιβλία. Εφόσον η αίτηση κριθεί παραδεκτή και βάσιμη, το Δικαστήριο δεν έχει διακριτική ευχέρεια, αλλά δέσμια αρμοδιότητα να διατάξει την αρνούμενη υπηρεσία να πραγματοποιήσει την εκκρεμή καταχώρηση ή να χορηγήσει το αιτούμενο πιστοποιητικό (ΜΠΘεσ 37789/2008 Αρμ 2009, τ. ΞΓ, σελ. 1355). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 1274, 1276, 1277 ΑΚ, καθώς και του άρθρου 1007 ΚΠολΔ προκύπτει ότι η προσημείωση είναι εγγραφή υποθήκης υπό αναβλητική αίρεση, δηλαδή υπό την αίρεση της τελεσίδικης επιδίκασης της απαίτησης. Ασφαλίζει ορισμένη απαίτηση και ειδικώς εκείνη που αναγράφεται και περιγράφεται στη δικαστική απόφαση που χορηγεί την άδεια για την εγγραφή προσημείωσης. Μετά την τελεσίδικη επιδίκαση της απαίτησης που ασφαλίζεται με την προσημείωση, η τελευταία τρέπεται σε υποθήκη και ανατρέχει στο χρόνο εγγραφής της προσημείωσης και θεωρείται σαν να έχει έκτοτε εγγραφεί (ΑΠ 1330/2006 δημ. Νόμος). Η εγγραφή της προσημείωσης γίνεται, σύμφωνα με το άρθρο 1276 ΑΚ, ως επί υποθήκης. Συνεπώς εγγράφεται στα βιβλία υποθηκών και η εγγραφή αυτή ενσαρκώνει τις αρχές της δημοσιότητας, της προτεραιότητας και της ειδικότητας, από τις οποίες η τελευταία συνίσταται στον προσδιορισμό τόσο του ακινήτου, που πρέπει να περιγράφεται, σύμφωνα με τα άρθρα 1306 ΑΚ και το άρθρο 3 του β.δ. 533/1963, όσο και της, δι’ αυτής (προσημείωσης) ασφαλιζόμενης απαίτησης (ΕφΘεσσαλ 1399/2009, ΑΡΜ 2010, σ.693, ΕφΠατρ 693/2004 ΑρχΝομ 2005/159). Πλέον ειδικά, η προσημείωση συνιστά προσωρινή υποθήκη η οποία τελεί υπό διπλή αναβλητική αίρεση, της τελεσιδικίας επιδίκασης της απαίτησης στο δανειστή και της σχετικής σημείωσης στο βιβλίο υποθηκών. Έως την πλήρωση της αναβλητικής αίρεσης, ο προσημειούχος δανειστής αποκτά δικαίωμα προσδοκίας υποθήκης. Επί αυτής ισχύουν, κατάλληλα προσαρμοσμένα, τα ισχύοντα επί υποθήκης. Προϋποθέσεις της προσημείωσης, είναι α) η ασφαλιζόμενη απαίτηση, β) το αντικείμενο αυτής, ό,τι μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο υποθήκης, το οποίο πρέπει να ανήκει στον οφειλέτη, ενώ είναι δυνατή η εγγραφή της και επί ακινήτου τρίτου, αν αυτός συναινέσει προς τούτο, γ) ο τίτλος, ήτοι η δικαστική απόφαση που εκδίδεται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (682 επ., 706 ΚΠολΔ), ενώ η διάταξη του άρθρου 724 παρ.1 ΚΠολΔ, παρέχει τη δυνατότητα εγγραφής προσημείωσης με τη διαταγή πληρωμής χρηματικών απαιτήσεων (ήδη, και με βάση οριστική απόφαση, κατά τα αμέσως κατωτέρω αναλυόμενα) και δ) εγγραφή προσημείωσης στα βιβλία υποθηκών (πρβλ. Β. Βαθρακοκοίλη, ερμηνεία ΑΚ, εκδ. 2008, υπό αρθρ. 1274 ΑΚ, αριθμ.2, 8). Η εγγραφή προσημείωσης ολοκληρούται με την καταχώρηση στο γενικό βιβλίο εκθέσεων, στο ειδικό ευρετήριο και καταχώρηση στο γενικό αλφαβητικό ευρετήριο. Εντός 8 ημερών πρέπει να κοινοποιηθεί αντίγραφο περίληψης στον οφειλέτη, αν αυτός δεν έχει συμπράξει στην καταχώρηση (ΑΚ 1308, πρβλ. Β. Βαθρακοκοίλη, ο.π., υπό αρθρ. 1276 ΑΚ, αριθμ.4). Η εγγραφή αποτελεί προϋπόθεση της σύστασης της υποθήκης (ΑΚ 1260, 1268), όχι όμως και προϋπόθεση ή στοιχείο του πραγματικού της εμπράγματης δικαιοπραξίας, με τη οποίαν γίνεται η παραχώρηση της υποθήκης. Ως προς αυτήν, η εγγραφή είναι όρος του ενεργού ή αίρεση δικαίου. Έτσι, η σπουδαιότερη συνέπεια της εγγραφής (υποθήκης) συνίσταται στο ότι με αυτήν γεννιέται το σχετικό δικαίωμα (βλ. Απόστολου Σ. Γεωργιάδη «Εμπράγματο Δίκαιο», τ.ΙΙ, εκδ. 1993, παρ.86 ΙΙ, αριθμ.51, παρ.89, αριθμ.18, παρ.97, αριθμ.1, 27). Η άρνηση του υποθηκοφύλακα εγγραφής της προσημείωσης δυνάμει του άρθρου 724 παρ.1 ΚΠολΔ, για οποιοδήποτε λόγο, παρέχει τη δυνατότητα στον αιτούντα, προσφυγής στο δικαστήριο κατ’ αρθρ. 791 ΚΠολΔ, για την έκδοση απόφασης προς επίλυση της διένεξης ως προς το ζήτημα της εγγραφής αυτής (Β. Βαθρακοκοίλη, ερμηνεία ΚΠολΔ, εκδ. 1996, υπό αρθρ. 724, αριθμ.4). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ.1 του άρθρου 724 ΚΠολΔ, όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο πέμπτο του άρθρου 1 Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87) και ισχύει από 1.1.2016 (βλ. άρθρο 9 παρ.4 του ιδίου νόμου) «Ο δανειστής μπορεί με βάση οριστική απόφαση, καθώς και με διαταγή πληρωμής χρηματικών απαιτήσεων να ζητήσει εγγραφή προσημείωσης υποθήκης και να επιβάλει συντηρητική κατάσχεση τα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου για το ποσό που επιδικάζεται με την απόφαση ή ορίζεται ότι πρέπει να καταβληθεί με τη διαταγή πληρωμής». Το άρθρο 724 υπό την προϊσχύουσα (πριν από την τροποποίησή του, με την ανωτέρω διάταξη) ρύθμιση καθιέρωνε τη διαταγή πληρωμής ως τίτλο για την αυτοδύναμη εγγραφή προσημείωσης υποθήκης και την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης. Η διαταγή πληρωμής στηρίζεται μόνο στο πραγματικό και αποδεικτικό υλικό που προσκόμισε ο δανειστής, χωρίς οποιαδήποτε δυνατότητα ακρόασης του οφειλέτη επομένως δεν παρουσιάζει περισσότερα εχέγγυα ορθής κρίσης από την οριστική απόφαση που δέχθηκε την αγωγή και διέγνωσε την ισχύ της επικαλούμενης χρηματικής αξίωσης του δανειστή. Μολονότι αποτελεί η διαταγή πληρωμής εκτελεστό τίτλο εν τούτοις με την παρεχομένη δυνατότητα αναστολής της εκτελεστότητάς της (άρθρο 632 παράγραφος 2) δεν διαφοροποιείται από τη μη κηρυχθείσα προσωρινώς εκτελεστή οριστική απόφαση, της οποίας μεταγενέστερα διατάχθηκε αναστολή της προσωρινής εκτελεστότητας. Υπάρχει λοιπόν όχι μόνον απόλυτη ομοιότητα ανάμεσα στη διαταγή πληρωμής και στην οριστική απόφαση, αλλά υπεροχή της τελευταίας. Επιπλέον, με βάση την οριστική, και μη καταστάσα τελεσίδικη, απόφαση μπορούν να επιβληθούν αυτοδύναμα ασφαλιστικά μέτρα (άρθρα 519 παράγραφος 1 και άρθρο 521 παράγραφος 1), προδήλως τα ίδια ασφαλιστικά μέτρα που προβλέπει και το άρθρο 724. Ως εκ τούτου με την τροποποίηση του εν λόγω άρθρου, κρίθηκε αναγκαία η εισαγωγή της παρούσας ρύθμισης, με την οποία καθιερώνεται η οριστική απόφαση ως τίτλος για την αυτοδύναμη εγγραφή προσημείωσης υποθήκης και την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης (ορ. Αιτιολογική έκθεση Ν. 4335/2015, υπό αρθρ. 724 ΚΠολΔ, ενώ περί της υποστήριξης στη θεωρία της άποψης ότι υφίστατο σχετική δυνατότητα εγγραφής προσημείωσης υποθήκης αυτοδυνάμως με οριστική απόφαση, ακόμη και υπό το προϊσχύσαν νομικό καθεστώς, βλ. Β. Βαθρακοκοίλη, ερμηνεία ΚΠολΔ, εκδ. 1996, υπό αρθρ. 724, αριθμ.2). Τέλος, με το άρθρο 2 του ΑΚ καθιερώνεται γενικότερη αρχή του δικαίου περί μη αναδρομικότητας των νόμων, η οποία επιβάλλεται από την ανάγκη για τη βεβαιότητα των δικαιωμάτων, την ασφάλεια των συναλλαγών και τη σταθερότητα του δικαίου. Με βάση την αρχή αυτή δεσμεύεται ο δικαστής και υποχρεούται να εφαρμόσει το νέο νόμο κατά κανόνα μόνον επί σχέσεων που δημιουργούνται μετά την ισχύ του. Αντίθετα, για τις σχέσεις και τα δικαιώματα, τα οποία γεννήθηκαν στο παρελθόν οφείλει να εφαρμόσει το παλαιό δίκαιο, εκτός αν ρητώς δίδεται στο νέο νόμο αναδρομική ισχύς (ΟλΑΠ 654/1984), εφόσον τούτο δεν προσκρούει σε συνταγματική διάταξη (ΟλΑΠ 40/1998, ΑΠ 223/2002, ΕλΔνη 2003, σ.185, ΜΠρΘεσσαλ 21066/2007, Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, πρβλ. Β. Βαθρακοκοίλη, ερμηνεία ΑΚ, εκδ. 2001, υπό αρθρ. 2, αριθμ.1, Ι. Σ. Σπυριδάκη «Γενικές Αρχές», εκδ. 1985, παρ.10στα). Εξάλλου, γενεσιουργός λόγος όλων των δικαιωμάτων είναι ο κανόνας δικαίου, αφού – κατά τον ορισμό του- το δικαίωμα είναι εξουσία που παρέχεται από την έννομη τάξη, δηλαδή το νόμο. H γένεση του δικαιώματος (όπως και η κτήση, η μεταβίβαση, η αλλοίωση, η απώλεια του δικαιώματος) είναι μία από τις μορφές της έννομης συνέπειας του κανόνα δικαίου. Αναφορικά, άλλωστε, με το χρόνο γενέσεως του δικαιώματος, πρέπει να επισημανθεί ότι αυτό (το δικαίωμα) δημιουργείται όταν συντρέξουν όλα τα περιστατικά που είναι κατά το νόμο απαραίτητα για τη γένεσή του. Το χρονικό σημείο, δηλαδή, κατά το οποίο θα έχουν συντελεσθεί όλα τα απαραίτητα κατά το νόμο για τη γένεση του δικαιώματος περιστατικά, είναι ο χρόνος γενέσεως του δικαιώματος. Πολλές φορές τα περιστατικά αυτά είναι περισσότερα από ένα και επέρχονται διαδοχικά. Π.χ. για τη γένεση του δικαιώματος της υποθήκης απαιτείται (εκτός από την ασφαλιζόμενη απαίτηση και το αντικείμενο της υποθήκης) «τίτλος που χορηγεί δικαίωμα υποθήκης και εγγραφή στο βιβλίο υποθηκών» (ΑΚ 1260). Στις περιπτώσεις αυτές το δικαίωμα δημιουργείται με την επέλευση και του τελευταίου περιστατικού. Στο μεσοδιάστημα υπάρχει μια μετέωρη κατάσταση – το δικαίωμα δεν έχει ακόμη πλήρως δημιουργηθεί, βρίσκεται όμως «εν τω γίγνεσθαι» (βλ. Ι. Σ. Σπυριδάκη, «Γενικές Αρχές», ο.π. παρ. 57α και 57β).
Με την υπό κρίση αίτηση, κατ’ ορθή εκτίμηση του περιεχομένου της, όπως το αίτημα αυτής παραδεκτά διευκρινίστηκε με τις προτάσεις της αιτούσας στο ακροατήριο (βλ. Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ερμηνεία ΚΠολΔ, εκδ. 2000, υπό αρθρ. 751, αριθμ.1), η αιτούσα επικαλείται ότι δυνάμει της με αριθμό 1943/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η εταιρεία με την επωνυμία «Αιγαίον Ανώνυμη Ασφαλιστική Εταιρεία» υποχρεώθηκε να καταβάλει σε αυτήν (αιτούσα) το ποσό των 14.485.962,30 Ευρώ, πλέον ποσό 200.000 Ευρώ ως δικαστική δαπάνη. Ότι, δυνάμει σχετικής αίτησης που κατέθεσε την 6.12.2016 στο Υποθηκοφυλακείο Πειραιώς, επικαλούμενη την εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 724 παρ. 1 ΚΠολΔ, ζήτησε αυτή (η αιτούσα) την εγγραφή προσημείωσης υποθήκης, στο περιγραφόμενο στην αίτηση ακίνητο – οριζόντια ιδιοκτησία, το οποίο περιήλθε στην ως άνω οφειλέτρια της αιτούσας («Αιγαίον Ανώνυμη Ασφαλιστική Εταιρεία») με το αναφερόμενο στην αίτηση αγοραπωλητήριο συμβόλαιο, νομίμως μεταγεγραμμένο, για το ποσό των 74.000 Ευρώ, δυνάμει της ανωτέρω αναφερόμενης οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, πλην όμως η εν λόγω αίτηση απορρίφθηκε από την Υποθηκοφύλακα Πειραιά, δυνάμει της διαλαμβανόμενης στην αίτηση, με αριθμό …[M4] , απορριπτικής πράξης της εν λόγω Υποθηκοφύλακος, με την αιτιολογία ότι «… η έναρξη ισχύος του Ν. 4335/2015, οποίος τροποποίησε το αρ. 724 ΚΠολΔ και σύμφωνα με τον οποίο δίνεται η δυνατότητα στον δανειστή να εγγράψει προσημείωση υποθήκης με βάση οριστική απόφαση είναι η 1.1.2016, χωρίς να υπάρχει διαφορετική ρύθμιση για το άρθρο αυτό στις μεταβατικές διατάξεις του Νόμου. Η δημοσίευση της ανωτέρω απόφασης είναι το Απρίλιο του 2015 και κατά συνέπεια δεν μπορεί να εφαρμοστεί το αρ. 724 ΚΠολΔ όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4335/2015». Με βάση αυτό το ιστορικό, επικαλούμενη (η αιτούσα) ότι η αίτηση για εγγραφή προσημείωσης έγινε εντός του 2016, δηλαδή σε χρόνο που ισχύει το άρθρο 724 ΚΠολΔ στη σημερινή του μορφή και επιτρέπει την εγγραφή προσημείωσης όχι μόνο με διαταγή πληρωμής, αλλά και με οριστική πρωτόδικη απόφαση, ζητεί να υποχρεωθεί η Υποθηκοφύλακας Πειραιά να εγγράψει, αναδρομικά από τις 7.12.2016, προσημείωση υποθήκης δυνάμει του άρθρου 724 παρ. 1 ΚΠολΔ, ως αντικαταστάθηκε με το ν. 4335/2015, για το ποσό των 74.000 Ευρώ, δυνάμει της με αριθμό 1943/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, προς εξασφάλιση της επιδικασθείσας με την εν λόγω οριστική απόφαση απαίτησης της αιτούσας, που αποτελείται από κεφάλαιο 14.485.962,20 Ευρώ νομομοτόκως από την επίδοση της με αριθμό …[M5] αγωγής της αιτούσας, επί της οποίας εκδόθηκε η ανωτέρω απόφαση, μέχρι πλήρους εξοφλήσεως, επί της υπό στοιχεία Έψιλον Κεφαλαίο Ένα (Ε-1) οριζόντιας ιδιοκτησίας (αίθουσας γραφείου) του πέμπτου (Ε) πάνω από το ισόγειο σε πρώτη (Α) εσοχή ορόφου πολυόροφης οικοδομής, που έχει ανεγερθεί σε οικόπεδο άρτιο και οικοδομήσιμο, που βρίσκεται στον Πειραιά Αττικής, στη Δημοτική Κοινότητα του 2ου Δημοτικού Διαμερίσματος του Δήμου Πειραιά, της Περιφερειακής Ενότητας Πειραιά της Περιφέρειας Αττικής, επί της οδού Τσαμαδού 5, με επιφάνεια (το διαμέρισμα) διακόσια (200) τ.μ., όγκο ιδιόκτητο πεντακόσια ενενήντα (590) κυβικά μέτρα, αναλογία όγκου κοινοχρήστων εκατόν έξι (106) κυβικά μέτρα, συνολικό όγκο εξακόσια ενενήντα έξι (696) κυβικά μέτρα, αναλογία εξωτερικών κοινοχρήστων εκατόν επτά χιλιοστά (107/1000), εσωτερικών κοινοχρήστων εκατόν πενήντα δύο χιλιοστών (152/1000), ανελκυστήρα εκατόν πενήντα δύο χιλιοστά (152/1000), κλιματισμού εκατόν πενήντα δύο χιλιοστά (152/1000) και ποσοστό συνιδιοκτησίας στην εξ αδιαιρέτου κυριότητα του οικοπέδου 75/1000.
Με το περιεχόμενο αυτό και αίτημα η υπό κρίση αίτηση παραδεκτώς και αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (ΚΠολΔ 739, 740 παρ. 1, όπως αυτό ισχύει σήμερα μετά την τελευταία τροποποίηση με την παρ.2 του Άρθρου έκτου, του Άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 και 791, όπως αυτό ισχύει), είναι δε νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων άρθρα 739 επ., 740 παρ. 1, 791 ΚΠολΔ, 68, 724 παρ.1 ΚΠολΔ και 1274 επ. ΑΚ. Πρέπει, επομένως να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της. Σημειωτέον ότι, όπως προκύπτει εκ την υπ’ αριθμ. 8.996/4.1.2017 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Πειραιά, Σοφίας Εμμανουηλίδη – Γιαζάκου, η αιτούσα έχει προβεί στην κοινοποίησή της υπό κρίση της αίτησης στην κα Υποθηκοφύλακα του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά, η οποία όμως δεν παρενέβη ως διάδικος στην παρούσα δίκη (περί της ιδιότητας αυτής ως τρίτης, πρβλ. ΜΠρΘεσσαλ 11802/2009, ΧΡΗΔΙΚ 2009, σ.435, με εκεί αναφορές σε θεωρία και νομολογία ).
Από όλα τα έγγραφα που νομίμως επικαλείται και προσκομίζει η αιτούσα, αποδείχθηκαν, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα την 6.12.2016 κατέθεσε στο Υποθηκοφυλακείο Πειραιά αίτηση, στρεφόμενη κατά της εταιρείας με την επωνυμία «ΑΙΓΑΙΟΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», δυνάμει της οποίας ζητούσε «να εγγραφεί στα βιβλία Υποθηκών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιώς προσημείωση υποθήκης δυνάμει του αρθρ. 724 παρ.1 ΚΠολΔ ως αντικαταστάθηκε με το ν. 4335/2015 (που ισχύει από 1.1.16 σύμφωνα με την παρ.4 του ένατου άρθρου του νόμου αυτού) επί του κατωτέρω περιγραφομένου ακινήτου, για το ποσό των Ευρώ εβδομήντα τεσσάρων χιλιάδων (Ευρώ 74.000), δυνάμει της υπ’ αριθμόν 1943/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, προς εξασφάλιση της επιδικασθείσης με την εν λόγω οριστική απόφαση απαίτησης της αιτούσης που αποτελείται από κεφάλαιο ύψους δεκατεσσάρων εκατομμυρίων τετρακοσίων ογδόντα πέντε χιλιάδων εννιακοσίων εξήντα δύο ευρώ και τριάντα λεπτών (Ευρώ 14.485.962,30) νομιμοτόκως από την επίδοση της υπό κρίση αγωγής επί της οποίας εκδόθηκε η ανωτέρω οριστική απόφαση και μέχρι πλήρους εξοφλήσεως.». Στην εν λόγω αίτηση, ακολούθησε η περιγραφή του ακινήτου, ως εξής «Η υπό στοιχεία Έψιλον Κεφαλαίο Ένα (Ε-1) αυτοτελή, ανεξάρτητη και διηρημένη οριζόντια ιδιοκτησία (αίθουσα γραφείων) του πέμπτου (Ε) πάνω από το ισόγειο σε πρώτη (Α) εσοχή ορόφου πολυόροφης οικοδομής, που έχει ανεγερθεί σε οικόπεδο άρτιο και οικοδομήσιμο, που βρίσκεται στον Πειραιά Αττικής, εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου του Δήμου Πειραιά Αττικής στην κτηματική περιφέρεια του ομώνυμου Δήμου, σήμερα στη Δημοτική Κοινότητα του 2ου Δημοτικού Διαμερίσματος του Δήμου Πειραιά, της Περιφερειακής Ενότητας Πειραιά της Περιφέρειας Αττικής, και επί της οδού Τσαμαδού στην οποία φέρει τον αριθμό πέντε (5), επιφανείας του οικοπέδου αυτού σύμφωνα με τους τίτλους κτήσεως τριακοσίων εβδομήντα και 0,11 (370,11) τετραγωνικών μέτρων, το οποίο εμφαίνεται με τα κεφαλαία αλφαβητικά γράμματα Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Α στο από Σεπτεμβρίου 1988 τοπογραφικό διάγραμμα με κλίμακα 1:500 του πολιτικού μηχανικού Ευαγγέλου Χρυσάφη στο οποίο υπάρχει η υπεύθυνη δήλωσή του κατά τον νόμο 651/1977 και το οποίο προσαρτάται στην υπ’ αριθμόν 10.644/5-10-1988 πράξη της Συμβολαιογράφου Πειραιά Βασιλικής συζύγου Αλεξάνδρου Ανδρουλάκη, το γένος Κ. Δεσποτοπούλου και συνορεύει σύμφωνα με το ανωτέρω διάγραμμα ΒΟΡΕΙΑ με πλευρά Α-Κ είκοσι δύο και 0,60 (22,60) μέτρων με ιδιοκτησία αγνώστων, με πλευρά Ι-Θ έξι και 0,15 (6,15) μέτρων με ιδιοκτησία αγνώστων και με πλευρά Η-Ζ ενός και 0,75 (1,75) μέτρων με ιδιοκτησία Παπάζογλου και Παγκάκη, ΝΟΤΙΑ με πλευρά Ε-Δ επτά (7) μέτρων με ιδιοκτησία Τράπεζας Εργασίας και με πλευρά Γ-Β είκοσι τριών και 0,30 (23,30) μέτρων με ιδιοκτησία αγνώστων, ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ με πλευρά Ε-Ζ έξι και 0,60 (6,60) μέτρων με ιδιοκτησία Ριζαρείου Σχολής, με πλευρά Η-Θ δώδεκα και 0,45 (12,45) μέτρων με ιδιοκτησία Παπάζογλου και Παγκάκη και Ι-Κ ενός και 1,90 (1,90) μέτρων με ιδιοκτησία αγνώστου και ΔΥΤΙΚΑ με πλευρά Γ-Δ δέκα και 0,15 (10,15) μέτρων μερικώς με ιδιοκτησία αγνώστων και μερικώς με ιδιοκτησία Τράπεζας Εργασίας και με πρόσοψη Α-Β ένδεκα και 0,10 (11,10) μέτρων με την οδό Τσαμαδού στην οποία φέρει τον αριθμό πέντε (5). Η ανωτέρω υπό στοιχεία Έψιλον Κεφαλαίο Ένα (Ε-1) οριζόντια ιδιοκτησία (αίθουσα γραφείων) του πέμπτου (Ε) πάνω από το ισόγειο σε πρώτη (Α) εσοχή ορόφου αποτελείται από μία αίθουσα, δύο (2) WC και μία αποθήκη και εμφαίνεται στο από Φεβρουαρίου 1991 σχεδιάγραμμα κάτοψης Α΄ εσοχής με κλίμακα 1:50 του πολιτικού μηχανικού Ευαγγέλου Χρυσάφη και οι αναλογίες της προκύπτουν από τον από Ιουνίου 1994 πίνακα αναλογιών του ιδίου πολιτικού μηχανικού και τα δύο συνημμένα στην υπ’ αριθμόν 12.673/1994 πράξη της Συμβολαιογράφου Πειραιά Βασιλικής συζύγου Αλεξάνδρου Ανδρουλάκη, το γένος Κ. Δεσποτοπούλου. Έχει επιφάνεια διακόσια (200) τετραγωνικά μέτρα, όγκο ιδιόκτητο πεντακόσια ενενήντα (590) κυβικά μέτρα, αναλογία όγκου κοινοχρήστων εκατόν έξι (106) κυβικά μέτρα, συνολικό όγκο εξακόσια ενενήντα έξι (696) κυβικά μέτρα, αναλογία εξωτερικών κοινοχρήστων εκατόν επτά χιλιοστά (107/1000), εσωτερικών κοινοχρήστων εκατόν πενήντα δύο χιλιοστών (152/1000), ανελκυστήρα εκατόν πενήντα δύο χιλιοστά (152/1000), κλιματισμού εκατόν πενήντα δύο χιλιοστά (152/1000) και ποσοστό συνιδιοκτησίας στην εξ αδιαιρέτου κυριότητα του οικοπέδου εβδομήντα πέντε χιλιοστά (75/1000) και συνορεύει ΒΟΡΕΙΑ με γειτονική ιδιοκτησία αγνώστων, ΝΟΤΙΑ με ιδιοκτησία αγνώστων, κοινόχρηστο πλατύσκαλο και κεντρικό κλιμακοστάσιο, ΑΝΑΤΟΛΙΚΑ με ιδιοκτησία Παπάζογλου και Παγκάκη, κοινόχρηστο διάδρομο ορόφου και φρέαρ ανελκυστήρα και ΔΥΤΙΚΑ με την οδό Τσαμαδού. Η ως άνω ιδιοκτησία περιήλθε στην καθ’ ης δυνάμει του υπ’ αρ. 10.262/13.4.2007 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών Ελένης συζ. Στυλιανού ΔΙΠΛΟΥΔΗ το γένος Κωνσταντίνου ΔΟΛΓΕΡΑ το οποίο νόμιμα μεταγράφηκε στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά στον τόμο 1260 και με αριθμό 337.». Η κα Υποθηκοφύλακας αρνήθηκε την αιτούμενη εγγραφή προσημείωσης, δυνάμει της με αριθμό πρωτοκόλλου …[M6] πράξης απόρριψης, επί της οποίας διέλαβε το ακόλουθο, κατά λέξη, σκεπτικό : «Απορρίπτεται σύμφωνα με το αρ.13ΒΔ533/1963, η αιτούμενη με αρ.πρωτ. …[M7] εγγραφή προσημείωσης υποθήκης δυνάμει της 1943/2015 οριστικής απόφασης του Πολ.Πρωτ.Πειραιά, διότι η έναρξη ισχύος του Ν. 4335/2015 ο οποίος τροποποίησε το αρ.724 ΚΠολΔ και σύμφωνα με τον οποίο δίνεται η δυνατότητα στον δανειστή να εγγράψει προσημείωση υποθήκης με βάση οριστική απόφαση είναι η 1-1-2016, χωρίς να υπάρχει διαφορετική ρύθμιση για το άρθρο αυτό στις μεταβατικές διατάξεις του Νόμου. Η δημοσίευση της ανωτέρω απόφασης είναι τον Απρίλιο του 2015 και κατά συνέπεια δεν μπορεί να εφαρμοστεί το αρ.724 ΚΠολΔ όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 4335/2015. Τέλος, σας υπενθυμίζουμε το αρ. 791 ΚΠολΔ του οποίου μπορείτε και να κάνετε χρήση». Σύμφωνα με τα ανωτέρω, η αιτούσα, ως δανείστρια της κυρίας του εν λόγω ακινήτου επί του οποίου την εγγραφή προσημείωσης αιτείται, έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει να αναγκαστεί η κα Υποθηκοφύλακας να προβεί στην εν λόγω εγγραφή προσημείωσης. Εξάλλου, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και ως βάσιμη από ουσιαστική άποψη, καθόσον η γένεση του δικαιώματος προσημείωσης υποθήκης (υποθήκη υπό αίρεση) του οποίου τη σύσταση αιτείται τη αιτούσα, γεννάται με την ολοκλήρωση της εγγραφής αυτού στα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά και όχι κατά το χρόνο δημοσίευσης της οριστικής απόφασης (εν προκειμένω, του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά), η οποία συνιστά το νόμιμο τίτλο προς εγγραφή αυτής και μία από τις προϋποθέσεις γένεσης του δικαιώματος. Επομένως εφαρμοστέος τυγχάνει, κατ’ αρθρ. 2ΑΚ, ο κανόνας δικαίου που ρυθμίζει τα της συστάσεως και γενέσεως του εμπραγμάτου δικαιώματος τούτου, κατά το χρόνο συντέλεσης όλων των περιστατικών που είναι κατά νόμο απαραίτητα για τη γένεσή του, ήτοι η διάταξη του άρθρου 724 παρ.1 ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει κατά το χρόνο που επιχειρείται η εγγραφή της προσημείωσης (6.12.2016), η οποία συνιστά την τελευταία προϋπόθεση γένεσης του σχετικού δικαιώματος (υπό αίρεση), κατά τα ανωτέρω, αναλυτικά αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Ενόψει, δε, του ότι χρόνος έναρξης ισχύος της εν λόγω διάταξης είναι, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, η 1.1.2016, ενώ στο Ν. 4335/2015, ο οποίος τροποποίησε τη διάταξη αυτή (παρέχοντας δικαίωμα εγγραφής προσημείωσης υποθήκης με τίτλο, εκτός της διαταγής πληρωμής, και την οριστική απόφαση) δε διαλαμβάνεται διάταξη περί αναδρομικής ή σε άλλο χρόνο εφαρμογής της διάταξης αυτής, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση, καθόσον η εγγραφή της υπό κρίση προσημείωσης, ήτοι η ολοκλήρωση της γένεσης του εν λόγω εμπραγμάτου δικαιώματος, ανάγεται σε χρόνο μεταγενέστερο της έναρξης ισχύος της εν λόγω διάταξης, ήτοι στο χρόνο υποβολής της σχετικής αίτησης εγγραφής. Πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας και να διαταχθεί η Υποθηκοφύλακας Πειραιά να εγγράψει στα βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Πειραιά προσημείωση υποθήκης, κατά ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας διαλαμβανόμενα, αναδρομικά από την ημέρα κατάθεσης της σχετικής αίτησης της εδώ αιτούσας (791 παρ.4 ΚΠολΔ) και να διαταχθεί ο Γραμματέας του Δικαστηρίου τούτου να γνωστοποιήσει την παρούσα απόφαση στον αρμόδιο Υποθηκοφύλακα Πειραιά, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 791 παρ.3 ΚΠολΔ.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ να υποχρεωθεί η κα Υποθηκοφύλακας του Πειραιώς να εγγράψει προσημείωση υποθήκης για το ποσό των εβδομήντα τεσσάρων χιλιάδων (Ευρώ 74.000), δυνάμει της υπ’ αριθμόν 1943/2015 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, προς εξασφάλιση της επιδικασθείσης με την εν λόγω οριστική απόφαση απαίτησης της αιτούσης που αποτελείται από κεφάλαιο ύψους δεκατεσσάρων εκατομμυρίων τετρακοσίων ογδόντα πέντε χιλιάδων εννιακοσίων εξήντα δύο ευρώ και τριάντα λεπτών (Ευρώ 14.485.962,30) νομιμοτόκως από την επίδοση της υπ’ αριθμ. κατάθεσης …[M8] αγωγής της αιτούσας επί της οποίας εκδόθηκε η ανωτέρω οριστική απόφαση και μέχρι πλήρους εξοφλήσεως επί του περιγραφομένου στο σκεπτικό της παρούσας ακινήτου, ήτοι της υπό στοιχεία Έψιλον Κεφαλαίο Ένα (Ε-1) οριζόντιας ιδιοκτησίας (αίθουσας γραφείων) του πέμπτου (Ε) πάνω από το ισόγειο σε πρώτη (Α) εσοχή ορόφου πολυόροφης οικοδομής, που έχει ανεγερθεί σε οικόπεδο άρτιο και οικοδομήσιμο, που βρίσκεται στον Πειραιά Αττικής, στη Δημοτική Κοινότητα του 2ου Δημοτικού Διαμερίσματος του Δήμου Πειραιά, της Περιφερειακής Ενότητας Πειραιά της Περιφέρειας Αττικής, επί της οδού Τσαμαδού 5, με επιφάνεια (το διαμέρισμα) 200 τ.μ., όγκο ιδιόκτητο πεντακόσια ενενήντα (590) κυβικά μέτρα, αναλογία όγκου κοινοχρήστων εκατόν έξι (106) κυβικά μέτρα, συνολικό όγκο εξακόσια ενενήντα έξι (696) κυβικά μέτρα, αναλογία εξωτερικών κοινοχρήστων εκατόν επτά χιλιοστά (107/1000), εσωτερικών κοινοχρήστων εκατόν πενήντα δύο χιλιοστών (152/1000), ανελκυστήρα εκατόν πενήντα δύο χιλιοστών (152/1000), κλιματισμού εκατόν πενήντα δύο χιλιοστά (152/1000) και ποσοστό συνιδιοκτησίας στην εξ αδιαιρέτου κυριότητα του οικοπέδου εβδομήντα πέντε χιλιοστά (75/1000), αναδρομικά από την ημέρα υποβολής προς το ανωτέρω Υποθηκοφυλακείο της σχετικής αίτησης, που έλαβε αριθμό πρωτοκόλλου …[M9]
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τη γνωστοποίηση της παρούσας απόφασης στην κα Υποθηκοφύλακα Πειραιώς, με επιμέλεια της γραμματείας του Δικαστηρίου τούτου.
Κρίθηκε αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά στις ……………… 2017, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων αυτών.
ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ