ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
Ακύρωση ΓΣ Ναυτικής Εταιρείας
Αριθμός 1818/2017
…[S1]
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
[Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας]
Αποτελούμενο από το Δικαστή Σοφία Καβαρινού, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιά και από τη Γραμματέα Βασιλική Νιώτη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Μαρτίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ: 1] …[S2] του Θ.[S3] , κατοίκου Καλλιθέας, ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου του, Αναστασίας ΣΤΑΪΚΟΥ, 2] …[S4] του Α.[S5] και της Π.[S6] κατοίκου Αθηνών και 3] …[S7] του Π.[S8] και της Α.[S9] , κατοίκου Πειραιά, οι οποίοι παραστάθηκαν αμφότεροι δια της ως άνω πληρεξουσίας δικηγόρου τους.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: Της Εταιρείας με την επωνυμία «…[S10] », η οποία εδρεύει στον Π……, οδός …[S11] και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την πληρεξούσια Δικηγόρο Αικατερίνη ΤΣΙΜΕΝΙΔΗ και από τον πληρεξούσιο Δικηγόρο Αριστείδη ΚΑΛΑΜΙΩΤΗ, διορισθέντα από τον Γεώργιο ΛΕΒΕΝΤΑΚΗ.
ΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΝΤΟΣ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ: …[S12] του Ι.[S13] , κατοίκου …[S14] , ο οποίος παραστάθηκε στο ακροατήριο μετά των πληρεξούσιων δικηγόρων του, Αριστείδη ΚΑΛΑΜΙΩΤΗ και Κωνσταντίνου ΛΑΜΠΡΑΚΗ.
Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις γραπτές προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 1 του Ν. 959/1979 «Περί Ναυτικής Εταιρείας» «1. Ναυτική εταιρεία είναι η εταιρεία που συνιστάται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού και έχει ως αποκλειστικό σκοπό την κυριότητα ελληνικών εμπορικών πλοίων, την εκμετάλλευση ή διαχείριση ελληνικών ή ξένης σημαίας εμπορικών πλοίων, καθώς και την απόκτηση μετοχών άλλων ναυτικών εταιρειών». Περαιτέρω, στις διατάξεις των άρθρων 12 -13 του ανωτέρω νόμου, ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα «Άρθρο 12 – 1. Η ναυτική εταιρεία διοικείται και εκπροσωπείται υπό του διοικητικού αυτής συμβουλίου, το οποίον απαρτίζεται εκ τριών τουλάχιστον μελών. 2. Νομικόν πρόσωπον εκλεγόμενον ή οριζόμενον μέλος διοικητικού συμβουλίου οφείλει να υποδείξη αμελλητί τον εκπρόσωπόν του. Άρθρον 13. – 1. Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου ορίζονται διά της εταιρικής συμβάσεως ή εκλέγονται διά αποφάσεως της γενικής συνελεύσεως των μετόχων, επιφυλασσόμενης της διατάξεως της παρ.2 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου …». Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 28 του νόμου αυτού «Η γενική συνέλευσις των μετόχων είναι το ανώτατον όργανον της εταιρείας και αποφασίζει περί πάσης εταιρικής υποθέσεως. Αι αποφάσεις της γενικής συνελεύσεως υποχρεώνουν και τους απόντας ή διαφωνούντας μετόχους». Τέλος, στις διατάξεις των άρθρων 48 – 56 του ανωτέρω νόμου, οι οποίες αφορούν στην τήρηση μητρώου ναυτικών εταιρειών, ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα «Άρθρο 48 – 1. Συνιστάται Υπηρεσία Μητρώου Ναυτικών Εταιρειών, υπαγόμενη εις το Υπουργείον Εμπορικής Ναυτιλίας … ΄Αρθρο 49 – Η τήρησις του μητρώου τελεί υπό την εποπτείαν του Προϊσταμένου του Πρωτοδικείου Πειραιώς. Άρθρο 50 – Εις το κατά το προηγούμενον άρθρον μητρώον καταχωρίζονται πάσαι αι ναυτικαί εταιρείαι του παρόντος νόμου … Άρθρον 52. 1. Εις το βιβλίον μητρώου καταχωρίζεται κατά χρονολογικήν σειράν η επωνυμία πάσης ναυτικής εταιρείας, γενομένης δεκτής προς καταχώρισιν. Αι καταχωριζόμεναι εταιρείαι αριθμούνται, ο δε αριθμός καταχωρίσεως (αριθμός μητρώου της εταιρείας) αναγράφεται εις τον φάκελλον και την μερίδα της εταιρείας. Ο αριθμός ούτος ωσαύτως μνημονεύεται εις παν έγγραφον υποβαλλόμενον προς καταχώρισιν εις την υπηρεσίαν μητρώου, ως και εις παν έγγραφον ή πιστοποιητικόν προερχόμενον εκ της υπηρεσίας μητρώου. Οι αριθμοί μητρώου διαλυθεισών εταιρειών δεν δύναται να δοθούν εις νέας εταιρείας. 2. Εις τον φάκελλον της εταιρείας τηρούνται η εταιρική σύμβασις ως και άπαντα τα έγγραφα τα υποβαλλόμενα προς αναγραφήν εις την μερίδα της εταιρείας. 3. Στη μερίδα της εταιρείας αναγράφονται, αμέσως μετά την καταχώρισή της, η χρονολογία της εταιρικής σύμβασης, η επωνυμία, η έδρα, η διάρκεια και η διεύθυνση της εταιρείας, καθώς και το κεφάλαιό της. Επίσης αναγράφονται τα ονοματεπώνυμα, οι διευθύνσεις της κατοικίας, οι αριθμοί των δελτίων αστυνομικής ταυτότητας ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων ταυτότητας που εκδίδονται με βάση την ειδική νομοθεσία κάθε χώρας και οι αριθμοί φορολογικού μητρώου των μελών του διοικητικού συμβουλίου, των προσώπων τα οποία από κοινού ή χωριστά εκπροσωπούν την εταιρεία δικαστικά και εξώδικα και δεσμεύουν αυτήν έναντι τρίτων, καθώς και του προσώπου που είναι εξουσιοδοτημένο για την παραλαβή των εγγράφων που κοινοποιούνται προς την εταιρεία. Μεταγενέστερες μεταβολές των ανωτέρω σημειώνονται στη μερίδα της εταιρείας αμέσως μετά την υποβολή των σχετικών εγγράφων. Τροποποιήσεις της εταιρικής συμβάσεως σημειώνονται στη μερίδα της εταιρείας αμέσως μετά την υποβολή αντιγράφου της αποφάσεως της γενικής συνελεύσεως των μετόχων, καθώς και ολόκληρου του κειμένου των τροποποιούμενων άρθρων της εταιρικής σύμβασης. Στη μερίδα της εταιρείας σημειώνονται επίσης η διάλυση της εταιρείας, ο διορισμός ή η αντικατάσταση εκκαθαριστών, η περί αναβίωσης της εταιρείας απόφαση της γενικής συνέλευσης, καθώς και κάθε δικαστική απόφαση, αναφερόμενη στην κήρυξη της εταιρείας σε πτώχευση, στο διορισμό ή αντικατάσταση συνδίκου, καθώς και κάθε άλλη πράξη ή γεγονός του οποίου τη σημείωση προβλέπει ο νόμος…». Η κατά τα άνω πράξη διορισμού οργάνων διοίκησης ολοκληρώνεται από τη λήψη της σχετικής απόφασης από το αρμόδιο όργανο (Γενική Συνέλευση) και της αποδοχής του διορισμού ή της εκλογής από το διοριζόμενο, η οποία μπορεί να είναι και άτυπη (σιωπηρή), πλην όμως, η μη δημοσίευση (εν προκειμένω, στο μητρώο ναυτικών εταιρειών) πράξεων και στοιχείων, που αναφέρονται στο διορισμό οργάνων διοίκησης, έχει ως αποτέλεσμα, ότι η εταιρία δεν μπορεί να τα αντιτάξει κατά τρίτων, εκτός αν αποδείξει ότι οι τρίτοι τα γνώριζαν (πρβλ, αναφορικά με αντίστοιχου περιεχομένου διάταξη στο ν.2190/1920 «περί ανωνύμων εταιρειών», ΑΠ 1244/2012, Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1082/2004, Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 5005/2009, ΕλΔνη 2010, σ.197, ΕφΑθ 806/2005, ΔΕΕ 2006, σ.390, ΠΠρΑθ 4840/2010, ΕΕμπΔ 2010, σ.919). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 31 παρ. 1 του Ν. 959/1979 «Περί της Ναυτικής Εταιρίας» [Φ.Ε.Κ. Α΄192], απόφαση της Γενικής Συνέλευσης της Εταιρείας, η οποία αντίκειται στο νόμο ή τα καταστατικό της εταιρίας είναι άκυρη. Στην πραγματικότητα, όμως, δεν πρόκειται για απόφαση, μη παράγουσα έννομες συνέπειες, όπως ορίζει το άρθρο 180 ΑΚ, διότι, σε μία τέτοια περίπτωση, η δικαστική απόφαση θα είχε απλά αναγνωριστικό της ακυρότητας χαρακτήρα και μόνο, χωρίς να προσλαμβάνει διαπλαστική λειτουργία. Επιχείρημα υπέρ μιας τέτοιας άποψης είναι η γραμματική διατύπωση της διάταξης του άρθρου 31 παρ. 2 του ίδιου Νόμου: «η ακυρότης κηρύσσεται υπό του Μονομελούς Πρωτοδικείου». Άλλωστε, η ακυρότητα είναι μη ιάσιμη και μπορεί να προβληθεί από οποιονδήποτε, που έχει έννομο συμφέρον, ενώ, στην περίπτωση του άρθρου 31 του Ν. 959/1979, η απόφαση εξακολουθεί να παράγει έννομες συνέπειες, μέχρι να κηρυχθεί άκυρη και είναι αρκετά περιορισμένος ο κύκλος των προσώπων, τα οποία νομιμοποιούνται στην υποβολή της αίτησης [Δ.Σ., μέτοχοι, που εκπροσωπούν ποσοστό 1/20 του εταιρικού κεφαλαίου, εφόσον δεν παρέστησαν στη Γ.Σ. ή δεν συναίνεσαν στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης (Α.Καλαντζή: Ναυτική Εταιρία, σελ. 82, Ε. Φουρνατζοπούλου, «Ελαττωματικές αποφάσεις γενικής συνέλευσης ναυτικών εταιριών», στα πρακτικά διημερίδας με θέμα «Ναυτική Εταιρία – Σύγχρονα ζητήματα», εκδ. Σάκκουλα, 2003, πρβλ. ΠΠρΠειρ 769/1990, ΕΝΑΥΤΔ 1990, σ.412). Εξάλλου, σύγκρουση συμφερόντων, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 69 ΑΚ υπάρχει, όταν ασκείται αγωγή και διεξάγεται οποιασδήποτε φύσεως δίκη για διαφορά των διοικούντων το νομικό πρόσωπο προσώπων και του ή σε περίπτωση καταργήσεως δίκης και γενικά σε κάθε υπόθεση κατά την οποία τα διοικούντα πρόσωπα έχουν ίδιο συμφέρον αντίθετο προς το του νομικού προσώπου, το οποίο αντιπροσωπεύουν, και για το οποίο κωλύονται να ασκήσουν τα καθήκοντά τους και παρίσταται ανάγκη να εξασφαλισθεί ενεργός διοίκησή του (βλ. ΑΠ 538/1998, ΕλΔνη 1998, σ.1606, ΕφΠατρ 178/2011, ΑΧΑΝΟΜ 2012, σ.321, ΕφΑθ 5924/2004, ΕΠΙΣΚΕΜΠΔ 2004, σ.790, ΕφΘεσσαλ 1816/2002, ΕΠΙΣΚΕΜΠΔ 2003, σ.478, ΠΠρΑθ 458/2012, Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΘεσσαλ 1549/1996, Αρμ 1997, σ.924, ΜΠρΡοδοπ 55/1999, ΑρχΝ 1999, σ.404). Περαιτέρω, έλλειψη διοίκησης νομικού προσώπου, υπό την έννοια του άρθρου 69 ΑΚ (και συνεπώς, περίπτωση διορισμού προσωρινού διοικητικού συμβουλίου κεφαλαιουχικής εταιρείας) συντρέχει και σε περίπτωση τελεσίδικης ακύρωσης αρχαιρεσιών του νομικού προσώπου. Πριν από την τελεσίδικη ακύρωση των αρχαιρεσιών δεν ανακύπτει περίπτωση διορισμού προσωρινής διοίκησης, καθόσον η ακυρώσιμη απόφασης της γενικής συνέλευσης (εν προκειμένω, απόφαση που αντίκειται στον νόμο ή το καταστατικό) παράγει τα αποτελέσματά της μέχρις ότου εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση (επί εγερθείσας μέσα στην τακτή προθεσμία σχετικής αγωγής), η οποία θα κηρύσσει άκυρη την περί αρχαιρεσιών σχετική απόφαση της γενικής συνέλευσης (πρβλ, αναφορικά με ομοίου περιεχομένου διάταξη, 101 ΑΚ, ΜΠρΑθ 22/2010, Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΣερ 139/2000, ΑρχΝ 2000, σ.389, με εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Σύμφωνα, δε, με το άρθρο 68 ΚΠολΔ «δικαστική προστασία έχει δικαίωμα να ζητήσει όποιος έχει άμεσο έννομο συμφέρον». Το έννομο συμφέρον, το οποίο αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης, τίθεται ως πρόσθετη προϋπόθεση οποιασδήποτε δικαστικής ενέργειας, η οποία απολήγει, αμέσως ή εμμέσως, στην υλοποίηση του δικαιώματος που προσβλήθηκε. Έννομο συμφέρον είναι η ανάγκη παροχής έννομης προστασίας, δηλαδή το δικονομικό ενδιαφέρον κάθε προσώπου προς πραγμάτωση του δικαίου, με την προσφυγή στα αρμόδια όργανα και με την επιλογή της οικείας δικαστικής οδού. Τα στοιχεία του εννόμου συμφέροντος είναι η ατομικότητα, το έννομο και η αμεσότητα. Η ατομικότητα απαιτεί το σύνδεσμο ορισμένου προσώπου για συγκεκριμένο δικαίωμα ή έννομη σχέση. Το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι άμεσο, δηλαδή ν’ αφορά ανάγκη παροχής έννομης προστασίας παρούσα, η οποία υπάρχει όταν απορρέει και αναφέρεται στις πραγματικές καταστάσεις και έννομες σχέσεις το παρόντος. Συνεπώς δεν υπάρχει έννομο συμφέρον στις περιπτώσεις απλής ελπίδας της πιθανότητας κτήσης δικαιώματος στο μέλλον ή φόβου μελλοντικής απώλειάς του. Τέλος, το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι άξιο προστασίας και να συμπορεύεται με τους σκοπούς του δικαίου (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη, ερμηνεία ΚΠολΔ, εκδ. 1996, υπό αρθρ. 68, αριθμ. 58, 59, 60). Στις δίκες εκουσίας δικαιοδοσίας, το έννομο συμφέρον συνίσταται στην παραδοχή ή απόρριψη της αίτησης, αναφορικά με το ζητούμενο ρυθμιστικό μέτρο (πρβλ. Β. Μπρακατσούλα, «Εκουσία Δικαιοδοσία», εκδ. 2006, σ. 71, ΕφΑθ 4238/2010, ΔΕΕ 2011, σ.312). Μεταξύ, δε, των στοιχείων που πρέπει να διαλαμβάνει η αίτηση, κατά την εκουσία δικαιοδοσία, σύμφωνα με τα άρθρα 117, 118, 747 παρ.2 ΚΠολΔ, για το ορισμένο αυτής, είναι και η ακριβής έκθεση των γεγονότων που συνιστούν το έννομο συμφέρον του αιτούντα και δικαιολογούν την υποβολή της αίτησης (βλ. Β. Μπρακατσούλα, ο.π. σ.80).
Με την υπό κρίση αίτηση, οι αιτούντες εκθέτουν ότι είναι μέτοχοι (με ποσοστά 2,51%, 34,84% και 12,32% του μετοχικού κεφαλαίου, αντίστοιχα) της καθ’ ης ναυτικής εταιρείας, η οποία εδρεύει στον Πειραιά και έχει συσταθεί με την από 3.11.2008 σύμβαση σύστασης ναυτικής εταιρίας και καταχωρηθεί στα βιβλία της Υπηρεσίας Μητρώου Ναυτικών Εταιρειών (Υ.Μ.Ν.Ε.) του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής την 12.11.2008, με αύξοντα αριθμό 4368. Ότι, δυνάμει του από 26.7.2016 Πρακτικού Συνέχισης Έκτακτης Επαναληπτικής Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της καθ’ης, μέλη του Διοικητικού της Συμβουλίου εξελέγησαν οι δύο πρώτοι από τους αιτούντες και η κα Μ. Μ.[S15] του Τριαντάφυλλου, ότι σύμφωνα με το από την ίδια ημερομηνία Πρακτικό Συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου της καθ’ ης, αυτό συγκροτήθηκε σε σώμα, ο πρώτος αιτών εξελέγη ως Πρόεδρος του Δ.Σ. και νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρίας, ο δεύτερος ως Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. και η Μ. Μ.[S16] ως Γραμματέας του Δ.Σ., ενώ αμφότερα τα πρακτικά καταχωρίστηκαν την 27.9.2016 στα βιβλία της Υ.Μ.Ν.Ε. του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Ότι, περαιτέρω, την 7.12.2016 κοινοποιήθηκε στον πρώτο αιτούντα η από την ίδια ημερομηνία εξώδικη δήλωση του …[S17] , υπό την ιδιότητά του ως διατεινόμενου «Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου» της καθ’ης, με την οποίαν αυτός ισχυρίστηκε ότι με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της καθ’ ης, με ημερομηνία 7.12.2016 και με ιδίας ημερομηνίας πρακτικό συγκρότησης του Διοικητικού Συμβουλίου της σε σώμα, ως νέα μέλη του Δ.Σ. εξελέγησαν αυτός ως Πρόεδρος του Δ.Σ. και νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρίας, ο Δ.[S18] ς Θ.[S19] ως Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. και ο κ Σ. Φ.[S20] ως Γραμματέας/ Ταμίας του Δ.Σ. Ότι, κατόπιν αυτού, με την από 9.12.2016 αίτησή του, ο πρώτος αιτών ζήτησε από την Υ.Μ.Ν.Ε. του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής να του χορηγηθεί αντίγραφο του παραπάνω πρακτικού, το οποίο κατατέθηκε προς έλεγχο από τον κ. Γ. Λ.[S21] , πλην όμως δεν έχει μέχρι σήμερα καταχωρηθεί από την υπηρεσία αυτήν. Ότι, πράγματι, χορηγήθηκε στον πρώτο αιτούντα το αντίγραφο του πρακτικού Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων της καθ’ ης, που υποβλήθηκε στην εν λόγω υπηρεσία, το οποίο παρατίθεται αυτούσιο στην υπό κρίση αίτηση και, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι την 7.12.2016, ώρα 11.00 π.μ., συνήλθε στα γραφεία της καθ’ ης στον Πειραιά, οδός Φίλωνος αριθμ. 41, Έκτακτη Γενική Συνέλευση των μετόχων της καθ’ ης, ότι ο Γ. Λ.[S22] ενήργησε ως προσωρινός Πρόεδρος της Συνέλευσης και προσέλαβε ως προσωρινό Γραμματέα τον κ. …[S23] , ότι η Γενική Συνέλευση συνεκλήθη νομίμως με βάση την από 26.10.2016 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, ότι η πρόσκληση προς τους μετόχους της καθ’ ης, με τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, (παρατιθέμενη αυτούσια στο εν λόγω πρακτικό γενικής συνέλευσης των μετόχων) δημοσιεύθηκε την 1.11.2016 στην εφημερίδα «Ο ΔΗΜΟΤΗΣ» και την 5.11.2016 στην εφημερίδα «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ», ότι στη Γενική Συνέλευση εμφανίσθηκαν (είτε αυτοπροσώπως είτε διά αντιπροσώπου) μέτοχοι που διαθέτουν το 50,33% των μετοχών της Εταιρείας (Γ. Λ.[S24] παρών, ενώ οι Δ. Π.[S25] , Σ. Π.[S26] , Θ. Σ.[S27] , Μ. Σ.[S28] και Α. Σ.[S29] , παρέστησαν δια του …[S30] , πληρεξουσίου τους σύμφωνα με τη γενική εντολή και εξουσιοδότηση που είχε δοθεί σε αυτούς με το από 21.9.2016 Ιδιωτικό Συμφωνητικό Πώλησης Μετοχών, υπό τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην υπό κρίση αίτηση). Ότι, περαιτέρω (σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στο εν λόγω, από 7.12.2016 πρακτικό γενικής συνέλευσης), κατόπιν αιτήσεως του νέου μετόχου της εταιρείας κ. …[S31] κατ’ άρθρο 39 παρ. 1 του Ν. 959/1979, το Διοικητικό Συμβούλιο συνεκάλεσε υποχρεωτικώς της Γενικής Συνέλευση των Μετόχων για να λάβει απόφαση για την εκλογή νέου Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας για δύο (2) έτη και, κατ’ ακολουθίαν, η Γενική Συνέλευση αποφάσισε την εκλογή νέου διοικητικού συμβουλίου, αποτελούμενου από τους Γ. Λ.[S32] , Δ.[S33] Θ.[S34] και Σ. Φ.[S35] . Ότι, η ανωτέρω, από 7.12.2016 απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων της καθ’ ης είναι άκυρη, για τους αναφερόμενους στην αίτηση λόγους, ήτοι : 1) Καμία απολύτως απόφαση δεν ελήφθη από το Διοικητικό Συμβούλιο της καθ’ ης με ημερομηνία 26.10.2016 ή με οποιαδήποτε άλλη ημερομηνία, για σύγκληση Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της καθ’ ης κατά την 7.12.2016, πολύ δε περισσότερο, καμία πρόσκληση σε σύγκληση Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης των μετόχων κατά την ως άνω ημερομηνία συντάχθηκε ποτέ, η οποία να έχει υπογραφεί από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου της, πρώτο αιτούντα, ή το νόμιμο αναπληρωτή του (Αντιπρόεδρο), δεύτερο αιτούντα, ή από οποιοδήποτε άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, κατά παράβαση των σχετικών άρθρων της εταιρικής σύμβασης (όρος 5.2.2 και 5.2.4) ενώ κατά την εν λόγω συνεδρίαση της 7.12.2016 δεν παραστάθηκαν ή εκπροσωπήθηκαν σε αυτήν όλοι οι μέτοχοι της εταιρείας, ώστε να καλυφθεί η μη τήρηση των σχετικών διατυπώσεων της εταιρικής σύμβασης. 2) Οι δηλούντες ή αντιπροσωπευθέντες μέτοχοι στην Έκτακτη Γενική Συνέλευση των μετόχων της καθ’ης κατά την 7.12.2016 δεν είχαν παραλάβει τις μετοχές τους, δεδομένου ότι είχαν κληθεί να τις παραλάβουν την 19.12.2016, άλλως την 20.12.2016, άλλως την 21.12.2016, ώρα 12.00, πράγμα που δεν είχε γίνει, επομένως δεν προέβησαν αυτοί σε κατάθεση των μετοχών τους σε κάποια Τράπεζα στην Ελλάδα ούτε προσκόμισαν τούτες στη γενική συνέλευση των μετόχων, κατά παράβαση του άρθρου 24 του ν. 959/1979 (σύμφωνα με το οποίο κάθε μέτοχος μπορεί να μετέχει στη γενική συνέλευση, εάν έχει καταθέσει τις μετοχές του πριν τη συνέλευση σε κάποια Τράπεζα και προσκομίζει σχετική απόδειξη, ή προσκομίζει τις μετοχές του στη συνέλευση) και του αντίστοιχου περιεχομένου άρθρου της εταιρικής σύμβασης. 3) Την 7.12.2016 κοινοποιήθηκε στην καθ’ης η εξώδικη δήλωση των κ.κ. …[S36] , Δ.[S37] Θ.[S38] , Σ. Φ.[S39] και Β. Γ.[S40] , στην οποίαν διαλαμβάνεται (α) ότι οι τέσσερεις αυτοί έλαβαν μέρος στην προαναφερόμενη έκτακτη γενική συνέλευση, πλην όμως διαφορετικά ονόματα διαλαμβάνονται ως παριστάμενα στην εν λόγω γενική συνέλευση επί του προαναφερομένου (από ιδία ημερομηνία) πρακτικού αυτής, καθώς και ότι (β) τα γραφεία της εταιρείας ήταν κλειστά, γεγονός που καταδεικνύει ότι καμία απολύτως συνεδρίαση της πληττόμενης έκτακτης γενικής συνέλευσης των μετόχων αυτής πραγματοποιήθηκε, κατά παράβαση του άρθρου 5.2.3 της εταιρικής σύμβασης, το οποίο προβλέπει ότι «η γενική συνέλευση (των μετόχων) συνέρχεται στην έδρα της εταιρείας» και ότι «η γενική συνέλευση μπορεί να συνέρχεται και σε άλλους τόπους, στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό εφόσον συμφωνούν γι’ αυτό όλοι οι μέτοχοι». 4) Στην προαναφερόμενη (πληττόμενη) έκτακτη γενική συνέλευση των μετόχων της καθ’ ης, φέρεται ότι εξελέγη και ενήργησε ως Γραμματέας αυτής άτομο που δεν δικαιούτο προς τούτο, ήτοι ο Σ. Φ.[S41] , ο οποίος δεν ήταν μέτοχος της καθ’ ης (κατά παράβαση του άρθρου 5 της εταιρικής σύμβασης, σύμφωνα με το οποίο η γενική συνέλευση εκλέγει, από τους παριστάμενους μετόχους ή τους αντιπροσώπους τους, πρόεδρο και γραμματέα της γενικής συνέλευσης), είτε το πρακτικό συνετάγη από άλλο άτομο, μη Γραμματέα. 5) Στο ως άνω πρακτικό έκτακτης γενικής συνέλευσης των μετόχων της καθ’ ης, φέρεται ότι μετέσχε σε αυτήν ο κ. Γ. Λ.[S42] , α) ως κύριος 1.568 μετοχών και β) ως αντιπρόσωπος 697 μετοχών των Δ.[S43] Π.[S44] , Σ. Π.[S45] , …[S46] , …[S47] και …[S48] , δυνάμει εξουσιοδότησης – γενικής εντολής προς αυτόν περιεχόμενης στα από 21.9.2016 ιδιωτικά συμφωνητικά πώλησης μετοχών, πλην όμως ο παριστάμενος στην εν λόγω έκτακτη γενική συνέλευση για λογαριασμό των ως άνω μετόχων, Γ. Λ.[S49] , δεν προσκόμισε κατά τη συνεδρίαση αυτή ειδική εξουσιοδότηση των τελευταίων, για να τα αντιπροσωπεύει στη συγκεκριμένη συνεδρίαση (της 7.12.2016), με έγγραφο βεβαίας χρονολογίας, κατά παράβαση του όρου 2.2 των προαναφερομένων ιδιωτικών συμφωνητικών πώλησης μετοχών. Με βάση αυτό το ιστορικό, οι αιτούντες ζητούν να κηρυχθεί, για τους ανωτέρω αναφερόμενους λόγους, η ακυρότητα της από 7.12.2016 απόφασης της έκτακτης γενικής συνέλευσης των μετόχων της καθ’ης ναυτικής εταιρίας και να καταδικασθεί η καθ’ ης στη δικαστική τους δαπάνη και την αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου τους.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αίτηση, η οποία ασκήθηκε εντός της νόμιμης προθεσμίας των εξήντα (60) ημερών από τη λήψη αυτής (βλ. την από 16.12.2016 πράξη κατάθεσης της υπό κρίση αίτησης, σε συνδυασμό με την προσκομιζόμενη και επικαλούμενη από τους αιτούντες, με αριθμό …[S50] έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά, Θ.[S51] Ε. Λ.[S52] , σχετικά με την επίδοση στην καθ’ ης της υπό κρίση αίτησης), παραδεκτά εισάγεται, προκειμένου να συζητηθεί κατά τη προσήκουσα διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας (των άρθρων 739-779 ΚΠολΔ) ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο καθίσταται καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο για την εκδίκαση της παρούσας υπόθεσης, σύμφωνα με το άρθρο 31 παρ.2 του Ν. 959/1979. Πρέπει, ωστόσο, η αίτηση αυτή, να απορριφθεί, πρωτίστως λόγω αοριστίας, λόγω μη εξειδίκευσης των περιστατικών που προσδιορίζουν το έννομο συμφέρον των αιτούντων για την άσκηση αυτής, σε συνδυασμό με τη νόμιμη εκπροσώπηση της καθ’ ης (αρθρ. 68 και 64 ΚΠολΔ). Ειδικότερα, υπό τα εκτιθέμενα στην αίτηση πραγματικά περιστατικά, δεν καθίσταται σαφές εάν οι δύο πρώτοι αιτούντες, οι οποίοι, υπό τα εκεί εκτιθέμενα, εκτός από την ιδιότητα του μετόχου της καθ’ ης ναυτικής εταιρείας, έχουν και αυτήν των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της καθ’ης (σε συνέχεια της από 26.7.2016 έκτακτης επαναληπτικής γενικής συνέλευσης των μετόχων της καθ’ης, σε συνδυασμό με το από την ίδια ημερομηνία πρακτικό συγκρότησης σε σώμα του διοικητικού συμβουλίου αυτής), ασκούν την υπό κρίση αίτηση έλκοντας έννομο συμφέρον και από την ιδιότητά τους αυτήν (των μελών του διοικητικού συμβουλίου της καθ’ης), αμφισβητώντας την εν γένει νόμιμη εκπροσώπηση της καθ’ ης από το διοικητικό συμβούλιο που εξελέγη δυνάμει της πληττόμενης, από 7.12.2016 έκτακτης γενικής συνέλευσης των μετόχων, για το οποίο εκθέτουν (στην υπό κρίση αίτηση) ότι, το από 7.12.2016 πρακτικό συγκρότησης σε σώμα αυτού, δεν έχει καταχωρηθεί στο Υ.Μ.Ν.Ε. του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, αμφισβητώντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, την εκλογή του και τη συγκρότηση αυτού σε σώμα, ή (ότι ασκούν την υπό κρίση αίτηση) μόνον υπό την ιδιότητα των μετόχων εκπροσωπούντων το 1/20 του εταιρικού κεφαλαίου, οι οποίοι πλήττουν την εγκυρότητα της γενικής συνέλευσης, δυνάμει της οποία εξελέγη νέο (ισχύον) διοικητικό συμβούλιο. Στην τελευταία περίπτωση, η αίτηση θα ασκείτο με την παραδοχή ότι αυτοί (οι δύο πρώτοι ενάγοντες) είχαν την ιδιότητα των μελών του προηγούμενου (συγκροτηθέν σε σώμα στις 27.9.2016, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, δυνάμει πρακτικών που καταχωρήθηκαν στα βιβλία Υ.Μ.Ν.Ε. του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής) διοικητικού συμβουλίου της καθ’ ης ναυτικής εταιρείας και αιτούνται την ακύρωση της απόφασης της έκτακτης γενικής συνέλευσης, δυνάμει της οποίας εκλέχθηκε το νέο διοικητικό συμβούλιο της καθ’ ης ναυτικής εταιρείας, το οποίο εκπροσωπεί αυτήν, μέχρι την ακύρωση της σχετικής απόφασης περί την εκλογή του, αφού, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, οι ακυρώσιμες αποφάσεις γενικής συνέλευσης παράγουν τα αποτελέσματά τους, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης η οποία θα κηρύσσει την ακυρότητά τους. Τούτο, διότι, στη μεν πρώτη περίπτωση (άρνηση νόμιμης εκπροσώπησης της καθ’ ης από το νέο διοικητικό συμβούλιο λόγω μη νομότυπης δημοσίευσης των πρακτικών στα βιβλία Υ.Μ.Ν.Ε.), το έννομο συμφέρον των αιτούντων συνίσταται στην ακύρωση της γενικής συνέλευσης των μετόχων, σε στάδιο πριν την καταχώρηση του πρακτικού συγκρότησης σε σώμα στα βιβλία Υ.Μ.Ν.Ε., πλην όμως, για τη διεξαγωγή της σχετικής δίκης από αυτούς, οι δύο πρώτοι από τους οποίους, πέραν της ιδιότητας του μετόχου, έχουν και αυτήν των μελών της διοίκησης του νομικού προσώπου, ενώ ο τρίτος αιτών συνδέεται με δεσμό αναγκαίας ομοδικίας με αυτούς (πρβλ. ΕφΑθ 4881/1991, ΕλΔνη 1993, σ.620, ΠΠρΘεσσαλ 9181/2002, Αρμ 2003, σ.389, καθώς και Β. Βαθρακοκοίλη, ερμηνεία ΑΚ, εκδ. 2001, υπό αρθρ. 101 ΑΚ, αριθμ.44), παρίσταται αναγκαίος ο διορισμός προσωρινής διοίκησης του καθ’ου νομικού προσώπου, για τη νόμιμη εκπροσώπησή του, λόγω ύπαρξης σύγκρουσης συμφερόντων αυτών (αιτούντων) και της καθ’ης ναυτικής εταιρείας, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας (πρβλ., αναφορικά με άρθρο 101 ΑΚ, που αφορά ακυρωσία αποφάσεων σωματείου, Β. Βαθρακοκοίλη, ερμηνεία ΑΚ, εκδ. 2001, υπό αρθρ. 101 ΑΚ, αριθμ. 19). Αυτό, όμως, δεν έχει γίνει για τις ανάγκες της παρούσας δίκης. Επισημαίνεται, άλλωστε, ότι το καθ’ου νομικό πρόσωπο παρέστη κατά τη συζήτηση της υπό κρίση αίτησης, νομιμοποιούμενο από δύο διαφορετικά διοικητικά συμβούλια, ήτοι α) την από 26.7.2016 εκλεγμένη διοίκηση αυτού (της οποίας το πρακτικό συγκρότησης σε σώμα έχει καταχωρηθεί στα βιβλία Υ.Μ.Ν.Ε.), η οποία συνομολόγησε την αίτηση (ορ. απομαγνητοφωνημένα πρακτικά της παρούσας δίκης, σε συνδυασμό με τις επί της έδρας κατατεθείσες προτάσεις της καθ’ ης, παρισταμένης δια της πληρεξουσίας δικηγόρου, Αικατερίνης Τσιμενίδη και το από 6.3.2017 ειδικό δικαστικό πληρεξούσιο στην ανωτέρω από τον Ι.[S53] Τ.[S54] του Θ.[S55] , πρώτο αιτούντα, ενεργούντος ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της καθ’ ης, αλλά και το από 6.3.2017 πρακτικό διοικητικού συμβουλίου της καθ’ης, όπου εμφαίνονται ως μέλη αυτού οι εδώ δύο πρώτοι αιτούντες και η Μ. Μ.[S56] ) και β) τη διοίκηση που προήλθε από την πληττόμενη με την παρούσα αίτηση, από 7.12.2016 έκτακτη γενική συνέλευση των μετόχων (της οποίας τα πρακτικά δεν έχουν καταχωρηθεί στα βιβλία Υ.Μ.Ν.Ε.), η οποία αρνήθηκε την αίτηση (ορ. απομαγνητοφωνημένα πρακτικά της παρούσας δίκης, σε συνδυασμό με τις επί της έδρας κατατεθείσες προτάσεις της καθ’ ης, παρισταμένης δια του πληρεξουσίου δικηγόρου, Αριστείδη Καλαμιώτη, του οποίου την πληρεξουσιότητα προς εκπροσώπηση της καθ’ ης χορήγησε ο παριστάμενος στο ακροατήριο Γ. Λ.[S57] ). Η αοριστία του υπό κρίση δικογράφου, άλλωστε, επί του ζητήματος τούτου, επιτείνεται εκ του ότι, οι αιτούντες, με τις προτάσεις τους στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, υποστηρίζουν ότι οι δύο πρώτοι εξ αυτών τυγχάνουν Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της καθ’ ης, αντίστοιχα (ορ. σελ.3-4 και σελ.5 των προτάσεων των αιτούντων), ενώ με την προσθήκη των προτάσεών τους αρνούνται τη νόμιμη εκπροσώπηση (και τον, κατ’ ακολουθία αυτής, διορισμό πληρεξουσίου δικηγόρου) της καθ’ ης από το Γ. Λ.[S58] , λόγω ανυπαρξίας καταχώρησης των πρακτικών της πληττόμενης με την υπό κρίση αίτηση έκτακτης γενικής συνέλευσης των μετόχων της καθ’ ης στα βιβλία Υ.Μ.Ν.Ε. του Υπουργείου Ναυτιλίας (ορ. σελ. 1 της προσθήκης των προτάσεων της αιτούσας), πλην όμως, δεν έχουν προκαλέσει το διορισμό προσωρινής διοίκησης προς εκπροσώπηση της καθ’ ης στη παρούσα δίκη, όπως θα επιβάλλετο στην περίπτωση αυτή, κατ’ αρθρ. 69 ΑΚ. Εξάλλου, στην περίπτωση που οι αιτούντες παρίσταντο μόνο με την ιδιότητά τους ως μετόχων της καθ’ης ναυτικής εταιρείας, αποδεχόμενοι την εκλογή του νέου διοικητικού συμβουλίου αυτής, την ακύρωση της οποίας αιτούνται, το έννομο συμφέρον τους θα συνίστατο στη ακύρωση της απόφασης της γενικής συνέλευσης, δυνάμει της οποίας εξελέγη το νέο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας, καθισταμένης πλέον (μετά την τελεσιδικία της απόφασης) αναγκαίας της σύγκλησης νέας γενικής συνέλευσης των μετόχων, με έργο τη μέριμνα διεξαγωγής νέων αρχαιρεσιών (πρβλ. ΜΠρΘεσσαλ 13448/2012, Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ), καθόσον, μετά την τελεσίδικη ακύρωση της υπό κρίση απόφασης της έκτακτης γενικής συνέλευσης, θα συνέτρεχε περίπτωση έλλειψης προσώπων διοίκησης του νομικού προσώπου, σύμφωνα με τα αναφερόμενα ανωτέρω, στη μείζονα σκέψη της παρούσας. Ωστόσο, από τα εκτιθέμενα στην υπό κρίση αίτηση, σε συνδυασμό με τους ανωτέρω ισχυρισμούς των αιτούντων σχετικά με τη νόμιμη εκπροσώπηση της καθ’ης (η οποία αποτέλεσε αντικείμενο αμφισβήτησης, στα πλαίσια της παρούσας δίκης, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα), τούτα τα προσδιοριστικά στοιχεία του εννόμου συμφέροντος των αιτούντων δεν καθίστανται σαφή, καταλειπομένης αοριστίας της υπό κρίση αίτησης σχετικά με τα ανωτέρω ζητήματα, που αφορούν τόσο στο ακριβές έννομο συμφέρον των αιτούντων προς άσκηση της υπό κρίση αίτησης (σε τι ακριβώς συνίσταται η ωφελεία τους από το ζητούμενο από μέρους τους ρυθμιστικό μέτρο), όσο και στη νόμιμη εκπροσώπηση της καθ’ ης (από τους ιδίους, ως μελών της διοίκησης αυτής, ή από τη νεοεκλεγείσα διοίκηση, της οποίας την εκλογή, κατά τα λοιπά, αιτούνται την ακύρωση). Επομένως, η υπό κρίση αίτηση τυγχάνει απορριπτέα, για τους ανωτέρω αναφερόμενους λόγους. Μετά ταύτα, παρέλκει η διερεύνηση της νόμιμης εκπροσώπησης και της ικανότητας δικαστικής παράστασης της καθ’ης, καθώς και του παραδεκτού και βασίμου της ασκηθείσας παρέμβασης από μέρους του …[S59] . Εξάλλου, τα δικαστικά έξοδα μεταξύ όλων των διαδίκων πρέπει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, να συμψηφισθούν στο σύνολό τους, λόγω του ιδιαιτέρως δυσχερούς της ερμηνείας των εφαρμοσθέντων κανόνων δικαίου (άρθρο 179 εδ. β΄ ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’ αντιμωλία όλων των διαδίκων.
Απορρίπτει την αίτηση.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά στις ……………… 2017, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων αυτών.
ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ