ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αριθμός απόφασης
1868/2017
…[M1]
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αντιγόνη – Καλλιόπη Αδάμ, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης και από τη Γραμματέα Παναγιώτα Σύρρου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 13 Οκτωβρίου 2016, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) Σ.[M2] …[M3] τ[M4] ου Κ.[M5] , κατοίκου …[M6] και 2) Δ.[M7] …[M8] του Β.,[M9] κατοίκου Β.[M10] , εκ των οποίων ο πρώτος παραστάθηκε μετά και ο δεύτερος δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου Βασιλείου Σαξώνη.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία …[M11] που εδρεύει Μ. Λ.[M12] και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε και 2) της εταιρείας με την επωνυμία …[M13] », που εδρεύει στον ……. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου Μαρίας Δαμίγου.
Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η, από 23.12.2015, αγωγή τους, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με γενικό αριθμό κατάθεσης …[M14] και αριθμό κατάθεσης δικογράφου …[M15] , προσδιορίσθηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 29.02.2016, κατόπιν δε νομίμου αναβολής για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφηκε στο πινάκιο.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των εναγόντων και της δεύτερης εναγομένης ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη, με αριθμό …[M16] , έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά Ι. Π.[M17] , που προσκομίζουν και επικαλούνται οι ενάγοντες, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχικά ορισθείσα δικάσιμο της 29ης Φεβρουαρίου 2016, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην πρώτη των εναγομένων (άρθρα 126, 129, 591§1α ΚΠολΔ). Ωστόσο, από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού αποδεικνύεται, ότι η πρώτη εναγομένη δεν εμφανίστηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, και, συνακόλουθα, αφού η αναβολή της συζητήσεως και η εγγραφή της υποθέσεως στο πινάκιο, επέχει θέση κλητεύσεως προς όλους τους διαδίκους, χωρίς ν’ απαιτείται νέα τοιαύτη στη μετ’ αναβολή δίκη (άρθρο 226§4, 591§1εδ.α ΚΠολΔ), πρέπει να δικασθεί ερήμην. Η διαδικασία, ωστόσο, προχωρεί σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθρο 270 παρ.1 τελευτ. εδ. και 271 παρ.1, σε συνδυασμό με άρθρο 672 του ΚΠολΔ).
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33 παραγρ. 1, 3, 4 και 7 της ΣΣΕ Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων έτους 2014, δρομολόγια ΕΞΠΡΕΣ θεωρούνται εκείνα για την εκτέλεση των οποίων το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού κατά περίπτωση πριν περάσουν τουλάχιστον έξι (6) ώρες από τον κατάπλου του πλοίου στο αντίστοιχο λιμάνι αφετηρίας ή προορισμού. Τα δρομολόγια αυτά, σε αντίθεση με εκείνα που προβλέπονται από τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 33 των ως άνω ΣΣΝΕ, που είναι ειδική εν σχέσει προς την ως άνω διάταξη της παραγράφου 3 που είναι γενική, αναφέρονται σε ακτοπλοϊκά επιβατηγά πλοία που δεν έχουν τακτικές καθημερινές τουλάχιστον έξι αναχωρήσεις (δρομολόγια) την εβδομάδα από το λιμάνι αφετηρίας γι` αυτό και προβλέπεται πρόσθετη αμοιβή για όλα τα ΕΞΠΡΕΣ δρομολόγια. Τακτικά θεωρούνται τα δρομολόγια εκείνα κατά τα οποία το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι της αφετηρίας σε προκαθορισμένη κάθε ημέρα ώρα (έστω και αν η ώρα κάθε ημέρα δεν είναι η ίδια, αρκεί να είναι προκαθορισμένη), σε εκτέλεση τακτικού δρομολογίου, χωρίς να ασκεί επιρροή, για τον χαρακτηρισμό του δρομολογίου ως τακτικού η ύπαρξη τυχόν καθυστερήσεων κατά την εκτέλεση του (βλ. Εφ.Πειρ.111/2007 Δημ. ΝΟΜΟΣ, 855/2002 αδημ., ΕΠ 1/2003 ΕΝΔ 31.123, Εφ.Πειρ. 1056/2000 αδημ., Εφ.Πειρ. 471/2000 αδημ.). Εξάλλου, κατά τη σαφή έννοια της παρ. 1 του πιο πάνω άρθρου, ως δρομολόγιο νοείται το ταξίδι του πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής. Δηλαδή, το δρομολόγιο αρχίζει με τον απόπλου του πλοίου από το λιμάνι αφετηρίας προς το λιμάνι (ή τα λιμάνια) προορισμού και λήγει με τον κατάπλου στο λιμάνι αφετηρίας. Η υποχρέωση 6ωρης παραμονής του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας ορίζεται σαφώς ότι πρέπει να γίνεται μία και μοναδική φορά σε κάθε δρομολόγιο και συγκεκριμένα στο λιμάνι αφετηρίας “πριν από τον απόπλου για το επόμενο δρομολόγιο”. Η παραπάνω έννοια του δρομολογίου ταυτίζεται με εκείνη η οποία δίδεται και με το άρθρο 1 του ΠΔ 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, στο οποίο, το μεν δρομολόγιο νοείται ως, “το κατά ημέραν και ώραν ιδιαίτερον ταξίδιον προς εξυπηρέτηση/ δρομολογιακής γραμμής”, ο δε λιμένας αφετηρίας ως, “ο λιμήν ή το σημείο εκκινήσεως και επανόδου του επιβατηγού πλοίου κατά την εκτέλεση του δρομολογίου του”. Η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 33 των πιο πάνω Σ.Σ.Ν.Ε. δεν εισάγει διαφορετική ρύθμιση από εκείνη της παρ. 1, με την έννοια ότι το πλοίο πρέπει να παραμείνει 6 ώρες τόσο στο λιμάνι αφετηρίας όσο και στο λιμάνι προορισμού. Δίδεται όμως η δυνατότητα, με τη διάταξη αυτή, παραμονής του πλοίου επί 6ωρο για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παρ. 1, είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού, οπότε, στη δεύτερη περίπτωση, δρομολόγιο για το οποίο θα καταβληθεί η πρόσθετη αμοιβή της παρ. 7 θεωρείται εκείνο για την εκτέλεση του οποίου το πλοίο αποπλέει από το λιμάνι προορισμού πριν περάσουν 6 τουλάχιστον ώρες από τον κατάπλου στο λιμάνι αυτό. Το ότι η αμοιβή που προβλέπεται στο άρθρο αυτό καταβάλλεται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το πλοίο δεν παρέμεινε στο λιμάνι επί 6 ώρες, σε κάθε πλήρες ταξίδι του, προκύπτει και από τον αναφερόμενο στην παρ. 7 τρόπο υπολογισμού της αμοιβής, όπου ο υπολογισμός γίνεται ανάλογα με την πλήρη διάρκεια του ταξιδιού, δηλαδή από την αναχώρηση του πλοίου έως την επιστροφή του.Εν όψει των ανωτέρω, αναγκαία στοιχεία, προκειμένου να είναι η αγωγή, δια της οποίας διώκεται η επιδίκαση αμοιβής του πλοιάρχου ή μέλους του πληρώματος βάσει της προαναφερομένης συλλογικής συμβάσεως λόγω εκτελέσεως δρομολογίων «εξπρές» υπό την έννοια της αναχωρήσεως του πλοίου προ της παρελεύσεως εξαώρου από του κατάπλου, ορισμένη, είναι η δρομολογιακή γραμμή, προς εξυπηρέτηση της οποίας καθορίστηκαν τα εν λόγω δρομολόγια, ο αριθμός των δρομολογίων καθ` εβδομάδα, ο απόπλους του πλοίου από του αφετηρίου ή του λιμένος όπου καταπλέει προ της παρελεύσεως εξαώρου από του κατάπλου, η μη συμπλήρωση κατά τη διάρκεια ενός πλήρους ταξιδιού συνεχούς παραμονής έξι ωρών εντός ενός των εν λόγω λιμένων, οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος και, προκειμένου περί πλοίου τοπικών γραμμών, η εκτέλεση δρομολογίων κατά τις νυκτερινές ώρες ή η επέκταση των δρομολογίων κατά τις ώρες αυτές (ΕφΠειρ 237/2016, σε ΤΝΠ Νόμος,ΕφΠειρ716/2011, ΕΝαυτΔ 2012, 107). Εν προκειμένω, με την υπό κρίση αγωγή, ο πρώτος ενάγων εκθέτει ότι, δυνάμει συμβάσεως εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, την 09.04.2013, μεταξύ αυτού και της πρώτης εναγομένης, υπό την ιδιότητα της εφοπλίστριας του, υπό ελληνική σημαία, Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου, με το όνομα …[M18] », κ.ο.χ. …[M19] και αριθμό Νηολογίου Πειραιά …[M20] κυριότητας της δεύτερης εναγομένης, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο ως άνω πλοίο με την ειδικότητα του μηχανοδηγού β΄, αντί μηνιαίου «κλειστού» μισθού 2.745,73€ και εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των όρων της ισχύουσας ΣΣΝΕ για τα πληρώματα των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων. Ότι ο εφοπλισμός του πλοίου έληξε την 12.06.2015 και έκτοτε η δεύτερη εναγομένη το εκμεταλλευόταν πλέον ως πλοιοκτήτρια. Ότι, κατά το χρονικό διάστημα που το πλοίο εκτελούσε πλόες,εργαζόταν καθημερινά επί 12 ώρες, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, ενώ κατά το χρονικό διάστημα από την 13.10.2014 έως 18.02.2015,κατά το οποίο το πλοίο βρισκόταν για επισκευή στο Νέο Μώλο Δραπετσώνας, εργαζόταν καθημερινά επί 8 ώρες, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών και από 19.02.2015 έως 22.07.2015, οπότε το πλοίο παρέμενε ακόμη για επισκευή, εργαζόταν καθημερινά επί 12 ώρες ημερησίως, στα πλαίσια των καθηκόντων της ειδικότητάς του. Ότι την 30.07.2015 απολύθηκε λόγω βαρέων παραβάσεων των καθηκόντων του Πλοιάρχου συνιστάμενων στη μη καταβολή των αναφερόμενων στην αγωγή δεδουλευμένων αποδοχών του, έναντι των οποίων έλαβε μετά την απόλυσή του από το ΝΑΤ το ποσό των 4.815,64€, κατά το άρθρο 11 του Ν. 3816/2010. Περαιτέρω, ο δεύτερος ενάγων εκθέτει ότι, δυνάμει συμβάσεως εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, την 06.08.2013, μεταξύ αυτού και της πρώτης εναγομένης, εφοπλίστριας του ως άνω πλοίου, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο πλοίο αυτό, με την ειδικότητα του καθαριστή, αντί μηνιαίου «κλειστού» μισθού 2.138,43€ και εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των όρων της ισχύουσας ελληνικής ΣΣΝΕ για τα πληρώματα των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων. Ότι, κατά το χρονικό διάστημα που το πλοίο εκτελούσε πλόες, εργαζόταν καθημερινά επί 12 ώρες, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, ενώ κατά το χρονικό διάστημα από 13.10.2014 έως 18.02.2015, κατά το οποίο το πλοίο βρισκόταν για επισκευή, επί 8 ώρες καθημερινά. Ότι την 19.02.2015 προέβη σε επίσχεση εργασίας, λόγω του ότι οι εναγόμενες δεν του κατέβαλλαν τις συμφωνηθείσες αποδοχές του, οι τελευταίες δε κατέστησαν έκτοτε υπερήμερες ως προς την καταβολή του μισθού του, έως την απόλυσή του, την 24.07.2015, μετά από μονομερή καταγγελία της σύμβασής του λόγω βαρέων παραβάσεων των καθηκόντων του Πλοιάρχου συνιστάμενων στη μη καταβολή των αναφερόμενων στην αγωγή δεδουλευμένων αποδοχών του, έναντι των οποίων το ΝΑΤ του κατέβαλε μετά την απόλυσή του το ποσό των 3.840,00€, σύμφωνα με το άρθρο 11 του Ν. 3816/2010. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, οι ενάγοντες ζητούν, κύρια με βάση τις συμβάσεις εργασίας τους και επικουρικά, ήτοι για την περίπτωση που αυτές για οιονδήποτε λόγο κριθούν άκυρες, σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού της αγωγής τους, με τη μερική τροπή του καταψηφιστικού της αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό, με δήλωση του πληρεξούσιου Δικηγόρου τους, που καταχωρίσθηκε στα πρακτικά συνεδρίασης και επαναλαμβάνεται στις έγγραφες προτάσεις τους (άρθ. 223, 295§1 Κ.Πολ.Δ.) Α. να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, ευθυνόμενες εις ολόκληρον έκαστη, η μεν πρώτη με την ιδιότητα της εφοπλίστριας του ως άνω πλοίου και η δεύτερη με την ιδιότητα της κυρίας αυτού, να καταβάλουν στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 901,34€, ως αποζημίωση για μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις, το συνολικό ποσό των 11.417,53€ για διαφορά υπερωριακής αμοιβής και το συνολικό ποσό των 6.467,42€ για διαφορά αναλογίας Δώρων εορτών και στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 3.181,14€, ως πρόσθετη αμοιβή για την εκτέλεση εξπρές δρομολογίων, το ποσό των 703,47€, ως αποζημίωση για μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις, το ποσό των 6.790,19€ για διαφορά υπερωριακής αμοιβής και το συνολικό ποσό των 5.820,64€ για διαφορά Δώρων εορτών, προσέτι δε να αναγνωρισθεί η υποχρέωσή τους, υπό τις ανωτέρω ιδιότητες έκαστη, να καταβάλουν στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 7.588,10€ για υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών και το συνολικό ποσό των 12.042,12€, ως πρόσθετη αμοιβή για την εκτέλεση δρομολογίων εξπρές και στον δεύτερο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 13.445,73€ για υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών, το ποσό των 7.393,16€ για μισθούς υπερημερίας και το συνολικό ποσό των 6.723,69€, ως πρόσθετη αμοιβή λόγω εκτέλεσης εξπρές δρομολογίων και Β. να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγομένη, με την ιδιότητα της πλοιοκτήτριας του ως άνω πλοίου, να καταβάλει στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 839,43€ για διαφορά υπερωριακής αμοιβής, το ποσό των 676,63€ για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2015 και το ποσό των 2.074,29€, ως αποζημίωση απόλυσης και στον δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 392,60€ για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2015 και το ποσό των 1.407,11€ για αποζημίωση απόλυσης και να αναγνωριστεί η υποχρέωση της δεύτερης εναγομένης, με την ιδιότητα της πλοιοκτήτριας, να καταβάλει στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 1.697,05€, ως υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών και στον δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 1.805,94€ για μισθούς υπερημερίας, όλα δε τα ανωτέρω ζητούν νομιμότοκα από το χρόνο που έκαστο επιμέρους κονδύλιο κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, άλλως από την ημέρα της απόλυσής τους, άλλως από την επίδοση της κρινόμενης αγωγής, έως την εξόφληση. Ζητούν, τέλος, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενες στα δικαστικά τους έξοδα. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα η κρινόμενη αγωγή παραδεκτά φέρεται προς εκδίκαση στο Δικαστήριο αυτό, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12, 13, 14 παρ. 2, 16 περ.2, 25§2 και 33 του Κ.Πoλ.Δ. και άρθρο 51 παρ.3Α του Ν.2.172/1993, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρο 663 επ. του Κ.Πολ.Δ., σε συνδυασμό με το άρθρο 82 του Κ.Ι.Ν.Δ.), είναι δε επαρκώς ορισμένη, πλην του κονδυλίου πρόσθετης αμοιβής για την εκτέλεση εξπρές δρομολογίων, το οποίο πρέπει να απορριφθεί, ως αόριστο, καθώς, ενώ οι ενάγοντες ζητούν με την αγωγή πρόσθετη αμοιβή λόγω μη συμπλήρωσης έξι ωρών από τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι αφετηρίας και αναφέρουν τα τακτικά δρομολόγια του πλοίου, τα οποία εναλλάσσονταν κατά τη διάρκεια της εβδομάδος, ωστόσο δεν παραθέτουν τις ώρες άφιξης και αναχώρησης από κάθε λιμάνι προσέγγισης του πλοίου, ιδίως δε παραλείπουν να αναφέρουν την ώρα άφιξης και αναχώρησης από το λιμάνι προορισμού, ώστε να προκύπτει και η διάρκεια παραμονής του σε αυτό και ως εκ τούτου καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από το Δικαστήριο της συμπλήρωσης ή μη, κατά τη διάρκεια ενός πλήρους ταξιδιού του πλοίου,έξι ωρών συνεχούς παραμονής αυτού εντός του λιμένος προορισμού, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τις διαλαμβανόμενες στη μείζονα σκέψη διατάξεις, δίδεται η δυνατότητα παραμονής του πλοίου επί 6ωρο είτε στο λιμάνι αφετηρίας είτε στο λιμάνι προορισμού. Προσέτι δε οι ενάγοντες υπολογίζουν με την κρινόμενη αγωγή την πρόσθετη αμοιβή που δικαιούνται για την εν λόγω αιτία υπολογίζοντας τις υπολειπόμενες του εξαώρου ώρες που το πλοίο έπρεπε να παραμείνει στο λιμάνι της Σύρου, χωρίς ωστόσο από το περιεχόμενο της αγωγής να προκύπτει με σαφήνεια ότι το λιμάνι αυτό ήταν το αφετήριο λιμάνι κάθε δρομολογιακής γραμμής του πλοίου ή αν ήταν ενδιάμεσο λιμάνι προσέγγισης. Περαιτέρω η αγωγή τυγχάνει νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 346, 361, 325, 481επ., 648, 652, 653, 655 ΑΚ, 68, 70, 74 περ. 1, 176, 907 και 908 παρ. 1 περ. ε΄ΚΠολΔ, άρθρα 1, 2, 53, 54, 60, 72 επ., 82, 84, 105 και 106 του ΚΙΝΔ, άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82. «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄1/1982) και των διατάξεων της, από 06.06.2013, Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2013, που κυρώθηκε με τη με αριθμό 3525.1.1.5/01/2013απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄ 2079/26.08.2013)και της, από 08.04.2014 ΣΣΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014, που κυρώθηκε με τη με αριθμό 3525.1.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄ 1664/24-06-2014). Σημειωτέον δε εν προκειμένω ότι όταν υπάρχει απαίτηση από την εκμετάλλευση του πλοίου κατά του εφοπλιστή, δηλαδή εναντίον εκείνου που εκμεταλλεύεται ξένο πλοίο, μπορεί ο δανειστής να στραφεί κατά του εφοπλιστή και κατά του κυρίου του πλοίου, ο οποίος ευθύνεται παράλληλα με τον πρώτο, αλλά μόνο δια του πλοίου μετά των συστατικών και παραρτημάτων του. Ειδικότερα, από το συνδυασμό των προαναφερθεισών διατάξεων 105 και 106 του ΚΙΝΔ, προκύπτει ότι για τις απαιτήσεις από τον εφοπλισμό, ευθύνεται απεριορίστως ο εφοπλιστής, ενώ παράλληλη ευθύνη υπέχει και ο κύριος του πλοίου (νόθος παθητική εις ολόκληρον ενοχή), η οποία, όμως, είναι πραγματοπαγής και περιορισμένη, εφόσον ο τελευταίος ευθύνεται μόνον δια του συγκεκριμένου πλοίου και μέχρι την αξία αυτού, μπορεί δε να στραφεί και κατά του τελευταίου ο δανειστής του εφοπλιστή, για να αποκτήσει εκτελεστό τίτλο και κατ’ αυτού. Ο δε τελευταίος είναι υποχρεωμένος να δεχθεί την αναγκαστική εκποίηση του πλοίου για την ικανοποίηση των απαιτήσεων από τον εφοπλισμό (ΑΠ 1549/2006 ΕλλΔνη 2006.436, ΑΠ 799/2001 ΕΝαυτΔ 2001.361, ΕφΠειρ 795/2010 ΕΝαυτΔ 2010.385, ΕφΠειρ 747/2005 ΕΝαυτΔ 2005.441, ΕφΠειρ 1081/2000 ΔΕΕ 2001.307). Ωστόσο, πρέπει να γίνει μνεία ότι το παρεπόμενο αίτημα, περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, μετά τη μερική τροπή του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, τυγχάνει νόμιμο μόνο ως προς το καταψηφιστικό σκέλος της, ενώ πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμο, ως προς το αντίστοιχο αναγνωριστικό, καθόσον με προσωρινή εκτελεστότητα εξοπλίζονται οι καταψηφιστικές και όχι οι αναγνωριστικές αποφάσεις, η ενέργεια των οποίων εξαντλείται στο δεδικασμένο που απορρέει από αυτές (ΕφΠειρ 1014/1992 ΑρχΝ 1993.63, ΕφΑθ 3702/1986 ΕλλΔνη 1986.706). Κατόπιν των ανωτέρω, η αγωγή πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι μετά τον ως άνω περιορισμό της το καταψηφιστικό αντικείμενό της δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο επί εργατικών διαφορών ελάχιστο όριο απαλλαγής από την καταβολή δικαστικού ενσήμου [ήτοι 20.000,00 ευρώ, βλ. άρθρ. 71 ΕισΝΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 17 του ν. 2479/1997, σε συνδυασμό με Υ.Α. 125804/30-7-2003 Δικ/νης ΦΕΚ 1-8-2003 Β’, σε ΔΕΝ 2003.1279 και άρθ. 7 παρ.3 ν.δ.1544/1942 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθ. 21 παρ.1 ν. 4055/2012].
Από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης, που περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και όλα τα έγγραφα, που οι ενάγοντες επικαλούνται και προσκομίζουν, τα οποία λαμβάνονται υπόψην είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και η προσκομιζόμενη από τη δεύτερη εναγομένη υπ’ αριθ. …[M21] ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά Μ. Γ. Κ.,[M22] η οποία δόθηκε στα πλαίσια άλλης δίκης και λαμβάνεται υπόψην εν προκειμένω για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, με την επισήμανση ότι η απαιτούμενη στο τελευταίο εδάφιο της διάταξης του άρθρου 671 παρ. 1 ΚΠολΔ διατύπωση της κλητεύσεως του αντιδίκου αναφέρεται μόνον σε ένορκες βεβαιώσεις που λαμβάνονται ενόψει της συγκεκριμένης δίκης, κατά τη διεξαγωγή της οποίας προσκομίζονται από τον διάδικο και όχι στην περίπτωση που λήφθησαν ενόψει άλλης δίκης (ΑΠ 218/2007, σε ΤΝΠ Νόμος), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: στον Πειραιά, την 09.04.2013, μεταξύ του πρώτου ενάγοντος, απογεγραμμένου Έλληνα ναυτικού και της πρώτης εναγόμενης εταιρείας, η οποία είχε την οικονομική διαχείριση και την εμπορική εκμετάλλευση, ως εφοπλίστρια, του, με Ελληνική σημαία και αριθμό νηολογίου Πειραιά …[M23] επιβατηγού οχηματαγωγού ακτοπλοϊκού πλοίου …[M24] ”, κ.ο.χ. …[M25] κυριότητας της δεύτερης εναγομένης, καταρτίστηκε προσύμφωνο ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, σε εκτέλεση του οποίου ο ενάγων προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε, την ίδια ημέρα, με την ειδικότητα του μηχανοδηγού β΄.Καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του εφαρμοστέες ήταν οι εκάστοτε ισχύουσες Συλλογικές Συμβάσεις Ναυτικής Εργασίας Πληρωµάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων, ενώ συμφωνήθηκε η καταβολή σε αυτόν, ως «κλειστού» μισθού, ποσού 2.689,23€ μηνιαίως [βασικός μισθός 1.166,39€ + επίδομα Κυριακών 256,61€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + επίδομα εκτέλεσης έξτρα εργασιών 35,48€ + επίδομα άγονης γραμμής 101,83€ + Σάββατα και αργίες 458,43€ + υπερωρίες και έξτρα εργασίες 196,00€ + άδεια 323,41€ + τροφοδοσία αδείας 96,05€]. Κατά τη διάρκειατης ναυτολόγησης του πρώτου ενάγοντος οι εναγόμενες παρείχαν σε αυτόν τον απαιτούμενο ιματισμό, καθώς όπως αποδεικνύεται από τα προσκομιζόμενα από τη δεύτερη εναγομένη τιμολόγια, αυτή προέβαινε σε αγορά διαφόρων ειδών τέτοιου ιματισμού, τα οποία παρέδιδε ακολούθως στα μέλη του πληρώματος και του εν λόγω πλοίου. Επομένως, εφόσον ο ενάγων λάμβανε σε είδος τον απαιτούμενο για την εργασία του ιματισμό, δεν υφίσταται υποχρέωση των εναγομένων σε καταβολή τουπροβλεπόμενου από τις προαναφερόμενες ΣΣΝΕ επιδόματος ιματισμού. Κατά τα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης των εναγόντων το πλοίο εκτελούσε δρομολόγια στη γραμμή των Κυκλάδων, με αφετήριο λιμάνι άλλοτε τη Σύρο και άλλοτε το Λαύριο και με δρομολόγια που εναλλάσσονταν κατά τη διάρκεια της εβδομάδος, ενώ από 13.04.2014 βρισκόταν για επισκευή στο Νέο Μώλο Δραπετσώνας λόγω μηχανικής βλάβης και δη βλάβης στην αριστερή μηχανή του. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι ο εφοπλισμός της πρώτης εναγομένης έληξε την 12.06.2015, οπότε η εκμετάλλευση του πλοίου επανήλθε στη δεύτερη εναγομένη, η οποία το εκμεταλλευόταν πλέον ως πλοιοκτήτρια. Περαιτέρω, από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι ο πρώτος ενάγων κατά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο το πλοίο εκτελούσε πλόες, ήτοι από 01.01.2014 έως 12.10.2014, απασχολήθηκε πέραν του νόμιμου ωραρίου του, πραγματοποιώντας υπερωρίες, γεγονός που κατατέθηκε επ’ ακροατηρίω από τον μάρτυρα απόδειξης, αλλά επιβεβαιώνεται και από το ότι κάθε μήνα καταβαλλόταν σε αυτόν ένα χρηματικό ποσό για την υπερωριακή του εργασία, όπως προκύπτει από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας, που νόμιμα προσκόμισαν και επικαλέστηκαν οι διάδικοι. Βάσει των προεκτεθέντων και ενόψει: 1) των συνθηκών και περιστάσεων που επικρατούσαν, κατά την απασχόληση του ενάγοντος, επί του ως άνω πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στις προαναφερόμενες ακτοπλοϊκές γραμμές, οι οποίες παρουσίαζαν ιδίως του θερινούς μήνες αυξημένη επιβατική κίνηση, 2) των χρονικών περιόδων, κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων και 3) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης αυτού, κρίνεται ότι αυτός απασχολήθηκε, στα πλαίσια των καθηκόντων της ειδικότητάς του, καθημερινά, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, μετά από σχετική εντολή του Πλοιάρχου και προκειμένου να καλύπτει τις σχετικές ανάγκες των πλόων του πλοίου, κατά μέσον όρο, επί 12 ώρες, από τις οποίες οι 4 ώρες μετά το νόμιμο οκτάωρο της καθημερινής και της Κυριακής εργασίας του έπρεπε να πληρωθούν με απλή υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 25% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης, για τα δε Σάββατα και τις αργίες έπρεπε να πληρωθούν όλες οι ώρες με υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 50% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης. Ειδικότερα, κατά το χρονικό διάστημα από 01.01.2014 έως 12.10.2014, κατά το οποίο υπήρχε εφοπλισμός του πλοίου, εκτός από τις ημέρες 22.01.2014, 24.01.2014, 25.01.2014, 26.01.2014, 27.01.2014, 02.02.2014, 02.04.2014, 11.05.2014, 14.05.2014, 03.06.2014, 02.07.2014 και 05.07.2014, κατά τις οποίες το πλοίο δεν εκτέλεσε το προγραμματισμένο δρομολόγιό του λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, ο πρώτος ενάγων εργάστηκε υπερωριακά επί 892 ώρες κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (223 καθημερινές και Κυριακές X 4 ώρες) και επί 600 ώρες κατά τα Σάββατα και τις αργίες (39 Σάββατα και 11 αργίες – Πρωτοχρονιά, Θεοφάνεια, Καθαρά Δευτέρα, 25η Μαρτίου, Μεγάλη Παρασκευή, Δευτέρα του Πάσχα, Αγίου Γεωργίου, 1η Μαΐου, της Αναλήψεως, 15η Αυγούστου και 14η Σεπτεμβρίου – ήτοι 50 ημέρες Χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας) και σύμφωνα με την ισχύουσα ΣΣΝΕ έτους 2014 έπρεπε να λαμβάνει το ποσό των 8,43€ για κάθε ώρα εργασίας του μετά το νόμιμο οκτάωρο τις καθημερινές και τις Κυριακές και το ποσό των 10,11€ για κάθε ώρα εργασίας του κατά τα Σάββατα και τις αργίες. Ήτοι, συνολικά, έπρεπε να λάβει το ποσό των [(892 ώρες X 8,43€ =) 7.519,56€ + (600 ώρες X 10,11€ =) 6.066,00€=] 13.585,56€. Αντ’ αυτών έλαβε το ποσό των (458,43€ για Σάββατα και αργίες + 196,00€ ως έξτρα σύμβασης –υπερωρίες=) 654,43€, εκ των οποίων έλαβε πραγματικά το ποσό των (654,43€ Χ 7 μήνες=) 4.581,01€ για το χρονικό διάστημα από 01.01.2014 έως 31.07.2014 και πλασματικά το ποσό των (654,43€ Χ 2,4 μήνες=) 1.570,63€ για το χρονικό διάστημα από 01.08.2014 έως 12.10.2014, το οποίο αξιώνει ο ενάγων με την κρινόμενη αγωγή, ως υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών. Επομένως δικαιούται, ως διαφορά υπερωριακής αμοιβής για το ανωτέρω χρονικό διάστημα το ποσό των (13.585,56€ – 6.151,64€=) 7.433,92 ευρώ. Κατά το λοιπό χρονικό διάστημα, κατά το οποίο το πλοίο βρισκόταν σε επισκευή δεν αποδείχθηκε υπερωριακή απασχόληση του πρώτου ενάγοντος, ενόψει του ότι το πλοίο βρισκόταν σε ακινησία, από το πλήρωμα δε ενεργούνταν εργασίες συντήρησης καταστρώματος, διάρκειας 8 ωρών ημερησίως, όπως προκύπτει και από τις σχετικές καταγραφές στο ημερολόγιο πλοίου, ενώ στις διενεργούμενες εργασίες επισκευής των μηχανών δεν συμμετείχε το πλήρωμα (βλ. επ’ αυτού την υπ’ αριθ. …[M26] ένορκη βεβαίωση του Ιωάννη Μακρή), τα καθήκοντα δε του πρώτου ενάγοντος, ως μέλους του προσωπικούμηχανοστασίου, περιορίζονταν στην επίβλεψη λειτουργίας των ηλεκτρομηχανών του πλοίου και τις συναφείς με αυτή εργασίες. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι οι εναγόμενες δεν κατέβαλαν στον πρώτο ενάγοντα το σύνολο των συμφωνηθεισών αποδοχών του και συγκεκριμένα ο ενάγων έλαβε συνολικά κατά το χρονικό διάστημα από 01.08.2014 έως 11.06.2015, κατά το οποίο υπήρχε εφοπλισμός του πλοίου, το συνολικό ποσό των 2.194,33€, το οποίο δεν αμφισβητεί η δεύτερη εναγομένη, συνομολογώντας εμμέσως το ύψος των γενόμενων καταβολών για την εν λόγω αιτία, ενώ δικαιούτο: – κατά το χρονικό διάστημα από 01.08.2014 έως 12.10.2014, κατά το οποίο το πλοίο εκτελούσε πλόες, το ποσό των (2.689,23€, όπως ανωτέρω αναλύεταιΧ 2,4 μήνες=) 6.454,15€, με την επισήμανση ότι ως επίδομα άγονης γραμμής είχε συμφωνηθεί και καταβάλλονταν παγίως στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 101,83€ και όχι το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες ΣΣΝΕ μικρότερο ποσό, όπως υποστηρίζει η δεύτερη εναγομένη και – κατά το χρονικό διάστημα από 13.10.2014 έως 11.06.2015, κατά το οποίο το πλοίο βρισκόταν σε επισκευή, το ποσό των (2.391,40€ -αφαιρουμένων από τον ως άνω μισθό του επιδόματος άγονης γραμμής και του ποσού των 196,00€, που καταβαλλόταν μηνιαίως για υπερωρίες- Χ 7,94 μήνες= ) 18.987,72€. Επομένως, για το ως άνω χρονικό διάστημα, κατά το οποίο υπήρχε εφοπλισμός του πλοίου, οφείλεται στον πρώτο ενάγοντα, ως διαφορά δεδουλευμένων αποδοχών, το ποσό των (25.441,87€ – 2.194,33€=) 23.247,54€. Κατά το χρονικό διάστημα από 12.06.2015 έως 30.07.2015, κατά το οποίο δεν υπήρχε εφοπλισμός, ο πρώτος ενάγων δικαιούτο, για δεδουλευμένες αποδοχές, το ποσότων (2.391,40€ -αφαιρουμένων από τον ως άνω μισθό του επιδόματος άγονης γραμμής και του ποσού των 196,00€, που καταβαλλόταν μηνιαίως για υπερωρίες- Χ 1,63 μήνες= ) 3.897,98€, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 2.621,31€ και συνεπώς δικαιούται διαφορά ποσού (3.897,98€ – 2.621,31€=) 1.276,67€. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το πλοίο, κατά το χρονικό διάστημα από 05.01.2014 μέχρι 06.03.2014 διανυκτέρευε δύο φορές την εβδομάδα στο λιμάνι του …[M27] και κατά το χρονικό διάστημα από 18.04.2014 έως 29.09.2014 τρεις φορές την εβδομάδα στο λιμάνι της Σύρου και συνεπώς ο ενάγων είχε την ευχέρεια να αναχωρεί από το πλοίο στη διάρκεια των διανυκτερεύσεων αυτώνκαι να επιστρέφει το πρωί της επόμενης ημέρας, εφόσον μάλιστα δεν αποδείχθηκε ότι ήταν αναγκαία η διαρκής παρουσία του στο πλοίο ενόσω αυτό ήταν ακινητοποιημένο στο λιμάνι, όταν ο ίδιος δεν ήταν σε υπηρεσία βάρδιας. Με τον τρόπο αυτό εξασφάλιζε την πραγματοποίηση των προβλεπόμενων από το άρθρο 16 της ως άνω ΣΣΝΕ διανυκτερεύσεων, ήτοι μία φορά το μήνα από Ιούλιο μέχρι Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα από Οκτώβριο μέχρι Ιούνιο στα λιμάνια αφετηρίας ή προορισμού, με αποτέλεσμα να μη δικαιούται αποζημίωση, λόγω μη χορήγησης αυτών, όπως υποστηρίζει με την αγωγή του, απορριπτομένου του σχετικού κονδυλίου, ως κατ΄ουσίαν αβασίμου. Περαιτέρω, σύμφωνα με την προαναφερόμενη Σ.Σ.Ν.Ε., τα πληρώματα των ακτοπλοϊκών πλοίωνδικαιούνται ένα μισθό ως επίδομα (δώρο) Χριστουγέννων και μισθό 15 ημερών ως επίδομα (δώρο) Πάσχα. Εάν όμως η σύμβαση εργασίας έχει διαρκέσει μικρότερο χρονικό διάστημα από αυτό της 1ης Μαΐου έως 31 Δεκεμβρίου εντός του οποίου υπολογίζεται το επίδομα Χριστουγέννων και μικρότερο χρονικό διάστημα από αυτό της 1ης Ιανουαρίου έως 30 Απριλίου κάθε έτους, εντός του οποίου υπολογίζεται το επίδομα Πάσχα, τότε, βάσει των διατάξεων των άρθρων 1 α, 2,3α και 7 της με αριθμ. 70109/8008/14-12-81/7-1-82 απόφασης του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιούμενους ναυτικούς», που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 1/7-1-1982 τεύχος Β`, με τις οποίες εφαρμόζεται η όμοια με αυτήν Υπουργική Απόφαση 19040/81 των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, ο ναυτικός δικαιούται για επίδομα (δώρο) Χριστουγέννων τα 2/25 του μισθού του για κάθε 19 ημέρες εργασίας για το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου έως 31 Δεκεμβρίου και για επίδομα Πάσχα, το 1/15 του μισθού του για κάθε 8 ημέρες εργασίας για το χρονικό διάστημα από 1ης Ιανουαρίου έως 30 Απριλίου κάθε έτους. Τέλος, κατά τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 14 των ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., τα δώρα εορτών υπολογίζονται επί των πράγματι καταβαλλομένων παγίων και σταθερών αποδοχών, ήτοι, μισθού ενεργείας και επιδομάτων, περιλαμβανομένων και των υπερωριών. Μέρος των πάγιων και σταθερών αποδοχών αποτελεί και το αντίτιμο τροφής, είτε εις χρήμα παρέχεται είτε αυτουσίως (ΕφΠειρ 283/2009 ΕΝΔ 37.102) που προβλέπεται από τις παραπάνω ΣΣΝΕ και συγκαταλέγεται στην βασική έννοια του «μισθού», διότι αποτελεί συμβατικό αντάλλαγμα των υπηρεσιών του ναυτικού, λόγω του είδους και της φύσης της εργασίας του πάνω στο πλοίο (ΑΠ 1013/2003 ΕΝΔ 31.345, Εφ Πειρ. 283/2009 ΕΝΔ 37.102, Εφ Πειρ. 804/2009, Εφ Πειρ. 803/2009). Στην προκειμένη περίπτωση, ο πρώτος ενάγων δικαιούται: Α) για Δώρο Πάσχα 2014: το ποσόν των [μισθός ενεργείας 1.166,39€ + επίδομα Κυριακών 256,61€ + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,22€ + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + επίδομα εκτέλεσης έξτρα εργασιών 35,48€ + επίδομα άγονης γραμμής 101,83€ + μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής 1.456,29€ + τροφοδοσία 576,30€ = 3.647,93€ Χ4/8 μήνες=] 1.823,97€, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 1.074,54€ και συνεπώς δικαιούται διαφορά ποσού (1.823,97€ – 1.074,54€=) 749,43€. Β) Για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2014 για το διάστημα εργασίας του από 01.05.2014 έως 12.10.2014, κατά το οποίο το πλοίο εκτελούσε πλόες, το ποσό των [μισθός ενεργείας 1.166,39€ + επίδομα Κυριακών 256,61€ + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,22€ + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + επίδομα εκτέλεσης έξτρα εργασιών 35,48€ + επίδομα άγονης γραμμής 101,83€ + μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής 1.441,64€+ τροφοδοσία 576,30€ = 3.633,28€ Χ 5,4/8 μήνες=] 2.452,46€. Γ) για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2014 για το διάστημα εργασίας του από 13.10.2014 έως 31.12.2014, κατά το οποίο το πλοίο βρισκόταν για επισκευή, το ποσό των [μισθός ενεργείας 1.166,39€ + επίδομα Κυριακών 256,61€ + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,22€ + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + επίδομα εκτέλεσης έξτρα εργασιών 35,48€ + Σάββατα και αργίες 458,43€ + τροφοδοσία 576,30€ = 2.548,24€ Χ 2,6/8 μήνες=] 828,18€. Δ) για Δώρο Πάσχα 2015 το ποσό των [μισθός ενεργείας 1.166,39€ + επίδομα Κυριακών 256,61€ + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,22€ + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + επίδομα εκτέλεσης έξτρα εργασιών 35,48€ + Σάββατα και αργίες 458,43€ + τροφοδοσία 576,30€ = 2.548,24€ Χ4/8 μήνες=] 1.274,12€. Ε) για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2015 για το χρονικό διάστημα εργασίας του από 01.05.2015 έως 11.06.2015, το ποσό των [μισθός ενεργείας 1.166,39€ + επίδομα Κυριακών 256,61€ + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,22€ + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + επίδομα εκτέλεσης έξτρα εργασιών 35,48€ + Σάββατα και αργίες 458,43€ + τροφοδοσία 576,30€ = 2.548,24€ Χ 1,36/8 μήνες=] 433,20€ και ΣΤ) για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2015 για το χρονικό διάστημα εργασίας του από 12.06.2015 έως 30.07.2015, κατά το οποίο δεν υπήρχε εφοπλισμός, το ποσό των [μισθός ενεργείας 1.166,39€ + επίδομα Κυριακών 256,61€ + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,22€ + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + επίδομα εκτέλεσης έξτρα εργασιών 35,48€ + Σάββατα και αργίες 458,43€ + τροφοδοσία 576,30€ = 2.548,24€ Χ 1,64/8 μήνες=] 522,39€. Τέλος, αποδείχθηκε ότι ο πρώτος ενάγων απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά, την 30.07.2015, λόγω κλεισίματος ναυτολογίου, όπως αποδεικνύεται από τη σχετική καταγραφή στο ναυτικό του φυλλάδιο. Ο τρόπος αυτός λύσης της σύμβασης ναυτολόγησης συνιστά στην πραγματικότητα καταγγελία, για την οποία οφείλεται αποζημίωση, καθόσον ο λόγος αυτός (κλείσιμο ναυτολογίου) δεν εμπίπτει στην εξαίρεση του αρ 75§ 2 ΚΙΝΔ, κατά την οποία ο ναυτικός δεν δικαιούται της κατ` αρ. 72 ΚΙΝΔ αποζημίωσης, εάν η καταγγελία της σύμβασης έγινε από πταίσμα αυτού. Δηλαδή η κατ` αρ. 75παρ. 2 ΚΙΝΔ προβλεπόμενη αποζημίωση του ναυτικού σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασής του από τον πλοίαρχο κατ` αρ 72 ΚΙΝΔ τελεί μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η καταγγελία δεν εδικαιολογείτο από παράπτωμα του ναυτικού, ως εκ τούτου δε ο ενάγων δικαιούται αποζημίωση απόλυσης ίση προς τις αποδοχές δεκαπέντε (15) ημερών, ήτοι το ποσό των [μισθός ενεργείας 1.166,39€ + επίδομα Κυριακών 256,61€ + επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας 35,22€ + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + επίδομα εκτέλεσης έξτρα εργασιών 35,48€ + άδεια 323,41€ + τροφή αδείας 96,05€ + Σάββατα και αργίες 458,43€ + αναλογία δώρων 320,36€ + τροφοδοσία 576,30€ = 3.288,06€ : 30 Χ 15 ημέρες=] 1.644,03€. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι, στον Πειραιά, την 06.08.2013, μεταξύ του δεύτερου ενάγοντος, απογεγραμμένου Έλληνα ναυτικού και της πρώτης εναγόμενης εταιρείας, η οποία είχε την οικονομική διαχείριση και την εμπορική εκμετάλλευση, ως εφοπλίστρια, του, με Ελληνική σημαία και αριθμό νηολογίου Πειραιά …[M28] επιβατηγού οχηματαγωγού ακτοπλοϊκού πλοίου …[M29] ”, κ.ο.χ. …[M30] κυριότητας της δεύτερης εναγομένης, καταρτίστηκε προσύμφωνο ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, σε εκτέλεση του οποίου ο ενάγων προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε, την ίδια ημέρα, με την ειδικότητα του καθαριστή. Κατά το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του εφαρμοστέες ήταν οι εκάστοτε ισχύουσες Συλλογικές Συμβάσεις Ναυτικής Εργασίας Πληρωµάτων Ακτοπλοϊκών – Επιβατηγών Πλοίων, ενώ συμφωνήθηκε η καταβολή σε αυτόν, ως «κλειστού» μισθού, ποσού 2.081,93€ μηνιαίως [βασικός μισθός 910,38€ + επίδομα Κυριακών 200,28€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + επίδομα εκτέλεσης έξτρα εργασιών 35,48€ + επίδομα άγονης γραμμής 79,48€ + Σάββατα και αργίες 357,81€ + υπερωρίες και έξτρα εργασίες 95,00€ + άδεια 252,42€ + τροφοδοσία αδείας 96,05€] με την επισήμανση ότι ως επίδομα άγονης γραμμής είχε συμφωνηθεί και καταβάλλονταν παγίως στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 79,48€ και όχι το προβλεπόμενο από τις ισχύουσες ΣΣΝΕ μικρότερο ποσό, όπως υποστηρίζει η δεύτερη εναγομένη. Κατά τη διάρκεια δε της ναυτολόγησης του δεύτερου ενάγοντος οι εναγόμενες παρείχαν σε αυτόν τον απαιτούμενο ιματισμό, καθώς, όπως αποδεικνύεται από τα προσκομιζόμενα από τη δεύτερη εναγομένη τιμολόγια, αυτή προέβαινε σε αγορά διαφόρων ειδών τέτοιου ιματισμού, τα οποία παρέδιδε ακολούθως στα μέλη του πληρώματος και του εν λόγω πλοίου. Επομένως, εφόσον ο ενάγων λάμβανε σε είδος τον απαιτούμενο για την εργασία του ιματισμό, δεν υφίσταται υποχρέωση των εναγομένων σε καταβολή του προβλεπόμενου από τις προαναφερόμενες ΣΣΝΕ επιδόματος ιματισμού. Κατά το χρονικό διάστημα από 01.08.2014 έως 12.10.2014, κατά το οποίο το πλοίο εκτελούσε πλόες, ο δεύτερος ενάγων δικαιούτο, για δεδουλευμένες αποδοχές, το συνολικό ποσό των (2.081,93€ Χ 2,4 μήνες=) 4.996,63€, ενώ κατά το χρονικό διάστημα από 13.10.2014 έως 18.02.2015, κατά το οποίο το πλοίο βρισκόταν για επισκευή,το ποσό των (1.907,45€ -αφαιρουμένων από τον ως άνω μισθό του επιδόματος άγονης γραμμής και του ποσού των 95,00€, που καταβαλλόταν μηνιαίως για υπερωρίες- Χ 4,23 μήνες=) 8.068,51€, ήτοι συνολικό ποσό 13.065,14€, έναντι του οποίου ουδέν του καταβλήθηκε. Την 19.02.2015 ο δεύτερος ενάγων προέβη σε επίσχεση εργασίας λόγω μη καταβολής των ως άνω ληξιπρόθεσμων δεδουλευμένων αποδοχών του, με την άσκηση της οποίας και ενόσω αυτή διαρκούσε οι εναγόμενες ήταν υπερήμερες ως προς την καταβολή του μισθού του, οφείλοντας σε αυτόν τα εξής: – για το χρονικό διάστημα από 19.02.2015 έως 11.06.2015 [βασικός μισθός 910,38€ + επίδομα Κυριακών 200,28€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + Σάββατα και αργίες 357,81€+ άδεια 252,42€ + τροφοδοσία αδείας 96,05€= 1.871,97€ Χ 3,7 μήνες=] 6.926,29€, έναντι του οποίου ο ενάγων έλαβε το ποσό των 2.005,76€, ήτοι οφείλεται ποσό 4.920.53€ και – για το χρονικό διάστημα από 12.06.2015 έως 24.07.2015, κατά το οποίο δεν υπήρχε εφοπλισμός του πλοίου, [βασικός μισθός 910,38€ + επίδομα Κυριακών 200,28€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + Σάββατα και αργίες 357,81€ + άδεια 252,42€ + τροφοδοσία αδείας 96,05€ = 1.871,97€ Χ 1,43 μήνες=] 2.676,92€, έναντι του οποίου ο ενάγων έλαβε το ποσό των 1.834,24€, ήτοι οφείλεται ποσό 842,68€. Περαιτέρω, από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι ο δεύτερος ενάγων κατά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο το πλοίο εκτελούσε πλόες απασχολήθηκε πέραν του νόμιμου ωραρίου του, πραγματοποιώντας υπερωρίες, γεγονός που κατατέθηκε επ’ ακροατηρίω από τον μάρτυρα απόδειξης, αλλά επιβεβαιώνεται και από το ότι κάθε μήνα καταβαλλόταν σε αυτόν ένα χρηματικό ποσό για την υπερωριακή του εργασία, όπως προκύπτει από τους λογαριασμούς μισθοδοσίας, που νόμιμα προσκόμισαν και επικαλέστηκαν οι διάδικοι. Βάσει των προεκτεθέντων και ενόψει: 1) των συνθηκών και περιστάσεων που επικρατούσαν, κατά την απασχόληση του ενάγοντος, επί του ως άνω πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στις προαναφερόμενες ακτοπλοϊκές γραμμές, οι οποίες παρουσίαζαν ιδίως του θερινούς μήνες αυξημένη επιβατική κίνηση, 2) των χρονικών περιόδων, κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων και 3) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης αυτού, κρίνεται ότι αυτός απασχολήθηκε, στα πλαίσια των καθηκόντων της ειδικότητάς του, καθημερινά, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, μετά από σχετική εντολή του Πλοιάρχου και προκειμένου να καλύπτει τις σχετικές ανάγκες των πλόων του πλοίου, κατά μέσον όρο, επί 12 ώρες, από τις οποίες οι 4 ώρες μετά το νόμιμο οκτάωρο της καθημερινής και της Κυριακής εργασίας του έπρεπε να πληρωθούν με απλή υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 25% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης, για τα δε Σάββατα και τις αργίες έπρεπε να πληρωθούν όλες οι ώρες με υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 50% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης. Ειδικότερα, κατά το χρονικό διάστημα από 01.01.2014 έως 12.10.2014, εκτός από τις ημέρες 22.01.2014, 24.01.2014, 25.01.2014, 26.01.2014, 27.01.2014, 02.02.2014, 02.04.2014, 11.05.2014, 14.05.2014, 03.06.2014, 02.07.2014 και 05.07.2014, κατά τις οποίες το πλοίο δεν εκτέλεσε το προγραμματισμένο δρομολόγιό του λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, ο δεύτερος ενάγων εργάστηκε υπερωριακά επί 892 ώρες κατά τις καθημερινές και τις Κυριακές (223 καθημερινές και Κυριακές X 4 ώρες) και επί 600 ώρες κατά τα Σάββατα και τις αργίες (39 Σάββατα και 11 αργίες – Πρωτοχρονιά, Θεοφάνεια, Καθαρά Δευτέρα, 25η Μαρτίου, Μεγάλη Παρασκευή, Δευτέρα του Πάσχα, Αγίου Γεωργίου, 1η Μαΐου, της Αναλήψεως, 15η Αυγούστου και 14η Σεπτεμβρίου – ήτοι 50 ημέρες Χ 12 ώρες υπερωριακής εργασίας) και σύμφωνα με την ισχύουσα ΣΣΝΕ έτους 2014 έπρεπε να λαμβάνει το ποσό των 6,57€ για κάθε ώρα εργασίας του μετά το νόμιμο οκτάωρο τις καθημερινές και τις Κυριακές και το ποσό των 7,89€ για κάθε ώρα εργασίας του κατά τα Σάββατα και τις αργίες. Ήτοι, συνολικά, έπρεπε να λάβει το ποσό των [(892 ώρες X 6,57€ =) 5.860,44€ + (600 ώρες X 7,89€ =) 4.734,00€=] 10.594,44€. Αντ’ αυτών έλαβε το ποσό των 4.256,41€ [ (357,81€ για Σάββατα και αργίες + 95,00€ ως έξτρα σύμβασης –υπερωρίες=) 452,81€], εκ των οποίων έλαβε πραγματικά το ποσό των (452,81€ Χ 7 μήνες=) 3.169,67€ για το χρονικό διάστημα από 01.01.2014 έως 31.07.2014 και πλασματικά το ποσό των (452,81€ Χ 2,4 μήνες=) 1.086,74€ για το χρονικό διάστημα από 01.08.2014 έως 12.10.2014, τα οποία αξιώνει ο ενάγων με την κρινόμενη αγωγή, ως υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών. Επομένως δικαιούται, ως διαφορά υπερωριακής αμοιβής για το ανωτέρω χρονικό διάστημα το ποσό των (10.594,44€ – 4.256,41€=) 6.338,03 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το πλοίο, κατά το χρονικό διάστημα από 05.01.2014 μέχρι 06.03.2014 διανυκτέρευε δύο φορές την εβδομάδα στο λιμάνι του …[M31] και κατά το χρονικό διάστημα από 18.04.2014 έως 29.09.2014 τρεις φορές την εβδομάδα στο λιμάνι της Σύρου και συνεπώς ο ενάγων είχε την ευχέρεια να αναχωρεί από το πλοίο στη διάρκεια των διανυκτερεύσεων αυτών και να επιστρέφει το πρωί της επόμενης ημέρας, εφόσον μάλιστα δεν αποδείχθηκε ότι ήταν αναγκαία η διαρκής παρουσία του στο πλοίο ενόσω αυτό ήταν ακινητοποιημένο σε λιμάνι, όταν ο ίδιος δεν ήταν σε υπηρεσία βάρδιας. Με τον τρόπο αυτό εξασφάλιζε την πραγματοποίηση των προβλεπόμενων από το άρθρο 16 των ως άνω ΣΣΝΕ διανυκτερεύσεων, ήτοι μία φορά το μήνα από Ιούλιο μέχρι Σεπτέμβριο και δύο φορές το μήνα από Οκτώβριο μέχρι Ιούνιο στα λιμάνια αφετηρίας ή προορισμού, με αποτέλεσμα να μη δικαιούται αποζημίωση, λόγω μη χορήγησης αυτών, όπως υποστηρίζει με την αγωγή του, απορριπτομένου του σχετικού κονδυλίου, ως κατ΄ουσίαν αβασίμου. Περαιτέρω, σύμφωνα με την προαναφερόμενη Σ.Σ.Ν.Ε., ο δεύτερος ενάγων δικαιούται: Α) για Δώρο Πάσχα 2014: το ποσόν των [βασικός μισθός 910,38€ + επίδομα Κυριακών 200,28€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής 1.135,71€ + τροφοδοσία 576,30€ = 2.877,70€ Χ4/8 μήνες=] 1.438,85€, έναντι του οποίου έλαβε από την πρώτη εναγομένη το ποσό των 827,86€ και συνεπώς δικαιούται ποσό 610,99€. Β) Για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2014 για το διάστημα εργασίας του από 01.05.2014 έως 12.10.2014, κατά το οποίο το πλοίο εκτελούσε πλόες, το ποσό των[βασικός μισθός 910,38€ + επίδομα Κυριακών 200,28€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής 1.124,18€ + τροφοδοσία 576,30€ = 2.866,17€Χ 5,4/8 μήνες=] 1.934,66€. Γ) για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2014 για το διάστημα εργασίας του από 13.10.2014 έως 31.12.2014, κατά το οποίο το πλοίο βρισκόταν για επισκευή, το ποσό των [βασικός μισθός 910,38€ + επίδομα Κυριακών 200,28€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + Σάββατα και αργίες 357,81€ + τροφοδοσία 576,30€ = 2.099,80€ Χ 2,6/8 μήνες=] 682,44€. Δ) για Δώρο Πάσχα 2015 το ποσό των [βασικός μισθός 910,38€ + επίδομα Κυριακών 200,28€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + Σάββατα και αργίες 357,81€ + τροφοδοσία 576,30€ = 2.099,80€ Χ 4/8 μήνες=] 1.049,90€. Ε. για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2015 για το χρονικό διάστημα εργασίας του από 01.05.2015 έως 11.06.2015, το ποσό των [βασικός μισθός 910,38€ + επίδομα Κυριακών 200,28€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + Σάββατα και αργίες 357,81€ + τροφοδοσία 576,30€ = 2.099,80€ Χ 1,36/8 μήνες=] 356,97€ και ΣΤ) για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2015 για το χρονικό διάστημα εργασίας του από 12.06.2015 έως 24.07.2015, κατά το οποίο δεν υπήρχε εφοπλισμός, το ποσό των [βασικός μισθός 910,38€ + επίδομα Κυριακών 200,28€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + Σάββατα και αργίες 357,81€ + τροφοδοσία 576,30€ = 2.099,80€ Χ 1,43/8 μήνες =] 375,34€. Τέλος, αποδείχθηκε ότι ο δεύτερος ενάγων απολύθηκε στο λιμάνι του Κερατσινίου, την 24.07.2015, κατ΄εφαρμογήν του άρθρου 11 του Ν. 3816/2010, καθότι το πλοίο θεωρήθηκε εγκαταλελειμμένο και καταβλήθηκαν από το ΝΑΤ, έναντι των καθυστερούμενων βασικών μισθών και επιδομάτων, μισθοί τριών μηνών, κατόπιν δε τούτου και σύμφωνα με την παρ. 1 α εδ. δ του ως άνω άρθρου, επήλθε αυτοδίκαιη λύση της σύμβασης ναυτικής εργασίας και κλείσιμο του ναυτολογίου. Ως δε προεκτέθη, ο τρόπος αυτός λύσης της σύμβασης ναυτολόγησης (κλείσιμο ναυτολογίου) δεν εμπίπτει στην εξαίρεση του αρ 75§ 2 ΚΙΝΔ, κατά την οποία ο ναυτικός δεν δικαιούται της κατ` αρ. 72 ΚΙΝΔ αποζημίωσης, εάν η καταγγελία της σύμβασης έγινε από πταίσμα αυτού, συνεπώς δε ο ενάγων δικαιούται αποζημίωση απόλυσης ίση προς τις αποδοχές δεκαπέντε (15) ημερών, λαμβανομένου υπόψην του καταβαλλόμενου μισθού κατά τον τελευταίο μήνα απασχόλησής του, ήτοι το ποσό των [βασικός μισθός 910,38€ + επίδομα Κυριακών 200,28€ + επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + επίδομα κατώτερου πληρώματος 19,81€ + Σάββατα και αργίες 357,81€ + άδεια 252,42€ + τροφή αδείας 96,05€ + αναλογία δώρων εορτών 263,25€ + τροφοδοσία 576,30€ = 2.711,52€ : 30 Χ 15 ημέρες=]1.355,76€. Μετά ταύτα, πρέπει η κρινόμενη αγωγή, να γίνει δεκτή, κατά την κύρια βάση της, εν μέρει, ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και Α. να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, ευθυνόμενες εις ολόκληρον έκαστη, πλην όμως η δεύτερη περιορισμένα δια του πλοίου …[M32] και μέχρι της αξίας αυτού, να καταβάλουν στον πρώτο ενάγοντα, το ποσό των 7.433,92€ για διαφορά υπερωριακής αμοιβής και το συνολικό ποσό των 5.737,39€ για διαφορά Δώρων εορτών και στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 6.338,03€ για διαφορά υπερωριακής αμοιβής και το συνολικό ποσό των 4.634,96€ για διαφορά Δώρων εορτών, προσέτι δε να αναγνωρισθεί η υποχρέωσή τους, υπό τις ανωτέρω ιδιότητες έκαστη, να καταβάλουν στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 23.247,54€ για υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών και στον δεύτερο ενάγοντα το συνολικό ποσό των 13.065,14€ για υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών και το ποσό των 4.920,53€ για μισθούς υπερημερίας και Β. να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγομένη, με την ιδιότητα της πλοιοκτήτριας του ως άνω πλοίου, να καταβάλει στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 522,39€ για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2015 και το ποσό των 1.644,03€, ως αποζημίωση απόλυσης και στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 375,34€ για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2015 και το ποσό των 1.355,76€για αποζημίωση απόλυσης και να αναγνωριστεί η υποχρέωση της δεύτερης εναγομένης, με την ιδιότητα της πλοιοκτήτριας, να καταβάλει στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 1.276,67€, ως υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών και στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των 842,68€ για μισθούς υπερημερίας, όλα δε τα ανωτέρω νομιμότοκα, ως ακολούθως: για τους δεδουλευμένους μισθούς και επιδόματα και την αμοιβή της υπερωριακής απασχόλησης από την πρώτη ημέρα του επομένου του μηνός στον οποίον αφορούν, για τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων από την 1η Ιανουαρίου του επομένου του έτους εντός του οποίου οφείλονται, για τα επιδόματα εορτών Πάσχα από την 1η Μαΐου του έτους εντός του οποίου οφείλονται και για την αποζημίωση απόλυσης από την επομένη επίδοσης της κρινόμενης αγωγής, έως την πλήρη εξόφληση. Επίσης, το Δικαστήριο κρίνει ότι η απόφαση πρέπει, κατά τις καταψηφιστικές της διατάξεις, να κηρυχθεί εν μέρει προσωρινά εκτελεστή, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό, διότι η επιβράδυνση της ολικής εκτέλεσής της είναι δυνατό να προξενήσει σημαντική ζημία στους ενάγοντες, ενόψει και της φύσης των επίδικων απαιτήσεων, ως προερχόμενων από σύμβαση εξαρτημένης εργασίας (907, 908 παρ.1 ε΄ και 910 περ. 4. ΚΠολΔ). Ακολούθως, πρέπει να οριστεί παράβολο ερημοδικίας, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας εκ μέρους της πρώτης των εναγομένων κατά της απόφασης αυτής (αρθρ. 591 παρ.1, συνδ. αρθρ. 505 και 673 ΚΠολΔ) και, τέλος, να καταδικαστούν οι εναγόμενες στην καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης των εναγόντων (178§1, 191§2 Κ.Πολ.Δ.), σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της πρώτης εναγομένης και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.
ΟΡΙΖΕΙ παράβολο για την άσκηση ανακοπής ερημοδικίας, το ύψος του οποίου καθορίζει στο ποσό των διακοσίων (200,00) ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρειτην αγωγή κατά την κύρια βάση της.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τις εναγόμενες, ευθυνόμενες εις ολόκληρον, η δεύτερη όμως περιορισμένα δια του πλοίου …[M33] και μέχρι της αξίας αυτού, να καταβάλουν στον πρώτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των δέκα τριών χιλιάδων εκατόν εβδομήντα ενός ευρώ και τριάντα ενός λεπτών (13.171,31€) και στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των δέκα χιλιάδων εννιακοσίων εβδομήντα δύο ευρώ και ενενήντα εννέα λεπτών (10.972,99€),νομιμότοκα, σύμφωνα με τις διαλαμβανόμενες στο σκεπτικό διακρίσεις, έως την πλήρη εξόφληση.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση, ως προς την αμέσως προηγούμενη καταψηφιστική της διάταξη, προσωρινά εκτελεστή, εν μέρει και δη για ποσό πέντε χιλιάδων ευρώ (5.000,00€)για έκαστο των εναγόντων.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι εναγόμενες, ευθυνόμενες εις ολόκληρον, η δεύτερη όμως περιορισμένα δια του πλοίου …[M34] και μέχρι της αξίας αυτού, οφείλουν να καταβάλουν στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των είκοσι τριών χιλιάδων διακοσίων σαράντα επτά ευρώ και πενήντα τεσσάρων λεπτών (23.247,54€) και στο δεύτερο ενάγοντα το συνολικό ποσό των δέκα επτά χιλιάδων εννιακοσίων ογδόντα πέντε ευρώ και εξήντα επτά λεπτών (17.985,67€), νομιμότοκα, σύμφωνα με τις διαλαμβανόμενες στο σκεπτικό διακρίσεις, έως την πλήρη εξόφληση.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τη δεύτερη εναγομένη να καταβάλει στον πρώτο ενάγοντα το συνολικό ποσό των δύο χιλιάδων εκατόν εξήντα έξι ευρώ και σαράντα δύο λεπτών (2.166,42€) και στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των χιλίων επτακοσίων τριάντα ενός ευρώ και δέκα λεπτών (1.731,10€), νομιμότοκα, σύμφωνα με τις διαλαμβανόμενες στο σκεπτικό διακρίσεις έως την πλήρη εξόφληση.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση, ως προς την αμέσως προηγούμενη καταψηφιστική της διάταξη προσωρινά εκτελεστή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση της δεύτερης εναγομένης να καταβάλει στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των χιλίων διακοσίων εβδομήντα έξι ευρώ και εξήντα επτά λεπτών (1.276,67€) και στο δεύτερο ενάγοντα το ποσό των οκτακοσίων σαράντα δύο ευρώ και εξήντα οκτώ λεπτών (842,68€), νομιμότοκα, σύμφωνα με τις διαλαμβανόμενες στο σκεπτικό διακρίσεις έως την πλήρη εξόφληση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εναγομένων μέρος της δικαστικής δαπάνης των εναγόντων, το οποίο ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων ευρώ (1.800,00€).
ΚPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις Απριλίου 2017, χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι και ο πληρεξούσιος Δικηγόρος των εναγόντων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ