ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 4133/2017
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
(Τακτική Διαδικασία)
………………………………………
Αποτελούμενο από τον Δικαστή Χαρίλαο Παππά, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και την Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 14 Μαρτίου 2017, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία …[M1] που εδρεύει στον Δήμο Κ. Α.[M2] , οδός Π. [M3] . …[M4] ), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις o πληρεξούσιoς δικηγόρος της, Εμμανουήλ Σεβδαλής, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Εταιρείας με την επωνυμία …[M5] που εδρεύει στον ….. οδός Δ. Γ. [M6] . …., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2) εταιρείας με την επωνυμία …[M7] που εδρεύει στην Λ. Κ.[M8] , οδός Ρ. Φ. [M9] …, που εκπροσωπείται νόμιμα από την εταιρεία με την επωνυμία …[M10] που εδρεύει στον……. , οδός Δ. Γ. [M11] . 2, και 3) Ι. Α.[M12] του Η.,[M13] κατοίκου Δήμου Φ., Λ. Φ. [M14] . ….. για τους οποίους προκατέθεσε προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος τους, Καρμέλα Σπυριδούλα Μαυρόχη, και δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 12-9-2016 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με γενικό αριθμό κατάθεσης …[M15] και με ειδ. αριθ. κατ. δικογράφου …[M16] , προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Mε την υπό κρίση αγωγή της, η ενάγουσα εκθέτει ότι, στις 25-8-2015 και περί ώρα 21:20, κατά τον κατάπλου και κατά τη διαδικασία πρυμνοδέτησης στο λιμάνι του Αδάμαντα Μήλου του υπό κυπριακή σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου (Ε/Γ-Ο/Γ) τύπου …[M17] , νηολογίου Λεμεσού Κύπρου με αριθμό …[M18] , εφοπλισμού της πρώτης των εναγομένων και κυριότητας της δεύτερης εξ αυτών, από αποκλειστική υπαιτιότητα του τρίτου εναγομένου, προστηθέντος από την πρώτη εναγομένη, ο οποίος, ως πλοίαρχος του εν λόγω πλοίου, κατά παράβαση των κανόνων της ναυτικής τέχνης και των διατάξεων του άρθρου 4 παρ. 1 εδ. γ΄ του Γενικού Κανονισμού Λιμένος Μήλου, προσέγγισε το ανωτέρω λιμάνι με υπερβολική ταχύτητα (άνω των 5 μιλίων) και διενήργησε απότομους και βεβιασμένους χειρισμούς προκειμένου το πλοίο …[M19] να ανακόψει ταχύτητα, να αναποδίσει και να προσεγγίσει την προβλήτα πρόσδεσης επιβατηγών πλοίων για να πρυμνοδετήσει σ’ αυτήν, δημιουργήθηκαν υψηλοί αλλεπάλληλοι κυματισμοί και δίνες, που είχαν ως συνέπεια να προκληθούν περαιτέρω βίαιες, ανεξέλεγκτες και διαδοχικές ωθήσεις του ανήκοντος στην πλοιοκτησία της ίδιας (ενάγουσας) επαγγελματικού ιστιοπλοϊκού πλοίου …[M20] προς την προβλήτα, όπου προσέκρουσε τρεις φορές με το πρυμναίο τμήμα του με αποτέλεσμα να υποστεί τις αναφερόμενες στο δικόγραφο ζημίες. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ζητεί να υποχρεωθούν με προσωρινά εκτελεστή απόφαση οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, να της καταβάλουν, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής: α) 29.075,00 ευρώ, ως αποζημίωση για τη θετική της ζημία, αφού αυτό το ποσό δαπάνησε για την αποκατάσταση των ζημιών του επίδικου σκάφους της, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στην αγωγή, β) 10.000,00 ευρώ, ως αποζημίωση για τη θετική επίσης ζημία της, δεδομένου ότι στο ποσό αυτό ανήλθε η μείωση της αγοραστικής αξίας του βλαβέντος ως άνω σκάφους της, παρά την επισκευή του, και γ) 25.427,26 ευρώ, ως αποζημίωση για την αποθετική ζημία που υπέστη, εξαιτίας της αδυναμίας να εκμεταλλευτεί το εν λόγω σκάφος κατά το αναφερόμενο χρονικό διάστημα κατά το οποίο αυτό παρέμενε ακινητοποιημένο σε δεξαμενισμό, προκειμένου ν’ αποκατασταθούν οι προεκτιθέμενες ζημίες του, με αποτέλεσμα να απωλέσει τους ναύλους που θα εισέπραττε μετά βεβαιότητας κατά το διάστημα αυτό, καθώς και να απαγγελθεί εις βάρος του τρίτου εξ αυτών (εναγομένων) προσωπική κράτηση ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης που θα εκδοθεί. Με τα ανωτέρω ως περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία (άρθρα 1, 5 παρ. 1, 7 στοιχ. 2, 8 παρ. 1 και 66 παρ. 1 του υπ’ αριθ. 1215/2012 Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ε.Ε. της 12ης Δεκεμβρίου 2012 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»), είναι δε αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 9, 12 παρ. 1, 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρα 22, 25 παρ. 2, 35, 37 παρ. 1 και 74 του ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 51 παρ. 1, 2 και 3Β περ. δ΄ Ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς). Περαιτέρω, η κρινόμενη αγωγή, η οποία αφορά σε ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, ήτοι σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας, είναι ερευνητέα στο σύνολό της κατά το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο και ειδικότερα ως προς την επικαλούμενη αδικοπραξία, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1 εδ. α΄, 14 παρ. 1α, 31 και 32 του Κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές της 11.7.2007, καθόσον υφίσταται εν προκειμένω σχετική σιωπηρή συμφωνία, μεταγενέστερη της επέλευσης του ζημιογόνου γεγονότος, αφού η ενάγουσα θεμελιώνει ρητά τις αξιώσεις της στο ημεδαπό δίκαιο, χωρίς να υφίσταται επ’ αυτού αμφισβήτηση εκ μέρους των εναγομένων (βλ. και ΕφΠειρ 27/2001 ΕΝΔ 30. 19). Εξάλλου, η ευθύνη της δεύτερης εναγομένης, κυρίας του πλοίου …[M21] , από την ιστορούμενη ως άνω αδικοπραξία, αν και είναι πραγματοπαγής, αποτελεί στο πλαίσιο του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου εξωσυμβατική ενοχή, το έρεισμα της οποίας αναζητείται στο νόμο (ενοχή ex lege). Ειδικός κανόνας ιδιωτικού διεθνούς δικαίου που να προσδιορίζει ευθέως εν προκειμένω το εφαρμοστέο δίκαιο δεν υπάρχει ούτε αποτελεί τέτοιον κανόνα άμεσης εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 106 εδ. β΄ του ΚΙΝΔ, κατά την οποία «αι εκ του εφοπλισμού απορρέουσαι απαιτήσεις ασκούνται και κατά του πλοίου», ενώ η ως άνω ευθύνη της δεύτερης εναγομένης δεν υπάγεται στη ρύθμιση του ανωτέρω Κανονισμού (ΕΚ) 864/2007, δεδομένου ότι με τον εν λόγω Κανονισμό θεσπίζονται κανόνες σύγκρουσης νόμων που διέπουν μόνον τις κυριότερες εξωσυμβατικές ενοχές και δη αυτές που απορρέουν, α) από αδικοπραξία γενικά (Κεφάλαιο ΙΙ, άρθρα 4-9) και β) από αδικαιολόγητο πλουτισμό, από πράξεις διοίκησης αλλοτρίων και από ευθύνη κατά τις διαπραγματεύσεις (Κεφάλαιο ΙΙΙ, άρθρα 10-13). Ενόψει τούτων, το εφαρμοστέο δίκαιο επί της προεκτιθέμενης ευθύνης της δεύτερης εναγομένης πρέπει να αναζητηθεί με βάση την αναλογική εφαρμογή του συνδετικού κανόνα του άρθρου 4 παρ. 3 και 4 του Κανονισμού Ε.Ε. 593/2008 «Για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» και του άρθρου 25 εδ. β΄ ΑΚ. Κατά τον κανόνα αυτό, εφαρμοστέο είναι το δίκαιο που αρμόζει στη σχέση από το σύνολο των ειδικών συνθηκών, οι οποίες συνεκτιμώνται ανάλογα με τη στενότητα ή χαλαρότητα του συνδέσμου της έννομης βιοτικής σχέσης προς την εκάστοτε πολιτεία το δίκαιο της οποίας θα εφαρμοσθεί, το οποίο εν προκειμένω είναι το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, καθόσον εκ του συνόλου των επικαλούμενων με την ένδικη αγωγή περιστάσεων {δρομολόγηση του πλοίου …[M22] της δεύτερης εναγομένης στον ελληνικό θαλάσσιο χώρο, όπου έλαβε χώρα και το επίδικο ατύχημα, η δε εφοπλίστρια του εν λόγω πλοίου, πρώτη των εναγομένων, εκπροσωπεί νόμιμα τη δεύτερη εξ αυτών (εναγομένων) στην έδρα της (α΄ εναγομένης) στον Πειραιά}, συνάγεται ότι το δίκαιο αυτό (ελληνικό) συνδέεται στενότερα με την επικαλούμενη έννομη βιοτική σχέση που συνδέει τις εναγόμενες εταιρείες, από την οποία απορρέει και η σχετική ευθύνη της δεύτερης εξ αυτών για τις αγωγικές αξιώσεις (βλ. και ΑΠ 384/2005 ΕΕμπΔ 2005. 375, Αρμ 2005. 1985, ΔΕΕ 2005. 1079, δημοσιευθείσα και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ»). Ακολούθως, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου αιτιάσεων των εναγομένων, καθόσον αναφέρεται σ’ αυτή με σαφήνεια η παράνομη και υπαίτια πράξη του προστηθέντος της πρώτης εξ αυτών (εναγομένων) τρίτου εναγομένου, που θεμελιώνει την αγωγική αξίωση προς αποζημίωση, όλα τα αναγκαία στοιχεία για τον προσδιορισμό της επικαλούμενης ζημίας της ενάγουσας, ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ αυτής και της ως άνω πράξης, καθώς και η εσωτερική συνάφεια μεταξύ της ζημιογόνου πράξης του προστηθέντος τρίτου εναγομένου και της υπηρεσίας που του ανατέθηκε, για τη θεμελίωση της ευθύνης της προστήσασας πρώτης εναγομένης, και νόμιμη, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 71, 297, 298, 330 εδ. β΄, 346, 481, 914, 922 ΑΚ, 84 εδ. β΄, 105, 106 του Ν. 3816/1958 περί Κ.Ι.Ν.Δ., 907, 908 παρ. 1 περ. δ΄, 1047 παρ. 1 και 1049 παρ. 1 εδάφιο α΄ ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι, για το παραδεκτό της συζήτησής της, έχει καταβληθεί το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ’ αριθ. …[M23] σειρά … διπλότυπο είσπραξης τύπου Β της ΔΟΥ …΄ ……..).
Σύμφωνα με τα άρθρα 422 παρ. 1 και 424 ΚΠολΔ, όπως αυτά προστέθηκαν με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του Ν.4335/2015, διάδικος που επιδιώκει τη λήψη ένορκης βεβαίωσης, επιδίδει δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση στον αντίδικο κλήση, η οποία αναφέρει την αγωγή, το ένδικο βοήθημα ή μέσο, που αφορά η βεβαίωση, τόπο, ημέρα και ώρα που θα δοθεί, το ονοματεπώνυμο, το επάγγελμα και τη διεύθυνση της κατοικίας του μάρτυρα, ενώ ένορκη βεβαίωση που δίδεται κατά παράβαση των ανωτέρω, δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη στο πλαίσιο της δίκης για την οποία δόθηκε, ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων. Από τις διατάξεις αυτές οι οποίες εξαρτούν το παραδεκτό του εν λόγω αποδεικτικού μέσου από την προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου για να δυνηθεί να παραστεί κατά την εξέταση, συνάγεται ότι απαιτείται στη σχετική κλήση να ορίζεται κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο ο χρόνος και ο τόπος της εξέτασης και ότι αν τούτο δεν συμβεί η ένορκη βεβαίωση που δόθηκε κατά παράβαση των ανωτέρω διατάξεων είναι ανύπαρκτη ως αποδεικτικό μέσο και δεν λαμβάνεται υπόψη (βλ. και ΑΠ 275/2013 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ»). Στην προκείμενη περίπτωση, από την εκτίμηση των υπ’ αριθ. …[M24] ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων της ενάγουσας, Σ. Σ., Δ. Π. Α. Κ.,[M25] αντιστοίχως, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, οι οποίες ελήφθησαν μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των εναγομένων (βλ. τις υπ’ αριθ. …[M26] εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς, Ν. Τ.[M27] ), και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται, μεταξύ των οποίων η προσκομιζόμενη από την ενάγουσα, από 26-2-2016 ιδιωτική πραγματογνωμοσύνη του ναυπηγού – μηχανικού Α. Μ.[M28] , μετά των συνημμένων σ’ αυτή φωτογραφιών, και η προσκομιζόμενη από τους εναγομένους, από 20-12-2016 ιδιωτική πραγματογνωμοσύνη του ναυπηγού μηχανολόγου – μηχανικού Χρήστου Γεωργουσόπουλου, καθώς και τα έγγραφα της σχηματισθείσας για το επίδικο ατύχημα ποινικής δικογραφίας, τα οποία (έγγραφα της ποινικής δικογραφίας) λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια (βλ. και ΑΠ 1506/2003 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», 714/1993 ΕλλΔνη 1995. 95, 96), μη λαμβανομένων υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην αμέσως προπαρατεθείσα μείζονα πρόταση της παρούσας, αφενός μεν των υπ’ αριθ. …[M29] [M30] ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων των εναγομένων, Κ. Κ.[M31] και Ι. Γ.[M32] , αντίστοιχα, ενώπιον του Ειρηνοδίκη …….καθόσον ο κατά διαζευκτικό τρόπο προσδιορισμός στην επιδοθείσα στην ενάγουσα σχετική από 14-12-2016 κλήση, περισσοτέρων χρόνων για την εξέταση των μαρτύρων, ήτοι σε διαφορετικές διαζευκτικά ημέρες (5 τον αριθμό) και σε διαφορετικές διαζευκτικά ώρες (4 τον αριθμό), δεν είναι σαφής και συγκεκριμένος ώστε να παρέχεται στην ενάγουσα η δυνατότητα να παρασταθεί κατά την εξέταση και συνακόλουθα δεν πληρούται στην προκείμενη περίπτωση η απαιτούμενη από τη διάταξη του άρθρου 422 παρ. 1 ΚΠολΔ προϋπόθεση της προηγούμενης νόμιμης κλήτευσης της τελευταίας (ενάγουσας), αφετέρου δε της υπ’ αριθ. …[M33] ένορκης βεβαίωσης της μάρτυρος των εναγομένων, Ε. Κ.[M34] , ενώπιον του συμβολαιογράφου Σ., Ν. Σ.[M35] , και των εγγράφων που προσκομίζονται με το δικόγραφο της κατατεθείσας προσθήκης στις προτάσεις τους (εναγομένων), δεδομένου ότι η εν λόγω προσθήκη περιορίζεται, κατ’ άρθρο 237 παρ. 2 του ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, στην αξιολόγηση των αποδείξεων, καθώς και στην επίκληση νέων ισχυρισμών και προσκόμιση νέων αποδεικτικών μέσων μόνο για την αντίκρουση ισχυρισμών που περιέχονται στις προτάσεις, προϋπόθεση η οποία δεν συντρέχει στην προκείμενη περίπτωση, αφού, άλλωστε, με τις κατατεθείσες προτάσεις της ενάγουσας δεν προτάθηκαν νέοι αυτοτελείς ισχυρισμοί, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 25-8-2015 και περί ώρα 21:20, κατά τον κατάπλου και κατά τη διαδικασία πρυμνοδέτησης στο λιμάνι του Αδάμαντα Μήλου του υπό κυπριακή σημαία επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου (Ε/Γ-Ο/Γ) τύπου …[M36] , νηολογίου Λεμεσού Κύπρου με αριθμό …[M37] , εφοπλισμού της πρώτης των εναγομένων και κυριότητας της δεύτερης εξ αυτών, ο προστηθείς από την πρώτη (εναγομένη) τρίτος εναγόμενος, ως πλοίαρχος του εν λόγω πλοίου, κατά παράβαση των κανόνων της ναυτικής τέχνης και της ασφαλούς ναυσιπλοΐας, αλλά και των διατάξεων του άρθρου 4 παρ. 1β του Γενικού Κανονισμού Λιμένος Μήλου, αφού και ο ίδιος ο τρίτος εναγόμενος, στην προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από την ενάγουσα από 30-12-2015 προανακριτική του κατάθεση ενώπιον του Κεντρικού Λιμεναρχείου Ηρακλείου, δεν ανέφερε ότι υπήρχαν κατά τον ανωτέρω χρόνο συνθήκες που να επέβαλαν την υπέρβαση του προβλεπόμενου στις ως άνω διατάξεις ορίου ταχύτητας των 5 μιλίων ανά ώρα, προσέγγισε το ανωτέρω λιμάνι με ταχύτητα περί τα 12 μίλια ανά ώρα – όπως δεν αμφισβητείται ειδικώς από τους εναγομένους, συναγομένης σχετικής ομολογίας τους κατ’ άρθρο 261 εδ. β΄ ΚΠολΔ, ενόψει και των λοιπών ισχυρισμών τους και ιδίως αυτού περί οδηγιών του κατασκευαστή όμοιων σκαφών με το …[M38] να φέρουν αυτά κατά την προσέγγισή τους σε λιμάνια για πρόσδεση ταχύτητα περί τα 12 μίλια, ούτως ώστε να γίνονται σωστοί και ασφαλείς χειρισμοί πλοήγησης – και διενήργησε απότομους και βεβιασμένους χειρισμούς προκειμένου το πλοίο να ανακόψει ταχύτητα, να αναποδίσει και να προσεγγίσει την προβλήτα πρόσδεσης επιβατηγών πλοίων για να πρυμνοδετήσει σ’ αυτήν, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν συνεχείς κυματισμοί (διάρκειας ενός λεπτού και ύψους περί το μισό μέτρο σύμφωνα με την από 4-9-2015 προανακριτική κατάθεση του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας, Π. Λ.[M39] , ενώπιον του Λιμεναρχείου Μήλου) και δίνες, που είχαν ως περαιτέρω συνέπεια να προκληθούν βίαιες και διαδοχικές ωθήσεις του ανήκοντος στην πλοιοκτησία της ενάγουσας επαγγελματικού ιστιοπλοϊκού τουριστικού πλοίου …[M40] με αριθμό νηολογίου …… ……, προς την προβλήτα, όπου προσέκρουσε τρεις φορές με το πρυμναίο τμήμα του και εξ αυτού του λόγου υπέστη ζημίες στο τμήμα του αυτό και ειδικότερα πολλαπλά ρήγματα, αποκολλήσεις υαλοϋφασμάτων και χρώματος στη γάστρα και στο άνω πρυμναίο τμήμα (κατάστρωμα), ολική καταστροφή της αλουμινένιας πασαρέλας μήκους 3,5 μέτρων ως και της βάσης στήριξης αυτής, μεγάλη στρέβλωση της ανοξείδωτης σκάλας μπάνιου ως και της βάσης στήριξης αυτής, παραμόρφωση πλαστικών θυρίδων επιθεώρησης και καταστροφή ζωναριού (βλ. και την προσκομιζόμενη από την ενάγουσα, από 26-2-2016 ιδιωτική πραγματογνωμοσύνη του ναυπηγού – μηχανικού Α. Μ.[M41] , μετά των συνημμένων σ’ αυτή φωτογραφιών). Εντούτοις, λαμβάνοντας υπόψη και την άρνηση της αγωγής εκ μέρους των εναγομένων και δεδομένης της προκύπτουσας διαφοροποίησης των καταθέσεων που δόθηκαν προανακριτικά αλλά και στα πλαίσια της παρούσας δίκης από τους μάρτυρες της ενάγουσας, ως προς τον τρόπο πρόσδεσης του σκάφους …[M42] κατά το χρόνο του επίδικου ατυχήματος, το οποίο (σκάφος), σύμφωνα και με την ως άνω από 26-2-2016 ιδιωτική πραγματογνωμοσύνη του ναυπηγού – μηχανικού Α. Μ.[M43] , ήταν πρυμνοδετημένο σχεδόν στη γωνία της προβλήτας πρόσδεσης επαγγελματικών σκαφών του λιμένα Αδάμαντα της νήσου Μήλου και σε απόσταση 100 περίπου μέτρων ανατολικά από την κεντρική προβλήτα πρόσδεσης των επιβατηγών πλοίων, με ποντισμένες δύο άγκυρες εκ της πλώρης βάρους εκάστης 25 κιλών με έκταμα αλυσίδας (12 χιλιοστών) 80 και 20 μέτρων αντίστοιχα (η αλυσίδα των 20 μέτρων με 30 μέτρα σχοινί επιπλέον) και με 4 πρυμναία σχοινιά πρόσδεσης (δύο από κάθε πλευρά), η δε πρύμνη αυτού απείχε από την προβλήτα τρία μέτρα περίπου, συνάγεται ότι τα προδιαλαμβανόμενα αποδεικτικά μέσα δεν αρκούν για την αποδεικτική πληρότητα και επάρκεια του εξαχθέντος συμπεράσματος, όσον αφορά στα εξής: α) αν η προπεριγραφόμενη πρόσδεση του σκάφους …[M44] με ολικό μήκος 16,35 μ., πλάτος 4,55 μ. και βάθος 1,75 μ., με δύο βοηθητικές μηχανές ΜΕΚ YANMAR DIESEL με ιπποδύναμη 2 X 88 ΒΗΡ, που κατασκευάστηκε στο ναυπηγείο της DROMOR Ο.Ε. το 1991 και είναι τύπου VENUS 16 Plus (και ειδικότερα αναφορικά με το βάρος των αγκυρών σε σχέση με το φέρον αυτές ως άνω σκάφος) έγινε με τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο με βάση τη ναυτική πείρα και τους κανόνες ναυτικής επιμέλειας, β) αν οι αλυσίδες των αγκυρών ήταν τεντωμένες (φερμαρισμένες) και είχαν τοποθετηθεί προστατευτικά παραβλήματα (μπαλόνια) στο πρυμναίο μέρος του …[M45] κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος, αυτά θα ήταν πρόσφορα για να αποτραπεί η προαναφερθείσα ζημία του εν λόγω σκάφους, και γ) ποια ήταν η εμπορική αξία του σκάφους …[M46] πριν το επίδικο ατύχημα και αν μειώθηκε και κατά ποιο ποσοστό μετά την επέλευση των ανωτέρω ζημιών και την επακολουθούσα αντικατάσταση όλου του πρυμναίου τμήματός του (σκάφους). Με βάση τα προεκτεθέντα και ενόψει του ερειδομένου στο άρθρο 300 ΑΚ ισχυρισμού που διαλαμβάνεται στις έγγραφες προτάσεις των εναγομένων περί συντρέχοντος πταίσματος των οργάνων της ενάγουσας τόσο στην επέλευση όσο και στην έκταση της προεκτιθέμενης ζημίας του επίδικου σκάφους της, υφίστανται κενά και αμφίβολα σημεία, τα οποία χρειάζονται συμπλήρωση και επεξήγηση. Συνεπώς, κρίνεται απολύτως αναγκαίο, ως προς τα ανωτέρω ζητήματα που χρήζουν ειδικές γνώσεις επιστήμης για να γίνουν αντιληπτά, αφενός μεν να διοριστεί πραγματογνώμονας, σύμφωνα με τα άρθρα 368 παρ. 1, 383 και 385 ΚΠολΔ, προκειμένου, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας, να διεξαγάγει την ανατεθείσα σ’ αυτόν πραγματογνωμοσύνη, αφετέρου δε να εξεταστούν μάρτυρες στο ακροατήριο. Συνακόλουθα, το παρόν Δικαστήριο κρίνει απολύτως αναγκαίο, για την πλήρη διακρίβωση και ορθή διάγνωση της διαφοράς, να διατάξει, σύμφωνα με τα άρθρα 237 παρ. 6 και 254 του ΚΠολΔ, όπως αυτά αντικαταστάθηκαν από το άρθ. 1 άρθ. δεύτερο παρ. 2 του Ν.4335/2015, την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, προκειμένου, κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, να προσκομιστεί, με τη φροντίδα του επιμελέστερου των διαδίκων, πραγματογνωμοσύνη, καθώς και να λάβει χώρα εξέταση ενός μάρτυρα από κάθε πλευρά, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό. Τέλος, δεν διαλαμβάνεται διάταξη σχετική με τον προσδιορισμό και την επιβολή δικαστικών εξόδων, διότι η παρούσα απόφαση δεν είναι οριστική (άρθρο 191 παρ. 1 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, προκειμένου, κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση, α) να προσκομιστεί, με τη φροντίδα του επιμελέστερου των διαδίκων, πραγματογνωμοσύνη και β) να λάβει χώρα εξέταση ενός μάρτυρα από κάθε πλευρά.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εξέταση στο ακροατήριο του μάρτυρα της ενάγουσας, Σ. Σ. Χ.[M47] , καθώς και του μάρτυρα των εναγομένων, Κ. Κ.[M48] του Δ.[M49]
ΔΙΟΡΙΖΕΙ πραγματογνώμονα τον καταχωρισμένο στον τηρούμενο στο παρόν Δικαστήριο κατάλογο πραγματογνωμόνων, Α. Μ. Α.,[M50] ναυπηγό μηχανολόγο – μηχανικό, κάτοικο Πειραιά, Ακτή Μιαούλη αρ. 7 – 9 (τηλ. …[M51] ), ο οποίος, αφού προηγουμένως δώσει το νόμιμο όρκο ενώπιον του Δικαστηρίoυ τούτου σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, κατά την πρώτη τακτική δικάσιμο αυτού επί πολιτικών υποθέσεων της τακτικής διαδικασίας (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών), μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την επίδοση σε αυτόν αντιγράφου της παρούσας απόφασης, συντασσόμενης σχετικής έκθεσης όρκισης, και, αφού λάβει υπόψη του την αγωγή, τις προτάσεις και τα λοιπά στοιχεία της δικογραφίας, έχοντας το δικαίωμα να ζητήσει από τους διαδίκους οποιοδήποτε χρήσιμο έγγραφο και κάθε αναγκαία για το έργο του πληροφορία, θα γνωμοδοτήσει για τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό της παρούσας θέματα, ήτοι: α) αν η περιγραφόμενη στο σκεπτικό πρόσδεση του σκάφους …[M52] κατά το χρόνο του επίδικου ατυχήματος, το οποίο (σκάφος) ήταν πρυμνοδετημένο με ποντισμένες δύο άγκυρες εκ της πλώρης βάρους εκάστης 25 κιλών με έκταμα αλυσίδας (12 χιλιοστών) 80 και 20 μέτρων αντίστοιχα (η αλυσίδα των 20 μέτρων με 30 μέτρα σχοινί επιπλέον) και με 4 πρυμναία σχοινιά πρόσδεσης (δύο από κάθε πλευρά), η δε πρύμνη αυτού απείχε από την προβλήτα τρία μέτρα περίπου (και ειδικότερα αναφορικά με το βάρος των αγκυρών σε σχέση με το φέρον αυτές ως άνω σκάφος), έγινε με τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο με βάση τη ναυτική πείρα και τους κανόνες ναυτικής επιμέλειας, β) αν οι αλυσίδες των αγκυρών ήταν τεντωμένες (φερμαρισμένες) και είχαν τοποθετηθεί προστατευτικά παραβλήματα (μπαλόνια) στο πρυμναίο μέρος του …[M53] κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος, αυτά θα ήταν πρόσφορα για να αποτραπεί η προαναφερθείσα ζημία του εν λόγω σκάφους, και γ) ποια ήταν η εμπορική αξία του σκάφους …[M54] πριν το επίδικο ατύχημα και αν μειώθηκε και κατά ποιο ποσοστό μετά την επέλευση των ανωτέρω ζημιών και την επακολουθούσα αντικατάσταση όλου του πρυμναίου τμήματός του (σκάφους). Την αιτιολογημένη γνωμοδότησή του, η οποία θα προσκομισθεί κατά τη νέα συζήτηση της υπόθεσης που θα γίνει με κλήση του επιμελέστερου των διαδίκων, πρέπει να καταθέσει, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την όρκισή του, στον Γραμματέα του Δικαστηρίου τούτου, από τον οποίον θα συνταχθεί και η σχετική έκθεση κατάθεσης.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση, στις -9-2017, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιών τους δικηγόρων.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ