Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ     4638 /2017

(Γενικός Αριθμός Κατάθεσης …[M1] 

Αριθμός Κατάθεσης Δικογράφου …[M2] )

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

(Τακτική Διαδικασία)

………………………………………

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καβαρινού, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου και την Γραμματέα Κούλα Κουντούρη.

 Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 16 Μαΐου 2017, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

          ΤΟΥ ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ : Σ. Μ.[M3]  του Δ.[M4] , κατοίκου Β.[M5]  Αττικής, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου του, Σταματίας Στέρπη.

          ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ : 1) Της ναυτιλιακής εταιρίας με την επωνυμία …[M6]  η οποία μέχρι πρότινος έδρευε στον …….. αλλά είναι ήδη αγνώστου διευθύνσεως, νομίμως εκπροσωπούμενη και 2) Α. Α.[M7]  του Γ.,[M8]  κατοίκου Π. Φ.[M9] , ως διευθυντής, νόμιμος εκπρόσωπος και βασικός μέτοχος της ναυτιλιακής εταιρίας …[M10]  οι οποίοι δεν παραστάθηκαν και ήταν απόντες.

O ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης …[M11]  αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, προσδιορίσθηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 5.11.2013, οπότε ματαιώθηκε η συζήτησή της. Ήδη, με την από 30.1.2017, με γενικό αριθμό κατάθεσης …[M12]  και ειδικό αριθμό κατάθεσης …[M13]  κλήση του ενάγοντα, ορίστηκε νέα δικάσιμος, αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και η υπόθεση γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η πληρεξούσια δικηγόρος του ενάγοντα ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις της.

 
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
 

Με τη με γενικό αριθμό κατάθεσης …[M14]  και ειδικό αριθμό κατάθεσης …[M15]  κλήση του ενάγοντα, νόμιμα φέρεται προς συζήτηση η με αριθμό κατάθεσης …[M16]  αγωγή του, μετά την ματαίωση της συζήτησής της (άρθρο 230 παρ.2 ΚΠολΔ).

Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 271 ΚΠολΔ, το οποίο, δυνάμει του άρθρου 29 του Ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α΄ 150/27-6-2011), τέθηκε στη θέση του καταργηθέντος – με το άρθρο 13 παρ. 2 του Ν. 2915/2001 – άρθρου 272 ΚΠολΔ, και πριν την αντικατάστασή του από το Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87/23-7-2015), ο οποίος το εναρμόνισε με τις νέες διατάξεις των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ, οι οποίες ωστόσο εφαρμόζονται (άρθρο 1 μεταβατικών διατάξεων του Ν. 4335/2015) για τις κατατιθέμενες μετά την 1-1-2016 αγωγές και όχι στην προκειμένη περίπτωση (η υπό κρίσιν αγωγή κατατέθηκε και επιδόθηκε το έτος 2013), αν ο εναγόμενος δεν εμφανιστεί κατά τη συζήτηση ή εμφανιστεί αλλά δεν λάβει μέρος σε αυτήν κανονικά, το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν η αγωγή και η κλήση για τη συζήτηση επιδόθηκαν σε αυτόν νόμιμα και εμπρόθεσμα, κατά δε την παρ. 2 του ιδίου άρθρου (271 ΚΠολΔ), αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκαν εμπρόθεσμα, το δικαστήριο κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση, διαφορετικά συζητεί την υπόθεση ερήμην του εναγομένου.

Από τη με αριθμό με αριθμό …[M17]  έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιά, Σ. Ζ. Α.,[M18]  προκύπτει ότι, αντίγραφο της από 17.6.2013, με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …[M19]  αγωγής, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήσης προς συζήτηση για την αρχική δικάσιμο της 5.11.2013, κατά την οποίαν όμως, ματαιώθηκε η συζήτηση της αγωγής, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά για τους αγνώστου διαμονής, πρώτη και δεύτερο εναγομένους, ενώ συγχρόνως περίληψη του επιδοθέντος δικογράφου δημοσιεύτηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, καθ’ υπόδειξη του ως άνω Εισαγγελέα, στις ημερήσιες εφημερίδες «ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ» και «Η ΑΥΓΗ», όπως προκύπτει από τα επικαλούμενα και νομίμως προσκομιζόμενα υπ’ αριθμ. …[M20]  και …[M21]  φύλλα αυτών, αντιστοίχως, σύμφωνα με το άρθρο 135 ΚΠολΔ. Ακολούθως, από τις με αριθμούς …[M22]  και …[M23]  εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Πειραιά, Ι. Ν. Χ.[M24]  (συνοδευόμενες από τις με αριθμούς …[M25]  και …[M26]  εκθέσεις μη επίδοσης του ιδίου δικαστικού επιμελητή, οι οποίες διαλαμβάνουν βεβαίωση του εν λόγω δικαστικού επιμελητή περί διαπίστωσης ότι οι διάδικοι δεν διατηρούν πλέον κατοικία και έδρα στις μέχρι την άσκηση της αγωγής γνωστές διευθύνσεις τους), προκύπτει ότι, αντίγραφο της από 30.1.2017, με γενικό αριθμό κατάθεσης …[M27]  και ειδικό αριθμό κατάθεσης …[M28]  κλήσης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήσης προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιά για τους αγνώστου διαμονής, πρώτη και δεύτερο εναγομένους, αντίστοιχα, ενώ συγχρόνως περίληψη του επιδοθέντος δικογράφου δημοσιεύτηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα, καθ’ υπόδειξη του ως άνω Εισαγγελέα, στις ημερήσιες εφημερίδες «ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ» και «ΕΣΤΙΑ», όπως προκύπτει από τα επικαλούμενα και νομίμως προσκομιζόμενα υπ’ αριθμ. …[M29]  και …[M30]  φύλλα αυτών, αντιστοίχως, σύμφωνα με το άρθρο 135 ΚΠολΔ. Ωστόσο, οι εναγόμενοι δεν παραστάθηκαν στην ως άνω δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από το πινάκιο και, συνεπώς, πρέπει να δικασθούν ερήμην (αρθρ. 270 παρ.1 τελ. εδάφιο και 271 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 29 του ν. 3994/2011). 

 Με την υπό κρίση αγωγή, ο ενάγων εκθέτει ότι τυγχάνει επιχειρηματίας, δραστηριοποιούμενος στο χώρο της εγκατάστασης ψυκτικών και κλιματιστικών συστημάτων σε πλοία, μέσω της εταιρείας με την επωνυμία …[M31]  της οποίας τυγχάνει διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος. Ότι, περί τα μέσα του 2009, πληροφορήθηκε μέσω του δεύτερου εναγομένου, νομίμου εκπροσώπου της πρώτης εναγομένης, ότι, λόγω των σοβαρών οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε αυτή (πρώτη εναγομένη), σκόπευε να πωλήσει το πλοίο …[M32]  νηολογίου Πειραιά (αρ. νηολογίου …[M33] ), …[M34] , προκειμένου να περιορίσει τις ζημιές της. Ότι, σε συνέχεια διαπραγματεύσεων με το δεύτερο εναγόμενο, ενεργούντος ως διευθυντού, νομίμου εκπροσώπου και βασικού μετόχου της πρώτης εναγομένης, καταρτίσθηκε μεταξύ των μερών προφορική συμφωνία για την πώληση του εν λόγω σκάφους, αντί τιμήματος 250.000 Ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ. Ότι, κατά τη μεταξύ των διαδίκων μερών συμφωνία, ο ενάγων ανέλαβε να καταβάλει στην πρώτη εναγομένη τμηματικά το ποσό των 165.000 Ευρώ (περίπου τα 2/3 του τιμήματος) και η πρώτη εναγομένη ανέλαβε την υποχρέωση να μεταβιβάσει, μετά την καταβολή του ανωτέρω ποσού, το ρηθέν πλοίο ελεύθερο από κάθε βάρος, φορτίο ή δασμό, εντός αποκλειστικής προθεσμίας 3 μηνών από την εκ μέρους του ενάγοντα καταβολή του ανωτέρω ποσού, προκειμένου να προβεί ο τελευταίος στην εξόφληση του υπόλοιπου τιμήματος, ποσού 85.000 Ευρώ. Ότι, σε εκτέλεση της ως άνω συμφωνίας των μερών, ο ενάγων προέβη σε διαδοχικές καταβολές προς την πρώτη εναγομένη, κατά το διάστημα από 31.7.2009 έως 6.9.2010, του συνολικού ποσού των 166.400 Ευρώ, υπό τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα (ως προς τον τρόπο και χρόνο καταβολής εκάστου επιμέρους ποσού) στην αγωγή,  συνταχθείσας προς τούτο της σχετικής απόδειξης καταβολής των ποσών αυτών, μεταξύ του ενάγοντος και του δεύτερου εναγομένου, ενεργούντος υπό την ως άνω ιδιότητά του. Ότι μολαταύτα, η πρώτη εναγομένη αρνήθηκε να του μεταβιβάσει το εν λόγω πλοίο, κατά την ως άνω συμφωνηθείσα ημερομηνία τριών μηνών από την καταβολή των ποσών αυτών, ισχυριζόμενη, δια του νομίμου εκπροσώπου της, δεύτερου εναγομένου, προσχηματικά, ότι η μεταβίβαση του πλοίου δεν ήταν δυνατή, λόγω της ύπαρξης ανεξόφλητων οφειλών προς τη Δ.Ο.Υ., ύψους περίπου 40.000 Ευρώ, λόγω μη καταβολής ΦΠΑ, οι οποίες καθιστούσαν τη μεταβίβαση αδύνατη και ότι, προκειμένου να προβούν στη μεταβίβαση του πλοίου θα έπρεπε αυτός (ο ενάγων) να καταβάλει τις σχετικές οφειλές προς το δημόσιο, παρά τη ρητή περί του αντιθέτου αρχική συμφωνία των διαδίκων μερών. Ότι, στις 7.6.2011, ήτοι έξι (6) μήνες μετά την παρέλευση της τρίμηνης προθεσμίας μεταβίβασης του πλοίου, ο ενάγων ενημέρωσε τον δεύτερο εναγόμενο, υπό την ως άνω ιδιότητά του, ότι εάν δεν του μεταβιβασθεί το εν λόγω πλοίο εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μηνός, θα υπαναχωρούσε από τη μεταξύ τους συμφωνία, ζητώντας να του επιστραφεί άμεσα το μέχρι τότε καταβληθέν τίμημα, πλην όμως οι εναγόμενοι ουδέν έπραξαν έκτοτε, αντ’ αυτού εξαφανίστηκαν, καθισταμένης αδύνατης της επικοινωνίας του ενάγοντα με αυτούς. Με βάση αυτό το ιστορικό, επικαλούμενος ο ενάγων ότι οι εναγόμενοι τον παρέπεισαν σκοπίμως να τους καταβάλει το άνω ποσό των 166.400 Ευρώ, δήθεν προς εκτέλεση της σύμβασης μεταξύ αυτού και της πρώτης εναγομένης, αποσιωπώντας τις οφειλές της πρώτης εναγομένης προς την Εφορία, οι οποίες καθιστούσαν αδύνατη τη μεταβίβαση του σκάφους, προξενώντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ισόποση ζημία στον ενάγοντα, ζητεί, κατόπιν παραδεκτού, κατ’ άρθρο 223 – 224 ΚΠολΔ, περιορισμού του αιτήματος της αγωγής, που έλαβε χώρα με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του ενάγοντα, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά και με τις προτάσεις της, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων, ευθυνομένων από κοινού και εις ολόκληρον, να του καταβάλουν α) το άνω ποσό των 166.400 Ευρώ, που αντιστοιχεί στην άνω ζημία του ενάγοντα εκ της ως παράνομης και υπαίτιας πράξης των εναγομένων και β) το ποσό των 20.000 Ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, από τη στενοχώρια και ψυχική πίεση που υπέστη αυτός εκ της αδικοπραξίας των εναγομένων, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της υπαναχώρησης του ενάγοντα από τη σύμβαση πώλησης, στις 8.7.2011, άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, μέχρι την εξόφληση. Επικουρικά, επικαλούμενος ο ενάγων ότι η σύμβαση πώλησης με την πρώτη εναγομένη είχε συμφωνηθεί να εκπληρωθεί αποκλειστικά εντός ορισμένου χρόνου, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα και ότι, παρά το ότι έταξε αυτός προθεσμία ενός μηνός στην πρώτη εναγομένη προς εκπλήρωση της αντιπαροχής, μετά την παρέλευση της οποίας (στις 8.7.2011, υπό τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή), θα υπαναχωρούσε από τη σύμβαση, η οποία (προθεσμία) παρήλθε άπρακτη, ζητεί να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της πρώτης εναγομένης να του καταβάλει α) το άνω ποσό των 166.400 Ευρώ, λόγω λήξης της αιτίας από την οποίαν απέρρεε η υποχρέωση του ενάγοντα να καταβάλει το ανωτέρω ποσό, καθώς και β) το ποσό των 5.000 Ευρώ, ως εύλογη αποζημίωση για τη ζημία που του προξένησε αυτή λόγω μη εκπλήρωσης της σύμβασης, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της κατά τα άνω υπαναχώρησης του ενάγοντα από τη σύμβαση πώλησης, στις 8.7.2011, άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, μέχρι την εξόφληση. Όλως επικουρικά, ζητεί να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της πρώτης εναγομένης να του καταβάλει το άνω ποσό των 166.400 Ευρώ, με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, καθόσον αυτή, μετά την υπαναχώρηση του ενάγοντα από τη σύμβαση πώλησης, κατέστη πλουσιότερη σε βάρος της περιουσίας του ενάγοντα, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της κατά τα άνω υπαναχώρησης του ενάγοντα από τη σύμβαση πώλησης, στις 8.7.2011, άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, μέχρι την εξόφληση. Ζητεί, τέλος, να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στη δικαστική της δαπάνη και την αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου της.

 

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή, παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο τυγχάνει αρμόδιο καθ’ ύλην (αρθρ. 1, 7, 9, 10, 12 παρ.1, 13, 14 παρ.2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (αρθρ. 22 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με αρθρ. 51 Ν. 22172/1993) και είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 71, 914, 919, 926, 932, 297, 298, 147, 149, 481 ΑΚ, 386 ΠΚ, 70, 176 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος καταβολής των αιτούμενων ποσών με το νόμιμο τόκο από την 8.7.2011, ήτοι την ημερομηνία υπαναχώρησης του ενάγοντα από τη σύμβαση πώλησης, το οποίο τυγχάνει μη νόμιμο, διότι η ημέρα αυτή δε συνιστά δήλη ημέρα καταβολής της σχετικής, πηγάζουσας από αδικοπραξία, αξίωσης, ούτε ο ενάγων επικαλείται δικαστική ή εξώδικη όχληση εκ μέρους του σχετικά με την εν λόγω αξίωση, έτσι ώστε να έχει ισχύ και να παραγάγει τα αποτελέσματά της, στην συγκεκριμένη περίπτωση (πρβλ. ΕφΑθ 2339/2016, Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ), καθώς και (ως προς την επικουρική της βάση) σε αυτές των άρθρων 361, 513 επ., 383, 387, 389, 904 επ., 340, 343, 345, 346 ΑΚ 176 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω  ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησής της έχει καταβληθεί το με αριθμό …[M35]  γραμμάτιο προείσπραξης του Δ.Σ.Π. (αρθρ. 61 Κώδικα Δικηγόρων, όπως αυτό ισχύει κατά το χρόνο συζήτησης της υπό κρίση αγωγής).

Κατά της αγωγής δεν υπάρχει ένσταση που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, ενώ για τα γεγονότα που αναφέρονται στο δικόγραφό της επιτρέπεται η ομολογία. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτή αυτή, ως προς την κύρια βάση της, ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη καθόσον, λόγω της ερημοδικίας των εναγομένων, οι περιεχόμενοι στην αγωγή πραγματικοί ισχυρισμοί του ενάγοντα αποδεικνύονται πλήρως αφού θεωρούνται ομολογημένοι από τους εναγομένους [αρθρ. 352§1 σε συνδ. με 271§3 ΚΠολΔ, όπως το τελευταίο ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 29 του ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α΄ 165/25-07-2011)]. Επομένως, πρέπει να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων, ευθυνομένων αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των 166.400 Ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση του ποσού αυτού. Πρέπει, επίσης, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων, ευθυνομένων αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των 5.000 Ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως, ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη από τη σε βάρος του αδικοπραξία των εναγομένων, ποσό στο οποίο πρέπει, ενόψει του είδους της προσβολής, της έκτασης της βλάβης, των συνθηκών τέλεσης της αδικοπραξίας, του βαθμού του πταίσματος των εναγομένων και της οικονομικής και της κοινωνικής κατάστασης των διαδίκων, να καθοριστεί το  -μη καλυπτόμενο από το τεκμήριο ομολογίας της αγωγής, εξαιτίας της ερημοδικίας- ύψος της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης. Τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντα, με βάση και το σχετικό αίτημά της, πρέπει να βαρύνουν τους εναγομένους (άρθρα 176, 191§2 του ΚΠολΔ). Πρέπει, επίσης, να καθορισθεί το προκαταβλητέο παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας (άρθρ. 505§2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
 

Δικάζει ερήμην των εναγομένων.

Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200) Ευρώ για κάθε εναγόμενο.

Δέχεται την αγωγή.

Αναγνωρίζει την υποχρέωση των εναγομένων, ευθυνομένων αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των εκατόν εξήντα έξι χιλιάδων τετρακοσίων Ευρώ (166.400 Ευρώ) και το ποσό των πέντε χιλιάδων Ευρώ (5.000 Ευρώ), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, μέχρι την εξόφληση των ποσών αυτών.

Επιβάλλει σε βάρος των εναγομένων τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντα, τα οποία καθορίζει στο συνολικό ποσό των  πέντε χιλιάδων επτακοσίων είκοσι Ευρώ (5.720) Ευρώ.

   Κρίθηκε αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις                   , χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και η πληρεξούσια δικηγόρος του ενάγοντα.

 

Η    ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ