ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ : 145 /2016
TO MONOMEΛEΣ ΠPΩTOΔIKEIO
ΠΕΙΡΑΙΑ
Ειδική Διαδικασία Εκδίκασης Διαφορών κατά τις Διατάξεις των Άρθρων 663 επ. ΚΠολΔ.
Συγκροτούμενο από το Δικαστή Παναγιώτη Τελωνιάτη Πρωτοδίκη που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, συνεδρίασε δημόσια και στο ακροατήριό του την 08η Ιουνίου 2015, με την παρουσία και της Γραμματέα Κρυσταλλίας Κριμιζά, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ : Ε. Κ. του Λ., κατοίκου Ν. Φ. Αττικής (οδός …) ο οποίος παρέστη διά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Μιχαήλ Ιωαννίδη.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ : 1) Της εταιρείας με την επωνυμία «….» (…) που εδρεύει στα Χ. Κρήτης (…), νόμιμα εκπροσωπουμένης και 2) Της ναυτικής εταιρείας του Ν. 959/1979 με την επωνυμία «…» και διακριτικό τίτλο «….», που εδρεύει στα Χ. Κρήτης (…), όπως νόμιμα εκπροσωπείται οι οποίες παρέστησαν διά της πληρεξουσίας τους δικηγόρου Ευαγγελίας Παπαντωνοπούλου.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η με ΓΑΚ … αγωγή του με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε, το πρώτον, τη δικάσιμο της 05.3.2015, αναβληθείσα για τη δικάσιμο της 05.5.2015, αναβληθείσα για τη δικάσιμο που ανωτέρω αναφέρεται, κατά την οποία και συζητήθηκε.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Α.α. Κατά το άρθρο 1 § 1 του ΑΝ 3276 της 26/27 Ιουνίου 1944 (ΦΕΚ Α`24) «περί Συλλογικών Συμβάσεων εν τη Ναυτική Εργασία», που εκδόθηκε στο Κάιρο από την Ελληνική Κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της εχθρικής κατοχής και αναδημοσιεύτηκε στην Ελλάδα στις 6 Ιουλίου 1945 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (τεύχος Α` φύλλο 172), μπορεί να συνάπτονται συλλογικές συμβάσεις μεταξύ οργανώσεων εφοπλιστών και εργατών θάλασσας από τις κρινόμενες ελεύθερα από τον Υπουργό της Εμπορικής Ναυτιλίας ως περισσότερο αντιπροσωπευτικές, οι οποίες θα καθορίζουν το μισθό, τα πολεμικά επιδόματα, την αποταμίευση, καθώς και κάθε φύσης πρόσθετες αμοιβές από τη σύμβαση ναυτολόγησης, που ο εργάτης της θάλασσας θα δικαιούται ανάλογα με το βαθμό, την ειδικότητα και την κατηγορία στην οποία ανήκει το πλοίο. Περαιτέρω, το άρθρο 5 § 1 του ίδιου ΑΝ ορίζει ότι συλλογικές συμβάσεις που συνήφθησαν, σύμφωνα με τους ορισμούς αυτού του νότου, εφόσον ήθελαν κυρωθεί με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, θεωρούνται ισχυρές και δεσμεύουν κατά τη χρονική διάρκεια που αναφέρεται σ` αυτές και οποιεσδήποτε τυχόν άλλες υφιστάμενες εργοδοτικές ή εργατικές ενώσεις καθώς και όλους γενικά τους Έλληνες πλοιοκτήτες και εργάτες της θάλασσας, πληρώματα πλοίων, τα οποία ανήκουν στην κατηγορία η οποία προβλέφθηκε από τη συλλογική σύμβαση. Από το συνδυασμό των πιο πάνω διατάξεων προκύπτει ότι συλλογικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας, οι οποίες συνήφθησαν, κατά τους ορισμούς του νότου, μεταξύ των οργανώσεων εκείνων, τις οποίες ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας έκρινε ελεύθερα ως περισσότερο αντιπροσωπευτικές, εφόσον κυρώθηκαν με απόφαση του Υπουργού αυτού, η οποία δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αποκτούν χαρακτήρα κανονιστικής διοικητικής πράξης και θέτουν κανόνα δικαίου που δεσμεύει όχι μόνο τις συμβληθείσες οργανώσεις και τα μέλη τους, αλλά και όλες τις τυχόν υφιστάμενες μη συμβληθείσες και τα μέλη τους, υπό την προϋπόθεση όμως ότι αφορούν πλοία τα οποία ανήκουν στην ίδια κατηγορία η οποία προβλέφθηκε από τη συλλογική σύμβαση (φορτηγά, επιβατηγά κλπ.) (οράτε ΕφΠειραιά 498/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). β. Με τα άρθρα 6, 11, 12 § 1, 13 §§ 1, 2 και 5 και 18 § 1 των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων των ετών 2013 και 2014 οι οποίες κυρώθηκαν, η μεν πρώτη, με την υπ’ αριθμ.. 3525.1.1.5/01/2013απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄ 2079/26.8.2013) και η δεύτερη με την υπ’ αριθμ. 3525.1.5/01/2014απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄ 1664/24.6.2014) ορίζονται τα ακόλουθα: «..Σε όλους τους ναυτολογημένους ναυτικούς για τις διανυόμενες μηνιαίως Κυριακές αργίες εν πλω και στο λιμάνι καταβάλλεται ιδιαίτερη αμοιβή, δια τας μέχρι του οκταώρου εργασίας κατά Κυριακή, ανερχόμενη μηνιαίως σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας που προβλέπεται από το άρθρο 1 παράγραφος 1 της παρούσης Συμβάσεως. Διευκρινίζεται ότι η αμοιβή αυτή θα καταβάλλεται σε όλο το πλήρωμα και για όλες τις Κυριακές ανεξαρτήτως παροχής εκ μέρους αυτού ή μη υπηρεσίας …Οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι για όλους τους ναυτικούς που αφορά η ανωτέρω Συλλογική Σύμβαση ορίζονται σε 40 εβδομαδιαίως, δηλαδή 8 ώρες την ημέρα από Δευτέρας μέχρι Παρασκευής, της εργασίας του Σαββάτου αμειβόμενης υπερωριακώς. …Ειδικά για το προσωπικό γενικών υπηρεσιών εν γένει, πλην των Ραδιοτηλεγραφητών, η οκτάωρη εργασία κατανέμεται από της 06.00 ώρας μέχρι της 22.00 ώρας με μία διακοπή. …. Κάθε εργασία που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι, πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, όπως αυτές καθορίζονται στα άρθρα 11 και 12 της παρούσης, περιλαμβανομένων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου, θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολούμενους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή η οποία υπολογίζεται ως εξής: Το ποσόν του μηνιαίου μισθού ενεργείας της παραγράφου 1 του άρθρου 1 (αφορά το βασικό μισθό) διαιρείται δια των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, τούτων εξευρισκομένων δια της διαιρέσεως των εβδομάδων του έτους δια δώδεκα μηνών και του πολλαπλασιασμού του εκ της διαιρέσεως ταύτης προκύπτοντος πηλίκου 4,3 επί τας ώρας της ισχυούσης εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης. Βάσει του ανωτέρω υπολογισμού, οι ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης ανέρχονται σε εκατόν εβδομήντα τρεις (173)… Για την πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία περί της οποίας η προηγούμενη παράγραφος, η προκύπτουσα εκ της εφαρμογής της υπερωριακής αμοιβής του ναυτικού προσαυξάνεται κατά 25%…. Για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες όπως αυτές ορίζονται από το άρθρον 18 της παρούσης, καταβάλλεται υπερωριακή αμοιβή η προσδιοριζόμενη από την παρόντος άρθρου, προσαυξημένη κατά ποσοστό 50% για όλες τις ώρες της υπερωριακής απασχόλησης Σαββάτου και αργιών…. Οι κατωτέρω κατονομαζόμενες θρησκευτικές εορτές θεωρούνται ως ημέρες αργίας…. Εργασίες εκτελούμενες κατά τις αργίες αυτές εν πλω και στο λιμάνι αμείβονται υπερωριακώς, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 13 της Συλλογικής Σύμβασης… Διευκρινίζεται ότι οι Κυριακές αμείβονται με το 22% που προβλέπει το άρθρον 6 της Συλλογικής Σύμβασης. Εάν όμως μία εκ των ανωτέρω θρησκευτικών εορτών συμπέσει Κυριακή, εκτός του 22% ο ναυτικός εργαζόμενος θα αμείβεται και υπερωριακώς…». Εξάλλου, όπως προκύπτει από τον περιλαμβανόμενο στις ανωτέρω Υ.Α. πίνακα αμοιβών ως προς τους αρχιμάγειρες των πλοίων καθαρής χωρητικότητας άνω των 1.501 κόρων : 1) Ο προβλεπόμενος από το άρθρο 1 της Υ.Α βασικός μηνιαίος μισθός, για μεν μισθό ενεργείας, σε 1.810,10 ευρώ, για δε το επίδομα Κυριακής αργίας σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας σε + 398,22 ευρώ και συνολικά σε 2.208,32 ευρώ. 2) Η υπερωριακή αμοιβή κατά βαθμό, ειδικότητα και ωρομίσθιο του άρθρου 13 § 6 της παραπάνω Υ.Α α) ανά ώρα υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας σε 10,46ευρώ, β) προσαυξημένη κατά 25% για πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία σε 13,08ευρώ και γ) προσαυξημένη κατά 50% για όλες της ώρες υπερωριακής απασχόλησης κατά τα Σάββατα και αργίες σε 15,68 ευρώ. Επίσης, από τις διατάξεις των άρθρων 1, 11, 13 και 18 των ανωτέρω Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, προκύπτει ότι η απασχόληση των ναυτικών, οι οποίοι υπηρετούν ως μέλη του πληρώματος των ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων, πέραν των 8 ωρών ημερησίως από Δευτέρας έως Παρασκευής και τις Κυριακές και καθ` όλες τις ώρες τα Σάββατα και τις αργίες ήτοι : α) η 1η του Έτους, β) η εορτή των Θεοφανίων, γ) η Καθαρά Δευτέρα, δ) η 25η Μαρτίου, ε) Η Μεγάλη Παρασκευή, στ) η Δευτέρα του Πάσχα, ζ) η ημέρα του Αγίου Γεωργίου, η) η 1η Μαΐου, θ) η ημέρα της Αναλήψεως, ι) η 15η Αυγούστου, ια) η 14η Σεπτεμβρίου, ιβ) η 28η Οκτωβρίου, ιγ) η ημέρα του Αγίου Νικολάου, ιδ) η ημέρα των Χριστουγέννων, ιε) η δευτέρα ημέρα των Χριστουγέννων και ιστ) οι καθορισμένες ως ημέρες αργίας τοπικές εορτές ελληνικών λιμένων ναυλοχίας του πλοίου) είναι υπερωριακή και αμείβεται βάσει ωρομισθίου, ανάλογα αν αμείβεται με μισθό ενεργείας 1/173, ή με προσαύξηση + 25% ή με προσαύξηση +50% ποσού 10,46, 13,08 και 15,68 ευρώ. γ.α. Με το άρθρο 14 των εφαρμοστέων ΣΣΝΕ ορίστηκε ότι «1. Στα πληρώματα των πλοίων …καταβάλλεται ως δώρο ο μισθός ενός μηνός επ’ ευκαιρία των εορτών των Χριστουγέννων και του Νέου Έτους και ο μισθός 15 ημερών επ’ ευκαιρία των εορτών του Πάσχα. 2. Τα δώρα εορτών υπολογίζονται επί των καταβαλλομένων παγίων και σταθερών αποδοχών ήτοι μισθού ενεργείας και επιδομάτων περιλαμβανομένων και των υπερωριών. 3. Κατά την απόλυση του ο Ναυτικός δικαιούται και την καταβολή τής αναλογίας του Δώρου Εορτών». Από το συνδυασμό της προαναφερθείσας διάταξης με εκείνες των άρθρων 2, 3 και 7 της υπ` αρ. 70109/8008/82 Υ.Α (Εμπ.Ναυτ.) «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β` 1/7 Ιανουαρίου 1982) προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών αντίστοιχα, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ` όλο το διάστημα από 01ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 01ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 ημίσεος μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε καθ’ όλο το διάστημα από 01ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 01ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου, αντιστοίχως, προς υπολογισμό των οποίων λαμβάνονται υπ` όψιν ο καταβαλλόμενος μισθός τη 10η Δεκεμβρίου και τη 15η ημέρα προ του Πάσχα αντιστοίχως και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας τακτικά κάθε μήνα ή κατ` επανάληψη περιοδικά σε ορισμένα χρονικά διαστήματα, όπως, φερ’ ειπείν, το επίδομα Κυριακών, το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας, η υπερωριακή αμοιβή, το επίδομα αδείας, η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας, καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές (οράτε ΕφΠειραιά 568/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 283/2009 ΕΝαυτΔ 2009 σ. 102, ΜΕφΠειραιά 36/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), μεταξύ των οποίων είναι και η τροφοδοσία, είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, λαμβανομένου άρα υπόψη και του ημερήσιου αντίτιμου τροφής προς υπολογισμό των επιδομάτων εορτών (ΑΠ 1013/2003 ΕΝαυτΔ 2003 σ. 345, ΕφΠειραιά 521/2009 ΕΝΔ 2009 σ. 273, ΜΕφΠειραιά 36/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). γ.β. Επίσης, γίνεται δεκτό ότι οι διατάξεις των άρθρων 1, 3, 6 και 10 της υπ` αριθμ. 19040/1981 Κοινής Αποφάσεως Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας (ΦΕΚ Β` 742/09.12.1981), εκδοθείσης δυνάμει νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως παρασχεθείσης δια του άρθρου 1 § 3 Ν. 1082/1980 και του άρθρου μόνου ΑΝ 1777/1951, κυρωθέντος δια του άρθρου μόνου Ν. 1901/1951, εφαρμόζονται αναλόγως επί των επιδομάτων εορτών των ναυτικών, καθ` όσον οι υπ` αριθμούς 70109/8123/1981 και 70109/8008/82 Αποφάσεις Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» έχουν εκδοθεί άνευ νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως κατά παράβαση του άρθρου 43 §§ 2 και 4 του Συντάγματος και, συνεπώς, δεν επάγονται έννομα αποτελέσματα, προκύπτει ότι οι προαναφερόμενοι ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών αντιστοίχως, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ` όλο το διάστημα από 01ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 01ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 ημίσεός μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε καθ` όλο το διάστημα από 01ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου και από 01ης Ιανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου (οράτε ΕφΠειραιά 52/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 808/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΠειραιά 434/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). γ.γ. Περαιτέρω, με το άρθρο 14 των παραπάνω ΣΣΝΕ προβλέπεται ότι «1. Στα πληρώματα των πλοίων…καταβάλλεται ως δώρο ο μισθός ενός μηνός επ` ευκαιρία των εορτών των Χριστουγέννων και του Νέου Έτους και ο μισθός 15 ημερών επ` ευκαιρία των εορτών του Πάσχα. 2.Τα δώρα εορτών υπολογίζονται καταβαλλομένων παγίων και σταθερών αποδοχών ήτοι μισθού ενεργείας και επιδομάτων περιλαμβανομένων και των υπερωριών.». Από το συνδυασμό της προαναφερθείσας διάταξης με εκείνες των άρθρων 2, 3 και 7 της υπ` αρ. 70109/8008/82 ΥΑ (Εμπ.Ναυτ.) «περί των προϋποθέσεων χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα προς τους δικαιούμενους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄ 1/7 Ιανουαρίου 1982) προκύπτει ότι οι ως άνω ναυτικοί δικαιούνται επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα ίσων προς ένα μηνιαίο μισθό και μισθό 15 ημερών αντίστοιχα, εάν η σχέση εργασίας διήρκεσε καθ’ όλο το διάστημα από 01ηςΜαΐου μέχρι 31ηςΔεκεμβρίου και από 01ηςΙανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου αντιστοίχως, ή 2/25 του μηνιαίου μισθού ανά έκαστο δεκαεννεαήμερο χρονικό διάστημα και 1/15 ημίσεος μηνιαίου μισθού ανά έκαστο οκταήμερο χρονικό διάστημα αντιστοίχως ή ανάλογο κλάσμα επί χρονικού διαστήματος μικρότερου του δεκαεννεαημέρου ή του οκταημέρου, εάν η σχέση εργασίας δεν διήρκεσε καθ` όλο το διάστημα από 01ηςΜαΐου μέχρι 31ηςΔεκεμβρίου και από 01ηςΙανουαρίου μέχρι 30ής Απριλίου, αντιστοίχως, προς υπολογισμό των οποίων λαμβάνονται υπ` όψιν ο καταβαλλόμενος μισθός τη 10ηΔεκεμβρίου και τη 15ηημέρα προ του Πάσχα αντιστοίχως και κάθε άλλη παροχή, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη ως συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας τακτικά κάθε μήνα ή κατ` επανάληψη περιοδικά σε ορισμένα χρονικά διαστήματα, όπως π.χ. το επίδομα Κυριακών, το επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας, η υπερωριακή αμοιβή, το επίδομα αδείας, η αποζημίωση μη πραγματοποιήσεως αδείας, καθώς και οι λοιπές τακτικές παροχές (οράτε ΕφΠειραιά 46/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 568/2009 ΕΝΔ 2009 σ. 267, 283/2009 ΕΝΔ 2009 σ. 102), μεταξύ των οποίων είναι και η τροφοδοσία είτε παρέχεται σε χρήμα είτε αυτουσίως, λαμβανομένου άρα υπόψη και του ημερήσιου αντίτιμου τροφής προς υπολογισμό των επιδομάτων εορτών (οράτε ΑΠ 1013/2003 ΕΝΔ 2003 σ. 345, 46/2011 ό.π., 521/2009 ΕΝΔ 2009 σ. 273) και του επιδόματος άγονης γραμμής του άρθρου 7 της πιο πάνω ΣΣΝΕ (οράτε ΕφΠειραιά 46/2011 ό.π. 343/2009 αδημοσίευτη στο νομικό τύπο), ενώ, στις τακτικές αποδοχές, δεν συγκαταλέγεται η πρόσθετη αμοιβή για δρομολόγια «ΕΞΠΡΕΣ» (οράτε ΕφΠειραιά 46/2011 ό.π., 1/2003 ΕΝΔ 2003 σ.123 παραβάλλατε ΕφΠειραιά 465/2009 ΕΝΔ 2009 σ. 276, 34/2008 ΕΝΔ 2008 σ. 290 ).δ. Από τις διατάξεις των άρθρων 84, 85, 105 § 4 και 106 εδ. α` του ΚΙΝΔ (Ν. 3816/1958) προκύπτει ότι ο εφοπλιστής, δηλαδή αυτός που εκμεταλλεύεται για λογαριασμό του πλοίο που ανήκει σε άλλον, ευθύνεται από τις δικαιοπραξίες που ο πλοίαρχος συνάπτει, στα πλαίσια της εκτέλεσης των καθηκόντων του, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι συμβάσεις ναυτολόγησης των μελών του πληρώματος (άρθρο 53 του ΚΙΝΔ), υπέχει δηλαδή, κάτω από τις ίδιες προϋποθέσεις, την ίδια ευθύνη με τον πλοιοκτήτη, από δε τη διάταξη του άρθρου 106 § 2 εδ. α` ΚΙΝΔ προκύπτει ότι, παράλληλα με εκείνον, ευθύνεται από τις δικαιοπραξίες αυτές και ο κύριος του πλοίου, αλλά μόνο «με το πλοίο» και μπορεί να εναχθεί γι` αυτές (οράτε ΑΠ 1549/2006 ΕλλΔνη 2006 σ. 1435, ΕφΠειραιά 59/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 795/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρών 114/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειραιά 799/2001 ΕΝΔ 2001 σ. 361). Στην περίπτωση, όμως, της ύπαρξης εφοπλισμού του πλοίου, η έννοια του εφοπλιστή δεν έχει συνέπεια την υποβολή του στις ευθύνες του πλοιοκτήτη, αλλά ο κύριος του πλοίου ευθύνεται δια του πλοίου για τις υποχρεώσεις του εφοπλιστή, όχι όμως και το αντίστροφο. Ο εφοπλιστής, δηλαδή, ευθύνεται μόνο για τις δικαιοπραξίες του ιδίου ή του πληρεξουσίου του και του πλοιάρχου, στο πλαίσιο της εκτέλεσης των καθηκόντων του, όπως και για τις αδικοπραξίες των προστηθέντων του πλοιάρχου και πληρώματος (άρθρο 84 ΚΙΝΔ) (οράτε ΕφΠειραιά 59/2011 ό.π., 156/2002 ΕΝΔ 2002 σ. 388, Δ. Καμβύση, «Ιδιωτικό Ναυτικό Δίκαιο», έκδoση 1982, σ. 292, Δ. Γεωργακόπουλου, «Ναυτικό Δίκαιο», έκδοση 2006, § 19), αλλά όχι παραλλήλως με τον πλοιοκτήτη, αφού δεν είναι, κατά νόμο, δυνατή (νοητή) η σύγχρονη επί του πλοίου ύπαρξη πλοιοκτήτη και εφοπλιστή και, συνεπώς, δεν μπορεί να γίνει λόγος για τέτοια παράλληλη ευθύνη τους. Από καμιά διάταξη δεν προκύπτει υποχρέωση του εφοπλιστή για εκπλήρωση των υποχρεώσεων του κυρίου του πλοίου και μάλιστα εις ολόκληρο με τον τελευταίο. Αυτό, άλλωστε, δεν είναι δυνατόν να νοηθεί, καθόσον, όπως προεκτέθηκε, στην περίπτωση της ύπαρξης εφοπλισμού του πλοίου ο εφοπλιστής είναι αυτός που εκμεταλλεύεται για λογαριασμό του το πλοίο και, συνεπώς, ο κύριος του πλοίου δεν αναλαμβάνει υποχρεώσεις γι` αυτό, η ανάληψη δηλαδή τέτοιων υποχρεώσεων από τον κύριο του πλοίου αντιστρατεύεται την ίδια την έννοια του εφοπλισμού (οράτε ΕφΠειραιά 408/2008 ΕΝΔ 2009 σ. 19). Ειδικότερα, από το συνδυασμό των προαναφερθεισών διατάξεων 105 και 106 του ΚΙΝΔ, προκύπτει, ότι για τις απαιτήσεις από τον εφοπλισμό ευθύνεται απεριορίστως ο εφοπλιστής, ενώ παράλληλη ευθύνη υπέχει και ο κύριος του πλοίου (νόθος παθητική εις ολόκληρον ενοχή), η οποία όμως είναι πραγματοπαγής και περιορισμένη, εφόσον ο τελευταίος ευθύνεται μόνο δια του συγκεκριμένου πλοίου και μέχρι την αξία αυτού, μπορεί δε να στραφεί και κατά του τελευταίου ο δανειστής του εφοπλιστή, για να αποκτήσει εκτελεστό τίτλο και κατ` αυτού (οράτε ΕφΠειραιά 59/2011 ό.π., 832/2008 ΕΝΔ 2009 σ. 13, 1109/2003 ΕΝΔ 2003 σ. 453, 156/2002 ό.π., παραβάλλατε ΑΠ 991/1991 ΕΝΔ 1992 σ. 70, σημείωση Γ. Θεοχαρίδη κάτω από την ΕφΠειραιά 746/2003 ΕΝΔ 2003 σ. 368). Συνακόλουθα δε είναι δυνατή, κατ` ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 74 αριθμ. 1 εδαφ. β` του ΚΠολΔ, η με τη μορφή της παθητικής ομοδικίας εναγωγή του εφοπλιστή και του κυρίου του πλοίου για την επιδίκαση απαίτησης που προήλθε από τον εφοπλισμό του πλοίου (οράτε ΕφΠατρών 114/2008 ό.π.). ε.Κατά τη διάταξη του άρθρου 655 AΚ, επί συμβάσεως εργασίας, αν δεν υπάρχει αντίθετη συμφωνία ή συνήθεια, ο μισθός καταβάλλεται μετά την παροχή της εργασίας και, υπολογίζεται κατά ορισμένα διαστήματα κατά τη διάρκεια της σύμβασης, καταβάλλεται στο τέλος καθενός από αυτά. Σε κάθε περίπτωση, μόλις λήξει η σύμβαση, γίνεται απαιτητός ο μισθός που αντιστοιχεί στο χρόνο έως τη λήξη. Εξάλλου, μισθός, κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως, σε συνδυασμό προς τα άρθρα 648-649 ΑΚ και 1 της 95 Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας που κυρώθηκε με το Ν. 3248/1955, είναι κάθε παροχή την οποία οφείλει ο εργοδότης κατά το νόμο ή τη σύμβαση στο μισθωτό ως αντάλλαγμα για την παρεχόμενη εργασία του. Ειδικότερα, ο νόμος δεν διακρίνει μεταξύ μισθού υπό στενή και υπό ευρεία έννοια με περιορισμό της εφαρμογής των ως άνω κανόνων μόνο στον πρώτο, τα δε από το νόμο απαιτούμενα περαιτέρω περιστατικά για τον προσδιορισμό καθεμιάς των αξιώσεων του μισθωτού δεν ανάγονται στον καθορισμό της ημέρας καταβολής του που είναι επακριβώς, βάσει των όρων του νόμου, καθορισμένη, αλλά στη γένεση και στο ύψος των αξιώσεων αυτών, ήτοι σε περιστατικά πάντοτε ερευνητέα και μη αποκλείοντα την έννοια της δήλης ημέρας. Το δε εκκαθαρισμένο της απαίτησης δεν αποτελεί προϋπόθεση της υπερημερίας του οφειλέτη. Απλώς το …καθάριστο της απαίτησης θα μπορούσε, κατά περίπτωση, να στηρίξει ένσταση καταλυτική κατά το άρθρο 342 ΑΚ της υπερημερίας του οφειλέτη για έλλειψη υπαιτιότητάς του, λόγω εύλογων αμφιβολιών του περί την ύπαρξη ή την έκταση του χρέους (οράτε ΟλΑΠ 39 – 40/2002 ΕλλΔνη 2003 σ. 118, ΑΠ 81/2010 ΕλλΔνη 2010 σ. 730, Β. Βαθρακοκοίλη ΕΡΝΟΜΑΚ τόμος Γ΄ ημιτόμος Β΄ υπό άρθρο 665 σ. 283 πλαγ. 7-8). στ.Περαιτέρω, η αγωγή από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό των άρθρων 904 επ. ΑΚ, τόσο από ουσιαστική, όσο και από δικονομική άποψη, έχει επιβοηθητικό ή επικουρικό χαρακτήρα και μπορεί να ασκηθεί, αν λείπουν οι προϋποθέσεις της αγωγής από τη σύμβαση ή από την αδικοπραξία, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι αυτή θεμελιώνεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίζεται η αγωγή από τη σύμβαση ή την αδικοπραξία (οράτε ΑΠ 222/2003 ΕλλΔνη 2004 σ. 475, 712/2001 ΕλλΔνη 2002 σ. 762, 930/1997 ΕΕΝ 1999 σ. 50, 1322/1996 ΕλλΔνη 1997 σ. 1045, ΕφΛάρ 347/2005 Δικογραφία 2005 σ. 530, ΕφΑθ 2044/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην περίπτωση αυτή, αν ασκηθεί αγωγή με την οποία αναζητείται ευθέως από τον ενάγοντα ο πλουτισμός (ωφέλεια) του εναγομένου, εξαιτίας της ακυρότητας της σύμβασης, για να είναι ορισμένη η αγωγή, πρέπει να αναφέρονται στο δικόγραφο αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 216 § 1α ΚΠολΔ, τα περιστατικά που συνεπάγονται την ακυρότητα της σύμβασης και συνιστούν το λόγο για τον οποίο η αιτία της εντεύθεν ωφέλειας του εναγομένου δεν είναι νόμιμη. Αν, όμως, η βάση της αγωγής για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό σωρεύεται, κατά δικονομική επικουρικότητα (άρθρο 219 ΚΠολΔ), υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση της απόρριψης της κύριας βάσης αυτής από τη σύμβαση έργου ή την πώληση, αρκεί, για την πληρότητα της πιο πάνω επικουρικής βάσης, να γίνεται απλή επίκληση της ακυρότητας της σύμβασης, χωρίς να απαιτείται να αναφέρονται και οι λόγοι στους οποίους οφείλεται η ακυρότητα. Και τούτο, διότι, στην τελευταία περίπτωση, η επικουρική βάση της αγωγής θα εξεταστεί μόνο αν η στηριζόμενη στην έγκυρη σύμβαση κύρια βάση απορριφθεί μετά παραδοχή της ακυρότητας της σύμβασης για συγκεκριμένο λόγο, ο οποίος, είτε κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα, είτε κατ’ ένσταση του εναγομένου, αποτέλεσε αντικείμενο της δίκης. Έτσι, πληρούται, με τον τρόπο αυτό, ο σκοπός της διάταξης του άρθρου 216 ΚΠολΔ που απαιτεί σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν την αγωγή (οράτε ΟλΑΠ 22-23/2003 ΕλλΔνη 2003 σ. 1261, ΑΠ 1647/2002 ΕΕργΔ 2003 σ. 748, σχετικές επίσης οι ΑΠ 425/2004 ΕλλΔνη 2006 σ. 145, 1056/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 1457/2001 ΕλλΔνη 2002 σ. 1690, 1322/1996 ΕλλΔνη 1997 σ. 1045, ΕφΑθ 5617/2007 ΕλλΔνη 2008 σ. 1523, παραβάλλατε επίσης και τις ΑΠ 104/2003 ΕλλΔνη 2003 σ. 983 και ΕφΑθ 8570/2007 ΕλλΔνη 2008 σ. 930 κατά τις οποίες δεν συγχωρείται η εκ του αδικαιολογήτου πλουτισμού αγωγή, έστω και επικουρικώς ασκούμενη, εφόσον στηρίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται και η αγωγή από τη σύμβαση ή την αδικοπραξία).
Β. Με την υπό κρίση αγωγή, όπως το περιεχόμενο και το αιτητικό της εκτιμάται και αξιολογείται από το Δικαστήριο και μετά το νομότυπο περιορισμό του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, περιορισμός ο οποίος έλαβε χώρα με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου του δικηγόρου που καταχωρίσθηκε στα πρακτικά και με τις νομότυπα κατά τη συζήτηση κατατεθείσες προτάσεις του και ο οποίος αφορά στο σύνολο των αγωγικών κονδυλίων και λαμβάνει χώρα αναλογικά σε ποσοστό 3/10, με αποτέλεσμα να διατηρείται ο καταψηφιστικός χαρακτήρας της αγωγής για την αναλογία των 7/10 του αξιούμενου ποσού που αντιστοιχεί σε συνολικό ποσό 18.726,50 ευρώ, ο ενάγων αναφέρει ότι, όντας Έλληνας απογεγραμμένος ναυτικός, δυνάμει άτυπων συμβάσεων ναυτικής εργασίας πουσυνήφθησαν στον Πειραιά μεταξύ εκείνου και της β΄ εναγομένης, προσελήφθη, για αόριστο χρονικό διάστημα, ναυτολογούμενος στο λιμάνι του Πειραιά, για να εργαστεί με την ειδικότητα του αρχιμάγειρα στο αναφερόμενο στην αγωγή πλοίο του οποίου κυρία είναι η πρώτη εναγομένη και του οποίου τον εφοπλισμό, την οικονομική διαχείριση και εκμετάλλευση έχει η δεύτερη εναγομένη δυνάμει σύμβασης εφοπλισμού μεταξύ των διαδίκων. Ειδικότερα, ο ενάγων εκθέτει ότι προσελήφθη δυνάμει των κάτωθι συμβάσεων, ήτοι : από 11.11.2013 έως 11.7.2014 οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά, από τον πλοίαρχο κοινή συναινέσει και, στη συνέχεια, από την 11.8.2014 έως την 15.12.2014,οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά από τον πλοίαρχο κοινή συναινέσει. Κατά δε την πρόσληψή του και τις δύο αυτές φορές, ο ενάγων υποστηρίζει ότι είχαν συμφωνήσει με τη δεύτερη εναγομένη να αμοίβεται βάσει της εκάστοτε ισχύουσας ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων, όπως αναλύεται στην αγωγή. Περαιτέρω, ο ενάγων παραθέτει αναλυτικά τα δρομολόγια τα οποία εκτελούσε τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα το πλοίο, καθώς και τα καθήκοντα με την εκτέλεση των οποίων ήταν επιφορτισμένος, υποστηρίζοντας ότι εργάστηκε τα χρονικά διαστήματα τα οποία ήταν, κατά τα ανωτέρω, ναυτολογημένος, με την ειδικότητα του αρχιμάγειρα, 14 ώρες ημερησίως, πραγματοποιώντας 6 ώρες υπερωριακής απασχόληση και τις αργίες και τα Σάββατα 14 ώρες, αμειβόμενες όλες υπερωριακά, μολονότι δεν καταχωρούνταν αυτές στο βιβλίο υπερωριών και στους λογαριασμούς μισθοδοσίας τουςοποίους υποχρεωνόταν, όπως αναφέρει, υπό την απειλή της απόλυσης, να υπογράφει ανεπιφύλακτα, χωρίς μάλιστα ουδόλως να ελαττώνεται η λειτουργία του μαγειρείου του πλοίου και, συνακόλουθα και η δική του εργασία, σε περίπτωση που το πλοίο δεν εκτελούσε δρομολόγια λ.χ. ένεκα κάποιου απαγορευτικού απόπλου. Διατυπώνει δε, με βάση τα ανωτέρω, τις κάτωθι αξιώσεις : α) ως διαφορές αποδοχών ένεκα της παροχής υπερωριακής εργασίας, για τα χρονικά διαστήματα που ήταν ναυτολογημένος11.11.2013 – 11.7.2014 και 11.8.2014 – 25.12.2014, : 1) για 252καθημερινές και 52 Κυριακές που εργάστηκε, 10.049,091 ευρώ και 2) για τα54 Σάββατα και τις 13 αργίες που εργάστηκε, το ποσό των 5.984,50 ευρώ. Ειδικότερα δε ο ενάγων προβάλλει ότι έπρεπε να λάβει, για την αιτία αυτή, για μεν τις καθημερινές και Κυριακές, το ποσό των 23.857,92 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε 13.808,17 ευρώ, με αποτέλεσμα να αξιώνει, για την αιτία αυτή, το ποσό των 10.049,09 ευρώ και για δε
τα Σάββατα και τις αργίες, το συνολικό ποσό των 14.707,84 ευρώ έναντι του οποίου έλαβε 8.723,34 ευρώ, με αποτέλεσμα να αξιώνει, για την αιτία αυτή, το ποσό των 5.984,50 ευρώ. β) Ως διαφορά επί των επιδομάτων εορτών, 1) για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2013 το ποσό των 922,01 ευρώ, 2) για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Πάσχα 2014 το ποσό των 2.130,76 ευρώ, 3) για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2014 το ποσό των 6.322,33 ευρώ. γ) Υπό μορφήαποζημίωσης για μη χορήγηση άδειας διανυκτέρευσης, αναφέροντας ότι δεν του χορηγήθηκε ποτέ η προβλεπόμενη από την εφαρμοστέα ΣΣΝΕ άδεια διανυκτέρευσης, προβάλλοντας ότι έπρεπε να λαμβάνει τέτοια άδεια δύο φορές κάθε μήνα και συνολικά έπρεπε να λάβει 16,33 άδειες, αιτία για την οποία αξιώνει την επιδίκαση του ποσού των [1.810,10 ευρώ (μισθός ενέργειας) Χ 16,33/22=] 1.343,46 ευρώ. Για τους λόγους δε αυτούς, ο ενάγων ζητείνα υποχρεωθούνοι εναγόμενες ευθυνόμενες εις ολόκληρον, να του καταβάλουν το συνολικό ποσό των [7.034,36 ευρώ (7/10 του κονδυλίου για την υπερωριακή εργασία κατά τις καθημερινές και Κυριακές) + 4.189,15 ευρώ (7/10 του κονδυλίου για την υπερωριακή εργασία κατά τα Σάββατα και τις αργίες) + 645,40 ευρώ (7/10 του κονδυλίου για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2013) + 1.491,53 ευρώ (7/10 του κονδυλίου για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Πάσχα 2014) + 4.425,63 ευρώ (7/10 του κονδυλίου για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2014) + 940,42 ευρώ (7/10 του κονδυλίου για τη μη χορήγηση αδειών διανυκτέρευσης) =]18.726,50 ευρώ και να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενες, ευθυνόμενες εις ολόκληρον, του οφείλουν το συνολικό ποσό των [3.014,72 ευρώ (3/10 του κονδυλίου για την υπερωριακή εργασία κατά τις καθημερινές και Κυριακές) + 1.795,35 ευρώ (3/10 του κονδυλίου για την υπερωριακή εργασία κατά τα Σάββατα και τις αργίες) + 276,60 ευρώ (3/10 του κονδυλίου για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2013) + 639,22 ευρώ (3/10 του κονδυλίου για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Πάσχα 2014) + 1.896,70 ευρώ (3/10 του κονδυλίου για διαφορά αναλογίας επιδόματος εορτών Χριστουγέννων 2014) + 403,04 ευρώ (3/10 του κονδυλίου για τη μη χορήγηση αδειών διανυκτέρευσης) =] 8.025,63 ευρώ. Επικουρικά δε ζητείται η επιδίκαση των ποσών αυτών με βάση τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Παρεπομένως, ζητείται η επιδίκαση των ποσών αυτών, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσής του που έλαβε χώρα τη15.12.2014 και, επικουρικά, από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφλησή του, η κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής και, τέλος, η καταδίκη των εναγομένων στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων. Η αγωγή, με το περιεχόμενο αυτό και αίτημα, αρμοδίως, κατά τόπον, εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία και αρμοδιότητα προς εκδίκασή της (άρθρα 3 § 1 και 664 ΚΠολΔ), τόσο με βάση τη διάταξη του άρθρου 42 § 2 ΚΠολΔ, εφόσον οι εναγόμενες δεν προβάλλουν παραδεκτά ένσταση κατά τόπο αναρμοδιότητας του Δικαστηρίου όσο με βάση τη διάταξη του άρθρου 644 ΚΠολΔ, διότι, κατά τα στην αγωγή διαλαμβανόμενα, έστω και εν μέρει, ο εναγόμενος παρείχε την εργασία του στον Πειραιά. Περαιτέρω, συντρέχει και αρμοδιότητα του Δικαστηρίου καθ’ ύλη (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12, 13, 14 § 2 και 16 περ. 2 ΚΠολΔ) για να δικασθεί κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 663 επ. ΚΠολΔ [82 ΚΙΝΔ (Ν. 3816/1958)]. Επίσης, η αγωγή είναι, ως προς την κύρια αυτής βάσης, επαρκώς ορισμένη και νόμω βάσιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 192, 193, 340, 341, 345, 346, 361, 481 επ (με τη διευκρίνιση ότι η ευθύνη της πρώτης εναγομένης – κυρίας του ένδικου πλοίου εξικνείται μέχρι της αξίας αυτού),648 – 653, 655, 659, 669 και 680 του ΑΚ, 39, 53, 54, 57, 60, 84, 105 § 4 και 106 εδ. α` ΚΙΝΔ (Ν. 3816/1958), της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2013, η οποία κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. αριθμ. Αριθ. 3525.1.1.5/01/2013 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄ 2079/26.8.2013), της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014, η οποία κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. αριθμ. Αριθμ. 3525.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄ 1664/24.6.2014), σε εκείνες των άρθρων 1 §§ 2 και 3, 3, 4 και 10 § 1 της ΥΑ 19040/1981, 2, 3 και 7 της υπ` αρ. 70109/8008/82 ΥΑ (Εμπ.Ναυτ.), σε εκείνες των άρθρων 1, 3, 6 και 10 της υπ’ αριθμ. 19040/1981 Κοινής Αποφάσεως Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας (ΦΕΚ Β` 742/09.12.1981) και σε εκείνες των άρθρων 70, 176, 191 § 2 και 908 § 1 στοιχ. ε΄ ΚΠολΔ, με εξαίρεση το αίτημά της για την προσωρινή εκτελεστότητα, το οποίο είναι απορριπτέο, καθ’ ο μέτρο ζητείται αυτή για το πέραν της αναλογίας των 7/10 για κάθε κονδύλιο, μετά τη νομότυπη τροπή του αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό ως προς τα 3/10 για ένα έκαστο των αγωγικών κονδυλίων. Αντίθετα, αναφορικά με την επικουρική βάση της, η αγωγή είναι απορριπτέα ως αόριστη, εφόσον δεν εμπεριέχεται η απλή πλην όμως αναγκαία επίκληση της ακυρότητας της μεταξύ των διαδίκων σύμβασης εργασίας, σε αρμονία με όσα στη μείζονα πρόταση ανωτέρω, υπό στοιχεία Α.ε. αναφέρονται. Περαιτέρω, καθ’ ο μέτρο κρίθηκε παραδεκτή και νόμω βάσιμη, η αγωγή είναι ερευνητέα και επί της ουσίας, εφόσον κατατέθηκε στο φάκελο το προβλεπόμενο (υπ’ αριθμ. …) γραμμάτιο προκαταβολής του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά (άρθρο 61 Ν. 4194/2013), ενώ, ωσαύτως, δεν είναι αναγκαία η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, εφόσον το προς καταψήφιση αιτούμενο ποσό υπολείπεται του ανωτάτου ορίου (20.000,00 ευρώ) της καθ’ ύλη αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου (άρθρα 14 § 2 ΚΠολΔ και 71 ΕισΝΚΠολΔ).
Γ.α. Το γεγονός ότι ο εργαζόμενος – ενάγων υπογράφει ανεπιφύλακτα τις μηνιαίες μισθολογικές αποδείξεις, αφενός δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτησή του από τις ως άνω νόμιμες αποδοχές του, αφετέρου είναι άνευ νομίμου επιρροής, κατά τη γενική αρχή του εργατικού δικαίου, η οποία συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 3, 174, 180, 679 ΑΚ, 8 Ν. 2112/1920 και 8 § 4 Ν. 4020/1959, σύμφωνα με την οποία κάθε παραίτηση του εργαζόμενου από το δικαίωμα λήψης των νόμιμων αποδοχών, επιδομάτων ή άλλων από την εργασία του παροχών, έστω και υπό τη μορφή άφεσης χρέους, κατ’ άρθρο 454 ΑΚ, είναι άκυρη και θεωρείται ως μη γενόμενη (οράτε ΑΠ 587/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 1524/2004 ΝΟΜΟΣ, 495/2006 ΔΕΕ 2006 σ. 948, ΕφΠειραιά 361/2013 ΕΝαυτΔ 2013 σ. 208, ΜΕφΠειραιά 698/2014 ΕλλΔνη 2015 σ. 499 με σημείωση Ευαγγέλου Στασινόπουλου). Συναφώς, από τη διάταξη του άρθρου 416 ΑΚ, η οποία ορίζει ότι η ενοχή αποσβήνεται με την καταβολή, συνάγεται ότι στοιχεία της ένστασης εξόφλησης είναι το ποσό που καταβλήθηκε, η αιτία και ο χρόνος καταβολής. Επομένως, για να είναι ορισμένη, ειδικότερα, η υποβαλλόμενη από τον εργοδότη ένσταση εξόφλησης των πάσης φύσεως αποδοχών και αξιώσεων του εργαζομένου από τη σχέση εργασίας, με την επίκληση σχετικής έγγραφης απόδειξης του μισθωτού περί πληρωμής όλων των απαιτήσεων του, δεν αρκεί να διαλαμβάνεται κατά τρόπο γενικό το συνολικό ποσό που καταβλήθηκε στον μισθωτό για την παρεχόμενη εργασία του, εκτός αν πρόκειται για μία και μόνη απαίτηση και προσδιορίζεται το ποσό και η αιτία της καταβολής, αλλά και τα επιμέρους ποσά που καταβλήθηκαν για κάθε αιτία και ο χρόνος καταβολής αυτών, διότι έτσι μόνο προστατεύεται ο εργαζόμενος από τυχόν καταστρατήγηση των εργατικών νόμων που απαγορεύουν τον περιορισμό των δικαιωμάτων του για την απόληψη των ελαχίστων ορίων αποδοχών. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, με το άρθρο 18 § 1 του Ν. 1082/1980, επιβάλλεται στον εργοδότη η υποχρέωση να χορηγεί, κατά την εξόφληση των αποδοχών του προσωπικού του, εκκαθαριστικό σημείωμα ή σε περίπτωση εφαρμογής μηχανογραφικού συστήματος ανάλυση μισθοδοσίας που θα απεικονίζουν αναλυτικά τις πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού και τις επ’ αυτών κρατήσεις (οράτε ΑΠ 178/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 1828/2008 ΔΕΝ 2009 σ. 628=ΕΕργΔ 2009 σ. 1336, 1320/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 1826/2011 ΕλλΔνη 2013 σ. 1066, 721/2011 ΕλλΔνη 2012 σ. 209). Σημειώνεται δε ότι ο εργοδότης διατηρεί τη δυνατότητα να αποδείξει την προβαλλόμενη από αυτόν ένσταση εξόφλησης των αποδοχών του εργαζομένου με άλλα αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου. Κατά το άρθρο 671 § 1 ΚΠολΔ (οράτε ΑΠ 24/2000 ΔΕΝ 56 σ. 851, ΕφΑθ 996/2014 ΕλλΔνη 2014 σ. 1049 με σημείωση Ευαγ. Στασινόπουλου), η δε εξοφλητική απόδειξη αποτελεί, στην πραγματικότητα, εξώδικη ομολογία που εκτιμάται ελεύθερα από το δικαστήριο (οράτε ΑΠ 689/2003 ΝοΒ σ. 459 ΕφΠειραιά 9/2005 ΕλλΔνη 2005 σ. 545, ΕφΑθ 996/2014 ό.π.) και η οποία ανακαλείται, αν δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια (οράτε Β. Βαθρακοκοίλη ΚΠολΔ υπό άρθρο 352 σ. 698, ΕφΑθ 996/2014 ό.π.).β. Οι εναγομένες, με τις νομότυπα, κατά τη συζήτηση, κατατεθείσες προτάσεις τους και με προφορική δήλωση της πληρεξουσίας τους δικηγόρου που καταχωρίσθηκε στα πρακτικά, συνομολογούν το γεγονός της απασχόλησης του ενάγοντος κατά τα στην αγωγή αναφερόμενα χρονικά διαστήματα,με τη στην αγωγή αναφερόμενη ειδικότητα (όχι όμως και τα ωράρια που αναφέρονται), αρνούμενες, κατά τα λοιπά, την αγωγή, ζητώντας την απόρριψή της και την καταδίκη του ενάγοντος στην καταβολή των δικαστικών τους εξόδων, προβάλλοντας, επιπλέον, ότι οι επίδικες αγωγικές αξιώσεις έχουν εξοφληθεί, όπως αναλύεται στο δικόγραφο των προτάσεών τους, ισχυρισμός που συνιστά νόμω βάσιμη και στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 416 ΑΚ ένσταση.
Δ. Εν προκειμένω, από την εκτίμηση όλων αποδεικτικών μέσων τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα (οράτε ΟλΑΠ 15/2003 ΕλλΔνη 2003 σ. 937, ΑΠ 577/2013 ΕλλΔνη 2014 σ. 738 με σημείωση Ι. Βαλμαντώνη, 1/2011 ΕλλΔνη 2011 σ. 731, 1324/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 1076/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 1885/2008 ΕλλΔνη 2009 σ. 449, Δ. Κράνη Αποκλίσεις των ειδικών διαδικασιών έναντι της τακτικής καθώς και αναμεταξύ τους ΕλλΔνη 2006 σ. 366-369, Κ. Μακρίδου Δικονομία εργατικών διαφορών § 8 σ. 187 επ. πλαγ. 26 επ.), προς άμεση ή έμμεση (διά τεκμηρίων απόδειξη), την υπ’ αριθμ. 147/06.02.2015 ένορκη βεβαίωση της Π. Φ. του Β. που λήφθηκε ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, πριν τη λήψη της οποίας κλητεύθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα οι εναγόμενες προκειμένου να παραστεί εκπρόσωπός τους, κλήτευση η οποία εμπεριέχεται στο δικόγραφο της κρινόμενης αγωγής η οποία επιδόθηκε στις εναγόμενες (οράτε τις υπ’ αριθμ. … και … εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Χανίων Ι. Β. Σ.) και την υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του Σ. Π. του Μ. που λήφθηκε ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά πριν τη λήψη της οποίαςκλητεύθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα να παραστεί ο ενάγων (οράτε την υπ’ αριθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Δ. Σ. Κ.), αποδείχτηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα κάτωθι πραγματικά περιστατικά (σημειώνεται ότι η μνεία παρακάτω ορισμένων εγγράφων είναι ενδεικτική, αφού ουδενός νόμιμα και με επίκληση προσκομιζομένου εγγράφου η συνεκτίμηση παραλείφθηκε): ο ενάγων, όντας Έλληνας απογεγραμμένος ναυτικός και κάτοχος του υπ’ αριθμ. Κ7692 ναυτικού φυλλαδίου, με διαδοχικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας που κατήρτισε με τη δεύτερη εναγόμενη, προσελήφθη, κάθε φορά, για αόριστο χρόνο, ναυτολογούμενος από τον πλοίαρχο, στο λιμάνι του Πειραιά, για να εργαστεί με την ειδικότητα του αρχιμάγειρα στο υπό ελληνική σημαία και αριθμό νηολογίου Ρεθύμνου … επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο «…», κόρων ολικής χωρητικότητας 9.850, δυνατότητας μεταφοράς 1500 επιβατών, 75μελούς πληρώματος (το χειμώνα 60μελούς) και 520 οχημάτων υπό διεθνές διακριτικό σήμα …, κυριότητας της πρώτης εναγομένης, και το οποίο εκμεταλλεύεται, δυνάμει σύμβασης εφοπλισμού μεταξύ των διαδίκων, (όπως συνομολογούν οι εναγόμενες261 και 352 ΚΠολΔ),η δεύτερη εναγομένη. Βάσει δε αυτών των συμβάσεων ναυτικής εργασίας, ο ενάγων ναυτολογήθηκε και εργάστηκε στο ανωτέρω πλοίο, το πρώτον, από την 11.11.2013 ως και την 11.7.2014, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά, από τον πλοίαρχο με αμοιβαία συναίνεση εκείνου και του πλοιάρχου και, κατόπιν, από την 11.8.2014 ως και την 15.12.2014, οπότε απολύθηκε και πάλι στον Πειραιά, από τον πλοίαρχο με αμοιβαία συναίνεση εκείνου και του πλοιάρχου. Κατά δε τις ναυτολογήσεις του αυτές, συμφωνήθηκε να λαμβάνει,ως αμοιβή, τις μηνιαίες αποδοχές που προβλέπονται, για την ειδικότητα αυτή, από την εκάστοτε ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων. Ειδικότερα, και ειδικότερα σύμφωνα με τις τότε ισχύουσες ΣΣΝΕ των ετών 2013 και 2014 που κυρώθηκαν από τις ΥΑ 3525.1.1.5/01/2013 (ΦΕΚ Β’ 2079/26.8.2013), και ΥΑ 3525.1.5/01/2014 (ΦΕΚ Β’ 1664/24.6.2014), οι οποίες υπολογίζονται όπως κατωτέρω θα εκτεθεί. Προσέτι, κατά το ένδικο χρονικό διάστημα πραγματοποίησε τα κάτωθι δρομολόγια σε εβδομαδιαία βάση :
1. Από 01.01.2013 έως 30.4.2014 και από 15.6.2014 έως 15.9.2014 | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΔΕΥΤΕΡΑ | ΤΡΙΤΗ | ΤΕΤΑΡΤΗ | ΠΕΜΠΤΗ | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧ. | ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧ. | ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧ. | ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧ. | ||||||||||||||||||||||||||||
Πειραιάς | 09.45 | 18.00 | Θήρα | 03.00 | άμεση αναχώρ. | Διαφάνι | 00.30 | άμεση αναχώρ. | Ρόδος | 02.00 | 09.00 | ||||||||||||||||||||||||||||
Μήλος | 23.00 | 23.00 | Ανάφη | 06.00 | άμεση αναχώρ. | Πηγάδια Καρπάθου | 01.30 | άμεση αναχώρ. | Χάλκη | 11.00 | άμεση αναχώρ. | ||||||||||||||||||||||||||||
Κάσος | 10.00 | άμεση αναχώρ. | Κάσος | 03.00 | άμεση αναχώρ. | Διαφάνι (Κάρπαθος) | 13.00 | άμεση αναχώρ. | |||||||||||||||||||||||||||||||
Πηγάδια Καρπάθου | 12.00 | άμεση αναχώρ. | Κάσος | 15.05 | άμεση αναχώρ. | Πηγάδια
(Κάρπαθος) |
14.00 | άμεση αναχώρ. | |||||||||||||||||||||||||||||||
Διαφάνι | 13.30 | άμεση αναχώρ. | Σητεία | 06.30 | άμεση αναχώρ. | Κάσος | 16.00 | άμεση αναχώρ. | |||||||||||||||||||||||||||||||
Χάλκη | 15.30 | άμεση αναχώρ. | Ηράκλειο | 11.00 | 12.30 | Ανάφη | 19.30 | άμεση αναχώρ. | |||||||||||||||||||||||||||||||
Ρόδος | 17.30 | 20.30 | Σητεία | 16.00 | άμεση αναχώρ. | Θήρα | 21.30 | άμεση αναχώρ. | |||||||||||||||||||||||||||||||
Χάλκη | 22.30 | άμεση αναχώρ. | Κάσος | 19.30 | άμεση αναχώρ. | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Πηγάδια Καρπάθου | 21.00 | άμεση αναχώρ. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Διαφάνι | 22.00 | άμεση αναχώρ. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Χάλκη | 24.00 | άμεση αναχώρ. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ | ΣΑΒΒΑΤΟ | ΚΥΡΙΑΚΗ | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ | ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ | ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ | |||||||||||||||||||||||||||||||
Μήλος | 01.30 | άμεση αναχώρ. | Θήρα | 02.50 | άμεση αναχώρ. | Ρόδος | 00.40 | 03.00 | |||||||||||||||||||||||||||||||
Πειραιάς | 06.00 | 18.00 | Ανάφη | 05.15 | άμεση αναχώρ. | Χάλκη | 05.00 | άμεση αναχώρηση | |||||||||||||||||||||||||||||||
Μήλος | 22.50 | άμεση αναχώρ. | Ηράκλειο | 09.40 | άμεση αναχώρηση | Διαφάνι | 07.20 | άμεση αναχώρηση. | |||||||||||||||||||||||||||||||
Σητεία | 13.40 | άμεση αναχώρ. | Πηγάδια Καρπάθου | 08.35 | άμεση αναχώρηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κάσος | 16.35 | άμεση αναχώρηση | Κάσος | 10.45 | άμεση αναχώρηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Πηγάδια Καρπάθου | 18.30 | άμεση αναχώρηση | Σητεία | 13.45 | άμεση αναχώρηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Διαφάνι | 20.10 | άμεση αναχώρ. | Ηράκλειο | 17.05 | άμεση αναχώρηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Χάλκη | 22.25 | άμεση αναχώρηση | Μήλος | 04.20 | άμεση αναχώρηση | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
2. Από 01.5.2014 έως 14.6.2014 και από 16.9.2014 έως 15.12.2014. | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΔΕΥΤΕΡΑ | ΤΡΙΤΗ | ΤΕΤΑΡΤΗ | ΠΕΜΠΤΗ | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧ. | ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧ. | ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧ. | ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧ. | ||||||||||||||||||||||||||||
Θήρα | 00.01 | 00.40 | Πειραιάς | 21.00 | Μήλος | 02.00 | 02.20 | Ρόδος | 05.00 | ||||||||||||||||||||||||||||||
Μήλος | 04.20 | 04.45 | Θήρα | 05.50 | 06.20 | Χάλκη | 07.00 | 07.15 | |||||||||||||||||||||||||||||||
Πειραιάς | 09.45 | Ανάφη | 07.55 | 08.15 | Διαφάνι | 09.15 | 09.30 | ||||||||||||||||||||||||||||||||
Κάσος | 12.55 | 13.15 | Πηγάδια | 10.30 | 11.15 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Πηγάδια | 14.40 | 15.10 | Κάσος | 12.45 | 13.00 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Διαφάνι | 16.10 | 16.25 | Ανάφη | 17.50 | 18.10 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Χάλκη | 18.25 | 18.40 | Θήρα | 19.45 | 20.30 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Ρόδος | 20.40 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ | ΣΑΒΒΑΤΟ | ΚΥΡΙΑΚΗ | |||||||||||||||||||||||||||||||||||||
ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ | ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ | ΛΙΜΑΝΙ | ΑΦΙΞΗ | ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ | |||||||||||||||||||||||||||||||
Μήλος | 00.01 | 00.15 | Θήρα | 02.50 | 03.40 | Ρόδος | 00.40 | 03.00 | |||||||||||||||||||||||||||||||
Πειραιάς | 05.15 | 18.00 | Ανάφη | 05.15 | 05.40 | Χάλκη | 05.00 | 05.20 | |||||||||||||||||||||||||||||||
Μήλος | 22.50 | 23.20 | Ηράκλειο | 09.40 | 10.40 | Διαφάνι | 07.20 | 07.35 | |||||||||||||||||||||||||||||||
Σητεία | 13.40 | 14.05 | Πηγάδια | 08.35 | 09.15 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Κάσος | 16.35 | 17.00 | Κάσος | 10.45 | 11.10 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Πηγάδια | 18.30 | 19.10 | Σητεία | 13.45 | 14.05 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Διαφάνι | 20.10 | 20.25 | Ηράκλειο | 17.05 | 18.05 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Χάλκη | 22.35 | 22.40 | Θήρα | 22.05 | 22.20 | ||||||||||||||||||||||||||||||||||
Διευκρινίζεται δε σχετικά ότι, όπως στην αγωγή αναφέρεται και οι εναγόμενες συνομολογούν (261 και 352 ΚΠολΔ), αλλά επιβεβαιώνει και η μάρτυρας απόδειξης, το πρόγραμμα, βάσει των ανωτέρω δρομολογίων, εκτελούταν πάντα με χρονική καθυστέρηση, με αποτέλεσμα την αντίστοιχη επιβάρυνση και του πληρώματος, για την κάλυψη των αναγκών σίτισης του πληρώματος αλλά και των επιβατών που παρέμεναν στο πλοίο. Αναφορικά δε με το ωράριο εργασίας του ενάγοντος, λεκτέα τα κάτωθι: Στην κουζίνα του ένδικου πλοίου εργάζονταν, τη χειμερινή περίοδο, ένας αρχιμάγειρας, ένας Α΄ μάγειρας, ένας Β΄ μάγειρας, και δύο χυτροκαθαριστές (σύνολο 5) ενώ τη θερινή, ένας αρχιμάγειρας, δύο Α΄ μάγειρες, ένας Β΄ μάγειρας, ένας Γ΄ μάγειρας και τρεις χυτροκαθαριστές (σύνολο 8). Στα καθήκοντα δε του ενάγοντος περιλαμβανόταν η οργάνωση και εποπτεία των εργασιών των υφισταμένων του στην κουζίνα, αναφορικά με την παρασκευή του φαγητού, μετέχοντας όμως και ο ίδιος των εργασιών, εφόσον, με βάση και τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα υπόλοιπα πρόσωπα που εργάζονταν στην κουζίνα δεν επαρκούσαν για την άρτια εκτέλεση των εργασιών, (παρασκευή του φαγητού, διανομή στους επιβάτες και στα μέλη του πληρώματος και καθαρισμός των χώρων της κουζίνας) αιτία για την οποία συνέδραμε και η μάρτυρας απόδειξης στον καθαρισμό τηςως επίκουρη θαλαμηπόλος. Οι βάρδιες δε που υπήρχαν στην κουζίνα ήταν 2 δεκάωρες, ήτοι 06.00 – 12.00 με εξάωρη διακοπή και κατόπιν από 18.00-22.00 και η δεύτερη συνεχόμενα 12.00-22.00. Είναι δε φανερό ότι οι εργασίες καθαριότητας δεν τελείωναν ταυτόχρονα με τον τερματισμό λειτουργίας του selfserviceτην 21.30, αλλά διαρκούσαν τουλάχιστον μισή ώρα επιπλέον. Με βάση τα ανωτέρω και λαμβανομένης υπόψη,αφενός της κατάθεσης του μάρτυρα ανταπόδειξης ο οποίος υπηρέτησε με τον ενάγοντα, στο ένδικο πλοίο, από την 11.8.2014 μέχρι και τη 15.12.2014, οπότε απολύθηκε ο ενάγων, με τη (συναφή) ειδικότητα του φροντιστή, του γεγονότος ότι το ένδικο πλοίο εκτελούσε πλόες σε γραμμές ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας στις οποίες, με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας, η επιβατική κίνηση, ιδιαίτερα εκτός καλοκαιριού, είναι υποτονική, αλλά και του γεγονότος ότι το ένδικο πλοίο τα χρονικά διαστήματα από 01.5.2014 έως 14.6.2014 και από 16.9.2014 έως 15.12.2014, παρέμενε αγκυροβολημένο στο λιμάνι του Πειραιά από Δευτέρα 09:45 μέχρι την Τρίτη ώρα 21:00, περίπου δηλαδή για 35 ώρες, αλλά και αφετέρου της αυξημένης ευθύνης του για την άρτια λειτουργία της κουζίνας του ένδικου πλοίου που απαιτούσε την παρουσία του και πέραν των χρονικών ορίων της βάρδιάς του, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο ενάγων εργάστηκε κατά μέσο όροδώδεκαώρες κάθε ημέρα, με ωράριο εργασίας περί ώρα 06:00 – 13:00 και στη συνέχεια, μετά τη διακοπή περί 05:00 – 10:00, εφόσον, οπώς και παραπάνω αναφέρθηκε, ένεκα του υπεύθυνου και επιτελικού του ρόλου έπρεπε να βρίσκεται και πέραν της βάρδιάς του στην κουζίνα. Αντίθετο πόρισμα δεν μπορεί να συναχθεί από την κατάθεση της μάρτυρα απόδειξης η οποία, εκτός του ότι έχει ασκήσει κατά των εναγομένων αντίστοιχη αγωγή, εργαζόταν σε θέση άσχετη κατά βάση με την κουζίνα (επίκουρη θαλαμηπόλος) με αποτέλεσμα οι άμεσες γνώσεις της, ως προς τα αποδεικτέα θέματα, να είναι, εκ των πραγμάτων, σαφώς πιο περιορισμένες σε σχέση με αυτές του μάρτυρα ανταπόδειξης. Το αποδεικτικό αυτό πόρισμα (δηλαδή η πραγματοποίηση υπερωριακής απασχόλησης), αντίθετα, ενισχύεται και από το γεγονός ότι καταβάλλονταν σε εκείνον μηνιαίως και σε πάγια βάση, ποσά για υπερωρίες, σύμφωνα με τους λογαριασμούς μισθοδοσίας (που νόμιμα και με επίκληση προσκομίστηκαν). Εξάλλου, η αναγραφή στους υπογεγραμμένους από τον ενάγοντα σχετικούς μισθοδοτικούς λογαριασμούς ότι εκείνος έχει εξοφληθεί πλήρως, δεν μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια των σχετικών αξιώσεών του, διότι, κατά βασική αρχή του εργατικού δικαίου και σε αρμονία με όσα αναφέρονται στη μείζονα πρόταση ανωτέρω υπό στοιχείο Γ.α. δεν είναι επιτρεπτή η παραίτηση του ενάγοντος εργαζομένου μισθωτού (αντίστοιχα και του ναυτικού) από τις νόμιμες αποδοχές του. Έτσι, στον ενάγοντα θα έπρεπε να καταβληθεί ως αμοιβή, για την παρασχεθείσα υπερωριακή εργασία του, το ένδικο χρονικό διάστημα, ως κάτωθι : κατά πρώτον για καθημερινές και Κυριακές, περίοδοι 11.11.2013-11.7.2014 και 11.8.2014-15.12.2014 καθημερινές, ήτοι 15 μέρες του Νοεμβρίου + 20 μέρες του Δεκεμβρίου 2013 + 21 μέρες του Ιανουαρίου+ 18 μέρες του Φεβρουάριου + 20 μέρες του Μαρτίου + 19 μέρες του Απριλίου + 20 μέρες του Μαΐου + 21 μέρες του Ιουνίου + 9 μέρες του Ιουλίου + 14μέρες του Αυγούστου + 22 μέρες του Σεπτεμβρίου + 22 μέρες του Οκτωβρίου + 20 μέρες του Νοεμβρίου + 11 μέρες του Δεκεμβρίου του 2014 και 52 Κυριακές, ήτοι 2 Κυριακές τουΝοεμβρίου + 5Κυριακές του Δεκεμβρίουτου 2013 + 4Κυριακές του Ιανουαρίου + 4 Κυριακές του Φεβρουάριου + 5 Κυριακές του Κυριακές του Μαρτίου + 4 Κυριακές του Απριλίου + 4 Κυριακές του Μαΐου + 5Κυριακές του Ιουνίου + 1 Κυριακή του Ιουλίου + 3 Κυριακές του Αυγούστου + 4 Κυριακές του Σεπτεμβρίου + 4 Κυριακές του Οκτωβρίου + 5 Κυριακές του Νοεμβρίου + 2 Κυριακές του Δεκεμβρίου του 2014, δηλαδή 304 ημέρες συνολικά X 4 ώρες υπερωρίας κάθε μέρα X 13,08 ευρώ ωρομίσθιο βάσει των εφαρμοστέων ΣΣΝΕ = 15.905,12 ευρώ, έναντι του οποίου και, για την αιτία αυτή, έλαβε ποσό 13.808,83 ευρώ και κατά συνέπεια εξακολουθεί να του οφείλεται η διαφορά ποσού 2.096,45 ευρώ. Κατά δεύτερον για Σάββατα και αργίες περίοδοι 11.11.2013-11.7.2014 και 11.8.2014-15.12.2014, 54 Σάββατα, ήτοι 5 Σάββατα του του Νοεμβρίου + 4 Σάββατα του Δεκεμβρίου του 2013 + 4Σάββατα του Ιανουαρίου + 4 Σάββατα του Φεβρουάριου + 5Σάββατα του Μαρτίου + 4 Σάββατα του Απριλίου + 5 Σάββατα του Μαίου + 4 Σάββατα του Ιουνίου + 1Σάββατο του Ιουλίου + 3Σάββατα του Αυγούστου + 4 Σάββατα του Σεπτεμβρίου + 4 Σάββατα του Οκτωβρίου + 5 Σάββατα του Νοεμβρίου + 2 Σάββατα του Δεκεμβρίου του 2014 και12 αργίες, ήτοι 25 (Χριστούγεννα) 26.12 (Σύναξη της Θεοτόκου) του 2013 και 01.01 (Πρωτοχρονιά) 06.01 (Θεοφάνεια) 03.3 (Καθαρά Δευτέρα), 25.3 (Ευαγγελισμός της Θεοτόκου), 18.4 (Μεγάλη Παρασκευή) 21.4 (Δεύτερη ημέρα του Πάσχα),23.4 (εορτή Αγίου Γεωργίου), 01.5 (εργατική Πρωτομαγιά) (29.5 εορτή της Αναλήψεως) 15.8 (Κοίμηση της Θεοτόκου) του 2014, δηλαδή 66 ημέρες συνολικά X 12 ώρες υπερωρίαςκάθε φορά X 15,68 ευρώ ωρομίσθιο = 12.418,56 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε ποσό 8.723,34 ευρώ και κατά συνέπεια του οφείλεται ποσό 3.695,22ευρώ. Επίσης, υπό μορφή διαφορών επί των δώρων εορτών, ο ενάγων έπρεπε να λάβει α) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2013 και για το διάστημα από 11.11.2013 έως και 31.12.2013, έπρεπε να λάβει τα 2/25 του συνολικού μηνιαίου μισθού του για κάθε 19 ημέρες εργασίας, και εφόσον οι καταβλητέες μηνιαίες του αποδοχές ήταν οι κάτωθι [1.810,10 ευρώ (μισθός ενέργειας) + 398,22 ευρώ (επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας) + 597,94 ευρώ (άδεια + τροφοδοσία άδειας) + 576,30 ευρώ (μηνιαίο αντίτιμο της σε είδος παρεχόμενης τροφής 19,21 ημερησίως Χ30) + 35,22 ευρώ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 1.159,60ευρώ (25,33 καθημερινές και Κυριακές κατά μέσον όρο Χ 3,5 ώρες υπερωριακή απασχόλησή του κάθε μία από αυτές Χ 13,08/ώρα)+ 1.020,61 ευρώ (4,33 Σάββατα + 1,33 αργίες κατά μέσον όρο Χ 11,5 ώρες υπερωριακή απασχόλησή του κάθε μία από αυτές Χ 15,68/ώρα)=] 5.597,99 ευρώ Χ 2/25 Χ (52/19=) 2,68 ημερομίσθια = 1.200,20, έναντι του οποίου έλαβε ποσό 696,31 με αποτέλεσμα να του οφείλεται η διαφορά 503,89 ευρώ. β) Για αναλογία δώρου Πάσχα 2014 και για το διάστημα από 1.1.2014 έως 30.4.2014, το μισό μηνιαίο μισθού του, όπως υπολογίσθηκε αυτός αμέσως ανωτέρω και συνολικά [(5.597,99 ευρώ/2=) 2.798,99 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε 1.643,31 ευρώ με αποτέλεσμα να δικαιούται τη διαφορά 1.155,68 ευρώ. γ) Για αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2014 και για το διάστημα από 11.8.2014 έως και 15.12.2014, εργασθείς 199 ημέρες έπρεπε να λάβει τα 2/25 του συνολικού μηνιαίου μισθού του για κάθε 19 ημέρες εργασίας, και συνολικά [5.597,99 ευρώ Χ 2/25 Χ (199/19=) 10,47 ημερομίσθια = 4.688,87, έναντι του οποίου έλαβε ποσό 2.534,60 με βάση σχετικό μισθοδοτικό λογαριασμό που με επίκληση προσκομίζεται, με αποτέλεσμα, για την αιτία αυτή, να του οφείλεται η διαφορά 2.154,27 ευρώ. Τέλος, αναφορικά με το κονδύλιο που ζητείται υπό μορφή αποζημίωσης για μη χορήγηση άδειας διανυκτέρευσης, δεν υπάρχει κανένα αποδεικτικό μέσο που να βεβαιώνει ότι στον ενάγοντα δεν χορηγήθηκεη παροχή αυτή, εφόσον και η κατάθεση της μάρτυρα απόδειξης εξαντλείται στο θέμα της υπερωριακή εργασίας του ενάγοντος, χωρίς να μπορεί να συναχθεί ομολογία εκ μέρους των εναγομένων,αναφορικά με την ουσιαστική βασιμότητα του ενάγοντος ένεκα της ρητής άρνησής τους σχετικά, με αποτέλεσμα να πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμο. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει η αγωγή, εφόσον είναι και εν μέρει νόμω και ουσία βάσιμη και να υποχρεωθούν οι εναγόμενες (η μεν δεύτερη ως εργοδότρια του ενάγοντος – εφοπλίστρια του πλοίου στο οποίο εργάστηκε ο ενάγων και η πρώτη ως κυρία αυτού), ευθυνόμενες εις ολόκληρον και ειδικότερα η πρώτη μέχρι την αξία του ένδικου πλοίου, να καταβάλουν στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των (2.096,45 + 3.695,22 + 503,89 + 1.155,68 + 2.154,27 =) 9.605,51ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσής του (15.12.2014) και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση. Περαιτέρω, η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή, εν μέρει και, συγκεκριμένα, μέχρι το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων ευρώ, εφόσον πρόκειται για απαίτηση που πηγάζει από σχέση που αναφέρεται στη διάταξη του άρθρου 663 ΚΠολΔ και η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να επιφέρει σημαντική ζημία στον ενάγοντα και, τέλος, εφόσον υποβλήθηκε σχετικό αίτημα, να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος σε βάρος των εναγομένων, κατά το λόγο νίκης και ήττας των διαδίκων, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρο 178 εδ. α’, 180 § 3, 189, 191 § 2 ΚΠολΔ και 63, 64, 68 Ν. 4194/2013).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμολία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι στο σκεπτικό κρίθηκε απορριπτέο.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή εν μέρει και κατά τα λοιπά.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τις εναγόμενες εις ολόκληρον ευθυνόμενες και, ειδικότερα, τη δεύτερη με όλη της την περιουσία και την πρώτη εναγομένη μέχρι την αξία του ένδικου πλοίου, να καταβάλουν στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των εννέα χιλιάδων εξακοσίων πέντε ευρώ και πενήντα ενός λεπτών (9.605,51 €), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσής του (15.12.2014) και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την παρούσα προσωρινά εκτελεστή, ως προς την ανωτέρω καταψηφιστική της διάταξη εν μέρει, μέχρι το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων (4.000,00) ευρώ.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εναγομένων μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος το ύψος των οποίων προσδιορίζει σε τριακόσια πενήντα ευρώ (350,00) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά και δημοσιεύθηκε τη 14η Ιανουαρίου 2016 στο ακροατήριό του και σε έκτακτη, δημόσια αυτού συνεδρίαση.
O ΔIKAΣTHΣ Η ΓPAMMATEAΣ