Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ     276 /2016

(μη νόμιμο το αίτημα για καταψήφιση σε αλλοδαπό νόμισμα, άκυρη δικαιοπραξία για τόκο πάνω από το ανώτατο θεμιτό όριο)

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

(Τακτική Διαδικασία)

………………………………………

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Χαρίλαο Παππά, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και την Γραμματέα Σοφία Δέδε.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 17 Νοεμβρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία “…” (…), που εδρεύει στην Κύπρο και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιού της δικηγόρου Δημητρίου Ψυχάρη.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Εταιρείας με την επωνυμία “…” (…), που κατά το καταστατικό της εδρεύει στην Λ. της Κ., στην πραγματικότητα όμως στο Μ. Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2) εταιρείας με την επωνυμία “…”, που εδρεύει στο Μ. Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 3) εταιρείας με την επωνυμία “…” (…), που κατά το καταστατικό της εδρεύει στις Ν. Μ., στην πραγματικότητα όμως στο Μ. Αττικής, όπως εκπροσωπείται νόμιμα και 4) εταιρείας με την επωνυμία “….” (….), που κατά το καταστατικό της εδρεύει στον Π. και έχει εγκαταστήσει νόμιμα γραφείο στο Μ. Αττικής, δυνάμει των διατάξεων του ΑΝ 89/67 όπως ισχύει σήμερα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίες δεν παραστάθηκαν.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 24-12-2013 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …, προσδιορίσθηκε, μετά από αναβολή κατά τη δικάσιμο της 16ης Σεπτεμβρίου 2014, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις της.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Από τις υπ’ αριθ. …, …, … και … εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, …, που νομίμως προσκομίζει και επικαλείται η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβή επικυρωμένα αντίγραφα της κρινόμενης αγωγής, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 16ης Σεπτεμβρίου 2014, κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα στον Δ. Τ. υπό την ιδιότητά του ως αντικλήτου των εναγόμενων εταιρειών, όπως αυτός διορίσθηκε νομίμως με σχετική ρήτρα στην από 9 Φεβρουαρίου 2012 ένδικη σύμβαση αναγνώρισης χρέους (άρθρα 126 παρ. 1 περ. δ΄, 128 παρ. 4, 129, 142 παρ. 4, 228 και 229 ΚΠολΔ), η ως άνω δε αναβολή και η αναγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο κατά τη μετ’ αναβολή δικάσιμο επέχει θέση νόμιμης κλήτευσης των ανωτέρω εναγομένων (άρθρο 226 παρ. 4 εδ. γ΄ ΚΠολΔ). Οι τελευταίες, όμως, δεν εμφανίσθηκαν κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και, επομένως, πρέπει να δικαστούν ερήμην [άρθρο 271 παρ. 1 και 2 εδ. β΄ ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 29 του ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α΄ 165/25-07-2011)].

Με την υπό κρίση αγωγή της, η ενάγουσα εκθέτει ότι δραστηριοποιείται στον τομέα του εφοδιασμού πλοίων με καύσιμα, λιπαντικά και συναφείς πρώτες ύλες, η δε πρώτη και τρίτη των εναγόμενων εταιρειών είναι πλοιοκτήτριες του υπό σημαία Κ. πλοίου “…”, κόρων ολικής χωρητικότητας 30435, με Διεθνές Διακριτικό Σήμα … και αριθμό ΙΜΟ …, και του υπό σημαία Π. πλοίου “…”, κόρων ολικής χωρητικότητας 22402, με Διεθνές Διακριτικό Σήμα … και αριθμό ΙΜΟ …, αντίστοιχα, ενώ η διαχείριση αυτών (πλοίων) ανήκε κατά τον επίδικο χρόνο στη δεύτερη και τέταρτη των εναγομένων· ότι, στο πλαίσιο της προαναφερόμενης δραστηριότητάς της, δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων πώλησης που κατήρτισε κατά τους μήνες Νοέμβριο και Δεκέμβριο του έτους 2011 με τις εναγόμενες, ανέλαβε τον εφοδιασμό των ως άνω πλοίων με ποσότητες ναυτιλιακών καυσίμων, έναντι συμφωνηθέντος τιμήματος που έπρεπε να εξοφληθεί εντός 15 ημερών από την ημερομηνία παράδοσης αυτών (καυσίμων) στο αντίστοιχο πλοίο· ότι, σε εκπλήρωση της σχετικής υποχρέωσής της από τις εν λόγω συμβάσεις πώλησης, παρέδωσε στα ανωτέρω πλοία τις διαλαμβανόμενες στο δικόγραφο ποσότητες καυσίμων και εξέδωσε τα αντίστοιχα τιμολόγια, συμφωνήθηκε δε περαιτέρω ότι, σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής των καυσίμων αυτών, που παρελήφθησαν ανεπιφύλακτα από εκπροσώπους των εναγομένων, οι οποίοι και υπέγραψαν τα σχετικά δελτία παραλαβής, θα χρεώνονταν τόκοι υπολογιζόμενοι με επιτόκιο 2% μηνιαίως· ότι, στον Πειραιά Αττικής, συνήφθη μεταξύ της ίδιας (ενάγουσας) και των εναγόμενων εταιρειών το από 9-2-2012 ιδιωτικό συμφωνητικό, δυνάμει του οποίου οι τελευταίες αναγνώρισαν ότι, την ως άνω ημερομηνία, της όφειλαν για την προεκτιθέμενη αιτία το συνολικό ποσό των 653.849,08 δολ. ΗΠΑ κατά κεφάλαιο, πλέον τόκων και εξόδων που ανήρχοντο σε 1.500,00 δολ. ΗΠΑ· ότι, τέλος, στο ανωτέρω συμφωνητικό συνομολογήθηκε ρητά ότι για την καταβολή των οφειλόμενων ως άνω ποσών ευθύνονται έναντι αυτής (ενάγουσας) εις ολόκληρον όλες οι εναγόμενες εταιρείες. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ζητεί να υποχρεωθούν οι τελευταίες, με προσωρινά εκτελεστή απόφαση, να της καταβάλουν εις ολόκληρον το ανεξόφλητο συνολικό ποσό του εν λόγω συμφωνητικού (αφαιρώντας τα ήδη καταβληθέντα έναντι αυτού ποσά), ύψους 75.609,54 δολ. ΗΠΑ, ήτοι 28.491,31 δολ. ΗΠΑ για τόκους έως τις 9-3-2012 και 47.118,23 δολ. ΗΠΑ για το υπόλοιπο κεφάλαιο του υπ’ αριθ. … τιμολογίου, άλλως το ποσό των 55.253,97 ευρώ, με βάση την κατά το χρόνο ασκήσεως της αγωγής ισοτιμία δολ. ΗΠΑ – ευρώ, επικουρικά δε το ισόποσο των 75.609,54 δολ. ΗΠΑ σε ευρώ κατά την ισοτιμία των δύο νομισμάτων την ημέρα της πληρωμής, πλέον τόκων επί του ποσού των 47.118,23 δολ. ΗΠΑ, άλλως επί του ποσού των 34.433,08 ευρώ, με βάση την κατά το χρόνο ασκήσεως της αγωγής ισοτιμία δολ. ΗΠΑ – ευρώ, επικουρικά δε επί του ισόποσου των 47.118,23 δολ. ΗΠΑ σε ευρώ κατά την ισοτιμία των δύο νομισμάτων την ημέρα της πληρωμής, υπολογιζόμενων με το συμφωνηθέν επιτόκιο 2% μηνιαίως από την επόμενη της 30-7-2012, δήλης ημέρας πληρωμής, άλλως με το νόμιμο επιτόκιο υπερημερίας από την εν λόγω ημερομηνία, επικουρικά δε από την επίδοση της αγωγής. Με τα ανωτέρω ως περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 8, 9, 10, 12 παρ. 1 και 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρα 25 παρ. 2, 33, 37 παρ. 1 και 74 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 3Β περ. ι΄ Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), συνακολούθως δε έχει και διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της υπό κρίση διαφοράς (άρθρα 3 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, η κρινόμενη αγωγή, η οποία αφορά σε ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, ήτοι σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας (Σ. Βρέλλη, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, 2001, σελ. 1-2, Ηλ. Κρίσπη, Ιδ. Διεθνές δίκαιο, σελ. 12), είναι ερευνητέα, δεδομένου ότι δεν γίνεται επίκληση σχετικής ειδικότερης συμφωνίας, κατά το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 3 του Κανονισμού Ε.Ε. 593/2008 που αντικατέστησε την από 19-6-1980 Σύμβαση της Ρώμης «Για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» και εφαρμόζεται στις συμβάσεις που συνήφθησαν μετά τις 17 Δεκεμβρίου 2009, όπως εν προκειμένω, καθόσον, εκ του συνόλου των επικαλούμενων με την υπό κρίση αγωγή, περιστάσεων, ήτοι ότι η επίδικη σύμβαση αναγνώρισης χρέους καταρτίστηκε στην Ελλάδα (Πειραιά), όπου και βρίσκεται η πραγματική έδρα των εναγόμενων εταιρειών (Μ.), αλλά και το εγκατεστημένο δυνάμει των διατάξεων του ΑΝ 89/67 γραφείο της εδρεύουσας στον Π. τέταρτης εξ αυτών (εναγομένων), συνάγεται ότι το δίκαιο αυτό (ελληνικό) συνδέεται προδήλως στενότερα με την ως άνω ένδικη σύμβαση. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 174, 293, 294 του ΑΚ και 109 του ΕισΝΑΚ, κάθε δικαιοπραξία για τόκο που υπερβαίνει το ανώτατο θεμιτό όριο είναι άκυρη ως προς το υπερβάλλον, τυχόν δε καταβληθέντες υπέρμετροι τόκοι έστω και εν γνώσει, καταλογίζονται στο κεφάλαιο. Η περί ανώτατου θεμιτού ορίου τόκου ως άνω διάταξη είναι δημοσίας τάξεως και κάθε αντικείμενη προς αυτή συμφωνία είναι άκυρη και δεν μπορεί να καλυφθεί με αναγνώριση του υπόχρεου ή έμπρακτη καταβολή (ΕφΑθ 6029/1999 ΕλλΔνη 1999. 1625, δημοσιευθείσα και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ», Β. Βαθρακοκοίλης, ΕρΝομΑΚ, αρθρ. 294, αρ. 1). Κατ’ ακολουθίαν, η αγωγή είναι νόμιμη, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων, 291 (σε συνδ. με το άρθρο 1 του ν. 740/1977, εφόσον πρόκειται για διεθνή συναλλαγή που αφορά την εκμετάλλευση πλοίου, έτσι ώστε να τυγχάνει νόμιμη η συνομολόγησή της σε αλλοδαπό νόμισμα), 292, 293, 294, 341 εδ. α΄, 345 εδ. α΄, 346, 361, 481, 513 επ., 873 εδ. α του ΑΚ, 907 και 908 παρ. 1 στοιχ. στ΄ του ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος περί καταψηφίσεως των εναγομένων στην πληρωμή αυτούσιου αλλοδαπού νομίσματος (75.609,54 δολ. ΗΠΑ) και επικουρικά του ποσού των 55.253,97 ευρώ, με βάση την κατά το χρόνο ασκήσεως της αγωγής ισοτιμία δολ. ΗΠΑ – ευρώ, τα οποία είναι απορριπτέα ως νόμω αβάσιμα, καθόσον η καταψήφιση σε καταβολή αυτούσιου αλλοδαπού νομίσματος αντίκειται ευθέως στη δημοσίας τάξεως διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 Ν. 5422/1932, σε συνδυασμό με το άρθρο 1 Ν. 2842/2000 «Λήψη συμπληρωματικών μέτρων για την εφαρμογή των κανονισμών (ΕΚ) 1103/97, 974/98 και 2866/98 του Συμβουλίου, όπως ισχύουν σχετικά με την εισαγωγή του ΕΥΡΩ» και 1 Ν. 2948/2001 «Κυκλοφορία τραπεζογραμματίων και κερμάτων ευρώ και φορολογικές ρυθμίσεις για την εισαγωγή του ευρώ», καίτοι η ένδικη αξίωση προέρχεται από διεθνή συναλλαγή, και, ως εκ τούτου, η ενάγουσα δικαιούται να απαιτήσει δια τη αγωγής μόνο το ισάξιο του αλλοδαπού νομίσματος σε ευρώ κατά την ημέρα της πληρωμής ή μόνο ευρώ (βλ. και ΑΠ 698/2006 σε ΤΝΠ «ΝΟΜΟΣ», 613/1974 ΝοΒ 23. 169, ΕφΠειρ 546/2010 ΕΝΔ 2010. 397). Επίσης, το αίτημα περί καταβολής τόκων υπερημερίας με μηνιαίο επιτόκιο 2% (ήτοι 24% ετησίως) για το ποσό του κεφαλαίου των 47.118,23 δολ. ΗΠΑ πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμο καθ’ ο μέρος το εν λόγω επιτόκιο υπερβαίνει το ανώτατο ποσοστό του τόκου υπερημερίας, όπως αυτό ορίσθηκε με τις σχετικές αποφάσεις του Δ.Σ. της Ε.Κ.Τ. κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα (άρθρο 3 παρ. 2 ν. 2842/2000). Επομένως, πρέπει η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι, για το παραδεκτό της συζήτησής της, έχει καταβληθεί το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ’ αριθ. … σειρά VI διπλότυπο είσπραξης τύπου Β της ΔΟΥ Γ΄ Πειραιά, με τα επικολληθέντα σ’ αυτό ένσημα υπέρ του Τ.Ν. και του Ε.Τ.Α.Α.).

Κατά της αγωγής δεν υπάρχει ένσταση που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως, ενώ για τα γεγονότα που αναφέρονται στο δικόγραφό της επιτρέπεται η ομολογία. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτή ως βάσιμη και από ουσιαστική άποψη, καθόσον, λόγω της ερημοδικίας των εναγόμενων εταιρειών, οι περιεχόμενοι στην αγωγή πραγματικοί ισχυρισμοί της ενάγουσας αποδεικνύονται πλήρως, αφού θεωρούνται ομολογημένοι από τις πρώτες [άρθρο 352 παρ. 1 ΚΠολΔ σε συνδ. με άρθ. 271 παρ. 3 του ίδιου Κώδικα, όπως το τελευταίο ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 29 του ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α΄ 165/25-07-2011)], και να υποχρεωθούν αυτές (εναγόμενες) να καταβάλουν εις ολόκληρον στην ενάγουσα το σε ευρώ ισάξιο του ποσού των 75.609,54 δολ. ΗΠΑ με την επίσημη ισοτιμία Ευρώ – Δολλαρίου Η.Π.Α. κατά το χρόνο της πληρωμής, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας (ο οποίος θα υπολογισθεί, σύμφωνα με τα ανωτέρω αναφερόμενα, με το ισχύον στην Ελλάδα επιτόκιο υπερημερίας), μόνον για το ποσό των 47.118,23 δολ. ΗΠΑ, από την επομένη της 30-7-2012, με τη σημείωση ότι, εφόσον πρόκειται για οφειλή σε αλλοδαπό νόμισμα, ο τόκος υπερημερίας, ως παροχή ομοειδής προς το κεφάλαιο, υπολογίζεται στο οφειλόμενο αλλοδαπό νόμισμα (δολ. ΗΠΑ) κατά τα οριζόμενα στην Π.Υ.Σ. 36 της 22/26.3.1990, καταβάλλεται όμως στην Ελλάδα σε Ευρώ με βάση το σε Ευρώ ισότιμο του αλλοδαπού νομίσματος στο χρόνο και τον τόπο της πληρωμής (ΑΠ 1169/1997 ΕλλΔνη 40. 347). Ωστόσο, το αίτημα περί κηρύξεως της απόφασης προσωρινώς εκτελεστής πρέπει να απορριφθεί, γιατί η καθυστέρηση της εκτέλεσης δεν θα επιφέρει σημαντική ζημία στην ενάγουσα ούτε συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι. Τέλος, πρέπει να ορισθεί το νόμιμο παράβολο ερημοδικίας (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), για την περίπτωση της εκ μέρους των εναγομένων άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας, σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της, η δε δικαστική δαπάνη της ενάγουσας, κατόπιν και του σχετικού αιτήματός της, πρέπει να επιβληθεί εις βάρος των τελευταίων (εναγομένων), λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 180 παρ. 3 και 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ειδικότερα διαλαμβάνονται στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην των εναγομένων.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200,00) ευρώ.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό, τι κρίθηκε απορριπτέο στο σκεπτικό.

ΔΕΧΕΤΑΙ κατά τα λοιπά την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τις εναγόμενες να καταβάλουν εις ολόκληρον στην ενάγουσα το σε ευρώ ισάξιο του ποσού των εβδομήντα πέντε χιλιάδων εξακοσίων εννέα δολλαρίων Η.Π.Α. και πενήντα τεσσάρων σεντς (75.609,54), με την επίσημη ισοτιμία ΕΥΡΩ – Δολλαρίου Η.Π.Α. κατά το χρόνο της πληρωμής, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας, μόνον για το ποσό των 47.118,23 δολ. ΗΠΑ, από τις 31-7-2012.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τις εναγόμενες στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία καθορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700,00) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση, στις       -1-2016, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιών τους δικηγόρων.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ