Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

(Έφεση. Αγωγή για υπερωρίες και μισθό ελλείποντος ναυτικού. Δεκτή η έφεση ως προς το κεφάλαιο του μισθού ελλείποντος ναυτικού. Εξαφανίζει την εκκαλουμένη, δέχεται εν μέρει την αγωγή.)

 

Αριθμός απόφασης

354/2016

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Ηλία Πολλάκη, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίσθηκε νόμιμα από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Σοφία Δέδε.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 06 Οκτωβρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: … του …, κατοίκου … Αττικής, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, Στέφανο Λύρα, βάσει δηλώσεως, κατ’ αρθρ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στο Η. Κ. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της, Αθηνά Κοντογιάννη.

Ο εκκαλών ζήτησε να γίνει δεκτή η απευθυνόμενη στο Ειρηνοδικείο Πειραιώς από 05.11.2012 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 244/2014 οριστική απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, η οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής ο ενάγων και ήδη εκκαλών άσκησε την από 14.10.2014 έφεσή του (αριθμός κατάθεσης στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου Πειραιώς … και στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού …), η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις τους.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίσιν από 14.10.2014 (αριθ. καταθ. … και …) έφεση του εκκαλούντος – ενάγοντος κατά της εφεσίβλητης – εναγομένης και κατά της υπ’ αριθ. 244/2014 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, νομοτύπως και εμπροθέσμως έχει ασκηθεί, καθώς από τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης, δεν έχει δε παρέλθει τριετία από την έκδοσή της, οπότε εφαρμογή έχει η διάταξη του άρθρου 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ (η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στις 26.09.2014 και η υπό κρίσιν έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στις 20.01.2015), αρμοδίως δε φέρεται στο παρόν Δικαστήριο προς εκδίκαση κατά την ίδια ως άνω διαδικασία. Εν όψει τούτων, η υπό κρίσιν έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω κατά την ίδια, όπως και πρωτόδικη, διαδικασία, για να κριθεί η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Με την από 05.11.2012 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγή του, ο ενάγων και ήδη εκκαλών ισχυρίσθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ότι

δυνάμει συμβάσεως ναυτικής εργασίας που καταρτίστηκε στον Πειραιά, την 11.12.2010, μεταξύ αυτού και εκπροσώπου της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, ναυτολογήθηκε την επόμενη ημέρα και για αόριστο χρόνο στη … της Ιταλίας με την ειδικότητα του ναύτη, στο υπό Ελληνική Σημαία Επιβατηγό Οχηματαγωγό Μεσογειακό πλοίο «…», νηολογίου Ηρακλείου (αρ. ), κ.ο.χ. 229968,00, πλοιοκτησίας της εναγομένης. Ότι συμφωνήθηκε να αμείβεται σύμφωνα με την ισχύουσα ΣΣΝΕ πληρωμάτων Μεσογειακών – Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων. Ότι κατά το χρονικό διάστημα που υπηρέτησε στο εν λόγω πλοίο, εργαζόταν καθημερινά, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και Αργιών, επί 15 ώρες κατόπιν εντολής του πλοιάρχου. Ότι υπηρέτησε στο προαναφερόμενο πλοίο μέχρι και τις 04.07.2012, οπότε και απολύθηκε στο λιμάνι της Βαρκελώνης «αμοιβαία συναινέσει». Με βάση το ιστορικό αυτό, ο ενάγων ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 19.380,36 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 01.01.2011 έως 04.07.2012 (ημερομηνία απόλυσης), το οποίο αντιστοιχεί σε αμοιβή για την παροχή υπερωριακής απασχόλησης, όπως ειδικότερα εξειδικεύεται στην αγωγή, καθώς και σε αναλογία μισθοτροφοδοσίας ελλείποντος ναύτη και ναυτόπαιδος, νομιμοτόκως από την ημέρα της απολύσεώς του, άλλως από την επόμενη ημέρα της επιδόσεως της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Επικουρικά, το ανωτέρω ποσό το ζήτησε και σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού, καθόσον η εναγομένη κατέστη πλουσιότερη σε βάρος της περιουσίας του, χωρίς νόμιμη αιτία. Τέλος ζήτησε να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η εναγομένη στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 244/2014 οριστική απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, κατά την κύρια βάση της και μη νόμιμη κατά την επικουρική, περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, βάση της, εν συνεχεία έκανε εν μέρει δεκτή αυτήν ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη, κατά το κεφάλαιο της αμοιβής για υπερωριακή εργασία, υποχρεώνοντας την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα για την εν λόγω αιτία το ποσό των 1.448,68 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη ημέρα της απόλυσής του, ενώ απέρριψε την αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, κατά το κεφάλαιο της αναλογίας μισθού ελλείποντος ναύτη και ναυτόπαιδα. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ήδη ο ενάγων με την υπό κρίση έφεση, για λόγους αναγόμενους σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνισή της, με σκοπό να γίνει δεκτή η αγωγή στο σύνολό της.

Από την επανεκτίμηση των εγγράφων που προσκόμισαν μετ’ επικλήσεως οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων και η υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Συμβολαιογράφου Βόνιτσας Γεωργίας Μακρυγεώργου, την οποία προσκόμισε μετ’ επικλήσεως ο ενάγων, με πρωτοβουλία του οποίου ελήφθη, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της αντιδίκου του – εναγομένης (βλ. την υπ’ αρίθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά, Κ. Κ.), καθώς και η υπ’ αρίθμ. … ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Συμβολαιογράφου Καλύμνου Σεβαστής Ρήγα, την οποία προσκόμισε μετ’ επικλήσεως η εναγομένη, με πρωτοβουλία της οποίας ελήφθη, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου της – ενάγοντος (βλ. την υπ’ αρίθμ. … έκθεση επίδοση του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά, Α. Ν. Π.), αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα ουσιώδη για την έκβαση της δίκης πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της από 12.12.2010 σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στο Ηράκλειο, μεταξύ του ενάγοντος και εκπροσώπου της εναγομένης ναυτιλιακής εταιρείας, πλοιοκτήτριας του υπό Ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ μεσογειακού πλοίου «…», ο ενάγων προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο ως άνω πλοίο, υπό την ειδικότητα του Ναύτη και σύμφωνα με τις αποδοχές και τους όρους εργασίας που προβλέπονταν από τις εκάστοτε ισχύουσες Σ.Σ.Ν.Ε. για τα Πληρώματα Μεσογειακών – Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων. Ειδικότερα, ο ενάγων υπηρέτησε στο ως άνω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 12.12.2010 έως 04.07.2012, οπότε και απολύθηκε στο λιμάνι της Βαρκελώνης «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του Πλοιάρχου. Εξάλλου, κατά την διάρκεια της ένδικης ναυτολογήσεως του ενάγοντος στο ως άνω πλοίο, αυτό εκτελούσε το δρομολόγιο Λιβόρνο (Ιταλία) – Βαρκελώνη (Ισπανία) – Ταγγέρη (Μαρόκο) με επιστροφή. Συγκεκριμένα, το πλοίο αναχωρούσε από Λιβόρνο κάθε Κυριακή ξημερώματα στις 00.00, κατέπλεε στη Βαρκελώνη κάθε Κυριακή στις 21.00 και αναχωρούσε για Ταγγέρη στις 00.15 περίπου, όπου κατέπλεε κάθε Τρίτη στις 10.30. Αναχωρούσε και πάλι στις 18.30 για Βαρκελώνη, όπου κατέπλεε κάθε Τετάρτη περί τις 19.40 και αναχωρούσε για Λιβόρνο κάθε Πέμπτη στις 00.30, όπου κατέφθανε περί τις 21.30 της Πέμπτης. Σημειωτέον ότι από τις 21.30 της Πέμπτης έως και τις 00.00 της Κυριακής, παρέμενε ακινητοποιημένο στο λιμάνι του Λιβόρνο. Ο ενάγων, καθ’ όλο το διάστημα της ναυτολογήσεώς του στο παραπάνω πλοίο, απασχολούνταν καθημερινά, με ανατιθέμενα σε αυτόν καθήκοντα συναφή με την ειδικότητά του και συγκεκριμένα αυτός όπως και οι λοιποί ναύτες του πλοίου, απασχολούνταν, άλλοτε με μία ημερήσια βάρδια (ντεϊμάνης), άλλοτε σε τετράωρες βάρδιες εντός του εικοσιτετραώρου, με εναλλαγή αυτών ανά δεκαπενθήμερο και ειδικότερα, α) από 00.00 έως 04.00 και 12.00 έως 16.00, β) από 04.00 έως 08.00 και 16.00 έως 20.00 και γ) από 08.00 έως 12.00 και 20.00 έως 00.00. Εξάλλου, για την κάλυψη των ποικίλλων λειτουργικών αναγκών που προέκυπταν στο ένδικο πλοίο κατά τη διάρκεια των πολύωρων δρομολογίων του, οι ως άνω βάρδιες επεκτείνονταν κατά δύο ώρες είτε κατά την αρχή τους είτε κατά το τέλος τους σε περίπτωση προσέγγισης ή αναχώρησης από λιμένα. Επιπλέον, ο ενάγων απασχολούνταν στην φορτοεκφόρτωση και ασφαλή έχμαση των οχημάτων στο γκαράζ του πλοίου, καθώς και σε εργασίες καθαρισμού του γκαράζ, του καταστρώματος και των εξωτερικών χώρων του πλοίου. Εξάλλου, προς κάλυψη των αυξημένων αναγκών του πλοίου, ο ενάγων, κατ’ εντολή του Πλοιάρχου, κατά τη διάρκεια της ένδικης ναυτολογήσεώς του επί του ανωτέρω πλοίου, απασχολούνταν πέραν του νομίμου ωραρίου, υπερωριακώς (ήτοι, πέραν του οχταώρου τις καθημερινές και τις Κυριακές και καθ’ όλη την διάρκεια της εργασίας του κατά τα Σάββατα και τις αργίες), είτε το πλοίο έπλεε στη θάλασσα είτε ήταν σε λιμάνι. Ισχυρή απόδειξη πραγματοποίησης της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, μεταξύ άλλων, αποτελεί και το γεγονός ότι σε αυτόν καταβαλλόταν μηνιαίως χρηματικό ποσό για υπερωρίες, όπως προκύπτει από τους προσκομιζόμενους, με επίκληση, λογαριασμούς μισθοδοσίας. Άλλωστε, η εναγομένη παραδέχεται την παροχή υπερωριακής απασχόλησης εκ μέρους του ενάγοντος, ωστόσο αμφισβήτηση υπάρχει ως προς την αναγκαιότητα παροχής υπερωριακής απασχόλησης καθημερινώς, καθώς και ως προς τη διάρκεια της απασχόλησης αυτής. Ειδικότερα, ο ενόρκως βεβαιών υπέρ της εναγομένης μάρτυρας, κατέθεσε ότι ο ενάγων, ναι μεν απασχολούνταν υπερωριακώς, άλλοτε 6, άλλοτε 8, άλλοτε 10 και άλλοτε 12 ώρες εβδομαδιαίως, ωστόσο η αμοιβή των υπερωριών αυτών υπερκαλυπτόταν από την «κλειστή αμοιβή» των 150 υπερωριών, που ο ενάγων ελάμβανε μηνιαίως, βάσει της συμβάσεως εργασίας του. Αντίθετα, ο ενόρκως βεβαιών υπέρ του ενάγοντος μάρτυρας κατέθεσε ότι ο ενάγων απασχολούνταν υπερωριακώς, σε ορισμένες ημέρες, και πάνω από τις 15 ώρες ημερησίως, ωστόσο η κατάθεση αυτή δεν κρίνεται πειστική, καθόσον: α) δεν ενισχύεται από άλλο αποδεικτικό μέσο, β) προσκρούει στην κοινή πείρα και λογική, ως προς τις δυνατότητες και αντοχές του ανθρώπινου οργανισμού, ο οποίος έχει ανάγκη καθημερινώς από επαρκείς ώρες ανάπαυσης και ύπνου, γ) ο ανωτέρω μάρτυρας έχει και ο ίδιος ασκήσει αγωγή κατά της εναγομένης από τη  ναυτολόγησή του  στο ίδιο πλοίο, επιδιώκοντας οφειλές από υπερωριακή του απασχόληση και προσδοκά συμφέρον από την έκβαση της παρούσας δίκης. Βάσει των προεκτεθέντων και ιδίως ενόψει: α) των επικρατουσών συνθηκών και περιστάσεων, κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του ως άνω πλοίου, το οποίο πραγματοποιούσε το προαναφερθέν δρομολόγιο και το οποίο βρισκόταν πολλές ώρες εν πλω, χωρίς να πραγματοποιεί συχνές προσεγγίσεις σε λιμάνια, β) της χρονικής περιόδου, κατά την οποία ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων, γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του, ως ναύτη και δ) της σταθερής καταβολής κάθε μήνα ποσών για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψιν αυτεπαγγέλτως (336 παρ.4 ΚΠολΔ),  κρίνεται ότι ο ενάγων, για την εκτέλεση των ως άνω καθηκόντων του, απασχολούνταν κατά μέσο όρο κατά 12 ώρες ημερησίως. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δεχόμενο με την εκκαλουμένη απόφασή του  – ως ανωτέρω – εν μέρει τον ισχυρισμό του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος περί τεσσάρων (4) ωρών κατά τις καθημερινές και Κυριακές και δώδεκα (12) ωρών κατά τα Σάββατα και τις αργίες, υπερωριακής απασχόλησής του, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και ο περί του αντιθέτου σχετικός πρώτος λόγος της υπό κρίσιν εφέσεως θα πρέπει να απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος. Σε συνέχεια των ανωτέρω, ενόψει του ότι κατά την διάρκεια της ένδικης ναυτολογήσεως, ίσχυσε η ως άνω μνημονευόμενη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Μεσογειακών-Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων, η οποία, ως προς τους όρους εργασίας και αμοιβής, καταλαμβάνει και τον ενάγοντα και δεδομένου ότι για την παρεχόμενη εργασία του ο ενάγων είχε συμφωνήσει με την εναγομένη κλειστό μηνιαίο μισθό, στον οποίο περιλαμβάνονταν πλέον των νομίμων αποδοχών της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., αμοιβή για συνολικά 150 υπερωρίες μηνός, εκ των οποίων 115 αμειβόμενες ως καθημερινές, πλέον 35 αμειβόμενες με την εκάστοτε ισχύουσα προσαύξηση που ισχύει για την εργασία Σαββάτου, ο ενάγων δικαιούται τα εξής ποσά για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης: Α) Αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τα Σάββατα και τις Αργίες: Κατά το αιτούμενο χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του, ήτοι, από 01.01.2011 έως και 04.7.2012, ο ενάγων εργάστηκε προς κάλυψη των αναγκών του πλοίου και εκτέλεση απάντων των καθηκόντων του ως ναύτης επί 12 ώρες την ημέρα για 79 Σάββατα και 21 αργίες, ήτοι συνολικά εργάστηκε 100 ημέρες επί 12 ώρες= 1200 ώρες Χ 9,08 ευρώ (προσαύξηση ωρομισθίου κατά 50%) = 10.896,00 ευρώ και Β) Αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τις Καθημερινές και Κυριακές: Κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, ο ενάγων εργαζόταν κατά τις καθημερινές και Κυριακές επί 12 ώρες την ημέρα και πραγματοποιούσε 4 ώρες υπερωρίας ημερησίως. Αναλυτικότερα: εργάστηκε για 376 Καθημερινές και 76 Κυριακές και εν συνόλω 452 ημέρες Χ 4 ώρες υπερωριακής εργασίας=1808 ώρες Χ 7,57 ευρώ (προσαύξηση ωρομισθίου κατά 25%) = 13.686,56 ευρώ και συνολικά για την ανωτέρω αιτία το ποσό των 24.582,56 ευρώ, εκ των οποίων, όπως αποδεικνύεται από τους μισθοδοτικούς του λογαριασμούς η εναγομένη του κατέβαλε για αμοιβή υπερωριακής εργασίας καθημερινών, Σαββάτων και Κυριακών το ποσό των 21.330,76 ευρώ, ενώ για αμοιβή Αργιών (21) το ποσό των 1.743,12 ευρώ. Συνεπώς, ο ενάγων έλαβε συνολικά το ποσό των 23.133,88 ευρώ και επομένως, γενομένης δεκτής κατά ένα μέρος της νομίμως (416 ΑΚ) προβληθείσας ένστασης εξόφλησης της εναγομένης προς απόσβεση της εν λόγω απαίτησής του, δικαιούται ακόμη τη διαφορά εκ ποσού 1.448,68 ευρώ (24.582,56 – 23.133,88), υπολογισμός, ως προς τον οποίο, σε κάθε περίπτωση, δεν προσβάλλεται η εκκαλουμένη.

Από τις διατάξεις των αρθρ. 87,88 και 89 παρ. 1-4 Ν.Δ. 187/1973 «περί Κωδικός Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου», συνάγεται ότι απαγορεύεται η ελλιπής κατά προσόντα (αρθρ.88) και κατ’ αριθμό (αρθρ.89) σύνθεση των πληρωμάτων των πλοίων, επιτρεπομένη μόνο κατ’ εξαίρεση, κατόπιν εγκρίσεως της Λιμενικής ή Προξενικής Αρχής και υπό την προϋπόθεση ότι δεν δημιουργείται κίνδυνος για την ασφάλεια του πλοίου. Στην περίπτωση ελλιπούς σύνθεσης, ο μισθός του ελλείποντος κατανέμεται υποχρεωτικώς μεταξύ εκείνων των μελών του πληρώματος στα οποία έχει ανατεθεί από τον πλοίαρχο η αναπλήρωση του ελλείποντος μέλους. Η θέση του ελλείποντος πρέπει να προβλέπεται από τη νόμιμη σύνθεση του πληρώματος. Επίσης, ο ναυτικός που εκτελεί κατ’ εντολή του πλοιάρχου εν όλω ή εν μέρει καθήκοντα προβλεπόμενα από τη σύνθεση του πλοίου και ελλείποντος μέλους του πληρώματος, είτε με υπερωρία είτε με ένταση της ιδίας του εργασίας, δικαιούται το μισθό του αναπληρωθέντος μέλους και επί μερικής αναπλήρωσης ελλείποντος, ανάλογο ποσοστό επί του μισθού. Ο μισθός που κατανέμεται στα εκτελούντα την εργασία του ελλείποντος υπόλοιπα μέλη του πληρώματος, είναι ο μισθός ο οποίος προβλέπεται από την εφαρμοστέα ΣΣΝΕ (βλ. σχετικά Δ. Καμβύση, Ναυτεργατικό Δίκαιο, σελ.205-206). Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι κατά την ένδικη περίοδο ναυτολογήσεως του ενάγοντος, σύμφωνα με την οργανική σύνθεση του πλοίου, στο κατώτερο προσωπικό του πληρώματος αυτού, περιλαμβάνονταν δέκα (10) ναύτες και ένας (1) ναυτόπαις, εκ των οποίων ο ένας ναύτης και ο ναυτόπαις δεν ήταν ναυτολογημένοι στο πλοίο, ο μεν ναύτης κατά τα χρονικά διαστήματα από 01.01.2012 έως 02.03.2012 και από 05.04.2012 έως 04.07.2012, ο δε ναυτόπαις κατά τα χρονικά διαστήματα από 10.02.2012 έως 02.03.2012 και από 05.04.2012 έως 04.07.2012 (βλ. κατάθεση ενόρκως βεβαιούντος υπέρ του ενάγοντος μάρτυρα, σε συνδυασμό με τα αντίγραφα δυναμολογίου του πλοίου, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως η εναγομένη). Επομένως, κατά τα πιο πάνω διαστήματα το ένδικο πλοίο πραγματοποιούσε τα ταξίδια του με ελλιπή σύνθεση πληρώματος και τα καθήκοντα του ελλείποντος ναύτη και του ναυτόπαιδα εκτελούσαν, με ένταση των δυνάμεων τους, μέσα στο χρόνο της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας και των πραγματοποιούμενων υπερωριών, οι υπόλοιποι ναύτες, μεταξύ των οποίων ο ενάγων και, γι αυτό ο τελευταίος δικαιούται αμοιβή, αναλογικά με τα υπόλοιπα μέλη του ίδιου πληρώματος που επιβαρύνθηκαν με εργασία των ανωτέρω ελλειπόντων ναυτικών, από τον μισθό ελλείποντος ναύτη και ναυτόπαιδα για τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα απασχόλησής του στο ένδικο πλοίο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 89 παρ. 4 του ν.δ/τος 187/1973, που αναφέρεται στον Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου. Εξάλλου, ο ισχυρισμός της εναγομένης, περί του ότι η απουσία των ανωτέρω ελλειπόντων ναυτικών από τη σύνθεση καταστρώματος του πλοίου ήταν μόνο περιστασιακή και ότι τα καθήκοντα αυτών εκτέλεσαν από τον Απρίλιο του 2012, οι προσληφθέντες τέσσερις δόκιμοι πλοίαρχοι κρίνεται μη πειστικός και απορρίπτεται ως αβάσιμος στην ουσία του, δεδομένου ότι η απουσία ενός ναυτικού από το πλοίο για τέσσερις (4) και πλέον μήνες, όπως εν προκειμένω των ανωτέρω ελλειπόντων ναύτη και ναυτόπαιδα, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως περιστασιακή, ενώ εξάλλου τα καθήκοντα των δοκίμων πλοιάρχων δεν σχετίζονται με την ειδικότητα του ναύτη και του ναυτόπαιδα. Συνεπώς, ο ενάγων για την αναλογία (1/9) επί του μισθού του ελλείποντος ναύτη δικαιούται το ποσό των 1.347,09 ευρώ (μισθός ενεργείας 1.047,10 € συν επίδομα Κυριακών 22% 230,36 € συν επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 21,24 € συν άδεια μετά τροφοδοσίας 598,21 € συν επίδομα ιματισμού 49,95 € συν μηνιαίο αντίτιμο τροφής 477,90 € = 2.424,76 € μηνιαίες αποδοχές Χ 5 μήνες = 12.123,80 € Χ 1/9 = 1.347,09 €). Δικαιούται επίσης για την αναλογία (1/9) επί του μισθού του ελλείποντα ναυτόπαιδος, το ποσό των 803,64 ευρώ (μισθός ενεργείας 708,11 € συν επίδομα Κυριακών 22% 155,78 € συν επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 21,24 € συν άδεια μετά τροφοδοσίας 441,58 € συν επίδομα ιματισμού 49,95 € συν μηνιαίο αντίτιμο τροφής 477,90 € = 1.854,56 € μηνιαίες αποδοχές Χ 3,9 μήνες = 7.232,78 € Χ 1/9 = 803,64 €) και συνολικά για την ανωτέρω αιτία το ποσό των 2.150,73 ευρώ (1.347,09 + 803,64). Επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που απέρριψε το ως άνω κονδύλιο στο σύνολό του ως ουσιαστικά αβάσιμο, κρίνοντας ότι ο ναύτης και ο ναυτόπαις δεν έλλειπαν διαρκώς από την σύνθεση πληρώματος του πλοίου, αλλά περιστασιακά και μόνο και για εξαιρετικούς λόγους και ότι η παρεχόμενη εργασία του ενάγοντος συνιστά υπερωριακή απασχόληση, η οποία δεν σχετίζεται με την παροχή πρόσθετης εργασίας ελλειπόντων μελών του πληρώματος, έσφαλε και πλημμελώς τις αποδείξεις εκτίμησε, ώστε πρέπει να γίνει μερικά δεκτός ο σχετικός δεύτερος λόγος εφέσεως του ενάγοντος – εκκαλούντος ως και κατ’ ουσίαν βάσιμος.

Μετά από όλα τα παραπάνω, εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι εφέσεως προς έρευνα, πρέπει να γίνει δεκτή η έφεση ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, καθ’ όλες της όμως τις διατάξεις και κατά τις μη ανατρεπόμενες για την ενότητα της εκτελέσεως, η οποία θα επιτευχθεί μόνο με την παρούσα απόφαση (ΑΠ 748/1984 Ελ.Δ/νη 26.642). Ακολούθως, αφού κρατηθεί η υπόθεση από το Δικαστήριο τούτο, η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 3.599,41 ευρώ (1.448,68 + 2.150,73), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της ημέρας απόλυσής του (05.07.2012) και έως την ολοσχερή του εξόφληση. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εκκαλούντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθεί εις βάρος της εναγομένης – εφεσίβλητης, λόγω της εν μέρει ήττας της (178 παρ. 1, 183 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και ουσιαστικά την έφεση.

ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την υπ’ αριθμ. 244/2014 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά.

ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση.

ΔΙΚΑΖΕΙ την από 05.11.2012 και με αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει αυτήν.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των τριών χιλιάδων πεντακοσίων ενενήντα εννέα ευρώ και σαράντα ενός λεπτών (3.599,41 €), με το νόμιμο τόκο από 05.07.2012 και έως την ολοσχερή εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος  και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων εξήντα ευρώ (460 €).

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στον Πειραιά στις 29-1-2016, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ