ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
(Σύμβαση έργου. Αγωγή για αμοιβή από επισκευές σε πλοίο. Έκδοση προτιμολογίων. Διεθνής Δικαιοδοσία. Εφαρμοστέο δίκαιο. Ένσταση εξόφλησης. Απόρριψη αυτής. Δεκτή εν μέρει η αγωγή.)
Αριθμός απόφασης 355/2016
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από τον Δικαστή Ηλία Πολλάκη, Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από την Γραμματέα Σοφία Δέδε.
Συνεδρίασε δημόσια και στο ακροατήριό του στις 06 Οκτωβρίου 2015 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης – ήδη λυθείσας και τελούσας υπό εκκαθάριση – με την επωνυμία «…» και το διακριτικό τίτλο «…» (…), που εδρεύει στο Π. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα από τους συνεκκαθαριστές της Λ. Κ. του Δ. και Π. Φ. του Ε., η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της Άννας Κοζώνη.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: της αλλοδαπής εταιρίας με την επωνυμία «…», πλοιοκτήτριας του υπό σημαία Μάλτας πλοίου «…», με αριθμό ΙΜΟ … που εδρεύει στη Β. Μ. και εκπροσωπείται νόμιμα στην Ελλάδα από τη διαχειρίστρια του πλοίου της, εταιρία με την επωνυμία «…», που διατηρεί εγκατεστημένο γραφείο, δυνάμει του ΑΝ 89/67 στον Πειραιά, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Κωνσταντίνου Τασιόπουλου.
Η ενάγουσα άσκησε την από 28.12.2011 και με αριθμ. κατάθεσης δικογράφου … αγωγή της προς το Δικαστήριο τούτο, η οποία ήδη επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 18.12.2013 και με αριθμ. κατάθεσης δικογράφου … κλήση, που προσδιορίσθηκε αρχικά για την δικάσιμο της 29.04.2014 και μετά από αναβολή για την δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της παραπάνω υποθέσεως οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νόμιμα φέρεται προς συζήτηση, με την από 18.12.2013 και με αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … κλήση της καλούσας – ενάγουσας, η από 28.12.2011 και με αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … αγωγή της, μετά από ματαίωση της συζητήσεώς της, κατά τη δικάσιμο της 23.04.2013.
Με την υπό κρίση αγωγή, η ενάγουσα εταιρία, η οποία έχει ήδη λυθεί και τελεί υπό καθεστώς εκκαθάρισης, εκθέτει ότι δυνάμει συμβάσεως έργου, που καταρτίσθηκε προφορικά στο Π. Αττικής, μέσω υποβολής προσφορών και αποδοχής αυτών, μεταξύ της ιδίας και της μη διαδίκου εταιρίας με την επωνυμία «….», διαχειρίστριας του υπό σημαία Μάλτας πλοίου με την επωνυμία «…» (Νηολογίου Βαλλέτας, με αριθμ. …, κοχ. 27000 ΔΔΣ 9HKC9, IMO …), πλοιοκτησίας της εναγομένης, ανέλαβε τη διενέργεια εργασιών επισκευής επί της κύριας μηχανής και της ηλεκτρομηχανής του ανωτέρω πλοίου, όπως ειδικότερα αυτές αναφέρονται στο δικόγραφο της αγωγής. Ότι σε εκτέλεση των συμφωνηθέντων, η ίδια διενήργησε προσηκόντως τις ανωτέρω εργασίες, το κόστος των οποίων ανήλθε στο συνολικό ποσό των 64.185,00 ευρώ, εκδοθέντων των υπ’ αριθ. … προτιμολογίων, ποσού 41.293,00 ευρώ και 22.892,00 ευρώ αντίστοιχα. Ότι αν και η εναγομένη παρέλαβε ανεπιφύλακτα το εν λόγω έργο δια του αντιπροσώπου της – Α΄ Μηχανικού του ανωτέρω πλοίου, εντούτοις αρνείται μέχρι σήμερα να της καταβάλει το ανωτέρω συνολικό ποσό των 64.185,00 ευρώ για τις διενεργηθείσες εργασίες, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της. Με βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη, κατά την κύρια βάση της αγωγής, ως πλοιοκτήτρια και επικουρικά – για την περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι η ίδια δεν διατηρεί την οικονομική εκμετάλλευση του πλοίου – ως κυρία αυτού, ευθυνόμενη με βάση τη διάταξη του άρθρου 106 εδ. β΄ του ΚΙΝΔ διά του πλοίου της για την ένδικη απαίτηση που πηγάζει από την εκμετάλλευση αυτού, να της καταβάλει το ανωτέρω ποσό των 64.185,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της παραδόσεως του έργου, ήτοι από 01.07.2010, άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Τέλος ζητεί να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγομένη στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της.
Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίσιν αγωγή, για το αντικείμενο της οποίας καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις ανάλογες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις του (βλ. το υπ’ αριθμ. 13717924/2015 διπλότυπο είσπραξης της Γ΄ Δ.Ο.Υ. Πειραιά με τα επικολλημένα σε αυτό ένσημα υπέρ ΤΝ και ΕΤΑΑ -ΤΥΔΠ), παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο τυγχάνει αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13 και 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρο 33 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 του Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς). Συνακολούθως, το Δικαστήριο αυτό έχει και διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της προκειμένης διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ, 2 παρ. 1, 6 παρ. 1, 59 και 60 του Κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου «Για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», ο οποίος αντικατέστησε την από 27.9.1968 Σύμβαση των Βρυξελλών «Για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις» και ισχύει από 1.3.2002. Περαιτέρω, ενόψει του ότι εισάγεται προς διάγνωση και επίλυση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας (Ηλίας Κρίσπης, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιον, Γενικόν Μέρος, παρ. 2, σ. 12 επ.), τίθεται ζήτημα εφαρμοστέου δικαίου, που διέπει την επίδικη διαφορά. Εν προκειμένω, ως προς την ιστορούμενη σύμβαση και την εξ αυτής απορρέουσα ευθύνη της εναγομένης εταιρίας, εφόσον δεν γίνεται επίκληση συμφωνημένου τέτοιου από τα συμβαλλόμενα μέρη, σύμφωνα με το άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) – που αντικατέστησε την κυρωθείσα στην Ελλάδα με το Ν. 1792/1988, από 19.6.1980 Σύμβαση της Ρώμης «Για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» – το οποίο ορίζει ότι οι ενοχές από σύμβαση ρυθμίζονται από το δίκαιο στο οποίο έχουν υποβληθεί τα συμβαλλόμενα μέρη, εφαρμοστέο είναι, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 περ. β΄ και 2 του ως άνω Κανονισμού, το οποίο ορίζει ότι η σύμβαση παροχής υπηρεσιών διέπεται από το δίκαιο της χώρας στην οποία ο πάροχος υπηρεσίας έχει τη συνήθη διαμονή του και ότι η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο της χώρας στην οποία το μέρος το οποίο οφείλει να εκπληρώσει τη χαρακτηριστική παροχή (characteristic performance) της σύμβασης έχει τη συνήθη διαμονή του, σε κάθε περίπτωση δε, σύμφωνα με το τεκμήριο του άρθρου 4 παρ. 4 του ως άνω Κανονισμού, το οποίο ορίζει ότι σε περίπτωση ελλείψεως συμφωνίας, εφαρμοστέο είναι το δίκαιο που αρμόζει στη σύμβαση από όλες τις ειδικές συνθήκες, υπό τις οποίες αυτή καταρτίσθηκε και εκτελέσθηκε και για το λόγο αυτό συνδέεται προς αυτή στενότερα, το ελληνικό δίκαιο, δεδομένου ότι η ένδικη σύμβαση καταρτίστηκε στο Π. Αττικής, όπου και βρίσκεται η έδρα της ενάγουσας. Εξάλλου, το ίδιο (Ελληνικό) δίκαιο είναι εφαρμοστέο, εφόσον τις διατάξεις αυτού επικαλείται η ενάγουσα και δεν αντιλέγει η εναγομένη, υφισταμένης έτσι σιωπηρής μετασυμβατικής συμφωνίας αυτών σχετικά με την εφαρμογή του (άρθρο 3 παρ. 2 Ν. 1792/1988, βλ. σχετ. Ευρυγένη, Αρμ. 24, 1057 επ, ιδ. σελ. 1066, Παπασιώπη – Πασιά, Ιδιωτικό διεθνές δίκαιο, έκδ. 1991, σ. 18 επ, ΕφΠειρ 612/1992, ΕΝΔ 20.481, ΕφΠειρ 508/1988, ΕΝΔ 17.497, πρβλ και άρθρο 25 εδ. α΄ Α.Κ.). Περαιτέρω, η υπό κρίσιν αγωγή τυγχάνει νόμιμη, στηριζομένη στις διατάξεις των άρθρων 211, 346, 681 επ. ΑΚ, 111 ΕισΝΑΚ, 106 εδ. β΄ ΚΙΝΔ, 907, 908 παρ. 1 και 176 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η υπό κρίσιν αγωγή, να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από τις ένορκες επ’ ακροατηρίω καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου, καθώς επίσης από τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη για την έκβαση της δίκης πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει συμβάσεως έργου που καταρτίστηκε προφορικά στο Π. Αττικής, μέσω υποβολής προσφορών και αποδοχής αυτών, μεταξύ της ενάγουσας εταιρίας, δραστηριοποιούμενης στον τομέα των επισκευών και εμπορίας ανταλλακτικών πλοίων – ήδη λυθείσας και τελούσας υπό εκκαθάριση – και της μη διαδίκου στην παρούσα δίκη εταιρίας με την επωνυμία «….», νομίμως εγκατεστημένης στην Ελλάδα, δυνάμει του Α.Ν. 89/67, διαχειρίστριας του υπό σημαία Μάλτας πλοίου με την επωνυμία «…» (Νηολογίου Βαλλέτας, με αριθμ. …, κοχ. 27000 ΔΔΣ 9HKC9, IMO …), πλοιοκτησίας της εναγομένης, η ενάγουσα ανέλαβε τη διενέργεια εργασιών επισκευής επί του ανωτέρω πλοίου στο λιμάνι της Δραπετσώνας, όπου αυτό βρισκόταν ακινητοποιημένο, και δη την επισκευή της κύριας μηχανής και της ηλεκτρομηχανής του πλοίου. Σε εκτέλεση των συμφωνηθέντων η ενάγουσα πραγματοποίησε τις ακόλουθες εργασίες επί του ανωτέρω πλοίου: 1.ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΕ (4) TURBOCHARGERS: α) ΕΞΑΡΜΩΣΗ ΦΙΛΤΡΩΝ ΑΕΡΟΣ β) ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ & ΑΡΜΩΣΗ, γ) ΕΞΑΡΜΩΣΗ ΚΕΛΥΦΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΑΕΡΟΣ, δ) ΕΞΑΡΜΩΣΗ IMPELLERS ΑΕΡΟΣ, ε) ΕΞΑΡΜΩΣΗ ΚΕΛΥΦΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΚΑΥΣΑΕΡΙΩΝ, στ) ΕΞΑΡΜΩΣΗ ΛΑΒΥΡΙΝΘΩΝ, ΚΟΥΖΙΝΕΤΩΝ & THRUSTS, ζ) ΕΞΑΓΩΓΗ ΣΤΡΟΦΕΙΩΝ, η) ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ & ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, θ) ΑΡΜΩΣΗ ΤΩΝ TURBOCHARGERS, ι) ΛΗΨΕΙΣ ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ. 2. ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΖΥΓΟΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΣΕ (4) ΣΤΡΟΦΕΙΑ: α) ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΩΝ ΣΤΡΟΦΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΠΛΟΙΟ ΣΤΟ ΜΗΧΑΝΟΥΡΓΕΙΟ, β) ΥΑΛΟΒΟΛΗ & ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ TURBINE ROTORS, γ) ΥΔΡΟΒΟΛΗ & ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΙMPELLERS, δ) ΑΡΜΩΣΗ ΤΩΝ ΣΤΡΟΦΕΙΩΝ, ε) ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΖΥΓΟΣΤΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΣΤΡΟΦΕΙΩΝ, στ) ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΑΥΤΩΝ ΣΤΟ ΠΛΟΙΟ. 3. ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΕ (4) OUTER SCROLL: α) ΕΞΑΡΜΩΣΗ OUTER SCROLL (ΚΕΛΥΦΗ ΕΞΑΓΩΓΗΣ ΑΕΡΟΣ), β) ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ & ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ, γ) ΑΡΜΩΣΗ ΤΩΝ ΕΞΑΡΜΩΘΕΝΤΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΩΝ AIR COOLERS, 4. ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΕ (4) GAS INLET CASINGS: α) ΑΠΟΚΟΛΛΗΣΗ GAS INLET CASINGS & ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΜΗΧΑΝΟΥΡΓΕΙΟ, β) ΥΑΛΟΒΟΛΗ & DYE CHECK ΓΙΑ ΤΥΧΟΝ ΚΡΑΚ, γ) ΕΠΙΣΚΕΥΗ ΣΠΕΙΡΩΜΑΤΩΝ ΠΑ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΩΝ ENSAT, δ) ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΠΛΟΙΟ & ΑΡΜΩΣΗ ΣΤΑ TURBOCHARGERS 5. ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΕ (2) NOZZLE RINGS ΔΕΞ/ΔΕΞ & ΔΕΞ/ΑΡ: α) ΥΑΛΟΒΟΛΗ & ΣΥΓΚΟΛΛΗΣΗ ΤΩΝ ΚΡΑΚ, β) ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΠΛΟΙΟ & ΑΡΜΩΣΗ ΣΤΑ TURBOCHARGERS. Εξάλλου, για την πραγματοποίηση των ως άνω εργασιών, η ενάγουσα προμήθευσε την εναγομένη τα ακόλουθα ανταλλακτικά: α) 4PC GAS SEAL RING 251, β) 4PC O RING 354, γ) 4PC O RING 362, δ) 4PC O RING 373, ε) 4PC OIL LABYRINTH TS 35, στ) 4PC OIL LABYRINTH BS 37, ζ) 4PC OIL THROWER 746, η) 11PC ENSAT. Η εναγομένη, παρέλαβε ανεπιφύλακτα τις ως άνω διενεργηθείσες εργασίες, καθώς και τα πωληθέντα σ’ αυτήν ανταλλακτικά, δια του αντιπροσώπου της – Α΄ Μηχανικού του ως άνω πλοίου, ο οποίος έθεσε την υπογραφή του και τη σφραγίδα της εταιρίας, κάτω από την ένδειξη «Ο Παραλαβών» στα εκδοδέντα εκ μέρους της ενάγουσας υπ’ αριθμ. … και … σχετικά δελτία παραλαβής. Εξάλλου, η ενάγουσα για την εκτέλεση των ως άνω εργασιών και πώληση ανταλλακτικών εξέδωσε τα υπ’ αριθμ. … προτιμολόγιά της, ποσού 41.293,00 και 22.892,00 ευρώ αντίστοιχα. Ωστόσο, από απλή αντιπαραβολή των ως άνω προτιμολογίων με τα ανωτέρω υπ’ αριθμ. … και … δελτία παραλαβής, προκύπτει ότι όλες οι εργασίες που αναφέρονται στα εν λόγω δελτία παραλαβής, συμπεριλαμβάνονται στο σύνολό τους στο πρώτο ως άνω υπ’ αριθμ. … προτιμολόγιο, ενώ οι εργασίες που αναφέρονται στο δεύτερο ως άνω υπ’ αριθμ. … προτιμολόγιο, είναι άσχετες και δεν συμπεριλαμβάνονται σ’ αυτές που αναγράφονται στα ανωτέρω δελτία αποστολής. Η εναγομένη ισχυρίζεται ότι οι εργασίες, που αναφέρονται στο δεύτερο ως άνω προτιμολόγιο, ουδέποτε εκτελέστηκαν στο πλοίο της, εκ μέρους της ενάγουσας. Επί του ζητήματος αυτού, ο μάρτυρας που κατέθεσε με πρόταση της εναγομένης κατηγορηματικά αρνήθηκε ότι οι συγκεκριμένες εργασίες εκτελέστηκαν στο παραπάνω πλοίο, ενώ ο μάρτυρας που εξετάστηκε με πρόταση της ενάγουσας ανέφερε ότι όσες εργασίες εκτελέστηκαν στο εν λόγω πλοίο, αναφέρονται στα ανωτέρω δελτία παραλαβής, ενώ ουδεμία άλλη εργασία εκτελέστηκε, χωρίς να αναφέρεται σε σχετικό υπογεγραμμένο δελτίο παραλαβής. Εξάλλου, η ενάγουσα ουδόλως προσκομίζει ούτε επικαλείται άλλα υπογεγραμμένα εκ μέρους της εναγομένης δελτία παραλαβής, τα οποία να συμπεριλαμβάνουν τις επιπλέον εργασίες, που αναφέρονται στο ανωτέρω υπ’ αριθμ. … προτιμολόγιο εκδόσεώς της. Ενόψει των ανωτέρω, συνάγεται ότι οι αναφερόμενες στο εν λόγω υπ’ αριθμ. … προτιμολόγιο εργασίες, ουδόλως πραγματοποιήθηκαν εκ μέρους της ενάγουσας στο ανωτέρω πλοίο της εναγομένης και ως εκ τούτου η ενάγουσα δεν δικαιούται να απαιτήσει από αυτήν την αξία του ανωτέρω προτιμολογίου, ποσού 22.892,00 ευρώ, εφόσον το προτιμολόγιο αυτό δεν ανταποκρίνεται σε πραγματικά διενεργηθείσες εργασίες στο πλοίο της εναγομένης, γενομένου δεκτού του σχετικού ισχυρισμού της τελευταίας, ως και κατ’ ουσίαν βάσιμου. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι όσον αφορά στο πρώτο ως άνω υπ’ αριθμ. … προτιμολόγιο – το οποίο ως προελέχθη συμπεριλαμβάνει το σύνολο των διενεργηθεισών εκ μέρους της ενάγουσας εργασιών στο πλοίο της εναγομένης – η εναγομένη αρνείται μέχρι σήμερα να καταβάλει στην ενάγουσα την αξία του εν λόγω προτιμολογίου, ποσού 41.293,00 ευρώ, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της τελευταίας. Η εναγομένη ισχυρίζεται ότι έχει ήδη εξοφλήσει στην ενάγουσα το σύνολο των εργασιών που αναφέρονται στο εν λόγω προτιμολόγιο, καταβάλλοντας σ’ αυτήν, στις 29.12.2010, το ποσό των 24.700,00 ευρώ. Ειδικότερα, η εναγομένη διατείνεται ότι μετά την ολοκλήρωση των διενεργηθέντων από την ενάγουσα εργασιών στο πλοίο της, έκρινε πως το ποσό των 41.293,00 ευρώ, που η ενάγουσα απαίτησε από αυτήν για τις εκτελεσθείσες εργασίες και το οποίο αναγράφεται στο επίμαχο υπ’ αριθμ. … προτιμολόγιο, ήταν υπερβολικό, για το λόγο αυτό η ίδια, κατόπιν προφορικών διαπραγματεύσεων μεταξύ του εκπροσώπου της Κ. Α. και του τότε εκπροσώπου της ενάγουσας Π. Π., κατόρθωσε να επιτύχει την μείωση του αξιούμενου από την ενάγουσα ποσού για τις εν λόγω εργασίες, από το αρχικώς αιτούμενο ποσό των 41.293,00 ευρώ, στο ποσό των 24.700,00 ευρώ, το οποίο και τελικά κατέβαλε στην ενάγουσα στις 29.12.2010, προς ολοσχερή εξόφληση της επίδικης απαιτήσεώς της. Ο ανωτέρω ισχυρισμός της εναγομένης αποτελεί νόμιμη (αρθρ. 416 ΑΚ) ένσταση εξόφλησης, η οποία ωστόσο ελέγχεται απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη. Ειδικότερα, η εναγομένη ουδόλως προσκομίζει σχετική έγγραφη εξοφλητική απόδειξη, από την οποία να προκύπτει ότι η ίδια κατέβαλε στην ενάγουσα το ανωτέρω ποσό προς ολοσχερή εξόφληση της ένδικης οφειλής της και την οποία η ίδια θα είχε φροντίσει να προμηθευτεί από την ενάγουσα, ταυτόχρονα με την καταβολή σ’ αυτήν του εν λόγω ποσού, για την ασφάλεια των μεταξύ τους συναλλαγών. Απεναντίας η εναγομένη προσκομίζει το υπ’ αριθμ. … τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών της ενάγουσας, ποσού 1.260,00 ευρώ – στο οποίο αναγράφεται το σύνολο των εκτελεσθέντων και παραληφθέντων από αυτήν εργασιών, ενώ κάτω από το ανωτέρω αναγραφόμενο ποσό, φέρεται η ένδειξη «εξοφλήθη» – ισχυριζόμενη ότι το τιμολόγιο αυτό παρέλαβε από την ενάγουσα, ως εξοφλητική απόδειξη για την καταβολή σ’ αυτήν του ανωτέρω ποσού των 24.700,00 ευρώ και περαιτέρω ότι, ενώ η ενάγουσα υποσχέθηκε να χορηγήσει σ’ αυτήν συμπληρωματικό τιμολόγιο για το υπόλοιπο ποσό των 23.440 ευρώ (24.700 – 1.260), εκείνη ουδέποτε της το χορήγησε. Ωστόσο το επιχείρημα αυτό της εναγομένης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό, καθόσον κρίνεται ότι η εναγομένη θα είχε αρνηθεί να εξοφλήσει την ενάγουσα, εάν ταυτόχρονα η τελευταία δεν την εφοδίαζε με εξοφλητική απόδειξη για ολόκληρο το καταβληθέν ποσό, ή τουλάχιστον για το μεγαλύτερο μέρος του ποσού αυτού, αφού το ποσό των 1.260,00 ευρώ που αναγράφεται στο ως άνω εξοφλητικό τιμολόγιο, το οποίο η ενάγουσα παρέδωσε στην εναγομένη, υπολείπεται κατά πολύ του ποσού των 24.700,00 ευρώ, που η εναγομένη φέρεται να κατέβαλε στην ενάγουσα προς εξόφληση της επίδικης οφειλής της. Βέβαια η εναγομένη διατείνεται ότι, λαμβάνοντας το ανωτέρω εξοφλητικό τιμολόγιο από την ενάγουσα, θεώρησε ότι απέκτησε επαρκή απόδειξη έναντι αυτής περί της γενόμενης εξοφλήσεως – εφόσον στο εν λόγω τιμολόγιο αναγραφόταν το σύνολο των εκτελεσθέντων εργασιών και κάτω από αυτές η ένδειξη «εξοφλήθη» – με αποτέλεσμα να αρκεστεί σ’ αυτό και να μην επιμείνει στην χορήγηση εκ μέρους της ενάγουσας συμπληρωματικού εξοφλητικού τιμολογίου, για το υπολειπόμενο ποσό. Όμως και το επιχείρημα αυτό δεν κρίνεται πειστικό, αφού απορίας άξιον είναι πώς θα μπορούσε κάποιος – συγκεκριμένα δε η εναγομένη – να θεωρήσει ότι κατοχυρώνεται απέναντι στον αντισυμβαλλόμενό του για γενόμενη εξόφληση της οφειλής του, λαμβάνοντας από αυτόν ένα τιμολόγιο, αξίας μόλις 1.260,00 ευρώ, του οποίου οι αναφερόμενες εργασίες έχουν, με βάση την κοινή πείρα και λογική, πραγματική αξία κατά πολύ μεγαλύτερη από την αναγραφόμενη σ’ αυτό. Απεναντίας, πιο πειστικό κρίνεται το επιχείρημα της ενάγουσας, η οποία υποστηρίζει ότι η ίδια εξέδωσε το εν λόγω τιμολόγιο τυπικά και μόνο και προκειμένου να της χορηγηθεί άδεια από την αρμόδια Τελωνιακή Αρχή για την εκτέλεση των επισκευαστικών εργασιών – γεγονός που ενισχύεται και από την αναγραφή του αριθμού αδείας επισκευής, πάνω στο σώμα του τιμολογίου – καθώς και ότι η ίδια θα εξέδιδε τα οριστικά τιμολόγια, ταυτόχρονα με την εξόφληση της απαιτήσεώς της, ώστε να μην διακινδυνεύσει η ίδια από πριν να επιβαρυνθεί με την καταβολή ΦΠΑ και την επιβολή υψηλού φόρου εισοδήματος, ενώ ακόμα παρέμενε εκκρεμής η εξόφληση της απαιτήσεώς της. Περαιτέρω η εναγομένη ισχυρίζεται ότι η ενάγουσα ασκεί την ένδικη απαίτησή της καταχρηστικά, διότι αποκρύπτει αθέμιτα την είσπραξη από την ίδια (εναγομένη) του ποσού των 24.700,00 ευρώ, προς πλήρη εξόφληση της απαιτήσεώς της, καθώς και την χορήγηση σ’ αυτήν εξοφλητικού τιμολογίου για το σύνολο των εκτελεσθέντων εργασιών. Ωστόσο, ο ανωτέρω ισχυρισμός της εναγομένης τυγχάνει απορριπτέος, προεχόντως ως μη νόμιμος, διότι τα ανωτέρω επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά, και αληθή υποτιθέμενα, δεν επαρκούν για να θεμελιώσουν ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, κατ’ αρθρ. 281 ΑΚ. Σε κάθε περίπτωση, ο εν λόγω ισχυρισμός τυγχάνει απορριπτέος και ως ουσιαστικά αβάσιμος, αφού ουδόλως αποδείχθηκε εξόφληση της ένδικης απαίτησης της ενάγουσας και μάλιστα με την καταβολή σ’ αυτήν του ποσού των 24.700,00 ευρώ, όπως αναλυτικά εκτέθηκε ανωτέρω. Κατ’ ακολουθίαν όλων των παραπάνω, πρέπει η αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 41.293,00 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από 01.07.2010. Επίσης, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει η παρούσα να κηρυχθεί εν μέρει προσωρινά εκτελεστή γιατί η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στην ενάγουσα και συνεπώς το σχετικό αγωγικό αίτημα πρέπει να γίνει δεκτό για το ποσό των 15.000 ευρώ. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, πρέπει να επιβληθεί εις βάρος της εναγομένης, λόγω της εν μέρει ήττας της (αρθρ. 178 παρ. 1 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ότι κρίθηκε απορριπτέο.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των σαράντα ενός χιλιάδων διακοσίων ενενήντα τριών ευρώ (41.293,00 €), με το νόμιμο τόκο από 01.07.2010.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την άνω διάταξη προσωρινά εκτελεστή για ποσό δέκα πέντε χιλιάδες ευρώ (15.000 €).
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγομένης, μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας , τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων τετρακοσίων ευρώ (1.400 €).
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις , χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ