Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

(Αντίθετες εφέσεις. Αγωγή για υπερωρίες και αμοιβή ελλείποντος ναυτικού. Δέχεται τυπικά και απορρίπτει στην ουσία τις εφέσεις.)

 

 

 

Αριθμός απόφασης    357/2016

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

————————————

 Αποτελούμενο από τον Δικαστή Ηλία Πολλάκη, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης και από τη Σοφία Δέδε.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 06 Οκτωβρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: … του Γεωργίου, κατοίκου Κ. Α., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, Στέφανο Λύρα, βάσει δηλώσεως, κατ’ αρθρ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ – ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στο Η. Κ. και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της, Αθηνά Κοντογιάννη.

Ο εκκαλών-εφεσίβλητος ζήτησε να γίνει δεκτή η από 22.07.2013 αγωγή του κατά της εφεσίβλητης-εκκαλούσας, την οποία άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με τη με αριθμό 12/2015 απόφασή του δέχτηκε εν μέρει την αγωγή του εκκαλούντος-εφεσιβλήτου.

Ο εκκαλών-εφεσίβλητος, με την από 14.01.2015 (αριθμ. κατάθ. …) έφεσή του, η οποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο, προσβάλλει την απόφαση αυτή, ζητώντας την εξαφάνισή της κατά το μέρος που απέρριψε την αγωγή του. Επίσης, και η εφεσίβλητη-εκκαλούσα με την από 12.03.2015 (αριθ. καταθ. …) έφεσή της, η οποία προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο, προσβάλλει την ανωτέρω απόφαση, ζητώντας την εξαφάνισή της και την απόρριψη της αγωγής στο σύνολό της.

Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις έγγραφες προτάσεις τους.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Εισάγονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου: 1) Η από 14.01.2015 (αριθ. καταθ. …, κατατεθείσα στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου με αριθμ. εκθ. καταθ. …) έφεση του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος-εφεσιβλήτου κατά της απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιά με τον αριθμό 12/2015 (εφεξής, υπό στοιχ. Α΄ έφεση) και 2) η από 12.03.2015 (αριθ. καταθ. …, κατατεθείσα στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου με αριθμ. εκθ. καταθ. …) έφεση της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης-εκκαλούσας, κατά της ίδιας ως άνω οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Πειραιώς (εφεξής, υπό στοιχ. Β΄ έφεση), οι οποίες πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν, λόγω της προδήλου μεταξύ τους συνάφειας, καθόσον με αυτές προσβάλλεται η ίδια απόφαση του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, η οποία έκρινε αξιώσεις απορρέουσες από το ίδιο βιοτικό γεγονός (σύμβαση ναυτικής εργασίας), υπαγόμενες στην αυτή διαδικασία και με την ένωση και συνεκδίκασή τους επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και αποτρέπεται το ενδεχόμενο έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων (άρθρα 31 παρ.1 και 3, 246 και 524 παρ.1 ΚΠολΔ).

Οι εφέσεις του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος-εφεσιβλήτου και της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης-εκκαλούσας κατά της απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς με τον αριθμό 12/2015, το οποίο δίκασε, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 663 έως 676 ΚΠολΔ), την από 22.07.2013 αγωγή του ενάγοντος, έχουν ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και είναι εμπρόθεσμες, αφού δεν προκύπτει από τον φάκελο της δικογραφίας, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, οι δε εφέσεις κατατέθηκαν στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στις 20.01.2015 και στις 22.04.2015, αντίστοιχα (άρθρα 495 § 1 και 2, 511, 516 και 518 § 2 του ΚΠολΔ). Είναι επομένως, παραδεκτές και πρέπει να ερευνηθούν, συνεκδικαζόμενες κατά την ίδια διαδικασία, για να κριθούν ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των επιμέρους λόγων τους (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ).

Με την από 22.07.2013 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγή του, ο ενάγων και ήδη εκκαλών – εφεσίβλητος ισχυρίσθηκε ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ότι δυνάμει συμβάσεως ναυτικής εργασίας που καταρτίστηκε στον Πειραιά, την 25.11.2011, μεταξύ αυτού και εκπροσώπου της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης – εκκαλούσας, ναυτολογήθηκε την επόμενη ημέρα και για αόριστο χρόνο στο Λιβόρνο της Ιταλίας με την ειδικότητα του ναύτη, στο υπό Ελληνική Σημαία Επιβατηγό Οχηματαγωγό Μεσογειακό πλοίο «…», νηολογίου Ηρακλείου (αρ. ), κ.ο.χ. 229968,00, πλοιοκτησίας της εναγομένης. Ότι συμφωνήθηκε να αμείβεται σύμφωνα με την ισχύουσα ΣΣΝΕ πληρωμάτων Μεσογειακών – Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων. Ότι κατά το χρονικό διάστημα που υπηρέτησε στο εν λόγω πλοίο, εργαζόταν καθημερινά, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και Αργιών, επί 15 ώρες κατόπιν εντολής του πλοιάρχου. Ότι υπηρέτησε στο προαναφερόμενο πλοίο μέχρι και τις 07.09.2012, οπότε και απολύθηκε στο λιμάνι του Λιβόρνο «αμοιβαία συναινέσει». Με βάση το ιστορικό αυτό, ο ενάγων ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 11.796,72 ευρώ για το χρονικό διάστημα από 01.01.2012 έως 07.09.2012 (ημερομηνία απόλυσης), το οποίο αντιστοιχεί σε αμοιβή για την παροχή υπερωριακής απασχόλησης, όπως ειδικότερα εξειδικεύεται στην αγωγή, καθώς και σε αναλογία μισθοτροφοδοσίας ελλείποντος ναύτη και ναυτόπαιδος, νομιμοτόκως από την ημέρα της απολύσεώς του, άλλως από την επόμενη ημέρα της επιδόσεως της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Επικουρικά, το ανωτέρω ποσό το ζήτησε και σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού, καθόσον η εναγομένη κατέστη πλουσιότερη σε βάρος της περιουσίας του, χωρίς νόμιμη αιτία. Τέλος ζήτησε να κηρυχθεί η εκδοθησομένη απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικασθεί η εναγομένη στην καταβολή των δικαστικών εξόδων του. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 12/2015 οριστική απόφασή του, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμιμη, κατά την κύρια βάση της και μη νόμιμη κατά την επικουρική, περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, βάση της, εν συνεχεία έκανε εν μέρει δεκτή αυτήν ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη, υποχρεώνοντας την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 3.978,17 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της απόλυσής του. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται ο εκκαλών – εφεσίβλητος με την έφεσή του, για τους λόγους που αναφέρονται στο εφετήριο δικόγραφο και που ανάγονται σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και σε εσφαλμένο υπολογισμό της καταβληθείσας σ’ αυτόν αμοιβής για υπερωριακή απασχόληση, ζητεί δε, την εξαφάνισή της, κατά το μέρος που απέρριψε την αγωγή του, ώστε να γίνει δεκτή αυτή στο σύνολό της. Εξάλλου, η εφεσίβλητη – εκκαλούσα παραπονείται κατά της εκκαλουμένης, με την έφεσή της, επίσης για πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της οικείας Συλλογικής Συμβάσεως Ναυτικής Εργασίας, ζητεί δε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, έτσι ώστε να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολό της.

Από την επανεκτίμηση των εγγράφων που προσκόμισαν μετ’ επικλήσεως οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων και η υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Συμβολαιογράφου Λευκίμμης Κέρκυρας Αικατερίνης Πουλιάση – Αργαλιά, την οποία προσκόμισε μετ’ επικλήσεως ο ενάγων, με πρωτοβουλία του οποίου ελήφθη, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της αντιδίκου του – εναγομένης (βλ. την υπ’ αρίθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά, …), καθώς και η υπ’ αρίθμ. … ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πατρών Ευθυμίας Βουκελάτου, την οποία προσκόμισε μετ’ επικλήσεως η εναγομένη, με πρωτοβουλία της οποίας ελήφθη, μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου της – ενάγοντος (βλ. την υπ’ αρίθμ. … έκθεση επίδοση του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά, Α. Ν. Π.), αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα ουσιώδη για την έκβαση της δίκης πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της από 25.11.2011 σύμβασης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, μεταξύ του ενάγοντος και εκπροσώπου της εναγομένης ναυτιλιακής εταιρείας, πλοιοκτήτριας του υπό Ελληνική σημαία Ε/Γ-Ο/Γ μεσογειακού πλοίου «…», ο ενάγων προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε την επομένη ημέρα στο ως άνω πλοίο, στο Λιβόρνο της Ιταλίας, υπό την ειδικότητα του Ναύτη και σύμφωνα με τις αποδοχές και τους όρους εργασίας που προβλέπονταν από τις εκάστοτε ισχύουσες Σ.Σ.Ν.Ε. για τα Πληρώματα Μεσογειακών – Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων. Ειδικότερα, ο ενάγων υπηρέτησε στο ως άνω πλοίο κατά το χρονικό διάστημα από 25.11.2011 έως 07.09.2012, οπότε και απολύθηκε στο λιμάνι του Λιβόρνο «αμοιβαία συναινέσει» αυτού και του Πλοιάρχου. Εξάλλου, κατά την διάρκεια της ένδικης ναυτολογήσεως του ενάγοντος στο ως άνω πλοίο, αυτό εκτελούσε το δρομολόγιο Λιβόρνο (Ιταλία) – Βαρκελώνη (Ισπανία) – Ταγγέρη (Μαρόκο) με επιστροφή. Συγκεκριμένα, το πλοίο αναχωρούσε από Λιβόρνο κάθε Κυριακή ξημερώματα στις 00.00, κατέπλεε στη Βαρκελώνη κάθε Κυριακή στις 21.00 και αναχωρούσε για Ταγγέρη στις 00.15 περίπου, όπου κατέπλεε κάθε Τρίτη στις 10.30. Αναχωρούσε και πάλι στις 18.30 για Βαρκελώνη, όπου κατέπλεε κάθε Τετάρτη περί τις 19.40 και αναχωρούσε για Λιβόρνο κάθε Πέμπτη στις 00.30, όπου κατέφθανε περί τις 21.30 της Πέμπτης. Σημειωτέον ότι από τις 21.30 της Πέμπτης έως και τις 00.00 της Κυριακής, παρέμενε ακινητοποιημένο στο λιμάνι του Λιβόρνο. Ο ενάγων, καθ’ όλο το διάστημα της ναυτολογήσεώς του στο παραπάνω πλοίο, απασχολούνταν καθημερινά, με ανατιθέμενα σε αυτόν καθήκοντα συναφή με την ειδικότητά του και συγκεκριμένα αυτός όπως και οι λοιποί ναύτες του πλοίου, απασχολούνταν, άλλοτε με μία ημερήσια βάρδια (ντεϊμάνης), άλλοτε σε τετράωρες βάρδιες εντός του εικοσιτετραώρου, με εναλλαγή αυτών ανά δεκαπενθήμερο και ειδικότερα, α) από 00.00 έως 04.00 και 12.00 έως 16.00, β) από 04.00 έως 08.00 και 16.00 έως 20.00 και γ) από 08.00 έως 12.00 και 20.00 έως 00.00. Εξάλλου, για την κάλυψη των ποικίλλων λειτουργικών αναγκών που προέκυπταν στο ένδικο πλοίο κατά τη διάρκεια των πολύωρων δρομολογίων του, οι ως άνω βάρδιες επεκτείνονταν κατά δύο ώρες είτε κατά την αρχή τους είτε κατά το τέλος τους σε περίπτωση προσέγγισης ή αναχώρησης από λιμένα. Επιπλέον, ο ενάγων απασχολούνταν στην φορτοεκφόρτωση και ασφαλή έχμαση των οχημάτων στο γκαράζ του πλοίου, καθώς και σε εργασίες καθαρισμού του γκαράζ, του καταστρώματος και των εξωτερικών χώρων του πλοίου. Εξάλλου, προς κάλυψη των αυξημένων αναγκών του πλοίου, ο ενάγων, κατ’ εντολή του Πλοιάρχου, κατά τη διάρκεια της ένδικης ναυτολογήσεώς του επί του ανωτέρω πλοίου, απασχολούνταν πέραν του νομίμου ωραρίου, υπερωριακώς (ήτοι, πέραν του οχταώρου τις καθημερινές και τις Κυριακές και καθ’ όλη την διάρκεια της εργασίας του κατά τα Σάββατα και τις αργίες), είτε το πλοίο έπλεε στη θάλασσα είτε ήταν σε λιμάνι. Ισχυρή απόδειξη πραγματοποίησης της υπερωριακής απασχόλησης του ενάγοντος, μεταξύ άλλων, αποτελεί και το γεγονός ότι σε αυτόν καταβαλλόταν μηνιαίως χρηματικό ποσό για υπερωρίες, όπως προκύπτει από τους προσκομιζόμενους, με επίκληση, λογαριασμούς μισθοδοσίας. Άλλωστε, η εναγομένη παραδέχεται την παροχή υπερωριακής απασχόλησης εκ μέρους του ενάγοντος, ωστόσο αμφισβήτηση υπάρχει ως προς την αναγκαιότητα παροχής υπερωριακής απασχόλησης καθημερινώς, καθώς και ως προς τη διάρκεια της απασχόλησης αυτής. Ειδικότερα, ο ενόρκως βεβαιών υπέρ της εναγομένης μάρτυρας, κατέθεσε ότι ο ενάγων, ναι μεν απασχολούνταν υπερωριακώς, άλλοτε 6, άλλοτε 8, άλλοτε 10 και άλλοτε 12 ώρες εβδομαδιαίως, ωστόσο η αμοιβή των υπερωριών αυτών υπερκαλυπτόταν από την «κλειστή αμοιβή» των 150 υπερωριών, που ο ενάγων ελάμβανε μηνιαίως, βάσει της συμβάσεως εργασίας του. Αντίθετα, ο ενόρκως βεβαιών υπέρ του ενάγοντος μάρτυρας κατέθεσε ότι ο ενάγων απασχολούνταν υπερωριακώς, σε ορισμένες ημέρες, και πάνω από τις 15 ώρες ημερησίως, ωστόσο η κατάθεση αυτή δεν κρίνεται πειστική, καθόσον: α) δεν ενισχύεται από άλλο αποδεικτικό μέσο, β) προσκρούει στην κοινή πείρα και λογική, ως προς τις δυνατότητες και αντοχές του ανθρώπινου οργανισμού, ο οποίος έχει ανάγκη καθημερινώς από επαρκείς ώρες ανάπαυσης και ύπνου, γ) ο ανωτέρω μάρτυρας έχει και ο ίδιος ασκήσει αγωγή κατά της εναγομένης από τη  ναυτολόγησή του  στο ίδιο πλοίο, επιδιώκοντας οφειλές από υπερωριακή του απασχόληση και προσδοκά συμφέρον από την έκβαση της παρούσας δίκης. Βάσει των προεκτεθέντων και ιδίως ενόψει: α) των επικρατουσών συνθηκών και περιστάσεων, κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του ως άνω πλοίου, το οποίο πραγματοποιούσε το προαναφερθέν δρομολόγιο και το οποίο βρισκόταν πολλές ώρες εν πλω, χωρίς να πραγματοποιεί συχνές προσεγγίσεις σε λιμάνια, β) της χρονικής περιόδου, κατά την οποία ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων, γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του, ως ναύτη και δ) της σταθερής καταβολής κάθε μήνα ποσών για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψιν αυτεπαγγέλτως (336 παρ.4 ΚΠολΔ),  κρίνεται ότι ο ενάγων, για την εκτέλεση των ως άνω καθηκόντων του, απασχολούνταν κατά μέσο όρο κατά 12 ώρες ημερησίως. Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δεχόμενο με την εκκαλουμένη απόφασή του  – ως ανωτέρω – εν μέρει τον ισχυρισμό του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος – εφεσιβλήτου περί τεσσάρων (4) ωρών κατά τις καθημερινές και Κυριακές και δώδεκα (12) ωρών κατά τα Σάββατα και τις αργίες, υπερωριακής απασχόλησής του, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις και γι αυτό οι σχετικοί λόγοι έφεσης αμφότερων των διαδίκων πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι.

Σε συνέχεια των ανωτέρω, ενόψει του ότι κατά την διάρκεια της ένδικης ναυτολογήσεως, ίσχυσε η ως άνω μνημονευόμενη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Μεσογειακών-Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων, η οποία, ως προς τους όρους εργασίας και αμοιβής, καταλαμβάνει και τον ενάγοντα και δεδομένου ότι για την παρεχόμενη εργασία του ο ενάγων είχε συμφωνήσει με την εναγομένη κλειστό μηνιαίο μισθό, στον οποίο περιλαμβάνονταν πλέον των νομίμων αποδοχών της ως άνω Σ.Σ.Ν.Ε., αμοιβή για συνολικά 150 υπερωρίες μηνός, εκ των οποίων 115 αμειβόμενες ως καθημερινές, πλέον 35 αμειβόμενες με την εκάστοτε ισχύουσα προσαύξηση που ισχύει για την εργασία Σαββάτου, ο ενάγων δικαιούται τα εξής ποσά για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης: Α) Αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τα Σάββατα και τις Αργίες: Κατά το αιτούμενο χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του, ήτοι, από 01.01.2012 έως και 07.09.2012, ο ενάγων εργάστηκε προς κάλυψη των αναγκών του πλοίου και εκτέλεση απάντων των καθηκόντων του ως ναύτης επί 12 ώρες την ημέρα για 35 Σάββατα και 9 αργίες, ήτοι συνολικά εργάστηκε 44 ημέρες επί 12 ώρες= 528 ώρες Χ 9,08 ευρώ (προσαύξηση ωρομισθίου κατά 50%) = 14.794,24 ευρώ και Β) Αμοιβή υπερωριακής εργασίας κατά τις Καθημερινές και Κυριακές: Κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, ο ενάγων εργαζόταν κατά τις καθημερινές και Κυριακές επί 12 ώρες την ημέρα και πραγματοποιούσε 4 ώρες υπερωρίας ημερησίως. Αναλυτικότερα: εργάστηκε για 173 Καθημερινές και 34 Κυριακές και εν συνόλω 207 ημέρες Χ 4 ώρες υπερωριακής εργασίας = 828 ώρες Χ 7,57 ευρώ (προσαύξηση ωρομισθίου κατά 25%) = 6.267,96 ευρώ και συνολικά για την ανωτέρω αιτία το ποσό των 11.062,20 ευρώ, εκ των οποίων, όπως αποδεικνύεται από τους μισθοδοτικούς του λογαριασμούς, η εναγομένη του κατέβαλε για αμοιβή υπερωριακής εργασίας καθημερινών, Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, το ποσό των 11.370,54 ευρώ (870,06 + 317,76 + 72,63 + 870,06 + 317,76 + 217,89 + 870,06 + 317,76 + 145,26 + 870,06 +317,76 + 870,06 + 317,76 +870,06 + 317,76 +72,63 + 783,06 +285,99 + 72,63) και επομένως ο ενάγων ουδέν δικαιούται να αξιώσει πλέον για την εν λόγω αιτία, γενομένης δεκτής της σχετικής νόμιμης (416 ΑΚ) ένστασης εξόφλησης, που προέβαλλε η εναγομένη, ως και κατ’ ουσίαν βάσιμης. Επομένως και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχθηκε τα ίδια, ως προς το ύψος του ποσού που η εναγομένη κατέβαλε στον ενάγοντα για αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης τις καθημερινές, τα Σάββατα, τις Κυριακές και τις αργίες, κάνοντας δεκτή στο σύνολό της την ένσταση εξόφλησης που πρότεινε η εναγομένη ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, ο δε περί του αντιθέτου σχετικός λόγος της υπό στοιχ. Α΄ έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Από τις διατάξεις των αρθρ. 87,88 και 89 παρ. 1-4 Ν.Δ. 187/1973 «περί Κωδικός Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου», συνάγεται ότι απαγορεύεται η ελλιπής κατά προσόντα (αρθρ.88) και κατ’ αριθμό (αρθρ.89) σύνθεση των πληρωμάτων των πλοίων, επιτρεπομένη μόνο κατ’ εξαίρεση, κατόπιν εγκρίσεως της Λιμενικής ή Προξενικής Αρχής και υπό την προϋπόθεση ότι δεν δημιουργείται κίνδυνος για την ασφάλεια του πλοίου. Στην περίπτωση ελλιπούς σύνθεσης, ο μισθός του ελλείποντος κατανέμεται υποχρεωτικώς μεταξύ εκείνων των μελών του πληρώματος στα οποία έχει ανατεθεί από τον πλοίαρχο η αναπλήρωση του ελλείποντος μέλους. Η θέση του ελλείποντος πρέπει να προβλέπεται από τη νόμιμη σύνθεση του πληρώματος. Επίσης, ο ναυτικός που εκτελεί κατ’ εντολή του πλοιάρχου εν όλω ή εν μέρει καθήκοντα προβλεπόμενα από τη σύνθεση του πλοίου και ελλείποντος μέλους του πληρώματος, είτε με υπερωρία είτε με ένταση της ιδίας του εργασίας, δικαιούται το μισθό του αναπληρωθέντος μέλους και επί μερικής αναπλήρωσης ελλείποντος, ανάλογο ποσοστό επί του μισθού. Ο μισθός που κατανέμεται στα εκτελούντα την εργασία του ελλείποντος υπόλοιπα μέλη του πληρώματος, είναι ο μισθός ο οποίος προβλέπεται από την εφαρμοστέα ΣΣΝΕ (βλ. σχετικά Δ. Καμβύση, Ναυτεργατικό Δίκαιο, σελ.205-206). Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι κατά την ένδικη περίοδο ναυτολογήσεως του ενάγοντος, σύμφωνα με την οργανική σύνθεση του πλοίου, στο κατώτερο προσωπικό του πληρώματος αυτού, περιλαμβάνονταν δέκα (10) ναύτες και ένας (1) ναυτόπαις, εκ των οποίων ο ένας ναύτης και ο ναυτόπαις δεν ήταν ναυτολογημένοι στο πλοίο, ο μεν ναύτης κατά τα χρονικά διαστήματα από 01.01.2012 έως 02.03.2012 και από 05.04.2012 έως 07.09.2012, ο δε ναυτόπαις κατά τα χρονικά διαστήματα από 10.02.2012 έως 02.03.2012 και από 05.04.2012 έως 07.09.2012 (βλ. κατάθεση ενόρκως βεβαιούντος υπέρ του ενάγοντος μάρτυρα, σε συνδυασμό με τα αντίγραφα δυναμολογίου του πλοίου, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως η εναγομένη). Επομένως, κατά τα πιο πάνω διαστήματα το ένδικο πλοίο πραγματοποιούσε τα ταξίδια του με ελλιπή σύνθεση πληρώματος και τα καθήκοντα του ελλείποντος ναύτη και του ναυτόπαιδα εκτελούσαν, με ένταση των δυνάμεων τους, μέσα στο χρόνο της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας και των πραγματοποιούμενων υπερωριών, οι υπόλοιποι ναύτες, μεταξύ των οποίων ο ενάγων και, γι αυτό ο τελευταίος δικαιούται αμοιβή, αναλογικά με τα υπόλοιπα μέλη του ίδιου πληρώματος που επιβαρύνθηκαν με εργασία των ανωτέρω ελλειπόντων ναυτικών, από τον μισθό ελλείποντος ναύτη και ναυτόπαιδα για τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα απασχόλησής του στο ένδικο πλοίο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 89 παρ. 4 του ν.δ/τος 187/1973, που αναφέρεται στον Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου. Εξάλλου, ο ισχυρισμός της εναγομένης, περί του ότι η απουσία των ανωτέρω ελλειπόντων ναυτικών από τη σύνθεση καταστρώματος του πλοίου ήταν μόνο περιστασιακή και ότι τα καθήκοντα αυτών εκτέλεσαν από τον Απρίλιο του 2012, οι προσληφθέντες τέσσερις δόκιμοι πλοίαρχοι κρίνεται μη πειστικός και απορρίπτεται ως αβάσιμος στην ουσία του, δεδομένου ότι η απουσία ενός ναυτικού από το πλοίο για πέντε (5) και πλέον μήνες, όπως εν προκειμένω των ανωτέρω ελλειπόντων ναύτη και ναυτόπαιδα, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως περιστασιακή, ενώ εξάλλου τα καθήκοντα των δοκίμων πλοιάρχων δεν σχετίζονται με την ειδικότητα του ναύτη και του ναυτόπαιδα. Επομένως και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του δέχθηκε τα ίδια, ως προς την παροχή εκ μέρους του ενάγοντος πρόσθετης εργασίας λόγω ελλειπόντων ναυτικών, με διαφορετικές όμως αιτιολογίες που αντικαθίστανται με αυτές της παρούσας, δεν έσφαλε κατ’ αποτέλεσμα, ο δε περί του αντιθέτου σχετικός λόγος της υπό στοιχ. Β΄ έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Περαιτέρω, οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές της ειδικότητας του ναύτη κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος, ανήρχοντο, βάσει της οικείας ΣΣΝΕ πληρωμάτων Μεσογειακών – Τουριστικών Πλοίων, στο ποσό των 2.424,76 ευρώ (ήτοι, μισθός ενεργείας 1.047,10 € συν επίδομα Κυριακών 22% 230,36 € συν επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 21,24 € συν άδεια μετά τροφοδοσίας 598,21 € συν επίδομα ιματισμού 49,95 € συν μηνιαίο αντίτιμο τροφής 477,90 € = 2.424,76 €). Εξάλλου, οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές της ειδικότητας του ναυτόπαιδα, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, ανήρχοντο, βάσει της ίδιας ως άνω ΣΣΝΕ στο ποσό των 1.854,56 ευρώ (ήτοι, μισθός ενεργείας 708,11 € συν επίδομα Κυριακών 22% 155,78 € συν επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας 21,24 € συν άδεια μετά τροφοδοσίας 447,82 € συν επίδομα ιματισμού 49,95 € συν μηνιαίο αντίτιμο τροφής 477,90 € = 1.854,56 €). Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφασή του υπολόγισε τις ελάχιστες μηνιαίες αποδοχές του ναύτη και του ναυτόπαιδα στα ίδια ως άνω ποσά των 2.424,76 ευρώ και 1.854,56 ευρώ, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο (οικεία ΣΣΝΕ) και τις αποδείξεις εκτίμησε, ο δε περί του αντιθέτου σχετικός λόγος της υπό στοιχ. Β΄ έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Σε συνέχεια των ανωτέρω αποδειχθέντων, ο ενάγων για την αναλογία (1/9) επί του μισθού του ελλείποντος ναύτη δικαιούται το ποσό των 2.254,12 ευρώ (2.424,76 € μηνιαίες αποδοχές ναύτη, όπως υπολογίστηκαν ανωτέρω Χ 8 μήνες και 11 ημέρες = 20.287,15 € Χ 1/9 = 2.254,12 €). Δικαιούται επίσης για την αναλογία (1/9) επί του μισθού του ελλείποντα ναυτόπαιδος, το ποσό των 1.724,05 ευρώ (1.854,56 € μηνιαίες αποδοχές ναυτόπαιδα, όπως υπολογίστηκαν ανωτέρω Χ 8 μήνες και 11 ημέρες = 15.516,48 € Χ 1/9 = 1.724,05 €) και συνολικά για την ανωτέρω αιτία το ποσό των 3.978,17 ευρώ (2.254,12 + 1.724,05), υπολογισμός, ως προς τον οποίο, σε κάθε περίπτωση, δεν προσβάλλεται η εκκαλουμένη.

Μετά από όλα τα παραπάνω, εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι εφέσεως προς έρευνα, πρέπει οι υπό κρίση συνεκδικαζόμενες αντίθετες εφέσεις να γίνουν τυπικά δεκτές και να απορριφθούν στην ουσία τους και να επικυρωθεί η πρωτόδικη υπ’ αριθμ. 12/2015 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία εργατικών διαφορών). Τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης εφεσίβλητης της με στοιχ. Α΄ έφεσης αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας, όπως ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό, βαρύνουν τον εκκαλούντα λόγω της ήττας του (αρθρ. 176, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος – εφεσίβλητου της με στοιχ. Β΄ έφεσης αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας, όπως ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό, βαρύνουν την εκκαλούσα λόγω της ήττας της (αρθρ. 176, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ τις από 14.01.2014 και 12.03.2015 και με αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … και …, αντίστοιχα, εφέσεις, αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει στην ουσία τις εφέσεις.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος της από 14.01.2014 και με αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … έφεσης τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία καθορίζει στο ποσό των τετρακοσίων ευρώ (400 €).

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας της από 12.03.2015 και με αριθμ. έκθεσης κατάθεσης … έφεσης τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου αυτού του βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία καθορίζει στο ποσό των τετρακοσίων ευρώ (400 €).

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στον Πειραιά στις _______________________, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ