Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:  1952/2016

TO ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠPΩTOΔIKEIO ΠΕΙΡΑΙΑ

(Εκουσία Δικαιοδοσία – Τμήμα Ναυτικό)

 

ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τον Δικαστή Χαρίλαο Παππά, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και την Γραμματέα Βασιλική Νιώτη.

ΣYNEΔPIAΣE δημόσια και στο ακροατήριό του στις 4 Οκτωβρίου 2016, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αιόλου αρ. 86, και διατηρεί κατάστημα στον Π…., …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, ως ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…» δυνάμει της με αριθμ. 10/1/10.5.2013 απόφασης της Επιτροπής Μέτρων Εξυγίανσης της Τράπεζας της Ελλάδος που εκδόθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63Β, 63Δ παρ. 1 και 2 και 68 παρ. 1 στοιχ. 1 Ν.3601/2007 και δημοσιεύτηκε σε περίληψη στο με αριθμό 1137/10-5-2013 φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, τεύχος Α.Ε., Ε.Π.Ε. και Γ.Ε.ΜΗ σε συνδυασμό με την από 10.5.2013 Σύμβαση Μεταβίβασης Στοιχείων Ενεργητικού και Παθητικού Πιστωτικού Ιδρύματος μεταξύ της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε και του Ι. Γ., ως Ειδικού Εκκαθαριστή της υπό ειδική εκκαθάριση τεθείσας …, ΑΦΜ …, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιάς της δικηγόρου Παναγιώτας Παπαθανασίου.

Η αιτούσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 21-6-2016 και με γεν. αριθ. κατάθεσης …, με ειδ. αριθ. κατ. … αίτησή της, η οποία προσδιορίστηκε για την παραπάνω δικάσιμο και γράφηκε στο πινάκιο.

KATA TH ΣYZHTHΣH της υπόθεσης, η πληρεξούσια δικηγόρος της αιτούσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις της.

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

             Για την αναγνώριση και την εκτέλεση από τα ελληνικά δικαστήρια απόφασης δικαστηρίου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πλην της Δανίας) που αφορά σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις επί αγωγών που ασκήθηκαν πριν από την 10η Ιανουάριου 2015 (βλ. τη μεταβατική διάταξη του άρθρου 66 παρ. 2 του νυν ισχύοντος με αριθμό 1215/2012 Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ε.Ε. της 12ης Δεκεμβρίου 2012), συνεχίζει να εφαρμόζεται ο Κανονισμός (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 22ας Δεκεμβρίου 2000 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», ο οποίος ισχύει από την 1η Μαρτίου 2002 σε κάθε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πλην της Δανίας (άρθρα 1§3 και 76 του Κανονισμού), έχει άμεση εφαρμογή στην ελληνική έννομη τάξη και υπερισχύει κάθε αντίθετης διάταξης νόμου. Οι διατυπώσεις αναγνώρισης και εκτέλεσης των αποφάσεων κρατών μελών που δεσμεύονται απ’ αυτόν ρυθμίζονται στις διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙΙ αυτού (άρθρα 32 έως 56). Κατά τη διάταξη του άρθρου 32 του Κανονισμού, ως απόφαση, κατά την έννοια του Κανονισμού, νοείται κάθε απόφαση που εκδίδεται από δικαστήριο κράτους μέλους, οποιαδήποτε και αν είναι η ονομασία της, όπως απόφαση, διαταγή, διαταγή εκτελέσεως, καθώς και ο καθορισμός της δικαστικής δαπάνης από το γραμματέα. Μόνη κρίσιμη προϋπόθεση για την εφαρμογή του Κανονισμού είναι η ιθαγένεια της απόφασης, που ζητείται να εκτελεστεί και δη η έκδοσή της από εθνικό δικαστήριο κράτους μέλους. Είναι δε αδιάφορη η ιθαγένεια, η κατοικία ή η έδρα των διαδίκων (ΕφΑθ 7701/2004 ΔΕΕ 2005. 441). Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 33§1 του Κανονισμού, απόφαση που εκδίδεται σε κράτος μέλος αναγνωρίζεται στα λοιπά κράτη μέλη χωρίς ιδιαίτερη διαδικασία, ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 34, απόφαση δεν αναγνωρίζεται: 1) αν η αναγνώριση αντίκειται προφανώς στη δημόσια τάξη του κράτους αναγνωρίσεως, 2) αν το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης ή άλλο ισοδύναμο έγγραφο δεν έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί στον ερημοδικήσαντα εναγόμενο εγκαίρως και κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να αμυνθεί, εκτός εάν ο εναγόμενος παρέλειψε να ασκήσει προσφυγή κατά της αποφάσεως, ενώ μπορούσε να το πράξει, 3) αν είναι ασυμβίβαστη με απόφαση που έχει εκδοθεί μεταξύ των ιδίων διαδίκων στο κράτος αναγνωρίσεως, 4) αν είναι ασυμβίβαστη με απόφαση που εκδόθηκε προγενέστερα μεταξύ των ιδίων διαδίκων και με το ίδιο αντικείμενο και την ίδια αιτία σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτο κράτος, εφόσον η προγενέστερη αυτή απόφαση συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την αναγνώρισή της στο κράτος αναγνωρίσεως. Περαιτέρω, αφού ο Κανονισμός έχει θεσπίσει ενιαίους κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας για τα δικαστήρια των κρατών μελών, δεν ελέγχεται κατ’ αρχήν στο κράτος αναγνωρίσεως η διεθνής δικαιοδοσία του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση (άρθρο 35§3 εδ. α΄ του Κανονισμού). Διευκρινίζεται, εξάλλου ρητώς, ότι οι σχετικοί με τη διεθνή δικαιοδοσία κανόνες δεν αφορούν τη δημόσια τάξη υπό την έννοια του άρθρου 34 σημ. 1 (άρθρο 35§3 εδ. β΄ του Κανονισμού). Εξαίρεση προβλέπεται μόνο για τις υποθέσεις ασφαλίσεως, συμβάσεων καταναλωτών και τις περιπτώσεις αποκλειστικής δικαιοδοσίας του άρθρου 22 του Κανονισμού (άρθρο 35§1 του Κανονισμού). Σ’ αυτές τις εξαιρετικές περιπτώσεις πάντως, κατά τις οποίες ελέγχεται στο Κράτος αναγνωρίσεως η δικαιοδοσία του αλλοδαπού δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση, η αρχή ενώπιον της οποίας ζητείται η αναγνώριση ή η κήρυξη της εκτελεστότητας δεσμεύεται από τις πραγματικές διαπιστώσεις στις οποίες το δικαστήριο του κράτους μέλους προελεύσεως έχει θεμελιώσει τη διεθνή δικαιοδοσία του (άρθρο 35§2 του Κανονισμού). Σημειωτέον ότι για την αναγνώριση μιας αλλοδαπής απόφασης κατά τον Κανονισμό είναι αδιάφορος ο βαθμός δικονομικής ωριμότητάς της. Έτσι, είναι δυνατόν να αναγνωρισθούν αποφάσεις που δεν έχουν ή δεν μπορούν να αποκτήσουν ισχύ δεδικασμένου (Κ. Κεραμεύς, Ο Κοινοτικός Κανονισμός 44/2001 για την εκτέλεση και το ελληνικό δίκαιο της αναγνωρίσεως και εκτελέσεως των αλλοδαπών αποφάσεων, Αρμ 2003. 1071). Περαιτέρω, η διαδικασία κήρυξης της εκτελεστότητας που προβλέπεται στον Κανονισμό περιλαμβάνει δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο αφορά την κήρυξη της εκτελεστότητας και ρυθμίζεται από τα άρθρα 38 έως 42 του Κανονισμού. Κατ’ αρχάς, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 38§1 του Κανονισμού, για να κηρυχθεί μία αλλοδαπή απόφαση εκτελεστή αρκεί να είναι εκτελεστή στο κράτος μέλος προελεύσεως. Επομένως, και μία αλλοδαπή προσωρινά εκτελεστή απόφαση δύναται να κηρυχθεί εκτελεστή στην Ελλάδα (Κ. Κεραμεύς, ο.π., Αρμ 2003. 1071). Επιπλέον, για την κήρυξη της εκτελεστότητας στην Ελλάδα απαιτείται η υποβολή από τον ενδιαφερόμενο σχετικής αίτησης στο Μονομελές Πρωτοδικείο, που είναι αρμόδιο καθ’ ύλην, κατά το παράρτημα ΙΙ του Κανονισμού (άρθρο 39§1 του Κανονισμού). Η κατά τόπον αρμοδιότητα του δικαστηρίου αυτού καθορίζεται από την κατοικία του προσώπου, κατά του οποίου ζητείται να γίνει η εκτέλεση, ή από τον τόπο της εκτέλεσης (άρθρο 39§2 του Κανονισμού). Τηρείται δε η διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, με τις αναγκαίες στο επίπεδο του Κανονισμού προσαρμογές (άρθρ. 40§1 του Κανονισμού σε συνδ. με 905§1 και 740 επ. ΚΠολΔ, βλ. και ΕφΑθ 7701/2004 ό.π.). Εκείνος που υποβάλει την αίτηση έχει υποχρέωση να διορίσει αντίκλητό του στην Ελλάδα (άρθρο 40§2 του Κανονισμού). Για την υποβολή της αίτησης και την ορισθείσα δικάσιμο δεν ειδοποιείται ο διάδικος κατά του οποίου ζητείται η εκτέλεση, ο οποίος, ακόμη και αν λάβει γνώση με άλλο τρόπο, δεν έχει δικαίωμα κατά τη διάταξη του άρθρου 41 εδ. β΄ του Κανονισμού να παραστεί κατά τη συζήτηση της αίτησης και να υποβάλει προτάσεις με τυχόν ενστάσεις του (ΕφΑθ 7701/2004 ό.π.). Το δε δικαστήριο περιορίζεται σε ένα τυπικό απλό έλεγχο των εγγράφων που προβλέπονται στον Κανονισμό και πρέπει να επισυνάπτονται στην αίτηση (άρθρα 40§3, 53 και 54 του Κανονισμού), χωρίς να έχει τη δυνατότητα να ελέγξει αυτεπάγγελτα την ύπαρξη τυχόν λόγων μη εκτέλεσης, που προβλέπονται στα άρθρα 34 και 35 (άρθρο 41 εδ. α΄ του Κανονισμού) ή να αναθεωρήσει επί της ουσίας την αλλοδαπή απόφαση (άρθρο 36 του Κανονισμού). Δέχεται περαιτέρω την αίτηση και κηρύσσει εκτελεστή την αλλοδαπή απόφαση, αν βεβαιωθεί ότι συντρέχουν όλες οι απαιτούμενες προς τούτο προϋποθέσεις που προβλέπονται στον Κανονισμό, ήτοι ευθύς ως ολοκληρωθούν οι διατυπώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 53 αυτού (άρθρο 41 εδ. α΄ του Κανονισμού). Ο αποκλεισμός του διαδίκου, κατά του οποίου ζητείται η εκτέλεση κατά το πρώτο στάδιο, αποβλέπει στον αιφνιδιασμό του για να μην αποκρύψει τυχόν περιουσιακά του στοιχεία στο κράτος της εκτέλεσης (ΕφΑθ 7701/2004 ό.π.). Η απόφαση που κηρύσσει εκτελεστή την αλλοδαπή απόφαση επιδίδεται ή κοινοποιείται στο διάδικο κατά του οποίου ζητείται η εκτέλεση μαζί με την αλλοδαπή απόφαση, εφόσον αυτή δεν του έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί (άρθρο 42§2 του Κανονισμού). Ο τελευταίος μπορεί να αμφισβητήσει τη διαδικασία και το κύρος της κατά το δεύτερο στάδιο, που ρυθμίζεται από τα άρθρα 43 έως 47 του Κανονισμού, αν θεωρεί ότι στοιχειοθετείται ένας από τους λόγους μη εκτέλεσης, που προβλέπονται στα άρθρα 34 και 35 (άρθρο 45§1 του Κανονισμού). Έτσι, θεραπεύεται ο αποκλεισμός του κατά το πρώτο στάδιο με αποτέλεσμα τη στέρηση του δικαιώματός του προς υπεράσπιση, αφού μπορεί, κατά το δεύτερο αυτό στάδιο, να προκαλέσει την απόρριψη ή την ανάκληση της κήρυξης της εκτελεστότητας με το ένδικο μέσο που του παρέχεται, το οποίο ασκείται, κατά το παράρτημα ΙΙΙ του Κανονισμού, ενώπιον του αρμοδίου κατά τόπον Εφετείου και δικάζεται κατά τη διαδικασία της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας (άρθρο 43§§2 και 3 του Κανονισμού). Στην προκείμενη περίπτωση, η αιτούσα, με την κρινόμενη αίτησή της, ζητεί να κηρυχθεί εκτελεστή στην Ελλάδα η από 3 Σεπτεμβρίου 2015 και με αριθμό CL-2014-000929 απόφαση του Πρωτοδικείου του Λονδίνου – Τμήματος της Βασίλισσας -Εμπορικού Δικαστηρίου – Βασιλικών Δικαστηρίων της Δικαιοσύνης (High Court of Justice, Queen’ s Bench Division, Commercial Court-Royal Courts of Justice), η οποία είναι εκτελεστή κατά το αγγλικό δίκαιο, εκδόθηκε δε επί της από 14.10.2014 και με αριθμό … αίτησή της (Claim Form), όπως τροποποιήθηκε με την από 27.7.2015 αίτησης της ιδίας (νυν αιτούσας), κατά της εταιρείας «…» και του Γ. Δ. Γ., και με την οποία (απόφαση) υποχρεώθηκαν οι τελευταίοι να της καταβάλουν το συνολικό ποσό των 1.921.869,19 ευρώ, πλέον εξόδων ύψους 2.540 λιρών Αγγλίας, για απαίτηση πηγάζουσα από την από 2.7.2007 σύμβαση δανείου, όπως τροποποιήθηκε με τις από 17.12.2009, 25.5.2010 και 11.1.2011 συμβάσεις, δυνάμει των οποίων η δικαιοπάροχός της (αιτούσας) ανώνυμη τραπεζική εταιρεία «…» χορήγησε δάνειο ποσού 2.100.000 ευρώ προς την εταιρεία …, καθώς και από την από 2.7.2007 σύμβαση με την οποία ο Γ. Δ. Γ. εγγυήθηκε τις απαιτήσεις της … από την εν λόγω σύμβαση δανείου. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αίτηση, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη, αρμοδίως και παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί, κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται αφενός η κατοικία του Γ. Γ. …), κατά του οποίου ζητείται να γίνει εν προκειμένω η εκτέλεση, όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη από 2.7.2007 ως άνω σύμβαση εγγύησης, αφετέρου ο τόπος εκτέλεσης και επί του ανήκοντος στην εταιρεία «…» υπό βρετανική σημαία πλοίου (σκάφους αναψυχής/yacht) «…», που βρίσκεται στα Ελληνικά Ναυπηγεία Περάματος (άρθρα 39 και 40§§1 και 3 σε συνδυασμό με το Παράρτημα ΙΙ του Κανονισμού 44/2001 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 22ας Δεκεμβρίου 2000 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», ως και σε συνδυασμό με τα άρθρα 905§1, 740 έως 781 ΚΠολΔ και 51 ν. 2172/1993), είναι δε νόμιμη, ως στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 32, 38§1, 41, 53, 54 και 55 του ως άνω Κανονισμού 44/2001. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της συζήτησής της προσκομίζεται το περί διορισμού αντικλήτου της αιτούσας στην Ελλάδα, κατ’ άρθρο 40§2 εδ. β΄ του ανωτέρω Κανονισμού, σε συνδυασμό με τα άρθρα 96 και 143§1 ΚΠολΔ, υπ’ αριθ. … πληρεξούσιο της συμβολαιογράφου Αθηνών, Μαρίας ΠΟΥΛΑΝΤΖΑ.

Από την εκτίμηση των εγγράφων που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται η αιτούσα, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την από 3 Σεπτεμβρίου 2015 και με αριθμό CL-2014-000929 απόφαση του Πρωτοδικείου του Λονδίνου – Τμήματος της Βασίλισσας – Εμπορικού Δικαστηρίου – Βασιλικών Δικαστηρίων της Δικαιοσύνης (High Court of Justice, Queen’ s Bench Division, Commercial Court-Royal Courts of Justice), η οποία είναι εκτελεστή κατά το αγγλικό δίκαιο, εκδόθηκε δε επί της από 14.10.2014 και με αριθμό … αίτηση (Claim Form) της εδώ αιτούσας, όπως τροποποιήθηκε με την από 27.7.2015 αίτησης της ιδίας (νυν αιτούσας), κατά της εταιρείας «…» και του Γ. Δ. Γ., υποχρεώθηκαν οι τελευταίοι να της καταβάλουν το συνολικό ποσό των 1.921.869,19 ευρώ, πλέον εξόδων ύψους 2.540 λιρών Αγγλίας, για απαίτηση πηγάζουσα από την από 2.7.2007 σύμβαση δανείου, όπως τροποποιήθηκε με τις από 17.12.2009, 25.5.2010 και 11.1.2011 συμβάσεις, δυνάμει των οποίων η δικαιοπάροχος της αιτούσας ανώνυμη τραπεζική εταιρεία «…» (δυνάμει της με αριθ. 10/1/10.5.2013 απόφασης της Επιτροπής Μέτρων Εξυγίανσης της Τράπεζας της Ελλάδος που εκδόθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63Β, 63Δ παρ. 1 και 2 και 68 παρ. 1 στοιχ. 1 Ν.3601/2007 και δημοσιεύτηκε σε περίληψη στο με αριθμό 1137/10-5-2013 φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, τεύχος Α.Ε., Ε.Π.Ε. και Γ.Ε.ΜΗ σε συνδυασμό με την από 10.5.2013 Σύμβαση Μεταβίβασης Στοιχείων Ενεργητικού και Παθητικού Πιστωτικού Ιδρύματος μεταξύ της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε και του Ι. Γ., ως Ειδικού Εκκαθαριστή της υπό ειδική εκκαθάριση τεθείσας …) χορήγησε δάνειο ποσού 2.100.000 ευρώ προς την εταιρεία …, καθώς και από την από 2.7.2007 σύμβαση με την οποία ο Γ. Δ. Γ. εγγυήθηκε τις απαιτήσεις της … από την εν λόγω σύμβαση δανείου. Περί των ανωτέρω προσκομίζονται σε επίσημη μετάφραση αφενός αντίγραφο της εν λόγω απόφασης, που συγκεντρώνει τις απαραίτητες προϋποθέσεις γνησιότητας κατ’ αρθρ. 53 του Κανονισμού 44/2001 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφετέρου η προβλεπόμενη στο άρθρο 54 του ως άνω Κανονισμού, από 2.2.2016 βεβαίωση του Γραμματέως του Πρωτοδικείου του Λονδίνου (Τμήματος Queen’s Bench Division), στην οποία αναφέρεται ότι το δικόγραφο της ως άνω με αριθμό … αίτησης (Claim Form) επιδόθηκε δεόντως στις 9-2-2014, ότι κατά της επίδικης απόφασης δεν έχει ασκηθεί έφεση και ότι αυτή (απόφαση) είναι εκτελεστή. Από τα προεκτιθέμενα συνάγεται ότι πληρούνται οι αναφερόμενες στην μείζονα πρόταση της παρούσας, προϋποθέσεις του Κανονισμού 44/2001 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 22ας Δεκεμβρίου 2000 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις» για να κηρυχθεί εκτελεστή στην Ελλάδα η ως άνω απόφαση του αγγλικού Δικαστηρίου. Κατόπιν όλων των ανωτέρω και ενόψει του προφανούς εννόμου συμφέροντος της αιτούσας, η αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη, σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

          ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ εκτελεστή στην Ελλάδα την από 3 Σεπτεμβρίου 2015 και με αριθμό CL-2014-000929 απόφαση του Πρωτοδικείου του Λονδίνου – Τμήματος της Βασίλισσας – Εμπορικού Δικαστηρίου – Βασιλικών Δικαστηρίων της Δικαιοσύνης (High Court of Justice, Queen’ s Bench Division, Commercial Court-Royal Courts of Justice), η οποία εκδόθηκε επί της από 14.10.2014 και με αριθμό … αίτησης της εταιρείας με την επωνυμία …, όπως τροποποιήθηκε με την από 27.7.2015 αίτηση της ιδίας (νυν αιτούσας), κατά της εταιρείας «…» και του Γ. Δ. Γ., δυνάμει της οποίας (απόφασης) υποχρεώθηκαν οι τελευταίοι να της καταβάλουν το συνολικό ποσό των 1.921.869,19 ευρώ, πλέον εξόδων ύψους 2.540 λιρών Αγγλίας.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση, στις     17-10-2016, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιών τους δικηγόρων.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ