ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 585/2019
(ΓΑΚ/ΕΑΚ …)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τακτική Διαδικασία
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης, και από τη Γραμματέα Χρυσούλα Σαχίνη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 5 Ιουνίου 2018 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον Ά. Αττικής (…) και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ … για την οποία προκατέθεσε προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος της Μικαέλα – Παναγιώτα Νταλάκου του Μιχαήλ (ΑΜ/ΔΣΠ …), κάτοικος Π….., οδός …, που προσκόμισε το Νο … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς, και η οποία δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην … Αττικής (…), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Ευάγγελος Δρακόπουλος του Ιωάννου (ΑΜ/ΔΣΑ …), κάτοικος ….., που προσκόμισε το Νο … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιώς, και η οποία δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 22.12.2017 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου υπ’ αριθ. κατάθεσης … και, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπει το άρθρο 237 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4335/2015, προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, η οποία ορίστηκε δυνάμει της από 23.5.2018 πράξης ορισμού δικαστή και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης, οπότε και γράφτηκε στο πινάκιο με πρωτοβουλία του αρμόδιου Γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 237 ΚΠολΔ.
Κατά τη δημόσια συνεδρίαση, η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται παραπάνω.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
(Α) Από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά του Δικαστηρίου τούτου προκύπτει ότι, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία συζητήθηκε με εκφώνησή της από τη σειρά του πινακίου η κρινόμενη αγωγή, δεν εμφανίστηκαν ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο οι διάδικοι. Από την επισκόπηση του φακέλου προκύπτει ότι αυτοί έχουν καταθέσει προτάσεις νόμιμα και εμπρόθεσμα εντός της προθεσμίας του άρθρου 237 παρ. 1 ΚΠολΔ, καθώς η αγωγή κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 27.12.2017 και η μεν ενάγουσα κατέθεσε προτάσεις στις 10.4.2018 (βλ. σχετ. άρθρο 144 παρ. 1,3 ΚΠολΔ), η δε εναγόμενη στις 5.4.2018, νομίμως υπογεγραμμένες από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, δυνάμει αντίστοιχα α) του από 28.3.2018 πληρεξουσίου του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας Ε. Μ. (βλ. σχετ. το υπ’ Αριθ. Πρωτ. … Γενικό Πιστοποιητικό της Υπηρεσίας Γ.Ε.ΜΗ. του Εμπορικού & Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών) και β) του από 4.4.2018 πληρεξουσίου του νομίμου εκπροσώπου της εναγόμενης εταιρείας … (βλ. σχετ. την υπ’ αριθ. Πρωτ. … Βεβαίωση της Διεύθυνσης Ναυτιλιακών Επενδύσεων και Θαλάσσιου Τουρισμού του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής), νομίμως συνταγέντων κατά το άρθρο 96 ΚΠολΔ. Επομένως, θεωρείται ότι λαμβάνουν κανονικά μέρος στη δίκη.
(Β) Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 242 εδ. γ΄ του Κ.Ι.Ν.Δ. και 12 της Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών του 1910 «περί συγκρούσεως πλοίων», η οποία έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με το Ν. ΓΩΠΣΤ/1911 και αποτελεί, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 28 παρ. 1 του Σ, αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού (ελληνικού) δικαίου με αυξημένη έναντι των κοινών νόμων τυπική ισχύ, συνάγεται ότι, αν έγινε σύγκρουση πλοίων διαφορετικής εθνικότητας στα ελληνικά ύδατα, τα ελληνικά Δικαστήρια, που δικάζουν για τις αξιώσεις που απορρέουν από τη σύγκρουση, εφαρμόζουν: α) τις διατάξεις της ως άνω Διεθνούς Σύμβασης όταν και τα δύο πλοία είναι πολιτείας που συμβλήθηκε ή προσχώρησε σ’ αυτήν αργότερα και β) τους ελληνικούς ουσιαστικούς νόμους όταν το ένα από τα συγκρουσθέντα πλοία ή και τα δύο είναι πολιτείας, η οποία δε συμβλήθηκε ή δεν προσχώρησε αργότερα στη Διεθνή Σύμβαση (ΕφΠειρ 592/1999 ΕΝαυτΔ 1999.393, ΕφΠειρ 274/1999 ΕΝαυτΔ 1999.18). Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των άρθρων 2, 3 και 4 παρ. 1 και 2 της Συμβάσεως, προκύπτει ότι, επί συγκρούσεως πλοίων, η ευθύνη και η προς αποζημίωση υποχρέωση κανονίζεται ανάλογα με τον βαθμό υπαιτιότητας του κάθε πλοίου. Ειδικότερα, εάν η σύγκρουση πλοίων συνέβη από τυχαίο γεγονός ή από ανώτερη βία, ή αν υπάρχουν αμφιβολίες για τα αίτιά της, τότε οι ζημίες βαρύνουν αυτούς που τις υπέστησαν. Αν υπάρχει κοινή υπαιτιότητα, κάθε πλοίο ευθύνεται προς αποζημίωση ανάλογα με τον βαθμό της υπαιτιότητας που το βαρύνει. Όταν η σύγκρουση συνέβη από υπαιτιότητα του ενός πλοίου, τότε το πλοίο αυτό είναι υποχρεωμένο να αποκαταστήσει όλες τις ζημίες που προκλήθηκαν σε βάρος του άλλου πλοίου ή του φορτίου ή των προσώπων που βρίσκονταν σε αυτό. Η ευθύνη του πλοιοκτήτη του υπαιτίου πλοίου προς αποζημίωση περιλαμβάνει κάθε θετική ή αποθετική ζημία του αναίτιου πλοίου (άρθρα 297, 298 ΑΚ), ανεξαρτήτως αν η υπαιτιότητα οφείλεται στον πλοίαρχο ή το πλήρωμα, όπως π.χ. κακοί ελιγμοί πρόσδεσης, κακή αγκυροβολία κ.λπ. (ΕφΠειρ 335/2003 ΕΝαυτΔ 2003.188, ΕφΠειρ 368/1992 ΕΝαυτΔ 1992.368, ΕφΠειρ 807/1992 ΕΝαυτΔ 1993.16, ΠΠρΠειρ 526/1995 ΕΝαυτΔ 1995.494, ΠΠρΠειρ 824/1994 ΕΝαυτΔ 1995.26). Υπαίτιο για τη σύγκρουση είναι το πλοίο, όταν υφίσταται πταίσμα είτε του ιδίου του πλοιοκτήτη ή των προστηθέντων από αυτόν για τη χρήση του πλοίου προσώπων (επί παραδείγματι, πλοιάρχου, λοιπών μελών του πληρώματος κ.λπ.) περί την τήρηση των κανόνων, κανονισμών και συναλλακτικών ηθών που αφορούν στην κατάσταση του πλοίου, τον εξοπλισμό του, τον χειρισμό του ή την κίνησή του. Φορέας δε της κατά τα ανωτέρω ευθύνης «του πλοίου» είναι αυτός που εκμεταλλεύεται το πλοίο, δηλαδή καταρχήν ο πλοιοκτήτης. Επισημαίνεται ότι οι ως άνω διατάξεις της προκείμενης Συμβάσεως των Βρυξελλών του 1910 περιέχουν ρυθμίσεις ομοίου περιεχομένου με αυτές που καθιερώνουν τα άρθρα 235 και 236 ΚΙΝΔ (βλ. συναφώς ΕφΠειρ 1003/2003 ΕπισκΕΔ 2004.128, ΕφΠειρ 335/2003 ό.π., ΕφΠειρ 807/1992 ό.π., ΠΠρΡόδ 31/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΠειρ 526/1995 ό.π.). Τέλος, αποκατάσταση της ηθικής βλάβης μπορούν να ζητήσουν και οι εταιρείες, αν με την αδικοπραξία προσβλήθηκε η εμπορική τους πίστη, η επαγγελματική τους υπόληψη και γενικά το εμπορικό τους μέλλον. Το αν συνέβη αυτό πρέπει να το αποδείξει με κάθε νόμιμο αποδεικτικό μέσο η ενάγουσα εταιρεία, διότι η ηθική βλάβη στα νομικά πρόσωπα δεν αναφέρεται, όπως στα φυσικά πρόσωπα, σε ενδιάθετο αίσθημα αναγόμενο στον εσωτερικό κόσμο και κρινόμενο με τα δεδομένα της ανθρώπινης λογικής χωρίς αποδείξεις, αλλά σε μία συγκεκριμένη βλάβη, που έχει υλική υπόσταση (ΕφΛαρ 85/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 604/2008 Αρμ 2010.373). Θα πρέπει, δηλαδή, το νομικό πρόσωπο για την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης να επικαλείται και να αποδεικνύει συγκεκριμένη υλική ζημία (ΕφΑθ 6197/2011 ΔΕΕ 2012.319, ΠΠρΑθ 391/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ· Γ. Γεωργιάδης, σε Γεωργιάδη ΣΕΑΚ, 932 αριθ. 22).
Με την υπό κρίση αγωγή, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε με τις προτάσεις που κατέθεσε (άρθρο 224 εδ. β΄ ΚΠολΔ), η ενάγουσα εκθέτει ότι είναι πλοιοκτήτρια του υπό γαλλική σημαία Ε/Γ-Τ/Ρ σκάφους «…», η δε εναγόμενη τυγχάνει πλοιοκτήτρια του υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Τ/Ρ σκάφους «…». Ότι είχε εκναυλώσει το ανωτέρω σκάφος της «γυμνό» δυνάμει του από 18.6.2016 ναυλοσυμφώνου για το χρονικό διάστημα 18.6.2016-2.7.2016 [εκ προφανούς παραδρομής αναφέρεται 18.6.2017-2.7.2017] και στις 20.6.2016 αυτό κατέπλευσε και πρυμνοδέτησε στο λιμάνι της Μυκόνου, στη θέση που υποδείχθηκε από τη λιμενική αρχή, όπου και παρέμεινε προσδεδεμένο λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών. Ότι αργά το απόγευμα της 22ας.6.2016 το άνω σκάφος της εναγομένης κατέπλευσε στο λιμάνι της Μυκόνου και πρυμνοδέτησε στη δεξιά πλευρά του σκάφους της, όταν δε, περί τις 9.00 μ.μ., ξεκίνησε τις διαδικασίες απόπλου, προσέκρουσε με την ιδιαιτέρως εκτεταμένη «πασαρέλα» του στο δεξί ξάρτι του ιστίου του σκάφους της ενάγουσας και μπλέχτηκε σ’ αυτό, από υπαιτιότητα του κυβερνήτη του και των μελών του πληρώματός του, οι οποίοι δεν επέδειξαν την επιβαλλόμενη από τη ναυτιλιακή πρακτική και τους ισχύοντες κανόνες επιμέλεια για τον υπό δυσμενείς καιρικές συνθήκες απόπλου του ούτε προέβησαν σε οποιαδήποτε ενέργεια για την αποφυγή της συγκρούσεως, αλλά ολοκλήρωσαν τον απόπλου. Ότι την επομένη της συγκρούσεως το πρωί ο κυβερνήτης του σκάφους της ενάγουσας μετέβη στο Λιμεναρχείο Μυκόνου και συνέταξε σχετική αναφορά την οποία παρέδωσε στον αξιωματικό υπηρεσίας προς καταχώρηση, παρά τις αντιρρήσεις που προέβαλε παρευρισκόμενος εκπρόσωπος της εναγόμενης και παρά την αρχική σχετική άρνηση του Λιμεναρχείου. Ότι, κατόπιν επιθεώρησης του άνω σκάφους από εξειδικευμένο τεχνικό στην Πάρο, διαπιστώθηκαν εκτεταμένες ζημίες στο συρματόσχοινο και το κύριο ιστίο, καθώς και στα εξαρτήματα στήριξης αυτού. Με αυτή την ιστορική αιτία, η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί η εναγόμενη, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να της καταβάλει: α) ποσό 11.900 € ως δαπάνη επισκευής του σκάφους, όπως αυτό επιμερίζεται στην αγωγή ως προς την προμήθεια των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν και τις παρασχεθείσες υπηρεσίες, β) ποσό 7.531 € για διαφυγόντα κέρδη, και συγκεκριμένα ποσό 3.266 € που επέστρεψε στον ναυλωτή του πλοίου λόγω πρόωρης διακοπής της ναυλώσεως και αφορούσε στο χρονικό διάστημα 22.6.2016 – 2.7.2016, καθώς και 4.265 € που θα εισέπραττε με βεβαιότητα τις 14 ημέρες (2.7.2016-16.7.2016) για τις οποίες το σκάφος ήταν ήδη ναυλωμένο «γυμνό» αλλά δεν παραδόθηκε στους ναυλωτές λόγω των επισκευών, και γ) ποσό 5.000 € ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική της βλάβη από το ατύχημα, καθώς ετρώθη η φήμη της και επλήγη η αξιοπιστία της στην αγορά, ήτοι συνολικά ζητεί την καταβολή ποσού είκοσι τεσσάρων χιλιάδων τετρακοσίων τριάντα ενός ευρώ (24.431 €), νομιμοτόκως από την επομένη της ημερομηνίας της σύγκρουσης, άλλως από (την επομένη) της επιδόσεως της κρινομένης αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Τέλος, ζητεί να καταδικασθεί η εναγόμενη στα δικαστικά της έξοδα. Με τέτοιο περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίση αγωγή, που επιδόθηκε νόμιμα στην εναγόμενη εντός της τασσόμενης από το άρθρο 215 παρ. 2 ΚΠολΔ προθεσμίας, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθήνας Α. Α., παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλη για την εκδίκαση της υπόθεσης, λόγω του αιτουμένου ποσού (άρθρα 9, 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπο (άρθρα 25 παρ. 2 ΚΠολΔ και 51 παρ. 1 περ. α΄, 3Α – Β περ. ιστ΄ του Ν. 2172/1993, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς, σε συνδυασμό με το άρθρο 1 του Ν.Δ. 4407/1964 περί κυρώσεως της Δ.Σ. «διά την επίλυση ιδιωτικών διαφορών εκ συγκρούσεως πλοίων δικαστηρίων»), έχει δε και διεθνή δικαιοδοσία να εξετάσει την κρινόμενη υπόθεση (άρθρο 242 περ. α΄-γ΄ ΚΙΝΔ). Περαιτέρω, ενόψει του ότι συγκρούστηκαν πλοία διαφορετικής εθνικότητας τίθεται θέμα εφαρμοστέου δικαίου, που διέπει την επίδικη διαφορά. Τα συγκρουσθέντα πλοία, όπως προαναφέρθηκε, φέρουν σημαίες Γαλλίας και Ελλάδας αντίστοιχα, δηλαδή χωρών που έχουν προσχωρήσει στη Διεθνή Σύμβαση των Βρυξελλών του 1910 «περί συγκρούσεως πλοίων». Σύμφωνα με τις ανωτέρω παραδοχές και τα όσα αναφέρονται στη μείζονα σκέψη της παρούσας, εφαρμοστέο δίκαιο ως προς τα θέματα που ρυθμίζονται από την ως άνω Διεθνή Σύμβαση είναι οι διατάξεις αυτής, ενώ ως προς τα λοιπά ζητήματα αστικής ευθύνης εφαρμοστέο είναι το ελληνικό δίκαιο, ενόψει του Κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη ΙΙ)», δεδομένου ότι αυτός αφορά ζημιογόνα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα μετά την έναρξη της ισχύος του, ήτοι μετά τις 11.1.2009 (άρθρα 31 και 32 του Κανονισμού), εν προκειμένω δε, το επίδικο συμβάν έλαβε χώρα την 22.6.2016 και η ζημία από την αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγομένης επήλθε στην Ελλάδα (άρθρο 4 παρ. 1 του ως άνω Κανονισμού – βλ. σχετ. ΠΠρΠειρ 3707/2013 ΕλλΔνη 2014.1502). Επομένως, η κρινόμενη αγωγή είναι ορισμένη, πλην του αιτήματος περί χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, το οποίο κρίνεται αόριστο και απορριπτέο, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα πρόταση της παρούσας, διότι η ενάγουσα δεν επικαλείται τη συγκεκριμένη υλική ζημία που υπέστη συνεπεία της προσβολής της εμπορικής της πίστης και υπόληψης. Περαιτέρω, είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 3, 6, 12 της Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών του 1910 «περί συγκρούσεως πλοίων», η οποία έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με το Ν. ΓΩΠΣΤ/1911, του 5ου Κανόνα της Διεθνούς Σύμβασης περί Αποφυγής Συγκρούσεων στη θάλασσα, που υπογράφηκε στο Λονδίνο το 1972 και έχει κυρωθεί από την Ελλάδα με το Ν.Δ. 93/1974, καθώς και στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, — 330 εδ. β΄, 914, 340, 345, 346 ΑΚ, 907, 908 παρ. 1 και 176 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος περί καταβολής τόκων από την επομένη της συγκρούσεως, διότι επί αδικοπραξίας, όπως εν προκειμένω, οφείλονται τόκοι από την όχληση, η δε ενάγουσα δεν επικαλείται όχληση της εναγομένης κατά τον χρόνο αυτό. Επομένως, κατά το μέρος που η κρινόμενη αγωγή κρίθηκε ορισμένη και νόμω βάσιμη, πρέπει να ερευνηθεί και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, καθόσον καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις [βλ. το με κωδικό 203439290958 0625 0014 e-παράβολο της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, σε συνδυασμό με την από 25.4.2018 βεβαίωση εξόφλησης της “Τράπεζας Πειραιώς” (μέσω winbank)].
(Γ) Η εναγόμενη με τις νόμιμα κατατεθειμένες προτάσεις της αρνείται την αγωγή, υποστηρίζοντας ότι το ένδικο συμβάν ουδέποτε έλαβε χώρα, σε κάθε δε περίπτωση η ίδια αρνείται οποιαδήποτε υπαιτιότητα για την πρόκληση των ζημιών, καθώς και τα αιτούμενα κονδύλια.
(Δ) Από την υπ’ αριθ. … ένορκη βεβαίωση της Ανδρονίκης Κριτσωτάκη, που λήφθηκε με επιμέλεια της ενάγουσας ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιώς Ιωάννας Κορδαλή, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντιδίκου της (βλ. την υπ’ αριθ. 5087β΄/28.3.2018 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθήνας Α. Α.), από την υπ’ αριθ. … ένορκη βεβαίωση του Δ. Β., που λήφθηκε με επιμέλεια της εναγόμενης ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιώς Ιωάννας Κορδαλή, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης της αντιδίκου της (βλ. την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιώς Ι. Π.), καθώς και απ’ όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα εταιρεία, πλοιοκτήτρια του υπό γαλλική σημαία Ε/Γ-Τ/Ρ σκάφους «…», υπ’ αριθ. … νηολογίου “…”, εκναύλωσε αυτό για το χρονικό διάστημα από 18.6.2016 έως 2.7.2016, έναντι συμφωνηθέντος ναύλου 4.900 ευρώ, δυνάμει του από 18.6.2016 ναυλοσυμφώνου, στον Γερμανό υπήκοο και Κυβερνήτη (skipper) …, με λιμένα εκκίνησης το Λαύριο. Το εν λόγω πλοίο, με πλήρωμα, πέραν του ως άνω Κυβερνήτη, τον ναύτη … και επιβάτες τους …, … και …, στις 22.6.2016 βρισκόταν πρυμνοδετημένο στο λιμάνι της Μυκόνου, στην πρώτη προβλήτα κοντά στον φάρο εισόδου του λιμανιού, όπου είχε καταπλεύσει από τις 20.6.2016, λόγω των έντονων ανέμων που επικρατούσαν. Στο λιμάνι αυτό είχε επίσης καταπλεύσει και πρυμνοδετήσει, από τις πρωινές ώρες (8.00 π.μ.) της 22ας.6.2016, το υπό ελληνική σημαία Ε/Γ-Τ/Ρ σκάφος της εναγόμενης «…», το οποίο, περί τις 22.20 μ.μ., εκκίνησε διαδικασία απόπλου (βλ. σχετ. το προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως από την εναγόμενη ημερολόγιο γέφυρας του πλοίου). Σύμφωνα με τους αγωγικούς ισχυρισμούς, κατά την επιχειρούμενη διαδικασία απόπλου, από αποκλειστική υπαιτιότητα του Κυβερνήτη και των μελών του πληρώματος του σκάφους αυτού, η ιδιαίτερα εκτεταμένη και προεξέχουσα «πασαρέλα» του σκάφους της εναγόμενης, ήτοι η σκάλα επιβίβασης και αποβίβασης των επιβατών, μπλέχτηκε στο ξάρτι του σκάφους της ενάγουσας, που ήταν πρυμνοδετημένο αριστερά σε σχέση με το σκάφος της εναγόμενης, και προκάλεσε αποκοπή ενός κλώνου από το συρματόσχοινο στήριξης του καταρτιού, καθώς και σχίσιμο αυτού στη βάση του και πρόβλημα στην ένωση των δύο σταυρών στο κατάρτι, το σκάφος “…”, ωστόσο, συνέχισε και ολοκλήρωσε τον απόπλου, χωρίς ν’ αντιληφθεί την εμπλοκή. Από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως από τις αντίδικες πλευρές φωτογραφίες, που λήφθησαν στα πλαίσια διενέργειας εκ μέρους τους πραγματογνωμοσυνών, αποδεικνύεται ότι το άνω σκάφος της ενάγουσας παρουσιάζει πράγματι ζημίες, στο συρματόσχοινο και τη βάση του καταρτιού, όπως και στους σταυρούς του. Με το από 29.6.2016 ηλεκτρονικό μήνυμά της προς τον εκπρόσωπο της ενάγουσας, η εναγόμενη εταιρεία πρότεινε την κάλυψη των εξόδων αγοράς και αντικατάστασης του φθαρμένου συρματόσχοινου, στα πλαίσια της καλής πίστης, αποδεχόμενη ότι η ζημία αυτή -και μόνο- είναι δυνατό να προήλθε από την επαφή του με την «πασαρέλα» του σκάφους της ενάγουσας (βλ. σχετ. και την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από την εναγόμενη 616/2018 ένορκη βεβαίωση). Κατά τα λοιπά, όμως, αρνήθηκε εξαρχής την υπαιτιότητά της για το συμβάν, ζητώντας σε κάθε ηλεκτρονική επικοινωνία που είχε με τον εκπρόσωπο της ενάγουσας αντίγραφο της καταχωρηθείσας αναφοράς του στο Λιμεναρχείο Μυκόνου, αφού, από έρευνα που είχε διαξαγάγει η ίδια, δε φαινόταν να έχει καταγραφεί τέτοιο συμβάν. Η ενάγουσα ουδέποτε κοινοποίησε στην εναγόμενη αντίγραφο από το βιβλίο συμβάντων του Λιμεναρχείου ούτε και το προσκομίζει στο παρόν Δικαστήριο. Με την αγωγή της ισχυρίζεται σχετικά, επικαλούμενη δήλωση του άνω Κυβερνήτη του σκάφους προς την ασφαλιστική εταιρεία στην οποία το σκάφος ήταν ασφαλισμένο κατά την επίδικη χρονική περίοδο, ότι, παρά τις αντιρρήσεις που προέβαλαν εκπρόσωποι του σκάφους “…” -οι οποίοι δεν κατονομάζονται- το πρωί της 23ης.6.2016, όταν ο Κυβερνήτης και το λοιπό πλήρωμα του σκάφους της μετέβησαν στη λιμενική αρχή για να δηλώσουν το συμβάν, και παρά την αρχική απροθυμία της λιμενικής αρχής να καταγράψει το περιστατικό, τελικά, κατόπιν δικής του επιμονής (του Κυβερνήτη της), συμπληρώθηκε και υπεγράφη η σχετική επίσημη φόρμα αναφοράς του περιστατικού και καταχωρήθηκε με αντίγραφα όλων των συνοδευτικών του σκάφους εγγράφων. Ωστόσο, το επίσημο αυτό έγγραφο δεν προσκομίζεται από την ενάγουσα ούτε εξηγείται η μη προσκομιδή του, λ.χ. λόγω απώλειας. Αντ’ αυτού, η ενάγουσα επικαλείται και προσκομίζει την από 20.7.2016 αίτησή της προς το Λιμεναρχείο Μυκόνου για τη χορήγηση αντιγράφου του ημερολογίου συμβάντων κατά τις ημέρες 22-23.6.2016, η οποία, όμως, δεν προκύπτει ότι πράγματι υποβλήθηκε στο Λιμεναρχείο, αφού δε φέρει επ’ αυτής κάποια σφραγίδα ότι πρωτοκολλήθηκε [ως εισερχόμενο έγγραφο] στην εν λόγω Υπηρεσία ούτε συνοδεύεται από λ.χ. κάποια βεβαίωση ταχυδρομικής αποστολής της ή διαβίβασής της μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Εξάλλου, το επίδικο συμβάν δεν έχει καταχωρηθεί ούτε στο Ημερολόγιο Γέφυρας του σκάφους της εναγόμενης. Επομένως, η μόνη αναφορά του είναι στη δήλωση του Κυβερνήτη του άνω σκάφους της ενάγουσας που περιλαμβάνεται στην από 11.10.2016 έκθεση πραγματογνωμοσύνης του ναυπηγού – μηχανολόγου μηχανικού … για την “…”, η οποία απευθύνεται προς την ασφαλιστική εταιρεία, στα πλαίσια αιτήματος ασφαλιστικής κάλυψης του συμβάντος αυτού, και περιορίζεται, σε σχέση με τα αίτια του συμβάντος, στα εξής: «Το βράδυ της 22/06/2016 γύρω στις 9 μ.μ. το σκάφος “…” αναχώρησε παρά τις καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν [μελτέμι με ριπές ανέμου πάνω από 30 κόμβους] και κατά την αναχώρησή του από το λιμάνι ταλαντεύθηκε προς τα αριστερά και χτύπησε στο ξάρτι της δεξιάς πλευράς του σκάφους “…” με την πολύ εκτεταμένη πασαρέλα προκαλώντας σημαντικές … ζημιές …». Ούτε ο Κυβερνήτης / τα μέλη του πληρώματος ούτε και οι λοιποί επιβαίνοντες στο σκάφος «…» παρείχαν ένορκη βεβαίωση για τις συνθήκες επέλευσης του ένδικου συμβάντος, ως αυτόπτες μάρτυρες, τούτων μη αποδεικνυομένων επαρκώς από την παρασχεθείσα από την Υποδιευθύντρια Παραγωγής & Ζημιών Λοιπών Κλάδων της ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…», Α. Κ., ένορκη βεβαίωση σχετικά με τους αμελείς χειρισμούς του Πλοιάρχου και του πληρώματος του σκάφους της εναγόμενης εταιρείας κατά τον απόπλου του, καθόσον αυτή ό,τι κατέθεσε το είχε πληροφορηθεί από τον άνω ασφαλιστικό πραγματογνώμονα, την κατονομαζόμενη ασφαλειομεσίτρια και υπεύθυνους της ενάγουσας, που δεν ήταν παρόντες. Πρέπει, άλλωστε, να σημειωθεί ότι στο αρχικό από 24.6.2016 ηλεκτρονικό μήνυμα του εκπροσώπου της ενάγουσας Ε. Μ. προς την εναγόμενη, αναφέρεται ότι ο ναυλωτής και Κυβερνήτης του σκάφους της προσδιόρισε τη σύγκρουση «κατά τη διάρκεια πρόσδεσης του» σκάφους της εναγόμενης, σε αντίθεση με τα όσα μεταγενέστερα δήλωσε προς την ασφαλιστική εταιρεία. Επομένως, επειδή καταλείπονται αμφιβολίες για τα αίτια του συμβάντος και την υπαιτιότητα του σκάφους της εναγόμενης, οι ζημίες του σκάφους της ενάγουσας βαρύνουν την ίδια, κατ’ εφαρμογή της Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα πρόταση της παρούσας, και η υπό κρίση αγωγή τυγχάνει απορριπτέα ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Τέλος, πρέπει να καταδικαστεί η ενάγουσα στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης της εναγόμενης, λόγω της ήττας της [άρθρα 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 58, 63 παρ. 1, 68 παρ. 1 ν. 4194/2013 (Κώδικα Δικηγόρων)], κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της ενάγουσας τη δικαστική δαπάνη της εναγόμενης, την οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων τριάντα (630) Ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, στις …..
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ