Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

Αριθμός απόφασης 779/15-03-2016

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Σοφία Καλούδη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Αγγελική Δαμασιώτου, Πρωτοδίκη – Εισηγήτρια, Νικόλαο Σταυρόπουλο, Πρωτοδίκη και από τη Γραμματέα Βασιλική Αναγνωστοπούλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 13 Ιανουαρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

(Α) Των ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία … … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 3) της εταιρείας με την επωνυμία … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 4) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 5) της εταιρείας με την επωνυμία … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 6) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 7) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στη Μ. της Λ. και έχει εγκαταστήσει γραφείο στη Γ. Α., Λ. Π. αρ. … όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 8) του Γ. Τ., κατοίκου Γ. Α., 9)  Β. Τ., κατοίκου Γ. Α., 10) του Κ. Δ., κατοίκου Γ. Α., 11) του Π. Κ., κατοίκου Γ. Α., 12) του Σ. Σ., κατοίκου Γ. Α., 13) του Β. Κ., κατοίκου Γ. Α., 14) της Μ. Κ., Τ., κατοίκου Γ. Α., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο.

ΤΩΝ ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΕΝΑΓ…ΝΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία )”, που εδρεύει στο Χ. των Β. και είναι εγκατεστημένη στο Λ.  Η. Β., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2) του …, κατοίκου Λ.  Η. Β., 3) του …, κατοίκου Λ.  Η. Β., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους Αλέξανδρο Μεταξά και Θεοδώρα Μονοχάρτζη.

Οι ενάγοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από … και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 24.01.2012 και κατόπιν διαδοχικών αναβολών για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο. Επίσης, οι ίδιοι ενάγοντες έχουν ασκήσει συναφείς αγωγές κατά των παραπάνω εναγόμενων και άλλων εναγόμενων. Στις … υπεβλήθη κοινό αίτημα για τον προσδιορισμό κοινής δικασίμου για όλες τις συναφείς αγωγές, το οποίο και έγινε δεκτό λόγω της μεταξύ τους συνάφειας. Ήδη η υπόθεση εισάγεται για νέα συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με την από … και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … κλήση των εναγόμενων.

(Β) Των ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία … … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 3) της εταιρείας με την επωνυμία … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 4) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 5) της εταιρείας με την επωνυμία … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 6) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 7) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στη Μ. της Λ. και έχει εγκαταστήσει γραφείο στη Γ. Α., Λ. Π. αρ. 83, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 8) του Γ. Τ., κατοίκου Γ. Α., 9)  Β. Τ., κατοίκου Γ. Α., 10) του Κ. Δ., κατοίκου Γ. Α., 11) του Π. Κ., κατοίκου Γ. Α., 12) του Σ. Σ., κατοίκου Γ. Α., 13) του Β. Κ., κατοίκου Γ. Α., 14) της Μ. Κ., Τ., κατοίκου Γ. Α., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο και Ανδρέα Τζήμα.

ΤΩΝ ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΕΝΑΓ…ΝΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία … πρώην …, που εδρεύει στο Λ.  Η. Β., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2) Του … κατοίκου Λ. Η. Β., 3) Του … κατοίκου Λ.  Η. Β., 4) του  …, κατοίκου Λ.  Η. Β., 5) Του … κατοίκου Λ.  Η. Β., 5) Του … κατοίκου Λ.  Η. Β., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους Αλέξανδρο Μεταξά και Θεοδώρα Μονοχάρτζη.

Οι ενάγοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από … και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 10.01.2012 και κατόπιν διαδοχικών αναβολών για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο. Επίσης, οι ίδιοι ενάγοντες έχουν ασκήσει συναφείς αγωγές κατά των παραπάνω εναγόμενων και άλλων εναγόμενων. Στις … υπεβλήθη κοινό αίτημα για τον προσδιορισμό κοινής δικασίμου για όλες τις συναφείς αγωγές, το οποίο και έγινε δεκτό λόγω της μεταξύ τους συνάφειας. Ήδη η υπόθεση εισάγεται για νέα συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με την από … και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … κλήση των εναγόμενων.

(Γ) Των ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία … … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 3) της εταιρείας με την επωνυμία … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 4) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 5) της εταιρείας με την επωνυμία … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 6) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 7) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στη Μ. της Λ. και έχει εγκαταστήσει γραφείο στη Γ. Α., Λ. Π. αρ. 83, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 8) του Γ. Τ., κατοίκου Γ. Α., 9)  Β. Τ., κατοίκου Γ. Α., 10) του Κ. Δ., κατοίκου Γ. Α., 11) του Π. Κ., κατοίκου Γ. Α., 12) του Σ. Σ., κατοίκου Γ. Α., 13) του Β. Κ., κατοίκου Γ. Α., 14) της Μ. Κ., Τ., κατοίκου Γ. Α., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο.

ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓ…ΝΗΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο Λ.  Η. Β., νόμιμα εκπροσωπούμενης, αντιπρόσωπος και αντίκλητος της οποίας είναι ο …, κάτοικος Λ., Η. Β., η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τους πληρεξούσιους δικηγόρο τους Αλέξανδρο Μεταξά και Θεοδώρα Μονοχάρτζη.

Οι ενάγοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από … και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 31.01.2012 και εν συνεχεία, κατόπιν διαδοχικών αναβολών για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο. Επίσης, οι ίδιοι ενάγοντες έχουν ασκήσει συναφείς αγωγές κατά της παραπάνω εναγομένης και άλλων εναγόμενων. Στις … υπεβλήθη κοινό αίτημα για τον προσδιορισμό κοινής δικασίμου για όλες τις συναφείς αγωγές, το οποίο και έγινε δεκτό λόγω της μεταξύ τους συνάφειας. Ήδη η υπόθεση εισάγεται για νέα συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με την από … και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … κλήση της εναγομένης.

(Δ) Των ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία … … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 3) της εταιρείας με την επωνυμία … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 4) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 5) της εταιρείας με την επωνυμία … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 6) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 7) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στη Μ. της Λ. και έχει εγκαταστήσει γραφείο στη Γ. Α., Λ. Π. αρ. 83, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 8) του Γ. Τ., κατοίκου Γ. Α., 9)  Β. Τ., κατοίκου Γ. Α., 10) του Κ. Δ., κατοίκου Γ. Α., 11) του Π. Κ., κατοίκου Γ. Α., 12) του Σ. Σ., κατοίκου Γ. Α., 13) του Β. Κ., κατοίκου Γ. Α., 14) της Μ. Κ., Τ., κατοίκου Γ. Α., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο.

ΤΩΝ ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΕΝΑΓ…ΝΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία «…), που εδρεύει στο Λ.  Η. Β., νόμιμα εκπροσωπούμενης, 2) του …), κατοίκου Λ.  Η. Β., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν αμφότεροι στο ακροατήριο από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους Αλέξανδρο Μεταξά και Θεοδώρα Μονοχάρτζη.

Οι ενάγοντες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από … και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 31.01.2012 και εν συνεχεία, κατόπιν διαδοχικών αναβολών, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο. Επίσης, οι ίδιοι ενάγοντες έχουν ασκήσει συναφείς αγωγές κατά των παραπάνω και άλλων εναγόμενων. Στις … υπεβλήθη κοινό αίτημα για τον προσδιορισμό κοινής δικασίμου για όλες τις συναφείς αγωγές, το οποίο και έγινε δεκτό λόγω της μεταξύ τους συνάφειας. Ήδη η υπόθεση εισάγεται για νέα συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με την από … και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … κλήση των εναγόμενων.

(Ε) Των ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΥΣΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία … … που εδρεύει στο M. M.  Ν. M. …), όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στη Μ. της Λ. και έχει εγκαταστήσει γραφείο στη Γ. Α., Λ. Π. αρ. 83, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν αμφότερες στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο.

ΤΩΝ ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΕΝΑΓ…ΝΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία «…), πρώην …», που εδρεύει στο Λ.  Η. Β., νόμιμα εκπροσωπούμενης, 2) του …), κατοίκου Λονδίνου, 3) του … κατοίκου Λ.  Η. Β., 4) του …, κατοίκου Λ.  Η. Β., 5) του … κατοίκου Λ.  Η. Β., 6) τoυ … κατοίκου Λ.  Η. Β., 7) της εταιρείας με την επωνυμία …, που εδρεύει στο Λ.  Η. Β., νόμιμα εκπροσωπούμενης, αντιπρόσωπός και αντίκλητος της οποίας είναι ο κ. …, κάτοικος Λ., Η. Β., 8) της εταιρείας με την επωνυμία ), που εδρεύει στο Χ. των Β. και είναι εγκατεστημένη στο Λ.  Η. Β. στα γραφεία της αντιπροσώπου και αντικλήτου της …, πρώην …), που εδρεύει στο Λ.  Η. Β., 9) του …, κατοίκου Λ.  Η. Β., 10) τoυ …, κατοίκου Λ.  Η. Β., 11) της εταιρείας με την επωνυμία «…), που εδρεύει στο Λ.  Η. Β., νόμιμα εκπροσωπούμενης, 12) Του …), κατοίκου Λ.  Η. Β., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο άπαντες από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους Αλέξανδρο Μεταξά και Θεοδώρα Μονοχάρτζη.

Οι ενάγουσες ζήτησαν να γίνει δεκτή η από 19-01-2012 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 20.11.2012 και εν συνεχεία, κατόπιν διαδοχικών αναβολών, για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο. Επίσης, οι ίδιες ενάγουσες έχουν ασκήσει συναφείς αγωγές κατά των παραπάνω και άλλων εναγόμενων. Στις … υπεβλήθη κοινό αίτημα για τον προσδιορισμό κοινής δικασίμου για όλες τις συναφείς αγωγές, το οποίο και έγινε δεκτό λόγω της μεταξύ τους συνάφειας. Ήδη η υπόθεση εισάγεται για νέα συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, με την από … και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … κλήση των εναγόμενων.

Κατά τη δημόσια συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

(Α) (α) Η από … και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … αγωγή των 1) …, 2) «…», 3) «…», 4) «… 5) «…», 6) …, 8) Γ. Τ., 9) Β. Τ., 10) Κ. Δ., 11) Π. Κ., 12) Σ. Σ., 13) Β. Κ. και 14) Μ. Κ. κατά 1) της εταιρείας με την επωνυμία )”, 2) του …, 3) του … (εφεξής αποκαλούμενη «η πρώτη αγωγή»), η οποία νόμιμα φέρεται προς συζήτηση με την από … και με αριθμό κατάθεσης … κλήση,

(β) Η από … και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … αγωγή των 1) …, 2) «…», 3) «…», 4) «… 5) «…», 6) …, 8) Γ. Τ., 9) Β. Τ., 10) Κ. Δ., 11) Π. Κ., 12) Σ. Σ., 13) Β. Κ. και 14) Μ. Κ. κατά 1) της εταιρείας με την επωνυμία … πρώην …, 2) του … 3) του … 4) του  …, 5) του … 6) του … (εφεξής αποκαλούμενη «η δεύτερη αγωγή»), η οποία νόμιμα φέρεται προς συζήτηση με την από … και με αριθμό κατάθεσης … κλήση,

(γ) Η από … και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …  αγωγή των 1) …, 2) «…», 3) «…», 4) «… 5) «…», 6) …, 8) Γ. Τ., 9) Β. Τ., 10) Κ. Δ., 11) Π. Κ., 12) Σ. Σ., 13) Β. Κ. και 14) Μ. Κ. κατά της εταιρείας με την επωνυμία … …» (εφεξής αποκαλούμενη «η τρίτη αγωγή»), η οποία νόμιμα φέρεται προς συζήτηση με την από … και με αριθμό κατάθεσης … κλήση,

(δ) η από … και με αριθμό κατάθεσης … αγωγή των 1) …, 2) «…», 3) «…», 4) «… 5) «…», 6) …, 8) Γ. Τ., 9) Β. Τ., 10) Κ. Δ., 11) Π. Κ., 12) Σ. Σ., 13) Β. Κ. και 14) Μ. Κ. κατά 1) της εταιρείας με την επωνυμία …» και 2) του K. R. P. (εφεξής αποκαλούμενη «η τέταρτη αγωγή»), η οποία νόμιμα φέρεται προς συζήτηση με την από …  και με αριθμό κατάθεσης  κλήση,

(ε) η από 19-1-2012 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγή των 1) … 2) … κατά των 1) της εταιρείας με την επωνυμία «…, πρώην …», 2) …, 3) του …, 4) του M. W., 5) του W. G. H., 6) τoυ …, 7) της … S.», 8) της «…», 9) του R. C.,  10) τoυ S. B., 11) της «…», 12) του K. R. P. (εφεξής αποκαλούμενη «η πέμπτη αγωγή»), οι οποίες υπάγονται άπασες στην ίδια, ως κατωτέρω, τακτική διαδικασία, θα πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν λόγω της μεταξύ τους συναφείας και διότι έτσι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επιτυγχάνεται μείωση των εξόδων, αποφεύγεται δε η έκδοση αντιφατικών αποφάσεων (άρθρο 246 ΚΠολΔ).

(Β) Με τις με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … και … αγωγές τους (ήτοι, πρώτη, δεύτερη, τρίτη τέταρτη και πέμπτη των ένδικων αγωγών), κατά τη δέουσα εκτίμηση των όμοιων κατά τα ιστορούμενα πραγματικά περιστατικά δικογράφων τους, οι ενάγοντες εκθέτουν ότι καθ’ όλα τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα, η πρώτη ενάγουσα ήταν ασφαλισμένη πλοιοκτήτρια του πλοίου “…”, με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων, η δεύτερη ενάγουσα ήταν ασφαλισμένη πλοιοκτήτρια του πλοίου … με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων, η τρίτη ενάγουσα ήταν ασφαλισμένη πλοιοκτήτρια του πλοίου “…, με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων, η τέταρτη ενάγουσα ήταν ασφαλισμένη πλοιοκτήτρια του πλοίου “…”, με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων, η πέμπτη ενάγουσα ήταν ασφαλισμένη πλοιοκτήτρια του πλοίου “…”, με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων, η έκτη ενάγουσα ήταν ασφαλισμένη πλοιοκτήτρια του πλοίου … με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων, η έβδομη ενάγουσα ήταν συνασφαλισμένη διαχειρίστρια των ως άνω ασφαλισμένων πλοίων, ο όγδοος ενάγων ήταν Πρόεδρος του Δ.Σ. της πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης και έβδομης των εναγουσών, ο ένατος ενάγων ήταν Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. των πρώτης, δεύτερης, τρίτης και τέταρτης των εναγουσών, ο δέκατος ενάγων ήταν Γραμματέας του Δ.Σ. των πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης και έβδομης των εναγουσών καθώς και νόμιμος εκπρόσωπος της τελευταίας, ο ενδέκατος ενάγων ήταν Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. της πέμπτης των εναγουσών και Γραμματέας του Δ.Σ. της έκτης εξ αυτών, ο δωδέκατος ενάγων ήταν Γραμματέας του Δ.Σ. της πέμπτης και Πρόεδρος του Δ.Σ. της έκτης των εναγουσών, ο δέκατος τρίτος ενάγων ήταν Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. της έκτης ενάγουσας και η δέκατη τέταρτη ενάγουσα ήταν Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. της έβδομης ενάγουσας. Ότι άπασες οι εναγόμενες εταιρείες ήταν καθ’ όλα τα κρίσιμα χρονικά διαστήματα ασφαλιστικές εταιρείες ασφαλίσεων πλοίων και μετείχαν στην ασφάλιση του πλοίου «…», οι υπόλοιποι δε συνυπεύθυνοι ασφαλιστές και οι εκπρόσωποί τους, που είναι από κοινού και εις ολόκληρον υπεύθυνοι για τις ζημίες των εναγόντων, είναι άπαντες οι λοιποί εναγόμενοι όλων των ως άνω ένδικων (όμοιου περιεχομένου) αγωγών, με τις ειδικότερα προσδιοριζόμενες στα δικόγραφα ιδιότητες εκάστου εξ αυτών και για τα ειδικότερα προσδιοριζόμενα χρονικά διαστήματα. Ότι η πρώτη ενάγουσα κατάρτισε με τις ασφαλίστριες εναγόμενες εταιρείες …., …, την από … σύμβαση ασφαλίσεως σκάφους και μηχανής του ανήκοντος σε αυτή φορτηγού πλοίου “…”, ενώ με τους ασφαλιστές …, που ενεργούσαν ατομικά και για λογαριασμό όλων των ασφαλιστών μελών του συνδικάτου του Lloyd’s, κατά τις αναφερόμενες διακρίσεις, κατάρτισε την από … σύμβαση ασφαλίσεως του τύπου «των Lloyd’s» για το ίδιο ως άνω σκάφος, αμφότερες δε οι ασφαλιστικές συμβάσεις φέρουν αριθμό ασφαλιστικής σύμβασης … και είναι συμβάσεις από κοινού ασφάλισης με ασφαλισμένες εταιρείες τόσο τις έξι πρώτες των εναγουσών ως πλοιοκτήτριες αντίστοιχα των πλοίων «…», «… T», «…», «…», «…» και «… και τις συνδεόμενες και/ή θυγατρικές εταιρείες των παραπάνω εταιρειών όσο και με την έβδομη ενάγουσα εταιρεία, με την ιδιότητά της ως διαχειρίστρια όλων των ως άνω από κοινού ασφαλισμένων έξι πλοίων, κατά τα ειδικότερα προσδιοριζόμενα στην αγωγή ποσοστά κάλυψης και ασφαλιστική αξία για έκαστο ασφαλισμένο πλοίο και ασφαλισμένη πλοιοκτήτρια. Ότι επιπρόσθετα η πρώτη ενάγουσα κατάρτισε με την εταιρεία … την από … και με αριθμό … σύμβαση ασφάλισης σκάφους και μηχανής του ως άνω “…”, ενώ κατάρτισε με τον αλληλοασφαλιστικό σύνδεσμο «… την από 13-3-… σύμβαση ναυτικής ασφαλίσεως σκάφους και μηχανής του ως άνω πλοίου, αμφότερες δε οι ασφαλιστικές συμβάσεις είναι συμβάσεις από κοινού ασφάλισης με την έβδομη ενάγουσα εταιρεία, με την ιδιότητά της ως διαχειρίστρια των έξι από κοινού ασφαλισμένων πλοίων, τις πλοιοκτήτριες εταιρείες των ως άνω πλοίων και τις συνδεόμενες και/ή θυγατρικές εταιρείες των παραπάνω εταιρειών, κατά τα ειδικότερα προσδιοριζόμενα στην αγωγή ποσοστά κάλυψης και ασφαλιστική αξία για έκαστο ασφαλισμένο πλοίο και ασφαλισμένη πλοιοκτήτρια, για τα οποία εκδόθηκαν τα αναφερόμενα στην αγωγή πιστοποιητικά ασφαλίσεως. Ότι όλες οι ως άνω συμβάσεις, που καλούνται συλλήβδην «η σύμβαση ασφάλισης», στην οποία συμμετέχουν έκαστη από τις ως άνω εναγόμενες ασφαλίστριες εταιρείες, κατά τα ειδικότερα προσδιοριζόμενα στην αγωγή ποσοστά έκαστη εξ αυτών, κάλυπταν την απώλεια ή τη ζημία του ως άνω ασφαλισθέντος πλοίου, που προκαλείται από τους κινδύνους της θάλασσας, καθώς και την ασφάλεια ή τη ζημία του ασφαλισθέντος πράγματος, που προκαλείται από οποιοδήποτε κρυμμένο ελάττωμα στις μηχανές ή το σκάφος και την απώλεια ή ζημία του πλοίου που προκλήθηκε από οποιοδήποτε ατύχημα ή από αμέλεια, ανικανότητα ή εσφαλμένη εκτίμηση οποιουδήποτε προσώπου, για το χρονικό διάστημα από 13-3-… και ώρα 10:30 π.μ. έως 13-3-2007 και ώρα 10:30 π.μ., έως το ποσό των 32.000.000 δολλαρίων ΗΠΑ και με τους στερεότυπους όροι του Ινστιτούτου των Lloyd’s ασφάλισης στερεότυπων κινδύνων σκάφους. Ότι επιπρόσθετα η πρώτη ενάγουσα κατάρτισε με τα αναφερόμενα στην αγωγή συνδικάτα των Lloyd’s στις 20-3-… την υπ’ αρ. … σύμβαση ασφάλισης της αυξημένης αξίας του πλοίου “…”, από κοινού ασφάλισης με τις συνασφαλισμένες δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών και την έβδομη ενάγουσα, με την ιδιότητά της ως διαχειρίστρια των έξι από κοινού ασφαλισμένων πλοίων και πλοιοκτητριών εταιρειών των ως άνω πλοίων και των συνδεόμενων και/ή θυγατρικών εταιρειών των παραπάνω εταιρειών, κατά τα ειδικότερα προσδιοριζόμενα στην αγωγή ποσοστά κάλυψης και ασφαλιστική αξία για έκαστο ασφαλισμένο πλοίο και ασφαλισμένη πλοιοκτήτρια και συνδικάτο των Lloyd’s, με βάση την οποία (σύμβαση) καλύπτεται η ολική απώλεια (πραγματική ή τεκμαρτή) του ασφαλισμένου πλοίου, που προκαλείται από τους κινδύνους της θάλασσας, για το χρονικό διάστημα από 13-3-… και ώρα 10:30 π.μ. έως 13-3-2007 και ώρα 10:30 π.μ., έως το ποσό των 8.000.000 δολλαρίων ΗΠΑ και με τους στερεότυπους όροι του Ινστιτούτου των Lloyd’s ασφάλισης στερεότυπων κινδύνων σκάφους. Ότι κατά τη διάρκεια της ασφαλιστικής περιόδου και συγκεκριμένα στις 3-5-… και ώρα 21:00,  το ως άνω πλοίο “…” βυθίστηκε κατά τη διάρκεια του πλου από Βραζιλία προς Κίνα και ενώ μετέφερε φορτίο σιδηρ…ταλλεύματος, εξαιτίας των δυσμενέστατων καιρικών συνθηκών και δη της σφοδρής θαλασσοταραχής στη θαλάσσια περιοχή περί τα 300 ναυτικά μίλια, ανοικτά του λιμένος Port Elizabeth της Νοτίου Αφρικής και συνεπώς, σύμφωνα με την ασφαλιστική σύμβαση, εφόσον το αίτιο απώλειας του πλοίου συνιστούσε επέλευση ασφαλιστικού κινδύνου, δεδομένου ότι ήταν ατύχημα με την έννοια των στερεότυπων όρων του Ινστιτούτου των Lloyd’s και λόγω της απώλειας του πλοίου, οι ως άνω αναφερόμενοι ασφαλιστές ήταν υποχρεωμένοι να καταβάλουν στην πρώτη ενάγουσα τη συμφωνημένη με βάση τους όρους της ασφαλιστικής σύμβασης, ασφαλιστική αποζημίωση, ποσού 32.000.000 δολλαρίων ΗΠΑ και 8.000.000 δολλαρίων ΗΠΑ αντίστοιχα για την ολική απώλεια του πλοίου, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος 30 ημερών από την ημερομηνία ολικής απώλειας, κατά τα ειδικότερα προσδιοριζόμενα στην αγωγή πoσοστά για έκαστο εναγόμενο – ασφαλιστή. Ότι αμέσως μετά την απώλεια του πλοίου, κατόπιν σχετικής εντολής των εναγόμενων ασφαλιστών σκάφους και μηχανής, οι Άγγλοι δικηγόροι Hill Taylor Dickinson τους εκπροσώπησαν στην υπόθεση αυτή και παρέστησαν κατά την προανάκριση που έγινε στη Νότια Αφρική σχετικά με την κατάσταση του πλοίου και τις συνθήκες βύθισής του, κατά την οποία όλοι οι μάρτυρες βεβαίωσαν ότι το πλοίο βρισκόταν σε πολύ καλή κατάσταση από κατασκευαστικής πλευράς και δεν είχε αντιμετωπίσει κανένα πρόβλημα καθ’ όλο το χρόνο της υπηρεσίας του. Ότι η πρώτη ενάγουσα στις 30-5-… απέστειλε στους ασφαλιστές επιστολή απαιτήσεως πληρωμής ασφαλιστικής αποζημίωσης, παραδίδοντας στους ασφαλιστές όλα τα επίσημα αντίγραφα των καταθέσεων των διασωθέντων και του εν γένει υλικού προανάκρισης, καθώς και των πιστοποιητικών ασφαλείας του πλοίου και του φακέλου εργασιών και επιθεωρήσεων του, παρέχοντας ενημέρωση για το πλήρες ιστορικό της φόρτωσης και μεταφοράς φορτίων, καθώς και για τις καιρικές και λοιπές συνθήκες επέλευσης της βύθισής του και ότι από όλα τα ανωτέρω στοιχεία συνάγεται ότι το πλοίο ήταν ασφαλισμένο από τους αντίδικους ασφαλιστές και κατέστη ολική απώλεια εξαιτίας των δυσμενέστατων καιρικών συνθηκών, καθόσον η απώλεια του προκλήθηκε από ασφαλισμένους κινδύνους ρητά προβλεπόμενους και καλυπτόμενους από τη σύμβαση ασφάλισης, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ότι παρά ταύτα, οι ασφαλιστές, με την από 25-7-… επιστολή των πληρεξούσιων δικηγόρων τους Hill Dickinson LLP, αρνήθηκαν παρανόμως να τους καταβάλουν τη νόμιμη ασφαλιστική αποζημίωση για την απώλεια του πλοίου, επικαλούμενοι ότι δήθεν αυτή (πρώτη ενάγουσα) δεν τους είχε παράσχει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με το ιστορικό και τα αίτια βύθισης του πλοίου, ενώ στην πραγματικότητα είχαν επινοήσει το αναλυτικά περιγραφόμενο στην αγωγή εγκληματικό σχέδιο εξαπάτησης της πρώτης ενάγουσας και των αρμοδίων Αγγλικών δικαστηρίων, με την κατασκευή ψευδών αποδεικτικών στοιχείων, καθώς και κατασυκοφάντησης όλων των εναγόντων στην ασφαλιστική αγορά, στους ασφαλει…σίτες και ενώπιον των αρμοδίων κρατικών και δικαστικών αρχών, με σκοπό την αποφυγή της νόμιμης υποχρέωσής τους για καταβολή της ασφαλιστικής αποζημίωσης. Ότι κατόπιν της αντίστοιχης αρνήσεως των ασφαλιστών στις 25-7-…, η πρώτη ενάγουσα άσκησε στις 15-8-… αγωγή με αριθμό φακέλου … ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας (Τμήμα Queen’s Bench – Εμπορικό Δικαστήριο) κατά των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών …, …, … S., …, καθώς και κατά των …, N. B. και …, ζητώντας να της καταβάλουν τη σύμφωνη με τους όρους της καταρτισθείσας μεταξύ τους ασφαλιστικής συμβάσεως ασφαλιστική αποζημίωση, η οποία θα κάλυπτε την ολική απώλεια του ως άνω ασφαλισμένου πλοίου, ανερχόμενη σύμφωνα με τα ως άνω συμφωνηθέντα σε ποσοστό 75% επί της ασφαλιστικής αξίας του (πλοίου), ήτοι σε 24.000.000 δολ. ΗΠΑ, ενώ ως προς την ασφαλίστρια … υπόχρεη σύμφωνα με τα ανωτέρω για την καταβολή της σύμφωνης με τους όρους της καταρτισθείσας μεταξύ τους ασφαλιστικής συμβάσεως, ασφαλιστικής αποζημίωσης, η οποία θα κάλυπτε την ολική απώλεια του ως άνω ασφαλισμένου πλοίου, ανερχόμενη σύμφωνα με τα ως άνω συμφωνηθέντα σε ποσοστό 10% επί της ασφαλιστικής αξίας του (πλοίου), ήτοι σε 3.200.000 δολ. ΗΠΑ, (η πρώτη των εναγόντων) συμφώνησε, δυνάμει της από 8-1-2007 συμφωνίας αναστολής, να αναστείλει την άσκηση σχετικής αγωγής έως την καταβολή της ασφαλιστικής αποζημιώσεως από τους υπόχρεους για το 75% αυτής, στα πλαίσια της ως άνω υποθέσεως με αριθμό φακέλου …. Ότι στις 30-5-… η πρώτη ενάγουσα υπέβαλε στον αλληλοασφαλιστικό σύνδεσμο … την απαίτησή της για την πληρωμή της ασφαλιστικής αποζημίωσης για την ολική απώλεια του πλοίου, πλην όμως αυτός, με σχετική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του, αρνήθηκε παρανόμως να της καταβάλει την αιτηθείσα ασφαλιστική αποζημίωση, ανερχόμενη σύμφωνα με τα ως άνω συμφωνηθέντα σε ποσοστό 15% επί της ασφαλιστικής αξίας του βυθισθέντος πλοίου, ήτοι σε 4.800.000 δολ. ΗΠΑ και για το λόγο αυτό, η πρώτη ενάγουσα προσέφυγε σε διαιτησία στο Λονδίνο, με αίτημα να καταδικασθεί ο ως άνω σύνδεσμος να της καταβάλει το ανωτέρω ποσό. Ότι επιπροσθέτως, λόγω της παράνομης άρνησης των ασφαλιστών και συνδικάτων των Lloyd’s να καταβάλουν την αιτηθείσα ασφαλιστική αποζημίωση, η πρώτη ενάγουσα ήγειρε την εναντίον τους με αριθμό φακέλου … αγωγή ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου του Λονδίνου (Τμήμα Queen’s Bench – Εμπορικό Δικαστήριο), με αίτημα την καταβολή της ασφαλιστικής αποζημίωσης, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή ποσά και ποσοστά για έκαστο ασφαλιστή. Ότι, κατά το χρονικό διάστημα που ακολούθησε μετά την ως άνω επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου και την ως άνω υποβολή της ασφαλιστικής απαιτήσεως για την καταβολή της σύμφωνης με τους όρους της ασφαλιστικής συμβάσεως και καλύπτουσας την ολική απώλεια του ως άνω ασφαλισμένου πλοίου ασφαλιστικής αποζημίωσης από την πρώτη των εναγουσών στους υπόχρεους ασφαλιστές, κατά το συμφωνηθέν ποσοστό κάλυψής του επί της συνολικής ασφαλιστικής αξίας του βυθισθέντος πλοίου, όλες οι εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες, σε συνεννόηση και συνεργασία με τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, καθώς και τρίτα φυσικά πρόσωπα εμπλεκόμενα αμέσως ως διασωθέντες ή εμμέσως ως συγγενείς εκλιπόντων στο επίδικο συμβάν, έτσι όπως αυτοί κατονομάζονται στα δικόγραφα των ως άνω αγωγών, προέβησαν στην ομοίως περιγραφόμενη στα δικόγραφα των αγωγών παράνομη και υπαίτια αδικοπρακτική συμπεριφορά, συνιστάμενη στην κατάθεση των από … προτάσεων, από … και από … τροποποιημένων προτάσεων και από … δικογράφων άμυνας ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου κατά την ανοιγείσα κατόπιν της σχετικής αγωγής με αριθμό φακέλου … ενώπιόν του διαδικασία, δια των οποίων προέβαλαν τους ψευδείς και συκοφαντικούς ισχυρισμούς περί του ότι το βυθισθέν πλοίο πλοιοκτησίας της πρώτης των εναγόντων είχε δήθεν ελαττώματα που το καθιστούσαν αναξιόπλοο και ότι τα ελαττώματα αυτά προκάλεσαν την βύθισή του, περί του ότι οι εκπρόσωποι της πλοιοκτήτριας πρώτης των εναγόντων και της διαχειρίστριας έβδομης των εναγόντων ήτοι οι όγδοος, ένατος, δέκατος και δέκατη τέταρτη των εναγόντων γνώριζαν τα ελαττώματα του πλοίου που το καθιστούσαν αναξιόπλοο και τα αγνόησαν, καθώς και περί του ότι η διαχειρίστρια του πλοίου είχε δήθεν αναπτύξει επαγγελματική πρακτική, σύμφωνα με την οποία δεν ανακοίνωνε στον αρμόδιο Νηογνώμονα του πλοίου και στις Αρχές του κράτους της σημαίας του πλοίου τα ελαττώματα και τις ζημίες του (πλοίου), έτσι ώστε να γίνουν οι κατάλληλες επιθεωρήσεις αυτού και να αντικατασταθούν τα ελαττώματά του, προς το σκοπό αυτό δε άπαντες οι ανωτέρω ασφαλιστές, εν γνώσει τους, χρησιμοποίησαν τις από … τρεις ψευδείς ένορκες βεβαιώσεις του διασωθέντος από το ναυάγιο ναυτικού Αljess Μiranda, τις οποίες προσήγαγαν ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου, με σκοπό να το παραπλανήσουν, ώστε να εκδώσει ευνοϊκή υπέρ αυτών απόφαση, μολονότι γνώριζαν ότι ήταν ψευδείς και κατασκευασμένες και δόθηκαν από τον ως άνω ενόρκως βεβαιώσαντα, μετά από δικές τους φορτικές πιέσεις, μέσω του προστηθέντος τους M. B. και μετά από παράνομη καταβολή σε αυτόν (Miranda) το Σεπτέμβριο του … και τον Ιούλιο του 2007 οικονομικού ανταλλάγματος, ύψους 28.100 δολλαρίων ΗΠΑ και 14.684 ευρώ, ήτοι ότι συνολικά διέπραξαν, ως άμεσοι αυτουργοί άλλως ως άμεσοι συνεργοί, τις παράν…ς πράξεις της συκοφαντικής δυσφημήσεως, της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία μάρτυρα και της απάτης επί δικαστηρίω, ενώ γενικά παρέβησαν και το επιβαλλόμενο από το νόμο γενικό καθήκον του «μη ζημιούν άλλον υπαιτίως». Ότι συγκεκριμένα, στις 30-6-… ο εκπρόσωπος της εναγομένης … και ήδη εναγόμενος W. G. H. διέδωσε ψευδώς, εν γνώσει του και με πρόθεση συκοφαντίας για τους ενάγοντες στον C. F., εκπρόσωπο της ασφαλει…σίτριας του ήδη βυθισθέντος πλοίου, ότι δήθεν το από κοινού συνασφαλισμένο πλοίο του στόλου της έβδομης ενάγουσας με το όνομα “… T” είχε σταματήσει τους πλόες του, λόγω του ότι ο Βρετανικός Νηογνώμονας είχε δήθεν άρει την κλάση του πλοίου λόγω των αποκαλυφθέντων ελαττωμάτων του, ζητώντας παράλληλα σχετικές διευκρινίσεις από την έβδομη ενάγουσα, με συνέπεια να ζητήσει σχετικές εξηγήσεις από αυτή και ο ίδιος ο C. F. και να αναγκαστεί η τελευταία να αποκαταστήσει την αλήθεια με την από … επιστολή της. Ότι στις … ο διευθυντής ασφαλιστικών απαιτήσεων της εναγομένης … και ήδη εναγόμενος … ανέφερε στον κ. Simon Bell της εταιρείας διακανονιστών ασφαλιστικών απαιτήσεων με την επωνυμία Poseidon Average Adjusters τα ψευδή και συκοφαντικά για την πρώτη και έβδομη των εναγουσών, ότι δήθεν η υπόθεση του πλοίου είναι «ύποπτη». Ότι στις 9-8-… οι εκπρόσωποι της εναγομένης … ανέφεραν στον κ. Melet της ασφαλει…σίτριας Bank Assure Insurance Services, που αντιπροσώπευε την ενυπόθηκη δανείστρια του ήδη βυθισθέντος πλοίου Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, τα ψευδή και συκοφαντικά για την πρώτη και έβδομη των εναγουσών, ότι δήθεν το πλοίο είχε υποστεί πλημμύρα στο αριστερό τμήμα του, ενώ βρισκόταν σε λιμένα φόρτωσης και ότι δήθεν δεν είχαν γνωστοποιήσει το γεγονός αυτό στο Νηογνώμονα του πλοίου. Ότι οι ασφαλιστές είχαν διαδώσει τον Αύγουστο του … στον κ. Peter Macintosh – υπεύθυνο ασφαλίσεων της εταιρείας Wellington, που μετείχε στην ασφάλιση της αυξημένης αξίας του ήδη βυθισθέντος πλοίου, ότι το πλοίο είχε υποστεί πλημμύρα σε ένα λιμάνι όπου είχε καταπλεύσει πριν από το ναυάγιο και ότι δεν έγιναν από την πρώτη και την έβδομη των εναγουσών οι δέουσες επισκευές του. Ότι στις 7-9-…, στις Φιλιππίνες, ο M. B., ενεργώντας με εντολή των ασφαλιστών του πλοίου, κατόπιν προσυνεννοήσεως με αυτούς και εκτελώντας εντολές τους, πρόσφερε παρανόμως χρήματα στο διασωθέντα A. M., για να μεταβάλει τις αρχικές αληθείς καταθέσεις του και να καταθέσει ψευδώς ότι το πλοίο είχε τάχα ελαττώματα που προκάλεσαν τη βύθισή του, γεγονός που κατήγγειλε αυθημερόν ο A. M. στους τοπικούς πράκτορες. Ότι στις 26-9-… οι ασφαλιστές, με επιστολή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους Hill Dickinson LLP, που κατατέθηκε στο Αγγλικό Δικαστήριο, δήλωσαν προς τους πληρεξούσιους δικηγόρους της πρώτης ενάγουσας I.  C., εν γνώσει της αναλήθειας τους, τους ψευδείς και συκοφαντικούς ισχυρισμούς, ότι δήθεν η πρώτη και η έβδομη των εναγουσών είχαν καθιερώσει αθέμιτη και παράνομη «επιχειρηματική» πρακτική να παραπλανούν εκ προθέσεως το Νηογνώμονα του πλοίου, τις λιμενικές αρχές και το κράτος της σημαίας του πλοίου και να αποκρύπτουν ελαττώματα και θέματα ασφαλείας του πλοίου. Ότι τον Ιούλιο του … ο M. B., προστηθείς των ασφαλιστών, μετά από προσυνεννόηση με αυτούς και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, πρόσφερε χρήματα στο διασωθέντα ναυτικό L. A. (δόκιμο ναύτη), για να χορηγήσει ψευδή ένορκη βεβαίωση, πλην όμως, αυτός αρνήθηκε και τα γεγονότα αυτά βεβαίωσε στην ένορκη βεβαίωση του με ημερομηνία … ενώπιον του Συμβολαιογράφου των Φιλιππινών κ. T.. Ότι τον Ιούλιο του … ο Μ. B., μετά από προσυνεννόηση με τους ασφαλιστές, πρόσφερε χρήματα για λογαριασμό τους στο διασωθέντα ναυτικό Vergara, για να χορηγήσει ένορκη βεβαίωση υπέρ των ασφαλιστών, μεταβάλλοντας τις αρχικές καταθέσεις του, που είχε δώσει ενώπιον των κρατικών Αρχών της Ν. Αφρικής, του Αγίου Βικεντίου και Γρεναδίνων και των δικηγόρων των ασφαλιστών στις 9 και στις 11-5-…, πλην όμως, αυτός αρνήθηκε να δώσει ψευδή ένορκη κατάθεση υπέρ των ασφαλιστών και κατήγγειλε την παράνομη πράξη τους, με επιστολή του προς την Interorient στις …, το γεγονός δε αυτό βεβαιώνεται στην ένορκη βεβαίωση του Vergara με ημερομηνία … ενώπιον του Συμβολαιογράφου των Φιλιππινών κ. T..

Ότι τον Ιούλιο του …, ο Μ. B. πρόσφερε χρήματα στο διασωθέντα ναυτόπαιδα P., για να δώσει ψευδή ένορκη βεβαίωση υπέρ των ασφαλιστών, μεταβάλλοντας την αρχική κατάθεσή του που είχε δώσει ενώπιον των κρατικών αρχών και των δικηγόρων των ασφαλιστών στις 9 και 11-5-…, το γεγονός δε αυτό κατήγγειλε με επιστολή του προς την Interorient ο διασωθείς P. στις 19-9-… και αναφέρεται στην από … ένορκη βεβαίωσή του. Ότι τον Ιούλιο του …, ο Μ. B. πρόσφερε χρήματα στο διασωθέντα λιπαντή Montano, για να δώσει ψευδή ένορκη βεβαίωση υπέρ των ασφαλιστών, μεταβάλλοντας την αρχική κατάθεσή του που είχε δώσει ενώπιον των κρατικών αρχών και των δικηγόρων των ασφαλιστών στις 9 και 11-5-…, το γεγονός δε αυτό κατήγγειλε με επιστολή του προς την Interorient ο διασωθείς Montano στις 19-9-…. Ότι οι εναγόμενοι ασφαλιστές παρέδωσαν το δικόγραφο των από … προτάσεων τους στις Παναγούλα και Α. Κ., σύζυγο και θυγατέρα του απωλεσθέντος Υποπλοιάρχου Ι. Κ., ώστε να τις χρησιμοποιήσουν αυτοί, κατόπιν προσυνεννόησης με τους ασφαλιστές και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, ενώπιον του κ. Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Αθηνών, με σκοπό να εξαπατήσουν τις εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές, για να αποδεχθούν τις ψευδείς κατηγορίες της από … μηνύσεως των Ε. Β., Π. Κ.  Μ. Μ. κατά των μελών του Δ.Σ. της διαχειρίστριας του πλοίου.  Ότι στις 8-11-… ο εκπρόσωπος της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας … και ήδη εναγόμενος G. H. ζήτησε να γίνουν άμεσα επιθεωρήσεις όλων των συνασφαλισμένων πλοίων του στόλου της έβδομης ενάγουσας, οι οποίες έγιναν το Νοέμβριο του … και βρέθηκε ότι αυτά ήταν σε ικανοποιητική κατάσταση και αξιόπλοα, πλην όμως, αυτός, στο από 22-11-… ηλεκτρονικό μήνυμά του προς τον κ. C. F. ανέφερε τους ψευδείς και συκοφαντικούς ισχυρισμούς για την πρώτη και την έβδομη των εναγουσών, ότι δήθεν το ήδη βυθισθέν πλοίο ήταν αναξιόπλοο και για το λόγο αυτό πίστευε ότι και τα πλοία των συνασφαλισμένων θα ήταν αναξιόπλοα και έχρηζαν επιθεώρησης. Ότι, περαιτέρω, στις 7-5-2007, η Α. Κ. (θυγατέρα του απωλεσθέντος Υποπλοιάρχου του βυθισθέντος πλοίου), μετά από προσυνεννόηση και προσυμφωνία με όλους τους ασφαλιστές και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους, ζήτησε από τον διασωθέντα ναυτικό E. P. να μεταβεί στην Ελλάδα και να δώσει ψευδή ένορκη βεβαίωση προς όφελος των ασφαλιστών, αναιρώντας τις προηγούμενες ένορκες βεβαιώσεις του, προς το σκοπό δε αυτό, του υποσχέθηκε ότι ο Έλληνας δικηγόρος της θα αναλάμβανε να υποβάλει αγωγή και να επιδιώξει αποζημίωσή του (E. P.) κατά της πρώτης των εναγόντων, ενώ ακόμη του ζήτησε να αποστείλει αντίγραφο του διαβατηρίου του στο γραφείο των δικηγόρων των ασφαλιστών στον Πειραιά, για να αναλάβουν οι δικηγόροι αυτοί τα έξοδα μετάβασής του στην Ελλάδα, προκειμένου αυτός να δώσει ψευδή ένορκη βεβαίωση κατά της πρώτης των εναγόντων. Ότι στη συνέχεια, κατά τις ημερομηνίες 27-4-2007, 28-4-2007, 4-5-2007 και 23-5-2007, η Α. Κ. ζήτησε από τον E. P. να ταξιδέψει στην Ελλάδα την 4-6-2007 και του υποσχέθηκε ότι οι ασφαλιστές θα του έδιναν μεγάλη αμοιβή για την κατάθεσή του και ότι θα του πλήρωναν προκαταβολή 1.000 δολλαρίων ΗΠΑ στον τραπεζικό του λογαριασμό, καθώς και ότι ο Αljess Miranda θα του παρέδιδε το εισιτήριο του, περαιτέρω δε ότι η Α. Κ. του ζήτησε να μείνει στην Ελλάδα για δύο εβδομάδες, ώστε να δώσει ένορκη βεβαίωση υπέρ των ασφαλιστών με το αζημίωτο, έτσι όπως τα γεγονότα αυτά βεβαιώνονται στις ένορκες βεβαιώσεις του E. P., οι οποίες δόθηκαν στις … και στις 2… ενώπιον τού Συμβολαιογράφου των Φιλιππινών κ. T. και οι οποίες κατατέθηκαν στο Αγγλικό Δικαστήριο δια των προτάσεων των πληρεξούσιων δικηγόρων της πρώτης των εναγόντων στις 15-6-2007. Ότι στη συνέχεια, στις 2-5-2007 και 12-5-2007, ο Αljess Μiranda, μετά από προσυνεννόηση και προσυμφωνία με τους ασφαλιστές, παρότρυνε τον E. P. να ταξιδέψουν μαζί στην Ελλάδα και τον διαβεβαίωσε ότι όλοι οι εναγόμενοι ασφαλιστές θα του πλήρωναν πλουσιοπάροχη αμοιβή, για να δώσει ψευδή ένορκη κατάθεση υπέρ τους, στην οποία θα έπρεπε να αναφέρει ότι υπήρχαν ρήγματα στο πλοίο και συγκεκριμένα στα κύτη φορτίου, με συνέπεια να υπάρξει εισροή ύδατος στο πλοίο και να βυθιστεί αυτό. Ότι οι ασφαλιστές, κατά παράβαση των αγγλικών δικονομικών κανόνων, παρέδωσαν την από … ψευδή κατάθεση του Miranda στις οικογένειες των Β., Κ.  Μ., οι οποίες, σε συνεννόηση και συνεργασία με τους ασφαλιστές, προσήγαγαν και επικαλέστηκαν την ψευδή αυτή μαρτυρική κατάθεση ενώπιον του Εφετείου Πειραιώς στις 3-12-2009, προκειμένου να παραπλανήσουν το Δικαστήριο, ώστε να εκδώσει ευνοϊκή υπέρ αυτών απόφαση επί των κατατεθειμένων εργατικών αγωγών τους, με τις οποίες ισχυρίστηκαν ότι δήθεν το ήδη βυθισθέν πλοίο ήταν αναξιόπλοο και είχε ελαττώματα που προκάλεσαν τη βύθισή του, πλην όμως, το Εφετείο Πειραιώς αντιλήφθηκε το ψεύδος των εν λόγω ενόρκων βεβαιώσεων και απέρριψε τους ψευδείς και συκοφαντικούς ισχυρισμούς των ως άνω οικογενειών, δεχόμενο ότι ο πλοίο ήταν αναξιόπλοο και τηρούσε την ισχύουσα νομοθεσία. Ότι οι πραγματικοί λόγοι, για τους οποίους ο Miranda μετέβαλε άρδην την αρχική κατάθεσή του περί των συνθηκών του ναυαγίου και της καταστάσεως του πλοίου, αναδεικνύονται από τα αναφερόμενα στην αγωγή έγγραφα, που κατατέθηκαν κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας επί της προαναφερόμενης υπ’ αρ. … αγωγής της πρώτης ενάγουσας ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου, στο πλαίσιο της οποίας αυτή ζήτησε από τους εναγόμενους ασφαλιστές να αποκαλύψουν τις συνθήκες και περιστάσεις, υπό τις οποίες δόθηκαν οι ένορκες βεβαιώσεις του Miranda, με συνέπεια να επακολουθήσουν δηλώσεις αληθείας από τους εναγόμενους ασφαλιστές, με τις οποίες αυτοί αποκάλυψαν ότι κατέβαλαν σημαντικά χρηματικά ποσά στο Miranda, ως αντάλλαγμα της λήψης των εν λόγω τριών ψευδών ενόρκων βεβαιώσεων, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ότι επιπροσθέτως, το ψεύδος των εν λόγω ενόρκων βεβαιώσεων του Miranda στοιχειοθετείται από τις αναφερόμενες στην αγωγή δικαστικές αποφάσεις του Δικαστηρίου των Φιλιππίνων και του Εφετείου Πειραιώς, από τις αναφερόμενες στην αγωγή πραγματογνωμοσύνες, που διεξήχθησαν δυνάμει διατάξεων της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, καθώς και από τα προσδιοριζόμενα στην αγωγή έγγραφα, από το σύνολο και τη συνδυαστική εκτίμηση των οποίων προκύπτει ότι το ήδη βυθισθέν πλοίο δεν ήταν αναξιόπλοο και ότι η πρώτη και η έβδομη των εναγουσών είχαν τηρήσει όλες τις νόμιμες υποχρεώσεις τους σχετικά με την αξιοπλοϊα του και την ασφάλεια του πληρώματός του, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ότι κατόπιν της αποκάλυψης των ως άνω παράνομων πράξεων των εναγόμενων ασφαλιστών, δυνάμει δύο συμφωνητικών συμβιβασμού καταρτισθέντων του μεν πρώτου μεταξύ της πρώτης των εναγόντων και των ασφαλιστών «…», N. B. και «…» στις 13-12-2007, του δε δεύτερου μεταξύ της πρώτης των εναγόντων και των εδώ εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών «…», «…», … S.», «…» στις 7-1-2008, αμφοτέρων δηλαδή πριν την προσδιορισθείσα για τη συζήτηση της ως άνω ασκηθείσας από την πρώτη των εναγόντων αγωγής με αριθμό φακέλου … ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας δικάσιμο της 14-1-2008, οι ως άνω ασφαλιστές συμφώνησαν να καταβάλουν ολοσχερώς την αιτούμενη από την πρώτη των εναγόντων ασφαλιστική αποζημίωση, ανερχόμενη σύμφωνα με τα ως άνω συμφωνηθέντα σε ποσοστό 75% επί της ασφαλιστικής αξίας του  βυθισθέντος πλοίου, ήτοι σε 24.000.000 δολ. ΗΠΑ, ποσό το οποίο και κατέβαλαν τμηματικά στις 5-2-2008, 12-2-2008 και …, τερματισθείσας της σχετικής διαδικασίας ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας και ότι σε αντίστοιχη συμφωνία προέβη τόσο ο Αλληλοασφαλιστικός Οργανισμός HELLENIC HULL δυνάμει συμφωνητικού συμβιβασμού καταρτισθέντος μεταξύ του ιδίου και της πρώτης των εναγόντων στις …, με το οποίο συμφώνησε να καταβάλει την αιτούμενη από την τελευταία ασφαλιστική αποζημίωση, ανερχόμενη σύμφωνα με τα ως άνω συμφωνηθέντα σε ποσοστό 15% επί της ασφαλιστικής αξίας του βυθισθέντος πλοίου, ήτοι σε 4.800.000 δολ. ΗΠΑ, ποσό το οποίο και κατέβαλε στις …, τερματισθείσης της σχετικής διαδικασίας ενώπιον του Διαιτητικού Δικαστηρίου στο Λονδίνο, όσο και η ασφαλίστρια …, για την καταβολή της κατά το ποσοστό κάλυψής της (10%) ασφαλιστικής αποζημίωσης, ήτοι για το ποσό των 3.200.000 δολ. ΗΠΑ, το οποίο και κατέβαλε στις …. Ότι από την προπεριγραφόμενη αδικοπρακτική συμπεριφορά των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών καθώς και όλων των εναγόμενων φυσικών προσώπων, ως εκπροσώπων και προστηθέντων αυτών, ενόψει των ειδικότερα προσδιοριζόμενων στα δικόγραφα των αγωγών ιδιοτήτων εκάστου εξ αυτών, οι ενάγοντες υπέστησαν, (Ι) όπως αναλυτικά εκτίθεται στα δικόγραφα των ως άνω πρώτης, δεύτερης, τρίτης και τέταρτης των αγωγών, Α) αποθετική ζημία, συνιστάμενη στην απώλεια των εσόδων, τα οποία θα πραγματοποιούσε η πρώτη των εναγόντων αφενός από την εκμετάλλευση κατά τα χρονικά διαστήματα από την 3-11-… έως τις 10-4-2008, από τις … έως τις 28-4-2008 και από τις 13-9-… έως τις 19-5-2008, των τριών φορτηγών πλοίων, «…» αντίστοιχα, τα οποία επρόκειτο να αγοράσει αυτή με την – μη τελικώς καταβληθείσα εγκαίρως και πάντως εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος από την υποβολή της ασφαλιστικής της απαίτησης, από άπαντες τους ασφαλιστές ασφαλιστική αποζημίωση, έτσι όπως αυτά (έσοδα) αναλυτικά κατά ταξίδι, χρονική διάρκεια και ημερήσιο ναύλο, περιγράφονται στο δικόγραφο της αγωγής, αφαιρουμένων των κατά περίπτωση εξόδων (προμήθεια ναυλ…σίτη, ασφάλιστρα, κόστος ανταλλακτικών, εφοδίων κλπ), ανερχόμενα (τα έσοδα) στο ποσό των 47.572.875 δολ. ΗΠΑ, 19.827.875 δολ. ΗΠΑ και 9.781.125 δολ. ΗΠΑ αντίστοιχα και συνολικά στο ποσό των (47.572.875 + 19.827.875 + 9.781.125 =) 77.181.875 δολ. ΗΠΑ και αφετέρου από την μεταπώληση κατά τους μήνες Απρίλιο και Μάιο του 2008 των τριών ως άνω αγορασθέντων με την ασφαλιστική αποζημίωση πλοίων, την ευκαιρία της οποίας απώλεσε η πρώτη των εναγόντων, ανερχόμενα (τα έσοδα) στο ποσό των 40.000.000 δολ. ΗΠΑ, 17.000.000 δολ. ΗΠΑ και 12.000.000 δολ. ΗΠΑ αντίστοιχα και συνολικά στο ποσό των (40.000.000 + 17.000.000 + 12.000.000 =) 69.000.000 δολ. ΗΠΑ, ανερχόμενου του κυρίου αιτήματος στο ποσό των 146.181.875 δολλαρίων ΗΠΑ, επικουρικώς δε και για την περίπτωση μη μεταπώλησης των ως άνω πλοίων και συνέχισης της εκμετάλλευσής τους έως τις 3-12-2010, 30-11-2010 και 6-10-2010 αντίστοιχα, τα συνολικά έσοδα τα οποία θα πραγματοποιούσε η πρώτη των εναγόντων από αυτήν (εκμετάλλευση) για όλη τη διάρκεια των ανωτέρω χρονικών διαστημάτων, έτσι όπως αυτά (τα έσοδα) αναλυτικά κατά ταξίδι, χρονική διάρκεια και ημερήσιο ναύλο, περιγράφονται στο δικόγραφο της αγωγής αφαιρουμένων των κατά περίπτωση εξόδων (προμήθεια ναυλ…σίτη, ασφάλιστρα, κόστος ανταλλακτικών, εφοδίων κλπ), ανερχόμενα (τα έσοδα) στο συνολικό ποσό των 82.651.606,25 δολ. ΗΠΑ, 35.877.125 δολ. ΗΠΑ και 29.084.312,50 δολ. ΗΠΑ αντίστοιχα και συνολικά στο ποσό των (82.651.606,25 + 35.877.125 + 29.084.312,50 =) 147.613.043,75 δολ. ΗΠΑ, Β) θετική ζημία, συνιστάμενη αφενός στα αυξημένα, κατά τα αναφερόμενα στο δικόγραφο της αγωγής ποσοστά, ασφάλιστρα, τα οποία επέβαλαν οι αναφερόμενοι στο δικόγραφο της αγωγής νέοι συνασφαλιστές των πλοίων «… T», «…», «…», «…» και «…, πλοιοκτησίας των δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης και έκτης των εναγόντων αντίστοιχα και με τα οποία επιβαρύνθηκαν αυτές, λόγω της ως άνω ιστορούμενης συκοφαντικής δυσφήμησης αυτών ως συνασφαλισμένων με την πρώτη των εναγόντων εταιρειών καθώς και της έβδομης των εναγόντων ως διαχειρίστριας των ανωτέρω πλοίων, ανερχόμενα (τα επιπλέον ασφάλιστρα) σε 555.984 δολ. ΗΠΑ για την δεύτερη των εναγόντων, σε 236.418 δολ. ΗΠΑ για την τρίτη των εναγόντων, σε 97.109 δολ. ΗΠΑ για την τέταρτη των εναγόντων, σε 216.082 δολ. ΗΠΑ για την πέμπτη των εναγόντων και σε 290.725 δολ. ΗΠΑ για την έκτη των εναγόντων αντίστοιχα και αφετέρου στα έξοδα των πραγματογνωμόνων για τις διεξαχθείσες από αυτούς επιθεωρήσεις των πλοίων «… T», «…», «…», «…» και «…, πλοιοκτησίας των δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης και έκτης των εναγόντων αντίστοιχα, τις εκθέσεις των οποίων υποχρεώθηκαν να προσκομίσουν οι τελευταίες στους νέους ως άνω ασφαλιστές των πλοίων, λόγω της ως άνω ιστορούμενης συκοφαντικής δυσφήμησης αυτών ως συνασφαλισμένων με την πρώτη των εναγόντων εταιρειών, καθώς και της έβδομης των εναγόντων ως διαχειρίστριας των ανωτέρω πλοίων, ανερχόμενα (τα έξοδα) σε 10.100 ευρώ για την δεύτερη των εναγόντων, σε 7.380 ευρώ για την τρίτη των εναγόντων, σε 7.340 ευρώ για την τέταρτη των εναγόντων, σε 8.060 ευρώ για την πέμπτη των εναγόντων και σε 11.300 ευρώ για την έκτη των εναγόντων αντίστοιχα και Γ) ηθική βλάβη λόγω της υπαίτιας, βάναυσης, επανειλημμένης και διαρκούς κατά το έτη … – 2007 προσβολής του ονόματος, της επαγγελματικής τιμής και της μελλοντικής συναλλακτικής πίστης των πρώτης έως και έβδομης των εναγόντων, καθώς και της προσωπικής τιμής και υπόληψης των όγδοου έως και δέκατης τέταρτης των εναγόντων ως εκπροσώπων τους, εκάστου υπό την επικαλούμενη από αυτόν ιδιότητα, προς χρηματική ικανοποίηση της οποίας απαιτείται για την πρώτη των εναγόντων το εύλογο ποσό του 1.000.000 ευρώ, για τη δεύτερη των εναγόντων το εύλογο ποσό του 1.000.000 ευρώ, για την τρίτη των εναγόντων το εύλογο ποσό του 1.000.000 ευρώ, για την τέταρτη των εναγόντων το εύλογο ποσό του 1.000.000 ευρώ, για την πέμπτη των εναγόντων το εύλογο ποσό του 1.000.000 ευρώ, για την έκτη των εναγόντων το εύλογο ποσό του 1.000.000 ευρώ, για την έβδομη των εναγόντων το εύλογο ποσό του 1.000.000 ευρώ, για τον όγδοο των εναγόντων το εύλογο ποσό των 6.000.000 ευρώ, για τον ένατο των εναγόντων το εύλογο ποσό των 4.000.000 ευρώ, για τον δέκατο των εναγόντων το εύλογο ποσό των 5.000.000 ευρώ, για τον ενδέκατο των εναγόντων το εύλογο ποσό του 1.000.000 ευρώ, για τον δωδέκατο των εναγόντων το εύλογο ποσό του 1.000.000 ευρώ, για τον δέκατο τρίτο των εναγόντων το εύλογο ποσό του 1.000.000 ευρώ και για την δέκατη τέταρτη των εναγόντων το εύλογο ποσό των 1.000.000 ευρώ αντίστοιχα και (ΙΙ) όπως αναλυτικά εκτίθεται στο δικόγραφο της ως άνω πέμπτης αγωγής, Α) η πρώτη εξ αυτών υπέστη θετική ζημία, ανερχόμενη στο συνολικό ποσό των 127.166,74 ευρώ και 141.425,88 δολ. ΗΠΑ, συνιστάμενη στις αναλυτικά αναφερόμενες στο δικόγραφο της αγωγής προμήθειες, τις οποίες κατέβαλε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος προς έκδοση και διατήρηση σε ισχύ της εγγυητικής επιστολής, την οποία εξέδωσε η τελευταία και δυνάμει της οποίας εγγυήθηκε τις υποχρεώσεις της πρώτης των εναγόντων, ως πλοιοκτήτριας του πλοίου «…» έναντι της ναυλώτριας, της υποναυλώτριας και κυρίας του φορτίου και της ασφαλίστριας του φορτίου του ανωτέρω πλοίου κατά τη χρονική περίοδο βυθίσεως του τελευταίου, πηγάζουσες εκ του ως άνω γεγονότος και καθιστάμενες απαιτητές λόγω της ως άνω ιστορούμενης συκοφαντικής δυσφήμησης αυτής (πρώτης των εναγόντων) κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο δικόγραφο της αγωγής και Β) η δεύτερη εξ αυτών (διαχειρίστρια) υπέστη θετική ζημία, ανερχόμενη στο συνολικό ποσό των 2.040 ευρώ, συνιστάμενη στα έξοδα της επιθεωρήτριας εταιρείας, για τη διεξαχθείσα από αυτήν επιθεώρηση του τρόπου και των διαδικασιών λειτουργίας της δεύτερης των εναγόντων, την οποία και απαίτησαν οι ασφαλιστές σκάφους και μηχανής των πλοίων υπό τη διαχείρισή της, λόγω της ως άνω ιστορούμενης συκοφαντικής δυσφήμησης αυτής (δεύτερης των εναγόντων) ως διαχειρίστριας του βυθισθέντος πλοίου «…», κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο δικόγραφο της πέμπτης αγωγής. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, οι ενάγοντες όλων των αγωγών ζητούν, έτσι όπως τα αγωγικά τους αιτήματα περιορίσθηκαν παραδεκτώς με προφορική, καταχωρηθείσα στα πρακτικά δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους και με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις τους (άρθρο 223, 295 παρ. 1 εδ. α΄, 297 ΚΠολΔ) από καταψηφιστικά σε έντοκα αναγνωριστικά, (Ι) στη με αριθμό κατάθεσης … (πρώτη) αγωγή, να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, οφείλουν α) στην πρώτη των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 146.181.875 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, επικουρικώς δε το ποσό του 1.000.000 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 147.613.043,75 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, β) στη δεύτερη των εναγόντων το ποσό του 1.010.100 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 555.984 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, γ) στην τρίτη των εναγόντων το ποσό του 1.007.380 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 236.418 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, δ) στην τέταρτη των εναγόντων το ποσό του 1.007.340 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 97.109 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ε) στην πέμπτη των εναγόντων το ποσό του 1.008.060 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 216.082 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, στ) στην έκτη των εναγόντων το ποσό του 1.011.300 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 290.725 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ζ) στην έβδομη των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, η) στον όγδοο των εναγόντων το ποσό των 6.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, θ) στον ένατο των εναγόντων το ποσό των 4.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ι) στον δέκατο των εναγόντων το ποσό των 5.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ια) στον ενδέκατο των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ιβ) στον δωδέκατο των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ιγ) στον δέκατο τρίτο των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση και ιδ) στην δέκατη τέταρτη των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, περαιτέρω, δε ζητούν να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, να απειληθεί κατά των εναγομένων χρηματική ποινή ποσού 50.000 ευρώ για εκάστη παράβαση της εκδοθησομένης αποφάσεως, να απαγγελθεί προσωπική κράτηση διάρκειας ενός (1) έτους εις βάρος εκάστου των δευτέρου και τρίτου των εναγομένων της με αριθμό κατάθεσης … (πρώτης) αγωγής ως μέσο εκτελέσεως της αποφάσεως που θα εκδοθεί και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των δικαστικών τους εξόδων, (ΙΙ) στη με αριθμό κατάθεσης … (δεύτερη αγωγή), να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, οφείλουν α) στην πρώτη των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 146.181.875 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, επικουρικώς δε το ποσό του 1.000.000 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 147.613.043,75 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, β) στη δεύτερη των εναγόντων το ποσό του 1.010.100 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 555.984 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, γ) στην τρίτη των εναγόντων το ποσό του 1.007.380 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 236.418 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, δ) στην τέταρτη των εναγόντων το ποσό του 1.007.340 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 97.109 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ε) στην πέμπτη των εναγόντων το ποσό του 1.008.060 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 216.082 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, στ) στην έκτη των εναγόντων το ποσό του 1.011.300 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 290.725 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ζ) στην έβδομη των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, η) στον όγδοο των εναγόντων το ποσό των 6.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, θ) στον ένατο των εναγόντων το ποσό των 4.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ι) στον δέκατο των εναγόντων το ποσό των 5.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ια) στον ενδέκατο των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ιβ) στον δωδέκατο των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ιγ) στον δέκατο τρίτο των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση και ιδ) στην δέκατη τέταρτη των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, περαιτέρω, δε ζητούν να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, περαιτέρω δε ζητούν να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να απειληθεί κατά των εναγομένων χρηματική ποινή ποσού 50.000 ευρώ για εκάστη παράβαση της αποφάσεως που θα εκδοθεί, να απαγγελθεί προσωπική κράτηση διάρκειας ενός (1) έτους εις βάρος εκάστου των δευτέρου έως και έκτου των εναγομένων της με αριθμό κατάθεσης … (δεύτερης) αγωγής ως μέσο εκτελέσεως της αποφάσεως που θα εκδοθεί και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των δικαστικών τους εξόδων, (ΙΙΙ) στη με αριθμό κατάθεσης … (τρίτη) αγωγή, να αναγνωρισθεί ότι η εναγομένη οφείλει α) στην πρώτη των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 146.181.875 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, επικουρικώς δε το ποσό του 1.000.000 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 147.613.043,75 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, β) στη δεύτερη των εναγόντων το ποσό του 1.010.100 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 555.984 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, γ) στην τρίτη των εναγόντων το ποσό του 1.007.380 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 236.418 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, δ) στην τέταρτη των εναγόντων το ποσό του 1.007.340 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 97.109 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ε) στην πέμπτη των εναγόντων το ποσό του 1.008.060 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 216.082 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, στ) στην έκτη των εναγόντων το ποσό του 1.011.300 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 290.725 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ζ) στην έβδομη των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, η) στον όγδοο των εναγόντων το ποσό των 6.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, θ) στον ένατο των εναγόντων το ποσό των 4.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ι) στον δέκατο των εναγόντων το ποσό των 5.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ια) στον ενδέκατο των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ιβ) στον δωδέκατο των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ιγ) στον δέκατο τρίτο των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση και ιδ) στην δέκατη τέταρτη των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, περαιτέρω, δε ζητούν να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, να απειληθεί σε βάρος της εναγομένης της με αριθμό κατάθεσης … (τρίτης) αγωγής χρηματική ποινή ποσού 50.000 ευρώ για κάθε παράβαση της απόφασης που θα εκδοθεί και να καταδικασθεί η εναγομένη στην πληρωμή των δικαστικών τους εξόδων, (IV) στη με αριθμό κατάθεσης … (τέταρτη) αγωγή, να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, οφείλουν α) στην πρώτη των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 146.181.875 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, επικουρικώς δε το ποσό του 1.000.000 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 147.613.043,75 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, β) στη δεύτερη των εναγόντων το ποσό του 1.010.100 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 555.984 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, γ) στην τρίτη των εναγόντων το ποσό του 1.007.380 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 236.418 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, δ) στην τέταρτη των εναγόντων το ποσό του 1.007.340 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 97.109 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ε) στην πέμπτη των εναγόντων το ποσό του 1.008.060 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 216.082 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, στ) στην έκτη των εναγόντων το ποσό του 1.011.300 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 290.725 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ζ) στην έβδομη των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, η) στον όγδοο των εναγόντων το ποσό των 6.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, θ) στον ένατο των εναγόντων το ποσό των 4.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ι) στον δέκατο των εναγόντων το ποσό των 5.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ια) στον ενδέκατο των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ιβ) στον δωδέκατο των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, ιγ) στον δέκατο τρίτο των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση και ιδ) στην δέκατη τέταρτη των εναγόντων το ποσό του 1.000.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, περαιτέρω δε ζητούν να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή, να απειληθεί σε βάρος αμφοτέρων των εναγόμενων της με αριθμό κατάθεσης … (τέταρτης) αγωγής χρηματική ποινή ποσού 50.000 ευρώ για κάθε παράβαση της απόφασης που θα εκδοθεί, να απαγγελθεί προσωπική κράτηση διάρκειας ενός (1) έτους εις βάρος του δευτέρου των εναγομένων της με αριθμό κατάθεσης … (τέταρτης) αγωγής ως μέσο εκτελέσεως της αποφάσεως που θα εκδοθεί και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στην πληρωμή των δικαστικών τους εξόδων, (V) στη με αριθμό κατάθεση … (πέμπτη) αγωγή, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι εις ολόκληρον, να καταβάλουν α) στην πρώτη των εναγουσών το ποσό των 127.166,74 ευρώ και το ισάξιο σε ευρώ του ποσού των 141.425,88 δολ. ΗΠΑ κατά το χρόνο πληρωμής άλλως κατά την ημέρα επελεύσεως των επίδικων ζημιών της, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση και β) στη δεύτερη των εναγουσών το ποσό των 2.040 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, περαιτέρω, ζητούν να απαγγελθεί προσωπική κράτηση διάρκειας ενός (1) έτους εις βάρος εκάστου των δεύτερου, τρίτου, τέταρτου, πέμπτου, έκτου, ένατου, δέκατου και δωδέκατου των εναγομένων ως μέσο εκτελέσεως της αποφάσεως που θα εκδοθεί, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή των δικαστικών τους εξόδων.

(Γ) 1. Σύμφωνα με το άρθρο 169 ΚΠολΔ, το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του εναγομένου ή του διαδίκου, εναντίον του οποίου ασκήθηκε κύρια παρέμβαση ή ένδικο μέσο, μπορεί να υποχρεώσει σε εγγυοδοσία τον ενάγοντα ή το διάδικο, που άσκησε κύρια παρέμβαση ή ένδικο μέσο για τα έξοδα της διαδικασίας, που γίνεται στο ίδιο δικαστήριο, εάν αυτό κρίνει, ότι υπάρχει προφανής κίνδυνος αδυναμίας να εκτελεστεί η ενδεχόμενη καταδίκη του διαδίκου αυτού στη δικαστική δαπάνη του αντιδίκου του. Από τη διάταξη αυτή, που αποσκοπεί στην εξασφάλιση του εναγομένου (του καθ` ου η κύρια παρέμβαση ή του καθ` ου ασκήθηκε το ένδικο μέσο) για την είσπραξη των εξόδων της διαδικασίας ενώπιον του οικείου δικαστηρίου, προκύπτει ότι α) για να υπάρξει υποχρέωση προς παροχή εγγυοδοσίας του ενεργούντος την επιθετική πράξη διαδίκου υπέρ του αντιδίκου του, απαιτείται να υποβληθεί αίτηση του τελευταίου και μάλιστα κατά την πρώτη συζήτηση, επί ποινή απαραδέκτου (άρθρο 263 περ. γ΄ ΚΠολΔ), β) κριτήριο της υποχρεώσεως εγγυοδοσίας είναι εδώ η προφανής οικονομική αδυναμία του επιτιθέμενου διαδίκου, ανεξάρτητα από τις πιθανότητες ουσιαστικής κρίσεως της διαφοράς υπέρ του ενός ή του άλλου διαδίκου μέρους. Ο σχετικός κίνδυνος πρέπει να είναι προφανής και τούτο ισχύει, λόγου χάρη, όταν ο επιτιθέμενος διάδικος στερείται εμφανούς περιουσίας, είναι άγνωστης διαμονής, αναξιόχρεος λόγω πολλαπλών χρεών έναντι τρίτων ή και του ίδιου του διαδίκου και ήδη αιτούντος και εν γένει αφερέγγυος, γ) για να διαταχθεί η ανωτέρω εγγυοδοσία, πρέπει, κατά την κρίση του δικαστηρίου που δικάζει και σχηματίζεται με ελεύθερη απόδειξη προαποδεικτικώς από τα στοιχεία που έχουν τεθεί υπ’ όψιν του, να υπάρχει προφανής κίνδυνος για τη μη εκτέλεση της διατάξεως για τα δικαστικά έξοδα σε περίπτωση ενδεχόμενης καταδίκης σε αυτά του υπόχρεου διαδίκου στην εγγυοδοσία, δ) το δικαστήριο, που δέχεται τη διακωλυτική της δίκης ένσταση για εγγυοδοσία, καθορίζει όχι μόνο το μέγεθος αυτής, αλλά και την προθεσμία, εντός της οποίας οφείλει ο υπόχρεος να την καταβάλει, ενώ, εάν αυτή παρέλθει άπρακτη, το δικαστήριο με αίτηση εκείνου, που ζήτησε την εγγυοδοσία, ανακαλεί την αγωγή, κύρια παρέμβαση ή το ένδικο μέσο (ΑΠ 308/2009 ΕΠΙΔΙΚΙΑ 2010.75). Η ανάκληση, μάλιστα, αυτή θεωρείται, ότι αφορά το δικόγραφο και όχι το δικαίωμα προς άσκηση της αγωγής, της κύριας παρεμβάσεως ή του ένδικου μέσου (αρθρ. 171, 172 και 162 ΚΠολΔ), ε) Το βάρος αποδείξεως των προϋποθέσεων της εν λόγω δικονομικής αναβλητικής ενστάσεως (που εισάγει εξαιρετικού χαρακτήρα δικονομικό κανόνα) φέρει ο εναγόμενος, ο καθ` ου η κύρια παρέμβαση ή εκείνος κατά του οποίου ασκείται το ένδικο μέσο, ενώ αυτή (ένσταση) είναι βάσιμη εάν αποδειχθεί πλήρως, χωρίς να αρκεί απλή πιθανολόγηση (ΑΠ 990/2008 ΕΠολΔ 2008.843). Ομοίως, το βάρος επικλήσεως των πραγματικών περιστατικών, που θεμελιώνουν την ως άνω ένσταση (άρθρο 262 παρ.1 ΚΠολΔ), φέρει ο ενιστάμενος (ΠΠρΑθ 1738/2012 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΠειρ 220/1979 ΠειρΝομ 1979.441). Από τα παραπάνω και ιδίως από την προαναφερόμενη προϋπόθεση της συνδρομής προφανούς κινδύνου, ότι ενδεχόμενη καταδίκη του αιτούντος την παροχή έννομης προστασίας στα έξοδα δεν θα καταστεί δυνατό να εκτελεσθεί συνάγεται ότι κριτήριο της υποχρέωσης εγγυοδοσίας είναι η προφανής οικονομική αδυναμία του επιτιθέμενου διαδίκου, ανεξάρτητα από τις πιθανότητες ουσιαστικής κρίσεως της διαφοράς υπέρ του ενός ή του άλλου μέρους, προφανής δε είναι ο κίνδυνος, όταν καθίσταται έκδηλος από τα υπάρχοντα στοιχεία, χωρίς να απαιτείται η διεξαγωγή προς τούτο απόδειξης (ΑΠ 1876/2009 ΕΦΑΔ 2010/338, ΑΠ 308/2009 Αρμ 2009/1536, ΑΠ 990/2008, ΕφΠειρ 163/2013 δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

  1. Στην προκειμένη περίπτωση, οι εναγόμενοι όλων των υπό κρίσιν ως άνω αγωγών, κατά τη συζήτηση αυτών, με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις τους αλλά και με προφορική, καταχωρηθείσα στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου τούτου, δήλωση των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, προέβαλαν κατ’ ένσταση το αίτημα να υποχρεωθούν οι ενάγοντες όλων των υπό κρίσιν αγωγών να παράσχουν εγγυοδοσία, ποσού συνολικού ποσού 368.537,8329 ευρώ για τα δικαστικά έξοδα της προκειμένης δίκης επί όλων των ως άνω αγωγών, την οποία (εγγυοδοσία) επιμερίζουν στο ποσό των 109.455,988 ευρώ για την πρώτη ενάγουσα, στο ποσό των 19.386,302 ευρώ για τη δεύτερη ενάγουσα, στο ποσό των 16.752,3159 ευρώ για την τρίτη ενάγουσα, στο ποσό των 15.615,5345 ευρώ για την τέταρτη ενάγουσα, στο ποσό των 16.593,2296 ευρώ για την πέμπτη ενάγουσα, στο ποσό των 17.234,5129 ευρώ για την έκτη ενάγουσα, στο ποσό των 14.749,99 ευρώ για την έβδομη ενάγουσα, στο ποσό των 36.250 ευρώ για τον όγδοο ενάγοντα, στο ποσό των 30.250 ευρώ για τον ένατο ενάγοντα, στο ποσό των 33.250 ευρώ για το δέκατο ενάγοντα και στο ποσό των 14.749,99 ευρώ για έκαστο εκ των ενδέκατου, δωδέκατου, δέκατου τρίτου και δέκατης τέταρτης των εναγόντων, με βάση τα ειδικότερα προσδιοριζόμενα δικαστικά έξοδα, που υπολογίζονται με βάση τα αιτούμενα στις ένδικες αγωγές ποσά, ισχυριζόμενοι ότι υπάρχει έκδηλη οικονομική αδυναμία και προφανής αφερεγγυότητα όλων των εναγόντων όλων των υπό κρίσιν αγωγών (νομικών και φυσικών προσώπων) να εκπληρώσουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις και να καταβάλουν τα έξοδα της παρούσας δίκης, έτσι ώστε να καθίσταται αδύνατη η εκτέλεση της απόφασης που θα εκδοθεί σχετικά με τη δικαστική δαπάνη των εναγόμενων, σε περίπτωση απόρριψης των ένδικων αγωγών, ενόψει του μεγάλου ύψους (δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ) των εγειρόμενων με αυτές αξιώσεων, για τους ειδικότερα εκτιθέμενους στις προτάσεις τους λόγους.
  2. Με το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα, η εν λόγω δικονομική αναβλητική της δίκης ένσταση παραδεκτά προβάλλεται και τυγχάνει ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις αναφερόμενες στην προηγηθείσα νομική σκέψη διατάξεις, πλην όμως, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, καθόσον από την εκτίμηση των σχετικών με την εξέταση του εν λόγω ζητήματος επικαλούμενων και προσκομιζόμενων από όλους τους διαδίκους αποδεικτικών μέσων και σύμφωνα και με τα προαναφερθέντα στο ιστορικό των υπό κρίσιν αγωγών, δεν αποδεικνύεται η επικαλούμενη από τους εναγόμενους προφανής οικονομική αδυναμία των εναγόντων. Συγκεκριμένα, οι πρώτη, δεύτερη, τρίτη, τέταρτη, πέμπτη, έκτη και έβδομη των εναγουσών είναι αλλοδαπές εταιρείες, εδρεύουσες κατά το καταστατικό τους στο M. M. Ν. M. …) οι πρώτη έως και έκτη εξ αυτών και στη Μ. της Λ. η έβδομη εξ αυτών, από μόνο δε αυτό το γεγονός δεν τεκμαίρεται ότι υφίσταται έκδηλη οικονομική αδυναμία και εν γένει αφερεγγυότητα αυτών (πρβλ. ΕφΠειρ 397/2002 Ναυτική Δικαιοσύνη 4.266, ΠΠρΠειρ 628/2104 και 3304/2012 προσκομιζόμενες). Αναφορικά δε με την οικονομική κατάσταση των ως άνω εναγουσών εταιρειών αλλά και των λοιπών εναγόντων – φυσικών προσώπων, που είναι διοικητές και μέλη των διοικητικών συμβουλίων αυτών, λεκτέα τα ακόλουθα: Καίτοι δεν προέκυψε ότι οι ενάγουσες αλλοδαπές εταιρείες διαθέτουν εμφανή ακίνητη περιουσία, εντούτοις, δεν πιθανολογείται ότι υπάρχει προφανής κίνδυνος αδυναμίας να εκτελεστεί η ενδεχόμενη καταδίκη τους στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων. Συγκεκριμένα, όπως συνομολογείται από τους διαδίκους, η πρώτη ενάγουσα εταιρεία έχει εισπράξει από τις ασφαλίστριες εναγόμενες εταιρείες το έτος 2008 την ασφαλιστική αποζημίωση για την απώλεια του πλοίου “…”, ποσού 40.000.000 δολλαρίων ΗΠΑ, η δε καταβολή του ποσού αυτού σε τραπεζικό λογαριασμό της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία … έγινε κατ’ εντολή της πρώτης ενάγουσας και συνεπώς, η ως άνω εταιρεία ενεργούσε ως εντολοδόχος της πρώτης ενάγουσας, όπως συνάγεται από τα από 2007 και 2008 συμφωνητικά συμβιβασμού, που υπογράφηκαν μεταξύ της πρώτης και έβδομης ενάγουσας και των ασφαλιστών (συνδικάτα … και LMI), όπου αναφέρεται ότι η ασφαλιστική αποζημίωση πρόκειται να καταβληθεί στον τραπεζικό λογαριασμό της ως άνω εταιρείας με την επωνυμία … για λογαριασμό της πρώτης ενάγουσας. Επίσης, η πρώτη ενάγουσα ισχυρίζεται (χωρίς να αντικρούεται αυτό από τους εναγόμενους) ότι έλαβε στις … από τον (επίσης αντίδικό της) αλληλασφαλιστικό οργανισμό με την επωνυμία «Hellenic Hull» το ποσό των 4.800.000 δολλαρίων ΗΠΑ, δυνάμει του από … συμφωνητικού συμβιβασμού, με τραπεζική επιταγή, που εκδόθηκε εις διαταγή της πρώτης ενάγουσας. Επίσης, προέκυψε ότι η δεύτερη και η έβδομη εκ των εναγουσών εταιρειών έλαβαν τον Ιανουάριο του 2014 το ποσό των 9.350.000 δολλαρίων ΗΠΑ από τις εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες δυνάμει του από 23-12-2013 συμφωνητικού συμβιβασμού, που καταρτίσθηκε μεταξύ της δεύτερης και της έβδομης ενάγουσας και των εναγόμενων ασφαλιστών, καθώς και των λοιπών ασφαλιστών (συνδικάτα των Lloyds LMI, ήτοι …, … και …, καθώς και …. Σημειώνεται ότι τα ανωτέρω ποσά δεν προέκυψε (ούτε άλλωστε επικαλούνται οι εναγόμενοι) ότι έχουν ολοσχερώς δαπανηθεί, διανεμηθεί ή αναλωθεί και συνεπώς, τεκμαίρεται ότι σώζονται και διατηρούνται διαθέσιμα στο ταμείο των εν λόγω εταιρειών, καθόσον προέκυψε ότι εξ αυτών μόνο το ποσό των 1.879.475 δολλαρίων ΗΠΑ διατέθηκε τον Ιανουάριο του 2008 από την πρώτη ενάγουσα στην «Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας» για την αποπληρωμή δανείου, που είχε χορηγηθεί από την ως άνω Τράπεζα στην πρώτη ενάγουσα για το πλοίο “…”. Αναφορικά δε με τον ισχυρισμό των εναγόμενων, ότι η δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών εταιρειών έχουν πωλήσει τα αναφερόμενα στην αγωγή πλοία τους ήδη πριν από την άσκηση των κρινόμενων αγωγών (…), με αποτέλεσμα να στερούνται πλέον άλλων περιουσιακών στοιχείων, πρέπει να σημειωθούν τα εξής: Μόνον οι επικαλούμενες μεταβιβάσεις α) την 9-2-2010 του πλοίου …” από τη δεύτερη ενάγουσα προς την αλλοδαπή εταιρία … β) την 23-10-2007 του πλοίου …” από την τρίτη ενάγουσα προς την αλλοδαπή εταιρία “…”, γ) την 16-8-2007 του πλοίου “…” από την τέταρτη ενάγουσα προς την αλλοδαπή εταιρία “…”, δ) την 14-5-2007 του πλοίου “…” από την πέμπτη ενάγουσα προς την αλλοδαπή εταιρία …” και ε) την 16-3-2007 του πλοίου “…” από την έκτη ενάγουσα προς την αλλοδαπή εταιρία “…”, δεν αρκούν για το σχηματισμό της αναγκαίας δικανικής πεποίθησης περί της προφανούς οικονομικής αδυναμίας των ως άνω εναγουσών εταιρειών, διότι, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως αντίγραφα πωλητηρίων εγγράφων (Bill of Sale), οι ως άνω εταιρείες έχουν λάβει ως τίμημα για τις ανωτέρω μεταβιβάσεις τα ποσά των 8.100.000, 19.500.000, 10.000.000, 17.400.000 και 14.400.000 δολλαρίων ΗΠΑ αντίστοιχα. Συγκεκριμένα, δεν αποδείχθηκε ότι τα ανωτέρω χρηματικά ποσά αποδείχθηκε έχουν πλήρως αναλωθεί ούτε άλλωστε αποδείχθηκε ότι δεν απομένει πλέον κανένα ισάξιο περιουσιακό στοιχείο στην κυριότητα των ως άνω εναγουσών, επιπλέον δε δεν αποδείχθηκε κάποια συγκεκριμένη οφειλή των ως άνω εναγουσών εταιρειών, η οποία (οφειλή), εάν υπήρχε, θα είχε ληφθεί προφανώς υπόψη από τους συμβαλλόμενους στις ως άνω πωλήσεις για τον υπολογισμό του συμφωνηθέντος και καταβληθέντος σε έκαστη εξ αυτών τιμήματος (πρβλ. ΕφΠειρ 1011/2013 προσκομιζόμενη, ΕφΠειρ 397/2002 ό.π., ΠΠρΠειρ 628/2014, 3304/2012 και 4341/1998 προσκομιζόμενες). Επιπλέον, αναφορικά με τους όγδοο έως και δέκατο τέταρτο των εναγόντων, επισημαίνεται ότι από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε η αφερεγγυότητά τους ως επιχειρηματιών, καθόσον οι εναγόμενοι, οι οποίοι έχουν το σχετικό βάρος απόδειξης, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, δεν προσκόμισαν κανένα στοιχείο σχετικά με την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων οφειλών ή χρεών των ως άνω εναγόντων – φυσικών προσώπων. Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι από μόνο το γεγονός, ότι ενώπιον των αγγλικών δικαστηρίων οι ως άνω ενάγουσες εταιρείες δήλωσαν οικονομική αδυναμία (όπως προκύπτει αφενός από την από 27-5-2014 επιστολή της αγγλικής δικηγορικής εταιρείας Keates Ferris, η οποία ανέλαβε την εκπροσώπηση των εναγουσών στις δικαστικές διαδικασίες ενώπιον των αγγλικών δικαστηρίων μετά τον Απρίλιο του 2014, όπου αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι οι ενάγουσες εταιρείες … κλπ. παραμένουν χωρίς περαιτέρω κεφάλαια, για να καταβάλλουν τις ενδιάμεσες πληρωμές για τα κόστη, που έχουν διαταχθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο και αφετέρου από την από … επιστολή της ίδιας ως άνω δικηγορικής εταιρείας προς το Εφετείο του Λονδίνου, όπου αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι λαμβανομένης υπόψη και της οικονομικής αδυναμίας των εναγουσών εταιρειών … κλπ. να χρηματοδοτήσουν περαιτέρω τη δικαστική διαδικασία, δεν υπάρχει λόγος για νέα προφορική συζήτηση της εφέσεως), δεν τεκμαίρεται αναντίρρητα ότι υφίσταται έκδηλη και μόνιμη οικονομική αδυναμία των εναγόντων, καθόσον προέκυψε ότι οι ενάγουσες εταιρείες έχουν ήδη καταβάλει το συνολικό ποσό των 951.000 λιρών Αγγλίας για αποζημίωση και για δικαστική δαπάνη των εναγόμενων ασφαλιστών και των λοιπών ασφαλιστών – αντιδίκων τους για την ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου συζήτηση των ενδίκων αγωγών (συνδικάτα των Lloyds LMI, ήτοι … καθώς και H. D., M. M., A. T., M. M., S. V. S., B. F., I. J. H., M. F., D. D., C. T., G. E.), σε εκτέλεση της από … Απόφασης και της από … σχετικής Διαταγής του Άγγλου Δικαστή κου Burton, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως από τους ενάγοντες αντίγραφα των αποδείξεων κατάθεσης των οικείων ποσών σε πίστωση του Γενικού Λογιστηρίου των Ανωτάτων Δικαστηρίων της Αγγλίας. Εξάλλου, δεν μπορεί να συναχθεί αδιάσειστο τεκμήριο περί της ύπαρξης οικονομικής αδυναμίας των εναγόντων από την αλλαγή νομικής εκπροσώπησής τους ενώπιον των αγγλικών δικαστηρίων, διότι αφενός η επιλογή νομικής εκπροσώπησης από κάθε διάδικο ανάγεται σε κατοχυρωμένο από εθνικά και διεθνή κείμενα δικαίωμά του και αφετέρου η αιτία ορισμένων από τις αλλαγές αυτές συνίσταται στο γεγονός, ότι εκ μέρους των εναγόντων διατυπώθηκε η μομφή σε βάρος του Άγγλου δικηγόρου Crampton περί της διάπραξης σοβαρής παράβασης εκ μέρους του κατά την εκπροσώπηση των εναγόντων στη δίκη ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου το Φεβρουάριο του 2012, οπότε εκδόθηκε η ως άνω απόφαση του Άγγλου Δικαστή κου Burton. Εξάλλου, προέκυψε ότι στο πλαίσιο της υφιστάμενης αντιδικίας τους με τους ασφαλιστές και εν γένει τα ανωτέρω φυσικά και νομικά πρόσωπα, οι ενάγοντες έχουν ήδη καταβάλει σημαντικά ποσά, υπολογιζόμενα στο ποσό των 1.000.000 ευρώ περίπου, για τη νομική εκπροσώπησή τους ενώπιον των ημεδαπών αλλά και αλλοδαπών Δικαστηρίων, από το γεγονός δε αυτό συνάγεται ότι υφίσταται η οικονομική δυνατότητα για την καταβολή της δικαστικής δαπάνης, σε περίπτωση ενδεχόμενης ήττας τους στην παρούσα δίκη. Aκόμη δε και στην από … απόφαση του, επί της οποίας ειδικότερα ο λόγος παρακάτω, ο Δικαστής κ. Flaux εκτίμησε ότι η μη συμμετοχή των εναγόντων στην ενώπιον του διαδικασία δεν οφείλεται σε οικονομική αδυναμία αυτών αλλά την επέβαλαν λόγοι τακτικής. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η ένσταση περί καταβολής εγγυοδοσίας, που προέβαλαν οι εναγόμενοι, είναι απορριπτέα ως ουσία αβάσιμη (πρβλ. ΕφΠειρ 163/2013, ΠΠρΑθ 1738/2012 ό.π.), δεδομένου ότι δεν αποδεικνύεται προφανής κίνδυνος για τη μη εκτέλεση της διάταξης για τα δικαστικά έξοδα σε περίπτωση ενδεχόμενης καταδίκης των εναγόντων όλων των υπό κρίσιν αγωγών.

(Δ) 1. Με βάση τη συνθήκη του Άμστερνταμ, η οποία τέθηκε σε ισχύ τον Μάιο του 1999, εκδόθηκε στις 22-12-2000 από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης ο Κανονισμός 44/2001 για τη διεθνή δικαιοδοσία, αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις γνωστός ως «Κανονισμός Βρυξέλλες Ι». Ο νέος κανονισμός υποκατέστησε τη Σύμβαση των Βρυξελλών (άρθρο 68 του Κανονισμού), στις σχέσεις των κρατών μελών και άρχισε να ισχύει από 1-3-2002. Όπως ισχύει πλέον για όλους τους Κανονισμούς, έτσι και ο Κανονισμός «Βρυξέλλες Ι» έχει άμεση και καθολική ισχύ στα κράτη μέλη. Υπερισχύει του Εθνικού δικαίου ακόμη και του Συντάγματος, και ο εθνικός δικαστής υποχρεούται να τον εφαρμόζει όπως ακριβώς το εθνικό δίκαιο. Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 23 παρ. 1 του ως άνω Κανονισμού (ΕΚ) «αν τα μέρη από τα οποία το ένα τουλάχιστον έχει την κατοικία του στο έδαφος κράτους μέλους, συμφώνησαν ότι ένα δικαστήριο ή τα δικαστήρια του κράτους μέλους θα δικάζουν τις διαφορές που έχουν προκύψει ή θα προκύψουν από συγκεκριμένη έννομη σχέση, το δικαστήριο αυτό ή τα δικαστήρια του κράτους αυτού, έχουν διεθνή δικαιοδοσία. Αυτή η δικαιοδοσία είναι αποκλειστική, εκτός αν τα μέρη συμφώνησαν άλλως. Μια τέτοια συμφωνία διεθνούς δικαιοδοσίας πρέπει να καταρτισθεί: α) είτε γραπτά είτε προφορικά με γραπτή επιβεβαίωση, β) είτε υπό τύπο ανταποκρινόμενο στην πρακτική που έχουν καθιερώσει οι συμβαλλόμενοι στις μεταξύ τους σχέσεις, γ) είτε στο διεθνές εμπόριο, υπό τύπο ανταποκρινόμενο στις συνθήκες τις οποίες τα μέρη γνωρίζουν ή οφείλουν να γνωρίζουν και οι οποίες είναι ευρέως γνωστές σε αυτού του είδους την εμπορική δραστηριότητα και τηρούνται τακτικά από τους συμβαλλομένους σε συμβάσεις, του είδους για το οποίο πρόκειται στην συγκεκριμένη εμπορική δραστηριότητα». Επομένως, στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού αυτού, το άρθρο 3 παρ. 1 του ΚΠολΔ, που ρυθμίζει την διεθνή δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων, καθώς και όλες οι γενικές και ειδικές διατάξεις του ελληνικού δικαίου ως βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας, παραμερίσθηκαν αυτόματα (βλ. για την ταυτότητα του λόγου Κεραμέα: Η Σύμβαση των Βρυξελλών κ.λπ. ΝοΒ 38,1285, ΕφΑθ 5610/1999 ΕλλΔνη 43,1455). Κατά το ΔΕΕ, η ερμηνεία των συμφωνιών παρεκτάσεως δεν θα πρέπει να παραγκωνίζει την ελευθερία διαθέσεως των διαδίκων μερών. Η ευρύτητα στην ερμηνεία της ρήτρας παρεκτάσεως σχετικά με τις διαφορές που καλύπτονται υπ’ αυτής επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι κατά το ίδιο Δικαστήριο, το ορισθέν στο πλαίσιο έγκυρης ρήτρας παρεκτάσεως δικαστήριο κράτους μέλους είναι αποκλειστικώς αρμόδιο και όταν με την αγωγή ζητείται, μεταξύ άλλων, να αναγνωρισθεί ακυρότητα της συμβάσεως που περιέχει την εν λόγω ρήτρα. Περαιτέρω, στο πλαίσιο της ερμηνείας του άρθρου 23, η συμφωνία παρεκτάσεως καλύπτει και αδικοπρακτικές αξιώσεις -κατά το εφαρμοστέο σε αυτές ουσιαστικό δίκαιο, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού των σχετικώς παραγόμενων διαφορών ως τοιούτων εξ αδικοπραξίας ή συμβάσεως, για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 5 του Κανονισμού 44/2001- συναφείς με τη σύμβαση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ερμηνεία της ρήτρας παρεκτάσεως πρέπει να γίνει κατά το εφαρμοστέο δίκαιο στο ουσιαστικό περιεχόμενο της ρήτρας, δηλ. κατά τα προαναφερθέντα, πρωτίστως από τον ίδιο τον Κανονισμό και δευτερευόντως από το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή ή τη lex fori του παρεκτεινομένου δικαστηρίου ή με αναφορά στο δίκαιο που διέπει τη σύμβαση, στην οποία εμπεριέχεται η ρήτρα παρεκτάσεως. Προσήκει μία διασταλτική ερμηνεία της ρήτρας παρεκτάσεως, ούτως ώστε να καταλαμβάνονται όλες οι διαφορές, οι οποίες ανακύπτουν σε σχέση με τη σύμβαση, στην οποία εμπεριέχεται η ρήτρα παρεκτάσεως (βλ. και ΔΕΕ 10.3.1992 υπόθ. C-214/89 (Duffryn/Petereit) ΣυλλΝομολ 1992 Ι-1745, ΔΕΕ 3.7.1977 υπόθ. C-269/95 (Benincasa/Dentalkit) ΣυλλΝομολ 1997 Ι-3767, Mankowski σε Rauscher (εκδ.) Europaisches Zivilprozess und Kollisionsrecht 2011 Art. 23 Brussel IVO αρ. 62, 140). Κατ’ αυτό τον τρόπο, η ρήτρα καταλαμβάνει και τις αδικοπρακτικές αξιώσεις που ασκούνται μεταξύ των συμβαλλόμενων, εφόσον σχετίζονται με τη σύμβασή τους (βλ. και ΕφΑθ 4609/2012 NoB 2014/581, ΕφΑθ 5973/2013 NoB 2014/583, Σαχπεκίδου «Η παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας στον ενιαίο ευρωπαϊκό χώρο» 2000 σελ 106, Schlosser «Europaisches Zivilprozessrecht» ό.π., Art. 23 EuGWO αριθ. 38, Kropholler/von Hein «Europaisches Zivilprozessrecht» 2011 Art. 23 αριθ 69, Mankowski σε Rauscher ό.π. Art. 23 Brussel I-VO αριθ. 62a, Hausmann σε Unalex Kommentar Brussel I-Verordnung 2012 Art. 23 αριθ. 140). Τούτο δε προκειμένου να αποφευχθούν λύσεις που θα μπορούσαν να είναι ασυμβίβαστες, εάν οι υποθέσεις κρίνονταν χωριστά. Σχετικά προς την επάρκεια του ορισμένου της ρήτρας παρεκτάσεως, το άρθρ. 23 παρ. 1 του Κανονισμού σαφώς διαλαμβάνει περί διαφορών που είτε ήδη έχουν προκύψει είτε πρόκειται στο μέλλον να προκύψουν. Συμφωνία παρεκτάσεως αναφορικά με αδικοπρακτικές ενοχές που καταρτίζεται προ της επελεύσεως του ζημιογόνου γεγονότος, εφόσον αφορά αξίωση εξ αδικοπραξίας αναφορικά με συγκεκριμένη έννομη σχέση που βαίνει παραλλήλως, είναι έγκυρη (ΕφΑθ 4467/2010 ΔΕΕ 2011218 επ.), τούτο δε διότι υπάρχει σύνδεση με συγκεκριμένη έννομη σχέση, που δεν δημιουργεί θέμα ασάφειας της ρήτρας. Εν περιπτώσει αμφιβολίας, πρέπει, κατά την αρχή της favor validitatis της συμβάσεως, να προτιμάται η εγκυρότητα της ρήτρας. Και τούτο, διότι βάσει της γενικής αρχής της αυτονομίας της βουλήσεως, οι διάδικοι με τη συμφωνία τους αυτή εκφράζουν τη βούλησή τους, προβαίνοντας στον καθορισμό του συγκεκριμένου κατά τόπον αρμόδιου πολιτικού δικαστηρίου και η συμφωνία τους αυτή είναι έγκυρη, εκτός αν συντρέχουν άλλοι λόγοι νομίμου προσβολής της (ΟλΑΠ 4/1992 ΝοΒ 1992/707, ΕφΠειρ 62/2013 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 3 και 4 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 42, 43 και 44 του ίδιου Κώδικα συνάγεται ότι με συμφωνία των μερών μπορεί να αποκλεισθεί η διεθνής δικαιοδοσία των ελληνικών πολιτικών δικαστηρίων επί υφιστάμενων διαφορών, όταν η συμφωνία γίνει εγγράφως και επί διαφορών που θα προκύψουν από ορισμένη σχέση (εφόσον πρόκειται για  διαφορές που έχουν περιουσιακό αντικείμενο), με την προϋπόθεση ότι τούτο καθορίζεται κατά τρόπο σαφή. Στην περίπτωση αυτή, με βάση τη γενική αρχή της αυτονομίας της βούλησης, οι διάδικοι με τη συμφωνία τους εκφράζουν τη βούλησή τους και έτσι προβαίνουν στον καθορισμό του κατά τόπον αρμόδιου πολιτικού δικαστηρίου και η συμφωνία τους αυτή είναι έγκυρη, εκτός αν συντρέχουν άλλοι λόγοι νόμιμης προσβολής της (βλ. ΟλΑΠ 4/1992, ΑΠ 1288/1994 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η συμφωνία παρέκτασης αποτελεί δικονομική σύμβαση, το κύρος και ο τύπος της κρίνεται κατά το lex fori, ενώ το δικαίωμα πρότασής της δεν υπόκειται στον περιορισμό του άρθρου 281 ΑΚ, με βάση δε το άρθρο 44 ΚΠολΔ, οι ως άνω συμφωνίες δημιουργούν αποκλειστική αρμοδιότητα, εκτός αν από τη συμφωνία προκύπτει το αντίθετο (βλ. ΕφΑθ 717/2009 ΕλλΔνη 2009.559, ΕφΑθ 6359/2003 ΕλλΔνη 6359/2003 ΕλλΔνη 2004/1466). Η έγγραφη αυτή συμφωνία, όταν συνομολογείται να αφορά κάθε μελλοντική διαφορά, που τυχόν θα προκύπτει από μια έννομη σχέση, περιλαμβάνει κάθε σχετική αξίωση είτε από αδικοπραξία, είτε από αδικαιολόγητο πλουτισμό, ανεξαρτήτως σε ποιες διατάξεις νομού θα υπαγόταν κάθε φορά το πραγματικό αυτής (βλ. ΑΠ 822/2001 ΕλλΔνη 2001/912, ΕφΑθ 5973/2013 ΝοΒ 2014/583). Τέλος, μια τέτοια συμφωνία παρέκτασης αρμοδιότητας δικαστηρίου καλύπτει και τις συναφείς αξιώσεις που απορρέουν από τη συγκεκριμένη έννομη σχέση και στηρίζονται στις περί αδικοπραξιών διατάξεις, προκειμένου να αποφευχθούν λύσεις που θα μπορούσαν να είναι ασυμβίβαστες εάν οι υποθέσεις κρίνονταν χωριστά (βλ. ΑΠ 948/2015, ΑΠ 1542/2014 και ΑΠ 1697/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 755/1993 ΕΕΝ 1994.529, ΑΠ 1288/1994, ΕφΑθ 4609/2012 ό.π., ΕφΑθ 4467/2010, ΕφΑθ 2523/2005, ΠΠρΑθ 21/2011, ΠΠρΑθ 6765/2004 δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ECJ C-9/87, 8.3.1988, Arcado/Haviland, ECR (1988) 1539, ECJ 27.9.1988, Case 189/87, Athanasios Kalfelis v Bankhaus Schroeder, Muenchmeyer, Hengst and Co. Andothers, [1988] ECR 5565, βλ. επίσης σχ. και άρθρα 6.1 και 28 παρ. 3 του Κανονισμού 44/2001 ΕΚ, καθώς και Κεραμέα/Κρεμλή/Ταγαρά, ό.π., Συμπλήρωμα 1996, άρθρο 17 αριθ 22-23, Βασιλακάκη «Ειδικές βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας επί διαφορών από σύμβαση και από αδικοπραξία» 2004 σελ. 195-196). Περαιτέρω, ο ως άνω Κανονισμός 44/2001 διατήρησε στο άρθρο 33 το σύστημα της αυτόματης αναγνωρίσεως των αποφάσεων εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Το κράτος αναγνωρίσεως αποδέχεται την αυτοδίκαιη ένταξη των αποτελεσμάτων της αλλοδαπής αποφάσεως στην έννομη τάξη του σαν να επρόκειτο για δική του απόφαση, χωρίς την παρεμβολή άλλης διαδικασίας, ενώ παράλληλα η ίδια διαδικασία δεν μπορεί να αρχίσει εκ νέου σε άλλο κράτος μέλος. Επέμβαση δικαστικής αρχής προβλέπεται μόνον όταν η αναγνώριση της αποφάσεως αμφισβητείται. Στην περίπτωση αυτή, καθιερώνεται, κατά το πρότυπο της Σύμβασης των Βρυξελλών, διαδικασία για την κύρια ή παρεμπίπτουσα αναγνώρισή της, η οποία όμως απλοποιείται σημαντικά, ώστε να θεραπεύσει τους στόχους του κανονισμού αυτού. Όταν πάντως το ζήτημα αναγνωρίσεως προκύπτει παρεμπιπτόντως σε άλλη δίκη, ο Κανονισμός (άρθρο 33 παρ. 3), όπως ακριβώς και η Σύμβαση των Βρυξελλών, προσδίδει στο δικαστήριο της κύριας αγωγής διεθνή δικαιοδοσία να κρίνει την αναγνώριση. Το Δικαστήριο αυτό έχει παράλληλα διεθνή δικαιοδοσία να αποφανθεί για την ύπαρξη ενός από τους λόγους μη αναγνωρίσεως των άρθρων 34 και 35. Ενόψει όμως της αδυναμίας αυτεπάγγελτου ελέγχου εκ μέρους του δικαστηρίου, οι ανωτέρω λόγοι πρέπει να προταθούν και να αποδειχθούν από το διάδικο που αμφισβητεί. Οι λόγοι, που εμποδίζουν την αναγνώριση της αλλοδαπής αποφάσεως, προβλέπονται περιοριστικά στα άρθρα 34 και 35 του Κανονισμού. Ο Κανονισμός, ως λόγο μη αναγνωρίσεως ή εκτελέσεως των αποφάσεων, αναγνωρίζει την επιφύλαξη της γενικής ρήτρας της δημόσιας τάξεως που ανευρίσκεται στα περισσότερα εθνικά δίκαια, αλλά και στις διμερείς συμβάσεις. Σύμφωνα λοιπόν με το άρθρο 34 σημ. 1, «απόφαση δεν αναγνωρίζεται αν η αναγνώριση αντίκειται προφανώς στη δημόσια τάξη του κράτους αναγνωρίσεως». Η προσθήκη του επιρρήματος «προφανώς», που δεν ανευρίσκεται στην αντίστοιχη ρύθμιση της Σύμβασης των Βρυξελλών, υπαγορεύθηκε από την ανάγκη να υπογραμμισθεί ακόμα περισσότερο ο εξαιρετικός χαρακτήρας της ρήτρας. Η επιφύλαξη της δημόσιας τάξεως παραμένει λοιπόν ο κατ’ εξοχήν εξαιρετικός λόγος μη αναγνωρίσεως των κοινοτικών αποφάσεων και η σχετική διάταξη που τον καθιερώνει πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικά, έτσι ώστε η εφαρμογή της να εφαρμόζεται σε απολύτως ακραίες περιπτώσεις. Η νέα διατύπωση της διατάξεως αποτυπώνει το σύγχρονο πνεύμα της νομολογίας του ΔΕΚ, όπου εκτίθενται τα ανωτέρω σχετικά με την εφαρμογή της ρήτρας της δημόσιας τάξης σε εξαιρετικές περιπτώσεις και τη συσταλτική ερμηνεία της έννοιας αυτής, καθόσον αποτελεί εμπόδιο στην επίτευξη των σκοπών της Σύμβασης των Βρυξελλών που είναι, μεταξύ άλλων, η ελεύθερη κυκλοφορία των αποφάσεων μέσω της θέσπισης απλής και ταχείας διαδικασίας περιαφής εκτελεστήριου τύπου (βλ. σχ. C-7/98, Krombach/Bamberski, σκέψη 19, Συλλογή Νομολογίας του Δικαστηρίου 2000 σελίδα Ι-01935, C-267/97, Coursier, σκέψη 25, Συλλογή Νομολογίας του Δικαστηρίου 1999, σ. Ι-2543, C-78/95, Hendrikman και Feyen, σκέψη 23, Συλλογή Νομολογίας του Δικαστηρίου 1996 σ. Ι-4943, C-414/92, Solo Kleinmotoren, σκέψη 20, Συλλογή Νομολογίας του Δικαστηρίου 1994  σ. Ι-2237, C-145/86, Hoffman, Συλλογή Νομολογίας του Δικαστηρίου 1988 σ. 645 σκέψη 21 βλ. σχετικώς και υπ’ αρ. 6 Εισηγητική Σκέψη του Κανονισμού). Ενόψει της απαγορεύσεως της κατ’ ουσίαν αναθεωρήσεως της αλλοδαπής αποφάσεως, αντίθεση στη δημόσια τάξη υπάρχει μόνον όταν η αναγνώριση ή η εκτέλεση προσκρούει κατά τρόπο ανεπίτρεπτο στην έννομη τάξη του κράτους υποδοχής, παραβιάζοντας θεμελιώδεις αρχές και δικαιώματά του. Σε αυτά, πρωτεύουσα θέση κατέχει και το κατοχυρωμένο από την ΕΣΔΑ δικαίωμα υπερασπίσεως, το οποίο δεν μπορεί να θυσιάζεται στο βωμό της απλουστεύσεως των διατυπώσεων για την αμοιβαία αναγνώριση ή εκτέλεση. Είναι προφανές ότι η έννοια της «κατάφωρης προσβολής» αποδίδει την έννοια της προφανούς προσβολής της δημόσιας τάξεως, κατ’ άρθρο 34 παρ. 1 του Κανονισμού, η οποία μάλιστα πρέπει, υπό το φως της αποφάσεως αυτής, να προσεγγίζεται πλέον όχι μόνο με Εθνικά αλλά και με Κοινοτικά κριτήρια. Εξάλλου, στο άρθρο 27 του ως άνω Κανονισμού ορίζονται τα εξής: «1) Αν έχουν ασκηθεί αγωγές με την ίδια αιτία μεταξύ των διαδίκων ενώπιον δικαστηρίων διαφόρων κρατών μελών, κάθε δικαστήριο, εκτός εκείνου που επελήφθη πρώτο, αναστέλλει αυτεπάγγελτα τη διαδικασία του μέχρις ότου διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του δικαστηρίου που επελήφθη πρώτο. 2) Όταν διαπιστωθεί η διεθνής δικαιοδοσία του πρώτου επιληφθέντος δικαστηρίου, κάθε δικαστήριο, εκτός εκείνου που έχει πρώτο επιληφθεί, οφείλει να διαπιστώσει την έλλειψη διεθνούς δικαιοδοσίας του υπέρ του πρώτου δικαστηρίου.» Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι το Δικαστήριο που έχει επιληφθεί πρώτο, αυτό θα εκδικάσει την υπόθεση και τα δικαστήρια, που έχουν τυχόν επιληφθεί μεταγενέστερα, οφείλουν να διαπιστώσουν αυτεπαγγέλτως την έλλειψη διεθνούς δικαιοδοσίας τους υπέρ του δικαστηρίου αυτού. Πρακτικώς, παρέπεται ότι θα πρέπει να απορρίψουν τις ενώπιον τους αγωγές ως απαράδεκτες, η δε υπόθεση θα εκδικασθεί από το πρώτο δικαστήριο (ΕφΠειρ 617/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, «Η Σύμβαση των Βρυξελλών για τη Διεθνή δικαιοδοσία των αποφάσεων» εις χειρ. Κεραμέας – Κρεμλής – Ταγαράς αρ. 21 σελ. τώρα 27 του διεθνούς Κανονισμού σελ. 185 επ.). Εξάλλου, γίνεται δεκτό ότι κατά τη διάταξη του άρθρου 34 της Σύμβασης των Βρυξελλών της 27-9-1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων (το οποίο αντιστοιχεί στα άρθρα 41 και 45 του Κανονισμού 44/2001), συνδυαζόμενη προς τις διατάξεις των άρθρων 27 και 28 της Σύμβασης  (τα οποία αντιστοιχούν στα άρθρα 34 και 35 του Κανονισμού 44/2001), δεν  αποτελεί λόγο απόρριψης της αίτησης αναγνώρισης της αλλοδαπής απόφασης η  παράβαση του άρθρου 21 της Σύμβασης (το οποίο αντιστοιχεί στο άρθρο 27 του Κανονισμού 44/2001), ενώ κατά τη διαδικασία της αναγνώρισης δεν ερευνάται η διεθνής δικαιοδοσία του δικαστηρίου της προέλευσης, πλην των εξαιρέσεων της πρώτης παραγράφου του άρθρου 28 της Σύμβασης των Βρυξελλών (αντίστοιχου άρθρου 28 του Κανονισμού), για τις οποίες τώρα δεν πρόκειται, ούτε οι σχετικοί με αυτή κανόνες προσκρούουν ση δημόσια τάξη του άρθρου 27 παρ.1 αυτής (αντίστοιχου άρθρου 34 παρ. 1 του Κανονισμού ΕΚ 44/2001) (άρθρο 28 παρ.3) (βλ. σχ. ΑΠ 36/2003 ΕλλΔνη 2004/431). Επίσης, σύμφωνα με όσα γίνονται δεκτά στη νομική θεωρία, οι διατάξεις των άρθρων 34 και 35 του Κανονισμού ΕΚ 44/2001 ερμηνεύονται στενά και δεν μπορεί, κατά τη νομολογία του ΔΕΕ, να εφαρμοσθούν αναλογικά σε άλλες αρρύθμιστες περιπτώσεις, όπως στην περίπτωση που εκδόθηκε κατά παράβαση των άρθρων 27 και 28 για την εκκρεμοδικία και τη συνάφεια, διότι η συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 34 του Κανονισμού συνεπάγεται την παρεμπόδιση της αναγνώρισης ή/και εκτελεστότητας μιας απόφασης και εντεύθεν την παρεμπόδιση του αποτελέσματος της επίτευξης ενός εκ των θεμελιωδών σκοπών του Κανονισμού 44/2011, ήτοι της προώθησης της ελεύθερης κυκλοφορίας των αποφάσεων, με την πρόβλεψη μιας απλής και ταχείας διαδικασίας κηρύξεως της εκτελεστότητας (βλ. σχ. Αν. Βαλτούδη «Η έννοια των ασυμβίβαστων δικαστικών αποφάσεων του άρθρου 34 αρ. 3 και 45 εδ. α΄ του Κανονισμού 44/2001, με αφορμή την απόφαση ΔΕΕ 26.9.2013 Saltzgilter/Laminorul C-157/12). Έτι περαιτέρω, οι αιτιολογικές σκέψεις 2, 6, 15, 16 και 17 του Κανονισμού 44/2001 έχουν ως εξής: «(2) Ορισμένες διαφορές μεταξύ των εθνικών κανόνων για τη δικαιοδοσία και την αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων δυσχεραίνουν την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Είναι ουσιώδης η θέσπιση διατάξεων σχετικά με την ενοποίηση των κανόνων σύγκρουσης δικαιοδοσίας στις αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθώς και σχετικά με την απλούστευση των διατυπώσεων για την ταχεία και απλή αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων κρατών μελών που δεσμεύονται από τον ανά χείρας κανονισμό. (6) Για να επιτευχθεί ο στόχος της ελεύθερης κυκλοφορίας των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, είναι αναγκαίο και ενδεδειγμένο οι κανόνες σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση των αποφάσεων να καθορίζονται από δεσμευτικό και άμεσα εφαρμοστέο κοινοτικό νομοθέτημα. (15) Για λόγους αρμονικής απονομής της δικαιοσύνης, θα πρέπει να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα παράλληλης εκδίκασης μιας υπόθεσης και να αποφεύγεται η έκδοση ασυμβιβάστων αποφάσεων σε δύο κράτη μέλη. Πρέπει να προβλεφθεί σαφής και αποτελεσματικός μηχανισμός για την επίλυση των περιπτώσεων εκκρεμοδικίας και συνάφειας και για την αποφυγή προβλημάτων που απορρέουν από τις διαφοροποιήσεις στα κράτη μέλη ως προς την ημερομηνία, κατά την οποία μια υπόθεση θεωρείται ότι εκκρεμεί. Για τους σκοπούς του ανά χείρας κανονισμού πρέπει να καθοριστεί η ημερομηνία αυτή αυτοτελώς. (16) Η αμοιβαία εμπιστοσύνη στην απονομή της δικαιοσύνης δικαιολογεί την αυτόματη αναγνώριση των αποφάσεων που εκδίδονται σε κράτος μέλος, χωρίς να απαιτείται καμία διαδικασία, εκτός σε περίπτωση αμφισβήτησης. (17) Η προαναφερόμενη αμοιβαία εμπιστοσύνη απαιτεί αποτελεσματικότητα και ταχύτητα της διαδικασίας, με την οποία κηρύσσεται εκτελεστή σε κράτος μέλος απόφαση που εκδόθηκε σε άλλο κράτος μέλος. Για το σκοπό αυτό, μια απόφαση θα πρέπει να κηρύσσεται εκτελεστή κατά τρόπο οιονεί αυτόματο, μετά από απλό τυπικό έλεγχο των υποβαλλομένων εγγράφων, χωρίς να έχει το δικαστήριο τη δυνατότητα να προβάλει αυτεπαγγέλτως έναν από τους λόγους μη εκτέλεσης που προβλέπονται από τον ανά χείρας κανονισμό». Το άρθρο 32 του Κανονισμού 44/2001 ορίζει τα εξής: «Ως απόφαση, κατά την έννοια της παρούσας συμβάσεως, νοείται κάθε απόφαση εκδιδόμενη από δικαστήριο συμβαλλόμενου κράτους, οποιαδήποτε και αν είναι η ονομασία της, όπως απόφαση, διαταγή, διαταγή εκτελέσεως, καθώς και ο καθορισμός της δικαστικής δαπάνης από τον γραμματέα.», το άρθρο 33 του ιδίου Κανονισμού έχει ως εξής: «1. Απόφαση, που εκδίδεται σε συμβαλλόμενο κράτος, αναγνωρίζεται στα υπόλοιπα συμβαλλόμενα κράτη χωρίς ιδιαίτερη διαδικασία. 2. Σε περίπτωση αμφισβητήσεως, κάθε ενδιαφερόμενος που [προβάλλει ως κύριο αίτημα] την αναγνώριση μπορεί να ζητήσει, κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στα τμήματα 2 και 3 του παρόντος τίτλου, να διαπιστωθεί ότι η απόφαση πρέπει να αναγνωρισθεί. 3. Αν η επίκληση της αναγνωρίσεως γίνεται παρεμπιπτόντως ενώπιον δικαστηρίου συμβαλλόμενου κράτους, το δικαστήριο αυτό έχει διεθνή δικαιοδοσία να κρίνει σχετικά». Το άρθρο 34 του ιδίου Κανονισμού έχει ως εξής: «Απόφαση δεν αναγνωρίζεται: 1) Αν η αναγνώριση αντίκειται προφανώς στη δημόσια τάξη του κράτους αναγνωρίσεως, 2) αν το εισαγωγικό έγγραφο της δίκης ή άλλο ισοδύναμο έγγραφο δεν έχει επιδοθεί ή κοινοποιηθεί στον ερημοδικήσαντα εναγόμενο εγκαίρως και κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να αμυνθεί, εκτός εάν ο εναγόμενος παρέλειψε να ασκήσει προσφυγή κατά της αποφάσεως ενώ μπορούσε να το πράξει, 3) αν η απόφαση είναι ασυμβίβαστη με απόφαση που έχει εκδοθεί μεταξύ των ιδίων διαδίκων στο κράτος αναγνωρίσεως και 4) αν είναι ασυμβίβαστη με απόφαση που εκδόθηκε προγενέστερα μεταξύ των ιδίων διαδίκων και με το ίδιο αντικείμενο και την ίδια αιτία σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτο κράτος, εφόσον η προγενέστερη αυτή απόφαση συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την αναγνώρισή της στο κράτος αναγνωρίσεως». Το άρθρο 35 του ιδίου Κανονισμού έχει ως εξής: «1. Απόφαση δεν αναγνωρίζεται, επίσης, αν έχουν παραβιασθεί οι διατάξεις των τμημάτων 3, 4 και 6 του τίτλου II, καθώς και στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 72, 2. Κατά τον έλεγχο των βάσεων διεθνούς δικαιοδοσίας που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, η αρχή, ενώπιον της οποίας ζητείται η αναγνώριση, δεσμεύεται από τις πραγματικές διαπιστώσεις, στις οποίες το δικαστήριο του κράτους προελεύσεως έχει θεμελιώσει τη διεθνή δικαιοδοσία του, 3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της πρώτης παραγράφου, δεν ερευνάται η διεθνής δικαιοδοσία των δικαστηρίων του κράτους μέλους προελεύσεως. Οι σχετικοί με τη διεθνή δικαιοδοσία κανόνες δεν αφορούν τη δημόσια τάξη, υπό την έννοια του άρθρου 34, σημείο 1». Το άρθρο 36 του ιδίου Κανονισμού έχει ως εξής: «Αποκλείεται η επί της ουσίας αναθεώρηση της αλλοδαπής αποφάσεως». Ειδικότερα, για το ζήτημα της αναγνώρισης αλλοδαπής απόφασης, ως προς το κριθέν από αυτή ζήτημα της αναγνωρίσεως ή της ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας, το ΔΕΕ με την υπ’ αριθ. C-456/2011 (Gothaer Allgemeine Versicherung AG/Samskip Gmbh) απόφασή του, απαντώντας στα ενώπιον του υποβληθέντα προδικαστικά ερωτήματα α) περί του αν το άρθρο 32 του Κανονισμού 44/2001 έχει την έννοια ότι καταλαμβάνει απόφαση, με την οποία δικαιοδοτικό όργανο κράτους μέλους αποφαίνεται ότι στερείται αρμοδιότητας, θεμελιώνοντας την κρίση του σε ρήτρα περί απονομής δικαιοδοσίας, ακόμη και στην περίπτωση, κατά την οποία η σχετική δικαστική απόφαση θα χαρακτηριζόταν ως «απόφαση επί του παραδεκτού», βάσει του δικαίου άλλου κράτους μέλους και β) αν τα άρθρα 32 και 33 του κανονισμού 44/2001 έχουν την έννοια ότι το δικαστήριο, ενώπιον του οποίου ζητείται η αναγνώριση αποφάσεως, με την οποία το δικαστήριο άλλου κράτους μέλους, αποφάνθηκε ότι στερείται αρμοδιότητας, θεμελιώνοντας την κρίση του σε ρήτρα περί απονομής δικαιοδοσίας, δεσμεύεται από την αφορώσα την εγκυρότητα της εν λόγω ρήτρας διαπίστωση, η οποία περιέχεται στο σκεπτικό της τελεσίδικης δικαστικής αποφάσεως, έκρινε ως εξής: Προκαταρκτικώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, σύμφωνα με το γράμμα του άρθρου 32 του Κανονισμού 44/2001, η έννοια της «αποφάσεως» καταλαμβάνει «κάθε» απόφαση εκδοθείσα από δικαστήριο κράτους μέλους, χωρίς καμία διάκριση λόγω του περιεχομένου της, όπερ επάγεται καταρχήν ότι η έννοια αυτή καταλαμβάνει και απόφαση, με την οποία το δικαστήριο κράτους μέλους αποφαίνεται ότι στερείται αρμοδιότητας, θεμελιώνοντας την κρίση του σε ρήτρα περί απονομής δικαιοδοσίας. Κατά πάγια νομολογία, οι διατάξεις του Κανονισμού 44/2001 πρέπει να ερμηνεύονται αυτοτελώς, λαμβανομένων υπόψη του συστήματος και των σκοπών του (βλ. συναφώς, αποφάσεις της 13ης Ιουλίου …, C-103/05, Reisch Montage, Συλλογή …, σ. I-6827, σκέψη 29, της 23ης Απριλίου 2009, C-167/08, Draka NK Cables κ.λπ., Συλλογή 2009, σ. I?3477, σκέψη 19, και της 16ης Ιουλίου 2009, C-189/08, Zuid-Chemie, Συλλογή 2009, σ. I-6917, σκέψη 17). Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη του 2, ένας από τους στόχους του Κανονισμού 44/2001 είναι η «απλούστευση των διατυπώσεων για την ταχεία και απλή αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων κρατών μελών», τα οποία δεσμεύονται από τον Κανονισμό, όπερ συνηγορεί και υπέρ μιας ερμηνείας της εννοίας «απόφαση», χωρίς να λαμβάνεται ο αποδιδόμενος από το δίκαιο κράτους μέλους χαρακτηρισμός σε πράξη εκδοθείσα από εθνικό δικαιοδοτικό όργανο, είτε πρόκειται για το κράτος μέλος προελεύσεως είτε για το κράτος μέλος αναγνωρίσεως. Εξάλλου, στην αιτιολογική σκέψη 6 του Κανονισμού 44/2001 γίνεται λόγος για το στόχο «της ελεύθερης κυκλοφορίας των αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις». Ένας τέτοιος στόχος καθιστά εκ φύσεως επιτακτική την ανάγκη ερμηνείας της κατά το άρθρο 32 του Κανονισμού 44/2001 εννοίας «απόφαση», η οποία καταλαμβάνει και αποφάσεις, με τις οποίες δικαιοδοτικό όργανο κράτους μέλους αποφαίνεται ότι στερείται αρμοδιότητας, θεμελιώνοντας την κρίση του σε ρήτρα περί απονομής δικαιοδοσίας. Πράγματι, η μη αναγνώριση τέτοιων αποφάσεων θα μπορούσε να θίξει σοβαρά την ελεύθερη κυκλοφορία των δικαστικών αποφάσεων. Ως προς το θεσπισθέν με τον Κανονισμό 44/2001 σύστημα, με τις αιτιολογικές σκέψεις του 16 και 17 υπογραμμίζεται η σπουδαιότητα της αρχής της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών όσον αφορά την αναγνώριση και την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων, ώστε να εικάζεται ότι η εν λόγω έννοια δεν ερμηνεύεται συσταλτικώς, προκειμένου να αποφεύγονται, μεταξύ άλλων, διαφορές ως προς το αν υφίσταται «απόφαση». Θα θιγόταν η εν λόγω αμοιβαία εμπιστοσύνη, αν δικαστήριο κράτους μέλους μπορούσε να αρνηθεί την αναγνώριση αποφάσεως, με την οποία δικαστήριο άλλου κράτους μέλους αποφάνθηκε ότι στερείται αρμοδιότητας, θεμελιώνοντας την κρίση του σε ρήτρα περί απονομής δικαιοδοσίας. Η αποδοχή της απόψεως, ότι δικαστήριο κράτους μέλους δύναται να αρνείται την αναγνώριση μιας τέτοιας αποφάσεως, θα προσέκρουε στο θεσπισθέν με τον Κανονισμό 44/2001 σύστημα, καθόσον παρόμοια άρνηση θα ήταν δυνατόν να θίξει την αποτελεσματική λειτουργία των εξαγγελλόμενων στο κεφάλαιο II του εν λόγω κανονισμού κανόνων, οι οποίοι αφορούν την κατανομή της αρμοδιότητας μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών. Το άρθρο 33 εξαγγέλλει την αρχή, ότι οι αποφάσεις πρέπει να αναγνωρίζονται, ενώ τα άρθρα 34 και 35 προβλέπουν εξαιρέσεις από την ανωτέρω αρχή, οι οποίες πρέπει, επομένως, να ερμηνεύονται συσταλτικώς. Άλλωστε, το άρθρο 35 παράγραφος 3 ορίζει ότι δεν μπορεί να ερευνάται η διεθνής δικαιοδοσία των δικαστηρίων του κράτους μέλους προελεύσεως, ενώ το κριτήριο περί δημόσιας τάξεως δεν μπορεί να εφαρμόζεται επί των σχετικών με τη διεθνή δικαιοδοσία κανόνων. Υπό το φως του συνόλου των προηγηθεισών σκέψεων, επιβάλλεται να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 32 του κανονισμού 44/2001 έχει την έννοια ότι καταλαμβάνει και απόφαση, με την οποία το δικαστήριο κράτους μέλους αποφαίνεται ότι στερείται αρμοδιότητας, θεμελιώνοντας την κρίση του σε ρήτρα περί απονομής δικαιοδοσίας. Περαιτέρω, όπως έχει υπενθυμίσει το Δικαστήριο, αναφερόμενο στην έκθεση, την οποία συνέταξε ο P. Jenard αναφορικά με τη Σύμβαση των Βρυξελλών της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 1986, C 298, σ. 29, στο εξής «έκθεση Jenard»), «η αναγνώριση πρέπει να έχει ως συνέπεια να προσδίδει στις αποφάσεις το κύρος και την αποτελεσματικότητα που απολαύουν στο κράτος εκδόσεώς τους» (C-145/1986 Horst Ludwig Martin Hoffmann/Adelheid Krieg, σκέψεις 10-11). Επομένως, αλλοδαπή απόφαση, που έχει αναγνωριστεί δυνάμει του άρθρου 33 του Κανονισμού 44/2001 πρέπει, καταρχήν, να αναπτύσσει στο κράτος αναγνωρίσεως τις ίδιες ένν…ς συνέπειες με εκείνες που αναπτύσσει στο κράτος εκδόσεώς της, με την επιφύλαξη βέβαια των λόγω αρνήσεως της αναγνωρίσεως (βλ. συναφώς, προπαρατεθείσα απόφαση Hoffmann, σκέψη 11). Η ερμηνευτική εκδοχή, που γίνεται επίσης δεκτή υπό το φως της Σύμβασης των Βρυξελλών και από την πλειοψηφία της θεωρίας, κρίνεται επιτυχέστερη και με βάση τον Κανονισμό 44/2001, καθώς υπηρετεί αποτελεσματικότερα την ιδέα της ελεύθερης κυκλοφορίας ενδοκοινοτικών αποφάσεων (Γέσιου Φαλτσή «Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως», τ. ΙΙΙ, σελ. 281). Επιπλέον, η αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των δικαστηρίων αποτελεί το υπόβαθρο του θεσπισθέντος με τον Κανονισμό 44/2001 συστήματος. Πράγματι, επιβάλλεται υψηλός βαθμός αμοιβαίας εμπιστοσύνης, κατά μείζονα λόγο, όταν τα δικαστήρια των κρατών μελών καλούνται να εφαρμόσουν κοινούς κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας. Στο μέτρο αυτό, οι περί τη δικαιοδοσία κανόνες, καθώς και οι αφορώντες την αναγνώριση και την εκτέλεση των αποφάσεων κανόνες, οι οποίοι απαντούν στον Κανονισμό 44/2001, δεν συνιστούν δύο χωριστά και αυτοτελή σύνολα κανόνων, αλλά έχουν στενή σχέση μεταξύ τους (απόφαση της 21ης Ιουνίου 2012, C-514/10, Wolf Naturprodukte, σκέψη 25). Ένας τέτοιος δεσμός είναι εκείνος, ο οποίος αφενός δικαιολογεί τον απλοποιημένο μηχανισμό αναγνωρίσεως και εκτελέσεως του άρθρου 33, παράγραφος 1, του εν λόγω Κανονισμού, κατά τον οποίο οι εκδοθείσες σε κράτος μέλος αποφάσεις αναγνωρίζονται καταρχήν στα λοιπά κράτη μέλη και ο οποίος αφετέρου επάγεται, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 35 παράγραφος 3 του ιδίου Κανονισμού, την έλλειψη ελέγχου της διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων του κράτους μέλους εκδόσεως της αποφάσεως (βλ. συναφώς, γνωμοδότηση 1/03 της 7ης Φεβρουαρίου …, Συλλογή …, σ. I-1145, σκέψη 163). Στο μέτρο, κατά το οποίο δικαστήριο του κράτους μέλους προελεύσεως διαπίστωσε την εγκυρότητα μιας τέτοιας ρήτρας περί απονομής δικαιοδοσίας, στο πλαίσιο του ελέγχου της δικής του διεθνούς δικαιοδοσίας, θα αντέκειτο προς την αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, κατά την απονομή της δικαιοσύνης εντός της Ένωσης, το να εξετάσει εκ νέου το ίδιο ζήτημα της εγκυρότητας δικαστήριο του κράτους μέλους αναγνωρίσεως. Εξάλλου, όπως προκύπτει από το άρθρο 36 του Κανονισμού 44/2001, αποκλείεται «η επί της ουσίας αναθεώρηση» της αποφάσεως του κράτους μέλους εκδόσεως, σύμφωνα με την ανωτέρω αρχή περί αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Πράγματι, κατά την έκθεση Jenard (σ. 74) «[η] έλλειψη [αναθεωρήσεως επί της ουσίας] επιβάλλει πλήρη εμπιστοσύνη στο δικαστήριο του κράτους εκδόσεως της αποφάσεως· η εμπιστοσύνη αυτή, όσον αφορά το βάσιμο της δικαστικής αποφάσεως, πρέπει φυσιολογικά να επεκτείνεται και στην εφαρμογή των [εναρμονισμένων] κανόνων δικαιοδοσίας από το δικαστήριο». Το να γίνεται δεκτό ότι το δικαστήριο κράτους μέλους αναγνωρίσεως έχει τη δυνατότητα να κρίνει άκυρη τη ρήτρα περί απονομής δικαιοδοσίας, την οποία το δικαστήριο του κράτους μέλους προελεύσεως αναγνώρισε ως έγκυρη, θα προσέκρουε στην εν λόγω απαγόρευση της αναθεωρήσεως της αποφάσεως επί της ουσίας, ιδίως υπό περιστάσεις, υπό τις οποίες το τελευταίο αυτό δικαστήριο θα ήταν δυνατόν να κρίνει ότι είναι αρμόδιο ελλείψει της ανωτέρω ρήτρας. Πράγματι, στην περίπτωση αυτή, μια τέτοια διαπίστωση εκ μέρους του δικαστηρίου του κράτους μέλους αναγνωρίσεως θα έθετε υπό αμφισβήτηση όχι μόνο την ενδιάμεση κρίση του δικαστηρίου του κράτους μέλους προελεύσεως ως προς την εγκυρότητα της ρήτρας περί απονομής δικαιοδοσίας αλλά και της αποφάσεως του εν λόγω δικαστηρίου με την οποία τούτο κρίνει εαυτό αναρμόδιο να επιληφθεί. Η απαγόρευση του ελέγχου της διεθνούς δικαιοδοσίας του δικαστηρίου του κράτους μέλους προελεύσεως συνεπάγεται κατ’ ανάγκη τον περιορισμό της εξουσίας του δικαστηρίου του κράτους μέλους, προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση αναγνωρίσεως να διαπιστώσει τη δική του δικαιοδοσία, στο μέτρο κατά το οποίο το τελευταίο δεσμεύεται από την απόφαση του δικαστηρίου του κράτους μέλους προελεύσεως. Η υποχρέωση περί ομοιόμορφης εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης προϋποθέτει ότι ο εν λόγω περιορισμός προσδιορίζεται επακριβώς σε επίπεδο της Ένωσης και ότι τούτο δεν εξαρτάται από τους αφορώντες την ισχύ του δεδικασμένου διαφορετικούς εθνικούς κανόνες. Η έννοια του δεδικασμένου κατά το δίκαιο της Ένωσης δεν εστιάζεται αποκλειστικώς στο διατακτικό της επίδικης δικαστικής αποφάσεως, αλλά επεκτείνεται και στο σκεπτικό της, το οποίο αποτελεί το αναγκαίο υπόβαθρο του διατακτικού της και συνιστά ως εκ τούτου αναπόσπαστο μέρος αυτού (βλ. ιδίως αποφάσεις της 1ης Ιουνίου …, C-442/03 P και C-71/03 P, P & O European Ferries (Vizcaya) και Diputacin Foral de Vizcaya κατά Επιτροπής, Συλλογή …, σ. I-4845, σκέψη 44, και της 19ης Απριλίου 2012, C-221/10 P, Artegodan κατά Επιτροπής, σκέψη 87). Λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι οι κοινοί κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας, τους οποίους εφαρμόζουν τα δικαστήρια των κρατών μελών, απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης, ειδικότερα δε από τον Κανονισμό 44/2001 και από την ανάγκη περί ομοιομορφίας, η έννοια της ισχύος του δεδικασμένου κατά το δίκαιο της Ένωσης ασκεί επιρροή ως προς τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων, τα οποία παράγει απόφαση, με την οποία το δικαστήριο κράτους μέλους αποφάνθηκε ότι στερείται αρμοδιότητας, θεμελιώνοντας την κρίση του σε ρήτρα περί απονομής δικαιοδοσίας. Υπό την έννοια αυτή, απόφαση, με την οποία το δικαστήριο κράτους μέλους αποφάνθηκε ότι στερείται αρμοδιότητας, θεμελιώνοντας την κρίση του σε ρήτρα περί απονομής δικαιοδοσίας, με το αιτιολογικό ότι η εν λόγω ρήτρα είναι έγκυρη, δεσμεύει τα δικαστήρια των λοιπών κρατών μελών τόσο όσον αφορά την απόφαση περί ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας του εν λόγω δικαστηρίου, η οποία εμπεριέχεται στο διατακτικό της αποφάσεώς του, όσο και όσον αφορά τη διαπίστωση ως προς την εγκυρότητα της ρήτρας, την οποία εμπεριέχει το σκεπτικό της, το οποίο και συνιστά το αναγκαίο υπόβαθρο του συγκεκριμένου διατακτικού (βλ. σχ. σκέψεις 29 και 36-41 της υπ’ αριθ. C-456/2011 απόφασης του ΔΕΕ (Gothaer Allgemeine Versicherung AG/Samskip Gmbh). Από τις προηγηθείσες σκέψεις προκύπτει ότι τα άρθρα 32 και 33 του Κανονισμού 44/2001 έχουν την έννοια ότι το δικαστήριο, ενώπιον του οποίου ζητείται η αναγνώριση αποφάσεως, με την οποία το δικαστήριο άλλου κράτους μέλους αποφάνθηκε ότι στερείται αρμοδιότητας, θεμελιώνοντας την κρίση του σε ρήτρα περί απονομής δικαιοδοσίας, δεσμεύεται από την αφορώσα την εγκυρότητα της εν λόγω ρήτρας διαπίστωση, η οποία απαντά στο σκεπτικό τελεσίδικης δικαστικής αποφάσεως. Εξάλλου, σύμφωνα με τις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα για την εν λόγω υπόθεση: Λόγω της αρχής της αμοιβαίας εμπιστοσύνης που διέπει τις σχέσεις μεταξύ των κρατών μελών και της θεσπίσεως κοινών κανόνων δικαιοδοσίας, τους οποίους οφείλουν να τηρούν όλα τα δικαστήρια των κρατών μελών, ο Kανονισμός 44/2001 αποκλείει, καταρχήν, τον έλεγχο της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου του κράτους προελεύσεως, είτε ασκείται αμέσως, διά του ελέγχου των διαπιστώσεων επί των πραγματικών περιστατικών ή των κριτηρίων επί των οποίων στηρίχθηκε ο δικαστής για να αποφανθεί επί της δικαιοδοσίας είτε εμμέσως, μέσω της δημόσιας τάξεως, απαγορεύοντας, πάντως, στο ίδιο εδάφιο, οποιαδήποτε επί της ουσίας αναθεώρηση της αλλοδαπής αποφάσεως. Σύμφωνα με την έκθεση Jenard, «η μη αναψηλάφηση της υποθέσεως [προϋποθέτει] πλήρη εμπιστοσύνη στο δικαστήριο του κράτους εκδόσεως της αποφάσεως, η εμπιστοσύνη αυτή όσον αφορά το βάσιμο της δικαστικής αποφάσεως πρέπει φυσιολογικά να επεκτείνεται και στην εφαρμογή των κανόνων δικαιοδοσίας από το δικαστήριο». Tο δεσμευτικό αποτέλεσμα της αποφάσεως περί ελλείψεως δικαιοδοσίας πρέπει κατ’ ανάγκην να επεκτείνεται στην κρίση περί του κύρους και της εκτάσεως ισχύος της ρήτρας περί παρεκτάσεως δικαιοδοσίας, ανεξαρτήτως του αν στην κρίση αυτή προσδίδεται ισχύς δεδικασμένου από το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους προελεύσεως ή του κράτους μέλους αναγνωρίσεως. Η άποψη αυτή στηρίζεται, κατ’ αρχάς, στους σκοπούς του Κανονισμού 44/2001, ακολούθως στη γενική οικονομία των δικονομικών διατάξεων του κανονισμού αυτού περί διεθνούς δικαιοδοσίας και, τέλος, στην αρχή της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας. Είναι αντίθετη προς τους σκοπούς αυτούς η αναγνώριση στο δικαστήριο από το οποίο ζητείται η αναγνώριση αλλοδαπής αποφάσεως της εξουσίας να επανεξετάσει την έκταση ισχύος και το κύρος μιας ρήτρας περί παρεκτάσεως δικαιοδοσίας βάσει της οποίας το δικαστήριο του κράτους μέλους προελεύσεως κήρυξε εαυτό αναρμόδιο. Η αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των δικαστηρίων των κρατών μελών, η οποία δικαιολογεί, μεταξύ άλλων, τον αυτόματο χαρακτήρα της αναγνωρίσεως των αλλοδαπών αποφάσεων, τον περιορισμό των λόγων μη αναγνωρίσεως, τον αποκλεισμό του ελέγχου της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου προελεύσεως αλλά και την επί της ουσίας αναθεώρηση προϋποθέτει, πράγματι, ότι κάθε δικαστήριο κράτους μέλους θεωρεί τις αποφάσεις που εκδίδονται από τα δικαστήρια των λοιπών κρατών μελών ισοδύναμες με τις δικές του. Εξ αυτού προκύπτει ότι, αν ένα από τα ισότιμα δικαστήρια έχει ήδη κληθεί, στο πλαίσιο του ελέγχου της δικαιοδοσίας του, να αποφανθεί προηγουμένως επί του κύρους και της εκτάσεως ισχύος μιας ρήτρας περί παρεκτάσεως δικαιοδοσίας, το δικαστήριο άλλου κράτους μέλους από το οποίο ζητείται η αναγνώριση της σχετικής αποφάσεως δεν μπορεί να κρίνει εκ νέου το ίδιο ζήτημα. Η παραδοχή ότι το δικαστήριο του κράτους μέλους, προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση αναγνωρίσεως, μπορεί να θεωρήσει άκυρη τη ρήτρα περί παρεκτάσεως της δικαιοδοσίας που το δικαστήριο του κράτους μέλους προελεύσεως αναγνώρισε ως έγκυρη, θα ερχόταν σε ευθεία αντίθεση προς την αρχή της απαγορεύσεως της επί της ουσίας αναθεωρήσεως αλλοδαπής αποφάσεως, η οποία απαγορεύει στο πρώτο δικαστήριο να αρνηθεί την αναγνώριση ή την εκτέλεση της αποφάσεως που εξέδωσε το δεύτερο με το σκεπτικό ότι το ίδιο θα είχε αποφανθεί διαφορετικά. Μία από τις ισχυρότερες ενδείξεις της εύνοιας του Κανονισμού 44/2001 υπέρ της ελεύθερης κυκλοφορίας των αποφάσεων στο πλαίσιο της Ένωσης είναι η αρχή, σύμφωνα με την οποία η έλλειψη δικαιοδοσίας του δικαστηρίου του κράτους μέλους προελεύσεως δεν αποτελεί λόγο, για να μην αναγνωριστεί η απόφαση που εξέδωσε το δικαστήριο αυτό, εκτός από τις περιπτώσεις που απαριθμούνται περιοριστικά στα άρθρα 34 και 35 του εν λόγω Κανονισμού. Από την αρχή αυτή προκύπτει ότι μια απόφαση επί της ουσίας μπορεί να αναγνωριστεί, ακόμη και αν έχει εκδοθεί κατά παράβαση των κοινών κανόνων ευθείας αρμοδιότητας, που προβλέπονται στο κεφάλαιο II του εν λόγω κανονισμού, έστω και αν το ζήτημα της δικαιοδοσίας δεν αποτέλεσε αντικείμενο αντιπαραθέσεως μεταξύ των διαδίκων. Η απαγόρευση του ελέγχου της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου του κράτους μέλους προελεύσεως συνεπάγεται κατ’ ανάγκην και περιορισμό της εξουσίας του δικαστηρίου του κράτους μέλους, προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση αναγνωρίσεως, να διαπιστώσει τη δική του δικαιοδοσία. Πράγματι, παρόλο που το εθνικό δικαστήριο μπορεί να αποφανθεί μόνον επί της δικής του δικαιοδοσίας, καθόσον ο Κανονισμός 44/2001 δεν επιτρέπει τον έλεγχο της δικαιοδοσίας ενός δικαστηρίου από δικαστήριο άλλου κράτους μέλους, εντούτοις, η απόφαση που εκδίδει το δικαστήριο αποφαινόμενο επί της δικής του δικαιοδοσίας επηρεάζει, κατ’ ανάγκην, εμμέσως τη δικαιοδοσία των λοιπών δικαστηρίων της Ένωσης. Με άλλα λόγια, η άσκηση από ένα δικαστήριο της Ένωσης του καθήκοντός του να ελέγχει τη διεθνή δικαιοδοσία του συνεπάγεται περιορισμό της εξουσίας των λοιπών δικαστηρίων να διαπιστώσουν τη δική τους δικαιοδοσία. Η θεμελιώδης υποχρέωση της ομοιόμορφης εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, εν προκειμένω, προϋποθέτει τον ενιαίο προσδιορισμό του περιορισμού αυτού, ο οποίος δεν μπορεί να ποικίλλει αναλόγως των εθνικών κανόνων που προσδιορίζουν την έκταση της ισχύος του δεδικασμένου. Ένα επιχείρημα υπέρ της απόψεως αυτής παρέχει το άρθρο 35 παράγραφος 2 του Κανονισμού 44/2001, το οποίο, στις περιπτώσεις, στις οποίες κατ’ εξαίρεση το δικαστήριο αναγνωρίσεως μπορεί να ελέγξει τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου του κράτους μέλους προελεύσεως, προβλέπει πάντως ότι το δικαστήριο αναγνωρίσεως δεσμεύεται από τις διαπιστώσεις επί των πραγματικών περιστατικών, στις οποίες στήριξε τη δικαιοδοσία του το δικαστήριο του κράτους μέλους προελεύσεως. Επομένως, ο κανόνας αυτός καθορίζει εκ των προτέρων την επιβαλλόμενη εμπιστοσύνη προς τις διαπιστώσεις επί των πραγματικών περιστατικών του αλλοδαπού δικαστηρίου, ανεξαρτήτως του αν το δικονομικό δίκαιο του κράτους μέλους προελεύσεως ή του κράτος μέλους αναγνωρίσεως προσδίδουν στις διαπιστώσεις αυτές ισχύ δεδικασμένου. Η ανάλυση αυτή επιβάλλεται επιπλέον και υπό το πρίσμα της αρχής της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας. Η αρχή της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας αποτελεί γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης, απορρέει δε από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών και έχει κατοχυρωθεί με τα άρθρα 6 και 13 της Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, η οποία υπογράφηκε στη Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950. Η αρχή αυτή περιελήφθη και στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος, μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβώνας, έχει, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της ΣΕΕ, «το ίδιο νομικό κύρος με τις Συνθήκες». Η αρχή αυτή εκφράζει, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα κάθε προσώπου στη δίκαιη, δημόσια και εντός εύλογης προθεσμίας εκδίκαση της υποθέσεώς του από ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο που έχει προηγουμένως συσταθεί νομίμως. Η άρνηση του δεσμευτικού αποτελέσματος της αποφάσεως του δικαστηρίου προελεύσεως, το οποίο, προτού εξετάσει τη δικαιοδοσία του, έκρινε το ζήτημα του κύρους και της εκτάσεως ισχύος μιας ρήτρας περί παρεκτάσεως δικαιοδοσίας, θα αντέκειτο προς την εν λόγω αρχή, καθώς θα δημιουργούσε σοβαρό κίνδυνο αρνητικής συγκρούσεως δικαιοδοσίας, ο οποίος θα κατέληγε σε παντελή έλλειψη ένδικης προστασίας. Σε περίπτωση, για παράδειγμα, που ένα δικαστήριο κηρύξει εαυτό αναρμόδιο λόγω της υπάρξεως ρήτρας περί απονομής δικαιοδοσίας σε άλλο δικαστήριο, το τελευταίο αυτό δικαστήριο, αν κρίνει άκυρη τη ρήτρα, θα μπορούσε επίσης να κηρύξει εαυτό αναρμόδιο. Εν περιλήψει, οι σκοποί και η γενική οικονομία των δικονομικών διατάξεων του Κανονισμού 44/2001, καθώς και το δικαίωμα σε αποτελεσματική ένδικη προστασία, επιτάσσουν να εκτιμάται το κύρος και η έκταση ισχύος της ρήτρας περί παρεκτάσεως δικαιοδοσίας από ένα και μόνο δικαστήριο της Ένωσης, ενώ το δικαστήριο του κράτους μέλους, προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση αναγνωρίσεως, έχει δικαίωμα να εξετάσει τη ρήτρα αυτή μόνο στις περιοριστικά απαριθμούμενες περιπτώσεις, στις οποίες του επιτρέπεται να ελέγχει τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου του κράτους μέλους προελεύσεως. Επομένως, το δικαστήριο του κράτους μέλους, προς το οποίο υποβάλλεται η αίτηση αναγνωρίσεως, πρέπει να δεσμεύεται από την κρίση του δικαστηρίου του κράτους μέλους προελεύσεως, ακόμη και αν αυτή περιέχεται στο σκεπτικό της αποφάσεως, ανεξαρτήτως του αν αναγνωρίζεται σε αυτήν ισχύς δεδικασμένου από τις εθνικές νομοθεσίες.

  1. Περαιτέρω, οι εναγόμενοι όλων των υπό κρίσιν αγωγών, με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις τους, υπέβαλαν προεχόντως ένσταση ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου προς εκδίκαση της παρούσας υπόθεσης, επικαλούμενοι ότι για τις ασκούμενες αξιώσεις, οι οποίες είναι όλες αξιώσεις από την ασφαλιστική σύμβαση, αποκλειστική δικαιοδοσία έχουν τα δικαστήρια της Αγγλίας και δη το Ανώτερο Δικαστήριο του Λονδίνου, δυνάμει ειδικής συμφωνίας παρέκτασης βάσει των διατάξεων του άρθρου 23 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, η οποία περιλαμβάνεται αφενός στο προαναφερόμενο υπ’ αρ. … ασφαλιστήριο συμβόλαιο, που καταρτίσθηκε μεταξύ όλων των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών και των πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης, έκτης και έβδομης των εναγουσών και αφετέρου στο από … Συμφωνητικό Συμβιβασμού, καταρτισθέν μεταξύ αφενός της πρώτης και της έβδομης των εναγουσών και αφετέρου των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών και ότι το ζήτημα αυτό έχει ήδη κριθεί με σχετικές αποφάσεις των αγγλικών δικαστηρίων, οι οποίες παράγουν δεδικασμένο και αναγνωρίζονται από τα ελληνικά δικαστήρια, βάσει των διατάξεων των άρθρων 33-35 του ως άνω Κανονισμού (ΕΚ).
  2. Στην προκειμένη περίπτωση, αναφορικά με τον ως άνω ισχυρισμό, από την εκτίμηση των σχετικών με την εξέταση του εν λόγω ζητήματος επικαλούμενων και προσκομιζόμενων από τους διαδίκους αποδεικτικών στοιχείων (εγγράφων) και σύμφωνα και με τα προαναφερθέντα στο ιστορικό των υπό κρίσιν αγωγών, προκύπτουν τα ακόλουθα: Κατόπιν της άσκησης από την πρώτη ενάγουσα ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας (Τμήμα Queen’s Bench Division Commercial Court – Εμπορικό Δικαστήριο) της αγωγής με αριθμό φακέλου … κατά των ασφαλιστών του βυθισθέντος πλοίου «…», ήτοι των εδώ εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών 1) … (πρώην …), 2) …, 3) …, 4) … [εφεξής Ασφαλιστές …], καθώς και των 5) … 6) N. B. και 7) … [Ασφαλιστές στους LLOYD’S – εφεξής Ασφαλιστές LMI], με αίτημα την καταβολή ασφαλιστικής αποζημίωσης, ύψους 24.000.000 δολαρίων ΗΠΑ, καταρτίσθηκαν μεταξύ της πρώτης και της έβδομης των εναγουσών και των ως άνω εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών [Ασφαλιστές …], αλλά και των ασφαλιστών στους LLOYD’S [Ασφαλιστές LMI], που είχαν προσυπογράψει αντίστοιχα τις ασφαλιστικές συμβάσεις με αριθμούς … και …, τα από 3-1-2008 και … συμφωνητικά συμβιβασμού αντίστοιχα, δυνάμει των οποίων οι ως άνω ασφαλιστές συμφώνησαν να καταβάλουν ολοσχερώς την αιτούμενη από την πρώτη ενάγουσα ασφαλιστική αποζημίωση, ανερχόμενη, σύμφωνα με τα ως άνω συμφωνηθέντα μέσα στα πλαίσια της μεταξύ τους καταρτισθείσας ασφαλιστικής συμβάσεως, σε ποσοστό (50% για την πρώτη ομάδα ασφαλιστών και 25% για τη δεύτερη ομάδα ασφαλιστών), 75% συνολικά επί της ασφαλιστικής αξίας του βυθισθέντος πλοίου και δη συνολικά στο ποσό των (16.000.000 + 8.000.000 =) 24.000.000 δολαρίων ΗΠΑ, σε πλήρη και οριστική διευθέτηση όλων των απαιτήσεων που μπορεί να έχουν οι ως άνω ενάγουσες εταιρείες από τις ως άνω ασφαλιστικές συμβάσεις σε σχέση με την απώλεια του ως άνω πλοίου, περιλαμβανομένης κάθε απαίτησης για τόκους και έξοδα, το ανωτέρω δε ποσό κατέβαλαν τμηματικά οι Ασφαλιστές στις 5-2-2008, 12-2-2008 και …. Επίσης, ο αλληλασφαλιστικός σύνδεσμος «…, που μετείχε στην ασφάλιση του ως άνω πλοίου, δυνάμει του από … συμφωνητικού συμβιβασμού που καταρτίσθηκε μεταξύ αυτού και της πρώτης ενάγουσας ως πλοιοκτήτριας και της έβδομης ως διαχειρίστριας, συμφώνησε να καταβάλει την αιτούμενη από την πρώτη ενάγουσα ασφαλιστική αποζημίωση, ανερχόμενη, σύμφωνα με τα ως άνω συμφωνηθέντα μέσα στα πλαίσια της μεταξύ τους καταρτισθείσας ασφαλιστικής συμβάσεως, σε ποσοστό 15% επί της ασφαλιστικής αξίας του βυθισθέντος πλοίου, ήτοι στο ποσό των 4.800.000 ευρώ, το οποίο και κατέβαλε στις …. Ειδικότερα, στο προαναφερόμενο από 3-1-2008 συμφωνητικό συμβιβασμού, που καταρτίσθηκε μεταξύ αφενός της πρώτης ενάγουσας ως πλοιοκτήτριας, της έβδομης ενάγουσας ή/και Διαχειριστών ή/και Ιδιοκτητών ή/και Συνεργαζόμενων ή/και Συνδεδεμένων Εταιρειών για τα αντίστοιχα δικαιώματά τους επί του ως άνω πλοίου (ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΟΣ) και αφετέρου τις ως άνω εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες [Ασφαλιστές …], προβλέπονται τα εξής: «1. Κάθε Ασφαλιστής συμφωνεί να καταβάλει στις 18 Ιανουαρίου 2008 ή νωρίτερα, εκτός αν παρεμποδίζεται από Διαταγή οποιουδήποτε Δικαστηρίου, οπότε εντός 14 ημερών, εφόσον η άρση ή τροποποίηση μιας τέτοιας Διαταγής επιτρέψει την καταβολή, την προσήκουσα αναλογία, που του αντιστοιχεί επί του ποσού των 16 εκατ. Δολ. ΗΠΑ (Δολάρια Ηνωμένων Πολιτειών δεκαέξι εκατομμύρια), το οποίο είναι το 100% της προσήκουσας αναλογίας του ασφαλισμένου ποσού, ήτοι το 50% των 32 εκατ. Δολ. ΗΠΑ (Δολάρια Ηνωμένων Πολιτειών Τριάντα Δύο Εκατομμύρια), άνευ τόκων και εξόδων, ποσόν το οποίο πρόκειται να μετατραπεί και να καταβληθεί σε ΕΥΡΩ την ημερομηνία καταβολής στον λογαριασμό της εταιρείας … (για λογαριασμό του ενάγοντος), όπως ορίζεται παρακάτω: ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟ ΤΜΗΜΑ ΠΕΙΡΑΙΑΣ Ελλάδα … 2. Ο Ασφαλισμένος και ο Ενάγων συμφωνούν να αποδεχτούν το ισόποσο σε ΕΥΡΩ της προσήκουσας αναλογίας κάθε Ασφαλιστή επί του ποσού των 16 εκατ. Δολαρίων ΗΠΑ (Δολάρια Ηνωμένων Πολιτειών δεκαέξι εκατομμύρια) (δια του παρόντος συμφωνούμενο σε ΕΥΡΩ 10.966.520) σε πλήρη και οριστική διευθέτηση όλων των απαιτήσεων, που μπορεί να έχουν υπό την Ασφαλιστική Σύμβαση υπ’ αριθ. … έναντι των Ασφαλιστών σε σχέση με την απώλεια του «…», περιλαμβανόμενης κάθε απαίτησης για τόκους και έξοδα (περιλαμβανομένων όλων των εντολών εξόδων, που έχουν λάβει χώρα, μέχρι σήμερα, στις ένδικες διαδικασίες), αλλά χωρίς να επηρεάζεται οποιοδήποτε άλλη ασφαλιστική σύμβαση, στην οποία μπορεί να έχει εμπλακεί κάθε Ασφαλιστής. 3. Ο Ασφαλισμένος και ο Ενάγων συμφωνούν να αποζημιώσουν κάθε Ασφαλιστή για κάθε αξίωση, η οποία μπορεί να εγερθεί εναντίον τους από οποιαδήποτε συγγενή εταιρεία ή οργανισμό του Ασφαλισμένου ή του Ενάγοντος, ή από οποιονδήποτε ενυπόθηκο δανειστή, σε σχέση με την απώλεια του «…», ή υπό το Ασφαλιστήριο Συμβόλαιο υπ. αριθ. …, αλλά χωρίς να επηρεάζεται οποιοδήποτε άλλη ασφαλιστική σύμβαση, στην οποία μπορεί να έχει αυτός εμπλακεί. 4. Σε συνέχεια της υπογραφής του παρόντος συμφωνητικού και λαμβανομένων υπ’ όψιν των υποσχέσεων που παρασχέθηκαν εδώ, ο Ενάγων και οι Ασφαλιστές θα καταθέσουν αίτηση, προκειμένου οι Ένδικες Διαδικασίες κατά των Ασφαλιστών να ανασταλούν, οι δε Ένδικες Διαδικασίες να ανασταλούν για κάθε σκοπό, εκτός από τον σκοπό της εκτέλεσης των όρων που συμφωνήθηκαν με το παρόν, η δε αναστολή να έχει ισχύ από την πρώτη δυνατή να επιτευχθεί τούτο ημερομηνία, μετά τις 27 Δεκεμβρίου 2007. 5. Σε συνέχεια της προσήκουσας και ορθής καταβολής από τους Ασφαλιστές του ποσού, που προσδιορίζεται στην παραπάνω παράγραφο 1, ο Ασφαλισμένος και Ενάγων και οι Ασφαλιστές συμφωνούν να υποβάλλουν συναινετική διαταγή για την απόρριψη των Ενδίκων διαδικασιών, χωρίς διαταγή επί των εξόδων. 6. Η παρούσα συμφωνία υπόκειται στο Αγγλικό δίκαιο και την αποκλειστική δικαιοδοσία του High Court του Λονδίνου». Ακολούθως, κατόπιν της υπογραφής των ως άνω συμφωνητικών συμβιβασμού, εκδόθηκαν οι από 20-12-2007 και 7-1-2008 Διαταγές του Δικαστή Croswell και του Δικαστή Tomlison αντίστοιχα, με τις οποίες ανεστάλησαν όλες οι ένδικες διαδικασίες ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου, επί της αγωγής με αριθμό φακέλου … μεταξύ της πρώτης ενάγουσας κατά των ασφαλιστών … και LMI, εκτός από αυτές που αφορούσαν την εφαρμογή του επιτευχθέντος με τα ανωτέρω συμφωνητικά μεταξύ τους συμβιβασμού. Περαιτέρω, προέκυψε ότι μετά την -ακολουθήσασα τον τερματισμό των σχετικών δικαστικών διαδικασιών στο Λονδίνο και παρά αυτόν- άσκηση των ένδικων αγωγών, καθώς και έτερων αγωγών ταυτόσημου περιεχομένου, στρεφόμενων από τους ιδίους (όπως και στις ένδικες αγωγές) ενάγοντες κατά των λοιπών ασφαλιστών (ασφαλιστών LMI και «…), καθώς και κατά φυσικών προσώπων, εκπροσώπων και υπαλλήλων των ασφαλιστών και δικηγόρων αυτών, στις 3-1-2011, οι τελευταίοι ζήτησαν δικαστική προστασία ενώπιον των αγγλικών δικαστηρίων, με αίτημα -μεταξύ άλλων- την εκτέλεση των όρων των ως άνω καταρτισθέντων συμφωνητικών συμβιβασμού, ισχυριζόμενοι ότι οι ανοιγείσες με άπασες τις ως άνω (ένδικες και λοιπές) αγωγές δίκες στην Ελλάδα συνιστούσαν παραβίαση των όρων αυτών (συμφωνητικών συμβιβασμού) και δη των περιεχόμενων σε αυτά ρητρών αποκλειστικής αρμοδιότητας των δικαστηρίων της Αγγλίας, ανοιγείσας εκ νέου της μεταξύ τους υποθέσεως με αριθμό φακέλου …. Συγκεκριμένα, ενώπιον του Εμπορικού Δικαστηρίου (High Court of Justice – Queen’s Bench Division), συνεκδικάσθηκαν στις 28-11-2011 και … οι ακόλουθες αγωγές: (α) Η υπ’ αρ. … αρχική αγωγή της πρώτης ενάγουσας κατά των εναγόμενων ως άνω ασφαλιστικών εταιρειών (ασφαλιστών …) καθώς και των ασφαλιστών LMI, στο πλαίσιο της οποίας όλοι οι ως άνω εναγόμενοι ζήτησαν, σύμφωνα με τις Αποφάσεις περί Συμβιβασμού (Tomlin Orders), αν χρειαστεί ακόμη και με την άρση της αναστολής που αυτές είχαν επιβάλει, την έκδοση συνοπτικής ρύθμισης κατά της πρώτης ενάγουσας (…), ενώ οι Ασφαλιστές LMI, αφού έλαβαν άδεια να προσεπικαλέσουν την έβδομη ενάγουσα (OME), ζήτησαν επίσης συνοπτική ρύθμιση για την εκτέλεση των όρων που συμφωνήθηκαν με τα Συμφωνητικά Συμβιβασμού κατά της …, στο οποίο η τελευταία ήταν επίσης μέρος. (β) H νέα αγωγή (2011 Folio 702), που άσκησαν οι Ασφαλιστές LMI κατά των πρώτης και έβδομης των εναγουσών, με την επιφύλαξη του ισχυρισμού τους, ότι επαρκής ρύθμιση της κατάστασης μπορεί να – και θα – παρασχεθεί από το ως άνω Αγγλικό Δικαστήριο, στα πλαίσια της αρχικής ως άνω αγωγής, ενώ κατέθεσαν αίτηση κατά αυτών για την έκδοση όμοιας διαταγής ρύθμισης για την εκτέλεση των όρων που συμφωνήθηκαν με τα Συμφωνητικά Συμβιβασμού. (γ) Η νέα αγωγή (2011 Folio 1043), που άσκησαν οι Ασφαλιστές LMI εναντίον των Συνασφαλιζομένων Εταιρειών, ήτοι της δεύτερης έως και έκτης των εναγουσών, με την οποία ζήτησαν την έκδοση αναγνωριστικής απόφασης και αποζημίωση για την εκτέλεση των όρων που συμφωνήθηκαν με τα Συμφωνητικά Συμβιβασμού και για παράβαση της ρήτρας περί αποκλειστικής δικαιοδοσίας των ασφαλιστηρίων συμβολαίων τους, λόγω της άσκησης των ελληνικών (κρινόμενων και λοιπών) αγωγών. Οι εναγόμενοι τόσο στις ως άνω αγωγές ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου όσο και στις ένδικες αγωγές Ασφαλιστές … υποστήριξαν ότι η άσκηση των ένδικων και λοιπών (ήδη εκδικαζόμενων) αγωγών στην Ελλάδα συνιστά παράβαση των προαναφερόμενων Συμφωνητικών Συμβιβασμού από την πρώτη και έβδομη των εδώ εναγουσών ή/και στο βαθμό που ασκούνται από τις Συνασφαλιζόμενες Εταιρείες, που εμπίπτουν στον ορισμό συνδεδεμένων εταιρειών ή οργανισμών, καλύπτεται δε από τη συμβατική αποζημίωση που προβλέπουν και τα δύο Συμφωνητικά Συμβιβασμού και περαιτέρω, συνιστά παράβαση των ρητρών περί αποκλειστικής δικαιοδοσίας που περιέχουν τα ασφαλιστήρια συμβόλαια και τα Συμφωνητικά Συμβιβασμού. Επί των ανωτέρω αγωγών, εκδόθηκε η από … και με αριθ… (Comm) απόφαση του Άγγλου Δικαστή κ. Burton, στο σκεπτικό της οποίας αναφέρεται ότι η αρχική (υπ’ αρ. …) αγωγή της πρώτης ενάγουσας (…) κατά των Ασφαλιστών … (ήτοι, των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών) ασκήθηκε τόσο λόγω της απώλειας του πλοίου, όσο και επειδή η άρνηση ευθύνης από τους ασφαλιστές βασίστηκε κατά κύριο λόγο σε ισχυρισμούς τους περί μη αξιοπλοΐας του πλοίου, την οποία υποτίθεται ότι η πρώτη και έβδομη των εδώ εναγουσών απέκρυψαν και σε ισχυρισμούς τους για μη δήλωση και αδυναμία αποκατάστασης ζημιών στο πλοίο, σύμφωνα με τους κανονισμούς κλάσης, ενώ κατά την προετοιμασία της υπ’ αρ. … αγωγής, η ενάγουσα … και για λογαριασμό της, η δικηγορική εταιρεία Ince and Co προέβαλαν συγκεκριμένους ισχυρισμούς που εμπίπτουν σε δύο γενικές κατηγορίες (1. Ισχυρισμοί για υπαίτια συμπεριφορά των εναγόμενων ασφαλιστών και των ασφαλιστικών πρακτόρων τους, που περιλαμβάνουν υποτιθέμενη άσκηση επιρροής και δωροδοκία μαρτύρων και συγκεκριμένα ενός ναύκληρου, του κ M., προκειμένου να δώσει ψευδή κατάθεση, σε συνδυασμό με άλλους ισχυρισμούς περί διάδοσης ψευδών και κακόβουλων φημών εναντίον της ενάγουσας … κατά τη διερεύνηση της απαίτησής της. 2. Σκόπιμη μη καταβολή της εκ του ασφαλιστηρίου συμβολαίου αποζημίωσης από τους εναγόμενους ασφαλιστές, η οποία φέρεται να είχε σοβαρές οικονομικές συνέπειες για την ενάγουσα … και να προκάλεσε σημαντικές προς αποκατάσταση απώλειες και ζημίες. Επίσης, στο σκεπτικό της ως άνω απόφασης του Άγγλου Δικαστή κου Burton αναφέρεται ότι οι ισχυρισμοί αυτοί διατυπώθηκαν με κάθε λεπτομέρεια στο πλαίσιο της διαδικασίας Προδικαστικής Επισκόπησης της Αγωγής, που έλαβε χώρα ενώπιον του Άγγλου Δικαστή κου TOMLISON το Δεκέμβριο του 2007, πριν από την έναρξη της οποίας υποβλήθηκε από την ενάγουσα … τον Οκτώβριο του 2007 αίτηση συμπληρωματικών πληροφοριών, η οποία απαντήθηκε το Νοέμβριο του 2007, ενώ υποβλήθηκαν λεπτ…ρώς και κατά τη μαρτυρική κατάθεση του Δικηγόρου κου Crampton ενώπιον του Δικαστή κ. Burton [βλ. παρ. 2-5 της ως άνω απόφασης]), καθώς και ότι οι παρατιθέμενοι στην εξεταζόμενη απόφασή του ισχυρισμοί, που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο των ελληνικών (ήδη κρινόμενων) αγωγών, ακόμη και στο πλαίσιο του ελληνικού δικαίου, είναι ουσιαστικά ίδιοι με αυτούς που διατυπώθηκαν πριν από τα Συμφωνητικά Συμβιβασμού [βλ. παρ. 11-13 της ως άνω απόφασης του Δικαστή]. Στην από … απόφασή του, ο Άγγλος Δικαστής κ. Burton έκρινε ότι σύμφωνα με το αγγλικό δίκαιο, το οποίο έκρινε εφαρμοστέο, η άσκηση των ελληνικών αγωγών συνιστά παράβαση και του από … Συμφωνητικού Συμβιβασμού, που καταρτίσθηκε μεταξύ της πρώτης και της έβδομης των εναγουσών με τους Ασφαλιστές …, ήτοι, τις εναγόμενες ασφαλίστριες εταιρείες, καθώς και των ρητρών δικαιοδοσίας που περιέχονται σε αυτά, δεδομένου ότι το πλαίσιο αυτών (ρητρών) είναι σαφώς τόσο ευρύ που καλύπτει τις διενέξεις ενώπιον των αγγλικών και των ελληνικών δικαστηρίων. Επίσης, ο Άγγλος Δικαστής έκρινε ότι τα ασφαλιστήρια συμβόλαια περιείχαν ρήτρες αποκλειστικής δικαιοδοσίας των αγγλικών δικαστηρίων, καθώς και ότι η ρήτρα του Συμφωνητικού Συμβιβασμού … είναι αναμφισβήτητα ρήτρα αποκλειστικής δικαιοδοσίας. Κατόπιν τούτων, ο Δικαστής κ. Burton αποφάσισε, μεταξύ άλλων, υπέρ των εναγόμενων Ασφαλιστών …, σε σχέση με τη ρύθμιση που επιδίωξαν με την υπ’ αρ. … αγωγή εναντίον της αρχικά ενάγουσας … (εδώ πρώτης ενάγουσας), κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην ως άνω από … απόφασή του [βλ. παρ. 49 της ως άνω απόφασης]. Με βάση τα παραπάνω, με τις από 02-02-2012 και 19-03-2012 Διαταγές του Δικαστή κ. Burton, που εκδόθηκαν επί της υπόθεσης με αριθμό … μεταξύ της πρώτης ενάγουσας και των κάτωθι εναγόμενων των υπό κρίση αγωγών, ήτοι των ασφαλιστικών εταιρειών … MARINE & AVIATION VERSICHERUNGS AG, ROYAL & SUN ALLIANCE INSURANCE PLC, … S., REMBRANDT INSURANCE CO LTD, καθώς και των φυσικών προσώπων, ως προστηθέντων των ως άνω εταιρειών, DANIEL MC CARTHY, …, M. W., …, W. G. H., K. R. P., S. B., RICHARD CROWN, οι οποίοι (εδώ εναγόμενοι – φυσικά πρόσωπα) συνδέθηκαν με τις διαδικασίες επί της υπόθεσης με αριθμό … ως σκοπούμενοι εναγόμενοι, κρίθηκε ότι η έναρξη και διατήρηση των ελληνικών αγωγών από την πρώτη ενάγουσα είναι κατά παράβαση της συμφωνίας αποκλειστικής δικαιοδοσίας του όρου 6 του Συμφωνητικού Συμβιβασμού των ως άνω εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών και τη συμφωνία αποκλειστικής δικαιοδοσίας στα ασφαλιστήρια των ασφαλιστών …, ειδικά δε ως προς τις δεύτερες ελληνικές αγωγές (αριθ. καταθ. …), η έναρξη και διατήρηση αυτών από έκαστη των … και OME (προσεπικαλούμενης) είναι κατά παράβαση του όρου 2 του συμφωνητικού συμβιβασμού των … , τη συμφωνία αποκλειστικής δικαιοδοσίας όρου 6 του συμφωνητικού συμβιβασμού αυτών καθώς και της συμφωνίας αποκλειστικής δικαιοδοσίας στα ασφαλιστήρια των CΜΙ [βλ. σχ. παρ. 7, 14 της από 02-02-2012 Διαταγής και παρ. 6 της από 19-03-2012 Διαταγής]. Ακολούθως, κατόπιν της έφεσης, που ασκήθηκε από την πρώτη έως και την έβδομη των εναγουσών εταιρειών κατά της προαναφερόμενης από … απόφασης του Δικαστή κ. Burton ενώπιον του Εφετείου του Λονδίνου (Αστικό Τμήμα), η ενώπιον των αγγλικών δικαστηρίων σχετική διαδικασία περατώθηκε με την από 18-07-2014 απόφαση του Εφετείου ([2014] EWCA Civ 1010), η οποία έκρινε -μεταξύ άλλων- ότι οι ως άνω ασκηθείσες στην Ελλάδα αγωγές εμπίπτουν στις διατάξεις των ως άνω συμφωνητικών συμβιβασμού, ως εκ τούτου δε οι απαιτήσεις στην Ελλάδα εμπίπτουν στις ρήτρες αποκλειστικής δικαιοδοσίας των ως άνω συμφωνητικών συμβιβασμού και συνεπώς, οι αξιώσεις που ασκήθηκαν στην Ελλάδα θα έπρεπε να είχαν ασκηθεί στην Αγγλία. Επίσης, με την ως άνω απόφαση του Εφετείου κρίθηκε ότι οι ελληνικές αξιώσεις, αν και αδικοπρακτικής φύσης, εμπίπτουν στις ρήτρες αποκλειστικής δικαιοδοσίας των αρχικών συμβάσεων ασφάλισης που κατάρτισαν οι Ασφαλιστές … και Ασφαλιστές LMI, διότι κάθε συμβαλλόμενο μέρος στη σύμβαση ασφάλισης συμφώνησε να υποβληθεί στην αποκλειστική δικαιοδοσία των δικαστηρίων της Αγγλίας και της Ουαλίας. Κατόπιν τούτων, η έφεση των ως άνω εναγουσών κατά της απόφασης του Δικαστή κ. Burton απορρίφθηκε και οι προαναφερόμενες Διαταγές του επικυρώθηκαν από το Εφετείο, καθόσον κρίθηκε ότι οι ενάγουσες πλοιοκτήτριες εταιρείες ενεργούν κατά παράβαση των διατάξεων δικαιοδοσίας των ως άνω συμφωνητικών συμβιβασμού και επομένως, σωστά ο Δικαστής κ. Burton εξέδωσε απόφαση για καταβολή αποζημίωσης που επρόκειτο να προσδιορισθεί στο μέλλον [βλ. σχ. παρ. 11-14, 19, 24 της ως άνω από 18-07-2014 απόφασης του Εφετείου]. Περαιτέρω, με τη με αριθμό φακέλου 894/2011 και από 24-10-2011 αίτησή τους ενώπιον του High Court of Justice – Queen’s Bench Division, οι εδώ εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες (Ασφαλιστές …), στρεφόμενες κατά των εδώ δεύτερης έως και έβδομης των εναγουσών (Συνασφαλιζόμενων εταιρειών και της διαχειρίστριας αυτών), ζήτησαν μια δήλωση, ότι οι τελευταίες (Εναγόμενες) είναι και θα είναι ατομικά και αλληλέγγυα υπεύθυνες να αποζημιώσουν τους Ασφαλιστές … (Ενάγοντες) για τα έξοδα, με τα οποία αυτές έχουν επιβαρυνθεί σε σχέση με τις ελληνικές αγωγές, για οποιαδήποτε ευθύνη τυχόν βρεθεί κατά των Ασφαλιστών …, κατά την εκδίκαση των ελληνικών αγωγών και/ή οποιασδήποτε ευθύνη τυχόν βρεθεί ή έξοδα, με τα οποία τυχόν έχουν επιβαρυνθεί άλλα άτομα στις ελληνικές αγωγές, επικαλούμενες ότι οι ελληνικές αγωγές που ασκήθηκαν από τη δεύτερη έως και έβδομη των εναγουσών αποτελούν παράβαση από καθεμία από τη δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών (Συνασφαλιζόμενες) της συμφωνίας δωσιδικίας στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο στόλου με αριθμό CF000220Z και ατομικό ασφαλιστήριο συμβόλαιο του πλοίου «…» με αριθμό συμβολαίου 302/ CF000220Ζ. Επί της παραπάνω αιτήσεως, εκδόθηκε η με αριθμό φακέλου 894/2011 από 26-09-2011 ερήμην απόφαση του Δικαστή κ. Burton, με την οποία κρίθηκε ότι (1) οι δεύτερη έως και έβδομη των εδώ εναγουσών (Συνασφαλιζόμενες και διαχειρίστρια) ευθύνονται να αποζημιώσουν τους Ασφαλιστές … και κάθε έναν από αυτούς για α) έξοδα, στα οποία υποβλήθηκαν αυτοί σε σχέση με τις ελληνικές αγωγές, συμπεριλαμβανομένων όλων των εξόδων για λήψη νομικών συμβουλών σε σχέση με τις εν λόγω ελληνικές αγωγές ή/και την αμφισβήτηση της ελληνικής δικαιοδοσίας ή/ και την υπεράσπιση των εν λόγω ελληνικών αγωγών ή/και β) κάθε ευθύνη απορρέουσα από τις ελληνικές αγωγές έναντι των Εναγόντων ή/ και γ) κάθε ευθύνη έναντι ή έξοδα απορρέοντα από τις ελληνικές αγωγές, στα οποία υποβλήθηκε κάθε φυσικό πρόσωπο ή εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων και προηγούμενων Συνηγόρων και Νομικών Συμβούλων και τωρινών ή/και προηγούμενων εργαζομένων ή αντιπροσώπων των Εναγόντων, στο μέτρο που εκείνα τα φυσικά πρόσωπα ή οι εταιρείες είναι εξουσιοδοτημένα από τους Ενάγοντες ως αντιπρόσωποί τους να λάβουν αποζημίωση σχετικά με τέτοια ευθύνη, (2) οι δεύτερη έως και έβδομη των εδώ εναγουσών ευθύνονται να πληρώσουν στους Ασφαλιστές …, με τη μορφή ζημιών, το σύνολο των νομικών εξόδων τους, με τα οποία αυτοί έχουν επιβαρυνθεί μέχρι τότε για την υποστήριξη των εν λόγω ελληνικών αγωγών, σημειωτέον δε ότι κατά της ανωτέρω απόφασης, δεν υποβλήθηκε αίτηση για ακύρωση, όπως αναφέρεται στην υπ’ αρ… (Comm) από 20-12-2012 απόφαση Εφετείου της Αγγλίας. Στη συνέχεια, ενώπιον του High Court of Justice – Queen’s Bench Division – Commercial Court, συνεκδικάσθηκαν στις 10-9-2014, μεταξύ άλλων, (α) η ως άνω υπ’ αρ. … αγωγή της πρώτης ενάγουσας (…) κατά των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών (Ασφαλιστές …), επί της οποίας είχε προσεπικληθεί στη δίκη ενώπιον του Δικαστή κ. Burton η έβδομη ενάγουσα, στο πλαίσιο της οποίας υποβλήθηκε αίτημα των εναγόμενων των κρινόμενων αγωγών – φυσικών προσώπων …, ως προστηθέντων των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών, να αρθεί η αναστολή της δίκης από τους Ασφαλιστές …, για να επεκταθούν οι προαναφερόμενες διαταγές του Δικαστή κ. Burton της 2-2-2012 και 19-3-2012, ώστε να επιτευχθεί το ίδιο αποτέλεσμα δικαστικής προστασίας και για λογαριασμό των ως άνω εναγόμενων – φυσικών προσώπων …, (β) η ως άνω υπ’ αρ. 894/2011 αγωγή των εδώ εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών (Ασφαλιστές …) κατά της δεύτερης έως και έβδομης των εδώ εναγουσών, στο πλαίσιο της οποίας υποβλήθηκε αίτημα των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών (Ασφαλιστές …) να αρθεί η αναστολή, να αναθεωρήσουν τις προτάσεις τους, ώστε να αντικατοπτρίζουν τις Διαταγές του Δικαστή κ. Burton, υποβλήθηκε αίτημα από τους ως άνω εναγόμενους – φυσικά πρόσωπα των … για άδεια να συμμετάσχουν στη δίκη αυτή και αίτημα τόσο από τους Ασφαλιστές … όσο και από τα φυσικά πρόσωπα των … για συνοπτική απόφαση κατά της … και των συνασφαλισμένων. Μαζί με αυτές τις προαναφερόμενες αγωγές συνεκδικάσθηκαν ενώπιον του ως άνω Αγγλικού Δικαστηρίου και οι λοιπές παρόμοιου περιεχομένου αιτήσεις απάντων των εμπλεκομένων στις προαναφερόμενες υποθέσεις με αριθμούς φακέλων 897/2011, 702/2011 και 1043/2011 διαδίκων, ήτοι όλων των διαδίκων των υπό κρίσιν αγωγών, πλην των εναγόντων φυσικών προσώπων και εκδόθηκε τελικά επί όλων αυτών των αγωγών και αιτήσεων η από … και με αριθ. [2014] EWHC 3068 (Comm) απόφαση του Δικαστή κ. Flaux, του Eμπορικού Δικαστηρίου του Λονδίνου, σύμφωνα με την οποία: «…51. Η αναφορά στη λέξη «Ασφαλιστές» στη ρήτρα 2 της σύμβασης συμβιβασμού των … και στη ρήτρα της σύμβασης συμβιβασμού των LMI πρέπει να ερμηνευθεί ως περιλαμβάνουσα τους υπηρέτες και τους αντιπροσώπους / προστηθέντες των Ασφαλιστών. Η αντίθετη ερμηνεία, … ότι δηλαδή ο όρος «Ασφαλιστές» είναι ένας προσδιορισμένος όρος, είναι ένας παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπό την ερμηνεία των συμβάσεων συμβιβασμού, αλλά όχι ένας κρίσιμος παράγοντας. Η γραμματική αυτή προσέγγιση, ότι δηλαδή ο όρος «Ασφαλιστές» σε όλη τη σύμβαση συμβιβασμού αναφέρεται μόνο στα νομικά πρόσωπα και τα συνδικάτα της Lloyd΄s και όχι τους υπηρέτες ή αντιπροσώπους/προστηθέντες αυτών, αφήνει τους ασφαλισμένους ελεύθερους να ενάγουν τους υπηρέτες ή αντιπροσώπους/προστηθέντες αυτούς, είτε είναι οι μεμονωμένοι ασφαλιστές είτε υπάλληλοι είτε άλλου είδους αντιπρόσωποι/προστηθέντες, όπως δικηγόροι ή διακανονιστές. Αυτό οδηγεί σε ένα αποτέλεσμα αντίθετο με την επιχειρηματική κοινή λογική: Με την ερμηνεία αυτή, οι ασφαλιστές παραμένουν εκτεθειμένοι σε ποσοστό μεγαλύτερο από το 100% της αποζημίωσης, για την οποία έχουν συμβιβαστεί, καθώς, εάν οι αξιώσεις των ασφαλισμένων στην Ελλάδα κατά των υπηρετών και αντιπροσώπων / προστηθέντων επιτύγχαναν, οι υπηρέτες ή αντιπρόσωποι / προστηθέντες αυτοί θα ζητήσουν αποζημίωση από τους ασφαλιστές. Οι ασφαλιστές στη συνέχεια θα δικαιούνταν αποζημίωση από τη … και την …, δυνάμει των ρητρών αποζημίωσης (ρήτρα 3 της σύμβασης συμβιβασμού των … και ρήτρα 4 της σύμβασης συμβιβασμού των LMI), αλλά πιθανόν να ή πιθανόν και να μην μπορέσουν να επιβάλλουν αποτελεσματικά αυτή την αξίωση αποζημίωσης, αναλόγως της οικονομικής κατάστασης της … και της …. Αντικειμενικά, η γραμματική ερμηνεία αυτή δεν θα μπορούσε να είναι αυτό που τα συμβαλλόμενα μέρη ήθελαν και θα πρέπει να υποχωρήσει απέναντι στην επιχειρηματική κοινή λογική. 52. … Η ερμηνεία, την οποία προτείνουν οι …, τα Φυσικά Πρόσωπα των … και οι άλλοι αιτούντες είναι σύμφωνη με την επιχειρηματική κοινή λογική και επιτρέπει την εφαρμογή της ξεκάθαρης αντικειμενικής πρόθεσης μίας γενικότερης αναγνώρισης εξόφλησης και άφεσης χρέους σε μία σύμβαση συμβιβασμού (με εξαίρεση την περίπτωση, όπου υπάρχει ρητή επιφύλαξη του δικαιώματος άσκησης συγκεκριμένης αξίωσης), η οποία επιδιώκει να παράσχει έναν ολικό και καθαρό τερματισμό της αντιδικίας των μερών, ώστε αυτά να λήξουν μία συγκεκριμένη διαφορά μεταξύ τους. Η διατύπωση της Ρήτρας 2 της σύμβασης συμβιβασμού των … και της ρήτρας 3 του συμβιβασμού των LMI: «σε πλήρη και ολοκληρωτικό συμβιβασμό όλων και οιωνδήποτε απαιτήσεων» είναι κλασικό παράδειγμα γενικής αναγνώρισης εξόφλησης και άφεσης χρέους. … 66. … Επί τη βάσει του συμπεράσματός μου σχετικά με την ορθή ερμηνεία των συμβάσεων συμβιβασμού των … και των LMI και δεδομένου του ότι η σύμβαση συμβιβασμού της Hellenic ρητά αναφέρεται σε υπηρέτες ή αντιπροσώπους/προστηθέντες και δεδομένης επίσης της απόφασης του Δικαστή Πρωτοδίκη η κ. Burton και του Εφετείου, ότι η επιδίωξη των δικών στην Ελλάδα έγινε κατά παραβίαση των συμβάσεων συμβιβασμού και ότι οι … και οι LMI δικαιούνταν αναγνωριστική προστασία και αποζημίωση, συνεπάγεται κατ’ ανάγκη ότι, ως συνέπεια της ορθής ερμηνείας των τριών συμβάσεων συμβιβασμού, οι δίκες στην Ελλάδα κατά των Φυσικών Προσώπων των …, των Φυσικών Προσώπων των LMIτης Hellenic, του κου Τσακίρη, των διαδίκων της HD και των διαδίκων της CTa παραβιάζουν όλες τους τις συμβάσεις συμβιβασμού. Τα Φυσικά Πρόσωπα των …, τα Φυσικά Πρόσωπα των LMI, η Hellenic και ο κος Τσακίρης, οι διάδικοι της HD και οι διάδικοι της CTa έχουν όλοι δικαίωμα για την αιτούμενη από αυτούς αναγνωριστική προστασία. 67. Σε κάθε περίπτωση, άσχετα από την ερμηνεία των συμβάσεων συμβιβασμού, ως ζήτημα αγγλικού Δικαίου, το οποίο είναι το διέπον τις συμβάσεις συμβιβασμού δίκαιο, το αποτέλεσμα των συμβιβασμών κατά των …, των LMI και της Hellenic, το σύνολο των οποίων ήταν αντικείμενο ισχυρισμών στις δίκες στην Αγγλία και στη διαιτησία περί της από τους υπηρέτες η αντιπροσώπους/προστηθέντες τους συμμετοχής τους σε αδικοπρακτική συμπεριφορά, είναι ότι η οποιαδήποτε αξίωση κατά αυτών των υπηρετών ή αντιπροσώπων / προστηθέντων αυτών ως από κοινού αδικοπρακτησάντων (το οποίο συνιστά τη βάση των αξιώσεων κατά αυτών στην Ελλάδα) έχει συμβιβαστεί με τις συμβάσεις συμβιβασμού δυνάμει της εφαρμογής του κανόνα του από κοινού αδικοπρακτήσαντος…». Με βάση τα παραπάνω, ο Δικαστής κ. Flaux κατέληξε στο συμπέρασμα ότι όλοι οι αιτούντες (και συνεπώς, τα εναγόμενα φυσικά πρόσωπα, ως προστηθέντες των Ασφαλιστών …) δικαιούνται την αιτούμενη από αυτούς αναγνωριστική προστασία [βλ. σχ. παρ. 95 της από 26-09-2014 απόφασης]. Περαιτέρω, οι ανωτέρω διατάξεις της ως άνω απόφασης του Δικαστή κ. Flaux επαναδιατυπώθηκαν, αποσαφηνίσθηκαν και εξειδικεύθηκαν στην από … πρώτη Διαταγή του Δικαστή κ. Flaux του Eμπορικού Δικαστηρίου του Λονδίνου, που εκδόθηκε επί της ως άνω αγωγής με αριθμό φακέλου … μεταξύ της ενάγουσας … και των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών (Ασφαλιστές … και LMI) και των φυσικών προσώπων … και LMI, καθώς και της έβδομης ενάγουσας … ως τρίτου μέρους, κατά τα ακόλουθα: «… 2. H διαταγή της 2ας Φεβρουαρίου 2012 από το Δικαστή κ. Burton σε αυτή την αγωγή (όπως αποκαταστάθηκε δυνάμει της Διαταγής του Ανωτάτου Δικαστηρίου της 21ης Φεβρουαρίου 2014) θα τροποποιηθεί ως εξής: … β) Η παράγραφος 7 θα τροποποιηθεί ως εξής: «Η έναρξη και η συνέχιση των Ελληνικών Αγωγών από (i) τη … κατά των Εναγομένων της … και των Φυσικών Προσώπων της … είναι κατά παράβαση του όρου 2 του Συμφωνητικού Συμβιβασμού CMΙ που ήταν σε πλήρη και οριστικό συμβιβασμό, κατά των Εναγομένων … και των Φυσικών Προσώπων της CMΙ είναι κατά παράβαση της ρήτρας αποκλειστικής δικαιοδοσίας του όρου 6 του Συμφωνητικού Συμβιβασμού CMΙ και κατά των Εναγομένων της CMΙ είναι κατά παράβαση της ρήτρας αποκλειστικής δικαιοδοσίας στα Ασφαλιστήρια Συμβόλαια της …» … 3. Η διαταγή της 19ης Μαρτίου 2012 από το Δικαστή κ. Burton σε αυτή την αγωγή θα τροποποιηθεί ως εξής: Η παράγραφος 6 θα τροποποιηθεί ως εξής: «… β) Η έναρξη και συνέχιση των Δεύτερων Ελληνικών Αγωγών από κάθε μία από τις … και … κατά των Εναγομένων της … και των Φυσικών Προσώπων της … είναι κατά παράβαση του όρου 2 του Συμφωνητικού Συμβιβασμού CMΙ και του όρου 3 του Συμφωνητικού Συμβιβασμού της LMI, οι οποίες ήταν σε πλήρη και οριστική διευθέτηση κατά των εναγομένων της … και των Φυσικών Προσώπων της … είναι κατά παράβαση της αποκλειστικής συμφωνίας περί δικαιοδοσίας στο Συμφωνητικού Συμβιβασμού CMΙ και του όρου 5 του Συμφωνητικού Συμβιβασμού LMI και κατά των Εναγόμενων της …, είναι κατά παράβαση της ρήτρας αποκλειστικής δικαιοδοσίας στα Ασφαλιστήρια Συμβόλαια της … και Ασφαλιστήρια Συμβόλαια της LMI». Επίσης, οι ανωτέρω διατάξεις της από … και με αριθ. [2014] EWHC 3068 (Comm) απόφασης κ. Flaux επαναδιατυπώθηκαν, αποσαφηνίσθηκαν και εξειδικεύθηκαν στην από … δεύτερη Διαταγή του, που εκδόθηκε επί της ως άνω αγωγής με αριθμό φακέλου 894/2011 των εδώ εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών (Ασφαλιστές …) κατά των εδώ δεύτερης έως και έβδομης των εναγουσών και των φυσικών προσώπων … (αναφερόμενοι στην εν λόγω Διαταγή ως προτιθέμενοι ενάγοντες της ως άνω υπ’ αρ. 894/2011 αγωγής), κατά τα ακόλουθα: «… 2. Οι Προτιθέμενοι Ενάγοντες θα συνενωθούν ως Ενάγοντες από τον Πέμπτο έως το Δωδέκατο στην παρούσα αγωγή (ήτοι, τους εδώ εναγόμενους φυσικά πρόσωπα, ως προστηθέντες των Ασφαλιστών …). … 4. Θα εκδοθεί συνοπτική δικαστική απόφαση υπέρ των Εναγόντων και των Προτιθέμενων Εναγόντων (ήτοι, Ασφαλιστές … και φυσικά πρόσωπα …) και δια της παρούσας διατάσσεται ή/και δηλώνεται ότι α. Η έναρξη και συνέχιση κάθε μίας από τις Ελληνικές Αγωγές από την … κατά της … και των Φυσικών Προσώπων της … είναι κατά παράβαση του όρου 2 του Συμφωνητικού Συμβιβασμού …, η οποία ήταν σε πλήρη και οριστική διευθέτηση, από την … κατά της … και των Φυσικών Προσώπων της … είναι κατά παράβαση της ρήτρας αποκλειστικής δικαιοδοσίας του όρου 6 του Συμφωνητικού Συμβιβασμού και από την … και τους Συνασφαλισμένους (και κάθε έναν από αυτούς) κατά της … είναι κατά παράβαση της ρήτρας αποκλειστικής δικαιοδοσίας στα Ασφαλιστήρια Συμβόλαια της CMΙ». Συνοψίζοντας, από τα παραπάνω συνάγεται ότι οι ως άνω αποφάσεις των Αγγλικών Δικαστηρίων και οι δυνάμει αυτών διαταγές, που εκδόθηκαν από τους Δικαστές κ. Burton και κ. Flaux, έχουν ήδη καταστεί τελεσίδικες (βλ. σχ. και το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο από 3-12-2014 πιστοποιητικό του εκδόσαντος αυτών αγγλικού δικαστηρίου και τη γνωμοδότηση του Simon Rainey, σκέψη 18) και αποφαίνονται α) ότι η άσκηση των εκκρεμών ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου υπό κρίσιν αγωγών από τις ενάγουσες … και OME κατά όλων των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών, καθώς και κατά όλων των εναγόμενων φυσικών προσώπων, ως αντιπροσώπων και προστηθέντων των ως άνω εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών, συνιστά παραβίαση της περιλαμβανόμενης στο από 3-1-2008 συμφωνητικό συμβιβασμού ρήτρας παρεκτάσεως, η οποία εγκαθιδρύει την αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία των αγγλικών δικαστηρίων προς εκδίκαση των περιλαμβανομένων σε αυτές (υπό κρίσιν αγωγές) απαιτήσεων, επιπλέον δε αναφορικά με τις εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες [Ασφαλιστές …] η άσκηση των ένδικων αγωγών ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου είναι κατά παράβαση και της ρήτρας αποκλειστικής δικαιοδοσίας, που περιλαμβάνεται στα Ασφαλιστήρια Συμβόλαια της … και β) ότι η άσκηση των εκκρεμών ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου υπό κρίσιν αγωγών από τη δεύτερη έως και την έβδομη των εναγουσών όλων των υπό κρίσιν αγωγών με αριθμούς κατάθεσης με αριθμούς κατάθεσης …, …, 3695/2011 και … (στις οποίες είναι ενάγουσες οι συνασφαλιζόμενες) κατά όλων των εναγόμενων ως άνω ασφαλιστικών εταιρειών συνιστά παραβίαση της περιλαμβανόμενης στο ως άνω με αριθμό CF000220Z ασφαλιστήριο συμβόλαιο ρήτρας περί αποκλειστικής δικαιοδοσίας των Αγγλικών Δικαστηρίων. Oι ως άνω αποφάσεις και οι εκδοθείσες επ’ αυτών διαταγές αποτελούν δικαστικές αποφάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 32 του Κανονισμού 44/2001, έχουν εκδοθεί επί διαφοράς από σύμβαση θαλάσσιας ασφάλισης που τυγχάνει εμπορική άλλως αστική διαφορά και δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις του άρθρου 1 του Κανονισμού, ενώ δεν έχει εκδοθεί από ελληνικό δικαστήριο άλλη απόφαση επί της εν λόγω διαφοράς, σημειωτέον δε ότι δεν συνιστούν αντιαγωγικές διαταγές (anti-suit injunction), έτσι ώστε να υφίσταται περίπτωση παρεμπόδισης του παρόντος Δικαστηρίου, ως δικαστηρίου κράτους μέλους κανονικώς αρμοδίου να επιληφθεί της διαφοράς ή απέκδυσής του από την εκ του Κανονισμού 44/2001 εξουσία του να αποφαίνεται επί της διεθνούς δικαιοδοσίας του και αντίθεσης τόσο ως προς τη γενική αρχή, κατά την οποία τα επιλαμβανόμενα δικαστήρια καθορίζουν μόνα τους, βάσει των κανόνων που υποχρεούνται να εφαρμόζουν, αν είναι αρμόδια να επιληφθούν της διαφοράς που έχει υποβληθεί στην κρίση τους όσο και ως προς την αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των νομικών συστημάτων, καθώς και μεταξύ των δικαιοδοτικών οργάνων των κρατών μελών, επί της οποίας στηρίζεται το σύστημα άρσεως συγκρούσεως δικαιοδοσιών που προβλέπει ο Κανονισμός 44/2001, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατό να αναγνωρισθεί ή να κηρυχθεί εκτελεστή σε άλλο κράτος μέλος και δη στην Ελλάδα κατά τις διατάξεις του Κανονισμού 44/2001 (ΔΕΚ C-185/2007 … S./ West Tankers Inc. και ΔΕΚ C-152/2002 Turner/Grovit), απορριπτομένου του σχετικού περί του αντιθέτου ισχυρισμού των εναγόντων όλων των υπό κρίσιν αγωγών. Ειδικότερα, οι προαναφερόμενες αποφάσεις και διαταγές των Αγγλικών Δικαστηρίων δεν υποχρεώνουν τις ως άνω ενάγουσες εταιρείες όλων των υπό κρίσιν αγωγών να απόσχουν από τη συνέχιση των εκκρεμών ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου δικών, επιβάλλοντας μέτρα δικονομικού καταναγκασμού προς τούτο, αλλά αποφαίνονται, μεταξύ άλλων, ότι η έγερση των ένδικων αγωγών ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου συνιστά παράβαση του από 3-1-2008 Συμφωνητικού Συμβιβασμού και των περιεχόμενων σε αυτό και στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο ρητρών παρέκτασης. Ειδικότερα, στο εισαγωγικό τμήμα της πρώτης από 2-2-2012 διαταγής του Πρωτοδίκη κ. Burton αναφέρονται τα εξής: «…Κατόπιν της ανάληψης υποχρέωσης από καθεμία εκ των … Company (στο εξής “…”), …. (στο εξής «Ο.Μ.Ε») και Συνασφαλιζόμενων, καθένας από κοινού και εις ολόκληρον για ίδιο λογαριασμό και για λογαριασμό των ατομικώς εναγόντων μέσω του Κύριου Συμβούλου τους ότι i) Όσο το δυνατόν συντομότερα θα κάνουν όλες τις απαραίτητες πράξεις και θα λάβουν όλα τα απαραίτητα μέτρα, προκειμένου να αναβάλλουν ή εφόσον απαραίτητο, να ακυρώσουν κάθε ακρόαση που πρόκειται να πραγματοποιηθεί στις Ελληνικές Αγωγές και τις Δεύτερες Ελληνικές Αγωγές, τέτοια αναβολή(ες) ή ακύρωση(εις) να έχουν αποτέλεσμα εκκρεμούσης της τελικής απόφασης για την έφεση στο Εφετείο- (ii) Να συνεργαστούν πλήρως με τους εναγόμενους από τις ασφαλιστικές εταιρείες της αγοράς (στο εξής Α.Ε.Α), τους εναγόμενους από τις ασφαλιστικές εταιρείες της Lloyd’s (στο εξής «A.E.Lloyd’s») και τους σκοπούμενους εναγόμενους [μεταξύ των οποίων και τα φυσικά πρόσωπα εναγόμενοι των κρινόμενων αγωγών] για την αναβολή(ες) ή εφόσον απαραίτητο, ακύρωση(εις) των ακροάσεων και/ή άλλων προθεσμιών στις Ελληνικές Αγωγές και τις Δεύτερες Ελληνικές Αγωγές, με την επιφύλαξη των ενστάσεων αυτών των μερών σχετικά με τη δικαιοδοσία των Ελληνικών Δικαστηρίων, τέτοια αναβολή(ες) ή ακύρωση(εις) να έχουν αποτέλεσμα, εκκρεμούσης της τελικής απόφασης για την έφεση στο Εφετείο και (iii) Να μην επιδιώξουν ή να λάβουν περαιτέρω μέτρα για ή να προκαλούν ή να βοηθούν στην επιδίωξη των Ελληνικών Αγωγών ή των Δεύτερων Ελληνικών Αγωγών, είτε οι ίδιοι, οι διευθυντές τους, οι αξιωματούχοι, εργαζόμενοι ή αντιπρόσωποι μέχρις ότου η αναβολή(ες) ή, εφόσον απαραίτητο, η ακύρωση (εις) που αναφέρεται παραπάνω παύσουν να έχουν ισχύ». Από την ίδια τη διατύπωση της εν λόγω διαταγής, όμως, δεν συνάγεται ότι με αυτή ο Δικαστής κ. Burton εξέδωσε γενικά απαγόρευση περί της συνέχισης εκ μέρους των εναγόντων των διαδικασιών επί των ένδικων αγωγών, ούτε άλλωστε προκύπτει ότι η αποδοχή του αιτήματός τους για την άσκηση έφεσης κατά της από … απόφασής του εξαρτάται από τέτοιους όρους (αναβολή ή ματαίωση των ελληνικών αγωγών). Αντίθετα, υπήρξε ανάληψη αυτής της υποχρέωσης από τις ως άνω ενάγουσες ενώπιον του Δικαστή κ. Burton (για το λόγο αυτό, άλλωστε, η σχετική μνεία έγινε  στο εισαγωγικό της διαταγής και πριν από την αποτύπωση του διατακτικού της και δεν αποτελεί περιεχόμενο του διατακτικού της), προς το σκοπό καταβολής από αυτές μόνο του ποσού των 50.000 λιρών Αγγλίας για τους … και του ποσού των 50.000 λιρών Αγγλίας για τους LMI στο κεφάλαιο (fund), που όρισε ο ως άνω Δικαστής ότι επρόκειτο να συσταθεί για τη διασφάλιση της μέλλουσας να ορισθεί αποζημίωσης, που είχε προβλεφθεί με τα ως άνω συμφωνητικά συμβιβασμού για την περίπτωση παράβασής τους, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως πρακτικά της ενώπιον του συζήτησης σε συνδυασμό με τη σχετική ένορκη βεβαίωση του Κώστα Γεωργόπουλου. Εξάλλου, η διαδικασία ενώπιον των Αγγλικών Δικαστηρίων, που οδήγησε στην έκδοση των προαναφερόμενων αποφάσεων και διαταγών δεν στηρίχθηκε σε αίτημα των εναγόμενων των ένδικων αγωγών σχετικά με την απαγόρευση έναρξης ή συνέχισης από τις ενάγουσες εταιρίες της δικαστικής διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, σημειωτέον δε ότι, όπως αναφέρεται σχετικά στις παρ. 15-17 της ως άνω από 18-7-2014 απόφασης του Εφετείου του Λονδίνου, η τελική κρίση των αγγλικών Δικαστηρίων περί των αξιώσεων για καταβολή αποζημίωσης με βάση τα προαναφερόμενα Συμφωνητικά Συμβιβασμού δεν παρεμποδίζει την αρμοδιότητα του Ελληνικού Δικαστηρίου να αποφασίσει περί της αρμοδιότητάς του και στο μέτρο που προσήκει, την ουσία των αξιώσεων των εναγόντων, εφόσον, στη συγκεκριμένη περίπτωση, με τις αγωγές των Ασφαλιστών … για την καταβολή αποζημίωσης ενώπιον των Αγγλικών Δικαστηρίων δεν ζητήθηκε η έκδοση αντιαγωγικής διαταγής. Με το ίδιο σκεπτικό και το Ανώτατο Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου είχε αχθεί η υπόθεση, κατόπιν της έκδοσης της αρχικής από 20-12-2012 απόφασης του Εφετείου του Λονδίνου, στις παρ. 36 και 39 της από 6-11-2013 [2013] UKSC 70 απόφασής του, αναφέρει ότι οι Ασφαλιστές … δεν επιδίωκαν να διακόψουν τη διαδικασία, που είχε ξεκινήσει στην Ελλάδα ή να εμποδίσουν την πρώτη και την έβδομη των εναγουσών από τη συνέχισή τους, αλλά απλώς ζήτησαν δηλώσεις σύμφωνα με τα συμφωνητικά συμβιβασμού, τα οποία διέπονται αμφότερα από την αγγλική νομοθεσία και υπόκεινται στην αποκλειστική δικαιοδοσία των αγγλικών δικαστηρίων και συγκεκριμένα, ζήτησαν μια αναγνώριση ότι οι εγερθείσες ενώπιον των αγγλικών δικαστηρίων αξιώσεις εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του συμφωνητικού συμβιβασμού. Επίσης, ο ισχυρισμός των εναγόντων, ότι στερήθηκαν της δικαστικής προστασίας που δικαιούνται, λόγω της μη παράστασής τους ενώπιον κάποιων δικαστικών διαδικασιών εξαιτίας της εκ μέρους τους επικαλούμενης οικονομικής αδυναμίας τους, δεν μπορεί να θεμελιώσει λόγο αντίθεσης των προαναφερόμενων αποφάσεων στη δημόσια τάξη για τους εξής λόγους: Από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως επιστολές τους προς τα Αγγλικά Δικαστήρια, εκτιμώμενες συνδυαστικά με τους εν γένει ισχυρισμούς τους, όπως αυτοί περιέχονται στις έγγραφες προτάσεις τους ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, συνάγεται ότι οι ενάγουσες εταιρείες επέλεξαν να μην παραστούν ενώπιον των Αγγλικών Δικαστηρίων, για τους δικούς τους λόγους, δεδομένου ότι αναφορικά με τη συζήτηση ενώπιον του Εφετείου θεωρούσαν ότι η σχετική συζήτηση είχε ήδη ολοκληρωθεί σε προηγούμενες δικασίμους τον Οκτώβριο του 2012 και ότι για το λόγο αυτό, το Εφετείο μπορούσε να προχωρήσει τον Ιούλιο του 2014 στην έκδοση απόφασης, χωρίς περαιτέρω συζήτηση, με βάση τα κατατεθέντα έγγραφα και την προηγηθείσα συζήτηση στο ακροατήριο, τα οποία ελήφθησαν υπόψη από το Δικαστήριο και γ) αναφορικά με τη συζήτηση ενώπιον του Δικαστή κ. Flaux, επικαλέστηκαν πενία, παραπέμποντάς τον στις ήδη κατατεθειμένες προτάσεις τους, οι οποίες εξετάσθηκαν από το Δικαστή, η απουσία τους δε αυτή θεωρήθηκε από τον ως άνω Δικαστή αναγόμενη σε ζήτημα τακτικής, ενόψει των προδήλως αντιφατικών ισχυρισμών τους στο πλαίσιο της παρούσας δίκης και με αφορμή την ως άνω ένσταση εγγυοδοσίας, ότι δηλαδή έχουν σημαντική περιουσία [βλ. σχ. παρ. 31, 45 της από 26-9-2012 απόφασης του Δικαστή κ. Flaux]. Περαιτέρω, οι μνημονευθείσες αποφάσεις του Δικαστή κ. Burton και του Δικαστή κ. Flaux τυγχάνουν αναγνωριστέες στην Ελλάδα, το παρόν δε Δικαστήριο, ως Δικαστήριο του κράτους αναγνωρίσεως, αποδέχεται την αυτοδίκαιη ένταξη των αποτελεσμάτων των (ως άνω αλλοδαπών αποφάσεων) στην έννομη τάξη του σαν να επρόκειτο για δικές του αποφάσεις και δεσμεύεται από τη σχετική κρίση τους περί ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας του βάσει της εκτιμήσεως του εκδόσαντος αυτές Δικαστηρίου επί του κύρους και της εκτάσεως της ισχύος ρήτρας περί παρεκτάσεως δικαιοδοσίας, ομοίως απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών των εναγόντων όλων των υπό κρίσιν αγωγών περί αμφισβήτησης της αναγνώρισης των ως άνω αλλοδαπών αποφάσεων λόγω προφανούς αντίθεσης στη δημόσια τάξη της Ελλάδας ως κράτους αναγνωρίσεως, για τους εξής λόγους: Σύμφωνα με τα αναφερθέντα στη μείζονα πρόταση της παρούσας, στις διατάξεις του άρθρου 35 παρ. 2 και 3 του Κανονισμού 44/2001 προβλέπονται τα ακόλουθα: «2. Κατά τον έλεγχο των βάσεων διεθνούς δικαιοδοσίας που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, η αρχή, ενώπιον της οποίας ζητείται η αναγνώριση, δεσμεύεται από τις πραγματικές διαπιστώσεις, στις οποίες το δικαστήριο του κράτους προελεύσεως έχει θεμελιώσει τη διεθνή δικαιοδοσία του. 3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της πρώτης παραγράφου, δεν ερευνάται η διεθνής δικαιοδοσία των δικαστηρίων του κράτους μέλους προελεύσεως. Οι σχετικοί με τη διεθνή δικαιοδοσία κανόνες δεν αφορούν τη δημόσια τάξη υπό την έννοια του άρθρου 34 σημείο 1». Με βάση τα οριζόμενα στις διατάξεις αυτές, αποκλείεται ο έλεγχος της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου του κράτους προελεύσεως, είτε ασκείται αμέσως, διά του ελέγχου των διαπιστώσεων επί των πραγματικών περιστατικών ή των κριτηρίων, επί των οποίων στηρίχθηκε ο δικαστής, για να αποφανθεί επί της δικαιοδοσίας (βλ. σχ. και ΠΠρΑθ 5292/2010 ΕΠΟΛΔ 2011/212) είτε εμμέσως, μέσω της δημόσιας τάξεως και απαγορεύεται οποιαδήποτε επί της ουσίας αναθεώρηση της αλλοδαπής αποφάσεως. Εξάλλου, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην προηγηθείσα οικεία νομική σκέψη, το άρθρο 34 του Κανονισμού ερμηνεύεται στενά και δεν τυγχάνει εφαρμογής, ακόμη και αν η απόφαση, της οποίας ζητείται η αναγνώριση και η εκτέλεση εκδόθηκε κατά παράβαση των άρθρων 27 και 28 του Κανονισμού, εφόσον σύμφωνα με το άρθρο 35 παρ. 3, οι σχετικοί με τη διεθνή δικαιοδοσία κανόνες (άρα και το άρθρο 27  που είναι ενταγμένο στο πλαίσιο αυτό) δεν αφορούν τη δημόσια τάξη υπό την έννοια του άρθρου 34 παρ. 1, απορριπτομένου του σχετικού ισχυρισμού των εναγόντων των υπό κρίση αγωγών, ότι η απόφαση του Δικαστή κ. Burton δεν πρέπει να τύχει αναγνώρισης από το παρόν Δικαστήριο, διότι είναι αντίθετη στη δημόσια τάξη, επειδή εκδόθηκε κατά παράβαση του άρθρου 27 του Κανονισμού. Περαιτέρω, οι ως άνω τελεσίδικες αποφάσεις και διαταγές των Αγγλικών Δικαστηρίων παράγουν δεδικασμένο ως προς το ζήτημα της υπάρξεως αποκλειστικής διεθνούς δικαιοδοσίας τους και κατ’ επέκταση, της ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου προς εκδίκαση της παρούσας υπόθεσης μεταξύ των νομικών και φυσικών προσώπων, που υπήρξαν διάδικοι σε αμφότερες τις ως άνω δίκες, ήτοι τόσο στη δίκη, επί της οποίας εκδόθηκαν η από … και με αριθ… (Comm) απόφαση του Άγγλου Δικαστή κ. Burton και από 2-2-212 και 19-3-2012 Διαταγές αυτού, καθώς και στη δίκη, επί της οποίας εκδόθηκε από … και με αριθ. [2014] EWHC 3068 (Comm) απόφαση του Δικαστή κ. Flaux και οι από … διαταγές αυτού, στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις με αριθμό φακέλου … και 897/2011, έτσι όπως αυτές τροποποιήθηκαν ως προς τα υποκειμενικά τους όρια, ώστε να καταστούν διάδικοι και όλοι οι εναγόμενοι – φυσικά πρόσωπα, ως προστηθέντες των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών όλων των υπό κρίσιν αγωγών όσο και στην παρούσα δίκη. Συγκεκριμένα, οι ως άνω αποφάσεις και διαταγές παράγουν δεδικασμένο, αναφορικά με το προαναφερόμενο ζήτημα, μεταξύ όλων των διαδίκων στη με αριθμό κατάθεσης … αγωγή, καθώς και μεταξύ της πρώτης και της έβδομης των εναγουσών όλων των υπό κρίσιν αγωγών (αριθμ. καταθ. …, …, 3695/2011 και …) και όλων των εκεί εναγομένων (νομικών προσώπων – ασφαλιστικών εταιρειών και φυσικών προσώπων), ενώ παράγουν δεδικασμένο και μεταξύ της δεύτερης έως και έκτης των εναγουσών στις ανωτέρω αγωγές και όλων των εκεί εναγόμενων νομικών προσώπων. Συνεπεία των ανωτέρω, θα πρέπει, όλες οι υπό κρίσιν αγωγές, κατά παραδοχή του σχετικού ισχυρισμού των εναγομένων τους, να απορριφθούν στο σύνολό τους ως απαράδεκτες λόγω ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας ως προς τους ανωτέρω διαδίκους, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Περαιτέρω, αναφορικά με την προβαλλόμενη από τους εναγόμενους ένσταση έλλειψης διεθνούς δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου τούτου σχετικά με την ένδικη διαφορά που υφίσταται μεταξύ των δεύτερης έως και έκτης των εναγουσών και των εναγόμενων φυσικών προσώπων ως αντιπροσώπων και προστηθέντων των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών, λόγω της ειδικής συμφωνίας παρέκτασης, η οποία περιλαμβάνεται αφενός στο προαναφερόμενο ασφαλιστήριο συμβόλαιο, που καταρτίσθηκε μεταξύ όλων των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών και των πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης, έκτης και έβδομης των εναγουσών και αφετέρου στο από … Συμφωνητικό Συμβιβασμού, που καταρτίσθηκε μεταξύ της πρώτης και της έβδομης των εναγουσών και των ως άνω εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών, αυτή πρέπει να απορριφθεί, καθόσον οι εν λόγω εναγόμενοι – φυσικά πρόσωπα δεν συνεβλήθησαν στο ως άνω συμφωνητικό ασφάλισης, ενώ αμφότερες οι διάδικες πλευρές δεν υπήρξαν συμβαλλόμενοι στο συμφωνητικό συμβιβασμού, ούτε εξάλλου υφίσταται και ως προς αυτούς δεδικασμένο για το δικονομικό αυτό ζήτημα από τις προμνημονευθείσες αλλοδαπές δικαστικές αποφάσεις.

(Ε) 1. Περαιτέρω, στη διάταξη του άρθρου 5§3 του Κανονισμού 44/2001 του Συμβουλίου της 22.12.2000 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», ορίζεται ότι πρόσωπο, που έχει την κατοικία του στο έδαφος κράτους μέλους μπορεί να εναχθεί σε άλλο κράτος μέλος, ως προς ενοχές εξ αδικοπραξίας ή οιονεί αδικοπραξίας, ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου όπου συνέβη ή ενδέχεται να συμβεί το ζημιογόνο γεγονός. Η έννοια «ενοχές από αδικοπραξία ή οιονεί αδικοπραξία», σύμφωνα με το νόημα του άρθρου 5 σημείο 3 της Συμβάσεως των Βρυξελλών, περιλαμβάνει κάθε απαίτηση, με την οποία τίθεται ζήτημα ευθύνης του εναγομένου και δεν αφορά «διαφορές εκ συμβάσεως», κατά την έννοια του άρθρου 5 σημείο 1 της ίδιας Συμβάσεως (ΔΕΚ απόφαση της 17 Σεπτεμβρίου 2002 – υπόθεση C-334/00 και απόφαση της 1ης Οκτωβρίου 2002 – υπόθεση C-167/00 ΕλλΔνη 44.583 και 586 αντιστοίχως), ενώ η έννοια «τόπος όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός», όπως χρησιμοποιείται στην ίδια διάταξη, μπορεί να καλύπτει τόσο τον τόπο όπου αιτιωδώς επήλθε η ζημία όσο και τον τόπο όπου συνέβη το γενεσιουργό της ζημίας γεγονός (ΕφΠειρ 61/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΔΕΕ 1067/2009 υπόθεση C-189/08 (ZuidChemie) Συλλογή Νομολογίας 2009 Ι-6917 (σκέψη 25), ΔΕΚ απόφαση της 19 Σεπτεμβρίου 1995 – υπόθεση C-364/93 ΕλλΔνη 38.1684) και δεν αναφέρεται στον τόπο της κατοικίας του ενάγοντος, όπου βρίσκεται «το επίκεντρο της περιουσίας του», για το μοναδικό λόγο ότι ο ενάγων υπέστη στον τόπο αυτόν περιουσιακή ζημία λόγω της σημειωθείσας σε άλλο συμβαλλόμενο κράτος απώλειας ορισμένων περιουσιακών του στοιχείων (βλ. ΔΕΚ C-168/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η διεύρυνση αυτή θα κατέληγε στην αποδοχή της δωσιδικίας του ενάγοντος, αφού το θύμα υφίσταται κατά κανόνα τη ζημία ακριβώς στον τόπο της κατοικίας του, είναι δε προφανές ότι το αποτέλεσμα αυτό είναι πλήρως ασυμβίβαστο προς τις «ειδικές δωσιδικίες» που απαριθμούνται στα άρθρα 5 και 6 της Συμβάσεως, που συνιστούν αποκλίσεις από την αρχή της δικαιοδοσίας των δικαστηρίων του κράτους της κατοικίας του εναγομένου και, συνεπώς, πρέπει να ερμηνεύονται συσταλτικώς (βλ. ΔΕΚ C-364/1993 ΔΕΚ και C-168/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε περίπτωση, λοιπόν, γεωγραφικής αποκλίσεως των τόπων, ο ενάγων έχει την ευχέρεια να ασκήσει την αγωγή του ενώπιον του δικαστηρίου ενός οποιουδήποτε από τους τόπους αυτούς (ΕφΘεσ 121/2010 ΕΠΟΛΔ 2010/844, ΕφΠειρ 61/2008 ΕΝΑΥΤΔ 2008/233, Κεραμέως/Κρεμλή/Ταγαρά “Η Σύμβαση των Βρυξελλών για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων” σελ. 71). Εξάλλου, σύμφωνα και με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 3 της Διεθνούς Συμβάσεως των Βρυξελλών του 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, όπως τροποποιήθηκε το 1978 (με την προσχώρηση της Δανίας, Ιρλανδίας και Ηνωμένου Βασιλείου) και το 1982 (με την προσχώρηση της Ελληνικής Δημοκρατίας), που κυρώθηκε με το ν. 1814/1988 (και τροπ. από το ν. 2004/1992) και ίσχυε στην Ελλάδα από 1.4.1989, “πρόσωπο που έχει την κατοικία του στο έδαφος συμβαλλομένου κράτους μπορεί να εναχθεί σε άλλο συμβαλλόμενο κράτος ως προς τις ενοχές από αδικοπραξία ή οιονεί αδικοπραξία, ενώπιον του Δικαστηρίου του τόπου όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός”. Παρέπεται έτσι ότι το άρθρο 5 παρ. 3 προβλέπει και θεσπίζει μία ειδική βάση διεθνούς δικαιοδοσίας στις υποθέσεις της εξωσυμβατικής ευθύνης. Γίνεται δε δεκτό ότι στο πεδίο εφαρμογής της ανωτέρω διατάξεως εμπίπτει το σύνολο των εξωσυμβατικών ενοχών, δηλαδή τόσο οι ενοχές από αδικοπραξία όσο και οι ενοχές από “οιονεί αδικοπραξία”, σε αντιδιαστολή προς τις “ενοχές εκ συμβάσεως”, που ρυθμίζονται αυτοτελώς από την παράγραφο 1 του άρθρου 5 (βλ. σχετ. Κεραμέα – Κρεμλή – Ταγαρά, Η Σύμβαση των Βρυξελλών για τη Διεθνή Δικαιοδοσία και την Εκτέλεση Αποφάσεων, όπως ισχύει στην Ελλάδα”, ερμηνεία κατ` άρθρον, έκδ. 1989, σελ. 67 επ.). Ο προσδιορισμός δε της “αδικοπραξίας” ή “οιονεί αδικοπραξίας”, σύμφωνα πάντα με τη Δ.Σ., γίνεται με αυθύπαρκτα και με αυτόνομα, δηλαδή με κοινοτικά κριτήρια. Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με την απόφαση “Kalfelis Schroder” 189/1987 (27.9.1988) έκρινε ότι η έκφραση αυτή πρέπει να ερμηνευθεί ως έννοια αυτοτελής, που περιλαμβάνει κάθε αγωγή που αποσκοπεί στην ενεργοποίηση της αστικής ευθύνης του εναγομένου και η οποία δεν συνδέεται με τις “διαφορές εκ συμβάσεως” του άρθρου 5 παρ. 1. Στην Ελλάδα, λοιπόν, οι αγωγές του άρθρου 914 επ. ΑΚ εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5 παρ. 3, για την εφαρμογή του οποίου είναι αδιάφορο αν πρόκειται για διαφορά από αξιόποινη πράξη, όπως απαιτεί το άρθρο 35 ΚΠολΔ ή απλώς από αστικό αδίκημα. Εξάλλου, κατά την ως άνω διάταξη του άρθρου 5 παρ. 3 της Δ.Σ., ο προσδιορισμός του τόπου (όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός) δημιουργεί ερμηνευτικά προβλήματα, όταν το γενεσιουργό γεγονός της ζημίας έλαβε χώρα σε τόπο διαφορετικό από εκείνον που εκδηλώθηκε η ζημία, όπως και στις περιπτώσεις που η ζημία εκδηλώθηκε στο έδαφος περισσοτέρων συμβαλλομένων κρατών. Με την απόφαση του “Hawdels Kweeheriz σ.ζ. Bia BV/Mines de potasse d`Alsace 21/76 (30.11.1976) καθώς και με την απόφαση “Societes Dumez France Tracoda/ Hessische Landes-bank C 220/88 (11.11.1990) (βλ. σχ. ΕλλΔνη 35.1151) το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έκρινε ότι ως “τόπος”, κατά το άρθρο 5 παρ. 3, θεωρείται τόσον ο τόπος όπου εκδηλώθηκε η ζημία όσο και ο τόπος που έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός που θεμελιώνει την αδικοπρακτική ευθύνη και παρήγαγε άμεσα ζημιογόνα αποτελέσματα έναντι του αμέσως ζημιωμένου (βλ. και ΔΕΚ απόφαση της 19 Σεπτεμβρίου 1995 – υπόθεση C-364/93, ΕλλΔνη 38.1684), λύση που συμφωνεί και με το ισχύον ελληνικό δίκαιο (βλ. Κεραμέα, ό.π., σελ. 71, έκθεση Ευρυγένη – Κεραμέα, παρ. 51), αφού οι τόποι αυτοί αποτελούν αποφασιστικούς συνδέσμους για τη θεμελίωση της διεθνούς δικαιοδοσίας, στο μέτρο που η έννοια της αδικοπραξίας προϋποθέτει αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της ζημίας και του ζημιογόνου γεγονότος (ΕφΠειρ 89/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΠειρ 2169/2007 Αρμ 1998/1515). Ως προς τη θέση του ΔΕΚ αναφορικά με την ερμηνεία της εν λόγω διάταξης του άρθρου 5 αρ. 3 του Κανονισμού 44/2001 (ΔΕΚ της 30/11/1976, υπόθ. 21/76: Bier κατά Mines de Potasse d’ Alsace, Συλλογή Αποφάσεων ΔΕΚ 1976 σελ. 613 επ.), γίνεται δεκτό ότι «Όταν ο τόπος, στον οποίο συνέβη το γεγονός που μπορεί να επισύρει ευθύνη από αδικοπραξία …, δεν συμπίπτει με τον τόπο, στον οποίον επήλθε η συνεπεία αυτού του γεγονότος ζημία, τότε ως τόπος, στον οποίο συνέβη το ζημιογόνο γεγονός, είναι τόσον ο τόπος, στον οποίο επήλθε η ζημία όσο και ο τόπος, στον οποίο συνέβη το ζημιογόνο γεγονός και επομένως, η σχετική αγωγή μπορεί να εγερθεί, κατ’ επιλογή του ενάγοντος, είτε στον ένα είτε στον άλλο από τους τόπους αυτούς (ΠΠρΠειρ 2169/2007 ό.π., Σπ. Βρέλλης «Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο», Γ’ έκδ., 2008, σελ. 372, υπό (γ) και υποσ. 10, Νίκας σε ΚΠολΔ Κεραμέως – Κονδύλη – Νίκα άρθρο 35 αρ. 4, με περαιτέρω παραπομπές). Ως ζημία επερχόμενη σε ορισμένο τόπο, κατά την έννοια της εξεταζόμενης εδώ διάταξης, νοείται επίσης, όπως έχει κριθεί από το ΔΕΚ και η ηθική βλάβη. Συνακόλουθα, στην κατά την ίδια ρύθμιση διεθνή δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων εμπίπτει και η «αγωγή περί επιδικάσεως χρηματικής ικανοποιήσεως για ηθική βλάβη» (ΔΕΚ 7/3/1995 επί της υποθέσεως 68/1993 Fiona Shevill κατά Presse Alliance, Συλλογή Νομολογίας ΔΕΚ 1995 I.415, ΕφΠειρ 89/2011 ό.π.). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 26 ΑΚ, οι ενοχές από αδίκημα διέπονται από το δίκαιο της πολιτείας όπου διαπράχθηκε το αδίκημα. Στην περίπτωση δε που τα πραγματικά περιστατικά που υλοποιούν την αδικοπραξία δεν συντελούνται όλα σε ένα κράτος, αλλά συντελούνται στο έδαφος περισσοτέρων πολιτειών ή σε ένα μεν κράτος, αλλά με συνέπειες που εκδηλώνονται σε άλλο κράτος (αδικήματα πολλαπλής τοπικής σύνδεσης), ως τόπος τελέσεως του αδικήματος θεωρείται και ο τόπος ενέργειας και ο τόπος επέλευσης της ζημίας, στο ζημιωθέντα δε απόκειται η επιλογή του εφαρμοστέου δικαίου (ΑΠ 1527/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 665/2011 ΕΕμπΔ 2011/883, ΑΠ 1475/… ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 295/2000 Ελλ.Δνη 41.1020, ΕφΠειρ 61/2008 ό.π., ΕφΠειρ 25/2003 ΔΕΕ 2003/634, ΠΠρΑθ 1127/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΑθ 3552/2003 ΔΕΕ 2004/562, ΠΠρΠειρ 1187/1999 ΧρΙΔ 2001.322, Σπ. Βρέλλης «Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο», β` εκδ., σελ. 224 επ., όπου παρατίθενται και οι λοιπές θεωρίες που έχουν υποστηριχθεί). Περαιτέρω, κατά τη σαφή έννοια του άρθρου 932 ΑΚ ορίζεται ότι, σε περίπτωση αδικοπραξίας (άρθρο 914 ΑΚ), ανεξάρτητα από την αποζημίωση για περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη χρηματική ικανοποίηση, αν κρίνει, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής και μετά από εκτίμηση των περιστάσεων, κάτω από τις οποίες τελέστηκε η άδικη πράξη του υπαιτίου και ιδίως του βαθμού του πταίσματος του υπόχρεου, του είδους της προσβολής και της κοινωνικής και περιουσιακής καταστάσεως του δικαιούχου και του υπόχρεου ότι ο αδικηθείς υπέστη ηθική βλάβη. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνοίας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Φορέας της αξίωσης, που πηγάζει από το άρθρο 932 ΑΚ είναι καταρχήν αυτός που υπέστη άμεσα την ηθική βλάβη από αδικοπραξία, η οποία προβάλλει δικαίωμα ή έννομο συμφέρον του, που προστατεύεται από κανόνα δικαίου, όχι μόνον αστικού αλλά και διοικητικού ή ποινικού περιεχομένου, ο οποίος έχει τεθεί όχι αποκλειστικώς για την προστασία του γενικού συμφέροντος, αλλά και για την προστασία ιδιωτικών συμφερόντων (βλ. ΑΠ 1143/2003 ΕλλΔνη 46.394, ΑΠ 1323/2001 ΕλλΔνη 42.1350, ΑΠ 1509/1999 ΕλλΔνη 40.1704, ΑΠ 1198/1987, ΕφΑθ 1371/2003 ΕλλΔνη 44.1378, ΕφΑθ 4351/2002 ΕλλΔνη 44.200). Από αυτά συνάγεται ότι ο προσδιορισμός του ποσού της εύλογης χρηματικής ικανοποιήσεως ανήκει στην ελεύθερη εκτίμηση του δικαστηρίου της ουσίας και δεν χωρεί η υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια ή κανόνα δικαίου (ΑΠ 1433/2000 ΕλλΔνη 42.673, ΑΠ 829/1999 ΕλλΔνη 41.345, ΑΠ 208/1995 ΕλλΔνη 37.320, ΕφΛαμ 85/2010 Αρμ 2012.364). Συγκεκριμένα, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 57, 59, 914 και 932 ΑΚ προκύπτει ότι για τη θεμελίωση αξιώσεως προς καταβολή χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης από πράξη που προσβάλλει την προσωπικότητα του ανθρώπου απαιτείται προσβολή της προσωπικότητας, η οποία να είναι παράνομη, δηλαδή να έγινε χωρίς δικαίωμα ή κατ’ ενάσκηση δικαιώματος, ήσσονος σπουδαιότητος ή ασκουμένου υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκησή του καταχρηστική και υπαίτια, ήτοι οφειλομένη σε δόλο ή αμέλεια και επέλευση ηθικής βλάβης στον προσβληθέντα, τελούσα σε αιτιώδη σύνδεσμο με την παράνομη και υπαίτια προσβολή. Η προσωπικότητα του ανθρώπου μπορεί να προσβληθεί σε οποιαδήποτε έκφανση ή εκδήλωση της (σωματική, πνευματική, ηθική κ.λ.π.). Έτσι, η απόδοση σε κάποιον πράξεων που η κοινωνία αποδοκιμάζει, διότι ενέχουν απαξία, εμπίπτει στα όρια της προσβολής της προσωπικότητας. Τέτοιες δε πράξεις, διαταρακτικές της κοινωνικής προσωπικότητας του ανθρώπου, είναι και εκείνες που εμπεριέχουν ονειδισμό ή αμφισβήτηση της προσωπικής ή επαγγελματικής εντιμότητας του προσώπου, ακόμη και όταν αυτές απλώς τον καθιστούν ύποπτο ότι μετέρχεται ανέντιμες μεθόδους, κατά την ενάσκηση των επαγγελματικών του καθηκόντων ή άλλων εκφάνσεων της δραστηριότητάς του (ΑΠ 1279/2011). Η προσβολή της προσωπικότητας μπορεί να προέλθει και από ποινικώς κολάσιμη πράξη, όπως εξύβριση, απλή δυσφήμηση ή συκοφαντική δυσφήμηση που προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 361, 362 και 363 του ΠΚ. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 362 και 363 ΠΚ, όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλο γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, διαπράττει το έγκλημα της δυσφημήσεως, και αν το γεγονός αυτό είναι ψευδές και ο υπαίτιος τελεί εν γνώσει της αναληθείας του διαπράττει το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφημήσεως. Έτσι, για τη στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υποστάσεως αμφοτέρων των ως άνω εγκλημάτων απαιτείται ισχυρισμός ή διάδοση από τον υπαίτιο, με οποιονδήποτε τρόπο και μέσο ενώπιον τρίτου, για κάποιον άλλο γεγονότος που θα μπορούσε να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, ενώ για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφημήσεως απαιτείται επιπλέον και γνώση του δράστη ότι το γεγονός είναι ψευδές. Έτσι, σε περίπτωση που ο δράστης δεν γνώριζε το ψευδές του γεγονότος που ισχυρίσθηκε ή διέδωσε ή είχε αμφιβολίες γι’ αυτό, δεν στοιχειοθετείται μεν το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφημήσεως σε βάρος άλλου, παραμένει όμως ως έγκλημα η απλή δυσφήμιση, που προσβάλλει επίσης την προσωπικότητα του άλλου σε βαθμό μη ανεκτό από την έννομη τάξη. Όμως, ως αστικό αδίκημα, η δυσφήμηση θεμελιώνεται υποκειμενικώς και σε απλή αμέλεια του δράστη και συνεπώς, όποιος από πρόθεση ή από αμέλεια ισχυρίζεται ή διαδίδει προς τρίτους γεγονότα αναληθή που βλάπτουν την επαγγελματική ή γενικότερα την οικονομική ελευθερία άλλου και κατ’ αυτήν την έννοια θίγουν την τιμή και την υπόληψη του, προσβάλλοντας παρανόμως την προσωπικότητά του, έχει υποχρέωση, εφόσον γνωρίζει ή υπαιτίως αγνοεί την αναλήθεια των γεγονότων αυτών, να αποζημιώσει τον παθόντα και να ικανοποιήσει και την ηθική του βλάβη του (ΑΠ 1662/2005). Ο νόμος θεωρεί ως προστατευόμενο αγαθό την τιμή ή την υπόληψη του προσώπου, το οποίο είναι μέλος μιας οργανωμένης κοινωνίας και κινείται στα πλαίσια της συναλλακτικής ευθύτητας. Η τιμή του προσώπου θεμελιώνεται επί της ηθικής αξίας, η οποία πηγή έχει την ατομικότητα και εκδηλώνεται με πράξεις ή παραλείψεις. Δεν αποκλείεται στην έννοια του γεγονότος να υπαχθούν η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσεως, ακόμη δε και χαρακτηρισμός, οσάκις αμέσως ή εμμέσως υποκρύπτονται συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή συνδέονται και σχετίζονται με το γεγονός κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ουσιαστικώς να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική του βαρύτητα, άλλως μπορεί να αποτελούν εξύβριση κατ’ άρθρο 361 ΠΚ (ΑΠ 726/2015 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 109/2012, ΑΠ 1279/2011). Ειδικότερα, όπως συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ, αξίωση αποζημιώσεως από αδικοπραξία έχει, κατά κανόνα, μόνον ο αμέσως ζημιωθείς, εκείνος δηλαδή που προσβλήθηκε αμέσως στα  δικαιώματα και γενικώς στα εννόμως προστατευόμενα συμφέροντά του, τέτοιος δε επί αδικοπραξίας τρίτου, στρεφομένης κατά εταιρείας με νομική προσωπικότητα, είναι αυτό τούτο το νομικό πρόσωπο της εταιρείας και όχι οποιοσδήποτε εταίρος αυτής,  που αντανακλαστικώς και μόνο ζημιώνεται από την αδικοπραξία σε βάρος της εταιρείας (βλ. ΑΠ 494/1967 ΝοΒ 16.78, ΑΠ 420/1962 ΕΕΝ 29. 920, ΑΠ 272/1960 ΝοΒ 8. 1045, ΕφΑθ 6793/1996 Αρμ 1997/1251, ΕφΑθ 289/1992 ΕλλΔνη 1993.401, ΕφΑθ 8293/1986 ΕλλΔνη 28.1281, ΕφΑθ 5362/1979 Αρμ ΛΔ.384, ΠΠρΑθ 6391/1996 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, Αστ. Κώδιξ, υπό το άρθρο 914 αριθ. 69 και 74). Εξάλλου, κατά το άρθρο 63 του ΚΠΔ, η πολιτική αγωγή για την αποζημίωση και την αποκατάσταση από το έγκλημα και για την ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης μπορεί να ασκηθεί στο ποινικό δικαστήριο από τους δικαιούμενους σύμφωνα με τον αστικό κώδικα. Όπως δε προκύπτει από τα άρθρα 919 και 932 του ΑΚ, δικαίωμα αποζημιώσεως ή χρηματικής ικανοποιήσεως από την αδικοπραξία, η οποία φέρει και το χαρακτήρα αξιόποινης πράξεως, έχει ο αμέσως προσβληθείς από αυτή στα δικαιώματά του ή τα έννομα συμφέροντα αυτού. Αντιθέτως, δεν νομιμοποιείται ενεργητικώς να απαιτήσει αποζημίωση ή χρηματική ικανοποίηση εκείνος που υπέστη έμμεση προσβολή στα δικαιώματά του ή τα έννομα συμφέροντά του (ΟλΑΠ 402/1981 ΠΧρ ΛΑ/664, ΑΠ 1/1991, 141/1991 ΝοΒ 39.948, ΑΠ 1590/1980 ΕΕΝ 48.579, ΣυμβΠλημΚορ 240/1996 ΠοινΧρον 1997/132), όπως συμβαίνει γενικώς προκειμένου περί μέλους νομικού προσώπου, όταν η αξιόποινη πράξη στρέφεται κατά του δεύτερου, οπότε η προσβολή, που επήλθε στα δικαιώματα και τα συμφέροντα του μέλους, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως άμεση, αλλά μόνον έμμεση, με συνέπεια να μη νομιμοποιείται αυτό να παραστεί ως πολιτικώς ενάγων στην ποινική δίκη, που έχει ως βάση την παραπάνω αξιόποινη πράξη (ΟλΑΠ 5/1994, ΑΠ 1794/2003 ΠοινΛογ 2003/2025, ΑΠ 949/1990 ΠΧρ ΜΑ/295, Στ. Πατεράκης «Η χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης», β΄ εκδ., 2001, σελ. 286-287). Τέλος, από τις διατάξεις των άρθρων 68 και 73 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι μεταξύ των διαδικαστικών προϋποθέσεων της διεξαγωγής της δίκης είναι και η ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση των διαδίκων, η ύπαρξη της οποίας ερευνάται σε κάθε στάση της δίκης και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο (ΕφΑθ 6152/1982 ΝοΒ 30/1282, ΕφΠειρ 133/1987 ΝοΒ 35/1069, ΠΠρΑθ 2836/1997 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, κατά τη διάταξη του άρθρου 68 ΚΠολΔ, για την παροχή εννόμου προστασίας απαιτείται από τον νόμο η συνδρομή δύο διαδικαστικών προϋποθέσεων, η νομιμοποίηση και το έννομο συμφέρον. Η νομιμοποίηση, δηλαδή η ύπαρξη του δικαιώματος υπερασπίσεως της υποθέσεως, στην οποία δικάζεται κάποιος ως ενάγων ή εναγόμενος ή της εξουσίας διεξαγωγής της δίκης για συγκεκριμένο δικαίωμα ή έννομη σχέση, συμπίπτει με την ιδιότητα του υποκειμένου του επιδίκου δικαιώματος ή της εννόμου σχέσεως. Τα θεμελιωτικά στοιχεία της νομιμοποιήσεως, ενεργητικής και παθητικής, πρέπει να αναγράφονται στο δικόγραφο της αγωγής, για να προκύπτει ο σύνδεσμος του ενάγοντος και του εναγομένου προς την επίδικη έννομη σχέση, ενώ πρέπει να υφίστανται κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο και σε ολόκληρη τη διάρκεια της δίκης, έτσι ώστε να είναι δυνατή η έκδοση απόφασης από το Δικαστήριο και για να μπορεί να ικανοποιηθεί το δικαίωμα, του οποίου φέρεται δικαιούχος ο διάδικος. Η νομιμοποίηση των διαδίκων, η οποία αποτελεί ειδικότερη εκδήλωση του υπό ευρεία έννοια εννόμου συμφέροντος, ενόψει της φύσεώς της, ως διαδικαστικής προϋποθέσεως της δίκης, κρίνεται από τη lex fori, ήτοι από το δίκαιο της έδρας του δικαστηρίου που δικάζει (βλ. ΠΠρΠειρ 785/1997 ΕΝΔ 26.130, ΠΠρωτΑθ 9355/1980 ΝοΒ 28.1598, Κρίσπη Γνωμ. ΝοΒ 21 σελ. 1290), ενώ η έλλειψή της (νομιμοποίησης), η έλλειψη δηλαδή των θεμελιωτικών περιστατικών που συνδέουν τον διάδικο με το επικαλούμενο δικαίωμα ή έννομη σχέση, αφενός μεν προτείνεται σε κάθε στάση της δίκης και η συνδρομή της εξετάζεται από το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 73 ΚΠολΔ), αφετέρου δε έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος (ΕφΚερκ 1.1999 ΔΕΕ 1999.1036, ΕφΑθ 9544/1998 ΕΕμπΔ 1999.773), ειδικότερα δε έχει ως συνέπεια, λόγω της ανυπαρξίας του συνδέσμου μεταξύ του διαδίκου και της επικαλουμένης εννόμου σχέσεως, την απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης και όχι ως αβάσιμης (Β. Βαθρακοκοίλη, «ΕρμΚΠολΔ», άρθρο 68 ΚΠολΔ, παρ. 1-3, 8, 10, 20, 96, 134, 141, σελ. 393-395, 397-398, 418, 424-425). Εξάλλου, η αγωγή, ως επιθετική πράξη πρέπει να περιέχει πλήρη τα στοιχεία του λογικού συλλογισμού, του οποίου την ελάσσονα πρόταση αποτελεί η ιστορική βάση, τη μείζονα ο νόμιμος λόγος και το συμπέρασμα η αίτηση. Η εξ απόψεως ιστορικής βάσεως πληρότητα της αγωγής περιλαμβάνει και τα περιστατικά που δικαιολογούν και θεμελιώνουν τη νομιμοποίηση. Για τη νομιμοποίηση προς διεξαγωγή της δίκης, καταρχήν αρκεί ο ισχυρισμός του ενάγοντος, ότι αυτός και ο εναγόμενος είναι τα υποκείμενα της επίδικης έννομης σχέσεως (κατά κανόνα νομιμοποίηση) και συνεπώς, η εκ μέρους του εναγομένου αμφισβήτηση των επικαλουμένων για την τυπική θεμελίωση του ισχυρισμού αυτού πραγματικών περιστατικών δεν συνιστά ένσταση ελλείψεως νομιμοποιήσεως, αλλά άρνηση της βάσεως της αγωγής. Ώστε ο ενάγων φέρει προς τούτο το σχετικό βάρος της αποδείξεως, με συνέπεια, και σε περίπτωση που δεν αποδείξει τον περί νομιμοποιήσεώς του ισχυρισμό, την απόρριψη της αγωγής για έλλειψη (ενεργητικής ή παθητικής) νομιμοποιήσεως, κατά το δικονομικό κανόνα, σύμφωνα με τον οποίο, μη αποδεικνύοντος του φέροντος το βάρος της αποδείξεως, απορρίπτεται η αγωγή (ΑΠ 1272/1999 ΕλλΔνη 2001.430, ΕφΘεσ 1857/2003 Αρμ 2005.372, ΕφΑθ 5685/1999 ΕλλΔνη 2000.528).

  1. Περαιτέρω, αναφορικά με τις πρώτη, δεύτερη, τρίτη και τέταρτη των κρινόμενων αγωγών, όσον αφορά στο ως άνω αναφερθέν σκέλος τους, που αφορά αφενός τις δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών κατά των εναγόμενων φυσικών προσώπων με το προαναφερόμενο περιεχόμενό τους και αιτήματα περί καταβολής αποζημίωσης λόγω θετικής ζημίας και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης που υπέστησαν οι ως άνω ενάγουσες από τις επικαλούμενες παράν…ς και και υπαίτιες πράξεις των ως άνω εναγόμενων και αφετέρου τους ενάγοντες φυσικά πρόσωπα κατά όλων των εναγόμενων αυτών με το προαναφερόμενο περιεχόμενό τους και αίτημα περί καταβολής περί χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης που υπέστησαν τα παραπάνω φυσικά πρόσωπα – ενάγοντες από τις επικαλούμενες παράν…ς και υπαίτιες πράξεις όλων των εναγόμενων, λεκτέα τα ακόλουθα: Οι ως άνω αγωγές, κατά το προαναφερθέν σκέλος τους και τους προαναφερόμενους διαδίκους, παραδεκτώς εισάγονται προς εκδίκαση, κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, το οποίο τυγχάνει καθ’ ύλη και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13, 14 παρ. 2, 18, 22, 37 παρ. 1 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 παρ. 3Α ν.2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς) και έχει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της προκείμενης διαφοράς (άρθρα 3 παρ. 1 και 4 ΚΠολΔ, 3 και 5.3 του Κανονισμού 44/2001 της 22.12.2000, (L 12/16.1.2001, “Για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις”, ο οποίος αντικατέστησε την από 27-9-1968 Διεθνή Σύμβαση των Βρυξελλών «Για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», κυρωθείσα στην Ελλάδα με το Ν. 1844/1988, ο οποίος ισχύει από 1-3-2002 και εφαρμόζεται, εν προκειμένω, λόγω του χρόνου κατάθεσης της αγωγής πριν από την 10-1-2015 (βλ. και άρθρο 66 παρ. 1 και 2 του Κανονισμού 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2012 «Για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»), απορριπτομένης της περί του αντιθέτου δικονομικής ένστασης των εναγόμενων, που προβλήθηκε με τις νομίμως κατατεθείσες έγγραφες προτάσεις τους περί έλλειψης διεθνούς δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου προς εκδίκαση των παραπάνω αγωγών, με βάση τον ισχυρισμό ότι αφενός κανένα από τα ζημιογόνα γεγονότα που αναφέρονται στην αγωγή δεν έλαβε χώρα στον Πειραιά, αλλά σε άλλες χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Φιλιππίνες και αφετέρου η κατοικία τους (εναγόμενων) βρίσκεται στο Ηνωμένο Βασίλειο. Σημειώνεται ότι οι ως άνω όγδοος έως και δέκατος τέταρτος των εναγόντων, με τις ως άνω ένδικες αγωγές τους, συνομολογούν μεν ότι όλοι οι εναγόμενοι αυτών είναι κάτοικοι Μεγάλης Βρετανίας, πλην όμως, κατά τα ως άνω εκτιθέμενα στις επίδικες αγωγές, αφενός μεν ορισμένες εκ των προπεριγραφόμενων παράνομων και υπαίτιων πράξεων τελέστηκαν στην Ελλάδα (και δη η κατασκευή εκ μέρους των εναγόμενων ψευδών αποδεικτικών στοιχείων [μαρτυρικών καταθέσεων του A. M.]), που συνιστούν ταυτόχρονα και συκοφαντική δυσφήμηση, οι οποίες αποτελούν το κρίσιμο -κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς- ζημιογόνο γεγονός, έλαβαν χώρα στην Αθήνα και στον Πειραιά) αφετέρου δε οι επικαλούμενες από τους ως άνω ενάγοντες θετική ζημία και ηθική βλάβη, ως άμεσες δυσμενείς συνέπειες των υπαίτιων και παράνομων πράξεων των ως άνω εναγόμενων, επήλθε στην Ελλάδα, όπου αυτοί έχουν το κέντρο των επαγγελματικών και εν γένει βιοτικών δραστηριοτήτων τους, ώστε να υφίσταται κατάφαση της διεθνούς δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου προς εκδίκαση της υπόθεσης, κατά το άρθρο 5.3 του Κανονισμού 44/2001, δεδομένου ότι αρκεί και μόνο το γεγονός, ότι ορισμένα από τα ζημιογόνα γεγονότα τελέστηκαν στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ορισμένα άλλα τελέστηκαν στην αλλοδαπή, επιπλέον δε οι ζημιογόνες συνέπειες αυτών επήλθαν στην κατοικία των ως άνω εναγόντων στην Ελλάδα (βλ. και ΠΠρΚορ 73/… Αρμ 2007/54), σύμφωνα δε με τα αναφερόμενα στην αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη, σε περίπτωση γεωγραφικής αποκλίσεως των τόπων όπου έλαβε χώρα το γενεσιουργό γεγονός της ζημίας σε σχέση με εκείνον που εκδηλώθηκε η ζημία, όπως και στις περιπτώσεις που η ζημία εκδηλώθηκε στο έδαφος περισσοτέρων συμβαλλομένων κρατών, ο ενάγων έχει την ευχέρεια να ασκήσει την αγωγή του ενώπιον του δικαστηρίου ενός οποιουδήποτε από τους τόπους αυτούς. Περαιτέρω, ενόψει του ότι εισάγεται προς επίλυση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, δηλαδή σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας,      τίθεται           θέμα          εφαρμοστέου           δικαίου,        που

διέπει την επίδικη διαφορά, σχετικά δε με το ζήτημα αυτό πρέπει να αναφερθούν τα εξής: Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη, κατά τη λογική και τελολογική ερμηνεία της διατάξεως του άρθρου 26 ΑΚ, σε περίπτωση που τα περιστατικά που υλοποιούν την αδικοπραξία (μεταξύ των οποίων είναι και η επέλευση του ζημιογόνου αποτελέσματος) συντελούνται στο έδαφος περισσότερων πολιτειών, απόκειται στο ζημιωθέντα να επιλέξει το εφαρμοστέο στη συγκεκριμένη περίπτωση ουσιαστικό δίκαιο. Εν προκειμένω, οι δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών εταιρειών και οι όγδοος έως και δέκατη τέταρτη των εναγόντων – φυσικών προσώπων, με την ιδιότητά τους ως ατομικώς ζημιωθέντων από τις επικαλούμενες στην αγωγή παράν…ς πράξεις των εναγόμενων, προβάλλουν ως βάση των ως άνω πρώτης, δεύτερης, τρίτης και τέταρτης των ένδικων αγωγών, αδικήματα με τόπο ενεργείας, μεταξύ άλλων, την Αγγλία, τις Φιλιππίνες, αλλά και την Ελλάδα και δη την Αθήνα και τον Πειραιά και τόπο επέλευσης του αποτελέσματος ορισμένων εκ των ως άνω ζημιογόνων ενεργειών την Ελλάδα (δεδομένου ότι η κατοικία και κέντρο των βιοτικών δραστηριοτήτων των ως άνω εναγόντων βρίσκεται στη Γλυφάδα Αττικής), δηλαδή αδικήματα πολλαπλής τοπικής συνδέσεως και επομένως, στην επιλογή των ως άνω εναγόντων επαφίεται τελικά ποιο δίκαιο από αυτά που έχουν σχέση με τα χαρακτηριζόμενα από αυτούς ως αδικήματα θα εφαρμοσθεί στη συγκεκριμένη περίπτωση. Οι ως άνω ενάγοντες επικαλούνται ως εφαρμοστέες τις διατάξεις του ελληνικού ουσιαστικού δικαίου και κατά συνέπεια, η ερειδόμενη στα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά που συνιστούν αδικοπραξία βάση των ως άνω αγωγών ερευνάται κατά το ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, κατ` άρθρο 26 ΑΚ, ως εκ του τόπου (Ελλάδα – Πειραιάς) όπου, μεταξύ άλλων, φέρεται ότι εκδηλώθηκε η εκ μέρους των εναγόμενων αδικοπρακτική συμπεριφορά τους σε βάρος των εναγόντων, αλλά και του τόπου (Ελλάδα – Γλυφάδα) όπου επήλθαν ορισμένες από τις συνέπειες των εν γένει ζημιογόνων ενεργειών των εναγόμενων αναφορικά με την προσβολή της τιμής, της υπόληψης και της προσωπικότητάς τους. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι οι δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών και οι όγδοος έως και δέκατη τέταρτη των εναγόντων επέλεξαν ρητά με την άσκηση των κρινόμενων αγωγών ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, την εφαρμογή του ελληνικού δικαίου και των διατάξεων αυτού περί αδικοπραξιών, καθόσον ο Κανονισμός (ΕΚ) 864/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  της 11ης Ιουλίου 2007 για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές, γνωστός ως «Ρώμη ΙΙ», αρχίζει να εφαρμόζεται από τις 11-01-2009 (άρθρα 31-32 αυτού), τα δε διαλαμβανόμενα στις ένδικες αγωγές κρίσιμα πραγματικά περιστατικά φέρεται ότι έχουν τελεσθεί προγενέστερα. Στο σημείο αυτό, επισημαίνεται ότι ο ισχυρισμός των εναγομένων, ότι οι αξιώσεις περί θετικής ζημίας και χρηματικής ικανοποίησης των ως άνω εναγόντων καταλαμβάνονται από το προαναφερόμενο από 3-1-2008 συμφωνητικό συμβιβασμού, με βάση το οποίο εφαρμοστέο στην επίδικη διαφορά είναι το αγγλικό δίκαιο, είναι απορριπτέος, καθόσον στο ως άνω συμφωνητικό συμβιβασμού δεν ήταν συμβαλλόμενοι οι ως άνω ενάγοντες, με συνέπεια να μην καλύπτονται οι δικές τους ατομικές αξιώσεις από το ως άνω συμφωνητικό συμβιβασμού. Εντούτοις, οι πρώτη, δεύτερη, τρίτη και τέταρτη των κρινόμενων αγωγών είναι απορριπτέες ως προς τον όγδοο, ένατο, δέκατο, ενδέκατο, δωδέκατο και δέκατο τρίτο των εναγόντων, ως απαράδεκτες λόγω ελλείψεως απαιτουμένων διαδικαστικών προϋποθέσεων και ειδικότερα λόγω ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποιήσεως αυτών που ενάγουν  τους εναγόμενους  με την ιδιότητά τους ως μελών των διοικητικών συμβουλίων των δεύτερης έως και έκτης των εναγουσών εταιρειών [και συγκεκριμένα, ως α) προς τον όγδοο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Προέδρου του Δ.Σ. της δεύτερης, τρίτης, τέταρτης και πέμπτης των εναγουσών, β) ως προς τον ένατο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Αντιπροέδρου του Δ.Σ. της δεύτερης, τρίτης, τέταρτης των εναγουσών, γ) ως προς το δέκατο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Γραμματέα του Δ.Σ. της δεύτερης, τρίτης, τέταρτης των εναγουσών, δ) ως προς τον ενδέκατο ενάγοντα, ο οποίος είχε μόνο την ιδιότητα του Αντιπροέδρου του Δ.Σ. της πέμπτης και Γραμματέως του Δ.Σ. της έκτης των εναγουσών, ε) ως προς το δωδέκατο ενάγοντα, ο οποίος είχε μόνο την ιδιότητά του Γραμματέα του Δ.Σ. της πέμπτης των εναγουσών και του Προέδρου του Δ.Σ. της έκτης των εναγουσών, στ) ως προς το δέκατο τρίτο ενάγοντα, ο οποίος είχε μόνο την ιδιότητα του Αντιπροέδρου του Δ.Σ. της έκτης των εναγουσών], καθόσον οι επικαλούμενες από τους όγδοο έως και δέκατη τέταρτη των εναγόντων προαναφερόμενες παράν…ς και υπαίτιες πράξεις όλων των εναγόμενων των ως άνω αγωγών αφορούν ατομικά τους νομίμους εκπροσώπους των πρώτης και έβδομης των εναγουσών εταιρειών, ήτοι της πλοιοκτήτριας και της διαχειρίστριας του βυθισθέντος πλοίου «…». Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την επισκόπηση των εν λόγω δικογράφων, δεν προκύπτει κάποια συγκεκριμένη αναφορά σε συκοφαντική δυσφημιστική συμπεριφορά των εναγομένων σε βάρος των όγδοου, ένατου, δέκατου, ενδέκατου, δωδέκατου και δέκατου τρίτου των εναγόντων, με την ιδιότητά τους ως μελών των διοικητικών συμβουλίων των δεύτερης έως και έκτης των εναγουσών εταιρειών, αλλά ούτε και των ίδιων των νομικών προσώπων της δεύτερης έως και της έκτης των εναγουσών (εκτός από τα κάτωθι ειδικότερα εκτιθέμενα ως προς τα νομικά πρόσωπα των εν λόγω εταιρειών), τα δε εκτιθέμενα στις αγωγές πραγματικά περιστατικά σχετικά με τη διάδοση από τους ασφαλιστές ψευδών και δυσφημιστικών γεγονότων ως προς την αξιοπλοϊα του βυθισθέντος πλοίου και την κατασκευή και χρήση ψευδών αποδεικτικών μέσων στην Αγγλία αφορούν μόνο την πρώτη και την έβδομη των εναγουσών (πλοιοκτήτρια και διαχειρίστρια του εν λόγω πλοίου) και τους νομίμους εκπροσώπους τους και δεν αναφέρονται στις λοιπές ενάγουσες εταιρείες, οι οποίες άλλωστε δεν ήταν διάδικοι στην αρχική αγωγή με αριθμό φακέλου …, που κατέθεσε ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου η πρώτη ενάγουσα κατά των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών, γενομένου δεκτού και ως κατ’ ουσία βάσιμου του σχετικού ισχυρισμού των εναγομένων περί ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποιήσεως (άρθρο 68 ΚΠολΔ) των ως άνω εναγόντων με τις προαναφερόμενες ιδιότητές τους, ο οποίος δικονομικά λειτουργεί όχι ως ένσταση, αλλά ως αιτιολογημένη άρνηση διαδικαστικής προϋπόθεσης (βλ. ΑΠ 577/1999 ΕλλΔνη 41.43), που κρίνεται κατά τη lex fori. Για τον ίδιο εξάλλου λόγο, οι αγωγές αυτές είναι παραδεκτές από άποψη ενεργητικής νομιμοποίησης α) του όγδοου ενάγοντος, με την ιδιότητά του ως Προέδρου του Δ.Σ. της πρώτης και της έβδομης των εναγουσών, β) του ένατου ενάγοντος, με την ιδιότητά του ως Αντιπροέδρου του Δ.Σ. της πρώτης ενάγουσας, γ) του δέκατου ενάγοντος, με την ιδιότητά του ως Γραμματέα του Δ.Σ. της πρώτης και νομίμου εκπροσώπου της έβδομης των εναγουσών και δ) της δέκατης τέταρτης ενάγουσας, με την ιδιότητά της ως Αντιπροέδρου του Δ.Σ. της έβδομης ενάγουσας, καθόσον στα δικόγραφα των ως άνω κρινόμενων αγωγών εκτίθεται ότι οι εναγόμενοι συνασφαλιστές προέβησαν σε συκοφάντηση των νομίμων εκπροσώπων και μελών του Δ.Σ. της πρώτης και έβδομης των εναγουσών, αποδίδοντας τα αίτια του ναυαγίου σε δήθεν ελαττώματα και ελλείψεις του πλοίου που ήταν γνωστά σε αυτές τις ενάγουσες εταιρείες και τους νομίμους εκπροσώπους τους, από τα ανωτέρω δε συνάγεται ότι προπεριγραφόμενες παράν…ς και υπαίτιες πράξεις των εναγόμενων είχαν δυσμενή αντίκτυπο σε ηθικό επίπεδο, με την έννοια της προσβολής της τιμής και της υπόληψης των ως άνω εναγόντων, που είναι η άμεση (αυτόθροη με την τέλεση των εν λόγω αξιόποινων πράξεων) δυσμενής για τους ως άνω ενάγοντες συνέπεια, που είναι αποκαταστατέα κατ’ εφαρμογή του άρθρου 932 ΑΚ, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου υποστηριζόμενων από τους εναγόμενους των ως άνω κρινόμενων αγωγών. Περαιτέρω, οι πρώτη, δεύτερη, τρίτη και τέταρτη των κρινόμενων αγωγών είναι απορριπτέες λόγω έλλειψης ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης και ως προς τις δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών – νομικών προσώπων των συνασφαλιζομένων εταιρειών, κατά το μέρος με το οποίο στρέφονται κατά των λοιπών εναγόμενων φυσικών προσώπων ως προστηθέντων των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών, πλην του εναγόμενου W. G. H., ως προστηθέντος της εναγομένης A., για τους εξής λόγους: Από την επισκόπηση του περιεχομένου των ως άνω αγωγών προκύπτει ότι δεν εκτίθενται σε αυτές με ορισμένο και σαφή τρόπο συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά που να αφορούν τη δική τους προσβολή της φήμης και της εμπορικής πίστης από τις πράξεις των ως άνω εναγόμενων φυσικών προσώπων, δεδομένου ότι όλα τα ανωτέρω εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά αφορούν την προσβολή μόνο της πρώτης και της έβδομης ενάγουσας (πλοιοκτήτριας και διαχειρίστριας του βυθισθέντος πλοίου … και των νομίμων εκπροσώπων τους, κατά τα προδιαληφθέντα, ενώ ουδόλως εκτίθενται στις ένδικες ως άνω αγωγές συγκεκριμένοι ισχυρισμοί ή άλλες παράν…ς και υπαίτιες πράξεις των εναγόμενων – φυσικών προσώπων σε βάρος των νομικών προσώπων των δεύτερης έως και έκτης των εναγουσών, πλην των ειδικά μνημονευόμενων στα υπό στοιχεία 7.3 και 7.20 των ένδικων αγωγών πραγματικών περιστατικών που αφορούν ενέργειες μόνο του ως άνω εναγόμενου W. G. H. σε βάρος των δεύτερης έως και έκτης των εναγουσών συνασφαλιζομένων εταιρειών (όχι όμως και των φυσικών προσώπων ως νομίμων εκπροσώπων τους). Κατόπιν τούτων, υφίσταται ενεργητική και νομιμοποίηση μόνο των νομικών προσώπων των συνασφαλιζομένων εταιρειών (δεύτερης έως και έκτης ενάγουσας) και αντίστοιχα παθητική νομιμοποίηση μόνο του ως άνω εναγόμενου, μόνον ως προς τις ανωτέρω ειδικά και ορισμένα προσδιοριζόμενες στην αγωγή με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … ενέργειες του τελευταίου και δη αναφορικά μόνο με τα προαναφερόμενα αιτούμενα κονδύλια της επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης των εν λόγω εταιρειών (δεύτερης έως και έκτης ενάγουσας), δεδομένου ότι τα λοιπά αιτούμενα κονδύλια θετικής ζημίας αφενός λόγω αύξησης των ασφαλίστρων και αφετέρου λόγω εξόδων πραγματογνωμοσύνης για νέες επιθεωρήσεις των πλοίων δεν αποδίδονται στο συγκεκριμένο εναγόμενο και συνεπώς, δεν συνδέονται αιτιωδώς -κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή- ειδικά με τις συγκεκριμένες ενέργειες αυτού, που τοποθετούνται στο χρονικό διάστημα Ιουνίου … (βλ. υπό στοιχείο 7.3 των αγωγών) και στο χρονικό διάστημα Νοεμβρίου … (βλ. υπό στοιχείο 7.20 αγωγών), αλλά αποδίδονται εν γένει και συνδέονται αιτιωδώς με τις γενικώς και αορίστως επικαλούμενες συκοφαντικές ενέργειες όλων των ασφαλιστών σε βάρος των συνασφαλιζομένων εταιρειών, οι οποίες όμως δεν εξειδικεύονται με σαφή και ορισμένο τρόπο στις ένδικες αγωγές, προκειμένου να θεμελιωθεί ενεργητική νομιμοποίηση αυτών και παθητική νομιμοποίηση των λοιπών εναγόμενων φυσικών προσώπων, σημειωτέον δε ότι στις ένδικες αγωγές αναφέρεται ότι το αιτούμενο κονδύλιο ποσού 44.180 ευρώ, ως δαπάνη για τις επιθεωρήσεις των πλοίων των συνασφαλιζομένων εταιρειών, συνδέεται αιτιωδώς με το σχετικό αίτημα των νέων ασφαλιστών για την ασφαλιστική κάλυψη των πλοίων κατά το ασφαλιστικό έτος 2007-2008, οι οποίοι υπέδειξαν την εταιρεία πραγματογνωμόνων και όχι με το αναφερόμενο στο υπό στοιχείο 7.20 αίτημα του εναγόμενου W. G. H.. Περαιτέρω, κατά τα λοιπά και με τις ειδικότερα άνωθεν γενόμενες διακρίσεις, οι πρώτη, δεύτερη, τρίτη και τέταρτη των κρινόμενων αγωγών είναι ορισμένες, καθόσον περιλαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα κατά το άρθρο 216 ΚΠολΔ στοιχεία, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών των εναγόμενων, εφόσον εκτίθενται σε αυτές επαρκώς και σαφώς όλα τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν τις αποδιδόμενες στους εναγόμενους παράν…ς και υπαίτιες πράξεις, τα δε εναγόμενα πρόσωπα προσδιορίζονται με σαφήνεια στις αγωγές, κατά περίπτωση είτε ως προστήσαντες είτε ως προστηθέντες και τους αποδίδεται ομοίως ο αναγκαίος από τις διατάξεις του άρθρου 914 ΑΚ βαθμός υπαιτιότητας (δόλος), ώστε να θεμελιωθεί η ευθύνη τους σύμφωνα με τη lex delicti, που ως εκτέθηκε είναι το ελληνικό δίκαιο. Περαιτέρω, οι ως άνω αγωγές είναι νόμιμες, στηριζόμενες στις αναφερόμενες στην αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη διατάξεις των άρθρων 57, 59, 299, 914 – 922, 932, 346 ΑΚ, 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ και 45, 46, 47, 363-362 ΠΚ, εκτός από τα παρεπόμενα αιτήματα περί κήρυξης της απόφασης που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστής, της απαγγελίας προσωπικής κράτησης σε βάρος των ως άνω εναγόμενων και απειλής χρηματικής ποινής σε βάρος των εναγόμενων, τα οποία, μετά την τροπή των αιτημάτων των αγωγών από καταψηφιστικά σε αναγνωριστικά, είναι απορριπτέα ως μη νόμιμα, καθόσον με προσωρινή εκτελεστότητα εξοπλίζονται οι καταψηφιστικές και όχι οι αναγνωριστικές αποφάσεις, ενώ δεν είναι νοητή η εκτέλεση αναγνωριστικής αποφάσεως, η οποία δεν περιέχει καταδίκη σε πράξη ή παράλειψη, αλλά αναγνώριση εννόμου σχέσεως και συνεπώς, η ενέργεια της εξαντλείται στο δεδικασμένο που αυτή παρέχει, τα δε αιτήματα για  απαγγελία προσωπικής κράτησης σε βάρος των ως άνω εναγόμενων και απειλή χρηματικής ποινής σε βάρος των εναγόμενων, είναι εξαρχής μη νόμιμα, καθόσον αφορούν σε έμμεση εκτέλεση (ΕφΠειρ 1066/1991 ΕΝαυτ 1992 178, ΕφΑθ 3702/1986 ΕλλΔνη 1986 706, ΕφΠειρ 1903/1979 ΠειρΝ Ι 626, ΠΠρΑθ 2220/2005 Α΄ Δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΛαρ 90/1994 ΑρχΝ 1996 206, Ι. Μπρίνιας «Αναγκαστική Εκτέλεση» σ. 132 επ., 2473-4). Σημειωτέον ότι το περί τοκοδοσίας αίτημα είναι νόμιμο και μετά τον περιορισμό των καταψηφιστικών αιτημάτων σε αναγνωριστικά, καθόσον η παραίτηση από το δικόγραφο, με την οποία εξισώνεται και ο περιορισμός του αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό (ΑΠ 4/1992 ΝοΒ 1993 686), καταλύει αναδρομικά την επίδοση της αγωγής ως διαδικαστικής πράξεως, ούτως ώστε να μην οφείλονται εξαιτίας της τόκοι επιδικίας κατ’ άρθρο 346 ΑΚ, αλλά όχι και κατά το μέρος που συνιστά απλή όχληση και συνεπώς, δεν συνεπάγεται αναδρομική ή μη άρση των κατά το άρθρο 345 ΑΚ εννόμων συνεπειών της υπερημερίας του εναγόμενου οφειλέτη, η οποία έχει ήδη μετά την όχληση, ως όρος της τυχόν επέλθει (ΟλΑΠ 13/1994 ΕλλΔνη 1994 1259, ΑΠ 23/2004, ΑΠ 888/2003 αδημ., ΑΠ 1122/2000 ΕλλΔνη 2000 1665, ΑΠ 550/2000 ΕλλΔνη 2000 1665). Μετά ταύτα, κατά το μέρος και ως προς τους διαδίκους, για τους οποίους κρίθηκαν παραδεκτές και νόμιμες, οι πρώτη, δεύτερη, τρίτη και τέταρτη των κρινόμενων αγωγών πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική τους βασιμότητα, καθόσον, μετά τον περιορισμό των αιτημάτων τους από καταψηφιστικά σε αναγνωριστικά, για το παραδεκτό της συζητήσεώς τους, δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου (άρθρο 7 παρ. 3, 4 Ν.Δ/τος 1544/1942, ΑΠ 129/1971 ΝοΒ 19 617, ΕφΠειρ 1014/1992 ΑρχΝ 44.63, ΕφΑθ 9407/1987 ΕλλΔνη 31 557, Κ. Κεραμέως «Αστικό Δικονομικό Δίκαιο Γενικό Μέρος» 1986 παρ. 58 σημ. 4, με περαιτέρω παραπομπές), καθώς η διάταξη του άρθρου 70 του Ν. 3994/2011 (με την οποία και οι αναγνωριστικές αγωγές υπόκεινται πλέον στην υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου), κατά τη ρητή πρόβλεψη της μεταβατικής διάταξης του άρθρου 72 παρ. 14 του ιδίου Νόμου, εφαρμόζεται μόνο στις αγωγές που ασκούνται μετά την έναρξη ισχύος του (ήτοι μετά τις 25/7/2011), ενώ η διάταξη του άρθρου 21 παρ. 3 του Ν. 4055/2012 δεν εισάγει με σαφήνεια αντίθετη ρύθμιση (βλ. σχ. ΠΠρΑθ 1302/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ενώ δεν απαιτείται η προσκομιδή δήλωσης αποτυχίας της συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, καθόσον, μετά την τροποποίηση των διατάξεων του άρθρου 214Α ΚΠολΔ με τις διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 3994/2011, εφόσον δεν προβλέπεται ως κύρωση το απαράδεκτο της συζήτησης της αγωγής σε περίπτωση μη πραγματοποίησης τέτοιας σχετικής δήλωσης, δεδομένου ότι η απόπειρα εξώδικης επίλυσης της διαφοράς δεν ανάγεται πλέον σε όρο παραδεκτού της συζητήσεως της (βλ. άρθρο 72 παρ. 3 του Ν 3994/2011, ΠΠρΒολ 173/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Χαρ. Απαλαγάκη «Η διαγνωστική δίκη και η αναγκαστική εκτέλεση κατά τον ΚΠολΔ», έκδ. Νομικής Βιβλιοθήκης, σελ. 32).

(ΣΤ) Κατά τις διατάξεις του άρθρ. 270§2(γ) & (δ) ΚΠολΔ, όπως αυτές ισχύουν μετά και το ν. 3994/2011, ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου λαμβάνονται υπόψη το πολύ τρείς για κάθε πλευρά και μόνον αν έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου δυο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση ή οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή, αν πρόκειται να δοθούν στην αλλοδαπή, για δε την αντίκρουση ένορκων βεβαιώσεων επιτρέπεται η προσκομιδή, μέσα στις προθεσμίες της παραγράφου 3 του άρθρ. 237 και του εδαφίου (γ) του άρθρ. 238 ΚΠολΔ, πρόσθετων ένορκων βεβαιώσεων, το πολύ ίσου αριθμού προς τις προσκομιζόμενες. Γενικεύθηκε έτσι στην τακτική διαδικασία η χρήση των ένορκων βεβαιώσεων ως ιδιαίτερου αποδεικτικού μέσου, εφόσον βέβαια για το αποδεικτέο θέμα επιτρέπονται μάρτυρες, τέθηκε όμως όριο ως προς τον αριθμό των ένορκων βεβαιώσεων που κάθε διάδικο μέρος μπορεί να προσκομίσει και το δικαστήριο να λάβει υπόψη. Επομένως, αν το δικαστήριο της ουσίας λάβει υπόψη και συνεκτιμήσει με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα περισσότερες των τριών πρώτων από τις ένορκες βεβαιώσεις που επικαλέσθηκε και προσκόμισε οποιοδήποτε από τα διάδικα μέρη, υποπίπτει στις πλημμέλειες από το άρθρ. 559 αριθ. 11α και 14 ΚΠολΔ, δηλαδή λαμβάνει υπόψη απαγορευμένα από το νόμο αποδεικτικά μέσα και παρά το νόμο δεν τα κηρύσσει απαράδεκτα. Το ίδιο ισχύει και όταν το δικαστήριο της ουσίας λαμβάνει υπόψη προς αντίκρουση παραδεκτά προσκομιζόμενων με επίκληση ένορκων βεβαιώσεων περισσότερες των αντικρουόμενων ένορκες βεβαιώσεις, οπότε απαράδεκτες είναι μόνον οι κατά τη σειρά επίκλησης επιπλέον προσκομιζόμενες τέτοιες βεβαιώσεις. Το όριο των τριών ένορκων βεβαιώσεων ισχύει αθροιστικά για το σύνολο των αντικειμένων της δίκης που κάθε διάδικο μέρος αποσκοπεί να υποστηρίξει ή να αντικρούσει με τις ένορκες βεβαιώσεις, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της αντικειμενικής σώρευσης αγωγών (άρθρ. 218 ΚΠολΔ) ή της ανταγωγής (άρθρ. 268 ΚΠολΔ), δηλαδή και στις περιπτώσεις αυτές τρείς συνολικά ένορκες βεβαιώσεις επιτρέπεται σε κάθε διάδικο μέρος να επικαλεσθεί και να προσκομίσει, είτε αρχικά είτε προς αντίκρουση ισάριθμων ένορκων βεβαιώσεων του αντιδίκου αντίστοιχα, δεν συνιστά δε ο περιορισμός αυτός αντίθεση προς τις διατάξεις των άρθρ. 20§1 του Συντάγματος και 6§1 της ΕΣΔΑ, που κατοχυρώνουν μεν το δικαίωμα δικαστικής έννομης προστασίας στο πλαίσιο δίκαιης δίκης, δεν αποκλείουν όμως τη θέσπιση περιορισμών στην απόδειξη, εφόσον αυτοί δεν καταστρατηγούν, αλλά διασφαλίζουν τις αρχές της δίκαιης δίκης, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τον περιορισμό των ένορκων βεβαιώσεων, που στόχο έχει τη μεγαλύτερη δικαιϊκή ασφάλεια στις υποθέσεις της τακτικής διαδικασίας (ΑΠ 3/2015 και ΑΠ 1103/2011 Α΄ δημοσίευση ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, με εκεί αναφορές στη νομολογία). Αν προσκομισθούν από ένα διάδικο μέρος περισσότερες από τρεις ένορκες βεβαιώσεις, το δικαστήριο υποχρεούται να λάβει υπόψη τις τρεις πρώτες κατά τη σειρά επίκλησής τους, γιατί οι πέραν των τριών πρώτων προσκομιζόμενες ένορκες βεβαιώσεις είναι, σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη του άρθρου 270 παρ. 2 εδ. γ και δ του ΚΠολΔ, ανεπίτρεπτο αποδεικτικό μέσο και ως τέτοιο δεν λαμβάνεται υπόψη, ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 1461/2013, ΑΠ 1182/2012, ΑΠ 1103/2011, ΕφΠειρ 88/2014, ΕφΔωδ 163/2013 όλες δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 424/2010 ΕΠΟΛΔ 2011/109). Αν, όμως, εισάγονται στο δικαστήριο δύο αντίθετα εισαγωγικά δίκης δικόγραφα, όπως αγωγές, κάθε διάδικο μέρος έχει δικαίωμα να επικαλεσθεί μέχρι τρεις ένορκες βεβαιώσεις για την απόδειξη της αγωγής του και μέχρι τρεις προς ανταπόδειξη κατά της αγωγής του αντιδίκου του. Αυτό, γιατί υπάρχει το ενδεχόμενο να μη συνεκδικασθούν οι αντίθετες αγωγές, αφού η συνεκδίκαση ή μη εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου (αρθρ. 246 ΚΠολΔ), αλλά και γιατί και στην περίπτωση της συνεκδίκασης, εφόσον υποβληθούν από κάθε διάδικο μέρος χωριστές έγγραφες προτάσεις για κάθε μία από τις υποθέσεις, δεν μπορεί το δικαστήριο να διακρίνει ποιες είναι οι τρεις πρώτες κατά τη σειρά της επίκλησής τους (ΑΠ 1365/2012 και ΕφΔωδ 163/2913 Α΄ δημοσίευση ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, ο αριθμητικός περιορισμός «το πολύ μέχρι τρεις» ισχύει, εάν οι ένορκες βεβαιώσεις έχουν ληφθεί αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη δίκη και όχι όταν έχουν ληφθεί εξ αφορμής άλλης δίκης, μεταξύ των αυτών διαδίκων, οπότε νομίμως λαμβάνονται υπ’ όψιν για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και οι πέραν των τριών ένορκες βεβαιώσεις (ΑΠ 621/2014, ΑΠ 1472/2014, ΑΠ 122/2013, ΑΠ 315/2008, ΑΠ 725/…, ΕφΠειρ 4/2014 δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 411/2003 ΑρχΝ 2003/665). Έτσι, ως δικαστικά τεκμήρια, τα οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά μέσα, εάν επιτρέπεται η απόδειξη και με μάρτυρες, μπορούν να χρησιμεύσουν και καταθέσεις μαρτύρων που ελήφθησαν στα πλαίσια άλλης πολιτικής ή ποινικής δίκης, καθώς επίσης και ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων ενώπιον του ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου, έστω και αν ελήφθησαν, χωρίς προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου εκείνου που τις προσκομίζει, εκτός αν αυτές, κατά την ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, έγιναν επίτηδες για να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό μέσο στη συγκεκριμένη δίκη (ΑΠ 897/2014 Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, από την προαναφερόμενη διάταξη (του άρθρου 270 παρ.2 εδ.γ ΚΠολΔ), από την οποία εξαρτάται το παραδεκτό του εν λόγω αποδεικτικού μέσου από προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου, για να δυνηθεί να παραστεί στην εξέταση, συνάγεται ότι απαιτείται στη σχετική κλήση να ορίζεται κατά τρόπο σαφή και συγκεκριμένο ο χρόνος και ο τόπος της εξέτασης και ότι αν τούτο δεν συμβεί, η ένορκη βεβαίωση που έγινε χωρίς την παρουσία του αντιδίκου είναι ανύπαρκτη ως αποδεικτικό μέσο και δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν (ΑΠ 275/2013 ΕΠΟΛΔ 2014/712). Ωστόσο, δεν αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 110 παρ.2, 111 παρ.1, 112, 115 παρ.1, 116, 118 αριθμ.4 ΚΠολΔ και του άρθρου 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου η κλήση (που δεν καθίσταται άκυρη εκ του λόγου αυτού, κατ’ αρθρ. 159 ΚΠολΔ), προς παράσταση για ένορκη βεβαίωση την ίδια ημέρα σε διαφορετικές ώρες, αλλά ταυτόχρονα σε διαφορετικούς τόπους και ενώπιον δύο διαφορετικών οργάνων ή διαδικασιών, αφού ο αντίδικος εκείνου, με επιμέλεια του οποίου δίδεται η ένορκη βεβαίωση, μπορεί να ορίσει πληρεξούσιους δικηγόρους για τις αντίστοιχες παραστάσεις (ΑΠ 771/2010 και ΑΠ 36/2010 Α΄ δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 36/… ΝοΒ …/1049).

(Ζ) Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης (σημειώνεται ότι οι εναγόμενοι δεν εξέτασαν μάρτυρα), που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του, οι οποίες εκτιμώνται κατά το λόγο γνώσεως, το βαθμό αξιοπιστίας και αντικειμενικότητάς τους καθαυτές και σε συνδυασμό με όλα τα έγγραφα, τα οποία νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, λαμβανομένων υπόψη είτε προς πλήρη απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, εφόσον επετράπη η εμμάρτυρη απόδειξη (άρθρα 336, 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται παρακάτω, αλλά λαμβάνονται υπόψη στο σύνολό τους, χωρίς να παραλείπεται κανένα κατά την ουσιαστική διερεύνηση της υπόθεσης (ως τέτοια δε λαμβάνονται υπ’ όψιν και τα συνημμένα ως πειστήρια έγγραφα στις κατά τα λοιπά μη λαμβανόμενες υπ’ όψιν ένορκες βεβαιώσεις, καθόσον γίνεται ειδική, παραδεκτή και νόμιμη επίκληση αυτών με τις προτάσεις των εναγόντων, αλλά και οι ένορκες βεβαιώσεις που έχουν ληφθεί εξ αφορμής άλλης δίκης, ενδεικτικά δε αναφέρονται η από … ένορκη βεβαίωση του M. W., η από … ένορκη βεβαίωση του W. G. H., η από … ένορκη βεβαίωση του K. R. P., η από … ένορκη βεβαίωση του R. C., η από … ένορκη βεβαίωση του S. V. S., η από … ένορκη βεβαίωση του J. J. H., η από … ένορκη βεβαίωση του …, η από … ένορκη βεβαίωση P. που δόθηκε ενώπιον του Συμβολαιογράφου Φιλιππίνων, Laberto T., η από … ένορκη βεβαίωση P. που δόθηκε ενώπιον του Συμβολαιογράφου Φιλιππίνων Laberto T., οι από … ένορκες καταθέσεις των A. M., S. M.  η από … ένορκη κατάθεση του Φ. Π., η από … ένορκη βεβαίωση του L. A., οι από … και 2… ένορκες βεβαιώσεις του R. V.), την από … κοινή έκθεση των πραγματογνωμόνων Χ. Β. Κ. – τέως πλοιάρχου του Εμπορικού Ναυτικού και Μ. Κ. Θ. – ναυπηγού μηχανολόγου μηχανικού, που διορίστηκαν νόμιμα από την Πταισματοδίκη Αθηνών στα πλαίσια της διενεργούμενης προανάκρισης για το ένδικο περιστατικό κατόπιν σχετικής παραγγελίας της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, η οποία εκτιμάται ελεύθερα, κατά το άρθρο 387 ΚΠολΔ (ΑΠ 394/2009, ΕφΛαμ 223/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), την από … γνωμοδότηση του ασφαλιστή πλοίων J. L. J., τις από …, … και … εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης της εταιρείας … τις από … και … εκτιμήσεις αξίας πλοίων της εταιρείας …”, την από … έκθεση επιθεωρήσεως του R. H. της εταιρείας ΜΝΙ, την από … γνωμοδότηση του Καθηγητή της Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών Φ. Δ., την από … γνωμοδότηση του Καθηγητή Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου της Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ε. Β., την από … γνωμοδότηση των καθηγητών της Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών Κ. Μ. και Ν. Κ., την από …  γνωμοδότηση του Άγγλου Νομομαθούς Συμβούλου της Βασίλισσας Philip Edey QC, την από … γνωμοδότηση του Συνηγόρου της Βασίλισσας Simon Rainey QC, την από … γνωμοδότηση του Αναπληρωτή Καθηγητή Πολιτικής Δικονομίας της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Δ. Τ., τη γνωμοδότηση της A. P., οι οποίες, ως ιδιωτικές γνωμοδοτήσεις, εκτιμώνται ελεύθερα άπασες (άρθρο 390 ΚΠολΔ), από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπό υπόψη αυτεπαγγέλτως (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), από όσα συνομολογούν οι διάδικοι με τις έγγραφες προτάσεις τους (άρθρο 261 ΚΠολΔ), καθώς και από τις κάτωθι ειδικότερα προσδιοριζόμενες επί εκάστης αγωγής ένορκες βεβαιώσεις, που προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως από τους 2η έως 6η των εναγουσών και 8ο έως και 14η των εναγόντων και παρατίθενται, εν προκειμένω, με τη σειρά επίκλησης αυτών στις από … προτάσεις των ως άνω εναγόντων, ήτοι, (Α) επί της από … και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … αγωγής (i) της με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης του A. C. P. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Παναγιώτας Χρονοπούλου, (ii)  της με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης του E. P. ενώπιον του Γενικού Προξένου της Ελλάδος στη Μανίλα των Φιλιππίνων, (iii) της με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης του A. F. M. ενώπιον του Γενικού Προξένου της Ελλάδος στη Μανίλα των Φιλιππίνων, που προσκομίζουν και επικαλούνται με σειρά επίκλησης οι ενάγοντες ως προς τους δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών, οι οποίες λήφθηκαν με επιμέλεια των τελευταίων, μετά από νομότυπη κλήτευση των εναγομένων, κατ’ αρθρ. 270 παρ.2 ΚΠολΔ [βλ. σχ. τις προσαγόμενες και επικαλούμενες εκθέσεις επίδοσης με αριθμούς … της 11ης Μαίου 2011 του δικαστικού επιμελητή Πρωτοδικείου Πειραιώς Σ. Ν. Χ., καθώς και τα υπ’ αρ. πρωτ. … έγγραφα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιά, από τα οποία προκύπτει ότι έγινε με επιμέλεια της Εισαγγελίας Πειραιώς πραγματική επίδοση της εξώδικης γνωστοποίησης και πρόσκλησης σε ένορκη βεβαίωση στους εναγόμενους στις 3… (Β) επί της από … και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης … αγωγής (i) της με αριθμό … ένορκη βεβαίωση της Δ. Κ. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Παναγιώτας Χρονοπούλου, (ii) της με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης του Ν. Ψ. ενώπιον της  Συμβολαιογράφου Πειραιώς Παναγιώτας Χρονοπούλου, (iii) της με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης του Η. Σ. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Παναγιώτας Χρονοπούλου, που προσκομίζουν και επικαλούνται με σειρά επίκλησης οι ενάγοντες ως προς τους δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών, οι οποίες λήφθηκαν με επιμέλεια των τελευταίων, μετά από νομότυπη κλήτευση των εναγομένων, κατ’ αρθρ. 270 παρ.2 ΚΠολΔ [βλ. σχ. τις προσαγόμενες και επικαλούμενες εκθέσεις επίδοσης με αριθμούς … της 11ης Μαίου 2011 του δικαστικού επιμελητή Πρωτοδικείου Πειραιώς Σ. Ν. Χ., καθώς και τα υπ’ αρ. πρωτ. … έγγραφα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιά, από τα οποία προκύπτει ότι έγινε με επιμέλεια της Εισαγγελίας Πειραιώς πραγματική επίδοση της εξώδικης γνωστοποίησης και πρόσκλησης σε ένορκη βεβαίωση στους εναγόμενους στις 17/6/2011 και στις 24/6/2011], (Γ) επί της από 20-4-2011 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγής (i) της με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης του A. F. M. ενώπιον του Γενικού Προξένου της Ελλάδος στη Μανίλα των Φιλιππίνων, (ii) της με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης της Δ. Κ. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Παναγιώτας Χρονοπούλου, (iii) της με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης του J. L. J. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Παναγιώτας Χρονόπουλου, που προσκομίζουν και επικαλούνται με σειρά επίκλησης οι ενάγοντες ως προς τους δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών, οι οποίες λήφθηκαν με επιμέλεια των τελευταίων, μετά από νομότυπη κλήτευση των εναγομένων, κατ’ αρθρ. 270 παρ.2 ΚΠολΔ [βλ. σχ. τις προσαγόμενες και επικαλούμενες εκθέσεις επίδοσης με αριθμούς … και … της 11ης Μαίου 2011 του δικαστικού επιμελητή Πρωτοδικείου Πειραιώς Σ. Ν. Χ., καθώς και τα υπ’ αρ. πρωτ. … και … έγγραφα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιά, από τα οποία προκύπτει ότι έγινε με επιμέλεια της Εισαγγελίας Πειραιώς πραγματική επίδοση της εξώδικης γνωστοποίησης και πρόσκλησης σε ένορκη βεβαίωση στην εναγόμενη στις 2/8/2013], (Δ) επί της από … και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγής (i) της με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης του J. L. J. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Παναγιώτας Χρονόπουλου, (ii)  της με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης του A. F. M. ενώπιον του Γενικού Προξένου της Ελλάδος στη Μανίλα των Φιλιππίνων, (iii) της με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης  N. J. S. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Παναγιώτας Χρονόπουλου, που προσκομίζουν και επικαλούνται με σειρά επίκλησης οι ενάγοντες ως προς τους δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών, οι οποίες λήφθηκαν με επιμέλεια των τελευταίων, μετά από νομότυπη κλήτευση των εναγομένων, κατ’ αρθρ. 270 παρ.2 ΚΠολΔ [βλ. σχ. τις προσαγόμενες και επικαλούμενες εκθέσεις επίδοσης με αριθμούς … … της 11ης Μαίου 2011 του δικαστικού επιμελητή Πρωτοδικείου Πειραιώς Σ. Ν. Χ., καθώς και τα υπ’ αρ. πρωτ. 120/2011, 122/2011, 121/2011 έγγραφα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιά, από τα οποία προκύπτει ότι έγινε με επιμέλεια της Εισαγγελίας Πειραιώς πραγματική επίδοση της εξώδικης γνωστοποίησης και πρόσκλησης σε ένορκη βεβαίωση στους εναγομένους στις 11/8/2011, 22 και 26/7/2011, σημειωτέον δε ότι οι όλες οι προαναφερόμενες ένορκες βεβαιώσεις παραδεκτά λαμβάνονται υπ’ όψιν, εν προκειμένω, καθόσον η από … κλήση των εναγομένων προς παράσταση σε αυτές την ίδια ημέρα, χωρίς να διαλαμβάνει διαζευκτικό τρόπο προσδιορισμού των τόπων και χρόνων εξέτασης των μαρτύρων, αλλά με παράθεση, με τρόπο σαφή και συγκεκριμένο, του τόπου και χρόνου εξέτασης των μαρτύρων, σε διαφορετικές ώρες και ταυτόχρονα σε διαφορετικούς τόπους και ενώπιον διαφορετικών οργάνων ή διαδικασιών, δεν καθίσταται, εκ του λόγου τούτου, άκυρη, αφού οι εναγόμενοι μπορούν να ορίσουν πληρεξουσίους δικηγόρους για τις αντίστοιχες παραστάσεις σε όλους τους ανωτέρω τόπους (ήτοι, ενώπιον του Έλληνα Προξένου στη Μανίλα των Φιλιππίνων και ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Παναγιώτας Χρονοπούλου), σύμφωνα με τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη της παρούσας, εν προκειμένω δε ουδόλως επικαλούνται οι εναγόμενοι ότι υπήρχε αδυναμία παράστασής τους για το λόγο αυτό, πολλώ δε μάλλον εφόσον αποτελούν νομικά πρόσωπα (ασφαλιστικές εταιρείες) που έχουν νομική εκπροσώπηση από δικηγορικές εταιρίες που απασχολούν πολλούς δικηγόρους και μπορούν να ορίσουν πληρεξούσιους δικηγόρους, για να παρασταθούν κατά τη λήψη των ενόρκων βεβαιώσεων, ούτε άλλωστε επικαλούνται οι εναγόμενοι οποιαδήποτε άλλη δικονομική βλάβη, όπως απαιτείται (βλ. σχ. ΑΠ 275/2013, ΑΠ 388/1977 ΕλλΔνη 1997/1791, ΑΠ 566/1992 ΕΕργΔ 1994/883), ενώ δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν, ως ανυπόστατα αποδεικτικά μέσα, οι ληφθείσες προς απόδειξη των κρινόμενων ως άνω αγωγών λοιπές προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από τους ενάγοντες ένορκες βεβαιώσεις και δη η από … ένορκη βεβαίωση του N. J. W. ενώπιον του Έλληνα Προξένου, η με αριθμό … ένορκη βεβαίωση του Δ. Μ. ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Ζαφειρίας Σουρρή, οι οποίες δεν λαμβάνονται υπόψη, καθόσον προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως μόνον από την πρώτη ενάγουσα επί των από … αγωγών, ως προς την οποία έχουν απορριφθεί οι κρινόμενες αγωγές λόγω έλλειψης διεθνούς δικαιοδοσίας του παρόντος Δικαστηρίου, καθώς και οι από … ένορκη βεβαίωση του Γ. Α. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, από … ένορκη βεβαίωση του Α. Σ. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά και από … ένορκη βεβαίωση της Ε. Σ. ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, οι οποίες προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως για τη με αριθμό … αγωγή, η οποία έχει ήδη απορριφθεί λόγω έλλειψης διεθνούς δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου τούτου, κατά τα προαναφερθέντα [σημειωτέον δε ότι είναι άνευ εννόμου επιρροής ο προβαλλόμενος από τους ενάγοντες, με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου τους, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά, κατά τη συζήτηση της αγωγής, όσο και με το δικόγραφο της κατατεθείσας, μετά τη συζήτηση της αγωγής, κατ’ άρθρο 237§4 ΚΠολΔ προσθήκης τους, γενόμενος επιμερισμός της επίκλησης τριών ενόρκων βεβαιώσεων για κάθε μία από τις συνεκφωνηθείσες κατά την ίδια δικάσιμο αγωγές, με αίτημα οι πέραν των τριών επικληθεισών ένορκες βεβαιώσεις να ληφθούν υπ’ όψιν ως δικαστικά τεκμήρια και ως γεγονότα γνωστά στο Δικαστήριο, ως ληφθεισών στα πλαίσια άλλων αγωγών, καθώς ο εν λόγω επιμερισμός, ακόμη και αν γινόταν δεκτός ως παραδεκτός λόγω της αυτοτέλειας εκάστης έννομης σχέσης δίκης, παρά τη συνεκδίκαση περισσοτέρων δικογράφων και της σύνδεσης των εναγόντων και των εναγομένων με το δεσμό της απλής ομοδικίας, δεν δύναται να ληφθεί υπ’ όψιν, διότι α) έλαβε χώρα εκπροθέσμως, ήτοι (αν και αφορά στην απόδειξη των αγωγικών ισχυρισμών και όχι στην αντίκρουση των ισχυρισμών των εναγομένων), μετά την κατ’ αρθρ. 237 παρ.1 ΚΠολΔ προθεσμία κατάθεσης των προτάσεων (20 ημέρες πριν τη συζήτηση), προσθήκης, πλην όμως, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, οι διάδικοι οφείλουν να προσκομίσουν και να επικαλεστούν, με τις προτάσεις τους που κατατίθενται το αργότερο 20 ημέρες πριν από τη δικάσιμο (αρθρ. 237 παρ.1 ΚΠολΔ), τα αποδεικτικά τους μέσα, μεταξύ των οποίων και οι ένορκες βεβαιώσεις, που συνιστούν αυτοτελές αποδεικτικό μέσο, ενώ έκτοτε, νέοι ισχυρισμοί μπορούν να προταθούν και νέα αποδεικτικά μέσα μπορούν να προσκομισθούν μόνο για αντίκρουση των ισχυρισμών των αντιδίκων τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 237 παρ.3 ΚΠολΔ, ειδικά δε όσον αφορά στις ένορκες βεβαιώσεις, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 270 παρ.2 τελευταίο εδάφιο ΚΠολΔ (πρβλ. Νικολόπουλου, «Το Δίκαιο της Αποδείξεως» σ. 14-15, 140, Β. Βαθρακοκοίλη «Ερμηνεία ΚΠολΔ», Συμπλήρωμα 2011, υπό άρθρο 270 ΚΠολΔ, αριθμ.4, ΑΠ 1461/2013, ΑΠ 315/2008, ΕφΠειρ 88/2014, ΠΠρΘεσπρ 24/2007 δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και β) από το περιεχόμενο τόσο των ίδιων των ενόρκων βεβαιώσεων όσο και των κλήσεων προς λήψη αυτών (όπου γίνεται σαφής αναφορά ότι λαμβάνονται υπ’ όψιν για το σύνολο των δικών, συμπεριλαμβανομένων των υπό κρίση αγωγών), ουδόλως δύναται να συναχθεί ότι αυτές λήφθηκαν πριν από την άσκηση της υπό κρίση αγωγής στα πλαίσια άλλων δικών, μεταξύ ιδίων ή άλλων διαδίκων, αλλά ότι αυτές λήφθηκαν μετά την άσκηση της υπό κρίση αγωγής, για να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό μέσο στη συγκεκριμένη δίκη, προς απόδειξη (μεταξύ άλλων) και των υπό κρίση αγωγών μεταξύ των εδώ διαδίκων. Εξάλλου, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, απορριπτέο τυγχάνει και το διαλαμβανόμενο στις από … προτάσεις τους αίτημα των εναγόντων να ληφθούν υπ’ όψιν όλες οι ένορκες βεβαιώσεις, που προσάγονται επί καθεμίας από τις ένδικες αγωγές και ως αποδεικτικά μέσα για τις λοιπές αγωγές ως δικαστικά τεκμήρια], καθώς και από την προσκομιζόμενη και επικαλούμενη από τις εναγόμενες από … ένορκη βεβαίωση της J. R., η οποία ελήφθη με επιμέλεια των εναγόμενων, μετά από νομότυπη κλήτευση των εναγομένων, κατ’ αρθρ. 270 παρ.2 ΚΠολΔ [βλ. σχ. τις προσαγόμενες και επικαλούμενες εκθέσεις επίδοσης με αριθμούς …,  της 13ης Φεβρουαρίου 2014 του δικαστικού επιμελητή Πρωτοδικείου Πειραιώς Γ. Κ. Κ.], ενώ οι υπ’ αρ. … και … ένορκες βεβαιώσεις του … του G. W. B. και του C. J. W. του J. R. ενώπιον του Προξενικού Γραφείου της Πρεσβείας της Ελλάδος στο Λονδίνο, οι οποίες προσκομίζονται με την από … προσθήκη – αντίκρουση των εναγόμενων, προς αντίκρουση της ως άνω με αριθμό … ένορκης βεβαίωσης του Δ. Μ., θα ληφθούν υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καθόσον προκύπτει ότι ελήφθησαν επ’ αφορμής άλλης δίκης μεταξύ άλλων διαδίκων, ήτοι επί της με αριθμό … αγωγής των εδώ εναγόντων κατά της εταιρείας με την επωνυμία …, του S. V. S., της Marion Fraser, του Daniel Dobisz και της ένωσης προσώπων Lloyd΄s Syndicate, της με αριθμό … αγωγής των εδώ εναγόντων κατά του N. B., του Ian James Henstridge και της ένωσης προσώπων Lloyd΄s Syndicate, της με αριθμό κατάθεσης 3967/2011 αγωγής των εδώ εναγόντων κατά της εταιρείας …, του … και της ένωσης προσώπων Lloyd΄s Syndicate, της με αριθμό κατάθεσης … αγωγής της πρώτης και της έβδομης των εδώ εναγουσών κατά της εταιρείας με την επωνυμία …, του S. V. S., της Marion Fraser, του Daniel Dobisz, της ένωσης προσώπων Lloyd΄s Syndicate, του N. B., του Ian James Henstridge, της εταιρείας … και του …, της με αριθμό κατάθεσης … αγωγής των εδώ εναγόντων κατά των HILL DICKINSON LLP, Michael Francis Mallin, Alexandra Julia Tytheridge, HILL DICKINSON INTERNATIONAL και Μ.ς Μωϋσίδου και της με αριθμό κατάθεσης … αγωγής της πρώτης και της έβδομης των εδώ εναγουσών κατά των HILL DICKINSON LLP, Michael Francis Mallin, Alexandra Julia Tytheridge, HILL DICKINSON INTERNATIONAL και Μ.ς Μωϋσίδου (βλ. σχ. ΑΠ 725/… και ΑΠ 722/2004 ΕλλΔνη 47.1012, ΕφΔωδ 124/2012 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η πρώτη ενάγουσα εταιρεία με την επωνυμία “… …” ήταν πλοιοκτήτρια του πλοίου “…” με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων, η δεύτερη ενάγουσα εταιρεία με την επωνυμία … ήταν πλοιοκτήτρια του πλοίου “… T” με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων, η τρίτη ενάγουσα εταιρεία με την επωνυμία “….” ήταν πλοιοκτήτρια του πλοίου “… με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων, η τέταρτη ενάγουσα εταιρεία με την επωνυμία … ήταν πλοιοκτήτρια του πλοίου “…” με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων, η πέμπτη ενάγουσα εταιρεία με την επωνυμία “…” ήταν πλοιοκτήτρια του πλοίου “…” με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων, η έκτη ενάγουσα εταιρεία με την επωνυμία … ήταν πλοιοκτήτρια του πλοίου “… με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων και η έβδομη ενάγουσα εταιρεία με την επωνυμία … ήταν διαχειρίστρια των ως άνω πλοίων, κατά τα κάτωθι ειδικότερα αναφερόμενα κρίσιμα χρονικά διαστήματα των ετών … και 2007. Η διοίκηση των προαναφερόμενων εταιρειών, κατά το χρονικό διάστημα από το έτος … και μέχρι το έτος 2012, είχε ανατεθεί στα κάτωθι πρόσωπα, που τις εκπροσωπούσαν: Ο όγδοος ενάγων Γ. Τ. ήταν Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης, πέμπτης και έβδομης των εναγουσών ως άνω εταιρειών, ο ένατος ενάγων Β. Τ. ήταν Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου των πρώτης, δεύτερης, τρίτης και τέταρτης των εναγουσών, ο δέκατος ενάγων Κ. Δ. ήταν Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου των πρώτης, δεύτερης, τρίτης, τέταρτης και έβδομης των εναγουσών καθώς και νόμιμος εκπρόσωπος της τελευταίας, ο ενδέκατος ενάγων Π. Κ. ήταν Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της πέμπτης των εναγουσών και Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου της έκτης εξ αυτών, ο δωδέκατος ενάγων Σ. Σ. ήταν Γραμματέας του Διοικητικού Συμβουλίου της πέμπτης ενάγουσας και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της έκτης των εναγουσών, ο δέκατος τρίτος ενάγων Β. Κ. ήταν Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της έκτης ενάγουσας και η δέκατη τέταρτη ενάγουσα Μ. Κ. ήταν Αντιπρόεδρος του Δ.Σ. της έβδομης ενάγουσας. Καθεμία από τις ως άνω πλοιοκτήτριες εταιρείες ήταν ασφαλισμένη στην ασφαλιστική αγορά Λονδίνου για την αξία του πλοίου της, με συμβάσεις από κοινού ασφάλισής της με τη διαχειρίστρια και τις λοιπές πλοιοκτήτριες. Περαιτέρω, όλες οι εναγόμενες εταιρείες ήταν κατά τα κάτωθι αναφερόμενα χρονικά διαστήματα των ετών …-2007 ασφαλιστικές εταιρείες ασφαλίσεων πλοίων και μετείχαν στην ασφάλιση του ως άνω πλοίου «…» και των λοιπών πλοίων, οι υπόλοιποι δε εναγόμενοι είχαν κατά τους κάτωθι αναφερόμενους χρόνους τις εξής ιδιότητες, ως προστηθέντες των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών αναφορικά με την επίδικη υπόθεση της ασφαλιστικής αποζημίωσης του πλοίου «…» και της ανανέωσης της ασφάλισης του στόλου της έβδομης ενάγουσας …: Κατά τα έτη … και 2007, στην εναγόμενη εταιρεία …», ο εναγόμενος W. G. H. ήταν Διευθυντής στο Τμήμα Απαιτήσεων Σκάφους και Προϊστάμενος του Ασφαλιστής και Προϊστάμενος του M. W., που ήταν Υπεύθυνος Ασφαλίσεων, αλλά και επικεφαλής της ομάδας των ασφαλιστών που χειρίστηκαν από κοινού την υπόθεση της ανανέωσης της ασφαλιστικής κάλυψης του στόλου της έβδομης ενάγουσας … για το έτος … και την ασφαλιστική απαίτηση του πλοίου της πρώτης ενάγουσας “…”, ήτοι … που ήταν Βοηθός Ασφαλιστής Σκάφους και του …, που ήταν Αναπληρωτής Ασφάλισης Σκάφους & Απαιτήσεων, ενώ ο … ήταν Διευθυντής του Τμήματος Ασφαλιστικών Απαιτήσεων. Στην εναγομένη εταιρεία «…, υπεύθυνος ασφαλίσεων τα έτη …-2007 ήταν ο εναγόμενος K. R. P. και ασχολήθηκε με την ανανέωση της ασφάλισης του στόλου της έβδομης ενάγουσας … για το έτος … εκ μέρους της ως άνω εναγόμενης εταιρείας. Αναφορικά με τα ζητήματα ασφαλίσεων της εναγόμενης εταιρείας …» και της εναγόμενης εταιρείας «…», αρμόδιοι ήταν οι εναγόμενοι R. C. και S. B., που ήταν Υπεύθυνοι Ασφαλίσεων της εταιρείας με την επωνυμία «…» (μη διαδίκου), ως αντιπροσώπου και αντικλήτου της εναγόμενης εταιρείας … S.» και της εναγόμενης εταιρείας «…», αμφότεροι δε χειρίστηκαν την υπόθεση της ανανέωσης της ασφαλιστικής κάλυψης του στόλου της έβδομης ενάγουσας … και την ασφαλιστική απαίτηση του πλοίου της πρώτης ενάγουσας “…”. Περαιτέρω, η πλοιοκτήτρια … είχε ασφαλίσει το πλοίο της “…” σε ασφαλιστές σκάφους και μηχανής (Hull & Machinery) για ποσό 32.000.000 δολ. Η.Π.Α. και σε συνδικάτα των Lloyd’s για «αυξημένη αξία πλοίου» (increased value insurance) για πρόσθετο ποσό 8.000.000 δολ. Η.Π.Α. Συγκεκριμένα, η πρώτη ενάγουσα … κατάρτισε με τις ασφαλίστριες εναγόμενες εταιρείες …. και … την από … σύμβαση ασφαλίσεως σκάφους και μηχανής του ανήκοντος σε αυτή φορτηγού πλοίου “…”, ενώ με τους (εναγόμενους σε έτερες αγωγές ομοίου περιεχομένου) ασφαλιστές …, που ενεργούσαν ατομικά και για λογαριασμό όλων των ασφαλιστών μελών του συνδικάτου του Lloyd’s, κατάρτισε την από … σύμβαση ασφαλίσεως του τύπου «των Lloyd’s» για το ίδιο ως άνω πλοίο. Αμφότερες οι ασφαλιστικές συμβάσεις έφεραν αριθμό ασφαλιστικής σύμβασης … και ήταν συμβάσεις από κοινού ασφάλισης με ασφαλισμένες εταιρείες τόσο τις έξι πρώτες ενάγουσες εταιρείες, ως πλοιοκτήτριες αντίστοιχα των πλοίων «…», «… T», «…», «…», «…» και «… και τις συνδεόμενες και/ή θυγατρικές εταιρείες των παραπάνω εταιρειών όσο και με την έβδομη ενάγουσα εταιρεία, με την ιδιότητά της ως διαχειρίστρια όλων των ως άνω από κοινού ασφαλισμένων έξι πλοίων. Επιπρόσθετα, η πρώτη ενάγουσα … κατάρτισε με την εταιρεία … (μη διάδικο) την από … και με αριθμό … σύμβαση ασφάλισης σκάφους και μηχανής του ως άνω πλοίου “…”, ενώ κατάρτισε με τον (εναγόμενο σε έτερες αγωγές όμοιου περιεχομένου) αλληλοασφαλιστικό σύνδεσμο «… την από 13-3-… σύμβαση ναυτικής ασφαλίσεως σκάφους και μηχανής του ως άνω πλοίου, αμφότερες δε οι ασφαλιστικές συμβάσεις ήταν συμβάσεις από κοινού ασφάλισης με την έβδομη ενάγουσα εταιρεία, με την ιδιότητά της ως διαχειρίστρια των έξι από κοινού ασφαλισμένων πλοίων, τις δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών – πλοιοκτήτριες εταιρείες των ως άνω πλοίων και τις συνδεόμενες και/ή θυγατρικές εταιρείες των παραπάνω εταιρειών, για τις οποίες (συμβάσεις) εκδόθηκαν τα σχετικά πιστοποιητικά ασφαλίσεως. Όλες οι ως άνω συμβάσεις, καλούμενες εφεξής συλλήβδην «η σύμβαση ασφάλισης», στην οποία συμμετείχαν έκαστη από τις ως άνω εναγόμενες ασφαλίστριες εταιρείες, κατά τα κάτωθι ειδικότερα προσδιοριζόμενα ποσοστά, κάλυπταν την απώλεια ή τη ζημία του ως άνω ασφαλισθέντος πλοίου, που προκαλείται από τους κινδύνους της θάλασσας, καθώς και την ασφάλεια ή τη ζημία του ασφαλισθέντος πράγματος, που προκαλείται από οποιοδήποτε κρυμμένο ελάττωμα στις μηχανές ή το σκάφος και την απώλεια ή ζημία του πλοίου που προκλήθηκε από οποιοδήποτε ατύχημα ή από αμέλεια, ανικανότητα ή εσφαλμένη εκτίμηση οποιουδήποτε προσώπου, για το χρονικό διάστημα από 13-3-… και ώρα 10:30 π.μ. έως 13-3-2007 και ώρα 10:30 π.μ., έως το ποσό των 32.000.000 δολλαρίων ΗΠΑ και με τους στερεότυπους όρους του Ινστιτούτου των Lloyd’s ασφάλισης στερεότυπων κινδύνων σκάφους. Επιπρόσθετα, η πρώτη ενάγουσα … κατάρτισε με τα αναφερόμενα στην αγωγή συνδικάτα των Lloyd’s στις 20-3-… την υπ’ αρ. … σύμβαση ασφάλισης της αυξημένης αξίας του πλοίου “…”, από κοινού ασφάλισης με τις συνασφαλισμένες δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών και την έβδομη ενάγουσα, με την ιδιότητά της ως διαχειρίστριας των έξι από κοινού ασφαλισμένων πλοίων και πλοιοκτητριών εταιρειών των ως άνω πλοίων και των συνδεόμενων και/ή θυγατρικών εταιρειών των παραπάνω εταιρειών, κατά τα προσδιοριζόμενα στην ως άνω σύμβαση ποσοστά κάλυψης και ασφαλιστική αξία για έκαστο ασφαλισμένο πλοίο και ασφαλισμένη πλοιοκτήτρια και συνδικάτο των Lloyd’s, με βάση την οποία (σύμβαση) καλύπτεται η ολική απώλεια (πραγματική ή τεκμαρτή) του ασφαλισμένου πλοίου από τους κινδύνους της θάλασσας, για το χρονικό διάστημα από 13-3-… και ώρα 10:30 π.μ. έως 13-3-2007 και ώρα 10:30 π.μ., έως το ποσό των 8.000.000 δολλαρίων ΗΠΑ και με τους στερεότυπους όρους του Ινστιτούτου των Lloyd’s ασφάλισης στερεότυπων κινδύνων σκάφους. Τα ποσοστά, κατά τα οποία συμμετείχε έκαστη των εναγομένων ασφαλιστικών εταιρειών στην ασφάλιση του ως άνω πλοίου “…” ήταν τα εξής: Η εναγόμενη εταιρεία … μετείχε στην ασφάλιση του ως άνω πλοίου με ποσοστό 12,7272%, ήτοι ποσό δολ. ΗΠΑ 7.272.704, η εναγόμενη εταιρεία … μετείχε στην ασφάλιση του πλοίου με ποσοστό 9,0909%, ήτοι ποσό δολ. ΗΠΑ 2.909.088,00, η εναγόμενη εταιρεία … S. μετείχε στην ασφάλιση του πλοίου με ποσοστό 13,6354%, ήτοι ποσό δολ. ΗΠΑ 4.363.648,00, η εναγόμενη εταιρεία … μετείχε στην ασφάλιση του πλοίου με ποσοστό 4,5455%, ήτοι ποσό δολ. ΗΠΑ 1.454.560,00, η εταιρεία … (ενεργούσα ατομικά και για λογαριασμό όλων των ασφαλιστών μελών του συνδικάτου των Lloyd’s 2987 για το οικονομικό έτος …) μετείχε στην ασφάλιση του πλοίου με ποσοστό 9,0909%, ήτοι ποσό δολ. ΗΠΑ 2.909.088,00, ο … (ενεργών ατομικά και για λογαριασμό όλων των ασφαλιστών μελών του συνδικάτου των Lloyd’s 2003 για το οικονομικό έτος …) μετείχε στην ασφάλιση του πλοίου με ποσοστό 9,0909%, ήτοι ποσό δολ. ΗΠΑ 2.909.088,00, η εταιρεία … (ενεργούσα ατομικά και για λογαριασμό όλων των ασφαλιστών μελών του συνδικάτου των Lloyd’s 0033 για το οικονομικό έτος …) μετείχε στην ασφάλιση του πλοίου με ποσοστό 6,8183 %, ήτοι ποσό δολ. ΗΠΑ 2.181.824.00 και ο … μετείχε στην ασφάλιση του πλοίου με ποσοστό 15%, ήτοι ποσό δολ. ΗΠΑ 4.800.000. Περαιτέρω, κατά τη διάρκεια της ασφαλιστικής περιόδου και συγκεκριμένα στις 3-5-… και ώρα 21:00, το ως άνω πλοίο “…” βυθίστηκε κατά τη διάρκεια του πλου από Βραζιλία προς Κίνα και ενώ μετέφερε φορτίο σιδηρομεταλλεύματος, περί τα 300 ναυτικά μίλια, ανοικτά του λιμένος Port Elizabeth της Νοτίου Αφρικής, με αποτέλεσμα από το 33μελές πλήρωμα να διασωθούν μόνον επτά μέλη. Κατόπιν τούτου, η πρώτη ενάγουσα … θεώρησε ότι, με βάση την ασφαλιστική σύμβαση, δοθέντος ότι η απώλεια του πλοίου οφειλόταν σε ασφαλισμένο κίνδυνο, ήταν δηλαδή «ατύχημα», σύμφωνα με την έννοια των στερεότυπων όρων του Ινστιτούτου των Lloyd’s ασφάλισης επιπροσθέτων κινδύνων (Institute additional perils clause), είτε «θαλάσσιος κίνδυνος» σύμφωνα με την έννοια των στερεότυπων όρων ασφάλισης σκάφους του Ινστιτούτου των Lloyds (Institute time Clauses Hull), έπρεπε να καταβάλουν σε αυτή (…) οι μεν ασφαλιστές σκάφους και μηχανής (εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες) ασφαλιστική αποζημίωση για την ολική απώλεια του σκάφους 32.000.000 δολ. Η.Π.Α., τα δε συνδικάτα των Lloyd’s, δυνάμει της πρόσθετης σύμβασης ασφάλισης αυξημένης αξίας πλοίου, ασφαλιστική αποζημίωση   8.000.000   δολ.   Η.Π.Α.   για    την    ολική    απώλεια    του  πλοίου, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος 30 ημερών από την ημερομηνία ολικής απώλειας. Αμέσως μετά την απώλεια του πλοίου, οι εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες, ως ασφαλιστές σκάφους και μηχανής, έδωσαν εντολή στην αγγλική δικηγορική εταιρία «HILL DICKINSON LLP» να τους εκπροσωπήσουν στην υπόθεση αυτή και να παραστούν κατά την προανάκριση, που έγινε στη Νότιο Αφρική (σχετικά με τα περιστατικά και τα αίτια του ναυαγίου, αλλά και σχετικά με την κατάσταση του πλοίου και τις εν γένει συνθήκες βύθισής του) από την Υπηρεσία Ναυτικής Ασφαλείας της Νοτίου Αφρικής (SAMSA), από κοινού με το Υπουργείο Ναυτιλίας του κράτους της σημαίας του πλοίου Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων. Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας συντάχθηκαν δύο πορίσματα – εκθέσεις, ένα από τη Ναυτική Αρχή Ασφαλείας της Νότιας Αφρικής και ένα από το Τμήμα Ναυτικών Ερευνών του Αγίου Βικέντιου και Γρεναδίνης (κράτους σημαίας του πλοίου). Σύμφωνα με τις εκθέσεις αυτές, στις οποίες έχουν καταχωρηθεί αποσπάσματα των καταθέσεων των διασωθέντων μελών του πληρώματος, περί ώρα 07:50 της 3.5…. ακούστηκε ένα δυνατό κτύπημα, ακολουθούμενο και από τράνταγμα, το οποίο έγινε αντιληπτό από το πλήρωμα του πλοίου και διαπιστώθηκε κατάκλυση από νερό της με αριθμό 8 αριστερής διπύθμενης δεξαμενής του πλοίου, συνάμα δε αυτό άρχισε να παίρνει κλίση αριστερά. Παρά την προσπάθεια των μελών  του πληρώματος να απαντληθεί το νερό, κάτι τέτοιο δεν επιτεύχθηκε, ενώ παρατηρήθηκε κατάκλυση και των κυτών με αριθμούς 5, 6 και 7 και αύξηση της κλίσης. Περί ώρα (τοπική) 20:50, το πλοίο υπέστη καταστροφική δομική ζημία στο σκάφος που κατέληξε στο σπάσιμο του κύτους 6, με αποτέλεσμα τη βύθιση του πλοίου λίγο αργότερα. Το συμπέρασμα, στο οποίο κατέληξε η έκθεση της Ναυτικής Αρχής Ασφαλείας της Νότιας Αφρικής, ήταν ότι δεν ήταν δυνατό λόγω έλλειψης συγκεκριμένου επιβεβαιωμένου αποδεικτικού στοιχείου σχετικά με τα γεγονότα που οδήγησαν στην αποκοπή του πλοίου να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα για την απώλειά του, με αποτέλεσμα να συστήσει στο κράτος της σημαίας του πλοίου να διεξάγει πλήρη έρευνα σε σχέση με το θάνατο των μελών του πληρώματος. Στη με αριθμό 3/… έκθεση που συντάχθηκε από το Τμήμα Ναυτικών Ερευνών του Αγίου Βικέντιου και Γρεναδίνης, ως παράγοντας που συντέλεσε στην βύθιση του πλοίου, αναφέρθηκαν οι συνθήκες καιρού και θάλασσας, ως πιθανό αίτιο της πρόκλησης του ρήγματος στο πλοίο η εσφαλμένη διαδικασία φόρτωσης του πλοίου και επίσης διαπιστώθηκε η αδυναμία καθορισμού του αιτιώδους παράγοντα, λόγω έλλειψης αξιόπιστων στοιχείων, ενώ σημειώθηκε ότι η τελευταία επιχείρηση φόρτωσης, καθώς και η αξιοπλοϊα του σκάφους δεν παρέχουν οποιαδήποτε ένδειξη ότι η απώλεια αυτή θα μπορούσε να συμβεί. Κατά τη διαδικασία της έρευνας, που διήρκεσε από την 8η έως τη 10η Μαϊου …, εξετάστηκαν και οι επτά επιζήσαντες ναυτικοί από τους κάτωθι εκπροσώπους αρμοδίων αρχών και λοιπά πρόσωπα, ως φορείς αμέσου εννόμου συμφέροντος και δη α) από δύο ανακριτικούς υπαλλήλους της Αρχής Ναυτιλιακής Ασφάλειας της Νοτίου Αφρικής (SAMSA), β) τον κ. Κλιάρη που ήταν ο Έλληνας Προξενικός Λιμενάρχης της Νότιου Αφρικής, γ) τον Πλοίαρχο Dulic – πραγματογνώμονα διορισμένο από την Ναυτική Διοίκηση Αγίου Βικεντίου και Γρεναδίνων, δ) το δικηγόρο των ασφαλιστών σκάφους και μηχανής κ. Stephen Cropper – μέλος της HILL DICKINSON LLP, ε) τον πραγματογνώμονα της S. A.  K. L. που επίσης ενεργούσε για λογαριασμό των ασφαλιστών σκάφους και μηχανής, στ) τον Tony Bowman – ναυπηγό από την εταιρεία του Λονδίνου TMC Consultants ως τεχνικοί σύμβουλοι και πραγματογνώμονες διορισμένοι από τον Αλληλασφαλιστικό Οργανισμού του Λονδίνου, ζ) τον Craig Cunningham, από τη δικηγορική εταιρεία της Νοτίου Αφρικής Bowman Gilfillan που ήταν διορισμένη από τον Αλληλασφαλιστικό Οργανισμό του Λονδίνου, η) τον Alan Reid – Πλοίαρχο από την P&I Associates, εταιρεία τοπικών πραγματογνωμόνων της Νοτίου Αφρικής, διορισμένης από τον Αλληλασφαλιστικό Οργανισμό του Λονδίνου, θ) τον Πλοίαρχο German Mendez από την εταιρεία πρακτόρων ανευρέσεως πληρώματος με την επωνυμία “Interorient Maritime Enterprises Inc” της Μανίλα των Φιλιππινών και ι) εκπροσώπους και δικηγόρους της πλοιοκτήτριας και της διαχειρίστριας εταιρείας (Νικόλαο Μόσχο ως διορισθέντα τεχνικό σύμβουλο – πραγματογνώμονα και Πλοίαρχο Κ. Δ. – Γενικό Διευθυντή της διαχειρίστριας του πλοίου …, καθώς και Jim Cashman και  Stuart Edmonston – δικηγόρους της εταιρείας “Holman Fenwick Willan LLP”, που είχε αναλάβει αρχικά την εκπροσώπηση της πλοιοκτήτριας). Συγκεκριμένα, εξετάστηκαν οι επτά διασωθέντες του πληρώματος (και δη έξι Φιλιππινέζοι, ήτοι οι Alan Omol – 4ος μηχανικός, A. M. – ναύκληρος, S. M. – λιπαντής, R. V. – δόκιμος αξιωματικός καταστρώματος, οι δόκιμοι ναύτες L. A. και E. P. και ένας Ρουμάνος, ο ηλεκτρολόγος L. B.) στο Durban της Νοτίου Αφρικής στις 8, 9 & 10 Μαΐου …. Όλοι οι διασωθέντες που εξετάσθηκαν κατέθεσαν ότι το πλοίο βρισκόταν σε πολύ καλή κατάσταση από πλευράς κατασκευαστικής και δεν είχε αντιμετωπίσει κανένα πρόβλημα καθ’ όλο το χρόνο υπηρεσίας τους επί του πλοίου, καθώς και ότι η απώλειά του προκλήθηκε από τις εξαιρετικά δυσμενείς καιρικές συνθήκες και τη σφοδρή θαλασσοταραχή, εν συνεχεία δε την ……., τα μέλη του πληρώματος, πριν επαναπατρισθούν στις Φιλιππίνες και στη Ρουμανία, έδωσαν τις σχετικές ένορκες βεβαιώσεις. Συγκεκριμένα, εξεταζόμενος από τους εκπροσώπους του κράτους της σημαίας του πλοίου, των ασφαλιστών και των πλοιοκτητών που ερευνούσαν το συμβάν, ο ναύκληρος A. M. δεν ανέφερε ότι υπήρχε ελάττωμα στο πλοίο, αλλά απέδωσε τη βύθιση του πλοίου στη σφοδρή θαλασσοταραχή εξαιτίας των δυσμενών καιρικών συνθηκών. Ειδικότερα, στην από … ένορκη κατάθεσή του ενώπιον του συμβολαιογράφου στο Durban της Νοτίου Αφρικής κ. N. P. που υπογράφηκε στις 11-5-…, ο ναύκληρος A. M. κατέθεσε τα ακόλουθα: «… 2. … Ναυτολογήθηκα στο «…» στις 5 Νοεμβρίου 2005 στη Σιγκαπούρη. 3. Όταν ναυτολογήθηκα στο πλοίο, αυτό ήταν έμφορτο με ένα φορτίο σιδηρομεταλλεύματος. Αποπλεύσαμε από τη Σιγκαπούρη και το φορτίο εκφορτώθηκε στους λιμένες Beilun και Baosan της Κίνας. 4. Μετά την εκφόρτωση αποπλεύσαμε με προορισμό κάποιο ναυπηγείο στο ShoShan της Κίνας. Κατά τη διάρκεια του εν λόγω ταξιδιού μας, ξεκινήσαμε την προετοιμασία των 9 κυτών φορτίου για τη φόρτωση του επόμενου φορτίου. Σκουπίσαμε τις πλευρές και το πάτωμα των κυτών και τα υπολείμματα τα μεταφέραμε επάνω στο κατάστρωμα. Αυτά τα υπολείμματα εκφορτώθηκαν στην Κίνα. 5. Παραμείναμε στο ναυπηγείο για περίπου 45 ημέρες και μετά αποπλεύσαμε υπό έρμα για τη Βραζιλία μέσω Σιγκαπούρης για την προμήθεια εφοδίων και πετρελαίων. 6. Όλες οι διπύθμενες δεξαμενές και οι άνω πλευρικές δεξαμενές αφερματίστηκαν, καθώς επίσης και οι άνω εμπρόσθιες και οπίσθιες δεξαμενές. Τα υπ’αριθμ. 4 και 8 κύτη φορτίου είναι έτσι κατασκευασμένα, ώστε να μπορούν να είναι υπό έρμα. Όμως, στο συγκεκριμένο ταξίδι από τη Βραζιλία στην Κίνα παρέμειναν άδεια. 7. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού μας προς τη Βραζιλία, συνεχίσαμε τον καθαρισμό των κυτών φορτίου και την προετοιμασία τους για τη φόρτωση του επόμενου φορτίου. Αφαιρέσαμε τα σιφώνια των υδροσυλλεκτών από τα κύτη φορτίου, καθαρίσαμε τους υδροσυλλέκτες και δοκιμάσαμε την αναρρόφηση τους. Εν συνεχεία, χρησιμοποιήσαμε μάνικες και πλύναμε με φρέσκο νερό τις πλευρές και την άνω επιφάνεια των δεξαμενών και απαντλήσαμε το νερό. Τέλος, τοποθετήσαμε λινάτσα γύρω από τα σιφώνια των υδροσυλλεκτών. 8. Κατά τη διάρκεια των εργασιών αυτών, βρισκόμουν συνεχώς στα κύτη φορτίου. Τα κύτη ήταν σε καλή κατάσταση και τα χρώματά τους ήταν σε καλή κατάσταση. Δεν παρατήρησα οποιαδήποτε σπασμένα πλαίσια ή οποιαδήποτε άλλη φυσική ζημία εντός των κυτών. 9. Στις 12 και 13 Απριλίου …, το πλοίο φόρτωσε ένα πλήρες φορτίο σίδηρο μεταλλεύματος στο Punta de Madeira της Βραζιλίας. Το φορτίο φορτώθηκε και τα 9 κύτη φορτίου. Δεν μπορώ να θυμηθώ το ύψος του φορτίου εντός των κυτών. 10. Το πρώτο μέρος του ταξιδιού ήταν ήρεμο. Το πλήρωμα απασχολούνταν στις συνήθεις εργασίες συντήρησης – ματσακόνισμα, καθαρισμό σκουριάς και βάψιμο στο κύριο κατάστρωμα. 11. Γινόταν καθημερινές μετρήσεις στις σεντίνες των δεξαμενών και των κυτών του φορτίου από το Ναύτη Υπηρεσίας τον Polie Nabarte και αυτές παραδιδόταν στον Υποπλοίαρχο. Δεν γνωρίζω τι έδειχναν οι μετρήσεις αυτές, αλλά δε νομίζω ότι υπήρχε κάποια ένδειξη για οποιοδήποτε πρόβλημα στο πλοίο. Είχα μία εξαιρετική σχέση με τον Υποπλοίαρχο. Ήταν ένας επαγγελματίας αξιωματικός και κατά το μικρό χρονικό διάστημα που ταξιδέψαμε μαζί, έγινε πολύ καλός μου φίλος. Κάθε πρωί συνήθιζα να πηγαίνω στη γέφυρα γύρω στις 06.00, για να συζητήσω μαζί του για τις καθημερινές εργασίες επί του πλοίου. Πιστεύω ότι, αν υπήρχε οποιοδήποτε πρόβλημα με το πλοίο, θα το είχα μάθει. 12. Στις 3 Μαϊου … πήγα, όπως πάντα, στη γέφυρα νωρίς το πρωί, για να συναντήσω τον Υποπλοίαρχο. Ο καιρός ήταν άσχημος από την 1η Μαϊου και έτσι δεν ήταν δυνατόν να δουλέψουμε στο κύριο κατάστρωμα. Το πλήρωμα απασχολούνταν σε εργασίες καθαρισμού και βαψίματος εντός των ενδιαιτημάτων. Όταν έφευγα από τη γέφυρα, ο Υποπλοίαρχος με φώναξε πίσω και μου είπε να μην ξεχάσω να κλείσω όλες τις πόρτες της αριστερής πλευράς των ενδιαιτημάτων στο κύριο κατάστρωμα εξαιτίας του καιρού. … Δε θυμάμαι πόσο δυνατός ήταν ο άνεμος – θυμάμαι μόνον ότι αντιμετωπίσαμε έναν από τους χειρότερους καιρούς που έχω συναντήσει στην καριέρα μου ως ναυτικός. … 48. Η τελευταία άσκηση στις σωστικές λέμβους έγινε πριν τη φόρτωση στη Βραζιλία, όταν βρισκόμασταν στο αγκυροβόλιο, περιμένοντας να φορτώσουμε. Κατά τη διάρκεια της άσκησης, οι μηχανές των σωστικών λέμβων τέθηκαν σε λειτουργία. 14. Διαβάζω και καταλαβαίνω την αγγλική γλώσσα και επιβεβαιώνω ότι το περιεχόμενο της ένορκης αυτής κατάθεσης είναι αληθές σύμφωνα με όσα γνωρίζω και πιστεύω…».  Περαιτέρω, στο πλαίσιο της ανωτέρω διαδικασίας έρευνας των συνθηκών του ναυαγίου, τα υπόλοιπα διασωθέντα μέλη του πληρώματος κατέθεσαν τα ακόλουθα: Στην από … ένορκη κατάθεση του διασωθέντος ναυτόπαιδα E. P., που δόθηκε ενώπιον του συμβολαιογράφου στο Durban της Νοτίου Αφρικής κ. N. P. και υπογράφηκε στις 11-5-…, αυτός αναφέρει ότι αυτό ήταν το πρώτο του ταξίδι με το συγκεκριμένο πλοίο, αλλά στο παρελθόν είχε ναυτολογηθεί και σε άλλο πλοίο που διαχειριζόταν η εταιρεία …, ότι κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στο πλοίο, ουδέποτε αντιμετώπισαν αξιοσημείωτα προβλήματα, ότι πριν από τη φόρτωση στο λιμάνι της Βραζιλίας, τα κύτη φορτίου ετοιμάστηκαν και καθαρίστηκαν, ότι στις 3-5-… και περί ώρα 08:00 άκουσε ένα δυνατό κρότο, αλλά δεν κατάλαβε από πού προερχόταν, ότι αργότερα άρχισε να γίνεται άντληση νερού από το κύτος υπ’ αρ. 6, όπου η στάθμη του νερού είχε ανέβει πάνω από το ύψος του φορτίου, ενώ το πλοίο πήρε κλίση προς τα αριστερά. Επίσης, στην από … ένορκη κατάθεση του διασωθέντος ναυτόπαιδα …, που δόθηκε ενώπιον του συμβολαιογράφου στο Durban της Νοτίου Αφρικής κ. N. P. και υπογράφηκε στις 11-5-…, αυτός αναφέρει ότι αυτό ήταν το πρώτο του ταξίδι με το εν λόγω πλοίο, ότι στις 3-5-… και ενώ ταξίδευαν με άσχημο καιρό λίγο μετά τις επτά, άκουσε ένα δυνατό κρότο / χτύπημα και αργότερα βοήθησε στη συναρμολόγηση αντλίας για την άντληση νερού μέσα από το αμπάρι Νο 6. Επίσης, στην από … ένορκη κατάθεση του διασωθέντος τέταρτου μηχανικού A. O. O., που δόθηκε ενώπιον του συμβολαιογράφου στο Durban της Νοτίου Αφρικής κ. N. P. και υπογράφηκε στις 11-5-…, αυτός αναφέρει ότι αυτό ήταν το πρώτο του ταξίδι με το συγκεκριμένο πλοίο, αλλά στο παρελθόν είχε ναυτολογηθεί και σε άλλα πλοία που διαχειριζόταν η εταιρεία …, ότι στις 3-5-… και περί ώρα 8 άκουσε ένα δυνατό θόρυβο και ένιωσε έναν κλυδωνισμό στο πλοίο και εκτέλεσε τη δοθείσα εντολή για απάντληση της διπύθμενης δεξαμενής υπ’ αρ. 8, για την οποία δεν γνωρίζει να είχαν παρουσιαστεί προβλήματα, ενόσω βρισκόταν στο πλοίο και ότι πριν από το ατύχημα, η δεξαμενή αυτή ήταν άδεια και δεν χρησιμοποιούνταν για το έρμα, ότι πριν από τη βύθιση του πλοίου ποτέ δεν είχαν παρουσιαστεί προβλήματα με το πλοίο, το οποίο ήταν γερό και σε καλή κατάσταση για εκμετάλλευση. Επίσης, στην από … ένορκη κατάθεση του διασωθέντος ναυτόπαιδα …, που δόθηκε ενώπιον του συμβολαιογράφου στο Durban της Νοτίου Αφρικής κ. N. P. και υπογράφηκε στις 11-5-…, αυτός αναφέρει ότι του άρεσε να εργάζεται στο πλοίο «… Τ», που ήταν ένα καλό πλοίο και βρισκόταν σε καλή κατάσταση, ότι όταν ναυτολογήθηκε στο … Τ, αυτό βρισκόταν στην Κίνα, στο λιμάνι ZHOUSHAN για επισκευές, ότι με το πέρας των επισκευών το «… Τ» απέπλευσε από τη ZHOUSHAN, υπό έρμα, ότι κατά τη διάρκεια του ταξιδιού προετοίμασαν τα κύτη φορτίου για το επόμενο φορτίο και ασχολήθηκε κι ο ίδιος στις εργασίες καθαρισμού τους, διαπιστώνοντας ότι ήταν σε καλή κατάσταση, καθαρά και έτοιμα να δεχθούν το φορτίο και ότι στις 3-5-…, ενώ ήταν εν πλω και ο καιρός δεν ήταν καλός ήδη από λίγες μέρες νωρίτερα, άκουσε ένα δυνατό χτύπημα και ένιωσε το πλοίο να κλυδωνίζεται, ενώ περί τις 08:30 πληροφορήθηκε από το ναύκληρο ότι υπήρχε νερό στο αμπάρι Νο 6. Επίσης, στην από … ένορκη κατάθεση του διασωθέντος …, που δόθηκε ενώπιον του συμβολαιογράφου στο Durban της Νοτίου Αφρικής κ. N. P. και υπογράφηκε στις 11-5-…, αυτός αναφέρει ότι στις 3-5-… ξύπνησε περίπου στις 08:00, όταν άκουσε έναν ηχηρό κρότο και ένιωσε το πλοίο να τραντάζεται, πήγε στο μηχανοστάσιο περί τις 08:30 και είδε ότι όλα ήταν όπως συνήθως και δεν υπήρχε καμία ένδειξη ότι κάτι πήγαινε άσχημα με το πλοίο, ότι γύρω στις 10:30 κάποιος ανέφερε ότι το πλοίο είχε κλίση και ήταν η πρώτη φορά που παρατήρησε ότι είχαν μια μικρή κλίση προς τα αριστερά, η οποία σταδιακά αυξανόταν, αλλά ότι δεν είδε καμία δεξαμενή να υπερχειλίζει. Επίσης, στην από … ένορκη κατάθεση του διασωθέντος ηλεκτρολόγου L. B., που δόθηκε ενώπιον του συμβολαιογράφου στο Durban της Νοτίου Αφρικής κ. N. P. και υπογράφηκε στις 11-5-…, αυτός αναφέρει ότι ναυτολογήθηκε στο πλοίο «… Τ» στις 28-12-2005 και ήταν η δεύτερη φορά που υπηρετούσε σε αυτό, το οποίο ήταν γερό πλοίο, ενώ κατά τη διάρκεια των δύο ναυτολογήσεων, το πλοίο ουδέποτε αντιμετώπισε αξιοσημείωτα προβλήματα, μόνο συνήθη καθημερινά, τα οποία μπορούσαν να αντιμετωπιστούν επιτυχώς από το πλήρωμα του πλοίου, ότι λίγο πριν τις 08:00 την 3η-5-… άκουσε ένα θόρυβο και ενώ το πλοίο ήδη αντιμετώπιζε άσχημες καιρικές συνθήκες και υφίστατο έντονους προνευστασμούς και διατοιχισμούς στην άγρια θάλασσα, ένιωσε το πλοίο να κλυδωνίζεται, με τρόπο διαφορετικό από την κίνηση του πλοίου που προκαλούσαν τα κύματα, ότι κατά τη διάρκεια του πρωινού ενημερώθηκε ότι υπήρχε νερό σε ένα από τα κύτη φορτίου Νο 5 ή 6 και ότι γινόταν απάντληση υδάτων από τη διπύθμενη δεξαμενή Νο 8, ενώ το πλοίο άρχισε να αναπτύσσει κλίση προς τα αριστερά. Περαιτέρω, στην από 20-9-2007 ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον του Συμβολαιογράφου Carl Friedrich Pohl στο Cape Town, ο δικηγόρος Craig Neil Cunningham αναφέρει ότι στις συνεντεύξεις που έδωσε ο A. M. στις 8, 9 και 10 Μαϊου …, ενώπιον των εκπροσώπων των πλοιοκτητών και των ασφαλιστών, του αλληλασφαλιστικού οργανισμού του Λονδίνου (LSSO), της SAMSA και των λοιπών αρμοδίων αρχών του κράτους σημαίας του πλοίου, αυτός (ναύκληρος), ερωτηθείς εάν έγιναν οποιεσδήποτε επισκευές στα κύτη φορτίου, όταν το πλοίο βρίσκονταν στο Κινέζικο ναυπηγείο ή οποιαδήποτε ζημιά στα κύτη φορτίου, απάντησε ότι εξ όσων γνώριζε, δεν έγιναν επισκευές και δεν είδε κάποια ζημιά στα κύτη φορτίου, όταν αυτά καθαρίστηκαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του πλοίου κενού φορτίου και πριν την φόρτωση του. Επιπλέον, ο Craig Neil Cunningham αναφέρει στην ως άνω ένορκη βεβαίωσή του ότι σε κανένα στάδιο των συνεντεύξεων, οι παριστάμενοι από την πλευρά των πλοιοκτητών Κ. Δ. ως εκπρόσωπος και Ν. Μ. ως ορισθείς ναυτικός πραγματογνώμονας δεν έδωσαν εντολές στο ναύκληρο ή σε άλλα διασωθέντα μέλη του πληρώματος, σχετικά με το πώς θα απαντήσουν στις ερωτήσεις ούτε τους πίεσαν ως προς τούτο, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, αλλά ότι σχημάτισε την εντύπωση ότι οι επιζώντες απαντούσαν ειλικρινά στις ερωτήσεις και ότι ουδείς εξ αυτών εξαναγκάστηκε να απαντήσει με κάποιο συγκεκριμένο τρόπο. Επιπροσθέτως, ο δικηγόρος Jim Cashman, που ήταν επίσης παρών στις ανωτέρω συνεντεύξεις για λογαριασμό των πλοιοκτητών, στην από … έγγραφη δήλωσή του, αναφέρει ότι σε ερώτηση, που έκανε στο ναύκληρο A. M. στις … κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του, σχετικά με τον καθαρισμό των κυτών φορτίου που είχε γίνει κατά τη διάρκεια του ταξιδιού κενού φορτίου προς την Βραζιλία και σχετικά με την κατάσταση των κυτών φορτίου, ο ναύκληρος ανέφερε ότι δεν είδε κάποιο σπασμένο νομέα στα κύτη φορτίου, περιέγραψε τις εργασίες βαφής στα κύτη φορτίου σαν καινούργιες και είπε ότι ήταν σε αυτή την κατάσταση, πριν μπει το πλοίο για επισκευές σε ένα κινέζικο ναυπηγείο, καθώς και ότι τα κύτη φορτίου ήταν σε καλή κατάσταση. Επιπλέον, ο Jim Cashman αναφέρει ότι ο ναύκληρος A. M., ερωτηθείς στις 9-5-… από το δικηγόρο των ασφαλιστών Stephen Cropper σχετικά με την κατάσταση του πλοίου, απάντησε ότι το πλοίο ήταν σε καλή κατάσταση εσωτερικά και εξωτερικά, καθώς και ότι σε ερώτηση του ιδίου εάν υπήρχαν οποιαδήποτε προβλήματα με τις δεξαμενές έρματος κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από την Κίνα προς τη Βραζιλία, ο ναύκληρος απάντησε ότι δεν υπήρξε κάποιο πρόβλημα. Ομοίως, ο Jim Cashman επιβεβαίωσε ότι ούτε ο Ν. Μ. ούτε οποιοσδήποτε άλλος επενέβη σε οποιοδήποτε στάδιο, κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων, ούτε ο Κ. Δ. κατεύθυνε ή έλεγχε με κάποιο τρόπο τη συμπεριφορά του ναύκληρου κατά τη συνέντευξη, αλλά ότι ο ναύκληρος απάντησε τις ερωτήσεις που του έκαναν με εντιμότητα και ευθύτητα. Περαιτέρω, ο διασωθείς ναύκληρος του βυθισθέντος πλοίου «…» A. M., στην από … ένορκη κατάθεσή του ενώπιον του Ελληνικού Προξενείου στις Φιλιππίνες κατέθεσε τα εξής: «… 1. Ότι ο καιρός εκείνη την ημέρα ήταν περίπου 7 Μποφόρ, αλλά μεταξύ 3:00 και 5:00 ώρα το απόγευμα ο καιρός βελτιώθηκε και τα κύματα ήταν κανονικά και οι σωσίβιες λέμβοι και σχεδίες μπορούσαν να καθελκυστούν εύκολα. Παρά ταύτα, ο Πλοίαρχος δεν επέτρεψε στο πλήρωμα να εγκαταλείψει το πλοίο, λέγοντας ότι έρχεται ένα πλοίο για να τους διασώσει. 2. Παρά το γεγονός ότι το πλοίο κινούνταν προς τα εμπρός με σχεδόν μηδενική ταχύτητα, ο Πλοίαρχος και ο πρώτος Μηχανικός κράτησαν τρία μέλη του πληρώματος στο μηχανοστάσιο, οι οποίοι τελικά πνίγηκαν κάτω από εξαιρετικά τρομερές συνθήκες. Δεν έπρεπε να τους κρατήσουν στο μηχανοστάσιο. 3. Ακόμα και μετά τη βύθιση του πλοίου, οι σωσίβιες λέμβοι και σχεδίες βρέθηκαν να επιπλέουν με ασφάλεια την επόμενη ημέρα, που σημαίνει ότι, αν ο πλοίαρχος είχε δώσει εντολές προς το πλήρωμα να εγκαταλείψει το πλοίο, ολόκληρο το πλήρωμα, συμπεριλαμβανομένου του Πλοιάρχου, θα είχαν επιζήσει. 4. Όλες σωσίβιες λέμβοι και σχεδίες ήταν κλειστού τύπου και αυτό σημαίνει ότι δεν βυθίζονταν. 5. Κατά το βραδάκι, το πλήρωμα που βρίσκονταν στο κατάστρωμα των λεμβών πρότεινε στον πλοίαρχο ότι ήταν καλύτερο να εγκαταλείψουν το πλοίο για λόγους ασφαλείας, αλλά η απάντηση του ήταν: «Όχι, το πλοίο διάσωσης πλησιάζει σύντομα» και την ίδια στιγμή μίλησε στον ανθυποπλοίαρχο με το γουόκι τόκι και του έδωσε εντολή να επικοινωνήσει με το πλοίο που θα τους διέσωζε το ‘…, για να υπολογίσει την άφιξη του. 6. Μετά τη βύθιση του πλοίου, το πλοίο διάσωσης έφθασε και παρά το γεγονός ότι εκείνη τη στιγμή οι καιρικές συνθήκες ήταν χειρότερες, το πλήρωμα του άλλου πλοίου κατάφερε να καθελκύσει την σωσίβια λέμβο τους και να έρθει και να διασώσει έξι διασωθέντες και να τους πάρει στο πλοίο. Αυτό αποδεικνύει ότι, αν γίνονταν το ίδιο από τον Πλοίαρχο του …, τώρα όλο το πλήρωμα θα είχε επιβιώσει», σημειωτέον δε ότι σε κανένα σημείο της ανωτέρω κατάθεσής του δεν αναφέρει ότι υπήρξε κάποιο πρόβλημα σχετικά με την κατάσταση του πλοίου πριν από το ναυάγιο. Την 17.5…., οι δικηγόροι των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών – δικηγορική εταιρεία Hill Dickinson απέστειλε στους τότε δικηγόρους της πλοιοκτήτριας εταρείας δικηγορική εταιρεία Holman Fenwick & William, επιστολή, με την οποία ζητούσε έγγραφα που ήδη είχαν ζητηθεί από τη Νότια Αφρική, αλλά και επιπλέον έγγραφα που αφορούσαν τόσο το ιστορικό και τη βύθιση του πλοίου Α. Τ.», αλλά και πληροφορίες και έγγραφα για τα συνασφαλισμένα πλοία του στόλου, που ήταν υπό τη διαχείριση της έβδομης ενάγουσας. Στις 18.5…., η δικηγορική εταιρεία I.  C. έλαβε εντολή από τη διαχειρίστρια του πλοίου – έβδομη ενάγουσα, για λογαριασμό της πρώτης ενάγουσας, να χειριστεί την ασφαλιστική απαίτηση της ολικής απώλειας του πλοίου … και την υποβολή της ασφαλιστικής απαίτησης προς τους Ασφαλιστές του Λονδίνου και των Ασφαλιστών του Συνδικάτου Lloyd’s. Σε απάντηση της από 18.5…. επιστολής των ασφαλιστών, η δικηγορική εταιρεία I.  C., με την από 30.5…. επιστολή της προς τους δικηγόρους των ασφαλιστών, δήλωσε ότι μέρος των εγγράφων αυτών είναι στη διάθεσή τους, ότι κάποια από τα αιτηθέντα προς επίδειξη έγγραφα δεν είναι στην κατοχή της πλοιοκτήτριας και της διαχειρίστριας και εξέφρασαν έντονες αντιρρήσεις για τα αιτήματα που αφορούσαν τα συνασφαλισμένα πλοία. Ακολούθως, στις 30 Μαϊου …, η πλοιοκτήτρια … απέστειλε, μέσω της ασφαλειομεσίτριας εταιρείας με την επωνυμία «Mar Risk Services Ltd», στις εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες επιστολή απαίτησης πληρωμής ασφαλιστικής αποζημίωσης, στην οποία περιέγραφε τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες και τις εν γένει συνθήκες του ναυαγίου και παρέθετε το ιστορικό του πλοίου των πλόων και των επιθεωρήσεών του, του πλου, κατά τη διάρκεια του οποίου έλαβε χώρα η βύθιση του πλοίου, των ραδιοεπικοινωνιών του πλοίου κατά την 3.5…., τα στοιχεία από το διασωστικό πλοίο και ρυμουλκό. Προκειμένου να θεμελιώσει την απαίτησή της για καταβολή της ασφαλιστικής αποζημίωσης, η πλοιοκτήτρια … επικαλέστηκε ότι μετά από ταξίδι τεσσάρων ημερών σε θάλασσα με μεγάλο κυματισμό, συμπεριλαμβανομένων θαλασσών με κυματισμό 4-5 μέτρα, τις πρωινές ώρες της 3ης Μαΐου, το πλοίο υπέστη μια σοβαρή και ξαφνική κατασκευαστική ζημία στο κύτος στην περιοχή της διπύθμενης δεξαμενής υπ αριθ. 8 και κύτη φορτίου υπ αριθ. 6 και 7, που είχε ως συνέπεια την ολική απώλεια του πλοίου περίπου στις 20:52 την ίδια ημέρα, εκφράζοντας την πεποίθησή της ότι η βύθιση του πλοίου οφείλεται σε θαλάσσιο κίνδυνο ή σε απρόοπτο γεγονός που καλύπτεται από τον όρο πρόσθετων κινδύνων. Με την ως άνω επιστολή, παρέδωσε στους ασφαλιστές όλα τα έγγραφα και στοιχεία, που θεώρησε ότι θεμελίωναν το βάσιμο της αξίωσής της, όπως τις ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις των διασωθέντων μελών του πληρώματος, τα πιστοποιητικά ασφαλείας και κλάσεως του πλοίου που είχαν εκδοθεί από το Βρετανικό Νηογνώμονα LRS και ήταν σε ισχύ, χωρίς καμία παρατήρηση και τα οποία βεβαίωναν ότι το πλοίο διατηρούσε την κλάση του 100 Α 1 και ήταν αξιόπλοο κατά το χρόνο του ναυαγίου και της απώλειας του, όλες τις επιθεωρήσεις του πλοίου που είχαν πραγματοποιηθεί από το Βρετανικό Νηογνώμονα LRS, από το κράτος της σημαίας του πλοίου, από τις λιμενικές αρχές και από επιθεωρητές που βεβαίωναν όλοι ότι βρισκόταν σε άριστη κατάσταση και ήταν αξιόπλοο, το πλήρες ιστορικό των πλόων του πλοίου και των μεταφορών φορτίων που πραγματοποίησε το πλοίο κατά τη χρονική περίοδο που ανήκε στην πρώτη ενάγουσα μέχρι το χρόνο του ναυαγίου, τα αντίγραφα μηνυμάτων που είχαν ανταλλαγεί μεταξύ του πλοίου και της διαχειρίστριας αυτού (έβδομης ενάγουσας), το αντίγραφο ημερολογίου συμβάντων του Κέντρου Έρευνας και Διάσωσης του Cape Town, την αναφορά που συνέταξε ο Πλοίαρχος του προστρέξαντος προς βοήθεια πλοίου, το δελτίο καιρού Μετεωρολογικής Υπηρεσίας της Νοτίου Αφρικής κλπ. Μέχρι και τον Ιούλιο του έτους …, με πληθώρα επιστολών που αντάλλαξαν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ζητήθηκε σωρεία επιπλέον εγγράφων από την πλοιοκτήτρια τόσο για το βυθισθέν όσο και για τα άλλα συνασφαλισμένα πλοία, μεγάλο μέρος των οποίων τους παραδόθηκαν. Επίσης, στη σχετική αλληλογραφία καταγράφηκαν οι οχλήσεις της πλοιοκτήτριας στους ασφαλιστές για τον άμεσο προσδιορισμό ημερομηνίας καταβολής της ασφαλιστικής αποζημίωσης, η οποία εντέλει ζήτησε να έχει την απάντηση των ασφαλιστών ως προς την απαίτηση, το αργότερο μέχρι την 30.6….. Πρέπει να σημειωθεί ότι με την από 21 Ιουνίου … επιστολή τους, οι δικηγόροι των ασφαλιστών ζήτησαν την παράδοση σε αυτούς των καταθέσεων των επιζώντων ναυτικών που είχαν ληφθεί κατά την προαναφερόμενη έρευνα που έλαβε χώρα στη Νότια Αφρική, αίτημα, στο οποίο οι δικηγόροι των εναγόντων απάντησαν αυθημερόν με σχετική επιστολή τους ότι τα αντίγραφα των καταθέσεων αυτών είχαν ήδη επισυναφθεί στην επιστολή της απαίτησης της ασφαλιστικής αποζημίωσης προς τους ασφαλιστές και έπρεπε να είναι στην κατοχή τους, σε κάθε περίπτωση δε απέστειλαν αντίγραφα των υπογεγραμμένων καταθέσεων των διασωθέντων μελών του πληρώματος. Εν συνεχεία, την 25 Ιουλίου … και μετά από την προηγηθείσα διαδικασία χορήγησης των εγγράφων που ζήτησαν από την πλοιοκτήτρια εταιρεία οι εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρίες, αυτές απάντησαν, μέσω των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, ότι δεν δέχονταν την απαίτηση, ισχυριζόμενες ότι δεν τους είχαν παρασχεθεί από την πλοιοκτήτρια … επαρκείς πληροφορίες, διότι βρίσκονταν σε αναμονή της αποστολής των εγγράφων που είχαν ζητήσει από την πλοιοκτήτρια ήδη από την 11.7…. και τα οποία χρειάζονταν οι ειδικοί για να ολοκληρώσουν την έκθεσή τους προς τους ασφαλιστές, οι οποίες θα τους επέτρεπαν να λάβουν μια απόφαση επί του θέματος και εξέφρασαν την άποψη ότι, ανεξάρτητα του αν η απώλεια του πλοίου οφειλόταν σε ασφαλισμένο κίνδυνο, το εν λόγω πλοίο δεν μπορούσε να είναι αξιόπλοο, κατά τους ορισμούς του Νόμου περί Ναυτικών Ασφαλίσεων, ενώ ήταν ακόμα υπό διερεύνηση η αιτία της απώλειας του πλοίου και οι ασφαλιστές είχαν δικαίωμα να διεξάγουν έρευνες τόσο για την αιτία αυτή, όσο και για την κατάσταση των λοιπών συνασφαλισμένων πλοίων. Λόγω της άρνησης των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών να καταβάλουν την ασφαλιστική αποζημίωση μέχρι την 30η Ιουνίου … (χρονικό σημείο που όρισαν ως απώτατο όριο οι δικηγόροι της πλοιοκτήτριας), η πρώτη ενάγουσα … ήγειρε την 15η Αυγούστου … τη με αριθμό κατάθεσης … φάκελος … αγωγή ενώπιον του αγγλικού Ανώτερου Δικαστηρίου – Τμήμα της Βασίλισσας – Εμπορικό Δικαστήριο (High Court of Justice – Queen’s Bench Division – Commercial Court) κατά των εδώ εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών, καθώς και των … (εναγόμενη ατομικά και για λογαριασμό όλων των ασφαλιστών μελών του συνδικάτου των Lloyd’s 2987 για το οικονομικό έτος …), … (εναγόμενο ατομικά και για λογαριασμό όλων των ασφαλιστών μελών του συνδικάτου των Lloyd’s 2003 για το οικονομικό έτος …), … (εναγόμενη ατομικά και για λογαριασμό όλων των ασφαλιστών μελών του συνδικάτου των Lloyd’s 0033 για το οικονομικό έτος …), με την οποία (αγωγή) ζητούσε να καταδικαστούν οι ανωτέρω ασφαλιστές να καταβάλουν σε αυτή (πρώτη ενάγουσα), σύμφωνα με την υπ’ αρ. 302 CF000220Z ασφαλιστική σύμβαση, το 75% της ασφαλιστικής αποζημίωσης λόγω της ολικής απώλειας του πλοίου της, ήτοι δολλ. ΗΠΑ 24.000.000, κατά το προαναφερθέν ποσοστό συμμετοχής εκάστης εναγομένης στην ασφαλιστική κάλυψη του πλοίου, καθόσον το υπόλοιπο 10% είχε καλύψει η Belmarine (που δεν ήταν διάδικος στην αγωγή ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου, διότι η διαδικασία της αγωγής αυτής ανεστάλη) και το υπόλοιπο 15% είχε καλύψει η Hellenic Hull Mutual Association LC, η δε διαφορά με αυτή υπήχθη σε διαιτησία. Στην εν λόγω δίκη, που άνοιξε με την ανωτέρω αγωγή της πρώτης ενάγουσας … ενώπιον του ως άνω Αγγλικού Δικαστηρίου, την υπεράσπιση των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών ανέλαβε η δικηγορική εταιρεία του Λονδίνου HILL DICKINSON LLP, οι δικηγόροι δε που χειρίσθηκαν τη συγκεκριμένη υπόθεση ήταν οι  Michael Mallin και η Alexandra Tytheridge. Σύμφωνα με την αγωγή, η αιτία του ναυαγίου του πλοίου ήταν ένας κίνδυνος της θάλασσας, για τον οποίο ήταν ασφαλισμένο το πλοίο και ήταν ένα ατύχημα, κατά το νόημα του όρου του Institute Additional Perils Clause και / ή κίνδυνος της θάλασσας και ή κρυφή βλάβη στο σκάφος και τα μηχανήματα του πλοίου, σύμφωνα με τους όρους και τους ορισμούς του Institute Time Clauses Hulls και μπορεί να  προκλήθηκε από τον άνεμο και τα κύματα της θάλασσας και τις συνθήκες του καιρού, στις οποίες βρέθηκε το πλοίο, πριν και κατά τη διάρκεια του ναυαγίου, από ρωγμή κόπωσης στην περιοχή των διαμηκών του πυθμένα του πλοίου που μεταφέρθηκε στα ελάσματα του πυθμένα, από ρωγμή κώπωσης στην περιοχή των πλευρικών νομέων του κελύφους, που είχε ως αποτέλεσμα να αποσπαστεί ένα τμήμα του πλευρικού ελάσματος του κελύφους, από ανεπάρκεια (αστοχία) των ελασμάτων του πυθμένα και του πλευρικού ελάσματος στην περιοχή της διπύθμενης δεξαμενής υπ’ αριθμ. 8 και του κύτους φορτίου υπ’ αριθμ. 6. Εν συνεχεία και πριν από τη συζήτηση της ως άνω αγωγής ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου, συνεχίστηκε η επικοινωνία των πληρεξούσιων δικηγόρων των διαδίκων σε σχέση με την υπόθεση και με την από ….  …. επιστολή, που είχε συνταχθεί από τους δικηγόρους της HILL TAYLOR DICKINSON INTERNATIONAL LAW FIRM, απευθυνόμενης προς τους δικηγόρους της πρώτης ενάγουσας I.  C., οι ασφαλιστές ισχυρίσθηκαν ότι η πρώτη ενάγουσα … και η έβδομη ενάγουσα …… είχαν καθιερώσει την παράνομη και αθέμιτη επιχειρηματική πρακτική να παραπλανούν εκ προθέσεως τον αρμόδιο Νηογνώμονα του πλοίου Lloyd΄s Register, τις αρχές του λιμένα υποδοχής και το κράτος της σημαίας του πλοίου και να αποκρύπτουν εκ προθέσεως διάφορα ελαττώματα και θέματα ασφάλειας του πλοίου, τα οποία είχαν εκ του νόμου υποχρέωση να γνωστοποιούν, ότι εκτελούσαν αντικανονικές επισκευές του πλοίου “…”, καθώς και ότι υπάρχουν ισχυρές αποδείξεις μη αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων και/ή παραπλάνηση ως προς τις αντικανονικές πρακτικές επιχειρηματικότητας κατά την ασφάλιση και ότι επειδή αυτό ήταν ουσιώδες για τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασής, οι ασφαλιστές αποφάσισαν να ακυρώσουν τη σύμβαση ασφάλισης. Ειδικότερα, στην ως άνω επιστολή τους, οι ασφαλιστές, μέσω των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, αναφέρουν ότι κατόπιν συμβουλών που έλαβαν από ειδικούς συμβούλους, συμπεριλαμβανομένου ενός πρώην επιθεωρητή του νηογνώμονα Lloyd΄s, έχουν την πεποίθηση ότι α) οι περιγραφόμενες στην ως άνω επιστολή εργασίες, που εκτελέσθηκαν και αφορούν την ειδική επιθεώρηση του πλοίου «…» μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου 2004, καθώς και οι επισκευές που έγιναν στο πλοίο, συμπεριλαμβανόμενων και δομικών επισκευών, σε συνέχεια βλαβών που παρουσιάστηκαν σε αυτό, κατά το διάστημα από Ιούνιο 2004 έως Μάρτιο …, προκύπτουσες από τη μελέτη των εγγράφων που παρασχέθηκαν από τους ασφαλισμένους στους πραγματογνώμονες των ασφαλιστών, δεν είναι αποδεκτές από το νηογνώμονα του πλοίου, δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του νηογνώμονα για μόνιμες επισκευές ή ουδόλως αναφέρθηκαν στο νηογνώμονα από τον ασφαλισμένο, παρόλο που έπρεπε να υπάρχει σχετική ενημέρωση του νηογνώμονα, σύμφωνα με τις παρατηρήσεις των πραγματογνωμόνων των ασφαλιστών, β) η ανταλλαγή των μηνυμάτων ανάμεσα στους Διευθυντές και τον Πλοίαρχο του πλοίου, που σχετίζονται με τις αναφερόμενες στην επιστολή επισκευές και επιθεωρήσεις (αφενός σχετικά με την επιθεώρηση που έλαβε χώρα στις 27.3.2005, στην Κίνα, από την Αυστραλιανή εταιρεία επιθεωρήσεων Rightship, σε συνέχεια μιας επιθεώρησης στο Port Hedland και αφετέρου σχετικά με την επιθεώρηση που διεξήχθη από τις Κρατικές Ελεγκτικές λιμενικές Αρχές στον τελευταίο λιμένα φόρτωσης του πλοίου, στις …  .. ….), μπορεί να εξηγηθεί ως μια ηθελημένη εντολή από τον ασφαλισμένο να παραπλανήσει με πρόθεση το Νηογνώμονα και το σύστημα ελέγχου των κρατών των λιμένων. Με βάση τα ανωτέρω αναφερόμενα στην εν λόγω επιστολή, οι ασφαλιστές, δια των νομικών συμβούλων τους της HILL TAYLOR DICKINSON, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν ισχυρές αποδείξεις μη αποκάλυψης ουσιωδών γεγονότων κατά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης (“material non-disclosure”) και/ή παραπλάνηση ως προς τις αντικανονικές πρακτικές επιχειρηματικότητας κατά την ασφάλιση (“misrepresentation”), ενώ εγείρονταν ζητήματα αιτιώδους δέουσας επιμέλειας και απόκρυψης, σε κάθε περίπτωση σε σχέση με τις κατώτερες των προδιαγραφών επισκευές που διεξήχθησαν στις υδατοστεγείς φρακτές, στα κύτη υπ’ αριθμ. 5, 6 και 7, πράγμα που τους οδήγησε στην απόφαση να μην αποζημιώσουν τους ασφαλισμένους και να αναστείλουν τη διαδικασία ακύρωσης της σύμβασης ασφάλισης για δύο εβδομάδες και μέχρι τις ………, μέχρι να αποδείξουν οι ασφαλισμένοι ότι τα γεγονότα και στοιχεία, που τους έχουν δώσει οι πραγματογνώμονες και στηρίζουν τα ανωτέρω, είναι ανακριβή, αναβάλλοντας έτσι τη διαδικασία κατάθεσης και επίδοσης των προτάσεων τους επί της παραπάνω αγωγής της πλοιοκτήτριας … ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου. Την ίδια δε ημερομηνία, απεστάλη από τους δικηγόρους των ασφαλιστών στους πληρεξούσιους δικηγόρους της πλοιοκτήτριας επιστολή, δυνάμει της οποίας αιτήθηκαν την επίδειξη εγγράφων που είχαν ζητηθεί με προηγούμενες επιστολές και δεν είχαν επιδειχθεί. Σε απάντηση στην ανωτέρω από … επιστολή των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών, οι πρώτη και έβδομη των εναγουσών εταιρειών … και  …. απέστειλαν τις από  … και   .. επιστολές τους, δια των πληρεξουσίων δικηγόρων τους INCE&CO, προς τους πληρεξούσιους δικηγόρους των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών Michael Mallin και Alexandra Tytheridge, με τις οποίες αρνήθηκαν και αντέκρουσαν τις ως άνω αιτιάσεις των ασφαλιστών, διευκρινίζοντας ότι οι εν λόγω εκτελεσθείσες εργασίες δεν ήταν αντικανονικές και ουδόλως συνιστούν σκόπιμη και ανέντιμη εκ μέρους τους πολιτική απόκρυψης ελαττωμάτων και παραπλάνησης του νηογνώμονα και των λοιπών αρμόδιων αρχών, ότι κανένα από τα αναφερόμενα στην ως άνω από  … επιστολή των δικηγόρων των ασφαλιστών ζητήματα περί πλημμελούς διαχείρισης εκ μέρους των εταιρειών … και … δεν έχουν κάποιο αιτιώδη σύνδεσμο με τις περιστάσεις, υπό τις οποίες επήλθε το ναυάγιο του πλοίου «…», αλλά κατατείνουν στην κατάστρωση μιας υπερασπιστικής γραμμής των ασφαλιστών σε σχέση με τη βασιμότητα της απαίτησης των ασφαλισμένων εταιρειών και δήλωσαν παράλληλα ότι η διατύπωση των προαναφερόμενων ισχυρισμών των ασφαλιστών συνιστά απερίσκεπτη και ανεύθυνη συμπεριφορά, ως προς την οποία επιφυλάσσονται παντός δικαιώματός τους. Ειδικότερα, με την ανωτέρω επιστολή, οι ως άνω εταιρείες απάντησαν στα προαναφερόμενα ζητήματα που έθεσαν οι ασφαλιστές, επισημαίνοντας ότι αν οι εργασίες, στις οποίες είχαν αναφερθεί οι ασφαλιστές, οι οποίες μάλιστα είχαν πολύ μικρό κόστος (1.907,26 δολ ΗΠΑ) σε σχέση με το κόστος της εν λόγω ειδικής επιθεώρησης του έτους 2004 (2,9 εκατομμύρια δολ ΗΠΑ), είχαν γίνει αντικανονικά, αυτό δε θα διέλαθε της προσοχής των επιθεωρητών του νηογνώμονα, που ήταν παρόντες καθ’ όλη τη διάρκεια της εν λόγω επιθεώρησης, οι οποίοι θα διατύπωναν αντιρρήσεις σε μη κανονικές επισκευές, ότι η διενέργεια των εργασιών στη μηχανή δεν χρειαζόταν την παρουσία ενός πραγματογνώμονα του νηογνώμονα, ότι οι  επισκευές στα επικλινή ελάσματα των κυτών φορτίου υπ’ αριθμ. 1 και 6, τις οποίες διεξήγαγε, όπως πρακτικά συνηθίζεται, το πλήρωμα τον Απρίλιο του έτους 2005, αναφέρθηκαν στον πρώτο μηχανικό του νηογνώμονα, όταν επιθεωρούσαν το πλοίο στο Quingdao, στην Κίνα, τον Ιούλιο του έτους 2005, για την ειδική επιθεώρηση, ενώ οι εκθέσεις του νηογνώμονα δεν περιέχουν συνήθως καταγραφή για μικροεπισκευές τέτοιου τύπου, ότι οποιεσδήποτε απαραίτητες επισκευές στα επικλινή ελάσματα προχωρούσαν σύμφωνα με την έγκριση που δινόταν από τον αρχιμηχανικό της εταιρείας και ότι αυτές αναφέρθηκαν στο νηογνώμονα στην ετήσια επιθεώρηση τον Ιούλιο του έτους 2005, καθώς και ότι ο ισχυρισμός, ότι οι διαχειριστές έδωσαν εντολή στον Πλοίαρχο να παραπλανήσει σκόπιμα τους επιθεωρητές του κράτους λιμένα, είναι αβάσιμος. Επίσης, με βάση τα ανωτέρω, ανέφεραν ότι δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία που να δείχνουν μια τέτοια επαγγελματική πρακτική του ασφαλισμένου, ήτοι να παραπλανούν το νηογνώμονα, το κράτος του λιμένα επιθεώρησης και της σημαίας του πλοίου και να αποφεύγουν σκόπιμα να αναφέρουν στις αρχές ζητήματα που θα είχαν καθήκον ως πλοιοκτήτες και διαχειριστές, καθώς και ότι, ακόμη και αν κάποια από τα ζητήματα που αναφέρονταν στην επιστολή, συνιστούν παραβίαση των κανόνων του νηογνώμονα, αυτές οι παραβιάσεις είναι μικρές τεχνικές παραβάσεις και δεν είναι ζητήματα που επιφέρουν συνέπειες που να συνδέονται αιτιωδώς με  τα περιστατικά, υπό τα οποία το πλοίο βυθίστηκε. Περαιτέρω, κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας που ακολούθησε ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου, στα δικόγραφα που υπέβαλαν ενώπιον του οι εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρίες, σε άμυνα κατά της με αριθμό … αγωγής της πρώτης ενάγουσας …, προέβαλαν τους ακόλουθους ισχυρισμούς, κατά σύνοψη του περιεχομένου τους, ότι δηλαδή: (α) Το πλοίο «… Τ» είχε ελαττώματα που το καθιστούσαν αναξιόπλοο και ότι τα ελαττώματα αυτά προκάλεσαν τη βύθισή του. (β) Οι εκπρόσωποι της πρώτης ενάγουσας πλοιοκτήτριας … και της έβδομης ενάγουσας διαχειρίστριας … γνώριζαν τα παραπάνω ελαττώματα που καθιστούσαν το πλοίο αναξιόπλοο και παρά ταύτα το λειτουργούσαν, αδιαφορώντας εγκληματικά για τις επιπτώσεις της αναξιοπλοϊας  του. (γ) Η διαχειρίστρια … είχε αναπτύξει «επαγγελματική» αλλά παράνομη πρακτική, σύμφωνα με την οποία δεν ανακοίνωνε στον αρμόδιο Νηογνώμονα και κατ’ επέκταση στις αρμόδιες αρχές της σημαίας τα ελαττώματα και τις ζημιές του πλοίου, για να γίνουν οι κατάλληλες επιθεωρήσεις αυτού από το Νηογνώμονα και να αποκατασταθούν τα ελαττώματα αυτά, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου που αφορούν στην ασφάλεια του πλοίου, αναφέροντας συγκεκριμένα περιστατικά που εν πολλοίς είχαν αναφέρει και σε προγενέστερο χρονικό διάστημα, μεταξύ άλλων και στην από ……  επιστολή των δικηγόρων τους. Συγκεκριμένα, στο δικόγραφο με τίτλο «Σημεία άμυνας και ανταπαίτησης» των ως άνω εναγόμενων ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου (μεταξύ των οποίων και οι εδώ εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες) κατά της ενάγουσας εταιρείας …, κάτωθι των οποίων υπάρχει δήλωση αληθείας, την οποία υπογράφει ο δικηγόρος Michael Mallin της δικηγορικής εταιρείας Hill Taylor Dickinson και επιδόθηκαν στις …, αναφέρονται τα εξής: «… 4. Η Σύμβαση Ασφάλισης ήταν μια σύμβαση υπέρτατης καλής πίστης. Κατά τη σύναψη της σύμβασης, η Ενάγουσα ήταν υποχρεωμένη να αποκαλύψει όλες τις ουσιώδεις συνθήκες, τις οποίες γνώριζε ή τις οποίες η Ενάγουσα όφειλε να γνωρίζει στο πλαίσιο της συνήθους επιχειρηματικής πρακτικής) σε κάθε έναν από τους Εναγόμενους, καθώς οι συνθήκες αυτές θα επηρέαζαν την κρίση ενός συνετού ασφαλιστή στον καθορισμό του ασφαλίστρου ή στην απόφαση του εάν θα έπαιρνε τον κίνδυνο. Οι εναγόμενες θα αναφερθούν στα τμήματα 17-20 του Διατάγματος Ναυτικής Ασφάλισης του 1906 (Marine Insurance Act 1906) για το σύνολο των όρων και των συνεπειών τους. 5. Πριν την ολοκλήρωση των συμβάσεων ασφάλισης που ενσωματώθηκαν στην Ασφαλιστική Σύμβαση, η Ενάγουσα γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει στο πλαίσιο της συνήθους επιχειρηματικής πρακτικής, τα ακόλουθα γεγονότα: (α) Αναφορές του πληρώματος του … Τ με ημερομηνία 30 Δεκεμβρίου 2003 αφορούν σε επισκευές που έγιναν σε ρωγμές στο κυρτό έλασμα του μπουλμέ (φρακτής) 141 των DBT (δεξαμενών) No 8 και 9 και σε ρωγμή κατά μήκος των νομέων με αριθμό 60-61 στο κυρτό έλασμα με αριθμό 11 DBT. Ούτε το γεγονός της ζημίας ούτε οι επισκευές γνωστοποιήθηκαν στο LRS, κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών του LRS. (β) Κατά τη διάρκεια της ειδικής επιθεώρησης του … Τ μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου 2004, έγιναν οι ακόλουθες ακατάληλλες επισκευές στο πλοίο στο ναυπηγείο Guangzhon Wenchong της Κίνας: No 15 TST (δεξαμενή), εγκατάσταση δύο μεταλλικών επιθεμάτων στο νομέα 256 στο κυρτό έλασμα. No 19 TST, επανασυγκόλληση σε μέρη του κυρτού ελάσματος 13 (δηλ. Κύτος ΙΜο 6). No 19 TST, Νομέας 140, επανασυγκόλληση σε 1 μέρος (δηλ. Κύτος No 6). Νο 11 DBT Νομέας 110 στεγανός μπουλμές εγκατάσταση 2 pcs μεταλλικών επιθεμάτων (δηλ. κύτος No 7). No 3 κύτος πρυμναίο κατά μήκος του καταστρώματος εγκατάσταση 5 μεταλλικών επιθεμάτων. No 6 κύτος μπροστινός μπουλμές εγκατάσταση 2 μεταλλικών επιθεμάτων (στα αριστερά). No 7 κύτος μπροστινός μπουλμές εγκατάσταση 4 μεταλλικών επιθεμάτων, επανασυγκόλληση σε 6 μέρη. Πρωραία δεξαμενή εγκατάσταση 3 μεταλλικών επιθεμάτων. No 7 κύτος μπροστινός μπουλμές, επανασυγκόλληση σε 7 μέρη (με μήκος 7 μέτρα το καθένα). Μπροστινή δεξαμενή, εγκατάσταση δύο μεταλλικών επιθεμάτων. Εγκατάσταση δύο μεταλλικών επιθεμάτων σε στεγανό παράφραγμα. No 3 κύτος, επανασυγκόλληση στα σημεία ένωσης στον πίσω μπουλμέ (2 μέρη). No 3 κύτος πίσω κατάστρωμα εγκατάσταση ενός μεταλλικού επιθεμάτος. No 7 κύτος, επανασυγκόλληση ρωγμής σε πίσω μπουλμέ, στην αριστερή πλευρά. No 7 κύτος, επανασυγκόλληση ρωγμής σε σημείο ένωσης μπουλμέ με το πλαϊνό κέλυφος και χοάνης, αριστερή πλευρά. No 7 κύτος, επανασυγκόλληση ρωγμής σε μπροστινό μπουλμέ και στις δύο πλευρές, ένα σημείο. No 7 κύτος, επανασυγκόλληση ρωγμής σε ένωση σε μπροστινό μπουλμέ με χοάνη έλασμα. No 3 κύτος, επανασυγκόλληση του σημείου ένωσης του πρυμναίου μπουλμέ με χοάνη σε δύο σημεία. No 5 κύτος, επανασυγκόλληση ρωγμής σε κυρτό έλασμα. No 1 κύτος, επανασυγκόλληση οπής σε περίβλημα ανοίγματος στο πίσω μέρος. Επανασυγκόλληση 5 οπών σε PFT σκέπασμα δεξαμενής No 1TST, επανασυγκόλληση οπής σε αριστερό κυρίως κατάστρωμα. Νο 4 TST, επανασυγκόλληση οπής στο δεξιό κύριο κατάστρωμα, Νο 1 κύτος, τοποθέτηση μεταλλικού επιθέματος, κύριο κατάστρωμα πίσω. Ούτε η ζημία που χρειαζόταν επισκευή ούτε το γεγονός της επισκευής γνωστοποιήθηκαν στο LRS (κατά παράβαση των κανόνων και των Κανονισμών του LRS). (γ) Οι επισκευές που περιγράφονται στην παράγραφο (β) δεν έγιναν σύμφωνα και σε συμμόρφωση με τους κανόνες και τους κανονισμούς του LRS (Νηογνώμονα Lloyd’s). Οι επισκευές συγκόλλησης έγιναν με οξυγονοκόλληση και όχι με εξόρυξη και επανασυγκόλληση, όπως απαιτείται από τον LRS. Οι επισκευές που χρησιμοποιούν μεταλλικά επιθέματα είναι στην καλύτερη περίπτωση προσωρινές επισκευές και δεν επιτρέπονται από το LRS κατά τη διάρκεια ειδικής επιθεώρησης. Οι μόνιμες επισκευές απαιτούν την τοποθέτηση εσωτερικά ατσαλιού. (δ) Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ειδικής επιθεώρησης του πλοίου τον Ιούνιο του 2004, το πλοίο υπέστη μεγάλες ζημίες σε στροβιλοσυμπιεστή. Οι επισκευές έγιναν με τη χρήση νέων και παλαιών τμημάτων. Η ζημία αυτή δεν γνωστοποιήθηκε στο LRS, κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών του LRS. (ε) Ο βασικός κύλινδρος της μηχανής Νο 3 υπέστη ζημία τον Οκτώβριο του 2004. Το πλήρωμα προσπάθησε να επισκευάσει τη μηχανή χωρίς επιτυχία. Τον Ιανουάριο του 2005, η ασφαλισμένη έκανε επισκευές με σιδερένιες συγκολλήσεις στη μηχανή χρησιμοποιώντας εξωτερικούς εργολάβους. Ούτε η ζημία που έχρηζε επισκευής ούτε οι προσπάθειες επισκευής της γνωστοποιήθηκαν στο LRS κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών. (ζ) Η μηχανή που είχε υποστεί ζημία, αντικαταστάθηκε τον Φεβρουάριο του 2005 στο ναυπηγείο Sembawang Shipyard στην Σιγκαπούρη. Ενώ ήταν στο ναυπηγείο, επισκευές έγιναν σε διαρροές καυσίμων στην πρυμναία δεξαμενή και συγκολλήσεις ρωγμών επίσης έλαβαν χώρα, συμπεριλαμβανομένης της εγκατάστασης δύο μεταλλικών επιθεμάτων. Ούτε το γεγονός των ζημιών που έχρηζαν επισκευής ούτε η επισκευή αυτή καθ’ εαυτή γνωστοποιήθηκαν στο LRS κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών του LRS. (η) Το Μάρτιο του 2005, το πλοίο έκανε επισκευές σε δύο κομβία της γεννήτριας No 3. Ούτε το γεγονός της ζημίας που έχρηζε επισκευής ούτε οι επισκευές αυτές καθ’ εαυτές γνωστοποιήθηκαν στο LRS, κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών του LRS, ούτε οι επιθεωρητές του LRS επέβλεψαν τους ελέγχους αντοχής ή ελέγχους διεύρυνσης ρωγμών όταν ολοκληρώθηκαν. Επίσης, δεν ελήφθη η απόκλιση του στρόφαλου, όπως απαιτείται από το LRS, λόγω έλλειψης εργαλείων. Στις 27 Μαρτίου 2005, ενώ το πλοίο εκφόρτωνε στην Κίνα, έγινε επιθεώρηση από μια Αυστραλιανή εταιρεία επιθεώρησης με την επωνυμία Rightship, μετά από μια επιθεώρηση στο Port Hedland. Πριν την επιθεώρηση, στις 22 Μαρτίου, οι Διαχειριστές έστειλαν ένα e-mail στον Πλοίαρχο, με το οποίο του έδιναν τις εξής εντολές: «Πήγαινε να δεις όλα τα σημεία όπου τα εξαρτήματα αναπνοής για περιπτώσεις επείγουσας εξόδου είναι εγκατεστημένα σύμφωνα με το σχέδιο και επίσης σύμφωνα με την πραγματική τους θέση. Πάρε ένα που ο επιθεωρητής έχει μικρότερες πιθανότητες να διαπιστώσει ότι λείπει (σίγουρα όχι αυτό που είναι στον χώρο ελέγχου της μηχανής ή κάποιο παρόμοιο) και σημείωσε επάνω ότι είναι για «εκπαιδευτική χρήση». Πήγαινέ το στο κλειδωμένο ντουλάπι, άνοιξέ το για να φανεί ότι χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης και καλό είναι να μειώσεις λίγο την πίεση του αέρα… Αν έχεις ερωτήσεις για όλα αυτά, παρακαλώ τηλεφώνησέ μου. Περιμένω επιβεβαίωση των ρυθμίσεων αυτών…». Την ίδια ημέρα, οι Διαχειριστές έστειλαν ένα e-mail στον Πλοίαρχο, με το οποίο του έδιναν εντολή να προετοιμάσει ένα με λανθασμένη ημερομηνία πρακτικό “έκτακτης συνεδρίασης περί ασφαλείας ” που να ασχολείται με τα ελαττώματα που βρέθηκαν στο Port Hedland. Η λίστα των παρατηρήσεων της Rightship μετά την επιθεώρηση στην ‘Κίνα, περιελάμβανε ως σημείο 19, στοιχεία για διαρροή υδάτων από την πλευρική δεξαμενή ερματισμού στο Κύτος No 6. Στις 29 Μαρτίου ο πλοίαρχος γνωστοποίησε αναφορικά με την πρόοδο των εργασιών για την αποκατάσταση των ελαττωμάτων που περιλαμβάνονταν στην λίστα Rightship: «Αυτό έχει επισκευασθεί προηγουμένως και θα επισκευασθεί καταλλήλως όπως απαιτείται». Στη συνέχεια, στις 11 Απριλίου 2005, οι Διαχειριστές του … Τ ρώτησαν τον Πλοίαρχο να τους στείλει μια αναφορά επί της προόδου της αποκατάστασης των ελαττωμάτων της λίστας. Για το σημείο 19, ο Πλοίαρχος ανέφερε: «Δεν έχει αρχίσει ακόμη. Θα επισκευασθεί μετά την επισκευή των διαρροών στο Νο6 κύτος και την αντικατάσταση των μεταλλικών επιθεμάτων στο κύτος No 1». Οι Διαχειριστές έστειλαν αμέσως ένα μήνυμα στον Πλοίαρχο στα Ελληνικά δίνοντάς του εντολή να αποστείλει ξανά την αναφορά του χρησιμοποιώντας το ακόλουθο λεκτικό αναφορικά με το σημείο ελαττωμάτων No 19: «Δεν υπάρχουν διαρροές σήμερα. Η εργασία είναι σε εξέλιξη σύμφωνα με την λίστα εργασιών του Μηχανικού». Ο Πλοίαρχος τότε έστειλε μια τροποποιημένη αναφορά ως εξής: (κ) Αυτή η ανταλλαγή αλληλογραφίας σχετιζόταν με τις επισκευές στο κυρτό έλασμα στο κύτος No 6 και των μεταλλικών επιθεμάτων στο κύτος No 1. Παρ’ όλα αυτά, ούτε το γεγονός της ζημίας που έχρηζε επισκευής ούτε οι επισκευές αυτές καθ’ εαυτές γνωστοποιήθηκαν στο LRS, κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών του LRS. Επίσης, οι επισκευές (οι οποίες έγιναν από τους τεχνίτες των πλοίων που δεν διέθεταν εγκεκριμένη από την IACA πιστοποίηση συγκολλήσεων), δεν έγιναν σύμφωνα με τους κανόνες και τους κανονισμούς του LRS. (λ) Τον Απρίλιο του 2005 οι ακόλουθες επισκευές έγιναν στα κύτη του … Τα: « Κύτος No 1:            Αντικατάσταση των υπαρχόντων μεταλλικών επιθεμάτων. Κύτος No 6: Επισκευές στις διαρροές του κυρτού ελάσματος στην αριστερή δεξαμενή του κύτους Κύτος No 6: Επισκευές στις διαρροές του κύτους. Ούτε το γεγονός της ζημίας που έχρηζε επισκευής ούτε οι επισκευές αυτές καθ’ εαυτές γνωστοποιήθηκαν στο LRS κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών του LRS. Επίσης, οι επισκευές αυτές καθ’ εαυτές δεν έγιναν σύμφωνα και δεν ήταν σύμφωνες με τους κανόνες και τους κανονισμούς του LRS. (μ) Στις 10 Σεπτεμβρίου 2005, ο κύλινδρος Αρ. 5 υπέστη σοβαρή ζημία στο χώρο του κυτίου λίπανσης του βάκτρου εμβόλου. Το πλοίο συνέχισε το ταξίδι με 9 κυλίνδρους με μειωμένη ταχύτητα, με τον κύλινδρο Αρ. 5 εκτός λειτουργίας. Το πλήρωμα σταμάτησε τον κύλινδρο Αρ. 5 προς αποφυγή περαιτέρω προβλημάτων και συνέχισε το ταξίδι. Στο Tubarao, το πλήρωμα απομόνωσε εντελώς τον κύλινδρο. Ο Πρώτος Μηχανικός ανέφερε: «Ο κύλινδρος αρ. 5 της κύριας μηχανής μπλόκαρε εντελώς και είχε ως αποτέλεσμα τη συστολή καλυμμάτων και ρωγμές γύρω και πάνω στο κάλυμμα κυλίνδρου». Το πλοίο συνέχισε να λειτουργεί με μόνο 9 κυλίνδρους μέχρι την άφιξή του στην Κίνα στις 16 Νοεμβρίου του 2005. (ν) Ούτε το γεγονός της ζημίας, ούτε οι ενέργειες που έγιναν ούτε οι προσπάθειες επισκευών γνωστοποιήθηκαν στο LRS, κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών του LRS. Η χαλασμένη μηχανή αντικαταστάθηκε στο ναυπηγείο Cosco Zhousan μεταξύ 2 Δεκεμβρίου 2005 και 21 Ιανουαρίου …, με την χρήση μιας επισκευασμένης μηχανής που είχε τοποθετηθεί στο πλοίο τον Ιούλιο του 2005. Ενώ το πλοίο βρισκόταν στο ναυπηγείο, μεταλλικές δομικές επισκευές έλαβαν χώρα στις κάτω διπλές δεξαμενές του πλοίου. Επίσης έγιναν εργασίες αναμόρφωσης του “σταυρού ” No 5 για να αντέξει την επιθεώρηση. Ούτε το γεγονός της ζημίας, ούτε οι ενέργειες που έγιναν ούτε οι προσπάθειες επισκευών γνωστοποιήθηκαν στο LRS, κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών του LRS. (ο) Στις 30 Ιανουαρίου …, υπέστη ζημία μία σωλήνα παροχέτευσης λαδιού λίπανσης στον No. 10 “σταυρό». Το κομβίο “σταυρού” κύριας μηχανής υπέστη ζημία. Το πλοίο προχώρησε στη Σιγκαπούρη με μία μηχανή απομονωμένη. Το πλοίο έκανε επισκευές στη Σιγκαπούρη, όπου παρέμεινε για 22 ημέρες. Ένα νέο εξάρτημα (crosshead bearing) παραδόθηκε στο ναυπηγείο σε αντικατάσταση του χαλασμένου. Ενόσω βρισκόταν στο ναυπηγείο, εργασίες επίσης γίνονταν στις διαρροές στις κάτω δεξαμενές του πλοίου. Ούτε το γεγονός της ζημίας, ούτε οι ενέργειες που έγιναν ούτε οι προσπάθειες επισκευών γνωστοποιήθηκαν στο LRS, κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών του LRS. (π) Περαιτέρω, είναι φανερό από τα θέματα που τίθενται στις παραγράφους (α) με (π) παραπάνω ότι πριν την ολοκλήρωση της Ασφάλισης, η Ενάγουσα και/ή διαχείριση του … είχαν ως επιχειρηματική πρακτική να μην αναφέρουν στο LRS θέματα που γνώριζαν και που ήξεραν ότι έπρεπε να αναφέρουν και/ή να πραγματοποιούν επισκευές χωρίς συμμόρφωση με τους κανόνες και τους κανονισμούς του LRS. 6. Προς υποστήριξη του ισχυρισμού ότι η Ενάγουσα γνώριζε ή όφειλε στο πλαίσιο της συνήθους επιχειρηματικής πρακτικής να γνωρίζει τα θέματα που αναφέρονται παραπάνω στην παράγραφο 5, οι Εναγόμενες θα βασιστούν στα ακόλουθα γεγονότα και θέματα: (α) Ο διοικών την Ενάγουσα είναι ο κύριος Τ. Είναι ναυπηγός μηχανικός. Έλαβε εκθέσεις που απευθύνονταν άμεσα σε αυτόν από τους επόπτες που επισκέπτονταν το … Τ και ανέφεραν επισκευές καθώς και από τον τεχνικό διευθυντή. (β) Η Ενάγουσα και/ή η διαχείριση του … Τ προσέλαβαν έναν τεχνικό διευθυντή που είχε συνολική ευθύνη για όλα την τεχνική κατάσταση του … Τ και των άλλων πλοίων του ιδίου στόλου. Ο τεχνικός διευθυντής ελάμβανε αναφορές από τον πλοίαρχο του πλοίου και τους επόπτες για την κατάσταση του πλοίου και την εξέλιξη των επισκευών στο πλοίο. Ο τεχνικός διευθυντής επίσης παρευρισκόταν προσωπικά όταν γίνονταν επισκευές πάνω στο … Τ για να τις επιβλέπει. (γ) Η Ενάγουσα όρισε επόπτες για να αντιμετωπίζουν τα τεχνικά θέματα του πλοίου. Οι επόπτες ελάμβαναν αναφορές από το πλήρωμα σχετικά με τις τεχνική κατάσταση του πλοίου και ενέκριναν όλες τις επισκευές που σχετίζονταν με αυτό. (δ) Σύμφωνα με τους όρους 4 του κώδικα ISM η Ενάγουσα όρισε ένα Διορισμένο Πρόσωπο στη Στεριά που ήταν υπεύθυνος να διασφαλίζει την ασφαλή λειτουργία του πλοίου και να λειτουργεί ως σύνδεσμος μεταξύ της Ενάγουσας και της Διοίκησης και αυτών που βρίσκονταν επί του πλοίου, έχοντας απευθείας πρόσβαση στα ανώτατα επίπεδα διοίκησης. (ε) Η πληροφόρηση του Τ., του τεχνικού διευθυντή, του επόπτη και/ή του Διορισμένου Προσώπου στην Στεριά θεωρείται και πληροφόρηση της Ενάγουσας για τους σκοπούς των τμημάτων 17 έως 20 του ΜΙΑ 1960. (στ) Οι επισκευές που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της ειδικής επιθεώρησης που αναφέρεται στην παράγραφο 5(β) παραπάνω παρατέθηκαν στην έκθεση επισκευών που παρέσχε το Ναυπηγείο Wenchong στην Ενάγουσα και/ή την διοίκηση, οι οποίοι βρίσκονταν σε πλήρη γνώση της βλάβης που επισκευάστηκε και της φύσης και του κόστους των επισκευών που πραγματοποιήθηκαν. (ζ) Είναι εμφανές από την αλληλογραφία μεταξύ του Πλοιάρχου και της διοίκησης που αναφέρεται στις παραγράφους 5(θ) έως (κ) παραπάνω ότι η διοίκηση βρισκόταν σε πλήρη γνώση της κατάστασης του … Τ (όπως περιγράφεται στην παρούσα) εν τούτοις έδωσε εντολή στον Πλοίαρχο να αποστείλει παραπλανητικά μηνύματα σε σχέση με αυτή και δεν απέστειλε αναφορά ζημιών στο LRS. 7. Κάθε ένα από τα περιστατικά που αναφέρονται την παράγραφο 5 παραπάνω είναι ουσιώδες, υπό την έννοια ότι θα επηρέαζε την κρίση ενός συνετού ασφαλιστή
στον καθορισμό του ασφάλιστρου ή την απόφαση για το εάν θα πρέπει να
αναλάβει το ρίσκο, εναλλακτικά το σωρευτικό αποτέλεσμα αυτών των περιστατικών (ή αυτών που οι Εναγόμενοι θα αποδείξουν ότι γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει η Ενάγουσα) ήταν ουσιώδες. 8. Παραβιάζοντας το καθήκον της προς επίδειξη της υπέρτατης καλής πίστης, η Ενάγουσα δεν αποκάλυψε τα περιστατικά της παραγράφου 5 (ή οποιοδήποτε από αυτά) στις Εναγόμενες (ή σε οποιανδήποτε από αυτές) πριν την ολοκλήρωση της ασφαλιστικής σύμβασης που αποτελεί σώμα της Ασφάλισης. 9. Κάθε μία από τις Εναγόμενες παρακινήθηκε να εγγράφει στην Ασφάλιση σύμφωνα με τους Όρους με τους οποίους πράγματι ενεγράφη, λόγω της μη αποκάλυψης από την Ενάγουσα οποιουδήποτε από τα περιστατικά που αναφέρονται στην παράγραφο 5. 10. Κατ’ ακολουθίαν, οι Εναγόμενες (και κάθε μία από αυτές) δικαιούνταν να αποφύγουν την Ασφάλιση εξαρχής (στην έκταση που αφορά το … Τ) και έτσι έκαναν, με την επιστολή με ημερομηνία 18 Οκτωβρίου …. Το υπόλοιπο περιεχόμενο αυτών των Σημείων Άμυνας επιδίδεται χωρίς να εμποδίζει αυτόν τον ισχυρισμό. Προς αποφυγή αμφιβολιών, οι Εναγόμενες δεν απέφυγαν την ασφάλιση των άλλων πλοίων στην ίδια διοίκηση με το … Τ, σε σχέση με την οποία οι Εναγόμενες διατηρούν όλα τα δικαιώματά τους. … 12. Όσον αφορά την παράγραφο 4: (α) Γίνεται δεκτό ότι περίπου στις 21.00 ώρα πλοίου στις 3 Μαίου …, το … βυθίστηκε περίπου 300 μίλια νοτιοανατολικά του Πορτ Άλφρεντ στην Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής. (β) Το πλοίο βυθίστηκε κάτω από ήπιες συνθήκες, με μέγιστο κυματισμό στα 3 με 3½ μέτρα. Αυτές οι συνθήκες ήταν αναμενόμενες στον τόπο και τον χρόνο που τις συνάντησε το … Τ. (γ) Δεν γίνεται δεκτό ότι το A… χάθηκε ως αποτέλεσμα ασφαλισμένου κινδύνου. (δ) Οι Εναγόμενες επικαλούνται τους ισχυρισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στην παράγραφο 13 κατωτέρω. 13. Όσον αφορά τα σημεία υπό την παράγραφο 4 των Σημείων Άμυνας, οι Εναγόμενες δεν έχουν άμεση γνώση σχετικά με τις συνθήκες του ναυαγίου και ζητούν από την Ενάγουσα να παράσχει αποδείξεις για το θέμα αυτό. Με την επιφύλαξη αυτής της απαίτησης, στις Εναγόμενες, παρασχέθηκαν από την Ενάγουσα αναφορές από τα επιζώντα μέλη του πληρώματος, οι οποίες υποδηλώνουν τα εξής: (α) Ένας δυνατός ήχος ακούστηκε λίγο πριν τις 08.00 της 3ης Μαίου …. (β) Αμέσως μετά, παρατηρήθηκε νερό να ξεχειλίζει από την Νο 8 δεξαμενή έρματος ανεμιστήρα στην αριστερή πλευρά προς το κύτος Νο7. (γ) Στις 08.20 περίπου, αέρας/ατμός ακούστηκε/έγινε ορατός να βγαίνει από το κάλυμα στομίου του No 6 κύτους και αέρας παρατηρήθηκε να
σφυράει από το κύτος No 7 (όμως όχι τόσο δυνατά όσο από το κύτος
No 6 και δεν παρατηρήθηκε ατμός). Ο λοστρόμος ανέφερε ότι
άκουσε να κυλάει νερό από την αριστερή πλευρά του κύτους No 7
κάτω από το φορτίο. Ο λοστρόμος επίσης ανέφερε ότι ο ήχος από την
δεξαμενή No 8 (DBT) ήταν περίπου 19 μέτρα. (δ) Στις 10.00 πμ αναφέρθηκε ότι το Κύτος No 6 πλημμύρισε στο επίπεδο της θάλασσας έξω από το πλοίο και το πλοίο πήρε κλίση προς τα αριστερά. (ε) Περίπου στις 13.00/14.00, το κύτος No 7 πλημμύρισε στο επίπεδο της θάλασσας εξωτερικά του πλοίου. (στ) Στις 15.00 περίπου, ο λοστρόμος ανέφερε ότι άκουσε τον ήχο τρεχούμενου νερού και πλατσουρίσματα στο κύτος No 5 και σχημάτισε την εντύπωση ότι ο ήχος προερχόταν από τον εγκάρσιο στεγανό μπουλμπέ (φρακτή) ανάμεσα στα κύτη 5 και (ζ) Λίγο πριν τις 18.00, απωλέσθηκε η αποτελεσματική χρήση των μηχανών του πλοίου λόγω προβλήματος στο πηδάλιο του πλοίου. (η) Περίπου στις 21.00, ο ηλεκτρολόγος ανέφερε ότι άκουσε μια σειρά από σύντομους, έντονους και δυνατούς ήχους, συνεχόμενα, με διάστημα που μεσολαβούσε μικρότερο των 10 δευτερολέπτων, ακολουθούμενους από έναν ήχο σκισίματος και είδε το μπροστινό μέρος του πλοίου, περίπου από το μέσο του πλοίου, να βγαίνει έξω από το νερό. Γίνεται αποδεκτό ότι το πλοίο βυθίστηκε περίπου στις 21.00, ότι είκοσι έξι μέλη του πληρώματος χάθηκαν και επτά επέζησαν. … (α) Η απώλεια του πλοίου δεν οφείλει ούτε κατά προσέγγιση σε θαλάσσιο κίνδυνο. Μετά την αναχώρησή του από το Pinta Maderia, το … συνάντησε καλές καιρικές συνθήκες στον Ατλαντικό ωκεανό, με μέγιστο ύψος κυμάτων τα 1,5 έως 2 μέτρα, αυξανόμενο σε 2,5 με 3 μέτρα την ημέρα πριν το συμβάν και σε 3 με 3,5 μέτρα το ανώτερο το πρωί του συμβάντος. (β) Κάτω από τέτοιες συνθήκες, το … βρισκόταν σχεδόν κάτω από κανονικό αέρα και κυματισμό και όχι σε θαλάσσιο κίνδυνο. To … ήταν ένα μεγάλων διαστάσεων πλοίο (Capesize vessel) ειδικά σχεδιασμένο για μακρινά ταξίδια στους νότιους ωκεανούς σε συνθήκες πολύ χειρότερες από αυτές που συνάντησε. (γ) Για τους ίδιους λόγους, η απώλεια του πλοίου δεν ήταν ατύχημα: οποιαδήποτε και αν ήταν η επίδραση της θάλασσας και των καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν, αυτή βρισκόταν μέσα στο πλαίσιο της φυσικής αιτίας (ή αιτιών) και όχι κάποιου τυχαίου και απρόβλεπτου γεγονότος. (δ) Η Ενάγουσα πρέπει να αποδείξει ότι το … χάθηκε λόγω κάποιου ελαττώματος στο κύτος και τη μηχανή όπως επικαλείται. Δεν γίνεται αποδεκτό ότι οποιοδήποτε τέτοιο ελάττωμα ήταν λανθάνον. Αν το πλοίο είχε τις φθορές ή τα ελαττώματα που ισχυρίζεται και αυτά ήταν που προκάλεσαν τη βύθιση του …, τότε αυτά ήσαν ελαττώματα που μια εύλογα προσεκτική επιθεώρηση θα είχε αναδείξει. Οι Εναγόμενες θα βασιστούν στα θέματα που επικαλούνται στην παράγραφο 15 παρακάτω. Περαιτέρω, στο μέτρο που η Ενάγουσα μπορεί να τεκμηριώσει ότι το … βυθίστηκε λόγω είτε ατυχήματος είτε λανθάνοντος ελαττώματος, τότε η βύθιση του πλοίου επήλθε ως αποτέλεσμα της έλλειψης της προσήκουσας επιμέλειας εκ μέρους της Ενάγουσας ή της διαχείρισης του πλοίου, με την έννοια του Όρου 6.2 του Institute Time Clauses Hulls και του Όρου 3 του Institute Additional Perils Clause. 15. Εάν, πράγμα που δεν γίνεται αποδεκτό, το … βυθίστηκε λόγω φθοράς ή ελαττώματος από αυτά που αναφέρονται στις παραγράφους 5(2) έως (4) της Αγωγής της, τότε αυτά ήσαν ελαττώματα που μία εύλογα προσεκτική επιθεώρηση θα είχε αναδείξει και/ή επήλθαν συνεπεία της έλλειψης προσήκουσας επιμέλειας εκ μέρους της Ενάγουσας ή της διαχείρισης του πλοίου: (α) Λόγω των ρωγμών στα κυρτά ελάσματα, στους μπουλμέδες (φρακτές) και στα πλάγια μέρη των δεξαμενών που επικαλούμαστε στις παρ. 5 (α) έως (11), (14) και (15) παραπάνω και τις πλημμελείς επισκευές των ιδίων, η Ενάγουσα και οι πλοιοκτήτες γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν την ελαττωματική κατάσταση των στεγανών του πλοίου ή ότι υπήρχε σημαντικός κίνδυνος τα στεγανά να είναι ελαττωματικά. Η Ενάγουσα και οι πλοιοκτήτες επίσης γνώριζαν ή όφειλαν κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων να γνωρίζουν ότι κάτω από αυτές τις συνθήκες υπήρχε σημαντικός κίνδυνος απώλειας της κατασκευαστικής ακεραιότητας γενικώς, μέσω του κύτους No 6. (β) Κάτω από αυτές τις συνθήκες, αν η Ενάγουσα ή οι διαχειριστές έδειχναν επιμέλεια και/ή διενεργούσαν εύλογα προσεκτική επιθεώρηση, η Ενάγουσα ή οι διαχειριστές θα διενεργούσαν επιθεώρηση των κάτω διαμήκων, των κάτω και πλαϊνών εξωτερικών ελασμάτων, ειδικά αυτών του αμπαριού No 6 και θα είχαν ανακαλύψει τις όποιες ρωγμές ή αδυναμίες εκεί πριν την αναχώρηση του πλοίου από τη Βραζιλία. 16. Περαιτέρω ή εναλλακτικά, η (εναλλακτική Α) κοντινή αιτία της απώλειας του … ήταν η μη αξιόπλοη κατάσταση του πλοίου όταν μπήκε στη θάλασσα στις 13 Απριλίου του …. Η Ενάγουσα γνώριζε ή αλλιώς έκανε τα «στραβά μάτια», σχετικά με την μη αξιόπλοη κατάσταση του πλοίου. Συνεπεία των ανωτέρω, ο ασφαλιστής δεν φέρει ευθύνη για οποιαδήποτε απώλεια οφείλεται σε τέτοια αναξιόπλοα κατάσταση, σύμφωνα με το τμήμα 39(5) του Διατάγματος Ναυτικής Ασφάλισης 1906. ΣΗΜΕΙΑ (α) Η παράγραφος 15(a) ως άνω επαναλαμβάνεται. Το αποτέλεσμα αυτών των ζημιών και η μη προσήκουσα επισκευή αυτών ήταν αυτά που έκαναν το … αναξιόπλοο. (β) Η μη αξιόπλοη κατάσταση ήταν η πιο κοντινή αιτία της βύθισης του …. Η πιο πιθανή αιτία της βύθισης του … ήταν η υπολειπόμενη από τις προδιαγραφές αντοχή των διαμήκων μπουλμέδων (φρακτών) ανάμεσα στα κύτη 6/7 και 5/6, η οποία δεν επισκευάστηκε προσηκόντως. Η κατασκευαστική αδυναμία του No 6 κύτους πιθανότατα προκάλεσε την αποκόλληση των μπουλμέδων από το πλαϊνό εξωτερικό περίβλημα, το οποίο έμεινε έτσι χωρίς στήριξη. Όντας έτσι αστήρικτο, το πλαϊνό εξωτερικό περίβλημα έσπασε κατά την λειτουργία του, προκαλώντας την εισροή ύδατος μέσα στο κύτος No 6. (γ) Περαιτέρω ή εναλλακτικά, τα ελαττώματα στους μπουλμέδες ανάμεσα στα κύτη 6/7 και 5/6 επέτρεψαν στην μεταγενέστερη εισροή ύδατος ανάμεσα στα κύτη του πλοίου, η οποία αυτή καθεαυτή ήταν η προσεγγίζουσα αιτία της βύθισης του …. (δ) Για τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 6 παραπάνω, τα ελαττώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 15(a) ήσαν γνωστά στον κ. Τ. και/ή τον τεχνικό διευθυντή του πλοίου, του οποίου η γνώση θεωρείται και γνώση της Ενάγουσας για τους σκοπούς του τμήματος 39(5) του Διατάγματος Ναυτικής Ασφάλισης 1906. (ε) Εάν, πράγμα που δεν γίνεται αποδεκτό, η Ενάγουσα δεν είχε πραγματική γνώση των ελαττωμάτων της παραγράφου 15(a) και το αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων ήταν να καταστεί το … μη αξιόπλοο, αυτό μπορεί να συνέβη μόνο επειδή επέλεξαν να κάνουν «τα στραβά μάτια» σε αυτά τα ζητήματα, διότι αν και υποψιάζονταν ότι το πλοίο ήταν αναξιόπλοο, εσκεμμένα δεν ερεύνησαν την κατάσταση των ελαττωμάτων της παραγράφου 15(a) και την καταλληλότητα των επισκευών τους, επειδή φοβούνταν ότι θα επιβεβαιωθούν οι υποψίες τους. 17. Κατ’ ακολουθίαν, οι παράγραφοι 6 και 7 απορρίπτονται. 18. Ομοίως, οι Εναγόμενες αρνούνται κάθε ισχυρισμό της Αγωγής, ωσάν αυτοί να έχουν προβληθεί και απορριφθεί ξεχωριστά. ΑΝΤΑΓΩΓΗ 19. Οι Εναγόμενες επαναλαμβάνουν τις παραγράφους 4 έως 10 παραπάνω. 20. Κατ’ ακολουθίαν, οι Εναγόμενες ζητούν να γίνει δήλωση ότι δικαιούνταν να αποφύγουν εξ αρχής την Σύμβαση Ασφάλισης και πράγματι το έκαναν με την επιστολή τους με ημερομηνία 18 Οκτωβρίου …. ΚΑΙ ΟΙ ΕΝΑΓΟΝΤΕΣ ΖΗΤΟΥΝ: (1) Δήλωση ότι δικαιούνταν να αποφύγουν εξ αρχής την Σύμβαση Ασφάλισης και πράγματι το έκαναν με την επιστολή τους με ημερομηνία 18 Οκτωβρίου …. (2) Οποιοδήποτε άλλο μέτρο κριθεί από το Δικαστήριο δίκαιο». Στο αρχικό αυτό δικόγραφο της Άμυνας των ασφαλιστών, η ενάγουσα πλοιοκτήτρια απάντησε με το από 6.12…. δικόγραφό της «Απάντηση στην Άμυνα και την Ανταγωγή», στο οποίο διέλαβε εκτενείς απαντήσεις σε καθέναν από τους ισχυρισμούς των ασφαλιστών, συνομολόγησε τη διενέργεια κάποιων εργασιών επί του πλοίου εκ των αναφερομένων στις προτάσεις αμύνης των Ασφαλιστών, καθώς και το γεγονός ότι η γνώση του κ. Τ., ως εντολέα της πλοιοκτήτριας και προέδρου της διαχειρίστριας …, συνιστά γνώση της ενάγουσας για τους σκοπούς του Marine Insurance Act 1906, αλλά και ότι ο κ. Δ. ήταν Γενικός Διευθυντής της πλοιοκτήτριας και της …, που είχε την καθημερινή ευθύνη για τη διαχείριση του στόλου των πλοίων που βρίσκονταν στην κυριότητα των εταιρειών, των οποίων ο Τ. είναι εντολέας, κατά τα λοιπά δε αρνήθηκε τους ισχυρισμούς των ασφαλιστών, ισχυριζόμενη κυρίως ότι δεν υπήρχε υποχρέωση ενημέρωσης του νηογνώμονα για μικρής κλίμακας επισκευές ή επισκευές ρουτίνας που διεξήχθησαν στο πλοίο, ότι όποιες επισκευές διεξήχθησαν στο πλοίο ήταν ικανοποιητικές, δεν παραβίασαν τους κανονισμούς του νηογνώμονα και ήταν επισκευές που θα είχαν εγκριθεί από το Νηογνώμονα (εάν όντως δεν εγκρίθηκαν), σε κάθε δε περίπτωση διεξήχθησαν υπό την επίβλεψη και τη γνώση των επιθεωρητών του Νηογνώμονα και δεν υπήρχε κάποια συνειδητή απόφαση να μην πληροφορηθεί ο νηογνώμονας, ενώ ήταν γνωστό ότι έπρεπε να πληροφορηθεί, ενώ αρνείται ότι η ίδια ή οι διαχειριστές του πλοίου είχαν μια επιχειρηματική πρακτική να μην αναφέρουν στο νηογνώμονα ζητήματα, τα οποία ένας από τους δύο γνώριζε, ούτε τέτοια πρακτική ήταν «προφανής» από τα ζητήματα που προβάλουν οι Ασφαλιστές. Πλέον ειδικά, αναφορικά με τις βλάβες που προβλήθηκαν από την πλοιοκτήτρια στα πραγματικά γεγονότα της απαίτησής της, ήτοι αυτές στις φρακτές του πλοίου, η πλοιοκτήτρια ισχυρίσθηκε ότι αυτές ήταν κρυφές βλάβες, που δεν μπορούσαν να αποκαλυφθούν με επιμελή επιθεώρηση και δεν τις ανακάλυψε η ενάγουσα ή ο νηογνώμονας LRS σε οποιοδήποτε στάδιο, παρά το γεγονός της διενέργειας ενός επιμελούς και κατάλληλου προγράμματος συντήρησης και επισκευών. Επιπρόσθετα, ισχυρίσθηκε α) ότι δεν υπήρξαν «μη κατάλληλες» επισκευές που να διεξήχθησαν στο πλοίο, είτε κατά τη διάρκεια της ειδικής επιθεώρησης (υπό την επίβλεψη του νηογνώμονα LRS) ή άλλως. Το πλοίο ήταν επιμελώς συντηρημένο από την ενάγουσα και οποιαδήποτε κατάσταση που παρουσιάστηκε στις φρακτές του πλοίου δεν συνιστούσε κίνδυνο απώλειας της δομικής ακεραιότητας στην περιοχή του κύτους φορτίου υπ’ αρ. 6, β) ότι η οποιαδήποτε βλάβη ή βλάβες που προκάλεσαν αιτιωδώς τη ζημία ήταν κρυφές βλάβες, για τις οποίες η ενάγουσα δεν γνώριζε τίποτα απολύτως, οι οποίες δεν ήταν δυνατόν να αποκαλυφθούν με επιμέλεια, γ) ότι, περαιτέρω, καμία από τις επιθεωρήσεις δεν αποκάλυψε οποιεσδήποτε βλάβες στο σκάφος του πλοίου, που θα μπορούσαν να εξηγήσουν την ξαφνική και καταστροφική παραβίαση της ακεραιότητάς του που προκάλεσε το ναυάγιο, δ) ότι, τέλος, ούτε η ενάγουσα ούτε ο κ. Τ., ούτε ο Τεχνικός Διευθυντής της … είχε κάποια γνώση, πραγματική ή άλλη ότι το πλοίο ήταν αναξιόπλοο, όταν έπλευσε στις 13.4…. (εάν ήταν) και δεν υπήρχε λόγος τέτοιας υποψίας. Εντέλει, η ενάγουσα πλοιοκτήτρια αρνήθηκε ρητώς ότι οι φρακτές μεταξύ των κυτών φορτίου 6/7 και 5/6 είχαν επισκευαστεί μη ικανοποιητικά από την ενάγοντα, κατά τη διάρκεια της ειδικής επιθεώρησης ή οποιαδήποτε άλλη στιγμή κατά το χρόνο που η ενάγουσα ήταν πλοιοκτήτρια του πλοίου, ότι ο κ. Τ. είχε κάποια πραγματική ή ενδόμυχη γνώση των επικαλούμενων μη ικανοποιητικών επισκευών των φρακτών. Περαιτέρω, δυνάμει της από 26.1.2007 διαταγής του Άγγλου Δικαστή κ. Tomlinson, έγινε δεκτή αίτηση της πλοιοκτήτριας για τροποποίηση της απάντησης της στην άμυνα των ασφαλιστών, με  ανταλλαγή εγγράφων, καταθέσεις μαρτύρων και σύνταξη εκθέσεων εμπειρογνωμόνων, ενώ η ημερομηνία της δίκης προσδιορίστηκε στις 14.1.2008 από τη Γραμματεία του Εμπορικού Δικαστηρίου, επί τη βάσει του προκαταρκτικού υπολογισμού ότι η διάρκεια της δίκης θα ήταν 6 εβδομάδες. Περαιτέρω, στο δικόγραφο «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΣΗΜΕΙΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΓΗ» των ως άνω εναγόμενων ασφαλιστών ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου (μεταξύ των οποίων και οι εδώ εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες) κατά της ενάγουσας εταιρείας …, κάτωθι των οποίων υπάρχει δήλωση αληθείας, την οποία υπογράφει ο δικηγόρος Michael Mallin της δικηγορικής εταιρείας Hill Taylor Dickinson και επιδόθηκαν στις … και εκ νέου στις 3-8-2007, περιλαμβάνονται νέοι ισχυρισμοί, στους οποίους  αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «… 4. Το Ασφαλιστήριο αποτελεί σύμβαση καλής πίστης. Κατά την υπογραφή της σύμβασης, η Ενάγουσα υποχρεούτο να κοινοποιήσει όλα τα ουσιώδους χαρακτήρα περιστατικά των οποίων είχε γνώση (ή τα οποία όφειλε να γνωρίζει κατά την συνήθη πορεία της επιχειρηματικής δραστηριότητας) σε έκαστο εκ των Εναγόμενων, δεδομένου ότι πρόκειται για στοιχεία τα οποία θα επηρέαζαν την κρίση ενός συνετού ασφαλιστή για τον καθορισμό του ασφάλιστρου ή για την απόφαση περί ανάληψης ή μη του κινδύνου. Οι Εναγόμενοι μπορούν να αναφερθούν στα κεφάλαια 17 έως 20 του Νόμου περί Θαλάσσιας Ασφάλισης 1906 για τους πλήρεις όρους και συνέπειες. 5. Πριν από την σύναψη των συμβάσεων ασφάλισης οι οποίες ενσωματώνονται στο Ασφαλιστήριο, ο Ενάγων γνώριζε ή όφειλε, κατά τη συνήθη πορεία της επιχειρηματικότητας, να γνωρίζει τα ακόλουθα γεγονότα: α) Αναφορές του πληρώματος του … την 30ή Δεκεμβρίου 2003 κάνουν λόγο για επισκευές που πραγματοποιήθηκαν σε ρωγμές στο κεκλισμένο έλασμα της χοάνης στον νομέα 141 των δεξαμενών διπυθμένων αριθ. 8 και 9, καθώς και μια ρωγμή στους νομείς 60-61 στο κεκλισμένο έλασμα της δεξαμενής διπυθμένων αριθ. 11. Ούτε η ζημία ούτε οι επισκευές αναφέρθηκαν στο LRS, κατά παράβαση των κανόνων και κανονισμών του LRS. β) Κατά τη διάρκεια ειδικής επιθεώρησης του … μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου 2004, πραγματοποιήθηκαν οι ακόλουθες ανεπαρκείς επισκευές επί του σκάφους στο ναυπηγείο Guangzhou Wenchong στην Κίνα. Άνω πλευρική δεξαμενή αριθ. 15, εγκατάσταση δύο ενισχυτικών πλακών (doublers) στο κεκλισμένο έλασμα του νομέα 256. Άνω πλευρική δεξαμενή αριθ. 19, επανασυγκόλληση του κεκλιμένου ελάσματος (κατά πλάτος της αποθήκης αριθ. 7). Άνω πλευρική δεξαμενή 19, επανανασυγκόλληση του νομέα 140, 1 σημείο (στο πλάτος της αποθήκης φορτίου αριθ. 6). Δεξαμενή διπυθμένων 11, πλαίσιο 110 εγκατάσταση υδατοστεγούς διαφράγματος δύο τεμαχίων ενισχυτικών πλακών (στο πλάτος της αποθήκης φορτίου αριθ.7). Αποθήκη φορτίου 3, πρυμναίο κατάστρωμα πτήσης, εγκατάσταση 5 ενισχυτικών πλακών. Αποθήκη φορτίου 6, εμπρός δομικό διάφραγμα, εγκατάσταση 2 ενισχυτικών πλακών (στην αριστερή πλευρά του πλοίου). Αποθήκη φορτίου 7, εμπρός δομικό διάφραγμα, εγκατάσταση 4 ενισχυτικών πλακών, επανασυγκόλληση σε 6 σημεία. Πρωραία δεξαμενή ζυγοστάθμισης, εγκατάσταση 3 ενισχυτικών πλακών. Εμπρός δομικό διάφραγμα αποθήκης φορτίου 7, επανασυγκόλληση σε 7 σημεία (έκαστο μήκους 7 μέτρων). Δεξαμενή FW, εγκατάσταση 2 ενισχυτικών πλακών. Εγκατάσταση 2 ενισχυτικών πλακών στο στεγανό παράφραγμα. Αποθήκη φορτίου αριθ.3, επανασυγκόλληση της ραφής στο πίσω δομικό διάφραγμα (2 σημεία). Αποθήκη φορτίου αριθ. 3, πρυμναίο κατάστρωμα πτήσης, εγκατάσταση 1 ενισχυτικής πλάκας. Αποθήκη φορτίου αριθ. 7, επανασυγκόλληση ρωγμής στο πίσω δομικό διάφραγμα (αριστερή πλευρά του πλοίου). Αμπάρι αριθ. 7 επανασυγκόλληση ρωγμής στην ραφή του διαφράγματος με τα πλευρικά ελάσματα και την χοάνη (αριστερή πλευρά του πλοίου). Αποθήκη φορτίου αριθ. 7, επανασυγκόλληση ρωγμής στο πρόσθιο δομικό διάφραγμα, και στις δυο πλευρές. Αποθήκη φορτίου αριθ. 7, επανασυγκόλληση ρωγμής του έμπροσθεν δομικού διαφράγματος με την χοάνη, σε 1 σημείο. Αποθήκη φορτίου αριθ. 3, επανασυγκόλληση ρωγμής του πίσω δομικού διαφράγματος με την χοάνη σε 2 σημεία. Αποθήκη φορτίου αριθ.5, επανασυγκόλληση ρωγμής στο κεκλιμένο έλασμα. Αποθήκη φορτίου αριθ. 1, επανασυγκόλληση ραφής στην ένωση του πλευρικού ελάσματος και του κεκλιμένου ελάσματος σε 3 σημεία. Αποθήκη φορτίου αριθ. 1, επανασυγκόλληση οπής σε βαλβίδα καθόδου στο άκρο της πρύμνης, αριστερή πλευρά του πλοίου. Επανασυγκόλληση 5 οπών στο άνω χείλος της πλαστικής δεξαμενής καυσίμων. Άνω πλευρική δεξαμενή αριθ. 1, επανασυγκόλληση οπής στο κεντρικό κατάστρωμα της αριστερής πλευράς του πλοίου. Άνω πλευρική δεξαμενή αριθ. 4, επανασυγκόλληση οπής στο κεντρικό κατάστρωμα της δεξιάς πλευράς του πλοίου. Αποθήκη φορτίου αριθ. 1, συναρμογή της ενισχυτικής πλάκας, πρυμναίο κεντρικό κατάστρωμα. To LRS δεν ενημερώθηκε ούτε για τις βλάβες ούτε για τις σχετικές επισκευές που πραγματοποιήθηκαν (κατά παράβαση των κανόνων και κανονισμών του LRS). c) Οι βλάβες που περιγράφονται στην παράγραφο b) δεν πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα και σε συμμόρφωση με τους κανόνες και τους κανονισμούς του LRS. Οι επισκευές συγκόλλησης πραγματοποιήθηκαν με συγκόλληση, και όχι με κοπή και επανασυγκόλληση όπως απαιτείται από το LRS. Οι επισκευές με την χρήση ενισχυτικών πλακών συνιστούν, στην καλύτερη περίπτωση, προσωρινή λύση επισκευής και δεν επιτρέπονται από το LRS κατά την διεξαγωγή ειδικής επιθεώρησης. Οι μόνιμες βλάβες απαιτούν την εισαγωγή πρόσθετου χάλυβα. d) Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ειδικής επιθεώρησης του πλοίου τον 2004, το σκάφος υπέστη σοβαρή ζημία στον στροβιλοσυμπιεστή. Οι επισκευές πραγματοποιήθηκαν με την χρήση παλαιών και νέων εξαρτημάτων, ωστόσο δεν αναφέρθηκαν στο LRS, κατά παραβίαση των κανόνων και κανονισμών του LRS. e) To μπλοκ κυλίνδρων του βασικού κινητήρα αρ. 3 υπέστη βλάβη τον Οκτώβριο του 2004. Το πλήρωμα προσπάθησε ανεπιτυχώς να επισκευάσει το μπλοκ. Τον Ιανουάριο 2005, η Ασφαλιζόμενη προέβη σε επισκευές σύνδεσης εν ψυχρώ με τη διαδικασία metallock χρησιμοποιώντας εξωτερικούς αναδόχους. Το LRS δεν ενημερώθηκε ούτε για την βλάβη ούτε για τις απόπειρες επισκευής της, κατά παραβίαση των κανόνων και κανονισμών του LRS. f) Το μπλοκ που υπέστη βλάβη αντικαταστάθηκε τον Φεβρουάριο 2005 στο ναυπηγείο Sembawang Shipyard στη Σιγκαπούρη. Ενώ βρισκόταν στο ναυπηγείο, συντελέστηκαν επίσης επισκευές για τη διαρροή καυσίμων στην πρυμναία δεξαμενή ζυγοστάθμισης καθώς και συγκολλήσεις ρωγμών, ενώ επίσης αποκαταστάθηκαν βλάβες στο σκάφος, συμπεριλαμβανομένης της εγκατάστασης δύο ενισχυτικών πλακών. Το LRS δεν ενημερώθηκε ούτε για τις βλάβες ούτε για την αποκατάστασή τους, κατά παραβίαση των κανόνων και κανονισμών του LRS. g) Το Μάρτιο 2005, πραγματοποιήθηκαν επισκευές σε δύο κομβία στροφάλου στη γεννήτρια αρ. 3. Το LRS δεν ενημερώθηκε ούτε για τις βλάβες ούτε για την αποκατάστασή τους, κατά παραβίαση των κανόνων και κανονισμών του LRS, ενώ το τελευταίο δεν πραγματοποίησε δοκιμές σκληρότητας και ανίχνευσης ρωγμών κατόπιν ολοκλήρωσης των επισκευών. Επιπλέον, δεν πραγματοποιήθηκε μέτρηση παραμόρφωσης του στροφαλοφόρου άξονα, όπως απαιτείται από το LRS, λόγω έλλειψης εργαλείων. h) Την 27η Μαρτίου 2005, ενώ το πλοίο εκφόρτωνε στην Κίνα, πραγματοποιήθηκε επιθεώρηση από μια Αυστραλιανή εταιρεία επιθεωρήσεων, υπό την ονομασία Rightship, κατόπιν επιθεώρησης που είχε πραγματοποιηθεί στο Port Hedland. Πριν από την επιθεώρηση, την 22η Μαρτίου, τα Διοικητικά Στελέχη έστειλαν ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου  στον Πλοίαρχο δίνοντας τις εξής οδηγίες: «Κοίταξε στα σημεία όπου είναι εγκατεστημένες οι αναπνευστικές συσκευές της εξόδου κινδύνου σύμφωνα με το πλάνο και σύμφωνα με την τωρινή θέση τους. Πάρε μια που είναι λιγότερο πιθανόν να δει ο επιθεωρητής ότι λείπει (όχι βέβαια αυτή που βρίσκεται στο θάλαμο ελέγχου μηχανοστασίου ή κάτι παρόμοιο) και σημείωσέ την ως «εκπαιδευτική χρήση». Μετάφερέ την στο ερμάριο ασφαλείας, άνοιξέ την ώστε να φαίνεται ότι χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης και είναι καλό να έχεις την πίεσης του αέρα λίγο μειωμένη. Περιμένω να μου επιβεβαιώσεις την ρύθμιση του ζητήματος». Την ίδια ημέρα, τα Διοικητικά Στελέχη έστειλαν ένα μήνυμα ηλεκτρονικά ταχυδρομείου στον Πλοίαρχο με το οποίο του ζητούσαν να ετοιμάσει τα πρακτικά ενός «εκτάκτου συμβουλίου ασφαλείας» με ψευδή ημερομηνία το οποίο υποτίθεται θα είχε ως θέμα τις ανεπάρκειες που ανιχνεύθηκαν στο Port Hedland. i) Ο κατάλογος παρατηρήσεων της Rightship μετά την επιθεώρηση στην Κίνα συμπεριλάμβανε, ως σημείο 19, αποδεδειγμένη διαρροή νερού από το χείλος της δεξαμενής στην αποθήκη φορτίου αριθ. 6. Την 29η Μαρτίου 2005, ο Πλοίαρχος ενημέρωσε σχετικά με την πρόοδο των εργασιών για την αποκατάσταση των ανεπαρκειών που αναφέρονται στην έκθεση της Rightship, δηλώνοντας τα εξής ως προς το σημείο 19: «Αυτό έχει επισκευαστεί στο παρελθόν και θα επισκευαστεί καταλλήλως αν κριθεί αναγκαίο». Κατόπιν αυτών, την 11η Απριλίου 2005, τα Διοικητικά Στελέχη του … ζήτησαν από τον Πλοίαρχο να τους αποστείλει μια έκθεση σχετικά με την πρόοδο των εργασιών αποκατάστασης των αναφερόμενων στον κατάλογο ανεπαρκειών. Η έκθεσή του ως προς το σημείο 19 ήταν η εξής: «Δεν έχει ξεκινήσει ακόμα. Θα επισκευαστεί μετά την επισκευή των διαρροών στην χοάνη της αποθήκης φορτίου αριθ. 6 και την αντικατάσταση των ενισχυτικών πλακών στην αποθήκη φορτίου αριθ. 1». Τα Διοικητικά Στελέχη απέστειλαν αμέσως ένα μήνυμα στον Πλοίαρχο συνταχθέν στην ελληνική γλώσσα, με το οποίο του ζητούσαν να ξαναστείλει την έκθεσή του ως προς το σημείο 19 χρησιμοποιώντας την εξής διατύπωση: «Καμία διαρροή προς το παρόν. Εργασίες σε εξέλιξη σύμφωνα με την ταξινόμησή τους στον κατάλογο εργασιών από τον μηχανικό του πλοίου». Κατόπιν τούτων, ο Πλοίαρχος έστειλε την έκθεση τροποποιηθείσα με την ως άνω διατύπωση. j) Η ως άνω αλληλογραφία αφορά στις επισκευές του κεκλιμένου ελάσματος και της χοάνης στην αποθήκη φορτίου αριθ. 6 και τις ενισχυτικές πλάκες στο αμπάρι αριθ. 1. Ωστόσο, ούτε οι βλάβες ούτε οι σχετικές απαιτούμενες επισκευές που πραγματοποιήθηκαν κοινοποιήθηκαν στο LRS, κατά παραβίαση των κανόνων και των κανονισμών του LRS. Επίσης, οι επισκευές (οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από τους μονταδόρους του πλοίου, οι οποίοι δεν διαθέτουν δεξιότητες συγκόλλησης που να πιστοποιούνται από την IACS (Διεθνής Ένωση Νηογνωμόνων), δεν πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα και σε συμμόρφωση με τους κανόνες και τους κανονισμούς του LRS. k) Τον Απρίλιο 2005, πραγματοποιήθηκαν οι εξής επισκευές στις αποθήκες φορτίου του πλοίου: Αποθήκη φορτίου αριθ. 1: Αντικατάσταση των υπαρχουσών ενισχυτικών πλακών Αποθήκη φορτίου αριθ. 6: Επισκευές στις διαρροές του κεκλιμένου ελάσματος της άνω αριστερής δεξαμενής στην περιοχή της αποθήκη φορτίου. Αποθήκη φορτίου αριθ. 6: Επισκευές στις διαρροές της χοάνης της αποθήκης φορτίου. To LRS δεν ενημερώθηκε ούτε για τις βλάβες ούτε για τις σχετικές απαιτούμενες επισκευές που πραγματοποιήθηκαν, κατά παραβίαση των κανόνων και των κανονισμών του LRS. Επιπλέον, οι εν λόγω επισκευές δεν πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα και σε συμμόρφωση με τους κανόνες και τους κανονισμούς του LRS. 1) Την 10η Σεπτεμβρίου 2005, ο κύλινδρος αριθ. 5 υπέστη σοβαρή ζημία στην περιοχή του στυπιοθαλάμου του βάκτρου εμβόλου. Το πλοίο συνέχισε το ταξίδι του με 9 κυλίνδρους σε μειωμένη ταχύτητα και τον κύλινδρο αριθ. 5 εκτός χρήσης. Το πλήρωμα έφραξε τον κύλινδρο για την αποφυγή περαιτέρω προβλημάτων και συνέχισε το ταξίδι. Στο Tubarao, το πλήρωμα απομόνωσε εντελώς τον κύλινδρο αριθ. 5. Ο πρώτος μηχανικός έγραψε στην αναφορά του: «Ο κύλινδρος αριθ. 5 του βασικού κινητήρα φράχθηκε καλά, σφίχθηκαν τα πώματα και οι ρωγμές στην γύρω περιοχή και τοποθετήθηκε το πώμα του κυλίνδρου». Το πλοίο συνέχιζε να λειτουργεί με 9 μόνο κυλίνδρους μέχρι και την άφιξή του στην Κίνα την 16η Νοεμβρίου 2005. m) Δεν έγινε καμία αναφορά στο LRS σχετικά με την βλάβη, τα ληφθέντα μέτρα ή τις αποπειραθείσες επισκευές, κατά παραβίαση των κανόνων και κανονισμών του LRS. mm) Τον Νοέμβριο 2005, το πλοίο βρισκόταν σε τέτοιες συνθήκες που όταν αντλείτο ή εισαγόταν νερό σε μία από τις δεξαμενές διπυθμένων στην δεξιά πλευρά, η επόμενη δεξαμενή διπυθμένων πρύμνηθεν στην δεξιά πλευρά του πλοίου γέμιζε επίσης με νερό (Ο Εναγόμενος ισχυρίζεται ότι πρόκειται είτε για την δεξαμενή αριθ. 5 η οποία ήταν κοινή με την δεξαμενή αριθ. 7 είτε για την δεξαμενή αριθ. 7 η οποία ήταν κοινή με την δεξαμενή αριθ. 9). Ωστόσο, το ελάττωμα αυτό δεν αναφέρθηκε στο LRS, κατά παραβίαση των κανόνων και κανονισμών του LRS. n) Το μπλοκ κινητήρα που υπέστη βλάβη αντικαταστάθηκε στο ναυπηγείο Cosco Zhousan Shipyard μεταξύ της 2ης Δεκεμβρίου 2005 και της 21ης Ιανουαρίου …, χρησιμοποιώντας ένα επισκευασμένο μπλοκ το οποίο τοποθετήθηκε στο πλοίο τον Ιούλιο 2005. Ενώ το πλοίο βρισκόταν στο ναυπηγείο ενσωματώθηκαν πλάκες πρόσθετου χάλυβα για την αντικατάσταση των ενισχυτικών πλακών στο μπροστινό άκρο του κυρίου καταστρώματος και πραγματοποιήθηκαν δομικές επισκευές χάλυβα στις χοάνες στις δεξαμενές διπυθμένων του πλοίου. i) Κατά τη διάρκεια των εργασιών, ο λοστρόμος και ειδικευμένος ναυτικός Vasquez εντόπισε ευρεία ρωγμή 1 cm στο διάφραγμα της δεξαμενής διπυθμένων πίσω από την αποθήκη φορτίου αριθ. 7, ενώ υπήρχαν διάφορες ρωγμές παρόμοιου τύπου στο διάφραγμα. Όταν ο λοστρόμος και ειδικευμένος ναυτικός έλεγξε τις ρωγμές χτυπώντας την επικάλυψη του διαφράγματος με ένα σφυρί, τούτο διαπέρασε την κατασκευή σε πολλά σημεία. Όταν ο λοστρόμος και ειδικευμένος ναυτικός χρησιμοποίησε απόξεστρο για να απομακρύνει την σκουριά, σε μερικά σημεία το απόξεστρο διαπερνούσε και έφτανε μέχρι την γειτονική δεξαμενή. Τα ζητήματα αυτά αναφέρθηκαν στον Υποπλοίαρχο και έπειτα επιθεωρήθηκαν οι βλάβες από τον επιθεωρητή πλοίου της Ενάγουσας κ Σ.. Ο κ Σ.ς επίσης επιθεώρησε και τις υπόλοιπες δεξαμενές διπυθμένων με την συνοδεία δύο μονταδόρων από τις Φιλιππίνες και διαπιστώθηκε ότι ευρίσκονται σε εξίσου άσχημη κατάσταση. ii) Μετά την επιθεώρηση των δεξαμενών, οι εργάτες του ναυπηγείου άνοιξαν τα κεκλιμένα ελάσματα στις αποθήκες φορτίου 2 και 9, προκειμένου να αποκτήσουν άμεση πρόσβαση στις δεξαμενές διπυθμένων και των πλευρικών δεξαμενών. Πραγματοποιήθηκαν ουσιαστικές εργασίες στην μεταλλική κατασκευή των δεξαμενών διπυθμένων πίσω από τις αποθήκες φορτίου αριθ. 2 και 9, συμπεριλαμβανόμενης κατεργασίας εν θερμώ απομάκρυνσης του παλιού χάλυβα που είχε κοπεί και της ενσωμάτωσης νέου χάλυβα. Όταν ολοκληρώθηκαν οι εργασίες, τοποθετήθηκαν πλάκες ενσωμάτωσης χάλυβα για το σφράγισμα των ανοιγμάτων που είχαν δημιουργηθεί για την πρόσβαση. Σε μερικές περιπτώσεις, είχε καταστεί αναγκαίο να κοπούν μεγαλύτερα ανοίγματα για την πρόσβαση σε μεταλλική κατασκευή σημαντικού πάγους για την εισαγωγή των πλακών, καθώς ο χάλυβας του πλοίου ήταν υπερβολικά λεπτός. Οι πλάκες συγκολλήθηκαν επιτόπου μόνο από μία πλευρά (την πλευρά της αποθήκης φορτίου). iii) Οι δεξαμενές διπυθμένων έπειτα γεμίστηκαν με νερό και δοκιμάστηκε η υδατοστεγανότητά τους. Εντοπίστηκε διαρροή σε όλα τα επιθέματα (με χειρότερη την περίπτωση της αποθήκης φορτίου αριθ. 6 στην δεξιά πλευρά του πλοίου). Εκτελέσθηκαν συμπληρωματικές εργασίες συγκόλλησης (από τους μονταδόρους του πλοίου) και δοκιμάστηκαν εκ νέου οι δεξαμενές. Υφίστατο περαιτέρω διαρροές με την μορφή της στάγδην διαρροής. Το κοινό διάφραγμα, στο οποίο γίνεται αναφορά στην παράγραφο mm, δοκιμάστηκε με την πλήρωση μίας εκ των δεξαμενών και αφήνοντας άδεια την γειτονική δεξαμενή. Βρέθηκε ότι ακόμα περνούσε νερό από το επιδιορθωμένο διάφραγμα. Η ανθρωποθυρίδα στο άνω άκρο της δεξαμενής στην περιοχή της δεξαμενής αυτής ανοίχτηκε και ελέγχθηκε από τον ειδικευμένο ναυτικό (ΑΒ) και μερικούς Κινέζους εργάτες του ναυπηγείου.  Ανακάλυψαν ότι είχε ανοίξει μια νέα ρωγμή στην ίδια ευρύτερη περιοχή με τις προηγουμένως εντοπισθείσες ρωγμές. Η πλάκα ξανακόπηκε και εκτελέστηκε κατεργασία εν θερμώ εντός της δεξαμενής, η οποία έπειτα ξανασφραγίστηκε. iv) Πραγματοποιήθηκε οριζόντια συγκόλληση κατά πλάτος μίας εκ των αποθηκών φορτίων από την αριστερή έως την δεξιά πλευρά του πλοίου, περνώντας από του πάνω μέρος του κεκλιμένου stool μέχρι την ένωσή του με το κάθετο κυματοειδές διάφραγμα της αποθήκης φορτίου. Η επισκευή εκτελέσθηκε στο μπροστινό άκρο μίας εκ των αποθηκών φορτίων, πιθανότατα της υπ’ αριθ. 5. Η συγκόλληση έγινε πάνω στην ήδη υπάρχουσα χωρίς προσυγκολλητική κοπή. v) Επίσης έγιναν εργασίες γενικής επισκευής στο κουζινέτο σταυρού αριθ. 5 για έλεγχο τυχόν βλαβών. Ούτε οι βλάβες ούτε οι απαιτούμενες εκτελεσθείσες επισκευές δεν κοινοποιήθηκαν στο LRS, κατά παραβίαση των κανόνων και κανονισμών του LRS. nn) Αφού το πλοίο αποχώρησε από το ναυπηγείο και αγκυροβόλησε, υπήρχαν ακόμα διαρροές από τις δεξαμενές στις αποθήκες φορτίου λόγω των συγκολλήσεων μέσω των ένθετων πλακών. Ενώ ήταν αγκυροβολημένο, το πλοίο έχασε την αριστερή του άγκυρα και παρέμεινε αγκυροβολημένο για μερικές ημέρες μέχρι να βρεθεί η χαμένη άγκυρα. Ενώ το πλοίο ήταν αγκυροβολημένο, το προσωπικό του ναυπηγείου πραγματοποίησε περαιτέρω επισκευές συγκόλλησης στην ραφή συγκολλήσεως των ένθετων πλακών στις κεκλιμένες πλευρικές δεξαμενές εντός των αποθηκών φορτίου. Ωστόσο, δεν πραγματοποιήθηκαν επισκευές στα ανοίγματα διαρροών στις πλευρικές υπό το κατάστρωμα δεξαμενές. Κατά του διάρκεια του θαλάσσιου πλου από την Κίνα έως την Σιγκαπούρη, όλες οι αποθήκες φορτίου με εξαίρεση την αποθήκη αριθ. 1 υπέστησαν διαρροές από τις δεξαμενές διπυθμένων εντός των αποθηκών φορτίων, μέσα από τις νέες συγκολλήσεις στις πλάκες και τις συγκολλήσεις στις πλευρικές υπό το κατάστρωμα δεξαμενές. Ούτε οι βλάβες ούτε οι σχετικές επισκευές αναφέρθηκαν στο LRS. κατά παραβίαση των κανόνων και κανονισμών του LRS. nm) Προς υποστήριξη των ισχυρισμών που αναπτύσσονται στις υποπαραγράφους m)i)n) και n)i) ότι δηλαδή οι δεξαμενές διπυθμένων του … ήταν σε σοβαρά επιδεινωμένη κατάσταση, οι Εναγόμενοι βασίζονται στην παρόμοια κατάσταση των δεξαμενών διπυθμένων του … Τ. Το τελευταίο είναι ένα πλοίο της ίδιας παλαιότητας, τύπου και κατασκευής και έχει χρησιμοποιηθεί, διατηρηθεί και έχει αποτελέσει αντικείμενο διαχείρισης από τους ίδιους δικαιούχους και διαχείριση. Κατά τη διάρκεια επιθεωρήσεων το Μάρτιο και τον Απρίλιο 2007, εντοπίστηκε ότι τα διπύθμενα του … T είχαν υποστεί μακροχρόνια διάβρωση και συνεπεία αυτού σοβαρές απώλειες, ρωγμές και οπές στην χαλυβοκατασκευή των εν λόγω δεξαμενών. ο) Την 30ή Ιανουαρίου …, αποκαταστάθηκε βλάβη στον αγωγό παροχής λιπαντικού ελαίου στο κουζινέτο σταυρού αριθ.10, ενώ επίσης αποκαταστάθηκε η σταυροειδής κεφαλή πείρου του βασικού κινητήρα. Το πλοίο συνέχισε τον πλου του με προορισμό την Σιγκαπούρη με μια κινητήρια μονάδα του απομονωμένη. Το πλοίο επισκευάστηκε στην Σιγκαπούρη, όπου και παρέμεινε 22 ημέρες. Απεστάλη ένα νέα κουζινέτο σταυρού στο ναυπηγείο για να αντικαταστήσει το παλαιό φθαρμένο. Ενώ βρισκόταν στο ναυπηγείο, επίσης πραγματοποιήθηκαν επισκευές στην περιοχή των δεξαμενών διπυθμένων του πλοίου. Επίσης, στη Σιγκαπούρη το πλοίο φόρτωσε περισσότερα μπουκάλια οξυασετυλίνης. Το πλοίο παρουσίαζε ακόμη «στάγδην διαρροή» μέσω των δεξαμενών διπυθμένων. Οι δεξαμενές διπυθμένων 8 και 9 καθώς και οι πλευρικές υπό το κατάστρωμα δεξαμενές κρατήθηκαν κάτω από το επίπεδο των ένθετων πλακών χάλυβα για την αποφυγή διαρροών εντός της αποθήκης φορτίου. Ούτε η βλάβη ούτε οι σχετικές απαιτούμενες επισκευές αναφέρθηκαν στο LRS, κατά παραβίαση των κανόνων και των κανονισμών LRS. p) Περαιτέρω, καθίσταται εμφανές από τα εκτιθέμενα στις υποπαραγράφους a) έως ο) ότι προ της σύναψης του Ασφαλιστηρίου, η Ενάγουσα και/ή τα διοικητικά στελέχη του … είχαν ως επιχειρηματική πρακτική τους, πρώτον, να μην ενημερώνουν το LRS σχετικά με ζητήματα, τα οποία οι Ενάγοντες ή τα διοικητικά στελέχη γνώριζαν, ενώ όφειλαν να το κάνουν και δεύτερον, να πραγματοποιούν επισκευές χωρίς να τηρούν τους κανόνες και τους κανονισμούς του LRS. 6. Προς υποστήριξη του ισχυρισμού ότι η Ενάγουσα γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει κατά την συνήθη πορεία της επιχειρηματικής δραστηριότητας, τα ζητήματα που αναπτύσσονται στην ως άνω παράγραφο 5, οι Εναγόμενοι επικαλούνται τα ακόλουθα περιστατικά: a) Ο διευθυντής της Ενάγουσας είναι ο κ. Τ. Είναι ναυπηγός μηχανικός. Έχει λάβει πολλές εκθέσεις, αποσταλείσες άμεσα σ’ αυτόν, από επιθεωρητές που επισκέπτονταν το πλοίο και ετοίμαζαν αναφορές σχετικά με επισκευές, καθώς και από τον τεχνικό διευθυντή. b) Η ενάγουσα και/τα διοικητικά στελέχη του πλοίου προσέλαβαν έναν τεχνικό διευθυντή, ο οποίος ήταν εξ ολοκλήρου υπεύθυνος για τις τεχνικές συνθήκες στις οποίες βρισκόταν το πλοίο και άλλα πλοία του ίδιου στόλου. Ο τεχνικός διευθυντής επίσης έλαβε εκθέσεις από τον πλοίαρχο και τους επιθεωρητές του πλοίου σχετικά με την κατάσταση στην οποία βρισκόταν και την πρόοδο των εργασιών τυχόν επισκευών επί του πλοίου. Επιπλέον, ο τεχνικός διευθυντής ήταν εξάλλου παρών σε διάφορες επισκευές του πλοίου, εποπτεύοντας τις εργασίες. c) Η Ενάγουσα διόρισε επιθεωρητές, οι οποίοι θα χειρίζονταν τεχνικά ζητήματα σε σχέση με το πλοίο. Εκείνοι έλαβαν εκθέσεις από το πλήρωμα σχετικά με την τεχνική κατάσταση στην οποία βρισκόταν το πλοίο και ενέκρινε όλες τις σχετικές επισκευές. Ένας εξ αυτών (τον οποίο δεν μπορούν να προσδιορίσουν οι Εναγόμενοι, αλλά πιστεύουν ότι πρόκειται για τον κ. Στούμπο) βρισκόταν στο πλοίο στην Σιγκαπούρη τον Νοέμβριο 2005 και παρέμεινε επί του πλοίο μέχρι την απογώρηση του από το ναυπηγείο Cosco στο ZhouShan στην Κίνα. Ακόμα ένας επιθεωρητής του πλοίου, ο κ Σ.ς βρισκόταν επί του πλοίου ενώ αυτό ήταν στο ίδιο ναυπηγείο. Δύο επιθεωρητές της Ενάγουσας βρισκόντουσαν στο πλοίο στην Σιγκαπούρη τον Φεβρουάριο …. d) Σύμφωνα με τη ρήτρα 4 του κώδικα ISM (Διεθνής κώδικας διαχείρισης της ασφάλειας), η Ενάγουσα διόρισε έναν Αντιπρόσωπο επί Ξηράς, ο οποίος είναι ο υπεύθυνος για τη διασφάλιση της ασφαλούς λειτουργίας του πλοίου και για τη διασύνδεση μεταξύ της Ενάγουσας και/ή των Διοικητικών Στελεχών και των εργαζόμενων επί του πλοίου. Το άτομο αυτό είχε άμεση πρόσβαση στα υψηλότερα κλιμάκια της διοίκησης. ε) Η γνώση του κ. Τ., του τεχνικού διευθυντή, των επιθεωρητών και του Αντιπροσώπου επί Ξηράς καταλογίζεται στην Ενάγουσα σύμφωνα με τα κεφάλαια 17 έως 20 της Νόμου περί Θαλάσσιας Ασφάλισης 1906 (Marine Insurance Act 1906). f) Οι εκτελεσθείσες επισκευές κατά τη διάρκεια της ειδικής επιθεώρησης, όπως αναπτύσσονται αυτές στην ως άνω παράγραφο 5b), περιγράφονται στο λογαριασμό επί των επισκευών που παρέδωσε το ναυπηγείο Wenchong Shipyard στον Ενάγοντα και/ή τα διοικητικά στελέχη του …. Συνεπάγεται λοιπόν ότι τόσο οι επισκευές όσο και οι αντίστοιχες δαπάνες προεγκρίθηκαν από τον Ενάγοντα και/ή τα διοικητικά στελέχη, οι οποίοι ήταν πλήρως ενήμεροι σχετικά με τις αποκατασταθείσες βλάβες, καθώς επίσης και την φύση και το κόστος των επισκευών. g) Καθίσταται πρόδηλο από την αλληλογραφία μεταξύ του Πλοιάρχου και των διοικητικών στελεχών, όπως αυτές αναφέρονται στις παραγράφους 5g) έως i), ότι μολονότι τα διοικητικά στελέχη είχαν πλήρη εκτίμηση της κατάστασης του … (όπως περιγράφεται εκεί), εντούτοις ζήτησαν στον Πλοίαρχο να στείλει παραπλανητικά μηνύματα σχετικά με το ζήτημα και παρέλειψαν να αναφέρουν τις βλάβες στο LRS. h) Όταν οι επιζήσαντες του … μεταφέρθηκαν στο Durban, ο κ. Δ. και ένας άλλος εκπρόσωπος της Ενάγουσας (ο οποίος συστήθηκε ως ναυπηγός της Ενάγουσας) ενημέρωσαν τους επιζήσαντες ότι κατά την ανάκριση έπρεπε να πουν ότι το πλοίο βρισκόταν σε καλή κατάσταση και ότι δεν υφίστατο κανένα πρόβλημα. Την επόμενη ημέρα, ο ναυπηγός ειδοποίησε τον λοστρόμο να μην αναφέρει τίποτα σχετικά με τις επισκευές στην μεταλλική κατασκευή που πραγματοποιήθηκαν στην Κίνα ούτε σχετικά με τις διαρροές στις δεξαμενές. Συμπεραίνεται ότι οι εν λόγω οδηγίες τους δόθηκαν, διότι ο κ. Δ. και οι λοιποί εκπρόσωποι γνώριζαν ότι το πλοίο δεν βρισκόταν σε καλή κατάσταση και πίστευαν ότι οι επιζήσαντες θα μπορούσαν να το βεβαιώσουν, αν δεν τους έδιναν οδηγίες να μην το κάνουν. i) Οι Εναγόμενοι επικαλούνται περαιτέρω τα δυσμενή συμπεράσματα που συνάγονται (τόσο ως προς την κατάσταση του πλοίου όσο και ως προς την γνώση περί αυτού των υπεύθυνων προσώπων στο πλαίσιο της ενάγουσας εταιρείας) από το γεγονός ότι η Ενάγουσα κατέστρεψε τα ηλεκτρονικά αρχεία κατά την έναρξη της παρούσας δίκης. Οι δικηγόροι της Ενάγουσας δήλωσαν στην από 13η Φεβρουάριου 2007 επιστολή τους ότι ο σκληρός δίσκος του υπολογιστικού συστήματος της Ενάγουσας πετάχθηκε στα απορρίμματα λίγο μετά την 11η Ιανουαρίου 2007 (με αποτέλεσμα να μη γνωστοποιηθούν τα ηλεκτρονικά έγγραφα που ήταν αποθηκευμένα στον σκληρό δίσκο). Η Ενάγουσα πέταξε το σκληρό δίσκο μετά την έναρξη της δίκης και παρά το γεγονός ότι είχε προειδοποιηθεί σχετικά με την υποχρέωσή της περί διατήρησης των εγγράφων (όπως επιβεβαιώθηκε από το δικηγόρο της Ενάγουσας ενώπιον του Δικαστηρίου την 26η Ιανουαρίου 2007). Συμπεραίνεται λοιπόν ότι ο Ενάγων παρέλειψε να διατηρήσει ή να επιδείξει τον σκληρό δίσκο για την διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης για τον λόγο ότι τα ηλεκτρονικά έγγραφα που περιείχε επιβαρύνουν την θέση της Ενάγουσας. 7. Κάθε ένα από τα περιστατικά της παραγράφου 5 έχουν ουσιώδη χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι θα είχαν επηρεάσει την κρίση ενός συνετού ασφαλιστή στον καθορισμό του ασφαλίστρου ή στην απόφαση περί λήψης του κινδύνου, άλλως, σωρευτικά, όλα τα περιστατικά (ή εκείνα που οι Εναγόμενοι κρίνουν ότι γνώριζε ή έπρεπε να γνωρίζει η Ενάγουσα), έχουν ουσιώδη χαρακτήρα. 8. Κατά παραβίαση του καθήκοντος καλής πίστης, η Ενάγουσα παρέλειψε να κοινοποιήσει τα περιστατικά της παραγράφου 5 (ή οποιοδήποτε εξ αυτών) στους Εναγόμενους (ή σε οποιοδήποτε εξ αυτών) πριν από την σύναψη της σύμβασης ασφάλισης που περιέχεται στο Ασφαλιστήριο. 9. Έκαστος των Εναγόμενων πείσθηκε να υπογράψει το Ασφαλιστήριο υπό τους όρους με τους οποίους πράγματι υπεγράφη λόγω της μη γνωστοποίησης έκαστου εκ των περιστατικών που αναφέρονται στην παράγραφο 5. 10. Με βάση τα προεκτεθέντα, οι εναγόμενοι (και έκαστος εξ αυτών) είχαν δικαίωμα καταγγελίας του Ασφαλιστηρίου ab initio (ως προς το σκέλος του …), το οποίο και έκαναν με την από 18ης Οκτωβρίου … επιστολή τους. Τα λοιπά Σημεία Υπεράσπισης ισχύουν με την επιφύλαξη της καταγγελίας αυτής. Προς αποφυγήν τυχόν αμφιβολιών, οι Εναγόμενοι δεν κατήγγειλαν την ασφάλιση των λοιπών πλοίων της ίδιας διοίκησης με το …, σε σχέση με την οποία οι Εναγόμενοι επιφυλάσσονται παντός δικαιώματος. 11. Η παράγραφος 3 γίνεται δεκτή: a) Η παράγραφος 6.2 του Institute Time Clauses – Hulls [CL 280] συνεχίζει ως εξής: «υπό τον όρο ότι η εν λόγω απώλεια ή ζημία δεν έχει προκόψει από έλλειψη επιμέλειας του Ασφαλισμένου, των Ιδιοκτητών ή των Διοικητικών Στελεχών». b) Η παράγραφος 3 του Institute Additional Perils Clauses – Hulls [CL294] ορίζει: «Η κάλυψη που προσφέρεται με την Ρήτρα 1 υπόκειται […] στον όρο ότι η απώλεια ή ζημία δεν έχει προκληθεί από έλλειψη επιμέλειας του Ασφαλισμένου, Ιδιοκτητών ή Διοικητικών Στελεχών. Δεν λογίζονται ως Ιδιοκτήτες υπό την έννοια της παρούσας ρήτρας οι Αξιωματικοί ή Πλοηγοί που κατέχουν μερίδιο επί του Πλοίου.» 11Α. Περαιτέρω, συνάγεται έμμεσα από το Ασφαλιστήριο ότι η χρήση οποιουδήποτε απατηλού μέσου προς υποστήριξη τυχόν απαιτήσεων επιφέρει την έκπτωση από το εν λόγω δικαίωμα απαίτησης (άλλως, το Ασφαλιστήριο υπόκειται σε νομοθεσία διεπόμενη από το ίδιο πνεύμα). 12. Ως προς την παράγραφο 4: a) Γίνεται δεκτό ότι περί τις 21:00 τοπική ώρα πλοίου την 3η Μαίου        … το … βυθίστηκε σε απόσταση περίπου 300 μιλίων νοτιανατολικά του Port Alfred στην Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής. b) Το πλοίο βυθίστηκε υπό ευνοϊκές καιρικές συνθήκες, με μέγιστο ύψος κύματος τα 3 με 3½ μέτρα, συνθήκες εξάλλου που ήταν αναμενόμενες για τη ώρα και την γεωγραφική θέση του …. c) Βάσει των ανωτέρω, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι το … απωλέσθη εξαιτίας καλυπτόμενου κινδύνου. d) Οι Εναγόμενοι απαντούν στους ισχυρισμούς της παραγράφου 4 (των προτάσεων) με την ακόλουθη παράγραφο 13. Σχετικά με τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στα στοιχεία της Αξίωσης και σύμφωνα με την παράγραφο 4, οι Εναγόμενοι δεν έχουν άμεση γνώση ως προς τις συνθήκες του ατυχήματος και απαιτούν από την Ενάγουσα να αποδείξει το ίδιο. Με την επιφύλαξη της εν λόγω υποχρέωσης, παρασχέθηκαν στους Εναγόμενους αναφορές από επιζώντα μέλη του πληρώματος οι οποίοι ισχυρίζονται τα εξής: (ai) Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού στη Βραζιλία οι ένθετοι συγκολλημένοι αρμοί στα αμπάρια με αρ. 2. 3. 4, 8 και 9 άρχισαν να εμφανίζουν μεγαλύτερη διαρροή (με το αμπάρι με αρ. 3 να εμφανίζει τη μεγαλύτερη). Τα αμπάρια αδειάζονταν από το νερό κατά διαστήματα. Περίπου 3-5 μέρες πριν το πλοίο φτάσει στη Βραζιλία, η στάθμη του νερού σε καθεμιά από τις διπύθμενες δεξαμενές μειώθηκε σε επίπεδο χαμηλότερο από το ύψος των ένθετων αρμών έτσι ώστε οι εφαρμοστές μηχανικοί του πλοίου να συγκολλήσουν τα σημεία διαρροής. (aii)           Μετά την αναχώρηση του πλοίου από τη Βραζιλία, βρέθηκε νερό στη διπύθμενη δεξαμενή με αρ.8 και στις δεξαμενές με αρ. 2 και 3 oι οποίες έπρεπε να αδειάζονται από νερό κάθε δεύτερη μέρα. a) Ένας δυνατός θόρυβος ακούστηκε λίγο πριν τις 8:00 στις 3 Μαϊου … και το πλοίο ταρακουνήθηκε. b) Στη συνέχεια, λίγο μετά παρατηρήθηκε υπερχείλιση του νερού από τον εξαεριστήρα της διπύθμενης δεξαμενής με αρ. 8 στην αριστερή πλευρά του πλοίου στην περιοχή του αμπαριού με αρ. 7 που δεχόταν πίεση. c) Γύρω στις            8.20, ακούστηκε/έγινε ορατή αέρας/ομίχλη που διέφυγε από τα καλύμματα των στομίων του αμπαριού με αρ. 6, ενώ παρατηρήθηκε να φυσάει αέρας από την είσοδο του αμπαριού με αρ. 7 (αν και όχι τόσο δυνατά όσο στο αμπάρι με αρ. 6 και δεν παρατηρήθηκε καμιά ομίχλη). Ο λοστρόμος ανέφερε ότι άκουσε νερό να τρέχει από την αριστερή πλευρά του αμπαριού με αρ. 7 κάτω από το φορτίο. Ο λοστρόμος επίσης ανέφερε ότι η βυθομέτρηση της διπύθμενης δεξαμενής με αρ. 8 έδειξε ότι το βάθος ήταν περίπου 19 μέτρα. d) Στις 10:00 πμ, αναφέρθηκε ότι το Αμπάρι 6 είχε πλημμυρίσει μέχρι το ύψος της στάθμης της θάλασσας έξω από το πλοίο και το πλοίο έκλινε προς τα αριστερά. e) Γύρω στις 13:00/14:00, το αμπάρι με αρ. 7 είχε πλημμυρίσει στο ύψος της στάθμης της θάλασσας έξω από το πλοίο. f) Γύρω στις         15:00, ο λοστρόμος ανέφερε ότι άκουσε τον ήχο του νερού που έτρεχε και πάφλαζε στο αμπάρι με αρ. 5 και σχημάτισε την εντύπωση ότι ο θόρυβος προερχόταν από το εγκάρσιο υδατοστεγές διάφραγμα ανάμεσα στα αμπάρια με αρ. 5 και 6. (g) Λίγο πριν τις 18:00, οι μηχανές του πλοίου δεν λειτουργούσαν επαρκώς λόγω προβλήματος που παρουσιάστηκε στο πηδάλιο του πλοίου. (h) Γύρω στις 21:00, ο ηλεκτρολόγος ανέφερε ότι άκουσε μια σειρά σύντομων, κοφτών, εκκωφαντικών θορύβων που διαδέχτηκαν ο ένας τον άλλον ταχύτατα σε λιγότερο από 10 δευτερόλεπτα, και την οποία ακολούθησε ένας τρομακτικός ήχος και είδε το μπροστινό μέρος του πλοίου, ξεκινώντας από το μέσο του, να προεξέχει από το νερό. Είναι παραδεκτό ότι το πλοίο βυθίστηκε γύρω στις 21:00, ότι χάθηκαν είκοσι έξι μέλη του πληρώματος και εφτά επέζησαν. 14. Η παράγραφος 5 απορρίπτεται: (a) Το ατύχημα του πλοίου δεν προκλήθηκε άμεσα από τον κίνδυνο της θάλασσας. Μετά την αναχώρηση από το λιμάνι Punta Maderia, το ταξίδι του … έγινε με καλές καιρικές συνθήκες στον Ατλαντικό με φουσκοθαλασσιές ύψους 1½  με 2 μέτρων, φτάνοντας και τα 2½ με 3 μέτρα μια ημέρα πριν το ατύχημα, ενώ το μέγιστο ύψος του έφτασε τα 3 με 3½ μέτρα το πρωινό του ατυχήματος. (b) Υπό αυτές τις συνθήκες, το … ήταν απλώς εκτεθειμένο στη φυσιολογική δράση του ανέμου και των κυμάτων και όχι στον κίνδυνο της θάλασσας. To … ήταν ένα Capesize πλοίο ειδικά σχεδιασμένο για να πραγματοποιεί μακρινά ταξίδια στους νότιους ωκεανούς υπό συνθήκες πολύ χειρότερες από αυτές που επικρατούσαν. (c) Για τον ίδιο λόγο, το ατύχημα του πλοίου δεν ήταν ατύχημα: η οποιαδήποτε επίπτωση των συνθηκών της θάλασσας και του καιρού που επικρατούσαν ήταν στα φυσιολογικά πλαίσια μιας φυσικής αιτίας (ή φυσικών αιτιών) και δεν ήταν ένα τυχαίο και απρόσμενο γεγονός. (d) Η Ενάγουσα υποχρεούται να αποδείξει ότι το … χάθηκε εξαιτίας ελαττώματος στο σκάφος και στο μηχανολογικό εξοπλισμό του πλοίου όπως επικαλείται. Απορρίπτεται ο ισχυρισμός ότι οποιοδήποτε τέτοιο ελάττωμα ήταν αφανές. Αν το πλοίο υπέστη ρωγμές ή βλάβες όπως αναφέρεται και αυτές είναι που προκάλεσαν το ατύχημα του …, τότε τα εν λόγω ελαττώματα θα αποκαλύπτονταν σε έναν σχολαστικό έλεγχο. Οι Εναγόμενοι θα επικαλεστούν τα ζητήματα που αναφέρθηκαν στην παράγραφο 15 παρακάτω. (e) Επιπλέον, εφόσον η Ενάγουσα μπορεί να αποδείξει ότι ο … ναυάγησε συνεπεία είτε ατυχήματος είτε αφανούς ελαττώματος, τότε το ατύχημα του πλοίου ήταν αποτέλεσμα της έλλειψης επίδειξης επιμέλειας από την πλευρά της Ενάγουσας ή των διαχειριστών του πλοίου στα πλαίσια της έννοιας της Ρήτρας 6.2 των χρονικών ρητρών του Ινστιτούτου για τα Σκάφη και της Ρήτρας 3 σχετικά με τους πρόσθετους κινδύνους του Ινστιτούτου. 15. Αν το … ναυάγησε εξαιτίας των ρωγμών ή των ελαττωμάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 5(2) έως (4) των Στοιχείων της Αξίωσης, αιτία που απορρίπτεται, τότε τα εν λόγω ελαττώματα ήταν ελαττώματα τα οποία θα αποκαλύπτονταν σε έναν σχολαστικό έλεγχο ή/και προέκυψαν ως αποτέλεσμα της έλλειψης επίδειξης επιμέλειας από την Ενάγουσα ή τους διαχειριστές του πλοίου. (α) Λόγω των ρωγμών στα κεκλιμένα ελάσματα, στα διαφράγματα και στις δύο πλευρές των δεξαμενών που αναφέρονται στις παραγράφους 5(a) έως (c), (f), (i), (j), (k) (mm), (n), (nn) και (ο) και 13(a) παραπάνω και των ανεπαρκών επισκευών στα ίδια σημεία, η Ενάγουσα και οι Ιδιοκτήτες του πλοίου γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν για την ελαττωματική κατάσταση των διαφραγμάτων του πλοίου ή ότι υπήρχε σοβαρός κίνδυνος ελαττωματικότητας των διαφραγμάτων. Επιπλέον, λόγω των ετήσιων ελέγχων των διπύθμενων δεξαμενών με αρ. 4 έως 9, 10 και 11 των δεξαμενών της άνω πλευράς με αρ. 13 έως 14 και 17 έως 18 των στεγανών με αρ. 2 έως 8, των αμπαριών του φορτίου με αρ. 1 και 3 έως 6 και πρόφραγμα με αρ. 1 έως 3, οι οποίοι έλαβαν χώρα μεταξύ του Δεκεμβρίου του 2005 και του Μαρτίου του …, η Ενάγουσα και οι Διαχειριστές γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν για την ελαττωματική κατάσταση των διαφραγμάτων του πλοίου ή ότι υπήρχε σοβαρός κίνδυνος ελαττωματικότητας των διαφραγμάτων. Η Ενάγουσα και οι ιδιοκτήτες του πλοίου γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν κατά την συνήθη πορεία της επιχειρηματικής δραστηριότητας ότι υπό αυτές τις συνθήκες υπήρχε αξιόλογος κίνδυνος απώλειας της συνολικής δομικής ακεραιότητας στην περιοχή του αμπαριού με αρ. 6. (b) Υπό αυτές τις συνθήκες, αν η Ενάγουσα ή οι διαχειριστές είχαν επιδείξει επιμέλεια ή/και είχαν διεξάγει έναν ευλόγως προσεκτικό έλεγχο, η Ενάγουσα ή οι διαχειριστές θα είχαν διενεργήσει έλεγχο του διαμήκους επιπέδου του πυθμένα, του ελάσματος του πυθμένα και των πλευρικών ελασμάτων του περιβλήματος, συγκεκριμένα στην περιοχή του αμπαριού με αρ. 6 και θα είχαν εντοπίσει οποιαδήποτε ρωγμή ή αδυναμία στο εσωτερικό του πριν την αναχώρηση του πλοίου από τη Βραζιλία. 16. Επικουρικά, η (εναλλακτικώς υπό α) γενεσιουργός αιτία του ατυχήματος του … αποτέλεσε η κατάσταση του πλοίου το οποίο, ενώ δεν ήταν αξιόπλοο, βρέθηκε στη θάλασσα στις 13 Απριλίου …. Η Ενάγουσα γνώριζε, επικουρικά εθελοτυφλούσε, για την έλλειψη αξιοπλοΐας του πλοίου. Όπως αναφέρεται στο προοίμιο του παρόντος, ο ασφαλιστής δεν είναι υπόλογος για κανένα ατύχημα που αποδίδεται στην έλλειψη αξιοπλοΐας εξαιτίας του Άρθρου 39(5) του Νόμου περί Ναυτασφάλισης του 1906. ΣΤΟΙΧΕΙΑ (a) Η παραπάνω παράγραφος 15(a) επαναλαμβάνεται. Το αποτέλεσμα των εν λόγω ρωγμών και των ανεπαρκών επισκευών ήταν να καταστήσουν το … μη αξιόπλοο. (b) Η έλλειψη αξιοπλοΐας ήταν η γενεσιουργός αιτία που προκάλεσε το ατύχημα του …. Η πιο πιθανή αιτία για το ατύχημα του … είναι η μειωμένη αντοχή των εγκαρσίων διαφραγμάτων ανάμεσα στα αμπάρια 6/7 και 5/6) τα οποία είχαν πλημμελώς επισκευαστεί. Η αδυναμία δομικής στήριξης του αμπαριού αρ. 6 είναι πιθανό να προκάλεσε την αποκόλληση των διαφραγμάτων από την πλευρικά ελάσματα του περιβλήματος, αφήνοντας έτσι τα πλευρικά ελάσματα του περιβλήματος χωρίς στήριξη. Αποτέλεσμα της αστοχίας της δομικής στήριξης των πλευρικών ελασμάτων του περιβλήματος ήταν η θραύση στα πλευρικά ελάσματα κατά τη λειτουργία, που προκάλεσε την εισροή του θαλασσινού νερού στο αμπάρι με αρ. 6. (c) Επικουρικά, τα ελαττώματα των διαφραγμάτων μεταξύ των αμπαριλων 6/7 και 5/6, επέτρεψε τη μετέπειτα ροή νερού μεταξύ των αμπαριών του πλοίου, που ήταν από μόνη της γενεσιουργός αιτία για το ναυάγιο του …. (d) Για τους λόγους που περιγράφονται στην παράγραφο 6 παραπάνω, τα ελαττώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 15(a) ήταν γνωστά στον κ. Τ. ή/και στον τεχνικό διευθυντή του πλοίου, του οποίου οι γνώσεις καταλογίζονται στην Ενάγουσα για τους σκοπούς του άρθρου 39(5) του Νόμου περί Θαλάσσιας Ασφάλισης του 1906. (e) Στην απίθανη περίπτωση που η Ενάγουσα δεν έχει πραγματική γνώση των ελαττωμάτων που περιγράφονται στην παράγραφο 15(a) και αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να καταστήσουν το … μη αξιόπλοο, αυτό έγινε μόνο επειδή επέλεξαν να εθελοτυφλήσουν στα τελευταία υποπτευόμενοι ότι το πλοίο δεν ήταν αξιόπλοο και να μην ερευνήσουν σκόπιμα τα ελαττώματα που περιγράφονται στην παράγραφο 15(a) και την επάρκεια των επισκευών σε αυτό από φόβο μήπως επαληθεύονταν οι υποψίες τους. 17. Ενόψει των ανωτέρω, οι παράγραφοι 6 και 7 απορρίπτονται. Χρήση δόλιων μέσων 17α. Επικουρικά, στην απίθανη περίπτωση (την οποία αρνείται) που η Ενάγουσα θα είχε άλλως οποιαδήποτε αξ                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                    ίωση έναντι των Εναγομένων σύμφωνα με το Ασφαλιστήριο αναφορικά με το ατύχημα του …, οποιαδήποτε τέτοια αξίωση θα θεωρούνται αυτομάτως απορριφθείσα λόγω της χρήσης δόλιων μέσων από την πλευρά της Προσφεύγουσας προς επίρρωση της αξίωσής του: (a) Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, μετά τη μεταφορά των επιζώντων του … στο Ντέρμπαν (Durban), ο κ. Δ. και ένας άλλος εκπρόσωπος της Ενάγουσας (τον οποίο οι Εναγόμενοι δεν είναι σε θέση να αναγνωρίσουν, αλλά ο οποίος περιγράφει τον εαυτό του ως τον ναυπηγό της Ενάγουσας) ενημέρωσαν τους επιζώντες ότι όταν θα ανακρίνονταν, θα έπρεπε να ισχυριστούν ότι το πλοίο ήταν σε καλή κατάσταση και ότι δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα. Την επόμενη ημέρα, ο ναυπηγός ενημέρωσε τον λοστρόμο ότι να μην πουν τίποτα για τις χαλυβουργικές επισκευές οι οποίες είχαν διεξαχθεί στην Κίνα ή για τις διαρροές στις δεξαμενές. (b) Η συμπεριφορά του κ. Δ. και του ναυπηγού της Ενάγουσας καταλογίζεται στην Ενάγουσα λόγω του σιωπηρού όρου ή νομοθεσίας που σχετίζεται με τη χρήση δόλιων μέσων, επικουρικά η Ενάγουσα φέρει ευθύνη εξ υποκατάστασης για τη συμπεριφορά την οποία επέδειξαν αυτά τα άτομα όταν ενεργούσαν για λογαριασμό της Ενάγουσας για τον σκοπό της προτεινόμενης αξίωσης έναντι των Εναγομένων. (c) Επιπλέον, στις 6 Ιουνίου …, οι δικηγόροι της Προσφεύγουσας υπέβαλαν διάφορα αρχεία, τα αντίγραφα των οποίων εστάλησαν στους δικηγόρους των Εναγομένων για εξέταση στις 7 Ιουνίου …. Τα έγγραφα αυτά εστάλησαν ως απάντηση σε έγγραφο που εστάλη μέσω φαξ και έφερε ημερομηνία 17 Μαΐου …, στο οποίο οι δικηγόροι των Εναγομένων ζητούσαν συγκεκριμένα έγγραφα που θα τους επέτρεπαν να εξετάσουν την αξίωση. Τα έγγραφα που υποβλήθηκαν έφεραν τον τίτλο «Μηνιαία αναφορά για εργασίες συντήρησης καταστρωμάτων» και ημερομηνία 28 Φεβρουαρίου και 31 Μαρτίου … και στο καθένα από αυτά υπήρχε η υπογραφή του πλοιάρχου και του υποπλοιάρχου. Ωστόσο τα έγγραφα δεν υπογράφηκαν ανεξάρτητα από τον πλοίαρχο και υποπλοίαρχο, αλλά αντιθέτως οι υπογραφές ήταν αντίγραφα των ίδιων γνήσιων υπογραφών από το ίδιο γνήσιο έγγραφο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το ένα ή και τα δύο έγγραφα είναι πλαστογραφημένα. (d) Πρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η αντιγραφή της υπογραφής η των υπογραφών έγινε για τον σκοπό της υποστήριξης της αξίωσης της Ενάγουσας έναντι των Εναγομένων από άτομα που ήταν αρμόδια σε σχέση με την Ενάγουσα να ανταποκρίνονται στα αιτήματα των Εναγομένων για ενημέρωση στο πλαίσιο της αξίωσης σε μια προσπάθεια να πειστούν οι Εναγόμενοι ότι και οι δύο αναφορές αποτελούσαν γνήσια έγγραφα, τα οποία είχαν υπογραφεί ανεξάρτητα από τον πλοίαρχο και τον υποπλοίαρχο. (e) Οι γνήσιες εκδοχές των αναφορών με ημερομηνία 28 Φεβρουαρίου ή/και 31 Μαρτίου … (αν δημιουργήθηκαν όντως οι εν λόγω αναφορές) παραλήφθηκαν από τους Διαχειριστές μέσω κούριερ από το πλοίο. Τα έγγραφα τα οποία παρελήφθησαν από τον κούριερ εξετάστηκαν και διανεμήθηκαν από τον κ. Δ.. Ως εκ τούτου, οι γνήσιες εκδοχές των εν λόγω αναφορών (αν υπήρξαν) θα είχαν εξεταστεί από τον κ. Δ. πριν τη διανομή. Συνεπώς, ο κ. Δ. γνώριζε ότι το (τα) έγγραφο (α) που συντάχθηκαν προς επίρρωση της αξίωσης της Ενάγουσας ήταν πλαστογραφημένα ή/και ήταν συνένοχος στη δημιουργία της (των) πλαστογραφημένης (-ων) αναφοράς (-ών). (f) Οι μηνιαίες αναφορές συντήρησης με ημερομηνία 28 Φεβρουαρίου και 31 Μαρτίου … ήταν οι τελευταίες αναφορές που παραλήφθηκαν πριν το ατύχημα του πλοίου. Πρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι εν λόγω αναφορές θα είχαν εξεταστεί από το ανώτερο προσωπικό της Ενάγουσας ή/και των Διαχειριστών μετά το ατύχημα του πλοίου και ότι, ακολούθως, τα άτομα αυτά γνώριζαν πως τα έγγραφα που είχαν δημιουργηθεί προς επίρρωση της αξίωσης της Ενάγουσας ήταν πλαστογραφημένα. Επί του παρόντος, οι Εναγόμενοι δεν είναι σε θέση να αναγνωρίσουν τα άτομα εκείνα, αλλά διατηρούν το δικαίωμα να παράγουν περισσότερα στοιχεία εν ευθέτω χρόνω. (g) Η συμπεριφορά των ατόμων που αναφέρθηκαν στα εδάφια (e) και (f) καταλογίζεται στην Ενάγουσα λόγω του σιωπηρού όρου ή νομοθεσίας που σχετίζεται με τη χρήση δόλιων μέσων, επικουρικά η Ενάγουσα φέρει ευθύνη εξ υποκατάστασης για τη συμπεριφορά την οποία επέδειξαν αυτά τα άτομα όταν ενεργούσαν για λογαριασμό της Προσφεύγουσας για τον σκοπό της προτεινόμενης αξίωσης έναντι των Εναγόμενων. (h) Τα δόλια μέσα που αναφέρθηκαν παραπάνω στα εδάφια (a) έως (D ήταν ζητήματα τα οποία είχαν σκοπό να βελτιώσουν τη θέση της Ενάγουσας έναντι των Εναγόμενων και σε περίπτωση επιτυχίας της σκόπιμης εξαπάτησης, δηλαδή αν γινόταν πιστευτή, θα επέφερε ως αποτέλεσμα μια διόλου ασήμαντη βελτίωση των πιθανοτήτων υπέρ της Ενάγουσας (είτε τη σύναψη διακανονισμού είτε τη σύναψη συμφερότερου διακανονισμού είτε την επιδίκαση αξίωσης έναντι των Εναγομένων σε δίκη). 18. Με την εξαίρεση των προαναφερόμενων, οι Εναγόμενοι αρνούνται κάθε ισχυρισμό που περιέχεται στα Στοιχεία της Αξίωσης όπως αυτά περιγράφηκαν και καθένα από αυτά απορρίφθηκαν. ΑΝΤΑΓΩΓΗ 19. Οι Εναγόμενοι επαναλαμβάνουν τις παραγράφους 4-10 παραπάνω. 20. Όπως αναφέρεται στο προοίμιο, οι Εναγόμενοι επιθυμούν να δηλώσουν ότι είχαν το δικαίωμα να ακυρώσουν το Ασφαλιστήριο ab initio και το έκαναν μέσω επιστολής που έφερε ημερομηνία 18 Οκτωβρίου …. …». Οι ίδιοι ως άνω αναλυτικά εκτιθέμενοι ισχυρισμοί, που διαλαμβάνονται στο δικόγραφο «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΣΗΜΕΙΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΓΗ», επαναλαμβάνονται και στο μεταγενέστερο δικόγραφο των εναγόμενων «ΕΠΑΝΑ-ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΠΑΙΤΗΣΗ», που επιδόθηκε στις 14 Δεκεμβρίου του 2007 και περιλαμβάνει επίσης δήλωση αληθείας του δικηγόρου των εναγόμενων ασφαλιστών Michael Mallin, στο οποίο υπάρχει η προσθήκη ορισμένων χωρίων, που αφορούν αφενός την ανάπτυξη των επικαλούμενων με τις ως άνω τροποποιημένες προτάσεις ελαττωμάτων του πλοίου και αφετέρου την επίκληση μιας τεχνικής πραγματογνωμοσύνης προς ενίσχυση του σχετικού ισχυρισμού, κατά τα κάτωθι ειδικότερα εκτιθέμενα: «… Κα(i) Ένας ανεξάρτητος πραγματογνώμονας, ο …, μετά από αίτημα του Luis Castello Branco και της Aalmar Surveys Ltd, επιβιβάστηκε στο πλοίο, για να διενεργήσει μια επιθεώρηση ως προς την κατάσταση του πλοίου πριν την αγορά του για λογαριασμό υποψήφιων αγοραστών του πλοίου. Ο πραγματογνώμονας είχε πλήρη πρόσβαση να επιθεωρήσει τρία κύτη φορτίου και μερική πρόσβαση να επιθεωρήσει τα εναπ…ίναντα έξι κύτη Φορτίου, λόγω του ότι η φόρτωση εμπόδιζε την πρόσβαση. Κα(ii) Η έκθεση επιθεώρησης Cavina / Aalmar ανέφερε ότι οι επιχρίσεις των δεξαμενών έρματος που ήταν διαθέσιμες για επιθεωρήσεις ήταν σε κακή κατάσταση έως μέτρια κατάσταση με κομμάτια σκουριάς παντού. Η έκθεση και οι φωτογραφίες αναφέρουν και δείχνουν ότι: Α) πολλές διαρροές από άνω πλευρικές δεξαμενές έρματος. Β) Το κύτος φορτίου υπ’ αρ 2, τα επικλινή ελάσματα της αριστερής πλευράς μεταξύ των νομέων υπ’ αρ 12 και 13 που μετριούνται από την πλώρη είχαν ποτίσει δείχνοντας διαρροές έρματος. C) Tο κύτος φορτίου υπ’ αρ 2, η αυλακωτή φρακτή είχε το λιγότερο 4 οπές στο άνω μέρος της φρακτής και τις περιοχές των άνω ελαμσάτων των φρακτών της πρύμνης και της πλώρης ήταν πολλαπλώς οξειδωμένα. D) Το κύτος φορτίου υπ’αρ 3: υπήρχαν ενδείξεις διαρροής σε τρία σημεία, στην πρόσθια γωνία στην περιοχή της άνω πλευρικής δεξαμενής, στο πρωραίο μέρος των ελασμάτων του κενού χώρου που συνδέει το έλασμα οροφής με την σταγνή φρακτή του κύτους και στο πρυμνήσιο τμήμα της αριστερής πλευράς του επικλινούς ελάσματος. Ε) Κύτος φορτίου υπ’ αρ 4: υπήρχαν ενδείξεις διαρροής στην δεξιά πλευρά, γωνία της πρύμνης στην περιοχή των ελασμάτων της άνω πλευρικής δεξαμενής και διαμέσου του πρωραίου τμήματος της αριστερής πλευράς των επικλινών ελασμάτων. F) Κύτος φορτίου υπ’ αρ 6: υπήρχαν ενδείξεις διαρροής στην αριστερή πλευρά της άνω πλευρικής δεξαμενής υπ’ αρ 19 και στην δεξιά πλευρά των ελασμάτων της άνω πλευρικής δεξαμενής υπ’ αρ 20. Το πρωραίο μέρος των ελασμάτων του κενού χώρου, που συνδέει το έλασμα οροφής με την σταγνή φρακτή του κύτους, είχε ενδείξεις διαρροών, το κύτος φορτίου υπ’ αρ 6 στην πλώρη και οι φρακτές της πρύμνης ήταν πολλαπλώς οξειδωμένα. G) Το υπ’ αρ 8 κύτος φορτίου: υπήρχαν ενδείξεις διαρροών μεταξύ του τρίτου και τέταρτου νομέα που μετριούνται από την πλώρη στη δεξιά άνω πλευρική δεξαμενή υπ’ αρ 22. Υπήρχαν, επίσης, ενδείξεις διαρροής στα καλλύματα των ανθρωποθυρίδων στο πρωραίο μέρος των ελασμάτων του κενού χώρου της φρακτής του κύτους φορτίου και οι φρακτές ήταν πολλαπλώς οξειδωμένες. Η) Τα ελάσματα του πρόστεγου (το άνω μέρος της πρωραίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης  είχε μια επιμήκη οπή λόγω της φθοράς του ελάσματος, μήκους περίπου 25 μμ (διάβρωση που πρέπει να προήλθε από το κάτω μέρος της πρωραίας δεξαμενής ζυγοστάθμισης. i) Η άνω πλευρική δεξαμενή υπ’ αρ 22 είχε μόνο 20% επίχρηση και «πολλές Φλούδες σκουριάς και σκουριά» j) οι φωτογραφίες που επισυνάπτονται στην έκθεση αναφέρουν διαρροές την δεξαμενή, οπές στην φρακτή, ενδείξεις μαυρίσματος των συγκολλήσεων των εγκάρσιων νομέων στην άνω πλευρική δεξαμενή του κύτους φορτίου υπ’ αρ 8, ενδείξεις ελαττωματικών και μη εγκεκριμένων συγκολλήσεων και πολλά επιθέματα ελασμάτων τοποθετημένα στο κυρίως κατάστρωμα, δεξιά πλευρά, δίπλα στο κύτος φορτίου υπ’ αρ 1. Κ) οι φωτογραφίες δείχνουν ζημία από θερμότητα στα κύτη Φορτίου που είχαν βαφτεί κατά την διάρκεια της ειδικής επιθεώρησης, που επιβεβαιώνουν μη εγκεκριμένες επισκευές που έγιναν την χρονική περίοδο μετά την ειδική επιθεώρηση. L) Το πρωραίο κατάστρωμα είχε εκτενή κομμάτια σκουριάς σε πολλές περιοχές, είχαν συγκολληθεί στο κυρίως κατάστρωμα 13 μικρά ορθογώνια ελάσματα, δεξιά πλευρά που ήταν το άνω τμήμα της άνω πλευρικής δεξαμενής υπ’ αρ 14. Η υπ’ αρ 14 άνω πλευρική δεξαμενή ήταν σε πολύ κακή κατάσταση και τα επιθέματα είχαν τοποθετηθεί, για να καλυφθούν ελαττωματικές εργασίες χάλυβα στο άνω τμήμα της άνω πλευρικής δεξαμενής. Μ) Υπήρχαν ενδείξεις πρόσφατης «μόλυνσης» του συστήματος ατμού της δεξαμενής θερμότητας με θαλασσινό νερό και πετρέλαιο. Η «μόλυνση» υπήρχε και στο μπόιλερ νερού, αποδεικνύοντας διαρροές από τον συμπυκνωτή ατμών και της δεξαμενής καυσίμου του προθερμαντήρα. Κα(iii) Η πραγματογνωμοσύνη αποκάλυψε τη συνεχή παρουσία των ελαττωμάτων και των επισκευών τον Μάϊο του έτους 2005 που προβάλλονται στις υποπραγράφους 5 (b), l, j και k παραπάνω και ή επιπρόσθετα ελαττώματα και επισκευές που θα έπρεπε να αναφερθούν στον νηογνώμονα LRS, αλλά δεν αναφέρθηκαν και ή επισκευές που δεν έγιναν σύμφωνα με τους κανόνες και τους κανονισμούς του νηογνώμονα LRS. (Κ(i)) Πριν τον Σεπτέμβριο του έτους 2005, το πλοίο είχε μια διαρροή στην περιοχή του κιβωτίου αναρρόφησης ή του σωλήνα αναρρόφησης της αντλίας Φωτιάς έκτακτης ανάγκης, προκαλώντας εισροή θαλάσσιου ύδατος στο παράφραγμα έμπροσθεν του κύτους Φορτίου υπ’ αρ 7. Η ποσότητα εισροής νερού ήταν τέτοια, ώστε κατά τη χρονική στιγμή του ταξιδιού από την Σιγκαπούρη προς την Κίνα τον Νοέμβριο του έτους 2005, έπρεπε να αντλείται νερό από το παράφραγμα κάθε δυο ώρες. Ούτε το γεγονός της ζημίας στην σωλήνα αναρρόφησης ούτε η ρήξη της ακεραιότητας της στεγανότητας του πλοίου αναφέρθηκαν στον νηογνώμονα LRS, κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών του νηογνώμονα LRS. Η εισροή νερού στο παράφραγμα προκάλεσε ζημιά στην αντλία φωτιάς έκτακτης ανάγκης, καθιστώντας την μη λειτουργική λόγω της εισροής νερού στα μηχανήματα. Λόγω της έλλειψης μιας λειτουργικής αντλίας φωτιάς έκτακτης ανάγκης το πλοίο παραβίασε τις απαιτήσεις τις απαιτήσεις του κανονισμού SOLAS κεφάλαιο II – 2. Επιπλέον, το γεγονός της ζημιάς στην αντλία φωτιάς έκτακτης ανάγκης δεν αναφέρθηκε στο νηογνώμονα LRS, κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών του νηογνώμονα LRS. … (n(ii) Οι χαλύβδινες δομικές επισκευές που αναφέρονται στις παραγράφους (n) και n((i) επίσης δεν εκτελέστηκαν σύμφωνα με τους κανόνες του νηογνώμονα LRS. Δεν εκτελέστηκε κάποια ικανοποιητική επιθεώρηση των δεξαμενών πριν τις επισκευές, οι επισκευές που έγιναν ήταν μη ικανοποιητικές ή δεν εκτελέστηκαν με επιμέλεια και δεν έγινε κάποιος ικανοποιητικός έλεγχος στις επισκευές. Η συγκόλληση που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (n) (iv) επίσης έκανε απαραίτητη την σμίλευση και τον καθαρισμό πριν την συγκόλληση. … (ο) Στις 30 Ιανουαρίου …, υπέστη ζημία μια σωλήνωση προμήθειας λαδιού λίπανσης στον υπ’αρ 10 τριβέα ζυγώματος της κύριας μηχανής και ο πείρο ζυγώματος. Το πλοίο έπλευσε προς την Σιγκαπούρη με μια μονάδα της μηχανής απομονωμένη. Στη Σιγκαπούρη έγιναν επισκευές στο πλοίο, όπου παρέμεινε εκεί για 22 ημέρες. Στο ναυπηγείο παραδόθηκε ένας νέος τριβέας ζυγώματος για να αντικατασταθεί ο τριβέας ζυγώματος που είχε υποστεί ζημία. Η διαρροή στην περιοχή του κιβωτίου της αναρροφητικής αντλίας ή στην σωλήνωση αναρρόφησης της αντλίας Φωτιάς έκτακτης ανάγκης διακόπηκε με την τοποθέτηση πώματος από τους δύτες. Οι επισκευές δεν εκτελέστηκαν σύμφωνα με και δεν συμμορφώνονταν με τους κανόνες και τους κανονισμούς του νηογνώμονα LRS. Οι επισκευές που γίνονται με την τοποθέτηση εξωτερικά πώματος είναι στην καλύτερη περίπτωση προσωρινές επισκευές και πρέπει να επιβληθεί για αυτές παρατήρηση από τον νηογνώμονα. Εξάλλου, ενώ το πλοίο βρίσκονταν στο ναυπηγείο, έγιναν επίσης εργασίες στα σημεία των διαρροών στην περιοχή των διπύθμενων δεξαμενών. Στην Σιγκαπούρη φορτώθηκαν επίσης επιπλέον μπουκάλες οξυγονοακετυλίνης. Το πλοίο συνέχισε να έχει δάκρυα από τις διπύθμενες δεξαμενές. Οι διπύθμενες δεξαμενές 8 και 9 και οι άνω πλευρικές δεξαμενές κρατήθηκαν κάτω από το επίπεδο των χαλύβδινων προσθηκών ενισχυτικών ελασμάτων, για να αποφευχθούν οι διαρροές στο κύτος φορτίου. Ούτε το γεγονός της ζημιάς που χρειάζεται επισκευή, ούτε οι επισκευές καθεαυτές αναφέρθηκαν στον νηογνώμονα LRS, κατά παράβαση των κανόνων και των κανονισμών του νηογνώμονα LRS. … Ο ενάγοντας και οι διαχειριστές του πλοίου … Τ είχαν τον κ. Δ. ως επιχειρησιακό διευθυντή και διευθύνοντα σύμβουλο. Είχε συνολική ευθύνη για όλα τα ζητήματα της λειτουργίας του πλοίου … Τ και των άλλων πλοίων που ανήκαν στον ίδιο στόλο. Λάμβανε εκθέσεις από τον πλοίαρχο του πλοίου, αρχιμηχανικούς και το προσωπικό από όλα τα τμήματα των διαχειριστών. … b) Αυτή η αναξιοπλοϊα προκάλεσε αιτιωδώς την απώλεια του πλοίου
… Τ. Η περισσότερη πιθανή αιτία της απώλειας του πλοίου
του … Τ είναι μια δομική βλάβη στην περιοχή της διπύθμενης δεξαμενής υπ’ αρ 8, στην αριστερή πλευρά η οποία είχε επισκευαστεί μη ικανοποιητικά. Η κάτω της κανονικής αντοχή αυτής της δεξαμενής και / ή παρουσία ρωγμών, που μπορούσαν να πολλαπλασιαστούν τάχιστα, είναι πιθανόν να οδήγησαν στην ανεπάρκεια της δομικής στήριξης για τα πλευρικά ελάσματα. Συγκεκριμένα, οι ραφές που είχαν συγκολληθεί στο διπύθμενο υπ’ αρ. 8 δεν θα μπορούσαν να αντέξουν τις ασκούμενες δυνάμεις αντοχής και κάμψης, οι οποίες ασκούνταν σε αυτές κατά την διάρκεια της λειτουργίας του πλοίου. Ως αποτέλεσμα της ανεπάρκειας της δομικής στήριξης του πλευρικού ελάσματος του κελύφους στο κύτος Φορτίου υπ’ αρ 8, τα πλευρικά ελάσματα του κελύφους ράγισαν κατά την
διάρκεια της λειτουργίας, με συνέπεια την εισροή θαλάσσιου ύδατος στην
διπύθμενη δεξαμενή υπ’ αρ 8 και ή το κύτος φορτίου υπ’ αρ 6. Η
πιθανότερη αιτία της απώλειας του πλοίου … Τ είναι η κάτω
του κανονικού αντοχή των εγκάρσιων φρακτών μεταξύ των κυτών
φορτίου 6/7 και 5/6, οι οποίες είχαν επισκευαστεί μη ικανοποιητικά: Η
δομική αδυναμία του κύτους φορτίου υπ’ αρ 6 είναι πιθανόν να οδήγησε στο χωρισμό των φρακτών από το πλευρικό έλασμα του κελύφους, αφήνοντας το πλευρικό έλασμα του κελύφους χωρίς στήριξη. Στην κατάσταση μη στήριξης τα πλευρικά ελάσματα του κελύφους ράγισαν κατά τη διάρκεια της λειτουργίας του πλοίου και ως εκ τούτου, προκλήθηκε εισροή θαλάσσιου ύδατος στο κύτος φορτίου υπ’ αρ 6.  c) Επιπλέον ή άλλως, η δομική αδυναμία των πρωραίων και πρυμναίων
υδατοστεγών εγκάρσιων φρακτών του κύτους φορτίου υπ’ αρ 6 (ήτοι
μεταξύ των κυτών Φορτίου 6/7 και 5/6) λόγω μη ικανοποιητικών
επισκευών επέτρεψαν την πλημμύρα να προχωρήσει από το κύτος
φορτίου υπ’ αρ 6 στα κύτη Φορτίου υπ’ αρ 7 και 5. Η πλημμύρα των
κυτών Φορτίου υπ’ αρ 7 και 5, επιπρόσθετα του υπ’ αρ 6 κύτους
φορτίου, προκάλεσε την κοπή του πλοίου τα ελαττώματα στις φρακτές
μεταξύ των κυτών φορτίου υπ’ αρ 6/7 και 5/6 και επέτρεψε την
επακόλουθη κύλιση του νερού μεταξύ των κυτών φορτίου του πλοίου,
που από μόνο του αυτό ήταν αιτία της απώλειας του πλοίου … Τ. … a. Tα έγγραφα με ημερομηνίες 28 Φλεβάρη … και 31 Μαρτίου … δεν υπεγράφησαν χωριστά από τον πλοίαρχο και τον πρώτο μηχανικό, αλλά οι υπoγραφές τους είναι αντίγραφα της ίδιας πρωτότυπης υπογραφής που αντιγράφηκε από τα ίδια πρωτότυπα έγγραφα. Υπό αυτές τις περιστάσεις μια ή και οι δύο εκθέσεις είναι πλαστές. b. Tα έγγραφα με ημερομηνίες 30 Απριλίου 2005, 30 Ιουνίου 2005, 31 Ιουλίου 2005, 31 Αυγούστου 2005, 31 Σεπτεμβρίου 2005, 31 Δεκεμβρίου 2005 και 31 Ιανουαρίου … είναι σύνθετα έγγραφα, που δημιουργούνται από την προσθήκη υπογραφών σε μια έκθεση που δεν ήταν τoπoθετημένες εξαρχής. Υπό αυτές τις περιστάσεις οι εκθέσεις αυτές είναι πλαστές. c) H εκτύπωση της σφραγίδας στο έγγραφο με ημερομηνία 30 Νοεμβρίου 2005 τοποθετήθηκε μετά την δημιουργία του πρωτότυπου εγγράφου. Συνάγεται ότι αυτή η έκθεση είναι πλαστή. d) Οι εναγόμενοι θα στηριχθούν επιπλέον στο γεγονός ότι τα έγγραφα έχουν αντιγραφεί το λιγότερο σε δύο φωτοτυπικά μηχανήματα και η αντιγραφή αυτών των εκθέσεων δεν έχει λάβει χώρα με χρονολογική σειρά, ως απόδειξη του ότι οι εκθέσεις έχουν πειραχθεί μετά τη δημιουργία τους και ή είναι πλαστές. …». Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι προς υποστήριξη των διαλαμβανόμενων στο δικόγραφο «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΣΗΜΕΙΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΓΗ», που περιελήφθησαν το πρώτον σε αυτό και εν συνεχεία περιελήθησαν εκ νέου στο δικόγραφο «ΕΠΑΝΑ-ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΠΑΙΤΗΣΗ», με τις προαναφερόμενες σε αυτό προσθήκες, οι εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες, προσκόμισαν ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου, μεταξύ άλλων αποδεικτικών μέσων και τις κάτωθι καταθέσεις του διασωθέντος ναύκληρου A. M., κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής μαρτυρικών καταθέσεων που έλαβε χώρα μεταξύ της ενάγουσας … και των εναγόμενων ασφαλιστών από τις 15-6-2007 και εντεύθεν, στο πλαίσιο της ανοιγείσας δικαστικής διαδικασίας και δη 1) την από … μαρτυρική κατάθεση που δόθηκε από τον A. M. ενώπιον του Προξένου των Φιλιππίνων στην Αθήνα, 2) την από … συμπληρωματική μαρτυρική κατάθεση που υπεγράφη από τον A. M. στον Πειραιά ενώπιον του δικηγόρου Michael Mallin, 3) την από 25-7-2007 βεβαίωση του A. M. που δόθηκε στον Πειραιά ενώπιον του δικηγόρου Michael Mallin. Οι εν λόγω μαρτυρικές καταθέσεις περιείχαν πολυάριθμους λεπτ…ρείς ισχυρισμούς σχετικά με την κατάσταση του πλοίου, τους οποίους δεν είχαν επικαλεστεί μέχρι τότε οι Ασφαλιστές του Λονδίνου στις Προτάσεις τους αμύνης και την ανταγωγή τους, αλλά τους συμπεριέλαβαν στις τροποποιημένες προτάσεις τους. Συγκεκριμένα, στις εν λόγω μαρτυρικές καταθέσεις του, ο A. M. ανέφερε (κατά σύνοψη του περιεχομένου τους και με βάση τους αγωγικούς ισχυρισμούς) ότι ο ίδιος διαπίστωσε α) ότι οι διπύθμενες δεξαμενές έρματος του πλοίου ήταν σε κακή κατάσταση και παρουσίαζαν διαρροή ύδατος, β) ότι διαπίστωσε ότι τα κύτη φορτίου ήταν σε κακή κατάσταση και οι εγκάρσιες στεγανές φρακτές μεταξύ των κυτών φορτίου είχαν ρωγμές και παρουσίαζαν διαρροή ύδατος, γ) ότι του ζήτησε ο εκπρόσωπος της διαχειρίστριας Κ. Δ. (δέκατος ενάγων) να καταθέσει, κατά τη διάρκεια της εξέτασής του στη Νότια Αφρική στις 8 και 9 Μαϊου του …, ότι το πλοίο ήταν σε καλή κατάσταση. Ειδικότερα, στην από … μαρτυρική κατάθεση που δόθηκε από τον A. M. ενώπιον του Προξένου των Φιλιππίνων στην Αθήνα, ο A. M. ανέφερε τα εξής: «… Ναυτολογήθηκα στο πλοίο «… Τ» ως Ναύκληρος στη Σιγκαπούρη στις 5 Νοεμβρίου 2005. … 3. Κατάλαβα ότι το πλοίο είχε αργή ταχύτητα, αφού φύγαμε από τη Σιγκαπούρη, περίπου 7 ή 8 κόμβους όπως θυμάμαι. Δυο άλλοι αξιωματικοί καταστρώματος από τις Φιλιππίνες μου είπαν και οι δύο, αλλά ανεξάρτητα και σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, αλλά έμαθα και από τον δεύτερο εξάδελφό μου, ο οποίος ήταν λιπαντής, ότι ένας από τους κύριους κυλίνδρους του κινητήρα δεν ήταν σε χρήση και αυτός ήταν ο λόγος για την αργή ταχύτητα. Όταν μίλησα με άλλους από το πλήρωμα, μου είπαν ότι το πλοίο δεν ήταν σε καλή κατάσταση, κάτι το οποίο διαπίστωσα ο ίδιος σύντομα. Μου είπαν ότι η κατάσταση του πλοίου ήταν κακή, αλλά ότι ο μισθός ήταν λίγο υψηλότερος. 4. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από την Σιγκαπούρη στο πρώτο λιμάνι εκφόρτωσης στην Κίνα, εργαζόμασταν στο κατάστρωμα σε τυπικές εργασίες συντήρησης. Δεν πραγματοποιήσαμε οποιαδήποτε σιδηροκατασκευή επί του σκάφους. Δεν μπήκαμε στις καταπακτές, οι  οποίες είχαν πλήρως φορτωμένες και κλειστές. Υπήρχε ένας προϊστάμενος της εταιρείας στο πλοίο. Βρισκόταν στο πλοίο πριν από τη Σιγκαπούρη και παρέμεινε στο πλοίο κατόπιν και κατά τη διάρκεια των επισκευών στην Κίνα. Δεν θυμάμαι τώρα το όνομά του, αλλά θυμάμαι ότι είχε υπηρετήσει ως Αρχιμηχανικός στο πλοίο προηγουμένως. 5.       Δεν μπορώ να πω τι είδους έρμα έφερε το πλοίο ή εάν έφερε καθόλου τον καιρό εκείνου του ταξιδιού. Ήμουν απασχολημένος με τις άλλες εργασίες μου και εξοικειωνόμουν με το πλοίο. Δεν πραγματοποιήθηκε καμία εργασία στις άνω πλευρικές δεξαμενές κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού. 6. Διαπίστωσα ότι υπήρχε κάποιο πρόβλημα με τις δεξαμενές διπλού πυθμένα του πλοίου στο δεύτερο λιμένα εκφόρτωσης, το BaoSan, όταν προστέθηκε ή αντλήθηκε έρμα σε μία από τις δεξαμενές διπλού πυθμένα στη δεξιά πλευρά, επειδή η παρακείμενη δεξαμενή διπλού πυθμένα της πρύμνης στη δεξιά πλευρά άρχισε επίσης να γεμίζει με νερό. Μου είπε για πρώτη φορά ο ναυτικός που ήταν υπεύθυνος για τις βυθ…τρήσεις των δεξαμενών και αμπαριών. Το συζητήσαμε αυτό, επειδή προκαλούσε προβλήματα με τη μεταφορά του έρματος και μου εξηγήθηκε ποιο ήταν το πρόβλημα. Δηλαδή, μου είπε ότι η μεταφορά του νερού γινόταν μεταξύ δύο παρακείμενων δεξαμενών διπλού πυθμένα της δεξιάς πλευράς. Δεν χρησιμοποίησε τη λέξη «διαρροή», επειδή εκείνη τη στιγμή δεν ήξερα το λόγο για τη μεταφορά του νερού. Δεν μπορώ τώρα να θυμηθώ εάν η δεξαμενή αρ. 5 ήταν κοινή με τη δεξαμενή αρ. 7 ή αν δεξαμενή αρ. 7 ήταν κοινή με τη δεξαμενή αρ. 9, αλλά ίσχυε ένα απ’ αυτά. 7. Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου δεν υπήρξε διαρροή μεταξύ των δεξαμενών διπλού πυθμένα έρματος της αριστερής πλευράς. Επίσης, ο ναυτικός που ήταν υπεύθυνος για τη λήψη των βυθομετρήσεων δεν ανέφερε οποιοδήποτε πρόβλημα διαρροής στα αμπάρια. Κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού από τη Σιγκαπούρη, ανακάλυψα ότι είχαμε μια μόνιμη διαρροή από τη θάλασσα στο χώρο της διαδρομής του σωλήνα αναρρόφησης της πυροσβεστικής αντλίας έκτακτης ανάγκης που βρίσκεται στο εμπρόσθιο αμπάρι cofferdam αρ. 7. Υπήρχε μια πρόσβαση από το κατάστρωμα προς τα κάτω μέσα στο αμπάρι cofferdam και μου είπαν ότι η πυροσβεστική αντλία έκτακτης ανάγκης δεν λειτουργούσε,           επειδή είχε πλημμυρίσει και ότι ο χώρος πλημμύριζε από τότε που ναυτολογήθηκα. Κάθε δύο ώρες γινόταν άντληση του αμπαριού cofferdam και ο ναυτικός υπηρεσίας πήγαινε στο αμπάρι cofferdam με έναν ασύρματο για να αναφέρει την κατάσταση στους μηχανικούς στο μηχανοστάσιο, όταν είχε ολοκληρωθεί η άντληση του αμπαριού cofferdam. Αυτή ήταν μια ρουτίνα που εκτελούνταν κάθε 2 ώρες κάθε μέρα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από τη Σιγκαπούρη προς τη Κίνα και έως και μετά την αύξηση του πλοίου στο ναυπηγείο. 8. Ρωτήθηκα εάν θυμάμαι αν υπήρχαν πλάκες κάλυψης στο κύριο κατάστρωμα. Θυμάμαι 2 και οι δύο στο εμπρός άκρο του κύριου καταστρώματος, 1 στην αριστερή πλευρά της καταπακτής και 1 στη δεξιά πλευρά, αν και μπορεί να υπήρχαν περισσότερες, καθώς αυτό ήταν ένα πολύ μεγάλο πλοίο. Και οι δύο αυτές πλάκες κάλυψης ήταν αρκετά μικρές ίσως 10 cm επί 15 cm. Υπέθεσα ότι είχαν τοποθετηθεί εκεί για να καλύψουν μια τρύπα, αλλά δεν είδα προσωπικά αυτήν την τρύπα, επειδή οι πλάκες κάλυψης υπήρχαν εκεί πριν φτάσω εγώ. Αργότερα αφαιρέθηκαν δια κοπής και αντικαταστάθηκαν με ένθετες πλάκες κατά τη διάρκεια της παραμονής του πλοίου στο κινέζικο ναυπηγείο από το Νοέμβριο έως τον Ιανουάριο. Η εργασία αυτή έγινε από το προσωπικό του ναυπηγείου. 9. Μετά την ολοκλήρωση της εκφόρτωσης, το πλήρωμα του καταστρώματος υπό την εποπτεία μου καθάρισε τα αμπάρια για μια ημέρα. Αυτά τα αμπάρια ήταν τεράστια και δεν είχαμε χρόνο να συνεχίσουμε την εργασία μας πριν φτάσει το πλοίο στο ναυπηγείο. Κατά τη διάρκεια αυτού του σύντομου ταξιδιού, διάφορα μέλη του πληρώματος καταστρώματος καθάριζαν διαφορετικά αμπάρια με σκούπες και φτυάρια. Δεν χρησιμοποιήσαμε σωλήνες στα αμπάρια. Ταυτόχρονα, χρησιμοποιήθηκαν σωλήνες για να πλυθούν τα κατάλοιπα του φορτίου από το κατάστρωμα. 10. Βρισκόμασταν σε απόσταση 1 ημέρας από το λιμάνι εκφόρτωσης στα ναυπηγεία της COSCO (Zhoushan). Δεν θυμάμαι την ακριβή ημερομηνία που φτάσαμε, αλλά ήταν τέλη Νοεμβρίου. Για ολόκληρο το Δεκέμβριο ήμασταν στο ναυπηγείο και εργαζόμασταν, αλλά και εντός του Ιανουαρίου. Στο ναυπηγείο της COSCO φτάσαμε στην αποβάθρα αγκυροβόλησης και όχι σε αποβάθρα. Ήμασταν κατά μήκος της αριστερής πλευράς. Απ’ ό,τι κατανόησα, ο κύριος στόχος της επισκευής, ο κύριος λόγος για την κλήση στο ναυπηγείο, ήταν να επισκευαστεί ο κύριος κινητήρας, το κύριο μπλοκ του κινητήρα, αλλά κατά την παραμονή στο ναυπηγείο, διεξήγαμε εργασίες στα αμπάρια και τις δεξαμενές, όπως θα περιγράψω. 11. Την επόμενη ημέρα από την άφιξή μας στο ναυπηγείο, ένας νέος επιστάτης, ο κ Σ.ς επιβιβάστηκε στο πλοίο. Λίγες μέρες μετά την άφιξή μας στο ναυπηγείο, τα αμπάρια άνοιξαν και ανεγέρθηκε η σκαλωσιά. Εν τω μεταξύ, είχα αναλάβει την ευθύνη να περπατήσω στο κατάστρωμα και να επισημάνω με λευκό χρώμα οποιεσδήποτε από τις περιοχές που απαιτούσαν επισκευή στο κύριο κατάστρωμα. Δεν υπήρχαν σοβαρά προβλήματα στο κύριο κατάστρωμα, και τα μόνο σημαντικά αντικείμενα για επισκευή ήταν οι κινητήρες και τα φρένα της συνδυαστικής σκάλα των δύο πιλότων. Οι σκάλες επιβίβασης του πλοίου δεν λειτουργούσαν και είχαν αφαιρεθεί. Αντ’ αυτού, όλοι χρησιμοποιούσαν τη συνδυαστική σκάλα του πιλότου. 12. Σύντομα μετά, κατέφτασε ο κος Σ.. Ο Προϊστάμενος Αξιωματικός με διέταξε να ανοίξω τα φρεάτια όλων των διπλού πυθμένα δεξαμενών εντός των αμπαριών, καθώς και τα φρεάτια για τις άνω πλευρικές δεξαμενές, που ήταν στο κύριο κατάστρωμα. Επίσης, μου ζήτησε να ανοίξω τα φρεάτια για τη δεξαμενή πρύμης (after-peak) και την πρωραία δεξαμενή ζυγοστάθμισης (forepeak). Στην πραγματικότητα, έπρεπε να ανοίξω όλες τις δεξαμενές έρματος νερού συν τις δεξαμενές φρέσκου νερού. Το πλήρωμα καταστρώματος διεξήγαγε αυτήν την εργασία υπό την καθοδήγησή μου. Αφού ολοκληρώσαμε αυτήν την εργασία, διαταχθήκαμε να προετοιμάσουμε και να βάψουμε τη δομή των καμπινών. … 14.  Μετά από αυτό, ο Προϊστάμενος Αξιωματικός μου είπε να πάω με έναν από τους έμπειρους ναυτικούς στις δεξαμενές διπλού πυθμένα και να σημειώσω οποιεσδήποτε ρωγμές. Νομίζω ότι τώρα επιλέχθηκε ένας έμπειρος ναυτικός επειδή ήξερε το πλοίο καλά. αφού είχε υπηρετήσει σ’ αυτό στο παρελθόν. Το όνομά του ήταν A. V.. Ήταν ένας πιο ηλικιωμένος άντρας και γνώστης του αντικειμένου του. Η εντολή από τον Προϊστάμενο Αξιωματικό ήταν να πάμε πρώτα στις 2 δεξαμενές που είχαν βρεθεί να είναι κοινές μεταξύ τους, όταν είχαν τοποθετηθεί έρμα στο τελευταίο λιμάνι εκφόρτωσης. Όπως έχω περιγράψει παραπάνω, μπήκαμε τις δεξαμενές μέσω του φρεατίου στην οροφή της δεξαμενής. Το ύψος της δεξαμενής διπλού πυθμένα ήταν τεράστιο. Χρησιμοποιήσαμε την υπάρχουσα σκάλα για να κατεβούμε και μπορέσαμε να περπατήσουμε χωρίς να σκύβουμε. Είχαμε μαζί μας δάδες. Βάλαμε ένα φως φορτίου στο φρεάτιο και το κρεμάσαμε κάτω από το φρεάτιο. Είχαμε επίσης φακούς που χρησιμοποιήσαμε κατά τις μετακινήσεις μας στις δεξαμενές. Είχαμε σφυριά για να ελέγξουμε την σιδηροκατασκευή και μεταλλικές ξύστρες μεγάλου μήκους με τηλεσκοπικές λαβές έτσι ώστε να μπορούμε να ξύνουμε τα σημεία διάβρωσης σε υψηλά σημεία. 15. Την πρώτη φορά μπήκαμε μέσα από το φρεάτιο στο αμπάρι αρ. 7, αλλά αυτό ήταν σε μια μεγάλη απόσταση από το μπροστινό διάφραγμα της δεξαμενής που χρειαζόταν να επιθεωρήσουμε. Σε αυτήν τη δεξαμενή, βρήκαμε από επτά έως δέκα μεταλλικές πλατφόρμες σκαλωσιάς που είχαν μείνει εκεί από τις προηγούμενες επισκευές. Ο A. V. σχολίασε ότι αυτές είχαν απομείνει από τότε που είχαν γίνει εργασίες σε αυτές τις δεξαμενές στη Σιγκαπούρη στο παρελθόν. Μου είπε ότι βρισκόταν στο σκάφος τότε και είδε αυτές τις εργασίες. Οπότε ανεβήκαμε και μετά κατεβήκαμε στο αμπάρι αρ. 6 και κατεβήκαμε από το φρεάτιο του αμπαριού αρ. 6 στη δεξαμενή. Από εκεί ήμασταν σε θέση να φτάσουμε στο στεγανό διάφραγμα πιο εύκολα. 16. Στη συνέχεια επιθεωρήσαμε ένα διάφραγμα και είδαμε ένα μεγάλο κατακόρυφο άνοιγμα στο διαχωριστικό μεταξύ εκείνης της δεξαμενής και της επόμενης δεξαμενής. Αυτή δεν ήταν μια ρωγμή. Ήταν ένα άνοιγμα με περίπου 1 εκατοστό πλάτος στο ευρύτερο σημείο. Μετά από περαιτέρω έλεγχο είδα ότι υπήρχαν αρκετές ρωγμές παρόμοιου στο διάφραγμα. Οι ρωγμές συνέχιζαν προς τα κάτω κατακόρυφα από πάνω και βρίσκονταν στο εξωτερικό τμήμα του διαφράγματος, όπου το ύψος της δεξαμενής αυξάνει, λόγω της επικλινούς πλευρικής πλάκας. Δεν θυμάμαι ακριβώς πόσες ρωγμές υπήρχαν, αλλά αρκετές από αυτές κάλυπταν μια μεγάλη περιοχή. Έβαψα με λευκή βαφή μια γραμμή περίπου 6 μέτρα μήκος στο ύψος του κεφαλιού στο διάφραγμα για να προσδιορίσω όλο το χώρο. Δεν επισήμανα κάθε ρωγμή ανεξάρτητα, γι’ αυτό και δεν θυμάμαι τον αριθμό των ρωγμών. 17. Δοκιμάσαμε τις ρωγμές χτυπώντας τις πλάτες του διαφράγματος με δύναμη με το σφυρί και σε πολλά σημεία το σφυρί περνούσε απευθείας μέσα από την σιδηροκατασκευή, σαν να ήταν από χαρτί. Χρησιμοποιώντας τις ξύστρες, ξύσαμε τη χαλαρή σκουριά από τα διαφράγματα σε υψηλότερα σημεία και σε κάποια σημεία η ξύστρα πέρασε απευθείας μέσα από το τοίχωμα στην παρακείμενη δεξαμενή. Στη συνέχεια εξέτασα τα στηρίγματα των διαφραγμάτων χρησιμοποιώντας το σφυρί και μια ξύστρα και υπήρχε πολύ σκουριά στα στηρίγματα που έπεφτε όταν χρησιμοποιούσαμε την ξύστρα. Το υπόλοιπο υλικό μου φάνηκε ότι ήταν πολύ λεπτό σε κάποια σημεία. Σε ορισμένα σημεία, ό, τι απέμεινε από το χάλυβα αφού αφαιρέσαμε τη σκουριά ήταν μία γωνία τόσο αιχμηρή όσο το άκρο ενός μαχαιριού. Αυτή η κατάσταση δεν υπήρχε μόνο στα στηρίγματα, αλλά επίσης στις δομές ακαμψίας στο κατώτερο τμήμα της δεξαμενής. Την ίδια στιγμή που εξετάζαμε το διάφραγμα γινόταν η παραπλήσια σιδηροκατασκευή από τους εφαρμοστές του πλοίου για την αντικατάσταση τμημάτων του διαμήκους συστήματος σωληνώσεων έρματος μέσα στην ίδια δεξαμενή. Δεν ξέρω τις λεπτομέρειες, διότι οι εφαρμοστές το έκαναν αυτό. 18. Η αιχμηρή σαν μαχαίρι επιμετάλλωση που περιέγραψα δεν υπήρχε μόνο στα στεγανά διαφράγματα μεταξύ των δεξαμενών, αλλά και σε σημεία στους πυθμένες και τις δομές ακαμψίας στον πυθμένα της δεξαμενής. Το είδα αυτό στη σιδηροκατασκευή της επιμετάλλωσης στην οποία ανέβηκα καθώς περπατούσα στο εσωτερικό της δεξαμενής. Επίσης, η ίδια κατάσταση ήταν εμφανής στις οπές ελάφρυνσης στη διαμήκη μεσοπλεύρια δοκό εντός της δεξαμενής σε κάποια σημεία. Έπρεπε να είμαστε προσεκτικοί όταν περνούσαμε από αυτές τις οπές, για να μην τραυματιστούμε αφού έπρεπε να επιλέξουμε οπές ελάφρυνσης που δεν ήταν τόσο σοβαρά διαβρωμένες. Δεν παρατήρησα καμία ρωγμή στο εσωτερικό των δομικών μελών του διαμήκους διαφράγματος, αλλά δεν ήμουν στη δεξαμενή για πολύ ώρα και η δουλειά μου ήταν να επικεντρωθώ στο στεγανό διάφραγμα που διέρρεε, οπότε δεν επιθεώρησα τα υπόλοιπα μέρη της δεξαμενής με οποιαδήποτε λεπτομέρεια. Είχα προσέξει μόνο τα προφανή όταν περνούσα μέσα από αυτά. 19. Αφού ο έμπειρος ναυτικός κι εγώ σημειώσαμε τις ρωγμές στο διάφραγμα μεταξύ των δύο δεξαμενών, ανεβήκαμε πάλι και αναφέρθηκα στον Προϊστάμενο Αξιωματικό. Του είπα ότι υπήρχαν πολλές ρωγμές στο διάφραγμα μεταξύ των δύο δεξαμενών. Μετά από αυτό, ο επιθεωρητής πήρε τον έμπειρο ναυτικό και μαζί πήγαν στη δεξαμενή για να δουν και οι ίδιοι, μαζί με τον Προϊστάμενο Αξιωματικό. Δεν πήγα μαζί τους. Ο προϊστάμενος, στον οποίο αναφέρομαι, είναι ο κ Σ.ς, αυτός που ήρθε από την Ελλάδα. 20. Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τις οδηγίες του Προϊσταμένου Αξιωματικού, πήγα στις άνω πλευρικές δεξαμενές για να αρχίσω μια επιθεώρηση των δεξαμενών, μέσω των φρεατίων στα κύρια καταστρώματα. Η πρώτη δεξαμενή που πήγα ήταν η δεξαμενή αρ. 15. Διαπίστωσα ότι ήταν γεμάτη λάσπη και ήταν δυνατόν για το λόγο αυτό να προβώ σε επιθεώρηση της κατάστασης της σιδηροκατασκευής. Ο λόγος που ο Προϊστάμενος Αξιωματικός με είχε στείλει σε αυτή τη δεξαμενή ήταν ότι, όπως μου είπε, είχε διαρροή από την κεκλιμένη πλάκα της άνω δεξαμενής αρ. 15 δεξαμενή μέσα στο αμπάρι. Ωστόσο, λόγω της λάσπης στη δεξαμενή, δεν ήμουν σε θέση να επιθεωρήσω ή να βρω την οπή. Ανέφερα στον Προϊστάμενο Αξιωματικό ότι οι δεξαμενές θα πρέπει να καθαριστούν πριν να είναι δυνατή η επιθεώρησή τους. 21. Μετά από αυτό μου δόθηκε εντολή να επιβλέψω τον καθαρισμό του σωλήνα βυθομέτρησης στη δεξαμενή αρ. 11 η οποία είχε αποφραχτεί με άνθρακα από ένα φορτίο και έτσι δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί βυθομέτρηση της εν λόγω δεξαμενής. Καθαρίσαμε το σωλήνα χτυπώντας τη δυνατά με βαριά σφυριά και περνώντας πεπιεσμένο αέρα μέσα από το σωλήνα και τελικά μπορέσαμε να τον καθαρίσουμε. 22.  Εν τω μεταξύ, ο επιθεωρητής κ Σ.ς με τους 2 Φιλιππινέζους εφαρμοστές, επιθεωρούσαν όλες τις άλλες διπλού πυθμένα δεξαμενές. Το ξέρω αυτό διότι οι 2 εφαρμοστές ήταν φίλοι μου και μιλήσαμε γι’ αυτό κατά τη διάρκεια του διαλείμματος για φαγητό. Θυμάμαι ότι παραπονέθηκαν για την εργασία επειδή ήταν αρκετά ηλικιωμένοι, περισσότερο από 50 ετών και οι δύο και παραπονέθηκαν για την σωματική προσπάθεια. Μου είπαν ότι η κατάσταση των διπλού πυθμένα δεξαμενών που είχαν ελεγχθεί ήταν πολύ κακή. Μου είπαν ότι το πάχος των πλακών ήταν σε κάποια σημεία πολύ μικρό και υπήρχαν ρωγμές σε πολλά σημεία σε όλες τις δεξαμενές ελεγχθεί. Αργότερα, όταν μιλούσαμε κοινωνικά κατά την περίοδο δεξαμενισμού μου είπαν ότι ανησύχησαν πολύ με αυτά που είχαν διαπιστώσει. Είπαν ότι είχαν φοβηθεί και δεν ήθελαν να μείνουν σε αυτό το πλοίο. Μου είπαν ότι ζήτησαν να φύγουν πριν το πλοίο αποπλεύσει από την Κίνα. αλλά και ότι το αίτημά τους είχε απορριφθεί. Αργότερα τους επιτράπηκε να φύγουν από το πλοίο στη Σιγκαπούρη. Τα παράπονά τους σχετίζονταν με τις διπλού πυθμένα δεξαμενές, απ’ όσο τουλάχιστον ήξερα. 23. Μετά τις επιθεωρήσεις των δεξαμενών που περιέγραψα παραπάνω, οι εργαζόμενοι στα ναυπηγεία ήρθαν στο σκάφος και έκοψαν ανοίγματα στις επικλινείς πλάκες μέσα σε κάθε αμπάρι, προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση στις δεξαμενές διπλού πυθμένα. Ο επιθεωρητής μηχανικός κ Σ.ς τους έδειξε πού να κόψουν τα ανοίγματα. Σε κάθε αμπάρι, εκτός από το υπ’ αρ. 1, έκοψαν δύο ή τρία ανοίγματα σε κάθε επικλινή πλάκα των δεξαμενές διπλού πυθμένα σε κάθε πλευρά, δηλαδή στα δεξιά και αριστερά των δεξαμενών διπλού πυθμένα. Τα ανοίγματα κόπηκαν αρκετά μεγάλα για να περάσουν τις μεγάλες πλάκες χάλυβα στις δεξαμενές, επειδή τα φρεάτια της δεξαμενής ήταν πολύ μικρά για το σκοπό αυτό. Τα ανοίγματα ήταν ορθογώνια, με την μεγαλύτερη διάσταση να είναι περίπου δύο μέτρα Οι γωνίες των ανοιγμάτων κόπηκαν τετράγωνες και όχι οβάλ. Παρόμοια ανοίγματα, δύο έως τρία σε κάθε πλευρά του κάθε αμπαριού εκτός από το αμπάρι αρ. 1 κόπηκαν από τους εργάτες των ναυπηγείων εντός των αμπαριών σε κάθε μια από τις άνω πλευρικές δεξαμενές. Αυτά τα ανοίγματα κόπηκαν στις θέσεις που παρουσίαζαν ήδη διαρροή στις επάνω πλευρικές δεξαμενές, χρησιμοποιήσαμε αυτά τα ανοίγματα για να απορρίψουμε τη λάσπη και το υλικό από τις άνω πλευρικές δεξαμενές μέσα στο αμπάρι που ήταν πιο εύκολο από το να ανασηκώσουμε τα υλικά μέσω των μικρότερων φρεατίων του καταστρώματος. 24. Στη συνέχεια, οι εργαζόμενοι των ναυπηγείων πραγματοποίησαν επισκευές σιδηροκατασκευών εντός των διπλού πυθμένα δεξαμενών. Δεν μπορώ να σας πω πόσοι Κινέζοι εργάζονταν εντός των διπλού πυθμένα δεξαμενών Ήταν πολλοί. Πώς μπορώ να σας πω πόσοι Κινέζοι ήταν εκεί; Τοποθέτησαν ανεμιστήρες στα ανοίγματα για εξαερισμό και τοποθέτησαν φώτα μέσα στις δεξαμενές. Οι ανεμιστήρες τοποθετήθηκαν ακριβώς εντός των φρεατίων και επίσης μέσα από τα ανοίγματα που είχαν κοπεί στις επικλινείς πλάκες. Τοποθετήθηκαν επίσης ανεμιστήρες εκβολής στους εξαεριστήρες ανεμιστήρων σε αυτές τις δεξαμενές στο κεντρικό επίπεδο του καταστρώματος. Αυτοί τοποθετήθηκαν αφού είχε αφαιρεθεί το καπάκι στην κορυφή των ανεμιστήρων. 25.  Μετά από αυτό, μου εστάλη από τον Προϊστάμενο Αξιωματικό να συνεχίσει την εποπτεία του εποπτεία του καθαρισμού και της βαφής του χώρου των καμπινών. Ωστόσο, κάθε βράδυ μετά τις 6 μ.μ. και στη βάση υπερωριών, το πλήρωμα του καταστρώματος συνέχιζε να σκουπίζει και να καθαρίζει τα αμπάρια. Δεν πήγα στις δεξαμενές όταν δούλευα στα αμπάρια, επειδή οι Κινέζοι εργάζονταν εκεί συνεχώς, αλλά ήμουν σε θέση να δουν ότι έκαναν εργασίες εν θερμώ (hot work). Δεν χρησιμοποιούσαν τους κυλίνδρους της οξυασετιλίνης για την εργασία εν θερμώ. Αντ’ αυτού, το ναυπηγείο είχε εγκαταστήσει αγωγούς στο κύριο κατάστρωμα της αριστερής πλευράς κοντά στο κιγκλίδωμα του πλοίου και αυτοί οι αγωγοί είχαν μια σειρά από εξαρτήματα σύνδεσης. Από αυτά τα εξαρτήματα σύνδεσης, εγκαταστάθηκαν μεμονωμένοι αγωγοί αερίου που περνούσαν στις δεξαμενές για τις εργασίες εν θερμώ. Οι σωλήνες δεν ήταν ιδιοκτησίας του πλοίου. 26. Οι γερανοί του ναυπηγείου ανύψωναν μεγάλα κομμάτια χάλυβα από την ακτή στο αμπάρια του πλοίου. Μέσα στα αμπάρια, αυτά κόπηκαν από το προσωπικό του ναυπηγείου σε μικρότερες πλάκες που θα μπορούσαν να περάσουν μέσα από τα ανοίγματα της οροφής της επάνω δεξαμενής που είχαν κοπεί για αυτόν το σκοπό, όπως περιέγραψα παραπάνω. Δεν μπήκα πάλι ποτέ στις δεξαμενές ο ίδιος. 27. Το μόνο αμπάρι στο οποίο δεν πραγματοποιήθηκαν εργασίες με αυτόν τον τρόπο ήταν το αμπάρι αρ. 1. Δεν πραγματοποιήθηκαν εργασίες επισκευών στο αμπάρι αρ. 1. Σε κάθε ένα από τα άλλα αμπάρια 2 έως 9, τοποθετήθηκαν μεγάλοι κάδοι απορριμμάτων στον πυθμένα του αμπαριού από το γερανό του ναυπηγείου και χρησιμοποιήθηκαν για να απορρίπτουν το παλιό χάλυβα που είχε αποκοπεί από το προσωπικό του Κινέζικου ναυπηγείου εντός των δεξαμενών. Χρησιμοποιήσαμε επίσης αυτά τα κουτιά για να απορρίψουμε τα απορρίμματα που είχαν σκουπιστεί και κάθε τόσο γέμιζαν, μεταφέρονταν στην ξηρά και άδεια κουτιά μεταφέρονταν στη θέση τους. 28. Δεν μπορώ να κάνω οποιαδήποτε ακριβή εκτίμηση της ποσότητας του χάλυβα που χρησιμοποιήθηκε μέσα στις δεξαμενές για να γίνουν οι επισκευές που περιέγραψα. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι είδα χαλύβδινες πλάκες να φορτώνονται στο αμπάρι και να κόβονται και να χαμηλώνονται στις διπλού πυθμένα δεξαμενές και υπήρχε επίσης πολύς χάλυβας. Δεν μπορώ να πω τίποτα περισσότερο, εκτός από το ότι από κάθε αμπάρι αφαιρέθηκαν περίπου 6 τυπικού μεγέθους δοχεία παλιά με παλιό χάλυβα που είχε κοπεί. Αυτό δεν περιλαμβάνει το αμπάρι αρ. 1, όπου δεν έγινε καμία εργασία, θυμάμαι ότι έβλεπα πολλά κουτιά νέων ηλεκτροδίων σε κάθε ένα από τα αμπάρια του φορτίου. Δεν τα μέτρησα, αλλά υπήρχαν πιθανώς περισσότερο από 20 κουτιά σε κάθε αμπάρι εκτός από το αμπάρι αρ. 1. 29. Οι επισκευές σιδηροκατασκευής που περιέγραψα έγιναν ταυτόχρονα με τις επισκευές στο μηχανοστάσιο. Δεν ήμουν απασχολημένος με τις επισκευές στο μηχανοστάσιο, αλλά μιλούσα φυσικά συχνά στους λιπαντές και ήξερα πότε είχαν ολοκληρωθεί. Ολοκληρώθηκαν αρκετές ημέρες τουλάχιστον πριν ολοκληρωθούν οι εργασίες στις δεξαμενές. 30. Εν τω μεταξύ, όλο αυτό το διάστημα, οι άνω πλευρικές δεξαμενές καθαρίζονταν από τους Κινέζους εργάτες. Απ’ όσο γνωρίζω, δεν πραγματοποιήθηκε καμία σιδηροκατασκευή στις εσωτερικές δομές εντός των άνω πλευρικών δεξαμενών. Μόλις ολοκληρώθηκε ο καθαρισμός, οι εργάτες συγκόλλησαν νέες ένθετες πλάκες μέσα στα ανοίγματα στην επικλινή πλάκα των άνω πλευρικών δεξαμενών που είχαν ανοιχτεί νωρίτερα. Θυμάμαι ότι οι νέες πλάκες που τοποθέτησαν ήταν παχύτερες από τις παλιές πλάκες έτσι ώστε οι νέες πλάκες να εξέχουν εντός των αμπαριών. Το ξέρω αυτό, επειδή ήταν το δικό μου πλήρωμα καταστρώματος που έβαψε τις σιδηροκατασκευές αφού οι επισκευές είχαν ολοκληρωθεί. 31. Μετά την ολοκλήρωση των επισκευών με τις εν θερμώ εργασίες στις διπλού πυθμένα δεξαμενές, το προσωπικό του ναυπηγείου συγκόλλησε νέες ένθετες πλάκες για τη στεγανοποίηση των ανοιγμάτων που είχαν κοπεί στις επικλινείς πλάκες αυτών των δεξαμενών. 32. Κατά την επανατοποθέτηση των ενθέτων πλακών στις οπές των πλευρικών δεξαμενών. διαπίστωναν κάποιες φορές ότι ο αρχικός χάλυβας του πλοίου στην άκρη του αμπαριού ήταν πάρα πολύ λεπτός για να εργαστούν και σε ορισμένα σημεία, έπρεπε να κοπεί ένα μεγαλύτερο άνοιγμα τότε. προκειμένου να κόψουν την οπή έως ότου φτάσουν σε σιδηροκατασκευή επαρκούς πάχους ώστε να χωρέσει και να συγκολληθεί η ένθετη πλάκα. Οι ένθετες πλάκες είχαν παχύτερο χάλυβα από τις παρακείμενες πλάκες της πλευρικής δεξαμενής, έτσι ώστε σε πολλά σημεία η ένθετη πλάκα προεξείχε πάνω από την επιφάνεια της αρχικής πλάκας της πλευρικής δεξαμενής. Η συγκόλληση έγινε από τη μια μόνο πλευρά. Δηλαδή από την πλευρά του αμπαριού. Δεν πραγματοποιήθηκε εργασία συγκόλλησης στο εσωτερικό του ενθέτου, δηλαδή μέσα από τις δεξαμενές διπλού πυθμένα. Ομοίως, τα ένθετα στις άνω πλευρικές δεξαμενές συγκολλήθηκαν μόνο από την πλευρά του αμπαριού. Το ξέρω αυτό γιατί όταν αυτά τα ένθετα είχαν τοποθετηθεί στην άνω πλευρική δεξαμενή τα φρεάτια στο κατάστρωμα ήταν κλειστά. 33. Αφού οι ένθετες πλάκες συγκολλήθηκαν στη θέση τους, οι διπλού πυθμένα δεξαμενές πληρώθηκαν με νερό και δοκιμάστηκαν ως προς τη στεγανότητα νερού. Οι δεξαμενές πληρώθηκαν με τη χρήση της αντλίας έρματος όχι με σωλήνες. Την αντλία έρματος χειρίστηκαν οι μηχανικοί σύμφωνα με τις οδηγίες του επικεφαλής αξιωματικού, ο οποίος βοηθήθηκε από τον έμπειρο ναυτικό A. V.. Οι δεξαμενές πληρώθηκαν όλες έως ότου υπερχείλισαν στο κατάστρωμα μέσω των ανοιγμάτων εξαερισμού. Κάθε ένθετη πλάκα που συγκολλήθηκε βρέθηκε να διαρρέει τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό. Η χειρότερη διαρροή ήταν από το αμπάρι αρ. 6 στη δεξιά πλευρά. Η θέση της διαρροής επισημάνθηκε και αφού αφέθηκαν κάτω οι δεξαμενές, πραγματοποιήθηκε πρόσθετη συγκόλληση από τους συγκολλητές του ναυπηγείου και μετά από αυτό οι δεξαμενές δοκιμάστηκαν πάλι υπό πίεση και αν και υπήρχε ακόμη κάποια μικρότερη διαρροή, δεν εκτελέστηκαν περαιτέρω εργασίες συγκόλλησης επειδή οι διαρροές ήταν κάπως σαν «δάκρυσμα». Στη συνέχεια βάφτηκε η περιοχή που επηρεάστηκε από τη συγκόλληση. Συνολικά, έπρεπε να βάψουμε/ξαναβάψουμε αυτές τις συγκολλήσεις πλήρως ή μερικώς τρεις φορές όταν ήμασταν στην Κίνα, λόγω των επαναλαμβανόμενων εργασιών. 34. Κατα τη διάρκεια της επισκευής υπήρξε αρκετά συχνά ένας άνθρωπος στο πλοίο ο οποίος φορούσε μια λευκή στολή και φαινόταν να είναι ένας επόπτης ή επιθεωρητής. Ήταν Κινέζος. Υπέθεσα ότι ήταν ένας επόπτης ή επιθεωρητή αλλά ποτέ δεν μου συστήθηκε ποτέ και δεν ξέρω για ποιον εργάζονταν. Δεν έμαθα ποτέ το όνομά του. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου του στο γραφείο του πλοίου, αν και είδα τον στα αμπάρια σε κάποιες περιστάσεις. 35. Στα πλαίσια των εργασιών της δοκιμής με νερό των διπλού πυθμένα δεξαμενών, ελέγξαμε το διάφραγμα μεταξύ των δυο δεξαμενών που παρουσίαζαν διαρροές, όπως περιέγραψα παραπάνω στην παρούσα κατάθεση. Το κάναμε αυτό με την πλήρωση μιας δεξαμενής, αφήνοντας την παρακείμενη δεξαμενή κενή. Διαπιστώσαμε στη συνέχεια ότι το νερό περνούσε μέσα από το επισκευασμένο στεγανό διάφραγμα, δηλαδή ότι το διάφραγμα δεν ήταν ακόμη στεγανό. Η δεξαμενή αντλήθηκε αμέσως και ανοίχτηκε πάλι το φρεάτιο στο άνω μέρος της δεξαμενής με πρόσβαση σε αυτήν τη δεξαμενή. Αφού ανοίχτηκε το φρεάτιο, το προσωπικό του ναυπηγείου και ο επιθεωρητής πήγαν στη δεξαμενή συνοδευόμενοι από τον έμπειρο ναυτικό A. V., μαζί με μερικούς από τις Κινέζους εργάτες των ναυπηγείων. Στη συνέχεια, ο κ. A. μου είπε μια νέα ρωγμή είχε ανοίξει στην ίδια γενική περιοχή, όπως οι ρωγμές που είχαμε βρει προηγουμένως και μου είπε ότι ο λόγος για αυτό ήταν πιθανόν ότι, λόγω της πίεσης του νερού, η σκουριά είχε εκπλυθεί από το νερό και η νέα ρωγμή είχε γίνει εμφανής. Μετά που βγήκαν, οι εργαζόμενοι ίων ναυπηγείων έκοψαν και αφαίρεσαν την ένθετη πλάκα που είχε συγκολληθεί πρόσφατα πάνω από το άνοιγμα στην πλευρική δεξαμενή εντός του αμπαριού αρ. 6. Εισήγαγαν πάλι τους εξαεριστήρες σε αυτήν τη δεξαμενή. 36. Περαιτέρω, εκτελέστηκε εργασία εν θερμώ στη δεξαμενή και φορτώθηκαν πρόσθετες χαλύβδινες πλάκες μέσα στη δεξαμενή. Αφού ολοκληρώθηκε η εργασία, η δεξαμενή σφραγίστηκε πάλι με την τοποθέτηση μιας νέας ένθετης πλάκας μέσα στο αμπάρι που είχε κοπεί στην επικλινή πλευρική πλάκα. Δεν μπορώ να πω από όσα γνωρίζω προσωπικά εάν εξετάστηκε και πάλι το στεγανό διάφραγμα. Εκείνη την περίοδο, όταν η πρόσθετη εργασία στο διάφραγμα ολοκληρώθηκε, ήμουν στο κατάστρωμα και άνοιγα και έκλεινα τα φρεάτια των άνω δεξαμενών. Ο λόγος που άνοιγα και έκλεινα τα φρεάτια είναι ότι οι δοκιμές του νερού είχαν πραγματοποιηθεί στην στις άνω δεξαμενές αφού είχαν καθαριστεί, και κάθε δεξαμενή διαπιστώθηκε ότι διέρρεε εντός των αμπαριών μέσω των σημείων συγκόλλησης που είχε πραγματοποιήσει το ναυπηγείο, όπου τα ανοίγματα είχαν σφραγιστεί. Δεν ξέρω εάν αυτές οι διαρροές επισκευάστηκαν, διότι αφού είχα τελειώσει με τα φρεάτια των άνω δεξαμενών, με έστειλαν να εποπτεύω τις συνεχείς εργασίες της βαφής του τμήματος των καμπινών. 37. Εν τω μεταξύ, κάθε βράδυ, μετά τις 6 μ.μ., συνεχίζαμε τις εργασίες καθαρισμού των αμπαριών στη βάση υπερωριών. Υπήρχε πλέον νερό στα αμπάρια, που είχε διαρρεύσει από τις άνω δεξαμενές. Αυτό θα έπρεπε να το καθαρίσουμε και αφαιρέσουμε. Μια άλλη εργασία που έγινε περίπου εκείνη την περίοδο ήταν μια μακρά οριζόντια συγκόλληση σε όλο το πλάτος ενός από τα αμπάρια από τη δεξιά έως την αριστερή μεριά του πλοίου, κατά μήκος της κορυφής της κεκλιμένης βάσης (sloping stool) όπου ενώνεται με το κάθετο κυματοειδές διάφραγμα του αμπαριού. Αυτή η επισκευή έγινε στο εμπρόσθιο άκρο ενός από τα αμπάρια, πιθανόν του αμπαριού αρ. 5, αν και μπορεί να ήταν το αμπάρι αρ. 6. Η συγκόλληση που έγινε περνούσε μέσα και έξω από τις κυματώσεις, ως μία πλήρες και μακρά συγκόλλησης και έγινε πάνω από την υπάρχουσα συγκόλληση στο εν λόγω τμήμα. Καταλαβαίνω τι σημαίνει αυλάκωση πριν τη συγκόλληση, το έδειξα μόλις στα άτομα στα οποία παρέχω την κατάθεσή μου τώρα, αλλά αυτό δεν έγινε σε αυτήν τη συγκόλληση. Την πρώτη φορά που είδαμε άνδρες να εργάζονται σε αυτό το τμήμα, πραγματοποιούσαν ήδη τη συγκόλληση. Με άλλα λόγια, αυτό ήταν μια συγκόλληση επιφανείας που πραγματοποιήθηκε. Δεν ξέρω γιατί πραγματοποιήθηκε αυτή η συγκόλληση. 38. Το πλοίο αναχώρησε από το ναυπηγείο, ακόμη και αν στις δεξαμενές εξακολουθούσε να υπάρχει διαρροή προς τα αμπάρια μέσω των συγκολλήσεων γύρω από τις ένθετες πλάκες σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, όπως περιέγραψα. Ο λόγος γι’ αυτό, όπως μου είπαν οι αξιωματικοί του πλοίου, ήταν ότι είχε να ικανοποιήσει τη σύμβαση ναύλωσης. Από το ναυπηγείο, πήγαμε στο αγκυροβόλιο και τότε χάσαμε την άγκυρα της αριστερής πλευράς. Παραμείναμε στο αγκυροβόλιο για μερικές ημέρες μετά από αυτό, διότι γινόταν προσπάθειες να βρούμε και να ανακτήσουμε τη χαμένη άγκυρα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου στο αγκυροβόλιο, περαιτέρω επισκευές συγκόλλησης πραγματοποιήθηκαν στις συγκολλήσεις των ένθετων πλακών στις επικλινείς πλευρικές δεξαμενές εντός των αμπαριών. Δεν πιστεύω ότι το έργο αυτό είχε προγραμματιστεί περαιτέρω, διότι όλες οι σκαλωσιές είχαν αφαιρεθεί, ενώ το πλοίο βρισκόταν στη θέση παραβολής και έτσι το προσωπικό του ναυπηγείου χρησιμοποίησε σκάλες στην πλευρά της πλευρικής πλάκας για να φτάσει στη θέση της συγκόλλησης. Πιστεύω ότι η αρχική πρόθεση ήταν να αναχωρήσει αμέσως, αλλά υπήρχε μια καθυστέρηση που προκλήθηκε λόγω της αναζήτησης της χαμένης άγκυρας και οι πρόσθετες εργασίες με τη χρήση των σκαλών διεξήχθηκαν κατά την περίοδο της καθυστέρησης. Δεν έγιναν επισκευές στο άνοιγμα της διαρροής στις άνω δεξαμενές. 39. … Ο κ Σ.ς δεν έφυγε με το πλοίο, επειδή υπήρχε ένα άλλο σκάφος υπό την ίδια διεύθυνση στο ναυπηγείο εκείνη τη στιγμή και πιστεύω ότι έμεινε για να εργαστεί σε αυτό το σκάφος, το οποίο ήταν το «Ρ MOUZELIS». … 42. Κατά τη διάρκεια του θαλάσσιου περάσματος από την Κίνα προς τη Σιγκαπούρη, το πλήρωμα καταστρώματος, υπό την εποπτεία μου, συνέχισε να εργάζεται στα αμπάρια, καθαρίζοντας μετά τις εργασίες του ναυπηγείου. Ξεκινήσαμε από το αμπάρι αρ. 1 και εργαστήκαμε στην πρύμνη, το ένα αμπάρι μετά το άλλο. Διαπιστώσαμε ότι σε όλα τα αμπάρια εκτός από το αρ. 1 αμπάρι, υπήρχε διαρροή από τις διπλού πυθμένα δεξαμενές προς τα αμπάρια. Η διαρροή ήταν σε όλες τις περιπτώσεις από τις νέες συγκολλήσεις των νέων ένθετων πλακών στις διπλού πυθμένα δεξαμενές, καθώς και από τις συγκολλήσεις στις άνω δεξαμενές όπου μικρά ρυάκια ή/και σταγόνες νερού ήταν ορατές ότι έπεφταν εντός των αμπαριών, εκτός από τις δεξαμενές αρ. 13 και 14, οι οποίες ήταν άδειες. Αυτές οι δύο δεξαμενές ήταν κενές, επειδή δύο από τα μέλη του πληρώματος του καταστρώματος που εργάζεται στις δεξαμενές, χρησιμοποιώντας το μηχάνημα υψηλής καθαριστικής πίεσης για να αφαιρέσουν τη σκουριά. Αν και αυτές οι διαρροές ήταν ορατές σε όλα τα αμπάρια εκτός από το αρ. 1, η κατάσταση στα αμπάρια 5 και 6 ήταν χειρότερη. 43. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, όταν φτάσαμε σε αυτά τα αμπάρια για τον καθαρισμό αφού οι εργάτες των ναυπηγείων είχαν τελειώσει, βρήκαμε ότι το επίπεδο του νερού στο αμπάρι αρ. 5 και αργότερα στο αμπάρι αρ. 6 ήταν στο επίπεδο του καλαμιού, ίσως 25 εκατοστά. Εμείς δεν είχαμε πραγματοποιήσει τις τυπικές καθημερινές βυθοσκοπήσεις κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, επειδή όλο το πλήρωμα του καταστρώματος ήταν απασχολημένο με τις εργασίες τους. Μόνο οι δεξαμενές με φρέσκο νερό είχαν υποβληθεί σε βυθοσκόπηση κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Το νερό που είχε συσσωρευτεί στα αμπάρια όπως περιέγραψα είχε όλο αντληθεί με τη χρήση του συστήματος αντλίας σεντίνας των αμπαριών. Μετά τον καθαρισμό των αμπαριών, αρχίσαμε να τα βάφουμε και αυτή η εργασία συνεχίστηκε ακόμα και μετά που φτάσαμε στη Σιγκαπούρη. 44. Υπήρχε ένας σωλήνας μεγάλης διαμέτρου που περνούσε κάθετα μέχρι το διάφραγμα στο πρυμναίο άκρο του αμπαριού αρ. 5 εντός των πτυχώσεων του διαφράγματος, που είχε διαρροή. Πιστεύω ότι αυτός είναι ένας σωλήνας υπερχείλισης από τα τις δεξαμενές διπλού πυθμένα. Επισκευάστηκε από τους τεχνικούς των Φιλιππινών κατά τη διάρκεια του ταξιδιού στη Σιγκαπούρη. 45. Το επόμενο λιμάνι μας ήταν η Σιγκαπούρη, όπου πήγαμε να αγκυροβολήσουμε. Εκεί πραγματοποιήσαμε υποβρύχιο καθαρισμό των πλακών του περιβλήματος και πήραμε προμήθειες. Παραμείναμε στη Σιγκαπούρη για περίπου 20 ημέρες για επισκευές των μηχανών. Ήρθαν δύο επιθεωρητές από το γραφείο και απ’ όσο μπορούσα να δω, ένας άντρας ήταν εκεί κύριος για να μιλήσει με τον καπετάνιο, αλλά ο άλλος άνδρας ήταν τεχνικός. Δεν ξέρω το όνομά του, αλλά θα μπορούσα να αναγνωρίσω το πρόσωπό του, αν τον έβλεπα ξανά. Ήταν ένας ψηλός άνδρας με μαύρα μαλλιά και θα έλεγα ότι ήταν άνω των 50 ετών. Πήρε φωτογραφίες από το εσωτερικό της άνω δεξαμενής αρ. 14. Πήρε φωτογραφίες μετά που βάλαμε τη βαφή βάσης και την επόμενη μέρα επέστρεψε και πήρε περισσότερες φωτογραφίες αφού τελειώσαμε την τελική στρώση. 46. Δεν πραγματοποιήθηκε καμία εργασία εν θερμώ στα αμπάρια ή τις δεξαμενές στη Σιγκαπούρη. Στη Σιγκαπούρη λάβαμε περισσότερες φιάλες οξυασετιλίνης, αλλά δεν ξέρω πόσες επειδή δεν επέβλεπα τη φόρτωσή τους. Ήμουν απασχολημένος στις δεξαμενές και η εργασία γινόταν από τους εφαρμοστές. Λάβαμε επίσης, λίγο πετρέλαιο σε βαρέλια και βαφή. Δεν ξέρω αν ο επιθεωρητής από την Ελλάδα μπήκε στην αμπάρια του πλοίου. Οι καλύπτρες των στομίων ήταν όλες ανοιχτές. Από το κατάστρωμα τα αμπάρια θα φαινόταν σαν να ήταν σε καλή κατάσταση, διότι τα είδαμε βάψει κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από την Κίνα προς τη Σιγκαπούρη και τα βάφαμε και κατά την παραμονή μας στη Σιγκαπούρη. … Ενώ ήμασταν στη Σιγκαπούρη, οι δύτες επισκεύασαν τη διαρροή μέσω αναρρόφησης από την πυροσβεστικής αντλίας έκτακτης ανάγκης, συνδέοντας τη διαρροή έξω από το πλοίο κάτω από το νερό. Μετά από αυτό, δεν είχαμε περισσότερα προβλήματα διαρροής σε αυτό το χώρο, αν και για μια – δυο μέρες μετά, στο τέλος κάθε βάρδιας, ο ναυτικός υπηρεσίας επιθεωρούσε το χώρο, για να βεβαιωθεί ότι δεν υπάρχει διαρροή. Οι επιθεωρήσεις αυτές δεν συνεχίστηκαν αφού φύγαμε από τη Σιγκαπούρη. 47. Σύντομα μετά την άφιξή μας στη Σιγκαπούρη, οι 2 Φιλιππινέζοι εφαρμοστές αποχώρησαν από το πλοίο, μαζί με το Δεύτερο Μηχανικό. Ένας νέος Δεύτερος μηχανικός επιβιβάστηκε στο πλοίο, αλλά οι 2 Φιλιππινέζοι εφαρμοστές δεν αντικαταστάθηκαν. Επειδή τελειώσαμε την εργασία την ίδια στιγμή στις 10 μ.μ., οι 2 εφαρμοστές και εγώ, καθώς ήμασταν στην Κίνα, είχαμε αναπτύξει μια ρουτίνα κοινωνικών συναντήσεων σε ένα μπαρ στην ξηρά αφού είχαμε τελειώσει την εργασία για το βράδυ. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου μου μιλούσαν συχνά για τη δουλειά που έκαναν και συζητούσαμε το πλοίο και την κατάστασή του. Συχνά σχολίαζαν ότι το πλοίο ήταν σε πολύ πολύ κακή κατάσταση, επειδή όταν είχαν πάει στο διπλό πυθμένα είχαν δει ότι η κατάσταση του πλοίου ήταν κακή, γι’ αυτό και επέμειναν να αποχωρήσουν. Δανείστηκα κάποια χρήματα από αυτούς στην Κίνα, τα οποία επέστρεψα πριν να φύγουν στη Σιγκαπούρη και όταν τους εξόφλησα, μου ευχήθηκαν καλή τύχη και μου είπαν να είμαστε προσεκτικοί, λόγω της κατάστασης του πλοίου, η οποία ήταν κακή. 48. Μετά τη Σιγκαπούρη κληθήκαμε στην Τζακάρτα, όπου ο Γερμανός μηχανικός συντήρησης μηχανημάτων που είχε επιβιβαστεί στο πλοίο από την Κίνα, αποχώρησε από το πλοίο. Όλο το προσωπικό ξηράς της εταιρείας και όλοι οι τεχνικοί είχαν εγκαταλείψει το πλοίο πριν αναχωρήσει από τη Σιγκαπούρη, συμπεριλαμβανομένου του πρώην Αρχιμηχανικού που ήταν στο σκάφος από τη Βραζιλία. Διατηρήσαμε 12 εργάτες καταστρώματος. Μετά την Τζακάρτα αποπλεύσαμε για την Punta Madeira στη Βραζιλία. 49. Ενώ το πλοίο ήταν στη Σιγκαπούρη, το επίπεδο του υδάτινου έρματος στις δεξαμενές διπλού πυθμένα 8 και 9 είχε διατηρηθεί κάτω από το επίπεδο των συγκολλήσεων της ένθετης πλάκας, για να αποτραπεί η διαρροή από τις δεξαμενές στα αμπάρια. Οι άλλες δεξαμενές έρματος νερού παρέμειναν γεμάτες, επειδή η διαρροή από τις δεξαμενές αυτές ήταν πολύ αισθητή. Ήταν σαν «δάκρυσμα», έτσι που οι σιδηροκατασκευές στις θέσεις της συγκόλλησης ήταν υγρές, αλλά δεν υπήρχε συγκέντρωση νερού στο κάτω μέρος των αμπαριών. Τα αμπάρια αρ. 5 και 6 ήταν επίσης τα προβληματικά αμπάρια για τις άνω δεξαμενές και η στάθμη του νερού σε αυτές τις δεξαμενές μειώθηκε έως ότου ήταν κάτω από το επίπεδο των συγκολλήσεων της ένθετης πλάκας, για να αποφευχθεί η διαρροή μέσα στο αμπάρι. Οι άλλες πλευρικές δεξαμενές διατηρούταν γεμάτες, επειδή μόνο «δάκρυζαν» από τις συγκολλήσεις και δεν παρουσίαζαν σοβαρή διαρροή. 50. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού στη Βραζιλία, ωστόσο, οι ένθετες συγκολλημένες αρθρώσεις στα άλλα αμπάρια, δηλαδή στα υπ’ αρ. 2, 3. 4, 8 και 9, άρχισαν να διαρρέουν πιο σοβαρά. Η πιο σοβαρή από αυτές ήταν στο αμπάρι αρ. 3. Γινόταν άντληση από τα αμπάρια κατά καιρούς. Λίγες ημέρες, 3 έως 5 ημέρες πριν φτάσουμε στη Βραζιλία, η στάθμη του νερού σε όλες τις διπλού πυθμένα δεξαμενές είχε πέσει κάτω από το ύψος της συγκόλλησης των ενθέτων και οι Ρουμάνοι εφαρμοστές του πλοίου συγκόλλησαν τις διαρροές. Χρησιμοποίησαν μια φορητή σκάλα για να φτάσουν στο χώρο της συγκόλλησης. Υπό την εποπτεία μου, το πλήρωμα καταστρώματος του πλοίου χαμήλωσε τις σκάλες στα αμπάρια, χρησιμοποιώντας ένα σχοινί και προσάρτησε επίσης τις σκάλες στις πλευρές των αμπαριών, έτοιμες για να εργαστούν οι μηχανικοί. 51. Πριν την άφιξη στο λιμάνι φόρτωσης, αντλήσαμε όλες τις δεξαμενές διπλού πυθμένα έρματος, αλλά αφήσαμε το νερό στις άνω δεξαμενές. Ο λόγος για αυτό είναι ότι είναι πιο γρήγορο να αφαιρεθούν τα έρματα από τις άνω δεξαμενές που υποβοηθούνται από τη βαρύτητα, σε σύγκριση με την άντληση από τις χαμηλότερες διπλού πυθμένα δεξαμενές. Πιστεύω ότι ο λόγος που έγινε αυτό πριν αγκυροβολήσουμε ήταν ότι υπήρχαν περιορισμοί που αφορούσαν στο ύψος του βυθίσματος του πλοίου. 52. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού προς τη Βραζιλία είχαμε μια αστοχία του μηχανισμού διεύθυνσης. Όταν το διερευνήσαμε, διαπιστώσαμε ότι μια σφράγιση είχε αστοχήσει στο υδραυλικό σύστημα σε έναν από τους κυλίνδρους του μηχανισμού διεύθυνσης. Υπήρχε υπερβολικά πολύ υδραυλικό λάδι σε όλο το κατάστρωμα και διαπιστώσαμε ότι η δεξαμενή υδραυλικού λαδιού ήταν άδεια. Το πλήρωμα καταστρώματος και οι λιπαντές άρχισαν να εργάζονται για τη συλλογή του υδραυλικού λαδιού από το κατάστρωμα και την τοποθέτησή του σε κυλίνδρους. Οι κύλινδροι εκκενώθηκαν στη δεξαμενή υδραυλικού λαδιού για την επαναφόρτιση του συστήματος. Εν τω μεταξύ, οι ρουμάνοι εφαρμοστές αντικατέστησαν τη σφράγιση. Μετά από σχεδόν μία ημέρα διακοπής εν πλω, ξεκίνησαν οι μηχανές διεύθυνσης και συνεχίσαμε το ταξίδι μας προς το λιμάνι φόρτωσης. Τέσσερις ημέρες αργότερα, την Κυριακή, είχαμε άλλη μία διακοπή λόγω μιας παρόμοιας διαρροής του μηχανισμού διεύθυνσης, αλλά σε μικρότερο βαθμό. Αυτό επισκευάστηκε με τον ίδιο τρόπο και συλλέξαμε το πετρέλαιο που είχε διαρρεύσει και το επιστρέψαμε στη δεξαμενή αποθήκευσης. Σε αυτήν την περίπτωση, η ποσότητα του υδραυλικού που είχε διαρρεύσει ήταν λιγότερη από πριν. Θυμάμαι ότι ήταν Κυριακή επειδή είχαμε μας ξύπνησαν για αυτήν την εργασία και η Κυριακή δεν είναι συνήθως ημέρα για μένα. 53. Δεν γνωρίζω εάν υπήρξαν άλλα προβλήματα κατά τη διάρκεια της φόρτωσης, αν και θα ήθελα να σχολιάσω ότι το ύψος του βραχίονα φόρτωσης ήταν πάνω από το ύψος της γέφυρας του πλοίου μας. Στην πρώτη πτώση του φορτίου μπορούσαμε να αισθανθούμε ότι το πλοίο τραντάχτηκε. 54. Αφού ολοκληρώθηκε η φόρτωση, κλείσαμε τα αμπάρια 2-8 αποκλειστικά, αλλά διατηρήσαμε τα αμπάρια 1 και 9 ανοικτά έως ότου θα ολοκληρώνονταν η τελική ισοστάθμιση. Κατά τη διάρκεια αυτής της τελευταίας περιόδου το πλοίο ήταν σημαντικά χαμηλά από την πλώρη. Ο λόγος που το ξέρω αυτό, ειδικότερα, είναι ότι έβρεχε, και το νερό της βροχής συγκεντρώνονταν στο μπροστινό μέρος του καταστρώματος. Ο Προϊστάμενος Αξιωματικός με κάλεσε στον ασύρματο του αξιωματικού υπηρεσίας και μου είπε να κλείσω τα δύο εναπομείναντα αμπάρια. Μόλις καθαρίζαμε το κανάλι των ανοιγμάτων για τους τροχούς του καλύμματος της καταπακτής, ο Καπετάνιος κάλεσε τον υποπλοίαρχο (Αξιωματικό Γέφυρας) στον ασύρματος και του είπε να μην κλείσει ακόμα τα αμπάρια. Σταματήσαμε και περιμέναμε. Στη συνέχεια, η εξέδρα φόρτωσης από την ακτή μετακινήθηκε προς την καταπακτή του αμπαριού αρ. 1 και τοποθέτησαν περισσότερο φορτίο στο κατάστρωμα αρ. 1. Φόρτωνε μόνο στο αμπάρι αρ. 1 για ένα μικρό χρονικό διάστημα, αλλά ήμουν μπερδεμένος με αυτό, γιατί φάνηκε παράξενο όταν είχαμε κλίση στο εμπρόσθιο μέρος να βάζουμε περισσότερο φορτίο στο αμπάρι αρ. 1. Μετά από λίγα λεπτά ο υποπλοίαρχος μου είπε να κλείσω τα αμπάρια. Τα αμπάρια έκλεισαν και πριν μπορέσανε να τα ασφαλίσουμε, μπήκαμε σε κατάσταση αναμονής, επειδή ο πιλότος ήταν ακόμα στο σκάφος. Αφού έφυγε, ασφαλίστηκαν επίσης και αυτά τα αμπάρια. Την επόμενη μέρα, καθαρίζαμε τα καταστρώματα και πλέναμε και το νερό έτρεχε προς τα εμπρός και συγκεντρώνονταν σε μια λιμνούλα στο μπροστινό τμήμα του πρωραίου καταστρώματος. Δεν υπήρχε έρμα στο πλοίο κατά την αναχώρηση. 55. Την ημέρα μετά φύγαμε από το λιμένα φόρτωσης, ο αρμόδιος ναυτικός για τις βυθοσκοπήσεις μου είπε ότι ο σωλήνας βυθοσκόπησης στη θύρα της διπλού πυθμένα δεξαμενής αρ. 8 φαινόταν ότι ήταν αποφραγμένος, επειδή κατά τις προηγούμενες βυθοσκοπήσεις έδειχνε πάντα την ίδια στάθμη. Το νερό ήταν βρώμικο / μαύρο, το οποίο μου φάνηκε παράξενο. Τότε διαπιστώσαμε ότι ο σωλήνας δεν είχε αποφραχτεί και το νερό που είχε καταγραφεί από την ταινία βυθοσκόπησης, ήταν νερό που βρισκόταν μέσα στη δεξαμενή. Ξεκινήσαμε την άντληση της δεξαμενής κάθε δεύτερη μέρα. Μια παρόμοια κατάσταση λίγο αργότερα διαπιστώθηκε στις δεξαμενές υπ’ αρ. 2 και 3, οι οποίες αντλούνταν επίσης κάθε δεύτερη ημέρα. Αυτό συνεχίστηκε για όλο το υπόλοιπο του ταξιδιού έως την ημέρα του ατυχήματος. Η κλίση του πλοίου παρέμεινε προς τα κάτω στην πλώρη. 56. Την Παρασκευή 28 Απριλίου (γνωρίζω την ημερομηνία, επειδή ήταν η Παρασκευή πριν από την 1η Μαΐου, η οποία είναι μια σημαντική αργία για εμάς) ο Προϊστάμενος Αξιωματικός μάς ζήτησε να γεμίσουμε την πρυμνιαία δεξαμενή ζυγοστάθμισης χρησιμοποιώντας δύο πυροσβεστικούς σωλήνες. Η πρυμνιαία δεξαμενή ζυγοστάθμισης έχει ένα ενσωματωμένο σωλήνα πλήρωσης μέσω του σωλήνα υπερχείλισης εξαεριστήρα στο κατάστρωμα. Ο αρμόδιος έμπειρος ναυτικός για τη λήψη βυθοσκοπήσεων έπαιρνε συχνές μετρήσεις βυθοσκόπησης καθώς γέμιζε η δεξαμενή και όταν η στάθμη στη δεξαμενή ήταν στα 6 μέτρα σταματήσαμε με εντολή του Προϊστάμενου Αξιωματικού. 57. Την ημέρα του ατυχήματος, το πρωί, πήγα στη γέφυρα μετά τις 05:30 για να μιλήσω με τον Προϊστάμενο Αξιωματικό σχετικά με την εργασία της ημέρας. Είχα γίνει πολύ φιλικός με τον Προϊστάμενο Αξιωματικό, κάτι που είναι ο λόγος που είμαι τώρα στην Ελλάδα, για να συναντήσω τη γυναίκα του και τα δύο παιδιά του, επειδή ήθελαν να μάθουν τι συνέβη σ’ αυτόν. Αφού πήρα την εντολή εργασιών μου από αυτόν, πήγα κάτω στην καφετέρια. Ο Δεύτερος Μηχανικός ήταν εκεί μαζί με άλλους ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένου ενός καθαριστή. 10 λεπτά πριν από τις 8 π. μ. ακούσαμε ένα ισχυρό «μπάνγκ» και το πλοίο τραντάχτηκε. Έτρεξα στο φινιστρίνι της καφετέριας, επειδή νόμιζα ότι είχε αστοχήσει η πρόσδεση του γερανού. Ο Δεύτερος μηχανικός δεν το παρακολουθούσε. Από το φινιστρίνι κοίταξα την πρόσδεση του γερανού και είδα ότι ήταν στη θέση της. 58. Το τράνταγμα του σκάφους δεν ήταν φυσιολογικό και ο Δεύτερος Μηχανικός είπε «Τι ήταν αυτό». Μόλις διαπίστωσα ότι δεν ήταν η πρόσδεση, πήγα στην πόρτα πρόσβασης της αριστερής πλευράς, ένα κατάστρωμα κάτω στο επίπεδο του κυρίως καταστρώματος. Υπήρχε ψεκασμός στο κατάστρωμα κοντά στην πόρτα και έβγαινε νερό από έναν εξαεριστήρα της αριστερής πλευράς δίπλα στο αμπάρι αρ. 7, υπό πίεση. Υπήρχε επίσης ψεκασμός στο κατάστρωμα από τα κύματα, μόνο ψεκασμός. Έκλεισα την πόρτα. Τότε ο Προϊστάμενος Αξιωματικός ήρθε τρέχοντας και είπε «είδες την υπερχείλιση του νερού» και είπα «ναι» και άνοιξα την πόρτα και του έδειξα το σημείο απ’ όπου προέρχονταν ο ψεκασμός. Με ρώτησε «ποιος αριθμός» και είπα «το αρ. 8» και το κοίταξε και είπε «αυτό δεν είναι καλό, αυτό δεν είναι καλό». Στη συνέχεια πήγαμε στην δεξιά πλευρά του πλοίου για να ελέγξουμε το δεξιό εξαεριστήρα. Όταν ήμασταν στο κατάστρωμα μπορούσαμε να ακούμε ένα σφύριγμα σαν διαφυγή από ένα αμπάρι υπό πίεση. 59. Ο Προϊστάμενος Αξιωματικούς μου είπε να πάρει κάποια εργαλεία για να ανοίξει την πρόσβαση στο αμπάρι, επειδή βλέπαμε, κοιτάζοντας προς το αμπάρι αρ. 6, ότι υπήρχε ομίχλη πάνω από το αμπάρι αρ. 6. Πήγα να πάρω κάποιο ανοίξω το παξιμάδι πεταλούδα του ανοίγματος πρόσβασης. Έφυγα και βρήκα ένα σωλήνα. Στη συνέχεια, πήγα στο αμπάρι αρ. 6 και αυτή τη φορά ένας εφαρμοστής και κάποια μέλη του πληρώματος, όπως και ο Προϊστάμενος Αξιωματικός, ήταν επίσης εκεί. Προσπαθήσαμε να ανοίξουμε την πρόσβαση στο φρεάτιο χρησιμοποιώντας το σωλήνα, αλλά δεν μπορούσαμε να την ανοίξουμε, λόγω της πίεσης από κάτω που εμπόδιζε τα παξιμάδια πεταλούδα να στρίψουν. Είπα στον Προϊστάμενο Αξιωματικό ότι πρέπει να ανοίξουμε τον εξαερισμό του αμπαριού για να ανακουφίσουμε την πίεση. Πήγα στον εξαεριστήρα του αμπαριού αρ. 6 και τον άνοιξα λίγο. Μπορούσα να νιώσω την πίεση του αέρα που έβγαινε από το αμπάρι και κατόπιν ο θόρυβος του σφυρίγματος μειώθηκε. Στη συνέχεια, ανοίξαμε την καταπακτή πρόσβασης. Κοιτάζοντας κάτω, μπορούσα να δω ότι το αμπάρι ήταν ήδη γεμάτο με νερό πάνω από το φορτίο σε βάθος περίπου 8 μέτρων κάτω από το επίπεδο του κυρίου καταστρώματος. Πήραμε μια ταινία βυθομέτρησης και το μετρήσαμε, γι’ αυτό ξέρω ότι ήταν 8 μέτρα. Όταν ανοίξαμε το φρεάτιο πρόσβασης, η ροή του νερού στο κατάστρωμα από τον εξαεριστήρα στην αριστερή πλευρά στη δεξαμενή αρ. 8 σταμάτησε. Στη συνέχεια, ο Προϊστάμενος Αξιωματικός έτρεξε πίσω στη γέφυρα. 60. Στη συνέχεια, ο Polie, ο έμπειρος ναυτικός που ήταν αρμόδιος για τη λήψη βυθομετρήσεων ήλθε με μια ταινία βυθομέτρησης και διατάχτηκε να διεξάγει βυθοσκοπήσεις από όλες τις διπλού πυθμένα δεξαμενές και αμπάρια. Εξέτασε πρώτα την διπλού πυθμένα δεξαμενή αρ. 8 και ανέφερε ότι η βυθομέτρηση ήταν στα 19 μέτρα. Εκείνη τη φορά μου είχαν δώσει έναν ασύρματο και ο Προϊστάμενος Αξιωματικός μου είπε από τον ασύρματο να πάω κάτω και να ελέγξω από που ερχόταν το νερό, αλλά ήταν αδύνατο να κατέβω στο αμπάρι αρ. 6, επειδή ήταν σκοτεινό. Όταν είπα στον Προϊστάμενο Αξιωματικό ότι ήταν αδύνατο, μου είπε να ελέγξω τα άλλα αμπάρια. Πρώτα έλεγξα το αρ. 7, ανοίγοντας την εμπρόσθια πρόσβαση στο αμπάρι, έτοιμος να κατέβω κάτω μαζί με τον εφαρμοστή, αλλά ήταν αμπάρι και στη συνέχεια αρχίσαμε να αντλούμε το νερό. Ήξερα από ό,τι είχα ακούσει ότι το μηχανοστάσιο πραγματοποιούσε επίσης άντληση από αυτό το αμπάρι, αλλά η στάθμη του νερού στο αμπάρι παρέμεινε η ίδια. Συνεχίσαμε τις βυθομετρήσεις, για να δούμε αν η στάθμη του νερού θα χαμηλώσει, αλλά παρέμεινε στο ίδιο επίπεδο στο αμπάρι αρ. 6. Εν τω μεταξύ, η στάθμη του νερού στο αμπάρι αρ. 7 ανέβαινε και τώρα μπορούσα να δω την επιφάνεια του νερού πάνω από την κλίση του φορτίου, καθώς το νερό ανερχόταν. Εκείνη τη στιγμή τα άλλα αμπάρια από τις δεξαμενές ήταν όλα εντάξει όσον αφορά στις βυθομετρήσεις. Έως εκείνη τη στιγμή, το σκάφος είχε μια κλίση προς τα αριστερά. Ανέβηκα στο κατάστρωμα των λέμβων επειδή διατάχθηκα να το κάνω. 61. Παρέμεινα στο κατάστρωμα των λέμβων αναμένοντας εντολές μέχρι τις 13:00 η ώρα όταν ο Προϊστάμενος Αξιωματικός με διέταξε να ελέγξω το αμπάρι αρ. 5. Πήγα προς την εμπρόσθια είσοδο υπ’ αρ. 5, άνοιξα την καταπακτή πρόσβασης και κοίταξα κάτω. Δεν μπορούσα να δω καθόλου νερό, αλλά μπορούσα να ακούσω λίγο νερό να ρέει στο αμπάρι. Ο ήχος του νερού προερχόταν από το αμπάρι αρ. 5 της πρύμνης και συνειδητοποίησα ότι το νερό πρέπει να ρέει μέσα από το διάφραγμα από το αμπάρι υπ’ αρ. 6. Κάλεσα τον Προϊστάμενο Αξιωματικό από τον ασύρματο και του είπα ότι το νερό εισέρεε επίσης στο αμπάρι αρ. 5. Στη συνέχεια, έλεγξα επίσης το αμπάρι αρ. 7 όπου είδα ότι η στάθμη του νερού ήταν υψηλότερη από ό, τι πριν. Έως εκείνη τη στιγμή, επειδή το ύψος των εξάλων του πλοίου ήταν πολύ μικρότερο, το νερό ερχόταν στο κατάστρωμα από τα κύματα και μια αντλία απομακρύνθηκε από τα κύματα.  62. Ο Προϊστάμενος Αξιωματικός με κάλεσε στον ασύρματο και μου είπε να τους στείλω όλους στο κατάστρωμα των λέμβων. Παραμείναμε στο κατάστρωμα των λέμβων για λίγα λεπτά και στη συνέχεια ο Προϊστάμενος Αξιωματικός με κάλεσε ξανά και μου είπε να προετοιμάσω τις λέμβους. Μου είπε να βγάλω τα σχοινιά πρόσδεσης, αλλά να μην κατεβάσω ακόμα τις λέμβους. Αφαιρέσαμε τα σχοινιά πρόσδεσης και τη γραμμή «painter» και την προωθήσαμε μπροστά όπου ασφαλίστηκε. Το πλοίο έπλεε με αργή ταχύτητα εκείνη τη στιγμή. Το νερό εξακολουθούσε να αντλείται από τα αμπάρια, αυτό το ήξερα επειδή μπορούσα να δω το αποχρωματισμένο νερό να τρέχει από το πλάι. 63. Μείναμε εκεί στο κατάστρωμα των λέμβων, περιμένοντας. Περίπου στις 3 μ.μ. ο Προϊστάμενος Αξιωματικός με διέταξε να κατεβάσω δύο λέμβους στο κατάστρωμα επιβίβασης, πράγμα που κάναμε. Το πλήρωμα πήρε τα σωσίβια και προετοιμάστηκε για την εγκατάλειψη του πλοίου. Στη συνέχεια, περιμέναμε για περαιτέρω εντολές. Έως τις 3 ή 4 μ.μ., η θάλασσα ήταν σχεδόν ήρεμη και είπα στον Προϊστάμενο Αξιωματικό όταν ήρθε κάτω στο κατάστρωμα λέμβων «Καπετάνιε, γιατί δεν φεύγουμε, δεν είναι ώρα;» Ο Προϊστάμενος Αξιωματικός είπε: «Δεν ξέρω, είναι κάτι με την εταιρεία, λοστρόμε». Αυτά ήταν τα ακριβή λόγια του και στη συνέχεια έφυγε. Αυτά ήταν ακριβώς τα λόγια του. 64. Λίγο μετά τις 4 μ.μ., διαταχθήκαμε να ξεκινήσουμε τον κινητήρα στις σωσίβιες λέμβους και να είμαστε έτοιμοι να εγκαταλείψουμε το πλοίο. Αυτό ήταν υπό τις διαταγές του Καπετάνιου που ήταν στην αριστερή πλευρά του καταστρώματος λέμβων εκείνη τη στιγμή. Ωστόσο, υπήρχε μια άλλη κλήση από την εταιρεία και το κέντρο συντονισμού επιχειρήσεων θαλάσσιας διάσωσης (MRCC) ήταν επίσης σε επαφή με το πλοίο εκείνη τη στιγμή. Ο Καπετάνιος έφυγε από το κατάστρωμα των λέμβων, αφού μάς είπε να περιμένουμε. Συνεχίσαμε να περιμένουμε και περιμέναμε και περιμέναμε έως ότου σκοτείνιασε. Περίπου στις 6:30 μ.μ. ήταν αδύνατο να κατεβάσουμε τη λέμβο της αριστερής πλευράς λόγω της κλίσης, οπότε όλοι μετακινήθηκαν στη δεξιά πλευρά δίπλα στη λέμβο. 65. Περίπου 10 ή 15 λεπτά πριν τις 7 μ.μ. μας είπαν να είμαστε έτοιμοι να εγκαταλείψουμε το πλοίο και να ξεκινήσουμε τον κινητήρα της λέμβου, αλλά δεν ξεκινούσε. Έτσι προσπάθησαν να το διορθώσουν αυτό. Στις 19:00 η ώρα, ο Δεύτερος Αξιωματικός που ήταν στη γέφυρα, κάλεσε ον Καπετάνιο ο οποίος ήταν στο κατάστρωμα του σκάφους και φώναξε ότι υπήρχε ένα σκάφος με όνομα «…» που θα ερχόταν σε δύο ώρες. Ο Καπετάνιος αποφάσισε να περιμένει εκεί, ενώ συνεχίστηκαν οι εργασίες στον κινητήρα της σωσίβιας λέμβου. Απ’ ό,τι ήξερα, οι μηχανικοί δεν ήταν βέβαιοι ότι η μπαταρία είχε αποφορτιστεί. Ο λόγος που δεν ήταν βέβαιοι γι’ αυτό ήταν ότι το φως στην σωσίβια λέμβο λειτουργούσε ακόμα και αν η μπαταρία έχει αποφορτιστεί πλήρως, δεν θα άναβε, έτσι σκέφτηκαν ότι επρόκειτο για ένα μηχανικό πρόβλημα που προσπαθούσαν να διορθώσουν. Συνέχισαν να προσπαθούν και προσπαθούσαν να ξεκινήσουν τον κινητήρα, χωρίς επιτυχία. Μετά από λίγη ώρα, ο ηλεκτρολόγος είπε ότι «πρέπει να αλλάξουμε τη μπαταρία», αλλά η μπαταρία ήταν στο δωμάτιο των μπαταριών στην κορυφή του χώρου των καμπινών, κοντά στη γέφυρα και θα έπαιρνε χρόνο να γίνει η αλλαγή. 66. Έφεραν τη μπαταρία στο κατάστρωμα λέμβων και ήταν τώρα περίπου 9:30 μ.μ., και καθώς προσπαθούσα να πιάσω τη μπαταρία για να την τοποθετήσω μέσα στη λέμβο, ακούστηκαν μια σειρά ήχων «μπάνγκ» ή θορύβων όπως μπουμ, μπουμ, μπουμ, μπουμ, μπουμ και μπορούσα να δω ότι το πλοίο έσπαζε στη μέση. Ένα μεγάλο κύμα ήρθε και μας έσπρωξε προς το μέρος όπου στεκόμασταν. Πεταχτήκαμε μακριά από το πλοίο στη θάλασσα και δεν ξέρω τι συνέβη στους άλλους. Βρέθηκα να επιπλέω στο νερό με διάφορους άλλους ανθρώπους. Ήμασταν όλοι κοντά στην ίδια περιοχή, έτσι κρατιόμασταν ο ένας από τον άλλο. Εκείνο το διάστημα υπήρχε φεγγάρι και μπορούσαμε να δούμε την εικόνα της σωσίβιας λέμβου και έτσι αποφασίσαμε να κολυμπήσουμε προς τη λέμβο. Μαζί ήταν ένας Φιλιππινέζος που κρατιόταν από μια σχεδία. Προσπάθησα να τον τραβήξω μαζί μας, αλλά ήταν πολύ βαρύς με τη σχεδία και δεν μπορούσα να τον τραβήξει. Του είπα να αφήσει τη σχεδία, αλλά εκείνος αρνήθηκε και τραβήχτηκε μακριά από τα χέρια μου. Τον έχασα μέσα στο σκοτάδι. Κολυμπήσαμε προς τη σωσίβια λέμβο και βοηθήσαμε ο ένας τον άλλον να ανέβει στη σωσίβια λέμβο. 67. Μπορούσαμε να δούμε τα φώτα του «…» και κάναμε όσο πιο πολύ θόρυβο μπορούσαμε. Ένας από μας είχε ένα φακό που χρησιμοποιούσαμε για να σηματοδοτήσουμε στο «…» το οποίο ήρθε και μας πήρε. Χρησιμοποιούσαμε επίσης τις σφυρίχτρες της λέμβου. Στη συνέχεια, είδαμε ότι κατέβαζαν τις σωσίβιες λέμβους και ήρθαν προς το μέρος μας και μεταφερθήκαμε στις σωσίβιες λέμβους του και κατόπιν στο «…» όπου μας περιποιήθηκαν πολύ καλά. 68. To «…» έμεινε στην περιοχή για δύο ή τρεις νύχτες ψάχνοντας για επιζώντες και στη συνέχεια πήγε σε μια τοποθεσία ακριβώς έξω από το Durban όπου παραληφθήκαμε από ελικόπτερο και μεταφερθήκαμε στο Durban. Στην αεροπορική βάση συναντηθήκαμε με τον κ. Δ. και έναν εκπρόσωπο μιας άλλης ελληνικής εταιρείας, του οποίου το όνομα δεν ήξερα. Καπνίζει πίπα. Ήταν περίπου 7 ή 8 η ώρα το πρωί. Μας μετέφεραν σε ένα διαμέρισμα, όλους μας. Αυτό ήταν ένα διαμέρισμα με τρία δωμάτια και δεν ήταν στην πόλη, αλλά περίπου 10 λεπτά με το αυτοκίνητο από τα σύνορα της πόλης, σε ένα αυτόνομο συγκρότημα διαμερισμάτων. Μάς έβαλαν όλους σε αυτό το ένα διαμέρισμα. Λίγο μετά κατέφτασε ο κ. Δ. και ο άλλος άνδρας μας μίλησε. Δεν υπήρχε κανείς άλλος παρόν κατά τη διάρκεια αυτής της συνάντησης. 69. Ο κ. Δ. μας είπε ότι είχε πει στον καπετάνιο να εγκαταλείψει το σκάφος στις 3 η ώρα και μας ρώτησε γιατί δεν το είχε κάνει; Κανένας από εμάς δεν μπορούσε να του απαντήσει. Ο άλλος Έλληνας συστήθηκε σε μας και μάς είπε ότι ήταν ο ναυπηγός της εταιρείας. Μας είπε ότι όταν το νερό ήταν στο αμπάρι αρ. 6, είχε πει στον Καπετάνιο να εγκαταλείψει το σκάφος. Ο κ. Δ. μας έδωσε στον καθένα 1.000 δολάρια FU1A σε μετρητά που μας είπε ήταν ένα μπόνους και να αγοράσουμε ρούχα. 70. Ο κ. Δ. μας είπε ότι θα μάς έπαιρναν συνέντευξη κάποιοι ερευνητές για την απώλεια του πλοίου. Ο ίδιος μας είπε: «Εντάξει, αυτό είναι που θα πείτε». Τότε μας είπε ότι όταν οι ερευνητές θα μάς ρωτούσαν, έπρεπε να πούμε ότι το πλοίο ήταν σε καλή κατάσταση και ότι δεν υπήρχαν καθόλου προβλήματα με το σκάφος. Μας είπε επίσης να πούμε ότι ο καιρός ήταν πολύ κακός. Τίποτα από αυτά δεν ήταν αλήθεια βέβαια, αλλά μας είπε και πάλι ότι θα έπρεπε να πούμε ότι το πλοίο δεν είχε κανένα πρόβλημα και ότι ήταν σε καλή κατάσταση και αυτό είναι ό, τι πρέπει να πούμε. Όλοι συμφώνησαν ότι θα τα λέγαμε αυτά. 71. Υπήρχαν τρία δωμάτια στο διαμέρισμα με διπλές κουκέτες, έτσι υπήρχαν αρκετά κρεβάτια για όλους. Παραμείναμε στο διαμέρισμα εκείνη τη μέρα και την περισσότερη ώρα κοιμόμασταν. Αφού ήμασταν στο διαμέρισμα για λίγες ώρες. έφτασε ένας Φιλιππινέζος καπετάνιος λιμανιού από την Inter-Orient. Τον ήξερα από το 1993 περίπου ως έναν από τους διευθυντές στελέχωσης της Inter-Orient και το όνομά του είναι Captain German Mendes. Αυτός μας είπε μόνο ότι θα πρέπει να ακολουθήσουμε τις οδηγίες του κ. Δ. και στη συνέχεια θα μπορούσαμε να φύγουμε και δεν θα είχαμε κανένα πρόβλημα. 72. Την επόμενη ημέρα μας πήγαν έναν προς ένα στο ανακριτικό δωμάτιο όπου υπήρχαν διάφορα άτομα. Ήμουν ο πρώτος που κάλεσαν. Πριν αρχίσει η έρευνα, όταν καθόμουν στη θέση μου, ο ναυπηγός ήρθε και κάθισε δίπλα μου. Ανοίγοντας τη συζήτηση μου είπε «αυτό είναι που θα πεις» και στη συνέχεια μου είπε να μην πω τίποτα για τυχόν επισκευές σιδηροκατασκευών στην Κίνα και να πω μόνο για τον εν λόγω κινητήρα ότι γινόταν επισκευές εκεί. Μου είπε να μην πούμε τίποτα για τις διαρροές από τις δεξαμενές και να απαντήσουμε στις ερωτήσεις και να μην πούμε τίποτα περισσότερο και να μην παρέχουμε εθελοντικά καμία πληροφορία. 73. Κατά τη διάρκεια της έρευνας μου υποβλήθηκαν πολλές ερωτήσεις από τους ερευνητές, αλλά αυτές επικεντρώθηκαν στις περιστάσεις της ημέρας του ατυχήματος. Υπήρχαν πολλοί άνθρωποι εκεί, συμπεριλαμβανομένων τριών που όπως μου είπε ο κος Δ. ήταν Άγγλοι δικηγόροι. Από αυτούς, ο ένας ήταν ένας νεαρός δικηγόρος, πολύ λεπτός, ο οποίος ήταν ο βοηθός του δεύτερου δικηγόρου ο οποίος ήταν πιο ηλικιωμένος. Ο τρίτος δικηγόρος ήταν ένας ηλικιωμένος άνθρωπος με άσπρα μαλλιά. Δεν μου υποβλήθηκαν ερωτήσεις σχετικά με την κατάσταση του σκάφους, εκτός από ένα δικηγόρο. Ήταν ο πιο ηλικιωμένος, με γκρίζα μαλλιά. Προσπάθησε να μου θέσει ερωτήματα σχετικά με την κατάσταση του πλοίου και του είπα ότι η κατάστασή του ήταν πολύ καλή. Όταν προσπάθησε να με ρωτήσει πάλι, παρενέβη ένας άλλος δικηγόρος που μου είπε να «προχωρήσω», πράγμα που συνέβη. Δεν μου επιτράπηκε να μιλήσω με τον πιο ηλικιωμένο δικηγόρο μόνος μου. Επίσης, προσπάθησε να μου μιλήσει ιδιαίτερα, αλλά δεν το επέτρεπαν άλλοι. Απάντησα στις ερωτήσεις που μου τέθηκαν όπως μου είχαν πει να κάνω οι δύο εκπρόσωποι του πλοιοκτήτη. Δεν είχα μιλήσει με κανέναν από τους Άγγλους δικηγόρους ξεχωριστά σε οποιαδήποτε στιγμή. 74. Δεν έδωσα ποτέ καμία πληροφορία κατά τη διάρκεια της συνέντευξης σχετικά με την κατάσταση του σκάφους ή τις επισκευές στην Κίνα, ούτε καν σε κάποιο από τους δικηγόρους. Όταν ρωτήθηκα για την κατάσταση του πλοίου, τους είπα ό,τι μου είχαν πει να πω και όταν ρωτήθηκα για τις εργασίες που έγιναν στην Κίνα, τους είπα ότι μόνο επισκευές κινητήρα είχαν γίνει. Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν κυρίως σε ό,τι συνέβη κατά την ημέρα του ατυχήματος, ότι ο καιρός ήταν κακός, πώς φτάσαμε στη σωσίβια λέμβο, τι συνέβη στη σωσίβια λέμβο και πώς διασωθήκαμε. Υπήρξαν κάποιες ερωτήσεις σχετικά με τη φόρτωση, αλλά ο ναυπηγός που καθόταν δίπλα μου παρενέβη και είπε ότι δεν ήξερα για τη φόρτωση, επειδή ήμουν απλά και μόνο ο λοστρόμος και όχι ένας αξιωματικός. Είπε ότι αν ήθελαν να μάθουν κάτι για τη φόρτωση, θα έπρεπε να ρωτήσουν τον κ. Δ.. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης μου, διαφορετικοί άνθρωποι με ρώτησαν διαφορετικά πράγματα, αλλά πάντα για το ίδιο θέμα. 75. Αφού οι συνεντεύξεις είχαν τελειώσει, μεταφερθήκαμε αεροπορικώς στις Φιλιππίνες. Εκεί, συναντήσαμε τον αντιπρόσωπο επάνδρωσης της Inter-Orient. Λίγες μέρες αργότερα, κλήθηκα στο γραφείο της Inter-Orient να συλλέξω μια πληρωμή αποζημίωσης από την Ρ&Ι Club. Υπέγραψα ένα έγγραφο το οποίο ανέφερε ότι μου είχαν δοθεί 9.000 δολάρια ΗΠΑ, αλλά στη συνέχεια παρατήρησα ότι η επιταγή που μου δόθηκε ήταν μόνο για 8.000 δολάρια ΗΠΑ. Ρώτησα γιατί και μου είπαν ότι είχα ήδη λάβει 1.000 δολάρια ΗΠΑ στο Durban και ότι αυτό είχε αφαιρεθεί από την καταβολή της αποζημίωσης της Ρ&Ι Club. Ένιωσα εξαπατημένος γιατί είχε πει ο κ. Δ. ότι τα 1.000 δολάρια ΗΠΑ ήταν ένα μπόνους από τους πλοιοκτήτες, αλλά δεν υπήρχε τίποτα που θα μπορούσα να κάνω. 76. Λίγες μέρες αργότερα με κάλεσαν στο γραφείο του Ρ&Ι Club στη Μανίλα και μου έδωσαν μια επιταγή για 7.000 δολάρια ΗΠΑ. Μου είπαν ότι αυτό ήταν μια πρόσθετη πληρωμή ως αποζημίωση. 77. Δύο ημέρες πριν μας δόθηκαν $7.000 δολάρια ΗΠΑ και κληθήκαμε από την Inter-Orient και πήγαμε στην Ελληνική Πρεσβεία για να δώσει μια κατάθεση ενώπιον ενός από τους αξιωματούχους της Πρεσβείας. Πριν φτάσαμε στην πρεσβεία, μας δόθηκε ένα χαρτί από το πρακτορείο επάνδρωσης. Μας είπαν ότι εάν ερωτηθούμε από τον πρόξενο εάν αυτή ήταν η κατάθεσή μας, μάς είπαν να πούμε «ναι». Μάς πήραν τότε στον αξιωματούχο της Πρεσβείας και υπογράψαμε την κατάθεση ενώπιον του Προξένου. Κατόπιν διάβασα τη δική μου κατάθεση και είδα ότι έλεγε ότι τα πάντα στο σκάφος ήταν καλά. Αυτό δεν ήταν αλήθεια, όπως έχω εξηγήσει στην παρούσα κατάθεση. 78. Λίγές εβδομάδες αργότερα, πήγα στο γραφείο της Inter-Orient για να τους δώσω κάποια χαρτιά που απαιτούταν. Εκεί έτυχε να συναντήσω και τους δύο εφαρμοστές που είχαν εγκαταλείψει το πλοίο στη Σιγκαπούρη. Ένας από αυτούς δεν είπε τίποτα σχετικά με το πλοίο, αλλά ο άλλος, ο κ. Fernando μου είπε «κοίτα, καταλαβαίνεις τι σου είπα. Είμαι τυχερός που έφυγα από αυτό το πλοίο». Αυτά ήταν τα ακριβή του λόγια ή τουλάχιστον πολύ όμοια με την ακριβή του έκφραση. 79. Το περασμένο Σάββατο 3 Φεβρουάριου του 2007, έφτασα στην Ελλάδα. Την επόμενη μέρα, την περασμένη Κυριακή, έλαβα ένα τηλεφώνημα από τη γυναίκα μου να πω ότι ένας Άγγλος δικηγόρος που ονομάζεται Paul B. είχε φτάσει στο σπίτι μου στις Φιλιππίνες και με ζητούσε. Η γυναίκα μου είπε ότι του είχε πει ότι ήμουν μακριά στο σπίτι του πατέρα μου που είναι σε απόσταση 1 ώρας με το αεροπλάνο και 12 ωρών με το λεωφορείο από το σπίτι μας κοντά στη Μανίλα. Τη Δευτέρα, έλαβα μια άλλη κλήση από τη γυναίκα μου και μου είπε ότι ο κ. B. είχε φτάσει στο σπίτι του πατέρα μου και με ζητούσε. Μου είπε ότι η θεία μου, που ζει κοντά στον πατέρα μου, είχε καλέσει τη γυναίκα μου και τη ρώτησε ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που με ψάχνει. Η θεία μου ήθελε να μάθει αν ήμουν σε δύσκολη θέση. Η γυναίκα μου της είπε ότι δεν ήμουν σε δύσκολη θέση και της είπε να μην πει τίποτα σε κανέναν που με ζητούσε. 80. Σήμερα είναι Τετάρτη, 7 Φεβρουαριου. Σήμερα το πρωί (ώρα Ελλάδας) κάλεσα τη γυναίκα μου και μου είπε ότι ο κ. B. είχε έρθει στο σπίτι μας κοντά στη Μανίλα νωρίτερα σήμερα το πρωί. Της είχε πει ότι θα έφευγε για το Λονδίνο και της άφησε την επαγγελματική του κάρτα. Μου ζήτησε να έρθω σε επαφή μαζί του. 81. Εν τω μεταξύ, η Inter-Orient έχει παρακρατήσει τα πιστοποιητικά ναυτικού μου, το SOLAS και άλλα πιστοποιητικά, χωρίς τα οποία δεν μπορώ να δουλέψω στη θάλασσα. Όταν τα ζήτησα, αρνήθηκαν να μου τα δώσουν και είπαν ότι δεν ήταν δυνατόν να μου τα επιστρέψουν και ότι πρέπει να πάρουν άδεια από τον Captain …. Ο Captain … είναι ένας Έλληνας διευθυντής του πρακτορείου επάνδρωσης στη Μανίλα. Δεν έχω πάρει ακόμα πίσω τα πιστοποιητικά μου. Προσπαθώ ακόμα να τα πάρω αν και δεν αισθάνομαι έτοιμος να επιστρέψω στη θάλασσα, αλλά τα θέλω για το μέλλον. 80. Έδωσα την παρούσα κατάθεση στην αγγλική γλώσσα την οποία μιλώ και διαβάζω καλά. Στη συνέχεια μου ζητήθηκε να διαβάσω την κατάθεσή μου πολύ προσεκτικά και να βεβαιωθώ ότι έχω καταγράψει ορθά όλα τα στοιχεία μου, κάτι το οποίο έκανα. Το περιεχόμενο της παρούσας κατάθεσης αληθεύει και όπου διαφέρει από το περιεχόμενό της κατάθεσης που συντάχθηκε για μένα μετά από τις συνεντεύξεις στη Νότια Αφρική, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι στη Νότια Αφρική έπρεπε να πω αυτά που μου είπε να πω ο κ. Δ., ο ναυπηγός της εταιρείας και ο C. M.. Δεν μου επιδείχθηκε η προηγούμενη κατάθεσή μου κατά τη διάρκεια της συνέντευξης μου σήμερα, επειδή μου ζητήθηκε να δώσω στοιχεία με βάση τα όσα θυμάμαι εγώ, προσωπικά. Το περιεχόμενο αυτής της κατάθεσης αληθεύει». Περαιτέρω, στην από … συμπληρωματική μαρτυρική κατάθεση που υπεγράφη από τον A. M. στον Πειραιά ενώπιον του δικηγόρου Michael Mallin, ο ως άνω μάρτυρας ανέφερε τα ακόλουθα: «1. Δίδω την παρούσα κατάθεση για να διορθώσω ένα σφάλμα που υπάρχει στη παράγραφο 23 της κατάθεσής μου με ημερομηνία 7 Φεβρουάριου 2007. 2. Η εν λόγω κατάθεση αναφέρει ότι υπό τις εντολές του Προϊσταμένου Επιθεωρητή Μηχανικού κ Σ., οι εργαζόμενοι στα ναυπηγεία Cosco Ship Yard έκοψαν δύο ανοίγματα σε κάθε αμπάρι, αμφότερα στην επικλινή πλευρική πλάκα, ένα στην αριστερή πλευρά και ένα στη δεξιά πλευρά κάθε αμπαριού. Αυτό δεν είναι σωστό, στο βαθμό που καθορίζεται παρακάτω. 3. Σε κάθε αμπάρι, εκτός από το αμπάρι αρ. 1, κόπηκαν είτε δύο είτε τρία ανοίγματα σε κάθε πλευρά κάθε αμπαριού και όλα κόπηκαν στις επικλινείς πλευρικές πλάκες. Όπου η πρώτη μου κατάθεση αναφέρει ότι κόπηκε ένα μόνο άνοιγμα σε κάθε πλευρά αυτών των αμπαριών, είναι λανθασμένη μόνο όσον αφορά σε αυτήν την άποψη. 4. Έδωσα την κατάθεση στον δικηγόρο Michael Mallin της Hill Dickinson, κατά   τη διάρκεια μιας σύσκεψης που έλαβε χώρα στις 7 Φεβρουάριου 2007. Στις 8 Φεβρουάριου, εξέτασα προσεκτικά την κατάθεση μαζί με τον κο Mallin. Όπου ζήτησα αλλαγές, τις πραγματοποίησε στο φορητό του υπολογιστή επί τόπου την ίδια στιγμή. Του ζήτησα να διορθώσει την παράγραφο 23, ώστε να αναφέρει ορθά ότι κόπηκαν 2 ή 3 οπές σε κάθε πλευρά κάθε αμπαριού και πίστευα ότι το είχε κάνει. Κατόπιν εκτύπωσε την κατάθεση. Τη διάβασα πάλι και κατόπιν την υπέγραψα. Τώρα παρατήρησα ότι λόγω μιας απροσεξίας, η κατάθεση είναι λανθασμένη στην παράγραφο 23 όπως αναφέρεται παραπάνω στην παρούσα. Προς αποφυγή κάθε αμφιβολίας, δεν κόπηκαν οπές στις δεξαμενές διπλού πυθμένα στο αμπάρι αρ. 1, αλλά σε όλα τα άλλα αμπάρια κόπηκαν είτε δύο είτε τρεις οπές σε κάθε πλευρά κάθε αμπαριού. 5. Προς αποφυγή κάθε αμφιβολίας, δεν κόπηκαν οπές στις δεξαμενές διπλού πυθμένα        στο αμπάρι αρ. 1, αλλά σε όλα τα άλλα αμπάρια κόπηκαν είτε δύο είτε τρεις οπές σε κάθε πλευρά κάθε αμπαριού. 6. Το μέγεθος των οπών είναι όπως περιγράφεται στην παράγραφο 23 της κατάθεσής μου με ημερομηνία 7 Φεβρουαρίου 2007», ενώ στην από 25-7-2007 συμπληρωματική μαρτυρική κατάθεση που υπεγράφη από τον από 25-7-2007 συμπληρωματική μαρτυρική κατάθεση που υπεγράφη από τον A. M. στον Πειραιά ενώπιον του δικηγόρου Michael Mallin, ο ως άνω μάρτυρας σχολιάζει διεξοδικά τις από 14-6-2007 και 8-6-2007 καταθέσεις των Σ. και Σ., μαρτύρων της πλοιοκτήτριας. Εν συνεχεία, εκκρεμούσης της διαδικασίας ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου, δυνάμει των προαναφερόμενων αναλυτικά εκτιθέμενων στο υπό στοιχείο Δ.3 της παρούσας συμφωνητικών συμβιβασμού, που καταρτίσθηκαν το μεν πρώτο μεταξύ της πρώτης των εναγόντων και των ασφαλιστών «…», N. B. και «…» στις 13-12-2007, το δε δεύτερο μεταξύ της πρώτης των εναγόντων και των εδώ εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών στις 7-1-2008, αμφοτέρων δηλαδή πριν την προσδιορισθείσα για τη συζήτηση της ως άνω με αριθμό φακέλου … αγωγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας δικάσιμο της 14-1-2008, οι εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες συμφώνησαν να καταβάλουν ολοσχερώς την αιτούμενη από την πρώτη των εναγόντων ασφαλιστική αποζημίωση, ανερχόμενη σε ποσοστό 75% επί της ασφαλιστικής αξίας του  βυθισθέντος πλοίου, ήτοι σε 24.000.000 δολ. ΗΠΑ, ποσό το οποίο και κατέβαλαν τμηματικά στις 5-2-2008, 12-2-2008 και …, τερματισθείσας της σχετικής διαδικασίας ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας. Σε αντίστοιχη συμφωνία προέβη τόσο ο Αλληλοασφαλιστικός Οργανισμός HELLENIC HULL, δυνάμει του από … συμφωνητικού συμβιβασμού, που καταρτίσθηκε μεταξύ του ιδίου και της πρώτης των εναγόντων, με το οποίο συμφώνησε να καταβάλει την αιτούμενη από την τελευταία ασφαλιστική αποζημίωση, ανερχόμενη σε ποσοστό 15% επί της ασφαλιστικής αξίας του βυθισθέντος πλοίου, ήτοι σε 4.800.000 δολ. ΗΠΑ, ποσό το οποίο και κατέβαλε στις …, τερματισθείσης της σχετικής διαδικασίας ενώπιον του Διαιτητικού Δικαστηρίου στο Λονδίνο, όσο και η ασφαλίστρια …, για την καταβολή της κατά το ποσοστό κάλυψής της (10%) ασφαλιστικής αποζημίωσης, ήτοι για το ποσό των 3.200.000 δολ. ΗΠΑ, το οποίο και κατέβαλε στις …. Περαιτέρω, αναφορικά με τις συνθήκες επέλευσης του ναυαγίου του πλοίου “…”, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Στις 13.4…. το πλοίο αυτό απέπλευσε με πλήρωμα 33 ναυτικών από το Λιμάνι της Ponta Da Madeira της Βραζιλίας, έμφορτο με 165.505 μετρικούς τόνους σιδηρ…ταλλεύματος, κατανεμημένου και στα εννέα κύτη του, με προορισμό την Κίνα. Στις 3.5…., ενώ έπλεε 300 περίπου ναυτικά μίλια νοτιανατολικά του λιμένας Port Elizabeth της Νότιας Αφρικής περί ώρα 7.50, αποκολλήθηκε τμήμα του εξωτερικού περιβλήματος στην περιοχή του πυθμένα του πλοίου, σημειώθηκε σημαντική εισροή υδάτων αρχικά στην αριστερή Νο 8 διπύθμενη δεξαμενή έρματος και στο No 6 κύτος και στη συνέχεια λόγω της υποχώρησης των εγκάρσιων στεγανών στα υπ’ αριθ. 7 και 5 κύτη, το πλοίο αποκόπηκε στη μέση και βυθίστηκε περί ώρα 21.50 περίπου της ίδιας ημέρας, με αποτέλεσμα να πνιγούν 26 ναυτικοί, ενώ οι επτά διασωθέντες ναυτικοί περισυλλέχθηκαν από το προστρέξαν πλοίο «… …. Ειδικότερα, στις 3.5…. και περί ώρα 7.50, ακούστηκε από το πλήρωμα του πλοίου ισχυρός κρότος, συνοδευόμενος από ασυνήθιστη δόνηση του πλοίου. Σύμφωνα με τα δελτία καιρού και όπως προκύπτει από την από Ιουλίου του έτους 2002 σχετική έκθεση ανάλυσης των καιρικών συνθηκών της «……., κατά την ανωτέρω ημέρα και ώρα και κατά τον αμέσως προηγούμενο χρόνο, στην προαναφερόμενη θαλάσσια περιοχή έπνεαν άνεμοι βόρειοι – βορειοανατολικοί 32-38 κόμβους με καταιγίδες (μπουρίνια), με κύματα ύψους 5 έως 6 και με κίνδυνο για 6,5 μέτρα, ήτοι εντάσεως (θάλασσας) 2 έως 8 μποφόρ. Αμέσως μετά τον ισχυρό αυτό κρότο, παρατήθηκε εκροή ύδατος και αέρας υπό πίεση από τον ευρισκόμενο στην αριστερή πλευρά του κυρίως καταστρώματος του πλοίου εξαεριστικό σωλήνα της διπύθμενης δεξαμενής έρματος αριθ.8. Στην επακολουθήσασα προσπάθεια του υποπλοιάρχου και του ναύκληρου του πλοίου να διενεργήσουν έλεγχο στεγανότητας των κυτών και των διπύθμενων δεξαμενών, αυτοί αντιλήφθηκαν συριγμό και εκνέφωμα αέρος – νερού να εξέρχεται από τα καλύμματα του στομίου του No 6 κύτους, ενώ μικρότερης έντασης συριγμός και εκνέφωμα παρατηρήθηκε να εξέρχεται και από τα καλύμματα του Νο 7 κύτους. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, όταν το καπάκι της πρυμναίας καθόδου στο No 6 κύτος ανοίχτηκε με δυσκολία λόγω της εσωτερικής πίεσης στο εν λόγω κύτος, ο ναύκληρος δεν μπορούσε να δει μέσα σ’ αυτό, λόγω του εξερχόμενου με ορμή αέρος και εκνεφώματος, ενώ, όταν ανοίχτηκε το στόμιο της πρωραίας καθόδου, ακουγόταν και στο κύτος Νο 7 εισροή υδάτων. Ως αποτέλεσμα δε των αντίστοιχων μετρήσεων στάθμης ύδατος που διενεργήθηκαν, η μεν Νο 8 διπύθμενη δεξαμενή βρέθηκε υπερχειλισμένη υδάτων, οι δε σεντίνες των κυτών Νο 6 και Νο 7 βρέθηκαν να πλημμυρίζουν προοδευτικά. Μέχρι τις 10.00, το Νο 6 κύτος είχε κατακλυσθεί μέχρι την ίσαλο γραμμή και το πλοίο είχε παρουσιάσει μικρή κλίση προς τα αριστερά. Σημειωτέον στο σημείο τούτο, ότι το ένδικο πλοίο είχε ήδη μεταβάλει πορεία από ανατολική σε βορειοδυτική, κατευθυνόμενο προς το λιμάνι του Port Elizabeth Ν. Αφρικής, με πρωτοβουλία μεν του πλοιάρχου του (ημερολόγιο συμβάντων YEN), πλην όμως, κατόπιν σχετικής σύστασης του εκ των εναγόντων Κ. Δ., ενεργούντος υπό την ιδιότητα του νομίμου εκπροσώπου της έβδομης εκ των εναγουσών διαχειρίστριας (του πλοίου) εταιρείας, όπως συνάγεται κατά λογική ακολουθία και από την πρωτοβουλία του εν λόγω ενάγοντος να αιτηθεί περί τις 10:00 (τοπική ώρα, όπως θα νοείται στο εξής κάθε αναφορά στην ώρα) από την εταιρεία «Panagro» (πράκτορα των πλοίων που διαχειριζόταν η ενάγουσα διαχειρίστρια εταιρεία, κατά την προσέγγισή τους στους λιμένες της Νοτίου Αφρικής) τη στελεχιακή ετοιμότητά της, προκειμένου αφενός να αναθέσει σε δύτες την επιθεώρηση του κελύφους του σκάφους για την εξεύρεση της αιτίας εισροής υδάτων σ’ αυτό αφετέρου να μεριμνήσει για την εξεύρεση ναυαγοσωστικού και ελικοπτέρου προς αρωγή του πλοίου και του πληρώματος του. Λίγο μετά τις 13:00 και το Νο 7 κύτος είχε κατακλυσθεί μέχρι την ίσαλο γραμμή, οι δε προσπάθειες απάντλησης του Νο 6 κύτους δεν τελεσφόρησαν, ενώ περί τις 14:30, μόλις ενημερώθηκε για πρώτη φορά για τη λίαν δυσχερή κατάσταση που επικρατούσε στο πλοίο ο θάλαμος επιχειρήσεων του Y.E.N. (ΕΚΣΕΔ), μετά από πρωτοβουλία της συζύγου του Πλοιάρχου Ελένης Βλησμά που είχε ενημερωθεί από αυτόν. Λίγα λεπτά αργότερα, η αρμόδια υπηρεσία του Y.E.N. επικοινώνησε τηλεφωνικά με το παραπλέον πλοίο …, προκειμένου το τελευταίο να συνδράμει το … …, ενώ εξέπεμψε για τον ίδιο λόγο και δορυφορική κλήση σε τυχόν παραπλέοντα στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή πλοία. Πρέπει, επίσης, να τονιστεί ότι η πλησιέστερη στο θαλάσσιο χώρο που έπλεε το άνω πλοίο και συνακόλουθα πλέον διαθέσιμη ναυτική αρχή ασφαλείας, που θα μπορούσε να συνδράμει ουσιαστικά στην αντιμετώπιση της σοβαρής και επικίνδυνης για τη ζωή του πληρώματος κατάσταση που είχε διαμορφωθεί στο ανωτέρω πλοίο, ήτοι η Ναυτική Αρχή Ασφαλείας της Νοτίου Αφρικής (SAMSA), ενημερώθηκε για το σημαντικό πρόβλημα που αυτό πλέον αντιμετώπιζε επίσης καθυστερημένα στις 15:00, όχι από την πλοιοκτήτρια ή διαχειρίστρια εταιρεία, ούτε καν από τον πλοίαρχο του ενδίκου πλοίου, αλλά από την αρμόδια υπηρεσία του YEN, τον αλληλασφαλιστικό οργανισμό Ρ&Ι Club του … στο Cape Town και την πλοιοκτήτρια εταιρεία του ναυαγοσωστικού «…», στο πλαίσιο της ισχύουσας σύμβασης αρωγής στο … …,από το εν λόγω ναυαγοσωστικό σύμβαση που είχαν συνάψει η πλοιοκτήτρια εταιρεία του ναυαγοσωστικού και η ενάγουσα διαχειρίστρια του πλοίου εταιρεία. Λίγο πριν τις 15:00, το πλοίο, το οποίο έπλεε αυτοδυνάμως με ταχύτητα 7 κόμβων, παρουσίασε κλίση 6 μοιρών, εξαιτίας της συνεχιζόμενης εισροής υδάτων στα κύτη του, ενώ και στο κύτος Νο 5 ακούστηκε από το ναύκληρο συριγμός εξαιτίας εισροής υδάτων από το πρυμναίο τμήμα του κύτους και συγκεκριμένα, εξαιτίας της θραύσης της φρακτής (μπουλμέ) μεταξύ του τελευταίου αυτού κύτους και του ήδη πλημμυρισμένου κύτους Νο 6, αυξανόμενης συνακόλουθα της αριστερής κλίσης του πλοίου. Περί ώρα 16:00 πλέον, η κατάσταση στο πλοίο ήταν δραματική και μη αναστρέψιμη, καθόσον πέραν από το διπύθμενο Νο 8 αριστερά, κατακλυσμένα ήταν και τα κύτη No 7, 6 και 5, η δε κλίση του προς τα αριστερά ήταν 8 μοίρες, ενώ αυτό έπλεε με φουσκοθαλασσιά 6-7 μποφόρ προς δυσμάς. Περί ώρα 15:30, δόθηκε εντολή στα μέλη του πληρώματος να φορέσουν τα ατομικά σωσίβιά τους και να μεταβούν στα προβλεπόμενα για την εγκατάλειψη του πλοίου σημεία συγκεντρώσεως και συγκεκριμένα στην υπήνεμη (δεξιά) πλευρά του κυρίου καταστρώματος, προκειμένου να επιχειρηθεί η καθαίρεση των λεμβών διάσωσης, ενώ στο μεταξύ ο ενάγων Κ. Δ. (με την ιδιότητα του εκπροσώπου της ήδη έβδομης ενάγουσας διαχειρίστριας εταιρείας) είχε συστήσει στον πλοίαρχο να προετοιμάσει όλα τα μέτρα ασφαλείας, προκειμένου το πλήρωμα να βρίσκεται σε ετοιμότητα εγκατάλειψης του πλοίου. Δύο πνευστές σχεδίες ελευθερώθηκαν από την αριστερή πλευρά, αλλά τις παρέσυρε η θάλασσα, ενώ επιχειρήθηκε καθαίρεση των λεμβών μέχρι το κατάστρωμα επιβιβάσεως. Ωστόσο, αποδείχθηκε αδύνατη η καθέλκυση της αριστερής σωσίβιας λέμβου, διότι την αριστερή κεκλιμένη πλευρά του καταστρώματος λεμβών έπλητταν κύματα. Επιπλέον, περί ώρα 18:00, καταγράφηκε στο ημερολόγιο του Y.E.N. ως αποτυχημένη η νέα προσπάθεια εγκατάλειψης του άνω πλοίου με την έτερη σωσίβια λέμβο (δεξιά), εξαιτίας των δυσμενών καιρικών συνθηκών που επικρατούσαν και κυρίως λόγω βλάβης στο πηδάλιό της, η οποία πάντως γρήγορα αποκαταστάθηκε. Παρά ταύτα, ουδεμία περαιτέρω εντολή εγκατάλειψης του ενδίκου πλοίου δόθηκε, ενώ περί ώρα 19:00, το πλήρωμα ενημερώθηκε από τον υποπλοίαρχο ότι το πλοίο “… …” κατευθυνόταν προς το …, κατόπιν σχετικού αιτήματος του πλοιάρχου, προκειμένου να συνδράμει στην ασφαλή εγκατάλειψή του. Περί τις 21:45 και ενώ το πλήρωμα παρέμενε στο χώρο συγκέντρωσης των λεμβών, φέροντας ατομικά σωσίβια διάσωσης και παρά την οπτική επαφή που πλέον υπήρχε με το παραπλέον “… …, δυνατοί κρότοι ακούστηκαν και το … κόπηκε στη μέση, βυθιζόμενο γρήγορα. Κάποια από τα μέλη του πληρώματος, ταυτόχρονα με την κοπή του πλοίου, παρασύρθηκαν από μεγάλο κυματισμό και βρέθηκαν στη θάλασσα. Από το πλήρωμα του βυθισθέντος πλέον πλοίου, το πλοίο “… …” περισυνέλλεξε μόλις επτά αλλοδαπούς ναυαγούς (έξι περί ώρα 22:00 της νύχτας του ναυαγίου και έναν την επόμενη ημέρα). Έκτοτε ουδείς εκ των λοιπών είκοσι έξι μελών του πληρώματος του πλοίου … ανευρέθη, παρά την επταήμερη αναζήτηση, με αποτέλεσμα να καθίσταται, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής -λαμβανομένων υπόψη των εξαιρετικά δυσχερών συνθηκών για την επιβίωση οποιουδήποτε ανθρώπου στη θαλάσσια περιοχή ανοιχτά των ακτών της Ν. Αφρικής- βέβαιος ο θάνατός τους. Ειδικότερα, στα αποβιώσαντα μέλη του πληρώματος περιλαμβάνονται και οι κάτωθι Έλληνες ναυτικοί, ήτοι Παναγιώτης Βλησμάς του Νικολάου – πλοίαρχος, Ιωάννης Καραμηνάς του Ανδρέα – Β΄ πλοίαρχος, Νέαρχος Μπουκουβάλας του Δημητρίου – Α΄ μηχανικός και Ηλίας Ευστρατίου του Σωτηρίου – Β΄ μηχανικός, ο θάνατος των οποίων βεβαιώθηκε εν συνεχεία με τις υπ’ αρ. ……, ……, …… και …/… αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (διαδικασία εκουσίας δικαιοδοσίας). Σύμφωνα με το συνοπτικό πόρισμα της προανάκρισης, που διενήργησε η αμέσως επιληφθείσα του ναυαγίου Ναυτική Αρχή Ασφαλείας της Νοτίου Αφρικής, βασιζόμενη κυρίως στις αρχικές καταθέσεις των διασωθέντων μελών του πληρώματος του μοιραίου πλοίου, «…η βλάβη στο κύτος του πλοίου προκλήθηκε από ένα συνδυασμό μη επιβεβαιωμένων συμβάντων, που μπορεί να περιλαμβάνουν μηχανική βλάβη στο σκάφος και την επίδραση των δυνάμεων από τον έντονο κυματισμό (σουέλ) και τα υψηλής ενέργειας κύματα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ρήγμα στο πλοίο και στη συνέχεια εισροή υδάτων στα κύτη φορτίου με αριθμούς 5, 6 και 7». Αποτέλεσμα δε της βλάβης αυτής, σύμφωνα με το εν λόγω πόρισμα, ήταν η περαιτέρω δημιουργία υψηλών πιέσεων στα εγκάρσια διαφράγματα του πλοίου ανάμεσα στα κύτη του, οι οποίες κατά πάσα πιθανότητα προκάλεσαν την αλλεπάλληλη καταστροφική κατάρρευση όλων των διαφραγμάτων (μπουλμέδων), σε ένα αποτέλεσμα «ντόμινο». Ο ισχυρισμός περί αναξιοπλοϊας του πλοίου, εξαιτίας της οποίας επήλθε η βύθισή του και συγκεκριμένα, ότι η εισροή υδάτων στα διπύθμενα του υπ’ αρ. 8 αμπαριού και την επέκτασή τους και στα υπ’ αρ. 5, 6 και 7 κύτη φορτίου του ενδίκου πλοίου και η εξ αυτού του λόγου βύθισή του οφείλεται στην κακή κατάσταση της μεταλλικής κατασκευής και του σκελετού του πλοίου του, εξαιτίας της παλαιότητάς του και κυρίως εξαιτίας της εντεύθεν πρόχειρης και ελλιπούς συντήρησής του, δεν επιβεβαιώθηκε από κανένα στοιχείο. Ειδικότερα, δεδομένης της αδυναμίας εύρεσης και ανέλκυσης του «σώματος» του πλοίου, το οποίο υπολογίστηκε ότι βρίσκεται σε βάθος μεγαλύτερο των 4.000 μέτρων και της εντεύθεν αδυναμίας εξέτασης του κελύφους του, από την οποία και μόνο θα μπορούσαν να εξαχθούν απολύτως ακριβή και αδιαμφισβήτητα συμπεράσματα για την κατάστασή του κατά το χρόνο βύθισής του, από τα υπόλοιπα στοιχεία της δικογραφίας προέκυψαν τα εξής: Το πλοίο, κατασκευής έτους 1989 στη Ρουμανία, από τις 9.4.2003, οπότε αποκτήθηκε από την πρώτη ενάγουσα και εντάχθηκε στη διαχείριση της έβδομης ενάγουσας, μέχρι το ναυάγιο, υποβλήθηκε χωρίς παρατηρήσεις από το Νηογνώμονά του, τον «Lloyds Register of Shipping (LRS)», έναν από τους αυστηρότερους διεθνώς νηογνώμονες, τόσο στις προβλεπόμενες ετήσιες επιθεωρήσεις στις 19.8.2003 (στο λιμένα ISKENDERUN της Τουρκίας) και στις 21.7.2005 (στο λιμένα QUINGDAO της Κίνας), όσο και στην ειδική επιθεώρηση και στο δεξαμενισμό του από τις 5.4.2004 έως τις 5.6.2004 στο ναυπηγείο GUANGZHOU της Κίνας, Πέραν τούτων, όμως, το … υποβλήθηκε και σε έκτακτες επιθεωρήσεις, στα πλαίσια των οποίων αποδείχθηκαν για το εν λόγω πλοίο τα εξής: α) Κατά την επιθεώρησή του στο Port Hedland της Αυστραλίας στις 17.7.2003, διατυπώθηκαν παρατηρήσεις από τις οικείες λιμενικές αρχές που αφορούσαν τα μέτρα διάσωσης και πυρασφάλειας (μη σημείωση της ημερομηνίας λήξης στους υδροστατικούς μηχανισμούς των σωστικών σχεδίων, μικρή διαρροή από τις ελαστικές μάνικες πυρκαγιάς, μικροδιαρροή στο ελαστικό παρέμβυσμα ανθρωποθυρίδας μιας πλευρικής δεξαμενής), τις προωθητικές και βοηθητικές μηχανές, καθώς και λειτουργικές ελλείψεις σχετικά με την τήρηση των οριζομένων στη συνθήκη SOLAS (Safety Of Life At Sea), στις οποίες όμως (παρατηρήσεις) συμμορφώθηκε το πλήρωμα, β) κατά την επιθεώρησή του στο Velsen της Ολλανδίας στις 21-10-2003, διατυπώθηκαν παρατηρήσεις από τις οικείες λιμενικές αρχές για ελλείψεις στους χώρους ενδιαιτήσεως και στα υγειονομικά μέσα, στα πιστοποιητικά του πληρώματος και στους πίνακες ωρών εργασίας, στα μέσα πυρασφάλειας (στον εντοπισμό πυρκαγιάς, στις πόρτες πυρασφαλείας, στις μόνιμες εγκαταστάσεις πυρόσβεσης, στα μέσα ελέγχου στο μηχανοστάσιο), στον εξοπλισμό του σύμφωνα με το Διεθνή Κώδικα Ασφαλούς Διαχείρισης (ΙSM), στα μέσα διάσωσης (στο σύστημα καθέλκυσης σωσιβίων λεμβών), στον έλεγχο εκφόρτωσης στο βιβλίο καυσίμων και στα έγγραφα που αφορούν το Ενισχυμένο Πρόγραμμα Επιθεώρησης σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση MARPOL και σε άλλα ναυτιλιακά έγγραφα, στο σχεδιασμό ταξιδιού, στους ενδείκτες λειτουργίας φανών ναυσιπλοΐας, στο σύστημα απόπλυσης ορισμένων αποχωρητηρίων, στα περιστρεφόμενα παράθυρα καλής ορατότητας στη γέφυρα, στις φωτιστικές συσκευές στη συσκευή ελέγχου οξυγόνου, στη μαγνητική πυξίδα, στη συμβατότητα των εγχειριδίων εκπαίδευσης στα πλαίσια της SOUS (Διεθνούς Σύμβασης περί Ασφαλείας και Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα), στους πίνακες ωρών εργασίας καθώς και για έλλειψη επαρκούς καθαρισμού στο μηχανοστάσιο και στη σήραγγα σωληνώσεων, οι δε προαναφερόμενες ελλείψεις και πλημμέλειες αποκαταστάθηκαν άμεσα, σύμφωνα και με την από 23.10.2003 πιστοποίηση του νηογνώμονα του πλοίου στο λιμάνι LJMUIDEN της Ολλανδίας, γ)   κατά την επιθεώρησή του στο λιμάνι Norfolk της πολιτείας Virginia των ΗΠΑ στις 17-11-2003, διατυπώθηκαν παρατηρήσεις από τις οικείες λιμενικές αρχές που αφορούσαν στην εμφάνιση ρηγμάτων σε δέκα εξωτερικά ενισχυτικά (μπρακέτα) τοιχωμάτων των στομίων των υπ’ αριθ. 3,4,5,6 και φορτίου, στα κιγκλιδώματα στο κύριο κατάστρωμα, σε διαρροές θαλασσίου ύδατος σε τμήματα της κύριας μηχανής (στον αεραγωγό ψύξεως στον ψυκτικά αγωγό λίπανσης και στον 4ο κύλινδρο), καθώς και σε προβλήματα στις αντλίες πυρόσβεσης, εξαιτίας δε ιδιαίτερα των ανωτέρω ρηγμάτων, το πλοίο κρατήθηκε μέχρι την αποκατάστασή τους, η οποία έλαβε χώρα άμεσα και αφού επαναεπιθεωρήθηκε στις 10.12.2003 στο λιμάνι της Αμβέρσας από τον ως άνω Νηογνώμονα του πλοίου, πιστοποιήθηκε η συμμόρφωση του πλοίου με τις παραπάνω παρατηρήσεις, δ) κατά την επιθεώρησή του στο λιμάνι Hedland της Αυστραλίας στις 7.3.2005, διατυπώθηκαν έντεκα παρατηρήσεις από τις οικείες λιμενικές αρχές που αφορούσαν ελλείψεις σε μέτρα διάσωσης και πρόληψης ατυχήματος στις εγκαταστάσεις όρμισης, στις προωθητικές και βοηθητικές μηχανές, σε θέματα ασφάλειας ναυσιπλοΐας, με κυριότερη τη διαγνωσθείσα βλάβη στο δηζελοκινητήρα της αντλίας πυρόσβεσης ανάγκης, ελλείψεις και βλάβες που πάντως αποκαταστάθηκαν επίσης άμεσα, εκδοθέντος σχετικά του από 10.3.2005 πιστοποιητικού του ανωτέρω νηογνώμονα, ε) κατά την επιθεώρησή του από την εταιρεία «Rightship» στο λιμάνι Xingang της Κίνας στις 27.3.2005, παρατηρήθηκε από την εν λόγω εταιρεία διαρροή υδάτων από το κεκλιμένο της άνω πλευρικής δεξαμενής έρματος στο Νο 6 κύτος, πλημμέλεια που ομοίως επισκευάστηκε, όπως διαπιστώθηκε κατά την επαναεπιθεώρηση του πλοίου από την ίδια εταιρεία στις 9.7.2005 στο λιμάνι της Σιγκαπούρης, όπου γενικότερα διαπιστώθηκε η καλή συντήρηση των κυτών του. Όπως γίνεται αντιληπτό, ούτε η εσωτερική κατασκευή των κυτών του πλοίου ούτε η εν γένει αντοχή της μεταλλικής κατασκευής του αποτέλεσαν αντικείμενο των προδιαλαμβανομένων παρατηρήσεων, στις οποίες πάντως σε κάθε περίπτωση αυτό συμμορφώθηκε, υπό τη σχεδόν διαρκή επίβλεψη του Νηογνώμονά του. Σύμφωνα, επίσης με τις οικείες εκθέσεις περιοδικών επιθεωρήσεων του πληρώματος του πλοίου, που είχαν διεξαχθεί κατά το τελευταίο πριν το ναυάγιο τρίμηνο και υπογραφεί από τον Υποπλοίαρχο, η κατάσταση των διπυθμένων, των πλευρικών δεξαμενών και των κυτών του πλοίου ήταν καλή. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τα κύτη του …, αυτά είχαν επιθεωρηθεί, χωρίς καμία παρατήρηση, τόσο από τον αλληλασφαλιστικό Οργανισμό του πλοίου στο Tubarao της Βραζιλίας στις 16-9-2005 όσο και κατά την ετήσια επιθεώρηση του Νηογνώμονα του τον Ιούλιο του έτους 2005. Η απώλεια δε της αριστερής άγκυράς του, κατά τον απόπλου από το ναυπηγείο Cosco Zhoushan οτην Κίνα τον Ιανουάριο του έτους …, ήταν το αντικείμενο της μοναδικής εκκρεμούσης παρατήρησης (του Νηογνώμονα) κατά το χρόνο του ναυαγίου του ανωτέρω πλοίου, η οποία ωστόσο δεν το απέτρεψε να αποπλεύσει, καθόσον δεν το κατέστησε αναξιόπλοο. Περαιτέρω, σε ό,τι αφορά τη διαρροή υδάτων ανάμεσα σε όμορα κύτη, χαρακτηριστική είναι η αναντίλεκτη διαπίστωση της τεχνικής έκθεσης της εταιρείας «… ότι παρά το γεγονός ότι το ένδικο πλοίο, ως ναυπηγηθέν πριν την 1η.7.1998, ήταν ενισχυμένο, ώστε να μπορεί να αντέξει κατάκλυση του πρωραίου κύτους Νο1, εντούτοις δεν υποχρεούταν σύμφωνα με σχετική εξαίρεση από τον Κανονισμό 5 Κεφ. XII του SOLAS, να είναι ενισχυμένο, έτσι ώστε οι εγκάρσιες φρακτές και τα διπύθμενά του να αποτρέπουν ατυχηματική διαρροή σε όμορα κύτη έμφορτα με στερεά φορτία πυκνότητας άνω των 1.000 κιλών ανά κυβικό μέτρο. Κατόπιν τούτων, δεδομένου ότι την 3.5…. δεν εκκρεμούσαν επιθεωρήσεις ούτε παρατηρήσεις που να αφορούσαν την κλάση του πλοίου, αυτό φαινόταν ότι πληρούσε κατά το χρόνο του ναυαγίου του, τύποις τουλάχιστον, με βάση τόσο τα αφορώντα την κλάση του πιστοποιητικά όσο και τα ενδιάμεσα ισχύοντα πιστοποιητικά του προαναφερόμενου νηογνώμονα (LLOYDS REGISTER OF SHIPPING) τους προβλεπόμενους όρους αξιοπλοϊας. Γενικότερα, το πλοίο ήταν εφοδιασμένο με όλα τα απαιτούμενα από τη διεθνή νομοθεσία πιστοποιητικά, ευρισκόμενα εν ισχύ, ειδικότερα δε σε ό,τι αφορά το εξαιρετικά κρίσιμο, εν προκειμένω, με βάση τις συγκεκριμένες συνθήκες του ναυαγίου, θέμα των παχυμετρήσεων των λαμαρινών του (ελάσματα και ενισχυτικά) στο κέλυφος (hull) αυτού, κατά την ειδική επιθεώρησή του το έτος 2004 από το Νηογνώμονά του υποβλήθηκε σε εκτεταμένες παχυμετρήσεις, από τις οποίες κρίθηκε ότι η φθορά αυτών (λαμαρινών) κυμαινόταν σε πολύ χαμηλά ποσοστά (περίπου 3% – 5%), σε σχέση με τα διεθνώς καθορισμένα επιτρεπτά όρια (20%). Άλλωστε, όπως προκύπτει από τις εκθέσεις των πραγματογνωμόνων, η καλή κατάσταση του κελύφους του πλοίου αποδεικνύεται και από την αντοχή που επέδειξε στις ασκούμενες καμπτικές ροπές μετά την κατάκλυση των τριών τουλάχιστον κυτών του από θαλασσινό νερό, διότι διαφορετικά θα είχε αποκοπεί πολύ νωρίτερα. Εξάλλου, το σύστημα απάντλησης των υδάτων του πλοίου λειτουργούσε κανονικά, αλλά αυτό δεν είναι κατασκευασμένο, για να μπορεί να απαντλήσει τόσο μεγάλες ποσότητες νερού που εισέρχονταν στα κύτη του πλοίου, ενώ ούτε στα σωστικά μέσα του το πλοίο παρουσίαζε οποιαδήποτε έλλειψη. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα πορίσματα της από … κοινής έκθεσης των πραγματογνωμόνων Χ. Β. Κ. – τέως πλοιάρχου του Εμπορικού Ναυτικού και Μ. Κ. Θ. – ναυπηγού μηχανολόγου μηχανικού, που διορίστηκαν νόμιμα από την Πταισματοδίκη στα πλαίσια της διενεργούμενης προανάκρισης για το ένδικο περιστατικό, η εισροή υδάτων στο βυθισθέν πλοίο έγινε αρχικά λόγω θραύσης (ή αποκόλλησης) τμήματος του εξωτερικού περιβλήματος στην περιοχή του πυθμένα του πλοίου, όπου και η παραπάνω αρ. 8 διπύθμενη (αριστερή) δεξαμενή έρματος. Σύμφωνα με τα ίδια πορίσματα, αυτό μπορεί να οφειλόταν σε υπέρμετρη συγκέντρωση εσωτερικών τάσεων στα κατασκευαστικά στοιχεία του αποκολληθέντος τμήματος, ενδεχομένως λόγω κακής φόρτωσης, σε συνδυασμό με την καταπόνηση του πλοίου σε πλευρική κάμψη και στρέψη, οφειλόμενη τόσο στις δυσμενείς καιρικές συνθήκες του πλου όσο και στην αντίξοη, σε σχέση με την κατεύθυνση του ανέμου, πλεύση του. Δεν είναι πιθανό το ενδεχόμενο η θραύση τμήματος του εξωτερικού περιβλήματος στην περιοχή του πυθμένα του πλοίου να οφείλεται στην προσβολή του από υπερμεγέθες κύμα, για τους λόγους που ήδη αναλύθηκαν και αναφέρονται στην ως άνω έκθεση πραγματογνωμοσύνης. Παραπέρα, η κατάκλυση της διπύθμενης δεξαμενής με θαλασσινό νερό, λόγω των έντονων αναδευτικών δυνάμεων που αναπτύχθηκαν από τους λόγω του καιρού διατοιχισμούς και προνευστασμούς του πλοίου, προκάλεσε την κατάρρευση της οροφής της, που αποτελούσε και τον πυθμένα του αρ. 6 του κύτους, με άμεση συνέπεια την είσοδο του θαλασσινού νερού και στο κύτος αυτό. Σύμφωνα με τα ανωτέρω πορίσματα, το πλοίο, από την κατασκευή του, η οποία ήταν πάντως, όπως ήδη αναφέρθηκε, σύμφωνη με τους ισχύοντες διεθνείς κανονισμούς και προδιαγραφές, στην περίπτωση της κατάκλυσης οποιουδήποτε κύτους του (εκτός του υπ’ αρ. 1), εξαιτίας του ότι οι εγκάρσιες στεγανές φρακτές (μπουλμέδες) μεταξύ των κυτών δεν ήταν ενισχυμένες, κινδύνευε, κατά τον πλου σε αντίξοες καιρικές συνθήκες, οπότε και θα διατοιχιζόταν (μπότζι) και θα προτευναζόταν (σκαμπανέβασμα), να υποχωρήσουν αυτές οι φρακτές κάτω από την ανάπτυξη δυνάμεων προσπτώσεως (αναδευτικές) που αναπτύσσονται από την παρουσία νερού και ρευστοποιημένου φορτίου, με συνέπεια τη διαδοχική κατάκλυση των όμορων κυτών, όπως συνέβη εν προκειμένω, γεγονός που οδήγησε αναπότρεπτα πλέον στην αναμενόμενη αποκοπή, λόγω των ασκούμενων καμπτικών ροών και στη βύθισή του. Κατόπιν τούτων, με βάση τα αναλυτικά ανωτέρω εκτιθέμενα πορίσματα, που έγιναν δεκτά και από τις υπ’ αρ. 5040/2008 και 2888/2009 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς και 672/2010 και 673/2010 αποφάσεις του Εφετείου Πειραιώς, δεν προέκυψε κανένα στοιχείο, που να κατατείνει προς την αποδοχή του ισχυρισμού περί κακής κατάστασης του κελύφους του πλοίου, λόγω παλαιότητας ή κακής συντήρησης. Σημειωτέον ότι, όπως αναφέρεται και στην υπ’ αρ. 672/2010 απόφαση του Εφετείου Πειραιά, τα όσα κατέθεσε ο διασωθείς ναύκληρος A. M. στην υπ’ αρ. … ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά περί πολλών και σοβαρών προβλημάτων ασφάλειας του εν λόγω πλοίου, δεν επιβεβαιώνονται από καμία από τις καταθέσεις των υπολοίπων διασωθέντων μελών του πληρώματος. Επιπροσθέτως, στις ως άνω αποφάσεις αναφέρεται ότι οι παρατηρήσεις, που κατά καιρούς διατυπώθηκαν κατά τους ελέγχους του πλοίου των τελευταίων ετών, πέραν του ότι αποκαταστάθηκαν μέσα στις ταχθείσες προθεσμίες, αφορούσαν και θέματα, τα οποία δεν βρίσκονταν σε αιτιώδη σύνδεσμο με το επελθόν ναυάγιο, ενώ το ενδεχόμενο να μην τηρήθηκαν οι κανόνες ασφαλείας κατά τη διαδικασία της φόρτωσης του πλοίου (από πλευράς χρόνου, ρυθμού και τρόπου φόρτωσης), με συνέπεια την καταπόνηση του κελύφους του, δεν μπορεί εκ των υστέρων να ερευνηθεί και να αποδειχθεί. Σε κάθε περίπτωση, κανένας από τους πραγματογνώμονες δεν αποδίδει ούτε την αρχική θραύση ή αποκόλληση ελάσματος ούτε την τελική θραύση του πλοίου στη μικρή μετασκευή του, που είχε ως αποτέλεσμα την αφαίρεση μικρού τμήματος της πρύμνης του, η οποία, πέρα από τη μικρή μείωση του μήκους του, δεν αποδεικνύεται ότι επηρέασε την ευστάθειά του πλοίου κι ότι είχε οποιεσδήποτε συνέπειες στη συμπεριφορά του κατά το ναυάγιο, με βάση δε όλα τα παραπάνω, διατυπώνεται το συμπέρασμα ότι το βυθισθέν πλοίο, κατά το χρόνο του ναυαγίου, δεν ήταν αναξιόπλοο. Εξάλλου, με την υπ’ αρ. 2888/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, είχαν επίσης απορριφθεί οι ισχυρισμοί περί αναξιοπλοϊας του βυθισθέντος πλοίου εξαιτίας της πλημμελούς συντηρήσεως του και της παρεπόμενης παράλειψης ενημέρωσης του Νηογνώμονα αυτού ή του αρμόδιου επιθεωρητή ή οποιουδήποτε άλλου Οργανισμού πιστοποίησης ασφαλείας εκ μέρους των εναγόντων για την αναγκαιότητα επαρκών εργασιών συντήρησης και επισκευών, καθόσον δεν υπάρχουν στοιχεία περί της βεβαιωμένης ύπαρξης ελαττωμάτων, που καθιστούσαν την αντοχή της μεταλλικής κατασκευής του πλοίου επισφαλή για την ασφάλεια και τη ζωή των επιβαινόντων μελών του πληρώματος και περί υπαίτιας συμπεριφοράς των εναγόντων σχετικής με τη γνωστοποίηση των εν λόγω ελαττωμάτων στο Νηογνώμονα του πλοίου ή σε οποιονδήποτε αρμόδιο επιθεωρητή προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά. Επιπροσθέτως, αναφορικά με την αξιοπλοϊα του πλοίου, τα ίδια έγιναν δεκτά και με την υπ’ αρ. 26047/6-4-2011 απόφαση του Δ΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία κηρύχθηκαν αθώοι οι Γ. Τ., Μ. σύζυγος Σ. Σ. και Κ. Δ. της αποδοθείσας σε αυτούς κατηγορίας για ανθρωποκτονία από αμέλεια κατά συρροή και πρόκληση ναυαγίου από αμέλεια και δη του ότι την 3-5-…, στη Γλυφάδα Αττικής και στη θαλάσσια περιοχή 285 ναυτικά μίλια περίπου νοτιοανατολικά του λιμένα “Port Elizabeth” της Νοτίου Αφρικής, τέλεσαν τις ακόλουθες αξιόποινες πράξεις: “Α) Από αμέλεια, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής, την οποία όφειλαν κατά τις περιστάσεις και μπορούσαν να καταβάλουν, όπως κάθε μέσος και ευσυνείδητος άνθρωπος κάτω από τις ίδιες πραγματικές περιστάσεις, σύμφωνα με τους κρατούντες και ρυθμίζοντες την άσκηση ενός ορισμένου επαγγέλματος νομικούς κανόνες και της κρατούσας στον οικείο τομέα δραστηριότητας, συνήθειας και της κοινής, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, πείρας και λογικής, δεν πρόβλεψαν το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη τους και επέφεραν θάνατο σε άλλους και σωματική βλάβη σε άλλον. Ειδικότερα, τυγχάνοντες οι δύο πρώτοι εξ αυτών Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος, αντίστοιχα, του Δ.Σ της λιβεριανής εταιρείας με την επωνυμία “…” και ο τρίτος εξ αυτών μέλος του Δ.Σ της ίδιας ως άνω εταιρείας, η οποία διαχειριζόταν και εκπροσωπούσε στην Ελλάδα το πλοίο “…”, με σημαία Αγ. Βικεντίου και Γρεναδίνων, για λογαριασμό της αλλοδαπής πλοιοκτήτριας εταιρείας με την επωνυμία “… …”, έχοντας εγκατεστημένο γραφείο στη Γλυφάδα Αττικής, παρέλειψαν να ενισχύσουν τις εγκάρσιες στεγνές των διαχωριστικών φρακτών μεταξύ των κυτών του ως άνω πλοίου, ώστε να μπορούν να αντέξουν δυναμικά φορτία, όπως πρόσπτωση σε αυτά υδάτινων μαζών, καίτοι το εν λόγω πλοίο ήταν εκτεθειμένο εκ της κατασκευής του στην περίπτωση κατάκλυσης με θαλάσσιο νερό ενός οιουδήποτε κύτους φορτίου, πλην του Νο1, στο σοβαρό κίνδυνο διαδοχικής κατάκλυσης των ομόρων κυτών, λόγω υποχώρησης των εγκάρσιων στεγανών φρακτών μεταξύ των κυτών, όταν το πλοίο θα έπλεε υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες, με αποτέλεσμα, ενώ το πλοίο, έχοντας αποπλεύσει στις 13-4-… από το λιμάνι Ponte Da Madeira της Βραζιλίας, έμφορτο με 165.505 μετρικούς τόνους σιδηρομεταλλεύματος, κατανεμημένου και στα εννέα (9) κύτη, με προορισμό την Κίνα, βρισκόταν την 3-5-… και περί ώρα 7.50 στη θαλάσσια περιοχή 285 ναυτικά μίλια νοτιανατολικά του λιμένα “Port Elizabeth” της Νοτίου Αφρικής όπου έπνεαν βόρειοι – βορειοανατολικοί άνεμοι έντασης 7-8 μποφόρ, με κύματα άνω των 4-5 μέτρων, να αποκολληθεί τμήμα του εξωτερικού περιβλήματος στην περιοχή του πυθμένα του πλοίου, πιθανόν λόγω της υπέρμετρης συγκέντρωσης εσωτερικών τάσεων στα κατασκευαστικά στοιχεία του αποκολληθέντος τμήματος, να σημειωθεί σημαντική εισροή υδάτων αρχικά στην αριστερή No 8 διπύθμενη δεξαμενή έρματος και στο No 6 κύτος και στη συνέχεια, λόγω υποχώρησης των εγκάρσιων στεγανών, που η αντοχή τους, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς, ήταν για στατικά και μόνο φορτία, στα υπ’ αρ. 7 και 5 κύτη, με συνέπεια την αποκοπή και βύθιση του πλοίου περί ώρα 21.00 περίπου της ίδιας ημέρας, (β) … (γ) … . Β) Κατά τον ίδιο ως άνω τόπο και χρόνο, από αμέλεια, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής, την οποία όφειλαν κατά τις περιστάσεις και μπορούσαν να καταβάλουν, όπως κάθε μέσος και ευσυνείδητος άνθρωπος κάτω από τις ίδιες πραγματικές περιστάσεις, σύμφωνα με τους κρατούντες και ρυθμίζοντες την άσκηση ενός ορισμένου επαγγέλματος νομικούς κανόνες και της κρατούσας στον οικείο τομέα δραστηριότητας, συνήθειας και της κοινής, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, πείρας και λογικής, δεν πρόβλεψαν το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη τους και επέφεραν τη βύθιση του πλοίου, από την οποία προέκυψε κίνδυνος για ανθρώπους και επήλθαν θάνατοι. Ειδικότερα, υπό την αναφερόμενη στο υπό (Α) ιδιότητά τους, παρέλειψαν να ενισχύσουν τις εγκάρσιες στεγανές των διαχωριστικών φρακτών μεταξύ των κυτών του προαναφερόμενου πλοίου «… Τ», ώστε να μπορούν να αντέξουν δυναμικά φορτία, όπως πρόσπτωση σ’ αυτά υδάτινων μαζών, καίτοι το εν λόγω πλοίο ήταν εκτεθειμένο εκ της κατασκευής του στην περίπτωση κατάκλυσης με θαλάσσιο νερό ενός οιουδήποτε κύτους φορτίου, πλην του Νο1, στο σοβαρό κίνδυνο διαδοχικής κατάκλυσης των ομόρων κυτών, λόγω υποχώρησης των εγκάρσιων στεγανών φρακτών μεταξύ των κυτών, όταν το πλοίο θα έπλεε υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες, με αποτέλεσμα, ενώ το πλοίο, έχοντας αποπλεύσει στις 13-4-… από το λιμάνι Ponte Da Madeira της Βραζιλίας, έμφορτο με 165.505 μετρικούς τόνους σιδηρομεταλλεύματος, κατανεμημένου και στα εννέα (9) κύτη, με προορισμό την Κίνα, βρισκόταν την 3-5-… και περί ώρα 7.50 στη θαλάσσια περιοχή 285 ναυτικά μίλια νοτιανατολικά του λιμένα “Port Elizabeth” της Νοτίου Αφρικής όπου έπνεαν βόρειοι – βορειοανατολικοί άνεμοι έντασης 7-8 μποφόρ, με κύματα άνω των 4-5 μέτρων, να αποκολληθεί τμήμα του εξωτερικού περιβλήματος στην περιοχή του πυθμένα του πλοίου, πιθανόν λόγω της υπέρμετρης συγκέντρωσης εσωτερικών τάσεων στα κατασκευαστικά στοιχεία του αποκολληθέντος τμήματος, να σημειωθεί σημαντική εισροή υδάτων αρχικά στην αριστερή No 8 διπύθμενη δεξαμενή έρματος και στο No 6 κύτος και στη συνέχεια, λόγω υποχώρησης των εγκάρσιων στεγανών, που η αντοχή τους, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς, ήταν για στατικά και μόνο φορτία, στα υπ’ αρ. 7 και 5 κύτη, με συνέπεια την αποκοπή και βύθιση του πλοίου περί ώρα 21.00 περίπου της ίδιας ημέρας, (β) … (γ) … (Β) Κατά τον ίδιο ως άνω τόπο και χρόνο, από αμέλεια, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής, την οποία όφειλαν κατά τις περιστάσεις και μπορούσαν να καταβάλουν, όπως κάθε μέσος και ευσυνείδητος άνθρωπος κάτω από τις ίδιες πραγματικές περιστάσεις, σύμφωνα με τους κρατούντες και ρυθμίζοντες την άσκηση ενός ορισμένου επαγγέλματος νομικούς κανόνες και της κρατούσας στον οικείο τομέα δραστηριότητας, συνήειας και της κοινής, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, πείρας και λογικής, δεν προέβλεψαν το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη τους και επέφεραν τη βύθιση του πλοίου, από την οποία προέκυψε κίνδυνος για ανθρώπους και επήλθαν θάνατοι. Ειδικότερα, υπό την αναφερόμενη στο υπό (Α) ιδιότητά τους, παρέλειψαν να ενισχύσουν τις εγκάρσιες στεγανές των διαχωριστικών φρακτών μεταξύ των κυτών του προαναφερόμενου πλοίου «… Τ», ώστε να μπορούν να αντέξουν δυναμικά φορτία, όπως πρόσπτωση σ’ αυτά υδάτινων μαζών, καίτοι το εν λόγω πλοίο ήταν εκτεθειμένο εκ της κατασκευής του στην περίπτωση κατάκλυσης με θαλάσσιο νερό ενός οιουδήποτε κύτους φορτίου, πλην του Νο 1, στο σοβαρό κίνδυνο διαδοχικής κατάκλυσης των όμορων κυτών, λόγω υποχώρησης των εγκάρσιων στεγανών φρακτών μεταξύ των κυτών, όταν το πλοίο θα έπλεε υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες, με αποτέλεσμα, ενώ το πλοίο, έχοντας αποπλεύσει στις 13-4-2005 από το λιμάνι Ponte De Madeira της Βραζιλίας, έμφορτο με 165.505 μετρικούς τόνους σιδηρομεταλλεύματος κατανεμημένου και στα εννέα (9) κύτη, με προορισμό την Κίνα, βρισκόταν την 3-5-… και περί ώρα 7.50 στη θαλάσσια περιοχή 285 ναυτικά μίλια νοτιοανατολικά του λιμένα «Port Elizabeth» της Νοτίου Αφρικής, όπου έπνεαν βόρειοι – βορειοανατολικοί άνεμοι έντασης 7-8 μποφόρ, με κύματα άνω των 4-5 μέτρων, να αποκολληθεί τμήμα του εξωτερικού περιβλήματος στην περιοχή του πυθμένα του πλοίου, πιθανόν λόγω της υπέρμετρης συγκέντρωσης εσωτερικών τάσεων στα κατασκευαστικά στοιχεία του αποκολληθέντος τμήματος, να σημειωθεί σημαντική εισροή υδάτων αρχικά στην αριστερή Νο 8 διπύθμενη δεξαμενή έρματος και στο Νο 6 κύτος και στη συνέχεια, λόγω υποχώρησης των εγκάρσιων στεγανών, που η αντοχή τους, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανονισμούς, ήταν για στατικά και μόνο φορτία, στα υπ’ αρ. 7 και 5 κύτη, με συνέπεια την αποκοπή και βύθιση του πλοίου περί ώρα 21:00 περίπου της ίδιας ημέρας, από την πράξη τους δε αυτή (βύθιση του πλοίου) προέκυψε κίνδυνος για τα 33 άτομα – μέλη του πληρώματος που επέβαιναν στο πλοίο, από τα οποία πνίγηκαν τα 26 άτομα». Συγκεκριμένα, με την υπ’ αρ. 26047/6-4-2011 απόφαση του Δ΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών έγιναν δεκτά τα ακόλουθα, αναφορικά με τις συνθήκες επέλευσης του πλοίου και την αξιοπλοοία του: «Από την 1-5-… και καθ’ όλη τη διάρκεια του πλου, το πλοίο ταξίδευε με έντονη κακοκαιρία, αφού ο κυματισμός ήταν έντονος, ύψους 6 έως 6,5 μέτρων, με ισχυρούς διατοιχισμούς και προνευστασμούς (σκαμπανεβάσματα και κουνήματα αυτού σε μεγάλο βαθμό, κατά τον εγκάρσιο άξονά του), λόγω της τρικυμίας που επικρατούσε με ισχυρούς ανέμους 8-10 μποφόρ βορειοανατολικούς με ταχύτητα 38-42 μιλίων/ώρα και ριπές 45-55 μ/ώρα, μάλιστα δε έπλεε με λίαν αντίξοη πορεία σε σχέση με τον επικρατούντα άνεμο, γεγονός που το καταπονούσε διαρκώς σύμφωνα με την έκθεση πραγματογνωμοσύνης Ν. Κ. Θ. (σελ. 215-216), με συνέπεια να αποκολληθεί τμήμα του εξωτερικού περιβλήματος στην περιοχή του πυθμένα του πλοίου και να σημειωθεί εισροή υδάτων στα προαναφερόμενα κύτη αυτού και να αποκοπεί και να βυθιστεί αυτό περί ώρα 21:00 της ίδιας ημέρας και να πνιγούν 26 μέλη του πληρώματος, μεταξύ των οποίων και ο πλοίαρχος, από τα 33 που επέβαιναν σ’ αυτό». Από όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που έλαβε υπόψη του το ως άνω ποινικό Δικαστήριο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν αποδείχθηκε ότι το ανωτέρω πλοίο υπήρξε αναξιόπλοο, δηλαδή ότι έφερε κατασκευαστικά ή άλλα ελαττώματα εμφανή ή αφανή, συνεπεία έλλειψης ή ελλιπούς συντήρησης και τα οποία να συνετέλεσαν αιτιωδώς στο ένδικο ναυάγιο, αλλά δέχθηκε ότι αποδείχθηκε ότι το πλοίο ήταν εφοδιασμένο με όλα τα απαιτούμενα πιστοποιητικά αξιοπλοοίας, τα οποία ήταν εν ισχύι, γεγονός που αποδείκνυε την ικανότητα ασφαλούς πλεύσης αυτού και ότι ήταν συμμορφωμένο με όλες τις ενοποιημένες απαιτήσεις της Διεθνούς ΄Ενωσης Νηογνωμόνων (A.I.C.S.), με βάση τους ακόλουθους συλλογισμούς: «… Χαρακτηριστικά μάλιστα ο πραγματογνώμονας Ν. Κ. Θ. αναφέρει στην κατατεθείσα πραγματογνωμοσύνη του στις προανακριτικές αρχές (σελ 37), αφού μελέτησε όλα τα υπάρχοντα έγγραφα αναφορικά με το ένδικο πλοίο, ότι το πλοίο, όσον αφορά την αντοχή του, υπερκάλυπτε όλες τις διεθνείς απαιτήσεις και ως εκ τούτου, δεν παρουσίαζε κανένα πρόβλημα σχετικά με την αντοχή του πριν την εκδήλωση του εν λόγω συμβάντος, αφού δηλαδή ελήφθη υπόψη η φθορά των ελασμάτων του πλοίου με βάση τις πρόσφατες παχυμετρήσεις κατά την τρίτη ειδική επιθεώρηση του πλοίου που πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο του 2004 σε ναυπηγείο της Κίνας. Μάλιστα το ένδικο πλοίο είχε υποβληθεί και σε ετήσια επιθεώρηση περί τα μέσα Ιουλίου του 2005 και είχε εκδοθεί αντίστοιχο πιστοποιητικό του Νηογνώμονα, χωρίς καμία παρατήρηση. Επίσης είχε υποβληθεί και σε έκτακτες επτά (7) τον αριθμό επιθεωρήσεις από τον Ιούλιο του 2003 έως τον Απρίλιο του …, όπου όλες οι διαπιστωθείσες επουσιώδεις κατά βάση ελλείψεις του είχαν αποκατασταθεί (βλ. έκθεση πραγματογνωμοσύνης αυτού σελ. 102, 110). Τα αυτά πιστοποιεί άλλωστε και ο εποπτεύων το ανωτέρω πλοίου παγκοσμίου φήμης για την αξιοπιστία του εκ των κορυφαίων Νηογνωμόνων “LLOYD’S REGISTER OF SHIPPING”. Επίσης και ο εξοπλισμός εν γένει του πλοίου (μηχανής – σωστικά μέσα κλπ.) ήταν πλήρης και σε καλή κατάσταση και είχε επιθεωρηθεί από το Νηογνώμονα του πλοίου, κατά τη διάρκεια της ειδικής τετραετούς επιθεώρησης στο ναυπηγείο “Guangzhon” της Κίνας, εκδοθέντος μάλιστα του σχετικού πιστοποιητικού εξαρτισμού ασφαλείας με διάρκεια ισχύος την 30-5-2009 δίχως καμία παρατήρηση. Η ακριβής αιτία αποκόλλησης του εξωτερικού περιβλήματος του κελύφους του σκάφους δεν αποδείχθηκε από την ακροαματική διαδικασία κατά τρόπο εδραίας δικανικής πεποίθησης αφού, με δεδομένο ότι το πλοίο κατά τα ως άνω αποδειχθέντα πληρούσε όλες τις αναγκαίες προϋποθέσεις ασφαλούς πλεύσης, προέκυψαν πλείονες ισότιμες εκδοχές γι’ αυτό, ήτοι: α) περί πρόσκρουσης αυτού με επιπλέον ημιβυθισμένο αντικείμενο (εμπορευματοκιβώτιο ή κορμό ξύλου), β) περί υπέρμετρης συγκέντρωσης εσωτερικών τάσεων σε κατασκευαστικά στοιχεία του αποκολληθέντος τμήματος λόγω κακής φόρτωσης σε συνδυασμό με την διαρκή καταπόνηση του πλοίου σε πλευρική κάμψη και στρέψη λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών και της αντίξοης πλεύσης του. Περαιτέρω, απεδείχθη ωσαύτως από όλα τα πιο πάνω αποδεικτικά μέσα ότι … οι κατηγορούμενοι, ως μη επιδείξαντες καμία αμέλεια αναφορικά με την αποδιδόμενη σ’ αυτούς κατηγορία α) της παράλειψης ενίσχυσης των εγκάρσιων στεγανών των διαχωριστικών φρακτών των κυτών του ενδίκου πλοίου, αφού άλλωστε τέτοια υποχρέωση σε τοιαύτης κατασκευής πλοία δεν υφίστατο γι’ αυτούς από καμία διάταξη νόμου ναυτικού κανονισμού ή διεθνούς σύμβασης, β) σε σχέση με παράβαση διεθνούς σύμβασης περί προστασίας της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα (SOLAS) 1974 και περί παράλειψης έγκαιρης ενημέρωσης και αξιολόγησης του κινδύνου προς τις ναυτικές αρχές ασφαλείας Ν. Αφρικής, Υ.Ε.Ν. και παραπλέοντα σκάφη αντίστοιχα, πρέπει να κηρυχθούν αθώοι». Επικουρικά σημειώνεται ότι στην υπ’ αρ. 3/… Έκθεση της Αρχής Ναυτικών Ερευνών του κράτους σημαίας του πλοίου Αγίου Βικεντίου και Γρεναδίνων αναφέρεται ότι το πλοίο ήταν απολύτως αξιόπλοο και ότι τα πιστοποιητικά του ήταν νόμιμα και έγκυρα, ότι η πλοιοκτήτρια και οι εκπρόσωποί της δεν έχουν καμία ευθύνη για το ναυτικό ατύχημα και την απώλεια της ζωής των μελών του πληρώματος και ότι δεν διέπραξαν κανένα πταίσμα σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους της σημαίας του πλοίου, ούτε παραβίασαν οποιαδήποτε διάταξη νόμου ή κανονισμού του κράτους της σημαίας του πλοίου. Επιπροσθέτως, οι από 31-5-… και 19-6-… προανακριτικές εκθέσεις της Ναυτικής Αρχής Ασφάλειας της παράκτιας χώρας Νοτίου Αφρικής (SAMSA), που εκδόθηκαν κατόπιν έρευνας και προανάκρισης της σημαίας του πλοίου κατέληξαν στο συμπέρασμα, ότι η βύθιση του πλοίου προκλήθηκε από το εξαιρετικό καιρικό φαινόμενο των υψηλής ενέργειας κυμάτων (freak waves) και των εξαιρετικά δυσμενών καιρικών φαινομένων που επικράτησαν στη θαλάσσια περιοχή που συνέβη το ναυάγιο και ότι η απώλεια της ζωής των μελών του πληρώματος προκλήθηκε από την καθυστέρηση του πλοιάρχου να διατάξει την εγκατάλειψη του πλοίου λόγω του ότι ανέμενε την άφιξη του παραπλέοντος πλοίου …. Από τα παραπάνω προέκυψε ότι το ζήτημα της τυχόν αναξιοπλοϊας του πλοίου «… Τ» λόγω κακής κατάστασής του εξαιτίας εμφανών ή αφανών ελαττωμάτων και ο τυχόν αιτιώδης σύνδεσμος αυτής με την επέλευση του ναυαγίου ερευνήθηκε εξονυχιστικά και επανειλημμένα από όλες τις αρμόδιες καθ’ ύλην ανακριτικές, εισαγγελικές και δικαστικές αρχές, που επιλήφθηκαν της υπόθεσης αυτής στο πλαίσιο είτε απλής έρευνας είτε δικαστικής διαδικασίας (ποινικής και αστικής), στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και απορρίφθηκε ως αβάσιμος κάθε σχετικός ισχυρισμός. Περαιτέρω, από τη συνολική εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού προέκυψε ότι οι ως άνω από … μαρτυρικές καταθέσεις του ναύκληρου A. M. ήταν ψευδείς και ειδικότερα τα χωρία αυτών που αφορούν την -κατά τους ισχυρισμούς του- κακή κατάσταση του πλοίου και την παρέμβαση του Κ. Δ., προκειμένου να καταθέσει περί του αντιθέτου στις αρχικές συνεντεύξεις που ο ναύκληρος έδωσε αμέσως μετά το ναυάγιο, ενώ επίσης προέκυψε ότι ο τελευταίος, λόγω των καταβολών των κάτωθι αναλυτικά αναφερόμενων χρηματικών ποσών προς αυτόν, μετέβαλε το περιεχόμενο των αρχικών από …, … και … μαρτυρικών καταθέσεων του περί των συνθηκών επέλευσης του ναυαγίου και της καταστάσεως του ήδη βυθισθέντος πλοίου και έδωσε τις προαναφερόμενες καταθέσεις στην Αθήνα και στον Πειραιά, εν γνώσει της αναλήθειας των περιλαμβανόμενων σε αυτές προαναφερόμενων ισχυρισμών του περί της αναξιοπλοϊας του πλοίου, εν γνώσει των πλοιοκτητών και της παρέμβασης του Κ. Δ.. Τα ανωτέρω προκύπτουν από τις υπ’ αρ. … και … ένορκες βεβαιώσεις του ίδιου του A. M. ενώπιον του Έλληνα Προξένου στη Μανίλα, στις οποίες αυτός αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι οι από … μαρτυρικές καταθέσεις του ήταν ψευδείς και είχαν κατασκευαστεί από τις εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες, δια των εναγόμενων προστηθέντων τους, που ενεργούσαν από κοινού και σε συνεννόηση με τους Άγγλους δικηγόρους τους, χωρίς ο ίδιος (A. M.) να έχει άλλη συμμετοχή στην κατάρτισή τους, πέραν της εν γνώσει της αναλήθειας τους υπογραφής τους και ότι οι πληρωμές των κάτωθι αναφερόμενων ποσών 25.000 δολλαρίων ΗΠΑ και 15.000 περίπου ευρώ προς αυτόν από τους ασφαλιστές και τους δικηγόρους τους έγιναν, με αποκλειστικό σκοπό να του προκαλέσουν την απόφαση να δώσει ενόρκως τις ως άνω ψευδείς μαρτυρικές καταθέσεις σχετικά με τις συνθήκες του ναυαγίου και την κατάσταση του πλοίου, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν αυτές εναντίον των εναγόντων σε διάφορες αστικές και ποινικές δίκες. Ειδικότερα, στην υπ’ αρ. … ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον του Έλληνα Προξένου, ο ως άνω ναύκληρος επιβεβαιώνει τα ανωτέρω και προσθέτει τα ακόλουθα σχετικά με τον τρόπο που έγιναν οι πληρωμές προς αυτόν: «… α. Κάποια χρονική στιγμή τον Αύγουστο …, το ποσό των 20.000 πέσος Φιλιππινών πληρώθηκε σε εμένα από τους δικηγόρους, των ασφαλιστών του πλοίου Hill Dickinson Λονδίνου μέσω του κ. M. B.. β. Στις 10 Οκτωβρίου …, το ποσό των 27.764,40 πέσος Φιλιππινών πληρώθηκε δια τραπεζικού εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου μου από τους δικηγόρους των ασφαλιστών του πλοίου Hill Dickinson Λονδίνου μέσω της οικογένειας Καραμηνά. γ. Στις 20 Οκτωβρίου …, το ποσό των 131.930,06 πέσος Φιλιππίνων (ή Δολλ. ΗΠΑ 2.700,00, για τα οποία αναφέρομαι στην παράγραφο 9 της ένορκης βεβαίωσής του με ημερομηνία 24 Μαϊου 2011) πληρώθηκε δια τραπεζικού εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου μου από τους δικηγόρους των ασφαλιστών του πλοίου Hill Dickinson Λονδίνου μέσω της οικογένειας Καραμηνά. δ. Στις 20 Νοεμβρίου …, το ποσό των 71.960,72 πέσος Φιλιππίνων (ή Δολλ. ΗΠΑ 1.500,00, για τα οποία αναφέρομαι στην παράγραφο 11 της ένορκης βεβαίωσής του με ημερομηνία 24 Μαϊου 2011) πληρώθηκε δια τραπεζικού εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου μου από τους δικηγόρους των ασφαλιστών του πλοίου Hill Dickinson Λονδίνου μέσω της οικογένειας Καραμηνά. ε. Στις 12 Ιανουαρίου 2007, το ποσό των 12.459,40 πέσος Φιλιππινών πληρώθηκε δια τραπεζικού εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου μου από τους δικηγόρους των ασφαλιστών του πλοίου Hill Dickinson Λονδίνου μέσω της οικογένειας Καραμηνά. στ. Στις 29 Ιανουαρίου 2007, το ποσό των 57.890,38 πέσος Φιλιππινών (ήΔολλ. ΗΠΑ 1.200,00, για τα οποία αναφέρομαι στην παράγραφο 11 της ένορκης βεβαίωσής μου με ημερομηνία 24 Μαΐου 2011) πληρώθηκε δια τραπεζικού εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου μου από τους δικηγόρους των ασφαλιστών του πλοίου Hill Dickinson Λονδίνου μέσω της οικογένειας Καραμηνά, ζ. Στις 12 Φεβρουαρίου 2007, το ποσό των 56.979,58 πέσος Φιλιππινών πληρώθηκε δια τραπεζικού εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου μου την κα Παναγούλα Καραμηνά. Κατά τον χρόνο εκείνο, ευρισκόμουν ήδη στην Ελλάδα, όπου παρέμεινα έως τις 31 Μαρτίου 2007. η. Στις 7 Μαρτίου 2007, το ποσό των 83.125,41 πέσος Φιλιππινών πληρώθηκε δια τραπεζικού εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου μου από την κα Παναγούλα Καραμηνά. Θ. Στις 30 Μαρτίου 2007, το ποσό των 1.000,00 ευρώ πληρώθηκε σε εμένα από την κα Ελένη, σύζυγο του εκλιπόντος Πλοιάρχου του πλοίου “…”. ια. Στις 30 Μαρτίου 2007, το ποσό των 1.000,00 ευρώ πληρώθηκε σε εμένα από την κα Βούλα, τη σύζυγο του εκλιπόντος Β΄ Μηχανικού του πλοίου «…». ιβ. Στις 2 Απριλίου 2007, το ποσό των 334.916,60 πέσος Φιλιππίνων ή 7.000,00 Δολλ. ΗΠΑ πληρώθηκε δια τραπεζικού εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου μου από τους δικηγόρους των ασφαλιστών του πλοίου Hill Dickinson Λονδίνου μέσω της κας Μ.ς Μ.. ιγ. Στις 21 Ιουνίου 2007, το ποσό των 20,835,34 πέσος ΦΛιππίνων πληρώθηκε δια τραπεζικού εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου μου από τους δικηγόρους των ασφαλιστών του πλοίου Hill Dickinson Λονδίνου μέσω της οικογένειας Καραμηνά. ιδ. Στις 5 Ιουλίου 2007, το ποσό των 56.581,34 πέσος Φιλιππίνων πληρώθηκε δια τραπεζικού εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου μου από τους δικηγόρους των ασφαλιστών του πλοίου Hill Dickinson Λονδίνου μέσω της οικογένειας Καραμηνά. ιε. Στις 25 Ιουλίου 2007, το συνολικό ποσό των δολλαρίων ΗΠΑ 8.250,00 πληρώθηκε σε μένα πριν την αναχώρησή μου από την Ελλάδα. Το ποσό των δολλαρίων ΗΠΑ 2.000,00 το μετέτρεψα σε ευρώ, ενώ το ποσό των 324.668,71 πέσος Φιλιππίνων ή δολλαρίων ΗΠΑ 6.250,00 πληρώθηκε δια τραπεζικού εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου μου από τους δικηγόρους των ασφαλιστών του πλοίου Hill Dickinson Λονδίνου μέσω της κας Μ.ς Μ. στις 26 Ιουλίου 2007. Ευρισκόμουν κατά τον χρόνο εκείνο στην Ελλάδα για δεύτερη φορά (από τις 14 Ιουλίου 2007 έως τις 26 Ιουλίου 2007). ιστ. Στις 9 Οκτωβρίου 2007, το ποσό των 32.910,00 πέσος Φιλιππινών πληρώθηκε δια τραπεζικού εμβάσματος στον τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου μου από τους δικηγόρους των ασφαλιστών του πλοίου Hill Dickinson Λονδίνου μέσω του του κ. Michael Mallin. ιζ. Κάποια χρονική στιγμή τον Ιούνιο του 2008 ο κ. M. B. με επισκέφτηκε και μου πλήρωσε 1.300 Δολλ. ΗΠΑ αυτή τη φορά εκπροσωπώντας τους ασφαλιστές του φορτίου που ευρίσκετο επί του πλοίου Alexandras Τ κατά την βύθισή του, προκειμένου να του παραδώσω φωτοαντίγραφο της ένορκης κατάθεσης μου με ημερομηνία … που είχε δοθεί ενώπιον του Προξένου των Φιλιππινών στην Αθήνα και επισυνάπτεται στην από … με αριθμό 7 ένορκη βεβαίωση μου ενώπιον του Προξένου της Ελλάδας στην Μανίλα ως Πειστήριο  13. Την ένορκη βεβαίωση μου με ημερομηνία … ενώπιον του Προξένου των Φιλιππινών στην Αθήνα παρέδωσα στον κ. Bernardo σε αντάλλαγμα του χρηματικού ποσού των 1.300 Δολλ. ΗΠΑ που μου πλήρωσε. … 5. Σχετικά με την παρ. 7 της από … ένορκης βεβαίωσής μου υπ’ αρ. 7 που δόθηκε ενώπιον του ΄Ελληνα Προξένου στη Μανίλα, επιθυμώ να διευκρινίσω ότι το ποσό των 500 δολλαρίων ΗΠΑ πληρώθηκε σε μένα από τον κ. M. B., προκειμένου να με εξετάσουν οι ασφαλιστές του πλοίου και του φορτίου κατά τη συνάντηση που είχε προγραμματιστεί να γίνει στα γραφεί της εταιρείας Charles Taylor Consulting στη Μανίλα των Φιλιππίνων». Σε κάθε περίπτωση, το ψευδές των από … ενόρκων καταθέσεων του ναύκληρου, οι οποίες προσκομίσθηκαν ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου, συνάγεται και από ότι τα όσα αυτός καταθέτει σε αυτές σχετικά με την προπεριγραφόμενη κατάσταση του πλοίου έρχονται σε πλήρη αντίθεση με όσα ο ίδιος είχε αναφέρει στις προαναφερόμενες ……. και … καταθέσεις του ενώπιον των Συμβολαιογράφων Ντέρμπαν και Μανίλας αντίστοιχα για την καλή κατάσταση του πλοίου. Επίσης, οι εν λόγω μαρτυρικές καταθέσεις του ναύκληρου Μ., που δόθηκαν στην Αθήνα και τον Πειραιά και προσκομίσθηκαν ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου, κρίνονται ως ψευδείς κατά το προεκτεθέν περιεχόμενό τους, καθόσον αυτό αντικρούεται από την πραγματογνωμοσύνη του πραγματογνώμονα κ. Θ., που εξετάζει την από 21.3.2007 μηνυτήρια αναφορά του Miranda, ομοίου περιεχομένου με την από … κατάθεση και τη θεωρεί αβάσιμη. Ειδικότερα, σε ότι αφορά α) τη διαρροή στις διπύθενες δεξαμενές λόγω ρηγμάτων, που συνέχεται με τους αντίστοιχους ισχυρισμούς των τροποποιημένων προτάσεων των ασφαλιστικών εταιρειών, ο πραγματογνώμονας καταλήγει ότι ο ναύκληρος δεν θα μπορούσε να έχει διαπιστώσει ιδίοις όμμασι τις αναφερόμενες στην ένορκη κατάθεσή του διαρροές λόγω ρηγμάτων, καθώς αποκλείεται λόγω της κατασκευής του πλοίου να έχει φτάσει στα σημεία όπου εντόπισε τις διαρροές, με τον τρόπο που στην ένορκη κατάθεσή του αναφέρει. Συγκεκριμένα, εκτίθεται στην ως άνω πραγματογνωμοσύνη οτι «ο Ναύκληρος αναφέρει ότι δεν γνώριζε ποια διπύθμενη δεξαμενή παρουσίαζε διαρροή (5, 7 ή 9), αλλά παρά ταύτα κατέβηκε καταρχάς στο αμπάρι Νο 7 και έπειτα στο αμπάρι Νο 6, διότι κάτω από το αμπάρι αυτό και πλησίον της πρωραίας εγκάρσιας φρακτής ήταν και ο υπό εξέταση μπουλμές. Για να έχει πρόσβαση στον εν λόγω μπουλμέ, θα μπορούσε να είχε κατέλθει και στο Νο 5 αμπάρι. Επειδή η δεξαμενή Νο 9 εκτείνεται κατά μήκος της δεξιάς πλευράς των Νο 6 και Νο 7 κυτών φορτίου, άρα ο ναύκληρος γνώριζε ποια δεξαμενή ήταν. Επομένως, να κατέλθει και έπειτα να ανέλθει ένα βάθος 25 μέτρων (βάθος του αμπαριού), έτσι για το τίποτα, δεν γίνεται εύκολα πιστευτό. Επειδή η ανθρωποθυρίδα, δια μέσου της οποίας εισήλθε στο διπύθμενο, είναι ακριβώς όπου και η εγκάρσια στεγανή φρακτή (μπουλμές), είναι δύσκολο να γίνει κατανοητός ο ισχυρισμός του Ναυκλήρου ότι, αφού προχώρησαν κάτω από αυτό το αμπάρι μέσα στην δεξαμενή έφθασαν στο χώρισμα του υδατοστεγούς μπουλμέ.» β) Επιπλέον, κατά τον ίδιο ως άνω πραγματογνώμονα, ψευδές είναι ότι ο ναύκληρος έκανε έλεγχο των ρωγμών, χτυπώντας την επιφάνεια του μπουλμέ με δύναμη, χρησιμοποιώντας σφυρί και σε αρκετά σημεία το σφυρί μπήκε κατευθείαν μέσα στη μεταλλική κατασκευή σα να ήταν από χαρτί. Επίσης, ψευδές είναι ότι με τη χρησιμοποίηση των ξυστρών έξυσε την ελεύθερη σκουριά από το μπουλμέ πιο ψηλά και σε περιοχές η ξύστρα πήγαινε κατευθείαν μέσα στη διπλανή δεξαμενή. Το παραπάνω σημείο της κατάθεσής του, που σκοπό έχει να καταδείξει την κακή κατάσταση των ελασμάτων και συνέχεται με τους αντίστοιχους ισχυρισμούς των τροποποιημένων προτάσεων των ασφαλιστικών εταιρειών, αποκρούεται, σύμφωνα με τον ως άνω πραγματογνώμονα, από τις παχυμετρήσεις  των ελασμάτων, κατά την τελευταία ειδική επιθεώρηση που έλαβε χώρα ενάμιση έτος πριν τα εκτιθέμενα από το ναύκληρο περιστατικά και καταδείκνυαν πάχη ελασμάτων 11,1 μέχρι 11,4 χιλιοστά, γεγονός που αποκλείει κατά την πάροδο του ως άνω χρονικού διαστήματος να έχουν υποστεί την αναφερόμενη στην ένορκη κατάθεση φθορά, ώστε να μπορούν να διαπεραστούν με σφυρί. Ειδικότερα, αναφέρεται ότι το εγχειρίδιο των παχυμετρήσεων που ελήφθησαν κατά την τελευταία ειδική επιθεώρηση του ναύκληρου, η ανωτέρω φρακτή παρουσίαζε μια μέση μείωση των αρχικών παχών της κατασκευής της τάξεως του 5,2% τοις εκατό, με επιτρεπτό όριο μέχρι 25%, δηλαδή τα πάχη των ελασμάτων των οποίων ελήφθησαν μετρήσεις ήταν από 11,1 μέχρι 14.1 χιλιοστά. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανωτέρω φθορά επήλθε μετά από 15 χρόνια ζωής, είναι σαφές ότι το ίδιο έλασμα αποκλείεται μετά από ενάμιση επιπλέον χρόνο να διαπερασθεί, κτυπώντας το με όσο δύναμη θέλουμε, με ένα σφυρί ακόμα και αιχμηρό. Απεναντίας, το ίδιο έλασμα θα μπορούσε να έχει διαρρηχθεί με ρήγμα ευρείας εκτάσεως, λόγω υπερβολικής καταπονήσεως (συγκέντρωση τάσεων κλπ.). γ) Ακόμα ψευδής είναι η κατάθεσή του ως προς την τέλεση ελασματουργικών εργασιών στις διπύθμενες δεξαμενές, κατά την παραμονή του πλοίου στο ναυπηγείο της Κίνας, που συνδέεται με το σχετικό ισχυρισμό των τροποποιημένων προτάσεων των ασφαλιστικών εταιρειών, καθώς, σύμφωνα με τον ίδιο πραγματογνώμονα, το άνοιγμα οπών και μάλιστα διαστάσεων 2 μέτρων στις κεκλιμένες επιφάνειες των διπύθμενων δεξαμενών δύο ή τριών τον αριθμό σε κάθε πλευρά, εντός όλων των κυτών του φορτίου, με εξαίρεση το Νο 1 κύτος φορτίου, αναφέρεται σε εργασίες ευρείας εκτάσεως. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν προκύπτει από πουθενά, δεδομένου και του γεγονότος, ότι από τον έλεγχο του τιμολογίου που εξέδωσε το Κινέζικο ναυπηγείο δεν προκύπτουν ελασματουργικές εργασίες στις διπύθμενες δεξαμενές του πλοίου. δ) Ψευδές, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του ίδιου πραγματογνώμονα, είναι και το απόσπασμα της κατάθεσής του, σύμφωνα με το οποίο κατά το χρόνο που το βυθισθέν πλοίο βρισκόταν στο αγκυροβόλιο της Σιγκαπούρης διενεργήθηκαν εργασίες από δύτες που επισκεύασαν διαρροή στην περιοχή της αναρρόφηση της αντλίας πυρόσβεσης ανάγκης, που συνέχεται με τον αντίστοιχο ισχυρισμό των ασφαλιστικών εταιρειών στις τροποποιημένες προτάσεις τους και αντικρούεται από την κατάθεση του δύτη, ο καθαρισμός των υφάλων του πλοίου επιβεβαιώνεται από τον JOSE CONDINO CORDOVALES, που δηλώνει ότι δεν τις διενέργησε. δ) Τέλος, ψευδές, σύμφωνα με την ως άνω πραγματογνωμοσύνη, είναι και το περιστατικό της προσπάθειας καθοδήγησης του ναύκληρου από τον Κ. Δ., ως προς το περιεχόμενο της κατάθεσής του στο Durban της Νότιας Αφρικής, για το οποίο ο πραγματογνώμονας παραπέμπει στην από 21.11.2007 – 161/2007 ένορκη βεβαίωση στο Ελληνικό Προξενείο της πόλης αυτής του GOVENDER Selvan, υπηκόου Νοτίου Αφρικής, φρουρού ασφαλείας ιδιωτικής εταιρείας, ο οποίος μαζί με άλλα τέσσερα άτομα μετέβησαν στο αεροδρόμιο της ανωτέρω πόλης, για να παραλάβουν και να προστατέψουν από δημοσιογράφους κλπ. τους ναυαγούς, ο οποίος αναφέρει επί λέξει  «… στο mini λεωφορείο που ήμουν εγώ κατά τη διαδρομή προς την Umblanga επέβαινε και ένας Έλληνας… Κανά – δυο φορές ο Έλληνας του μίλησε στα Αγγλικά, προκειμένου να τους ρωτήσει αν χρειάζονται κάτι … Αναφέρω κατηγορηματικά ότι κατά τη διάρκεια της διαδρομής μέχρι το κατάλυμα, ο Έλληνας ποτέ δεν είπε στους ναυτικούς τι να λένε και τι να μη λένε, ούτε τι να απαντήσουν σε τυχόν ερωτήσεις … Θυμάμαι ότι μίλησαν για λίγο με τους ναυτικούς σχετικά με το περιστατικό, αλλά ουδέποτε έδωσε κανείς στους ναυτικούς οδηγίες, τι να πει και τι να μην πει για το περιστατικό. Ποτέ δε μου ζητήθηκε να βγω από το διαμέρισμα, προκειμένου να γίνουν κάποιες συζητήσεις «κατ’ ιδίαν» … Επίσης ποτέ δεν άκουσα κανέναν από τους επιζώντες να αναφέρει ότι οι εκπρόσωποι των πλοιοκτητών του υπέδειξαν τι ακριβώς να πούνε κατά τη διάρκεια των καταθέσεων». Εξάλλου, τα αποσπάσματα των επίμαχων μαρτυρικών καταθέσεων του Μ., αντέκρουσε και ο δεύτερος πραγματογνώμονας που διερεύνησε τις αιτίες του ένδικου συμβάντος, Χ. Β. Κ., Ναυτικός Πραγματογνώμων, με την από ….2009 πραγματογνωμοσύνη του προς τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών (μέσω της 30ης Πταισματοδίκη Αθηνών), ο οποίος αναφέρει τα ακόλουθα σχετικά με τις όψιμες καταγγελίες του ναυκλήρου Μ. περί του ότι το πλοίο αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα διάβρωσης των ελασμάτων των κυτών και γειτνιαζόντων δεξαμενών έρματος, ότι είχε πλημμελή συντήρηση και παρουσίαζε συχνά μηχανικές βλάβες στην κύρια μηχανή και στο πηδάλιο, καθώς και ότι στα διπύθμενα έρματος του πλοίου εργάζονταν πάρα πολλοί Κινέζοι εργάτες ελασματουργοί στα ναυπηγεία της Κίνας COSCO το Νοέμβριο – Δεκέμβριο 2005, αλλάζοντας ελάσματα και εκτελούσαν εργασίες συγκόλλησης: «…Το ανωτέρω γεγονός, όμως, έρχεται σε αντίθεση με το Φάκελλο 13 (επισκευές στο λιμάνι COSCO Zhousan), διότι οι εργασίες επισκευής βάσει τιμολογίου κόστισαν συνολικά 560.000 Δολλάρια εξ ου 27.860 για το κατάστρωμα και άρα δεν συνάδουν με τα αναφερόμενα του Ναυκλήρου. Ο Ναύκληρος είχε ναυτολογηθεί στο πλοίο στο λιμένα της Σιγκαπούρης την 5.11.2005 και υπηρετούσε στο πλοίο πέντε μήνες κατά τη στιγμή του ναυαγίου. Εκ της θέσεώς του στην ιεραρχία του πλοίου και των επαγγελματικών γνώσεων και προσόντων που περιορίζονταν στην εκτέλεση των καθηκόντων του ναυκλήρου, εκ των πραγμάτων είχε περιορισμένη δυνατότητα να γνωρίζει το μέγεθος των πιθανών προβλημάτων, πολύ δε περισσότερο, τον πρώτο μήνα της ναυτολόγησής του και κατά συνέπεια δεν είχε τις κατάλληλες γνώσεις, για να κρίνει την αξιοπλοϊα του πλοίου, τις αποφάσεις της ναυτιλιακής εταιρείας, του παρακολουθούντος νηογνώμονα, καθώς και τις ενέργειες και τις αποφάσεις του πλοιάρχου. Επίσης, δεν είχε πρόσβαση στα αρχεία του πλοίου και δεν ήταν δυνατό να γνωρίζει με ακρίβεια τα προβλήματα του παρελθόντος, ούτε τον τόπο και χρόνο αντιμετώπισής τους. Όσα αναφέρει στη δεύτερη κατάθεσή του για την κατάσταση του πλοίου στην προ ναυαγίου περίοδο, αναφέρονται σε αόριστα προβλήματα και έρχονται σε πλήρη σύγκρουση με την αρχική του κατάθεση, μετά τη διάσωσή του στο ναυάγιο του …. Επίσης, έρχονται σε πλήρη σύγκρουση με τις καταθέσεις των υπολοίπων διασωθέντων μελών του πληρώματος, αλλά και του επιβλέποντος νηογνώμονος και των αρχών της φέρουσας σημαίας του πλοίου. Ως γεγονότα, δεν συμφωνούν με την ναυτική εμπειρία εξ όσων αναφέρει στην πρώτη του κατάθεση μετά το ναυάγιο και ως προκύπτει, ορισμένα εξ αυτών προέρχονται από συζητήσεις με άλλα μέλη του πληρώματος εντός του πλοίου». Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι η αναξιοπιστία του ναύκληρου A. M. έχει επισημανθεί αναφορικά και με έτερη (μη περιλαμβανόμενη στις ένδικες αγωγές, αλλά πάντως ταυτόσημου περιεχομένου) υπ’ αρ. … ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, η οποία επίσης έρχεται σε αντίθεση τόσο με τις προαναφερόμενες από ……. και … καταθέσεις του ενώπιον των Συμβολαιογράφων Ντέρμπαν και Μανίλας όσο και με το ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά υπ’ αριθ. 312/8.5.2007 πρακτικό συμβιβασμού, που αυτός υπέγραψε με τις ενάγουσες εταιρείες (πλοιοκτήτρια και διαχειρίστρια), με το οποίο, μεταξύ άλλων, αρνήθηκε την τέλεση οποιασδήποτε παράβασης εκ μέρους των ως άνω εταιρειών των κανονισμών ασφαλείας στο πλοίο … και οιαδήποτε εν γένει άδικη πράξη ή παράλειψη των προστηθέντων τους σε σχέση με το ναυάγιο, το οποίο χαρακτήρισε ως αναπόφευκτο εξαιτίας της «φύσεως του ατυχήματος», αντιφάσκουν δε οι επίδικες μαρτυρικές καταθέσεις και με εκείνες των λοιπών διασωθέντων μελών του πληρώματος του πλοίου …. Ειδικότερα, η αναξιοπιστία του περιεχομένου της ως άνω υπ’ αρ. … έτερης ένορκης βεβαίωση του A. M. επισημάνθηκε τόσο στις υπ’ αριθ. 5040/2008 και 2888/2009 αποφάσεις του Μον…λούς Πρωτοδικείου Πειραιά – Τμήμα Εργατικών Διαφορών (όπου χαρακτηριστικά τονίζεται ότι το γεγονός, ότι αυτός βεβαίωσε εσχάτως την κακή κατάσταση, κατασκευή και αντοχή του βυθισθέντος πλοίου, αναφερόμενος με λεπτομέρειες σε θέματα τεχνικής φύσεως που αφορούσαν επισκευές, συντήρηση και ελλείψεις του, 14 περίπου μήνες μετά την επέλευση του τραγικού γεγονότος και όχι αμέσως μετά τη διάσωσή του ή έστω μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα οπό το ναυάγιο ενώπιον των επιληφθέντων προανακριτικών αρχών -οπότε και ήταν πιο πρόσφατες οι παραστάσεις του σε σχέση με την κατάσταση του ενδίκου πλοίου κατά το χρόνο του ναυαγίου- επιτείνει την αποδυνάμωση του συγκεκριμένου αποδεικτικού στοιχείου) όσο και στις υπ’ αριθ. 672/2010 (φύλλο 26) και 673/2010 (φύλλο 10) αποφάσεις του Εφετείου Πειραιά. Τα ανωτέρω συμπεράσματα περί του ψεύδους των επίμαχων από … ενόρκων καταθέσεων του ναύκληρου ενισχύονται και από το γεγονός, ότι ο A. M. καταδικάστηκε από την Εθνική Επιτροπή Εργασιακών Σχέσεων – Τμήμα Δικαστικών Εγγράφων Διαιτησίας των Φιλιππίνων, δυνάμει της από 31-3-2009 απόφασης, να καταβάλει στην εταιρεία πρακτόρων ανεύρεσης πληρωμάτων με την επωνυμία INTERIORENT MARITIME ENTERPRISES INC, που τον είχε προσλάβει με σύμβαση ναυτικής εργασίας, το συνολικό ποσό των 192.500 πέσος Φιλιππίνων ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη για συκοφαντική δυσφήμησή της, διότι με την ως άνω ψευδή από 7-2-2007 ένορκη κατάθεσή του, για την οποία έλαβε χρηματικό αντάλλαγμα, προκάλεσε βλάβη στη φήμη της ως άνω εταιρείας. Επίσης, με την υπ’ αρ. 72314/24-11-2010 απόφαση του Περιφερειακού Δικαστηρίου των Φιλιππίνων κρίθηκε ότι ο A. M., με την προαναφερόμενη από 7-2-2007 ένορκη κατάθεσή του, στην οποία ανέφερε ότι ανακάλυψε ελαττώματα στο πλοίο «… Τ» και πταίσματα στην πλοιοκτήτρια εταιρεία, διέπραξε το εκ δόλου αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης κατά της εταιρείας με την επωνυμία INTERIORENT MARITIME ENTERPRISES INC, η οποία τον προσέλαβε για λογαριασμό της πρώτης ενάγουσας – πλοιοκτήτριας ως μέλους του πληρώματος του πλοίου … και για το λόγο αυτό, καταδικάσθηκε από το ως άνω Δικαστήριο να καταβάλει χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης προς την ως άνω εταιρεία. Ομοίως, η αρμόδια Διοικητική Αρχή των Φιλιππίνων ΡΟΕΑ, κατόπιν της σχετικής πειθαρχικής διαδικασίας που κινήθηκε σε βάρος του A. M., με πρωτοβουλία της ως άνω εταιρείας INTERIORENT, με την από 5-4-2010 καταδικαστική απόφασή της, επέβαλε στο ναύκληρο αναστολή της άσκησης του ναυτικού επαγγέλματος, λόγω της εκ μέρους του διάπραξης του αδικήματος της ψευδούς κατάθεσης προς τρίτους έναντι χρηματικού ανταλλάγματος. Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι από το αναλυτικά ανωτέρω εκτιθέμενο περιεχόμενο των προαναφερόμενων ψευδών καταθέσεων του ναύκληρου A. M. συνάγεται ότι αυτές έχουν συνταχθεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να συμπορεύονται και να συντείνουν στη θεμελίωση των προπαρατιθέμενων στο δικόγραφο των «Τροποποιημένων Σημείων Άμυνας και Ανταπαίτηση» ισχυρισμών των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου (όπου και προσκομίσθηκαν τον Αύγουστο και εν συνεχεία το Δεκέμβριο του 2007, με τις άνωθεν αναλυτικά αναφερόμενες προσθήκες) περί αναξιοπλοϊας του ως άνω βυθισθέντος πλοίου, οι οποίοι (ισχυρισμοί) σχετίζονται αφενός με τα επικαλούμενα από τους εναγόμενους ασφαλιστές ελαττώματα, που στοιχειοθετούσαν την κακή κατάσταση του πλοίου και ήταν γνωστά στους ενάγοντες Γεώργιο Τ. και Κ. Δ. και τις σχετικές πλημμελείς επισκευές που δεν ανακοινώθηκαν στον Νηογνώμονα και στις λοιπές αρμόδιες αρχές και αφετέρου με την επικαλούμενη από τους εναγόμενους ασφαλιστές παρέμβαση του ενάγοντος Κ. Δ. προς τα διασωθέντα μέλη του πληρώματος, προκειμένου να μην αποκαλύψουν αυτοί στις αρχές την κακή κατάσταση του πλοίου και δη ούτε τις διαρροές στις δεξαμενές ούτε τις επισκευές που έγιναν στα κύτη φορτίου στην Κίνα. Σημειώνεται ότι οι ισχυρισμοί αυτοί προστέθηκαν το πρώτον στο δικόγραφο των τροποποιημένων προτάσεων τους (που επιδόθηκαν στις 3-8-2007) και παρατίθενται ειδικότερα ανωτέρω στα υπό στοιχεία 5(mm), (n), (i), (ii), (iii), (iv), (v), (nn), (nm), (o), (p), 6, 13, 15(a), (b), (c), (d), (e) και 17A(a), (b), (c) του εν λόγω δικογράφου. Στο συμπέρασμα αυτό, αναφορικά με τη σύνδεση των ως άνω ισχυρισμών των εναγόμενων και της κατάθεσης του ναύκληρου Μ., οδηγεί το γεγονός ότι: Η πρώτη από … μαρτυρική κατάθεση του A. M. επικεντρώνεται στις κάτωθι διαπιστώσεις του, που άπτονται των προαναφερόμενων στα ως άνω τμήματα του δικογράφου των τροποποιημένων (και επανατροποποιημένων) προτάσεων ισχυρισμών των εναγόμενων ασφαλιστών και στοιχειοθετούν την κακή κατάσταση του πλοίου και ιδίως: Α) Στη μεταφορά θαλάσσιου έρματος από τη μια δεξαμενή έρματος στη διπλανή δεξαμενή έρματος και στο πρόβλημα διαρροής νερού στις δεξαμενές διπλού πυθμένα της δεξιάς πλευράς, Β) στη μόνιμη διαρροή από τη θάλασσα στο χώρο της διαδρομής του σωλήνα αναρρόφησης της πυροσβεστικής αντλίας έκτακτης ανάγκης που βρίσκεται στο εμπρόσθιο αμπάρι cofferdam αρ. 7, όπου έπρεπε να γίνεται διαρκώς άντληση του εισερχόμενου ύδατος, Γ) στην ύπαρξη ρωγμών που ο ναύκληρος διαπίστωσε μαζί με το (ήδη αποβιώσαντα στο ναυάγιο) ναυτικό A. V. στις δεξαμενές διπλού πυθμένα και δη πίσω από την αποθήκη φορτίου αρ. 7 και στο διάφραγμα μεταξύ των δεξαμενών, κατά το χρονικό διάστημα που το πλοίο βρισκόταν για επισκευές στο ναυπηγείο του Zhoushan στην Κίνα, πράγμα που αναφέρθηκε στον Υποπλοίαρχο του πλοίου και διαπιστώθηκαν οι βλάβες από τον Επιθεωρητή του πλοίου της πλοιοκτήτριας κ Σ., Δ) στην έλλειψη υδατοστεγανότητας στις δεξαμενές διπλού πυθμένα, παρά τις εργασίες στις μεταλλικές κατασκευές τους που έγιναν στο ως άνω ναυπηγείο και ιδίως τη συνεχιζόμενη διαρροή στην αποθήκη 6 στη δεξιά πλευρά, όπου παρά τις πρόσθετες εργασίες συγκόλλησης εξακολούθησε να παρατηρείται στάγδην διαρροή, όπως άλλωστε και στο διάφραγμα μεταξύ των δύο ως άνω δεξαμενών, φαινόμενο που συνεχίστηκε σε όλα τις αποθήκες φορτίου (εκτός από το υπ’ αρ. 1) κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από την Κίνα προς τη Σιγκαπούρη, ενώ συνέχισε να υφίσταται κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από τη Τζακάρτα προς τη Βραζιλία, οπότε παρατηρήθηκε υπερχείλιση του νερού ιδίως στα αμπάρια υπ’ αρ. 6 και 7, Ε) στον αιτιώδη σύνδεσμο ανάμεσα στα ανωτέρω ελαττώματα του πλοίου και την επέλευση του ναυαγίου, ΣΤ) στην παρέμβαση του ενάγοντος Κ. Δ. προς τα διασωθέντα μέλη του πληρώματος, προκειμένου να μην αποκαλύψουν τίποτα για τις επισκευές στη μεταλλική κατασκευή που πραγματοποιήθηκαν στην Κίνα ούτε για τις διαρροές στις δεξαμενές, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην ως άνω κατάθεση του ναύκληρου. Τέλος, αξίζει ιδιαίτερης μνείας και το γεγονός, ότι με την από 21-3-2007 μηνυτήρια αναφορά του προς τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, ο ναύκληρος A. M. κατεμήνυσε τον ενάγοντα Γεώργιο Τ., τον ενάγοντα Κ. Δ. και την ενάγουσα Μ. Κ., με την ιδιότητά τους ως νομίμων εκπροσώπων της διαχειρίστριας εταιρείας …, για τα τελεσθέντα σε βάρος του αδικήματα της βαριάς σωματικής βλάβης με ενδεχόμενο δόλο και της πρόκλησης ναυαγίου με ενδεχόμενο δόλο, από το οποίο προέκυψε κίνδυνος για τη ζωή του ιδίου και άλλων προσώπων, από το περιεχόμενο δε της ως άνω μηνυτήριας αναφοράς προκύπτει ότι είναι απολύτως ταυτόσημο με τα όσα αναφέρει στην ως άνω από 7-2-2007 επίμαχη κατάθεσή του, χαρακτηριστικά δε σημειώνεται ότι στην ως άνω μηνυτήρια αναφορά του ο ναύκληρος ζήτησε να συσχετισθεί αυτή με τη δικογραφία που σχηματίσθηκε κατόπιν της υπό στοιχεία ΑΒΜ Γ06/3454 μήνυσης των συγγενών των ναυτικών που έχασαν τη ζωή τους στο ναυάγιο, εκφράζοντας την πρόθεσή του να καταθέσει υπέρ αυτών ενώπιον του Πταισματοδίκη Πειραιώς, όπως και έπραξε στη συνέχεια, δίνοντας την προαναφερόμενη υπ’ αρ. … ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι κατά τη διαδικασία, που διεξήχθη ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου, στο πλαίσιο της ως άνω υπ’ αρ. … αγωγής της πλοιοκτήτριας εταιρείας …, μέσω του αγγλικού δικονομικού θεσμού της Discovery, δηλαδή της υποχρεωτικής παροχής πληροφοριών και στοιχείων από τον ένα διάδικο στον άλλο, ως ειδικής έκφανσης του καθήκοντος αληθείας, που έλαβε χώρα κατά το χρονικό διάστημα Ιουλίου – Δεκεμβρίου 2007, κατόπιν σχετικών αιτημάτων της πρώτης ενάγουσας …, αποκαλύφθηκε ότι ο A. M. είχε λάβει χρήματα, υπό τη μορφή καταβολής εξόδων και αποζημίωσης, από τις εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες, που ενεργούσαν μέσω των εναγόμενων στελεχών υπαλλήλων τους και των ως άνω πληρεξουσίων δικηγόρων τους, προκειμένου να δώσει τις ως άνω μαρτυρικές καταθέσεις και δη έλαβε τμηματικά τα κάτωθι ποσά: Συγκεκριμένα, στην από 12-10-2007 απάντησή τους στο αίτημα της ενάγουσας … για την παροχή πληροφοριών, οι εναγόμενοι ασφαλιστές παραδέχθηκαν, μέσω του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Michael Mallin, που υπογράφει τη σχετική δήλωση αληθείας, ότι στο πλαίσιο των ως άνω ένορκων καταθέσεων που έδωσε ο A. M. το Φεβρουάριο του 2007 καταβλήθηκαν σε αυτόν από τους εναγόμενους τα κάτωθι ποσά: Το Σεπτέμβριο του … το συνολικό ποσό των 500 δολαρίων ΗΠΑ ως αποζημίωση για το χρόνο του για την παροχή συνέντευξης στις Φιλιππίνες από τον τοπικό ανταποκριτή  M. B. του αλληλασφαλιστικού οργανισμού που χρησιμοποιούσαν οι εναγόμενοι με την επωνυμία CTC services Μανίλα (με την οποία σημειωτέον στην από 19-11-2007 έτερη απάντησή τους για παροχή περαιτέρω πληροφοριών αναφέρεται ότι είχαν σύμβαση που καταγγέλθηκε στις 23-9-… και ότι ο M. B. εργαζόταν για την εταιρεί ααυτή κατά χρονικές περιόδους), κατόπιν εντολής των εναγόμενων / τον Οκτώβριο του … το ποσό των 4.200 και των 1.200 δολαρίων ΗΠΑ για την κάλυψη των εξόδων έκδοσης ταξιδιωτικών θεωρήσεων, μετάβασης και παραμονής του στην Ελλάδα για την παροχή συνέντευξης από το δικηγόρο Michael Mallin / την ίδια περίοδο καταβλήθηκε από τους εναγόμενους απευθείας το συνολικό ποσό των 5.425,38 ευρώ (ή 6.425,39 δολαρίων ΗΠΑ) για την οργάνωση του ταξιδιού του / το Φεβρουάριο του 2007 καταβλήθηκε στον A. M. το ποσό των 1.400 δολαρίων ΗΠΑ για την πληρωμή των εξόδων παραμονής του στην Ελλάδα, προκειμένου να δώσει τις από 7-2-2007 και από … ένορκες καταθέσεις του / την ίδια περίοδο αυτός έλαβε το συνολικό ποσό των 10.000 δολαρίων ΗΠΑ, που αντιστοιχεί στο ποσό των 750 δολαρίων ΗΠΑ ημερησίως Χ 14 ημέρες, ως αποζημίωση του χρόνου που έχασε γενικά και ιδίως λόγω της επιμήκυνσης της παραμονής του για τις ανάγκες των καταθέσεων στην Ελλάδα, από το οποίο το ποσό των 3.000 δολαρίων καταβλήθηκε στην οικογένεια που του παρείχε φιλοξενία και διατροφή στην Ελλάδα (οικογένεια Καραμηνά) και το υπόλοιπο ποσό των 7.000 δολαρίων ΗΠΑ καταβλήθηκε στον ίδιο / τον Ιούνιο του 2007 ο A. M. έλαβε το ποσό των 1.200 δολαρίων ΗΠΑ για επιπλέον έξοδα ταξιδιού / την ίδια περίοδο καταβλήθηκε από τους εναγόμενους απευθείας το συνολικό ποσό των 7.039 ευρώ για την οργάνωση του ταξιδιού του / την ίδια περίοδο αυτός έλαβε το συνολικό ποσό των 8.250 δολαρίων ΗΠΑ, ως αποζημίωση του χρόνου που έχασε λόγω της επιμήκυνσης της παραμονής του για τις ανάγκες των καταθέσεων στην Ελλάδα, από το οποίο το ποσό των 3.000 δολαρίων καταβλήθηκε στην οικογένεια που του παρείχε φιλοξενία και διατροφή στην Ελλάδα και το υπόλοιπο ποσό των 5.250 δολαρίων ΗΠΑ καταβλήθηκε στον ίδιο. Σημειώνεται ότι στην ως άνω από 12-10-2007 απάντηση των εναγόμενων ασφαλιστών στο αίτημα της ενάγουσας … για την παροχή πληροφοριών, αναφέρεται ότι το ποσό των 750 δολαρίων ΗΠΑ ως ημερήσια αποζημίωση του A. M. αποφασίστηκε κατόπιν συμβουλών που ελήφθησαν από τον Ken Arnott – τεχνικό διευθυντή της BMT Marine και Offshore Surveys Limited, στην οποία εντάσσεται η Ένωση Ναυαγιαιρέσεων και τη δικηγορική εταιρεία Hill Dickinson, καθώς και με γνώμονα το μέσο ποσό (750 δολάρια ημερησίως) που πληρωνόταν ένας εργοδηγός (ειδικότητα που αντιστοιχεί στο ναύκληρο) οποιασδήποτε σχετικής εθνικότητας τη σχετική χρονική περίοδο. Ακολούθως, με την από 19-11-2007 συμπληρωματική απάντησή τους στο αίτημα της ενάγουσας …, οι εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρίες, μέσω του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Michael Mallin, που υπογράφει τη σχετική δήλωση αληθείας, ανέφεραν τα εξής: α) Ότι ο M. B. διεξήγαγε τη συνέντευξη για λογαριασμό της εταιρείας με την επωνυμία CTC, χωρίς να είναι παρόντες εκπρόσωποι των εναγόμενων, καθώς και ότι μεταξύ των εναγόμενων (ασφαλιστών) και της εταιρείας CTC services υπήρχε σύμβαση παροχής υπηρεσιών, που καταγγέλθηκε στις 23-9-… και ότι ο M. B. εργαζόταν για την εταιρεία αυτή κατά χρονικές περιόδους. β) Ότι οι διευθετήσεις και οι πληρωμές στον A. M. έγιναν από ένα συνέταιρο της δικηγορικής εταιρείας Hill Dickinson International στον Πειραιά, με πρωτοβουλία της δικηγορικής εταιρείας Hill Dickinson LLP, για λογαριασμό των εναγόμενων, κατόπιν προσέγγισης από ένα μέλος της οικογένειας του πρώην Υποπλοίαρχου του βυθισθέντος πλοίου (οικογένεια Καραμηνά), που φιλοξένησε το ναύκληρο και κανόνισε για την πληρωμή του. γ) Ότι πιστεύουν ότι πολλές από τις χήρες των μελών του πληρώματος που χάθηκαν με το πλοίο … Τ έστειλαν στο ναύκληρο ένα μικρό δώρο (ρούχων και παιχνιδιών) και ίσως ένα μικρό ποσό χρημάτων στη σύζυγο του ναύκληρου, αλλά ότι δεν γνωρίζουν κάτι σχετικά με αυτό. δ) Ότι αρνούνται ότι αυτοί (εναγόμενοι) ή οποιοδήποτε πρόσωπο που ενεργούσε για λογαριασμό τους έχει προσφέρει ή υποσχέθηκε ότι οποιαδήποτε επιπρόσθετη πληρωμή ή όφελος οποιοσδήποτε φύσης θα παρέχονταν στον ναύκληρο για την παροχή των καταθέσεων του σε σχέση με αυτό το ζήτημα οποιαδήποτε χρονική στιγμή. ε) Ότι ως κριτήριο που ελήφθη υπόψη για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης του μάρτυρα A. M. ήταν, μεταξύ άλλων και ο τιμοκατάλογος της ρήτρας SCOPIC για επιστάτη οποιασδήποτε εθνικότητας (που όμως εφαρμόζεται σε περιπτώσεις επιθαλάσσιας αρωγής) και με βάση την ισοδυναμία μεταξύ επιστάτη και ναύκληρου, καθώς και ότι δεν έλαβαν υπόψη την αμοιβή που έπαιρνε πριν ο ναύκληρος, διότι αυτό το ποσό βασίστηκε ι) στην πλήρη απασχόληση ιι) ασφάλεια μακράς διάρκειας εργασίας, καμία από τις οποίες δεν έχει εφαρμογή κατά τη διάρκεια βραχυχρόνιων διακοπτόμενων παρουσιών κατόπιν αιτήματος των εναγόμενων. στ) Ότι ο ναύκληρος έδωσε συνέντευξη στον κ. Mallin, υπό την παρουσία, μεταξύ άλλων της κ. Tytheridge των Hill Dickinson LLP στις 18 Ιουλίου 2007 και υπέγραψε τη μαρτυρική κατάθεσή του στις 25-7-2007. Εντούτοις, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, η καταβολή των ανωτέρω ποσών στον A. M. δεν δικαιολογείται στο πλαίσιο της καταβολής των εξόδων και της εύλογης αποζημίωσής του για τη μετάβαση και παραμονή του ως άνω μάρτυρα στην Ελλάδα για κάποιο χρονικό διάστημα, προς το σκοπό διερεύνησης της υπόθεσης εκ μέρους των ασφαλιστών, υπό την έννοια ότι τα καταβληθέντα σε αυτόν ποσά κρίνονται από το παρόν Δικαστήριο υπερβολικά σε σχέση με τα δεδομένα της προκείμενης υπόθεσης, με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας, αλλά και την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος απόδειξης Ν. Μόσχου ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου. Ειδικότερα, το ύψος της εύλογης αμοιβής πρέπει να κριθεί με αναφορά στην οικονομική και κοινωνική κατάσταση του ως άνω μάρτυρος και τις αποδοχές που αυτός λάμβανε από την εργασία του ως ναύκληρος κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα, δεδομένου ότι αυτός εξετάσθηκε ως απλός μάρτυρας, που μετέφερε το βίωμα του από το ναυάγιο του πλοίου “…” και όχι ως ειδικός, που κατέθετε βάσει ειδικών (τεχνικών) γνώσεων (expert witness). Συγκεκριμένα, οι μηνιαίες αποδοχές του A. M., κατά το χρόνο του τελευταίου μήνα της εργασίας του στο βυθισθέν πλοίο, ανέρχονταν στο ποσό των 1.674 δολλαρίων ΗΠΑ, άλλως 50 δολλαρίων ΗΠΑ περίπου ημερησίως, όπως προκύπτει από το υπ’ αρ. 312/2007 πρακτικό συμβιβασμού που υπογράφηκε ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά μεταξύ των πληρεξουσίων δικηγόρων του ως άνω ναύκληρου αφενός και της πλοιοκτήτριας εταιρείας και διαχειρίστριας εταιρείας, καθώς και από το από 31-5-… συμφωνητικό συμβιβασμού, που υπογράφηκε από τον ως άνω ναύκληρο και το δικηγόρο Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο ως πληρεξούσιο δικηγόρο της πλοιοκτήτριας και της διαχειρίστριας εταιρείας. Συνεπώς, με βάση τα ανωτέρω και σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, όχι μόνον δεν δικαιολογείται η καταβολή σε αυτόν ποσού 750 δολλαρίων ΗΠΑ ημερησίως ως εξόδων μετάβασης στην Ελλάδα και εύλογη αποζημίωσή του για την παραμονή του στη χώρα, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών των εναγόμενων, αλλά αντιθέτως καθίσταται σαφές ότι τα ανωτέρω χρηματικά ποσά εδόθησαν στο ναύκληρο, υπό το πρόσχημα μεν της ως άνω αποζημίωσης, στην πραγματικότητα δε αποτελούσαν κεκαλυμμένο χρηματισμό αυτού, για να καταθέσει τα προαναφερόμενα ψευδή γεγονότα. Τέλος, όπως κατέθεσε ο μάρτυρας απόδειξης Ν. Μόσχος ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, οι πληρωμές των ανωτέρω ποσών στον A. M. έγιναν εν μέρει με εμβάσματα σε τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου του, τα οποία έγιναν από το δικηγόρο Michael Mallin και εν μέρει με μετρητά που του δόθηκαν στο γραφείο της δικηγορικής εταιρείας HILL DICKINSON στον Πειραιά. Όπως δε περαιτέρω αποδείχθηκε από το σύνολο του φακέλου της δικογραφίας και τις προαναφερόμενες υπ’ αρ. … και … ένορκες βεβαιώσεις του A. M. ενώπιον του Έλληνα Προξένου στη Μανίλα, τα κείμενα των ως άνω ψευδών καταθέσεων αυτού συνετάγησαν και τα χρηματικά ποσά εδόθησαν προς τούτο στον τελευταίο, κατόπιν σχετικής εντολής των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών και των εναγόμενων υπαλλήλων στελεχών τους προς τους νομικούς συμβούλους τους της δικηγορικής εταιρείας HILL DICKINSON που χειρίστηκαν την επίδικη υπόθεση σύμφων με την επιδοθείσα στις 10-8-2007 απάντηση των ως άνω δικηγόρων των εναγόμενων προς την πρώτη ενάγουσα για την παροχή περαιτέρω πληροφοριών στο πλαίσιο της Discovery, η από … συμπληρωματική κατάθεση του A. M. συντάχθηκε από τον   δικηγόρο Michael Mallin στις 10-2-2007, γνωρίζοντας τη συνέντευξη της … και εν συνεχεία το σχέδιο ελέγχθηκε από τον ως άνω μάρτυρα στη διάρκεια της από … συνέντευξης, σημειωτέον δε ότι όλες δε οι σχετικές συνεντεύξεις του ναύκληρου έλαβαν χώρα στην Ελλάδα και σε αυτές ήταν πάντα παρών ο εν λόγω δικηγόρος των εναγομένων, ο οποίος προετοίμαζε το Μ. για τις καταθέσεις του, ενώ η Alexandra Julia Tytheridge, δικηγόρος – μέλος της δικηγορικής εταιρείας HILL DICKINSON LLP,  ήταν επίσης παρούσα στις σχετικές συνεντεύξεις και τέλος, η Μ. Μ., δικηγόρος – μέλος της δικηγορικής εταιρείας HILL DICKINSON INTERNATIONAL, που είναι το εγκατεστημένο παράρτημα στον Πειραιά της Αγγλικής δικηγορικής εταιρείας HILL DICKINSON LLP, η οποία συνεκτέλεσε τις πληρωμές προς τον A. M. μαζί με τον Michael Francis Mallin και την Alexandra Julia Tytheridge (αν και κατ’αυτούς, όχι προς το σκοπό δωροδοκίας του, την οποία άπαντα τα εμπλεκόμενα μέρη αρνούνται).  Αξίζει, τέλος, να επισημανθεί ότι  μετά τις μαρτυρικές καταθέσεις της … και …, που έδωσε ο Μ., παρέμεινε στην Ελλάδα, προκειμένου να καταθέσει ενώπιον των Ελληνικών Δικαστικών Αρχών σχετικά με τη διαδικασία που αφορούσε το ναυάγιο, πλην όμως, η διαδικασία αυτή καθυστέρησε, παρά δε το γεγονός ότι η διαδικασία αυτή δεν αφορούσε άμεσα τους ασφαλιστές, οι τελευταίοι δέχθηκαν να καλύψουν οι ίδιοι τα έξοδα του Μ.. Εξάλλου, είναι χαρακτηριστικό ότι το Μάϊο του 2007, φέρεται ο Μ. να ζήτησε με δική του πρωτοβουλία να επανέλθει στην Ελλάδα, για να δώσει νέα κατάθεση, πάλι με έξοδα των ασφαλιστών. Το ταξίδι αυτό έγινε στις 14.7.2007 και ο Μ. παρέμεινε στην Ελλάδα μέχρι την 26 Ιουλίου 2007, με σκοπό να δώσει μια μαρτυρική κατάθεση, σε απάντηση των αποδείξεων που είχε συγκεντρώσει η πλοιοκτήτρια και έπρεπε να είναι διαθέσιμος κατά το χρονικό διάστημα που ήταν απαραίτητο για την προετοιμασία της κατάθεσης. Η συνέντευξη με τους Michael Mallin και Alexandra Tytheridge από τους Hill Dickinson LLP έλαβε χώρα την 18.7.2007 και η επίδικη μαρτυρική κατάθεση υπογράφηκε την 25.7.2007. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι το τελευταίο ταξίδι του Μ. στην Ελλάδα έγινε αποκλειστικά και μόνο για την προετοιμασία της κατάθεσης, με την οποία αντικρούει την κατάθεση του κ Σ. κατά τη διαδικασία ενώπιον του Ανώτατου Δικαστηρίου της Αγγλίας και έχει αποσυνδεθεί τελείως από τη διαδικασία ενώπιον των Ελληνικών Δικαστηρίων. Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι η λήψη των επίδικων μαρτυρικών καταθέσεων οφείλεται σε σχετική πρωτοβουλία των εναγομένων, μέσω των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, με αποκλειστικό σκοπό την αντίκρουση της αγωγής στην Αγγλία. Στο σημείο αυτό, αξίζει ιδιαίτερης μνείας το γεγονός, ότι ο ίδιος ως άνω M. B. τον Ιούλιο του έτους …, φέρεται να έχει προσεγγίσει, με την ιδιότητά του ως υπάλληλος της ασφαλιστικής εταιρείας της ναυλώτριας του βυθισθέντος πλοίου, έτερα διασωθέντα μέλη του πληρώματος, προκειμένου να καταθέσουν ψευδώς ως προς την κατάσταση του πλοίου και συγκεκριμένα το L. A. (βλ. την από … ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον του Συμβολαιογράφου των Φιλιππινών κ. Laberto T.), το Vergara  (βλ. την από … ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον του Συμβολαιογράφου των Φιλιππινών κ. Laberto T.), το λιπαντή Montano που κατήγγειλε το γεγονός με επιστολή του προς την εταιρεία Interorient στις 19-9-…, τον E. P. που ομοίως κατήγγειλε το γεγονός με επιστολή του προς την εταιρεία Interorient Maritime Ent. Inc. στις 19-9-… και αναφέρεται στην από … ένορκη βεβαίωσή του, όπως προκύπτει από την από 31-3-2009 απόφαση της Εθνικής Επιτροπής Εργασιακών Σχέσεων – Τμήμα Δικαστικών Εγγράφων Διαιτησίας των Φιλιππίνων. Επισημαίνεται ότι και ο ίδιος ο ναύκληρος A. M., στην από 10-1-2007 ένορκη κατάθεση, που έδωσε μαζί με τον E. P. ενώπιον του συμβολαιογράφου της Μανίλα Manuel Eduardo C. Carlos, είχε καταθέσει αρχικά τα εξής: «…  γ) Ότι κάποια στιγμή τον Ιούλιο …, επικοινώνησε μαζί μας [ενν. το έτερο μέλος του πληρώματος E. P.] κάποιος κ. Mario Bernando, ο οποίος μας συστήθηκε ότι είχε σχέση με την Sunlife Financial, τους ασφαλιστές των ναυλωτών του πλοίου. δ) Ότι ο κ. Bernardo μας έχει ζητήσει να καταθέσουμε ότι το πλοίο βυθίστηκε διότι είχε ένα πρόβλημα και ότι έπρεπε να ακολουθήσουμε τις οδηγίες του σχετικά με την απαιτούμενη μαρτυρική κατάθεση κατά του πλοίου και του Πλοιοκτήτη. ε) Ότι ενημερωθήκαμε περαιτέρω από τον κ. Bernardo, σε περίπτωση που συμφωνήσουμε σχετικά με μια τέτοια κατάθεση, θα πληρωθούμε από εκείνον όλους τους μισθούς του χρόνου που θα απαιτηθεί, για να είμαστε διαθέσιμοι για την κατάθεση μέχρι και του χρόνου της ναυτολόγησης μας ξανά σε πλοίο. στ) Ότι αρνηθήκαμε να δώσουμε μία τέτοια μαρτυρική κατάθεση, η οποία είναι αντίθετη με την αλήθεια και τα πραγματικά περιστατικά, καθώς το πλοίο μας ήταν απολύτως αξιόπλοο και δεν είχαμε ποτέ οποιοδήποτε πρόβλημα. η) Ότι καταστήσαμε σαφές στον κ. Bernardo ότι δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι τέτοιο, διότι είναι αδύνατο να πούμε πράγματα, τα οποία δεν είναι αληθινά. θ) Από τότε ο κ. Bernardo προσπάθησε πολλές φορές να μας προσεγγίσει μέσω τηλεφώνου, αλλά εμείς απορρίψαμε τις κλήσεις του», σημειωτέον δε ότι η ανωτέρω κατάθεση μνημονεύεται και στην από 31-3-2009 απόφαση της Εθνικής Επιτροπής Εργασιακών Σχέσεων – Τμήμα Δικαστικών Εγγράφων Διαιτησίας των Φιλιππίνων, με την οποία ωστόσο έγινε δεκτό ότι ο A. M. προσπάθησε να πείσει τον ως άνω συνάδελφό του E. P. να καταθέσει κι αυτός μαζί του ως μάρτυρας στην Ελλάδα. Επιπροσθέτως, στην από … ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον Συμβολαιογράφου της Μανίλα – Φιλιππίνες ο διασωθείς ναυτικός E. P. αναφέρει ότι την 27-4-2007, έλαβε τηλεφωνική κλήση από πρόσωπο, που του συστήθηκε ως Α. Κ., θυγατέρα του απωλεσθέντος Υποπλοιάρχου του βυθισθέντος πλοίου Ι. Κ. και του ζήτησε να μεταβεί στην Ελλάδα, για να δώσει ψευδή κατάθεση κατά του πλοίου και των πλοιοκτητών, στην οποία θα δήλωνε ότι το πλοίο βυθίστηκε εξαιτίας της κακής κατάστασης και των προβλημάτων που είχε, έναντι καταβολής των εξόδων του και πρόσθετης αμοιβής (bonus), πλην όμως, αυτός αρνήθηκε να δώσει ψευδή ένορκη κατάθεση, καθώς επίσης ότι του δήλωσε (η Α. Κ.) ότι έλαβε πληροφορίες για τον ίδιο (E. P.) από το ναύκληρο του πλοίου Αljess Μiranda, ο οποίος επίσης έλαβε ένα ποσό από τις συζύγους των Ελλήνων ναυτικών, για να ταξιδέψει στην Ελλάδα και να καταθέσει κατά των πλοιοκτητών. Στην ως άνω ένορκη κατάθεσή του, ο E. P. δήλωσε ότι το πλοίο ήταν δυνατό και αξιόπλοο και ότι η βύθισή του προφανώς οφείλεται στον εξαιρετικά άσχημο καιρό και σε ανωτέρα βία και στις ανεπαρκείς και συγκεχυμένες ενέργειες του πλοιάρχου, ο οποίος αρνήθηκε να επιτρέψει στα μέλη του πληρώματος να μπουν στις σωσίβιες λέμβους και τις σωστικές σχεδίες εγκαίρως και έτσι να σωθούν.  Επίσης, στην από 2… ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον του Συμβολαιογράφου των Φιλιππινών κ. Laberto T., ο E. P. επιβεβαίωσε το περιεχόμενο των από … και … ένορκων βεβαιώσεών του, προσθέτοντας ότι στις 4-5-2007 και στις 7-5-2007, επικοινώνησε και πάλι τηλεφωνικά με την Α. Κ., η οποία του είπε ότι μόλις ετοιμαζόταν η βίζα για το ταξίδι στην Ελλάδα, οι ασφαλιστές θα του έστελναν τα χρήματα για τα έξοδα μετάβασής του και κατόπιν παρότρυνσής της μίλησε στη συνέχεια με το ναύκληρο (ενν. Μ.) και αυτός του είπε ότι ο ίδιος έλαβε το χρηματικό ποσό των 1.000 δολαρίων ΗΠΑ για ταξιδιωτικά έξοδα, ενώ αυτός (P.) θα λάμβανε περισσότερα, όταν θα έφτανε στην Ελλάδα. Τα ίδια άλλωστε εκθέτει  ο E. P. και στην υπ’ αρ. … ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον του Προξένου της Ελλάδας στη Μανίλα Φιλιππίνων, όπου προσθέτει ότι στις 2-5-2007 του τηλεφώνησε ο ναύκληρος Μ. και προσπάθησε να τον πείσει να αποδεχθεί τις προτάσεις της Αγγελικής Καραμηνά, λέγοντάς του επίσης ότι οι ασφαλιστές του πλοίου θα του πλήρωναν μια γενναιόδωρη αμοιβή για το ταξίδι του και ένα μεγάλο μπόνους σε αντάλλαγμα για την κατάθεσή του, καθώς και ότι ο ίδιος (Μ.) είχε ήδη ταξιδέψει στην Ελλάδα και είχε δώσει μια ένορκη βεβαίωση κατά της πλοιοκτήτριας του πλοίου, με αντάλλαγμα χρηματική αμοιβή που του πλήρωσαν οι ασφαλιστές του πλοίου. Κατόπιν των ανωτέρω ουσιαστικών παραδοχών δεν δύναται να γίνει να γίνει δεκτός  ο ισχυρισμός των εναγόμενων, ότι σε κάθε περίπτωση οι ίδιοι δεν είχαν γνώση του ψεύδους του περιεχομένου των καταθέσεων του A. M., αλλά καλόπιστα εξέλαβαν ως αληθή όσα αυτός είχε καταθέσει, δεδομένης της λεπτομερειακής περιγραφής των καταθέσεων και του γεγονότος, ότι όσα ανέφερε συμβάδιζαν στο μεγαλύτερο μέρος τους με τα ευρήματα των ειδικών που χρησιμοποιήθηκαν από τους εναγόμενους στην έρευνα του ναυαγίου και χρονολογούνταν από Ιούλιο έως και Αύγουστο του … (δηλαδή σε χρόνο προγενέστερο των φερόμενων ως ψευδών καταθέσεων). Αντίθετα, γίνεται δεκτό ότι σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς που περιλαμβάνονται τις αρχικές προτάσεις των εναγόμενων (και οι οποίοι φέρονται να στηρίζονται σε διάφορα έγγραφα και τεχνικές εκθέσεις ειδικών), με τις τροποποιημένες προτάσεις τους, όπως προκύπτει από την ανωτέρω αναλυτική παράθεση των κειμένων των δύο δικογράφων, γίνεται επίκληση τελείως διαφορετικών περιστατικών προς θεμελίωση τους και δη  των αναφερόμενων στις επίδικες μαρτυρικές καταθέσεις του ναύκληρου Μ.. Η ιδιαίτερη αξία των καταθέσεων αυτών, ως αποδεικτικό μέσο, το οποίο προσκόμισαν οι εναγόμενοι ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου, έγκειται στο ότι αυτές προέρχονται από αυτόπτη μάρτυρα, που επέζησε του ναυαγίου και με δεδομένη την αδυναμία διενέργειας πραγματογνωμοσύνης στο ίδιο το ναυάγιο, λόγω του βάθους, στο οποίο βρίσκεται αυτό, που θα αποτελούσε το μοναδικό ασφαλές κριτήριο, προκειμένου να διαγνωσθούν οι αιτίες της βύθισής του, συνιστούν, υπό την έννοια αυτή, το μόνο αποδεικτικό μέσο που προσκόμισαν, για να αποδείξουν την κατ’ αυτούς αναξιοπλοϊα του σκάφους κατά τον τελευταίο πλου. Επιπλέον, ως μαρτυρία μέλους του πληρώματος είναι το μοναδικό αποδεικτικό μέσο που προσκομίζουν, προκειμένου να συνδεθούν τα αναφερόμενα ελαττώματα του πλοίου, με τη γνώση και την υπαιτιότητα των εκπροσώπων της πλοιοκτήτριας και διαχειρίστριας. Τέλος, οι ως άνω μαρτυρικές καταθέσεις του ναύκληρου Μ. αποτελούν το μοναδικό αποδεικτικό μέσο που επικαλέστηκαν και προσκόμισαν οι εναγόμενοι, για να θεμελιώσουν δόλια συμπεριφορά των ως άνω εκπροσώπων της πλοιοκτήτριας και της διαχειρίστριας, προς απόκρυψη των ελαττωμάτων του πλοίου που οδήγησαν στη βύθισή του και μετά το ναυάγιο και να ενισχύσουν τον ισχυρισμό τους περί γνώσης των ελαττωμάτων του πλοίου από τα ίδια άτομα. Εξάλλου, την  κατά τα ανωτέρω εκ μέρους των εναγομένων κατασκευή των αποδεικτικών στοιχείων (καταθέσεων Μ.) και τον κίνδυνο αποκάλυψης  του γεγονότος αυτού, στα πλαίσια της διαδικασίας Discovery (βλ. την από 7-12-2007 διαταγή του Δικαστή του Ανωτέρου Δικαστηρίου του Λονδίνου), επιβεβαιώνει και το γεγονός του τελικού συμβιβασμού των διαδίκων μερών και την περάτωση των δικαστικών διαδικασιών στην Αγγλία με την πλήρη και ολοσχερή καταβολή της ασφαλιστικής αποζημίωσης, ο οποίος έλαβε χώρα στις 3-1-2008 μεταξύ των εναγόμενων ασφαλιστών και της πλοιοκτήτριας και της διαχειρίστριας εταιρείας, ήτοι αμέσως μετά την προηγηθείσα (κατά το χρονικό διάστημα ιδίως Οκτωβρίου – Νοεμβρίου 2007) διαδικασία αποκάλυψης των ανωτέρω χρηματικών καταβολών. Οι εναγόμενοι ισχυρίζονται ότι οδηγήθηκαν στον προαναφερόμενο συμβιβασμό, διότι θεώρησαν ότι είναι η καλύτερη λύση, μετά την ανταλλαγή των τεχνικών εκθέσεων των διαδίκων μερών, στο πλαίσιο της δικαστικής αντιδικίας στην Αγγλίας, το Νοέμβριο του 2007, ειδικά ενόψει της κατατεθείσας από την πλοιοκτήτρια εταιρεία της πραγματογνωμοσύνης του D. R. (υψηλόβαθμου επιθεωρητή και μέλους της εκτελεστικής επιτροπής του Αγγλικού Νηογνώμονα ως το …), στην οποία αναφερόταν ότι οι επισκευές πάνω στο πλοίο είχαν μεν εκτελεστεί χωρίς την ενημέρωση του Νηογνώμονα, όπως προέκυπτε από τις περιγραφές των δικών τους τεχνικών συμβούλων, αλλά αυτές δεν θα επηρέαζαν την κλάση του πλοίου, πράγμα που συντέλεσε στη λήψη της απόφασής τους να προχωρήσουν εντέλει στον από 3-1-2008 εξώδικο συμβιβασμό. Εντούτοις, ο ισχυρισμός αυτός δεν κρίνεται βάσιμος. Συγκεκριμένα, στην εν λόγω πραγματογνωμοσύνη, που -κατά τους ισχυρισμούς των εναγόμενων- διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην απόφασή τους να καταβάλουν τελικά την ασφαλιστική αποζημίωση, κατόπιν του ως άνω συμφωνητικού συμβιβασμού, ο ως άνω πραγματογνώμονας D. R. αναφέρει ότι αναφορικά με τις ισχυριζόμενες από τους εναγόμενους παραβάσεις που σχετίζονται με ελαττώματα στην κατασκευαστική δομή του πλοίου, δεν έχει δει επαρκή στοιχεία, ώστε να είναι σίγουρος για την αιτία, το μέγεθος ή την ακριβή θέση της ζημίας ή τη φύση των επισκευών που πραγματοποιήθηκαν και ότι με βάση τα στοιχεία που είδε, έκρινε ότι σε τρεις από τις ισχυριζόμενες περιπτώσεις, υπήρχαν πιθανές παραβάσεις των Κανονισμών της Κλάσης. Εντούτοις, θεωρεί ότι καθεμία από τις παραβάσεις αυτές ήταν ασήμαντη, διότι δεν θα έθετε το πλοίο ή οποιοδήποτε πρόσωπο επί του πλοίου σε σημαντικά αυξημένο κίνδυνο και ότι η αναληφθείσα δράση θα ήταν σύμφωνη με το Lloyd΄s Register, εάν τα περιστατικά είχαν αναφερθεί, κανένα δε από αυτά δεν θα οδηγούσε σε αναστολή ή ανάκληση της κλάσης, συμπληρώνει δε ότι οι υπόλοιπες περιπτώσεις, που αφορούν την αντικατάσταση κατεστραμμένων εξαρτημάτων μηχανημάτων, για τις οποίες ο πλοιοκτήτης αναγνώρισε την ύπαρξη του ελαττώματος ή της ζημίας, δεν ήταν κατά τη γνώμη του παραβάσεις των Κανονισμών της Κλάσης και ότι δεν είδε καμία απόδειξη παράβασης των Κανονισμών της Κλάσης κατά τη διάρκεια της Ειδικής Επιθεώρησης του 2004. Αντιθέτως, αναφορικά με τις καταθέσεις του ναύκληρου Μ., αναφέρει ότι εφόσον αποδειχθούν αποτελούν βαρύτατες παραβάσεις της πλοιοκτήτριας σε βάρος του νηογνώμονα, καθόσον αφορούν σε ελαττώματα που έπρεπε να του γνωστοποιηθούν οι δε εργασίες να γίνουν υπό την επίβλεψή του. Επισημαίνεται   τέλος, ότι οι εναγόμενοι ενέμειναν στους ισχυρισμούς τους περί αναξιοπλοϊας του πλοίου, εν γνώσει των εκπροσώπων των πλοιοκτητών, τους οποίους προέβαλαν εκ νέου με το δικόγραφο των επανατροποποιημένων προτάσεων, που επιδόθηκε σε χρόνο μεταγενέστερο της πραγματογνωμοσύνης και δη στις 14-12-2007, κατά τα προαναφερθέντα. Από τα όλα τα προαναφερθέντα συνάγεται ότι οι εναγόμενοι ασφαλιστές, με την προβολή των κάτωθι ισχυρισμών, που διαλαμβάνονται στα δικόγραφα των τροποποιημένων και επανατροποποιημένων σημείων υπεράσπισης και ανταγωγής ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου με το προαναφερόμενο περιεχόμενο ([ότι δηλαδή α) το πλοίο «… Τ» εστάλη στη θάλασσα αναξιόπλοο κατά την έναρξη του τελευταίου ταξιδιού του, με τη γνώση και την αποδοχή των εναγόντων Γεώργιου Τ. και Κ. Δ., που ήταν κατά το χρόνο αυτό νόμιμοι εκπρόσωποι (διοικητικά στελέχη) της πλοιοκτήτριας εταιρείας … και της διαχειρίστριας εταιρείας ….., οι οποίοι αδιαφορούσαν εγκληματικά για τις επιπτώσεις της αναξιοπλοϊας αυτής, ισχυρισμός που θεμελιώνεται στα ανωτέρω αναλυτικά μνημονευόμενα και επικαλούμενα στα δικόγραφα των τροποποιημένων και επανατροποποιημένων προτάσεων από τους ασφαλιστές γεγονότα, που άπτονται ελαττωμάτων του πλοίου, τα οποία τα ανωτέρω πρόσωπα αθέμιτα απέκρυψαν από το Νηογνώμονα και τις λοιπές αρμόδιες αρχές και ιδίως το πρόβλημα διαρροής στις δεξαμενές διπυθμένων λόγω της ύπαρξης φθορών και ρωγμών που οδήγησε αιτιωδώς στην επέλευση του ναυαγίου, όπως το πρόβλημα αυτό περιγράφεται αναλυτικά στα δικόγραφα των τροποποιημένων και επανατροποποιημένων σημείων προτάσεων, ενώ δεν αναφέρεται στο δικόγραφο των αρχικών προτάσεων που κατέθεσαν οι εναγόμενοι ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου και αποδεικνύεται με τις ως άνω καταθέσεις του ναύκληρου Μ. και β) ο ενάγων Κ. Δ. παρενέβη αθέμιτα κατά την εξέταση των διασωθέντων μελών του πληρώματος από τις αρμόδιες αρχές σχετικά με τις συνθήκες του ναυαγίου, προκειμένου να τα εμποδίσει να καταθέσουν την αλήθεια σχετικά με την κακή κατάσταση του πλοίου), προς απόδειξη των οποίων (ισχυρισμών) προσκομίσθηκαν ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου οι προαναφερόμενες ψευδείς καταθέσεις του ναύκληρου Μ., που καταρτίσθηκαν όλες στην Ελλάδα, κατόπιν εντολής των εναγόμενων προστηθέντων των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών, από τους ως άνω πληρεξούσιους δικηγόρους τους, συνιστούν ψευδή και δυσφημιστικά για τα πρόσωπα των ως άνω εναγόντων γεγονότα, τα οποία οι εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες ισχυρίστηκαν και διέδωσαν ενώπιον τρίτων και συγκεκριμένα ενώπιον των Άγγλων Δικαστών και Υπαλλήλων των Αγγλικών Δικαστηρίων, όπου προσκομίσθηκαν τα ανωτέρω δικόγραφα και οι ψευδείς μαρτυρικές καταθέσεις, καθόσον αυτοί θεωρούνται τρίτοι, διότι στην έννοια του τρίτου κατά τις διατάξεις των άρθρων 363-362 ΠΚ διαλαμβάνεται οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο ή αρχή, όπως ο γραμματέας, ο δικαστικός επιμελητής, οι δικαστές που έλαβαν γνώση του δυσφημιστικού ισχυρισμού ή της διαδόσεως (βλ. σχ. ΑΠ 611/2015 δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1362/2000 ΠοινΧρ ΝΑ/518, ΑΠ 1091/1988 ΠοινΧρ 1989/61). Επισημαίνεται ότι οι ως άνω ψευδείς μαρτυρικές καταθέσεις του ναύκληρου Μ. ελήφθησαν κατά τα ανωτέρω κατόπιν χρηματικού ανταλλάγματος και συνεπώς, αποτελούν προϊόν παράνομης και υπαίτιας πράξης, ενώ αντιβαίνει και στα χρηστά ήθη και στις αρχές της καλής πίστης, που διέπουν τη διεξαγωγή οποιασδήποτε δίκης. Περαιτέρω, τα ανωτέρω ψευδή γεγονότα, όπως συνοψίζονται ανωτέρω υπό στοιχεία (α) και (β), τα οποία περιλαμβάνονται αναλυτικά στις προαναφερόμενες καταθέσεις του ναύκληρου Μ., έχουν ενσωματωθεί στα υπό στοιχεία 5 (mm), (n), (i), (ii), (iii), (iv), (v), (nn), (nm), (o), (p), 6, 13, 15(a), (b), (c), (d), (e) και 17A(a), (b), (c) τμήματα του εν λόγω δικογράφου των τροποποιημένων σημείων άμυνας και ανταγωγής, ήταν αντικειμενικά πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των ως άνω εναγόντων, όπως και πράγματι τους έβλαψαν, καθόσον μέσω αυτών των ισχυρισμών, εμφανίζονται οι ως άνω ενάγοντες στα ανωτέρω τρίτα πρόσωπα, ως άτομα που διαπράττουν άδικες πράξεις σε βάρος όχι μόνο των ασφαλιστών, αλλά και του πληρώματος του ανωτέρω πλοίου και των συγγενών τους, καθώς και των αρμοδίων αρχών, όπως ο Νηογνώμονας και οι λιμενικές αρχές του κράτους της σημαίας του πλοίου, τις οποίες εξαπατούν με την ηθελημένη απόκρυψη των ελαττωμάτων του πλοίου. Η γνώση των εναγόμενων περί της αναλήθειας των ισχυρισμών αυτών συνάγεται από το γεγονός, ότι είχαν λάβει το Μάιο του … τις αρχικές καταθέσεις του ναύκληρου Μ. (καθώς και των λοιπών διασωθέντων μελών του πληρώματος), στις οποίες αυτοί ανέφεραν ότι το πλοίο ήταν σε καλή κατάσταση και αξιόπλοο και γνώριζαν τι είχαν καταθέσει ενώπιον των αρμοδίων αρχών, καθώς και ότι κατά τη διαδικασία λήψης των καταθέσεων αυτών ήταν παρόντες οι δικηγόροι τους και γνώριζαν ότι κατά τη διαδικασία λήψης των καταθέσεων αυτών δεν υπήρξε παρέμβαση του Κ. Δ. στους διασωθέντες, ώστε αυτοί να καταθέσουν υπέρ των πλοιοκτητών. Παρά ταύτα, οι εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρίες, δια των εναγόμενων υπαλλήλων – στελεχών τους, χορήγησαν, μέσω των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στο ναύκληρο τα χρηματικά ποσά, προκειμένου αυτός να μεταβάλει το περιεχόμενο των αρχικών καταθέσεων του και να καταθέσει τα προαναφερόμενα πραγματικά περιστατικά (ήτοι, περί α) του προβλήματος διαρροής νερού στις δεξαμενές διπλού πυθμένα της δεξιάς πλευράς, β) της μόνιμης διαρροής από τη θάλασσα στο χώρο της διαδρομής του σωλήνα αναρρόφησης της πυροσβεστικής αντλίας έκτακτης ανάγκης που βρίσκεται στο εμπρόσθιο αμπάρι cofferdam αρ. 7, όπου έπρεπε να γίνεται διαρκώς άντληση του εισερχόμενου ύδατος, γ) της ύπαρξης ρωγμών που ο ναύκληρος διαπίστωσε μαζί με τον (ήδη αποβιώσαντα) ναυτικό A. V. στις δεξαμενές διπλού πυθμένα και δη πίσω από την αποθήκη φορτίου αρ. 7 και στο διάφραγμα μεταξύ των δεξαμενών, κατά το χρονικό διάστημα που το πλοίο βρισκόταν για επισκευές στο ναυπηγείο του Zhoushan στην Κίνα, πράγμα που αναφέρθηκε στον Υποπλοίαρχο του πλοίου και διαπιστώθηκαν οι βλάβες από τον Επιθεωρητή του πλοίου της πλοιοκτήτριας κ Σ., δ) της έλλειψης υδατοστεγανότητας στις δεξαμενές διπλού πυθμένα, παρά τις εργασίες στις μεταλλικές κατασκευές τους που έγιναν στο ως άνω ναυπηγείο και ιδίως τη συνεχιζόμενη διαρροή στην αποθήκη 6 στη δεξιά πλευρά, όπου παρά τις πρόσθετες εργασίες συγκόλλησης εξακολούθησε να παρατηρείται στάγδην διαρροή, όπως άλλωστε και στο διάφραγμα μεταξύ των δύο ως άνω δεξαμενών, φαινόμενο που συνεχίστηκε σε όλα τις αποθήκες φορτίου (εκτός από το υπ’ αρ. 1) κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από την Κίνα προς τη Σιγκαπούρη, ενώ συνέχισε να υφίσταται κατά τη διάρκεια του ταξιδιού από τη Τζακάρτα προς τη Βραζιλία, οπότε παρατηρήθηκε υπερχείλιση του νερού ιδίως στα αμπάρια υπ’ αρ. 6 και 7, ε) τον αιτιώδη σύνδεσμο ανάμεσα στα ανωτέρω ελαττώματα του πλοίου και την επέλευση του ναυαγίου, στ) την παρέμβαση του Κ. Δ.), τα οποία (περιστατικά) -σημειωτέον- ουδόλως διαλαμβάνονται στο δικόγραφο των αρχικών προτάσεων που κατέθεσαν ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρίου και συνεπώς, αυτοί γνώριζαν την αναλήθεια τους, κατά το χρόνο κατάθεσης των τροποποιημένων και επανατροποποιημένων προτάσεων (Αύγουστος του 2007 και Δεκέμβριος του 2007 αντίστοιχα), εφόσον πλέον είχαν ήδη καταρτισθεί οι από Φεβρουαρίου 2007 και Ιουλίου 2007 ψευδείς καταθέσεις του Μ., με τη δική τους συμμετοχή, κατά τα προαναφερθέντα. Εξάλλου, οι εναγόμενοι γνώριζαν ότι οι εν λόγω ισχυρισμοί που κατέπεισαν το Μ. να διαλάβει στην κατάθεσή του ήταν πρόσφοροι να μειώσουν την υπόληψη και την τιμή των ως άνω εναγόντων και εντεύθεν να προσβάλουν την προσωπικότητά τους, την οποία και πράγματι προσέβαλαν, γεγονός που αποδέχθηκαν. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι μέσω αυτών δεν εκφράζονται απλές υπόνοιες ή επιχειρήματα σχετικά με την αναξιοπλοϊα του πλοίου, αλλά διατυπώνεται ένας ισχυρισμός περί γνώσης των ως άνω εναγόντων για την αναξιοπλοϊα, που εδράζεται σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά (αυτά που κατατέθηκαν από το ναύκληρο Μ.), τα οποία φέρεται ότι έγιναν γνωστά στους Γεώργιο Τ. και Κ. Δ. από το μηχανικό Βασίλειο Σ. και ενισχύονται από έτερους ισχυρισμούς περί πλαστογράφησης εγγράφων και λοιπών αθέμιτων και παράνομων πράξεων των ως άνω εναγόντων, οι οποίοι (ισχυρισμοί) επίσης δεν περιλαμβάνονται στο δικόγραφο των αρχικών προτάσεων, αλλά προστέθηκαν εκ των υστέρων στα δικόγραφα των τροποποιημένων προτάσεων και των επανατροποποιημένων προτάσεων. Ειδικότερα, καθίσταται πρόδηλο ότι από τις προαναφερόμενες πράξεις των εναγόμενων, ο όγδοος ενάγων Γ. Τ., τόσο με την ιδιότητά του ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της πλοιοκτήτριας πρώτης ενάγουσας εταιρείας … και της διαχειρίστριας έβδομης ενάγουσας εταιρείας …, καθώς και ο δέκατος ενάγων Κ. Δ., τόσο με την ιδιότητά του ως Γραμματέα του Διοικητικού Συμβουλίου αμφοτέρων των ως άνω εταιρειών και του νομίμου εκπροσώπου της διαχειρίστριας εταιρείας …, αμφότεροι δε και ατομικά ως επαγγελματίες με δραστηριότητα στον τομέα της ναυτιλίας, προσεβλήθησαν στην προσωπικότητα, την τιμή και την υπόληψη τους, διότι διασύρθηκαν τόσο ενώπιον των Αγγλικών Δικαστηρίων, όπου προσκομίσθηκαν τα δικόγραφα των τροποποιημένων προτάσεων σε συνδυασμό με τις ψευδείς ένορκες βεβαιώσεις του ναύκληρου Μ., όσο και στους οικείους κύκλους της ασφαλιστικής και ναυτιλιακής αγοράς όπου έγιναν γνωστοί οι ως άνω διατυπωθέντες ισχυρισμοί περί άσκησης της επαγγελματικής δραστηριότητας τους με τη χρήση της αθέμιτης επιχειρηματικής πρακτικής, κατά την οποία απέκρυπταν από το Νηογνώμονα τα ελαττώματα του πλοίου, προκαλώντας έτσι το ναυάγιο του πλοίου «… Τ» και κατ’ αυτό τον τρόπο κατέστησαν ύποπτοι στον επαγγελματικό τους χώρο αλλά και στον κοινωνικό τους περίγυρο, ότι μετέρχονται ανέντιμες και παράνομες μεθόδους στην άσκηση του επαγγέλματος τους, πολλώ δε μάλλον, εφόσον αμφότεροι εντέλει κατηγορήθηκαν για την πρόκληση ανθρωποκτονίας από αμέλεια καθώς και για την πρόκληση ναυαγίου από αμέλεια λόγω των ελαττωμάτων του πλοίου, κατηγορία από την οποία εντέλει απαλλάχθηκαν με την ανωτέρω δικαστική απόφαση. Η προσβολή αυτή των ως άνω εναγόντων εκ μέρους των εναγόμενων ήταν υπαίτια, διότι οι τελευταίοι γνώριζαν ότι οι προστιθέμενοι στα δικόγραφα των τροποποιημένων και επανατροποποιημένων προτάσεων τους ανωτέρω ειδικότερα αναλυόμενοι ισχυρισμοί, που στηρίχθηκαν στις ως άνω ψευδείς καταθέσεις του ναύκληρου Μ., ήταν αναληθείας και αβάσιμοι και ότι τα αναφερόμενα στο εν λόγω δικόγραφο ήταν ικανά και πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των ως άνω εναγόντων – φυσικών προσώπων, στους οποίους αναφέρονται ονομαστικά και να προσβάλουν την προσωπικότητά τους ως ατόμων και ως μελών του κοινωνικού συνόλου. Επίσης, η ανωτέρω προσβολή ήταν παράνομη, υπό την έννοια ότι έγινε μεν στο πλαίσιο της άσκησης του δικαιώματος άμυνας εκ μέρους των εναγόμενων, στο πλαίσιο της δικαστικής αντιδικίας που είχε ανοίξει στην Αγγλία μεταξύ των διαδίκων, εντούτοις, η στήριξη των ισχυρισμών αυτών σε ψευδές αποδεικτικό στοιχείο (τις προαναφερόμενες μαρτυρικές καταθέσεις του ναύκληρου Μ.) και η προβολή των στηριζόμενων σε αυτών ισχυρισμών, εν γνώσει του ψεύδους τους, προσέδωσε καταχρηστικό χαρακτήρα στην άσκηση του ρηθέντος δικαιώματος, διότι η άσκηση αυτή έγινε κατά προφανή υπέρβαση των ορίων της καλής πίστης και των χρηστών ηθών και με τον τρόπο αυτό, οι εναγόμενοι έβλαψαν την τιμή και την υπόληψη των ως άνω εναγόντων και παράλληλα εξέθεσαν σε κίνδυνο την πίστη των τρίτων προς αυτούς και το επάγγελμά τους, απορριπτομένου του ισχυρισμού τους περί ενάσκησης νομίμων δικαιωμάτων τους και διαφύλαξης των συμφερόντων τους, για τους ανωτέρω αναλυτικά εκτιθέμενους λόγους. Περαιτέρω, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, δεν αποδείχθηκε ότι από τους προαναφερόμενους ισχυρισμούς των εναγόμενων προσβλήθηκε η τιμή και η υπόληψη, καθώς και η προσωπικότητα των λοιπών εναγόντων – φυσικών προσώπων, ως εκπροσώπων της πρώτης και έβδομης ενάγουσας – πλοιοκτήτριας και διαχειρίστριας εταιρείας αντίστοιχα, ως προς τους οποίους οι υπό κρίση αγωγές, κατά το μέρος που εξετάζονται, πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμες, καθόσον δεν προέκυψε ότι υπήρξε ονομαστική αναφορά σε αυτούς στο δικόγραφο των ως άνω τροποποιημένων προτάσεων, πλην των εναγόντων Γ. Τ. και Κ. Δ., οι λοιπές δε αναφορές συνδέονται μόνο με τα νομικά πρόσωπα των ως άνω εταιρειών, χωρίς να μπορεί να συναχθεί μόνον από αυτό ότι εξαιτίας της υφιστάμενης σε αυτά (νομικά πρόσωπα) αναφοράς προξενείται και άμεση βλάβη στα υπόλοιπα φυσικά πρόσωπα – νομίμους εκπροσώπους για τους εξής λόγους: Από τα ως άνω δικόγραφα προκύπτει ευθέως ο προσδιορισμός από τους εναγόμενους των πληττόμενων προσώπων εκ των νομίμων εκπροσώπων των ως άνω εταιρειών, ως αυτών που φέρεται ότι είχαν γνώση των ελαττωμάτων του πλοίου και απέκρυψαν αυτά από τις αρμόδιες αρχές και έτσι κατέστησαν υπαίτιοι του ναυαγίου, εξ αντιδιαστολής δε συνάγεται ότι η γνώση αυτή δεν επιρρίπτεται από τους εναγόμενους στα λοιπά φυσικά πρόσωπα, που ήταν νόμιμοι εκπρόσωποι των ως άνω νομικών προσώπων κατά τα ως άνω κρίσιμα χρονικά διαστήματα, κατόπιν τούτων δε αυτοί δεν μπορούν να θεωρηθούν ως άμεσα βλαπτόμενοι από τις προαναφερόμενες πράξεις των εναγόμενων. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου τούτου επιρρωνύεται και από το γεγονός, ότι στο από …-… ηλεκτρονικό μήνυμα της έβδομης ενάγουσας εταιρείας … προς το Φ. Π. της εταιρείας “Britannia Insurance Brokers” αναφέρεται ότι «…Μέρος των ισχυρισμών των Ασφαλιστών είναι ότι ο κ. Τ. και ο Τεχνικός Διευθυντής της Overseas Marine έστειλαν το πλοίο στη θάλασσα σε κατάσταση αναξιοπλοίας και ότι η εν λόγω αναξιοπλοΐα προκάλεσε την απώλεια του πλοίου. Αυτός είναι ένας σοβαρότατος ισχυρισμός, για να (τον) προβάλλει ένας ασφαλιστής εναντίον του ασφαλισμένου του τη στιγμή που 26 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους. Οι Ασφαλιστές κατηγορούν επί της ουσίας τον κ. Τ. και τον Τεχνικό Διευθυντή για το μακελειό με τα 26 θύματα. Αυτός ο ισχυρισμός προβάλλεται από τους Ασφαλιστές, ενώ ούτε βάσιμος είναι ούτε έχουν οι ασφαλιστές κάποια απόδειξη, για να στηρίξουν τη θέση τους. Συγχωρείστε μας, αλλά έχουμε λίγη πίστη σε ασφαλιστές που επέλεξαν να επιτελούν το έργο τους κατ’ αυτόν τον τρόπο…». Επίσης, προς την κατεύθυνση αυτή συνηγορεί και το γεγονός, ότι από την ένορκη κατάθεση του μάρτυρος απόδειξης Ν. Μόσχου ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου δεν προέκυψε ότι επλήγησαν προσωπικά από τις προαναφερόμενες ενέργειες των ασφαλιστών και των δικηγόρων τους οι λοιποί νόμιμοι εκπρόσωποι της πρώτης και της έβδομης των εναγουσών. Περαιτέρω, ενόψει του είδους, της βαρύτητας και των συνθηκών της προαναφερόμενης προσβολής, του τόπου και του χρόνου, του τρόπου και του μέσου με τα οποία τελέσθηκε, της υπαιτιότητας των εναγόμενων, του μεγέθους της βλάβης των εναγόντων, καθώς και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η εύλογη χρηματική ικανοποίηση, που πρέπει να επιδικασθεί στους ως άνω ενάγοντες, ανέρχεται στο ποσό των 50.000 ευρώ για τον Γεώργιο Τ. και στο ποσό των 70.000 ευρώ για τον Κ. Δ. (ΑΠ 256/2004 ΕλΔλνη 45/1348, ΑΠ 829/1999 ΕλλΔνη 41/345, ΕφΘεσ 147/2005 ΕπΕμπΔ 2005/168, ΕφΘεσ 1805/2003 Αρμ 2004/1254, ΕφΘεσ 3266/2000 Αρμ 2004/50). Περαιτέρω, ο ισχυρισμός των εναγόμενων φυσικών προσώπων περί έλλειψης παθητικής νομιμοποίησής τους, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθόσον από τα ανωτέρω εκτιθέμενα προέκυψε ότι αυτοί ήταν τα πρόσωπα, στα οποία είχαν ανατεθεί από τις εναγόμενες ασφαλιστικές εταιρείες όλες οι αρμοδιότητες διαχείρισης της ασφαλιστικής απαίτησης της πλοιοκτήτριας εταιρείας … και ότι αυτοί έλαβαν τις αποφάσεις σχετικά αφενός με τον τρόπο αντιμετώπισης της δικαστικής διεκδίκησης της εκ μέρους της ως άνω εταιρείας ενώπιον του Αγγλικού Δικαστηρόυ και αφετέρου με την κατάρτιση του επιτευχθέντος εντέλει εξώδικου συμβιβασμού. Προς την κατεύθυνση αυτή συνηγορεί το γεγονός, ότι ο εναγόμενος W. G. H., στην από 13-6-2007 κατάθεσή του ενώπιον του Ανωτέρου Δικαστηρίου Εμπορικών Διαφορών του Λονδίνου, δηλώνει ότι, υπό την ιδιότητά του ως Ασφαλιστή Ναυτικών Ασφαλίσεων της εναγόμενης ασφαλιστικής εταιρείας “…” και ως επικεφαλής της ομάδας των ασφαλιστών – επίσης εναγόμενων M. W., David Vale και Daniel Mc Carthy, είχε την καθημερινή ευθύνη για την ομάδα και έλεγχε όλες τις αποφάσεις για τις ασφαλίσεις που λαμβάνονταν από αυτή. Επίσης, αναφέρει ότι ως προϊστάμενος του M. W., που ήταν ο ασφαλιστής της “…”, που ασχολήθηκε με την ανανέωση της ασφάλισης στόλου της διαχειρίστριας … το Φεβρουάριο του …, ενημερωνόταν τακτικά από αυτόν και συζητούσαν όλα τα σχετικά θέματα, όπως για τις περιπτώσεις μη ενημέρωσης του Νηογνώμονα LRS από τους πλοιοκτήτες σχετικά με τις ζημίες που είχε υποστεί το βυθισθέν πλοίο, μη ενημέρωσης για την εκτέλεση εργασιών που δεν ήταν σύμφωνες με τους κανονισμούς του Νηογνώμονα και δόλιας παραπλάνησης των αρχών του κράτους του λιμένα από τον ασφαλισμένο. Επίσης, αναφέρει ότι όλοι γνώριζαν τόσο για το ναυάγιο του πλοίου «… Τ» όσο και για την ασφαλιστική απαίτηση, τις σχετικές έρευνες που διεξάγονταν εκείνη την περίοδο και την αλληλογραφία μεταξύ των δικηγόρων των ασφαλιστών και των ασφαλισμένων, κατόπιν της οποίας ελήφθη από τους ασφαλιστές στις … η απόφαση για την καταγγελία της ασφαλιστικής σύμβασης του ως άνω πλοίου. Ομοίως, απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος είναι και ο σχετικός ισχυρισμός του Keith Potter περί έλλειψης παθητικής νομιμοποίησής του, καθόσον προέκυψε ότι ήταν το στέλεχος (ασφαλιστής σκάφους) που είχε αποφασιστικό ρόλο για την εναγόμενη εταιρεία “ROYAL AND SUN ALLIANCE”, κατά την ανανέωση του έτους … της ασφάλισης του στόλου της ενάγουσας διαχειρίστριας του στόλου …, για λογαριασμό της ως άνω εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας, ζήτημα που συνδεόταν άμεσα με το θέμα της ασφαλιστικής αποζημίωσης της πλοιοκτήτριας …, διαχειρίστρια της οποίας ήταν η …. Εξάλλου, στην από 12-6-2007 κατάθεσή του ενώπιον του Ανώτερου Δικαστηρίου Εμπορικών Διαφορών του Λονδίνου, αναφορικά με το ζήτημα της ασφαλιστικής αποζημίωσης του βυθισθέντος πλοίου, ο ίδιος δηλώνει ότι γνώριζε για τις έρευνες που γίνονταν κατά τη χρονική περίοδο του Σεπτεμβρίου του έτους … σχετικά με την ασφαλιστική απαίτηση που αφορούσε το ως άνω πλοίο. Εξάλλου, στο από 15-9-… ηλεκτρονικό μήνυμα του C. F. προς το Φ. Π. αναφέρεται ότι ο εναγόμενος W. G. H. της εναγόμενης “…” ήταν σε προσωπική επαφή και συνεννόηση με τον υφιστάμενό του M. W. σχετικά με τα θέματα ανανέωσης του στόλου της διαχειρίστριας … με την προσθήκη νέων πλοίων αλλά και τα συναφή θέματα των ερευνών για την απώλεια του «… Τ», καθώς και ότι ο εναγόμενος Keith Potter της εναγόμενης “ROYAL AND SUN ALLIANCE” ενημερώθηκε για τα οικεία ζητήματα από τον εναγόμενο W. G. H.. Περαιτέρω, αναφορικά με το διαλαμβανόμενο στις ένδικες αγωγές ισχυρισμό (υπό στοιχείο 7.3), ότι δηλαδή, στις 30-6-… ο εκπρόσωπος της εναγομένης … και ήδη εναγόμενος W. G. H. ισχυρίστηκε ψευδώς, εν γνώσει και με πρόθεση συκοφαντίας για τη δεύτερη ενάγουσα στον C. F., εκπρόσωπο της ασφαλει…σίτριας του ήδη βυθισθέντος πλοίου Mar Risk Services, ότι δήθεν το από κοινού συνασφαλισμένο πλοίο του στόλου της έβδομης ενάγουσας με το όνομα “… T” είχε σταματήσει τους πλόες του, λόγω του ότι ο Βρετανικός Νηογνώμονας είχε δήθεν άρει την κλάση του πλοίου εξαιτίας των αποκαλυφθέντων ελαττωμάτων του, ζητώντας παράλληλα σχετικές διευκρινίσεις από την έβδομη ενάγουσα, με συνέπεια να ζητήσει σχετικές εξηγήσεις από αυτή και ο ίδιος ο C. F. και να αναγκαστεί η τελευταία να αποκαταστήσει την αλήθεια με την από … επιστολή της, λεκτέα τα ακόλουθα: Από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού δεν προέκυψε ότι ο ως άνω εναγόμενος διέπραξε το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης σε βάρος είτε της δεύτερης ενάγουσας είτε των νομίμων εκπροσώπων αυτής, διατυπώνοντας ψευδείς ισχυρισμούς, κατά τα ανωτέρω, προς τον C. F. για το πλοίο της δεύτερης ενάγουσας … εν γνώσει της αναλήθειας τους. Αντίθετα, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος W. G. H., σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον C. F. στις 30-6-…, αναφέρθηκε σε διάφορες πληροφορίες και δημοσιεύματα σε εφημερίδες, που είχαν υποπέσει στην αντίληψή του, με βάση τις οποίες το πλοίο αυτό σταμάτησε να φέρει την κλάση του στο Νηογνώμονα Lloyds εξαιτίας της κακής κατάστασής του από πλευράς επισκευών, τονίζοντας όμως ότι δεν το έλαβε αυτό υπόψη του ως δεδομένο και αληθές και ότι ο σκοπός του ήταν να διερευνήσει την τυχόν βασιμότητα των σχετικών πληροφοριών και να εξακριβώσει τα γεγονότα, ως είχε δικαίωμα να πράξει, εφόσον η εταιρεία … ασφάλιζε το πλοίο αυτό και δη μετά το ναυάγιο του αδελφού πλοίου “…”, τα ανωτέρω δε προκύπτουν από το από 30-6-… ηλεκτρονικό μήνυμα του C. F. προς τους M. M., N. S. και Μ. Μ.. Εξάλλου, στο σχετικό από … τηλεομοιοτυπικό μήνυμα της δικηγορικής εταιρείας INCE&CO, ως πληρεξουσίων δικηγόρων των Συνασφαλιζόμενων Εταιρειών, μεταξύ των οποίων και η δεύτερη ενάγουσα εταιρεία, απευθυνόμενο προς τους πληρεξούσιους δικηγόρους των εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών HILL TAYLOR DICKINSON, αναφέρονται τα εξής: «Αντιλαμβανόμεθα, από τον ασφαλει…σίτη του Λονδίνου κ. C. F., ότι του τηλεφώνησε ο κ. G. H., ο ασφαλιστής ναυτικών ασφαλίσεων της … του Λονδίνου, κατά τη διάρκεια της Παρασκευής 30 Ιουνίου …. Ο κ. Hensman είπε στον κ. Freeman ότι του είπαν ότι υπήρχαν άρθρα στην εφημερίδα σε σχέση με αυτό, ότι το πλοίο … Τ είχε σταματήσει να εκτελεί πλόες από τον νηογνώμονα, καθώς ήταν σε κακή κατάσταση επισκευών. Ο κ. Hensman τόνισε ότι δεν το έλαβε αυτό υπόψη του ως δεδομένο και ο σκοπός της τηλεφωνικής του κλήσης ήταν να εξακριβώσει τα γεγονότα. Ο κ. Hensman ρώτησε τον κ. Freeman να διευκρινίσει με την Overseas Marine εάν ο νηογνώμονας ή το κράτος της σημαίας του πλοίου είχε απαγορεύσει σε κάποιο από τα πλοία του στόλου να εκτελεί πλόες, λόγω του ότι τα πλοία ήταν σε κακή κατάσταση από πλευράς επισκευών. Μετά τις ερωτήσεις που έγιναν στον ασφαλει…σίτη και την Overseas Marine, ο κ. Hensman ανέφερε ότι: ι) Το πλοίο … Τ είχε μόλις περάσει τις ετήσιες επιθεωρήσεις (Στην πραγματικότητα το πλοίο … Τ διεξήγαγε ακόμα την ετήσια επιθεώρηση του, αντί να έχει μόλις ολοκληρώσει τέτοιου είδους επιθεωρήσεις). … (ιιι) Κανένα από τα πλοία που διαχειρίζονταν η Overseas Marine δεν υπόκεινται σε έρευνα από τον νηογνώμονα ή το κράτος της σημαίας του πλοίου. Οι πληροφορίες, που είχαν δοθεί στους ασφαλιστές, ήταν εντελώς ανακριβείς, τίποτα περισσότερο τίποτα λιγότερο από κακότητες. Είναι ενδιαφέρον που μια τέτοια πληροφόρηση πέρασε στους ασφαλιστές και οι ασφαλιστές θα πρέπει να την θεωρήσουν απαραίτητη για να κάνουν μια περαιτέρω έρευνα σχετικά με τέτοια κουτσομπολιά. Όποιος διασπείρει αυτές τις κακότητες το πράττει σκόπιμα, για να κάνει ζημιά στη φήμη της Overseas Marine και να προδιαθέσει αρνητικά σε σχέση με την αξίωση των ασφαλισμένων. Καθώς οι ασφαλιστές θεώρησαν απαραίτητο να περάσουν αυτή την πληροφόρηση στους ασφαλει…σίτες που είχαν λάβει, ζητούμε οι ασφαλιστές να ξεκαθαρίσουν τι πληροφόρηση έλαβαν, εάν η πληροφόρηση αυτή τους δόθηκε γραπτώς ή προφορικά  και πληροφορίες για το ποιος παρέδωσε τις πληροφορίες σε αυτούς. Επιπρόσθετα, ο κ. Hensman αναφέρθηκε σε άρθρα εφημερίδων που έχουν παρόμοιο αποτέλεσμα. Οι πελάτες μας δεν γνωρίζουν για την ύπαρξη τέτοιων άρθρων. Εάν υπάρχουν τέτοια άρθρα εφημερίδων, θα είναι συκοφαντικά. Μπορούν οι ασφαλιστές να μας παρέχουν αντίγραφα των άρθρων των εφημερίδων στα οποία αναφέρεται ο κ. Hensman. …». Στα ανωτέρω, οι ασφαλιστές απάντησαν, μέσω των πληρεξουσίων δικηγόρων τους της δικηγορικής εταιρείας HILL DICKINSON, τα εξής, με το από 25-7-… τηλεομοιοτυπικό μήνυμα: «… Ο κ. Hensman έχει κάθε δικαίωμα να ρωτά σχετικά με τα πλοία, για τα οποία η ασφαλιστική εταιρεία … συνεχίζει να είναι επικεφαλής ασφαλιστής και ιδιαίτερα υπό αυτές τις παρούσες συνθήκες, όταν για παράδειγμα: Το πλοίο «…» βυθίστηκε σε θαλάσσιες συνθήκες που, όπως αποδεικνύει η ανεξάρτητη ανάλυση και οι καταθέσεις του πληρώματος, ήταν ήπιες. Ανεξάρτητα εάν το πλοίο χάθηκε από ένα κίνδυνο, κατά του οποίου ασφαλίστηκε (που φυσικά αυτό είναι υπό έρευνα), θα πρέπει να είναι κοινός τόπος ότι το πλοίο «…» δεν μπορούσε να είναι «αξιόπλοο», δυνάμει του άρθρου S 39(4) του νόμου περί ναυτικών ασφαλίσεων (ΜΙΑ). … Σχετικά με το πλοίο «… Τ», έχουμε επίσης δει πληροφορίες που έχουν δημοσιευτεί και λένε ότι πολύ πρόσφατα επιβλήθηκε στο εν λόγω πλοίο μια παρατήρηση του νηογνώμονα, που απαιτούσε να μην εκτελεί πλόες και να πλεύσει προς ένα ναυπηγείο για επισκευές σε κατασκευαστικές / δομικές ζημιές. Ο κ. Hensman είχε το δικαίωμα να ρωτήσει τον ασφαλισμένο διαμέσου των ναυτικών πρακτόρων εάν ίσχυε αυτό. Στην τηλεομοιοτυπία σας αναφέρεται ότι αυτή η πληροφόρηση είναι «συνολικά ανακριβής και τίποτα λιγότερο και τίποτε περισσότερο από κακότητες», παρατηρούμε επίσης ότι οι ναυτικοί πράκτορες, με εντολή του ασφαλισμένου, έχουν δώσει το ίδιο μήνυμα στον επικεφαλής ασφαλισμένο. Αυτό το ζήτημα είναι σημαντικό για τους ασφαλιστές, μερικώς γιατί συνεχίζουν να ασφαλίζουν το πλοίο «… Τ» και μερικώς γιατί, καθώς το πλοίο αυτό είναι ίδιο αδελφό πλοίο, όποιες σημαντικές βλάβες του πλοίου «… Τ» μπορεί να είναι σχετικές, για να ληφθεί υπόψη η αιτία του ναυαγίου του πλοίου «…». Ως ασφαλιστής που ασφαλίζει τα υπόλοιπα πλοία του στόλου υπό διαχείριση, η … έχει κάθε δικαίωμα να ενδιαφέρεται για την κατάσταση του υπόλοιπου ασφαλισμένου στόλου». Από τα παραπάνω συνάγεται ότι κατά το χρόνο ανταλλαγής των ανωτέρω μηνυμάτων μεταξύ των διαδίκων (Ιούνιο – Ιούλιο του …), δεν μπορεί να καταλογισθεί στον W. G. H. δόλος συκοφαντίας αναφορικά με τα λεγόμενά του που αφορούσαν το πλοίο … καθόσον δεν μπορεί να συναχθεί από μόνη την υποβολή των ερωτημάτων από τον ως άνω εναγόμενο, που είναι διατυπωμένες με επιφύλαξη ως προς την αποδοχή της αλήθειας των αναφερόμενων σε αυτές πληροφοριών περί της κατάστασης του ως άνω πλοίου, ότι αυτός γνώριζε την αναλήθεια των εν λόγω δημοσιευμάτων και πληροφοριών και ότι διέδιδε αυτές, με πρόθεση συκοφάντησης της δεύτερης ενάγουσας και των νομίμων εκπροσώπων της, αλλά συνάγεται ότι αυτός είχε δικαιολογημένο ενδιαφέρον να διευρευνήσει το θέμα, αναζητώντας απαντήσεις από τους ενάγοντες σε αυτόν στα ερωτήματα που υπέβαλε σχετικά με την κατάσταση του εν λόγω πλοίου. Επίσης και ο Nicholas Jeremy Sepherd, στην υπ’ αρ. … ένορκη βεβαίωσή του, αναφέρει ότι στην τηλεφωνική συνομιλία που πραγματοποιήθηκε στις 30-6-… μεταξύ του W. G. H. και του C. F., ο πρώτος ήταν ψευδώς πληροφορημένος σχετικά με επισκευές που πραγματοποιούντο τότε στο αδερφό πλοίο … από την έκφραση δε αυτή συνάγεται ότι ψευδής ήταν η πληροφόρηση που και ο ίδιος ο ως άνω εναγόμενος είχε και δεν ήταν αυτός ο υπαίτιος διάδοσης ψευδών ισχυρισμών, όπως αβάσιμα ισχυρίζονται οι ενάγοντες. Εξάλλου, δυνάμει του αγγλικού δικαίου, ο ασφαλει…σίτης, όπως εν προκειμένω, είναι ο C. F., στον οποίο απευθύνθηκε ο εναγόμενος W. G. H. σχετικά με το πλοίο “… T” στις 30-6-…, θεωρείται αντιπρόσωπος του ασφαλισμένου, ήτοι της πλοιοκτήτριας και της διαχειρίστριας εταιρείας (βλ. σχ. την από … Γνωμοδότηση του J. L. J.) και συνεπώς, η διατύπωση προς αυτόν από τον ως άνω εναγόμενο του ερωτήματος σχετικά με την κατάσταση του ως άνω πλοίου δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποσκοπούσε στη διάδοση ψευδών πληροφοριών σε βάρος της δεύτερης ενάγουσας, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί ο δόλος συκοφαντικής δυσφήμησης. Περαιτέρω, προέκυψε ότι στο από 8-11-… ηλεκτρονικό μήνυμά του προς τον εκπρόσωπο της ασφαλει…σίτριας του βυθισθέντος πλοίου εταιρείας Mar Risk Services C. F., το οποίο κοινοποιήθηκε στον εκπρόσωπο της ασφαλει…σίτριας του ως άνω πλοίου εταιρείας Swinglehurst M. M., ο προστηθείς της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας … και ήδη εναγόμενος G. H. αναφέρει ότι μετά την απώλεια του πλοίου «… Τ» είχαν ζητήσει να γίνουν επιθεωρήσεις στα υπόλοιπα συνασφαλισμένα πλοία του στόλου της έβδομης ενάγουσας, διότι πίστευαν ότι είναι προς το συμφέρον τόσο των Ασφαλιστών όσο και των Πλοιοκτητών να διενεργηθούν ικανοποιητικές επιθεωρήσεις για την κατάσταση των πλοίων και ότι υπό την προϋπόθεση συμφωνίας όλων των ασφαλιστών, ήταν πρόθυμοι να συνεισφέρουν μέχρι 50% του εύλογου κόστους αυτών των επιθεωρήσεων. Εν συνεχεία, με το από …-… ηλεκτρονικό μήνυμά τους προς το Φ. Π. της εταιρείας “Britannia Insurance Brokers”, η έβδομη ενάγουσα εταιρεία …, εξέφρασε την ανησυχία της για τους πραγματικούς λόγους υποβολής του ως άνω αιτήματος επιθεωρήσεων των λοιπών πλοίων, ότι δηλαδή αποτελεί «ψάρεμα» στα πλαίσια της υφιστάμενης αντιδικίας σχετικά με την ασφαλιστική αποζημίωση και δεν αποτελεί αυθεντικό αίτημα, δεδομένου ότι η ασφάλιση του στόλου έχει ανανεωθεί επανειλημμένως στο παρελθόν από τους Ασφαλιστές, χωρίς να έχει ζητηθεί κάτι παρόμοιο, διότι δεν υπάρχει συμβατικό δικαίωμα τους για τη διενέργεια τέτοιων επιθεωρήσεων και ότι παρά ταύτα, χορηγούν άδεια για τη διενέργειά τους. Ακολούθως, στο από 22-11-… ηλεκτρονικό μήνυμά του προς τον κ. C. F., ο εναγόμενος G. H. ανέφερε ότι στο παρελθόν είχαν γίνει συζητήσεις για το θέμα των αιτημάτων για επιθεωρήσεις και ότι ο λόγος που το ζήτησαν αυτό είναι επειδή το πλοίο «…» ήταν προφανώς αναξιόπλοο, καθόσον παρόλο που ήταν πλοίο μεγέθους ακρωτηρίου (Capesize), βυθίστηκε από κύματα περίπου μόνο 3 μέτρων και γι’ αυτό δεν θα μπορούσε να είναι «εύλογα ικανό από κάθε άποψη να αντιμετωπίσει τους συνήθεις κινδύνους της θαλάσσης», το πώς δε έγινε αναξιόπλοο θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο διαφοράς, ενώ, εάν αποδεικνυόταν ότι ένα πλοίο του στόλου ήταν δομικά αναξιόπλοο, είναι απολύτως λογικό οι Ασφαλιστές να ανησυχούν για την κατάσταση και των υπολοίπων πλοίων, υπό την ίδια διαχείριση που αυτοί σήμερα ασφαλίζουν και για το λόγο αυτό, οι Ασφαλιστές επιθυμούν να διεξάγουν αυτές τις επιθεωρήσεις, θεωρώντας ότι αυτό θα είναι και προς το συμφέρον των Πλοιοκτητών και ότι είναι λογικό για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη να καθησυχαστούν οι Ασφαλιστές ως προς την ανησυχία τους για την γενική κατάσταση των υπολοίπων ασφαλισμένων πλοίων. Εντούτοις, τα ανωτέρω εκτιθέμενα, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, δεν συνιστούν συκοφαντικούς ισχυρισμούς εκ μέρους του εναγόμενου G. H. σε βάρος των δεύτερης έως και έκτης των εναγουσών συνασφαλιζομένων εταιρειών, που διατυπώθηκαν από αυτόν εν γνώσει της αναλήθειας τους, δεδομένου ότι στα ανωτέρω ηλεκτρονικά μηνύματα δεν διατυπώνεται ισχυρισμός περί αναξιοπλοίας των πλοίων που ανήκουν στις ως άνω ενάγουσες εταιρείες, αλλά μόνον ισχυρισμός περί αναξιοπλοϊας του ήδη βυθισθέντος «…», που ανήκε στην πρώτη ενάγουσα και ήταν υπό τη διαχείριση της έβδομης ενάγουσας (ως προς τις οποίες έχουν απορριφθεί οι ένδικες αγωγές, κατά τα προαναφερθέντα). Εξάλλου, δεν μπορεί να συναχθεί από το προαναφερθέν περιεχόμενο των ως άνω μηνυμάτων του εναγόμενου G. H. πρόθεση συκοφάντησης και βλάβης των ως άνω δεύτερης έως και έκτης των εναγουσών, δεδομένου ότι διατυπώνεται η κρίση ότι η διενέργεια των σχετικών επιθεωρήσεων είναι και προς το συμφέρον τους, ενώ εκφράζεται και η πρόθεση συνεισφοράς των Ασφαλιστών στο σχετικό κόστος των επιθεωρήσεων κατά ποσοστό 50%. Εξάλλου, ο μάρτυρας απόδειξης Ν. Μ., κατέθεσε ότι οι ασφαλιστές έχουν δικαίωμα να ζητήσουν οποτεδήποτε επιθεώρηση των ασφαλισμένων πλοίων, επιπλέον δε προέκυψε ότι αυτή είναι και η πάγια πρακτική, που ακολουθούν οι νηογνώμονες, όπως εν προκειμένω οι Lloyd’s, καθόσον στην προσκομιζόμενη από τους ενάγοντες «Προσωρινή αναφορά του Lloyd’s Register για το αδελφό πλοίο … … Τ, αριθμός νηολόγησης 9157, αριθμός ΙΜΟ 8907735» αναφέρεται ότι «Μετά από την απώλεια αυτή, οι Lloyd’s θεώρησαν σώφρον να αδράξουν την ευκαιρία και να εξετάσουν το αδελφό πλοίο, όταν αυτό επρόκειτο να περάσει από ετήσια επιθεώρηση. Αυτή είναι η τυπική πολιτική των Lloyd’s σε τέτοιες περιπτώσεις». Από τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με το γεγονός, ότι το αίτημα για τη διενέργεια των επιθεωρήσεων διατυπώθηκε από τον εναγόμενο G. H. το Νοέμβριο του …, ήτοι πριν από την υποβολή των τροποποιημένων προτάσεων άμυνας και ανταπαίτησης (που υποβλήθηκαν τον Αύγουστο του 2007 και εν συνεχεία το Δεκέμβριο του 2007) και πριν από την κατάρτιση και την προσκομιδή των επίμαχων ενόρκων καταθέσεων του Μ., οι οποίες δόθηκαν το Φεβρουάριο του 2007 και εν συνεχεία τον Ιούλιο του 2007, συνάγεται ότι το σχετικό αίτημα δεν προβλήθηκε από τον ως άνω εναγόμενο, με σκοπό συκοφάντησης και πρόκλησης βλάβης των δεύτερης έως και έκτης των εναγουσών και των νομίμων εκπροσώπων τους, δεδομένου ότι είχε ήδη επέλθει ο ασφαλισμένος κίνδυνος για ένα από τα συνασφαλισμένα με τη Σύμβαση Ασφάλισης πλοία και συνεπώς, ήταν λογικό να γίνει σχετικά έρευνα για τα υπόλοια πλοία στο πλαίσιο δικαιολογημένου ενδιαφέροντος για την ανανέωση ή μη της ασφαλιστικής σύμβασης. Εξάλλου, και ο εναγόμενος M. W. στην από … μαρτυρική κατάθεσή του ενώπιον του Αγγλικού Ανώτερου Δικαστηρίου Εμπορικών Διαφορών – Τμήμα Queen’s Bench κατέθεσε ότι είναι μεν ασυνήθιστο να επιμένουν οι ασφαλιστές να γίνουν επιθεωρήσεις στο πλοίο πριν από τη σύμβαση ασφάλισης, αλλά ότι δεν θα γινόταν αυτό, αν δεν είχε βυθιστεί το πλοίο «…». Εξάλλου, δυνάμει του αγγλικού δικαίου, οι ασφαλειομεσίτες, όπως εν προκειμένω, είναι οι C. F. και M. M., στους οποίους απευθύνθηκε ο εναγόμενος W. G. H. σχετικά με τις επιθεωρήσεις του στόλου της … στις 8-11-…, θεωρούνται αντιπρόσωποι του ασφαλισμένου, ήτοι της πλοιοκτήτριας και της διαχειρίστριας εταιρείας (βλ. σχ. την από … Γνωμοδότηση του J. L. J.) και συνεπώς, η διατύπωση προς αυτούς από τον ως άνω εναγόμενο του σχετικού αιτήματος δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αποσκοπούσε στη διατύπωση ψευδών ισχυρισμών ή στη διάδοση ψευδών πληροφοριών σε βάρος των δεύτερης έως και έκτης των εναγουσών εταιρειών, προκειμένου να στοιχειοθετηθεί ο δόλος συκοφαντικής δυσφήμησης. Συμπληρωματικά στα ανωτέρω πρέπει να σημειωθεί ότι όπως αναφέρει η Δ. Κ. στην υπ’ αρ. … ένορκη βεβαίωσή της, οι συνασφαλιζόμενες εταιρείες συμφώνησαν με τους νέους ασφαλιστές της ασφαλιστικής περιόδου 2007-2008 να γίνουν οι σχετικές επιθεωρήσεις των πλοίων τους από το γραφείο πραγματογνωμόνων N. Bogdanos Bureau S.A., από το γεγονός δε αυτό συνάγεται ότι η επιθεώρηση αυτή δεν έγινε κατόπιν του ως άνω αιτήματος του εναγόμενου W. G. H., που ενεργούσε για λογαριασμό της A., η οποία εντέλει δεν προέβη σε ανανέωση της ασφαλιστικής σύμβασης για τα πλοία των συνασφαλιζομένων εταιρειών, το δε αναφερόμενο από αυτήν ότι η επιθεώρηση έγινε λόγω του αρνητικού κλίματος που είχε δημιουργηθεί στην αγορά, δεν αποδείχθηκε ότι οφείλεται ειδικά στο ανωτέρω αίτημα του ως άνω εναγόμενου και ότι δεν σχετίζεται με το ναυάγιο του αδελφού πλοίου «… Τ». Κατόπιν τούτων, η υπό κρίση αγωγή με αριθμό … πρέπει να απορριφθεί για τη δεύτερη έως και έκτη των εναγουσών ως προς τον πέμπτο εναγόμενο ως ουσιαστικά αβάσιμη. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθούν η από … και με αριθμό κατάθεσης …/… δικογράφου, από 20-4-2011 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …, από 20-4-2011 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … και από … και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγές, α) ως προς τους πρώτη έως και έβδομη των εναγουσών, β) ως προς τον ένατο ενάγοντα, γ) ως προς τον ενδέκατο ενάγοντα, δ) ως προς το δωδέκατο ενάγοντα, ε) ως προς το δέκατο τρίτο ενάγοντα και στ) ως προς τη δέκατη τέταρτη ενάγουσα, να γίνουν εν μέρει δεκτές οι ως άνω αγωγές ως προς τον όγδοο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της πρώτης ενάγουσας και της έβδομης ενάγουσας, καθώς και ως προς το δέκατο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Γραμματέα του Δ.Σ. της πρώτης ενάγουσας και της έβδομης ενάγουσας και του νομίμου εκπροσώπου της έβδομης ενάγουσας, κατά όλων των εναγόμενων των ως άνω αγωγών, να αναγνωρισθεί ότι όλοι οι εναγόμενοι των ως άνω αγωγών υποχρεούνται να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος (κατά τα αιτούμενα σε έκαστη αγωγή) το ποσό των 50.000 ευρώ στον όγδοο ενάγοντα και το ποσό των 70.000 ευρώ στο δέκατο ενάγοντα, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση, ενώ πρέπει να απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η από 19-01-2012 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγή, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, τα  δικαστικά έξοδα των όγδοου και δέκατου των εναγόντων πρέπει να επιβληθούν μερικώς, κατά το λόγο της νίκης τους σε βάρος των εναγομένων (άρθρο 178 ΚΠολΔ), ενώ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των λοιπών διαδίκων να συμψηφιστούν μεταξύ τους λόγω του ότι η ερμηνεία των εφαρμοσθέντων κανόνων δικαίου υπήρξε ιδιαιτέρως δυσχερής, να συμψηφισθούν στο σύνολό τους (άρθρο 179 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

(Ι) ΕΝΩΝΕΙ και ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων (i) την από … και με αριθμό κατάθεσης  …/… δικογράφου αγωγή, (ii) την από … και με αριθμό κατάθεσης  …… δικογράφου αγωγή,  (iii) την από … και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγή, (iv) την από 21-04-2011 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγή και (v) την από 19-01-2012 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγή, που εισάγονται με τις με αριθμούς κατάθεσης …, …, …, … και … κλήσεις αντίστοιχα.

(ΙΙ) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 20-4-2011 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγή α) ως προς τους πρώτη έως και έβδομη των εναγουσών, β) ως προς τον ένατο ενάγοντα, γ) ως προς τον ενδέκατο ενάγοντα, δ) ως προς το δωδέκατο ενάγοντα, ε) ως προς το δέκατο τρίτο ενάγοντα, στ) ως προς τη δέκατη τέταρτη ενάγουσα.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή ως προς τον όγδοο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της πρώτης ενάγουσας και της έβδομης ενάγουσας, κατά όλων των εναγόμενων, καθώς και ως προς το δέκατο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Γραμματέα του Δ.Σ. της πρώτης ενάγουσας και της έβδομης ενάγουσας και του νομίμου εκπροσώπου της έβδομης ενάγουσας .

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι εναγόμενοι της ως άνω αγωγής υποχρεούνται να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ στον όγδοο ενάγοντα και το ποσό των εβδομήντα (70.000) ευρώ στο δέκατο ενάγοντα, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ εν μέρει τα δικαστικά έξοδα του όγδοου και δέκατου των εναγόντων, ποσού χιλίων (1.000) ευρώ και χιλίων τετρακοσίων (1.400) ευρώ αντίστοιχα σε βάρος των εναγομένων και ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των λοιπών διαδίκων.

(ΙΙΙ) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 20-4-2011 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγή α) ως προς τους πρώτη έως και έβδομη των εναγουσών, β) ως προς τον ένατο ενάγοντα, γ) ως προς τον ενδέκατο ενάγοντα, δ) ως προς το δωδέκατο ενάγοντα, ε) ως προς το δέκατο τρίτο ενάγοντα, στ) ως προς τη δέκατη τέταρτη ενάγουσα.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή ως προς τον όγδοο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της πρώτης ενάγουσας και της έβδομης ενάγουσας, κατά όλων των εναγόμενων, καθώς και ως προς το δέκατο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Γραμματέα του Δ.Σ. της πρώτης ενάγουσας και της έβδομης ενάγουσας και του νομίμου εκπροσώπου της έβδομης ενάγουσας, κατά όλων των εναγόμενων.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι εναγόμενοι της ως άνω αγωγής υποχρεούνται να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ στον όγδοο ενάγοντα και το ποσό των εβδομήντα (70.000) ευρώ στο δέκατο ενάγοντα, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ εν μέρει τα δικαστικά έξοδα του όγδοου και δέκατου των εναγόντων, ποσού χιλίων (1.000) ευρώ και χιλίων τετρακοσίων (1.400) ευρώ αντίστοιχα σε βάρος των εναγομένων και ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των λοιπών διαδίκων.

(ΙV) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 20-4-2011 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγή α) ως προς τους πρώτη έως και έβδομη των εναγουσών, β) ως προς τον ένατο ενάγοντα, γ) ως προς τον ενδέκατο ενάγοντα, δ) ως προς το δωδέκατο ενάγοντα, ε) ως προς το δέκατο τρίτο ενάγοντα, στ) ως προς τη δέκατη τέταρτη ενάγουσα.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την ως άνω αγωγή ως προς τον όγδοο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της πρώτης ενάγουσας και της έβδομης ενάγουσας, κατά της εναγομένης, καθώς και ως προς το δέκατο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Γραμματέα του Δ.Σ. της πρώτης ενάγουσας και της έβδομης ενάγουσας και του νομίμου εκπροσώπου της έβδομης ενάγουσας, κατά της εναγομένης.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η εναγομένη της ως άνω αγωγής υποχρεούται να καταβάλει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ στον όγδοο ενάγοντα και το ποσό των εβδομήντα (70.000) ευρώ στο δέκατο ενάγοντα, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ εν μέρει τα δικαστικά έξοδα του όγδοου και δέκατου των εναγόντων, ποσού χιλίων (1.000) ευρώ και χιλίων τετρακοσίων (1.400) ευρώ αντίστοιχα σε βάρος της εναγομένης και ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των λοιπών διαδίκων.

(V) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από … και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγή α) ως προς τους πρώτη έως και έβδομη των εναγουσών, β) ως προς τον ένατο ενάγοντα, γ) ως προς τον ενδέκατο ενάγοντα, δ) ως προς το δωδέκατο ενάγοντα, ε) ως προς το δέκατο τρίτο ενάγοντα, στ) ως προς τη δέκατη τέταρτη ενάγουσα.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή ως προς τον όγδοο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της πρώτης ενάγουσας και της έβδομης ενάγουσας, κατά όλων των εναγόμενων, καθώς και ως προς το δέκατο ενάγοντα, με την ιδιότητά του ως Γραμματέα του Δ.Σ. της πρώτης ενάγουσας και της έβδομης ενάγουσας και του νομίμου εκπροσώπου της έβδομης ενάγουσας, κατά όλων των εναγόμενων.

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι εναγόμενοι της ως άνω αγωγής υποχρεούνται να καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστος το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ στον όγδοο ενάγοντα και το ποσό των εβδομήντα (70.000) ευρώ στο δέκατο ενάγοντα, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ εν μέρει τα δικαστικά έξοδα του όγδοου και δέκατου των εναγόντων, ποσού χιλίων (1.000) ευρώ και χιλίων τετρακοσίων (1.400) ευρώ αντίστοιχα σε βάρος των εναγομένων και ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των λοιπών διαδίκων.

(VI) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 19-01-2012 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … αγωγή.

(VII) ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στον Πειραιά, στις 7 Μαρτίου 2016.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο του, στον Πειραιά, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 15 Μαρτίου 2016.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ