Μενού Κλείσιμο

Σ.Ε.

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ 1070/2016

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(Τακτική Διαδικασία)

………………………………………

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Σοφία Καλούδη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Κωνσταντίνο Σπυράκο,  Πρωτοδίκη,  Νικόλαο Σταυρόπουλο, Πρωτοδίκη – Εισηγητή, και από τη Γραμματέα Ελένη Δόγια.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 3 Νοεμβρίου 2015 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ: … συζ. …, κατοίκου Α. Δ., η οποία παραστάθηκε στο ακροατήριο μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου Ιωάννη Φωτόπουλου.

ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ 1) Ναυτικής Εταιρείας με την επωνυμία «….», που έχει την έδρα της στον Π….. και εκπροσωπείται νόμιμα, και (σύμφωνα με τις προτάσεις) τελεί υπό εκκαθάριση, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο … με την από 2-11-2015 δήλωση, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, 2) Εταιρείας με την επωνυμία «…», που έχει την έδρα της στην Α…..και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο Κωνσταντίνα Μπουζικα με την από 2-11-2015 δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Η καλούσα, άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά την υπ’ αριθμ. καταθέσεως … αγωγή της. Επίσης, η 1η των καθ’ ων η κλήση άσκησε την με αριθμ. κατάθεσης … προσεπίκληση – αγωγή της, ενώπιον του ιδίου δικαστηρίου. Οι παραπάνω υποθέσεις συνεκδικάστηκαν την 28-3-2005 και το Δικαστήριο εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 322/2005 απόφασή του, με την οποία απέρριψε την αγωγή και την προσεπίκληση.

Στη συνέχεια η καλούσα,  άσκησε την υπ΄ αριθμ. καταθέσεως … (αριθμό κατάθεσης ενώπιον του Πολ.Πρωτ.Πειρ. …) έφεσή της με την οποία προσέβαλε την απόφαση αυτή. Η σχετική έφεση προσδιορίστηκε για την 10-12-2010 και μετά από αναβολή για την 2-5-2012 οπότε και ματαιώθηκε. Επαναπροσδιορίστηκε με την από 10-5-2012 κλήση και συζητήθηκε την 1-11-2013.

Επίσης, η 1η των καθ΄ων η κλήση, άσκησε κατά της ίδιας απόφασης  την με αριθμ. κατάθεσης … έφεσή της, (αριθμό κατάθεσης ενώπιον του Πολ.Πρωτ.Πειρ. …), η οποία προσδιορίστηκε για την 2-5-2012 οπότε και ματαιώθηκε. Επανήλθε όμως με την από 20-6-2013 κλήση η οποία κατατέθηκε με αριθμό … Εξαίρεση …, προσδιορίστηκε για την 1-11-2013 οπότε και συζητήθηκε.

Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 1085/2014 απόφασή του, με την οποία συνεκδικάστηκαν οι παραπάνω κλήσεις οι οποίες επανέφεραν τις σχετικές εφέσεις, κήρυξε εαυτό αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση ενώπιον του Ναυτικού τμήματος του Πρωτοδικείου .

Ήδη, η υπόθεση εισάγεται για νέα συζήτηση. Η σχετική από 18-8-2015 κλήση, κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό …, προσδιορίστηκε για αρχικά αναφερόμενη δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος της καλούσας, ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους, ενώ οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των καθ’ ων η κλήση, βάσει δηλώσεώς τους που έγινε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ., όπως μεταγενέστερα τροποποιήθηκε, δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσαν προτάσεις.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρονται προς συζήτηση, με την από 18-8-2015 και με αριθμό κατάθεσης … κλήση, η από 15-7-2006 έφεση (αριθμός κατάθεσης στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου Πειραιώς … και στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού …) της … συζ. … κατά της ναυτικής εταιρείας «….» (εφεξής αποκαλούμενη «η πρώτη έφεση») και η από 24-11-2010 έφεση (αριθμός κατάθεσης στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου Πειραιώς … και στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού …) της ναυτικής εταιρείας «….» κατά της εταιρείας με την επωνυμία «….» (εφεξής αποκαλούμενη «η δεύτερη έφεση»), αμφότερες προσβάλλουσες την υπ’ αριθ. 322/2005 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε κατά την τακτική διαδικασία επί της από 21-7-2004 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγής της … συζ. … κατά της ναυτικής εταιρείας «….» και επί της από 15-9-2004 και με αριθμό κατάθεσης … προσεπίκλησης  – παρεμπίπτουσας αγωγής της ναυτικής εταιρείας «….» κατά της εταιρείας με την επωνυμία «… μετά την έκδοση της υπ’ αριθ. 1085/2014 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (δικάζοντος κατά την τακτική διαδικασία), το οποίο, αφού διέταξε την ένωση και συνεκδίκαση της από 10-5-2012 και με αριθμό κατάθεσης … κλήσης και της από 20-6-2013 και με αριθμό κατάθεσης … – εξαίρεση : … κλήσης, με τις οποίες επανήλθαν προς συζήτηση οι ως άνω εφέσεις, εν συνεχεία , κήρυξε εαυτό λειτουργικά αναρμόδιο λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ως του αρμοδίου τμήματος Ναυτικών Διαφορών του Πρωτοδικείου Πειραιώς. Πρέπει, συνεπώς  αυτές (οι υπό κρίσιν εφέσεις), να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, γιατί εκκρεμούν ενώπιον του ίδιου (παρόντος) Δικαστηρίου, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και κατά την κρίση του Δικαστηρίου διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης (άρθρο 246 ΚΠολΔ).

Σύμφωνα με το άρθρο 17Α του ΚΠολΔ, έτσι όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 3 του Ν. 3994/2011 «Στην αρμοδιότητα των μονομελών πρωτοδικείων υπάγονται και οι εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων της περιφέρειας τους. Στην περίπτωση αυτή τα μονομελή πρωτοδικεία συγκροτούνται από πρόεδρο πρωτοδικών ή πρωτοδίκη με πενταετή τουλάχιστον υπηρεσία, στην οποία συνυπολογίζεται και η υπηρεσία αυτού ως παρέδρου πρωτοδικείου και, σε περίπτωση που δεν υπηρετούν πρωτοδίκες με την πιο πάνω υπηρεσία ή αυτοί που υπηρετούν δεν επαρκούν, από τον αρχαιότερο κατά διορισμό πρωτοδίκη.», ενώ σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις των παραγράφων 2 και 4 του άρθρου 72 του Ν. 3994/2011 (έναρξη ισχύος 19-7-2011) «2. Στις δίκες που κατά την εισαγωγή του παρόντος νόμου είναι εκκρεμείς στον πρώτο βαθμό, οι διαδικαστικές πράξεις ρυθμίζονται από τις διατάξεις του, όσες όμως είχαν ενεργηθεί πριν από την εισαγωγή του ρυθμίζονται από το προγενέστερο δίκαιο…4. Το παραδεκτό των ενδίκων μέσων, το επιτρεπτό των προβαλλόμενων λόγων και ο χρόνος της άσκησης τους κρίνονται σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο που δημοσιεύεται η απόφαση. Στα ένδικα μέσα που είχαν ασκηθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 2.».

Στην προκειμένη περίπτωση, η υπό κρίσιν πρώτη έφεση της εκκαλούσας – ενάγουσας κατά της εφεσίβλητης – εναγομένης και κατά της υπ’ αριθ. 322/2005 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατ’ αντιμολίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, νομοτύπως και εμπροθέσμως έχει ασκηθεί, καθώς από τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης, δεν έχει, δε, παρέλθει τριετία από την έκδοσή της μέχρι την κατάθεση της υπό κρίσιν πρώτης εφέσεως, οπότε εφαρμογή έχει η διάταξη του άρθρου 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ (η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στις 25-10-2005 και η υπό κρίσιν πρώτη έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στις 15-9-2006), αρμοδίως, δε, φέρεται στο παρόν Δικαστήριο προς εκδίκαση, σύμφωνα με το άρθρο 18 του ΚΠολΔ, μη εφαρμοζομένου του άρθρου 17Α του ΚΠολΔ περί αρμοδιότητος του Μονομελούς Πρωτοδικείου, το οποίο (άρθρο 17Α του ΚΠολΔ) δεν ευρίσκετο σε ισχύ κατά το χρόνο που δημοσιεύθηκε η εκκαλουμένη και συνεπώς, εν προκειμένω, πρόκειται για ένδικο μέσο που είχε ασκηθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου (19-7-2011) οπότε το παραδεκτό του, κριθέν σύμφωνα με το νόμο που ίσχυε κατά το χρόνο που δημοσιεύθηκε η εκκαλουμένη, ρυθμίζεται από τις διατάξεις του προγενέστερου δικαίου, απορριπτομένου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης της πρώτης εφέσεως. Εν όψει τούτων, η υπό κρίσιν πρώτη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή τυπικά και να εξετασθεί το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων.

Περαιτέρω, η υπό κρίσιν δεύτερη έφεση της εκκαλούσας – προσεπικαλούσας – παρεμπιπτόντως ενάγουσας κατά της εφεσίβλητης – καθ’ ής η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένης και κατά της υπ’ αριθ. 322/2005 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατ’ αντιμολίαν των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, εκπροθέσμως έχει ασκηθεί, καθώς από τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα έγγραφα δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης, έχει, ωστόσο, παρέλθει χρονικό διάστημα μείζον της τριετίας από την έκδοσή της μέχρι την κατάθεση της υπό κρίσιν δεύτερης εφέσεως, οπότε δεν τυγχάνει εφαρμογής ούτε η διάταξη του άρθρου 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ (η εκκαλούμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στις 25-10-2005 και η υπό κρίσιν δεύτερη έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου στις 25-11-2010). Εν όψει τούτων, εφόσον η υπό κρίσιν δεύτερη έφεση ασκήθηκε μετά την πάροδο της προθεσμίας του άρθρου 518 παρ. 2 του ΚΠολΔ, τυγχάνει εκπρόθεσμη και δεδομένου ότι η εμπρόθεσμη άσκηση της έφεσης ερευνάται και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο κατ’ άρθρο 532 ΚΠολΔ, θα πρέπει αυτή να απορριφθεί ως απαράδεκτη, η δε εκκαλούσα της δεύτερης εφέσεως, λόγω της ήττας της, θα πρέπει να καταδικασθεί στην καταβολή του συνόλου των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης της δεύτερης εφέσεως για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατά παραδοχήν σχετικού νομίμου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 176, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα της πρώτης εφέσεως, εξέθετε στην από 21-7-2004 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγή της ότι από αποκλειστική υπαιτιότητα της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης της πρώτης εφέσεως, πλοιοκτήτριας του Ε/Γ – Ο/Γ πλοίου «…», συνισταμένης στη μη σύμφωνη με τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης και με τις προβλεπόμενες για πλοία αυτού του είδους προδιαγραφές, κατασκευή και τοποθέτηση της σκάλας αυτού (πλοίου), η ιδία (ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα της πρώτης εφέσεως), την 26-8-2002, ούσα επιβάτης στο ως άνω πλοίο, το οποίο πραγματοποιούσε το δρομολόγιο Αντίρριο – Ρίο και πλησίαζε στον προορισμό του, όταν άρχισε να κατεβαίνει τη σκάλα που οδηγούσε από το κατάστρωμα στον πλευρικό διάδρομο των πεζών προκειμένου να αποβιβαστεί, λόγω της μεγάλης και απότομης κλίσης της σκάλας, του περιορισμένου πλάτους των σκαλοπατιών, της έλλειψης αντιολισθητικής επένδυσης αυτών και της ολισθηρότητας της σκάλας η οποία ήταν βρεγμένη, γλίστρησε και έπεσε οπότε το δεξιό της πόδι παγιδεύτηκε στο ενδιάμεσο των σκαλοπατιών με αποτέλεσμα να υποστεί τον περιγραφόμενο στο δικόγραφο της αγωγής τραυματισμό, να νοσηλευθεί και να υποστεί την αναλυτικά αναφερόμενη στο δικόγραφο της αγωγής θετική ζημία, ανερχόμενη στο ποσό των 6.429,04 ευρώ καθώς και ηθική βλάβη προς αποκατάσταση της οποίας απαιτείτο το ποσό των 4.500 ευρώ, ζητούσε δε με αυτήν (αγωγή) να υποχρεωθεί η εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη της πρώτης εφέσεως, να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 10.929,04 ευρώ ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση της ηθικής της βλάβης με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής καθώς και να καταδικαστεί η εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη της πρώτης εφέσεως στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της.

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη υπ’ αριθ. 322/2005 οριστική απόφασή του, αφού συνεκδίκασε την ως άνω αγωγή με την από 15-9-2004 και με αριθμό κατάθεσης … προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης της πρώτης εφέσεως κατά της εφεσίβλητης της ως άνω απορριφθείσας δεύτερης εφέσεως ασφαλιστικής εταιρείας, απέρριψε στο σύνολό της την ως άνω αγωγή (της εκκαλούσας της πρώτης εφέσεως) ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν. Ήδη με την υπό κρίσιν πρώτη έφεσή της, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα της πρώτης εφέσεως ζητά, για τους λόγους που αναφέρονται σε αυτήν (πρώτη έφεση) και οι οποίοι ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, έτσι ώστε να γίνει δεκτή η αγωγή της στο σύνολό της.

Από την επανεκτίμηση των αποδεικτικών μέσων που προσκομίζονται και ειδικότερα από τις ένορκες επ’ ακροατηρίου καταθέσεις των μαρτύρων της ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας της πρώτης εφέσεως και της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης της πρώτης εφέσεως, στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του, από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν και τα οποία εκτιμώνται είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και αυτά της ποινικής δικογραφίας που σχηματίσθηκε για την προκειμένη περίπτωση, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : στις 26-8-2002 και περί ώρα 13:45 περίπου, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα, ούσα επιβάτης στο Ε/Γ – Ο/Γ πλοίο «…», πλοιοκτησίας της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, το οποίο εκτελούσε το δρομολόγιο Αντίρριο – Ρίο και πλησίαζε στον προορισμό του, κατά την κάθοδό της από την ευρισκόμενη στο πρυμναίο τμήμα του ως άνω πλοίου δεξιά κλίμακα αποβίβασης από το κατάστρωμα παραμονής επιβατών στον πλευρικό διάδρομο των πεζών, γλίστρησε και έπεσε με αποτέλεσμα να υποστεί αμφισφύριο κάταγμα δεξιάς ποδοκνημικής, το οποίο αντιμετωπίστηκε με χειρουργική επέμβαση ανοικτής ανάταξης – εσωτερικής οστεοσύνθεσης, στην οποία υποβλήθηκε στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών. Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα ισχυρίστηκε ότι ο ως άνω τραυματισμός της οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, πλοιοκτήτριας του ως άνω πλοίου η οποία δεν τοποθέτησε και δεν κατασκεύασε την εν λόγω κλίμακα σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης και τις προδιαγραφές που προβλέπονται για τα συγκεκριμένα πλοία, στην περίπτωση των οποίων δεν θα έπρεπε οι κλίμακες να είναι κάθετες και θα έπρεπε να διαθέτουν φαρδιά σκαλοπάτια. Ο ισχυρισμός αυτός της ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας αποδεικνύεται ουσιαστικά βάσιμος δεδομένου ότι όπως προκύπτει από την παραδεκτώς επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από την ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα μέσα στα πλαίσια του άρθρου 529 παρ. 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ – καθότι διενεργηθείσα μετά τη συζήτηση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιώς (28-3-2005), επί της οποίας εξεδόθη η εκκαλουμένη και μέσα στα πλαίσια σχηματισμού της σχετικής ποινικής δικογραφίας – από 8-8-2005 τεχνική έκθεση πραγματογνωμοσύνης του διορισθέντος από το Λιμεναρχείο Αιδηψού πραγματογνώμονος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Χαλκίδας, Ναυπηγού – Μηχανολόγου – Μηχανικού, … και σύμφωνα με τους ειδικότερα και αναλυτικά αναφερόμενους σε αυτή (έκθεση) ως σύμφωνους με τις αρχές κατασκευής της ναυπηγικής επιστήμης για ιδανικές κλίμακες υπολογισμούς βάσει των μετρηθεισών διαστάσεων της κλίμακας επί της οποίας έλαβε χώρα ο ως άνω τραυματισμός της ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας, ο συνδυασμός φάρδους (175 mm) και ύψους (195mm) του σκαλοπατιού της εν λόγω κλίμακας θεωρείται μη επιτρεπτός για παροχή ασφαλούς πρόσβασης ή αποβίβασης προς ή από το κατάστρωμα παραμονής επιβαινόντων, πιο συγκεκριμένα δε, θεωρείται ότι είναι αρκετά μικρό το φάρδος των 175 mm, στα οποία μετρήθηκε το φάρδος εκάστου σκαλοπατιού της ως άνω κλίμακας. Εξάλλου, με το ίδιο ως άνω σκεπτικό, στο ίδιο ως άνω συμπέρασμα κατέληξε και η ομοίως επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από την ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα μέσα στα πλαίσια του άρθρου 529 παρ. 1 εδ. α΄ ΚΠολΔ, υπ’ αριθ. 1908/25-11-2008 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πατρών, δυνάμει της οποίας καταδικάστηκε ο νόμιμος εκπρόσωπος της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης σε φυλάκιση τεσσάρων (4) μηνών για την αποδιδόμενη σε αυτόν πράξη της παρ’ υποχρέου σωματικής βλάβης εξ αμελείας της ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας διότι, αν και υπόχρεος ως εκ της υπηρεσίας του και της ιδιότητάς του ως εκπροσώπου της πλοιοκτήτριας σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή βάσει της σύμβασης μεταφοράς επιβατών, δεν έλαβε τα αναγκαία μέτρα για παροχή ασφαλούς πρόσβασης ή αποβίβασης των επιβαινόντων στο ανωτέρω πλοίο. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, συνεπεία του ως άνω συμβάντος, οφειλομένου στην κατά τα προεκτεθέντα, δια των αρμοδίων καταστατικών οργάνων της, αμέλεια της εναγομένης και ήδη εφεσίβλητης, πλοιοκτήτριας του ως άνω πλοίου και υπεύθυνης για την κατασκευή του σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα υπέστη αμφισφύριο κάταγμα δεξιάς ποδοκνημικής. Για το λόγο αυτό εισήχθη στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών όπου και υπεβλήθη σε χειρουργική επέμβαση ανοικτής ανάταξης – εσωτερικής οστεοσύνθεσης και νοσηλεύθηκε έως τις 6-9-2002, ακολούθως δε, στις 21-10-2002 επανεισήχθη στο ως άνω νοσοκομείο προς αφαίρεση βίδας συνδέσμου και εξήλθε αυθημερόν ενώ στις 2-6-2004 επανεισήχθη στο ως άνω νοσοκομείο, από το οποίο έλαβε εξιτήριο στις 4-6-2004 (βλ. τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από την ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα από 6-9-2002, 21-10-2002 και 4-6-2004 εξιτήρια του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών). Κατά τη διάρκεια της ως άνω νοσηλείας της, η σχετική δαπάνη ανήλθε συνολικά στο ποσό των 1.429,04 ευρώ, ποσό το οποίο καλύφθηκε εξ ολοκλήρου από το Δημόσιο που αποτελεί τον ασφαλιστικό της φορέα – έτσι όπως τα ανωτέρω προκύπτουν από τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από την ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα από 20-4-2004 και 11-6-2004 βεβαιωτικά του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών – και το οποίο η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα δικαιούται σύμφωνα με την προβλέπουσα την αθροιστική απόληψη της αποζημίωσης διάταξη του άρθρου 930 παρ. 3 ΑΚ (βλ. μεταξύ άλλων και την ΕφΙωαν 22/2009, Αρμ. 2010.203). Περαιτέρω, για τους ανωτέρω λόγους και έτσι όπως προκύπτει από τα επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από την ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα από 6-9-2002, 21-10-2002 και 4-6-2004 εξιτήρια του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών, το από 7-1-2003 πιστοποιητικό Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών και την από 21-2-2003 ιατρική γνωμάτευση του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών σε συνδυασμό με τις υπ’ αριθ. πρωτ. 2487/20-5-2003, 165/16-1-2003 και 4317/16-9-2003 αποφάσεις περί χορηγήσεως αναρρωτικής άδειας της Δ΄ Διευθύνσεως Δ.Ε. Αθήνας της Περιφερειακής Διευθύνσεως Π.Ε. και Δ.Ε. Αττικής, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα αναγκάστηκε να απόσχει από την εργασία της ως καθηγήτριας για τα χρονικά διαστήματα από 6-9-2002 έως 7-4-2003 και από 3-6-2004 έως το τέλος Ιουνίου 2004, για τα ίδια ως άνω χρονικά διαστήματα δε, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα υποχρεώθηκε να δαπανήσει 5.000 ευρώ για την πρόσληψη οικιακής βοηθού, έτσι όπως αυτό προκύπτει και από τη επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από 30-6-2004 απόδειξη της …. Τέλος, ενόψει των προπεριγραφόμενων συνθηκών, υπό τις οποίες έλαβε χώρα το επίδικο συμβάν που είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό της ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας, του είδους της σωματικής βλάβης την οποία αυτή υπέστη, του βαθμού του πταίσματος της εναγομένης και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των μερών που ενεπλάκησαν στο συμβάν, η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα υπέστη ηθική βλάβη λόγω του κλονισμού της από την επέλευση του συμβάντος, του πόνου και της σωματικής και ψυχικής ταλαιπωρίας από την σωματική βλάβη που υπέστη και την αποκατάσταση αυτής και, επομένως, πρέπει να επιδικαστεί υπέρ αυτής ως χρηματική ικανοποίηση το εύλογο ποσό των 3.000 ευρώ. Εξάλλου, δεδομένου ότι σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 937 ΑΚ, η απαίτηση από αδικοπραξία παραγράφεται μετά πενταετία αφότου ο παθών έμαθε τη ζημία και τον υπόχρεο σε αποζημίωση, από το φάκελο της δικογραφίας δε, δεν προκύπτει άπρακτη πάροδος του ανωτέρω χρονικού διαστήματος μεταξύ οποιωνδήποτε δύο διαδικαστικών πράξεων έτσι ώστε να συμπληρώθηκε ολόκληρος ο ως άνω απαιτούμενος για την παραγραφή της στηριζόμενης στις διατάξεις των άρθρων 914 επ. ΑΚ αξίωσης της ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας χρόνος εν επιδικία καθ’ όσον το επίδικο συμβάν έλαβε χώρα στις 26-8-2002, η εκκαλουμένη εξεδόθη στις 25-10-2005, η υπό κρίσιν έφεση κατατέθηκε στις 15-9-2006 και επιδόθηκε στις 31-8-2009 (βλ. την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά …), η συζήτησή της κατά την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 10-12-2010 αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 2-5-2012 οπότε και ματαιώθηκε, επανήλθε δε με κλήση και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο της 1-11-2013 οπότε και συζητήθηκε, επανήλθε δε εκ νέου προς συζήτηση με κλήση μετά από παραπομπή και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, η σε κάθε περίπτωση αόριστη – δεδομένου ότι δεν προσδιορίζεται μεταξύ ποιών δύο διαδικαστικών πράξεων συμπληρώθηκε ο απαιτούμενος για την παραγραφή της αξίωσης χρόνος – ένσταση παραγραφής εν επιδικία που προβάλλει η εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη, θα πρέπει να απορριφθεί και ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν. Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο δέχθηκε ότι ο τραυματισμός της ενάγουσας και ήδη εκκαλούσας οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα της ιδίας και ότι η εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη δεν φέρει ουδεμία ευθύνη γι’ αυτόν και απέρριψε την αγωγή ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν, έσφαλε κατά την εκτίμηση των αποδείξεων, γενομένου δεκτού του σχετικού και μόνου λόγου της υπό κρίσιν πρώτης εφέσεως.

Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίσιν πρώτη έφεση να γίνει δεκτή και ως βάσιμη κατ’ ουσίαν, περαιτέρω δε, αφού εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση ως προς το τμήμα αυτής, με το οποίο αποφαίνεται επί της από 21-7-2004 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγής, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν Δικαστήριο, να δικαστεί η από 21-7-2004 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγή, να γίνει αυτή εν μέρει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των (1.429,04 + 5.000 + 3.000 =) 9.429,04 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Εξάλλου, εφόσον εξαφανίστηκε η εκκαλούμενη απόφαση, εξαφανίζεται και η διάταξη αυτής περί δικαστικών εξόδων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 535 παρ. 1, 176, 178, 183 και 191 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να προσδιοριστούν τα καταβλητέα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας (βλ. ΑΠ 192/1998 ΕλλΔνη 1998.825, 843, ΕφΠατρ 862/2005 ΔΕΕ 2005.1196), η δε εφεσίβλητη της πρώτης εφέσεως, θα πρέπει να καταδικασθεί ανάλογα με την έκταση της ήττας της, στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας της πρώτης εφέσεως και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, κατά παραδοχήν σχετικού νομίμου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 178 παρ. 1, 183 και 191 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ.), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Δικάζει αντιμολία των διαδίκων τις συνεκδικασθείσες με την υπ’ αριθ. 1085/2014 παραπεμπτική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, από 15-7-2006 και με αριθμό κατάθεσης στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου Πειραιώς … και στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού … και από 24-11-2010 και με αριθμό κατάθεσης στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου Πειραιώς … και στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού … εφέσεις.

Απορρίπτει την από 24-11-2010 και με αριθμό κατάθεσης στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου Πειραιώς … και στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού … έφεση.

Καταδικάζει την εκκαλούσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της εφεσίβλητης, τα οποία ορίζει για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας στο ποσό των τριακοσίων ευρώ (300€).

Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσίαν την από 15-7-2006 και με αριθμό κατάθεσης στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου Πειραιώς … και στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού … έφεση.

Εξαφανίζει την υπ’ αριθ. 322/2005 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, ως προς το τμήμα αυτής, με το οποίο αποφαίνεται επί της από 21-7-2004 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγής.

Κρατεί την υπόθεση για να τη δικάσει το ίδιο κατά την ίδια τακτική διαδικασία.

Δέχεται εν μέρει την από 21-7-2004 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγή.

Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των εννέα χιλιάδων τετρακοσίων είκοσι εννέα ευρώ και τεσσάρων λεπτών (9.429,04 €) με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση.

Καταδικάζει την εφεσίβλητη στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας, το οποίο ορίζει και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας στο ποσό των εννιακοσίων ευρώ (900€).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά στις  22-3-2016

και δημοσιεύθηκε στις 15-4-2016, σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ