Μενού Κλείσιμο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

 

 

 

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ :    4191/2015

TO MONOMEΛEΣ ΠPΩTOΔIKEIO

ΠΕΙΡΑΙΑ

Ειδική Διαδικασία Εκδίκασης Διαφορών κατά τις Διατάξεις των Άρθρων 663 επ. ΚΠολΔ.

 

Συγκροτούμενο από το Δικαστή Παναγιώτη Τελωνιάτη Πρωτοδίκη που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, συνεδρίασε δημόσια και στο ακροατήριό του την 05η Μαΐου 2015, με την παρουσία και της Γραμματέα Αθανασίας Πουλοπούλου, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

ΤΟΥ ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ : … του …, κατοίκου … ο οποίος παρέστη μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Γ. Κοντοσέα.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ : Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στα … και διατηρούσας γραφεία στον Πειραιά (…), νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία παρέστη διά της πληρεξουσίας της δικηγόρου Αικατερίνης Πρωτόπαπα.

Ο καλών – ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η με ΓΑΚ … αγωγή του με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε, το πρώτον, τη δικάσιμο της 29.01.2015, ματαιωθείσα λόγω της προκήρυξης βουλευτικών εκλογών της 25.01.2015, νομίμως επαναφερθείσα προς συζήτηση με τη με ΓΑΚ … και αριθμό κατάθεσης δικογράφου … κλήση και προσδιορισθείσα να συζητηθεί τη δικάσιμο της 12.3.2015, αναβληθείσα για τη δικάσιμο που ανωτέρω αναφέρεται, κατά την οποία και συζητήθηκε.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Α.α. Εργατικό, κατά την έννοια του νόμου, ατύχημα, εκ βιαίου συμβάντος, συνιστά και ο θάνατος [και ο τραυματισμός] του ναυτικού από τροχαίο ατύχημα, κατά τη διάρκεια της μεταβάσεώς του από τον τόπο ελλιμενισμού του πλοίου στην κατοικία του, εφόσον συντρέχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ του ατυχήματος και της ναυτικής εργασίας, με την έννοια ότι αυτή υπήρξε η αφορμή του ατυχήματος αυτού. Αιτιώδης σύνδεσμος υφίσταται και στην περίπτωση που ο ναυτικός, μετά την εκτέλεση της υπηρεσίας του στο πλοίο και, κατόπιν αδείας του πλοιάρχου, αποχωρεί από το πλοίου προκειμένου να μεταβεί στην κατοικία του και θανατώνεται [ή τραυματίζεται] καθ’ οδόν, το γεγονός δε αυτό δεν θα συνέβαινε κατά την συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, αν δεν υπήρχε η σύμβαση ναυτικής εργασίας (οράτε ΑΠ 1687/2000 ΕλλΔνη 2001 σ. 1314, ΕφΠειραιά 501/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 566/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 703/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 483/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 388/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 810/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΕφΠειραιά 251/2013 ΕΝαυτΔ τόμος 41 σ. 300).Συναφώς, δεν διακόπτεται ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της εργασίας του ενάγοντος και του εργατικού ατυχήματος ακόμα και στην περίπτωση που το εργατικό ατύχημα οφείλεται σε αμέλεια του παθόντος, εφόσον τούτο δεν θα επερχόταν, αν ο εργαζόμενος δεν παρείχε την εργασία του στο πλοίο οπότε δε θα χρειαζόταν να μεταβαίνει στην οικογένειά του και δεν θα τραυματιζόταν (οράτε ΕφΠειραιά 89/1993 ΕΝαυτΔ τόμος 22 σ. 158). β. Περαιτέρω, σε περίπτωση τέτοιου ατυχήματος, οφείλεται, κατ’ αρχήν, η προβλεπόμενη από το άρθρο 3 του άνω νόμου αποζημίωση για την οποία η ευθύνη του εργοδότη είναι αντικειμενική, δηλαδή αυτός ευθύνεται σε καταβολή της αποζημίωσης ανεξάρτητα από την ύπαρξη πταίσματός του ή πταίσματος των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, μπορεί δε, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 16 § 4 εδ. α΄, β΄ και γ΄ του Ν. 551/1915 να μειωθεί, κατά την κρίση του δικαστηρίου, η αποζημίωση μέχρι το μισό της μόνο όταν ο παθών επέδειξε την ειδική αμέλεια που συνίσταται στην, από μέρους του, αδικαιολόγητη παράβαση των διατάξεων νόμων, διαταγμάτων ή συναφών κανονισμών που θέτουν τους όρους ασφαλείας στην εργασία και έχουν εκδοθεί από την αρμόδια αρχή ή τον κύριο της επιχείρησης, εφόσον, στην τελευταία περίπτωση, κυρώθηκαν από την αρχή (οράτε ΑΠ 1858/2011 ό.π.). Στην τελευταία περίπτωση, οι εν λόγω διατάξεις πρέπει να προβλέπουν ειδικώς τους όρους, μνημονεύοντας και συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους για την επίτευξή τους και δεν αρκεί να επήλθε το ατύχημα από τη μη τήρηση των όρων που επιβάλλονται από την κοινή αντίληψη, τη γενική υποχρέωση πρόνοιας (άρθρο 662 ΑΚ) και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς να προβλέπεται από ειδική διάταξη νόμου (οράτε ΟλΑΠ 26/1995 ΕλλΔνη 1996 σ. 38, ΑΠ 2014/2007 ΕΝΔ 35 σ. 301, 571/2007 ΕλλΔνη 2008 σ. 1046, ΑΠ 1109/2006 ΕΝΔ 34 σ. 388, ΑΠ 1357/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειραιά 618/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 515/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). γ. Εξάλλου, επί ναυτεργατικού ατυχήματος, ο παθών έχει το επιλεκτικό δικαίωμα να αξιώσει από τον κύριο της επιχείρησης, είτε την περιορισμένη αποζημίωση, κατ’ αποκοπή, του άρθρου 3 του Ν. 551/1915, είτε την πλήρη αποζημίωση του κοινού δικαίου κατά τα άρθρα 297, 298, 914, 922, 928 έως 932 ΑΚ, εφόσον, όμως, στη δεύτερη περίπτωση, το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή στη μη τήρηση των διατάξεων ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων και κανονισμών περί ειδικών όρων ασφαλείας των εργαζομένων, εφόσον δηλαδή το βίαιο συμβάν είναι συγχρόνως και αδικοπραξία, κατά τα ανωτέρω (οράτε 804/2008 ΕλλΔνη 2011 σ. 127, 2014/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 963/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειραιά 93/2009 ΕλλΔνη 2010 σ. 191). Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει επίσης, ότι η ως άνω απαλλαγή αφορά όχι μόνο την περίπτωση που το ατύχημα προκλήθηκε από ενέργεια ή παράλειψη του εργοδότη ή του παθόντος, αλλά και όταν αυτό προκλήθηκε από ενέργεια ή παράλειψη και του προσώπου που προστήθηκε από τον εργοδότη. Καλύπτει δε η απαλλαγή αυτή και την περίπτωση της ειδικής αμέλειας, κατά την οποία, το ατύχημα έγινε, διότι δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών περί των όρων ασφαλείας (οράτε ΟλΑΠ 1117/1986 ΝοΒ 1987 σ. 891, 1267/1976 ΝοΒ 1977 σ. 895, ΑΠ 1602/1998 ΔΕΝ 1999 σ. 200, ΕφΠειραιά 93/2009 ΕλλΔνη 2010 σ. 191, ΕφΑθ 11116/1996 ΕΕργΔ 1997 σ. 1126). Εξ αυτών, παρέπεται ότι ο παθών έχει επιλεκτικό δικαίωμα να ασκήσει τη μία ή την άλλη αξίωση, που συρρέουν διαζευκτικά, με την έννοια ότι, σε περίπτωση επιλογής της μιας απ’ αυτές τις αξιώσεις αποζημίωσης, αποκλείεται να ζητήσει ταυτόχρονα ή διαδοχικά την άλλη, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 306 ΑΚ, που αφορά στη διαζευκτική ενοχή, σε κάθε δε περίπτωση, δηλαδή, και όταν ακόμη ο εργοδότης απαλλάσσεται από την υποχρέωση προς αποζημίωση, ο παθών διατηρεί την αξίωση για χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης κατά του εργοδότη, εφόσον το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα, ήτοι σε δόλο ή αμέλεια οποιασδήποτε μορφής (οράτε ΑΠ 804/ 2008 ό.π., ΑΠ 2014/2007 ό.π., ΑΠ 1627/2007 πάγια νομολογία). δ. Κατά δε το άρθρο 66 ΚΙΝΔ : «Ο ναυτικός ασθενήσας δικαιούται εις μισθόν και νοσηλεύεται δαπάναις του πλοίου, εάν δε η σύμβασις ναυτολογήσεως λυθή λόγω της ασθενείας και νοσηλεύεται ούτος εκτός του πλοίου, δικαιούται εις νοσήλια και εις μισθόν, εφόσον διαρκεί η ασθένεια, ουχί όμως πέραν των τεσσάρων μηνών (§1). Αι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται και επί ατυχημάτων εκ βιαίου συμβάντος, εάν δε ο ναυτικός υπέστη εξ αυτών ανικανότητα προς εργασίαν, ως και εν περιπτώσει θανάτου αυτού, εφαρμόζονται και αι ειδικαί διατάξεις περί αποζημιώσεως των εξ ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων (§ 2). Προς υπολογισμόν των εκ του παρόντος άρθρου απαιτήσεων, επιτρέπεται να συνομολογήται ειδικός μισθός (§ 3)». Ο μισθός ασθενείας έχει το χαρακτήρα αποδοχών και δεν είναι αποζημιωτικός παρά την, μάλλον από παραδρομή, εσφαλμένη διατύπωση του άρθρου μόνου του ΠΔ 1212/1981. Συνίσταται σε ό,τι ο ναυτικός θα αποκόμιζε στο πλοίο από την εργασία του πριν από την ασθένεια, δηλαδή στο βασικό μισθό, στα επιδόματα, στο αντίτιμο τροφής, στα δώρα εορτών, ακόμα και στα φιλοδωρήματα που τυχόν κατέβαλε ο πλοιοκτήτης, δηλαδή υπολογίζεται με βάση την ισχύουσα ΣΣΕ, εκτός αν υπάρχει κλειστός μισθός (οράτε ΕφΠειραιά 648/2008 ΕΝαυτΔ 36 σ. 388, 984/2001 ΠειρΝομ 2002 σ. 277, ΜΕφΠειραιά 951/2013 ΕλλΔνη 2014 σ. 151, 23/2013 Αρμ 2014 σ. 93). Εάν δε αμοιβόταν με δύο μισθούς, σε περίπτωση πρόσθετης απασχόλησης και με καθήκοντα άλλης ειδικότητας, περιλαμβάνονται και οι δύο στο μισθό ασθενείας. Ανώτατο όριο των οφειλόμενων μισθών (ασθένειας) παροχών είναι το τετράμηνο από της απολύσεως λόγω της ασθένειας (οράτε ΕφΠειραιά 333/2003 ΕΝΔ 2003 σ. 270, ΜΕφΠειραιά 951/2013 ό.π.). ε. Επίσης, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 και 3 του Ν. 551/1915 που κωδικοποιήθηκαν με το ΒΔ της 24.7.1920, προκύπτει ότι, επί εργατικού ατυχήματος, από βίαιο συμβάν, ο εργάτης ή ο υπάλληλος ο οποίος, λόγω του επελθόντος ατυχήματος, κατά την εκτέλεση της εργασίας του ή εξ αφορμής αυτής, υπέστη πλήρη διαρκή ανικανότητα να ασκεί όχι μόνο το μέχρι τότε επάγγελμά του, αλλά οποιοδήποτε άλλο κοινωνικά και οικονομικά ισοδύναμο, έτσι ώστε να αποφεύγεται η κοινωνική και οικονομική μετάταξή του, δικαιούται την προβλεπόμενη, κατά περίπτωση, νόμιμη αποζημίωση η οποία περιλαμβάνει το καθοριζόμενο χρηματικό ποσό. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 4 §§ 1β και 2 του αυτού ως άνω νόμου, για τον καθορισμό της εν λόγω αποζημίωσης (η οποία, κατά το άρθρο 3 § 1 του ίδιου Νόμου, σε περίπτωση πλήρους διαρκούς ανικανότητας περιλαμβάνει μισθούς έξι ετών) το μεν έτος λογίζεται πλήρες, ο δε μισθός, προκειμένου περί οποιουδήποτε άλλου εργάτη (πλην μαθητευόμενων και εργατών που δεν συμπλήρωσαν το 21ο έτος της ηλικίας τους) λογίζεται ίσος με την αντιμισθία που λήφθηκε πραγματικά απ’ αυτόν κατά τους δώδεκα μήνες πριν από το ατύχημα, είτε σε χρήματα, είτε σε είδος. Στην περίπτωση αυτή, αν ο παθών απασχολήθηκε για χρονικό διάστημα λιγότερο των δώδεκα μηνών πριν από το ατύχημα, ως βάση του υπολογισμού της αποζημίωσης λαμβάνεται η πραγματική αντιμισθία την οποία κατά το χρονικό διάστημα που απαιτείται προς συμπλήρωση του δωδεκαμήνου πριν από το ατύχημα, μπορούσε να λάβει με βάση τη μέση αντιμισθία εργατών ή υπαλλήλων της αυτής κατηγορίας κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα (οράτε ΑΠ 131/2007 ΕλλΔνη 2007 σ. 1411). στ. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 και 3 του Ν. 551/1915 που κωδικοποιήθηκαν με το ΒΔ της 24.7.1920, προκύπτει ότι, επί εργατικού ατυχήματος, από βίαιο συμβάν, ο εργάτης ή ο υπάλληλος ο οποίος, λόγω του επελθόντος ατυχήματος, κατά την εκτέλεση της εργασίας του ή εξ αφορμής αυτής, υπέστη πλήρη διαρκή ανικανότητα να ασκεί όχι μόνο το μέχρι τότε επάγγελμά του, αλλά οποιοδήποτε άλλο κοινωνικά και οικονομικά ισοδύναμο, έτσι ώστε να αποφεύγεται η κοινωνική και οικονομική μετάταξή του, δικαιούται την προβλεπόμενη, κατά περίπτωση, νόμιμη αποζημίωση η οποία περιλαμβάνει το καθοριζόμενο χρηματικό ποσό. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 4 §§ 1β και 2 του αυτού ως άνω νόμου, για τον καθορισμό της εν λόγω αποζημίωσης (η οποία, κατά το άρθρο 3 § 1 του ίδιου Νόμου, σε περίπτωση πλήρους διαρκούς ανικανότητας περιλαμβάνει μισθούς έξι ετών) το μεν έτος λογίζεται πλήρες, ο δε μισθός, προκειμένου περί οποιουδήποτε άλλου εργάτη (πλην μαθητευόμενων και εργατών που δεν συμπλήρωσαν το 21ο έτος της ηλικίας τους) λογίζεται ίσος με την αντιμισθία που λήφθηκε πραγματικά απ’ αυτόν κατά τους δώδεκα μήνες πριν από το ατύχημα, είτε σε χρήματα, είτε σε είδος. Στην περίπτωση αυτή, αν ο παθών απασχολήθηκε για χρονικό διάστημα λιγότερο των δώδεκα μηνών πριν από το ατύχημα, ως βάση του υπολογισμού της αποζημίωσης λαμβάνεται η πραγματική αντιμισθία την οποία κατά το χρονικό διάστημα που απαιτείται προς συμπλήρωση του δωδεκαμήνου πριν από το ατύχημα, μπορούσε να λάβει με βάση τη μέση αντιμισθία εργατών ή υπαλλήλων της αυτής κατηγορίας κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα (οράτε ΑΠ 131/2007 ΕλλΔνη 2007 σ. 1411). ζ. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 66 ΚΙΝΔ και 3 §§ 1-5 Ν. 551/1915 προκύπτει ότι επιτρέπεται η σωρευτική άσκηση της αξίωσης για μισθούς ασθενείας με την αποζημίωση του Ν. 551/1915 και δεν τίθεται θέμα επικάλυψης αυτών (οράτε ΕφΠειραιά 499/2011 Αρμ 2012 σ. 752, 94/2009 ΕΝΔ 2010 σ. 39, 648/2008 ΕΝΔ 36 σ. 388).η.Το γεγονός ότι ο εργαζόμενος – ενάγων υπογράφει ανεπιφύλακτα τις μηνιαίες μισθολογικές αποδείξεις, αφενός δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτησή του από τις ως άνω νόμιμες αποδοχές του, αφετέρου είναι άνευ νομίμου επιρροής, κατά τη γενική αρχή του εργατικού δικαίου, η οποία συνάγεται από τις διατάξεις των άρθρων 3, 174, 180, 679 ΑΚ, 8 Ν. 2112/1920 και 8 § 4 Ν. 4020/1959, σύμφωνα με την οποία κάθε παραίτηση του εργαζόμενου από το δικαίωμα λήψης των νόμιμων αποδοχών, επιδομάτων ή άλλων από την εργασία του παροχών, έστω και υπό τη μορφή άφεσης χρέους, κατ’ άρθρο 454 ΑΚ, είναι άκυρη και θεωρείται ως μη γενόμενη (οράτε ΑΠ 587/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 1524/2004 ΝΟΜΟΣ, 495/2006 ΔΕΕ 2006 σ. 948, ΕφΠειραιά 361/2013 ΕΝαυτΔ 2013 σ. 208, ΜΕφΠειραιά 698/2014 ΕλλΔνη 2015 σ. 499 με σημείωση Ευαγγέλου Στασινόπουλου).

       Β. Με τηνυπό κρίση αγωγή, όπως το περιεχόμενο και το αιτητικό της εκτιμάται και αξιολογείται από το Δικαστήριο, ο ενάγων αναφέρει ότι, δυνάμει της από 24.02.2012 σύμβασης ναυτικής εργασίας που συνήφθη στην Πάτρα, μεταξύ του ενάγοντος και της εναγομένης, ναυτολογήθηκε, από τον πλοίαρχο για να εργασθεί στο πλοίο «…», του οποίου πλοιοκτήτρια είναι η εναγομένη, με την ειδικότητα του ναύτη, αμοιβόμενος, με βάση τη σύμβαση αυτή, κατά την εκάστοτε ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Μεσογειακών – Τουριστικών Πλοίων και, επιπλέον, με την παροχή κατ’ αποκοπή αμοιβής για την υπερωριακή του εργασία κατά τις καθημερινές, Σάββατα, Κυριακές και αργίες τις οποίες στο δικόγραφο της αγωγής παραθέτει. Περαιτέρω, ο ενάγων αναφέρει ότι η σύμβαση αυτή ναυτικής εργασίας του λύθηκε τη 19.7.2013, ένεκα ατυχήματος – τραυματισμού του που συνέβη, όχι από δική του υπαιτιότητα, στην Πάτρα. Ειδικότερα, αναφέρει ότι την ημέρα εκείνη το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι της Πάτρας περί ώρα 05:45 και ότι, μετά το πέρας της εργασίας του, περί ώρα 12:00 μ.μ., κατόπιν άδειας του πλοιάρχου, εξήλθε του πλοίου, οδηγώντας το μοτοποδήλατό του που φύλασσε στο πλοίο,με συνεπιβάτη συνάδελφό του και με σκοπό να μεταβούν στο Αντίρριο όπου αμφότεροι διαμένουν. Τότε, ενώ έβαινε με το ανωτέρω όχημα επί της οδού Ηρώων Πολυτεχνείου,προβάλλει ότι έλαβε χώρα τροχαίο ατύχημα συνεπεία του οποίου τραυματίστηκε σοβαρά, όπως αναφέρει στην αγωγή του. Αμέσως δε μετά διακομίστηκε στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο των Πατρών, όπου υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση, με αποτέλεσμα ο πλοίαρχος να προβεί στην απόλυσή του λόγω τραυματισμού του που έλαβε χώρα εκτός πλοίου (τροχαίου ατυχήματος). Ισχυρίζεται δε ότι νοσηλεύθηκε στο ίδιο νοσοκομείο μέχρι την 23.7.2013 και παρέμεινε πλήρως και πρόσκαιρα ανίκανος, για την άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος, μέχρι και τη 10.01.2014. Σχετικά, ο ενάγων υποστηρίζει ότι το ένδικο ατύχημα είναι εργατικό, κατά την έννοια του Ν. 551/1915, εφόσον συνέβη εξ αφορμής της ναυτικής εργασίας του και τελεί σε σχέση αιτίου και αποτελέσματος με την παροχή της εργασίας του στο πλοίο της εναγομένης, εφόσον συνέβη κατά τη μετάβασή του από αυτό στην οικία του, κατόπιν έγκρισης του πλοιάρχου, με δικό του μεταφορικό μέσο, όπως είχε επαναληφθεί, κατόπιν άδειας των προϊσταμένων του, προς επικοινωνία του με την οικογένειά του. Μετά δε την αποκατάσταση της υγείας του, ο ενάγων αναφέρει ότι, με νεότερη, μεταξύ των διαδίκων, σύμβαση ναυτικής εργασίας, ναυτολογήθηκε την 08.02.2014 στο λιμάνι του Πειραιά, στο πλοίο της εναγομένης «…», όπου υπηρέτησε μέχρι και την 02.9.2014, οπότε η σύμβαση αυτή ναυτικής εργασίας του λύθηκε λόγω μετάθεσής του στο πλοίο της εναγομένης «…», στο οποίο και ναυτολογήθηκε αυθημερόν, όπου και υπηρέτησε μέχρι και τη 16.9.2014, οπότε και απολύθηκε λόγω διακοπής των δρομολογίων του. Αντίστοιχα, κατά την υπηρεσία του στα δύο αυτά πλοία της εναγομένης, υποστηρίζει ότι είχε συμφωνηθεί να αμοίβεται με βάση τιςαναφερόμενες στην αγωγή ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων. O ενάγων, στην υπό κρίση αγωγή του υποστηρίζει ότι διατηρεί τις κάτωθι αξιώσεις κατά της εναγομένης : κατά πρώτον, από την παροχή της εργασίας του στο πλοίο «…», υποστηρίζει ότι ενώ είχε συμφωνηθεί να λαμβάνει, ως κατ’ αποκοπή αμοιβή, για την υπερωριακή εργασία του, κατά τις καθημερινές, Κυριακές, μηνιαίως το ποσό των 870,06 ευρώ, και, ως κατ’ αποκοπή αμοιβή, για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα, το ποσό των 317,70 ευρώ, που αντιστοιχεί σε 115 και 35 ώρες υπερωριακής εργασίας, αντίστοιχα, ανά μήνα, εργασία που πράγματι παρείχε, όπως υποστηρίζει, αιτία για την οποία ζητεί να του επιδικασθεί, για το χρονικό διάστημα, από 24.11.2012 έως 06.7.2013 (6 μήνες και 10 ημέρες) το συνολικό ποσό των 7.522,86 ευρώ. Κατά δεύτερον, ζητεί,κατ’ άρθρο 66 ΚΙΝΔ, τους μισθούς ασθενείας τεσσάρων μηνών, από την απόλυσή του, ήτοι από 19.7.2013 έως 19.11.2013, καθ’ ον χρόνο διήρκεσε η νοσηλεία του, κατ’ ελάχιστο, ήτοι μισθός ενεργείας προσαυξημένος κατά το αντίτιμο τροφής, συνολικού ύψους 6.100,00 ευρώ. Κατά τρίτον, ζητεί, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 Ν. 551/1915, λόγω της επενεχθείσης, ένεκα του ένδικου ατυχήματος, πρόσκαιρης, ολικής του ανικανότητας προς εργασία, τις αποδοχές τις οποίες απώλεσε, καθ’ όλο το χρονικό διάστηκα που ήταν ανίκανος να εργαστεί (19.7.2013-10.01.2014) ήτοι για 5 μήνες και 21 ημέρες το συνολικό ύψος των οποίων προσδιορίζει σε 11.198,79 ευρώ. Κατά τέταρτον και ένεκα της υπερωριακής απασχόλησής του στο πλοίο «…», το χρονικό διάστημα 08.02.2014-02.9.2014, υποστηρίζοντας ότι εργαζόταν επί δώδεκα ώρες την ημέρα, με τα αναφερόμενα στην αγωγή καθήκοντα, αναφέρει ότι θα έπρεπε να λάβει, για μεν τις πραγματοποιηθείσες υπερωρίες, κατά τα Σάββατα, το συνολικό ποσό των 4.582,00 ευρώ και για τις πραγματοποιηθείσες υπερωρίες κατά τις καθημερινές και αργίες, το συνολικό ποσό των 5.664,88 ευρώ, σύνολο 10.247,68 ευρώ, έναντι του οποίου έλαβε το ποσό των 7.462,83 ευρώ, με αποτέλεσμα να ζητεί, για την αιτία αυτή, το ποσό των 2.784,85 ευρώ. Κατά πέμπτον α) υπό μορφή αναλογίας επιδόματος Πάσχα 2014, ισχυρίζεται ότι έπρεπε να λάβει το ποσό των 1.512,94 ευρώ, έναντι του οποίου αναφέρει ότι έλαβε το ποσό των 780,67 ευρώ, με αποτέλεσμα να ζητεί, για την αιτία αυτή, το ποσό των 732,27 ευρώ και β) υπό μορφή αναλογίας επιδόματος Χριστουγέννων 2014, ισχυρίζεται ότι έπρεπε να λάβει το ποσό των 2.360,90 ευρώ, έναντι του οποίου αναφέρει ότι έλαβε το ποσό των 1.152,00 ευρώ, με αποτέλεσμα να ζητεί για την αιτία αυτή, το ποσό των 1.208,90 ευρώ. Τέλος, κατά έκτον, ο ενάγων υποστηρίζει ότι η ναυτολόγησή του στο τρίτο κατά σειρά πλοίο της εναγομένης που εργάστηκε «…», διήρκεσε 14 ημέρες και ότι εξ αυτού του λόγου, δικαιούται τις αποδοχές ολόκληρου του μήνα, ήτοι μέχρι και τη 02.10.2014, το συνολικόύψος των οποίων προσδιορίζει σε 1.415,48 ευρώ. Για τους λόγους δε αυτούς, ο ενάγων ζητείνα υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 30.963,15 ευρώ, με το νόμιμο τόκο, αναλυτικά, ως προς το ποσό των 7.522,86 ευρώ, από τη 19.7.2013, ως προς το ποσό των 4.726,02 ευρώ, από τη 02.9.2014 και ως προς το ποσό των 18.714,27 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση και, επικουρικά, ως προς όλο το αξιούμενο ποσό, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Παρεπομένως, επίσης, ζητείται η κήρυξη της απόφασης προσωρινά εκτελεστής και, τέλος, η καταδίκη της εναγομένης στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων. Η αγωγή, με το περιεχόμενο αυτό και αίτημα, αρμοδίως, κατά τόπον, εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία και αρμοδιότητα προς εκδίκασή της, εφόσον, στην προκείμενη περίπτωση, τόσο με βάση τη διάταξη του άρθρου 25 § 2 ΚΠολΔ, διότι, κατά τα στην αγωγή διαλαμβανόμενα, η εναγομένη διατηρεί υποκατάστημα στον Πειραιά όσο και με βάση τη διάταξη του άρθρου 664 ΚΠολΔ, εφόσον ο ενάγων αναφέρει ότι παρέσχε, κατά ένα μέρος, τη (ναυτική) εργασία του στον Πειραιά και δη αναφορικά με την εργασία που παρέσχε στα πλοία «…» «…» τα οποία εκτελούσαν το δρομολόγιο Πειραιάς – …. Περαιτέρω, συντρέχει και αρμοδιότητα του Δικαστηρίου καθ’ ύλη (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12, 13, 14 § 2 και 16 περ. 2, ΚΠολΔ) για να δικασθεί η υπόθεση κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 663 επ. ΚΠολΔ, κατ’ άρθρο 82 Ν. 3816/1958 (ΚΙΝΔ). Επίσης, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη και νόμω βάσιμηκαι στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 298, 341, 345, 346, 648 επ. και 914 επ. ΑΚ, 39, 40, 53, 54, 60, 66, 84 Ν. 3816/1958 (ΚΙΝΔ), 1, 2 και 3 Ν. 551/1915 και 176, 191 § 2, 907 και 908 § 1 στοιχ. ε΄ ΚΠολΔ, καθώς επίσης, στις διατάξεις της ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Μεσογειακών – Τουριστικών Πλοίων του έτους 2010 που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 3525.10/01/2010 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας (ΦΕΚ Β΄ 1743/05.11.2010), της ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Μεσογειακών – Τουριστικών Πλοίων του έτους 2013 που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 3525.1.1/10.01.2013 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας (ΦΕΚ Β΄ 2068/26.8.2013), της ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014 που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 3525.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄ 1664/24.6.2014) και των άρθρων 176, 191 § 2, 907 και 908 § 1 στοιχ. ε΄ ΚΠολΔ. Ως προς δε το παρεπόμενο αίτημά της, για την επιδίκαση τόκων, τούτο, είναι νόμω βάσιμο, ως προς την έναρξη τοκοδοσίας πριν την επίδοση της αγωγής (και ειδικότερα με χρόνο έναρξης τοκοδοσίας τη λύση της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος που έλαβε χώρα τη 02.9.2014) μόνο για τα κονδύλια που ζητούνται υπό μορφή διαφορών επιδομάτων εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων 2014, εφόσον η εφαρμοστέα, κατά τα ανωτέρω, ΣΣΝΕ, για το έτος 2014, στο άρθρο 14 § 3 αυτής ορίζει ότι, κατά την απόλυσή του, ο ναυτικός δικαιούται και την καταβολή της αναλογίας των επιδομάτων εορτών, ενώ ωσαύτως, δεν υπάρχει κανένας ισχυρισμός περί όχλησης, σε σχέση με τα λοιπά ποσά, σε χρόνο προγενέστερο της άσκησης της αγωγής, με αποτέλεσμα η τοκοδοσία, ως προς όλα τα λοιπά κονδύλια, να μη μπορεί να εκκινήσει πριν την επίδοση της αγωγής. Περαιτέρω, και καθ’ ο μέτρο η αγωγή κρίθηκε παραδεκτή και νόμω βάσιμη, είναι ερευνητέα και επί της ουσίας, εφόσον κατατέθηκε στο φάκελο το προβλεπόμενο (υπ’ αριθμ. ΑΑ026803) γραμμάτιο προκαταβολής του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά (άρθρο 61 Ν. 4194/2013), ενώ, ωσαύτως, δεν είναι αναγκαία, για την εξέτασή της, η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, εφόσον η διάταξη του άρθρου 15 § 2 Ν. 551/1915, όπως κωδικοποιήθηκε με το ΒΔ 24.7/25.8.1920  που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 52 αριθμ. 8 του ΕισΝΚΠολΔ προβλέπει ότι οι αγωγές με τις οποίες επιδιώκεται η καταβολή αποζημίωσης από εργατικό ατύχημα δεν υποβάλλονται στο προβλεπόμενο από το Ν. ΓπΟΗ/1912 τέλος δικαστικού ενσήμου, με την παράλληλη και αναγκαία επισήμανση ότι το ποσό του οποίου ζητείται η καταψήφιση, με τα υπόλοιπα αγωγικά κονδύλια που δεν αφορούν σε αξιώσεις από εργατικό ατύχημα [(7.522,86+4.726,02+1.415,48=) 13.663,76 ευρώ], υπολείπεται του ανωτάτου ορίου (20.000,00 ευρώ) της καθ’ ύλη αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου (άρθρα 14 § 2 ΚΠολΔ και 71 ΕισΝΚΠολΔ).

       Γ. Η εναγομένη, με τις νομότυπα, κατά τη συζήτηση, κατατεθείσες προτάσεις της και με προφορική δήλωση της πληρεξουσίας της δικηγόρου που καταχωρίσθηκε στα πρακτικά, αρνείται την αγωγή και ζητεί την απόρριψή της.

       Δ. Εν προκειμένω, από την εκτίμηση της κατάθεσης ενός μάρτυρα που προσήχθη και εξετάστηκε στο ακροατήριο επιμελεία του ενάγοντος (η κάθε πλευρά της εναγομένης δεν προσήγαγε και εξέτασε μάρτυρα), του οποίουη κατάθεση εμπεριέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας αυτού συνεδρίασης, όλων των εγγράφων τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα (οράτε ΟλΑΠ 15/2003 ΕλλΔνη 2003 σ. 937, ΑΠ 577/2013 ΕλλΔνη 2014 σ. 738 με σημείωση Ι. Βαλμαντώνη, 1/2011 ΕλλΔνη 2011 σ. 731, 1324/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 1076/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 1885/2008 ΕλλΔνη 2009 σ. 449, Δ. Κράνη Αποκλίσεις των ειδικών διαδικασιών έναντι της τακτικής καθώς και αναμεταξύ τους ΕλλΔνη 2006 σ. 366-369, Κ. Μακρίδου Δικονομία εργατικών διαφορών § 8 σ. 187 επ. πλαγ. 26 επ.), προς άμεση ή έμμεση (διά τεκμηρίων απόδειξη), καθώς επίσης και την υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του Κ. Π. του Ν. που λήφθηκε ενώπιον του Συμβολαιογράφου Σάμου Δημητρίου Παπαργυρού του Ελευθερίου και την υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του Σ. Λ. του Δημητρίου η οποία λήφθηκε ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, πριν τη λήψη των οποίων κλητεύθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα να παραστεί εκπρόσωπος της εναγομένης, στα γραφεία της στον Πειραιά (οράτε την υπ’ αριθμ. … και … εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιά Ν. Α. Α.), καθώς επίσης και την υπ’ αριθμ. … ένορκη βεβαίωση του … Α. του Γ. η οποία λήφθηκε ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά Φωτεινής … Σαρρή, πριν τη λήψη της οποίας κλητεύθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα να παραστεί ο ενάγων, με επίδοση κλήσης στον πληρεξούσιο δικηγόρο και αντίκλητό του (οράτε την υπ’ αριθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά Μ. Ι. Γ.), καθώς επίσης και από τις ομολογίες των διαδίκων που εκτίθενται κατωτέρω, αποδείχτηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα κάτωθι πραγματικά περιστατικά (σημειώνεται ότι η μνεία παρακάτω ορισμένων εγγράφων είναι ενδεικτική, αφού ουδενός νόμιμα και με επίκληση προσκομιζομένου εγγράφου η συνεκτίμηση παραλείφθηκε): ο ενάγων, όντας Έλληνας απογεγραμμένος ναυτικός και κάτοχος του υπ’ αριθμ. … ναυτικού φυλλαδίου, δυνάμει της από 24.02.2012 σύμβασης ναυτικής εργασίας που συνήφθη στην Πάτρα, μεταξύ των διαδίκων, προσελήφθη και ναυτολογήθηκε, την ίδια εκείνη ημέρα, στο με ελληνική σημαία επιβατηγό – οχηματαγωγό πλοίο «…», νηολογίου Χανίων με αριθμό , κοχ 27.239 και με διεθνές διακριτικό σήμα …του οποίου πλοιοκτήτρια είναι η εναγομένη, για να εργαστεί με την ειδικότητα του ναύτη, αμοιβόμενος βάσει της ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Μεσογειακών – Τουριστικών Πλοίων του έτους 2010 που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 3525.10/01/2010 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας (ΦΕΚ Β΄ 1743/05.11.2010), καθώς επίσης και της ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Μεσογειακών – Τουριστικών Πλοίων του έτους 2013 που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 3525.1.1/10.01.2013 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας (ΦΕΚ Β΄ 2068/26.8.2013). Το πλοίο εκτελούσε, με αφετηρία το λιμάνι της Πάτρας, δρομολόγια προς την Ηγουμενίτσα και τη Βενετία και αντίστροφα, μεταφέροντας οχήματα και επιβάτες. Τη 19.11.2012, εκδηλώθηκε πυρκαγιά στο χώρο στάθμευσης οχημάτων του πλοίου από την οποία προκλήθηκαν σημαντικές ζημίες στο χώρο εκείνο. Ένεκα τούτου και για την αποκατάσταση των βλαβών και προκειμένου να καταστεί και πάλι αξιόπλοο, το πλοίο «…» διέκοψε τους πλόες του και κατέπλευσε τη 19.7.2013 στο ναυπηγείο Νεώριο Σύρου. Οι επισκευές διήρκεσαν μέχρι την 06.7.2013 και ξεκίνησε αμέσως μετά και πάλι τα δρομολόγιά του. Ισχύει ότι στον ενάγοντα είχε συμφωνηθεί και πράγματι καταβαλλόταν, υπό μορφή παγίων ποσών 870,06 ευρώ, για την υπερωριακή εργασία του, κατά τις καθημερινές και Κυριακές + 317,76 ευρώ για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα και τις αργίες.Είναι δε σαφές ότι η καταβολή των ποσών αυτών γινόταν ανεξάρτητα από το ακριβές ύψος της παρεχόμενης υπερωριακής εργασίας (κατ’ αποκοπήν). Η καταβολή των ποσών αυτών σταμάτησε με τη διακοπή των δρομολογίων τη 19.11.2012, χωρίς να υπάρχει κάποια σχετική συμφωνία μεταξύ των διαδίκων και ξεκίνησε και πάλι με την έναρξη των δρομολογίων τον Ιούλιο του 2013. Ο ενάγων δεν διέκοψε την εργασία του αλλά μετέβη και εκείνος στη Σύρο, εργαζόμενος και βοηθώντας στο στάδιο των επισκευών του πλοίου. Ο ενάγων, όπως κατατέθηκε από το μάρτυρα απόδειξης Κ. Π., πέραν της εργασίας του την ημέρα (ματσακωνίσματα, ελαιοχρωματισμοί κ.λπ.) εκτελούσε καθήκοντα φυλακής ασφαλείας κατά τις νυχτερινές ώρες, με αποτέλεσμα να πραγματοποιεί υπερωριακή εργασία και καθ’ όλο αυτό το χρονικό διάστημα της σύμβασής του. Ως εκ τούτου, είναι επιδικαστέο, για την αιτία αυτή, στον ενάγοντα το ποσό των 870,06 ευρώ + 317,70 ευρώ= 1.187,76 ευρώ/μήνα Χ 6 μήνες και δέκα ημέρες, ήτοι 6,33 μήνες = 7.518,52 ευρώ, με τη διευκρίνιση ότι δεν ασκεί έννομη επιρροή το γεγονός ότι ο ενάγων υπέγραφε στις καταστάσεις ωρών εργασίας λιγότερες από τις πραγματοποιηθείσες ώρες, σε αρμονία με όσα στη μείζονα πρόταση ανωτέρω, υπό στοιχείο Α.η. αναφέρονται. Λίγες ημέρες μετά την επανέναρξη των δρομολογίων του και συγκεκριμένα, τη 19.7.2013, το πλοίο κατέπλευσε στο λιμάνι της Πάτρας περί ώρα 05:45. Περί ώρα 12:00, ο ενάγων αποχώρησε του πλοίου με το δίκυκλο μοτοποδήλατο με στοιχεία κυκλοφορίας …που είχε σταθμευμένο εντός του πλοίου με προορισμό το Αντίρριο όπου διαμένει η οικογένειά του, μεταφέροντας το συνάδελφό του … Π., ως συνεπιβάτη. Σε πολύ κοντινή απόσταση από το λιμάνι και ενώ έβαινε επί της οδού Ηρώων Πολυτεχνείου, έλαβε χώρα τροχαίο ατύχημα με αποτέλεσμα τον τραυματισμό το δικό του και του συνεπιβάτη του οι οποίοι διακομίστηκαν στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Πατρών. Εκεί διαπιστώθηκε ότι ο ενάγων υπέστη κάταγμα του άκρου του οστού της κνήμης και υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση κατά την οποία πραγματοποιήθηκε μεενδομυελική οστεοσύνθεση κνήμης με γλυφανισμό, στατική. Με βάση δε το από 22.7.2013 πιστοποιητικό του ίδιου νοσηλευτικού ιδρύματος, συνεστήθη στον ενάγοντα ανάρρωση με θέση του δεξιού σκέλους του επί μία εβδομάδα και, εν συνεχεία, μερική φόρτισή του, για ενάμιση μήνα, του χορηγήθηκε άδεια τριών μηνών κατ’ αρχήν και επάνοδός του στο νοσηλευτικό αυτό ίδρυμα, προς κοπή των ραμμάτων του. Συναφώς με βάση το από 23.7.2013 πιστοποιητικό του ιδίου νοσηλευτικού ιδρύματος, ο ενάγων νοσηλεύθηκε σε αυτό από τη 19.7.2013 μέχρι και την 23.7.2013 και ως χρόνος αποκατάστασής του εκτιμήθηκαν οι δώδεκα εβδομάδες. Εξετάστηκε εκ νέου την 21.10.2013, στο ίδιο νοσοκομείο, οπότε, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. πρωτ. 8980 βεβαίωσή του, αναφέρεται ότι, από ακτινολογικό έλεγχο, διαπιστώθηκε μη πώρωση του κατάγματος, ευρυτάτη ακινητοποίηση με πλήρη φόρτιση και συστήνεται επανεκτίμηση σε ένα μήνα με νέο ακτινολογικό έλεγχο. Πράγματι, ο ενάγων εξετάστηκε, εκ νέου τη 14.11.2013 στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείου Ρίου. Με βάση, λοιπόν το υπ’ αριθμ. … πιστοποιητικό του οποίου αναφέρεται ότι ο ενάγων βρέθηκε να πάσχει από τετραμήνου κάταγμα κάτω 1/3 ΔΕ κνήμη αντιμετωπισθέν με ενδομυελική ήλωση. Από τον ακτινολογικό έλεγχο διαπιστώθηκε πρόοδος πώρωσης του κατάγματος, κλινική φόρτιση του δεξιού σκέλους χωρίς πρόβλημα. Αναφερόμενο οίδημα μετά από παρατεταμένη ορθοστάτηση. Συνιστάται ελεύθερη φόρτιση και επανεξέταση στο τμήμα εξωτερικών ιατρείων μετά από έξι μήνες. Δύο περίπου μήνες αργότερα, βάσει της από 10.01.2014, γνωμάτευσης της Ανώτατης Ναυτικού Υγειονομικής Επιτροπής ο ενάγων κρίθηκε ικανός προς άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος. Αναφορικά δε με το κομβικής σημασίας ζήτημα που έχει να κάμει με την έξοδο του ενάγοντος από το πλοίο κατά τη 19.7.2013, επισημαίνονται τα κάτωθι : είναι γεγονός ότι, με βάση το έντυπο ωρών εργασίας –ανάπαυσης των ναυτικών του πλοίου που υπογράφει ο πλοίαρχος … αλλά και ο ενάγων, καμία ημέρα (πλην της 07.7.2013 οπότε τερμάτισε την εργασία του ώρα 14:00) από όσες εργάστηκε μέχρι τότε, κατά το μήνα Ιούλιο 2013, δεν τερμάτισε την προγραμματισμένη εργασία του πριν από ώρα 16:00, ακόμα δε και τις Παρασκευές 12.7 και 05.7. Ωστόσο, δεν διατυπώνεται, από την πλευρά της εναγομένης, κανένας σαφής και συγκεκριμένος ισχυρισμός περί αυθαίρετης εγκατάλειψης της θέσης του ενάγοντος κατά την ημέρα εκείνη. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι ακόμα και ο μάρτυρας ανταπόδειξης και υποπλοίαρχος του πλοίου «…» κατά την ίδια ημέρα, αρκείται στην – αρκετά γενικού περιεχομένου – κατάθεσή του, να αναφέρει ότι: «Θέλω να πω ότι οι ναύτες που είναι ημερεργάτες (dayman) δεν εκτελούν βάρδιες αλλά εργάζονται την ημέρα, από τις 08.00 π.μ. έως τις 17.00 μ.μ. Ανάλογα με τις ανάγκες και τα δρομολόγια του πλοίου υπάρχει περίπτωση να εργάζονται και κάποιες ώρες το πρωί ή το βράδυ, αλλά εκτελούν και το κανονικό ωράριό τους.» Ενώ, στο ίδιο πλαίσιο, αναφέρει : «Επίσης θέλω να πω ότι όταν ένα μέλος του πληρώματος επιθυμεί να εξέλθει από το πλοίο για προσωπικούς του λόγους, όπως για να πάει στο σπίτι του, πρέπει οπωσδήποτε να ζητήσει και να λάβει άδεια από τον πλοίαρχο.». Σχετικά, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να βεβαιώνει ότι ο ενάγων απουσίασε αυθαίρετα από την εργασία του εφόσον, συν τοις άλλοις στο ημερολόγιο της γέφυρας δεν γίνεται καμία απολύτως μνεία ούτε για αποχώρηση του ενάγοντος, κατόπιν άδειας ούτε όμως και αυθαίρετη τοιαύτη. Σε αυτή την περίπτωση, κατά την οποία τέτοια συμπεριφορά του ενάγοντος  θα συνιστούσε πολύ σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα που συνιστά και αξιόποινη πράξη  η οποία προβλέπεται και τιμωρείται με βάση τη διάταξη του άρθρου 205 ΚΔΝΔ (ΝΔ 187/1973) είναι λογικά αδύνατο η εναγομένη να προέβαινε στην εκ νέου επαναναυτολόγηση του ενάγοντος. Αναφορικά δε με τα αίτια του ένδικου αυτού ατυχήματος, από κανένα στοιχείο δεν ενισχύεται ο αγωγικός ισχυρισμός κατά τον οποίο προπορευόμενο του μοτοποδηλάτου του ενάγοντος όχημα διέκοψε την πορεία του και ο ενάγων για να το αποφύγει πραγματοποίησε ελιγμό προς τα δεξιά, χάνοντας την ισορροπία του. Ειδικότερα, δεν αναφέρονται ούτε στο αγωγικό δικόγραφο στοιχεία του υποτιθέμενου αυτού οχήματος, ενώ,στην αυτεπάγγελτα από τη λιμενική αρχή σχηματισθείσα ποινική δικογραφία, δεν εμπεριέχεται προανακριτική απολογία από τον υποτιθέμενο υπαίτιο οδηγό ή κάποιο τρίτο – μάρτυρα που να επιβεβαιώνει την εμπλοκή άλλου πλην του ενάγοντος προσώπου, ενώ και ο ίδιος ο ενάγων, σε ανύποπτο χρόνο, ήτοι πριν την άσκηση της υπό κρίση αγωγής, εξεταζόμενος ενώπιον της λιμενικής αρχής Πατρών τη 13.01.2014, ερωτηθείς : «Θεωρείται κάποιον υπεύθυνο για τον τραυματισμό σας;», απάντησε : «Ο τραυματισμός μου οφείλεται σε τυχαίο περιστατικό και δεν θεωρώ κάποιον υπεύθυνο γι’ αυτό». Οι καταθέσεις αμφοτέρων των μαρτύρων απόδειξης που κατέθεσαν, ως προς το θέμα αυτό, κρίνονται απρόσφορες να αντικρούσουν το ανωτέρω πόρισμα, εφόσον δεν ήσαν παρόντες και πηγή γνώσης τους έχουν τον ενάγοντα. Εφόσον, λοιπόν, δεν υπάρχει ευθύνη τρίτου, ούτε αποδίδεται σε ανώτερη βίατο ένδικο συμβάν, δεν υπάρχει κανένας νόμιμος λόγος ευθύνης (πλην του Ν. 551/1915 που καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη) βάσει του οποίου η ζημία του ενάγοντος να μπορεί να επιρριφθεί στην εναγομένη, ενώ ωσαύτως, με βάση την αρχή της υποκειμενικής ευθύνης που καθιερώνει εδώ η διάταξη του άρθρου 67 ΚΙΝΔ, αποκλείεται ηαποζημίωσή του όντας ο ίδιος κάτοχοςμίας σύγχρονηςπηγής κινδύνου(του δίκυκλου μοτοποδηλάτου του)όταν, όπως, εν προκειμένω, η ζημία δεν μπορεί να αποδοθεί σε υπαιτιότητα κάποιου συγκριμένου προσώπου, τότε καλείται σε εφαρμογή ο γενικός κανόνας του ρωμαϊκού δικαίου “casum sentit dominus”, δηλαδή η τυχαία ζημία βαρύνει εν τέλει τον παθόντα – ενάγοντα (παραβάλλατε ΕφΛάρ 598/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ως εκ τούτου, το αίτημα για την επιδίκαση μισθών ασθενείας κατ’ άρθρο66 ΚΙΝΔ είναι απορριπτέο ως ουσία αβάσιμο. Αντίθετα και εφόσον ο ενάγων υπέστη πλήρη πρόσκαιρη ανικανότητα για άσκηση ναυτικής εργασίας, από το χρονικό διάστημα 19.7.2013 έως 10.01.2014 (εφόσον με βάση την από 10.01.2014 γνωμάτευση της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτροπής του Ναυτικού κρίθηκε ικανός να εργαστεί ως ναυτικός) και λαμβανομένου, υπόψη ότι η σύμβαση ναυτικής εργασίας του λύθηκε, (λόγω του ένδικου ατυχήματος), τη 19.7.2013 (εφόσον μέχρι και τη λύση της σύμβασης ναυτικής εργασίας του ελάμβανε μισθό) δικαιούται το ήμισυ του αναλογούντος, για το χρονικό διάστημα 19.7.2013 – 10.11.2014 μισθού, με βάση τη διάταξη του άρθρου 3 § 3 Ν. 551/1915, ήτοι, [1.047,10 ευρώ (ο βάσει της εφαρμοστέας ΣΣΝΕ μισθός ενεργείας) + 230,36 ευρώ (επίδομα εργασίας κατά τις Κυριακές) + 21,14 ευρώ (επίδομα βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας) + 49,95 ευρώ (επίδομα ιματισμού) + 477,90 (αντίτιμο τροφοδοσίας 15,93 ευρώ Χ 30 ημέρες) + 481,03 ευρώ επίδομα άδειας αποτελούμενο από 8 ημερομίσθια [279,22 ευρώ (αναλογία 1.047,10 ευρώ μισθού ενεργείας) + 61,50 ευρώ (αναλογία επιδόματος εργασίας κατά τις Κυριακές) + 6,63 ευρώ (αναλογία επιδόματος 21,14 ευρώ βαρείας και ανθυγιεινής εργασίας) + 6,24ευρώ (επίδομα ιματισμού το οποίο υπολογίζεται μεν σε 13,32 ευρώ πλην όμως το Δικαστήριο δεν μπορεί να επιδικάσει μείζον του αιτηθέντος, κατ’ άρθρο 106 ΚΠολΔ) + 127,44 (αντίτιμο τροφοδοσίας 15,93 ευρώ Χ 8 ημέρες)]+ 870,06 ευρώ (συμφωνηθείσα κατ’ αποκοπή αμοιβή για την υπερωριακή εργασία του κατά τις καθημερινές και Κυριακές) + 317,76 ευρώ (συμφωνηθείσα κατ’ αποκοπή αμοιβή για την υπερωριακή εργασία του κατά τα Σάββατα) + 96,85 ευρώ μέσος όρος αμοιβής για αργίες (16 Χ 8 ώρες κάθε αργία= 128 ώρες Χ 9,08 ευρώ ανά ώρα= 1.162,24 ευρώ/12) + 220,00 ευρώ (κατά μέσον όρο για την έχμαση των οχημάτων)] και σύνολο 3.812,15 ευρώ /30 =127,07/2= 63,35 ευρώ Χ 171 ημέρες = 10.832,85 ευρώ.Μετά την αποκατάσταση της υγείας του, ο ενάγων, με νεότερη σύμβαση ναυτικής εργασίας που συνήφθη μεταξύ των διαδίκων, την 08.02.2014 προσελήφθη από την εναγομένη και ναυτολογήθηκε από τον πλοίαρχο στον Πειραιά, με την ειδικότητα του ναύτη, για να εργαστεί στο επιβατηγό οχηματαγωγό πλοίο «…» νηολογίου Χανίων, 17.613,51 κοχ με διεθνές διακριτικό σήμα …. Στο πλαίσιο δε της σύμβασης αυτής ναυτικής εργασίας, συμφωνήθηκε να αμοίβεται βάσει της ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2014 που κυρώθηκε με την υπ’ αριθμ. 3525.1.5/01/2014 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου (ΦΕΚ Β΄ 1664/24.6.2014). Το πλοίο αυτό πραγματοποιούσε δρομολόγια μεταξύ Πειραιά – Χανίων και αντίστροφα και συγκεκριμένα, τη μία ημέρα αναχωρούσε ώρα 21:00 από τον Πειραιά και κατέπλεε στο λιμάνι των Χανίων ώρα 06:00 της επομένης και από τα … αναχωρούσε ώρα 21:00 και κατέπλεε στον Πειραιά την 06:00 της επομένης και ούτω καθεξής. Κατά δε το χρονικό διάστημα 20.6-15.9.2014 πραγματοποιούσε και ενδιάμεσα δρομολόγια. Αναχωρούσε ώρα 12:00 μ.μ. από Πειραιά, κατέπλεε στα … περί ώρα 20:00 και μετά τη φορτοεκφόρτωση του και περί ώρα 22:30 μ.μ. αναχωρούσε και πάλι για Πειραιά όπου κατέπλεε περί ώρα 06:30 της επομένης. Ο ενάγων, από την πλευρά του, από την 08.02.2014 μέχρι και την 24.5.2014, εργαζόταν είτε εκτελώντας φυλακή με βάρδιες είτε ως ημερεργάτης, με εναλλαγή των καθηκόντων του αυτών ανά δεκαπενθήμερο. Ειδικότερα δε όταν εκτελούσε βάρδιες οι οποίες, κατ’ αρχήν ήσαν τετράωρες, προστίθεντο δύο ώρες στη μία και δύο ώρες στην άλλη βάρδια (εκκινώντας δύο ώρες πρωτύτερα και τερματίζοντας δύο ώρες αργότερα), με αποτέλεσμα να απασχολείται 2+4+4+2 = 12 ώρες συνολικά. Όταν δε εκτελούσε τέτοια εργασία αναλάμβανε καθήκοντα πηδαλιούχου στη γέφυρα και τις υπόλοιπες ώρες πλην των εργασιών που αφορούσαν στον κατάπλου και απόπλου, εργαζόταν τόσο στη φορτοεκφόρτωση του πλοίου όσο και σε εργασίες καθαριότητας και συντήρησής του. Αντίστοιχα, όταν εκτελούσε καθήκοντα ημερεργάτη τότε ξεκινούσε την εργασία του μισή ώρα πριν το πλοίο πιάσει λιμάνι (05:30 π.μ.) και δούλευε συνέχεια μέχρι και τη 12 μ.μ. Διέκοπτε την εργασία του μέχρι τη 16:00 οπότε ξεκινούσε και την τερμάτιζε ώρα 21:30 μισή ώρα μετά τον απόπλου του πλοίου. Μετά δε την 24.5.2014, ο τρόπος παροχής εργασίας και το ωράριό του μεταβλήθηκε και του ανατέθηκε να περιφέρεται σε όλους τους χώρους του προσωπικού καταστρώματος, ελέγχοντας για κίνδυνο πυρκαγιάς ή άλλου ατυχήματος,κουρδίζοντας τα ρολόγια, όπου αυτά υπάρχουν. Προκειμένου να καταλήξει στο πόρισμα αυτό, το Δικαστήριο, έλαβε υπόψη του ιδιαίτερα την κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης Σ. Λ. ο οποίος τουλάχιστον για ένα ικανό και αντιπροσωπευτικό χρονικό διάστημα (από 08.02.2014 μέχρι και την 23.4.2014, οπότε απολύθηκε κοινή συναινέσει του με τον πλοίαρχο), όντας όχι απλά ναυτολογημένος στο πλοίο «…» και σε κάποια άλλη άσχετη, ως προς τον ενάγοντα θέση (λ.χ. μηχανοστάσιο) αλλά, αντίθετα υπήρξε, κατά το χρονικό αυτό διάστημα, άμεσος προϊστάμενός του, εφόσον είχε ναυτολογηθεί με την ειδικότητα του υποναύκληρου, χωρίς να προκύπτει ότι υπήρξε κάποια διαφοροποίηση στα καθήκοντα αυτά και στο ωράριο του ενάγοντος, μετά την 23.4.2014. Ως εκ τούτου, ο ενάγων πραγματοποίησε απασχολούμενος, επί δώδεκα ώρες κάθε ημέρα όλο το χρονικό διάστημα από 24.5.2014-02.9.2014, οπότε και απολύθηκε λόγω μετάθεσής του στο πλοίο της εναγομένης «…» τις κάτωθι υπερωρίες. Έτσι, λοιπόν, το χρονικό αυτό διάστημα που ήταν ναυτολογημένος, στο πλοίο «…» ο ενάγων εργάστηκε κατά τα τριάντα Σάββατα του χρονικού αυτού διαστήματος ήτοι, τις 08.02, 15.02, 22/02, 01.3, 08.3, 15.3, 22.3, 29.3, 05.4, 12.4, 19.4, 26.4, 03.5, 10.5, 17.5, 24.5, 31.5, 07.6, 14.6, 21.6, 28.6, 05.7, 12.7, 19.7, 26.7, 02.8, 09.8, 16.8, 23.8 και 30.8 και τις 8 αργίες ήτοι, τις 03.3 (Καθαρά Δευτέρα), 25.3, 18.4 (Μεγάλη Παρασκευή), 21.4 (Δευτέρα του Πάσχα), 23.4(ημέρα της Εορτής του Αγίου Γ.), 01.5, 29.5 (εορτή της Αναλήψεως), 15.8 (Κοίμηση της Θεοτόκου)και συνολικά 38 ημέρες, επί 12 ώρες καθ’ εκάστη και συνολικά πραγματοποίησε 456 ώρες υπερωριακής εργασίας, για τις οποίες έπρεπε να λάβει 10,05 ανά ώρα και συνολικά (10,05 Χ 456=) 4.582,80 ευρώ. Επίσης, κατά τις υπόλοιπες 139 καθημερινές και τις 30 Κυριακές του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, και συνολικά 169 ημέρες, εργάσθηκε επί 12 ώρες ημερησίως, πραγματοποιώντας 4 ώρες υπερωριακής εργασίας καθ’ εκάστη και συνολικά 676 ώρες υπερωριακής εργασίας, για τις οποίες έπρεπε να λάβει το συνολικό ποσό των (8,38 Χ 676=) 5.664,88 ευρώ. Συνολικά δε για την υπερωριακή του απασχόληση, στο πλοίο «…» έπρεπε να λάβει το συνολικό ποσό των (4.582,80 + 5.664,88=) 10.247,68 ευρώ, έναντι του οποίου, όπως ο ίδιος συνομολογεί, έχει λάβει ήδη το ποσό των 7.462,83 ευρώ, με αποτέλεσμα να δικαιούται τη διαφορά (10.247,68-7.462,83=) 2.784,85 ευρώ. Περαιτέρω, ο ενάγων έπρεπε να λάβει ως αναλογία ως επιδόματος εορτών Πάσχα 2014, εφόσον εργάστηκε το χρονικό διάστημα 08.02.2014 και εφόσον το σύνολο των μηνιαίων αποδοχών του ανερχόταν σε 4.485,08 ευρώ (ήτοι μισθός ενεργείας ευρώ 1.157,99+ επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% ευρώ 254,76 +  επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίαςευρώ 35,22 + επίδομα ιματισμού ευρώ 56,50 + αντίτιμο τροφοδοσίας (19,21 ευρώ την ημέρα Χ30) 576,30 ευρώ το μήνα + επίδομα αδείας από 5 ημερομίσθια το μήνα 417,13 ευρώ {= [(μισθός ενεργείας € 1.157,99 + επίδομα Κυριακών ευρώ 254,76)/22 + τροφοδοσία € 19,21] X 5 ημέρες} + κατά μέσο όρο υπερωριακή αμοιβή 1.507,00 ευρώ + κατά μέσο όρο αμοιβή για την έχμαση των οχημάτων ευρώ 480,18 =σε μηνιαία βάση 4.485,08/2 = 2.242,54 ευρώ και ενόψει του ότι εργάστηκε 82 ημέρες το χρονικό αυτό διάστημα, έπρεπε να λάβει τα 10,25/15 μισού μηνιαίου μισθού ήτοι 1.532,40 ευρώ και εφόσον ο ενάγων, όπως συνομολογεί, έχει λάβει το ποσό των 780,67 ευρώ = θα έπρεπε να λάβει το ποσό των (1.532,40-780,67=) 751,73 ευρώ, με την επισήμανση ότι εφόσον με την αγωγή ζητείται ποσό έλασσον (732,27 ευρώ) το Δικαστήριο δεν μπορεί να επιδικάσει ποσό μείζον του αιτηθέντος με βάση την αρχή της διάθεσης (106 ΚΠολΔ). Αντίστοιχα, υπό μορφή αναλογίας δώρου Χριστουγέννων 2014 και εφόσον εργάστηκε το χρονικό διάστημα από 01.5.2014 έως και 02.9.2014, συμπληρώσας 125 ημέρες δικαιούται τα 13,14/25 των συνολικών μηναίων αποδοχών του. Δηλαδή συνολικά έπρεπε να λάβει, εφόσον ο συνολικός μηνιαίος μισθός του ανέρχεται σε 4.485,08 ευρώ, κατά τα ανωτέρω, 2.357,35 ευρώ, έναντι του οποίου έχει λάβει, το ποσό των 1.152,00, με αποτέλεσμα να του οφείλεται, για την αιτία αυτή, το ποσό των (2.357,35-1.152,00=) 1.205,35 ευρώ. Για δε τον υπολογισμό αμφοτέρων των δώρων, οράτε Κ. Δ. Λαναρά Νομοθεσία Εργατική και Ασφαλιστική έκδοση 2011 σ. 613-614. Τέλος, ο ενάγων, εφόσον η ναυτολόγησή του στο πλοίο «…» διήρκεσε δύο εβδομάδες 02.9.2014 – 16.9.2014, και εφόσον ο μισθός του συνομολογήθηκε κατά μήνα, δικαιούται σε ένα πλήρη μηνιαίο μισθό, ήτοι από το τη 17.9.2014 έως και τη 02.10.2014.Εφόσον, λοιπόν ο μηνιαίος μισθός του ανέρχεται, κατά τα ανωτέρω και εφόσον δεν υπάρχει κανένας ισχυρισμός περί υπερωριακής του απασχόλησης στο πλοίο αυτό, στο ποσό των [(μισθός ενεργείας ευρώ) 1.157,99 + (επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22%) ευρώ 254,76 + (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) ευρώ 35,22 + (επίδομα ιματισμού) ευρώ 56,50 + (αντίτιμο τροφοδοσίας 19,21 ευρώ την ημέρα Χ 30) 576,30 ευρώ το μήνα + επίδομα αδείας από 5 ημερομίσθια το μήνα 417,13 ευρώ {= [(μισθός ενεργείας € 1.157,99 + επίδομα Κυριακών ευρώ 254,76)/22 + τροφοδοσία € 19,21] X 5 ημέρες} = σε μηνιαία βάση 2.497,90 ευρώ και ειδικότερα, τα 16/30 αυτού, ήτοι το ποσό των 1.332,21 ευρώ. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει η αγωγή εφόσον είναι και εν μέρει νόμω και ουσία βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των (7.518,52+10.832,85 +2.784,85+1.332,21=) 22.468,43 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση, εφόσον δεν υπάρχειισχυρισμός ούτε και αποδεικνύεται ότι μεσολάβησε, σε προγενέστερο αυτής χρονικό σημείο, όχληση της εναγομένης εκ μέρους του ενάγοντος και το ποσό των (732,27 +1.205,35=) 1.937,62 ευρώ, που αντιστοιχεί στις διαφορές από τα επιδόματα εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων του έτους 2014, με το νόμιμο τόκο από τη λύση της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος, από το πλοίο «…» που έλαβε χώρα την 02.9.2014, εφόσον η διάταξη του άρθρου 14 της εφαρμοστέας ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων του έτους 2014, προβλέπει ως δήλη ημέρα για την καταβολή των δώρων εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του ναυτικού, την ίδια αυτή ημέρα. Περαιτέρω, η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί  προσωρινώς εκτελεστή, εν μέρει, διάταξη και, συγκεκριμένα, μέχρι το ποσό των οχτώ χιλιάδων ευρώ, εφόσον πρόκειται για απαίτηση που πηγάζει από σχέση που αναφέρεται στη διάταξη του άρθρου 663 ΚΠολΔ και η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να επιφέρει σημαντική ζημία στον ενάγοντα, και, τέλος, εφόσον υποβλήθηκε σχετικό αίτημα, να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος σε βάρος της εναγομένης, κατά το λόγο νίκης και ήττας των διαδίκων, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρο 178 εδ. α’, 180 § 3, 189, 191 § 2 ΚΠολΔ και 63, 64, 68 Ν. 4194/2013).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμολία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι στο σκεπτικό κρίθηκε απορριπτέο.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή εν μέρει και κατά τα λοιπά.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των είκοσι δύο χιλιάδων τετρακοσίων εξήντα οχτώ ευρώ και σαράντα τριών λεπτών (22.468,43 €), με το νόμιμο τόκο από την επομένη τη επίδοσης της αγωγής και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των χιλίων εννιακοσίων τριάντα εφτά ευρώ και εξήντα δύολεπτών (1.937,62 €), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της 02.9.2014 και μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ την παρούσα προσωρινά εκτελεστή, ως προς την ανωτέρω καταψηφιστική της διάταξη, εν μέρει και μέχρι του ποσού των οχτώ χιλιάδων (8.000,00) ευρώ.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος των εναγομένης μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος το ύψος των οποίων προσδιορίζει σε εννιακόσια πενήντα ευρώ (950,00) ευρώ.

 

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στον Πειραιά και δημοσιεύθηκε τη               Νοεμβρίου 2015 στο ακροατήριό του και σε έκτακτη, δημόσια αυτού συνεδρίαση.

 

O ΔIKAΣTHΣ                                                                H ΓPAMMATEAΣ