Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

 

 

 

Αριθμός Απόφασης 4364/2015

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ)

 

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Γεώργιο Κυριακό, Πρωτοδίκη,ο οποίος ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και την Γραμματέα Σοφία Δέδε.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 24 Μαρτίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στα νησιά Μ., όπως νόμιμα εκπροσωπείται,η οποία παραστάθηκεδιά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Γεωργίου Ασπρούκου.

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: Φ. Ψ. του Μ., κατοίκου Ψ. Ε., ο οποίος παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου τουΒασιλείου Σαξώνη, βάσει δηλώσεως κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Η εκκαλούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 22.09.2014 έφεση της (ΓΑΚ/ΑΚΔ: …) κατά της υπ’ αριθμ. 153/2014 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιά, η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθείγια τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο.

ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΣΥΖΗΤΗΣΗ στο ακροατήριο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τωνδιαδίκων παραστάθηκαν στο ακροατήριο όπως αναφέρεται παραπάνω, ανέπτυξανδε τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Ειρηνοδικείου Πειραιώς την 22.09.2014 (αριθμός κατάθεσης: …) και στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, για ορισμόδικασίμου, την 06.10.2014 (ΓΑΚ/ΑΚΔ: …), κατά της με αριθμό 153/2014 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 664 επ. ΚΠολΔ) και δημοσιεύτηκε την 20.05.2014, έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 495, 499, 511, 516, 517 και 520 ΚΠολΔ) εντός της καταχρηστικής προθεσμίας των τριών ετών (άρθρα 144, 145 και 518 παρ. 2 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε άλλωστε προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας, επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης, αρμοδίως δε εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρα 17Α, 511, 513 παρ. 1 εδ. β΄, 518 παρ. 1 σε συνδυασμό με 591 παρ. 1 ΚΠολΔ και 51§1γ Ν. 2172/1993).

Με την αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, εξέθετε ότι, με προσύμφωνο ναυτικής εργασίας ορισμένου χρόνου που καταρτίσθηκε στον Πειραιά την 20.3.2010, μεταξύ αυτού και της, μη εν προκειμένω διαδίκου, πρώτης εναγομένης, της οποίας νόμιμος εκπρόσωπος είναι ο, μη εν προκειμένω διάδικος, τρίτος των εναγομένων και η οποία ενεργούσε ως αντιπρόσωπος στην Ελλάδα της εδρεύουσας στην αλλοδαπή δεύτερης εναγομένης και ήδη εκκαλούσας, πλοιοκτήτριας του με σημαία Μάλτας επιβατηγού τουριστικού πλοίου «…», ναυτολογήθηκε την ίδια μέρα σε αυτό με την ειδικότητα του Α’ Ψυκτικού Μηχανικού, αμειβόμενος με τις αποδοχές του Β’ Μηχανικού με μηνιαίο μισθό 3.800 ευρώ και κατά τα λοιπά σύμφωνα με τους όρους και τις συμφωνίες της Ελληνικής ΣΣΝΕ για τα πληρώματα των επιβατηγών τουριστικών μεσογειακών πλοίων. Ότι με την ειδικότητα αυτή υπηρέτησε στο ως άνω πλοίο μέχρι τη 14.02.2011, οπότε έληξε η εργασιακή σύμβαση λόγω απολύσεως «αμοιβαία συναινέσει». Ότι, εκ της υπηρεσίας του στο προαναφερόμενο πλοίο, προέκυψαν υπέρ αυτού οι επικαλούμενες διαφορές από την παροχή υπερωριακής εργασίας και μη χορήγηση μισθών αδείας, συνολικού ποσού 13.556,73 ευρώ, στην καταβολή του οποίου ζητούσε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, εις ολόκληρον έκαστος και με το νόμιμο τόκο,κυρίως εκ της συμβάσεως εργασίας και επικουρικώς κατά τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις.Επί της ένδικης αυτής αγωγής εκδόθηκε η υπ’ αριθμόν 153/2014εκκαλούμενη οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιώς, η οποία δέχτηκεεν μέρει την αγωγή, κατά την κύρια βάση της, υποχρεώνοντας την δεύτερη εναγομένη και ήδη εκκαλούσα να καταβάλει στον ενάγοντα και ήδη εφεσίβλητο το ποσό των 10.379,05 ευρώ. Με την κρινόμενη έφεσή της,η εκκαλούσα, παραπονείται κατά της πιο πάνω απόφασης και ζητεί για τους αναφερόμενους σε αυτή λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη, προκειμένου στη συνέχεια να απορριφθεί η εν λόγω αγωγή.Πρέπει, επομένως, η υπό κρίση έφεση να γίνει τυπικά δεκτή (άρθρ. 532 ΚΠολΔ) και να εξεταστεί περαιτέρω κατά την ίδια διαδικασία ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

Από την επανεκτίμηση τηςένορκης κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης στο ακροατήριο, η οποία περιέχεται στα ταυτάριθμα με την πρωτόδικη απόφαση πρακτικά συνεδριάσεως του Ειρηνοδικείου Πειραιά, απορριπτομένου του σχετικού ισχυρισμού της εκκαλούσας – πρώτου λόγου εφέσεως, ως νόμω αβάσιμου, διότι δεν είναι εξαιρετέοι ως μάρτυρες, κατά την διάταξη του άρθρου 400 παρ. 3 ΚΠολΔ, πρόσωπα που είναι διάδικοι σε υπόθεση παρόμοια με την εκδικαζόμενη (ΕφΑθ 7800/1982, ΕλλΔνη 1983.807·ΕφΘεσ 3561/1991, Αρμ 1992.629), τις υπ’ αριθμ. … και … από 10.01.2013, νομίμως ληφθείσες, ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ανταπόδειξης ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά και από τα έγγραφα που επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, με προσύμβαση ναυτολόγησης αορίστου χρόνου που καταρτίστηκε στον Πειραιά την 20.3.2010, μεταξύ του ιδίου και του, μη εν προκειμένω διαδίκου, τρίτου εναγομένου, ως νομίμου εκπροσώπου της,μη εν προκειμένω διαδίκου, πρώτης εναγομένης, η οποία ενεργούσε ως αντιπρόσωπος στην Ελλάδα της δεύτερης εναγομένης και ήδη εκκαλούσας, αλλοδαπής εταιρείας, πλοιοκτήτριας του με σημαία Μάλτας και αριθμό Νηολογίου Βαλέτας … Επιβατηγού τουριστικού πλοίου «…» ναυτολογήθηκε αυθημερόν στο ως άνω πλοίο με την  ειδικότητα του Α’ ψυκτικού μηχανικού, με μηνιαίο «κλειστό» μισθό 3.879 ευρώ και με την ειδικότερη συμφωνία να αμείβεται με τις αποδοχές του Β’ μηχανικού. Η εκκαλούσα ισχυρίστηκε πρωτοδίκως και ήδη ισχυρίζεται με τον δεύτερο λόγο της υπό κρίση έφεσής, ότι η επίδικη σύμβαση περιελάμβανε όρο σύμφωνα με τον οποίο αυτή διεπόταν από το δίκαιο της Μάλτας,ως δίκαιο του κράτους της σημαίας του πλοίου, τον οποίο αποδέχθηκε ο ενάγωνκαι κατά συνέπεια θα έπρεπε η αγωγή να απορριφθεί στο σύνολό της ως νόμω αβάσιμη. Εν προκειμένω τυγχάνει εφαρμογής ο Κανονισμός ΕΟΚ 0593/2008 «Εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι)», δυνάμει του άρθρου 28 αυτού, σύμφωνα με το οποίο ο παραπάνω κανονισμός «εφαρμόζεται στις συμβάσεις που συνάπτονται μετά τις 17 Δεκεμβρίου 2009», ο οποίος ορίζει στο άρθρο 3 παρ. 1 ότι «Η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο που επέλεξαν τα μέρη», πλην όμως στην παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου προβλέπεται ότι «όταν, κατά το χρόνο της επιλογής, όλα τα άλλα σχετικά με την περίπτωση δεδομένα εντοπίζονται σε χώρα διαφορετική από εκείνη της οποίας το δίκαιο επελέγη, η επιλογή των μερών δεν θίγει την εφαρμογή των διατάξεων του δικαίου αυτής της άλλης χώρας από τις οποίες δεν επιτρέπεται παρέκκλιση με συμφωνία». Περαιτέρω, σύμφωνα με άρθρο 8 του ανωτέρω Κανονισμού «1. Η ατομική σύμβαση εργασίας διέπεται από το δίκαιο που επιλέγουν τα μέρη σύμφωνα με το άρθρο 3. Ωστόσο, η επιλογή αυτή δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να στερήσει τον εργαζόμενο από την προστασία που του εξασφαλίζουν οι διατάξεις από τις οποίες δεν μπορεί να γίνει παρέκκλιση με συμφωνία κατά το δίκαιο που θα ήταν εφαρμοστέο βάσει των παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου, ελλείψει επιλογής.2. Στο μέτρο που το εφαρμοστέο στην ατομική σύμβαση εργασίας δίκαιο δεν έχει επιλεγεί από τα μέρη, η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο της χώρας στην οποία ή, ελλείψει αυτού, από την οποία, ο εργαζόμενος παρέχει συνήθως την εργασία του κατά εκτέλεση της σύμβασης. Η χώρα της συνήθους εκτέλεσης εργασίας δεν θεωρείται ότι μεταβάλλεται όταν ο εργαζόμενος παρέχει την εργασία του σε μια άλλη χώρα προσωρινά.3. Όταν δεν μπορεί να καθορισθεί το εφαρμοστέο δίκαιο σύμφωνα με την παράγραφο 2, η σύμβαση διέπεται από το δίκαιο της χώρας όπου ευρίσκεται η εγκατάσταση της επιχείρησης που προσέλαβε τον εργαζόμενο.4. Όταν προκύπτει από το σύνολο των περιστάσεων ότι η σύμβαση συνδέεται στενότερα με χώρα άλλη από την προβλεπόμενη στις παραγράφους 2 ή 3, εφαρμόζεται το δίκαιο της άλλης αυτής χώρας». Στην συγκεκριμένη περίπτωση, κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων, εφαρμοστέο δίκαιο τυγχάνει το Ελληνικό δίκαιο, απορριπτομένου του σχετικού δευτέρου λόγου εφέσεως, αφού: α) το προσύμφωνο ναυτικής εργασίας καταρτίστηκε στον Πειραιά, όπου είναι εγκατεστημένη η συμβεβλημένη ως εργοδότρια, πρώτη εναγομένη και κατοικεί ο εκπρόσωπος αυτής τρίτος εναγόμενος, β) η διαχείριση του πλοίου γινόταν από την Ελλάδα και μόνο, γ) η σημαία Μάλτας την οποία έφερε το πλοίο ήταν σημαία ευκαιρίας, δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε άλλος σθεναρός σύνδεσμος με την έννομη τάξη της χώρας αυτής και δ) ο πλοίαρχος του πλοίου ήταν Έλληνας, όπως και οι περισσότεροι ανώτεροι αξιωματικοί αυτού. Περαιτέρω, εφόσον το εφαρμοστέο δίκαιο που διέπει την ένδικη σύμβαση είναι, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, το Ελληνικό, είναι αυτοδικαίως εφαρμοστέες επ’ αυτής και οι ελληνικές ΣΣΝΕ σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 25 ΑΚ, 83 ΚΙΝΔ και 1 του ΑΝ 3276/1944 χωρίς διάκριση καθόσον οι ΣΣΕ, εκδιδόμενες κατά το άρθρ. 1 ΑΝ 3276/44 και κυρούμενες με απόφαση του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, δημοσιευόμενη στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θέτουν με το Κανονιστικό τους μέρος κανόνες ουσιαστικού δικαίου, οι οποίοι αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο με τους λοιπούς κανόνες του Ελληνικού δικαίου (ΟλΑΠ 47/ 1987 ΕΝΔ 15} 385, ΕΠ 308/1999 ΕΝΔ 27, 287, ΕΠ 249/1996 ΕΠ 342/ 1996, ΕΠ 877/1996 Νομ. Ναυτ. Τμ. ΕΠ σελ. 262, 271 και 731 αντιστοίχως, ΕΠ 57/2001 ΕΝΔ 29, 462 επομ). Συνεπώς εν προκειμένω εφαρμοστέα τυγχάνει η ΣΣΝΕ για τα πληρώματα των Μεσογειακών Τουριστικών Επιβατηγών πλοίων του έτους 2010. Αποδείχθηκε στη συνέχεια ότι το πλοίο, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, εκτελούσε κρουαζιέρες στη Δυτική Μεσόγειο (Γένοβα – Γαλλία – Ισπανία – Μαρόκο – Μάλτα – Ελλάδα – Γένοβα). Ο ενάγων με την ειδικότητα του Α’ ψυκτικού μηχανικού ήταν επιφορτισμένος με τη συντήρηση και επισκευή των βλαβών των κλιματιστικών, των ψυγείων, των ψυκτικών θαλάμων, των παγομηχανών και των κουζινών του πλοίου, το οποίο διέθετε 700 καμπίνες με αντίστοιχα κλιματιστικά, 100 ψυγεία, 10 ψυκτικούς θαλάμους, 15 παγομηχανές και 2 μεγάλες κουζίνες. Λαμβανομένων,δε, υπόψη: α) του μεγάλου αριθμού των μηχανημάτων τα οποία έπρεπε να συντηρεί και να επισκευάζει ο ενάγων β) του γεγονότος ότι η εκκαλούσα συμπεριελάμβανε στον «κλειστό» μισθό του ενάγοντα και ποσό για υπερωριακή εργασία και γ) των διδαγμάτων την κοινής πείρας, το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι ο ενάγων εργαζόταν 12 ώρες ημερησίως κατά τις καθημερινές, τις Κυριακές και τις αργίες και 8 ώρες κατά τα Σάββατα. Κατόπιν αυτών διατηρεί κατά της εκκαλούσας τις εξής αξιώσεις για το επίδικο χρονικό διάστημα (από 20.3.2010 έως 14.2.2011): 1) Εργάστηκε συνολικά 222 καθημερινές και 44 Κυριακές ήτοι (266 ημέρες Χ 4 ώρες υπερωρίες = 1.064 ώρες Χ 11,38 το ωρομίσθιο) και εδικαιούτο να λάβει 12.108,32 ευρώ. 2) Εργάστηκε 43 Σάββατα Χ 8 ώρες ημέρες (344 ώρες Χ 13,65 ευρώ το ωρομίσθιο) και εδικαιούτο να λάβει 4.695,60 ευρώ. 3) Εργάστηκε 11 αργίες (25 Μαρτίου, Μεγάλη Παρασκευή, Δευτέρα του Πάσχα, Αγ. Γεωργίου, 1η Μαΐου, Αναλήψεως, 15 Αυγούστου, 14 Σεπτεμβρίου, Αγίου Νικολάου, Χριστούγεννα, Θεοφάνια) Χ 12 ώρες (132 ώρες Χ 13,65 το ωρομίσθιο) και εδικαιούτο να λάβει για την ανωτέρω αιτία το ποσό των 1.801,18 ευρώ. Ήτοι συνολικά, εδικαιούτο να λάβει για την ανωτέρω αιτία το ποσό των (12.108,32 + 4.695,60 + 1.801,18 =) 18.605,72 ευρώ. Όπως συνομολογεί, έχει λάβει το ποσό των 17.985,88 ευρώ και δικαιούται να λάβει τη διαφορά των (18.605,72 – 17.985,88 =) 619,84 ευρώ, απορριπτομένου του τετάρτου λόγου εφέσεως ως ουσία αβάσιμου. Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι, σύμφωνα με τον υπ’ αριθμ. 3 όρο της σύμβασης, «ο εργαζόμενος θα πληρώνεται οποιοδήποτε οφειλόμενο ετήσιο επίδομα αδείας, στην λήξη αυτής της Συμφωνίας» και συνεπώς το εν λόγω επίδομα δεν συμπεριλαμβάνονταν, κατά τα συμφωνηθέντα, στον μηνιαίως καταβαλλόμενο μισθό του εφεσιβλήτου, απορριπτομένου του σχετικού ισχυρισμού – τρίτου λόγου εφέσεως ως ουσία αβάσιμου. Πλην όμως, η εκκαλούσα δεν κατέβαλε στον εφεσίβλητο, κατά τη λήξη της σύμβασης, τους εν λόγω «μισθούς αδείας» και συνεπώς οφείλει να του καταβάλει, για την αιτία αυτή, το ποσό των 9.759,66 ευρώ, για το διάστημα των 10,8 μηνών που εργάστηκε, δηλαδή τη μισθοτροφοδοσία 86,40 ημερομισθίων (8 ημέρες Χ 10,8 μήνες) ήτοι (βασικός μισθός 1.574,66 + επίδομα Κυριακής 22% 346,42 + ειδικό επίδομα Β’ μηχανικού 213,56 = 2.134,64 : 22 Χ 86,40 ημερομίσθια = 8.383,31+ τροφοδοσία 15,93 Χ 86,40 ημερομίσθια = 1.376,35).

Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε ομοίως, δεν έσφαλεκαι συνεπώς πρέπει η έφεση να απορριφθεί κατ’ ουσίαν στο σύνολό της, κατ’ άρθρο 534 ΚΠολΔ. Τέλος, πρέπει να υποχρεωθεί η δεύτερη εναγομένη και ήδη εκκαλούσανα καταβάλλει στον ενάγοντα και ήδη εφεσίβλητοτα δικαστικά του έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας λόγω της ήττας της, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας (άρθρα 176,178,183 ΚΠολΔ).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση και ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτή κατ’ ουσίαν.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εκκαλούσα – δεύτερη εναγομένηστα δικαστικά έξοδατου εφεσίβλητου – ενάγοντος και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 2/12/2015, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ