ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης
4608/2015
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τoν Δικαστή Νικόλαο Σταυρόπουλο, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίσθηκε νόμιμα από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Σπυριδούλα Βαλλιανάτου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 29 Σεπτεμβρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της καλούσας – ενάγουσας: μονοπρόσωπης εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…» και διακριτικό τίτλο «….», που εδρεύει στο Π. Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, Κωνσταντίνου Κουλούρη.
Της καθ’ ής η κλήση – εναγομένης: ναυτικής εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στο Λ. της Μ. Β. και εκπροσωπείται νόμιμα στην Ελλάδα από τον αντίκλητό της, Τ. Κ., κάτοικο Γ. Αττικής, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της, Κωνσταντίνου Μακρή.
Η καλούσα – ενάγουσα ζητά να γίνει δεκτή η από 9-11-2012 αγωγή της που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …, επί της οποίας εξεδόθη η υπ’ αριθ. 3833/2014 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου. Ήδη η υπόθεση φέρεται προς περαιτέρω συζήτηση με την από 4-12-2014 κλήση της ενάγουσας, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό κατάθεσης δικογράφου , προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις προτάσεις τους.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νόμιμα φέρεται προς περαιτέρω συζήτηση και έκδοση οριστικής απόφασης με την από 4-12-2014 και με αριθμό κατάθεσης … κλήση της ενάγουσας, η από 9-11-2012 και με αριθμό κατάθεσης … αγωγή της, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3833/2014 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, η οποία υποχρέωσε «την εναγομένη να χορηγήσει στην ενάγουσα, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την επίδοσή της σε αυτήν, αντίγραφα α) της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης που διενήργησε η ασφαλιστική της εταιρία με την επωνυμία «….» σε σχέση με την επισκευή των κινητήρων του σκάφους αναψυχής «…» συνεπεία ζημίας του σκάφους που έλαβε χώρα το μήνα Μάιο του έτους 2011 και β) της απόδειξης καταβολής ασφαλίσματος που της κατέβαλε η ως άνω ασφαλιστική εταιρία συνεπεία της παραπάνω ζημίας του σκάφους της» και διέταξε «την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο που είχε κηρυχθεί περατωμένη προκειμένου κατά τη μετ’ επανάληψη νέα συζήτηση της υπόθεσης να προσκομιστούν τα προαναφερόμενα έγγραφα με επιμέλεια της εναγομένης.»
Εκ των διαφερόντων κατά τις προϋποθέσεις εφαρμογής τους, άρθρων 902 ΑΚ και 450 ΚΠολΔ, εφαρμογή έχει επί αιτουμένης επιδείξεως εγγράφου στη δίκη, το άρθρο 450 ΚΠολΔ, ως ειδικό και νεώτερο και συνεπώς κατισχύον του άρθρου 902 ΑΚ, το οποίο εφαρμόζεται οσάκις διώκεται η εκτός δίκης επίδειξη εγγράφου (ΑΠ 783/1978 ΝοΒ 27.566). Ειδικότερα, τα άρθρα 901-903 του ΑΚ ρυθμίζουν την επίδειξη πραγμάτων και εγγράφων και καθορίζουν τους όρους με τους οποίους μπορεί να ζητηθεί και να πραγματοποιηθεί η επίδειξη αυτή. Τα ζητήματα για την επίδειξη εγγράφων και τη χορήγηση αντιγράφων ρυθμίζουν και τα άρθρα 450 επ. ΚΠολΔ και τα άρθρα 14-17 του Εμπορικού Νόμου, όπως επίσης και ο Οργανισμός Δικαστηρίων. Βεβαίως, βασικό δικονομικό αξίωμα είναι ότι κανείς δεν υποχρεούται να δίνει στον αντίδικό του αποδεικτικά στοιχεία για να τα χρησιμοποιήσει εναντίον του. Πλην όμως, σε ορισμένες περιπτώσεις που προβλέπονται από τις παραπάνω διατάξεις, τόσο ο διάδικος όσο και ο τρίτος υποχρεούνται να επιδείξουν έγγραφα τα οποία κατέχουν, ακριβώς γιατί από αυτά μπορεί να εξαρτηθεί η ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Από τις παραπάνω αναφερόμενες διατάξεις, η διάταξη του άρθρου 902 ΑΚ έχει εφαρμογή όταν δεν υπάρχει εκκρεμής δίκη στην οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ειδικά το ζητούμενο έγγραφο, ενώ οι διατάξεις των άρθρων 450 επ. του ΚΠολΔ ρυθμίζουν αποκλειστικά την υποχρέωση των διαδίκων ή τρίτων προς επίδειξη εγγράφου κατά τη διάρκεια εκκρεμούς δίκης, στην οποία το επιδεικτέο έγγραφο πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό στοιχείο (βλ. ΑΠ 1264/1983 Δ 15.400, ΕφΑθ 172/2003 ΕλλΔνη 2003.998, ΕφΘεσ 1852/2003 Αρμ 2004.1150, ΕφΘεσ 1150/2001 ΕλλΔνη 2003.520, ΕφΛαρ 29/2002 δημ. ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 450 παρ. 2 ΚΠολΔ, κάθε διάδικος ή τρίτος έχει υποχρέωση να επιδείξει τα έγγραφα τα οποία κατέχει και τα οποία μπορούν να χρησιμεύσουν για απόδειξη εκτός αν συντρέχει σπουδαίος λόγος ο οποίος δικαιολογεί την μη επίδειξή τους. Ο διάδικος που έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει όπως υποχρεωθεί ο αντίδικος στην επίδειξη των εγγράφων τα οποία κατέχει, μπορεί, κατά το άρθρο 451 παρ. 1 ΚΠολΔ, να υποβάλει στο δικαστήριο της κύριας δίκης το σχετικό αίτημα είτε με παρεμπίπτουσα αγωγή είτε και με τις προτάσεις του, άλλως, ήτοι αν την υποχρέωση επιδείξεως έχει τρίτος, η επίδειξη μπορεί να ζητηθεί μόνο με παρεμπίπτουσα αγωγή (ΑΠ 1472/2002 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 165/2004 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 29/2002 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 17417/1994 ΕλλΔνη 1995.1261). Για την πληρότητα της σχετικής αιτήσεως πρέπει σαφώς να εκτίθεται ότι το έγγραφο βρίσκεται εις χείρας του αντιδίκου του αιτούντος (ενάγοντος, εάν ζητείται δι’ αγωγής), αφού τούτο αποτελεί προϋπόθεση της υποχρεώσεως προς επίδειξη. Επίσης, πρέπει να προσδιορίζεται το έγγραφο και να περιγράφεται με ακρίβεια το περιεχόμενό του, άλλως η αίτηση είναι αόριστη (ΑΠ 953/2002 Δνη 44.1310). Η ανάγκη σαφούς προσδιορισμού των επιδεικτέων εγγράφων επιβάλλεται : α) από τη διάταξη του άρθρου 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, που αξιώνει τον ακριβή προσδιορισμό του αντικειμένου και του αιτήματος της αγωγής, β) από τις διατάξεις των άρθρων 335 και 338 ΚΠολΔ, οι οποίες καθιστούν αντικείμενο αποδείξεως μόνον τα πραγματικά γεγονότα, δηλαδή συγκεκριμένα περιστατικά και γ) από τη διάταξη του άρθρου 916 ΚΠολΔ, που ορίζει ότι αναγκαστική εκτέλεση δεν μπορεί να γίνει, αν από τον εκτελεστό τίτλο δεν προκύπτει η ποσότητα και η ποιότητα της παροχής. Πέραν δε της επικλήσεως ότι το έγγραφο βρίσκεται στην κατοχή του αντιδίκου του αιτούντος – ενάγοντος, απαιτείται ο σαφής προσδιορισμός του περιεχομένου του εγγράφου, το οποίο επιπλέον απαιτείται να είναι πρόσφορο για άμεση ή έμμεση απόδειξη λυσιτελούς ισχυρισμού του αιτούντος – ενάγοντος ή ανταπόδειξη αναφερόμενη σε αντίστοιχο ισχυρισμό του αντιδίκου του αιτούντος – ενάγοντος, ελλειπουσών δε των προϋποθέσεων αυτών, η αίτηση της επιδείξεως του εγγράφου είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας (ΑΠ 1771/1988 ΕΕΝ 1989.850). Συνεπώς προϋπόθεση του νομίμου αυτής της αιτήσεως, οσάκις εισάγεται υπαρχούσης δίκης, δεν είναι το επαρκές των προσαχθέντων λοιπών αποδεικτικών μέσων αλλά μόνον η παρά του καθ’ ού η αίτηση – εναγομένου κατοχή του και το κατά πόσον τα αιτούμενα προς επίδειξη έγγραφα δύνανται να χρησιμεύσουν προς απόδειξη των θεμάτων της συγκεκριμένης δίκης (ΕφΑθ 442/2006 δημ. ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, όταν ο υπόχρεος προς επίδειξη είναι διάδικος, ζητείται είτε με παρεμπίπτουσα αγωγή, είτε και με τις προτάσεις σε οποιανδήποτε στάση της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας δίκης. Καθ’ ύλην αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της αγωγής προς επίδειξη, που ασκείται αυτοτελώς, είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο, ενώ για την εκδίκαση της παρεμπίπτουσας αγωγής προς επίδειξη, είτε αυτή στρέφεται κατά του αντιδίκου της κύριας δίκης είτε κατά τρίτου, αποκλειστικώς αρμόδιο λόγω συνάφειας είναι το δικαστήριο στο οποίο εκκρεμεί η αγωγή (βλ. Νικολόπουλο, σε Γεωργιάδη – Σταθόπουλο ΕρμΑΚ, έκδοση 1982, τόμος IV, άρθρο 902, σελ. 557). Στην περίπτωση που δέχεται την αίτηση το Δικαστήριο, διατάσσει την προσαγωγή του εγγράφου και επιφυλάσσεται για την ουσία της υποθέσεως (ΕφΑθ 14698/1988 Δνη 34.1366). Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 452 παρ. 1 ΚΠολΔ, η εκτέλεση της απόφασης που διατάζει την επίδειξη γίνεται κατά τις διατάξεις που αφορούν την εκτέλεση για την ικανοποίηση απαιτήσεων που συνίστανται στην απόδοση και στην παράδοση πράγματος ή την ενέργεια πράξης. Τέτοιες είναι οι διατάξεις των άρθρων 941 και 946 του ΚΠολΔ, από το συνδυασμό των οποίων σαφώς προκύπτει ότι το αντικείμενο της εκτελέσεως πρέπει να είναι εντελώς εξατομικευμένο, άλλως η εκτέλεση δεν είναι εφικτή (βλ. ΑΠ 776/2005 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 953/2002 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2456/2002 ΕλλΔνη 2005.212, ΕφΑθ 1721/2003 ΕλλΔνη 2003.998, ΕφΘεσ 1150/2001 ό.π.). (ΕφΑθ 11203/1986 Δνη 29.141).
Στην προκειμένη περίπτωση, η ενάγουσα με την υπό κρίσιν αγωγή της ζητά να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 164.456,86 ευρώ, το οποίο αφορά σε απαίτησή της κατά της εναγομένης από αμοιβή για τις εκτελεσθείσες από την ενάγουσα εργασίες επισκευής και συντήρησης των κινητήρων του πλοίου «…» πλοιοκτησίας της εναγομένης, δυνάμει σχετικής από το Μάιο του έτους 2011 καταρτισθείσης μεταξύ των διαδίκων συμβάσεως, προς απόδειξη των αγωγικών της ισχυρισμών δε, επικαλείται τόσο την έκθεση πραγματογνωμοσύνης που διενήργησε η ασφαλιστική εταιρία με την επωνυμία «….», στην οποία η εναγομένη είχε ασφαλίσει το ως άνω πλοίο της και από την οποία προκύπτει η αναγκαιότητα των διενεργηθεισών εργασιών σε σχέση με την επισκευή των κινητήρων του σκάφους και το κόστος αυτών όσο και την απόδειξη καταβολής ασφαλίσματος ποσού 155.000 ευρώ, το οποίο κατέβαλε στην εναγομένη η ως άνω ασφαλιστική εταιρία προς τον ως άνω σκοπό. Η εναγομένη, ωστόσο, μολονότι δεν αμφισβητεί την ύπαρξη της ως άνω ασφαλιστικής σχέσης, την διεξαγωγή της ως άνω πραγματογνωμοσύνης και την ως άνω καταβολή του ασφαλίσματος, δεν προσκομίζει τα ανωτέρω έγγραφα, προς το σκοπό προσκομιδής των οποίων επιμελεία της ιδίας (εναγομένης) είχε αναβληθεί η έκδοση οριστικής αποφάσεως και είχε διαταχθεί η επανάληψη της συζητήσεως κατ’ άρθρα 254 και 450-451 ΚΠολΔ, δυνάμει της υπ’ αριθ. 3833/2014 μη οριστικής αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου, αρκούμενη στην προβολή ισχυρισμών αφενός περί αοριστίας και μη νομιμότητας του σχετικού – υποβληθέντος από την ενάγουσα και γενομένου δεκτού με την ως άνω μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου – αιτήματος επιδείξεως εγγράφων και περί σφάλματος της ως άνω αποφάσεως ως προς την αποδοχή του (αιτήματος) χωρίς, ωστόσο, να υποβάλλει αίτηση περί ανακλήσεως αυτής (αποφάσεως) και αφετέρου περί μη κατοχής των επίδικων εγγράφων λόγω του ότι αυτά βρίσκονται στην κατοχή τρίτων και δη της ασφαλιστικής εταιρίας, ισχυρισμοί, οι οποίοι ωστόσο κρίνονται απορριπτέοι τόσο ως εκ της φύσεως των επίδικων εγγράφων που δεν δικαιολογούν τη μη κατοχή αντιγράφων αυτών εις τας χείρας της εναγομένης – ασφαλισμένης – κυρίας του αντικειμένου της πραγματογνωμοσύνης και εισπράξασας το ασφάλισμα όσο και ελλείψει έτερης αποδείξεως περί του ανέφικτου της προσκομιδής τους ούτως ώστε να μην πληρούται, εν προκειμένω, η τιθέμενη από το άρθρο 451 ΚΠολΔ προϋπόθεση περί συντρέχοντος σπουδαίου λόγου, ο οποίος να δικαιολογεί την μη επίδειξή τους.
Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω και δεδομένου ότι κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, τα ως άνω έγγραφα τυγχάνουν ιδιαίτερης χρησιμότητας για την απόδειξη των αγωγικών ισχυρισμών και της ουσιαστικής βασιμότητας της υπό κρίσιν αγωγής, πρέπει να διαταχθεί, κατ’ άρθρα 450-451 ΚΠολΔ, η επίδειξή τους από την εναγομένη σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό, εν όψει αυτού δε και δεδομένου ότι εξακολουθεί να συντρέχει σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ως άνω υπ’ αριθ. 3833/2014 μη οριστική απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, περίπτωση κενού ή αμφιβόλου σημείου που χρειάζεται συμπλήρωση ή επεξήγηση σύμφωνα με το άρθρο 254 παρ. 1 ΚΠολΔ, θα πρέπει να αναβληθεί εκ νέου η έκδοση οριστικής απόφασης και να διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 254 παρ. 1 ΚΠολΔ, προκειμένου, κατά την μετ’ επανάληψη συζήτηση της υπόθεσης, να προσκομισθούν αυτά επιμελεία της εναγομένης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμολία των διαδίκων.
Αναβάλλει την έκδοση οριστικής απόφασης.
Υποχρεώνει την εναγομένη να χορηγήσει στην ενάγουσα εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την επίδοσή της σε αυτήν αντίγραφα : α) της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης που διενήργησε η ασφαλιστική της εταιρία με την επωνυμία «….» σε σχέση με την επισκευή των κινητήρων του σκάφους αναψυχής «…» συνεπεία ζημίας του σκάφους που έλαβε χώρα το μήνα Μάιο του έτους 2011 και β) της απόδειξης καταβολής ασφαλίσματος που της κατέβαλε η ως άνω ασφαλιστική εταιρία συνεπεία της παραπάνω ζημίας του σκάφους της.
Διατάσσει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο προκειμένου κατά τη μετ’ επανάληψη συζήτηση της υπόθεσης να προσκομισθούν τα προαναφερόμενα έγγραφα επιμελεία της εναγομένης.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις 18-12-2015.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ