Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

 

 

Αριθμός απόφασης        4461 /2015

Αριθμός Κατάθεσης Αγωγής …

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Αγγελική Δαμασιώτου, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Σοφία Δέδε.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Ιουνίου 2015, στον Πειραιά, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…» και το διακριτικό τίτλο «….», που εδρεύει στην Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Τόγκα Ηλία του Παύλου, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Παναγιώτη Φωκά – Παγουλάτου.

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: Γ. Μ. του Π., κατοίκου Γ. Αττικής, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρο του Επαμεινώνδα Ρέκκα.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 7-3-2014 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου … αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 21-10-2014, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη δημόσια συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

(Α) Κατά τη διάταξη του άρθρου 686 ΑΚ, αν ο εργολάβος δεν αρχίσει εγκαίρως την εκτέλεση του έργου ή αν, χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη, επιβραδύνει την εκτέλεση στο σύνολό της ή εν μέρει, με τρόπο που αντιβαίνει στη σύμβαση και καθιστά αδύνατη την έγκαιρη περάτωση του έργου, ο εργοδότης μπορεί να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, χωρίς να περιμένει το χρόνο παράδοσης του έργου. Για την άσκηση της εν λόγω υπαναχωρήσεως του εργοδότη, αρκεί η απλή καθυστέρηση του εργολάβου, χωρίς να απαιτείται και η υπερημερία του (ΑΠ 413/1990 ΕλλΔνη 1990.1020, ΑΠ 1199/1986 ΝοΒ 1987.903, Δεληγιάννης –Κορνηλάκης «Ενοχ. Δικ. 1», παρ. 218, σ. 155-156). Αν, όμως, έχει παρέλθει ο συμβατικός χρόνος παραδόσεως και ο εργολάβος έχει περιέλθει σε υπερημερία, ο εργοδότης έχει τα δικαιώματα των άρθρων 383 έως 385 του ΑΚ, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η υπαναχώρηση, η οποία είναι μονομερής δικαιοπραξία διαπλαστικού χαρακτήρα, άτυπη, ρητή ή σιωπηρή και μπορεί να γίνει και με την άσκηση της αγωγής, μη υποκείμενη σε χρονικά όρια (σχετ. ΕφΑθ 4435/1986 ΕλλΔνη 1987.644, βλ. Γαζή «ΕρμΑΚ», άρθρο 390 αριθμ. 2, Γεωργιάδη – Σταθόπουλου Σχολ. ΑΚ, άρθρο 390 αριθμ. 1-3). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 389 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα, η υπαναχώρηση επιφέρει απόσβεση των υποχρεώσεων για παροχές που πηγάζουν από τη σύμβαση και οι συμβαλλόμενοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση να αποδώσουν τις παροχές που έλαβαν, κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 387 παρ. 2 του ως άνω κώδικα, στο δικαίωμα της (συμβατικής) υπαναχώρησης, κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 389 έως 396. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών, καθώς και της διάταξης του άρθρου 389 του ΑΚ, που εφαρμόζεται και επί νόμιμης υπαναχώρησης, σε συνδυασμό με τα άρθρα 904 και 912 του ΑΚ, σαφώς προκύπτει ότι εάν ο εργοδότης υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, επικαλούμενος κάποια από τις περιπτώσεις νόμιμης υπαναχώρησης, που αναφέρονται στο άρθρο 686 ΑΚ, η σύμβαση καταργείται από την αρχή (ex tunc), αποσβήνεται η υποχρέωση προς παροχή και οι παροχές που δόθηκαν αναζητούνται κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, ήτοι, ex causa finita και αποδίδεται η ληφθείσα παροχή αυτούσια ή η αξία της, καθώς και ο νόμιμος τόκος από την υπαναχώρηση, διότι έκτοτε έπρεπε να προβλεφθεί η αναζήτηση (ΑΠ 1140/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 5183/2001 ΕλλΔνη 43.245). Συνεπώς, αποσβήνονται όλες οι από αυτήν υποχρεώσεις των συμβαλλομένων, οι οποίοι πλέον υποχρεώνονται να αποδώσουν κάθε τι που έλαβαν σε εκτέλεση της συμβάσεως, κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, οπότε θεωρείται αποσβεσθείσα η υποχρέωση του εργοδότη προς καταβολή της αμοιβής του εργολάβου, ο οποίος για τη μέχρι την υπαναχώρηση εργασία του έχει αξίωση μόνο προς απόδοση του απ` αυτήν πλουτισμού του εργοδότη (ΑΠ 787/1996 ΕλλΔνη 38.625, ΕφΠατρ 464/2006, ΕφΛαρ 432/2004, ΜΠρΧαλκ 32/2009 δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, ο εργοδότης δεν έχει υποχρέωση από τη σύμβαση να αμείψει τον εργολάβο, ο οποίος αντιστοίχως δεν έχει αξίωση για την αμοιβή του, έχει όμως αξίωση από το άρθρο 904 ΑΚ, εφόσον ο πρώτος κατέστη πλουσιότερος άνευ νομίμου αιτίας, μάλιστα δε όταν το έργο που εκτελέστηκε μέχρι την υπαναχώρηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί απ` αυτόν (ΟλΑΠ 568/1975 ΝοΒ 32.1080, ΑΠ 1093/1973 ΝοΒ 21.776, ΕφΑθ 1418/2009 ΕλλΔνη 2009/523, ΕφΠατρ 536/2006 ΑΧΑΝΟΜ 2007/81, ΕφΠατρ 48/2004 ΑΧΑΝΟΜ 2005.39, ΕφΑθ 6731/1998 ΕλλΔνη 1999/1194, ΕφΑθ 11998/1990 ΕλλΔνη 1992.911, ΕφΘεσ 290/1990 ΕλλΔνη 31.1314, ΕφΑθ 2645/1986 ΕλλΔνη 27.859, ΕφΑθ 2553/1969 Αρμ 24/250, Καυκάς «Ενοχ. Δικ.» άρθρο 686 σελ. 819, Γαζή «ΕρμΑΚ» άρθρο 389 αριθ. 10 επ., ιδίως 11-13, Δεληγιάννη – Κορνηλάκη «Ειδ.Εν.» σελ. 170 επ., Γεωργιάδη – Σταθόπουλου «ΕρμΑΚ», άρθ. 686 αρ. 17).

(Β) 1. Με την ένδικη αγωγή της, κατά τη δέουσα εκτίμηση του δικογράφου της, η ενάγουσα εταιρεία εκθέτει ότι στις …-2012 παρήγγειλε στον εναγόμενο, που είναι έμπορος και κατασκευαστής σκαφών αναψυχής, την κατασκευή ενός πλωτού ναυπηγήματος και δη ενός σκάφους αναψυχής, μοντέλου INDIGO 32 se kevlar, στη βασική έκδοσή του, αντί ποσού 65.000 ευρώ, συνολικού μήκους 9,48 μ., πλάτους κύτους 2,71 μ. και βύθισμα 0,49 μ., καθαρής χωρητικότητας κάτω των 10 κόρων, το οποίο θα περιείχε τμήματα του σκελετού του από ανθρακονήματα (Kevlar) και ο εξοπλισμός του θα περιελάμβανε τα αναφερόμενα στην αγωγή μέρη και εξαρτήματα, ότι για την πληρωμή του εργολαβικού ανταλλάγματος, κατά την ημέρα κατάρτισης της σύμβασης, δόθηκε ως προκαταβολή από αυτήν (ενάγουσα) το ποσό των 15.000 ευρώ και μεταβιβάστηκε από αυτή κατά κυριότητα στον εναγόμενο ένα σκάφος αναψυχής, τύπου OCEANIC, μήκους 6,75 μ. με τις δύο μηχανές του, συμφωνηθείσας συνολικής αξίας 30.000 ευρώ, έναντι ισόποσου τμήματος του εργολαβικού ανταλλάγματος, ενώ συμφωνήθηκε ότι το υπόλοιπο αυτού θα καταβαλλόταν με τον ειδικότερα προσδιοριζόμενο στην αγωγή τρόπο. Ότι κατά τα συμφωνηθέντα, το ως άνω υπό κατασκευή σκάφος έπρεπε να παραδοθεί από τον εναγόμενο στην ενάγουσα ολοκληρωμένο, λειτουργικό και αξιόπλοο στο τέλος Μαϊου 2013, ότι κατά την πορεία των εργασιών ναυπήγησης, η ενάγουσα θα επέλεγε τις μηχανές που θα τοποθετούνταν από τον εναγόμενο στο σκάφος και ότι βάσει τούτων, στις …-2013 αυτή (ενάγουσα) αγόρασε από τον εναγόμενο επιπλέον τα προσδιοριζόμενα στην αγωγή μέρη, εξαρτήματα, όργανα ελέγχου και χειρισμού του σκάφους, για τα οποία ο εναγόμενος τους διαβεβαίωσε ότι ήταν κατάλληλα για το συγκεκριμένο τύπο σκάφους και συμφωνήθηκε να εκτελέσει ο εναγόμενος τις αναφερόμενες στην αγωγή εργασίες, που ήταν απαραίτητες για την εγκατάσταση των μηχανών και εξαρτημάτων στο σκάφος, αντί συνολικού τιμήματος ποσού 72.537 ευρώ, που έπρεπε να παραδοθούν και να εκτελεσθούν μέχρι το συμφωνηθέντα χρόνο παράδοσης του σκάφους (30-5-2013), ώστε να είναι δυνατή η νόμιμη νηολόγησή του στην Ελλάδα, η ασφάλισή του από ασφαλιστική εταιρεία και η νόμιμη πλεύση του στα ελληνικά χωρικά ύδατα. Ότι ως προκαταβολή του τιμήματος της δεύτερης αυτής συμφωνίας, η ίδια (ενάγουσα) μεταβίβασε κατά κυριότητα και παρέδωσε στον εναγόμενο στις …-2013 δύο μεταχειρισμένες μηχανές τύπου MERCURY, συμφωνηθείσας αξίας 12.500 ευρώ, αντί ισόποσου τμήματος του τιμήματος και εν συνεχεία κατέβαλε στις 4-2-2013 το ποσό των 8.500 ευρώ. Ότι σε εκτέλεση της πρώτης από τις ανωτέρω συμβάσεις, ήτοι της σύμβασης έργου που αφορούσε την κατασκευή του ανωτέρω σκάφους, αυτή (ενάγουσα) κατέβαλε στον εναγόμενο πλήρως το εργολαβικό αντάλλαγμα, συνολικού ποσού 79.950 ευρώ και ότι σε εκτέλεση της δεύτερης από τις ανωτέρω συμβάσεις, ήτοι της αγοράς μηχανών και εξαρτημάτων, αυτή (ενάγουσα) κατέβαλε στον εναγόμενο το συνολικό ποσό των 21.000 ευρώ, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή. Ότι παρόλο που ο εναγόμενος είχε εισπράξει πλήρως το εργολαβικό αντάλλαγμα για το έργο της κατασκευής του σκάφους, ουσιαστικά εγκατέλειψε το έργο στις εγκαταστάσεις του Δ. Ν., στις αρχές Μαρτίου του 2013 και σε εντελώς πρώιμο στάδιο των εργασιών, καθόσον δεν είχε τοποθετήσει σε αυτό κανένα από τα αναφερόμενα στην αγωγή εξαρτήματα, τα οποία δεν είχε ούτε καν παραγγείλει από τις Η.Π.Α., ο σκελετός δεν ανταποκρινόταν στη συμφωνία και τις προδιαγραφές του σκάφους, διότι δεν είχε αποπερατωθεί και δεν είχαν χρησιμοποιηθεί ούτε στο ελάχιστο ανθρακονήματα στην κατασκευή του, έκτοτε δε αυτό (σκάφος) έχει απλώς ενωμένα τα πολυεστερικά τμήματα της γάστρας και του καταστρώματος και τοποθετημένους τους αεροθαλάμους, ενώ ο εναγόμενος ουδέποτε προέβη στην εκτέλεση των εργασιών που είχαν συμφωνηθεί με τη δεύτερη από τις ως άνω συμβάσεις, ήτοι αυτή της …-2013 και ουδέποτε παρήγγειλε τις αναφερόμενες στην αγωγή μηχανές και τα εξαρτήματα που κατά τα συμφωνηθέντα έπρεπε να εγκατασταθούν στο σκάφος. Ότι πριν ακόμη την επέλευση της υπερημερίας του εναγόμενου, αυτή (ενάγουσα) προέβη σε προφορικές οχλήσεις του εναγόμενου για την επίσπευση των εργασιών, πλην όμως, αυτός δεν ανταποκρίθηκε και ότι μετά την πάροδο της ως άνω δήλης ημέρας εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του (30-5-2013), συνέχισε τις προφορικές οχλήσεις της, ακολούθως δε προέβη στην από 18-6-2013 εξώδικη διαμαρτυρία της, που του επιδόθηκε στις 25-6-2013, με την οποία του έταξε προθεσμία πέντε εργασίμων ημερών για την παράδοση του σκάφους με τις μηχανές του εγκατεστημένες, κατά τα συμφωνηθέντα, δηλώνοντας ότι μετά την πάροδο άπρακτης της ως άνω εύλογης προθεσμίας θα αποκρούσει την παροχή και θα υπαναχωρήσει από τις ως άνω συμβάσεις (ήτοι της από …-2012 σύμβασης έργου της κατασκευής του σκάφους και της από …-2013 σύμβασης αγοράς των μηχανών και της συναφούς με αυτή συμφωνίας εκτέλεσης εργασιών εγκατάστασής τους), πλην όμως, αυτός (εναγόμενος) προσχηματικά δήλωσε ότι αδυνατεί να αποπερατώσει και να παραδώσει το έργο, λόγω έλλειψης χρημάτων. Ότι σε κάθε περίπτωση, δεν ήταν απαραίτητο να ταχθεί προθεσμία στον εναγόμενο προς εκπλήρωση των οφειλόμενων από αυτόν παροχών, για τους ειδικότερα προσδιοριζόμενους στην αγωγή λόγους, ότι μετά την επίδοση της ως άνω εξώδικης δήλωσης, την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας των πέντε εργασίμων ημερών και τις δηλώσεις του εναγόμενου, του δήλωσε εκ νέου ότι υπαναχωρεί από τις ανωτέρω συμβάσεις, δήλωση που επαναλαμβάνει με την κρινόμενη αγωγή της και του ζήτησε την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών 79.950 ευρώ (εργολαβικό αντάλλαγμα της πρώτης σύμβασης έργου) και 21.000 ευρώ (τίμημα της δεύτερης σύμβασης πώλησης), πλην όμως, ο εναγόμενος ουδέν έχει καταβάλει μέχρι σήμερα, όπως ειδικότερα εκθέτει στο δικόγραφο. Με βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί ο εναγόμενος, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να της καταβάλει το συνολικό ποσό των (79.950 + 21.000 =) 100.950 ευρώ, ως καταβληθέν εργολαβικό αντάλλαγμα της πρώτης σύμβασης έργου (άλλως πώλησης, για την περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι αυτή είναι πώληση) και ως καταβληθέν τίμημα της δεύτερης σύμβασης πώλησης, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από τις 31-5-2013, άλλως από την 1-7-2013, άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, επικουρικά δε ζητεί, για την περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι αντί της κοστολογημένης ως αναφέρεται στο δικόγραφο αξίας των μεταβιβασθέντων κατά κυριότητα και παραδοθέντων στον εναγόμενο πραγμάτων,  να υποχρεωθεί αυτός να της καταβάλει το ποσό των 58.950 ευρώ, πλέον των αναφερόμενων στην αγωγή εν λόγω πραγμάτων, ήτοι α) ένα σκάφος μάρκας OCEANIC, με όνομα … (με αριθμό …), καθώς και τις μηχανές του, ήτοι μία μηχανή σκάφους μάρκας YAMAHA F300 (…) και μία μηχανή σκάφους μάρκας MARINER (…), καθώς και δύο μηχανές MERCURY VERADO, επιπλέον δε ζητεί να καταδικασθεί ο εναγόμενος στην πληρωμή της εν γένει δικαστικής δαπάνης της.

  1. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η ένδικη αγωγή παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία (άρθρα 215 επ. ΚΠολΔ), ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που είναι καθ’ ύλη και κατά τόπον αρμόδιο, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς (άρθρα 1, 7, 8, 9, 10, 12 παρ.1, 13, 14 παρ. 2, 25 παρ. 2, 33 ΚΠολΔ και 51 παρ.1 και 3Β εδ. α΄ του ν. 2172/1993 και είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις αναφερόμενες στη μείζονα σκέψη της παρούσας διατάξεις, καθώς και σε εκείνες των άρθρων 361, 346, 681 επ., 513 επ. ΑΚ και 176, 191 παρ. 2, 219, 907, 908 ΚΠολΔ, καθόσον η σύμβαση ναυπήγησης πλωτού ναυπηγήματος είναι μίσθωση έργου, που κατευθύνεται στην παραγωγή μη αντικαταστατού πράγματος, που κατασκευάζεται σύμφωνα με τις επιθυμίες και τις ανάγκες του παραγγελέα – εργοδότη και διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 681 επ. ΑΚ (βλ. σχ. Αλίκη Κιάντου – Παμπούκη «Ναυτικό Δίκαιο» τ. Ι, 2005, σελ. 103, 106), εν προκειμένω δε η ίδια η ενάγουσα εκθέτει με σαφήνεια ότι η πρώτη σύμβαση, που καταρτίσθηκε μεταξύ των διαδίκων αναφορικά με την κατασκευή του επίδικου σκάφους από τον εναγόμενο, σύμφωνα με τις τεθείσες από αυτή προδιαγραφές, συνιστά σύμβαση ναυπήγησης και δη μίσθωσης έργου και συνεπώς, δεν τίθεται αμφιβολία ως προς το είδος και τη φύση αυτής, ώστε να τίθεται ζήτημα εφαρμογής του άρθρου 683 ΑΚ (βλ. σχ. Β. Βαθρακοκοίλη «ΕΡΝΟΜΑΚ» τ. Γ΄, 2005, άρθρο 683, αρ. 7, 11 σελ. 667). Εντούτοις, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, το αίτημα περί καταβολής τόκων υπερημερίας είναι νόμιμο μόνον από την 1-7-2013 (επομένη της παρόδου της ταχθείσας προθεσμίας μετά τη δήλωση υπαναχώρησης) και όχι από την 31-5-2013 (επομένη της δήλης ημέρας εκπλήρωσης), εφόσον η ενάγουσα υπαναχώρησε από τις επίδικες συμβάσεις (ήτοι την πρώτη σύμβαση έργου – κατασκευής του σκάφους και τη δεύτερη σύμβαση πώλησης των μηχανών και λοιπών εξαρτημάτων), κατά τα προαναφερθέντα. Συνεπώς, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, η αγωγή πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι για το καταψηφιστικό αίτημά της έχει καταβληθεί το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες προσαυξήσεις υπέρ τρίτων (σχετ. το υπ’ αρ. ΣΕΙΡΑ VI – ΤΥΠΟΥ Β … διπλότυπο είσπραξης της Δ.Ο.Υ. Γ΄ Πειραιά με τα επ’ αυτού επικολληθέντα κινητά ένσημα και την υπ’ αρ. … απόδειξη του Τομέα Υγείας Δικηγόρων Πειραιά).

(Γ) Το άρθρο 270 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αρχικά με το άρθρο 12 του ν. 2915/2001 και στη συνέχεια, η παρ. 6 αυτού αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 5 του ν. 3043/2002, που αναφέρεται στη διαδικασία συζήτησης και απόδειξης ενώπιον των πρωτοβαθμίων δικαστηρίων και εν συνεχεία το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 28 Ν.3994/2011 – ΦΕΚ Α 165/25.7.2011), ορίζει στην παράγραφο 3 ότι το δικαστήριο ζητεί τις αναγκαίες πληροφορίες και διασαφήσεις από τους διαδίκους ή τους εκπροσώπους τους και τους εξετάζει κατά την κρίση του σύμφωνα με τα άρθρα 415 επόμενα και ότι οφείλει να εξετάσει έναν τουλάχιστον από τους προτεινόμενους και παριστάμενους μάρτυρες για κάθε πλευρά, ενώ σε περίπτωση ομοδικίας μπορεί να εξετασθεί ένας μάρτυρας για κάθε ομόδικο, αν τούτο κριθεί απαραίτητο λόγω διαφορετικών συμφερόντων. Στην παράγραφο 4 ορίζεται ότι το δικαστήριο, αν είναι αναγκαίο, διατάσσει αυτοψία ή πραγματογνωμοσύνη με προφορική ανακοίνωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά, στην οποία προσδιορίζεται ο τόπος, ο χρόνος, τα ονόματα των πραγματογνωμόνων, το θέμα της πραγματογνωμοσύνης, η προθεσμία για την κατάθεση της γνωμοδότησης των πραγματογνωμόνων, που δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από εξήντα ημέρες, καθώς και κάθε άλλο χρήσιμο στοιχείο, στη δε παράγραφο 6 ορίζεται ότι η οριστική απόφαση εκδίδεται με βάση τα αποδεικτικά μέσα, που οι διάδικοι έχουν προσκομίσει και τις αποδείξεις, που έχουν διεξαχθεί στο ακροατήριο. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 245 παρ. 1 ΚΠολΔ, η οποία ενεργοποιείται μετά την περαίωση της επ’ ακροατηρίω συζήτησης, όταν δηλαδή η υπόθεση τελεί ήδη υπό διάσκεψη, το δικαστήριο μπορεί, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου, να διατάξει ο,τιδήποτε μπορεί να συντελέσει στη διάγνωση της διαφοράς. Έτσι, δεν αποκλείεται το δικαστήριο, εάν μετά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, διαπιστώσει ότι προς διαλεύκανση των ζητημάτων που προκύπτουν απαιτούνται ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, να διατάξει την διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης, διορίζοντας πραγματογνώμονα και ορίζοντας τα ζητήματα, επί των οποίων αυτός θα γνωμοδοτήσει, σύμφωνα με τα άρθρα 368-392 KΠολΔ (AΠ 63/1990 EλλΔνη 31/813, EφAθ 3696/1989 AρχN 41/453). Tη δυνατότητα αυτή έχει το Δικαστήριο, ακόμη και αν η ανάγκη διενέργειας πραγματογνωμοσύνης ανακύψει όχι κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της υποθέσεως, αλλά αργότερα, ήτοι κατά τη μελέτη της υποθέσεως (EφAθ 7889/1979 NοB 28 1175). Εξάλλου, το Δικαστήριο έχει αυτή τη δυνατότητα και υπό την ισχύ του ν. 2915/2001 «Επιτάχυνση της τακτικής διαδικασίας ενώπιον των πολιτικών Δικαστηρίων και λοιπές δικονομικές και συναφείς ρυθμίσεις», όταν δηλαδή η ανάγκη διεξαγωγής της πραγματογνωμοσύνης ανακύπτει μετά το πέρας της προφορικής συζήτησης στο ακροατήριο, κατά το στάδιο της μελέτης της υποθέσεως (Στ. Πανταζόπουλος «Ο νέος νόμος 2915/2001 και ο τροποποιητικός αυτού νόμος 3043/2002» ΕλλΔνη 44/85). Από δε τις διατάξεις του άρθρου 368 ΚΠολΔ συνάγεται ότι η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται καταρχήν στην κυριαρχική εξουσία του δικαστηρίου της ουσίας, η οποία δεν ελέγχεται αναιρετικώς (ΑΠ 194/1998, ΑΠ 1548/1995), εκτός αν ζητήθηκε από το διάδικο και το δικαστήριο δέχθηκε ότι απαιτούνται ιδιάζουσες γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, οπότε είναι υποχρεωμένο να διατάξει τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης (ΑΠ 827/1995, 1474/1990). Περαιτέρω, ανέλεγκτη αναιρετικώς είναι η εξουσία του δικαστηρίου της ουσίας να διατάξει την επανάληψη της συζητήσεως για συμπλήρωση των αποδείξεων ή παροχή επεξηγήσεων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 254 ΚΠολΔ (βλ. σχ. ΑΠ 104/2012, ΑΠ 1612/2006, ΑΠ 714/1986 δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 254 ΚΠολΔ, το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία, που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση. Με την ενεργό συμβολή του Δικαστηρίου, επιδιώκεται, χάριν της οικονομίας της δίκης, η αποτροπή εκδόσεως απορριπτικών αποφάσεων, εξαιτίας ελλείψεων, που θα μπορούσαν να θεραπευτούν στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση (Κοροτζής Δ 1986 770). Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, τα κενά ή αμφίβολα σημεία, που είναι δεκτικά συμπληρώσεως ή επεξηγήσεως, καταλαμβάνουν κατ’ αρχήν τις ασάφειες, που σχετίζονται με το αποδεικτικό υλικό της δίκης (Κεραμεύς / Κονδύλης / Νίκας «Ερμηνεία του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας» 2000 άρθρο 254 σ. 528). Η εξουσία του δικαστηρίου να διατάζει επανάληψη της συζήτησης δεν υπόκειται σε περιορισμούς και επομένως, αυτό έχει την εξουσία να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης και προς προσαγωγή των αναγκαίων αποδεικτικών μέσων (ΑΠ 1045/1974 ΝοΒ 23 622, ΑΠ 394/1971 Δ 2 433, ΕφΘεσ 1043/1994 Αρμ 1994 818).

(Δ) Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασής του και των εγγράφων, που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται, από τις προσκομιζόμενες φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 παρ. 1γ ΚΠολΔ), καθώς και από την προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα από 28-9-2013 έκθεσης επιθεώρησης σκάφους του ναυτικού επιθεωρητή Γρηγορίου Κασωτάκη, το Δικαστήριο δεν δύναται να αχθεί σε ασφαλή δικανική πεποίθηση ως προς τα ακόλουθα ουσιώδη για τη διάγνωση της υπό κρίση διαφοράς ζητήματα. Ειδικότερα, από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού, δεν προκύπτουν με σαφήνεια και ακρίβεια τα ακόλουθα στοιχεία, που είναι κρίσιμα για τη διάγνωση της επικουρικά προβαλλόμενης ένστασης του εναγόμενου περί καταβολής, κατά το άρθρο 904 ΑΚ, της αξίας της ωφέλειας της ενάγουσας από το τμήμα του έργου που αυτός εκτέλεσε μέχρι το χρόνο υπαναχώρησης της τελευταίας, το οποίο -κατά τους ισχυρισμούς του εναγόμενου- μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την ενάγουσα – εργοδότρια, διότι το υπό κατασκευή σκάφος μεταφέρθηκε από την ενάγουσα αρχικά στις εγκαταστάσεις του Δ. Ν., ενώ τώρα βρίσκεται σε άγνωστο στον εναγόμενο χώρο, στον οποίο αυτός δεν έχει πρόσβαση. Συγκεκριμένα, από το φάκελο της δικογραφίας δεν προκύπτει η αξία των εργασιών που εκτελέσθηκαν από τον εναγόμενο, ο οποίος ισχυρίζεται ότι, σε περίπτωση που κριθεί νόμιμη η γενόμενη υπαναχώρηση, η αμοιβή του για τις εκτελεσθείσες από αυτόν σε ποσοστό 80% των απαιτουμένων για την αποπεράτωση του σκάφους εργασίες μέχρι την υπαναχώρηση ανέρχεται συνολικά στο ποσό των 65.000 ευρώ, πλέον Φ.Π.Α. 23%, ποσού 14.950 ευρώ και δη 79.950 ευρώ, μείον την αξία των εργασιών που απέμειναν για την αποπεράτωσή του (εργασίες και υλικά για την ηλεκτρική εγκατάσταση και του ηλεκτρονικού εξοπλισμού, αξίας 5.000 ευρώ και εργασίες διαμόρφωσης καμπίνας, αξίας 2.000 ευρώ και εργασίες διαμόρφωσης του καταστρώματος, αξίας 2.100 ευρώ), ήτοι στο συνολικό ποσό των (79.950 – 9.100 =) 70.850 ευρώ. Προκειμένου να διακριβωθεί το προαναφερόμενο κρίσιμο ζήτημα σχετικά αφενός με την έκταση και την αξία των εργασιών που επικαλείται ο εναγόμενος ότι εκτέλεσε, ισχυριζόμενος ότι αυτές αντιστοιχούν σε ποσοστό 80% από τις απαιτούμενες για την αποπεράτωση του έργου και αφετέρου την υφιστάμενη εξ αυτών κατάσταση του αναφερόμενου στην ένδικη αγωγή και στο διατακτικό της παρούσας σκάφους, απαιτούνται ειδικές γνώσεις επιστήμης και συνεπώς, πρέπει να διαταχθεί η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης από πραγματογνώμονα που περιέχεται στον κατάλογο που τηρείται στο Δικαστήριο τούτο (άρθρα 368 παρ. 1. 369, 371, 372, 380, 383, 385 ΚΠολΑ). Επειδή η αντίληψη των ανωτέρω ζητημάτων, απαιτεί ειδικές επιστημονικές γνώσεις ναυπηγού – μηχανολόγου μηχανικού, το Δικαστήριο κρίνει αναγκαία τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης (άρθρο 368 παρ. 1 ΚΠολΔ), αναβαλλόμενης της εκδόσεως οριστικής αποφάσεως, από τη συνεκτίμηση της οποίας με τις λοιπές αποδείξεις, που έχουν ήδη προσκομισθεί, θα παρασχεθεί στο Δικαστήριο, κατά την επανάληψη της συζήτησης μετά τη διεξαγωγή της πραγματογνωμοσύνη (άρθρο 254 ΚΠολΔ), η δυνατότητα συναγωγής ασφαλούς συμπεράσματος επί των ζητημάτων αυτών, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο διατακτικό της παρούσας. Ζήτημα επιβολής δικαστικών εξόδων ως προς τους διαδίκους δεν τίθεται, διότι η παρούσα απόφαση είναι μη οριστική, κατά την έννοια του άρθρου 191 ΚΠολΔ (ΕφΑθ 4869/1994 ΕλλΔνη 36/1283).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ την έκδοση της οριστικής του απόφασης.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζήτησης και τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, που θα διενεργηθούν με επιμέλεια του επιμελέστερου εκ των διαδίκων.

ΔΙΟΡΙΖΕΙ πραγματογνώμονα από τον κατάλογο των πραγματογνωμόνων, που τηρείται στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, την  … του …, Ναυπηγό – Μηχανολόγο Μηχανικό Ε.Μ.Π., μέλος Τ.Ε.Ε. κάτοικο …, οδός … ΤΚ 18648, τηλ. 210-…, κινητό …, η οποία θα δώσει τον όρκο του πραγματογνώμονα ενώπιον του Δικαστή του Δικαστηρίου αυτού ή του νομίμου αναπληρωτή του, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επίδοση σε αυτήν της παρούσας απόφασης. Στη συνέχεια, αφού λάβει υπόψη της την αγωγή, τις προτάσεις και όλα τα επικαλούμενα στις προτάσεις των διαδίκων και προσκομιζόμενα έγγραφα της δικογραφίας, καθώς και όσα άλλα έγγραφα της προσκομίσουν οι διάδικοι, θα συντάξει έκθεση, στην οποία με αιτιολογημένες σκέψεις θα γνωμοδοτεί για τα εξής ζητήματα: (Α) Ποια είναι η εν γένει υφιστάμενη κατάσταση της κατασκευής του σκάφους, που ανέλαβε να κατασκευάσει ο εναγόμενος, με βάση την καταρτισθείσα στις …-2012 μεταξύ των διαδίκων σύμβαση έργου, που αφορούσε την κατασκευή πλωτού ναυπηγήματος και δη ενός σκάφους αναψυχής, μοντέλου INDIGO 32 se kevlar, στη βασική έκδοσή του, συνολικού μήκους 9,48 μ., πλάτους κύτους 2,71 μ. και βύθισμα 0,49 μ., καθαρής χωρητικότητας κάτω των 10 κόρων, το οποίο θα περιείχε τμήματα του σκελετού του από ανθρακονήματα (Kevlar) και ο εξοπλισμός του θα περιελάμβανε χειρολαβές σκάφους (ΙΝΟΧ), κρίκους ρυμούλκησης (ΙΝΟΧ), ράουλο άγκυρας (ΙΝΟΧ), ανεπίστροφες βαλβίδες διπλές (ΙΝΟΧ), υδρορροές ανεπίστροφες (ΙΝΟΧ), δεξαμενή νερού 150 λίτρων, εύκαμπτη πρεσοστατική αντλία, παρμπρίζ κονσόλας (φιμέ), διακόπτη (both and service)· ηλεκτρική εγκατάσταση σκάφους (marine), δεξαμενή καυσίμου 48 λίτρων, ανθρωποθυρίδα (φιμέ) 50 εκ. X 50 εκ., μπαλόνια black carbon orca (γαλλικό ύφασμα) με εγγύηση 5 ετών, 2 μπάκετ καθίσματα, κυματοθραύστη (hypalon) black carbon, μεντεσέδες Αμερικής, αμορτισέρ ταμπουκιών (ΙΝΟΧ), τουαλέτα (marine) ηλεκτρική, teak πρύμνης – καταστρώματος – πλώρης (από γνήσιο ξύλο τηκ), φωτισμός καταστρώματος (LED), 2 ντουζιέρες· ασφαλειοθήκες (marine), αυτοκόλλητα ανάγλυφα μοντέλου, δέστρες αγκυροβολίου πτυσσόμενες (ΙΝΟΧ), αντλία σεντίνας αυτόματη, 4 ηχεία MB Quart (marine), σκάλα μπάνιου, ποτηροθήκες, περίβλεπτο – φωτισμό πορείας, ψυγείο (marine), 12 θέσεις διακοπτών κονσόλας, πλατφόρμα πρύμνης, αλυσίδα 50 μ., άγκυρα (bruce inox 7,5 κιλών), φως πρύμνης, φλοτέρ βενζίνης (ΙΝΟΧ), ταπετσαρίες, φωτισμό βυθού, νεροχυτάκι- αιρ κοντίσιον. Συγκεκριμένα, πρέπει να διευκρινισθεί εάν το σκάφος, στην υφιστάμενη κατάστασή του, έχει κατασκευαστεί σύμφωνα με τις προαναφερόμενες προδιαγραφές και δη αν περιλαμβάνει τα προαναφερόμενα στοιχεία, μέρη και εξαρτήματα, καθώς επίσης και αν έχουν εγκατασταθεί σε αυτό τα ακόλουθα: 1) Δύο (2) μηχανές σκάφους, μάρκας HP MERCURY VERADO High Performance, 300 HP έκαστη, 2) δύο (2) πόδια μηχανής High Performance, τύπου Power Master III, 3) δύο (2) προπέλες High Performance, 4) δύο (2) σετ βαλβολίνες – λάδια – εξαρτήματα. 4) ένα (1) σετ οργάνων ελέγχου και χειρισμού (ηλεκτροϋδραυλική υποβοήθηση, χειριστήρια, οθόνη VesselView). Επίσης, πρέπει να διευκρινισθεί εάν έχουν εκτελεσθεί στο σκάφος οι ακόλουθες εργασίες και δη: 1) Ρύθμιση των κιβωτίων ταχυτήτων, 2) εγκατάσταση των μηχανών στο σκάφος από συνεργείο της κατασκευάστριας εταιρείας, 3) ρύθμιση της μονάδας ηλεκτρονικού ελέγχου από τεχνικό της κατασκευάστριας. Επίσης, πρέπει να διευκρινισθεί εάν ο  σκελετός, που έχει τοποθετηθεί στο σκάφος, ανταποκρίνεται στη συμφωνία των διαδίκων και τις προδιαγραφές του σκάφους, όπως αυτές περιγράφονται ανωτέρω και προκύπτουν από το φάκελο της δικογραφίας και συγκεκριμένα, να προσδιορισθεί εάν ο σκελετός έχει αποπερατωθεί, εάν έχουν χρησιμοποιηθεί έστω και στο ελάχιστο ανθρακονήματα στην κατασκευή του, εάν στην υφιστάμενη κατάστασή του, το ως άνω σκάφος έχει απλώς ενωμένα τα πολυεστερικά τμήματα της γάστρας και του καταστρώματος και τοποθετημένους τους αεροθαλάμους, καθώς και όποιο άλλο στοιχείο, κατά την κρίση της ως άνω ορισθείσας πραγματογνώμονος, είναι απαραίτητο για την ακριβή περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης του εν λόγω σκάφους. (Β) Σε ποιο ποσοστό των απαιτούμενων για την αποπεράτωση του σκάφους εργασιών αντιστοιχούν οι ήδη εκτελεσθείσες από τον εναγόμενο εργασίες και συγκεκριμένα, αν αυτές αντιστοιχούν σε ποσοστό 80%, μικρότερο ή μεγαλύτερο (με ειδικότερο προσδιορισμό αυτού), καθώς και αν απομένουν για την αποπεράτωσή του μόνον οι κάτωθι εργασίες και δη η τοποθέτηση υλικών α) για την ηλεκτρική εγκατάσταση και του ηλεκτρονικού εξοπλισμού του σκάφους, β) για τη διαμόρφωση της καμπίνας του σκάφους και γ) για τη διαμόρφωση του καταστρώματος του σκάφους. (Γ) Ποια είναι η ακριβής αξία των εργασιών, που έχουν ήδη εκτελεσθεί από τον εναγόμενο και των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν σε αυτές και ποια η αξία των εργασιών, που πρέπει να εκτελεσθούν περαιτέρω για την αποπεράτωση του σκάφους, καθώς και των υλικών που πρέπει να χρησιμοποιηθούν σε αυτές. Η έκθεση πραγματογνωμοσύνης πρέπει να κατατεθεί στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από την ημέρα, που η ανωτέρω πραγματογνώμονας θα ορκισθεί, συντασσόμενης σχετικής εκθέσεως.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριο του, στον Πειραιά, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις  10-12-2015.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ