ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός αποφάσεως 3713/2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(τακτική διαδικασία)
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Πειραιά, και από τη Γραμματέα Σοφία Δέδε. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 26 Φεβρουαρίου 2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ: Α. ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1. Α. Β. του Α., κατοίκου Δ. Αττικής, οδός …, 2. Α. Κ. του Γ., 3. Έ.-Μ. Κ. του Γ., και 4. Κ. Κ. του Γ., κατοίκων απάντων Δ. Αττικής, οδός …, νομίμως εκπροσωπούμενων από τους γονείς τους Α. Β. και Γ. Κ., ως ασκούντων από κοινού τη γονική μέριμνα αυτών, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αλέξανδρο Βασιλείου του Ιωάννη (ΑΜ/ΔΣΑ …), κάτοικο Αθήνας, οδός …, ο οποίος υπέβαλε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/1.3.2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ. ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1. Κ. Φ. του Γ., κατοίκου Π. Ε.-Αργολίδας, με ΑΦΜ …, 2. Ι. Φ. του Γ., κατοίκου Π. Ε.-Αργολίδας, με ΑΦΜ …, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Βασίλειο Μπίμπα του Αδριανού (ΑΜ/ΔΣΝ …), κάτοικο Πορτοχελίου, ο οποίος υπέβαλε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/25.2.2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΝ, 3. Της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…» (ΑΦΜ …), που εδρεύει στη Ν. Σ. Αττικής, …, και εκπροσωπείται νόμιμα, ως οιονεί καθολική διάδοχος μετά από συγχώνευση με απορρόφηση της αρχικώς εναγόμενης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «…», η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Χρήστο Πλέγκα του Σωκράτη (ΑΜ/ΔΣΠ …), κάτοικο Αθήνας, …, που υπέβαλε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/25.2.2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ, και 4. Της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «Α.Χ.Α. Α. Α. Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «…», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός …, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 23.12.2014 με γενικό αριθμό κατάθεσης 41399/2014 και με αριθμό κατάθεσης 7915/2014 αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί, κατόπιν διαδοχικών αναβολών από την αρχική δικάσιμο της 9ης.6.2015, στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Β. ΤΩΝ ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1. Κ. Φ. του Γ., κατοίκου Π. Ε.-Αργολίδας, με ΑΦΜ …, 2. Ι. Φ. του Γ., κατοίκου Π. Ε.-Αργολίδας, με ΑΦΜ …, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Βασίλειο Μπίμπα του Αδριανού (ΑΜ/ΔΣΝ …), κάτοικο Πορτοχελίου, ο οποίος υπέβαλε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/25.2.2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΝ.
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ – ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1. Της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…» (ΑΦΜ …), που εδρεύει στη Ν. Σ. Αττικής, …, και εκπροσωπείται νόμιμα, ως οιονεί καθολική διάδοχος μετά από συγχώνευση με απορρόφηση της αρχικώς καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «…», η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Χρήστο Πλέγκα του Σωκράτη (ΑΜ/ΔΣΠ …), κάτοικο Αθήνας, …, που υπέβαλε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/22.2.2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ, 2. Α. Β. του Α., κατοίκου Δ. Αττικής, οδός …, 3. Α. Κ. του Γ., 4. Έ.-Μ. Κ. του Γ., 5. Κ. Κ. του Γ., κατοίκων απάντων Δ. Αττικής, οδός …, νομίμως εκπροσωπούμενων από τους γονείς τους Α. Β. και Γ. Κ., ως ασκούντων από κοινού τη γονική μέριμνα αυτών, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αλέξανδρο Βασιλείου του Ιωάννη (ΑΜ/ΔΣΑ …), κάτοικο Αθήνας, οδός …, ο οποίος υπέβαλε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/1.3.2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ, και 6. Της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «Α.Χ.Α. Α. Α. Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «…», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός …, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Οι προσεπικαλούντες – παρεμπιπτόντως ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 7.10.2016 με γενικό αριθμό κατάθεσης 7619/2016 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 3966/2016 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί, κατόπιν διαδοχικών αναβολών από την αρχική δικάσιμο της 14ης.2.2017, στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Γ. ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1. Γ. Κ. του Α., κατοίκου Δ. Αττικής, οδός …, 2. Της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…», με έδρα τον Δ. Αττικής, οδός …, νόμιμα εκπροσωπουμένης, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αλέξανδρο Βασιλείου του Ιωάννη (ΑΜ/ΔΣΑ …), κάτοικο Αθήνας, οδός …, ο οποίος υπέβαλε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/1.3.2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1. Κ. Φ. του Γ., κατοίκου Π. Ε.-Αργολίδας, με ΑΦΜ …, 2. Ι. Φ. του Γ., κατοίκου Π. Ε.-Αργολίδας, με ΑΦΜ …, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Βασίλειο Μπίμπα του Αδριανού (ΑΜ/ΔΣΝ …), κάτοικο Πορτοχελίου, ο οποίος υπέβαλε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/25.2.2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΝ, και 3. Της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…» (ΑΦΜ …), που εδρεύει στη Ν. Σ. Αττικής, …, και εκπροσωπείται νόμιμα, ως οιονεί καθολική διάδοχος μετά από συγχώνευση με απορρόφηση της αρχικώς εναγόμενης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «…», η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Χρήστο Πλέγκα του Σωκράτη (ΑΜ/ΔΣΠ …), κάτοικο Α….., …, που υπέβαλε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/25.2.2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ.
Οι ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 23.12.2014 με γενικό αριθμό κατάθεσης 41400/2014 και με αριθμό κατάθεσης 7914/2014 αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί, κατόπιν διαδοχικών αναβολών από την αρχική δικάσιμο της 9ης.6.2015, στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Δ. ΤΩΝ ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΝΤΩΝ – ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1. Κ. Φ. του Γ., κατοίκου Π. Ε.-Αργολίδας, με ΑΦΜ …, 2. Ι. Φ. του Γ., κατοίκου Π. Ε.-Αργολίδας, με ΑΦΜ …, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Βασίλειο Μπίμπα του Αδριανού (ΑΜ/ΔΣΝ …), κάτοικο Πορτοχελίου, ο οποίος υπέβαλε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/25.2.2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΝ.
ΤΩΝ ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΠΡΟΣΕΠΙΚΛΗΣΗ – ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1. Της ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…» (ΑΦΜ …), που εδρεύει στη Ν. Σ. Αττικής, …, και εκπροσωπείται νόμιμα, ως οιονεί καθολική διάδοχος μετά από συγχώνευση με απορρόφηση της αρχικώς καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «…», η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Χρήστο Πλέγκα του Σωκράτη (ΑΜ/ΔΣΠ …), κάτοικο Αθήνας, …, που υπέβαλε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/22.2.2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ, 2. Γ. Κ. του Α., κατοίκου Δ. Αττικής, οδός …, και 3. Της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…», με έδρα τον Δ. Αττικής, οδός …, νόμιμα εκπροσωπουμένης, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αλέξανδρο Βασιλείου του Ιωάννη (ΑΜ/ΔΣΑ …), κάτοικο Αθήνας, οδός …, ο οποίος υπέβαλε προτάσεις και προσκόμισε το υπ’ αριθ. …/1.3.2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ.
Οι προσεπικαλούντες – παρεμπιπτόντως ενάγοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 7.10.2016 με γενικό αριθμό κατάθεσης 7623/2016 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 3967/2016 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί, κατόπιν διαδοχικών αναβολών από την αρχική δικάσιμο της 14ης.2.2017, στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων, οι οποίες συνεκφωνήθηκαν, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς συζήτηση: Α) η από 23.12.2014 με γενικό αριθμό κατάθεσης 41399/2014 και με αριθμό κατάθεσης 7915/2014 αγωγή, Β) η από 7.10.2016 με γενικό αριθμό κατάθεσης 7619/2016 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 3966/2016 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, Γ) η από 23.12.2014 με γενικό αριθμό κατάθεσης 41400/2014 και με αριθμό κατάθεσης 7914/2014 αγωγή και Δ) η από 7.10.2016 με γενικό αριθμό κατάθεσης 7623/2016 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 3967/2016 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, οι οποίες, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συναφείας, εφόσον εκκρεμούν ενώπιον του ιδίου Δικαστηρίου, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και αφορούν σε αξιώσεις απορρέουσες από το ίδιο βιοτικό συμβάν, πρέπει να συνεκδικαστούν, γιατί, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, διευκολύνεται έτσι και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης, ενώ επιπλέον επέρχεται και μείωση των εξόδων και, επιπρόσθετα, με την υπό στοιχείο Α΄ αγωγή και την υπό στοιχείο Β΄ προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, καθώς και με την υπό στοιχείο Γ΄ αγωγή και την υπό στοιχείο Δ΄ προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή ανοίγονται αντίστοιχα κύρια και παρεμπίπτουσα αυτής δίκη (άρθρα 246 και 285 εδ. α΄ ΚΠολΔ).
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 294, 295 και 297 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο ενάγων δύναται να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής του, χωρίς τη συναίνεση του εναγομένου, πριν αυτός προχωρήσει στην προφορική συζήτηση της ουσίας της υποθέσεως. Η τοιαύτη παραίτηση γίνεται είτε με δήλωσή του που καταχωρίζεται στα πρακτικά είτε με ίδιο δικόγραφο που επιδίδεται στην αντίδικό του είτε πλέον, μετά την τροποποίηση του άρθρου 297 ΚΠολΔ από το Ν. 4335/2015, με δήλωση στις προτάσεις. Συνέπεια δε της τοιαύτης παραιτήσεως είναι ότι η αγωγή θεωρείται ως μη ασκηθείσα, αίρονται οι συνέπειες αυτής (ΑΠ 905/1980 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ματαιούνται τα κατά το ουσιαστικό δίκαιο επερχόμενα αποτελέσματα και ανατρέπεται αναδρομικώς η εκκρεμοδικία που δημιουργήθηκε εξ αιτίας της ασκήσεώς της. Για την ταυτότητα του ως άνω νομικού λόγου, ήτοι της θεωρήσεως ότι η αγωγή δεν ασκήθηκε, ανατρεπομένης αναδρομικώς της εκκρεμοδικίας που δημιουργήθηκε εκ της ασκήσεως της αγωγής, πρέπει και οι συναφείς με το αντικείμενο της αγωγής αξιώσεις ή δικαιώματα του εναγομένου, προβαλλόμενα είτε δια παρεμπίπτουσας αγωγής είτε δι’ ενστάσεων, να θεωρηθούν ότι δεν ασκήθηκαν, αφού γενεσιουργός αιτία των αξιώσεων ή δικαιωμάτων αυτών είναι η συζήτηση της αγωγής και η κατ’ ουσίαν εξέτασή της (ΠΠρΑθ 41/1994 Δίκη 1995.1133). Στην προκειμένη περίπτωση, ως προς την τέταρτη εναγόμενη της ως άνω υπό στοιχ. Α αγωγής, ήτοι την ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «Α.Χ.Α. Α. Α. Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «…», ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εναγόντων με τις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε, στις οποίες αναφέρθηκε κατά την έναρξη της συζήτησης στο ακροατήριο με δήλωσή του, η οποία καταχωρήθηκε στα πρακτικά της συνεδρίασης του Δικαστηρίου, παραιτήθηκε από το δικόγραφο της υπό κρίση αγωγής ως προς αυτήν και, συνεπώς, σύμφωνα με τα στη μείζονα σκέψη της παρούσας εκτιθέμενα, ως προς αυτήν η εν λόγω αγωγή πρέπει να θεωρηθεί ως μη ασκηθείσα (άρθρα 294, 295 παρ. 1 και 297 ΚΠολΔ), ματαιουμένης ούτω της εκκρεμοδικίας που δημιουργήθηκε εκ της ασκήσεως της αγωγής σε βάρος της συγκεκριμένης εναγόμενης αναδρομικώς. Ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγομένων της υπό στοιχ. Α αγωγής, μετά τη δημιουργία της εκκρεμοδικίας που δημιουργήθηκε εκ της ασκήσεως της αγωγής αυτής των εναγόντων, άσκησαν την από 7.10.2016 (αριθ. εκθ. καταθ. 7619/3966/2016) προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή τους, την οποία στρέφουν εναντίον των ομοδίκων τους εναγόμενων ασφαλιστικών εταιρειών της ως άνω υπό στοιχ. Α αγωγής, καθώς και των αντιδίκων τους εναγόντων. Επειδή, όμως, βασική προϋποθέση συζητήσεως κατ’ ουσίαν της εν λόγω παρεμπίπτουσας αγωγής αποτελεί η κατ’ ουσίαν συζήτηση της κύριας αγωγής, για την ταυτότητα του νομικού λόγου δέον όπως, σύμφωνα με τη νομική σκέψη που προηγήθηκε, η παρεμπίπτουσα αυτή αγωγή θεωρηθεί ομοίως ως μη ασκηθείσα σε βάρος της έκτης προσεπικαλούμενης – παρεμπιπτόντως εναγόμενης εταιρείας «…», αφού η κυρία αγωγή θεωρείται ως ουδέποτε ασκηθείσα εναντίον της.
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 235, 236 ΚΙΝΔ και 914 επόμ. ΑΚ συνάγεται ότι επί συγκρούσεως πλοίων η ευθύνη και η προς αποζημίωση υποχρέωση κανονίζεται αναλόγως προς τον βαθμό υπαιτιότητας του κάθε πλοίου. Εάν υπάρχει κοινή υπαιτιότητα, κάθε πλοίο ευθύνεται προς αποζημίωση αναλόγως του βαθμού υπαιτιότητας που το βαρύνει (ΕφΠειρ 573/2004 ΕΝαυτΔ 2004.204, ΕφΠειρ 274/1999 ΕΝαυτΔ 1999.18). Η διάταξη αυτή του άρθρου 236 ΚΙΝΔ αποτελεί ειδική εφαρμογή της αρχής του συντρέχοντος πταίσματος, την οποία καθιερώνει το άρθρο 300 ΑΚ. Βάσει της εν λόγω διάταξης, ο δικαστής δεν αφήνεται ελεύθερος να καθορίσει κατά την κρίση του το ποσοστό της ευθύνης του ζημιωθέντος, αλλά οφείλει να επιμερίσει αυτήν ανάλογα με τη βαρύτητα του πταίσματός του. Μόνο δε, αν δεν είναι δυνατόν να καθορισθεί ο λόγος των αμοιβαίων πταισμάτων η ευθύνη επιμερίζεται κατ’ ίσα μέρη (ΑΠ 58/2003 ΕΝαυτΔ 2003.43, ΕφΠειρ 573/2004 ο.π.). Όταν η σύγκρουση συνέβη από υπαιτιότητα του ενός πλοίου, τότε το πλοίο αυτό, δηλαδή ο πλοιοκτήτης του, είναι υποχρεωμένος να αποκαταστήσει όλες τις ζημιές που προκλήθηκαν εις βάρος του άλλου πλοίου, του φορτίου ή των προσώπων (ΕφΠειρ 335/2003 ΕΝαυτΔ 2003.188, ΕφΠειρ 274/1999 ο.π.). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 239 του ιδίου Κώδικα (ΚΙΝΔ), η κατά τα άρθρα 235-238 ευθύνη των πλοίων (επί συγκρούσεως αυτών) είναι ανεξάρτητη από την ευθύνη του παραλλήλως πραγματικώς πταίσαντος προσώπου (λ.χ. πλοιάρχου πλοίου), το οποίο ευθύνεται ατομικώς κατά τις γενικές περί αδικοπραξιών διατάξεις (ΕφΠειρ 615/2011 ΕΝαυτΔ 2012.149, ΕφΠειρ 59/2010 ΕΝαυτΔ 2010.263). Δηλαδή, τα μεν υπαίτια πρόσωπα ευθύνονται ατομικώς κατά τις γενικές περί αδικοπραξιών διατάξεις του ΑΚ, ενώ η ευθύνη του πλοιοκτήτη ρυθμίζεται αποκλειστικώς από τις περί συγκρούσεως διατάξεις του ΚΙΝΔ (ΕφΠειρ 226/1995 ΕΝαυτΔ 1996.148, ΕφΠειρ 807/1992 ΕΝαυτΔ 1993.16). Από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται ότι η υπαίτια σύγκρουση πλοίων αποτελεί ειδική μορφή αδικοπραξίας, ρυθμιζομένη κυρίως από τις διατάξεις των άρθρων 236 επόμ. ΚΙΝΔ και συμπληρωματικώς από τις διατάξεις των άρθρων 297, 298 και 914 επόμ. ΑΚ (ΕφΔωδ 201/1999 ΕΝαυτΔ 1999.397). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του Κανόνα 15 [«περίπτωσις διασταυρώσεων πορειών»] της με το ν.δ. 93/1974 κυρωθείσης Συμβάσεως του Λονδίνου «περί Διεθνών Κανονισμών προς αποφυγή συγκρούσεων στη θάλασσα», που τέθηκε σε ισχύ με το π.δ. 94/1977 (ΦΕΚ Α΄ 293), εκδοθέντος δυνάμει νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως παρασχεθείσης δια του άρθρου 1 παρ. 2 του ως άνω ν.δ., έχει δε υπερνομοθετική ισχύ δυνάμει του άρθρου 28 παρ. 1 του Συντάγματος, «οσάκις δύο μηχανοκίνητα πλοία διασταυρώνουσι τας πορείας των, κατά τρόπον ώστε να υφίσταται κίνδυνος συγκρούσεως, το πλοίον, το οποίο βλέπει το έτερον προς τη δεξιάν του πλευράν, οφείλει να απομακρύνεται της πορείας του, και εφόσον οι συνθήκες της περιπτώσεως επιτρέπουν, ν’ αποφεύγει να διέρχεται πρώραθεν του ετέρου πλοίου», ενώ, σύμφωνα με τη διάταξη του Κανόνα 16 [«χειρισμός εκ μέρους του “φυλάσσοντος” πλοίου»], «παν πλοίον, από το οποίον απαιτείται όπως απομακρύνεται της πορείας ετέρου τινός πλοίου, δέον όπως χειρίζη, κατά το δυνατόν, εγκαίρως και ουσιαστικώς, ώστε να τηρήται αρκούντως μακράν τούτου». Περαιτέρω, ο Κανόνας 17 προβλέπει τα εξής: «Κανόνας 17. Χειρισμός εκ μέρους του «φυλασσόμενου» πλοίου. α)(ι) Οσάκις το εν εκ των δύο πλοίων οφείλει ν’ απομακρύνεται της πορείας ετέρου, το έτερον τούτο πλοίον θα διατηρεί την πορεία και ταχύτητά του, ιι) Εν τούτοις, το τελευταίο τούτο πλοίον δύναται να χειρίσει ώστε να αποφευχθεί σύγκρουσις διά μόνου του ελιγμού του, ευθύς ως καταστεί προφανές εις αυτό ότι το υπόχρεον ν’ απομακρυνθεί της πορείας του πλοίον, δεν χειρίζει καταλλήλως, συμφώνως προς τους παρόντας Κανόνας. β) Όταν δι’ οιανδήποτε αιτίαν, το υπόχρεον όπως διατηρήση την πορείαν και ταχύτητά του πλοίον, ευρεθή τόσον εγγύς του ετέρου, ώστε η σύγκρουσις να μη δύναται ν’ αποφευχθή εκ μόνου του χειρισμού του φυλάσσοντος πλοίου, τότε οφείλει και τούτο να χειρίση κατά τον καλύτερον δυνατόν τρόπον διά ν’ αποφευχθή η σύγκρουσις. γ) Μηχανοκίνητον πλοίον, το οποίο χειρίζει εις τινα περίπτωσιν διασταυρώσεως πορειών συμφώνως τω εδαφίω (α) (ιι) του παρόντος Κανόνος ιν’ αποφύγη σύγκρουσιν μεθ’ ετέρου μηχανοκινήτου πλοίου, δεν θ’ αλλάσση, εφ’ όσον αι συνθήκαι της περιπτώσεως επιτρέπουν, πορείαν προς τ’ αριστερά, ίν’ αποφύγη πλοίον, το οποίον ευρίσκεται εις την αριστεράν του πλευράν, δ) Ο παρών κανών δεν απαλλάσσει το φυλάσσον πλοίον της υποχρεώσεώς του ν’ απομακρύνεται της πορείας ετέρου. Άλλωστε ο γενικός ορισμός της λέξης «πλοίον» για τους σκοπούς των ως άνω Κανόνων περιλαμβάνει «πάσαν περιγραφήν πλωτού μέσου, περιλαμβανομένων των άνευ εκτοπίσματος σκαφών και των υδροπλάνων, χρησιμοποιούμενου ή δυνάμενου να χρησιμοποιηθή ως μέσον μεταφοράς διά του ύδατος», ο δε όρος «μηχανοκίνητον πλοίον» σημαίνει «παν πλοίον προωθούμενον διά μηχανών» (βλ. Κανόνα 3). Προσέτι, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 929 εδ. α΄ ΑΚ «Σε περίπτωση βλάβης του σώματος ή της Υ.ς προσώπου η αποζημίωση περιλαμβάνει, εκτός από τα νοσήλια και τη ζημία που έχει επέλθει, οτιδήποτε ο παθών θα στερείται στο μέλλον ή θα ξοδεύει επιπλέον εξαιτίας της αύξησης των δαπανών του». Κατά την έννοια της προαναφερθείσας διάταξης τα «νοσήλια» περιλαμβάνουν κάθε δαπάνη που έγινε ή κρίθηκε αναγκαία να γίνει για την αποκατάσταση της Υ.ς του παθόντος. Στα νοσήλια περιλαμβάνονται, έτσι, οι δαπάνες νοσοκομειακής και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, η δαπάνη μίσθωσης ταξί προς μετάβασή του στο νοσοκομείο ή σε ιατρούς για εξετάσεις (ΕφΑθ 421/2008 ΕλλΔνη 2009.791), ειδικής βελτιωμένης διατροφής, όταν αυτό επιβάλλεται στη συγκεκριμένη περίπτωση (βλ. ΕφΛαμ 22/2010 Επιδικία 2011.47) κ.λπ. Βέβαια, από τα έξοδα θεραπείας του παθόντος αποδίδονται μόνον τα εύλογα, δηλαδή εκείνα τα οποία από τη σκοπιά του μέσου συνετού παρατηρητή φαίνονται σκόπιμα βάσει των δεδομένων της συγκεκριμένης περίπτωσης. Τη σκοπιμότητα αυτή οφείλει να επικαλεσθεί και να αποδείξει ο παθών, προσκομίζοντας σχετική ιατρική βεβαίωση (ΠΠρΑθ 189/2010 ΕπισκΕΔ 2010.583). Ωστόσο, δεν αποτελεί στοιχείο του ορισμένου της αγωγής ως προς τις δαπάνες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης το είδος και η ποσότητα των φαρμακευτικών σκευασμάτων ή φαρμακευτικών προϊόντων, τα οποία προμηθεύτηκε ο ζημιωθείς, αλλά τα τελευταία αποτελούν περιγραφικά στοιχεία αναγόμενα στην ουσία. Περαιτέρω, στο άρθρο 930 παρ. 3 ΑΚ ορίζεται ότι η αξίωση αποζημιώσεως δεν αποκλείεται εκ του ότι κάποιος άλλος έχει την υποχρέωση να αποζημιώσει ή να διατρέφει αυτόν που αδικήθηκε. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται γενικότερη αρχή, κατά την οποία η κατά του ζημιώσαντος αξίωση του παθόντος για αποζημίωση δεν μπορεί να αποκρουσθεί από τον ζημιώσαντα εκ του λόγου ότι άλλος εκ του νόμου υποχρεούμενος προσέφερε στον παθόντα υπηρεσίες πέραν από τις συνήθεις. Διότι κατά τη βούληση του νομοθέτη δεν πρέπει να αποβεί προς όφελος του ζημιώσαντος το γεγονός ότι τρίτος είναι υπόχρεος από το νόμο ή εξ άλλου λόγου να αποζημιώσει ή να διατρέφει αυτόν που αδικήθηκε (ΑΠ 132/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 833/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 371/2001 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ως άνω διάταξη του άρθρου 930 παρ. 3 ΑΚ αποτελεί έκφραση μιας γενικότερης αρχής ότι σε περίπτωση προσβολής της ζωής, του σώματος ή της Υ.ς προσώπου με αδικοπραξία ο υπεύθυνος δεν απαλλάσσεται της αστικής ευθύνης από το ότι τρίτος υποχρεούται από σύμβαση ή από το νόμο σε ορισμένη παροχή προς τον παθόντα ή τους οικείους του. Η παροχή αυτή σκοπό έχει την εξασφάλιση και ανακούφιση του ζημιωθέντος και όχι την απαλλαγή του ζημιώσαντος. Ο παραπάνω σκοπός της διάταξης του άρθρου 930 παρ. 3 ΑΚ επιβάλλει την όσο το δυνατόν ευρεία ερμηνεία αυτής. Σύμφωνα έτσι με την παραπάνω γενική αρχή, η διάταξη του άρθρου 930 παρ. 3 ΑΚ, παρά το ότι από τη γραμματική διατύπωσή της φαίνεται να αφορά στις περιπτώσεις που κάποιος άλλος έχει υποχρέωση να αποζημιώσει ή να διατρέφει αυτόν που ζημιώθηκε, αυτή εφαρμόζεται σε κάθε παροχή τρίτου, ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, είτε στηρίζεται σε σύμβαση είτε στο νόμο είτε γίνεται εκουσίως χωρίς νομική υποχρέωση και αποβλέπει στην άρση ή μείωση των συνεπειών της προσβολής κατά της ζωής, του σώματος ή της Υ.ς προσώπου και όχι να ωφελήσει τον βλάψαντα, του οποίου αφήνεται άθικτη η υποχρέωση αποζημιώσεως. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι «άλλος» με την έννοια της ως άνω διατάξεως μπορεί να είναι οποιοσδήποτε τρίτος (Δημόσιο, ασφαλιστικοί οργανισμοί, ασφαλιστικές εταιρείες, ιδιώτης, συγγενείς, εργοδότης κ.λπ.). Επομένως, κατ’ εφαρμογή της παραπάνω διάταξης του άρθρου 930 παρ. 3 ΑΚ, ο παθών από αδικοπραξία δικαιούται σε σωρευτική απόληψη, πέραν των παροχών τρίτου, και της οφειλομένης από τον αδικοπραγήσαντα αποζημιώσεως (ΑΠ 1488/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 384/2013 ΧρΙΔ 2013.729, ΑΠ 347/2009 ΝοΒ 2009.1627, ΑΠ 1127/2002 ΕλλΔνη 2004.397, ΑΠ 1213/2001 ΕλλΔνη 2002.97). Τέλος, από τη διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ, που ορίζει ότι «σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της Υ.ς, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης» προκύπτει ότι παρέχεται στο δικαστήριο της ουσίας η δυνητική ευχέρεια όπως, ύστερα από εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών που οι διάδικοι θέτουν υπόψη του, ήτοι του βαθμού του πταίσματος του υπόχρεου, του είδους της προσβολής, της περιουσιακής και κοινωνικής καταστάσεως των μερών και με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, επιδικάσει ή όχι χρηματική ικανοποίηση, αν κρίνει ότι επήλθε στον αδικηθέντα ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθώς και να καθορίσει το ποσό αυτής που θεωρεί εύλογο. Για τον προσδιορισμό σε κάθε περίπτωση του ποσού της χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης δεν είναι απαραίτητο να εκτίθενται στην αγωγή με ακρίβεια, όπως κατά κανόνα τούτο συμβαίνει στην αγωγή για περιουσιακή ζημία, όσα στοιχεία κρίνονται απαραίτητα προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει το δικαστήριο ως βάση για τον αιτούμενο προσδιορισμό. Τα στοιχεία αυτά συμπληρωματικά δύνανται να προκύψουν και από τις αποδείξεις (ΑΠ 1046/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από την άνω διάταξη προκύπτει ότι σε περίπτωση προσβολής της Υ.ς προσώπου, φορέας της σχετικής αξιώσεως για χρηματική ικανοποίηση είναι ο υποστάς άμεσα την ηθική βλάβη παθών, κατά του οποίου στρέφεται η αδικοπραξία. Τρίτα πρόσωπα, που ανήκουν συνήθως στο άμεσο οικογενειακό περιβάλλον του θύματος της αδικοπραξίας, έστω και αν αυτά υφίστανται ψυχικό πόνο από την αδικοπραξία, που στρέφεται κατά του οικείου τους, κατά κανόνα θεωρούνται τρίτοι και δεν καθίστανται και αυτά φορείς της σχετικής αξιώσεως για χρηματική ικανοποίηση. Μόνο κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή τέτοια χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, εφόσον προβάλλεται και αποδεικνύεται ότι ο συγγενής αυτός υπέστη διακριτή βλάβη της Υ.ς του που να έχει ως συνέπεια ψυχική νόσο που να συνεπάγεται αναπηρία ή λειτουργική ανικανότητα (ΑΠ 449/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση υπό στοιχ. Α αγωγή εκτίθεται ότι κατά τον αναφερόμενο στο αγωγικό δικόγραφο χρόνο οι ενάγοντες, μαζί με τον Γ. Κ., σύζυγο της πρώτης και πατέρα των λοιπών, ξεκίνησαν με φουσκωτό σκάφος από το Πόρτο Χέλι με προορισμό το πρυμνοδετημένο στη Χηνίτσα σκάφος «…». Ότι ενώ είχαν σχεδόν φθάσει στον προορισμό τους, το θαλάσσιο ταξί που οδηγούσε ο πρώτος εναγόμενος, ανήκε στην πλοιοκτησία του ιδίου και του δεύτερου εναγόμενου κατά ποσοστό 50% έκαστος και ήταν ασφαλισμένο για την έναντι τρίτων αστική ευθύνη στην τρίτη εναγόμενη ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία, έχοντας ξεκινήσει από την προβλήτα που υπάρχει μπροστά στο ξενοδοχείο “…”, εμβόλισε την αριστερή πλευρά του φουσκωτού, κατά τις συνθήκες που αναλυτικά περιγράφονται στην αγωγή, με συνέπεια τον τραυματισμό της πρώτης και του δεύτερου των εναγόντων. Ότι η επίδικη σύγκρουση οφείλεται στην αποκλειστική υπαιτιότητα (αμέλεια) του πρώτου εναγόμενου, ο οποίος, αν και ήταν υποχρεωμένος να επιτηρεί την πορεία του πλοίου του κατά τη νύχτα, καταβάλλοντας ιδιαίτερη προσοχή λόγω του σημείου πλεύσης, μεταξύ της νησίδας «Χηνίτσα» και της προς τα ανατολικά ακτής, λαμβανομένης υπόψη και της επαγγελματικής του ιδιότητας, δεν προέβη στους απαραίτητους κατά το νόμο χειρισμούς και ενέργειες, προκειμένου να αποφευχθεί η θαλάσσια σύγκρουση. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να τους καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας: α) στην πρώτη ενάγουσα, το συνολικό ποσό των 57.186,66 ευρώ, το οποίο αφορά αποζημίωση για την αποκατάσταση της θετικής της ζημίας και χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής της βλάβης, β) στον δεύτερο ενάγοντα, το συνολικό ποσό των 50.402 ευρώ, ως αποζημίωση για τη θετική του ζημία και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και γ) στην τρίτη ενάγουσα και στον τέταρτο ενάγοντα, το ποσό των 30.000,00 ευρώ σ’ έκαστο, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, και τα ποσά αυτά με το νόμιμο τόκο από 18.8.2013, οπότε έλαβε χώρα η ένδικη σύγκρουση, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Επίσης, ζητούν να απαγγελθεί σε βάρος του πρώτου εναγόμενου προσωπική κράτηση διάρκειας ενός έτους λόγω της τελεσθείσας από αυτόν αδικοπραξίας, καθώς και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική δαπάνη τους. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του αρμοδίου τούτου Δικαστηρίου κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία (άρθρα 9, 14 παρ. 2 και 51 παρ. 1α,2 εδ. β, 3 Α – Β δ,ιζ του ν. 2172/1993, ως εκ της ναυτικής φύσεως της διαφοράς). Είναι ορισμένη (άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ) και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 299, 330 εδ. β΄, 346, 481 επ., 914, 929 εδ. α΄, 930, 932, 926 ΑΚ, 1, 236, 239, 242 ΚΙΝΔ, Κανόνων 5, 15, 16 της με το ν.δ. 93/1974 κυρωθείσης Συμβάσεως του Λονδίνου «περί Διεθνών Κανονισμών προς αποφυγή συγκρούσεων στη θάλασσα», που τέθηκε σε ισχύ με το π.δ. 94/1977 (ΦΕΚ Α΄ 293), 907, 908, 1047, 176 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος περί τοκοδοσίας από την επέλευση του ατυχήματος το οποίο είναι μη νόμιμο και απορριπτέο διότι οι ενάγοντες δεν επικαλούνται προηγούμενη όχληση. Άλλωστε, σε σχέση με την τρίτη εναγόμενη ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία, στη θέση της οποίας έχει υπεισέλθει ως οιονεί καθολική διάδοχος μετά από συγχώνευση με απορρόφηση της αρχικώς εναγόμενης ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «…» η ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…», σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 68-77α του κ.ν. 2190/1920 και του άρθρου 54 του ν. 4172/2013 (βλ. σχετικά την υπ’ αριθ. Πρωτ. 252/2.1.2018 Απόφαση έγκρισης συγχώνευσης της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου & Προστασίας Καταναλωτή, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. Πρωτ. 256/2.1.2018 Ανακοίνωση Καταχώρισης στο Γ.Ε.ΜΗ.), λεκτέα τα εξής: Σύμφωνα με τις ρυθμίσεις των διατάξεων των άρθρων 189 επ. ΕμπΝ, αλλά και του άρθρου 25 του ν. 2496/1997, (ο οποίος άρχισε να ισχύει από 16.12.1997 και ο οποίος διέπει, κατά το άρθρο 33 αυτού, μόνο τις υφιστάμενες κατά την έναρξη της ισχύος του ασφαλιστικές συμβάσεις), η ασφάλιση γενικής αστικής ευθύνης, σε αντίθεση με την υποχρεωτική εκ του νόμου ασφάλιση, όπως είναι εκείνη εκ των αυτ/κών ατυχημάτων, δημιουργεί συμβατική σχέση και συνακόλουθα δικαιώματα και υποχρεώσεις μόνο μεταξύ του ασφαλιστή, αφενός, και του αντισυμβαλλομένου του ή του ασφαλισμένου, αφετέρου. Ο τρίτος που ζημιώθηκε και έχει αξίωση αποζημιώσεως κατά του ασφαλισμένου, δεν μπορεί να στραφεί ευθέως κατά του ασφαλιστή, παρά μόνο πλαγιαστικώς, γιατί τέτοια αξίωση δεν θεμελιώνεται στο δίκαιο της ιδιωτικής ασφάλισης, καθώς η ασφάλιση επαγγελματικών σκαφών αναψυχής για την αστική ευθύνη από την κυκλοφορία τους έναντι επιβαινόντων και τρίτων κατέστη μεν υποχρεωτική με τη διάταξη του άρθρου 8 του Ν. 2743/1999, πλην όμως, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 26 του παραπάνω Ν. 2496/1997, οι διατάξεις του άρθρου αυτού, στις οποίες περιλαμβάνεται και εκείνη, κατά την οποία, όταν η ασφάλιση της αστικής ευθύνης είναι κατά νόμο υποχρεωτική, ο τρίτος έχει ευθεία αξίωση και πέρα από το ασφαλιστικό ποσό, μέχρι το όριο, για το οποίο η ασφάλιση είναι υποχρεωτική, δεν εφαρμόζονται, αν δεν έχουν προσδιοριστεί οι υπηρεσίες ή τα νομικά πρόσωπα, που, σύμφωνα με την ίδια παράγραφο, αποκτούν την αρμοδιότητα να δέχονται τις κοινοποιήσεις των ασφαλιστών και ο καθορισμός τους γίνεται με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης και δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί με τον παραπάνω προβλεπόμενο από το νόμο τρόπο (ΑΠ 1502/2008, ΕφΠειρ 100/2014, ΕφΠειρ 286/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΡόδ 83/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς στην προκειμένη περίπτωση οι ενάγοντες, επικαλούμενοι σύμβαση ασφαλίσεως μεταξύ της 3ης εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας και του 1ου και του 2ου των εναγομένων δεν μπορούν, ως ζημιωθέντες τρίτοι, να στραφούν ευθέως κατά της ασφαλιστικής εταιρείας και επομένως η κατ’ αυτής αγωγή είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη. Επομένως, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη η αγωγή πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω στην ουσία της, καθώς καταβλήθηκε το ανάλογο για το αντικείμενό της δικαστικό ένσημο με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ’ αριθ. … e-παράβολο, σε συνδυασμό με την από 28.2.2019 απόδειξη πληρωμής μέσω “Alpha Web Banking”).
Με την προσεπίκληση σκοπείται ο εξαναγκασμός τρίτου να παρέμβει σε εκκρεμή δίκη και να υποστεί τις συνέπειες της απόφασης. Τα υποκειμενικά όρια της δίκης έναντι τρίτων με την προσεπίκληση διευρύνονται. Οι περιπτώσεις προσεπίκλησης αναφέρονται στο νόμο περιοριστικά (άρθρα 86, 87 και 88 ΚΠολΔ). Για την άσκησή της πρέπει να συντρέχουν όλες οι γενικές διαδικαστικές προϋποθέσεις που αφορούν το πρόσωπο του τρίτου ή στο αντικείμενο της δίκης. Πρέπει, ακόμη, να συντρέχουν και άλλες ειδικές προϋποθέσεις, ανάμεσα στις οποίες και η ιδιότητα του προσεπικαλούμενου ως τρίτου. Δεν επιτρέπεται να προσεπικληθεί ήδη διάδικος (π.χ. άλλος συνεναγόμενος), εφόσον αυτός δεν είναι τρίτος. Τότε η προσεπίκληση είναι απαράδεκτη. Δεν θίγεται, όμως, η τυχόν με την προσεπίκληση ενωθείσα παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης κατά του τρίτου, η οποία ασκείται για την περίπτωση ήττας του εναγόμενου (ΑΠ 245/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) και με την οποία ζητεί να του καταβάλει, ό,τι αυτός κατέβαλε ή θα καταβάλει (άρθρο 69 παρ. 1 περ. ε΄ ΚΠολΔ) στον παθόντα της δίκης αποζημίωσης της βασικής αγωγής (ΑΠ 243/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τούτο μάλιστα είναι επιτρεπτό και προτού ο ασφαλισμένος καταβάλει την αποζημίωση στον ζημιωθέντα τρίτο (ΑΠ 194/1992 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εν προκειμένω, με την υπό στοιχ. Β προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή, ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγομένων της ως άνω υπό στοιχ. Α κύριας αγωγής, αφού παραθέτουν αυτολεξεί το περιεχόμενο της αγωγής, επικαλούμενοι έγκυρη και ισχυρή σύμβαση ασφάλισης, ζητούν να παρέμβει υπέρ τους η πρώτη καθ’ ης η προσεπίκληση και παρεμπιπτόντως εναγόμενη ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία στην ανοιγείσα με την κύρια αγωγή δίκη, άλλως να υποχρεωθεί να καταβάλει κάθε ποσό που αυτοί θα υποχρεωθούν εκ της ανωτέρω κύριας αγωγής, σε περίπτωση που αυτή γίνει δεκτή, να καταβάλουν, στους ενάγοντες της κύριας αγωγής. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του παρόντος αρμοδίου καθ’ ύλην και κατά τόπον Δικαστηρίου (άρθρο 31 ΚΠολΔ) κατά την ίδια τακτική διαδικασία, απορριπτομένης, ωστόσο, ως απαράδεκτης της προσεπίκλησης, σύμφωνα και με όσα διαλαμβάνονται στη μείζονα σκέψη της παρούσας, καθόσον οι προσεπικαλούμενοι κατά το χρόνο άσκησης της προσεπίκλησης δεν είναι τρίτοι στην ανοιχθείσα με την κύρια αγωγή δίκη. Σε σχέση με τους δεύτερο και τρίτο των προσεπικαλουμένων η προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη για τον πρόσθετο λόγο ότι δεν αναφέρεται στην προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή η ύπαρξη εννόμου σχέσης, η οποία να θεμελιώνει το δικαίωμα αποζημίωσης των προσεπικαλούντων έναντι των συγκεκριμένων προσεπικαλουμένων ως δικονομικών εγγυητών (ΠΠρΑθ 357/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η σωρευόμενη παρεμπίπτουσα αγωγή είναι ορισμένη, καθόσον όπως προκύπτει από τα άρθρα 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, 1 και 2 παρ. 1 του Ν. 2496/1997 «περί ασφαλιστικής σύμβασης», για το ορισμένο της αγωγής με την οποία ζητείται η επιδίκαση ασφαλιστικής αποζημίωσης, διότι επήλθε ο ασφαλιστικός κίνδυνος, αρκεί η επίκληση της ασφαλιστικής σύμβασης κατά το περιεχόμενό της και δη των στοιχείων που προβλέπονται από το άρθρο 1 του Ν. 2496/1997, ότι δηλ. πρόκειται για μια σύμβαση δυνάμει της οποίας ο ασφαλιστής ανέλαβε, έναντι ασφαλίστρου, την υποχρέωση προς καταβολή του ασφαλίσματος σε περίπτωση επελεύσεως της ασφαλιστικής περίπτωσης (ΕφΠειρ 985/2013 ΕΝαυτΔ 2013.439). Το αίτημά της, ωστόσο, δηλαδή να υποχρεωθεί η ασφαλιστική εταιρεία να καταβάλει στους κυρίως ενάγοντες κάθε ποσό που αυτοί θα υποχρεωθούν εκ της ανωτέρω κύριας αγωγής, σε περίπτωση που αυτή γίνει δεκτή, να καταβάλουν, τυγχάνει μη νόμιμο, καθόσον οι κυρίως ενάγοντες δεν συνδέονται με νομικό ή συμβατικό δεσμό με την ασφαλιστική εταιρεία (ΕφΠειρ 985/2013 ο.π.). Επομένως, η παρεμπίπτουσα αγωγή πρέπει ν’ απορριφθεί ως νομικά αβάσιμη, να καταδικαστούν δε οι παρεμπιπτόντως ενάγοντες στα δικαστικά έξοδα των παρεμπιπτόντως εναγόμενων (άρθρα 176, 180 παρ. 1, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Σημειωτέον ότι για την προσεπίκληση δεν επιδικάζονται δικαστικά έξοδα υπέρ των καθ’ ων η προσεπίκληση, καθόσον οι τελευταίοι δεν υποβλήθηκαν σε ιδιαίτερα έξοδα ως προς αυτήν.
Οι ενάγοντες της υπό στοιχ. Γ΄ αγωγής εκθέτουν ότι στις 18.8.2013 το θαλάσσιο ταξί που οδηγούσε ο πρώτος εναγόμενος, ιδιοκτησίας του ιδίου και του δεύτερου εναγόμενου κατά ποσοστό 50% έκαστος, επέπεσε στην αριστερή πλευρά του κυβερνώμενου από τον πρώτο ενάγοντα tender – βοηθητικού φουσκωτού, του σκάφους «…», πλοιοκτησίας της δεύτερης ενάγουσας εταιρείας και προκάλεσε τέτοιες ζημιές στο φουσκωτό και την εξωλέμβια μηχανή του που καθιστούσαν ασύμφορη την επισκευή και αποκατάστασή τους. Επικαλούμενοι, περαιτέρω, οι ενάγοντες ότι το ένδικο ατύχημα και δη η σύγκρουση των ανωτέρω σκαφών και η, συνεπεία αυτής, πρόκληση των παραπάνω ζημιών στο σκάφος της δεύτερης εξ αυτών, αλλά και ο περιγραφόμενος στην ένδικη αγωγή τραυματισμός της συζύγου και του ενός τέκνου του πρώτου εξ αυτών, που επέβαιναν στο σκάφος, οφείλεται σε υπαιτιότητα του πρώτου εναγομένου, συνισταμένη στον αμελή και κατά παράβαση των κανόνων της ναυτικής τέχνης και εμπειρίας χειρισμό του θαλασσίου ταξί κατά τον πλού αυτού, κατά τα εκτιθέμενα, ειδικότερα στην υπόψη αγωγή τους, ζητούν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να τους καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας: α) στον πρώτο ενάγοντα, το συνολικό ποσό των 50.000 ευρώ, το οποίο αφορά σε χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής του βλάβης, β) στη δεύτερη ενάγουσα, το συνολικό ποσό των 5.800 ευρώ, ως αποζημίωση για τη θετική της ζημία, και τα ποσά αυτά με το νόμιμο τόκο από 18.8.2013, οπότε έλαβε χώρα η ένδικη σύγκρουση, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Επίσης, ζητούν να απαγγελθεί σε βάρος του πρώτου εναγόμενου προσωπική κράτηση διάρκειας ενός έτους λόγω της τελεσθείσας από αυτόν αδικοπραξίας, καθώς και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στη δικαστική δαπάνη τους. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του αρμοδίου τούτου Δικαστηρίου κατά την προκειμένη τακτική διαδικασία (άρθρα 9, 14 παρ. 2 και 51 παρ. 1α,2 εδ. β, 3 Α – Β δ,ιστ του ν. 2172/1993, ως εκ της ναυτικής φύσεως της διαφοράς). Είναι ορισμένη (άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ) και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 299, 330 εδ. β΄, 346, 481 επ., 914, 932, 926 ΑΚ, 1, 236, 239, 242 ΚΙΝΔ, Κανόνων 5, 15, 16 της με το ν.δ. 93/1974 κυρωθείσης Συμβάσεως του Λονδίνου «περί Διεθνών Κανονισμών προς αποφυγή συγκρούσεων στη θάλασσα», που τέθηκε σε ισχύ με το π.δ. 94/1977 (ΦΕΚ Α΄ 293), 907, 908, 1047, 176 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος περί τοκοδοσίας από την επέλευση του ατυχήματος, το οποίο είναι μη νόμιμο και απορριπτέο διότι οι ενάγοντες δεν επικαλούνται προηγούμενη όχληση. Άλλωστε, σε σχέση με την τρίτη εναγόμενη ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία, η κατ’ αυτής αγωγή είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, με το ειδικότερο σκεπτικό που εκτίθεται ανωτέρω σε σχέση με την υπό στοιχ. Α΄ αγωγή και που δικαιολογεί τον λόγο για τον οποίο οι ενάγοντες δεν μπορούν, ως ζημιωθέντες τρίτοι, να στραφούν ευθέως κατά της ασφαλιστικής εταιρείας. Επομένως, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη η αγωγή πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω στην ουσία της, καθώς καταβλήθηκε το ανάλογο για το αντικείμενό της δικαστικό ένσημο με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ’ αριθ. 261420162959 0423 0035 e-παράβολο, σε συνδυασμό με την από 28.2.2019 απόδειξη πληρωμής μέσω “Alpha Web Banking”).
Με την υπό στοιχ. Δ προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή, ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγομένων της ως άνω υπό στοιχ. Γ κύριας αγωγής, αφού παραθέτουν αυτολεξεί το περιεχόμενο της αγωγής, επικαλούμενοι έγκυρη και ισχυρή σύμβαση ασφάλισης, ζητούν να παρέμβει υπέρ τους η πρώτη καθ’ ης η προσεπίκληση και παρεμπιπτόντως εναγόμενη ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία στην ανοιγείσα με την κύρια αγωγή δίκη, άλλως να υποχρεωθεί να καταβάλει κάθε ποσό που αυτοί θα υποχρεωθούν εκ της ανωτέρω κύριας αγωγής, σε περίπτωση που αυτή γίνει δεκτή, να καταβάλουν, στους ενάγοντες της κύριας αγωγής. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση προσεπίκληση-παρεμπίπτουσα αγωγή παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του παρόντος αρμοδίου καθ’ ύλην και κατά τόπον Δικαστηρίου (άρθρο 31 ΚΠολΔ) κατά την ίδια τακτική διαδικασία, απορριπτομένης, ωστόσο, ως απαράδεκτης της προσεπίκλησης, σύμφωνα και με όσα διαλαμβάνονται στη μείζονα σκέψη της υπό στοιχ. Β προσεπίκλησης – παρεμπίπτουσας αγωγής, καθόσον οι προσεπικαλούμενοι κατά το χρόνο άσκησης της προσεπίκλησης δεν είναι τρίτοι στην ανοιχθείσα με την κύρια αγωγή δίκη. Σε σχέση με τους δεύτερο και τρίτη των προσεπικαλουμένων η προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη για τον πρόσθετο λόγο ότι δεν αναφέρεται στην προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή η ύπαρξη εννόμου σχέσης, η οποία να θεμελιώνει το δικαίωμα αποζημίωσης των προσεπικαλούντων έναντι των συγκεκριμένων προσεπικαλουμένων ως δικονομικών εγγυητών (ΠΠρΑθ 357/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η σωρευόμενη παρεμπίπτουσα αγωγή είναι ορισμένη, καθόσον περιέχει όλα τα απαιτούμενα από τα άρθρα 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, 1 και 2 παρ. 1 του Ν. 2496/1997 «περί ασφαλιστικής σύμβασης» στοιχεία, σύμφωνα με τα προρρηθέντα. Το αίτημά της, ωστόσο, δηλαδή να υποχρεωθεί η ασφαλιστική εταιρεία να καταβάλει στους κυρίως ενάγοντες κάθε ποσό που αυτοί θα υποχρεωθούν εκ της ανωτέρω κύριας αγωγής, σε περίπτωση που αυτή γίνει δεκτή, να καταβάλουν, τυγχάνει μη νόμιμο, καθόσον οι κυρίως ενάγοντες δεν συνδέονται με νομικό ή συμβατικό δεσμό με την ασφαλιστική εταιρεία (ΕφΠειρ 985/2013 ο.π.). Επομένως, η παρεμπίπτουσα αγωγή πρέπει ν’ απορριφθεί ως νομικά αβάσιμη, να καταδικαστούν δε οι παρεμπιπτόντως ενάγοντες στα δικαστικά έξοδα των παρεμπιπτόντως εναγόμενων (άρθρα 176, 180 παρ. 1, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Σημειωτέον ότι για την προσεπίκληση δεν επιδικάζονται δικαστικά έξοδα υπέρ των καθ’ ων η προσεπίκληση, καθόσον οι τελευταίοι δεν υποβλήθηκαν σε ιδιαίτερα έξοδα ως προς αυτήν.
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης που εξετάστηκαν νομότυπα στο ακροατήριο και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από την υπ’ αριθ. …/21.2.2019 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθήνας Μαρίας-Ελένης Γαβριηλόγλου, που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι ενάγοντες της υπό στοιχ. Α αγωγής και η οποία ελήφθη κατόπιν νομίμου και εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγομένων (βλ. τις υπ’ αριθ. … εκθέσεις επίδοσης των δικαστικών επιμελητών της περιφέρειας του Εφετείου Ναυπλίου Γ. Μ. των δύο πρώτων και της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Α. Τ. της τελευταίας), από την υπ’ αριθ. …/21.2.2019 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθήνας Μαρίας-Ελένης Γαβριηλόγλου, που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι ενάγοντες της υπό στοιχ. Γ αγωγής και η οποία ελήφθη κατόπιν νομίμου και εμπρόθεσμης κλήτευσης των εναγομένων (βλ. τις υπ’ αριθ. … εκθέσεις επίδοσης των δικαστικών επιμελητών της περιφέρειας του Εφετείου Ναυπλίου Γ. Μ. των δύο πρώτων και της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών Α. Τ. της τελευταίας), καθώς και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι διάδικοι, άλλα εκ των οποίων λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 18.8.2013 και περί ώρα 22.15, ο Γ. Κ. απέπλευσε από το Πόρτο Χέλι με την πνευστή μηχανοκίνητη λέμβο (φουσκωτό σκάφος – tender), μήκους 3,4 μ. και πλάτους 1,6 μ., τύπου «AVON ROVER 340 RIB», με εξωλέμβια μηχανή πρόωσης Yamaha, “…”, της Θ/Γ «…», Ν.Π. 9921, πλοιοκτησίας της ενάγουσας εταιρείας με την επωνυμία «…», με κατεύθυνση τη νησίδα «Χηνίτσα», όπου και είχε πρυμνοδετήσει το ως άνω σκάφος. Στη βοηθητική λέμβο επέβαιναν, εκτός από τον ανωτέρω Κυβερνήτη της, η σύζυγός του, Ά. Β., και τα τρία ανήλικα τέκνα τους, ήτοι τα δίδυμα Α. και Έ.-Μ., ετών έξι (6), και ο Κ., ετών τεσσάρων (4), κατά τον ένδικο χρόνο. Η ως άνω Ά. Β. καθόταν στον καναπέ της τιμονιέρας αριστερά, με μέτωπο στην πλώρη του σκάφους, στη μέση ο σύζυγός της – Κυβερνήτης και δεξιά ο ανήλικος Α., ενώ τα άλλα δύο τέκνα κάθονταν στο κατάστρωμα (πάτωμα) της πλώρης. Ο καιρός στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή ήταν αίθριος, με ανέμους βόρειους ασθενείς (3 Μποφόρ) με ριπές έως μέτριους (5 Μποφόρ), η δε ορατότητα στον τόπο του συμβάντος ήταν πολύ καλή, καθώς, λόγω του ότι η σελήνη ήταν 12 ημερών, η σεληνοφάνεια αντιστοιχούσε στο 91% του δίσκου της. Περαιτέρω, ο Κυβερνήτης του σκάφους είχε θέσει σε λειτουργία τα φώτα ναυσιπλοΐας, δηλαδή τον πλευρικό ερυθρό φανό, που ήταν εγκατεστημένος στην αριστερή πλευρά της κονσόλας πηδαλιουχίας της βοηθητικής λέμβου, και το πρυμναίο λευκό περίβλεπτο φως, οδηγούσε δε τη λέμβο με κατεύθυνση ανατολική μέσα στον κόλπο και με μικρή ταχύτητα, 3 περίπου ναυτικών μιλίων, λαμβάνοντας υπόψη ότι η κίνηση των σκαφών κατά τους θερινούς μήνες, ημέρα και νύκτα, στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή είναι εξαιρετικά μεγάλη και το σημείο στενό. Άλλωστε, η σύζυγός του επιτηρούσε και αυτή τον θαλάσσιο χώρο, προς αποφυγή τυχόν σύγκρουσης με άλλο διερχόμενο σκάφος αλλά και προς ασφαλέστερη διέλευση ανάμεσα από τα άλλα αγκυροβολημένα εντός του όρμου σκάφη, κρατώντας, μετά από προτροπή του συζύγου της, αναμμένο φακό. Πλησιάζοντας στη Θ/Γ «…», σε απόσταση περίπου πενήντα (50) μέτρων από αυτή, ο Γ. Κ. παρατήρησε πίσω στα αριστερά του και σε απόσταση περίπου 50-60 μέτρων από τη βοηθητική λέμβο, διαγώνια με αυτή, ένα θαλάσσιο ταξί, το οποίο έπλεε με διασταυρούμενη πορεία με αυτήν, επιδεικνύοντας τον δεξιό πλευρικό φανό (πράσινο)· επρόκειτο για το Ε/Γ-Τ/Ρ-Θ/Τ «…» (…), υπ’ αριθ. νηολογίου Σπετσών …, με ΔΔΣ SY 8949, μία προωστήρια μηχανή, μήκους 8,6 μ. πλάτους 3,1 μ. και βάθους 1,4 μ., κ.ο.χ. 9,97 και κ.κ.χ. 8,66, το οποίο ανήκει στην πλοιοκτησία των εναγόμενων Ιωάννη και Κ. Φ., κατά ποσοστό 50% σε έκαστο. Στο εν λόγω σκάφος κυβερνήτης κατά τον επίδικο χρόνο ήταν ο Κ. Φ. του Γ., επέβαιναν δε σε αυτό, πλην του ιδίου και της συζύγου του Β. Μ., η οποία εκτελούσε χρέη οπτήρα κατά τον θαλάσσιο πλου, άλλα πέντε (5) άτομα, τα οποία είχαν επιβιβαστεί περί ώρα 22.30 από το ξενοδοχείο «…» προκειμένου να μεταβούν στη νήσο των Σπετσών. Ο Γ. Κ. αντελήφθη μεν το θαλάσσιο ταξί, που έπλεε με αναμμένα τα φώτα ναυσιπλοΐας, και συγκεκριμένα τον κίτρινο αναλάμποντα περίβλεπτο φανό επί του ιστού του σκάφους, θεώρησε, ωστόσο, ότι ο κυβερνήτης του τον είχε δει, δεδομένης και της σεληνοφάνειας και των φώτων από το ξενοδοχείο «…», και θα του παραχωρούσε προτεραιότητα, ως όφειλε βάσει των Κανόνων του Διεθνούς Κώδικα προς Αποφυγή Συγκρούσεων, όπως αυτό κυρώθηκε με το Ν.Δ. 93/1974, ιδίως δε βάσει των Κανόνων 15-16 αυτού, που επέτασσαν εν προκειμένω, κατά τη διασταύρωση της πορείας του θαλασσίου ταξί από τα δεξιά με το φουσκωτό (tender) της Θ/Γ «…», να απομακρυνθεί, αλλάζοντας εγκαίρως την πορεία του προς τα δεξιά, ώστε να διέλθει από την πρύμνη του. Μάλιστα με τον φακό χειρός που κρατούσε η σύζυγός του Ά. Β. φώτισε παρατεταμένα προς το μέρος του θαλάσσιου ταξί. Λόγω, όμως, εξαιρετικά πλημμελούς επιτήρησης του θαλάσσιου χώρου πλου του θαλάσσιου ταξί, κατά παράβαση του Κανόνα 5 του προαναφερθέντος Διεθνούς Κώδικα προς Αποφυγή Συγκρούσεων, που επιβάλλει την ανά πάσα στιγμή πρέπουσα οπτική και ακουστική επιτήρηση (look-out) με κάθε διαθέσιμο πρόσφορο μέσο κατά τις επικρατούσες περιστάσεις και συνθήκες, σε συνδυασμό με τη μη χρήση της υπάρχουσας στο θαλάσσιο ταξί συσκευής radar, το θαλάσσιο ταξί παρέλειψε να απομακρυνθεί, καθόσον ο Κυβερνήτης του δεν αντελήφθη το φουσκωτό σκάφος και δεν μετέβαλε την πορεία του, με αποτέλεσμα, περί ώρα 22.30, να προσκρούσει με την πλώρη του στην αριστερή πλευρά του φουσκωτού, με αυξημένη ταχύτητα 7,5 ναυτικών μιλίων περίπου. Η σφοδρότητα της σύγκρουσης προκύπτει αναμφίβολα από τις καταθέσεις των επιβαινόντων στο θαλάσσιο ταξί. Από την πρόσκρουση το βοηθητικό φουσκωτό περιστράφηκε γύρω από τον άξονά του και «πλάγιασε» με το αριστερό μέρος του στη δεξιά πλευρά του θαλασσίου ταξί, ενώ έσπασε ο αριστερός αεροθάλαμος («μπαλόνι») και μέρος της αριστερής πλευράς της γάστρας, με αποτέλεσμα να πλημμυρίσει νερό. Επίσης, τραυματίστηκαν οι επιβαίνοντες σε αυτό Ά. Β., η οποία υπέστη υποκεφαλικό κάταγμα στο αριστερό ισχίο, και ο ανήλικος Α., ο οποίος, καθώς προσέκρουσε πάνω στο τιμόνι της κονσόλας του φουσκωτού, υπέστη κρανιοεγκεφαλική κάκωση και έχασε τις αισθήσεις του. Με βάση τα ανωτέρω αποδειχθέντα, υπαίτιος του παραπάνω ατυχήματος υπήρξε ο κυβερνήτης του θαλάσσιου ταξί «…» Κ. Φ., ο οποίος από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε και μπορούσε να καταβάλει, παρέλειψε να προβεί στις επιβαλλόμενες κατά τους κανόνες της ναυτικής τέχνης ενέργειες ώστε να αποφευχθεί η σύγκρουση, ήτοι ενώ στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν κυβερνήτης του πλοίου που είχε την υποχρέωση να φυλάσσει και να προσέχει το πλοίο των εναγόντων, αφού αυτό ερχόταν από τη δεξιά πλευρά του θαλάσσιου ταξί, δεν αντιλήφθηκε το φουσκωτό σκάφος, το οποίο είχε αναμμένα τα προβλεπόμενα φώτα ναυσιπλοΐας και περαιτέρω φακό χειρός, επιτηρώντας τον θαλάσσιο χώρο οπτικά και ακουστικά ούτε κάνοντας χρήση της λειτουργούσας συσκευής ραντάρ και δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να αλλάξει εγκαίρως πορεία και να απομακρυνθεί από το φυλασσόμενο σκάφος, διερχόμενο από την πρύμνη του φουσκωτού, είτε ακόμη και να ακινητοποιήσει το πλοίο του, αφού άλλωστε οι καιρικές συνθήκες το επέτρεπαν, δεδομένου ότι κατά το χρόνο της σύγκρουσης ο άνεμος που έπνεε, όπως προεκτέθηκε, ήταν ασθενής και υπήρχε καλή ορατότητα, αλλά συνέχισε την πορεία του με αποτέλεσμα να συγκρουσθούν τα πλοία, να υποστεί ζημίες η βοηθητική λέμβος και να επέλθουν οι προαναφερθέντες τραυματισμοί. Όλα δε τα ανωτέρω, προκύπτουν, πέραν των λοιπών αποδεικτικών μέσων, και από την έκθεση πραγματογνωμοσύνης που διεξήχθη στα πλαίσια προανάκρισης από τον Ανώτατο Αξιωματικό Π.Σ. σε Π.Δ. (Μ.Δ.) – Πλοίαρχο Ε.Ν. Η. Σ.. Ωστόσο, η εν λόγω σύγκρουση οφείλεται σε συγκλίνουσα αμέλεια λόγω ελλείψεως της προσοχής ως προς την εφαρμογή του προπαρατεθέντος στη νομική σκέψη Κανόνα 17 αποφυγής συγκρούσεων του κυβερνώντος το φουσκωτό (tender) σκάφος “…”, προσδιοριζόμενης αυτής σε ποσοστό 20%, με συνέπεια ο Κυβερνήτης του θαλασσίου ταξί να ευθύνεται κατά ποσοστό 80%, κατά μερική αποδοχή ως ουσιαστικά βάσιμης της νόμιμης ένστασης περί συντρέχοντος πταίσματος (άρθρο 300 ΑΚ), που προέβαλαν παραδεκτά οι εναγόμενοι. Συγκεκριμένα, ο Γ. Κ., ο οποίος είχε αντιληφθεί εγκαίρως και από αρκετή απόσταση πριν από το σημείο της σύγκρουσης το θαλάσσιο ταξί, είχε δε διαπιστώσει μετά βεβαιότητας ότι ο κυβερνήτης του «φυλάσσοντος» πλοίου δεν τον είχε αντιληφθεί, δεν τέλεσε χειρισμό «τελευταίας στιγμής» ως όφειλε, ώστε ν’ αποφευχθεί η επερχόμενη σύγκρουση, στρίβοντας έγκαιρα δεξιά για ν’ αλλάξει πορεία, κατά παράβαση του ως άνω Κανόνα 17 ΝΔ 93/1974. Σημειώνεται ότι το Ανακριτικό Συμβούλιο Ναυτικών Ατυχημάτων (ΑΣΝΑ) αποφάνθηκε ομόφωνα ότι το ένδικο ναυτικό ατύχημα οφειλόταν σε αμέλεια των κυβερνητών αμφοτέρων των σκαφών (βλ. την υπ’ αριθ. 56/2017 Έκθεση), ενώ με την υπ’ αριθ. 716/2018 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Ναυπλίου κρίθηκαν αμφότεροι ένοχοι για την πράξη της παράβασης των διατάξεων του Διεθνούς Κανονισμού Αποφυγής Συγκρούσεων από αμέλεια (άρθρο 225 παρ. 2 ΝΔ 187/1973), ο μεν κυβερνήτης του θαλάσσιου ταξί των Κανόνων 15-16 ο δε κυβερνήτης του φουσκωτού του Κανόνα 17, και καταδικάστηκαν αντίστοιχα σε ποινή φυλάκισης έξι (6) μηνών για τη συγκεκριμένη πράξη ο πρώτος και σε ποινή φυλάκισης ενός (1) μηνός και χρηματική ποινή 150 ευρώ ο δεύτερος. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία, αποδείχθηκε ότι μετά τη σύγκρουση, με τη βοήθεια παραπλεόντων σκαφών που προσέτρεξαν στο σημείο αλλά και του Κυβερνήτη του θαλάσσιου ταξί, οι ως άνω τραυματίες όπως και οι λοιποί επιβαίνοντες στη βοηθητική λέμβο μεταφέρθηκαν στο θαλάσσιο ταξί και εν συνεχεία στο λιμάνι του Πορτοχελίου. Από εκεί, ασθενόφορα του ΕΚΑΒ από το Κέντρο Υγείας Κρανιδίου, που είχαν στο μεταξύ ειδοποιηθεί από το κατά τόπον Λιμεναρχείο, στο οποίο είχε καλέσει τηλεφωνικά ο επιβαίνων σε παραπλέον σκάφος ιατρός Θ. Β., μετέφεραν τη μεν Α. Β. στο Κ. Υ. Ν. και εν συνεχεία στο νοσοκομείο “M.” προκειμένου να χειρουργηθεί, τον δε ανήλικο Α. αρχικά στο Νοσοκομείο Παίδων «Α. Σ.» και εν συνεχεία στο «Μ.». Η Ά. Β., γεννηθείσα στις 11.8.1971, εισήχθη στο νοσοκομείο “M.” 14 ώρες μετά το ατύχημα, στις 19.8.2013, πάσχοντας από υποκεφαλικό κάταγμα (πλήρως παρεκτοπισμένο, Garden IV) αριστερού ισχίου, από συνδεσμική κάκωση αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης με αναστροφή της φυσιολογικής λόρδωσης, από θλάση μυών δεξιού ημιθωρακίου και από συνδεσμική βλάβη οσφυικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης. Την ίδια ημέρα της εισαγωγής της, υποβλήθηκε σε χειρουργική ορθοπαιδική επέμβαση ανάταξης και εσωτερικής οστεοσύνθεσης (κοχλίωσης) του υποκεφαλικού κατάγματος του αριστερού ισχίου. Παρέμεινε στο νοσοκομείο για παρακολούθηση και μετεγχειρητική αποθεραπεία για 5 ημέρες και έλαβε εξιτήριο στις 24 Αυγούστου 2013. Στην οικία της μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο και παρέμεινε σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο υποστήριξής της με ειδική ανακλινόμενη νοσηλευτική κλίνη, ειδικό πρόγραμμα αποθεραπείας και φυσικοθεραπείας, χρήση βακτηριών και περιπατητήρα («Π») για την κινητοποίησή της χωρίς φόρτιση του πάσχοντος αριστερού σκέλους, ανυψωτικό λεκάνης τουαλέτας και ειδικά υψηλά καθίσματα για τη διευκόλυνσή της. Παράλληλα, έλαβε αντιβιοτική, αναλγητική και αντιπηκτική φαρμακευτική αγωγή, συνεστήθησαν φυσικοθεραπείες και τακτικός ακτινολογικός έλεγχος για την πώρωση του κατάγματός της. Μετά από διάστημα δύο (2) μηνών της επιτράπηκε από τον θεράποντα ορθοπαιδικό χειρουργό Ι. Τ. να κινητοποιηθεί περισσότερο, με χρήση βακτηριών και μερική φόρτιση του πάσχοντος αριστερού σκέλους. Σταδιακά σε διάστημα ενός έτους και αφού υποβλήθηκε σε φυσικοθεραπευτικές συνεδρίες, αλλά και ειδικό ασκησιολόγιο ενδυνάμωσης και κολύμβησης έφτασε σε ικανοποιητικά λειτουργικά επίπεδα στην καθημερινότητά της, αν και ανέπτυξε μετατραυματική χονδροπάθεια στο γόνατο του πάσχοντος αριστερού σκέλους και συνοδό μικρή ρήξη του έσω μηνίσκου, με άλγος, ευαισθησία και κριγμό κατά την ψηλάφηση και, ως εκ τούτου, δυσχέρεια ανάβασης – κατάβασης σκάλας, βάδισης σε κεκλιμένο έδαφος και γενικώς κάμψης του γόνατος σε μεγάλες μοίρες. Στις 6 Απριλίου 2016 εισήχθη στο νοσοκομείο «Υ.» για την αφαίρεση των υλικών οστεοσύνθεσης (3 κοχλιών) και, αφού παρέμεινε στο νοσοκομείο για λίγες ώρες μετεγχειρητικά, για παρακολούθηση, έλαβε εξιτήριο, ακολουθώντας πρόγραμμα αποθεραπείας με βάδιση με βακτηρίες για 2 εβδομάδες και στη συνέχεια ειδικές ασκήσεις ενδυνάμωσης για ακόμη 2 μήνες. Ήδη δε, σύμφωνα με την από 18.2.2019 ιατρική γνωμάτευση του θεράποντος ιατρού της, η Ά. Β. έχει αναπτύξει νέκρωση της μηριαίας κεφαλής του αριστερού ισχίου, λόγω του τύπου του κατάγματος αυτού. Για τον λόγο αυτό υποβλήθηκε σε νέα χειρουργική επέμβαση στις 21.9.2018 στο νοσοκομείο «Υ.», υπό γενική αναισθησία, κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν διαδερμικοί τρυπανισμοί στις περιοχές της οστικής νέκρωσης για την αποσυμπίεση της κεφαλής του αριστερού μηριαίου οστού και την έγχυση αυτόλογων μεσεγχυματικών κυττάρων, με σκοπό την επιβράδυνση ή την αναστροφή της εξέλιξης της επιπλοκής αυτής, η οποία, σε συνδυασμό με τυχόν επιπλοκές μετατραυματικής οστεοαρθρίτιδας, θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα χειρουργική επέμβαση ολικής αρθροπλαστικής. Εξάλλου, ο εξάχρονος Α. Κ. (ημερ. γέννησης 12.1.2007) μεταφέρθηκε στο Γ. Ν. Ν. με ΕΚΑΒ, φέροντας μώλωπα και οίδημα μετωπιαίας χώρας. Κατά την προσέλευσή του στα ΤΕΠ Χ/Κ ήταν διεγερτικός, κατόπιν παρουσίασε υπνηλία και αντίδραση στα ερεθίσματα. Του ετέθη φλεβοκαθετήρας και διακομίσθηκε στο ΓΝ Παίδων «Α. Σ.», όπου υπεβλήθη σε αξονική τομογραφία εγκεφάλου, αρνητική για παθολογικά ευρήματα, και εν συνεχεία στην παιδιατρική κλινική «…», για περαιτέρω αντιμετώπιση, με διάγνωση για κρανιοεγκεφαλική κάκωση – απώλεια συνείδησης. Κατά την εισαγωγή του ήταν αιμοδυναμικά σταθερός, σε εγρήγορση, προσανατολισμένος, εκτελούσε εντολές και δεν παρουσίαζε εστιακό νευρολογικό έλλειμμα. Έφερε κεφαλαιμάτωμα αριστερά μετωπιαία, εκχύμωση αριστερού πτερυγίου και αριστερής μαστοειδούς, παρουσίαζε δε ευαισθησία κατά την ψηλάφηση της αριστερής κροταφογναθικής άρθρωσης, χωρίς περιορισμό της κινητικότητας. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του έκανε ένα πυρετικό κύμα (μείωση αναπνευστικού ψιθυρίσματος δεξιάς βάσης) και ετέθη σε αντιβιοτική αγωγή. Εξήλθε στις 20.8.2013 απύρετος, με άριστο επίπεδο συνείδησης, πλήρως κινητοποιημένος, με σύσταση για νευρολογική παρακολούθηση. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι συνεπεία του τραυματισμού της, η ενάγουσα Ά. Β., δαπάνησε κατά τη διάρκεια νοσηλείας της στο νοσοκομείο «M.», το ποσό των 4.829,71 ευρώ, οφείλουν, συνεπώς, οι εναγόμενοι να την αποζημιώσουν ως προς το ποσό των (4.829,71 × 80% =) 3.863,76 ευρώ, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι το ασφαλιστικό της ταμείο (ΕΟΠΥΥ) κάλυψε το ποσό των 1.112,70 ευρώ, η ιδιωτική της ασφάλεια (…) κάλυψε το ποσό των 3.711,25 ευρώ και η ίδια κάλυψε το ποσό των 5,76 ευρώ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 930 παρ. 3 ΑΚ. Κατά το διάστημα της νοσηλείας της (19.8.2013 – 23.8.2013) η ενάγουσα αδυνατούσε να αυτοεξυπηρετηθεί, δεχόμενη τις υπηρεσίες αποκλειστικής νοσοκόμου που της παρείχε η αποκλειστική αδελφή – νοσοκόμα Ε. Χ., για τις υπηρεσίες της οποίας κατέβαλε το χρηματικό ποσό των 77,65 ευρώ ημερησίως, ήτοι συνολικά το χρηματικό ποσό των (77,65 × 5 =) 388,25 ευρώ. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα δαπάνησε τα ακόλουθα ποσά: 1) για ενοικίαση ηλεκτρικής νοσοκομειακής κλίνης για δύο (2) μήνες, ήτοι από 23.8.2013 έως 23.10.2013 το συνολικό ποσό των (2 μήνες × 130 ευρώ =) 260 ευρώ, 2) για ενοικίαση αναπηρικού αμαξιδίου με μεσαίους τροχούς για ένα (1) μήνα, ήτοι από 26.8.2013 έως 26.9.2013 το χρηματικό ποσό των 45 ευρώ και 3) για πατερίτσες το χρηματικό ποσό των 45 ευρώ, ήτοι συνολικά δαπάνησε για τις ανωτέρω αιτίες το ποσό των (260 + 45 + 25 =) 330 ευρώ. Για την αγορά των απαραίτητων φαρμάκων και εν γένει φαρμακευτικών ειδών, η ενάγουσα δαπάνησε το συνολικό ποσό των (18,61 + 22 + 14,60 + 85 + 8,60 + 48,31 + 9,20 + 8,10 + 13,50 =) 227,92 ευρώ. Για 25 συνεδρίες φυσικοθεραπείας που εκτέλεσε στο «Κ. Φ. και Ο.» στην Άνω Γλυφάδα, αποτελούμενες από tens-laser και κινησιομαλάξεις, καθώς και για 3 ειδικές φυσικοθεραπείες αποκατάστασης του κατάγματος στο ισχίο της από τον Ι. Σ., ρεφλεξολόγο – ηλεκτροβελονιστή, δαπάνησε το συνολικό χρηματικό ποσό των 1.100 ευρώ. Τέλος, δαπάνησε το χρηματικό ποσό των 112 ευρώ για εξέταση Α/Α ισχίων Face + Profil από το ιδιωτικό πολυιατρείο – ιατρική ανώνυμη εταιρεία «…», καθώς και το ποσό των 198,78 ευρώ για την αναγκαία μετακίνηση της Μ.ς της, Έ. Κ., από την Αθήνα στο νοσοκομείο του Ναυπλίου την 19η.8.2013, μετά το ατύχημα. Συνολικά, για τις ανωτέρω αιτίες η ενάγουσα δαπάνησε το ποσό των (4.829,71 + 388,25 + 260 + 45 + 25 + 227,92 + 1.100 + 112 + 198,78 =) 7.186,66 ευρώ, το οποίο συνιστά αποκαταστατέα θετική περιουσιακή ζημία της και εκ των οποίων δικαιούται ως αποζημίωση το χρηματικό ποσό των (7.186,66 × 80% =) 5.749,32 ευρώ. Εξάλλου, ο ανήλικος Α. Κ. υπεβλήθη, συνεπεία του ένδικου ατυχήματος, στις ακόλουθες δαπάνες: 1) για ιατρική παρακολούθηση από το νευροχειρουργό Σ. Σ. δαπάνησε το ποσό των 200 ευρώ και 2) για τη μεταφορά του από το νοσοκομείο Παίδων στο νοσοκομείο Μ. με συνοδεία στις 19.8.2013 δαπάνησε το ποσό των 157 ευρώ, ήτοι συνολικά δαπάνησε για τις αιτίες αυτές (200 + 157 =) 357 ευρώ, το οποίο συνιστά αποκαταστατέα θετική περιουσιακή ζημία του και εκ των οποίων δικαιούται ως αποζημίωση το χρηματικό ποσό των (357 × 80% =) 285,6 ευρώ. Σημειώνεται ότι η αξίωση για τις δαπάνες αυτές διατηρείται, έστω και αν η κάλυψη των δαπανών έγινε από τους γονείς του ανηλίκου (ΑΠ 1918/2005 ΕλλΔνη 2006.429). Το αιτούμενο κονδύλιο 45 ευρώ για τη μεταφορά του με θαλάσσιο ταξί από τις Σπέτσες στο Πόρτο Χέλι την 21.8.2013 τυγχάνει ουσία αβάσιμο και απορριπτέο, καθόσον δεν αποδεικνύεται ότι συνδέεται αιτιωδώς με τον τραυματισμό του ανηλίκου Α. Κ. κατά το ένδικο συμβάν. Πέραν των εκτεθέντων από την εις βάρος τους αδικoπραξία και τον βαρύ τραυματισμό της πρώτης ενάγουσας και του δεύτερου ενάγοντος, αυτοί υπέστησαν ψυχικό άλγος και στενοχώρια, για την απάμβλυνση των οποίων δικαιούνται εύλογη χρηματική ικανοποίηση, το ύψος της oπoίας ενόψει των συνθηκών του ατυχήματος, του βαθμού πταίσματος του εναγομένου κυβερνήτη του θαλασσίου ταξί και της κοινωνικής και οικονομικής καταστάσεως των μερών, πρέπει να ορισθεί στο ποσό των 20.000 ευρώ για την πρώτη ενάγουσα και στο ποσό των 7.000 ευρώ για τον δεύτερο ενάγοντα. Ωστόσο, η αιτούμενη χρηματική ικανοποίηση από την τρίτη και τον τέταρτο των εναγόντων, επειδή δεν αποδείχθηκε ότι αυτοί ήταν άμεσα παθόντες από την τελεσθείσα αδικοπραξία ούτε αποδείχθηκε ότι ο τραυματισμός της Μ.ς και του αδερφού τους επέφερε διακριτή βλάβη στην υγεία τους που είχε ως συνέπεια ψυχική νόσο, αναπηρία ή λειτουργική ανικανότητα, τυγχάνει ουσιαστικά αβάσιμη και πρέπει ν’ απορριφθεί, καθόσον δεν κατέστησαν φορείς της σχετικής αξίωσης εκ του άρθρου 932 ΑΚ, για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, σύμφωνα και με όσα στην εν αρχή νομική σκέψη αναφέρονται. Επομένως το συνολικό ποσό που δικαιούται να λάβει η πρώτη ενάγουσα της υπό στοιχ. Α αγωγής ανέρχεται σε 25.749,32 (5.749,32 + 20.000) ευρώ και ο δεύτερος ενάγων σε 7.285,6 (285,6 + 7.000) ευρώ. Περαιτέρω, από τα ίδια αποδεικτικά μέσα, ιδίως δε από την επισκόπηση των προσκομισθεισών μετ’ επικλήσεως φωτογραφιών, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε, αποδείχθηκε ότι συνεπεία της σύγκρουσης, το ως άνω φουσκωτό σκάφος (tender) υπέστη κατ’ αιτιώδη συνάφεια ζημίες στον αριστερό αεροθάλαμο («μπαλόνι»), που έσπασε, στην τιμονιέρα, τον καναπέ και σε μέρος της αριστερής πλευράς της γάστρας του, ενώ, από την εισροή νερού σε αυτό λόγω της κλίσης που απέκτησε μετά την πρόσκρουση, καταστράφηκε η εξωλέμβια μηχανή του. Το εν λόγω φουσκωτό, με τα χαρακτηριστικά που προαναφέρθηκαν, ιδιοκτησίας της ενάγουσας εταιρείας περιορισμένης ευθύνης «…», είχε αγορασθεί από την επιχείρηση του Ε. Κ. «εμπορία & επισκευές σκαφών» με έδρα τη Γλυφάδα στις 28.6.2010 έναντι τιμήματος 3.016,53 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 23% 633,47 ευρώ, ήτοι έναντι συνολικού τιμήματος 3.650 ευρώ, η δε εξωλέμβια μηχανή του, μάρκας Yamaha 30hp, είχε αγοραστεί το έτος 2010 έναντι τιμήματος 4.000 ευρώ. Κατά τον χρόνο του ατυχήματος, τον Αύγουστο του 2013, η αξία του μεταχειρισμένου φουσκωτού, ενόψει της παλαιότητάς του και της άριστης κατάστασής του από τεχνικής και μηχανολογικής άποψης, ανερχόταν κατά την κρίση του Δικαστηρίου σε 2.500 ευρώ, της δε μηχανής στο ποσό των 3.300 ευρώ. Λαμβάνοντας υπόψη ότι το κόστος επισκευής του φουσκωτού προβλέπεται ότι θα φτάσει τουλάχιστον στο ποσό των 1.500 ευρώ, της δε μηχανής σε ποσό άνω των 3.500 ευρώ, όπως προκύπτει από την από 20.11.2014 προσφορά της επιχείρησης του Ε. Κ., η επισκευή των ως άνω φθορών κρίνεται ασύμφορη, υπολογιζομένης και της μείωσης της αγοραστικής τους αξίας λόγω του ατυχήματος, η οποία εκτιμάται στο ποσό των 1.250 ευρώ όσον αφορά στη βοηθητική λέμβο. Με βάση λοιπόν τα ανωτέρω το ως άνω φουσκωτό σκάφος και η εξωλέμβια μηχανή του θεωρούνται από οικονομική άποψη ολικά κατεστραμμένα, ενώ και από τεχνική άποψη πρέπει να θεωρηθούν ολικά κατεστραμμένα, αφού, ακόμα και εάν επισκευαζόνταν, δεν θα παρείχαν λειτουργική αξιοπιστία και εγγύηση για ασφαλή ναυσιπλοΐα. Συνεπώς, η περιουσιακή ζημία της ενάγουσας εταιρείας από την ανωτέρω αιτία ανέρχεται στο ποσό των (2.500 + 3.300 =) 5.800,00 ευρώ, που αντιστοιχεί, όπως προαναφέρθηκε, στην εμπορική αξία που είχαν το σκάφος και η μηχανή κατά το χρόνο του ατυχήματος, και το οποίο πρέπει να μειωθεί κατά το ποσοστό συνυπαιτιότητας (20%) που βαρύνει τον Γ. Κ.. Δικαιούται λοιπόν να λάβει ως αποζημίωση το ποσό των 4.640 ευρώ [5.800 – (5.800 × 20%)]. Εξάλλου, εξαιτίας της επίδικης σύγκρουσης, της ολικής καταστροφής του ανωτέρω σκάφους, του βαθμού του πταίσματος των εναγομένων, συνεκτιμωμένης όμως της συνυπαιτιότητάς του κατά το προρρηθέν ποσοστό (20%), καθώς και της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης των διαδίκων, ο ενάγων Γ. Κ. στενοχωρήθηκε και ταλαιπωρήθηκε κι ως εκ τούτου υπέστη ηθική βλάβη. Πρέπει επομένως να του επιδικαστεί για τη χρηματική του ικανοποίηση το ποσό των 300 ευρώ, το οποίο κρίνεται εύλογο μετά τη στάθμιση και των κατά νόμο στοιχείων του άρθρου 932 ΑΚ. Σημειώνεται ότι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ο Γ. Κ. δεν δικαιούται χρηματική ικανοποίηση για την αδικοπραξία που τελέσθηκε σε βάρος της συζύγου και του ανηλίκου υιού του, επειδή δεν αποδείχθηκε ότι αυτός ήταν άμεσα παθών ούτε αποδείχθηκε ότι ο τραυματισμός τους επέφερε διακριτή βλάβη στην Υ. του που είχε ως συνέπεια ψυχική νόσο, αναπηρία ή λειτουργική ανικανότητα, σύμφωνα και με όσα στην εν αρχή νομική σκέψη αναφέρονται. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η υπό στοιχ. Α αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως προς την τρίτη εναγόμενη και να επιβληθούν εις βάρος των εναγόντων δικαστικά έξοδα ως προς αυτήν, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Περαιτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως προς την τρίτη και τον τέταρτο των εναγόντων, νομίμως εκπροσωπουμένων από τους γονείς τους ως ασκούντες τη γονική μέριμνα επ’ αυτών, τα δε δικαστικά έξοδα των εναγομένων πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων (τρίτης και τέταρτου των εναγόντων και πρώτου και δεύτερου των εναγομένων), κατ’ άρθρο 179 περ. γ΄ ΚΠολΔ. Κατά τα λοιπά η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη ως προς την πρώτη και τον δεύτερο των εναγόντων και να υποχρεωθούν ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγομένων, εις ολόκληρον έκαστος, να καταβάλουν στην πρώτη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 25.749,32 ευρώ, και στους Α. Β. και Γ. Κ. που λειτουργούν για λογαριασμό του ανήλικου υιού τους Αναστάσιου, ως ασκούντες από κοινού τη γονική μέριμνα επ’ αυτού, το ποσό των 7.285,6 ευρώ, με το νόμιμο τόκο τα ανωτέρω ποσά από της επιδόσεως της υπό κρίση αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως. Το παρεπόμενο αίτημα για την κήρυξη της παρούσας προσωρινά εκτελεστής κρίνεται απορριπτέο, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχει εξαιρετικός λόγος προς τούτο ή ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση της παρούσας είναι δυνατό να προξενήσει σημαντική ζημία στους ενάγοντες, εν όψει και του γεγονότος ότι έχει παρέλθει πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα από το ένδικο ατύχημα που έλαβε χώρα το έτος 2013 και ως εκ τούτου έχει εκλείψει κάθε νόμιμος λόγος κηρύξεως της υπό κρίση αποφάσεως προσωρινά εκτελεστής. Το αίτημα περί απαγγελίας προσωπικής κράτησης κατά του πρώτου εναγομένου ως μέσου αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης πρέπει να απορριφθεί, διότι, κατά το άρθρο 1047 παρ. 2 ΚΠολΔ δε διατάσσεται προσωπική κράτηση για απαίτηση που είναι μικρότερη των 30.000,00 € (τριάντα χιλιάδων ευρώ), εν προκειμένω δε η απαίτηση εκάστου ενάγοντος (βλ. άρθρο 9 εδ. δ΄ ΚΠολΔ) δεν υπερβαίνει το ποσό αυτό. Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων, κατανεμημένων ανάλογα με την έκταση της νίκης και ήττας των διαδίκων, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του πρώτου και του δεύτερου των εναγομένων [άρθρα 178, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 63 παρ. 1, 68 παρ. 1 Κώδικα Δικηγόρων (ν.4194/2013)], κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Επίσης, η υπό στοιχ. Γ αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως προς την τρίτη εναγόμενη και να επιβληθούν εις βάρος των εναγόντων δικαστικά έξοδα ως προς αυτήν, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό. Κατά τα λοιπά η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθούν ο πρώτος και ο δεύτερος των εναγομένων, εις ολόκληρον έκαστος, να καταβάλουν στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των 300 ευρώ και στη δεύτερη ενάγουσα το συνολικό ποσό των 4.640 ευρώ, με το νόμιμο τόκο τα ανωτέρω ποσά από της επιδόσεως της υπό κρίση αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως. Το παρεπόμενο αίτημα για την κήρυξη της παρούσας προσωρινά εκτελεστής κρίνεται απορριπτέο, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχει εξαιρετικός λόγος προς τούτο ή ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση της παρούσας είναι δυνατό να προξενήσει σημαντική ζημία στους ενάγοντες, κατά τα προρρηθέντα. Το αίτημα περί απαγγελίας προσωπικής κράτησης κατά του πρώτου εναγομένου ως μέσου αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης πρέπει να απορριφθεί, διότι, κατά το άρθρο 1047 παρ. 2 ΚΠολΔ δε διατάσσεται προσωπική κράτηση για απαίτηση, όπως εν προκειμένω, που είναι μικρότερη των 30.000,00 € (τριάντα χιλιάδων ευρώ). Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων, κατανεμημένων ανάλογα με την έκταση της νίκης και ήττας των διαδίκων, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του πρώτου και του δεύτερου των εναγομένων [άρθρα 178, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 63 παρ. 1, 68 παρ. 1 Κώδικα Δικηγόρων (ν.4194/2013)], κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΘΕΩΡΕΙ την από 23.12.2014 με γενικό αριθμό κατάθεσης 41399/2014 και με αριθμό κατάθεσης 7915/2014 αγωγή, καθώς και την από 7.10.2016 με γενικό αριθμό κατάθεσης 7619/2016 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 3966/2016 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή ως μη ασκηθείσες ως προς την τέταρτη εναγόμενη και την έκτη παρεμπιπτόντως εναγόμενη αντίστοιχα ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «Α.Χ.Α. Α. Α. Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «…».
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων: Α) την από 23.12.2014 με γενικό αριθμό κατάθεσης 41399/2014 και με αριθμό κατάθεσης 7915/2014 αγωγή, Β) την από 7.10.2016 με γενικό αριθμό κατάθεσης 7619/2016 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 3966/2016 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, Γ) την από 23.12.2014 με γενικό αριθμό κατάθεσης 41400/2014 και με αριθμό κατάθεσης 7914/2014 αγωγή και Δ) την από 7.10.2016 με γενικό αριθμό κατάθεσης 7623/2016 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 3967/2016 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή.
Α) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 23.12.2014 με γενικό αριθμό κατάθεσης 41399/2014 και με αριθμό κατάθεσης 7915/2014 αγωγή ως προς την τρίτη εναγόμενη.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους ενάγοντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της τρίτης των εναγομένων, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350,00) ευρώ.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την ως άνω αγωγή ως προς τους τρίτη και τέταρτο των εναγόντων, νομίμως εκπροσωπουμένων από τους γονείς τους Α. Β. και Γ. Κ., ως ασκούντες από κοινού τη γονική μέριμνα επ’ αυτών.ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων (τρίτης και τέταρτου των εναγόντων και πρώτου και δεύτερου των εναγόμενων).
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή ως προς την πρώτη και τον δεύτερο των εναγόντων.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον πρώτο και τον δεύτερο των εναγόμενων, εις ολόκληρον έκαστο, να καταβάλουν στην πρώτη ενάγουσα το συνολικό ποσό των είκοσι πέντε χιλιάδων επτακοσίων σαράντα εννιά ευρώ και τριάντα δύο λεπτών (25.749,32 €) και στον δεύτερο ενάγοντα, νομίμως εκπροσωπούμενο από τους γονείς του Α. Β. και Γ. Κ., ως ασκούντες από κοινού τη γονική μέριμνα επ’ αυτού, το συνολικό ποσό των επτά χιλιάδων διακοσίων ογδόντα πέντε ευρώ και έξι λεπτών (7.285,6 €), με το νόμιμο τόκο τα ανωτέρω ποσά από της επιδόσεως της υπό κρίση αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον πρώτο και τον δεύτερο των εναγομένων στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων των πρώτης και δεύτερου των εναγόντων, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των χιλίων εξακοσίων (1.600,00) ευρώ.
Β) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 7.10.2016 με γενικό αριθμό κατάθεσης 7619/2016 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 3966/2016 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους παρεμπιπτόντως ενάγοντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των παρεμπιπτόντως εναγομένων, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.
Γ) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 23.12.2014 με γενικό αριθμό κατάθεσης 41400/2014 και με αριθμό κατάθεσης 7914/2014 αγωγή ως προς την τρίτη εναγόμενη.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους ενάγοντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της τρίτης των εναγομένων, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350,00) ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή κατά τα λοιπά.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον πρώτο και τον δεύτερο των εναγόμενων, εις ολόκληρον έκαστο, να καταβάλουν στον πρώτο ενάγοντα το ποσό των τριακοσίων ευρώ (300 €) και στη δεύτερη ενάγουσα το συνολικό ποσό των τεσσάρων χιλιάδων εξακοσίων σαράντα ευρώ (4.640 €), με το νόμιμο τόκο τα ανωτέρω ποσά από της επιδόσεως της υπό κρίση αγωγής και μέχρις εξοφλήσεως.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον πρώτο και τον δεύτερο των εναγομένων στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων των εναγόντων, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400,00) ευρώ.
Δ) ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 7.10.2016 με γενικό αριθμό κατάθεσης 7623/2016 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 3967/2016 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους παρεμπιπτόντως ενάγοντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των παρεμπιπτόντως εναγομένων, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιών τους δικηγόρων, στις
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ