ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα Ναυτικών Διαφορών
Αριθμός απόφασης 3990/2019
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τακτική Διαδικασία
(ΓΑΚ-ΕΑΚ αγωγής : 9707-4794/2017)
(ΓΑΚ-ΕΑΚ κλήσης : 10.429-4689/2018)
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Ιωάννη Μαλλούχο, Προέδρο Πρωτοδικών, Αθανάσιο Πανταζόπουλο, Πρωτοδίκη – Εισηγητή, Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, και από τη Γραμματέα Ελένη Χαριτοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 19η Mαρτίου 2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΚΑΛΟΥΣΑ – ΕΝΑΓΟΥΣΑ: Η εταιρεία με την επωνυμία …, (…), που εδρεύει στη Μ. Λιβερίας που εκπροσωπείται νόμιμα, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της οποίας ΓΩΓΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ με A.Μ. … του Δ.Σ. ΑΘΗΝΩΝ, κατέθεσε την από 28-1-2019 δήλωση παραίτησης από δικόγραφο με αριθμό κατάθεσης δικογράφου Γ.A.K./Ε.Α.Κ./ΕΤΟΣ 736/16/2019 και δεν προκατέθεσε προτάσεις, ούτε παραστάθηκε στο ακροατήριο.
ΚΑΘ’ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΙ: 1) … του Μ., κάτοικος Π…….,
2) … του Γ., κάτοικος Π……….,
3) … του Γ., κάτοικος Π……., για τους οποίους προκατέθεσαν προτάσεις οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους Γρηγόριο Τιμαγένη με A.Μ. … του Δ.Σ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ και Ζωή – Παρθενόπη Τιμαγένη με A.Μ. … του Δ.Σ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ και οι οποίοι παραστάθηκαν στο ακροατήριο δια των ανωτέρω πληρεξούσιων δικηγόρων τους, δυνάμει των υπ’ αριθμ. ../21.12.2017, ../21.12.2017 και ../21.12.2017 πληρεξουσίων εγγράφων της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Ζωής Βενίτη, αντίστοιχα, ως προς τον δικηγόρο Γρηγόριο Τιμαγένη και του από 10.1.2019 υποπληρεξουσίου εγγράφου με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του Γρηγορίου Τιμαγένη και σε συνδυασμό με τα προαναφερθέντα πληρεξούσια έγγραφα ως προς την δικηγόρο Ζωή – Παρθενόπη Τιμαγένη.
Με την από 8-10-2018 κλήση της η ενάγουσα επαναφέρει προς συζήτηση, κατόπιν παραπομπής στο Ναυτικό Τμήμα του Δικαστηρίου δυνάμει της υπ’ αριθμ. 3393/2018 αποφάσεως του Δικαστηρίου (Τμήμα Τακτικής Διαδικασία) που κήρυξε εαυτόν λειτουργικώς αναρμόδιο, και ζητεί να γίνει δεκτή η από 18-9-2017 με γενικό αριθμό κατάθεσης – ειδικό αριθμό κατάθεσης 9707-4794/2017 αγωγή της, η οποία, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας με την από 18-2-2019 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά της στο πινάκιο και συζητήθηκε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με το άρθρο 294 ΚΠολΔ, ο ενάγων μπορεί να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής στις περιπτώσεις των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ (ήτοι στην τακτική διαδικασία) πριν από την κατάθεση προτάσεων από τον εναγόμενο, εφόσον πληρούται ο τύπος που απαιτείται κατά τα άρθρο 297 ΚΠολΔ, δηλαδή επίδοση δικογράφου στον αντίδικο ή με τις προτάσεις (Νίκας, ΕγχΠολΔ, 2η έκδ., σ.610 Μακρίδου, Τακτική διαδικασία στα πρωτοβάθμια δικαστήρια, 2019, άρθρο 294, αριθμ.7), όπως εναλλακτικώς προβλέπει το (τροποποιηθέν με τον Ν. 4335/2015) άρθρο 297 ΚΠολΔ, το οποίο αποκλειστικώς ορίζει τους τόπους με τους οποίους μπορεί να γίνει η παραίτηση από την αγωγή (ΟλΑΠ 1187/1981, ΑΠ 368/2016, Νομος). Επί επαναφοράς δε της συζήτησης σε όλες τις περιπτώσεις πλην των περιπτώσεων των άρθρων 254, 245, 307, 411, 249 και 250 ΚΠολΔ, όπου αναλογικώς εφαρμόζεται το άρθρο 254§2 ΚΠολΔ και δεν απαιτείται κατάθεση νέων προτάσεων κατά την νέα συζήτηση (ΟλΑΠ 30/1997, ΕλλΔνη 1997, σ. 1524 ως προς το άρθρο 245 ΚΠολΔ, ΑΠ 936/2018, Νομος · ΑΠ 869/2017, ΤΝΠ ΔΣΑ Ισοκράτης · ΑΠ 82/2015, ΤΝΠ ΔΣΑ Ισοκράτης ως προς το άρθρο 307 ΚΠολΔ), πρόκειται για νέα συζήτηση της υπόθεσης, καθώς το δικαστήριο δεν έχει αποφανθεί ως προς όλες τις διαδικαστικες προϋποθέσεις και το νόμω βάσιμο της αγωγής. Eιδικότερα δε επί παραπομπής σε άλλο δικαστήριο ή τμήμα αυτού ή παραπομπής προς εκδίκαση κατά την προσήκουσα τακτική διαδικασία, η υπόθεση παραπέμπεται σε άλλο δικαστικό σχηματισμό, από δικαστήριο που έχει εκφέρει γνώμη μόνο ως προς την αναρμοδιότητα του ή την μη τήρηση της προσήκουσας διαδικασίας (Αθ.Πανταζόπουλος, Πρακτικά ζητήματα εφαρμογής του Ν. 4335/2015, ΕΠολΔ 2019, σ. 45 – 49). Οι δε προθεσμίες εκ νέου κατάθεσης προτάσεων εκκινούν με την κατάθεση κλήσης στη γραμματεία του Δικαστηρίου και την τήρηση των προθεσμιών των άρθρων 215, 237 και ΚΠολΔ, με αφετήριο χρονικό σημείο υπολογισμού των σχετικών προθεσμιών την κατάθεση της κλήσης (Γιαννόπουλος, Οι ειδικές διαδικασίες του ΚΠολΔ μετά τον Ν. 4335/2015, ΕΠολΔ 2015, σ. 475 · Αθ.Πανταζόπουλος, ο.π., σ. 50). Ενόψει αυτών, επί επαναφοράς της συζήτησης σε όλες τις περιπτώσεις που προαναφέρθηκαν και στις οποίες δεν εφαρμόζεται αναλογικώς η διάταξη του άρθρου 254§2 ΚΠολΔ, η παραίτηση από την κλήση, μη προβλεπόμενη ρητώς στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αλλά ερειδόμενη στην θεμελιακή αρχή της διαθέσεως (106 ΚΠολΔ), ήτοι η παραίτηση από τη διαδικαστική πράξη επίσπευσης (εκ νέου) της συζήτησης της υπόθεσης (ΑΠ 584/2019, Νομος, ΑΠ 673/2013, Νομος) μπορεί να λάβει χώρα παραδεκτώς δίχως τη συναίνεση του αντιδίκου του παραιτηθέντος του δικογράφου, από άποψη χρόνου, το αργότερο έως την κατάθεση προτάσεων εκ μέρους του αντιδίκου του, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 294 ΚΠολΔ και επιπλέον για το λόγο ότι έκτοτε δεν μπορεί να κηρυχθεί ματαιωμένη η συζήτηση της πιο πάνω αγωγής ως προς τον καταθέσαντα προτάσεις διάδικο (βλ. Βαθρακοκοίλη, ΕρμΚΠολΔ, 1994 υπό άρθρο 294, αριθμό 12α), αφού η κατάθεση προτάσεων στην τακτική διαδικασία εντός της προθεσμίας των 100 ημερών συνεπάγεται παράσταση στη δίκη, όπως η εμφάνιση του διαδίκου επί ακροατηρίου μετά προτάσεων στο ακροατήριο (μετά τον Ν. 4335/2015) στις ειδικές διαδικασίες. Ενόψει αυτών, η παραίτηση από την κλήση εντός του ανωτέρου χρονικού πλαισίου και υπό τον τύπο που ορίζει το άρθρο 294 ΚΠολΔ έχει ως αποτέλεσμα να θεωρείται πως η κλήση για συζήτηση του ενδίκου μέσου δεν ασκήθηκε, με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 295§1 ΚΠολΔ, που προβλέπει για την παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής όμοιο αποτέλεσμα, δηλαδή ανάκληση της διαδικαστικής πράξης (ΑΠ 584/2019, Νομος, ΑΠ 673/2013, Νομος). Τέλος, η (νέα) διάταξη του άρθρου 215§2 ΚΠολΔ, με την οποία τάσσεται προθεσμία επίδοσης της αγωγής προβλέπουσα επί μη επιδόσεως ότι «αυτή θεωρείται ως μη ασκηθείσα» αναφέρεται κατά το γράμμα και τον σκοπό της διάταξης μόνο στο εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής, καθιστώντας την τελευταία (αγωγή) ως διαδικαστική πράξη ανυπόσταστη επί μη εμπροθέσμου επιδόσεως, αφού ελλείπει η τελείωση της συγκεκριμένης διαδικαστικής πράξης (Καλαβρός, ΠολΔ, 4η έκδ. §33, αριθμ.4, Μπέης, Η ανίσχυρος διαδικαστική πράξις, 1968, σ. 153), αίροντας ούτως τις ουσιαστικές (ιδίως διακοπή παραγραφής – 261 ΑΚ) και τις δικονομικές συνέπειες (ιδίως εκκρεμοδικία) της άσκησης της αγωγής. Συνεπώς, τόσο από το γράμμα, αλλά και από τον σκοπό της διάταξης του άρθρου 215§2 ΚΠολΔ, δεν συγχωρείται αναλογική εφαρμογή της τελευταίας διάταξης ως προς την επίδοση της κλήσης επίσπευσης της συζήτησης της υπόθεσης που επιφέρει ως δικονομική συνέπεια μόνο την επίσπευση της συζήτησης της υπόθεσης, καθώς πρόκειται για ανόμοιες διαδικαστικές πράξεις (βλ. Σταμάτη, Η θεμελίωση των νομικών κρίσεων, έ έκδ., σ. 413).
Με την από 8-10-2018 (ΓΑΚ-ΕΑΚ: 10.429-4689/8-10-2018) κλήση της, η ενάγουσα επαναφέρει προς συζήτηση, κατόπιν παραπομπής στο Ναυτικό Τμήμα του Δικαστηρίου δυνάμει της υπ’ αριθμ. 3393/2018 αποφάσεως του Δικαστηρίου (Τμήμα Τακτικής Διαδικασία) που κήρυξε εαυτόν λειτουργικώς αναρμόδιο, την από 18-9-2017 με γενικό – ειδικό αριθμό κατάθεσης 9707-4794/18-9-2017 αγωγή της, με την οποία εκθέτει ότι οι εναγόμενοι, υπό την ιδιότητά τους ως μετόχων, μελών ΔΣ και νόμιμων εκπροσώπων πλοιοκτητριών εταιρειών, στις οποίες μετείχε και η ενάγουσα, τέλεσαν εις βάρος της, κατά τα χρόνο και υπό τις συνθήκες που εκτίθενται στην αγωγή, την άδικη πράξη της (κακουργηματικής) υπεξαίρεσης δια της μη απόδοσης σε αυτή του αναλογούντος στην εταιρική της μερίδα τιμήματος από την πώληση των πλοίων που οι εταιρείες αυτές είχαν στην κυριότητά τους και ζητεί να εκδοθεί προσωρινώς εκτελεστή απόφαση του Δικαστηρίου, με την οποία (κατόπιν τροπής του αιτήματος εν συνόλω σε έντοκο αναγνωριστικό κατά την προηγούμενη συζήτηση της υπόθεσης – βλ. ανωτέρω παραπεμπτική απόφαση του Δικαστηρίου) να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι της οφείλουν, έκαστος αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, α) για τη θετική ζημία που αυτή υπέστη από την ως άνω παράνομη τους συμπεριφορά, σύμφωνα με τις περί αδικοπραξιών διατάξεις, επικουρικώς δε σύμφωνα με τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, το ισάξιο σε ευρώ κατά το χρόνο της πληρωμής του ποσού των οκτακοσίων πενήντα χιλιάδων οκτακοσίων σαράντα δολλαρίων και δέκα λεπτών ($850.840,10), και, επιπλέον, β) για την ηθική της βλάβη, το ποσό των διακοσίων ενενήντα εννέα χιλιάδων εννιακοσίων πενήντα ευρώ δολλαρίων ($299.950,00), τα ως άνω κονδύλια με το νόμιμο τόκο υπερημερίας, για μεν το υπό α΄ κονδύλιο (θετική βλάβη), από την επομένη της πώλησης έκαστου πλοίου, άλλως δε και επικουρικώς από την επομένη της πώλησης του τελευταίου πλοίου (24-2-2009), άλλως δε και όλως επικουρικώς από την κοινοποίηση της αγωγης και έως την ολοσχερή εξόφληση, για δε το υπό β΄ κονδύλιο (ηθική βλάβη), από την επίδοση της αγωγής και έως την ολοσχερή εξόφληση, να απειληθεί προσωρινή κράτηση κατά των εναγομένων ενός (1) έτους ως μεσο αναγκαστικής εκτέλεσης και την καταδίκη τους στη δικαστική της δαπάνη. Μετά δε το πέρας των προθεσμιών που προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 237 και 238 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, με χρονική αφετηρία την κατάθεση της ανωτέρω κλήσης, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην πρώτη (μείζονα) σκέψη του υπαγωγικού συλλογισμού, η ανωτέρω αγωγή προσδιορίστηκε για να συζητηθεί στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας με την από 18-2-2019 πράξη του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και γράφτηκε στο πινάκιο. Η ενάγουσα κατέθεσε την κρινόμενη αγωγή, την οποία και επέδωσε στους εναγόμενους στις 10/10/2017, όπως προκύπτει από την επισημείωση στο επιδοθέν αντίγραφο της αγωγής στους εναγόμενους, ήτοι εντός της τριακονθήμερης προθεσμίας που ορίζει το άρθρο 215§2 ΚΠολΔ. Από την επισκόπηση των έγγραφων της δικογραφίας προκύπτει το εμπρόθεσμο [κατά την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 237 του ΚΠολΔ] της κατάθεσης των προτάσεων των εναγόμενων στην παρούσα νέα μετά παραπομπή συζήτηση της υπόθεσης δυνάμει των ανωτέρω πληρεξουσίων εγγράφων, με τα οποία χορηγείται η πληρεξουσιότητα προς τους ανωτέρω παραστάντες πληρεξούσιους δικηγόρους τους, για τις διενεργηθείσες από αυτούς πράξεις της προδικασίας (άρθρα 96§1, 104, 237§1 του ΚΠολΔ) και την παράστασή τους στο ακροατήριο, ενώ δεν κατατέθηκαν προτάσεις εκ μέρους της ενάγουσας. Μετά δε την κατάθεση προτάσεων εκ μέρους των εναγομένων στις 16.1.2019 και ώρα 12:00 (βλ. βεβαίωση γραμματέα επί αυτών) κατατέθηκε στις 28-1-2019 και ώρα 11:04 στη γραμματεία του Δικαστηρίου η με ΓΑΚ – ΕΑΚ 736-16/2019 από 28-1-2019 δήλωση παράιτησης από το δικόγραφο της κλήσης της ενάγουσας – καλούσας, δίχως να προκύπτει ότι αυτή επιδόθηκε στους εναγόμενους. Δεδομένου δε ότι η σχετική δήλωση δεν περιέχεται ούτε σε κατατεθειμένες προτάσεις στο Δικαστήριο, η ως άνω δήλωση είναι απαράδεκτη κατά τον τύπο. Επιπλέον, ως εκ του χρόνου κατάθεσης είναι απαράδεκτη κατ’ άρθρο 294 ΚΠολΔ ως εκπρόθεσμη, σύμφωνα με τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην πρώτη (μείζονα) σκέψη του υπαγωγικού συλλογισμού, δεδομένου ότι οι εναγόμενοι επικαλούμενοι σειρά δικών με την ενάγουσα προβάλλουν αντιρρήσεις και αντιλέγουν σε αυτή (βλ. προσθήκη αυτών), ενώ πιθανολογείται, ως εκ της παραστάσεως των εναγομένων ήδη δύο φορές στην παρούσα δίκη και της υποβολής τους στα σχεικά έξοδα, σε συνδυασμό με την εκκρεμή στο στάδιο της αναίρεσης από 24.7.2012 αγωγή λογοδοσίας της ενάγουσας (απορριφθείσας τελεσιδίκως) και της εκκρεμούς ποινικής διαδικασίας, συμφέρον των εναγομένων να περατωθεί η παρούσα δίκη με έκδοση οριστικής απόφασης (άρθρο 294 ΚΠολΔ – ΑΠ 118/1998, ΕλλΔνη 1998.536). Κατ’ ακολουθίαν, η ενάγουσα, που δεν έχει καταθέσει προτάσεις στο παρόν Δικαστήριο και συνακόλουθα δεν παρίσταται νομίμως, πρέπει να δικαστεί ερήμην (άρθρο 272§1 του ΚΠολΔ) και να απορριφθεί η υπό κρίση αγωγή της. Πρέπει, τέλος, να οριστεί, σύμφωνα με τα ειδικότερα προβλεπόμενα στο διατακτικό της αποφάσεως, το προκαταβλητέο παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση που η ενάγουσα ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας κατά της παρούσας αποφάσεως (άρθρα 501, 502§1 και 505§2 ΚΠολΔ) και να επιβληθούν, κατόπιν παραδοχής του σχετικού αιτήματος των εναγομένων, τα δικαστικά τους έξοδα σε βάρος της ενάγουσας ένεκα της ήττας της (άρθρο 176, 184, 190 και 191 ΚΠολΔ, άρθρα 63, 68 Ν. 4194/2013), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της ενάγουσας.-
ΟΡΙΖΕΙ το νόμιμο παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση της ασκήσεως εκ μέρους της ενάγουσας ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200 €) ευρώ.-
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.-
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την ενάγουσα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων, τα οποία ορίζει στο ποσό των έντεκα χιλιάδων επτακοσίων ευρώ (11.700 €) ευρώ.-
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά την 19η-11-2019, και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την 3η-12-2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ