Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

 

Αριθμός  απόφασης

3513/2019

(13404/6112/2018)

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

      ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αντιγόνη – Καλλιόπη Αδάμ, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης  και από τη Γραμματέα Κρυστάλλω Κριμιζά.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 4 Απριλίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

      ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: … του …, ναυτικού Ε.Ν., κατοίκου Δ. Ξάνθης, με ΑΦΜ …, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου Αναστασίας Στάικου.

      ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ:  Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην Κ. Αττικής, επί της οδού …  και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου Παρασκευά Ζουρντού.

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η, από 20.12.2018, αγωγή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με γενικό αριθμό κατάθεσης 13404/2018 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 6112/2018, προσδιορίσθηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 28.02.2019, κατόπιν δε νομίμου αναβολής για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ  ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

       Εν προκειμένω, με την υπό κρίση αγωγή, ο ενάγων εκθέτει ότι δυνάμει συμβάσεως εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πειραιά, στις 20.04.2017, προσλήφθηκε από την εναγομένη και ναυτολογήθηκε αυθημερόν, με την ειδικότητα του Επίκουρου, στο υπό ελληνική σημαία και με αριθμό νηολογίου Πειραιά … Ε/Γ-Ο/Γ πλοίο, με το όνομα «…», κ.ο.χ. 29.858, το οποίο ανήκει κατά πλοιοκτησία στην εναγομένη, αντί “κλειστού” μηνιαίου μεικτού μισθού 2.080,74€, ο οποίος ωστόσο υπολειπόταν των προβλεπόμενων από την εφαρμοστέα ΣΣΝΕ νομίμων αποδοχών. Ότι στις 13.08.2017 απολύθηκε από το πλοίο λόγω ασθενείας, επαναυτολογήθηκε δε σε αυτό στις 17.08.2017, με την ίδια ειδικότητα, με την οποία εργάστηκε έως την 04.01.2018, οπότε απολύθηκε και επαναυτολογήθηκε στο πλοίο, στις 18.02.2018, με τους ίδιους όρους και συμφωνίες και αντί των νομίμων αποδοχών, όπως αυτές είχαν αναπροσαρμοστεί, τέλος δε απολύθηκε στις 03.09.2018, στο λιμάνι του Πειραιά, λόγω ασθενείας και δη λόγω ατυχήματος που συνέβη κατά τη διάρκεια που ήταν ναυτολογημένος στο πλοίο. Ότι καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του στο ένδικο πλοίο, το οποίο εκτελούσε τα εκτιθέμενα στην αγωγή δρομολόγια, πραγματοποιούσε υπερωριακή απασχόληση, εργαζόμενος ειδικότερα, κατά μέσον όρο, επί 15 ώρες ημερησίως. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, ο ενάγων, ζητεί, κύρια με βάση τις συμβάσεις εργασίας του και επικουρικά σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού της αγωγής του, με την τροπή μέρους του καταψηφιστικού της αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό, με δήλωση της πληρεξούσιας Δικηγόρου του, που καταχωρίσθηκε στα πρακτικά συνεδρίασης και επαναλαμβάνεται στις έγγραφες προτάσεις του (άρθ. 223, 295§1, 297 Κ.Πολ.Δ. όπως αντικ. από άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, ΦΕΚ 87/23.07.2015) Α. να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει για διαφορά μεταξύ νομίμων και καταβληθεισών αποδοχών το ποσό των 198,61€, για διαφορά αποζημίωσης λόγω μη χορηγηθεισών διανυκτερεύσεων το ποσό των 547,74€, για διαφορά υπερωριακής αμοιβής κατά τα Σάββατα και τις αργίες το ποσό των 5.588,29€, κατά τις Κυριακές το ποσό των 3.641,33€ και κατά τις καθημερινές το ποσό των 6.199,00€, για διαφορά επιδόματος άγονης γραμμής το ποσό των 922,77€ και για μέρος της διαφοράς Δώρου Χριστουγέννων 2017 το ποσό των 2.901,78€ και Β. να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει, για το υπόλοιπο μέρος του Δώρου Χριστουγέννων 2017 το ποσό των 1.255,96€, για υπόλοιπο αμοιβής για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές το ποσό των 7.832,85€, για διαφορά αναλογίας δώρων εορτών 2018 το ποσό των 3.128,60€ και για διαφορά αμοιβής λόγω εξπρές δρομολογίων το ποσό των 11.601,87€, όλα δε τα ανωτέρω νομιμότοκα από την επίδοση της υπό κρίση αγωγής, έως την εξόφληση. Ζητεί, επίσης, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγομένη στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα η κρινόμενη αγωγή παραδεκτά φέρεται προς εκδίκαση στο Δικαστήριο αυτό, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12, 13, 14 παρ. 2, 16 περ. 2, 33, 621 του Κ.Πoλ.Δ. και άρθρο 51 παρ.3Α του Ν.2.172/1993, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρο 614 αρ.3, 621επ Κ.Πολ.Δ., όπως αντικ. από άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν. 4335/2015, ΦΕΚ Α΄87/23.07.2015), είναι δε επαρκώς ορισμένη, παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από την εναγομένη, αφού όταν ζητείται η καταβολή υπερωριακής αμοιβής στον ναυτικό, αρκεί να προκύπτουν οι ώρες υπερωριακής απασχόλησής του και δεν είναι αναγκαίο να αναφέρονται στην αγωγή οι κατ’ ιδίαν εργασίες, ο χρόνος που έγιναν αυτές (ούτε δρομολόγια του πλοίου, ο προορισμός του, τα ενδιάμεσα λιμάνια και η ώρα απασχόλησής του), αν υπήρχε ανάγκη και το πρόσωπο που έδωσε την εντολή. Στην ένδικη αγωγή αναφέρονται, εκτός από τα στοιχεία που απαιτούνται για όλες τις αξιώσεις από ναυτεργατική σύμβαση και συγκεκριμένα ο χρόνος σύναψής της, το είδος της εργασίας και η συμφωνία σχετικά με τον τρόπο αμοιβής του ενάγοντος, η διάρκεια της καθημερινής του απασχόλησης για όλο το κρίσιμο διάστημα, από την οποία, με σαφήνεια και ακρίβεια προκύπτουν οι ώρες της κανονικής, αλλά και της υπερωριακής εργασίας του, στοιχεία που, κατ’ άρθρο 216 παρ. 1 και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ είναι αρκετά και καθιστούν έτσι πλήρως ορισμένη την αγωγή κατά το κεφάλαιο της αυτό (ΑΠ 1686/2007, ΕφΛαμ 22/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 994/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 140/2004 Ε.Ν.Δ. 2004.114, ΕφΠειρ 984/2007 αδημ., ΕφΠειρ 901/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΠειρ 1875/2009). Περαιτέρω η αγωγή τυγχάνει νόμιμη, ερειδόμενη στις αναφερόμενες στη μείζονα σκέψη της παρούσας διατάξεις, σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 340, 341, 345, 648, 653, 655 ΑΚ, 68, 70, 176, 907 και 908 παρ. 1 περ. ε΄ ΚΠολΔ, άρθρα 1, 2, 53, 53-55, 72 επ., 82, 84 του ΚΙΝΔ,  άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82. «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄1/1982), της, από 27.10.2017, ΣΣΕ Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, έτους 2017, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/77056/2017 ΥΑ (ΦΕΚ Β 5084/14.11.2018) και της, από 31.10.2018, όμοιας ΣΣΝΕ, έτους 2018, που κυρώθηκε με τη, με αριθμό 2242.5-1.5/80350/2018 ΥΑ (ΦΕΚ Β 5084/14.11.2018), εκτός από την επικουρική της βάση, η οποία πρέπει να απορριφθεί, ως μη νόμιμη, καθώς η αγωγή του αδικαιολόγητου πλουτισμού, τόσο από ουσιαστική, όσο και από δικονομική άποψη, έχει επιβοηθητικό χαρακτήρα και μπορεί να ασκηθεί αν λείπουν οι προϋποθέσεις της κύριας αγωγής από σύμβαση ή αδικοπραξία. Εν προκειμένω η επικουρική βάση της αγωγής στηρίζεται στα ίδια περιστατικά, στα οποία ερείδεται και η κύρια βάση της, από τη σύμβαση εργασίας και τις νομικές διατάξεις που τη διέπουν, με αποτέλεσμα να καθίσταται, σύμφωνα με τα ανωτέρω, νομικά αβάσιμη, διότι εφόσον ο ενάγων δύναται να εγείρει τις επίδικες αξιώσεις του, με βάση την έγκυρη σύμβαση εργασίας του, δεν μπορεί να προσφύγει στην επικουρική βάση του αδικαιολόγητου πλουτισμού (Α.Π. 1409/2014,2019/2007 δημοσίευση ΝΟΜΟΣ, Α.Π. 923/2007 ΧρΙΔ 2008. 121). Όσον αφορά δε το παρεπόμενο αίτημα, περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, κατά το μέρος που αναφέρεται στις αγωγικές αξιώσεις που τράπηκαν σε αναγνωριστικές, πρέπει να απορριφθεί, ως μη νόμιμο, καθόσον με προσωρινή εκτελεστότητα εξοπλίζονται οι καταψηφιστικές και όχι οι αναγνωριστικές αποφάσεις, η ενέργεια των οποίων εξαντλείται στο δεδικασμένο που απορρέει από αυτές (ΕφΠειρ 1014/1992 ΑρχΝ 1993.63, ΕφΑθ 3702/1986 ΕλλΔνη 1986.706). Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει η αγωγή, κατά την κύρια βάση της, να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι το καταψηφιστικό αντικείμενό της, μετά τον νόμιμο περιορισμό αυτής, δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο επί εργατικών διαφορών ελάχιστο όριο απαλλαγής από την καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου [ήτοι 20.000,00 ευρώ, βλ. άρθρ. 71 ΕισΝΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 17 του ν. 2479/1997 και όπως το δεύτερο εδάφιο αυτού προστέθηκε με το άρθρο 40 του Ν. 4488/2017  (ΦΕΚ Α’ 137/13-09-2017)].

Από την ένορκη επ’ ακροατηρίω κατάθεση του μάρτυρα της εναγομένης, Δ. Λ., η οποία περιλαμβάνεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από όλα, ανεξαιρέτως, τα έγγραφα, που  προσκομίζουν νομίμως, με επίκληση, οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψην είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ακόμη και αν δεν πληρούν τους όρους του νόμου, από την προσκομιζόμενη, με επίκληση, από τον ενάγοντα, υπ’ αριθ. …/03.04.2019 ένορκη βεβαίωση του Σ. Α., ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά Ερμιόνης Βενετσανάκη, η οποία δόθηκε κατόπιν νόμιμης  και εμπρόθεσμης κλήσης της εναγομένης (βλ. την υπ΄ αριθ. …/29.03.2019 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά Ι. Α., σε συνδυασμό με την, από 28.03.2019, κλήση προς την εναγομένη) και την προσκομιζόμενη, με επίκληση, από την εναγομένη, υπ’ αριθ. …/09.04.2019 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά Ζωής ΒΕΝΙΤΗ, που δόθηκε προς αντίκρουση, κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του ενάγοντος με σχετική δήλωση του πληρεξούσιου Δικηγόρου της εναγομένης κατά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση της αγωγής, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: δυνάμει συμβάσεως ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίσθηκε στις 20.04.2017, μεταξύ του ενάγοντος και της εναγομένης, πλοιοκτήτριας εταιρείας του, υπό ελληνική σημαία και με αριθμό νηολογίου Πειραιά …, Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου, με το όνομα «…», κ.ο.χ. 29.858, ο ενάγων προσλήφθηκε από την εναγομένη και ναυτολογήθηκε αυθημερόν, με την ειδικότητα του Επίκουρου, στο ως άνω πλοίο, αντί “κλειστού” μηνιαίου μεικτού μισθού 2.080,74€ και σύμφωνα με τους όρους και συμφωνίες της εκάστοτε ισχύουσας ΣΣΝΕ των πληρωμάτων των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων. Στις 13.08.2017 ο ενάγων απολύθηκε από το πλοίο λόγω ασθενείας, επαναυτολογήθηκε δε σε αυτό στις 17.08.2017, με την ίδια ειδικότητα, με την οποία εργάστηκε έως την 04.01.2018, οπότε απολύθηκε «αμοιβαία συναινέσει» και επαναυτολογήθηκε στο πλοίο, στις 18.02.2018, αντί «κλειστού» μηνιαίου μισθού 2.110,92€, κατά τα λοιπά δε με τους ίδιους ως άνω όρους και συμφωνίες και τέλος  απολύθηκε στις 03.09.2018, στο λιμάνι του Πειραιά, λόγω ασθενείας. Καθ’ όλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα οι συμβάσεις εργασίας του ενάγοντος διέπονταν από τους όρους και τις ρυθμίσεις των προμνησθεισών ΣΣΝΕ των ετών 2017 και 2018, που ίσχυαν διαδοχικά κατά το επίδικο διάστημα και οι οποίες καταλαμβάνουν τους διαδίκους και μάλιστα και οι περί αναδρομικής ισχύος τους όροι, καθόσον οι διάδικοι ήταν μέλη των οργανώσεων που είχαν συμβληθεί, για τη σύναψή τους, όπως προκύπτει αφενός από τις κρατήσεις υπέρ Π.Ν.Ο., που γίνονταν από το μισθό του ενάγοντος και  αφετέρου από το γεγονός ότι η εναγομένη δεν αρνείται την ιδιότητά της ως μέλους του συμβαλλόμενου σε αυτές Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ). Ειδικότερα, οι  μηνιαίες βασικές αποδοχές του ενάγοντος,  σύμφωνα με την οικεία ΣΣΝΕ του έτους 2017, ανέρχονταν σε: 928,36€ (μισθός ενεργείας), 204,24€ (επίδομα Κυριακών εκ ποσοστού 22%), 35,22€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας),  576,30€ (αντίτιμο τροφής 19,21€Χ30 ημέρες), 56,50€ (επίδομα ιματισμού), 64,98€ (επίδομα άγονης γραμμής), 353,45€ (επίδομα αδείας), ενώ κατά το έτος 2018 διαμορφώθηκαν, σύμφωνα με την αντίστοιχη ΣΣΝΕ, ως εξής: 946,93€ (μισθός ενεργείας), 208,32€ (επίδομα Κυριακών εκ ποσοστού 22%), 35,92€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας),  587,70€ (αντίτιμο τροφής 19,59€Χ30 ημέρες), 57,63€ (επίδομα ιματισμού), 66,29€ (επίδομα άγονης γραμμής), 360,51€ (επίδομα αδείας). Ο ενάγων ισχυρίζεται ότι η εναγομένη του κατέβαλλε κατά το έτος 2018 αποδοχές που υπολείπονταν των νομίμων και ειδικότερα ότι, ενώ οι νόμιμες βασικές αποδοχές του ανέρχονταν στο ποσό των 1.551,68€ μηνιαίως, η πλοιοκτήτρια εταιρεία του κατέβαλλε μηνιαίως 1.521,28€ οφείλοντάς του την προκύπτουσα διαφορά συνολικού ποσού για το επίδικο διάστημα 198,61€. Ωστόσο, από την προσκομιζόμενη από την εναγομένη απόδειξη πληρωμής αναδρομικών αποδοχών από 01.01.2018 έως 03.09.2018, αποδεικνύεται ότι ο τελευταίος έλαβε αναδρομικά, για μισθό ενεργείας το ποσό των 121,94€, για επίδομα Κυριακών το ποσό των 26,79€, για επίδομα βαρειάς και ανθυγιεινής εργασίας το ποσό των 4,61€, για επίδομα αδείας το ποσό των 33,80€ και επίδομα τροφής το ποσό των 12,49€, ήτοι συνολικά το ποσό των 199,63€ απορριπτομένου συνεπώς κατ’ ουσίαν του σχετικού αγωγικού κονδυλίου. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι το ένδικο πλοίο, κατά τη διάρκεια των επίδικων περιόδων ναυτολόγησης του ενάγοντος, εκτελούσε, κατόπιν σχετικών αποφάσεων του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, δρομολόγια σε γραμμή ενταγμένη στο γενικό δίκτυο ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών. Ειδικότερα, το εν λόγω πλοίο εκτελούσε τα κάτωθι δρομολόγια, με κάποιες μικρές αλλαγές στο πρόγραμμα αυτών: –Κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 12.06.2017 έως 21.06.2017 το πλοίο εκτελούσε τα ακόλουθα δρομολόγια: αναχωρούσε από τον Πειραιά κάθε Τρίτη στις 21.00, με προορισμό τη Μυτιλήνη και ενδιάμεσο λιμένα προσέγγισης τη Χίο (05.00), κατέπλεε στη Μυτιλήνη στις 07.55 της Τετάρτης και αναχωρούσε για το δρομολόγιο της επιστροφής, στις 20.00, με προσέγγιση του ίδιου ενδιάμεσου λιμένα και κατάπλου στον Πειραιά στις 06.25 της Πέμπτης. Στις 20.00 της ίδιας ημέρας το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά και κατέπλεε στα Ψαρά στις 01.10 της Παρασκευής, στις Οινούσσες στις 03.00, στη Χίο στις 03.50 και στη Μυτιλήνη στις 06.40 και ξεκινούσε άμεσα το δρομολόγιο της επιστροφής αναχωρώντας από Μυτιλήνη στις 08.45, με ενδιάμεση προσέγγιση στη Χίο στις 11.20 και κατάπλου στον Πειραιά στις 18.00 της ίδιας ημέρας. Στις 21.00 της ίδιας ημέρας το πλοίο ξεκινούσε από τον Πειραιά, με κατάπλου στη Χίο στις 03.30 του Σαββάτου, στη Μυτιλήνη στις 06.30, άμεση αναχώρηση από Μυτιλήνη στις 08.45 της ίδιας ημέρας, άφιξη στη Χίο στις 11.20, κατάπλου στον Πειραιά στις 18.00 και αναχώρηση την ίδια ημέρα στις 21.00, προς Μυτιλήνη, με ενδιάμεσο κατάπλου στη Χίο στις 03.30 της Κυριακής, στη Μυτιλήνη στις 06.30 και άμεση αναχώρηση για το δρομολόγιο της επιστροφής στις 08.45 με προσέγγιση στη Χίο στις 11.20, στις Οινούσσες στις 12.05, στα Ψαρά στις 13.55 και κατάπλου στον Πειραιά στις 19.10. Στις 21.00 της ίδιας ημέρας αναχωρούσε από Πειραιά προς Μυτιλήνη, με ενδιάμεση προσέγγιση στη Χίο στις 05.00 της Δευτέρας, κατάπλου στη Μυτιλήνη στις 07.55 και αναχώρηση στις 20.00 της ίδιας ημέρας, κατάπλου στη Χίο στις 23.10 και στον Πειραιά στις 05.30 της Τρίτης. –Κατά το χρονικό διάστημα από 22.06.2017 έως 18.07.2017 το πλοίο απέπλεε κάθε Κυριακή από τον Πειραιά στις 21.00 προς τον λιμένα της Χίου, στον οποίον κατέπλεε στις 05.00 της Δευτέρας και ακολούθως στον λιμένα της Μυτιλήνης στις 07.55, απ’ όπου αναχωρούσε στις 20.00, επέστρεφε στη Χίο στις 22.40 και κατέπλεε στον αφετήριο λιμένα του Πειραιά στις 05.30 της Τρίτης. Την ίδια ημέρα το πλοίο αναχωρούσε στις 07.30 και κατέπλεε στο λιμάνι της Σύρου στις 11.00, αναχωρούσε στις 11.20 προς Μύκονο, όπου κατέπλεε στις 12.10, αναχωρούσε στις 13.45, κατέπλεε στη Σύρο στις 14.35 με αναχώρηση στις 15.00 για το λιμάνι του Πειραιά, όπου είχε άφιξη στις 18.30. Την ίδια ημέρα το πλοίο αναχωρούσε στις 21.00, προς Μυτιλήνη, με ενδιάμεση προσέγγιση στο λιμάνι της Χίου, σύμφωνα με το ως άνω πρόγραμμα, αναχωρούσε δε από το λιμάνι της Μυτιλήνης προς επιστροφή στον Πειραιά στις 20.00 της Τετάρτης, προσέγγιζε τη Χίο στις 22.40, αναχωρούσε στις 23.10 και κατέπλεε στον Πειραιά στις 06.25 της Πέμπτης. Την ίδια ημέρα το πλοίο αναχωρούσε στις 20.00, προς Μυτιλήνη, με ενδιάμεσους λιμένες προσέγγισης των Ψαρών (02.10), Οινουσών (04.00), Χίου (4.50), κατέπλεε δε στη Μυτιλήνη στις 07.40 της Παρασκευής αναχωρώντας για το δρομολόγιο της επιστροφής στις 08.45, με ενδιάμεσο λιμένα προσέγγισης τη Χίο (11.00) και άφιξη στον Πειραιά στις 18.00. Στις 21.00 της ίδιας ημέρας το πλοίο αναχωρούσε ξανά προς Μυτιλήνη, με προσέγγιση του λιμένα της Χίου στις 03.30 του Σαββάτου, αναχώρηση στις 04.00, άφιξη στη Μυτιλήνη στις 06.30, αναχώρηση στις 08.45, επιστροφή στη Χίο στις 11.00, αναχώρηση στις 11.20 και κατάπλου στον Πειραιά στις 18.00. Την ίδια ημέρα το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά στις 21.00, προς Μυτιλήνη, με ενδιάμεση προσέγγιση στη Χίο στις 03.30, άφιξη στη Μυτιλήνη στις 06.30 και αναχώρηση για το δρομολόγιο επιστροφής στις 08.45, προσεγγίζοντας τη Χίο στις 11.00, τις Οινούσες στις 11.45 και τα Ψαρά στις 13.35 με τελικό κατάπλου στον Πειραιά στις 19.10.  – Κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 19.07.2017 έως 13.08.2017 και από 17.08.2017 έως 05.09.2017 το ένδικο πλοίο εκτελούσε τα ίδια ως άνω δρομολόγια με τη διαφοροποίηση ότι στο νυχτερινό δρομολόγιο της Παρασκευής από Πειραιά προς Μυτιλήνη προσέγγιζε επιπλέον και το λιμάνι της Μυκόνου και το δρομολόγιό του διαμορφωνόταν ως εξής: αναχώρηση  από Πειραιά στις 21.00 της Παρασκευής, άφιξη στη Μύκονο την 01.00 του Σαββάτου, αναχώρηση από τη Μύκονο στις 01.30, άφιξη στη Χίο στις 05.00, αναχώρηση στις 05.30 και άφιξη στη Μυτιλήνη στις 07.50 με αναχώρηση στις 08.45. – Κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 20.04.2017 έως 11.06.2017 και από 06.09.2017 έως  04.01.2018 και από 18.02.2018 εως 28.02.2018   το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά κάθε Τρίτη στις 20.00, με προορισμό τη Μυτιλήνη και ενδιάμεσο λιμένα προσέγγισης τη Χίο (05.00), κατέπλεε στη Μυτιλήνη στις 07.55 της Τετάρτης και αναχωρούσε για το δρομολόγιο της επιστροφής, στις 20.00, με προσέγγιση του ίδιου ενδιάμεσου λιμένα και κατάπλου στον Πειραιά στις 06.55 της Πέμπτης. Στις 20.00 της ίδιας ημέρας το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά και κατέπλεε στα Ψαρά στις 02.00 της Παρασκευής, στις Οινούσσες στις 04.05, στη Χίο στις 05.00 και στη Μυτιλήνη στις 07.55 και ξεκινούσε το δρομολόγιο της επιστροφής από Μυτιλήνη στις 20.00, με ενδιάμεση προσέγγιση στη Χίο στις 23.10 και κατάπλου στον Πειραιά στις 06.55 του Σαββάτου. Το επόμενο δρομολόγιο ξεκινούσε την Κυριακή στις 20.00 από Πειραιά, με κατάπλου στη Χίο στις 05.00 της Δευτέρας, στη Μυτιλήνη στις 07.55, αναχώρηση από Μυτιλήνη στις 20.00 της ίδιας ημέρας, άφιξη στη Χίο στις 23.10, στις Οινούσσες στις 23.59, στα Ψαρά στις 02.05 και στον Πειραιά στις 07.55 της Τρίτης. Κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 01.03.2018 έως 17.05.2018 το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά κάθε Τρίτη στις 20.00, με προορισμό τη Μυτιλήνη και ενδιάμεσο λιμένα προσέγγισης τη Χίο (05.00), κατέπλεε στη Μυτιλήνη στις 07.55 της Τετάρτης και αναχωρούσε για το δρομολόγιο της επιστροφής, στις 20.00, με προσέγγιση του ίδιου ενδιάμεσου λιμένα και κατάπλου στον Πειραιά στις 06.55 της Πέμπτης. Στις 20.00 της ίδιας ημέρας το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά και κατέπλεε στη Χίο στις 05.00 της Παρασκευής και στη Μυτιλήνη στις 07.55 και στις 20.00 ξεκινούσε το δρομολόγιο της επιστροφής, με ενδιάμεση προσέγγιση στη Χίο στις 23.10 και κατάπλου στον Πειραιά στις 06.55 του Σαββάτου. Το επόμενο δρομολόγιο ξεκινούσε την Κυριακή στις 20.00 από Πειραιά, με κατάπλου στη Χίο στις 05.00 της Δευτέρας, στη Μυτιλήνη στις 07.55, αναχώρηση από Μυτιλήνη στις 20.00 της ίδιας ημέρας, άφιξη στη Χίο στις 23.10 και στον Πειραιά στις 06.55 της Τρίτης. Κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 18.05.2018 έως 10.06.2018 το πλοίο ξεκίνησε το δρομολόγιο με τελικό προορισμό τη Ρόδο και συγκεκριμένα κάθε Δευτέρα και Τετάρτη το πλοίο αναχωρούσε από Πειραιά στις 19.00, κατέπλεε στο λιμάνι της Σύρου στις 22.50, στην Πάτμο στις 03.15 της Τρίτης και Πέμπτης, αντίστοιχα, στη Λέρο στις 04.35, στην Κω στις 06.35 και στη Ρόδο στις 10.10, με αναχώρηση στις 17.00 της ίδιας ημέρας και κατάπλου στην Κω στις 20.35, στη Λέρο στις 22.35, στην Πάτμο στις 23.55, στη Σύρο στις 04.20 και στον Πειραιά στις 08.05 της Τετάρτης και Παρασκευής αντίστοιχα. Κάθε Παρασκευή το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά στις 19.00, κατέπλεε στο λιμάνι της Σύρου στις 22.50, στην Πάτμο στις 03.15 του Σαββάτου, στη Λέρο στις 04.35, στην Κάλυμνο στις 05.45, στην Κω στις 07.00 και στη Ρόδο στις 10.20, με αναχώρηση στις 17.00 της ίδιας ημέρας και κατάπλου στην Κω στις 20.35 και στον Πειραιά στις 06.30 της Κυριακής. Κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 11.06.2018 έως 03.09.2018 το πλοίο εκτελούσε εναλλάξ, ανά εβδομάδα, τα ακόλουθα δρομολόγια: 1. κάθε Δευτέρα το πλοίο αναχωρούσε από Πειραιά στις 19.00, κατέπλεε στο λιμάνι της Σύρου στις 22.50, στην Πάτμο στις 03.15 της Τρίτης, στη Λέρο στις 04.35, στην Κω στις 06.35 και στη Ρόδο στις 10.10, με αναχώρηση στις 17.00 της ίδιας ημέρας και κατάπλου στην Κω στις 20.05, στη Λέρο στις 22.15, στην Πάτμο στις 23.55, στη Σύρο στις 04.00 και στον Πειραιά στις 08.05 της Τετάρτης. Στις 19.00 της ίδιας ημέρας το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά και κατέπλεε στο λιμάνι της Σύρου στις 22.20, στην Πάτμο στις 02.05 της Πέμπτης, στη Λέρο στις 03.15, στην Κω στις 05.00 και στη Ρόδο στις 08.30, με αναχώρηση στις 10.30 της ίδιας ημέρας και κατάπλου στην Κω στις 13.05 και στον Πειραιά στις 21.30. στις 23.55 της ίδιας ημέρας το πλοίο αναχωρούσε από Πειραιά και κατέπλεε στο Βαθύ στις 07.15, στην Κω στις 10.45 και στη Ρόδο στις 14.00, απ΄ όπου αναχωρούσε στις 17.00, κατέπλεε στην Κω στις 19.45, στο Βαθύ στις 23.25 και στον Πειραιά στις 07.00 του Σαββάτου, με επόμενη αναχώρηση την Κυριακή στις 18.00 για το δρομολόγιο που εκτελούσε την επόμενη εβδομάδα, το οποίο είχε ως εξής: 2. κατάπλους στη Θήρα στις 00.35 της Δευτέρας,  στην Κω στις 05.45, στη Σύμη στις 08.25, στη Ρόδο στις 10.00, στη Σύμη στις 17.00, στην Κω στις 19.15, στη Θήρα στις 00.15 της Τρίτης και στον Πειραιά στις 06.00. Το πλοίο αναχωρούσε άμεσα από τον Πειραιά στις 07.30, προς Σύρο, όπου κατέπλεε στις 11.00, Μύκονο (12.10) και επιστροφή Σύρο (14.35) και Πειραιά στις 18.30, απ’ όπου αναχωρούσε στις 21.30, προς Ρόδο, με προσέγγιση στη Θήρα στις 02.55 της Τετάρτης, Κω στις 07.50 και Ρόδο στις 11.10. Στις 16.00 της ίδιας ημέρας το πλοίο ξεκινούσε το δρομολόγιο επιστροφής με προσέγγιση στην Κω στις 18.40, στη Θήρα στις 23.40 και έφτανε στο λιμάνι του Πειραιά στις 05.30 της Πέμπτης. Στις 09.00 της ίδιας ημέρας αναχωρούσε από τον Πειραιά, κατέπλεε στην Κω στις 17.00 και στη Ρόδο στις 20.15, απ’ όπου αναχωρούσε στις 23.59, κατέπλεε στην Κω στις 02.35 της Παρασκευής, στη Λέρο στις 04.25, στην Πάτμο στις 05.35, στη Σύρο στις 09.20 και στον Πειραιά στις 12.55. Στις 19.00 της ίδιας ημέρας αναχωρούσε από τον Πειραιά, κατέπλεε στη Σύρο στις 22.30, στην Κάλυμνο στις 03.20, στην Κω στις 04.40, στη Ρόδο στις 08.10, αναχωρούσε από τη Ρόδο στις 09.30 και επέστρεφε στην Κω στις 12.05, στα Κατάπολα στις 15.35 και στον Πειραιά στις 21.10. Στις 23.35 της ίδιας ημέρας αναχωρούσε από τον Πειραιά και κατέπλεε στα Κατάπολα στις 05.05 της Κυριακής, στην Πάτμο στις 07.25, στη Λέρο στις 08.35, στην Κω στις 10.20 και στη Ρόδο στις 13.25, απ’ όπου αναχωρούσε στις 17.00 με επιστροφή στην Κω στις 20.05, στην Κάλυμνο στις 21.20, στη Λέρο στις 22.30, στην Πάτμο στις 23.55, στη Σύρο στις 04.00 και στον Πειραιά στις 08.05. Κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 18.06.2018 έως 24.06.2018 το πλοίο εκτέλεσε το ακόλουθο δρομολόγιο: την Τρίτη το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά στις 07.30, κατέπλεε στη Σύρο στις 11.00, στη Μύκονο στις 12.10, επέστρεφε στη Σύρο στις 14.35 και στον Πειραιά στις 18.30, αναχωρώντας την ίδια ημέρα, στις 21.30, προς Θήρα, όπου κατέπλεε στις 02.55 της Τετάρτης, Κω (07.50), και Ρόδο (11.10), από όπου αναχωρούσε στις 16.00, κατέπλεε στην Κω στις 18.40, στη Θήρα στις 23.40 και στον Πειραιά στις 05.30 της Πέμπτης. Στις 09.00 της ίδιας ημέρας το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά, κατέπλεε στην Κω στις 17.00, στη Ρόδο στις 20.15, στην Κω στις 02.35 της Παρασκευής, στη Λέρο στις 04.25, στην Πάτμο στις 05.35, στη Σύρο στις 09.20 και στον Πειραιά στις 12.55. Στις 19.00 της ίδιας ημέρας αναχωρούσε από τον Πειραιά, κατέπλεε στη Σύρο στις 22.30, στην Κάλυμνο στις 03.20 του Σαββάτου, στην Κω στις 04.40, στη Ρόδο στις 08.10, από όπου αναχωρούσε στις 09.30, κατέπλεε στην Κω στις 12.05, στα Κατάπολα στις 15.35 και στον Πειραιά στις 21.10. Στις 23.55 της ίδιας ημέρας το πλοίο αναχωρούσε από τον Πειραιά, κατέπλεε στα Κατάπολα στις 05.05, στην Πάτμο στις 07.25, στη Λέρο στις 08.35, στην Κω στις 10.20 και στη Ρόδο στις 13.25, αναχωρούσε για το δρομολόγιο επιστροφής στις 17.00, κατέπλεε στην Κω στις 20.05, στην Κάλυμνο στις 21.20, στη Λέρο στις 22.30, στην Πάτμο στις 23.40, στη Σύρο στις 04.00 της Δευτέρας και στον Πειραιά στις 08.05.  Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι στο ένδικο πλοίο ήταν ναυτολογημένοι, ως προσωπικό ενδιαιτημάτων, κατά τη θερινή περίοδο, 20 θαλαμηπόλοι, 14 επίκουροι, 1 αρχιθαλαμηπόλος και 1 προϊστάμενος αρχιθαλαμηπόλος, ενώ κατά τη χειμερινή περίοδο (1η Νοεμβρίου – 31 Μαρτίου) η σύνθεση μειωνόταν κατά το 1/3. Το πόστο εργασίας του ενάγοντος ήταν οι κοινόχρηστες τουαλέτες, ο καθαρισμός των οποίων του ανατίθετο κατ’ αποκλειστικότητα κατά τη χειμερινή περίοδο, ενώ κατά τη θερινή περίοδο το πόστο αυτό αναλάμβανε από κοινού με ακόμη έναν επίκουρο και πάντα κατά την «ημερήσια» βάρδια, ήτοι μέχρι τις 22.00, ενώ απασχολείτο περιστασιακά και ως βοηθός θαλαμηπόλου στον καθαρισμό των καμπινών του όγδοου καταστρώματος του πλοίου. Επίσης αποδείχθηκε ότι ο ενάγων βρισκόταν σε ετοιμότητα πριν από τον κατάπλου του πλοίου σε λιμάνια στα οποία προσέγγιζε το πλοίο και κατά τις νυχτερινές ώρες, εκ περιτροπής με τους λοιπούς επίκουρους και ανάλογα με το πρόγραμμα που κατήρτιζε κάθε φορά ο προϊστάμενός τους, σύμφωνα με το οποίο συγκροτούνταν συγκεκριμένες ομάδες από θαλαμηπόλους και επίκουρους σε κάθε άφιξη του πλοίου σε λιμάνι. Στο πλαίσιο της απασχόλησής του αυτής ο ενάγων έπρεπε να βρίσκεται στην υποδοχή του πλοίου προκειμένου να συμμετέχει στη διαδικασία αποβίβασης και επιβίβασης των επιβατών (υποδοχή, καθοδήγηση, βοήθεια μεταφοράς αποσκευών, βοήθεια ατόμων που κινούνταν με αναπηρικό αμαξίδιο..), ενώ συμμετείχε και στη διαδικασία αφύπνισης των επιβατών που βρίσκονταν στις καμπίνες. Ειδικότερα όταν το πλοίο κατέπλεε στο λιμάνι του Πειραιά, ο ενάγων ξεκινούσε την εργασία του μία ώρα πριν τον κατάπλου απασχολούμενος στο πόστο εργασίας του, ακολούθως βοηθώντας στη διαδικασία αποβίβασης των επιβατών και τέλος φροντίζοντας για την αποκατάσταση των κοινόχρηστων τουαλετών, η συνολική δε διάρκεια της εργασίας του αυτής ανερχόταν περίπου στις 4 ώρες. Ακολούθως ο ενάγων ξεκινούσε την εργασία του δύο ώρες περίπου πριν από τον απόπλου του πλοίου από τον Πειραιά, ενώ στους λοιπούς λιμένες, όταν είχε υπηρεσία, βρισκόταν σε ετοιμότητα περί τη μισή ώρα πριν τον κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι και μισή ώρα μετά την αναχώρηση αυτού πραγματοποιώντας τις παραπάνω εργασίες που σχετίζονταν με την αποβίβαση και επιβίβαση των επιβατών.  Εκ του συνόλου των ανωτέρω συνάγεται ότι η διάρκεια εργασίας του ενάγοντος δεν ήταν επακριβώς καθορισμένη, ενόψει του είδους αυτής και της ιδιαιτερότητας εξωγενών παραγόντων, συνδεόμενων προς τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου, της εξυπηρέτησης των συγκεκριμένων δρομολογίων και την αυξομειούμενη επιβατική κίνηση κατά τη διάρκεια του έτους. Βάσει των προεκτεθέντων και ιδίως ενόψει: α) των συνθηκών και περιστάσεων που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στις ως άνω ακτοπλοϊκές γραμμές, με προσέγγιση σε ενδιάμεσα λιμάνια, β) των χρονικών περιόδων, κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων, γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του και δ) τέλος από τα διδάγματα της κοινής πείρας, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι ο ενάγων, κατά τις ανωτέρω χρονικές περιόδους εργαζόταν, υπό την προαναφερόμενη ειδικότητα, κατ΄ εντολήν του Πλοιάρχου του πλοίου: Α. κατά τα χρονικά διαστήματα κατά τα οποία το πλοίο εκτελούσε δρομολόγιο με τελικό προορισμό τη Μυτιλήνη, κατά μέσον όρο επί 11 ώρες ημερησίως, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, από τις οποίες οι 3 ώρες μετά το νόμιμο οκτάωρο της καθημερινής και της Κυριακής εργασίας του έπρεπε να πληρωθούν με απλή υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 25% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης, για τα δε Σάββατα και τις αργίες έπρεπε να πληρωθούν όλες οι ώρες με υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 50% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης και κατά τα χρονικά διαστήματα κατά τα οποία το πλοίο εκτελούσε δρομολόγιο με τελικό προορισμό τη Ρόδο, κατά μέσον όρο επί 12 ώρες ημερησίως, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών, από τις οποίες οι 4 ώρες μετά το νόμιμο οκτάωρο της καθημερινής και της Κυριακής εργασίας του έπρεπε να πληρωθούν με απλή υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 25% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης, για τα δε Σάββατα και τις αργίες έπρεπε να πληρωθούν όλες οι ώρες με υπερωριακή αμοιβή ίση με το 1/173 του βασικού μισθού προσαυξημένο κατά 50% για κάθε ώρα υπερωριακής απασχόλησης. Επισημαίνεται δε στο σημείο αυτό ότι το εάν η παραπάνω υπερωριακή εργασία του ενάγοντος αναγραφόταν ή όχι στο βιβλίο υπερωριών και ιδιαίτερων αμοιβών του πληρώματος, το οποίο τηρούσε η εναγομένη, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 107 του Κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας επιβατηγών πλοίων και 19 της Σ.Σ.Ν.Ε. Πληρωμάτων Επιβατηγών Ακτοπλοϊκών Πλοίων και αν ο ενάγων υπέγραφε ή όχι το εν λόγω βιβλίο χωρίς επιφύλαξη, δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαστικό τεκμήριο σε βάρος των συναφών  αντίθετων ισχυρισμών αυτού (ΕφΠειρ 452/2010, ΕφΠειρ 768/2003, ΕφΠειρ 1/2003, ΕφΠειρ 778/2001 αδημ.). Αλλά και η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των εκκαθαριστικών σημειωμάτων μισθοδοσίας του δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτηση αυτού από τα ως άνω νόμιμα δικαιώματά του. Σε κάθε περίπτωση και αν ήθελε γίνει δεκτό ότι η ανεπιφύλακτη υπογραφή από τον ενάγοντα των μηνιαίων καταστάσεων υπερωριών του πληρώματος και των αποδείξεων μισθοδοσίας του ενέχει παραίτηση από τις επίδικες αξιώσεις του από την προσφορά της εργασίας του, η παραίτηση αυτή (άφεση χρέους) είναι άνευ έννομης επιρροής, αφού κάθε παραίτηση του εργαζομένου από τα νόμιμα δικαιώματά του που πηγάζουν είτε από το νόμο είτε από συλλογικές συμβάσεις εργασίας και καθορίζουν τα κατώτερα όρια προστασίας, έστω και αν αυτή (η παραίτηση) έλαβε χώρα μετά τη λύση της σύμβασης εργασίας, είναι άκυρη (ΑΠ 1635/2012, ΑΠ 1554/2011, ΑΠ 587/2006, ΑΠ 495/2006, ΑΠ 1013/2003, ΕφΠειρ 361/2013, ΕφΠειρ 501/2012, ΕφΠειρ 185/2012, ΕφΠειρ 506/2011, ΕφΠειρ 377/2011, ΕφΠειρ 795/2010, ΕφΠειρ 34/2008, ΕφΠειρ 1/2003 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της εναγομένης. Επίσης, η ως άνω συμπεριφορά του μισθωτού δεν δύναται να θεμελιώσει ένσταση καταχρηστικής άσκησης της αξίωσης για την καταβολή των νομίμων αποδοχών του, καθότι μόνη η μακροχρόνια αδράνεια του δικαιούχου και όταν ακόμη δημιούργησε στον οφειλέτη την πεποίθηση ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα ή ότι δεν πρόκειται πλέον να ασκηθεί, δεν αρκεί για να καταστήσει καταχρηστική τη μεταγενέστερη άσκηση αυτού, αλλ’ απαιτείται να συντρέχουν επιπρόσθετα ειδικές συνθήκες και περιστάσεις, προερχόμενες κυρίως από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου και του οφειλέτη, ενόψει των οποίων και της αδράνειας του δικαιούχου η επακολουθούσα άσκηση του δικαιώματος, που τείνει σε ανατροπή της καταστάσεως που δημιουργήθηκε υπό τις παραπάνω ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε επί μακρό χρόνο, να εξέρχεται των ορίων που τίθενται με τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ. (Ολ.Α.Π. 62 /1990, Ολ.ΑΠ 56/1990, ΑΠ1103/2013,  379/2006,  1236/2004, δημοσίευση σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επομένως, η προβληθείσα από την εναγομένη ένσταση καταχρηστικής άσκησης της αξίωσης του ενάγοντος για υπερωριακή αμοιβή πρέπει, σύμφωνα με τα ανωτέρω, να απορριφθεί, ως μη νόμιμη. Ως προς την υπερωριακή απασχόληση του ενάγοντος, αποδείχθηκε ειδικότερα ότι, κατά τα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησής του από 20.04.2017 έως 13.08.2017, από 17.08.2017 έως 04.01.2018 και από 18.02.2018 έως 17.05.2018, κατά τα οποία το πλοίο εκτελούσε δρομολόγιο προς Μυτιλήνη, ο ενάγων εργάσθηκε: 49 Σάββατα και 16 αργίες (2017: 23 Απριλίου {του Αγίου Γεωργίου}, Πρωτομαγιά, της Αναλήψεως, 14 Σεπτεμβρίου {του Σταυρού}, 28η Οκτωβρίου, 6 Δεκεμβρίου {του Αγίου Νικολάου}, Χριστούγεννα, 2η ημέρα Χριστουγέννων και 2018: Πρωτοχρονιά, 25η Μαρτίου, Καθαρά Δευτέρα, Μ. Παρασκευή, Δευτέρα του Πάσχα, του Αγίου Γεωργίου και Πρωτομαγιά) και 277 καθημερινές και Κυριακές, επί 11 ώρες ημερησίως. Επομένως, για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο εφαρμοστέα ήταν η οικεία ΣΣΝΕ του έτους 2017, ήτοι από 20.04.2017 έως 13.08.2017 και από 17.08.2017 έως 31.12.2017, ο ενάγων δικαιούτο για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες, το συνολικό ποσό των  (37 Σάββατα και 8 αργίες= 45 ημέρες Χ 11 ώρες= 495 ώρες Χ 8,06€/ώρα=) 3.989,70€ και κατά τις καθημερινές και Κυριακές το συνολικό ποσό των (208 ημέρες Χ 3 ώρες = 624 ώρες Χ 6,71€/ώρα=) 4.187,04€. Επίσης, κατά το χρονικό διάστημα κατά το οποίο εφαρμοστέα ήταν η οικεία ΣΣΝΕ του έτους 2018, ήτοι από 01.01.2018 έως 04.01.2018 και από 18.02.2018 έως 17.05.2018, ο ενάγων δικαιούτο για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες  το συνολικό ποσό των  (12 Σάββατα και 7 αργίες= 19 ημέρες Χ 11 ώρες= 209 ώρες Χ 8,21€/ώρα=) 1.715,89€  και κατά τις καθημερινές και Κυριακές το συνολικό ποσό των(70ημέρεςΧ3ώρες= 210 ώρες Χ 6,84€/ώρα=) 1.436,40€. Περαιτέρω, κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 18.05.2018 έως 03.09.2018, κατά το οποίο το πλοίο εκτελούσε δρομολόγιο προς Ρόδο, ο ενάγων εργάσθηκε: 16 Σάββατα και 2 αργίες (της Αναλήψεως, 15 Αυγούστου) και 91 καθημερινές και Κυριακές, επί 12 ώρες ημερησίως και συνεπώς δικαιούτο, σύμφωνα με την προαναφερόμενη ΣΣΝΕ, για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες το συνολικό ποσό των (18 Σάββατα και αργίες Χ 12 ώρες= 216 ώρες Χ 8,21€/ώρα=) 1.773,36€ και κατά τις καθημερινές και Κυριακές το συνολικό ποσό των  (91 ημέρες  Χ 4 ώρες = 364 ώρες Χ 6,84€/ώρα=) 2.489,76€. Συνολικά, επομένως, για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τα Σάββατα και τις αργίες κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των 7.478,95€, έναντι του οποίου έλαβε από την εναγομένη το συνολικό ποσό των 4.287,86€, όπως ο ίδιος συνομολογεί και συνεπώς του οφείλεται διαφορά ποσού 3.191,09€. Για την υπερωριακή του απασχόληση κατά τις καθημερινές και Κυριακές ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των 8.113,20€, έναντι του οποίου έλαβε το συνολικό 594,06€, σύμφωνα με τις προσκομιζόμενες από την εναγομένη αποδείξεις πληρωμής και συνεπώς δικαιούται διαφορά ποσού 7.519,14€ γενομένης δεκτής της ένστασης μερικής εξόφλησης (416 ΑΚ) που προέβαλε η εναγομένη ως και κατ’ ουσίαν βάσιμης. Αποδείχθηκε επίσης ότι ο ενάγων λάμβανε μηνιαίως ένα χρηματικό ποσό με την αιτιολογία «έκτακτες αμοιβές», τις οποίες η εναγομένη ισχυρίζεται, κατ` ένσταση, ότι κατέβαλλε στον ενάγοντα, κατά το ένδικο χρονικό διάστημα, για τις μελλοντικές υπερωρίες του, και ότι ως εκ τούτου, πρέπει να συμψηφιστούν με την ως άνω ένδικη αξίωσή του. Για τον κατά τα άνω καταλογισμό αυτή επικαλείται τη συμφωνία της με τον ενάγοντα, αποτυπωθείσα εγγράφως στις συμβάσεις ναυτολόγησής του, έχουσες κατά τον υπ’ αριθ. 1 συμπληρωματικό  όρο αυτών το εξής περιεχόμενο “κάθε ποσό που καταβάλλει η Εταιρία στο Ναυτικό πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές μπορεί να συμψηφίζεται με τυχόν πραγματοποιούμενες από το Ναυτικό υπερωρίες ή άλλες υποχρεώσεις της εταιρείας σχετικές με τη σύμβαση εργασίας. Ως ελάχιστες νόμιμες αποδοχές εννοούνται οι προβλεπόμενες από την εκάστοτε εφαρμοστέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας». Εδώ πρέπει, αναφορικά με την προαναφερθείσα ένσταση συμψηφισμού της εναγομένης, να λεχθούν τα ακόλουθα: Κατά το άρθρο 3 παρ. 1 του Ν. 3239/1955, ατομική σύμβαση εργασίας, καταρτιζόμενη από κάποιον που δεσμεύεται από συλλογική σύμβαση, θεωρείται ότι περιέχει αυτοδικαίως τους καθορισθέντες στη συλλογική σύμβαση όρους, ακυρουμένων των τυχόν αντιθέτων συμφωνιών. ΄Οροι, όμως, ατομικής συμβάσεως εργασίας ευνοϊκότεροι για το μισθωτό από τους διαλαμβανόμενους σε συλλογική σύμβαση εργασίας είναι επικρατέστεροι. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι, εάν με την ατομική σύμβαση εργασίας συμφωνήθηκαν αποδοχές υπέρτερες των προβλεπομένων από τη συλλογική σύμβαση και περιελήφθη όρος ότι κάθε άλλη παροχή θα καλύπτεται από τις καταβαλλόμενες πέραν των νομίμων, ο όρος είναι ισχυρός. Τούτο ισχύει όχι μόνο για τις υφιστάμενες κατά το χρόνο της συνάψεως της ατομικής εργασιακής συμβάσεως αλλά και για τις μέλλουσες, δηλαδή και για εκείνες οι οποίες θεσπίσθηκαν μετά την κατάρτιση της συμβάσεως, στην οποία με τον ίδιο όρο διελήφθη πρόβλεψη προς καταλογισμό στις συμφωνηθείσες υπέρτερες, των νομίμων, αποδοχές εκείνων, οι οποίες θα θεσπισθούν τυχόν στο μέλλον, από της καθιερώσεως των οποίων ενεργείται η αιτία, για την οποία και κατεβλήθησαν οι υπέρτερες, δηλαδή η κάλυψή τους συμψηφιστικά. Τούτο ισχύει και για τις αξιώσεις από ναυτική εργασία, οι οποίες στηρίζονται σε ειδικές διατάξεις που καθορίζουν, κατ` αποκοπή, το ποσό της δικαιούμενης αμοιβής για πρόσθετη εργασία, διότι η διάταξη του άρθρου 8 παρ. 4 του ΝΔ 4020/1959, η οποία προβλέπει ακυρότητα της συμβάσεως καλύψεως των υπερωριακών αμοιβών με τις πέραν των ελαχίστων ορίων συμβατικές αποδοχές στη χερσαία εργασία, δεν εφαρμόζεται στην πάγια, κατ` αποκοπή, αμοιβή υπερωριών, που προβλέπουν οι Σ.Σ.Ν.Ε για μερικές ειδικότητες ναυτικών, η οποία, μάλιστα, φέρει τον χαρακτήρα όχι αποζημιώσεως, αλλά πρόσθετης αμοιβής (βλ. ΑΠ 943/1988 ΕΝΔ 18.99, ΕΠειρ23/2013 Τρ.Ν.Πλ. ΝΟΜΟΣ, Ι. Κοροτζή Ναυτικό Δίκαιο τόμ. Α` σελ. 326 επ., ιδίου Ναυτικό Εργατικό Δίκαιο σελ. 153 επ.). Συνεπώς, εάν συμφωνηθεί μεταξύ των συμβληθέντων στη σύμβαση ναυτικής εργασίας και καταβάλλεται τακτικώς και παγίως στον ναυτικό, κατά τη διάρκεια της παροχής των υπηρεσιών του, εκτός του προβλεπομένου από την οικεία Σ.Σ.Ε. μισθού και πρόσθετο χρηματικό ποσό, αποκαλούμενο στη ναυτική ορολογία “επιμίσθιο”, ως αντάλλαγμα της παρεχομένης εργασίας, της δραστηριότητας και του ζήλου τούτου στην εκτέλεση των καθηκόντων του, άνευ προβλέψεως “καταλογισμού” αυτού προς άλλες αποδοχές, το πρόσθετο τούτο ποσόν αποτελεί μέρος του μισθού και όχι δωρεάν παροχή του πλοιοκτήτη, ελευθέρως ανακλητή ή δυναμένη μονομερώς να καταλογισθεί προς άλλες αξιώσεις του ναυτικού, απορρέουσες από τη σύμβαση (βλ. ΑΠ 1077/1986 ΕΝΔ 15.260, ΕΠειρ 23/2013 ό.π.). Το ως άνω “επιμίσθιο” δύναται, όμως, να συμψηφισθεί προς μεταγενέστερες αυξήσεις των προβλεπομένων από τις σχετικές συλλογικές συμβάσεις αποδοχών, μόνο τότε, όταν υπήρξε σχετική συμφωνία στη σύμβαση περί του καταλογισμού των μελλοντικών αυξήσεων στις παρεχόμενες συμβατικές αποδοχές. Άλλως, εάν δηλαδή δεν έχει συμφωνηθεί κάτι τέτοιο, ορισμένως και ειδικώς, μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, ο εργοδότης δεν έχει τη δυνατότητα να προβεί στον ως άνω συμψηφισμό, περιορίζοντας έτσι, μονομερώς τις συμβατικές αποδοχές του εργαζομένου (βλ. ΑΠ 1089/1987 ΕΝΔ 16.114, ΕφΠειρ. 526/2012, ΕφΠειρ 640/2009, ΕφΠειρ 465/2009 Τ.Ν.Π. Νόμος). Ενόψει λοιπόν, της καταβολής του παραπάνω ποσού ως «επιμισθίου», δηλαδή ως ανταλλάγματος της παρεχομένης εργασίας, της δραστηριότητας και του ζήλου του ενάγοντος στην εκτέλεση των καθηκόντων του και της σχετικής συμφωνίας περί συμψηφισμού του ποσού αυτού με την οφειλομένη, από την εναγομένη αμοιβή για υπερωριακή εργασία, όπως η συμφωνία αυτή ερμηνεύεται κατά τα άρθρα 173 και 200 ΑΚ, σύμφωνα με την καλή πίστη, λαμβανομένων υπόψη και των συναλλακτικών ηθών, αποδεικνύεται ότι τα συμβληθέντα μέρη συμφώνησαν ώστε να συμψηφίζονται τα ως άνω, καταβαλλόμενα από την εναγομένη χρηματικά ποσά με την πρόσθετη αμοιβή από υπερωριακή εργασία του ενάγοντος, διότι διαφορετικά δεν υπήρχε λόγος να τεθεί στις ένδικες συμβάσεις ναυτικής εργασίας τέτοιος όρος, αφού, όπως αποδείχθηκε, δεν υπήρχε άλλο ποσό που καταβαλλόταν στον ενάγοντα πάνω από τις ελάχιστες νόμιμες αποδοχές του, ώστε να συμψηφίζεται με τις υπερωρίες, τις οποίες αυτός πραγματοποιούσε (ΕφΠειρ 526/2012 ΕΝαυτΔ 2012.381). Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή, ως και κατ΄ ουσίαν βάσιμη, η ένσταση συμψηφισμού των παραπάνω «έκτακτων αμοιβών» (361, 440, 441ΑΚ), αφού οι τελευταίες καταβάλλονταν από την εναγομένη στον ενάγοντα, πέραν των νομίμων αποδοχών του, με την ειδική συμφωνία για τον καταλογισμό τους στις αξιώσεις του από αμοιβή υπερωριακής εργασίας και να αφαιρεθούν τα ποσά αυτά από την ως άνω δικαιούμενη από τον ενάγοντα υπερωριακή αμοιβή. Κατόπιν τούτων πρέπει να καταλογιστεί το συνολικό ποσό των (25,49 + 51,20 + 83,88 + 172,80 + 94,92 + 121,58 + 93,65 + 64,82 + 1,29 + 99,57 +5,62 + 20,15 + 89,61 + 89,57 + 83,38 + 129,18 + 220,03 + 280,81 + 24,29=) 1.751,84€, που καταβλήθηκε από την εναγομένη κατά το επίδικο χρονικό διάστημα στον ενάγοντα, στην απαίτηση του τελευταίου για υπερωριακή αμοιβή, η οποία κατόπιν του συμψηφισμού αυτού ανέρχεται στο ποσό των [(3.191,09 + 7.519,14=) 10.710,23 – 1.751,84=]  8.958,39€. Αποδείχθηκε, επίσης, ότι κατά τα προαναφερόμενα χρονικά διαστήματα το εν λόγω πλοίο εκτελούσε επιδοτούμενους πλόες, για τους οποίους είχε συναφθεί σύμβαση δημόσιας υπηρεσίας (άγονης γραμμής) και συνεπώς ο ενάγων δικαιούτο, σύμφωνα με τις οικείες ΣΣΝΕ, το αντίστοιχο επίδομα εκ ποσοστού 7% επί του μισθού ενεργείας του για κάθε 30 ημέρες απασχόλησής του σε αυτό. Ειδικότερα, για τα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 20.04.2017 έως 13.08.2017 και από 17.08.2017 έως 31.12.2017, κατά τα οποία ο ενάγων απασχολείτο καθημερινά στο πλοίο, το οποίο εκτελούσε πλόες άγονης γραμμής, δικαιούτο, για την αιτία αυτή, το συνολικό ποσό των [928,36€ (μισθός ενεργείας) Χ 7% = 64,99€ Χ 8,43 30ήμερα =] 547,87€, πλην όμως λαμβάνεται υπόψην το αιτούμενο με την αγωγή ποσό των 537,17€ (106 Κ.Πολ.Δ), έναντι του οποίου έλαβε από την εναγομένη κατά το έτος 2017 το συνολικό ποσό των (2,17 + 10,83 + 8,67 + 10,83 + 4,33 + 4,33 + 8,67 + 10,83 + 8,66=) 69,32€ και συνεπώς δικαιούται ακόμη, για επίδομα άγονης γραμμής, για το 2017, το ποσό των 467,85€. Για τα χρονικά διαστήματα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 01.01.2018 έως 04.01.2018 και από 18.02.2018 έως 03.09.2018, κατά τα οποία ο ενάγων απασχολείτο καθημερινά στο πλοίο, το οποίο εκτελούσε πλόες άγονης γραμμής, δικαιούτο, για την αιτία αυτή, το συνολικό ποσό των [946,93€ (μισθός ενεργείας) Χ 7% = 66,29€ Χ 6,73 30ήμερα=] 446,13€, πλην όμως λαμβάνεται υπόψην το αιτούμενο με την αγωγή ποσό των 441,93€ (106 Κ.Πολ.Δ.), έναντι του οποίου έλαβε από την εναγομένη κατά το έτος 2018 το συνολικό ποσό των (4,33 + 2,17 + 2,34=) 8,84€ και συνεπώς δικαιούται ακόμη, για επίδομα άγονης γραμμής, για το 2018, το ποσό των 433,09€ και συνολικά, για την αιτία αυτή, το ποσό των (467,85+433,09=)900,94€. Προσέτι δε, για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2017, για το διάστημα της ναυτολόγησής του από 20.04.2017 έως 13.08.2017 και από 17.08.2017 έως 31.12.2017, ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των  [928,36€ (μισθός ενεργείας) + 204,24€ (επίδομα Κυριακών) + 35,22€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 576,30€ (αντίτιμο τροφής) + 353,45€ (επίδομα αδείας) + 969,60€ (μέση μηνιαία υπερωριακή αμοιβή: 8.176,74€ συνολική υπερωριακή αμοιβή : 253 ημέρες Χ 30 ημέρες) +  64,98€ (επίδομα άγονης γραμμής)= 3.132,15€  μηνιαίες  αποδοχές Χ 2/25 = 250,58€  Χ 13,32 δεκαεννεαήμερα =] 3.337,73€, έναντι του οποίου έλαβε από την εναγομένη το συνολικό ποσό των 1.351,90€ και συνεπώς του οφείλεται ακόμη το ποσό των 1.985,83€, γενομένης δεκτής της ένστασης μερικής εξόφλησης που προέβαλε η εναγομένη. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι στις ανωτέρω μηνιαίες αποδοχές δεν συνυπολογίζονται η πρόσθετη αμοιβή για την πραγματοποίηση των εξπρές δρομολογίων του πλοίου, το επίδομα ιματισμού, ούτε και ο μέσος όρος έκτακτων αμοιβών, τα οποία δεν συγκαταλέγονται στις πάγιες και σταθερές, τακτικές αποδοχές, επί των οποίων υπολογίζονται τα δώρα εορτών (βλ. ΕφΠειρ 71/2014, ΕφΠειρ 46/2011, ΕφΠειρ 1/2003 – “Νόμος”). Για αναλογία Δώρου Πάσχα 2018 για το διάστημα ναυτολόγησής του από 01.01.2018 έως 04.01.2018 και από 18.02.2018 έως 30.04.2018, ο ενάγων δικαιούτο  το ποσό των [946,93€ (μισθός ενεργείας) + 208,32€ (επίδομα Κυριακών) + 35,92€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 587,70€ (αντίτιμο τροφής) + 360,51€ (επίδομα αδείας) + 1.023,90€ (μέση μηνιαία υπερωριακή αμοιβή: 2.594,08€ συνολική υπερωριακή αμοιβή : 76 ημέρες Χ 30 ημέρες) = 3.163,28€ τακτικές μηνιαίες αποδοχές:2 =1.581,64€ : 15 ημέρες = 105,44€ ανά οκταήμερο Χ 9,5 οκταήμερα=] 1.001,68€, έναντι του οποίου έλαβε από την εναγομένη το ποσό των 482,42€ και συνεπώς του οφείλεται ακόμη το ποσό των 519,26€, γενομένης δεκτής της ένστασης μερικής εξόφλησης που προέβαλε η εναγομένη. Για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2018, για το διάστημα ναυτολόγησής του από 01.05.2018 έως 03.09.2018, ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των [946,93€ (μισθός ενεργείας) + 208,32€ (επίδομα Κυριακών) + 35,92€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 587,70€ (αντίτιμο τροφής) + 360,51€ (επίδομα αδείας) + 1.147,80€ (μέση μηνιαία υπερωριακή αμοιβή: 4.821,33€ συνολική υπερωριακή αμοιβή : 126 ημέρες Χ 30 ημέρες) = 3.287,18€ τακτικές μηνιαίες  αποδοχές Χ 2/25 = 262,98€  Χ 6,63 δεκαεννεαήμερα=] 1.743,56€, έναντι του οποίου έλαβε από την εναγομένη το ποσό των 832,63€ και συνεπώς του οφείλεται ακόμη το ποσό των 910,93€, γενομένης δεκτής της ένστασης μερικής εξόφλησης που προέβαλε η εναγομένη. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι κατά το επίδικο χρονικό διάστημα ο ενάγων έλαβε δύο μόνον φορές άδεια διανυκτέρευσης, καθώς, όπως αποδεικνύεται από τις προσκομιζόμενες από την εναγομένη αιτήσεις διανυκτέρευσης του ενάγοντος, οι δύο από αυτές, με τις οποίες ο ενάγων ζήτησε διανυκτέρευση από 27.07.2017 έως 28.07.2017 και από 31.08.2018 έως 01.09.2018, έχουν εγκριθεί από τον Προϊστάμενο Αρχιθαλαμηπόλο, τον Ύπαρχο και τον Πλοίαρχο του πλοίου, ενώ η αίτηση για χορήγηση διανυκτέρευσης από 01.09.2018 έως 03.09.2018 δεν φέρει την υπογραφή του Πλοιάρχου, όπως δε κατέθεσε επ΄ ακροατηρίω ο μάρτυρας της εναγομένης για τη χορήγηση διανυκτέρευσης απαιτείται η έγκριση και από τους τρεις (Πρ. Αρχιθαλαμηπόλο, Ύπαρχο, Πλοίαρχο). Επομένως, για το επίδικο διάστημα της ναυτολόγησής του το έτος 2017, ο ενάγων δικαιούτο αποζημίωση για 13 μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις, ήτοι το ποσό των [(928,36€:22=) 42,20€ Χ 13 ημέρες=) 548,60€, έναντι του οποίου έλαβε από την εναγομένη το ποσό των 181,45€ και συνεπώς του οφείλεται διαφορά ποσού 367,15€. Για το επίδικο διάστημα της ναυτολόγησής του το έτος 2018, ο ενάγων δικαιούτο αποζημίωση για 11 μη χορηγηθείσες διανυκτερεύσεις, ήτοι το ποσό των [(946,93€:22=) 43,04€ Χ 10 ημέρες=) 430,40€, έναντι του οποίου έλαβε από την εναγομένη το ποσό των 386,08€ και συνεπώς του οφείλεται διαφορά ποσού 44,32€ και συνολικά για την αιτία αυτή το ποσό των (367,15 +44,32=) 411,47€ γενομένης δεκτής κατ΄ ουσίαν της ένστασης μερικής εξόφλησης που προέβαλε η εναγομένη. Ακολούθως αποδείχθηκε ότι κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 20.06.2017 έως 05.09.2017 το πλοίο πραγματοποιούσε εβδομαδιαίως πέντε τακτικά κυκλικά δρομολόγια, τα οποία εκτείνονταν και κατά τις νυχτερινές ώρες. Ειδικότερα, κάθε Τρίτη το πλοίο κατέπλεε στο λιμάνι αφετηρίας, που ήταν ο Πειραιάς, στις 05.30 και απέπλεε από αυτό στις 07.30, ήτοι είχε 4 ώρες πρόωρης αναχώρησης, κάθε Παρασκευή και κάθε Σάββατο κατέπλεε στον Πειραιά στις 18.00 και απέπλεε στις 21.00, ήτοι είχε 3 ώρες πρόωρης αναχώρησης και κάθε Κυριακή κατέπλεε στον Πειραιά στις 19.10 και αναχωρούσε στις 21.00, ήτοι είχε 4,17 ώρες πρόωρης αναχώρησης και 11,17 ώρες εβδομαδιαίως και  συνολικά κατά το ως άνω διάστημα (11,17 ώρες Χ 11 εβδομάδες=) 122,87 ώρες πρόωρης αναχώρησης, που αντιστοιχούν σε 15,36 δρομολόγια εξπρές (122,87 ώρες :  συντελεστής 8), για τα οποία ο ενάγων δικαιούτο να λάβει ως αμοιβή, δεδομένου ότι τα κυκλικά ταξίδια είχαν διάρκεια 12 ωρών και άνω, το ποσό των [928,36€ (μισθός ενεργείας) + 204,24€ (επίδομα Κυριακών) + 35,22€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 576,30€ (αντίτιμο τροφής) + 353,45€ (επίδομα αδείας) + 969,60€ (μέση μηνιαία υπερωριακή αμοιβή) +  64,98€ (επίδομα άγονης γραμμής)= 3.132,15€ τακτικές μηνιαίες αποδοχές: 30 Χ 15,36=] 1.603,74€. Κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 11.06.2018 έως 17.06.2018 και από 25.06.2018 έως 30.06.2018 το πλοίο πραγματοποιούσε εβδομαδιαίως λιγότερα από πέντε τακτικά κυκλικά δρομολόγια, τα οποία εκτείνονταν και κατά τις νυχτερινές ώρες. Ειδικά όσον αφορά το δρομολόγιο της Πέμπτης το πλοίο απέπλεε από το λιμάνι αφετηρίας πριν τη συμπλήρωση παραμονής έξι ωρών σε αυτό και συγκεκριμένα είχε άφιξη στον Πειραιά στις 21.30 και αναχώρηση στις 23.55, ήτοι είχε 3,42 ώρες πρόωρης αναχώρησης κάθε Πέμπτη Χ 2 ημέρες = 6,84 ώρες πρόωρης αναχώρησης, που αντιστοιχούν σε 0,81 δρομολόγια εξπρές (6,48 ώρες :  συντελεστής 8), για τα οποία ο ενάγων δικαιούτο να λάβει ως αμοιβή, δεδομένου ότι το κυκλικό ταξίδι είχε διάρκεια ανώτερη των 12 ωρών, το ποσό των [946,93€ (μισθός ενεργείας) + 208,32€ (επίδομα Κυριακών) + 35,92€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 587,70€ (αντίτιμο τροφής) + 360,51€ (επίδομα αδείας) + 1.147,80€ (μέση μηνιαία υπερωριακή αμοιβή) = 3.287,18€ τακτικές μηνιαίες αποδοχές : 30 Χ 0,81=] 88,75€. Κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 18.06.2018 έως 24.06.2018 και από 01.07.2018 έως 05.09.2018 το πλοίο πραγματοποιούσε εβδομαδιαίως λιγότερα από πέντε τακτικά κυκλικά δρομολόγια, τα οποία εκτείνονταν και κατά τις νυχτερινές ώρες. Όσον αφορά δε ειδικότερα στο χρονικό διάστημα από 01.07.2018 έως 05.09.2018 το πλοίο πραγματοποιούσε τα δρομολόγια που εκτέθηκαν ανωτέρω, τα οποία εναλλάσσονταν ανά εβδομάδα, ο ενάγων δε περιγράφει στο υπό εξέταση κεφάλαιο της αγωγής του μόνο τα δρομολόγια που γίνονταν κάθε δεύτερη εβδομάδα (9-15 και 23-29 Ιουλίου, 6-12 και 20-26 Αυγούστου) και συνεπώς ως προς αυτά μόνον θα εξεταστεί το εν λόγω κονδύλιο. Ειδικότερα, κατά το διάστημα από 18.06.2018 έως 24.06.2018 και από 01.07.2018 έως 05.09.2018 (για τις ως άνω εβδομάδες) το πλοίο κατέπλεε κάθε Τρίτη στο λιμάνι του Πειραιά στις 06.00 και αναχωρούσε στις 07.30 (4,5 ώρες πρόωρης αναχώρησης), την ίδια ημέρα κατέπλεε στον Πειραιά στις 18.30 και αναχωρούσε στις 21.30 (3 ώρες πρόωρης αναχώρησης), κάθε Πέμπτη κατέπλεε στον Πειραιά στις 05.30 και αναχωρούσε στις 09.00 (2,5 ώρες πρόωρης αναχώρησης) και κάθε Σάββατο κατέπλεε στον Πειραιά στις 21.10 και αναχωρούσε στις 23.55 (4,25 ώρες πρόωρης αναχώρησης). Συνολικά επομένως είχε εβδομαδιαίως 9,75 ώρες πρόωρης αναχώρησης σε κυκλικά ταξίδια με διάρκεια ανώτερη των 12 ωρών και 4,5 ώρες πρόωρης αναχώρησης σε κυκλικό ταξίδι με διάρκεια μικρότερη των 12 ωρών (δρομολόγιο της Τρίτης με αναχώρηση από τον Πειραιά στις 07.30 και άφιξη την ίδια μέρα στις 18.30) και για όλο το ως άνω διάστημα: α) (9,75 Χ 5 εβδομάδες=) 48,75 ώρες πρόωρης αναχώρησης, που αντιστοιχούν σε 6,09 δρομολόγια εξπρές (48,75 ώρες :  συντελεστής 8), για τα οποία ο ενάγων δικαιούτο να λάβει ως αμοιβή, δεδομένου ότι το κυκλικό ταξίδι είχε διάρκεια ανώτερη των 12 ωρών, το ποσό των [946,93€ (μισθός ενεργείας) + 208,32€ (επίδομα Κυριακών) + 35,92€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 587,70€ (αντίτιμο τροφής) + 360,51€ (επίδομα αδείας) + 1.147,80€ (μέση μηνιαία υπερωριακή αμοιβή) = 3.287,18€ τακτικές μηνιαίες αποδοχές : 30 Χ 6,09  =] 667,28€ και β) (4,5 Χ 5 εβδομάδες=) 22,50 ώρες πρόωρης αναχώρησης, που αντιστοιχούν σε 2,81 δρομολόγια εξπρές (22,5 ώρες :  συντελεστής 8), για τα οποία ο ενάγων δικαιούτο να λάβει ως αμοιβή, δεδομένου ότι το κυκλικό ταξίδι είχε διάρκεια ανώτερη των 12 ωρών, το ποσό των [946,93€ (μισθός ενεργείας) + 208,32€ (επίδομα Κυριακών) + 35,92€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 587,70€ (αντίτιμο τροφής) + 360,51€ (επίδομα αδείας) + 1.147,80€ (μέση μηνιαία υπερωριακή αμοιβή) = 3.287,18€ τακτικές μηνιαίες αποδοχές : 30 Χ 2,81=] 307,89€. Συνολικά, επομένως, για την αιτία αυτή, ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των 2.667,66€, έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του παραπάνω χρονικού διαστήματος, το συνολικό ποσό των 739,23€, κατά το οποίο εξοφλήθηκε μερικώς η απαίτησή του, κατά παραδοχήν της σχετικής ένστασης που προέβαλε η εναγομένη, εναπομείναντος οφειλόμενου υπολοίπου για την αιτία αυτή ποσού ευρώ 1.928,43€. Μετά ταύτα πρέπει η κρινόμενη αγωγή να γίνει δεκτή, εν μέρει, ως και κατ΄ουσίαν βάσιμη, και Α. να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα για διαφορά αποζημίωσης λόγω μη χορηγηθεισών διανυκτερεύσεων το ποσό των 411,47€, για διαφορά υπερωριακής αμοιβής το ποσό των 8.958,39€, για διαφορά επιδόματος άγονης γραμμής το ποσό των 900,94€ και για διαφορά Δώρου Χριστουγέννων 2017 το ποσό των 1.985,83€ και Β. να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει, για διαφορά αναλογίας Δώρου Πάσχα 2018 το ποσό των 519,26€ και Δώρου Χριστουγέννων 2018 το ποσό των 910,93€ και για διαφορά αμοιβής λόγω εξπρές δρομολογίων το ποσό των 1.928,43€, όλα δε τα ανωτέρω νομιμότοκα από την επίδοση της υπό κρίση αγωγής, έως την πλήρη εξόφληση. Επίσης, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει η παρούσα, κατά την καταψηφιστική της διάταξη, να κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή, διότι η επιβράδυνση της εκτέλεσής της είναι δυνατό να προξενήσει σημαντική ζημία στον ενάγοντα, ενόψει και της φύσης των επίδικων απαιτήσεων, ως προερχόμενων από σύμβαση εξαρτημένης εργασίας (907, 908 παρ.1 ε΄ και 910 περ. 4. Κ.Πολ.Δ.). Τέλος, μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της εναγομένης, κατά τον λόγο της νίκης και ήττας των διαδίκων (178§1, 191§2 Κ.Πολ.Δ.)

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το χρηματικό ποσό των δώδεκα χιλιάδων διακοσίων πενήντα έξι ευρώ και εξήντα τριών λεπτών (12.256,63€), νομιμότοκα, από την επομένη επίδοσης της αγωγής, έως την πλήρη εξόφληση.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ την παρούσα, κατά την παραπάνω καταψηφιστική της διάταξη, προσωρινώς εκτελεστή εν μέρει και δη ως προς το ποσό των έξι χιλιάδων ευρώ (6.000,00€).

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η εναγομένη υποχρεούται να καταβάλει στον ενάγοντα το χρηματικό ποσό των τριών χιλιάδων τριακοσίων πενήντα οκτώ ευρώ και εξήντα δύο λεπτών (3.358,62€), νομιμότοκα από την επομένη επίδοσης της αγωγής, έως την πλήρη εξόφληση.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ  σε βάρος της εναγομένης μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος, το οποίο ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων εβδομήντα  ευρώ (470,00€).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις  22 Οκτωβρίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ