Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

TMHMA ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

EIΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

 

Αριθμός Απόφασης

    142 /2020

 

(ΓΑΚ/ΕΑΚ 8680/3828/2018)

ΤΟ  ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ  ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ  ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Ελισσάβετ Σπυροπούλου, Πρωτοδίκη, η οποία ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου της Διοίκησης του Πρωτοδικείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του την 5η Μαρτίου 2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Των ανακοπτόντων: 1) της αλλοδαπής εταιρείας με την επωνυμία «…», με έδρα στις νήσους …», νομίμως εκπροσωπουμένης, 2) της Ναυτικής Εταιρείας με την επωνυμία «…», η οποία εδρεύει στο Μ. Αττικής, επί της Λ. Π. αριθμ. .. και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, 3) της εταιρείας με την επωνυμία «….», η οποία εδρεύει στην πόλη του Π., της …. και εκπροσωπείται νόμιμα, 4) Δ.  Μ. Τ., κατοίκου Μ. Αττικής, επί της Λ. Π. αριθμ. .., με ΑΦΜ …, 5) … του Δ., κατοίκου Κ. Αττικής, οδός …, με ΑΦΜ …, 6) Έ.  Σ. συζ. …, κατοίκου Κ. Αττικής, οδός …, με ΑΦΜ … και 7) Λ. Τ. του Γ., κατοίκου Κ. Αττικής, οδός …, με ΑΦΜ …, οι οποίοι παραστάθηκαν στο Δικαστήριο άπαντες δια της πληρεξούσιας δικηγόρου Αθηνών Παπαδημητρίου  Μάλαμας – Μαρίας (ΑΜ/ΔΣΑ …), που υπέβαλε το Νο …/07-03-2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ.

Της καθ’ ης η ανακοπή: Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην Α., οδός … και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια των πληρεξουσίων δικηγόρων Πειραιώς Γεωργίου Άλμπουρα (ΑΜ ΔΣΠ …) και Πάρη Ασανάκη (ΑΜ ΔΣΠ …), που υπέβαλαν τα Νο … και …/08-03-2019 γραμμάτια προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ.

Οι ανακόπτοντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 31-07-2018 ανακοπή τους, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με γενικό αριθμό κατάθεσης 8680/2018 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου 3828/2018 και προσδιορίστηκε προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 23ης-10-2018 και κατόπιν αναβολής, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο με αριθμό 1.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 295 παρ. 2 και 263 περ. δ’ ΚΠολΔ συνάγεται ότι η δικονομική αναβλητική ένσταση της μη καταβολής των εξόδων της προηγούμενης δίκης παρέχεται μόνο στην περίπτωση που υπήρξε κατά το άρθρο 295 παρ. 1 εδ. α’ ΚΠολΔ παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής και στη συνέχεια εγέρθηκε πάλι η ίδια αγωγή στηριζόμενη στην ίδια νομική βάση, και όχι και σε άλλες περιπτώσεις, όπως σε περίπτωση απόρριψης της προηγούμενης αγωγής ως απαράδεκτης [Βλ. ΕΘ 179/2010 Αρμ 2013.312, Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Μακρίδου), Ερμηνεία ΚΠολΔ Ι, άρθρο 263 αριθ. περιθ. 6, σελ. 545]. Στην προκείμενη περίπτωση η καθ’ ης η ανακοπή, ισχυριζόμενη με τις προτάσεις της ότι οι ανακόπτοντες είναι αφερέγγυοι και ότι η ίδια αναγκάστηκε προς απόκρουση της κρινόμενης ανακοπής να απασχολήσει ένα σημαντικό αριθμό των αρμοδίων στελεχών της, αρνείται να απαντήσει στην κρινόμενη ανακοπή, μέχρι να της καταβληθούν τα δικαστικά έξοδα. Ισχυρίζεται μάλιστα ότι η πρώτη των ανακοπτόντων είχε εγείρει σε βάρος της την από 27-04-2017 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 2294/2017 αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία ήταν συκοφαντική για την ίδια και κατά την εκπνοή της προθεσμίας για την κατάθεση προτάσεων η αντίδικός της επέδωσε την από 04-09-2017 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 162/2017 Δήλωση Παραίτησης από το δικόγραφο της αγωγής περαιτέρω δε, επί σχετικής αιτήσεώς της, εκδόθηκε κατά των αντιδίκων η υπ’ αριθμ. 151/2017 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά της οποίας οι ανακόπτοντες άσκησαν την από 25-05-2017 και με ειδικό αριθμό κατάθεσης 5732/2017 ανακοπή τους, η οποία απορρίφθηκε δυνάμει της υπ’ αριθμ. 4209/2018 απόφασης. Με αυτό το περιεχόμενο, η προβληθείσα από την καθ’ ης η ανακοπή δικονομική ένσταση περί μη καταβολής των εξόδων της προηγούμενης δίκης τυγχάνει μη νόμιμη και απορριπτέα, σύμφωνα με τη νομική σκέψη που προηγήθηκε, διότι τα περιστατικά που επικαλείται η καθ΄ ης η ανακοπή δεν εμπίπτουν στην έννοια της «προηγούμενης δίκης» των διατάξεων των άρθρων 295 παρ. 2 και 263 ΚΠολΔ.

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 933 §1 ΚΠολΔ καθορίζεται ως κριτήριο για τον προσδιορισμό της καθ’ ύλην αρμοδιότητας για την εκδίκαση ανακοπών κατά της εκτέλεσης ο εκτελεστός τίτλος, βάσει του οποίου επισπεύδεται η αναγκαστική εκτέλεση και, συγκεκριμένα, το άρθρο αυτό ορίζει, ότι αντιρρήσεις εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση και κάθε δανειστή του που έχει έννομο συμφέρον και αφορούν την εγκυρότητα του εκτελεστού τίτλου, τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης ή την απαίτηση ασκούνται μόνο με ανακοπή, που εισάγεται στο ειρηνοδικείο, αν ο εκτελεστός τίτλος έχει εκδοθεί από το δικαστήριο αυτό, και στο μονομελές πρωτοδικείο σε κάθε άλλη περίπτωση (βλ. και Ι.Μπρίνιας, Αναγκαστική Εκτέλεση Ι2 άρθρ. 933 §153 σ.419, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (Νικολόπουλος), ΚΠολΔ Ι 2000 933 αριθ. 15, άλλως Π. Γέσιου-Φαλτσή Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως Ι §37 σ. 548-9). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 218 §1 ΚπολΔ, η οποία έχει εφαρμογή και στις ανακοπές κατ’ άρθρο 585 §1 ΚπολΔ, περισσότερες αιτήσεις του ίδιου ενάγοντος κατά του ίδιου εναγομένου, οι οποίες πηγάζουν από την ίδια ή διαφορετική αιτία αφορούν τον ίδιο ή διαφορετικό λόγο, μπορούν να ενωθούν στο ίδιο δικόγραφο της αγωγής (ή της ανακοπής): α) αν δεν είναι αντιφατικές μεταξύ τους, β) αν στο σύνολό τους υπάγονται λόγω ποσού στο δικαστήριο που εισάγονται, γ) αν υπάγονται στην τοπική αρμοδιότητα του ίδιου δικαστηρίου, δ) αν υπάγονται στο ίδιο είδος διαδικασίας και ε) αν  η σύγχρονη εκδίκασή τους δεν επιφέρει σύγχυση. Κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 του ίδιου πιο πάνω άρθρου, αν ενωθούν περισσότερες αιτήσεις χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 διατάσσεται ύστερα από αίτηση ή και αυτεπαγγέλτως ο χωρισμός και, στην περίπτωση της καθ’ ύλην ή κατά τόπον αναρμοδιότητας, εφαρμόζονται τα άρθρα 46 και 47 ΚπολΔ. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 632 §1 ΚπολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015, με έναρξη ισχύος από 01-01-2016, ο οφειλέτης κατά του οποίου στρέφεται η διαταγή πληρωμής έχει το δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή, η οποία απευθύνεται στο καθ’ ύλην αρμόδιο Δικαστήριο του τόπου έκδοσης της διαταγής πληρωμής. Επανέρχεται, δηλαδή, η καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, στην οποία, υπό την ισχύουσα μορφή της προαναφερθείσας διάταξης, υπάγονται πλέον οι απαιτήσεις οι οποίες καταλαμβάνονται από τα όρια της υλικής αρμοδιότητας του Πολυμελούς Πρωτοδικείου (άρθρα 14 §2 και 18 ΚΠολΔ). Από τα παραπάνω συνάγεται, ότι δεν είναι επιτρεπτή η σώρευση στο ίδιο δικόγραφο ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής, υπαγόμενης λόγω ποσού στην υλική αρμοδιότητα του παρόντος Δικαστηρίου και ανακοπής κατά επιταγής προς πληρωμή, που έχει γραφεί κάτω από αντίγραφο εκτελεστού απογράφου της διαταγής πληρωμής, εκδοθείσας από το Μονομελές Πρωτοδικείο, η οποία υπάγεται εκ του λόγου αυτού στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου κατά τα ανωτέρω. Στην περίπτωση αυτή διατάσσεται ο χωρισμός των δυο ανακοπών και εφαρμόζονται τα άρθρα 46 και 47 ΚπολΔ (βλ. ΕφΠειρ 442/2004 ΠειρΝομ 2205.243, ΕφΠειρ 285/1998 ΕλλΔνη 39.894, Κεραμεας – Κονδυλης – Νικας Ερμ.ΚπολΔ ΙΙ σελ. 1190, αρ. 36).

Οι ανακόπτοντες ζητούν για τους λόγους που διαλαμβάνονται στην υπό κρίση ανακοπή, αφενός μεν την ακύρωση της διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με αριθμό 252/2018, η οποία εκδόθηκε για απαίτηση ποσού 2.750.000 δολαρίων ΗΠΑ, με την επίσημη ισοτιμία κατά το χρόνο της πληρωμής, πλέον τόκων και εξόδων, από σύμβαση χορήγησης δανείου, καθώς και την καταδίκη της καθ’ ης στα δικαστικά τους έξοδα, αφετέρου δε την ακύρωση της από 02-07-2018 επιταγής προς πληρωμή που έχει τεθεί κάτω από αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της παραπάνω διαταγής πληρωμής. Σωρεύονται, δηλαδή, στο ίδιο δικόγραφο ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής και ανακοπή κατά της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης. Η σώρευση, ωστόσο, αυτή είναι απαράδεκτη, καθόσον, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, η πρώτη από τις πιο πάνω ανακοπές δεν υπάγεται (λόγω ποσού) στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα αυτού του Δικαστηρίου, αλλά του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, διότι η απαίτηση για την οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, ποσού 2.750.000 δολαρίων ΗΠΑ, το οποίο, με βάση την επίσημη ισοτιμία δολλαρίου ΗΠΑ έναντι ευρώ την 31-07-2018, ήτοι κατά το χρόνο κατάθεσης της ανακοπής (άρθρα 8, 9, 10, 221 παρ. 1 περ. β’ ΚΠολΔ), ανερχόταν στο ποσό των 2.281.589,65 ευρώ, δηλαδή σε ποσό που υπερβαίνει τις 250.000 ευρώ, ενώ η δεύτερη από αυτές υπάγεται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του παρόντος δικαστηρίου, εφόσον ο πιο πάνω εκτελεστός τίτλος είναι διαταγή πληρωμής του Δικαστή του τελευταίου Δικαστηρίου. Συνεπώς, πρέπει να διαταχθεί ο χωρισμός των δύο ανακοπών και, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 46 ΚπολΔ και η παραπομπή της ανακοπής κατά της πιο πάνω διαταγής πληρωμής προς εκδίκαση στο αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπον Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 591, 614 επ., 937 §3 ΚΠολΔ). Η δεύτερη ως άνω ανακοπή κατά της από 02-07-2018 επιταγής προς πληρωμή παραδεκτά εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου που είναι αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπον (άρθρο 933 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 του Ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της κρινόμενης διαφοράς), για να συζητηθεί κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρο 937 αριθμ. 3 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το ν. 4335/2015 και εφαρμόζεται εν προκειμένω, καθώς η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση διενεργήθηκε μετά την 01η-01-2016). Έχει δε ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 934 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το ν. 4335/2015. Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.

Oι ανακόπτοντες δεν διακρίνουν τους λόγους των σωρευόμενων ανακοπών, ήτοι ποιοί εξ αυτών βάλλουν κατά της υπ’ αριθμ. 252/2018 διαταγής πληρωμής και ποιοί κατά της από 02-07-2018 παρά πόδας αυτής επιταγής προς πληρωμή. Δοθέντος ωστόσο, ότι οι δύο ανακοπές δεν ανήκουν στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του παρόντος Δικαστηρίου, θα πρέπει, να εκτιμηθεί ποιοί εξ αυτών αμφισβητούν το κύρος της προσβαλλόμενης πράξης εκτέλεσης, ήτοι της από 02-07-2018 επιταγής προς πληρωμή, ώστε να κριθούν από το παρόν Δικαστήριο, το οποίο είναι αρμόδιο για την εκδίκασή τους, αλλά και να αποφευχθεί η έκδοση αντιφατικών αποφάσεων επί ταυτόσημων λόγων.

Με τον πρώτο λόγο της ένδικης ανακοπής, οι ανακόπτοντες ισχυρίζονται ότι η υπ’ αριθμ. 252/2018 διαταγή πληρωμής και η από 02-07-2018 παρά πόδας αυτής επιταγή προς πληρωμή, ουδέποτε επιδόθηκαν στην πρώτη εξ αυτών, έχει δε ήδη παρέλθει άπρακτη η από το άρθρο 630Α ΚΠολΔ τασσόμενη προθεσμία επίδοσής της, με αποτέλεσμα αυτή να έχει πλέον καταστεί ανίσχυρη ως τίτλος εκτελεστός. Ότι ειδικότερα η υπ’ αριθμ 252/2018 διαταγή πληρωμής, η οποία εκδόθηκε την 14η-05-2018 και η από 02-07-2018 παρά πόδας αυτής επιταγή προς πληρωμή επιδόθηκαν στις 11-07-2018 στον δικηγόρο και κάτοικο Πειραιώς Αριστείδη Βούρδα, ως αντίκλητο όλων των ανακοπτόντων. Ότι ωστόσο ο ανωτέρω δικηγόρος κατά τον χρόνο της γενόμενης επίδοσης δεν είχε την ιδιότητα του αντικλήτου, καθώς με έγγραφη δήλωση της πρώτης εξ αυτών, η οποία περιέχεται στην από 29-12-2016 εξώδικη δήλωση που επιδόθηκε νομίμως και προσηκόντως στην καθ’ ης η ανακοπή, ανακλήθηκε νομίμως ο διορισμός του κατ’ άρθρο 142 παρ. 4 ΚΠολΔ, ο οποίος (διορισμός) έλαβε χώρα δυνάμει της από 04-03-2015 δανεικής σύμβασης. Ότι η ίδια υπέστη βλάβη, η οποία δε δύναται να αποκατασταθεί άλλως, παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας της από 02-07-2018 παρά πόδας της από 252/2018 διαταγής πληρωμής, επιταγή προς εκτέλεση. Ο λόγος αυτός ωστόσο πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος λόγω αοριστίας, καθώς οι ανακόπτοντες δεν εξειδικεύουν ποιά είναι ακριβώς η βλάβη που υπέστη η πρώτη εξ αυτών από τη φερόμενη ως μη νόμιμη επίδοση της ανακοπτόμενης πράξης εκτέλεσης, , η οποία δεν δύναται άλλως να αποκατασταθεί, ει μη μόνον με την ακύρωσή της, δοθέντος ότι η πρώτη ανακόπτουσα, άσκησε νομίμως και εμπροθέσμως τα δικαιώματά της κατά της προς ακύρωση της υπ’ αριθμ. 252/2018 διαταγής πληρωμής και της παρά πόδας αυτής επιταγής προς εκτέλεση. Επιπλέον δε, η από 02-07-2018 επιταγή προς πληρωμή επιδόθηκε νομίμως στον πέμπτο ανακόπτοντα, πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής και νόμιμο εκπρόσωπό της, επομένως ουδεμία βλάβη της πρώτης ανακόπτουσας έλαβε χώρα, για την αποκατάσταση της οποίας να παρίσταται απαραίτητη η κήρυξη της ακυρότητας της προσβαλλόμενης πράξης εκτέλεσης.

Με τον δεύτερο λόγο της ανακοπής τους, οι ανακόπτοντες ισχυρίζονται ότι ακύρως εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 252/2018 διαταγή πληρωμής, διότι για την ικανοποίηση της επιδικασθείσας με αυτήν απαίτησης της καθ’ ης, η τελευταία έχει ήδη καταταγεί, μετά από αντίστοιχη αναγγελία της, προνομιακά με τον υπ’ αριθμ. 9784/2017 πίνακα κατάταξης της Συμβολαιογράφου και κατοίκου Ηγουμενίτσας Λουκίας Αθανασίου, ως επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου του πλοίου …, πλοιοκτησίας της πρώτης εξ αυτών. Ο λόγος αυτός ωστόσο, κατ’ εκτίμησή του, βάλλει κατά της έκδοσης της υπ’ αριθμ. 252/2018 διαταγής πληρωμής, πρέπει επομένως να κριθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο.

Με τον τρίτο λόγο, οι ανακόπτοντες ισχυρίζονται, για τους λόγους που αναλυτικά εκθέτουν στο δικόγραφο της ανακοπής τους, ότι η καθ’ ης επέδειξε εναντίον τους κατ’ εξακολούθηση παράνομη και εναντίον των χρηστών ηθών συμπεριφορά και προέβη καταχρηστικά στην καταγγελία της επίδικης δανειακής σύμβασης και εν συνεχεία στην έκδοση της υπ’ αριθμ. 252/2018 διαταγής πληρωμής, πρέπει επομένως η τελευταία να ακυρωθεί. Και ο λόγος αυτός ωστόσο, ο οποίος κατ’ εκτίμησή του επιχειρεί να θεμελιωθεί στις διατάξεις του άρθρου 281 ΑΚ, βάλλει κατά της έκδοσης της υπ’ αριθμ. 252/2018 διαταγής πληρωμής, πρέπει επομένως να κριθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο.

Με τον τέταρτο και τελευταίο λόγο της ανακοπή τους, οι ανακόπτοντες διατείνονται, ότι η καθ’ ης η ανακοπή επέτυχε την έκδοση της υπ’ αριθμ. 252/2018 διαταγής πληρωμής δυνάμει εγγράφων, τα οποία δεν πληρούν τους όρους του νόμου, ελλείπει επομένως η διαδικαστική προϋπόθεση του άρθρου 626 ΚΠολΔ και για τον λόγο αυτό πρέπει να ακυρωθεί. Και ο λόγος αυτός ωστόσο βάλλει κατά της έκδοσης της υπ’ αριθμ. 252/2018 διαταγής πληρωμής, πρέπει επομένως να κριθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, μη απομένοντος άλλου λόγου ανακοπής εκ του άρθρου 933 ΚΠολΔ προς εξέταση, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση ανακοπή στο σύνολό της. Τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης η ανακοπή πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των ανακοπτόντων λόγω της ήττας τους και λόγω σχετικού αιτήματος της καθ’ ης η ανακοπή (άρθρα 176, 180 και 191 §2 ΚΠολΔ) κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

Διατάσσει τον χωρισμό της σωρευόμενης ανακοπής κατά της υπ’ αριθμ. 252/2018 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Παραπέμπει την πιο πάνω ανακοπή προς εκδίκαση στο αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς.

Απορρίπτει την ανακοπή κατά την από 02-07-2018 επιταγής προς πληρωμή, κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού της υπ’ αριθμ. 252/2018 διαταγής πληρωμής.

Επιβάλλει σε βάρος των ανακοπτόντων τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης, τα οποίο ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους,     στις              14-01-2020.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ