Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

                                  ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

                 334 /2020

                      ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

                                     ——————————

 

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Αλεξάνδρα Μητσοπούλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Νικόλαο Πολυζωγόπουλο, Πρωτοδίκη Εισηγητή, Χρυσούλα Γκοτόβου, Πρωτοδίκη και τη Γραμματέα Ελένη Χαριτοπούλου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 09-04-2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΥΣΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία «…» (πρώην “…”), που εδρεύει στο Γ. των Ν.  Μ. (…) και εκπροσωπείται νόμιμα, με φορολογικό αριθμό αναφοράς … και 2) Της εταιρείας με την επωνυμία «B. M. A. M. (I.) L.» (πρώην S. L.), που εδρεύει στο Γ. των Ν.  Μ. (…) και εκπροσωπείται νόμιμα, με φορολογικό αριθμό αναφοράς …, για τις οποίες προκατέθεσαν προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της Πανταζή Νίκη και Παναγιώτης Βρυώνης, εκ των οποίων ο τελευταίος παραστάθηκε στο ακροατηρίο.

ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Του Ν. Κ. του Γ., κατοίκου Ν. Ε. Α. (οδός Β. Π.  27) και κατά δήλωση του Α. Σ., για τον οποίο προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και παραστάθηκε στο ακροατήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Ηλίας Χαλιακόπουλος, 2) Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον Π. (…) και εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και παραστάθηκε στο ακροατήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Μάριος Χαλιακόπουλος, 3) Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στα Α. Σ. (οδός …) και εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και παραστάθηκε στο ακροατήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Μάριος Χαλιακόπουλος, 4) Της εταιρείας με την επωνυμία «…» που εδρεύει τυπικά στη Μ. Λ. (…) ουσιαστικώς δε στα Α. Σ. (οδός …), άλλως στη Π. Ν. Ε. Α. (…), για την οποία προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και παραστάθηκε στο ακροατήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Μάριος Χαλιακόπουλος, 5) Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που τυπικά εδρεύει στη Μ. Λ. (…) ουσιαστικώς δε στα Α. Σ. (οδός …), άλλως στη Π. Ν. Ε. Α. (…), για την οποία προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και παραστάθηκε στο ακροατήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Μάριος Χαλιακόπουλος,  6) Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που τυπικά εδρεύει στις νήσους Μ. (…), ουσιαστικώς δε στα Α. Σ. (οδός …), άλλως στη Π. Ν. Ε. Α. (…), για την οποία προκατέθεσαν προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της Αργύριος Γιαννόπουλος και Νικόλαος Αναγνωστόπουλος, εκ των οποίων ο δεύτερος παραστάθηκε στο ακροατήριο, 7) Tης εταιρείας με την επωνυμία «…», που τυπικά εδρεύει στις νήσους Μ. (…), ουσιαστικώς δε στα Α. Σ. (οδός …), άλλως στη Π. Ν. Ε. Α. (…), για την οποία προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και παραστάθηκε στο ακροατήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Ηλίας Χαλιακόπουλος, 8) Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που τυπικά εδρεύει στη Μ. Λ. (…) ουσιαστικώς δε στη Π. Ν. Ε. Α. (…), άλλως στα Α. Σ. (οδός …), για την οποία προκατέθεσαν προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της Αργύριος Γιαννόπουλος και Νικόλαος Αναγνωστόπουλος, εκ των οποίων ο δεύτερος παραστάθηκε στο ακροατήριο, 9) Της εταιρείας με την επωνυμία «…»,   που τυπικά εδρεύει στη Μ. Λ. (…) ουσιαστικώς δε στη Π. Ν. Ε. Α. (…), άλλως στα Α. Σ. (οδός …), για την οποία προκατέθεσαν προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της Αργύριος Γιαννόπουλος και Νικόλαος Αναγνωστόπουλος, εκ των οποίων ο δεύτερος παραστάθηκε στο ακροατήριο, 10) Της εταιρείας με την επωνυμία «…» που τυπικά εδρεύει στη Μ. Λ. (…) ουσιαστικώς δε στη Π. Ν. Ε. Α. (…), άλλως στα Α. Σ. (οδός …), άλλως στην οδό … Π.” Ν. Ε. του Δ. Κ. Αττικής), για την οποία προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και παραστάθηκε στο ακροατήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Νικόλαος Διακογιάννης, 11) Της εταιρείας με την επωνυμία «…» που τυπικά εδρεύει στις νήσους Μ. (…), ουσιαστικώς δε στη Π. Ν. Ε. Α. (…), άλλως στα Α. Σ. (οδός …), άλλως στη Π. Ν. Ε. Α. (…), για την οποία προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και παραστάθηκε στο ακροατήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Νικόλαος Διακογιάννης, 12) Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που τυπικά εδρεύει στο Λ. του Η. Β. (…), ουσιαστικώς δε στη Π. Ν. Ε. Α. (…), άλλως στα Α. Σ. (οδός …), για την οποία προκατέθεσαν προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της Αργύριος Γιαννόπουλος και Νικόλαος Αναγνωστόπουλος, εκ των οποίων ο δεύτερος παραστάθηκε στο ακροατήριο, 13) Της Ό. συζ. Ν. Κ., το γένος Δ. Σ., κατοίκου Ν. Ε. Α. (οδός Β. Π.  .), για την οποία προκατέθεσαν προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της Αργύριος Γιαννόπουλος και Νικόλαος Αναγνωστόπουλος, εκ των οποίων ο δεύτερος παραστάθηκε στο ακροατήριο, 14) Γ. Κ. του Ν., κατοίκου Ν. Ε. Α. (οδός Β. Π.  27), άλλως Α. Σ. (οδός …),  15) Του Σ.  Δ. Κ. του Ν., κατοίκου Ν. Ε. Α. (οδός Β. Π.  27), άλλως Α. Σ. (οδός …), 16) Της Α.ς θυγ. Γ. Κ., κατοίκου Ν. Ε. Α. (οδός Β. Π.  27), 17) Της Α. συζ. Γ. Κ., το γένος Γ. Π., κατοίκου Ν. Ε. Α. (οδός Β. Π.  27), για τους οποίους προκατέθεσε προτάσεις κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και παραστάθηκε στο ακροατήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Νικόλαος Διακογιάννης.

Οι ενάγουσες ζητούν να γίνει δεκτή η από 11-10-2018 αγωγή τους η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 10570/4745/2018, προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 237 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και γράφθηκε στο πινάκιο.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

 

 

                           ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

                                 ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 106, 321, 322, 324 και 331 του ΚΠολΔ προκύπτουν τα ακόλουθα: α) Το παραγόμενο από τις τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις δεδικασμένο, σκοπός του οποίου είναι η διατήρηση βεβαιότητας δικαίου και η μη διάσπαση της επιβαλλόμενης από τη φύση του δικαίου συνοχής, ενώ η έκτασή του προσδιορίζεται από το περιεχόμενο του αιτήματος, καλύπτει την κριθείσα έννομη σχέση ή συνέπεια και προϋποθέτει, εκτός άλλων, και ταυτότητα ιστορικής και νομικής αιτίας εκείνης προς την κρινόμενη υπόθεση. β) Γίνεται δεκτό ότι δεδικασμένο δημιουργείται και όταν το αντικείμενο της δίκης που διεξάγεται μεταξύ των ίδιων προσώπων είναι διαφορετικό από εκείνο το οποίο ζητήθηκε στη δίκη που προηγήθηκε, έχει όμως αναγκαία προϋπόθεση την ύπαρξη του δικαιώματος που κρίθηκε στη δίκη εκείνη, τούτο δε συμβαίνει όταν στη νέα δίκη πρόκειται να κριθεί η ίδια δικαιολογική σχέση και το ίδιο νομικό ζήτημα με αυτό το οποίο κρίθηκε με την προηγούμενη απόφαση, απαιτείται όμως για την ενεργοποίηση του δεδικασμένου (και) η ταυτότητα της νομικής αιτίας, δηλαδή ταυτότητα της διατάξεως που συγκρότησε τη μείζονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού της τελεσίδικης αποφάσεως προς τον κανόνα δικαίου, στον οποίο θεμελιώνεται η νέα αγωγή. γ) Η επέκταση της ισχύος του δεδικασμένου και επί της υπάρξεως ή ανυπαρξίας εννόμου σχέσεως που κρίθηκε παρεμπιπτόντως, αλλ’ αρμοδίως, στην προηγούμενη δίκη προϋποθέτει η εν λόγω έννομη σχέση ν’ αποτέλεσε προδικαστικό ζήτημα, η έρευνα του οποίου να ήταν νομικώς αναγκαία και να έπρεπε να προηγηθεί, κατά το ουσιαστικό δίκαιο, της οριστικής κρίσεως του αντικειμένου της διαφοράς (Ολ.ΑΠ 10/2002, ΑΠ 1622/2017 δημ. στη ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, η τελεσίδικη απόφαση αποτελεί δεδικασμένο που δεν επιτρέπει να αμφισβητηθεί και να καταστεί αντικείμενο νέας δίκης το δικαίωμα που κρίθηκε και η δικαιολογική σχέση από την οποία αυτό έχει παραχθεί. Η απαγόρευση αυτή ενεργεί τόσο θετικά, με την έννοια ότι το δικαστήριο, ενώπιον του οποίου ανακύπτει εξ αφορμής άλλης δίκης, είτε ως κύριο είτε ως προδικαστικό ζήτημα, το δικαίωμα που κρίθηκε με τελεσίδικη απόφαση, οφείλει να θέσει ως βάση της απόφασής του το δεδικασμένο, που προκύπτει από την απόφαση αυτή, λαμβάνοντάς το ως αμάχητη αλήθεια, όσο και αρνητικά, με την έννοια ότι απαγορεύεται η συζήτηση νέας αγωγής για το ίδιο δικαίωμα, για την ύπαρξη ή μη του οποίου υπάρχει δεδικασμένο. Το δεδικασμένο αυτό εκτείνεται στο ουσιαστικό ζήτημα για έννοµη σχέση που προβλήθηκε µε αγωγή, ανταγωγή, κύρια παρέμβαση ή ένσταση συµψηφισµού. Έννοµη σχέση κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, είναι το σύνολο των εννόμων συνεπειών που κρίθηκαν τελεσίδικα και όχι τα πραγματικά γεγονότα που γέννησαν ή απέσβησαν τις έννoµες συνέπειες (ΑΠ 702/2011 δημ. στη ΤΝΠ Νόμος). Το δεδικασμένο που παράγεται από τις τελεσίδικες αποφάσεις εκτείνεται και στο δικονομικό ζήτημα που κρίθηκε, ως τέτοιο δε ζήτημα νοείται και η απόρριψη της αγωγής λόγω αοριστίας. Στην περίπτωση αυτή η δέσμευση από το δεδικασμένο καταλαμβάνει τον συγκεκριμένο λόγο απορρίψεως της αγωγής, υπό την έννοια ότι αν ασκηθεί νέα, όμοια με την προηγούμενη, αγωγή, ήτοι αγωγή με την ίδια δικονομική έλλειψη (αοριστία), το δικαστήριο θα απορρίψει τη νέα αυτή αγωγή ως απαράδεκτη λόγω δεδικασμένου. Εάν όμως ο ενάγων, καθώς έχει τη δυνατότητα, βελτιώσει την αγωγή ως προς την ανωτέρω δικονομική έλλειψη, ασκώντας νέα, αλλά ορισμένη, αγωγή με την ίδια ιστορική και νομική αιτία και το ίδιο αίτημα, δεν ισχύει πλέον το δεδικασμένο και η άσκηση της νέας αυτής αγωγής είναι παραδεκτή (ΑΠ 88/2015, ΑΠ 30/2010, ΑΠ 213/2008 δημ. στη ΤΝΠ Νόμος).

Με την υπό κρίση αγωγή οι ενάγουσες ισχυρίζονται ότι δυνάμει της από 18-7-2011 αλλοδαπής τελεσίδικης απόφασης του αγγλικού δικαστηρίου “The High Court of Justice, Queen’s Bench Division, Commercial Court” του Λονδίνου, η οποία έχει κηρυχθεί εκτελεστή στην Ελλάδα, υποχρεώθηκε ο πρώτος εναγόμενος να τους καταβάλει το ποσό των 86.850,012 δολ. ΗΠΑ με βάση τη σύμβαση εγγύησης που είχε καταρτισθεί ανάμεσα τους προς διασφάλιση της σύμβασης δανείου στην οποία είχαν συμβληθεί οι εταιρείες συμφερόντων του Ν. Κ., που φέρουν την επωνυμία «Ν. V. I.» και «N. S. L.» ως δανειολήπτρια και εταιρική εγγυήτρια αντίστοιχα. Ότι για την ίδια απαίτηση, μετά από αίτησή τους διαρκούσης της ανωτέρω δίκης στο βρετανικό δικαστήριο, εκδόθηκε, από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, η υπ’ αριθ. 2147/2011 απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, η οποία διέταξε τη συντηρητική κατάσχεση κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας του ανωτέρω οφειλέτη τους μέχρι του ποσού των 120.000.000 δολαρίων ΗΠΑ. ‘Οτι παρά τις έρευνες των εν Ελλάδι πληρεξουσίων δικηγόρων τους προκειμένου να εντοπίσουν περιουσιακά στοιχεία του ανωτέρω οφειλέτη τους ώστε αρχικώς να τα δεσμεύσουν και στη συνέχεια να τα υποβάλλουν σε διαδικασία αναγκαστικής εκτελέσεως, δεν κατέστη δυνατόν να εντοπίσουν κανένα περιουσιακό στοιχείο του προαναφερόμενου, με αποτέλεσμα να ματαιωθεί η ικανοποίηση της ανωτέρω απαιτήσεώς τους καθόσον είναι αδύνατη η εναντίον του οφειλέτη τους διενέργεια αναγκαστικής εκτελέσεως και να υποστούν ισόποση με την ανωτέρω απαίτηση ζημία, η οποία κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής ανέρχεται στο ποσό των 66.910,12 δολ. ΗΠΑ. Ακολούθως, εκθέτουν ότι οι εναγόμενες εξωχώριες  και ενδοχώριες εταιρείες, των οποίων μέτοχοι και νόμιμοι εκπρόσωποι είναι, κατά περίπτωση, ο πρώτος, καθώς και οι τελευταίοι πέντε εναγόμενοι της αγωγής – σύζυγος και συγγενικά πρόσωπα του πρώτου εναγομένου-οφειλέτη τους, ελέγχονται στην πραγματικότητα από αυτόν, ο οποίος τις χρησιμοποιεί, κατά παράβαση των χρηστών ηθών, προκειμένου να αποκρύπτει σε αυτές τα περιουσιακά στοιχεία του, με πρόθεση τη βλάβη των δανειστών του, οι οποίοι έτσι αδυνατούν να ικανοποιήσουν με αναγκαστική εκτέλεση οποιαδήποτε σε βάρος του απαίτηση. ‘Οτι  τα εναγόμενα φυσικά πρόσωπα, με πρόθεση συνέπραξαν στην πρόκληση της ανωτέρω βλάβης καθόσον εμφανίζονται είτε ως μέτοχοι είτε ως εκπρόσωποι ή και τα δύο των ως άνω εταιρειών γνωρίζοντας όμως ότι στην πραγματικότητα βασικός μέτοχος είναι ο πρώτος, ο οποίος τις χρησιμοποιεί για να αποκρύπτει σε αυτές τα περιουσιακά του στοιχεία προς βλάβη των δανειστών του. ‘Οτι οι ανωτέρω εναγόμενες εταιρείες είναι εικονικές καθόσον ουδεμία συναλλακτική δραστηριότητα παρουσιάζουν αλλά συστήθηκαν αποκλειστικά και μόνο προς το σκοπό αποκτήσεως στο πρόσωπό τους περιουσιακών στοιχείων τα οποία στην πραγματικότητα έχουν κτηθεί από τον εναγόμενο Ν. Κ. και ανήκουν σε αυτόν. Επικουρικά δε ισχυρίζονται οι ενάγουσες (κατ’ εκτίμηση του δικογράφου)  ότι ο πρώτος εναγόμενος χρησιμοποιεί τη νομική προσωπικότητα των εναγομένων εταιρειών ως κάλυμμα για την άσκηση της ατομικής επιχειρηματικής του δραστηριότητας και επομένως είναι ο αληθής και βασικός μέτοχος αυτών, με αποτέλεσμα να προκαλείται πλήρης σύγχυση μεταξύ της ατομικής περιουσίας αυτού και της περιουσίας καθεμίας από τις εναγόμενες εταιρείες, οι οποίες κατ’ αποτέλεσμα ταυτίζονται και στερούνται οι εταιρείες νομικής προσωπικότητας και αυτοτέλειας, με συνέπεια την επέκταση της ευθύνης των εταιρειών αυτών έναντι των εναγουσών για την επίδικη (εξ αδικοπραξίας) απαίτησή τους κατά του προαναφερόμενου οφειλέτη τους. Με το παραπάνω περιεχόμενο και αίτημα και μετά παραδεκτό μερικό περιορισμό του αιτήματος ζητούν: α) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, έκαστος εις ολόκληρον, να τους καταβάλουν, εις ολόκληρο σε έκαστη, ως αποζημίωση το ισότιμο σε ευρώ ποσό των 10.000.000 δολ. ΗΠΑ, καθώς και να αναγνωρισθούν να τους καταβάλουν για την ίδια αιτία το ποσό των 56.910,12 δολ. ΗΠΑ και β) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, εις ολόκληρον ευθυνόμενοι, να καταβάλουν σε έκαστη των εναγουσών το ποσό των 300.000 δολ. ΗΠΑ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστησαν καθώς και να αναγνωρισθεί η υποχρέωση τους να καταβάλουν σε εκάστη των εναγουσών το ποσό των 2.200.000 δολ. ΗΠΑ για την ίδια αιτία, με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ – δολαρίου ΗΠΑ κατά το χρόνο επέλευσης της ζημίας ή της απώλειας, άλλως κατά την ημερομηνία πληρωμής, νομιμοτόκως από την επίδοσή της, να απαγγελθεί κατά των εναγομένων φυσικών προσώπων προσωπική κράτηση ως μέσον εκτελέσεως και να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στα δικαστικά έξοδα. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή εισάγεται προς εκδίκαση, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην [άρθρα 9, 12 παρ. 1, 14 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ] και κατά τόπο αφενός λόγω της κατοικίας των φυσικών προσώπων στην ημεδαπή και αφετέρου λόγω της πραγματικής εγκατάστασης των εναγομένων εταιρειών στην ημεδαπή (άρθρα 22, 25 παρ. 2 ΚΠολΔ και 51§2 ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς). Συνακόλουθα, το Δικαστήριο τούτο έχει και διεθνή δικαιοδοσία, εφόσον υφίσταται τοπική του αρμοδιότητα σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, ενόψει του ότι εισάγεται προς διάγνωση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, δηλαδή σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας (βλ. Κρίσπη, Ιδ. Διεθν. Δικ, Γεν. Μερ, παρ. 2), εφαρμοστέο κρίνεται στην προκείμενη περίπτωση το ελληνικό δίκαιο λόγω του τόπου επέλευσης της ζημίας από την αδικοπραξία (άρθρα 1 παρ. 1, 2 παρ. 1, 4 παρ. 1, 31 και 32 Κανονισμού ΕΚ 864/2007). Από την επισκόπηση, ωστόσο, των εγγράφων της δικογραφίας προκύπτει ότι οι ενάγουσες για το ίδιο βιοτικό συμβάν είχαν ασκήσει τις με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 5353/2012 και 7741/2011 αγωγές τους ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, επί των οποίων εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 6168/2013 απόφαση. Η απόφαση αυτή, αφού συνεκδίκασε τις ως άνω αγωγές, τις απέρριψε ως αόριστες ως προς την αξίωση για επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης και κατά τα λοιπά ως κατ’ ουσίαν αβάσιμες. Κατά της απόφασης αυτής οι ενάγουσες άσκησαν την από 25-11-2015 και με αριθμό κατάθεσης 855/2015 έφεση τους, με την οποία παραπονούνταν για κακή εφαρμογή του νόμου και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούσαν την εξαφάνισή της πρωτόδικης απόφασης ώστε να γίνουν δεκτές οι αγωγές. Επί της ως άνω εφέσεως εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 297/2018 απόφαση του Εφετείου Πειραιώς η οποία έκρινε ότι έσφαλε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που απέρριψε τις ως άνω αγωγές εν μέρει ως αόριστες και εν μέρει ως κατ΄ουσίαν αβάσιμες, αντί, κατ΄ορθή εφαρμογή του νόμου, να τις απορρίψει ως αόριστες στο σύνολό τους και έκανε δεκτή την έφεση. Εν συνεχεία, μερίδα των εναγομένων άσκησε την από 26-11-2018 και με αριθμό κατάθεσης 35/5/2019 αίτηση αναίρεσης με την οποία βάλλουν κατά της υπ’ αριθ. 297/2018 απόφασης του Εφετείου Πειραιώς, ισχυριζόμενοι ότι οι ανωτέρω αγωγές έπρεπε να απορριφθούν εν μέρει ως μη νόμιμες και εν μέρει ως κατ’ ουσίαν αβάσιμες και όχι ως αόριστες. Επικαλούνται, περαιτέρω, την άσκηση της υπό κρίση αγωγής και την ταυτότητα των πραγματικών περιστατικών μεταξύ των πρώτων δύο αγωγών και της κρινόμενης. Κατόπιν όσων εκτέθηκαν καθίσταται σαφές ότι στη περίπτωση ευδοκίμησης των λόγων της αναίρεσης και ακύρωσης της δευτεροβάθμιας απόφασης, υφίσταται ο κίνδυνος έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων. Συνεπώς, το παρόν Δικαστήριο οφείλει να αναμείνει τη έκδοση αμετάκλητης απόφασης επί των υπ’ αριθ. έκθεσης κατάθεσης 5353/2012 και 7741/2011 αγωγών που ασκήθηκαν ενώπιον παρόντος Δικαστηρίου, προκειμένου, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη μείζονα σκέψη, να διαγνώσει με ασφάλεια την ύπαρξη και το εύρος του δεδικασμένου, δικονομικού ή ουσιαστικού, που θα παραχθεί από την απόφαση αυτή. Τέλος, στην παρούσα απόφαση δεν πρέπει να περιληφθεί διάταξη περί δικαστικών εξόδων, διότι είναι μη οριστική.

 

                            ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ την έκδοση οριστικής απόφασης μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης επί της επί των υπ’ αριθ. έκθεσης κατάθεσης 5353/2012 και 7741/2011 αγωγών που ασκήθηκαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στο Πειραιά στις                           .

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

 

Δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ