Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΝΑΥΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

 

 

 

Αριθμός απόφασης

         342 /2020

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Αριθμό κατάθεσης κλήσης μετά από παραπομπή 4349/2151/2019

——————–

 

ΣYΓKPOTHΘHKE από τους Δικαστές Αφροδίτη Κούτσουλα, Πρόεδρο Πρωτοδικών- Εισηγήτρια, Νικόλαο Πολυζωγόπουλο Πρωτοδίκη, Χρυσούλα Γκοτόβου Πρωτοδίκη και τη Γραμματέα Μαρία Κουτουκάκη.

ΣYNEΔPIAΣE δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 17 Σεπτεμβρίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία « ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΜΕΝΟΣ ΛΑΥΡΙΟΥ ΑΕ»,  νομίμως εκπροσωπουμένης, που εδρεύει στο Λαύριο ( Ακτή Ανδρέα Παπανδρέου), με ΑΦΜ …, Δ.Ο.Υ ΦΑΕ Αθηνών, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της Μαρίας Τσακίρη ( ΔΣΠ ΑΜ …).

ΤΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: Του …, κατοίκου …, ο οποίος δεν παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η καλούσα εταιρεία  ζητά να γίνει δεκτή η από 9-05-2019 και με αρ. κατάθ. 4349/2151/2019  κλήση της, η οποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο με αριθμό 2 του ναυτικού τμήματος, κατόπιν εκδόσεως της υπ` αρ. 1149/2019 απόφασης του Δικαστηρίου αυτού, με την οποία (κλήση), επαναφέρει προς συζήτηση την από 8-8-2017 και με αριθμό καταθέσεως 8881/4391/2017 αγωγή της.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης η πληρεξούσια δικηγόρος της καλούσας – ενάγουσας ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσε.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Νόμιμα επαναφέρεται προς συζήτηση, με την από 9-5-2019 και με αριθμό κατάθεσης4349/2151/2019  κλήση της ενάγουσας, η από 8-8-2017  και με αριθμό κατάθεσης 8881/4391/9.8.2017 αγωγή της, μετά την έκδοση της με αριθμό 1149/2019 μη οριστικής απόφασης  του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ( ναυτικό τμήμα)  που την παρέπεμψε προς εκδίκαση σε άλλη συνεδρίαση αυτού του δικαστηρίου, προκειμένου να δικαστεί κατά τη προσήκουσα νόμιμη ειδική διαδικασία των περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών.

Ειδικότερα η ως άνω αγωγή εισήχθη αρχικά ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και στο ναυτικό τμήμα αυτού κατά την τακτική διαδικασία, ωστόσο  το Δικαστήριο με την ως άνω υπ΄αριθμ. 1149/2019 μη οριστική απόφασή του εκτιμώντας ότι η υπό κρίση υπόθεση αφορά  μισθωτική διαφορά σύμφωνα με τα ειδικότερα αναφερόμενα στην νομική σκέψη αυτού  που υιοθετεί και το παρόν Δικαστήριο , έκρινε ότι πρέπει να εκδικαστεί κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών των άρθρων 591, 614 παρ.1 και 615-620 του ΚΠολΔ όπως ισχύουν από 1-1-2016 μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4335/2015 από το αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο  με βάση το ύψος του συμφωνημένου μισθώματος που υπερβαίνει σύμφωνα με τα  εκτιθέμενα στην από 8-8-2017  και με αριθμό κατάθεσης 8881/4391/9.8.2017 αγωγή το ποσό των 600 ευρώ μηνιαίως (άρθρο 14 παρ.1β, 2 ΚΠολΔ). Ακολούθως κρίνοντας ότι δεν υφίσταται δυνατότητα του Δικαστηρίου να εφαρμόσει την προσήκουσα ειδική διαδικασία σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 591 παρ.6 του ΚΠολ. όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015 (ΦΕΚ 87 Α/23.7.2015) και εφαρμόζεται κατά το άρθρο ένατο § 2 του αυτού άρθρου και νόμου για τα κατατιθέμενα από 1.1.2016 δικόγραφα και στην περίπτωση της εσφαλμένης εισαγωγής της υπόθεσης κατά την τακτική διαδικασία, ενώ υπάγεται  σε κάποια από τις ειδικές διαδικασίες, ιδίως στην προκείμενη περίπτωση, καθόσον αμφότεροι οι διάδικοι ήταν απόντες από το ακροατήριο  με ό,τι συνέπειες θα επέφερε το γεγονός της ερημοδικίας τους στη συζήτηση της υπόθεσης αυτής  εάν εφαρμοζόταν η ειδική διαδικασία των  περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην ως άνω απόφαση , αποφαινόμενο αυτεπαγγέλτως ως προβλέπεται , εξέδωσε την ως άνω μη οριστική του απόφαση  παραπέμποντας την υπόθεση προς συζήτηση σε άλλη συνεδρίαση του, προκειμένου να εφαρμοσθεί  η  προσήκουσα ειδική διαδικασία των  περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών μη προσδιορίζοντας ρητά στο διατακτικό του το καθ’ ύλην αρμόδιο Δικαστήριο αν και ανέφερε τούτο στο σκεπτικό αυτού. Προς τούτο και με την από  9-5-2018 και με αριθμο κατάθεσης 4349/2151/2019  κλήση της ενάγουσας,  επαναφέρεται ως προελέχθη η από 8-8-2017  και με αριθμό κατάθεσης 8881/4391/9.8.2017 αγωγή της προκειμένου να δικασθεί κατά τη προσήκουσα  ειδική διαδικασία των περιουσιακών – μισθωτικών σε άλλη συνεδρίαση του Δικαστηρίου τούτου.

Σύμφωνα δε με την παρ.1 του άρθρου 271 του ΚΠολΔ όπως αντικαταστάθηκε  από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015 ( ΦΕΚ α’ 87-23-7-2015 ) και εφαρμόζεται κατά το άρθρο 591 παρ.1 ΚΠολΔ και στις ειδικές διαδικασίες, όπως η ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών στις οποίες υπάγονται και οι μισθωτικές διαφορές (άρθρα 614επ. ΚΠολΔ), αν ο εναγόμενος δεν λάβει μέρος κανονικά στη δίκη, το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως αν η αγωγή και η κλήση για τη συζήτηση επιδόθηκαν σε αυτόν νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση επιδόθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα, η υπόθεση συζητείται ερήμην του εναγομένου, διαφορετικά κηρύσσεται  απαράδεκτη η συζήτηση.

Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 134 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ, αν το πρόσωπο, στο οποίο γίνεται η επίδοση, διαμένει ή έχει την έδρα του στο εξωτερικό, η επίδοση γίνεται στον Εισαγγελέα του δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί, ή πρόκειται να εισαχθεί η δίκη, αυτός δε, όταν παραλάβει το έγγραφο, οφείλει να το αποστείλει, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στον Υπουργό των Εξωτερικών, ο οποίος έχει την υποχρέωση να το διαβιβάσει σε εκείνον, προς το οποίο γίνεται η επίδοση. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 136 παρ. 1 ΚΠολΔ, η επίδοση, που γίνεται κατά την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 134, θεωρείται ότι συντελέστηκε μόλις παραδοθεί το έγγραφο στον αρμόδιο Εισαγγελέα, ανεξάρτητα από το χρόνο της αποστολής και της παραλαβής του από το πρόσωπο, για το οποίο προορίζεται. Οι ως άνω διατάξεις, με τις οποίες καθιερώνεται νόμιμη πλασματική κλήτευση του διαδίκου, με πραγματική επίδοση του εγγράφου στον Εισαγγελέα, όταν εκείνος, προς το οποίο γίνεται η επίδοση, έχει γνωστή διεύθυνση στο εξωτερικό, εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την κύρωση της από 15 Νοεμβρίου 1965 Διεθνούς Συμβάσεως της Χάγης, με το Ν. 1334/1983. Η διεθνής αυτή σύμβαση, δεν καταργεί τις περί επιδόσεως διατάξεις του εσωτερικού δικαίου των Χωρών, που την υπέγραψαν, αλλά αποκλείει να θεωρηθεί η πλασματική επίδοση ως ολοκληρωθείσα με την απλή παράδοση του επιδοτέου, εισαγωγικού της δίκης ή άλλου ισοδύναμου δικογράφου, στον Εισαγγελέα, όπως ορίζει το άρθρο 136 παρ. 1 ΚΠολΔ, δηλαδή ανεξάρτητα από το αν παραλήφθηκε από το πρόσωπο προς τo οποίο απευθύνεται, κατά τον οριζόμενο στο άρθρο 15 της Συμβάσεως τρόπο (AΠ 1342/ 2007, NOMOS, AΠ 3/2009, NOMOS. ΕφΑθ 4429/1992. A 1992.1092).               Από την υπ` αριθμ. …/2019 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς Κ. Κ.,  την οποία μετ’ επικλήσεως προσκομίζει η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό από 9-5-2019  κλήσης  με πράξη ορισμού δικάσιμου και κλήση για παράσταση κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς για τον κάτοικο εξωτερικού εναγόμενο (άρθρα 134 παρ I, 136 παρ. 1,  228,  230 και 591 παρ. Iα΄ΚΠολΔ). Η δε ως άνω επίδοση, η οποία πραγματοποιήθηκε κατά τις διατάξεις των άρθρων 134 παρ. I και 136 παρ. I ΚΠολΔ, συντελέστηκε με την παράδοση του ανωτέρω, επιδοτέου δικογράφου, στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πειραιώς, δεδομένου ότι, η Σαουδική Αραβία δεν αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος στην από 15 Νοεμβρίου I965 Διεθνή Σύμβαση της Χάγης (Ν. 1334/1983) και συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση, ολοκληρώθηκε, κατά τα προαφερθέντα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η επίδοση με τη διενεργηθείσα, νόμιμη, πλασματική κλήτευση του διαμένοντος στην Σαουδική Αραβία, εναγομένου. Ο τελευταίος όμως δεν εμφανίσθηκε στη δικάσιμο αυτή , ούτε εκπροσωπήθηκε στη δίκη και συνεπώς πρέπει να δικαστεί ερήμην, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 271 Κ.Πολ.Δ., όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 2 του άρθρου δεύτερου του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 591 παρ.1 Κ.Πολ.Δ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του ίδιου νόμου (4335/2015).

Η σύμβαση ελλιμενισμού σκαφών είναι σύμβα­ση μίσθωσης ακίνητου διεπόμενη από τις περί μισθώ­σεως διατάξεις του ΑΚ (ΕφΑΘ 10868/1988 ΑρχΝ 1989, 426, ΔΕΚ 428/2002 Nomos) και από το Γενικό Κανονι­σμό Λειτουργίας Τουριστικών Λιμένων, που περιέχεται στην υπ’ αριθμ. Τ/9803/5.9.2003 κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Εμπορικής Ναυτιλίας, εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 38 του Ν 3105/2003 «Τουριστική εκπαίδευση και κατάρτιση, ρυθμίσεις για τον τουρισμό και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α` 29/10.2.2003) και δημοσιεύθηκε νόμιμα (ΦΕΚ Β` 1323/16.9.2003), έχων, επομένως, ισχύ νόμου (ΕφΠειρ 605/2010 ΔΕΕ 2011,220), οι δε από αυτήν απορρέουσες διαφορές εκδικάζονται από το κατά τις διατάξεις των άρθρων 14 παρ. 1 εδ. β, 16 αρ. 1 και 29 παρ. 1 ΚΠολΔ αρμόδιο δικαστήριο κατά την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών των άρθρων 648 επ. του ΚΠολΔ και πλέον κατά την ειδική διαδικασία  των περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών των άρθρων 591, 614 παρ.1 και 615-620 του ΚΠολΔ όπως ισχύουν από 1-1-2016 μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4335/2015. Από τον συνδυασμό δε  των διατάξεων των άρθρων 14 παρ.1 περ.β’, 16 αριθ. 1 και 614 παρ.1 ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους από το άρθρο 1 άρθρο πρώτο παρ.3, 2 και άρθρο τέταρτο του Ν.4335/2015 αντίστοιχα, συνάγεται ότι το μονομελές πρωτοδικείο είναι αρμόδιο (εφόσον λόγω ύψους συμφωνημένου μηνιαίου μισθώματος δεν είναι αρμόδιο το ειρηνοδικείο) να δικάσει κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 591, 614 εδ.α’, 615-620 ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους από το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν.4335/2015), κάθε μισθωτική διαφορά, ήτοι τις κύριες ή παρεπόμενες διαφορές από μίσθωση κάθε είδους πράγματος ή άλλου προσοδοφόρου αντικειμένου ή από επίμορτη αγροληψία. Ως μισθωτική δε διαφορά θεωρείται κάθε διαφορά που έχει ως αναγκαία ιστορική αιτία τη σύμβαση μισθώσεως ασχέτως ομαλής ή ανώμαλης εξέλιξής της ( ΕφΑθ 7783/83 ΕλλΔνη 84 361) ακόμη και οι διαφορές από άκυρη σύμβαση μίσθωσης ( ΑΠ 1327/00 ΕλλΔνη 43 425, ΑΠ 442/00 ΕλλΔνη 41 1357). Η εξαιρετική δε αυτή αρμοδιότητα του μονομελούς πρωτοδικείου καθιερώνεται σε βάρος του Πολυμελούς Πρωτοδικείου( Κεραμέας/Νίκας/Κονδύλης ΕρμηνΚΠολΔ άρθρο 16 σελ.54) .

Στην προκείμενη περίπτωση, με την κρινόμενη αγωγή της, η ενάγουσα εκθέτει ότι σύμφωνα με τον Ν.2932/2001 το Λιμενικό Ταμείο Λαυρίου μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία κοινής ωφελείας με επωνυμία «Οργανισμός Λιμένος Λαυρίου Α.Ε.», με σκοπό, μεταξύ άλλων, την παροχή κάθε είδους λιμενικών υπηρεσιών προς τους χρήστες, την παροχή υπηρεσιών ελλιμενισμού των πλοίων και διακίνησης επιβατών, οχημάτων, φορτίων και την εγκατάσταση, οργάνωση και εκμετάλλευση κάθε είδους λιμενικής υποδομής. ¨Ότι  σύμφωνα με το άρθρο 24 του Ν.2932/2001, σε συνδυασμό με το άρθρο 34 του Ν.3153/2003 συνήφθη μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του Ο.Λ.Λ. η από 30-12-2002 σύμβαση παραχώρησης, δυνάμει της οποίας το Ελληνικό Δημόσιο του παραχώρησε το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των γηπέδων, κτιρίων και εγκαταστάσεως της χερσαίας λιμενικής ζώνης του λιμένος Λαυρίου, το οποίο εκτείνεται, σύμφωνα με άρθρο 2 αυτής, μεταξύ άλλων, και στα υφιστάμενα τεχνικά και λιμενικά έργα και στη θαλάσσια ζώνη του λιμένος και ότι στην έννοια της χρήσης αυτής κατ’ άρθρο 3 αυτής περιλαμβάνεται η φυσική κατοχή και εξουσίαση των παραχωρούμενων και τον αποκλεισμό άλλων από τη χρήση, τη δυνατότητα αξιοποίησης των παραχωρούμενων για την παροχή με αντάλλαγμα λιμενικών υπηρεσιών και εξυπηρετήσεων σε χρήστες του λιμένος, την προσωρινή παραχώρηση με αντάλλαγμα της χρήσης των χώρων και την πραγματοποίηση επενδύσεων κεφαλαίου του Οργανισμού. Ότι με απόφαση του ΛΣ του ο τελευταίος προέβη σε παραχώρηση της χρήσης με αντάλλαγμα τμήματος του λιμενικού χώρου στο Λαύριο προς τον εναγόμενο, με σκοπό ελλιμενισμού σε αυτό του υπό σημαία Σαουδικής Αραβίας σκάφους αναψυχής του με το όνομα «…», νηολογίου Jeddah Σαουδικής Αραβίας (αριθ-…, ΙΜΟ 1003200 με ΔΔΣ HZYW). Ότι ο Οργανισμός προέβη σε χρέωση του εναγομένου τόσο για την παρασχεθείσα σε αυτόν χρήση προβλήτας, όσο και για την ηλεκτροδότηση και υδροδότηση του σκάφους του, εκδίδοντας σχετικά τιμολόγια, δυνάμει της ΚΥΑ 10368/ΕΓΔΕΚ00521, με την οποία εγκρίθηκαν τα τιμολόγια παροχής λιμενικών υπηρεσιών του Ο.Λ.Λ. ΑΕ. Ότι παρά την προσήκουσα παροχή των υπηρεσιών του στον εναγόμενο, που ελλιμένιζε επί μακρόν το σκάφος του στο θαλάσσιο χώρο δικαιοδοσίας του Οργανισμού, εκείνος εξακολουθεί μέχρι σήμερα να του οφείλει απαιτήσεις συνολικού ύψους 381.452,09 ευρώ, όπως αναλύονται ειδικότερα στην αγωγή ανά παραστατικό, ημερομηνία, αιτία-παροχή υπηρεσίας και ποσό, προερχόμενο αφενός, κατά ποσό 176.617,61 ευρώ για τον ελλιμενισμό του σκάφους του εναγόμενου με τη χρήση της προβλήτας για τη χρονική περίοδο από 5-7-2016 έως 20-7- 2017, αφετέρου κατά ποσό  173.530,98 ευρώ για τα τέλη υδροδότησης και ηλεκτροδότησης του ως άνω σκάφους του εναγομένου για τη χρονική περίοδο από 5-7-2016 έως 20-7-2017, των δε τιμολογίων παροχής υπηρεσιών (14 + 28, αντιστοίχως), καθώς και κατά ποσό 31.303,50 ευρώ για τέλη ελλιμενισμού, για το οποίο εκδόθηκε το υπ’ αριθ. …/20-7-2017 τιμολόγιο του οργανισμού, ενσωματωμένων απάντων στην κρινόμενη αγωγή. Ότι παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της ενάγουσας, ο εναγόμενος αρνείται να προβεί σε εξόφληση των ως άνω τιμολογίων για τις ένδικες οφειλές του προς αυτήν, από τις προαναφερόμενες αιτίες. Ότι επικουρικώς, ο εναγόμενος, που έκανε χρήση του παραχωρηθέντος λιμενικού χώρου εκ μέρους της ενάγουσας προς αυτόν, καθώς και λαμβάνοντας τις παρασχεθείσες υπηρεσίες υδροδότησης και ηλεκτροδότησης του πλοίου του, χωρίς να της καταβάλει το αντίστοιχο χρηματικό αντάλλαγμα, κατέστη αδικαιολογήτως πλουσιότερος κατά τη διάταξη του άρθρου 904 ΑΚ και πρέπει να της αποδώσει τον πλουτισμό του αυτό (ωφέλεια) που ανέρχεται σε ποσό 381.452,09 ευρώ. Με αυτό το ιστορικό, η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί ο εναγόμενος στην πληρωμή του συνολικού ποσού των 381.452,09 ευρώ, από τις ανωτέρω αιτίες, νομιμοτόκως από την ημερομηνία που το ποσό εκάστου τιμολογίου κατέστη ληξιπρόθεσμο, άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρις ολοσχερούς εξοφλήσεως, να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινώς εκτελεστή λόγω των συνθηκών και τέλος, να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην πληρωμή της δικαστικής της δαπάνης για την παρούσα δίκη.

Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση αγωγή που ερείδεται, κατ’ ορθή εκτίμηση του περιεχομένου σε  αξιώσεις που απορρέουν από καταρτισθείσα σύμβαση μίσθωσης  αναρμοδίως καθ΄ύλην εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου . Ειδικότερα σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην νομική σκέψη της παρούσας η υπό κρίση υπόθεση υπάγεται στη εξαιρετική αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς  και στο ναυτικό τμήμα αυτού που τυγχάνει καθ΄ύλην αρμόδιο προς εκδίκαση της συγκεκριμένης αγωγής με βάση το ύψος του συμφωνημένου μισθώματος, που υπερβαίνει κατά τα ανωτέρω το ποσό των 600 ευρώ μηνιαίως (άρθρο 14 παρ.1β, 2 ΚΠολΔ), ενόψει του ότι με βάση το χρονικό διάστημα που μισθώθηκε ο συγκεκριμένος χώρος του λιμένος του Λαυρίου, ήτοι από 5-7-2016 έως 20-7- 2017 (13 μήνες), σε αναλογία προς τα αιτούμενα ποσά μισθώματος για όλη αυτή τη χρονική περίοδο και τα επιμέρους χρονικά διαστήματα αυτής (συνολικού ποσού 176.617,61 ευρώ), με βάση τα επισυναπτόμενα στην αγωγή τιμολόγια παροχής υπηρεσιών και τον σχετικό συμπεριλαμβανόμενο πίνακα εκ μέρους της ενάγουσας (σελ.2- 3), προκύπτει, κατ’ εκτίμηση του Δικαστηρίου, ότι το μηνιαίο χρηματικό ποσό που οφείλεται ως μίσθωμα από τον εναγόμενο μισθωτή προς την ενάγουσα μισθώτρια ανέρχεται σε ποσό που υπερβαίνει τα 600 ευρώ μηνιαίως (περίπου στα 13.585,97 ευρώ μηνιαίως, κατά μέσο όρο), γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ένδικη διαφορά υπάγεται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, κατ’ άρθρο 14 ΚΠολΔ, έχοντος και δικαιοδοσία προς εκδίκασή της ως πολιτικό Δικαστήριο ένεκα της φύσης της ένδικης διαφοράς ως ιδιωτικού δικαίου, αυτεπαγγέλτως ελεγχόμενου τούτου υπό του Δικαστηρίου (ΑΠ 998/2015 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 303/2016 ΤΝΠ Νόμος). Στην έννοια αυτού συμπεριλαμβάνονται κατά την πάγια νομολογία των πολιτικών δικαστηρίων και οι οφειλές του μισθωτή από ηλεκτροδότηση και υδροδότηση (ΕφΠειρ 155/2015, ΕφΠειρ 847/2014 ΤΝΠ Νόμος), ώστε δεν υπολογίζονται χωριστά τα οφειλόμενα αυτά ποσά, κατά τρόπο ώστε να μεταβάλουν την καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου, ήτοι δεν ασκούν έννομη επιρροή στον καθορισμό της υλικής αρμοδιότητας κατ’ άρθρο 14. Εξάλλου η αρμοδιότητα του δικαστηρίου με επικουρική σώρευση αξιώσεων καθορίζεται από την κύρια βάση αυτής, ενώ σε κάθε περίπτωση αν το δικαστήριο είναι αναρμόδιο για την κύρια βάση, τυγχάνει αναρμοδιότητα του δικαστηρίου ως προς την υπόθεση, καθόσον είναι ανεπίτρεπτη η κατ΄ουσία έρευνα της επικουρικής βάσης πριν την απόρριψη της κύριας βάσης ( Β. Βαθρακοκοίλης ΕρμηνΚΠολΔ άρθρο 46 σελ. 303, άρθρο 219 σελ1161),  πέραν του γεγονότος ότι όσον αφορά την επικουρική βάση του αδικαιολογήτου και της νομιμότητας αυτής λόγω της επιβοηθητικής φύσεως της αξίωσης εκ του άρθρου 904 ΑΚ (ΑΠ 1567/1983 ΝοΒ 32.1354, ΕφΑθ 8350/1993 ΝοΒ 42.86, ΕφΘεσ 294/1994 Αρμεν 1994.786, ΕφΘεσ 2149/1990 Αρμεν 1991.247), καθόσον  θεμελιώνεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίζεται η εκ της συμβάσεως αγωγή (ΑΠ 890/1992 ΝοΒ 31.1156, ΕφΑθ 7642/1986 ΕΔ 28.1263) , οι σχετικές εξ αυτού ( αδικαιολογήτου πλουτισμού) αξιώσεις ερείδονται στη σύμβαση μισθώσεως.  Κατόπιν των ανωτέρω το  παρόν Δικαστήριο πρέπει αυτεπαγγέλτως κατ’ άρθρο 46 του ΚΠολΔ να κηρυχθεί καθ’ ύλην αναρμόδιο και να παραπέμψει την υπόθεση προς εκδίκαση κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών στο καθ’ ύλην αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά και συγκεκριμένα στο Τμήμα Ναυτικών Διαφορών αυτού, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της ένδικης διαφοράς (άρθρο 51 του Ν. 2172/1993) καθώς και να οριστεί το νόμιμο παράβολο λόγω της ερημοδικίας του εναγομένου (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ).  Αν και η απόφαση με την οποία η υπόθεση παραπέμπεται από το αναρμόδιο στο αρμόδιο Δικαστήριο, είναι οριστική κατά την έννοια του άρθρου 309 Κ.Πολ.Δ. (Εφ.Θεσ. 2132/1989, Αρμ. 1990, 255) δεν θα επιδικασθούν δικαστικά έξοδα σε βάρος της ενάγουσας λόγω ελλείψεως σχετικού αιτήματος ( 106, 191 παρ.2 ΚΠολΔ) συνεπεία της ερημοδικίας του εναγομένου, ο οποίος άλλωστε δεν υποβλήθηκε σε τέτοια ( έξοδα).

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

            ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην του εναγομένου.

ΟΡΙΖΕΙ παράβολο ανακοπής ερημοδικίας ποσού διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ  εαυτό αναρμόδιο καθ’ ύλην προς εκδίκαση της υπό κρίση αγωγής.

ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση προς εκδίκαση κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – μισθωτικών διαφορών στο καθ’ ύλην αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών).

ΚΡΙΘΗΚΕ,  αποφασίστηκε στον Πειραιά την  10-12-2019 και δημοσιεύθηκε στον ίδιο  τόπο σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις  24-1-2020,  χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ