ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης
427/2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από το Δικαστή Νικόλαο Πολυζωγόπουλο, Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης και από τη Γραμματέα Σοφία Δέδε.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 02-04-2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στο … νομίμως εκπροσωπουμένης, με ΑΦΜ …, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της Κωνσταντίνου Σούρα.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην … (…), νομίμως εκπροσωπουμένης, με ΑΦΜ …, η οποία δεν παραστάθηκε.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 03-05-2017 αγωγή της που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 4903/2403/2017, η οποία αφού προσδιορίσθηκε και συζητήθηκε κατά τη δικάσιμο της 14ης-11-2017, δημοσιεύθηκε η υπ’ αριθ. 4940/2018 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου κατά την τακτική διαδικασία δυνάμει της οποίας η υπόθεση παραπέμφθηκε προς εκδίκαση στο Ναυτικό Τμήμα του Πρωτοδικείου κατά την προσήκουσα διαδικασία των περιουσιακών διαφορών. Ήδη η ενάγουσα με την από 21-01-2019 κλήση της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 631/329/2019, επαναφέρει προς συζήτηση την ως άνω αγωγή της, η οποία προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις του.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νομίμως φέρεται προς συζήτηση, με την από 21-01-2019 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 631/329/2019 κλήση της ενάγουσας, η από 03-05-2017 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 4903/2403/2017 αγωγή της.
Στην προκειμένη περίπτωση, από τις υπ’ αριθ. …΄/9-5-2017 και …12-2-2019 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, Κ. Κ., τις οποίες προσκομίζει και επικαλείται η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο τόσο της αγωγής όσο και της κλήσης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση της υπό κρίση αγωγής για την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, θυροκολλήθηκε, παρουσία μάρτυρα, στη κείμενη επί της οδού … στη …, κατοικία της Α. Λ., ως νόμιμης εκπροσώπου της εναγομένης εταιρείας. Εν συνεχεία, απλό αντίγραφο του δικογράφου, που θυροκολλήθηκε παρελήφθη από τον Αξιωματικό Υπηρεσίας του Α.Τ. Βούλας και Βουλιαγμένης αντίστοιχα, ενώ έγγραφη ειδοποίηση για την προαναφερόμενη θυροκόλληση εστάλη στην εναγομένη με συστημένη επιστολή, μέσω του Ταχυδρομικού Γραφείου Ομόνοιας την επομένη ημέρα. Κατά την δικάσιμο αυτή, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου, η εναγομένη δεν εμφανίστηκε και πρέπει να δικαστεί ερήμην (άρθρα 271 παρ. 1 και 2 εδ. β΄ ΚΠολΔ). Το Δικαστήριο, ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σα να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι.
Με τις διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 3, 5, 6 περ. α΄ και 7 του Ν. 2932/2001 “Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στις θαλάσσιες ενδομεταφορές – Σύσταση Γενικής Γραμματείας Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής – Μετατροπή Λιμενικών Ταμείων σε Ανώνυμες Εταιρίες και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ 145 τ. Α’ /27.6.2001), ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι τα Λιμενικά Ταμεία διαφόρων περιοχών της Ελλάδος, που μέχρι την δημοσίευση του νόμου αυτού αποτελούσαν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, μετατρέπονται σε ανώνυμες εταιρίες, ειδικότερα δε το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία Λιμενικό Ταμείο Λαυρίου μετατρέπεται σε ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία “Οργανισμός Λιμένος Λαυρίου Ανώνυμη Εταιρία” (παρ. 3), με έδρα το Λαύριο (παρ. 4), ότι ο ανωτέρω Οργανισμός είναι ανώνυμη εταιρία κοινής ωφέλειας, με σκοπό την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, η οποία τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας και διέπεται συμπληρωματικά από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, τις διατάξεις του β.δ. 14/19.1.1939 και του α.ν. 2344/1940, όπως κάθε φορά ισχύουν (παρ. 5 ), ότι η κινητή και η ακίνητη περιουσία του μετατρεπόμενου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου περιέρχεται στην ανώνυμη εταιρία, η οποία υπεισέρχεται σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του (παρ. 6 περ. α’ ) και ότι απολαμβάνει των απαλλαγών που προβλέπονται με τις διατάξεις του άρθρου 28 παρ. 4 του Ν. 2579/1998 (παρ. 7), ήτοι των δικονομικών προνομίων, ατελειών και απαλλαγών που προβλέπονται για το Ελληνικό Δημόσιο και τα ΝΠΔΔ. Εξάλλου, κατά το άρθρο 22 του παραπάνω νόμου, το καταστατικό της εταιρίας αυτής, όπως και των λοιπών εταιριών αυτής της μορφής, τα οποία είναι όμοια σε περιεχόμενο, εγκρίνεται κατά τρόπο ενιαίο. Έτσι, το καταστατικό αυτό απέκτησε ισχύ ουσιαστικού νόμου (ΟλΑΠ 7/2015, ΟλΑΠ 6/2015). Περαιτέρω, με το άρθρο 24 παρ. 1 του ως άνω νόμου, ορίζεται ότι με σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπούμενου από τους Υπουργούς Οικονομικών και Εμπορικής Ναυτιλίας ή το εξουσιοδοτημένο από αυτούς όργανο και της ανωνύμου εταιρείας του παρόντος νόμου, ήτοι του Οργανισμού Λιμένα, παραχωρείται στην εταιρεία αυτή το δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των κτιρίων, γηπέδων, λιμενικών έργων και άλλων εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της Ζώνης Λιμένα. Σε εκτέλεση της προαναφερόμενης διάταξης του άρθρου 24 παρ. 1 του Ν. 2932/2001, καταρτίστηκε μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της εταιρείας «Οργανισμός Λιμένος Λαυρίου Α.Ε.», νόμιμα εκπροσωπούμενων, η από 30.12.2002 Σύμβαση Παραχώρησης. Σύμφωνα με τους όρους αυτής, παραχωρείται από το Δημόσιο προς την ως άνω εταιρεία το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των γηπέδων, κτιρίων και εγκαταστάσεων της χερσαίας λιμενικής ζώνης του Λιμένα Λαυρίου, καθώς και στη θαλάσσια ζώνη του Λιμένα, με τους ειδικότερους όρους, δικαιώματα και υποχρεώσεις των μερών που καθορίζονται στη σύμβαση. Η έννοια της χρήσης περιλαμβάνει τη φυσική κατοχή και εξουσίαση των παραχωρούμενων και τον αποκλεισμό άλλων στη χρήση αυτή, με την επιφύλαξη της υποχρέωσης εξασφάλισης πρόσβασης προς τους χρήστες και τα μέσα ναυσιπλοΐας, ενώ η έννοια της εκμετάλλευσης περιλαμβάνει τη δυνατότητα αξιοποίησης των παραχωρούμενων για την παροχή με αντάλλαγμα λιμενικών υπηρεσιών και εξυπηρετήσεων στους χρήστες του λιμένα και την προσωρινή παραχώρηση με αντάλλαγμα της χρήσης χώρων. Το δικαίωμα παρέχεται κατά κύριο λόγο για την εκπλήρωση του προορισμού του Λιμένα Λαυρίου και ο Οργανισμός Λιμένα αναλαμβάνει να το ασκεί σε άμεση συνάφεια προς τη λιμενική δράση, για την υποστήριξη δραστηριοτήτων και επιχειρηματικών πρωτοβουλιών που εξυπηρετούν άμεσα την παροχή λιμενικών υπηρεσιών και εξυπηρετήσεων. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 24 παρ. 1 και 2 του Ν. 29171/2001, επιτρέπεται ο φορέας διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα με απόφαση της διοίκησής του, που εγκρίνεται, μετά από σύμφωνη γνώμη του Γ.Ε.Ν. και του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, από τον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, να παραχωρεί με αντάλλαγμα και για ορισμένο χρονικό διάστημα, τη χρήση χώρων που βρίσκονται μέσα στη ζώνη λιμένα. Στην απόφαση παραχώρησης καθορίζεται το αντάλλαγμα για τη χρήση των ανωτέρω χώρων, καθώς και οι λοιποί όροι της παραχώρησης. Για παραχωρήσεις απλής χρήσης των χώρων της χερσαίας ζώνης λιμένα χρονικής διάρκειας μικρότερης των τριών ετών που δεν συνοδεύονται από οποιοδήποτε έργο μόνιμης ή προσωρινής φύσης, δεν απαιτούνται οι γνώμες του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας και του Γ.Ε.Ν., αλλά μόνο απόφαση του αρμόδιου φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα, η οποία εγκρίνεται από το Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας. Οι παραχωρήσεις απλής χρήσης των χώρων, στην περιοχή αρμοδιότητας των Οργανισμών Λιμένων Α.Ε., εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιό τους. Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν. 3429/2005 “Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμοί (ΔΕΚΟ)”, ως “δημόσια επιχείρηση” νοείται κάθε ανώνυμη εταιρεία, στην οποία το ελληνικό δημόσιο δύναται να ασκεί άμεσα ή έμμεσα αποφασιστική επιρροή, λόγω της συμμετοχής του στο μετοχικό κεφάλαιο ή της χρηματοοικονομικής συμμετοχής του ή των κανόνων που τη διέπουν (παρ. 1). Η άσκηση αποφασιστικής επιρροής από το ελληνικό δημόσιο τεκμαίρεται όταν το ελληνικό δημόσιο ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου χρηματοδοτούμενα από το ελληνικό δημόσιο ή από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου σε ποσοστό άνω του πενήντα τοις εκατό ή άλλες δημόσιες επιχειρήσεις υπό την έννοια του νόμου αυτού α) είναι κύριοι μετοχών που εκπροσωπούν την απόλυτη πλειοψηφία του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου της ή β) ελέγχουν την πλειοψηφία δικαιωμάτων ψήφου στη γενική συνέλευση ή γ) δύνανται να διορίζουν το ήμισυ πλέον ενός των μελών του διοικητικού της συμβουλίου ή δ) χρηματοδοτούν την ετήσια δραστηριότητα σε ποσοστό άνω του πενήντα τοις εκατό (παρ. 2). Κατά δε το άρθρο 7 παρ. 1 του ίδιου νόμου, κάθε δημόσια επιχείρηση οφείλει, α) να εφαρμόζει το ισχύον θεσμικό πλαίσιο και να συμμορφώνεται απαρέγκλιτα προς τις διατάξεις των νόμων και των κανονιστικών διαταγμάτων και πράξεων, β) να τηρεί τις αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, του εποπτεύοντος Υπουργού, καθώς και τις οδηγίες και εγκυκλίους του ΓΛΚ, γ) να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων των στρατηγικών και επιχειρησιακών σχεδίων της δημόσιας επιχείρησης, στην αύξηση της αποτελεσματικότητας, της παραγωγικότητας και στη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, δ) να τηρεί την εισοδηματική, τιμολογιακή, δανειοληπτική πολιτική της Κυβέρνησης, ενώ, κατά το άρθρο 10 παρ. 3 περ. α’ του ως άνω νόμου, με απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών (Δ.Ε.Δ.Ε.Κ.Ο.) εξειδικεύεται για κάθε δημόσια επιχείρηση η οικονομική πολιτική σε πολιτική στρατηγικού και επιχειρησιακού σχεδιασμού, η εισοδηματική, η τιμολογιακή, η επενδυτική, η δανειοληπτική πολιτική, η πολιτική κρατικών ενισχύσεων, απασχόλησης, επιχορηγήσεων, θεσμικού εκσυγχρονισμού, λειτουργικής αναδιάρθρωσης ή άλλη και εγκρίνονται για κάθε δημόσια επιχείρηση οι επιχορηγήσεις, τα όρια δανεισμού και η παροχή εγγυήσεων του Δημοσίου, οι θέσεις των διοικήσεων των δημόσιων επιχειρήσεων για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας “ιδίως δε όσον αφορά στη μισθολογική πολιτική” και όποιες άλλες ενέργειες, διαδικασίες, συμβάσεις ή ρυθμίσεις αναφέρονται στον παρόντα νόμο ότι τελούν υπό την έγκριση της Διυπουργικής Επιτροπής Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών. Από τις προαναφερόμενες διατάξεις συνάγεται ότι ο “Οργανισμός Λιμένος Λαυρίου ΑΕ”, αν και νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με εταιρική μορφή, στην πραγματικότητα αποτελεί κρατικό φορέα, δια μέσου του οποίου ασκείται η εκάστοτε κυβερνητική πολιτική στον τομέα των θαλάσσιων, εσωτερικών μεταφορών και των σχετικών προς αυτές εθνικών υποδομών, στη γεωγραφική περιοχή της ευθύνης του. Γι’ αυτό και υπάγεται στο δημόσιο τομέα, ως “νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου δημόσιου χαρακτήρα, που επιδιώκει κοινωφελείς ή άλλους δημόσιους σκοπούς”, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 51 περ. γ’ του ν. 1892/1990 (ΑΠ 762/2015). Ο Οργανισμός Λιμένος Λαυρίου Α.Ε. λειτουργεί μεν σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, είναι, όμως, εταιρία κοινής ωφέλειας ο έλεγχος της οποίας ανήκει, κατά νόμο, στο Δημόσιο, κατά την παραχώρηση δε ιδιαίτερων δικαιωμάτων επί των γηπέδων, κτιρίων και άλλων εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της λιμενικής ζώνης Λαυρίου και των οποίων η χρήση, διαχείριση και η εκμετάλλευση έχουν ήδη περιέλθει σε αυτή, δεν διαχειρίζεται την ιδιωτική της περιουσία, αλλά ενεργεί ως δημόσιο όργανο, που αποβλέπει στην εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος συνίσταται στην εύρυθμη διεξαγωγή των θαλάσσιων συγκοινωνιών και μεταφορών και στην εν γένει εξυπηρέτηση του εμπορίου, είναι δε αδιάφορο το γεγονός ότι η εν λόγω δράση αποτελεί μέρος της επιχειρηματικής της δραστηριότητας και αποβλέπει και σε επίτευξη κέρδους. Με το άρθρο 24 παρ. 1 του Ν. 2932/2001, τροποποιήθηκε το άρθρο 970 ΑΚ ειδικά ως προς τους λιμένες και παραχωρήθηκε στον Οργανισμό Λιμένα, στη συγκεκριμένη δε περίπτωση στην εταιρία “Οργανισμός Λιμένος Λαυρίου Α.Ε.”, το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης και εκμετάλλευσης του αντίστοιχου λιμένα, με το δικαίωμα παροχής, με σύμβαση που αυτή θα καταρτίσει με το χρήστη των προσφερόμενων υπηρεσιών, κάθε είδους λιμενικών υπηρεσιών προς τους χρήστες του λιμένα και υπηρεσιών ελλιμενισμού των πλοίων, με αντάλλαγμα, το οποίο αποφασίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού Λιμένα, το οποίο εγκρίνει και τα κάθε φύσης τιμολόγια της εταιρείας. Το δικαίωμα τούτο του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Λιμένα, δεν αναιρείται από την έκδοση των ΚΥΑ 81221/09/04/3.2.2004 και ΚΥΑ 81221/14/2.3.2006, με τις οποίες γίνεται λόγος για τον καθορισμό των υπέρ των Λιμενικών Ταμείων-Δημοτικών Λιμενικών Ταμείων ανταποδοτικών δικαιωμάτων προσόρμισης, ελλιμενισμού, παραβολής, πρυμνοδέτησης. Όπως καθίσταται σαφές από το περιεχόμενο αυτών, ειδικά δε της δεύτερης των ανωτέρω ΚΥΑ, πλέον ο καθορισμός με αυτές των ανταποδοτικών δικαιωμάτων, ισχύει υπέρ των Λιμενικών Ταμείων που δεν έχουν μετατραπεί σε Οργανισμό Λιμένα Α.Ε. και καθορίζονται τα δικαιώματα αυτά ενιαία για τα Λιμενικά Ταμεία-Δημοτικά Λιμενικά Ταμεία. Μετά δε την έκδοση των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού Λαυρίου με το οποίο καθορίζεται το αντάλλαγμα για τις παρεχόμενες υπηρεσίες, δεν έχει ισχύ ο καθορισμός των τιμολογίων με ΚΥΑ, αφού αντίκειται στις ως άνω ειδικές διατάξεις, ενώ και στην προαναφερόμενη ΚΥΑ ρητά ορίζεται ότι η ρύθμισή της ισχύει για τους Οργανισμούς Λιμένων Α.Ε. μέχρι την έκδοση των τιμολογίων τους. Εξάλλου, έγκριση της παραχώρησης της χρήσης ή της τιμολογιακής πολιτικής που εφαρμόζει το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας με απόφαση της Διυπουργικής Επιτροπής ΔΕΚΟ, δεν απαιτείται για να είναι ισχυρή η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού , δεδομένου ότι κατά το άρθρο 10 του ν. 3429/2005, με απόφαση της ανωτέρω Επιτροπής, εξειδικεύεται η οικονομική πολιτική σε πολιτική στρατηγικού και επιχειρησιακού σχεδιασμού, η εισοδηματική, η τιμολογιακή πολιτική αυτού, ως δημόσιας επιχείρησης και δεν εγκρίνεται η τιμολογιακή και εισοδηματική πολιτική που εφαρμόζει με αποφάσεις του Διοικητικού του Συμβουλίου, με απόφαση της ως άνω Επιτροπής. Οι ρυθμίσεις δε αυτές, δεν είναι αντίθετες προς τις καθιερωμένες με τις συνταγματικές διατάξεις αρχές της ισότητας, αφού δεν θεσπίζουν δυσμενείς διακρίσεις μεταξύ των χρηστών των λιμένων και επιτρέπουν την επιβολή στους πλοιοκτήτες όμοιων υποχρεώσεων για τη χρήση των δημόσιων υπηρεσιών και εξυπηρετήσεων, η δε επιβολή τους γίνεται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία και τις προπαρατεθείσες ειδικές διατάξεις που προβλέπουν την παραχώρηση ιδιαίτερων δικαιωμάτων χρήση ζώνης του λιμένα, χωρίς να αναιρείται η κοινή χρήση και όχι κατά παράβαση της νομιμότητας. Τέλος, η παραχώρηση με σύμβαση και έναντι ανταλλάγματος, στον πλοιοκτήτη του δικαιώματος ελλιμενισμού του πλοίου του σε συγκεκριμένη θέση προβλήτας στην περιοχή αρμοδιότητας του Οργανισμού Λαυρίου, αποτελεί παραχώρηση απλής χρήσης και δεν απαιτείται γι’ αυτή έγκριση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, ούτε προγενέστερη γνώμη του Υπουργείου Ναυτιλίας και του ΓΕΝ.
ΙΙ. Η σύμβαση ελλιμενισμού σκαφών σε λιμένες θεωρείται σύμβαση μίσθωσης ακινήτου (ΔΕΚ 3.3.2005, C – 428/2002, Fonden Marselisborg Lystbadehavn κατά Skatteministeriet και Skatteministeriet κατά Fonden Marselisborg Lystbadehavn, σκέψη 36, Συλλογή 2005.Ι.1527, δημοσιευμένη και στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών [ΤΝΠ] ΝΟΜΟΣ) και κατά τη νομική της φύση αποτελεί σύμβαση ενοχική, διαρκή και αμφοτεροβαρή, διεπόμενη από τις περί μισθώσεως διατάξεις του ΑΚ (ΤριμΕφΠειρ. 126/2017, ΔΕΕ 2017/801, ΜονΕφΠειρ. 585/2015, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ. 734/2013, ΔΕΕ 2014/984, ΕφΑθ. 10868/1988, ΑρχΝ 1989/426) και από τον Κανονισμό Λειτουργίας του εκάστοτε Λιμένα, οι δε από αυτήν απορρέουσες διαφορές εκδικάζονται από το δικαστήριο που είναι αρμόδιο κατά τις διατάξεις των άρθρων 14 § 1 εδαφ. β, 16 αρ. 1 και 29 § 1 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό προς εκείνες του άρθρου 51 του Ν. 2172/1993 και κατά την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών (ΜονΕφΠειρ. 847/2014, ΔΕΕ 2015/411) των άρθρων, πιο πριν 648 επομ. και ήδη, μετά την ισχύ του Ν. 4335/2015, 614 περ. 1 και 615 επομ. του ΚΠολΔ.
Με την υπό κρίση αγωγή της, η ενάγουσα εταιρεία εκθέτει ότι με την από …-2002 σύμβαση που κατάρτισε με το Ελληνικό Δημόσιο σε συνδυασμό και με το νόμο 2932/2001 (άρθρο 24), απέκτησε, κατά παραχώρηση, το δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης της θαλάσσιας ζώνης του λιμένα του Λαυρίου, στον οποίο ελλιμενιζόταν κατά το χρονικό διάστημα από 1-7-2014 έως 26-4-2017 το υπό ελληνική σημαία σκάφος με το όνομα «…», με αριθμό νηολογίου Πειραιά …, πλοιοκτησίας της εναγομένης εταιρείας. Ότι η ίδια διατηρεί αξιώσεις από τον ελλιμενισμό του σκάφους κατά το άνω χρονικό διάστημα, συνολικού ποσού 46.852,78 ευρώ, σύμφωνα με τη τιμολογιακή πολιτικής, όπως αυτή εγκρίθηκε με την υπ’ αριθ. 10368/ΕΓΔΕΚΟ0521 κοινή υπουργική απόφαση. Επικουρικώς, ισχυρίζεται ότι η εναγομένη, κατέστη αδικαιολογήτως πλουσιότερη σε βάρος της περιουσίας της και για το λόγο αυτό πρέπει να της αποδώσει τον πλουτισμό αυτό (ωφέλεια) που ανέρχεται στο ανωτέρω ποσό. Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ζητεί, να υποχρεωθεί η εναγομένη, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή απόφαση, να της καταβάλει το ποσό των 46.852,78 ευρώ, νομιμοτόκως από τότε που κάθε τιμολόγιο κατέστη ληξιπρόθεσμο, άλλως από την επίδοση της αγωγής, καθώς και να καταδικασθεί η καθ’ ης στην δικαστική της δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και τα αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή, παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου το οποίο αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12 παρ. 1, 13 και 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρο 33 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 παρ. 3 περ. Β΄ στ. ε΄ του Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς) κατά την προκείμενη διαδικασία των περιουσιακών (μισθωτικών) διαφορών με βάση το ύψος του συμφωνημένου μισθώματος, ενόψει του ότι με βάση το χρονικό διάστημα που μισθώθηκε ο συγκεκριμένος χώρος του λιμένος Λαυρίου, ήτοι από 1-7-2014 έως 26-4-2017 (33 μήνες), σε αναλογία προς τα αιτούμενα ποσά μισθώματος για όλη αυτή τη χρονική περίοδο, το μηνιαίο χρηματικό ποσό που οφείλεται ως μίσθωμα από τον εναγόμενο μισθωτή προς την ενάγουσα εκμισθώτρια ανέρχεται σε ποσό που υπερβαίνει τα 600 ευρώ (άρθρο 14 παρ.1β, 2 ΚΠολΔ). Στην έννοια του μισθώματος συμπεριλαμβάνονται και οι οφειλές του μισθωτή από ηλεκτροδότηση και υδροδότηση (ΕφΠειρ 155/2015, ΕφΠειρ 847/2014 ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, η αγωγή κρίνεται νόμιμη ερείδεται δε στις διατάξεις των άρθρων 341, 345, 346, 361, 574, 595, 681 του ΑΚ, 907 και 908 παρ. 1 στοιχ. στ΄ ΚΠολΔ, καθώς και σ’ αυτές της υπ’ αριθ. σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. 10368/ΕΓΔΕΚΟ 0521 κοινής Υπουργικής Απόφασης 2714/2011 Υπουργικής Απόφασης (ΦΕΚ Β 518/5-4-2011). Συνεπώς, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα δεδομένου ότι καταβλήθηκε το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. το υπ’ αριθ. … ηλεκτρονικό παράβολο της Γ.Γ.Π.Σ. σε συνδυασμό με την από 21-9-2017 ηλεκτρονική απόδειξη πληρωμής της τράπεζας ………
Από την εκτίμηση όλων, ανεξαιρέτως, των εγγράφων που νόμιμα προσκομίζει και επικαλείται η ενάγουσα αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με το ν.2932/2001 (άρθρο 21°) το Λιμενικό Ταμείο Λαυρίου, όπως και άλλα εννέα λιμενικά ταμεία της χώρας, μετετράπη σε ανώνυμη εταιρεία κοινής ωφέλειας με μοναδικό μέτοχο το Ελληνικό Δημόσιο και σκοπό τη διοίκηση και εκμετάλλευση της χερσαίας και θαλάσσιας ζώνης του λιμένος Λαυρίου. Περαιτέρω, δυνάμει της από …-2002 σύμβασης παραχώρησης που καταρτίστηκε μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία “Οργανισμός Λαυρίου ΑΕ”, το Ελληνικό Δημόσιο παραχώρησε προς τον Οργανισμό το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης και εκμετάλλευσης των γηπέδων, κτιρίων και εγκαταστάσεων της χερσαίας λιμενικής ζώνης του λιμένα Λαυρίου (άρθρο 1.1 σύμβασης), συμφωνήθηκε ότι η έννοια της εκμετάλλευσης περιλαμβάνει τη δυνατότητα αξιοποίησης των παραχωρούμενων για την παροχή με αντάλλαγμα λιμενικών υπηρεσιών και εξυπηρετήσεων σε χρήστες του λιμένα (άρθρο 3.1 (ιιι) και ότι η έγκριση των τιμολογίων θα πραγματοποιείται από ΔΣ της Ο.Λ.Λ. ΑΕ, σύμφωνα με το άρθρο 10 του Καταστατικού, αυξήσεις τιμολογίων μπορεί να πραγματοποιούνται μία φορά κατ’ έτος, τα δε τιμολόγια, ύστερα από αναπροσαρμογή τους, κοινοποιούνται στη μορφή στην οποία ισχύουν προς τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας (άρθρο 21). Στα πλαίσια των ανωτέρω αρμοδιοτήτων του, το ΔΣ του Ο.Λ.Λ. καθόρισε με την υπ’ αριθ. …/15-9-2010 απόφαση του την τιμολογιακή πολιτική της εταιρείας, για τον ελλιμενισμό σκαφών στη ζώνη Λαυρίου, την παροχή υπηρεσιών ηλεκτροδότησης και υδροδότησης και εν γένει την παροχή λιμενικών υπηρεσιών (βλ. την υπ’ αριθ. 10368/ΕΓΔΕΚΟ 0521 εγκριτική κοινή Υπουργική Απόφαση όπου μνημονεύεται η ως άνω απόφαση του Δ.Σ.).
Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η εναγομένη εταιρεία είναι πλοιοκτήτρια του υπό ελληνική σημαία σκάφους αναψυχής, νηολογίου Πειραιά με αριθμό …, Β΄κλάσης, μήκους 24,18 μ. το οποίο ελλιμενίσθηκε στη προβλήτα της ενάγουσας κατά το χρονικό διάστημα από 1-7-2014 έως 26-4-2017 και για το λόγο αυτό η τελευταία εξέδωσε τα αναφερόμενα στην αγωγή τιμολόγια παροχής υπηρεσιών ελλιμενισμού καθώς και τελών υδροδότησης και ηλεκτροδότησης του σκάφους, όπως αυτά είχαν καθοριστεί με την υπ’ αριθ. …/15-9-2010 απόφαση του Δ.Σ. Τις οικονομικές της υποχρεώσεις προς τον Ο.Λ.Λ. αποδέχθηκε η εναγομένη ελλιμενίζοντας το σκάφος στο λιμένα έως 26-4-2017 και τιμολογήθηκε με βάση την άνω απόφαση του ΔΣ του Ο.Λ.Λ.. Επίσης επειδή δεν αποδείχθηκε η κατάρτιση έγγραφης σύμβασης ελλιμενισμού του ως άνω σκάφους της εναγομένης στον Ο.Λ.Λ., , το σκάφος της δεν θεωρείται μόνιμο, αλλά διερχόμενο. Ειδικότερα, μόνιμα θεωρούνται τα σκάφη, για τα οποία έχει υπογραφεί σύμβαση ελλιμενισμού, η οποία υποχρεώνει τον Ο.Λ.Λ. να διαθέτει μόνιμη θέση για τον ελλιμενισμό του σκάφους, αποκλείοντας τρίτους από τη θέση αυτή και να παρέχει λιμενικές υπηρεσίες έναντι ανταλλάγματος. Αντιθέτως, διερχόμενα θεωρούνται τα σκάφη, για τα οποία δεν υπάρχει σύμβαση ελλιμενισμού, δεν υφίσταται υποχρέωση του Ο.Λ.Λ. να διαθέτει μόνιμη θέση εντός του λιμένος και ελλιμενίζονται υπό την απαραίτητη προϋπόθεση ότι υπάρχουν κενές θέσεις και για τα οποία (διερχόμενα) υπάρχουν ειδικές χρεώσεις. Περαιτέρω, λόγω της ερημοδικίας της εναγομένης αποδεικνύονται πλήρως οι πραγματικοί ισχυρισμοί που περιέχονται στο δικόγραφο της αγωγής τόσο ως προς τις υπηρεσίες που παρείχε η ενάγουσα όσο και ως προς την αξία τους, δεδομένου ότι θεωρούνται ως ομολογημένοι εκ μέρους της τελευταίας σύμφωνα με το άρθρο 352 παρ. 1 και την παρ. 3 του άρθρου 271 ΚΠολΔ που εφαρμόζονται στις ειδικές διαδικασίες κατ’ άρθρο 591§1 ΚΠολΔ, πλην των διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και τη συμβίωση (άρθρο 595 ΚΠολΔ) και των εργατικών διαφορών (άρθρο 621 ΚΠολΔ), και, επομένως ,εφαρμόζονται στην κρινόμενη περίπτωση (Μακρίδου ΕιδΔιαδικασίες, 2017, σ. 41). Κατόπιν τούτων, πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ’ ουσίαν και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των σαράντα έξι χιλιάδων οκτακοσίων πενήντα δύο ευρώ και εβδομήντα οκτώ λεπτών (46.852,78) με το νόμιμο τόκο από την έκτη ημέρα εκάστου μηνός που αφορούν τα οφειλόμενα μισθώματα μέχρι την εξόφληση. Περαιτέρω, η απόφαση δεν θα πρέπει να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, δεδομένου ότι λόγω και του χαρακτήρα της ενάγουσας εταιρείας ως επιχείρησης κοινής ωφελείας, δεν θα προκληθεί ανεπανόρθωτη βλάβη στην τελευταία από την καθυστέρηση εκτέλεσης της απόφασης. Ακόμη, τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας θα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εναγομένης λόγω της ερημοδικίας και της ήττας της (άρθρα 176, 184 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) κατά τα εκτιθέμενα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, λόγω της ερημοδικίας της εναγομένης, θα πρέπει να οριστεί το νόμιμο παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας (άρθρα 501, 502 παρ.1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εναγομένης.-
ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας από την εναγόμενη στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200€).-
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.-
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των σαράντα έξι χιλιάδων οκτακοσίων πενήντα δύο ευρώ και εβδομήντα οκτώ λεπτών (46.852,78) με το νόμιμο τόκο από την έκτη ημέρα εκάστου μηνός που αφορούν τα οφειλόμενα μισθώματα μέχρι την εξόφληση.-
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγόμενη στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων εννιακοσίων ευρώ (1.900 €).-
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την , χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ