Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

Αριθμός  απόφασης

3941/2019

(3500/1726/2019)

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

      ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αντιγόνη – Καλλιόπη Αδάμ, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης  και από τη Γραμματέα Ουρανία Γκίζα.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 4 Απριλίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

      ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: … του …, κατοίκου……, οδός … αρ. …, με ΑΦΜ … Δ.Ο.Υ. …, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου Δικηγόρου Στέφανου Λύρα, με Α.Μ. … του Δ.Σ. Πειραιά.

      ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Της εταιρείας με την επωνυμία «….», που εδρεύει στην ….., επί της … αρ. …, νομίμως εκπροσωπούμενης και 2) της εταιρείας με την επωνυμία «….», οι οποίες παραστάθηκαν δια της πληρεξούσιας Δικηγόρου Ανδρονίκης Μανατάκη, με ΑΜ … του Δ.Σ. Θεσσαλονίκης.

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η, από 11.04.2019, αγωγή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με γενικό αριθμό κατάθεσης 3500/2019 και ειδικό αριθμό κατάθεσης 1726/2019, προσδιορίσθηκε για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

     ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις τους.

ΑΦΟΥ  ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 1, 3, 5 του α.ν. 3276/1944 “περί συλλογικών συμβάσεων στη ναυτική εργασία”, ο οποίος εκδόθηκε στο Κάιρο και αναδημοσιεύτηκε στην Ελλάδα στις 6-7-1945 (ΦΕΚ Α`. 172), σύμφωνα με το άρθρο 8 της 21/1945 …, και εξακολουθεί να ισχύει, προκύπτει ότι οι συναπτόμενες μεταξύ οργανώσεων εφοπλιστών και εργατών θαλάσσης, από τις κρινόμενες από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας (Υ.Ε.Ν.) ως περισσότερο αντιπροσωπευτικές, συλλογικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας, που κυρώθηκαν με απόφαση του Υ.Ε.Ν. και δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αποκτούν χαρακτήρα κανονιστικής διοικητικής πράξης και θέτουν κανόνες δικαίου, που δεσμεύουν όχι μόνο τις συμβληθείσες οργανώσεις και τα μέλη τους, αλλά και όλες τις τυχόν υφιστάμενες μη συμβληθείσες οργανώσεις και τα μέλη τους, υπό την προϋπόθεση όμως ότι αφορούν πλοία τα οποία ανήκουν στην ίδια κατηγορία, η οποία προβλέφθηκε από τη συλλογική σύμβαση. Περαιτέρω, στο άρθρο 170 του ν. δ. 187/1973 “περί Κωδικός Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου” και υπό τον τίτλο “κατηγορίαι δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότης δρομολογήσεως”, ορίστηκε στην παραγρ. 1 ότι “διά π.δ. εκδιδομένου προτάσει του αρμοδίου υπουργού καθορίζονται: α) αι κατηγορίαι των προς εξυπηρέτησιν της μεταξύ των ελληνικών λιμένων μεταφοράς επιβατών δρομολογιακών γραμμών, β) η αρμοδιότης προς δρομολόγησιν πλοίων και καθορισμόν δρομολογίων εις τας γραμμάς αυτάς…..”. Βάσει της ως άνω εξουσιοδοτήσεως εκδόθηκε το π.δ. 814/1974 “περί καθορισμού κατηγοριών δρομολογιακών γραμμών και αρμοδιότητος δρομολογήσεως”, με το άρθρο 1 του οποίου ορίστηκε, ότι κατά την εφαρμογή του διατάγματος τούτου και υπό τον όρο “δρομολογιακή γραμμή” νοείται η σειρά των λιμένων προσεγγίσεως του επιβατηγού πλοίου προς εξυπηρέτηση δρομολογιακής γραμμής (περιπτ.ε`). Εξάλλου, με την ΥΑ 2242.5-1.5/77056/2017 (ΦΕΚ Β΄ 4005/17.07.2017) κυρώθηκε, για το έτος 2017, η Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων και με την ΥΑ 2242.5-1.5/80350/2018 (ΦΕΚ Β΄5084/14.11.2018) η όμοια ΣΣΝΕ για το έτος 2018, οι οποίες εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρο 38 αυτών, σε όλα τα επιβατηγά πλοία που εκτελούν πλόες αποστάσεως άνω των 30 ναυτικών μιλίων, ενώ για τα πλοία (πορθμεία) που εκτελούν πλόες αποστάσεως μέχρι 30 ναυτικών μιλίων, εφαρμόζεται για το έτος 2017 η ΣΣΕ Εργασίας Πληρωμάτων Πορθμείων Εσωτερικού, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.6/6695/2018 ΥΑ ( ΦΕΚ Β΄305 /02.02.2018) και για το έτος 2018 η όμοια ΣΣΝΕ που κυρώθηκε με την υπ’αριθ. 2242.5-1.6/88047/2018 ΥΑ (ΦΕΚ Β΄  5592 /12.12.2018). Όπως συνάγεται από τις ανωτέρω διατάξεις, με τον όρο της εκτελέσεως πλόων μεταξύ λιμένων εσωτερικού μέχρι 30 ναυτικών μιλίων ή άνω των 30 ναυτικών μιλίων από την αφετηρία στον λιμένα προορισμού, νοείται το σύνολο της δρομολογιακής γραμμής, όπως αυτή προκύπτει από την περί δρομολογήσεως του πλοίου σχετική διοικητική πράξη, είναι δε αδιάφορο εάν κατά την εκτέλεσή του το δρομολόγιο πραγματοποιείται εκάστοτε εξολοκλήρου ή εν μέρει. Περαιτέρω, το μήκος της δρομολογιακής γραμμής, το οποίο έχει σημασία για την εφαρμοστέα εκάστοτε συλλογική σύμβαση ή υπουργική απόφαση, δηλαδή εάν θα εφαρμοστούν οι ΣΣΕ για πλοία, που εκτελούν πλόες αποστάσεως μέχρι 30 ναυτικών μιλίων ή οι αναφερόμενες σε ακτοπλοϊκά πλοία, τα οποία εκτελούν μεγαλύτερες διαδρομές, εξευρίσκεται λαμβανομένων υπόψη και των αποστάσεων των ενδιαμέσων λιμένων, στους οποίους προσεγγίζει το πλοίο κατά τους ορισμούς της περί δρομολογήσεως αυτού διοικητικής πράξης, αναφέρεται δε σε καθαρώς τεχνικής φύσεως ζήτημα, γι` αυτό και λαμβάνεται υπό ψη η περί τούτου βεβαίωση της αρμόδιας κρατικής υπηρεσίας, κατά τις γενόμενες επίσημες μετρήσεις. Εξ άλλου, η εφαρμογή για το πλήρωμα των ΣΣΝΕ πληρωμάτων ακτοπλοϊκών επιβατηγών πλοίων, εφόσον το πλοίο, με βάση την οικεία διοικητική πράξη, έχει δρομολογηθεί για να εκτελεί πλόες αποστάσεως άνω των 30 ναυτικών μιλίων υπό την προεκτεθείσα έννοια, είναι, ως ευνοϊκότερη για τον εργαζόμενο ναυτικό, γενική και καθολική και όταν ακόμη το ίδιο πλοίο εκτελεί παραλλήλως και πλόες πορθμείου, δηλαδή δρομολόγια αποστάσεως μέχρι 30 ναυτικών μιλίων (ΕφΠατρ 125/2008 ΕΠΙΣΚΕΔ 2008/550, ΕφΠατρ 100/2007 ΕΠΙΣΚΕΜΠΔ 2007/523, ΕφΠατρ 1024/2007 ΑΧΑΝΟΜ 2008/642).

ΙΙ. Με τη διάταξη του άρθρου 479 Α.Κ., στην οποία ορίζεται ότι: “αν με σύμβαση μεταβιβάστηκε περιουσία ή επιχείρηση, αυτός που αποκτά ευθύνεται απέναντι στο δανειστή έως την αξία των μεταβιβαζομένων στοιχείων για τα χρέη που ανήκουν στην περιουσία ή στην επιχείρηση. Η ευθύνη αυτού που μεταβιβάζει εξακολουθεί να υπάρχει. …”, καθιερώνεται αναγκαστική εκ του νόμου σωρευτική αναδοχή των χρεών με την έννοια του άρθρου 477 Α.Κ. και δημιουργείται έτσι παθητική εις ολόκληρον ενοχή μεταξύ του μεταβιβάζοντος και του αποκτώντος, από αυτούς δε τους δύο ο μεν πρώτος ευθύνεται απεριόριστα, ο δε δεύτερος περιορισμένα και συγκεκριμένα μέχρι την αξία των μεταβιβαζομένων κατά το χρόνο της μεταβίβασης. Στρεφόμενος ο δανειστής κατά του αποκτώντος, οφείλει, για την πληρότητα του δικογράφου, σύμφωνα με τα άρθρα 111, 117, 118 και 216 ΚΠολΔ, να αναφέρει (και αν αμφισβητηθούν να αποδείξει), τα εξής στοιχεία: α) τη σύμβαση μεταβιβάσεως περιουσίας ή επιχειρήσεως ή άλλο νόμιμο λόγο που θεμελιώνει τη μεταβίβαση, λ.χ. μονομερή δικαιοπραξία, διάταξη νόμου κ.λπ., β) την απαίτηση του εναντίον εκείνου που μεταβίβασε την επιχείρηση ή περιουσία του και γ) αν έχουν μεταβιβασθεί μεμονωμένα περιουσιακά στοιχεία που εξαντλούν την περιουσία ή το σημαντικότερο μέρος αυτής, το γεγονός ότι τούτο το γνώριζε υπό τις εκτιθέμενες ειδικές συνθήκες ο εναγόμενος (βλ. ΕφΘεσ 922/2006 ό.π.), δεν αποτελεί όμως στοιχείο της κατά αυτού αγωγής η αναφορά και η αξία των περιουσιακών στοιχείων που μεταβιβάστηκαν, καθόσον η μέχρι της αξίας αυτών ευθύνη εκείνου που απέκτησε προβάλλεται μόνο κατ` ένσταση (βλ. ΑΠ.318/2008 ΕλλΔνη 2009.482, ΑΠ 684/1993 ΕλλΔνη 1994.1306, 610, ΕφΑθ 9083/1990 ΕλλΔνη 31,1519). Για τη δημιουργία, όμως, της σωρευτικής αυτής αναδοχής απαιτείται να περιλαμβάνει η μεταβίβαση ένα προς ένα όλα τα στοιχεία, που συνιστούν το ενεργητικό της περιουσίας, έστω και αν εξαιρέθηκαν από αυτήν αντικείμενα ασήμαντης αξίας. Επί μεταβιβάσεως μεμονωμένων αντικειμένων, πρέπει αυτά να αποτελούν όλο το ενεργητικό της περιουσίας ή το σημαντικότερο ποσοστό αυτής. Επιπλέον, ο αποκτών πρέπει να τελούσε εν γνώσει, ότι του μεταβιβάστηκε όλη περιουσία ως σύνολο ή το σημαντικότερο ποσοστό της. Η γνώση αυτή θεωρείται ότι υπάρχει και όταν, ενόψει των συνθηκών υπό τις οποίες έγινε η μεταβίβαση, γνώριζε ο αποκτών την εν γένει περιουσιακή κατάσταση του μεταβιβάζοντος και μπορούσε να αντιληφθεί, ότι η περιουσία που του μεταβιβάστηκε αποτελούσε το σύνολο αυτής ή το σημαντικότερο ποσοστό της (Α.Π.451/2012, Α.Π.909 και 910/2010, Α.Π.1384/2005, Εφ.Πειρ.94/2011,Εφ.Πειρ.726/2010,Εφ.Πειρ.849/2008,Εφ.Πειρ.621/2008, Εφ.Πειρ.483/2008 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Στην περίπτωση δε κατά την οποία μεταβιβάσθηκε επιχείρηση ή άλλη περιουσιακή ομάδα, ως τέτοια, η γνώση του αποκτώντος προκύπτει από αυτή την ίδια τη σύμβαση και, ως εκ τούτου, δεν παρίσταται ανάγκη να γίνει ιδιαίτερη επίκληση και απόδειξη αυτής (Α.Π.829/2003, Α.Π.591/2002, Εφ.Πειρ.726/2010 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ). Ως επιχείρηση η ελληνική νομολογία αντιλαμβάνεται και το εν λειτουργία ευρισκόμενο πλοίο (Α.Π.1129/1983 ΝοΒ 32.667, Εφ.Πειρ.207/2011 – “Νόμος”), πολύ περισσότερο μάλιστα διότι συνηθέστατος τύπος της εκμεταλλεύσεως πλοίου είναι η «μονοβάπορη» εταιρεία (Εφ.Πειρ.726/2010, με περαιτέρω παραπομπές στη θεωρία και τη νομολογία). Ως χρέη της περιουσίας που μεταβιβάστηκε νοούνται οποιασδήποτε φύσεως, είτε από σύμβαση είτε από αδικοπραξία (εκτός των προσωποπαγών), αρκεί ο γενεσιουργός αυτών νομικός λόγος να υπήρχε κατά το χρόνο της μεταβιβάσεως,  με την έννοια δε αυτή περιλαμβάνονται και εκείνα που κατά το χρόνο της μεταβιβαστικής συμβάσεως τελούν υπό προθεσμία ή αίρεση, καθώς και εκείνα που προέρχονται από μεταβολή ή επέκταση της ενοχής, η οποία υπήρχε κατά το χρόνο της μεταβιβάσεως. Για την ευθύνη του αποκτώντος δεν απαιτείται να γνώριζε αυτός την ύπαρξη των χρεών, κατά το χρόνο της μεταβιβάσεως ούτε επίσης απαιτείται αυτά να είχαν αναγνωρισθεί δικαστικώς σε δίκη μεταξύ του μεταβιβάζοντος οφειλέτη και του δανειστή μέχρι το χρόνο της μεταβιβάσεως (Α.Π.909/2010, Α.Π.1948/2008 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ), αρκεί μόνο ο νομικός λόγος γενέσεώς τους να έχει προηγηθεί της μεταβιβάσεως, ακόμη και αν αυτά κατέστησαν μεταγενεστέρως ληξιπρόθεσμα και απαιτητά (Α.Π. 1154/1998 ΕλλΔ/νη 1998.1572). Με τις παραπάνω διατάξεις επεκτείνεται απλώς ο ενοχικός δεσμός και στο πρόσωπο του αποκτώντος την περιουσία, ο οποίος καθίσταται πρόσθετος οφειλέτης του ίδιου χρέους, που περιέρχεται σε αυτόν στην κατάσταση που βρισκόταν κατά τον χρόνο της μεταβιβάσεως, χωρίς να μεταβάλλεται η φύση και το περιεχόμενό του εκ του ότι, μετά τη μεταβίβαση, η ενοχή κάθε συνοφειλέτη είναι αυτοτελής ως προς την ύπαρξη και την εξέλιξή της, αφού τα γεγονότα που αφορούν τους συνοφειλέτες μπορεί να ενεργούν αντικειμενικά για όλους ή υποκειμενικά για τον έναν από αυτούς, σύμφωνα με τα άρθρα 483-486 Α.Κ. (Α.Π.776/2003 ΕλλΔνη 2005.163, Εφ.Πειρ.207/2011 – “Νόμος”). Μεταξύ δε των άνω συνοφειλετών υπάρχει απλή ομοδικία (ΕφΠειρ. 4/2019, Εφ.Πειρ.207/2011 Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, Εφ.Θεσ.424/2008 Αρμ 2009.534, Εφ.Αθ.6812/2005 ΔΕΕ 2006.71, ΕφΠειρ (Μον) 582/2014 – “Νόμος”).

Εν προκειμένω, με την υπό κρίση αγωγή, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε και με την οποία δηλώνεται παραίτηση εκ του δικογράφου της υπ’ αρ. κατ. 5933/2018 αγωγής του ενάγοντος ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά της πρώτης των εναγομένων, ο ενάγων εκθέτει ότι με σύμβαση εξαρτημένης ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που καταρτίστηκε στον Πόρο Κεφαλονιάς, στις 16.12.2017, μεταξύ του ιδίου και της πρώτης εναγόμενης εταιρείας, προσλήφθηκε από την τελευταία, πλοιοκτήτρια του, υπό ελληνική σημαία, με αριθμό νηολογίου Πειραιά …, Ε/Γ-Ο/Γ πλοίου, με το όνομα «…», κ.ο.χ. … και ναυτολογήθηκε σε αυτό, με την ειδικότητα του Ναύτη, σύμφωνα με τους όρους και τις συμφωνίες της εκάστοτε ισχύουσας ΣΣΝΕ Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων. Ότι εργάστηκε στο ως άνω πλοίο, υπό την προαναφερόμενη ειδικότητα, έως τις 09.07.2018, οπότε απολύθηκε από αυτό, στο λιμάνι της Σάμης, «αμοιβαία συναινέσει» και ότι καθ΄ όλο το χρονικό διάστημα της ναυτολόγησής του στο πλοίο πραγματοποιούσε υπερωριακή απασχόληση, αφού εργαζόταν καθημερινά, ως ημερεργάτης, επί 15 ώρες, κατόπιν σχετικής εντολής του Πλοιάρχου, χωρίς να λαμβάνει τη νόμιμη προς τούτο αμοιβή. Ότι, επιπλέον, του οφείλεται πρόσθετη αμοιβή για τα δρομολόγια εξπρές που πραγματοποιούσε το πλοίο και δη για τα πέραν των πέντε δρομολογίων εβδομαδιαίως, που εκτελούνταν κατά τις νυχτερινές ώρες, η νόμιμη αμοιβή για τη συμμετοχή του στη φορτοεκφόρτωση των οχημάτων (επίδομα έχμασης), αλλά και δώρα εορτών, σύμφωνα με τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο δικόγραφο. Ότι στις 19.12.2018 η πρώτη εναγομένη πώλησε το ένδικο πλοίο στη δεύτερη, η οποία απέκτησε αυτό σαν ομάδα περιουσίας, εν γνώσει του ότι η πωλήτρια εταιρεία δεν είχε άλλα εμφανή και άξια λόγου περιουσιακά στοιχεία και ότι το μεταβιβαζόμενο πλοίο αποτελούσε το μοναδικό σημαντικό περιουσιακό της στοιχείο. Με βάση το ανωτέρω ιστορικό, ο ενάγων, ζητεί, κατόπιν παραδεκτού περιορισμού της αγωγής του, με δήλωση του πληρεξούσιου Δικηγόρου του, που καταχωρίσθηκε στα πρακτικά συνεδρίασης και επαναλαμβάνεται στις έγγραφες προτάσεις του (άρθ. 223, όπως αντικ. από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, ΦΕΚ Α΄87/23.07.2015, 295§1 Κ.Πολ.Δ.) με τη μερική τροπή του καταψηφιστικού αιτήματός της σε έντοκο αναγνωριστικό: Α. να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστη, η πρώτη ως πλοιοκτήτρια του πλοίου και με βάση τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του και η δεύτερη ως αποκτώσα το πλοίο σαν ομάδα περιουσίας, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 479 του ΑΚ, να του καταβάλουν, για το επίδικο διάστημα ναυτολόγησής του κατά το έτος 2017: το ποσό των 1.381,01€ για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, το ποσό των 2.335,17€ για πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές, το ποσό των 69,12€ για επίδομα έχμασης και το ποσό των 500,06€ για Δώρο Χριστουγέννων και για το επίδικο διάστημα ναυτολόγησής του κατά το έτος 2018: το ποσό των 12.663,30€ για αμοιβή υπερωριακής εργασίας, το ποσό των 1.807,75€ για επίδομα έχμασης, το ποσό των 2.288,12€ για Δώρο Πάσχα και το ποσό των 711,98€ για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων, προσέτι δε να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγομένων, ευθυνόμενων ως ανωτέρω, να του καταβάλουν, για πρόσθετη αμοιβή δρομολογίων εξπρές κατά το τελευταίο ως άνω διάστημα ναυτολόγησής του, το ποσό των 25.872,01€, όλα δε τα ανωτέρω νομιμότοκα από τον χρόνο απόλυσής του (09.07.2018), άλλως από την επίδοση της κρινόμενης αγωγής. Ζητεί, επίσης, να κηρυχθεί η απόφαση που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενες εταιρείες στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα η κρινόμενη αγωγή παραδεκτά φέρεται προς εκδίκαση στο Δικαστήριο αυτό, το οποίο είναι καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12, 13, 14 παρ. 2, 16 περ. 2 του Κ.Πoλ.Δ. και άρθρο 51 παρ. 2 και 3Α του Ν.2.172/1993, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), κατά την προκείμενη ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρο 614 αρ.3, 621επ Κ.Πολ.Δ., όπως αντικ. από άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν. 4335/2015, ΦΕΚ Α΄87/23.07.2015), είναι δε επαρκώς ορισμένη, παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από τις εναγόμενες, αφού όταν ζητείται η καταβολή υπερωριακής αμοιβής στον ναυτικό, αρκεί να προκύπτουν οι ώρες υπερωριακής απασχόλησής του και δεν είναι αναγκαίο να αναφέρονται στην αγωγή οι κατ’ ιδίαν εργασίες, ο χρόνος που έγιναν αυτές (ούτε δρομολόγια του πλοίου, ο προορισμός του, τα ενδιάμεσα λιμάνια και η ώρα απασχόλησής του), αν υπήρχε ανάγκη και το πρόσωπο που έδωσε την εντολή. Στην ένδικη αγωγή αναφέρονται, εκτός από τα στοιχεία που απαιτούνται για όλες τις αξιώσεις από ναυτεργατική σύμβαση και συγκεκριμένα ο χρόνος σύναψής της, το είδος της εργασίας και η συμφωνία σχετικά με τον τρόπο αμοιβής του ενάγοντος, η διάρκεια της καθημερινής του απασχόλησης για όλο το κρίσιμο διάστημα, από την οποία, με σαφήνεια και ακρίβεια προκύπτουν οι ώρες της κανονικής, αλλά και της υπερωριακής εργασίας του, στοιχεία που, κατ’ άρθρο 216 παρ. 1 και 591 παρ. 1 του ΚΠολΔ, είναι αρκετά και καθιστούν έτσι πλήρως ορισμένη την αγωγή κατά το κεφάλαιο της αυτό (ΑΠ 1686/2007, ΕφΛαμ 22/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 994/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 140/2004 Ε.Ν.Δ. 2004.114, ΕφΠειρ 984/2007 αδημ., ΕφΠειρ 901/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΠειρ 1875/2009). Περαιτέρω, η αγωγή τυγχάνει νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 346, 479, 481 επ., 648, 653, 655 ΑΚ, 68, 70, 176, 907 και 908 παρ. 1 περ. ε΄ΚΠολΔ, άρθρα 1, 2, 53, 54, 55, 84 του ΚΙΝΔ, άρθρο μόνο της Υ.Α. 70109/8008 (Εμπορικής Ναυτιλίας) της 14.12.81/7.1.82 «Προϋποθέσεις χορηγήσεως επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα στους δικαιουμένους ναυτικούς» (ΦΕΚ Β΄1/1982) και των διατάξεων των Συλλογικών Συμβάσεων Ναυτικής Εργασίας, που εκτίθενται κατωτέρω, όσον αφορά δε το παρεπόμενο αίτημα περί κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής, σημειώνεται ότι αυτό, μετά τον ως άνω περιορισμό της αγωγής, τυγχάνει νόμιμο μόνο ως προς το καταψηφιστικό σκέλος της, ενώ πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμο, ως προς το αντίστοιχο αναγνωριστικό, καθόσον με προσωρινή εκτελεστότητα εξοπλίζονται οι καταψηφιστικές και όχι οι αναγνωριστικές αποφάσεις, η ενέργεια των οποίων εξαντλείται στο δεδικασμένο που απορρέει από αυτές (ΕφΠειρ 1014/1992 ΑρχΝ1993.63, ΕφΑθ 3702/1986 ΕλλΔνη 1986.706). Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει η αγωγή να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι για το καταψηφιστικό αντικείμενό της, κατά το ποσό που υπερβαίνει το προβλεπόμενο επί εργατικών διαφορών ελάχιστο όριο απαλλαγής από την καταβολή δικαστικού ενσήμου [ήτοι 20.000,00 ευρώ, βλ. άρθρ. 71 ΕισΝΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 17 του ν. 2479/1997 και όπως το δεύτερο εδάφιο αυτού προστέθηκε με το άρθρο 40 του  Ν. 4488/2017 (ΦΕΚ Α’ 137/13-09-2017)] ο ενάγων προσκομίζει, με επίκληση, το, με αριθμό 277400157959 0719 0047, ηλεκτρονικό παράβολο δικαστικού ενσήμου και την, από 20.05.2019, απόδειξη εξόφλησης αυτού.

Από την εκτίμηση του περιεχομένου όλων, ανεξαιρέτως, των εγγράφων, που προσκομίζουν, νομίμως, με επίκληση, οι διάδικοι, εκ των οποίων άλλα λαμβάνονται υπόψην προς άμεση απόδειξη και άλλα για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (μεταξύ των οποίων και οι προσκομιζόμενες, με επίκληση, από τις εναγόμενες, υπ΄αριθ. 21.096 και 21.099/12.02.2019, ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αργοστολίου Άννας ΚΕΚΑΤΟΥ, οι οποίες δόθηκαν προς αντίκρουση της υπ΄ αριθ. έκθ. κατ. 5933/2018 αγωγής του ενάγοντος κατά των εναγομένων, από το δικόγραφο της οποίας παραιτήθηκε με την κρινόμενη αγωγή), ακόμη και αν δεν πληρούν τους όρους του νόμου, από την προσκομιζόμενη, με επίκληση, από τις εναγόμενες υπ’ αριθ. 3.449/12.02.2019 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Συμβολαιογράφου Ξηρομέρου Κωνσταντίνας ΤΖΟΓΑΝΗ, που δόθηκε κατόπιν νόμιμης και εμπρόθεσμης κλήτευσης του ενάγοντος (βλ. την υπ’ αριθ. 4673Γ/07.02.2019 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά Νικολάου Ζηλάκου, σε συνδυασμό με την, από 06.02.2019, κλήση προς τον ενάγοντα) και μη λαμβανομένης υπόψην της προσκομιζόμενης, με επίκληση, από τον ενάγοντα, υπ’ αριθ. 953/13.05.2019, ένορκης βεβαίωσης του … Τζιαφέτα ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, ελλείψει κλητεύσεως της πρώτης των εναγομένων [ειδικότερα, από την υπ’ αριθ. 7228Δ/25.04.2019 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά Κωνσταντίνου Καλύβα αποδεικνύεται ότι η, από 24.04.2019, κλήση του ενάγοντος για την εξέταση του ως άνω μάρτυρα, επιδόθηκε στην εταιρεία με την επωνυμία «ΚEFALONIAN LINES 1 N.E.» και όχι στην εναγομένη, με επωνυμία «ΚEFALONIAN LINES N.E.». Όπως δε αποδεικνύεται από τις βεβαιώσεις έναρξης εργασιών της Δ.Ο.Υ. Πλοίων Πειραιά, που προσκομίζονται από την πρώτη εναγομένη, η οποία και προβάλει  ισχυρισμό περί μη κλήτευσής της, η ως άνω εταιρεία στην οποία επιδόθηκε η κλήση είναι διαφορετικό νομικό πρόσωπο με διαφορετικό ΑΦΜ -η πρώτη εναγομένη έχει ΑΦΜ 997369742 και η «ΚEFALONIAN LINES 1 N.E.» 997213030. Επομένως, η ως άνω ένορκη βεβαίωση αποτελεί ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο,  εφόσον η προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου αποτελεί στοιχείο του υποστατού αυτής και δεν λαμβάνεται υπόψην, ούτε και έναντι της δεύτερης εναγομένης, η οποία έχει κλητευθεί νομίμως και εμπροθέσμως και παρά το γεγονός ότι οι εναγόμενες συνδέονται με δεσμό απλής και όχι αναγκαίας ομοδικίας (βλ. επ΄αυτού ΑΠ  580/2016, ΑΠ 1201/2012, σε ΤΝΠ Νόμος)] αποδεικνύονται τα ακόλουθα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: ο ενάγων, ο οποίος τυγχάνει απογεγραμμένος Έλληνας ναυτικός, δυνάμει σύμβασης εξαρτημένης ναυτικής εργασίας, που καταρτίστηκε στην Καλλιθέα Αττικής, στις 16.12.2017, μεταξύ αυτού και της πρώτης εναγομένης, πλοιοκτήτριας του, με ελληνική σημαία, επιβατηγού – οχηματαγωγού πλοίου «…», με αριθμό Νηολογίου Πειραιά …, κ.ο.χ. …, προσλήφθηκε και ναυτολογήθηκε στο ως άνω πλοίο αυθημερόν, ως ναύτης και απασχολήθηκε σε αυτό έως την 09.07.2018, οπότε απολύθηκε, στο λιμάνι της Σάμης Κεφαλληνίας, «αμοιβαία συναινέσει». Η σύμβαση εργασίας του ενάγοντος ορίστηκε ως ορισμένου χρόνου και δη με διάρκεια έως την 16.02.2018, μετά την πάροδο της οποίας ωστόσο ο ίδιος συνέχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του, υπό την προαναφερόμενη ειδικότητα, χωρίς εναντίωση της εργοδότριας εταιρείας, με αποτέλεσμα αυτή να τραπεί σε αορίστου χρόνου, υπό τους ίδιους όρους, ενώ οι αποδοχές του ορίστηκαν ως οι προβλεπόμενες από την εκάστοτε ισχύουσα ΣΣΕ ακτοπλοΐας (βλ. σύμβαση ναυτολόγησης, κεφάλαιο «ΜΙΣΘΟΙ»). Το ένδικο πλοίο, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, εκτελούσε, κατόπιν σχετικών αποφάσεων του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, δρομολόγια στις γραμμές α) Κυλλήνη –  Ιθάκη – Σάμη – Πάτρα, β) Πάτρα – Σάμη – Ιθάκη – Πόρος – Κυλλήνη, γ) Κυλλήνη – Ζάκυνθος και δ) Κυλλήνη – Πόρος. Ειδικότερα, κατά το χρονικό διάστημα από 01.11.2017 έως 30.03.2018 και από 16.04.2018 έως 06.07.2018 το πλοίο εκτελούσε το ακόλουθο δρομολόγιο: – Από Δευτέρα έως Παρασκευή με ώρα αναχώρησης από Κυλλήνη στις 5.45, άφιξη στον Πισαετό Ιθάκης στις 7.40, αναχώρηση στις 7.50, άφιξη στη Σάμη Κεφαλληνίας στις 8.15, αναχώρηση στις 8.30, άφιξη στην Πάτρα στις 11.15, αναχώρηση στις 12.00, άφιξη στη Σάμη στις 14.45, αναχώρηση στις 15.15, άφιξη στον Πισαετό Ιθάκης στις 15.45, αναχώρηση στις 16.00, άφιξη στον Πόρο Κεφαλληνίας στις 16.50, αναχώρηση στις 17.15 και επιστροφή στην Κυλλήνη στις 18.35, αναχώρηση από Κυλλήνη στις 19.00, άφιξη στον Πόρο στις 20.35, αναχώρηση στις 21.00 και επιστροφή στην Κυλλήνη στις 22.20, όπου το πλοίο διανυκτέρευε. Κάθε Σάββατο το πλοίο είχε αναχώρηση από Κυλλήνη στις 5.45, άφιξη στον Πισαετό Ιθάκης στις 7.40, αναχώρηση στις 7.50, άφιξη στη Σάμη στις 8.15, αναχώρηση στις 8.30, άφιξη στην Πάτρα στις 11.15, αναχώρηση στις 12.00, άφιξη στη Σάμη στις 14.45, αναχώρηση στις 15.15, άφιξη στον Πισαετό Ιθάκης στις 15.45, αναχώρηση στις 16.00, άφιξη στον Πόρο στις 16.50, αναχώρηση στις 17.15, άφιξη στην Κυλλήνη στις 18.35, αναχώρηση στις 19.00 και άφιξη στη Σάμη στις 20.55, όπου διανυκτέρευε. Την Κυριακή είχε αναχώρηση από Σάμη στις 7.15, άφιξη στον Πισαετό Ιθάκης στις 7.40, αναχώρηση στις 7.50, άφιξη στη Σάμη στις 8.15, αναχώρηση στις 8.30, άφιξη στην Πάτρα στις 11.15, αναχώρηση στις 12.00, άφιξη στη Σάμη στις 14.45, αναχώρηση στις 15.15, άφιξη στον Πισαετό Ιθάκης στις 15.45, αναχώρηση στις 16.00, άφιξη στον Πόρο στις 16.50, αναχώρηση στις 17.15 και επιστροφή στην Κυλλήνη στις 18.35, αναχώρηση από Κυλλήνη στις 19.00, άφιξη στον Πόρο στις 20.35, αναχώρηση στις 21.00 και επιστροφή στην Κυλλήνη στις 22.20, όπου διανυκτέρευε. Βάσει των ως άνω εκτελούμενων πλόων και δεδομένου ότι η απόσταση Κυλλήνη – Ιθάκη – Σάμη – Πάτρα είναι μεγαλύτερη των 30 ναυτικών μιλίων, κατά το ανωτέρω επίδικο διάστημα το πλοίο εκτελούσε ακτοπλοϊκούς πλόες και έπρεπε, επομένως, ο ενάγων να αμείβεται με βάση τη ΣΣΝΕ πληρωμάτων επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων και όχι με βάση τη ΣΣΝΕ πληρωμάτων πορθμείων εσωτερικού, καθώς το δρομολόγιο Πόρος – Κυλλήνη, που είναι μικρότερο των 30 ναυτικών μιλίων, εντάσσεται κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, σύμφωνα με την οικεία διοικητική πράξη, στη δρομολογιακή γραμμή Πάτρα – Σάμη – Ιθάκη – Πόρος – Κυλλήνη, το μήκος της οποίας λαμβάνεται υπόψιν για να εξευρεθεί η εφαρμοστέα ΣΣΝΕ και δεν αποτελεί αυτοτελές δρομολόγιο, όπως αβάσιμα διατείνονται οι εναγόμενες, ενώ, σε κάθε περίπτωση, όπως εκτέθηκε στη μείζονα σκέψη της παρούσας (υπό στοιχείο Ι), εφόσον το πλοίο έχει δρομολογηθεί για να εκτελεί πλόες αποστάσεως άνω των 30 ναυτικών μιλίων υπό την προεκτεθείσα έννοια, εφαρμοστέα τυγχάνει η ευνοϊκότερη για τον εργαζόμενο ναυτικό ΣΣΕ ακτοπλοΐας, και όταν ακόμη το ίδιο πλοίο εκτελεί παραλλήλως και πλόες πορθμείου, δηλαδή δρομολόγια αποστάσεως μέχρι 30 ναυτικών μιλίων. Εξάλλου, και στην ατομική σύμβαση εργασίας του ενάγοντος ορίστηκε εφαρμοστέα η εκάστοτε ισχύουσα ΣΣΕ ακτοπλοΐας, σύμφωνα με την οποία γινόταν και η μισθοδοσία του, όπως προκύπτει από το ύψος του μισθού ενεργείας και των επιδομάτων που του καταβάλλονταν. Περαιτέρω, κατά το χρονικό διάστημα ναυτολόγησης του ενάγοντος από 31.03.2018 έως 15.04.2018 (περίοδος Πάσχα) και από 07.07.2018 έως 09.07.2018 το πλοίο είχε δρομολογηθεί στη γραμμή Κυλλήνης – Ζακύνθου και Κυλλήνης – Πόρου Κεφαλληνίας και ειδικότερα εκτελούσε το ακόλουθο δρομολόγιο: καθημερινά, από Δευτέρα έως και Κυριακή, το πλοίο αναχωρούσε από το λιμάνι της Ζακύνθου στις 05.00, με άφιξη στην Κυλλήνη στις 06.15, αναχώρηση στις 06.45, άφιξη στη Ζάκυνθο στις 08.00, αναχώρηση στις 08.30, άφιξη στην Κυλλήνη στις 09.45, αναχώρηση στις 10.15, άφιξη στον Πόρο Κεφαλληνίας στις 11.45, αναχώρηση στις 13.00, άφιξη στην Κυλλήνη στις 14.30, αναχώρηση στις 15.00, άφιξη στη Ζάκυνθο στις 16.15, αναχώρηση στις 17.30, άφιξη στην Κυλλήνη στις 08.45, αναχώρηση στις 20.00 και άφιξη στη Ζάκυνθο στις 21.15, όπου διανυκτέρευε. Κατά το ανωτέρω διάστημα το ένδικο πλοίο ήταν δρομολογημένο σε πορθμειακές γραμμές (Κυλλήνη – Ζακύνθος: 18 ναυτικά μίλια και Κυλλήνη – Πόρος Κεφαλληνίας: 23 ναυτικά μίλια), πλην όμως, όπως προεκτέθηκε, μεταξύ των συμβαλλομένων μερών είχε συμφωνηθεί, με ρητό όρο στην ατομική σύμβαση εργασίας του ενάγοντος, όπως καταβάλλονται οι αποδοχές, τα επιδόματα και η υπερωριακή αποζημίωση της εκάστοτε ισχύουσας ΣΣΝΕ ακτοπλοΐας, αλλά και εν τοις πράγμασι η πλοιοκτήτρια εταιρεία του κατέβαλλε τον προβλεπόμενο από την ισχύουσα ΣΣΝΕ ακτοπλοΐας μισθό και κατά το ως άνω διάστημα της ναυτολόγησής του. Η συμφωνία αυτή των διαδίκων είναι έγκυρη και ισχυρή, καθώς οι προβλεπόμενες από τη ΣΣΕ ακτοπλοΐας αποδοχές είναι ανώτερες των προβλεπόμενων από τη ΣΣΕ πορθμείων και συνεπώς βασίμως ο ενάγων αξιώνει υπερωριακή αμοιβή και επιδόματα σσε σύμφωνα με την πρώτη. Ειδικότερα εφαρμοστέες στη σύμβαση εργασίας του ενάγοντος ήταν, διαδοχικά, η, από 17.08.2017, Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων για το έτος 2017, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/77056/2017 ΥΑ (ΦΕΚ Β΄ 4005/17.07.2017), η οποία διέπει την επίδικη σύμβαση από 16.12.2017 έως 31.12.2017 και η όμοια ΣΣΝΕ για το έτος 2018, που κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.5/80350/2018 ΥΑ (ΦΕΚ Β΄5084/14.11.2018), η οποία διέπει την επίδικη σύμβαση από 01.01.2018 έως την απόλυση του ενάγοντος, την 09.07.2018, στις οποίες συνεπώς νομίμως ερείδεται η κρινόμενη αγωγή. Επισημαίνεται δε ότι οι προμνησθείσες ΣΣΝΕ ακτοπλοΐας καταλαμβάνουν τον ενάγοντα και την εργοδότρια πρώτη εναγομένη και ως προς τους περί αναδρομικής ισχύος τους όρους, καθόσον οι διάδικοι ήταν μέλη των οργανώσεων που είχαν συμβληθεί, για τη σύναψή τους, όπως προκύπτει αφενός από τις κρατήσεις υπέρ Π.Ν.Ο., που γίνονταν από τον μισθό του ενάγοντος και αφετέρου από το γεγονός ότι η εναγομένη δεν αρνείται την ιδιότητά της ως μέλους του συμβαλλόμενου σε αυτές Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ). Οι εναγόμενες ισχυρίζονται ότι οι ως άνω ΣΣΝΕ εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση στην επίδικη σύμβαση εργασίας από τον χρόνο δημοσίευσής τους και για όσο διαρκεί η ισχύς τους, ήτοι ότι εφαρμοστέα τυγχάνει μόνο η ΣΣΝΕ του έτους 2017 και μόνο για το χρονικό διάστημα από 16.12.2017 έως 31.12.2017, αφού η κυρωτική υπουργική απόφαση της ΣΣΝΕ του έτους 2018 δημοσιεύτηκε μετά την αποναυτολόγηση του ενάγοντος και ότι, κατ’ επέκταση, οι μισθολογικοί όροι της απασχόλησης του ενάγοντος αποτελούσαν αντικείμενο ελεύθερης μεταξύ τους συμφωνίας, στο πλαίσιο της οποίας συνομολογήθηκε «κλειστός μισθός», στον οποίον  συμπεριλαμβάνονταν τυχόν υπερωρίες και άλλα επιδόματα. Ο ισχυρισμός, ωστόσο, αυτός των εναγομένων τυγχάνει αβάσιμος, καθώς, όπως προεκτέθηκε, ο ενάγων και η πρώτη εναγομένη, ως μέλη των συμβαλλόμενων οργανώσεων, δεσμεύονται ενοχικά από την καταρτισθείσα ΣΣΕ, πριν την κύρωσή της με την ΥΑ, δεδομένου και ότι η επίδικη σύμβαση εργασίας ήταν ενεργός και δεν είχε λυθεί κατά τον χρόνο έναρξης της ισχύος της ΣΣΕ του 2018 και επομένως αλυσιτελώς προβάλλεται από τις εναγόμενες ο ισχυρισμός περί έλλειψης νομοθετικής εξουσιοδότησης για την έκδοση διοικητικής πράξης με την οποία επεκτείνεται αναδρομικά η κανονιστική ισχύς των όρων της ΣΣΕ, καθώς ο ισχυρισμός αυτός αφορά στους τρίτους – μη συμβληθέντες στη ΣΣΕ. Περαιτέρω, η  συμφωνία της αμοιβής του ναυτικού με πάγιο μηνιαίο μισθό, που στη ναυτική πρακτική ονομάζεται «κλειστός» και στον οποίο περιλαμβάνονται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές, που προβλέπονται από τη σχετική ναυτική συλλογική σύμβαση εργασίας, είναι έγκυρη (άρθρο 361 ΑΚ), με την προϋπόθεση ότι οι παραπάνω νόμιμες αποδοχές δεν είναι μεγαλύτερες από τον «κλειστό» μισθό που συμφωνήθηκε. Διαφορετικά, αν ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελάχιστων νόμιμων αποδοχών, η συμφωνία αυτή δεν είναι έγκυρη και ο ναυτικός δικαιούται να αξιώσει τη διαφορά (ΑΠ 1013/2003 ΕΝΔ 2003.345, ΑΠ 225/2002 ΔΕΝ 2002.1314, ΜονΕφΠειρ 361/2013 ΕΝΔ 2013.208, ΕφΠειρ 391/2009 ΕΝΔ 2009.283, ΕφΠειρ 429/2008 ΕΝΔ 2008.284, ΕφΠειρ 30/2008 ΕΝΔ 2008.106). Εξάλλου, από την προσκομιζόμενη ατομική σύμβαση εργασίας δεν προκύπτει η συνομολόγηση «κλειστού» μισθού, όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενες. Ειδικότερα, όσον αφορά τις μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος, σύμφωνα με τις ως άνω εφαρμοστέες σσνε πληρωμάτων, αντίστοιχα, ανέρχονταν για το έτος 2017 σε : 1.157,99€ (μισθός ενεργείας) + 254,76€ (επίδομα Κυριακών) + 35,22€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 56,50€ (επίδομα ιματισμού) + 417,12€ (αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας) + 576,30€ (αντίτιμο τροφής 30 ημερών: 19,21€ Χ 30) και για το έτος 2018 σε: 1.181,15€ (μισθός ενεργείας) + 259,86€ (επίδομα Κυριακών) + 35,92€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 57,63€ (επίδομα ιματισμού) + 425,45€ (αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας) + 587,70€ (αντίτιμο τροφής 30 ημερών: 19,59€ Χ 30). Προσέτι δε αποδείχθηκε ότι η οργανική σύνθεση του ένδικου πλοίου ως προς το πλήρωμα καταστρώματος αποτελείτο για μεν τη δρομολογιακή γραμμή Κυλλήνη – Πόρο ή Ζάκυνθο από 1 Ναύκληρο και 7 Ναύτες, για δε τη δρομολογιακή γραμμή Κυλλήνη – Πόρο – Ιθάκη – Σάμη- Πάτρα  από 1 Ναύκληρο, 1 Υποναύκληρο, 8 Ναύτες και 1 Ναυτόπαιδα, ενώ κατά το επίδικο διάστημα υπηρετούσαν στο πλοίο 1-2 ναύκληροι, 1 υποναύκληρος,  8 ναύτες κατά μέσον όρον και 1 ναυτόπαις. Οι ναύτες υπηρετούσαν στο πλοίο με σύστημα βαρδιών, ήτοι σε πρωινή βάρδια, η οποία ξεκινούσε μισή ώρα πριν τον απόπλου και έληγε στις 14.00 και απογευματινή, από τις 14.00 έως τις 22.30 περίπου. Ωστόσο, όλοι οι ναύτες κατέβαιναν στο γκαράζ κατά την προσέγγιση του πλοίου σε λιμάνι, αφού ήταν επιφορτισμένοι τόσο  με τις εργασίες κατάπλου/απόπλου, αλλά και με καθήκοντα διαχείρισης της διαδικασίας φόρτωσης και εκφόρτωσης των οχημάτων στο γκαράζ του πλοίου δίνοντας οδηγίες στους οδηγούς των οχημάτων για τη στάθμευση αυτών και εποπτεύοντας τη διαδικασία αυτή, ασφαλίζοντας τα οχήματα, όποτε τούτο καθίστατο αναγκαίο και απασφαλίζοντας αυτά πριν τον κατάπλου στο λιμάνι προορισμού τους. Επιπροσθέτως οι ναύτες συμμετείχαν, από κοινού με τον ναυτόπαιδα, στις εργασίες καθαρισμού των καταστρωμάτων και του γκαράζ του πλοίου. Μετά δε τον τελικό κατάπλου του πλοίου στο λιμάνι προορισμού οι ναύτες έπλεναν το γκαράζ του, εργασία που διαρκούσε περί τη μία ώρα. Ο ισχυρισμός των εναγομένων, κατά τον οποίον η εργασία των ναυτών περιοριζόταν στο χρονικό πλαίσιο των ως άνω βαρδιών (ήτοι 7 ώρες κατά μέσον όρο ημερησίως), έρχεται σε αντίθεση με τα διδάγματα της κοινής πείρας ως προς τους όρους παροχής της ναυτικής εργασίας, αλλά και με το γεγονός της σταθερής εκ μέρους της εργοδότριας εταιρείας καταβολής στον ενάγοντα υπερωριακής αμοιβής, η οποία συνηγορεί υπέρ της πραγματοποίησης υπερωριακής εργασίας. Εκ του συνόλου των ανωτέρω συνάγεται ότι η διάρκεια εργασίας του ενάγοντος στο πλοίο κατά το επίδικο διάστημα δεν ήταν επακριβώς καθορισμένη, ενόψει του είδους αυτής και της ιδιαιτερότητας εξωγενών παραγόντων, συνδεόμενων προς τη φύση της ναυτικής αποστολής του πλοίου, της εξυπηρέτησης των συγκεκριμένων δρομολογίων, αλλά και της αυξομειούμενης επιβατικής κίνησης κατά τη διάρκεια του έτους. Βάσει των προεκτεθέντων και ιδίως ενόψει: α) των συνθηκών και περιστάσεων που επικρατούσαν κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του πλοίου, το οποίο ήταν δρομολογημένο στις ως άνω πορθμειακές και ακτοπλοϊκές γραμμές, με προσέγγιση σε ενδιάμεσα λιμάνια, β) των χρονικών περιόδων, κατά τις οποίες ήταν ναυτολογημένος ο ενάγων, γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησής του και δ) τέλος από τα διδάγματα της κοινής πείρας, το Δικαστήριο οδηγείται στην κρίση ότι ο ενάγων, κατά τις ανωτέρω χρονικές περιόδους εργαζόταν, υπό την προαναφερόμενη ειδικότητα, κατ΄εντολήν του Πλοιάρχου του πλοίου, κατά μέσον όρο επί 13 ώρες ημερησίως, συμπεριλαμβανομένων Σαββάτων, Κυριακών και αργιών. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις των ως άνω εφαρμοστέων Σ.Σ.Ν.Ε. οι ώρες της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας εν πλω και στο λιμάνι για όλους τους ναυτικούς που αφορούν οι εν λόγω ΣΣΝΕ ορίζονται σε (40) εβδομαδιαίως δηλαδή (8) ώρες την ημέρα από Δευτέρας μέχρι Παρασκευής, της εργασίας του Σαββάτου αμειβόμενης υπερωριακώς. Κάθε εργασία που εκτελείται από τους ναυτικούς εν πλω και στο λιμάνι, πέραν των κανονικών εργασίμων ημερών και ωρών, όπως αυτές καθορίζονται στα άρθρα 11 και 12 της παρούσης, περιλαμβανομένων και των εργασιών κατάπλου και απόπλου, θεωρείται πρόσθετη (υπερωριακή) και καταβάλλεται στους απασχολουμένους ναυτικούς πρόσθετη αμοιβή η οποία υπολογίζεται ως εξής: Το ποσόν του μηνιαίου μισθού ενεργείας της παραγρ. 1 του άρθρου 1 διαιρείται δια των ωρών της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης, τούτων εξευρισκομένων δια της διαιρέσεως των εβδομάδων του έτους δια δώδεκα μηνών και του πολλαπλασιασμού του εκ της διαιρέσεως ταύτης προκύπτοντος πηλίκου 4,3 επί τας ώρας της εκάστοτε ισχυούσης εβδομαδιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης. Βάσει του ανωτέρω υπολογισμού, οι ώρες της μηνιαίας υποχρεωτικής απασχόλησης ανέρχονται σε εκατόν εβδομήντα τρεις (173). Για την πρόσθετη (υπερωριακή) εργασία περί της οποίας η προηγούμενη παράγραφος, η προκύπτουσα εκ της εφαρμογής της υπερωριακής αμοιβής του ναυτικού προσαυξάνεται κατά 25%. Για την πρόσθετη υπερωριακή απασχόληση του πληρώματος κατά τα Σάββατα και τις αργίες, όπως αυτές ορίζονται από το άρθρο 18 της παρούσης, καταβάλλεται υπερωριακή αμοιβή η προσδιοριζόμενη από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, προσαυξημένη κατά ποσοστό 50% για όλες τις ώρες της υπερωριακής απασχόλησης Σαββάτου και αργιών. Το ωρομίσθιο του ναυτικού με την ειδικότητα του ναύτη ορίζεται από τη ΣΣΕ του έτους 2017 σε 6,69€, ήτοι το προσαυξημένο κατά 25% ωρομίσθιο ανέρχεται σε 8,38 € και  το προσαυξημένο κατά 50% ωρομίσθιο σε 10,05€ και το αντίστοιχο ωρομίσθιο βάσει της ΣΣΕ του έτους 2018 ανέρχεται σε 6,83€, ήτοι το προσαυξημένο κατά 25% ωρομίσθιο ανέρχεται σε 8,54 € και το προσαυξημένο κατά 50% ωρομίσθιο σε 10,25€. Έτσι, ο ενάγων δικαιούτο για την υπερωριακή του εργασία τα ακόλουθα: Για το χρονικό διάστημα από 16.12.2017 έως και 31.12.2017 (εκτός από την 25.12.2017, κατά την οποία δεν εκτελέστηκε δρομολόγιο) : α) για την εργασία του επί 21 καθημερινές και Κυριακές, ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% για τις 5 ώρες πέραν της οκτάωρης εργασίας του, ήτοι το ποσό των (8,38€ Χ 5 ώρες Χ 11 ημέρες=) 460,90€ και β) για την εργασία του επί 3 Σάββατα και 1 αργία (26/12) ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 50% για όλες τις ώρες εργασίας του, ήτοι το ποσό των (10,05€ Χ 13 ώρες Χ 4 ημέρες=) 522,60€ και συνολικά το ποσό των 983,50€, έναντι του οποίου έλαβε από την πρώτη εναγομένη το ποσό των (80,32€ + 203,32€ =) 283,64€ και συνεπώς του οφείλεται διαφορά ποσού 699,86€ – για το χρονικό διάστημα από 01.01.2018 έως 09.07.2018 (εκτός από τις ημέρες 1/1 και 8/4 κατά τις οποίες το πλοίο δεν εκτέλεσε δρομολόγιο): α) για την εργασία του επί 153 καθημερινές και Κυριακές, ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 25% για τις 5 ώρες πέραν της οκτάωρης εργασίας του, ήτοι το ποσό των (8,54€ Χ 5 ώρες Χ 153 ημέρες=) 6.533,10€ και β) για την εργασία του επί 26 Σάββατα και 9 αργίες (1/1, 6/1, 25/3, 6/4 {Μ. Παρασκευή}, 23/4 {Αγίου Γεωργίου}, 1/5, 17/5 {της Αναλήψεως}) ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 50% για όλες τις ώρες εργασίας του, ήτοι το ποσό των (10,25€ Χ 13 ώρες Χ 35 ημέρες=) 4.663,75€ και συνολικά το ποσό των 11.196,85€, έναντι του οποίου έλαβε από την πρώτη εναγομένη το συνολικό ποσό των (203,32 + 455,13 + 203,32 + 455,13 + 203,32 + 455,13 + 203,32 + 455,13 + 455,13 + 455,13 + 401,40 + 150,61 + 136,54=) 4.232,61€. Επομένως, για το έτος 2018 ο ενάγων δικαιούται ακόμη, για υπερωριακή αμοιβή, το συνολικό ποσό των 6.964,24€ και συνολικά, για όλο το επίδικο διάστημα, το ποσό των (699,86 + 6.964,24=) 7.664,10€, γενομένης δεκτής της ένστασης μερικής εξόφλησης που προέβαλαν οι εναγόμενες, η οποία είναι νόμιμη (416 ΑΚ), ως και κατ’ ουσίαν βάσιμης. Περαιτέρω, από τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται ότι το ένδικο πλοίο εκτελούσε κατά κύριο λόγο ημερινούς πλόες (05.45 έως 22.20 και κάθε Κυριακή 07.15 έως 22.20) και ως εκ τούτου τύγχανε εξαίρεσης από την εφαρμογή των περί δρομολογίων «εξπρές» διατάξεων, απορριπτομένου του αγωγικού κονδυλίου πρόσθετης αμοιβής για την αιτία αυτή, καθώς το πλοίο δεν είχε επεκτείνει τους πλόες του πέραν της 23.00΄μ.μ.. Περαιτέρω, η πρώτη εναγομένη υποχρεούτο να καταβάλλει στον ενάγοντα το προβλεπόμενο από τις ως άνω ΣΣΝΕ ακτοπλοΐας επίδομα έχμασης, αφού η επίδικη σύμβαση εργασίας όριζε την καταβολή και των επιδομάτων της εκάστοτε ισχύουσας ΣΣΕ ακτοπλοΐας. Εξάλλου και η πρώτη εναγομένη κατέβαλλε στον ενάγοντα μηνιαίως για την αιτία αυτή (με την αιτιολογία επίδομα γκαράζ) κυμαινόμενα χρηματικά ποσά και όχι πάγιο ποσό, όπως προβλέπει η ΣΣΕ πορθμείου, η οποία ειδικότερα προέβλεπε επίδομα ποσού 63,27€ και από 01.02.2018 ποσού 64,54€. Συγκεκριμένα, στα προγραμματισμένα δρομολόγια του ένδικου πλοίου,  σύμφωνα με τις προσκομιζόμενες από τον ενάγοντα καταστάσεις κίνησης οχημάτων του ένδικου πλοίου του (υπ’ αριθ. πρωτ. … έγγραφο του  Α΄Λ/Τ Πόρου Κεφαλληνίας και υπ’ αριθ. … έγγραφο του Α΄Λ.Τ. Κυλλήνης) τον Δεκέμβριο του 2017 διακινήθηκαν συνολικά 816 ΙΧ αυτοκίνητα, 385 φορτηγά, 128 λεωφορεία και 4 δίκυκλα. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των παραπάνω οχημάτων απασχολήθηκαν  1 ναύκληρος, 1 υποναύκληρος, 8 ναύτες (μέσος όρος απασχολούμενων ναυτών μηνιαίως) και 1 ναυτόπαις. Επομένως, ο  ενάγων δικαιούτο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 της ΣΣΝΕ του 2017, για τα 816 επιβατηγά αυτοκίνητα που φορτοεκφορτώθηκαν στο πλοίο το ποσό των (816 X 0,54 € = 440,64€ : 11 άτομα =) 40,06€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τον ναύκληρο και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (44,07€ Χ 2 =) 88,14€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, ανέρχεται σε [(440,64€ – 88,14€=) 352,50€ : 9 άτομα=] 39,17€ και η αναλογία που δικαιούται ο ενάγων για την εργασία του επί 16 ημέρες τον μήνα αυτό ανέρχεται στο ποσό των (39,17€:31Χ16=) 20,16€. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των 513 φορτηγών και λεωφορείων στο πλοίο ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των (513 X 1,26€ = 646,38€ : 11 άτομα =) 58,76€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τον ναύκληρο και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (64,64€ Χ 2 =) 129,28€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος ανέρχεται σε [(646,38€ – 129,28€=) 517,10€ : 9 άτομα=] 57,46€ και η αναλογία που δικαιούται ο ενάγων για την εργασία του επί 16 ημέρες τον μήνα αυτό ανέρχεται στο ποσό των (57,46€:31Χ16=) 29,60€ και συνολικά για τον μήνα αυτόν δικαιούτο το ποσό των (20,16€ + 29,60€=) 49,76€. Τον Ιανουάριο του 2018 διακινήθηκαν συνολικά 1.148 ΙΧ αυτοκίνητα, 720 φορτηγά, 139 λεωφορεία και 21 δίκυκλα. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των παραπάνω οχημάτων απασχολήθηκαν 1 ναύκληρος, 1 υποναύκληρος, 8 ναύτες (μέσος όρος απασχολούμενων ναυτών μηνιαίως) και 1 ναυτόπαις. Επομένως, ο  ενάγων δικαιούτο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 της ΣΣΝΕ του 2018, για τα 1.148 επιβατηγά αυτοκίνητα που φορτοεκφορτώθηκαν στο πλοίο το ποσό των (1.148 X 0,55€=631,40€ : 11 άτομα =) 57,40€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τον ναύκληρο και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (64,14€ Χ 2 =) 126,28€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, ανέρχεται σε [(631,40€ – 126,28€=) 505,12€ : 9 άτομα=] 56,12€. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των 859 φορτηγών και λεωφορείων στο πλοίο ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των (859 X 1,29€=1.108,11€:11 άτομα =) 100,74€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τον ναύκληρο και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (110,81€ Χ 2 =) 221,62€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, ανέρχεται σε [(1.108,11€ – 221,62€=) 886,49€ : 9 άτομα=] 98,50€. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των 21 δικύκλων στο πλοίο ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των (21 X 0,26€ = 5,46€ : 11 άτομα =) 0,50€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τον ναύκληρο και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (0,55€ Χ 2 =) 1,10€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων ανέρχεται σε [(5,46€ – 1,10€=) 4,36€ : 9 άτομα=] 0,48€ και συνολικά για τον μήνα αυτόν δικαιούτο το ποσό των (56,12€ + 98,50€ + 0,48€=) 155,10€. Τον Φεβρουάριο  του 2018 διακινήθηκαν συνολικά 1.067 ΙΧ αυτοκίνητα, 659 φορτηγά, 133 λεωφορεία και 4 δίκυκλα. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των παραπάνω οχημάτων απασχολήθηκαν  2 ναύκληροι, 1 υποναύκληρος, 8 ναύτες (μέσος όρος απασχολούμενων ναυτών μηνιαίως) και 1 ναυτόπαις. Επομένως, ο  ενάγων δικαιούτο, για τα 1.067 επιβατηγά αυτοκίνητα που φορτοεκφορτώθηκαν στο πλοίο το ποσό των (1.067 X 0,55€ = 586,85€ : 12 άτομα =) 48,90€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τους ναυκλήρους και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (53,79€ Χ 3 =) 161,37€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος ανέρχεται σε [(586,85€ – 161,37€=) 425,48€ : 9 άτομα=] 47,28€. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των 782 φορτηγών και λεωφορείων στο πλοίο ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των (782 X 1,29€ = 1.008,78€ : 12 άτομα =) 84,07€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τους ναυκλήρους και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (92,48€ Χ 3 =) 277,44€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, ανέρχεται σε [(1.008,78€ – 277,44€=) 731,34€ : 9 άτομα=] 81,26€. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των 4 δικύκλων στο πλοίο ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των (4 X 0,26€ = 1,04€ : 12 άτομα =) 0,09€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τους ναυκλήρους και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (0,10€ Χ 3 =) 0,30€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, ανέρχεται σε [(1,04€ – 0,30€=) 0,74€ : 9 άτομα=] 0,08€ και συνολικά για τον μήνα αυτόν δικαιούτο το ποσό των (47,28€ + 81,26€ + 0,08€=)128,62€. Περαιτέρω, κατά τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιο 2018, κατά τους οποίους υπηρετούσε στο πλοίο ο ίδιος αριθμός ναυτικών κατώτερου πληρώματος, ήτοι 1 ναύκληρος, 1 υποναύκληρος, 8 ναύτες (μέσος όρος απασχολούμενων ναυτών μηνιαίως) και 1 ναυτόπαις, διακινήθηκαν συνολικά (1.262 + 2.133 + 1.724 + 3.251=) 8.370 ΙΧ αυτοκίνητα, (857 + 900 + 1.039 + 1.276=) 4.072 φορτηγά, (158 + 157 + 144 + 178=) 637 λεωφορεία και (13 + 55 + 86 + 185=) 339 δίκυκλα. Επομένως, ο  ενάγων δικαιούτο, για τα 8.370 επιβατηγά αυτοκίνητα που φορτοεκφορτώθηκαν στο πλοίο το ποσό των (8.370 X 0,55€ = 4.603,50€ : 11 άτομα =) 418,50€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τον ναύκληρο και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (460,35€ Χ 2 =) 920,70€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος ανέρχεται σε [(4.603,50€ – 920,70€=) 3.682,80€ : 9 άτομα=] 409,20€. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των 4.709 φορτηγών και λεωφορείων στο πλοίο ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των (4.709 X 1,29€ = 6.074,61€ : 11 άτομα =) 552,24€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τον ναύκληρο και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (607,46€Χ2 =) 1.214,92€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων ανέρχεται σε [(6.074,61€ – 1.214,92€=) 4.859,69€ : 9 άτομα=] 539,97€. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των 339 δικύκλων στο πλοίο ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των (339 X 0,26€ = 88,14€ : 11 άτομα =) 8,01€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τον ναύκληρο και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (8,81€ Χ 2 =) 17,62€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων ανέρχεται σε [(88,14€ – 17,62€=) 70,52€ : 9 άτομα=] 7,84€ και συνολικά για τους μήνες αυτούς ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των (409,20€ + 539,97€ + 7,84€=) 957,01€. Τέλος, κατά το διάστημα από 01.07.2018 έως και 06.07.2018 διακινήθηκαν συνολικά 969 ΙΧ αυτοκίνητα, 225 φορτηγά, 37 λεωφορεία και 42 δίκυκλα. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των παραπάνω οχημάτων απασχολήθηκαν  2 ναύκληροι, 1 υποναύκληρος, 8 ναύτες και 1 ναυτόπαις. Επομένως, ο ενάγων δικαιούτο, για τα 969  επιβατηγά αυτοκίνητα που φορτοεκφορτώθηκαν στο πλοίο το ποσό των (969 X 0,55€ = 532,95€ : 12 άτομα =) 44,41€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τους ναυκλήρους και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (48,85€ Χ 3 =) 146,55€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος ανέρχεται σε [(532,95€ – 146,55€=) 386,40€:9 άτομα=] 42,93€. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των 262 φορτηγών και λεωφορείων στο πλοίο ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των (262 X 1,29€ = 337,98€ : 12 άτομα =) 28,17€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τους ναυκλήρους και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (30,99€ Χ 3 =) 92,97€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, ανέρχεται σε [(337,98€ – 92,97€=) 245,01€ : 9 άτομα=] 27,22€. Για τη φορτοεκφόρτωση και έχμαση των 42 δικύκλων στο πλοίο ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των (42 X 0,26€ = 10,92€ : 12 άτομα =) 0,91€, ποσό που προσαυξάνεται κατά 10% για τους ναυκλήρους και τον υποναύκληρο, στους οποίους οφείλεται ποσό (1,00€ Χ 3 =) 3,00€ και συνεπώς το ποσό που δικαιούνται τα υπόλοιπα μέλη του κατώτερου πληρώματος, μεταξύ των οποίων και ο ενάγων, ανέρχεται σε [(10,92€ – 3,00€=) 7,92€ : 9 άτομα=] 0,88€ και συνολικά για τον μήνα αυτόν δικαιούτο το ποσό των (42,93€ + 27,22€ + 0,88€=) 71,03€. Επομένως, καθ’ όλο το επίδικο διάστημα ναυτολόγησής του ο ενάγων δικαιούτο, για επίδομα έχμασης, το συνολικό ποσό των (49,76€ + 155,10€ + 128,62€ + 957,01€+ 71,03€=) 1.361,52€, έναντι του οποίου έλαβε από την πρώτη εναγομένη, για το ανωτέρω χρονικό διάστημα, όπως αποδεικνύεται από τις σχετικές αναλυτικές αποδείξεις μισθοδοσίας, οι οποίες είναι υπογεγραμμένες από τον ενάγοντα, το συνολικό ποσό των (165,27 + 282,85 + 278,67 + 361,07 + 461,65 + 388,89 + 411,14 + 153,60=) 2.503,14€ και συνεπώς η σχετική απαίτηση του ενάγοντος έχει πλήρως εξοφληθεί, γενομένης δεκτής της ένστασης εξόφλησης που προέβαλαν οι εναγόμενες, η οποία είναι νόμιμη (416 ΑΚ), ως και κατ΄ουσίαν βάσιμης. Για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2017, για το διάστημα εργασίας του από 16.12.2017 έως και 31.12.2017, ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των [1.157,99€ (μισθός ενεργείας) + 254,76€ (επίδομα Κυριακών) + 35,22€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 576,30€ (αντίτιμο τροφής 30 ημερών: 19,21€ Χ 30) + 417,12€ (αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας) + 165,27€ (επίδομα έχμασης) + 983,50€ (υπερωριακή αμοιβή)=3.590,16€ μηνιαίες  αποδοχές Χ 2/25 = 287,22€  Χ 0,84 δεκαεννεαήμερα =] 241,26€, έναντι του οποίου έλαβε από την πρώτη εναγομένη το ποσό των 126,87€ και συνεπώς του οφείλεται, κατά παραδοχήν της σχετικής ένστασης μερικής εξόφλησης των εναγομένων, το ποσό των 114,39 ευρώ. Για Δώρο Πάσχα 2018 ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των [1.181,15€ (μισθός ενεργείας) + 259,86€ (επίδομα Κυριακών) + 35,92€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 425,45€ (αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας) + 587,70€ (αντίτιμο τροφής 30 ημερών: 19,59€ Χ 30) + 346,06€ (μηνιαία αναλογία επιδόματος έχμασης) + 1.787,40€ (μέσος όρος μηνιαίας υπερωριακής αμοιβής: συνολική υπερωριακή αμοιβή από 01.01 έως 30.04 : 7.030,70€ : 118 ημέρες εργασίας Χ 30)= 4.623,54€ σύνολο μηνιαίων αποδοχών:2 =] 2.311,77€, έναντι του οποίου έλαβε, όπως αποδεικνύεται από τις αποδείξεις μισθοδοσίας των μηνών από Ιανουαρίου έως και Απριλίου 2018, το ποσό των (237,89 + 237,89 + 237,89 + 237,89=) 951,56€  και συνεπώς του οφείλεται, κατά παραδοχήν της σχετικής ένστασης μερικής εξόφλησης των εναγομένων, το ποσό των 1.360,21 ευρώ. Για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2018, για το διάστημα εργασίας του από 01.05.2018 έως 09.07.2018, ο ενάγων δικαιούτο το ποσό των [1.181,15€ (μισθός ενεργείας) + 259,86€ (επίδομα Κυριακών) + 35,92€ (επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας) + 425,45€ (αποδοχές αδείας μετά τροφοδοσίας) + 587,70€ (αντίτιμο τροφής 30 ημερών: 19,59€ Χ 30) + 408,60€ (μηνιαία αναλογία επιδόματος έχμασης) + 1.785,60€ (μέσος όρος μηνιαίας υπερωριακής αμοιβής {συνολική υπερωριακή αμοιβή από 01.05 έως 09.07 : 4.166,15€ : 70 ημέρες Χ 30})=4.684,28€ μηνιαίες αποδοχές Χ 2/25 =374,74€ Χ 3,68 δεκαεννεαήμερα =] 1.379,04€, έναντι του οποίου έλαβε από την πρώτη εναγομένη το ποσό των (338,65 + 341,43 + 95,25=) 775,33€ και συνεπώς του οφείλεται, κατά παραδοχήν της σχετικής ένστασης μερικής εξόφλησης των εναγομένων, το ποσό των 603,71 ευρώ.  Αποδείχθηκε, τέλος, ότι στις 19.12.2018 η πρώτη εναγομένη πώλησε στη δεύτερη, αντί τιμήματος 9.000.000,00€,  το ένδικο πλοίο, το οποίο αποτελούσε το μοναδικό περιουσιακό της στοιχείο, γεγονός που ήταν εν γνώσει της αγοράστριας εταιρείας, η οποία ευθύνεται εκ του λόγου αυτού αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με αυτήν, για τα χρέη της επιχείρησης, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας και δη έως την αξία του μεταβιβασθέντος πλοίου, κατά τη διάταξη του άρθρου 479 του ΑΚ. Μετά ταύτα πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει δεκτή, εν μέρει, ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, ευθυνόμενες αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστη, η δεύτερη δε εξ αυτών έως την αξία του ένδικου πλοίου, να καταβάλουν στον ενάγοντα, για υπόλοιπο υπερωριακής αμοιβής το ποσό των 7.664,10€, για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2017 το ποσό των 114,39€, για Δώρο Πάσχα 2018 το ποσό των 1,360,21€ και για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2018 το ποσό των 603,71€, όλα δε τα ανωτέρω νομιμότοκα από την επομένη απόλυσης του ενάγοντος, σύμφωνα με το οικείο αγωγικό αίτημα, ήτοι από 10.07.2018, έως την πλήρη εξόφληση. Κατά την κρίση δε του Δικαστηρίου, δεν συντρέχουν λόγοι για τη μη επιδίκαση των ανωτέρω απαιτήσεων με τον τόκο επιδικίας, με συνέπεια να είναι απορριπτέο, ως αβάσιμο, το υποβληθέν, κατ’ άρθρο 346 εδ. δ΄ ΑΚ, ως ισχύει, αίτημα των εναγομένων, περί εξαίρεσης των επιδικασθησομένων απαιτήσεων από τον τόκο επιδικίας. Επίσης, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει η παρούσα να κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή, εν μέρει, διότι η επιβράδυνση της εκτέλεσής της είναι δυνατό να προξενήσει σημαντική ζημία στον ενάγοντα, ενόψει και της φύσης των επίδικων απαιτήσεων, ως προερχόμενων από σύμβαση εξαρτημένης εργασίας (907, 908 παρ.1 ε΄ και 910 περ. 4. Κ.Πολ.Δ.), ενώ μέρος των δικαστικών εξόδων του τελευταίου πρέπει να επιβληθεί σε βάρος των εναγομένων, κατά τον λόγο της νίκης και ήττας των διαδίκων (178§1, 191§2 Κ.Πολ.Δ.), σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τις εναγόμενες, ευθυνόμενες αλληλεγγύως και εις ολόκληρον έκαστη, η δεύτερη δε εξ αυτών έως την αξία του πλοίου «…», να καταβάλουν στον ενάγοντα το χρηματικό ποσό των εννέα χιλιάδων επτακοσίων σαράντα δύο ευρώ και σαράντα ενός λεπτών (9.742,41€), ήτοι για υπόλοιπο υπερωριακής αμοιβής το ποσό των 7.664,10€, για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2017 το ποσό των 114,39€, για Δώρο Πάσχα 2018 το ποσό των 1.360,21€ και για αναλογία Δώρου Χριστουγέννων 2018 το ποσό των 603,71€, όλα δε τα ανωτέρω νομιμότοκα από την επομένη απόλυσης του ενάγοντος, έως την πλήρη εξόφληση.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ την παρούσα προσωρινώς εκτελεστή εν μέρει και δη για το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων ευρών (4.000,00€).

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ  σε βάρος των εναγομένων μέρος της δικαστικής δαπάνης του ενάγοντος, το οποίο ορίζει στο ποσό των διακοσίων ενενήντα ευρώ  (290,00€).

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις  27 Νοεμβρίου 2019, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ