Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

Αριθμός απόφασης          4208/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΑΚ – ΕΑΚ : 1302-629/2019

Αποτελούμενο από τoν Δικαστή Αθανάσιο Πανταζόπουλο, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίσθηκε νόμιμα από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Κούλα Κουντούρη.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 1 Οκτωβρίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των διαδίκων:

ΕΝΑΓΩΝ: … του …, κάτοικος … επί της οδού … αρ. …., με A.Φ.M. … (Δ.Ο.Υ. …) για τον οποίο προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος Χρήστος ΛΑΜΠΡΟΥ με Α.Μ. … του Δ.Σ. ΑΘΗΝΩΝ και παραστάθηκε στο ακροατήριο δια του ως άνω πληρεξουσίου δικηγόρου, δυνάμει του από … πληρεξουσίου εγγράφου με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής.

ΕΝΑΓΟΜΕΝΗ: Η         ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «….», εδρεύουσα στο … επί της οδού … αρ….., με A.Φ.M. … (Δ.Ο.Υ. …), νομίμως εκπροσωπούμενη από την … του …, κάτοικο … η οποία δεν προκατέθεσε προτάσεις και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.

H ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 11-02-2019 αγωγή της που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου με γενικό – ειδικό αριθμό κατάθεσης δικογράφου 1302-629/12-2-2019, η συζήτηση της οποίας (αγωγής), μετά το πέρας των προθεσμιών εκ της διάταξης του άρθρου 237 του ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε με την από 10-09-2019 έκθεση ορισμού δικασίμου του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

            Σύμφωνα με το άρθρο 5 ΚΙΝΔ, εκτός αντιθέτου συμφωνίας, επί συμβάσεως ναυπηγήσεως από την διάταξη του άρθρου 681 ΑΚ, σε συνδυασμό προς τις υπόλοιπες περί μισθώσεως έργου διατάξεις του ιδίου Κώδικα (πλην των άρθρων 683, 693 και 695) και προς τις διατάξεις των άρθρων 17 ΚΙΝΔ, η σύμβαση με την οποία αναδέχεται κάποιος επ’ αμοιβή την κατασκευή του πλοίου, φέρει τον χαρακτήρα της μίσθωσης έργου. Αν δε ο εργοδότης χορηγεί την προς κατασκευή του πλοίου ύλη, εν όλω ή κυρίως, εν ελλείψει αντιθέτου συμφωνίας των μερών, διατηρεί την κυριότητα αυτής κατά την διάρκεια της για λογαριασμό του γενομένης μεταπλάσεως της και γίνεται κύριος πρωτοτύπως του εξ αυτής κατασκευαζόμενου πλοίου ή τμήματος αυτού, εφόσον πρόκειται περί έργου αδιαιρέτου και όχι κατασκευαστέου σε πολλά διακεκριμένα τμήματα, όντος άνευ επιρροής του ποιος διέθεσε, προκειμένου περί τμήματος πλοίου, την προς κατασκευήν του τμήματος τούτου ύλη. Όταν ο κατασκευαστής του πλοίου παρέχει εξ ολοκλήρου ή κυρίως την ύλη, καθίσταται πρωτοτύπως κύριος του κατασκευασθέντος πλοίου από αυτή ή τμήματος του πλοίου, υποχρεούμενος στην μεταβίβαση της κυριότητος του πλοίου στον εργοδότη. Από μόνη την κατάρτιση της σύμβασης ναυπήγησης για λογαριασμό του εργοδότη και της καταχώρισης της στο νηολόγιο επ’ ονόματι του τελευταίου, ελλείψει αντιθέτου συμφωνίας των μερών, δεν δύναται, κατά τα συνδυασμένα άρθρα 2, 4, 5, 6 και 7 ΚΙΝΔ, να προσποριστεί σε αυτόν η επί του ναυπηγούμενου πλοίου κυριότητα πρωτοτύπως, εφόσον αυτός δεν διέθεσε εν όλω ή κυρίως την ύλη (ΑΠ 445/1968 ΕΕμπΔ.1968.612), της στο νηολόγιο εγγραφής μη έχουσας ως προς την κυριότητα συστατική ενέργεια, αλλά δηλοποιούσας απλώς την υφισταμένη, βάσει των γενικών διατάξεων, κυριότητα επί του ναυπηγούμενου πλοίου, από δε και δια της εγγραφής του ναυπηγούμενου πλοίου στο νηολόγιο επ’ ονόματι του ήδη κυρίου, ο τελευταίος δύναται να μεταβιβάσει την κυριότητά του σε άλλον, αν συμφωνήσει γραπτώς μετ’ αυτού, ότι μετατίθεται σε αυτόν η κυριότητα για νόμιμη αιτία και καταχωρίσει την έγγραφη συμφωνία στο νηολόγιο (ΚΙΝΔ άρθρα 6 και 7, ΑΠ 433/1964 ΕΕμπΔ, 1964.525 · ΕφΠειρ 499/2014, Νομος · ΕφΘεσ 3367/1998, ΕΕμπΔ 1999. 577 · Αντάπασης, Κτήσις κυριότητος σε ναυπηγούμενο πλοίο, Επιστημονική Επετηρίδα Νομικής Σχολής Θεσσαλονίκης, 1998, σελ. 25 επ.). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 6 του ΚΙΝΔ για τη μεταβίβαση της κυριότητας πλοίου απαιτείται συμφωνία μεταξύ του κυρίου και του αποκτώντος ότι για κάποια νόμιμη αιτία μετατίθεται σε αυτόν η κυριότητα. Η συμφωνία γίνεται εγγράφως και υποβάλλεται σε καταχώριση στο νηολόγιο, χωρίς την οποία δεν επέρχεται η μεταβίβαση της κυριότητας του πλοίου και επομένως, η έγγραφή συμφωνία τίθεται εκ του νόμου ως συστατικό στοιχείο της συμβάσεως, όχι μόνο της εμπράγματης αλλά και της ενοχικής. Η εμπράγματη δε δικαιοπραξία συντελείται με την πράξη νηολογήσεως, δηλαδή της καταχωρήσεως της περί μεταβιβάσεως της κυριότητας του πλοίου, συμβάσεως στο νηολόγιο. Χωρίς την εγγραφή της συμφωνίας περί μεταβιβάσεως στο νηολόγιο, δεν επέρχεται μεταβίβαση ούτε μεταξύ των συμβαλλομένων (ΑΠ 708/1985 ΕΝΔ 15.153 · ΕφΠειρ 421/2013, ΕΝαυτΔ 2013.418· ΕφΠειρ 1134/2002 ΠειρΝομ 2003.95 · ΕφΠειρ 841/1984 ΕΝΔ 15.27). Επομένως, η εμπράγματη δικαιοπραξία (μεταβίβαση του πλοίου) συντελείται δια της καταχωρήσεως του (ιδιωτικού) εγγράφου της μεταβιβάσεως στο οικείο νηολόγιο του πλοίου κατ’ ανάλογο τρόπο προς τη μεταβίβαση της κυριότητας των ακινήτων (μεταγραφή της συμβολαιογραφικής πράξεως στο βιβλίο μεταγραφών), η δε εγγραφή στο νηολόγιο αρκεί για τη μεταβίβαση της κυριότητας του πλοίου, χωρίς να απαιτείται η παράδοση αυτού ούτε και συμβολική τέτοια, επειδή η εγγραφή αντικαθιστά και την παράδοση (ΕφΠειρ 421/2013, ΕΝαυτΔ 2013.418· ΕφΠειρ 74/2006 ΕΝΔ 34. 203). Ακόμη, επί πλοίου είναι δυνατή η κατάρτιση της ενοχικής/υποσχετικής σύμβασης προσυμφώνου με το οποίο αναλαμβάνεται η ενοχική δέσμευση για την κατάρτιση σύμβασης πώλησης, για το οποίο θα πρέπει να τηρηθεί ο έγγραφος τύπος (ΑΚ 166 – άρθρο 6 ΚΙΝΔ), αλλά δεν απαιτείται ο τύπος του άρθρου 1192 ΑΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 8 ΚΙΝΔ, ήτοι η μεταγραφή του στο νηολόγιο, ενώ ο χρόνος καταρτίσεως της οριστικής συμβάσεως μπορεί να καθορίζεται ρητώς από το προσύμφωνο ή και να προκύπτει σιωπηρώς από αυτό, μπορεί όμως και να μην καθορίζεται ούτε ρητώς ούτε σιωπηρώς ο χρόνος αυτός, καθόσον δεν προκύπτει τέτοια υποχρέωση των μερών από κάποια διάταξη νόμου [ΕφΠειρ 249/2016, Νομος · Κρητικός, Το προσύμφωνον, (β΄έκδ), 1997, σ. 206-207, 212-213, 218, 294]. Όμως, η αγωγή περί καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως, κατ’ άρθρο 949 ΚΠολΔ, έχει καταψηφιστικό χαρακτήρα και γι’ αυτό υπόκειται σε τέλος δικαστικού ενσήμου (ΑΠ 891/82 ΝοΒ 31.976 · ΕφΘεσ 1847/2003, Αρμ 2004.1312). Επίσης, από τη διάταξη του άρθρου 37 του β.δ. 10/17.7.1910 προκύπτει ότι ο νηολόγος δεν έχει εξουσία να εξετάσει τη νομιμότητα, το κύρος και την ουσιαστική ή μη βασιμότητα των προσκομιζόμενων προς μεταγραφή νομικών πράξεων και να αρνηθεί την καταχώρησή τους, αλλά περιορίζεται μόνο στον έλεγχο των τυπικών στοιχείων της δικαιοπραξίας και της προσκομιδής ή μη των απαραιτήτων για τη μεταγραφή της πράξης εγγράφων και λοιπών στοιχείων (ΕφΠειρ 348/1980, ΕΝΔ 8. 265 · ΜΠρΠειρ 4881/1999 ΕΕμπΔ 2000.342), τυχόν δε άρνηση του νηολόγου επιλύεται μέσω απόφασης της εκούσιας δικαιοδοσίας και δεν παρέχεται στο δικαστήριο από την εν λόγω διάταξη τέτοια εξουσία να υποχρεώσει αυτόν σε εγγραφή η διαγραφή των προς καταχώριση πράξεων (άρθρο 791 ΚΠολΔ – ΑΠ 1427/2010, ΕλλΔνη 2011.482· ΜΕφΘεσ 1207/2016, ΕΠολΔ 2016.593 με σημ. Άνθιμου· ΠολΠρΑθ 1355/2016, ΕλλΔνη 2017.216).

Όπως αποδεικνύεται από την νόμιμα προσκομισθείσα μετ’ επίκλησης από την ενάγουσα υπ’ αρίθμ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιώς, …, ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής επιδόθηκε με θυροκόληση στην κατοικία της νομίμου εκπροσώπου της εναγόμενης, νόμιμα και εμπρόθεσμα, κατά τις διατάξεις των άρθρων 110, 122, 123, 124, 125, 126§1 στοιχείο γ΄, 128§4, 215§2 του ΚΠολΔ. Επιπρόσθετα, από την επισκόπηση των έγγραφων της δικογραφίας προκύπτει το εμπρόθεσμο [κατά την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 237 του ΚΠολΔ] της κατάθεσης των προτάσεων της ενάγουσας δυνάμει του ανωτέρω από … πληρεξουσίου εγγράφου, με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του τελευταίου, με την οποία χορηγείται η πληρεξουσιότητα προς τον ανωτέρω πληρεξούσιο δικηγόρο της, για τις διενεργηθείσες από αυτόν πράξεις της προδικασίας (άρθρα 96§1, 104, 237§1 του ΚΠολΔ) και την παράστασή του στο ακροατήριο. Συνεπώς, αποδεικνύεται ότι, παρότι η υπό κρίση αγωγή επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην εναγόμενη, η τελευταία δεν έλαβε μέρος στη δίκη, με την κατάθεση προτάσεων. Κατ’ ακολουθίαν, η εναγόμενη πρέπει να δικαστεί ερήμην (άρθρο 271 §§1,2 του ΚΠολΔ).

Με την υπό κρίση αγωγή, κατ’ εκτίμηση αυτής, εκτίθεται ότι στις 8-5-2003 υπεγράφη ιδιωτικό συμφωνητικό παραγγελίας σκάφους με το οποίο συμφωνήθηκε με την εναγόμενη η παραγγελία – εισαγωγή από τη Γερμανία και εν συνεχεία η πώληση ενός νεότευκτου ιστιοπλοϊκού σκάφους μήκους 14,90 μέτρων κατασκευής ναυπηγείου “…” πεντακάμπινου στο οποίο αναφέρονται πέραν των ονομάτων των συμβαλλομένων (αγοραστή/παραγγελέα – πωλητή/παραγγελιοδόχου) η κατασκευάστρια εταιρία και η χώρα κατασκευής, το έτος κατασκευής, το ολικό μήκος, το μήκος νηολόγησης, το πλάτος νηολόγησης οι κόροι ολικής και καθαρής χωρητικότητας, το βάθος νηολόγησης, το υλικό κατασκευής, το διεθνές διακριτικό σήμα, το είδος και η δύναμη της μηχανής, το συνολικό τίμημα ύψους 222.360 ευρώ και ο τόπος – χρόνος παράδοσης (τουριστικός λιμένας … στις …), η προκαταβολή με την υπογραφή του από 8-5-2003 συμφωνητικού του ποσού των 86.510 ευρώ και η πίστωση του υπολοίπου του τιμήματος και η καταβολή αυτού σε δέκα (10) εξαμηνιαίες δόσεις ύψους εκάστης 13.585 ευρώ, της πρώτης καταβαλλόμενης στις 30.10.2003. Ότι αν και το σκάφος παραδόθηκε καθυστερημένα στις 1.8.2003, οπότε και νηολογήθηκε στον ……. με εμφαινόμενο κύριο την εναγόμενη, ο ενάγων κατέβαλε εμπροθέσμως τις 10 δόσεις ποσού 13.585 ευρώ εκάστης εξοφλώντας ούτως το υπόλοιπο του πιστωθέντος τιμήματος με την καταβολή της τελευταίας δόσης στις 30.6.2008, γεγονός που έχει αναγνωριστεί εγγράφως με την από 21.6.2010 έγγραφή δήλωση του τότε διευθύνοντος συμβούλου της εναγομένης …, στην οποία αναφέρονται, περαιτέρω, ο αριθμός νηολογίου και το όνομα του σκάφους. Ότι παρά τις οχλήσεις του προς την εναγόμενη, εώς το 2013, οπότε αποβίωσε ο προαναφερθείς διευθύνων σύμβουλος αυτής, ούτε και έκτοτε, οπότε διευθύνουσα σύμβουλος της εναγόμενης είναι …, η εναγόμενη δια των νομίμων εκπροσώπων της συνέπραξε για την ολοκλήρωση της μεταβίβασης του εν λόγω σκάφους, αλλά, αντίθετα, η εναγόμενη τον Ιούνιο του 2016 ανακάλεσε την εξουσιοδότηση της προς τον ενάγοντα και τα συγγενικά του πρόσωπα ως προς την εκπροσώπηση του σκάφους στις κρατικές αρχές, δια των οποίων προέβαινε σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την διενέργεια πλόων/εκμετάλλευση του σκάφους, ακολούθως δε η εναγόμενη ζήτησε με την από 22-9-2016 εξώδικη δήλωση της την απόδοση του σκάφους. Εν συνεχεία δε, εκθέτει ότι, εν αγνοία του ενάγοντος, η ενάγουσα υπέβαλε δια της νομίμου εκπροσώπου της μήνυση για υπεξαίρεση του σκάφους, πράξη για την οποία ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος του ενάγοντος που εκκρεμεί προς εκδίκαση, ενώ ο ενάγων απέστειλε την από 14-12-2017 εξώδικη δήλωση του, όπου αναφέρει τα εκτιθέμενα στην αγωγή. Με βάση αυτό το ιστορικό ζητεί, μετά από τροπή των καταψηφιστικών του αιτημάτων σε αναγνωριστικά (κυρίως) α) να αναγνωριστεί ότι είναι πλήρης και αποκλειστικός κύριος, του επίδικου πλοίου δυνάμει της ιστορούμενης συμβάσεως και της έγγραφης αναγνώρισης εξόφλησης του τιμήματος,  β) να αναγνωριστεί ότι είναι πλήρης και αποκλειστικός κύριος, του επίδικου πλοίου δυνάμει έκτακτης χρησικτησίας περί πλοίων χρησικτησίας, να διαταχθεί, κατ’ άρθρο ΑΚ 1192, το Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά/Τμήμα Νηολογίων και Ναυτικών Υποθηκοφυλακείων, να καταχωρίσει την, δυνάμει της αποφάσεως του Δικαστηρίου, πλήρη και αποκλειστική κυριότητά του επί του πλοίου, άλλως και επικουρικώς, να υποχρεωθεί η αντίδικος να προβεί στην δήλωση βουλήσεως περί μεταγραφής της μεταβίβασης κυριότητας του πλοίου από την ίδια προς τον ενάγοντα, ενώπιον του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά/Τμήματος Νηολογίων και Ναυτικών Υποθηκοφυλακείων, δυνάμει των άρθρων ΑΚ 904, 908, 1192, 1194, ΚΙΝΔ 6, ΜΝΑ, 8, ΚΠολΔ 949, άλλως, και έτι επικουρικώς να δοθεί η άδεια από το Δικαστήριό στον ενάγοντα να προβεί ο ίδιος στην ανωτέρω ενέργεια της μεταγραφής της μεταβίβασης κυριότητας, με δαπάνες της αντιδίκου, δυνάμει των άρθρων ΑΚ 1194 § 2, ΚΙΝΔ 6, ΚΙΝΔ 8, ΚΠολΔ 945. Με το περιεχόμενο και τα αιτήματα αυτά η υπό κρίση αγωγή αρμοδίως εισάγεται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου που είναι καθ’ύλην και κατά τόπον αρμόδιο ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς (άρθρα 18 ΚΠολΔ και 51 του Ν. 2172/1993). Η αγωγή ως προς το πρώτο κύριο αίτημά της είναι μη νόμιμη καθώς το ιστορούμενο στην αγωγή από 8-5-2003 ιδιωτικό συμφωνητικό σε συνδυασμό με την από 21.6.2010 έγγραφή δήλωση του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας – πωλητή συνιστά προσύμφωνο πώλησης σκάφους και όχι έγγραφο μεταβίβασης κυριότητας του σκάφους, καθώς το μεν δεν περιέχονται τα στοιχεία της έγγραφης συμφωνίας μεταβίβασης του πλοίου (άρθρο 6 σε συνδυασμό με άρθρο 4§2 ΚΙΝΔ – βλ. Κοροτζή, ΝαυτΔ Ι, σ. 60 – 61), το δε δεν υφίστατο, κατά τον χρόνο της κατάρτιση της εν λόγω συμφωνίας, κυριότητα του πωλητή επί του πλοίου, το οποίο ήταν υπό ναυπήγηση και, επομένως, ανήκε τότε στο ναυπηγό, αφού σε αυτόν δεν είχε διατεθεί η πρώτη ύλη,  σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην πρώτη (μείζονα) σκέψη της παρούσας. Επίσης, ως προς το δεύτερο, σωρευόμενο ως κύριο, αίτημα η αγωγή είναι επίσης μη νόμιμη, καθώς ο ενάγων δεν επικαλείται αντιποίηση της νομής του σκάφους επί εικοσαετία, αλλά παράδοση από την ενάγουσα – κυρία αυτού προς χρήση, ήτοι κατοχή του πλοίου κατ’ εξουσιοδότηση της πλοιοκτήτη – ενάγουσας έως το 2016, ιστορώντας τέτοια αντιποίηση και άσκηση νομής, ήτοι φυσικής εξουσίασης διανοία κυρίου επί του πλοίου (βλ. ενδεικτικώς Απ.Γεωργιάδη, ΕμπρΔ, β΄έκδ., § 14, αριθμ. 9 – 19) από το έτος 2017 και εντεύθεν με την αποστολή της δικής του εξώδικης δήλωσης. Επίσης, η αγωγή είναι μη νόμιμη ως προς το τρίτο κύριο αίτημα και το τρίτο επικουρικό αίτημα αυτής περί διαταγής από το Δικαστήριο, κατ’ άρθρο ΑΚ 1192, του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά/Τμήματος Νηολογίων και Ναυτικών Υποθηκοφυλακείων, να καταχωρίσει την, δυνάμει της αποφάσεως του Δικαστηρίου, την πλήρη και αποκλειστική κυριότητα του ενάγοντος επί του πλοίου, αφού η μεταβίβαση επέρχεται με τη μεταγραφή της αποφάσεως που επιδικάζει κυριότητα, ή της απόφασης περί καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως, τυχόν δε άρνηση του νηολόγου κάμπτεται με απόφαση εκούσιας δικαιοδοσίας κατ’ άρθρο 797 ΚΠολΔ, χωρίς να έχει το παρόν Δικαστήριο τέτοια εξουσία κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην πρώτη (μείζονα) σκέψη του υπαγωγικού συλλογισμού. Αντίθετα, ως προς τα δύο επικουρικώς σωρευθέντα παραδεκτώς (άρθρο 219 ΚΠολΔ – Μαργαρίτης, ΕρμΚΠολΔ, άρθρο 218, αριθμ. 8) αιτημάτων περί καταδίκης σε δήλωση βούλησης της ενάγουσας κατ’ άρθρο 949 ΚΠολΔ και, ελλείπουσας σύμπραξης αυτής, περί χορήγησης αδείας μεταγραφής της απόφασης αναπληρώνουσας την δήλωση βούλησης από τον ενάγοντα με δαπάνες της εναγομένης κατ’ άρθρο 945 ΚΠολΔ, η αγωγή ερείδεται, κατ’ αρχήν στα άρθρα 166, 161, 202, 1192 ΑΚ και 70, 176 ΚΠολΔ, εφόσον το ιδιωτικό συμφωνητικό παραγγελίας/προσύμφωνο 8-5-2003 έχει συνταχθεί εγγράφως, περιέχονται σε αυτό η δέσμευση αμφοτέρων των μερών να συμπράξουν στην κατάρτιση της οριστικής (ενοχικής) σύμβασης πώλησης του επίδικου σκάφους, της οποίας τα ουσιώδη μέρη καθορίζονται στο εν λόγω έγγραφο και δη ο μεν παραγγελιοδόχος – εισαγωγέας να πωλήσει το σκάφος μετά την αποπληρωμή των δόσεων του πιστωθέντος τιμήματος, ο δε αγοραστής να καταβάλει το τίμημα κατά τα προεκτεθέντα, σε συνδυασμό με την από 21.6.2010 έγγραφή δήλωση του νομίμου εκπροσώπου της ενάγουσας – πωλητή, όπου περιέχεται δήλωση του περί εξόφλησης του υπολοίπου του τιμήματος), ήτοι αναφέρονται όλα τα στοιχεία που ο νόμος απαιτεί για τη σύνταξη προσυμφώνου πώλησης σκάφους (άρθρα 6, 4§2, ΚΙΝΔ 166 ΑΚ). Εντούτοις, η ενάγουσα με την από 30.9.2019 έγγραφη δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της που κατέθεσε στο ακροατήριο παραδεκτώς (άρθρα 297, 294, 295 ΚΠολΔ) έτρεψε την αγωγή της «σε αμιγώς αναγνωριστική» κατά τη δήλωση της και, ως εκ τούτου δεν κατέβαλε και δικαστικό ένσημο. Επομένως, η αγωγή ως προς αμφότερα τα αιτήματα κατ’ άρθρο 949 και 945 ΚΠολΔ τα οποία έχουν καταψηφιστικό χαρακτήρα, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην πρώτη (μείζονα) σκέψη, πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμη, μετά την τροπή όλων των αγωγικών αιτημάτων σε αναγνωριστικά, όπως και αναφορικά με το αίτημα περί κήρυξης της απόφασης ως προσωρινά εκτελεστής, δεδομένου ότι τα αιτήματα της αγωγής είναι αναγνωριστικά (ΕφΑθ 3702/1986 ΕλλΔνη 1986.706, ΠολΠρΑθ 2273/1975 Αρμ 1975.676, Νικολόπουλος σε Κεραμεύς/Κονδύλης/Νικας ΕρμΚΠολΔ ΙΙ, άρθρο 907αριθμ.3). Τέλος, λόγω της ερημοδικίας της εναγόμενης πρέπει να οριστεί το προκαταβλητέο παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας  (άρθρ. 501, 502  παρ. 1 και  505 παρ. 2  ΚΠολΔ- ΟλΑΠ 15/2001, ΕλλΔνη 2002.71), κατά  τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην της εναγόμενης.-

Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας από την εναγόμενη στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200€).-

Απορρίπτει την αγωγή.-

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις 20 Δεκεμβρίου 2019

 

          Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ