Μενού Κλείσιμο

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

TAKTIKH ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

Αριθμός απόφασης

4315 /2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Νικόλαο Πολυζωγόπουλο, Πρωτοδίκη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης και τη Γραμματέα Κούλα Κουντούρη.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του στις 19-3-2019 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον …….. (οδός … αριθ. ….), όπως νόμιμα εκπροσωπείται, με ΑΦΜ …, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις, κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) χωρίς να παρασταθεί στο ακροατήριο η πληρεξούσια δικηγόρος της Μαρίας Σταμούλη.

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ – ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΑΝΤΟΣ ΤΗ ΔΙΚΗ – ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: … του …, κατοίκου … (…), άλλως … (οδός … αριθ. ….), για τον οποίο προκατέθεσε προτάσεις, κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015), η πληρεξούσια δικηγόρος του Παναγιώτα Θεοδωροπούλου.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ – ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΜΕΝΗΣ –ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία «…» (πρώην «….), που εδρεύει στο … (…) και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις, κατ’ άρθρο 237 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε αυτό από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015), ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Χρήστος Πλέγκας.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 2-8-2018 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης 8825/3897/2018, προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 237 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και γράφθηκε στο πινάκιο.

Ο κυρίως εναγόμενος ζητεί να γίνει δεκτή η από 4-10-2018 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 11108/5002/2018 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή του η οποία προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 237 ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και γράφθηκε στο πινάκιο.

Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜO

          Παραδεκτά και νόμιμα φέρονται προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου η από 2-8-2018 αγωγή, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης 8825/3897/20187-4-2017, καθώς και η από 4-10-2018 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 11108/5002/2018 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, και πρέπει να συνεκδικασθούν εξαιτίας της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας (άρθρα 31 παρ.3 και 246 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι  επιστηρίζονται στο ίδιο ιστορικό γεγονός, εφόσον εισάγονται με την ίδια διαδικασία και με τη συνεκδίκασή τους αφενός μεν διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης, αφετέρου δε επέρχεται μείωση των εξόδων.

Στις διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του Ν. 743/1977 «Περί προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων» (ΦΕΚ Α 319/17.10.1977), όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο 10 §§ 11 και 12 αντιστοίχως του Ν. 2252/1994 «Κύρωση Διεθνούς Σύμβασης “για την ετοιμότητα, συνεργασία και αντιμετώπιση της ρύπανσης της θάλασσας από πετρέλαιο 1990” και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 192/1994) και κωδικοποιήθηκαν μεταγλωττισμένα στη δημοτική με το ΠΔ 55/1998 «Προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος» (ΦΕΚ Α 58/20.3.1998) λαμβάνοντας την ίδια αρίθμηση, θεσπίζονται οι υποχρεώσεις των υπευθύνων ρύπανσης του θαλάσσιου περιβάλλοντος και καθιερώνεται αστική τους ευθύνη για την αποκατάσταση των εξ αυτής ζημιών και των δαπανών που είναι αναγκαίες για την αποτροπή ή την εξουδετέρωση της ρύπανσης. Ειδικότερα, στο άρθρο 11 ορίζεται ότι «Σε περίπτωση ρύπανσης ή πιθανού κινδύνου πρόκλησης αυτής, ο πλοίαρχος και ο εκπρόσωπος του πλοίου, ο προϊστάμενος ή διευθυντής της εγκατάστασης, καθώς και οι τυχόν εντεταλμένοι υποχρεούνται να αναφέρουν αμέσως το περιστατικό στην αρμόδια Λιμενική Αρχή ή στο Υπουργείο και να λάβουν άμεσα κάθε πρόσφορο μέτρο για την αποτροπή, περιορισμό και αντιμετώπιση της ρύπανσης, ενεργώντας σύμφωνα με τα υφιστάμενα σχέδια αντιμετώπισης της ρύπανσης. Σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο αυτός που προκάλεσε τη ρύπανση, οι συνυπεύθυνοι και οι τυχόν εντεταλμένοι αδυνατούν να λάβουν τα αναγκαία μέτρα, στην έκταση που απαιτείται, υποχρεούνται να αναθέτουν αμέσως τις εργασίες αυτές σε αναγνωρισμένες επιχειρήσεις αντιμετώπισης της ρύπανσης, ευθυνόμενοι επιπρόσθετα για τις συνέπειες κάθε καθυστέρησης (§ 1). Η Αρχή, αμέσως μόλις πληροφορηθεί περιστατικό ρύπανσης ή πρόδηλο και επικείμενο κίνδυνο πρόκλησης ρύπανσης, παίρνει κάθε πρόσφορο μέτρο για την αποτροπή, τον περιορισμό και την εξουδετέρωση των συνεπειών της, ενημερώνοντας σχετικά τον πλοίαρχο ή πλοιοκτήτη ή το νόμιμο αντιπρόσωπό του και σε περίπτωση απουσίας αυτών, τον πράκτορα ή άλλο αρμόδιο και σε περίπτωση εγκατάστασης τον ιδιοκτήτη ή αυτόν που την εκμεταλλεύεται (§ 2). Η Αρχή μπορεί να χρησιμοποιεί και να συντονίζει ιδιωτικά μέσα και να ζητά τη συνδρομή συναφών οργανισμών ή ιδιωτικών επιχειρήσεων που διαθέτουν τα αναγκαία μέσα και τη σχετική πείρα για την αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών (§ 3). Η χρησιμοποίηση των μέσων που ανήκουν σε Οργανισμούς και ιδιώτες γίνεται πάντοτε κάτω από τον έλεγχο της Αρχής, ενώ οι σχετικές δαπάνες βαρύνουν το πλοίο ή την εγκατάσταση και αυτόν που με οποιονδήποτε τρόπο προκάλεσε τη ρύπανση (§ 4). Οι εργασίες αντιμετώπισης της ρύπανσης εκτελούνται πάντοτε υπό την άμεση εποπτεία της Αρχής, η οποία εξασφαλίζει ότι διενεργούνται με την επιβαλλόμενη ταχύτητα και με αποδεκτές μεθόδους (§ 5). Με απόφαση του Υπουργού καθορίζονται οι προϋποθέσεις χορήγησης άδειας και οι ελάχιστες απαιτήσεις σε οργάνωση, επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό, εξοπλισμό, υλικά, μέσα και ουσίες που πρέπει να διαθέτουν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια προκειμένου να τους χορηγηθεί η άδεια λειτουργίας ως αναγνωρισμένες επιχειρήσεις καταπολέμησης της ρύπανσης της θάλασσας (§ 6). Οι αναγνωρισμένες επιχειρήσεις καταπολέμησης της ρύπανσης έχουν όλες τις ευθύνες του εντολοδόχου τους για τη λήψη των προβλεπόμενων μέτρων πρόληψης και καταπολέμησης της ρύπανσης και εκτελούν τις σχετικές εργασίες υπό την εποπτεία και σύμφωνα με τις υποδείξεις της Αρχής επί ποινή ανακλήσεως της άδειας που τους έχει χορηγηθεί (§ 7), ενώ στο υπό τον τίτλο «Εξασφάλιση απαιτήσεων» επόμενο άρθρο [12] του ιδίου αυτού Νόμου προβλέπεται ότι για την αποκατάσταση ζημιών που έχουν προκληθεί από ρύπανση, καθώς και για τις δαπάνες που έχουν γίνει για την αποτροπή ή την εξουδετέρωση αυτής, υπεύθυνος είναι αυτός που προκάλεσε υπαίτια τη ρύπανση και μαζί με αυτόν ευθύνονται εις ολόκληρον, προκειμένου για πλοία και δεξαμενόπλοια, ο πλοίαρχος, ο πλοιοκτήτης, ο εφοπλιστής, ο διαχειριστής του πλοίου στην Ελλάδα και για πλοία και δεξαμενόπλοια που ανήκουν σε ανώνυμες εταιρίες και ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου καθώς και ο διευθύνων σύμβουλος αυτής. Το πεδίο εφαρμογής του καθορίζει ο ίδιος ο Ν. 743/1977 (ΜονΕφΠειρ. 254/2014, Δνη 2015/524), ορίζοντας στο άρθρο 2 § 1 περ. α αυτού ότι οι διατάξεις του εφαρμόζονται, μεταξύ άλλων, στις περιπτώσεις ρυπάνσεως των λιμένων, των ακτών της Χώρας και των ελληνικών χωρικών υδάτων από πλοία ή δεξαμενόπλοια με ελληνική ή ξένη σημαία. Η αστική ευθύνη που καθιερώνεται με τη διάταξη του άρθρου 12, που προπαρατέθηκε, δεν θεσπίστηκε αποκλειστικώς χάριν του γενικού συμφέροντος προς διασφάλιση των περιβαλλοντικών αγαθών αλλά και για την προστασία ιδιωτικών δικαιωμάτων (ΣτΕ 1893/2000, ΔΔίκη 2000/1467). Ο χαρακτήρας της είναι αποζημιωτικός και περιεχόμενο έχει την ανόρθωση των ζημιών που προκλήθηκαν στο θαλάσσιο και παράκτιο περιβάλλον από τη ρύπανση, καθώς και την αποκατάσταση των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν είτε προληπτικά, για την αποτροπή της είτε κατασταλτικά, για την εξουδετέρωση των βλαπτικών συνεπειών της. Ως προς τη νομική της φύση είναι ευθύνη υποκειμενική, αφού προϋποθέτει πταίσμα, δηλαδή υπαιτιότητα (ΜονΕφΠειρ. 499/2013, ΕΝαυτΔ 2013/450, Α. Κιάντου – Παμπούκη, Αστική ευθύνη για θαλάσσια ρύπανση, σε Μνήμη Ιωάννη Κ. Καρακατσάνη, 1999, σελ. 441 επομ. [456], Γ. Θεοχαρίδης, Η σημασία της υπαιτιότητας στην κατάφαση κυρώσεων από θαλάσσια ρύπανση, σε ΕΝαυτΔ 2005/161 επομ. [164, σημ. 19], Ι. Καράκωστας/Β. Τσεβρένης, Η προστασία του περιβάλλοντος κατά το ιδιωτικό δίκαιο, σε ΧρΙΔ 2005/577 επομ. [583]) κάποιου φυσικού προσώπου, συνήθως εργαζομένου στο πλοίο, το οποίο (πταίσμα), μάλιστα, δεν τεκμαίρεται αλλά πρέπει να αποδειχθεί από το ζημιωθέντα (Α. Κιάντου – Παμπούκη, Η αστική ευθύνη για ρύπανση της θάλασσας. Ευθύνη υποκειμενική ή αντικειμενική;, σε ΕΝαυτΔ 1989/1 επομ. [5], Ζ. Δημοπούλου, Ευθύνη από διακινδύνευση, 2003, σελ. 241). Πέραν του προσώπου που προκάλεσε υπαιτίως τη ρύπανση ο Ν. 743/1977 καθιερώνει ευθύνη και άλλων προσώπων που τελούν σε ειδική σχέση με το ρυπογόνο πλοίο (ΕφΠειρ. 961/2005, ΕΕμπΔ 2005/799). Στον κύκλο των προσώπων αυτών, στα οποία επεκτείνεται η αστική ευθύνη, περιλαμβάνονται, προκειμένου για πλοία και δεξαμενόπλοια, ο πλοίαρχος, αν, βέβαια, δεν προκάλεσε ο ίδιος υπαίτια τη ρύπανση ή τον πιθανό κίνδυνο πρόκλησης αυτής, ο πλοιοκτήτης, ο εφοπλιστής, ο διαχειριστής του πλοίου στην Ελλάδα και, εφόσον φορέας της πλοιοκτησίας (κατά το γράμμα του νόμου [«ανήκει»] αλλά με τελολογική διαστολή του και) του εφοπλισμού ή της διαχείρισης είναι ανώνυμη εταιρία και ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου, όπως και ο διευθύνων σύμβουλος αυτής. Αφορά, δηλαδή, η ευθύνη αυτή πρόσωπα που ωφελούνται από την εκμετάλλευση του πλοίου, στα οποία, κατά τη νομοθετική βούληση, είναι σκόπιμο να επιρριφθεί το κόστος της αποκατάστασης της ζημίας (Ι. Καράκωστας, Περιβάλλον & Δίκαιο, Δίκαιο διαχείρισης και προστασίας των περιβαλλοντικών αγαθών, 2011, σελ. 418) τόσο για λόγους διανεμητικής δικαιοσύνης, όσον και προκειμένου να εξαναγκαστούν σε επίταση της προσοχής τους προς το σκοπό ελαχιστοποιήσεως των ρυπογόνων καταστάσεων στον ευαίσθητο χώρο του υγρού στοιχείου (Ι. Κοροτζής, Η αστική ευθύνη για ζημία ρύπανσης από πετρέλαιο κίνησης σύμφωνα με τη διεθνή σύμβαση του Λονδίνου του 2001, σε Δνη 2008/1293 επομ. [1297]). Πρόκειται για ευθύνη εξωδικαιοπρακτική και αντικειμενική (ΑΠ 332/2006, ΧρΙΔ 2006/614 = ΕΕμπΔ 2006/405), βασιζόμενη στην αιτιότητα, δηλαδή στην απλή αιτιώδη συνάφεια μεταξύ παράνομης ενέργειας και ζημιογόνου αποτελέσματος (Απ. Γεωργιάδης, Ενοχικό Δίκαιο, Γενικό Μέρος, 2015, § 59, αρ. 4, σελ. 642), που αποσκοπεί στην κάλυψη της ζημίας που μπορεί να προκαλέσει η άσκηση μιας νόμιμης κατά βάση (οικονομικής) δραστηριότητας, στα πλαίσια της οποίας και λόγω του κινδυνώδους χαρακτήρα της τίθεται σε διακινδύνευση το προστατευόμενο έννομο (δημόσιο περιβαλλοντικό αλλά και ιδιωτικό) αγαθό (Λ. Κοτσίρης, Αστική ευθύνη για ρύπανση θαλάσσης από πετρελαιοειδή, σε Αφιέρωμα στον Αλέξανδρο Γ. Λιτζερόπουλο, 1985/505 επομ. [508]), με την (ουσιώδη) διαφορά, όμως, ότι ανακύπτει μόνον αν διαπιστωθεί υπαιτιότητα του προσώπου που προκάλεσε τη ρύπανση, δηλαδή προσώπου άλλου από εκείνο στο οποίο επεκτείνεται η ευθύνη. Στην ουσία, η ευθύνη που θεσπίζεται με τη διάταξη του άρθρου 12 § 1 του Ν. 743/1977 δε διαφέρει ως προς τις προϋποθέσεις της από την ευθύνη για αλλότριες πράξεις (περί της οποίας βλ. Μ. Σταθόπουλο, Γενικό Ενοχικό Δίκαιο, 2004, § 7, αρ. 3, σελ. 350) που καθιερώνουν οι διατάξεις των άρθρων 922 και 926 ΑΚ, με τις οποίες ρυθμίζεται η έναντι του ζημιωθέντος ευθύνη προστήσαντος και προστηθέντος, παρά μόνο κατά το ότι διευρύνει τον κύκλο των «προστησάντων», εκκινώντας και πάλι από τη βασική ιδέα της θεμελίωσης ευθύνης σε βάρος των ωφελούμενων από τη δραστηριότητα του υπαίτιου προσώπου (Ι. Καράκωστας, ο.π.).

Η ενάγουσα εταιρεία στην υπό κρίση αγωγή της εκθέτει ότι δραστηριοποιείται στον τομέα παροχής υπηρεσιών για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Ότι, στις …, προκλήθηκε πυρκαγιά στο επαγγελματικό ιδιωτικό σκάφος με το όνομα «…», νηολογίου ……… με αριθμό …, ιδιοκτησίας του εναγομένου, το οποίο βρισκόταν στη θαλάσσια περιοχή της νήσου Μυκόνου, με αποτέλεσμα τη δημιουργία άμεσου και επαπειλούμενου κινδύνου πρόκλησης ρύπανσης στη σχετική θαλάσσια περιοχή από τη διαρροή των εντός των δεξαμενών του ανωτέρω σκάφους ναυτιλιακών καυσίμων και λοιπών πετρελαιοειδών. Ότι, αφού ο εναγόμενος  ζήτησε τη συνδρομή της ενάγουσας για την αντιμετώπιση του εν λόγω περιβαλλοντικού κινδύνου, η τελευταία ανέλαβε, με το σχετικό αντιρρυπαντικό εξοπλισμό που διαθέτει και με το εξειδικευμένο προσωπικό της, το έργο της απορρύπανσης της ανωτέρω θαλάσσιας περιοχής, με την εκτέλεση όλων των αναγκαίων εργασιών, οι οποίες είχαν διάρκεια από την 29η-9-2017 μέχρι την 2α-10-2017. Ότι για τις ως άνω υπηρεσίες και τις σχετικές δαπάνες, όπως αυτές αναλυτικώς αναφέρονται ως προς όλα τα στοιχεία τους σ’ αυτήν (αγωγή), δικαιούται το ποσό των 16.735,00 ευρώ, πλέον ΦΠΑ 24% ύψους 4.016,40 ευρώ. Εκθέτει περαιτέρω, ότι η εναγομένη, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της, δεν της κατέβαλε οποιοδήποτε χρηματικό ποσό σε εξόφληση των υπηρεσιών που της παρείχε. Με βάση το ιστορικό αυτό η ενάγουσα – επικαλούμενη ευθύνη του εναγομένου από τη μεταξύ τους σύμβαση έργου, άλλως επικουρικά ευθύνη του εκ του νόμου (άρθρο 12 παρ. 1 Ν.  743/1977, όπως κωδικοποιήθηκε με το Π.Δ. 55/1998) – ζήτησε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει το ανωτέρω ποσό των 20.751,40 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Με τα ανωτέρω ως περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση, κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 9, 12 παρ. 1, 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον {άρθρα 22 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 51 Ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς) και είναι είναι ορισμένη και νόμιμη κατά την κύρια και την επικουρική βάση της, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 340, 345, 346, 361, 681επ., 694 ΑΚ, 1, 2, 3, 9, 10, 11, 12, 14, 20 και 22 του Ν.743/1977 «Περί προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος και ρυθμίσεως συναφών θεμάτων», όπως κωδικ. με το Π.Δ. 55/1998, 28 παρ.1 Συντάγματος, 4 παρ.1 εδ.α΄ και παρ. 2 της Διεθνούς Σύμβασης του 1972 «περί προλήψεως ρυπάνσεως της θαλάσσης εξ απορρίψεως καταλοίπων και άλλων υλών», 68, 907, 908, 176 Κ.Πολ.Δ.), με την επισήμανση ότι η αγωγική αξίωση της ενάγουσας για το επιμέρους ποσό των 4.016,40 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε Φ.Π.Α. 24%, για τα αιτούμενα αγωγικά κονδύλια, δύναται να καταστεί αντικείμενο δίκης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 69 παρ.1 περ.ε’ ΚΠολΔ, αδιαφόρως του ότι η έκδοση των σχετικών φορολογικών στοιχείων δεν είχε λάβει χώρα κατά τη συζήτηση της αγωγής, υπό τον όρο ότι κατά τον χρόνο είσπραξης του ποσού αυτού στο μέλλον με την εξόφληση της επιδικασθησόμενης από το Δικαστήριο αμοιβής της ενάγουσας από τον εναγόμενο, θα εκδοθούν τα αντίστοιχα φορολογικά στοιχεία, ως αναγκαία προϋπόθεση της καταβολής (ΑΠ 1113/2017, ΑΠ 80/1999, ΕφΑθ 729/2018 ΤΝΠ Νόμος). Στο πλαίσιο όμως αυτό, το παρεπόμενο αίτημα τοκοδοσίας ως προς το παραπάνω ποσό, είναι νόμιμο όχι από τον αιτούμενο χρόνο, επίδοσης της αγωγής, αλλά από τον μεταγενέστερο χρόνο της έκδοσης των αντίστοιχων φορολογικών στοιχείων (λ.χ. τιμολογίων, αποδείξεων παροχής υπηρεσιών κλπ.) και της παράδοσής τους στον εναγόμενο μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, ειδάλλως, η ως άνω έναρξη της τοκοδοσίας προσκρούει στον σκοπό των οικείων φορολογικών διατάξεων, που είναι η διασφάλιση της απόδοσης του ΦΠΑ στο Δημόσιο από την έκδοση από την ενάγουσα της σχετικής απόδειξης ή τιμολογίου και παράδοσής τους στους εναγόμενους, συμπεριλαμβανομένου του οφειλόμενου ΦΠΑ (ΕφΠατρ 124/2017 ΤΝΠ Nόμος), καθόσον έτσι το αιτούμενο ποσό τοκοφορίας περιέχεται ως έλασσον στο (εσφαλμένο) μείζον προσδιοριζόμενο με το αγωγικό δικόγραφο χρονικό διάστημα έναρξης τοκοδοσίας (ΑΠ 1288/1996 ΕλλΔνη 1997.1141, ΕφΠειρ 878/2004 ΕλλΔνη 2005.283, ΕφΠειρ 996/2003 ΕΔΠ 2006.109, ΕφΑθ 6715/2001, ΕφΑθ 6717/2001 αδημ. στον νομικό Τύπο, ΜονΠρΘεσ 156/2016 ΤΝΠ Νόμος).  Κατόπιν τούτων πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω η αγωγή ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι καταβλήθηκε το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. το υπ’ αριθ. 247400761959 0205 0030 ηλεκτρονικό παράβολο της Γ.Γ.Π.Σ. σε συνδυασμό με την από 12-12-2018 ηλεκτρονική επιβεβαίωση καταβολής του παραβόλου της Γ.Γ.Π.Σ.).

O κυρίως εναγόμενος, με την από 4-10-2018 και με αριθμό κατάθεσης 11108/5002/2018 ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή, αφού εκθέτει ότι η ανωτέρω ενάγουσα άσκησε εναντίον του την ως άνω κύρια αγωγή, το περιεχόμενο της οποίας παραθέτει κατά λέξη, και ότι το σκάφος του ήταν ασφαλιμένο, κατά το χρόνο που έλαβε χώρα το επίδικο συμβάν, στην καθ’ ης η ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, σε ό, τι αφορά στην ευθύνη για ζημίες προξενηθείσες σε τρίτους από τη λειτουργία του φερόμενου ως ζημιογόνου σκάφους, προσεπικαλεί την τελευταία, ώστε να παρέμβει στην κύρια δίκη και να υποστηρίξει τα αιτήματά του σε αυτήν, και ζητεί, σε περίπτωση που γίνει δεκτή η εις βάρος της κύρια αγωγή, να υποχρεωθεί η καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένη, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, να της καταβάλει, το ποσό που θα καταβάλει ο ίδιος στην ενάγουσα της εν λόγω κύριας αγωγής, δυνάμει της απόφασης που θα εκδοθεί επί της τελευταίας, το οποίο καλύπτεται από την ένδικη ασφαλιστική σύμβαση, με το νόμιμο τόκο από …, άλλως από την επίδοση της κύριας αγωγής, άλλως από την επίδοση της παρεμπίπτουσας αγωγής και μέχρι την εξόφληση του. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, αρμόδια και παραδεκτά φέρεται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου η κρινόμενη προσεπίκληση με τη σωρευόμενη παρεμπίπτουσα αγωγή (18, 31, 88, 238 παρ. 1 ΚΠολΔικ, όπως το άρθρο 238 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015 – ΦΕΚ Α` 87/23-07-2015 Έναρξη ισχύος 01-01-2016 – άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 Ν. 4335/2015), καθώς ασκήθηκε (κατατέθηκε και επιδόθηκε) εμπρόθεσμα, ήτοι εντός εξήντα (60) ημερών από την κατάθεση της κύριας αγωγής, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. 1162Γ΄/26-10-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Αριστείδη Πετρίδη, χωρίς να υπολογίζεται το χρονικό διάστημα από 1-31 Αυγούστου (άρθρο 147 παρ. 2 ΚΠολΔ). Περαιτέρω, η κρινόμενη προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή είναι νόμιμη, ερείδεται στις διατάξεις των άρθρων 259 και 262 του Ν. 3816/1958 περί Κ.Ι.Ν.Δ., 1, 2, 3, 7, 11 και 25 Ν. 2496/1997 «Ασφαλιστική σύμβαση, τροποποιήσεις της νομοθεσίας για την ιδιωτική ασφάλιση και άλλες διατάξεις», 346 ΑΚ, 69 παρ. 1 περ. δ΄ και ε΄, 88, 907 και 908 παρ. 1 ΚΠολΔ, πλην του παρεπόμενου αιτήματος καταβολής τόκων υπερημερίας από …, το οποίο κρίνεται μη νόμιμο, δεδομένου ότι η επιδίκαση της σχετικής αξίωσης τελεί υπό τον όρο ευδοκίμησης της κύριας αγωγής. Συνεπώς, δικαιούται νόμιμους τόκους επί της απαιτήσεως τους από την επίδοση της παρεμπίπτουσας αγωγής (ΑΠ 277/1999 ΕλλΔνη 1999. 1311). Επομένως, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι, για το παραδεκτό της συζήτησής της, έχει καταβληθεί το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. το υπ’ αριθ. … ηλεκτρονικό παράβολο της Γ.Γ.Π.Σ. σε συνδυασμό με την από … ισόποση εντολή πληρωμής – γραμμάτιο είσπραξης της …).

Απ’ όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα οι διάδικοι είτε για να ληφθούν αυτοτελώς υπόψη ως αποδεικτικά μέσα είτε, επικουρικά, ως δικαστικά τεκμήρια, από την υπ’ αριθ. … ένορκη βεβαίωση του …, που συντάχθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου … Φίλου Ειρήνης, με την επιμέλεια του εναγομένου, κατόπιν νομότυπης κλήτευσης της αντιδίκου του (βλ. την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιώς, με έδρα στο Πρωτοδικείο Πειραιά, …, χωρίς να ληφθεί υπόψη η υπ’ αριθ. … ένορκη βεβαίωση που συντάχθηκε χωρίς την παρουσία του εναγομένου ενώπιον της συμβολαιογράφου Μυκόνου Καλλιόπη Χαρίτου, με επιμέλεια της ενάγουσας, καθώς και οι υπ’ αριθ. …. και … ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων … και …, που συντάχθηκαν χωρίς την παρουσία του παρεμπιπτόντως ενάγοντος, ενώπιον της συμβολαιογράφου Κρωπίας Αναστασίας Καραγιώργου με επιμέλεια της παρεμπιπτόντως εναγόμενης, διότι δεν πληρούται η απαιτούμενη, από τη διάταξη του άρθρου 422 ΚΠολΔ, προϋπόθεση της προηγούμενης νομότυπης κλήτευσης του αντιδίκου (424 ΚΠολΔ) λόγω της ασάφειας της σχετικής κλήτευσης, αφού σ’ αυτές προσδιορίζονται περισσότεροι χρόνοι για την εξέταση των μαρτύρων, κατά τρόπο μη σαφή και συγκεκριμένο (ΑΠ 1321/2014, ΑΠ 275/2013 δημ. στη ΤΝΠ Νόμος), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα είναι επιχείρηση που δραστηριοποιείται στον τομέα παροχής υπηρεσιών για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, αναλαμβάνοντας και εκτελώντας εργασίες που αφορούν την απορρύπανση των θαλασσίων περιοχών από διαρροές πετρελαιοειδών και λοιπών καταλοίπων με ειδικά αντιρρυπαντικά σκάφη και ειδικευμένο τεχνικό προσωπικό. Ο εναγόμενος είναι ιδιοκτήτης του με αριθμό νηολογίου … ταχύπλοου επαγγελματικού σκάφους ονόματι «…». Στις …, το ως άνω σκάφος υπό τη διακυβέρνηση του εναγομένου και ενώ έπλεε εντός του θαλασσίου χώρου της νήσου Μυκόνου, βυθίστηκε λόγω πυρκαγιάς που ξέσπασε σ’ αυτό. Μετά ταύτα, στις …, υπό το κίνδυνο διαρροής πετρελαιοειδών στη θάλασσα, ο εναγόμενος – ο οποίος δεν αρνείται την ευθύνη του, ως ιδιοκτήτη του σκάφους, για τις δαπάνες προς αποτροπή και εξουδετέρωση της θαλάσσιας ρύπανσης– ανέθεσε στην ενάγουσα την αντιμετώπιση και τον περιορισμό της ρύπανσης με σκοπό την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος και συγκεκριμένα την απάντληση της ποσότητας των 1.000 λίτρων πετρελαίου κίνησης που υπήρχαν στο σκάφος (βλ. την από … υπεύθυνη δήλωση του εναγομένου προς το Λιμεναρχείο Μυκόνου). Την ανάθεση του έργου αποδέχθηκε άμεσα η ενάγουσα (άρθρα 167, 189, 192, 361 Α.Κ.) με μήνυμα του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου το οποίο απέστειλε στον εναγόμενο με συνημμένο τον τιμοκατάλογο των υπηρεσιών της, η οποία στις 29-9-2017 απέστειλε προσωπικό, μηχανήματα, σκάφος και εξοπλισμό στη θαλάσσια περιοχή του ναυαγίου, παρέχοντας άμεσα τις αντιρρυπαντικές υπηρεσίες της, υπό τη διαρκή εποπτεία και τις οδηγίες της αρμόδιας λιμενικής αρχής, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ταχύτερο δυνατόν ο κίνδυνος ρύπανσης. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις αναφορές που υπέβαλε η ενάγουσα στο Λιμεναρχείο Μυκόνου, απέστειλε για το σκοπό αυτό στην περιοχή ένα (1) ταχύπλοο σκάφος ρίψης αντιρρυπαντικών φραγμάτων, απορροφητικά υλικά, αντλία κενού, σωληνώσεις, εργαλεία χειρός. Ειδικότερα, την Παρασκευή 29-9-2017 το σκάφος της ενάγουσας «…» έφθασε στο σημείο του ναυαγίου όπου και πραγματοποιήθηκε έλεγχος από δύτες για τον εντοπισμό πετρελαιοειδών και άλλων ρύπων, χωρίς να διαπιστωθούν ίχνη ρύπανσης, παρά μόνον εντοπίσθηκε η μία δεξαμενή καυσίμου, κενή φορτίου, την οποία ανέλκησαν και ρυμούλκησαν έως την ακτή. Εργάστηκαν για το σκοπό αυτό από τις 11:00 έως τις 20:00 ο Διευθυντής Επιχειρήσεων …, ένας επικεφαλής τεχνικός , ο δύτης …, δύο τεχνικοί, ήτοι ο χειριστής του σκάφους … και ένας τεχνικός που εκτελούσε χρέη βοηθού δύτη, ο …, οι οποίοι διέθεταν μια αντλία νερού υψηλής πίεσης σε αναμονή, σωληνώσεις πετρελαίου σε αναμονή, Επίσης, χρησιμοποιήθηκε ένα όχημα υποστήριξης 4Χ4 για την ρίψη του σκάφους στην θάλασσα, έτερο όχημα υποστήριξης, εργαλεία χειρός και μέσα ατομικής προστασίας για το προσωπικό. Το Σάββατο 30-9-2017, έγινε μεταφορά από γερανοφόρο όχημα της δεξαμενής σε χώρο φύλαξης που υπέδειξε το Λιμεναρχείο Μυκόνου και το μεσημέρι της ίδιας ημέρας ο Διευθυντής επιχειρήσεων από κοινού με τον τεχνικό … και … επιθεώρησαν με το ίδιο ταχύπλοο σκάφος τη περιοχή του ναυαγίου, χωρίς να εντοπισθούν ίχνη ρύπανσης. Για όλες τις ανωτέρω εργασίες η ενάγουσα ενημέρωνε εγγράφως καθημερινά το Κεντρικό Λιμεναρχείο Ελευσίνας – το οποίο κατά το νόμο είχε το συντονισμό των μέσων προστασίας θαλασσίου περιβάλλοντος – καθώς και τον εναγόμενο. Το δε τιμοκατάλογό της – που ήταν γνωστός στην οικεία ναυτιλιακή αγορά και τον συναφή κλάδο των εταιριών που ασχολούνταν με την παροχή υπηρεσιών απορρύπανσης του θαλασσίου περιβάλλοντος – η ενάγουσα είχε αποστείλει στον εναγόμενο με μήνυμα του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και έτσι ήταν σαφείς οι χρεώσεις της για τη λήψη μέτρων προστασίας θαλασσίου περιβάλλοντος. Επισημαίνεται εδώ ότι ο εναγόμενος, με το από 29-9-2017 φαξ, είχε αναθέσει εγγράφως στην ενάγουσα τη λήψη μέτρων προστασίας θαλασσίου περιβάλλοντος σύμφωνα με τον τιμοκατάλογο της τελευταίας και μέχρι την απορρύπανση εκ μέρους της του θαλασσίου περιβάλλοντος. Σύμφωνα με τον ανωτέρω τιμοκατάλογο α) προβλέπονταν χρεώσεις για τους τεχνικούς και τον επικεφαλής τεχνικό, που αφορούν εργασία μέχρι δέκα (10) ώρες, ενώ για εργασία πέραν των δέκα (10) ωρών, ισχύει υπερωριακή χρέωση, β) τα αντιρρυπαντικά σκάφη «….» τύπου … είναι ειδικά σχεδιασμένα, με ικανότητα περισυλλογής πετρελαιοειδών όλων των τύπων, έχουν 20 μ. μήκος και διαθέτουν δεξαμενές χωρητικότητας άνω των 30 m3 πετρελαίου και 3,5 m3  απορριμμάτων, γ) όλες οι αντλίες και τα skimmers είναι πλήρως εξοπλισμένα με μονάδα παραγωγής ισχύος και 20m σωληνώσεων, δ) οι αντιρρυπαντικές εργασίες πραγματοποιούνται μόνο με μηχανικά μέσα περισυλλογής, ε) ο εξοπλισμός χρεώνεται από τη στιγμή της αναχώρησής του από τον αντιρρυπαντικό σταθμό της ενάγουσας εταιρίας, Τεχνικής Προστασίας Περιβάλλοντος Α.Ε.-Θαλάσσιες Υπηρεσίες Περιβάλλοντος Ν.Ε, στ) για άμεση επέμβαση και εργασίες περισυλλογής πετρελαίου η ελάχιστη χρέωση για τον εξοπλισμό είναι τέσσερεις (4) ώρες ή μία (1) ημέρα για εξοπλισμό που ενοικιάζεται με την ώρα ή την ημέρα αντίστοιχα, ζ) οι ανωτέρω τιμές δεν περιλαμβάνουν τα καύσιμα που χρεώνονται στο κόστος, η) ο εξοπλισμός χρεώνεται με το 50% της κανονικής χρέωσης, όταν παραμένει σε ετοιμότητα χωρίς να χρησιμοποιείται, θ) ημερήσιες χρεώσεις εφαρμόζονται σε προκαθορισμένα είδη μετά την 3η ημέρα των αντιρρυπαντικών εργασιών, άσχετα από τις ώρες εργασίας, ι) τα έξοδα που αφορούν στη διακίνηση και τελική διάθεση των αποβλήτων βαρύνουν τον πελάτη, ια) προβλέπεται επιβάρυνση ύψους 15% για την ασφαλιστική κάλυψη, την αμοιβή υπεργολάβων την ενοικίαση εξοπλισμού και έξοδα που αφορούν στη συγκεκριμένη εργασία και ιβ) η πληρωμή των τιμολογίων γίνεται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία έκδοσής τους. Με βάση τον ανωτέρω, αποδεκτό από τον εναγόμενο, τιμοκατάλογο της ενάγουσας, η αμοιβή και οι δαπάνες της για τις υπηρεσίες απορρύπανσης που προσέφερε, υπολογιζόμενες ανά ημέρα, αναφορικά με το προσωπικό, τα σκάφη, τον εξοπλισμό, τα απορροφητικά-αναλώσιμα υλικά κ.λ.π, ανέρχονται στο συνολικό ποσό των 16.735,00 ευρώ και αναλύονται ως εξής: 1) Για την Παρασκευή 29-9-2017 (1η ημέρα), παρασχέθηκε εργασία 9 ωρών (από 11.00 έως 20.00), η οποία τιμολογήθηκε ως ακολούθως: Α) Για το προσωπικό: α) διευθυντής επιχειρήσεων, ποσό 880,00 ευρώ, β) επικεφαλής τεχνικός, ποσό 630,00 ευρώ, γ) τεχνικοί 2 άτομα Χ 530,00 ευρώ έκαστος, ποσό 1.060 ευρώ, δ) υπερωρίες 2 ωρών Χ 30,00 ευρώ/ώρα, ποσό 60 ευρώ, ήτοι συνολικά για το προσωπικό, ποσό 2.630,00 ευρώ, Β) Για τα σκάφη: ταχύπλοο σκάφος εργασίας – ρίψης φραγμάτων, ποσό 1.800 ευρώ, Γ) Για τον εξοπλισμό: α) όχημα υποστήριξης, 1 τεμ. Χ 160,00 ευρώ/τεμ, ποσό 160,00 ευρώ, β) αντλία νερού υψηλής πίεσης σε ετοιμότητα, 1 τεμ. Χ 240 ευρώ, γ) σωληνώσεις πετρελαίου 2’’σε ετοιμότητα μήκους 50 μ. (0,6 ευρώ/μ.),  δ) όχημα υποστήριξης 4Χ4, ένα τεμ. Χ 190 ευρώ, ήτοι συνολικά για τον εξοπλισμό, ποσό 620,00 ευρώ, Δ) Για τα απορροφητικά – αναλώσιμα: εργαλεία χειρός αξίας κόστους 20 ευρώ και μέσα ατομικής προστασίας κόστους 30 ευρώ Ε) Για σχοινιά το ποσό των 10 ευρώ, για καύσιμα των σκαφών και των οχημάτων και του εξοπλισμού το ποσό των 220 ευρώ για αναλώσιμα 40 ευρώ, για έξοδα ταξιδιού του προσωπικού 380 ευρώ και συνολικά για την 1η ημέρα, το ποσό των 5.765,00 ευρώ. 2) Για το Σάββατο 30-9-2017 (2η ημέρα), παρασχέθηκε εργασία 12 ωρών (από 07.00 έως 19.00),η οποία τιμολογήθηκε ως ακολούθως: Α) Για το προσωπικό: α) διευθυντής επιχειρήσεων, ποσό 880,00 ευρώ, β) επικεφαλής τεχνικός, ποσό 630,00 ευρώ, γ) τεχνικοί 1 άτομο Χ 530,00 ευρώ, δ) υπερωρίες 4 ωρών Χ 30,00 ευρώ/ώρα, ποσό 120 ευρώ, ήτοι συνολικά για το προσωπικό, ποσό 2.160,00 ευρώ, Β) Για το ταχύπλοο σκάφος εργασίας – ρίψης φραγμάτων, ποσό 1.800 ευρώ, Γ) Για τον εξοπλισμό: α) όχημα υποστήριξης, 1 τεμ. Χ 160,00 ευρώ/τεμ, ποσό 160,00 ευρώ, β) όχημα υποστήριξης 4Χ4 190 ευρώ, γ) γερανοφόρο φορτηγό 1.440 ευρώ, δ) αντλία νερού υψηλής πίεσης σε ετοιμότητα 1 τεμ. Χ 240 ευρώ, ε) σωληνώσεις μήκους 50 μ. Χ 0,6 ευρώ/μ., κόστους 30 ευρώ και συνολικά 2.060 ευρώ, Γ) Για απορροφητικά – αναλώσιμα: 20 ευρώ για εργαλεία χειρός, 10 ευρώ για επικοινωνία 190 ευρώ για καύσιμα σκαφών, οχημάτων και εξοπλισμού και 190 ευρώ για έξοδα ταξιδιού και διαμονής, και συνολικά για την 2η ημέρα, το ποσό των 6.430 ευρώ. 3) Για τη Κυριακή 1-10-2017 παρασχέθηκε εργασία 3 ωρών (από 09.00 έως 12.00),η οποία τιμολογήθηκε ως ακολούθως: Α) Για το προσωπικό: α) διευθυντής επιχειρήσεων, ποσό 880,00 ευρώ, β) επικεφαλής τεχνικός, ποσό 630,00 ευρώ, γ) τεχνικοί 1 άτομο Χ 530,00 ευρώ, ήτοι συνολικά για το προσωπικό, ποσό 2.040,00 ευρώ, Β) Για το ταχύπλοο σκάφος εργασίας – ρίψης φραγμάτων, ποσό 1.800 ευρώ, Γ) Για τον εξοπλισμό: α) όχημα υποστήριξης, 1 τεμ. Χ 160,00 ευρώ/τεμ, ποσό 160,00 ευρώ, β) όχημα υποστήριξης 4Χ4 190 ευρώ και συνολικά 350 ευρώ, Γ) Για έξοδα ταξιδιού και διαμονής 350 ευρώ, και συνολικά για την 3η ημέρα, το ποσό των 4.540,00 ευρώ. Ως εκ τούτου το γενικό σύνολο δαπάνης και οφειλόμενης αμοιβής της ενάγουσας για τις όλες ανωτέρω επιμέρους προληπτικές αντιρρυπαντικές εργασίες της προς την εναγόμενο με σκοπό την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος, υπολογίζεται, με βάση το συμφωνηθέντα τιμοκατάλογό της, στο ποσό των 16.735,00 ευρώ πλέον Φ.Π.Α. 24%. Μετά την ολοκλήρωση των υπηρεσιών της και για την είσπραξη των δαπανών και της αμοιβής της η ενάγουσα απέστειλε στις 20-10-2017 χρωστικό σημείωμα στον εναγόμενο με μήνυμα του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Όμως το παραπάνω χρεωστικό σημείωμα, συνολικού ποσού 20.751,40 ευρώ, περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α, παραμένει μέχρι σήμερα ανεξόφλητο, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της ενάγουσας προς τον εναγόμενο. Ο τελευταίος μάλιστα παρέλαβε το χρεωστικό σημείωμα προβάλλοντας αντιρρήσεις ως προς τη χρέωση μόνο της τέταρτης ημέρας, η οποία τελικά δεν συμπεριλήφθηκε στην οφειλόμενη αμοιβή της ενάγουσας. Αντιθέτως, δεν διατύπωσε επιφυλάξεις για τις πρώτες τρείς ημέρες, ως προς το είδος, τη φύση και την κοστολόγηση των άνω εργασιών, τον αριθμό των μελών του προσωπικού και των σκαφών, του είδους και της ποσότητας του εξοπλισμού και των απορροφητικών-αναλώσιμων υλικών και μέσων που χρεώθηκαν, των ωρών και τη διάρκειας των εργασιών του προσωπικού της ενάγουσας και την τιμολόγησή τους. Σημειωτέον ότι ο τιμοκατάλογος της ενάγουσας ήταν αναλυτικός, σαφής και εξειδικευμένος, όσον αφορά την απασχόληση του αναγκαίου προσωπικού και των σκαφών κατά την παροχή των εργασιών, τη χρήση του απαραίτητου εξοπλισμού, τους προβλεπόμενους όρους και συνθήκες παροχής των υπηρεσιών της και την κοστολόγηση αυτών. Συνακόλουθα, το ως άνω αναλυόμενο συνολικό ποσό για αμοιβή και δαπάνες της ενάγουσας για τις άνω μορφής και έκτασης προληπτικές αντιρρυπαντικές εργασίες της στο θαλάσσιο περιβάλλον, κρίνεται, βάσει του άνω τιμοκαταλόγου της, που ήταν γνωστός στο ναυτιλιακό κόσμο της περιοχής, ως δίκαιο, εύλογο και ειθισμένο για το αντίστοιχο έργο στον αντίστοιχο τόπο και χρόνο. Περαιτέρω, ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι οι εργασίες της ενάγουσας ήταν υπερβολικές ως προς τα μέσα και το ανθρώπινο δυναμικό που απασχολήθηκε και ως προς τη χρονική διάρκεια απασχόλησης του ανθρωπίνου δυναμικού της. Ο άνω ισχυρισμός της κρίνεται απορριπτέος ως αόριστος, διότι ο εναγόμενος δεν επικαλείται, κατά τρόπο ειδικό και σαφή, ποια από τα λεπτομερώς αναφερόμενα στην αγωγή μέσα (πλωτά και χερσαία) και ποιους από τους εργαζόμενους του προσωπικού της ενάγουσας θεωρεί ότι δεν απασχολήθηκαν στις εργασίες της απορρύπανσης του θαλασσίου και ευρύτερου περιβάλλοντος της ρυπανθείσας περιοχής και ποιες μέρες ή ώρες χρεώθηκαν εργασίες που δεν πραγματοποιήθηκαν. Σε κάθε περίπτωση ο άνω ισχυρισμός είναι απορριπτέος και ως αβάσιμος κατ’ ουσία, αφού η εκτέλεση των επικαλούμενων από την ενάγουσα εργασιών, με τα επικαλούμενα μέσα και ανθρώπινο δυναμικό και στον επικαλούμενο χρόνο, αποδεικνύεται από την πλήρη και σαφή κατάθεση του μάρτυρα του εναγομένου …, ο οποίος βεβαιώνει ενόρκως, μετά λόγου γνώσεως και από ιδίαν αντίληψη, καθώς επέβαινε στο ως άνω σκάφος κατά τον χρόνο που έλαβε χώρα το επίδικο συμβάν, ότι ο εναγόμενος παρακολουθούσε όλες τις εργασίες και την εξέλιξη του έργου και για το λόγο αυτό παρέμεινε στη νήσο Μύκονο μέχρι τις … οπότε και περάτωσε τις εργασίες της η ενάγουσα εταιρεία, χωρίς να εκφράσει κάποια επιφύλαξη ή αντίρρηση ή παράπονο για το είδος, τη φύση, την ποσότητα, την ποιότητα και την κοστολόγηση των εργασιών κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου της. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος δυνάμει του υπ’ αριθ. … ασφαλιστηρίου συμβολαίου, ισχύος για τη χρονική περίοδο από … έως … είχε ασφαλίσει στην παρεμπιπτόντως εναγομένη την αστική ευθύνη του σκάφους του, μεταξύ άλλων και κατά κινδύνων θαλάσσιας ρύπανσης που θα προκαλούνταν από τη χρήση του μέχρι του ποσού των 150.000 ευρώ. Σύμφωνα με το άρθρο 4 του ασφαλιστηρίου «Ειδικά για τον κίνδυνο θαλάσσιας ρύπανσης θα καλύπτονται αποκλειστικά και μόνον οι εύλογες δαπάνες που απαιτήθηκαν για τον καθαρισμό της θαλάσσιας περιοχής που ρυπάνθηκε, υπό τον όρο ότι συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις: 1) Η ρύπανση είναι το άμεσο αποτέλεσμα αιφνίδιας, συγκεκριμένης, και προσδιορισμένης ουσίας ή ενέργειας ή μικροοργανισμού ή γενετικώς τροποποιημένου μικροοργανισμού, που συμβαίνει και αναγγέλλεται κατά τη διάρκεια ισχύος του ασφαλιστηρίου. 2) Η ρύπανση δεν είναι άμεσο αποτέλεσμα φυσιολογικής φθοράς του σκάφους ή / και του εξοπλισμού και των εγκαταστάσεων του, ούτε της έλλειψης εύλογων προφυλάξεων προς αποφυγή της. 3) Η ρύπανση δεν αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια της λειτουργίας ή ύπαρξης του ασφαλισμένου σκάφους. 4) Η ρύπανση δεν είναι αποτέλεσμα της συνειδητής μη συμμόρφωσης των ασφαλισμένων με την ισχύουσα νομοθεσία και κανονισμούς περί προστασίας του περιβάλλοντος. Εφόσον από το ασφαλιστήριο καλύπτεται ο κίνδυνος της θαλάσσιας ρύπανσης, συμπεριλαμβάνεται στην ασφαλιστική κάλυψη και η δαπάνη για τη λήψη των προληπτικών μέτρων προστασίας. Με βάση τα συναλλακτικά ήθη και τα διδάγματα της κοινής πείρας και της λογικής, η λήψη μέτρων για την πρόληψη της ρύπανσης αποτελεί το έλασσον έναντι του μείζονος που συνίσταται στην αποζημίωση των δαπανών που απαιτήθηκαν για την άρση των συνεπειών από τη προκληθείσα ρύπανση του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Στην αντίθετη περίπτωση ο ασφαλισμένος θα επέλεγε να προκληθεί η θαλάσσια ρύπανση προκειμένου να αποφύγει το κόστος των μέτρων πρόληψης που θα τον επιβάρυναν. Εξάλλου, επέλευση του ασφαλιστέου κινδύνου επέρχεται όταν προκύπτει ο κίνδυνος της θαλάσσιας ρύπανσης, όπως στην προκείμενη περίπτωση από τη βύθιση ενός σκάφους, χωρίς να απαιτείται να έχει επέλθει και η ρύπανση, διότι τότε θα καθίστατο μάταιη η λήψη των προληπτικών μέτρων. Eξάλλου, ο ισχυρισμός της παρεμπιπτόντως εναγομένης ότι ο παρεμπιπτόντως ενάγων συνετέλεσε με δική του υπαιτιότητα στην αύξηση του κόστους των προληπτικών μέτρων αντιρρύπανσης, δεδομένου ότι δεν προέβη στην άμεση ανέλκυση του βυθισθέντος σκάφους του, κρίνεται αβάσιμος, δεδομένου ότι η διαδικασία ανέλκυσης ενός ναυαγίου αποτελεί ενέργεια που προϋποθέτει χρονικό διάστημα ανώτερο των τριών ημερών που διήρκησαν οι προληπτικές εργασίες αντιρρύπανσης. Κατόπιν όλων αυτών, να γίνει δεκτή η αγωγή ως βάσιμη κατ’ ουσία κατά την κύρια βάση της από σύμβαση έργου και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των είκοσι χιλιάδων επτακοσίων πενήντα ενός ευρώ και σαράντα λεπτών (20.751,40), υπό τον όρο της έκδοσης των σχετικών φορολογικών στοιχείων ως προς το επιμέρους ποσό των τεσσάρων χιλιάδων δέκα έξι ευρώ και σαράντα λεπτών (4.016,40) το οποίο αντιστοιχεί σε αναλογούντα Φ.Π.Α. 24% επί του ποσού των 16.735,00 ευρώ), δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε, ούτε άλλωστε η ενάγουσα επικαλείται, ότι έχει εκδώσει το απαιτούμενο φορολογικό παραστατικό για το συνολικό ποσό των 20.751,40 ευρώ που δικαιούται ως αμοιβή, με το νόμιμο τόκο: α) ως προς το επιμέρους ποσό των 16.735,00 ευρώ, από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και β) ως προς το επιμέρους ποσό των 4.016,40 ευρώ, από την έκδοση των σχετικών φορολογικών στοιχείων και την παράδοσή τους στον εναγόμενο. Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 69 παρ. 1 εδ. δ’ και ε’ , επιτρέπεται να ζητηθεί δικαστική προστασία και αν η γένεση ή η άσκηση του δικαιώματος εξαρτάται από την έκδοση της απόφασης (εδ. δ’ ) και αν το δικαίωμα εξαρτάται από την πλήρωση αίρεσης ή την επέλευση γεγονότος (εδ. ε’ ), ενώ κατά την παρ. 2 του ίδιου άρθρου “στην περίπτωση του εδ. ε’ (ο εναγόμενος) καταδικάζεται στην παροχή, μόλις πληρωθεί η αίρεση ή επέλθει το γεγονός και αυτό διαπιστωθεί με τον τρόπο που ορίζει η απόφαση”. Έτσι στην περίπτωση της ένωσης παρεμπίπτουσας αγωγής στην προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή, εφόσον αυτή εξαρτάται από την ήττα του προσεπικαλούντος στην κύρια δίκη, η καταδίκη του εξ αναγωγής εναχθέντος γίνεται υπό τον όρο της προηγούμενης καταβολής του ποσού της αποζημίωσης στον ενάγοντα της κύριας αγωγής, από το χρονικό σημείο της οποίας καθίσταται ληξιπρόθεσμη και απαιτητή η απαίτηση του παρεμπιπτόντως ενάγοντος και αρχίζει η τοκοφορία αυτής (ΑΠ 958/2015 αδημ.). Κατόπιν τούτων πρέπει να γίνει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη πρέπει η παρεμπίπτουσα αγωγή και να υποχρεωθεί η παρεμπιπτόντως εναγόμενη να καταβάλει στον παρεμπιπτόντως ενάγοντα οποιοδήποτε ποσό αυτός καταβάλει στην κυρίως ενάγουσα μέχρι του ποσού των είκοσι χιλιάδων επτακοσίων πενήντα ενός ευρώ και σαράντα λεπτών (20.751,40), πλέον τόκων και εξόδων, εντόκως από την επομένη της καταβολής και μέχρι την εξόφληση, υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνει πραγματική καταβολή, η οποία θα αποδειχθεί με την προσαγωγή σχετικής έγγραφης απόδειξης, που αποτελεί το χρονικό σημείο κατά το οποίο καθίσταται ληξιπρόθεσμη και απαιτητή η απαίτηση του παρεμπιπτόντως ενάγοντος και αρχίζει η τοκοφορία αυτής (ΑΠ 958/2015 αδημ.). Το αίτημα περί της κηρύξεως της αποφάσεως προσωρινώς εκτελεστής πρέπει να απορριφθεί, διότι δεν αποδείχθηκε ότι η καθυστέρηση της εκτέλεσης μπορεί να επιφέρει σημαντική ζημία τόσο στην ενάγουσα όσο και στον παρεμπιπτόντως ενάγοντα, ούτε ότι συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι. Τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας καθώς και του παρεμπιπτόντως ενάγοντος, κατά παραδοχή των σχετικών νόμιμων αιτημάτων τους, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των ηττηθέντων, εναγομένου και παρεμπιπτόντως εναγομένης αντίστοιχα (άρθρα 106, 176, 183, 189 παρ. 1 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, 69 παρ. 1 Ν. 4194/2013 «Κώδικας Δικηγόρων»), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

 

                                     ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 2-8-2018 αγωγή, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης 8825/3897/2018, καθώς και την από 4-10-2018 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 11108/5002/2018 προσεπίκληση – παρεμπίπτουσα αγωγή.

ΔΕΧΕΤΑΙ την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 2-8-2018 και με αριθμό κατάθεσης 8825/3897/2018 αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ τον εναγόμενο να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των είκοσι χιλιάδων επτακοσίων πενήντα ενός ευρώ και σαράντα λεπτών (20.751,40), υπό τον όρο της έκδοσης των σχετικών φορολογικών στοιχείων ως προς το επιμέρους ποσό των τεσσάρων χιλιάδων δέκα έξι ευρώ και σαράντα λεπτών (4.016,40), με το νόμιμο τόκο: α) ως προς το επιμέρους ποσό των 16.735,00 ευρώ, από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και β) ως προς το επιμέρους ποσό των 4.016,40 ευρώ, από την έκδοση των σχετικών φορολογικών στοιχείων και την παράδοσή τους στον εναγόμενο.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας σε βάρος του εναγομένου, τα οποία ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800,00) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ την προσεπίκληση σε παρέμβαση και την σωρευόμενη με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 11108/5002/2018 παρεμπίπτουσα αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την καθ’ ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένη να καταβάλει στον προσεπικαλούντα – παρεμπιπτόντως ενάγοντα ό,τι υποχρεώθηκε ο τελευταίος να καταβάλει στην ενάγουσα της με αριθμό κατάθεσης 8825/3897/2018 αγωγής, πλέον τόκων και εξόδων, υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνει πραγματική καταβολή, η οποία θα αποδειχθεί με την προσαγωγή σχετικής έγγραφης απόδειξης, με το νόμιμο τόκο από την καταβολή του ποσού αυτού από τον παρεμπιπτόντως ενάγοντα προς την ενάγουσα της κύριας αγωγής.

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα του προσεπικαλούντος – παρεμπιπτόντως ενάγοντος σε βάρος της καθ΄ης η προσεπίκληση – παρεμπιπτόντως εναγομένης, τα οποία ορίζει στο ποσό των οκτακοσίων (800,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στον Πειραιά στις 30-12-2019.

 

    Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ