Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΟ

 

 

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ        1551/2018

ΓΑΚ/ΕΑΚ αίτησης 3435/1688/2017

ΓΑΚ/ΕΑΚ κύριας παρέμβασης 4502/2223/2017

ΓΑΚ/ΕΑΚ πρόσθετης παρέμβασης 6327/3097/2017

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

(εκούσια δικαιοδοσία)

——————————

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διευθύνσεως του Πρωτοδικείου Πειραιώς, και τη Γραμματέα Πετρούλα Δαμίγου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 17 Οκτωβρίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση:

Της αιτούσας – καθ’ ης η κύρια παρέμβαση – καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση: Της εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην …, με ΑΦΜ … Πλοίων ……, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Άννα Πανάγου του Παναγιώτη (ΑΜ/ΔΣΠ … – βλ. το … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΑ), κάτοικο …, οδός … αριθ. …., που υπέβαλε προτάσεις.

Του κυρίως παρεμβαίνοντος – υπέρ ου η πρόσθετη παρέμβαση: Του Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα (οδός Καραγεώργη Σερβίας αριθ. 10) και τον Νηολόγο και Ναυτικό Υποθηκοφύλακα του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία του Βασιλική Παπαγιαννοπούλου, Δικαστική Πληρεξουσία Α΄ ΝΣΚ, που υπέβαλε προτάσεις.

Του προσθέτως παρεμβαίνοντος: …, κατοίκου … … οδός … αριθ. …., με ΑΦΜ …, ο οποίος εμφανίστηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Γαρουφαλιά Δάρρα του Ανδρέα (ΑΜ/ΔΣΠ … – βλ. το … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΑ), κάτοικο ….. οδός … αριθ. …, που υπέβαλε προτάσεις.

Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 28.3.2017 αίτησή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου υπ’ αριθ. έκθεσης κατάθεσης 3435/1688/29.3.2017, προσδιορίσθηκε για τις 2.5.2017 και, κατόπιν αναβολών, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και ενεγράφη στο πινάκιο με αριθμό 3.

Το κυρίως παρεμβαίνον ζητεί να γίνει δεκτή η από 25.4.2017 κύρια παρέμβασή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου υπ’ αριθ. έκθεσης κατάθεσης 4502/2223/25.4.2017, προσδιορίσθηκε για τις 13.6.2017, οπότε αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και ενεγράφη στο πινάκιο με αριθμό 2.

Ο προσθέτως παρεμβαίνων ζητεί να γίνει δεκτή η από 12.6.2017 πρόσθετη παρέμβασή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου υπ’ αριθ. έκθεσης κατάθεσης 6327/3097/12.6.2017, προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και ενεγράφη στο πινάκιο με αριθμό 1.

Κατά τη συζήτηση των υποθέσεων και αφού συνεκφωνήθηκαν λόγω της συνάφειάς τους, οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Ι. Φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η από 28.3.2017 με αριθμό κατάθεσης 1688/2017 αίτηση, η από 25.4.2017 με αριθμό κατάθεσης 2223/2017 κύρια παρέμβαση και η από 12.6.2017 με αριθμό κατάθεσης 3097/2017 πρόσθετη παρέμβαση, οι οποίες, ενόψει του γεγονότος ότι αφορούν στην ίδια απορριπτική έκθεση του Νηολόγου και Ναυτικού Υποθηκοφύλακα Πειραιά, θα πρέπει να συνεκδικασθούν, καθώς με αυτόν τον τρόπο διευκολύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 246, 31 παρ. 1, 79, 80, 741 και 752 ΚΠολΔ.

ΙΙ. Κατά το άρθρο 791 του ΚΠολΔ, όποιος τηρεί δημόσια βιβλία στα οποία, μεταξύ άλλων, καταχωρίζονται πράξεις ή αποφάσεις που έχουν σχέση με τη σύσταση, μεταβίβαση ή κατάργηση δικαιωμάτων ιδιωτικού δικαίου, αν αρνείται να ενεργήσει όπως του ζητείται, οφείλει, το αργότερο μέσα στην επόμενη από την υποβολή της αίτησης ημέρα, να σημειώσει περιληπτικά στο σχετικό βιβλίο την άρνηση και τους λόγους της. Η εκκρεμότητα που δημιουργείται με την άρνηση αίρεται με απόφαση του δικαστηρίου στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει εκείνος που τηρεί τα βιβλία, με αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον. Η εν λόγω αίτηση δικάζεται κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας. Αντικείμενο της διαπλαστικής δίκης του άρθρου 791 του ΚΠολΔ είναι η άρση της εκκρεμότητας ή (κατ’ άλλη διατύπωση) ο έλεγχος του συννόμου ή μη της αρνήσεως του υποθηκοφύλακα / νηολόγου κ.ά., το οποίο (αντικείμενο δίκης) πρέπει να προσδιορίζεται καταρχήν με όσα ισχύουν στη διαπλαστική δίκη, ήτοι διπολικά από το αίτημα και τους λόγους της αίτησης, οι οποίοι επέχουν θέση ιστορικής βάσης αυτής (ΕφΑθ 211/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 19 του Β.Δ. 10/17.7.1910 «περί νηολογίων, ναυτικών υποθηκολογίων κ.λπ.»: «Εάν ο ναυτικός υποθηκοφύλαξ κρίνη ως απορριπτέαν την αιτουμένην καταχώρησιν, ένεκα ελλείψεως των νομίμων στοιχείων της καταχωρήσεως, απορρίπτει την αίτησιν εγγραφής, συντάσσων απορριπτικήν έκθεσιν καταχωριζομένην εις το υπ’ αυτού τηρούμενον ειδικόν βιβλίον απορριπτικών εκθέσεων, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των εν άρθρ. 791 του Κώδικος Πολιτικής Δικονομίας οριζομένων. Η ευθύνη του υποθηκοφύλακος διέπεται υπό των διατάξεων του περί υποθηκών νόμου», ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 37 του ιδίου Β.Δ.: «εάν ο τηρών το νηολόγιον ήθελεν αρνηθή εγγραφήν τινα ένεκα ουσιωδεστάτων ελλείψεων εν τοις εγγράφοις του αιτούντος την εγγραφήν, οφείλει να συντάξη έκθεσιν, είτε εν τω βιβλίω εκθέσεων, εν τοις κεντρικοίς λιμεναρχείοις, είτε εν ιδίω φύλλω χάρτου, εν ταις λοιπαίς λιμενικαίς Αρχαίς. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται το άρθρον 19 του παρόντος». Από τις διατάξεις αυτές σαφώς προκύπτει ότι ο νηολόγος δεν έχει εξουσία να εξετάσει τη νομιμότητα, το κύρος και την ουσιαστική ή μη βασιμότητα των προσκομιζομένων προς μεταγραφή νομικών πράξεων και να αρνηθεί την καταχώρησή τους, αλλά περιορίζεται μόνο στον έλεγχο των τυπικών στοιχείων της δικαιοπραξίας και της προσκομιδής ή μη των απαραίτητων, για τη μεταγραφή της πράξης, εγγράφων και λοιπών στοιχείων (ΕφΠειρ 192/2014 ΕλλΔνη 2015.515, ΕφΠειρ 348/1980 ΕΝαυτΔ 1980.265).

Εξάλλου, η έννοια του διαδίκου, όπως αυτή καθορίζεται στα πλαίσια της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας, δεν προσαρμόζεται στη ρυθμιζόμενη από τα άρθρα 741-781 ΚΠολΔ διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, στην οποία δεν υπάρχει αντιδικία, αλλά μετέχουν στη διαδικασία αυτή οι ενδιαφερόμενοι για το ρυθμιστικό μέτρο, οι οποίοι αποκτούν την ιδιότητα του διαδίκου: α) με την υποβολή της αίτησης για την εκδίκαση ορισμένης υπόθεσης της εκούσιας δικαιοδοσίας, β) με την κλήτευσή τους στη διαδικασία αυτή κατόπιν διαταγής του αρμοδίου δικαστή (άρθρο 748 παρ. 3 ΚΠολΔ), γ) με την άσκηση κύριας ή πρόσθετης παρέμβασης (άρθρο 752 ΚΠολΔ), δ) με την προσεπίκλησή τους που γίνεται με πρωτοβουλία κάθε διαδίκου ή αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο (άρθρο 753 ΚΠολΔ) και ε) με την άσκηση τριτανακοπής (ΑΠ 2130/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 41/2003 ΧρΙΔ 2003.445 = ΝοΒ 2003.1619, ΕφΠατρ 9/2017 ΕλλΔνη 2017.499, ΕφΘεσ 1458/2011 ΕΕμπΔ 2012.123, ΕφΔωδ 61/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σημειωτέον δε ότι η κλήτευση του τρίτου, που διατάχθηκε από τον δικαστή κατ’ εφαρμογή της διάταξης της παραγράφου 3 του άρθρου 748 ΚΠολΔ, είναι υποχρεωτική (ΕφΘεσ 292/2009 Αρμ 2010.382). Εξάλλου,

από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 19 και 37 του Β.Δ.10/17.7.1910, 2 και 3 του Π.Δ. 21/1979, 13 του Ν.Δ. 4201/1961, 1 του Ν.Δ. 2998/1954, 85 παρ. 1 του Π.Δ. 611/1977, 2 του ΚΙΝΔ, 1345 του ΑΚ και 105 του ΕισΝΑΚ προκύπτει ότι ο νηολόγος, που τηρεί σε κάθε λιμενική αρχή τα νηολόγια και ναυτικά υποθηκολόγια και είναι αξιωματικός του λιμενικού σώματος, κατά την άσκηση της νόμιμης δικαιοδοσίας του, ενεργεί αυτοτελώς, κατ’ ιδίαν κρίση, χωρίς εξάρτηση από την εκτελεστική εξουσία και χωρίς να είναι υποχρεωμένος να εκτελεί τις διαταγές της προϊσταμένης αυτού διοικητικής αρχής (βλ. και Π. Λύκου: Νηολόγια – Ναυτικά Υποθηκολόγια, Κατασχέσεις επί πλοίων, εκδ. 1965, σελ. 14). Το Ελληνικό Δημόσιο, όμως, ως έχον, κατά τη διάταξη του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, την ευθύνη των πράξεων και παραλείψεών του, μπορεί στη δίκη της εκούσιας δικαιοδοσίας, που γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 791 του ΚΠολΔ, να εκπροσωπήσει νομίμως τον νηολόγο και ναυτικό υποθηκοφύλακα, εφόσον ο αρμόδιος δικαστής είχε διατάξει την κλήτευση του τελευταίου αυτού για να παραστεί στη δίκη (ΕφΠειρ 363/2005 ΠειρΝομ 2005.217 = ΕΝαυτΔ 2005.113, ΕφΠειρ 2/1987 ΕΝαυτΔ 1987.251, ΜΠρΠειρ 5069/1999 ΕλλΔνη 2001.258· βλ. και Μάζη στον ΑΚ Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, άρθρ. 1344-1345 αριθ. 22). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 752 ΚΠολΔ με το οποίο καθορίζεται κατά διαφορετικό τρόπο από το άρθρο 81 του ίδιου Κώδικα η άσκηση των παρεμβάσεων σε δίκες εκούσιας δικαιοδοσίας, η κυρία παρέμβαση ασκείται με δικόγραφο και εφαρμόζονται γι’ αυτήν οι διατάξεις των άρθρων 747, 748 και 751 του ίδιου Κώδικα, κατά τις οποίες η κατάθεση του δικογράφου πρέπει να γίνεται στη γραμματεία του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται, ενώ η πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να ασκηθεί και κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο χωρίς προδικασία. Οι προσδιορίζουσες την έννοια της κύριας και πρόσθετης παρέμβασης διατάξεις των άρθρων 79 και 80 του ΚΠολΔ, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό προς τη φύση και το σύνολο των διατάξεων της διαδικασίας της εκούσιας δικαιοδοσίας, κατά την οποία κατά κανόνα, δεν υπάρχει αντιδικία, αν ο παρεμβαίνων υποστηρίζει την αίτηση, η παρέμβαση είναι πρόσθετη, ενώ αν αντιδικεί, ζητώντας την απόρριψη της αιτήσεως είτε την παραδοχή δικού του αιτήματος, η παρέμβαση είναι κυρία (ΑΠ 1076/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 9/2017 ό.π., ΕφΑθ 6399/2006 ΕλλΔνη 2008.551, 616, ΕφΑθ 6442/2006 ΕλλΔνη 2008.554). Πάντως, σε οποιοδήποτε είδος παρέμβασης, ο παρεμβαίνων πρέπει να ήταν, έως το χρονικό σημείο της παρέμβασής του, τρίτος, μη διάδικος σε σχέση με την εκκρεμούσα δίκη της κύριας αιτήσεως. Επομένως, η κύρια παρέμβαση εκείνου την κλήτευση του οποίου διέταξε ο δικαστής κατά την κατάθεση της σχετικής αίτησης, είναι απαράδεκτη ελλείψει εννόμου συμφέροντος, καθόσον αυτός έχει καταστεί με την ως άνω διάταξη (περί κλήτευσής του) διάδικος στη δίκη επί της κύριας αιτήσεως (ΕφΘεσ 292/2009 ό.π. – βλ. και ΟλΑΠ 17/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 283/2011 ΑχαΝομ 2012.254). Επίσης, βασικό στοιχείο για το παραδεκτό της κύριας παρεμβάσεως αποτελεί και στην προκείμενη διαδικασία το έννομο συμφέρον του παρεμβαίνοντος. Το έννομο συμφέρον ειδικότερα, που απαιτείται κατ’ άρθρο 68 ΚΠολΔ για να ζητήσει οποιοσδήποτε δικαστική προστασία, υπαγορεύεται πρωταρχικά από το ιδιωτικό συμφέρον. Γι’ αυτό πρέπει να είναι ατομικό (προσωπικό), να αφορά δηλαδή ουσιαστικά δικαιώματα του διαδίκου. Με τη συγκεκριμένη διαδικαστική πράξη πρέπει να επιδιώκει ο προσφεύγων στα δικαστήρια κάποιο αναγνωριζόμενο από το νόμο προσωπικό όφελος, οικονομικό ή υλικό άλλου περιεχομένου ή απλώς και ηθικό. Το έννομο συμφέρον πρέπει επίσης να είναι άμεσο, να αναφέρεται δηλαδή σε υπαρκτές και όχι σε υποθετικές έννομες σχέσεις. Έτσι, η ανάγκη δικαστικής προστασίας πρέπει να είναι ενεστώσα, να αφορά δηλαδή έννομες σχέσεις του παρόντος και όχι απλώς μέλλουσες ή ενδεχόμενες (ΕφΘεσ 600/2009 ΕφΑΔ 2009.1110 = Αρμ 2009.1178).

ΙΙΙ. Με την υπό κρίση αίτησή της, η αιτούσα εκθέτει ότι ο Νηολόγος και Ναυτικός Υποθηκοφύλακας Πειραιώς, με την υπ’ αριθ. … απορριπτική έκθεσή του, αρνήθηκε για τους διαλαμβανόμενους στο δικόγραφο της αιτήσεως λόγους να προβεί στην έκδοση Εγγράφου Εθνικότητας του … κυριότητάς της, κατόπιν καταχώρησης των εγγράφων οριστικής αποπεράτωσης των εργασιών ναυπήγησης αυτού. Ζητεί δε όπως, αιρομένης της δημιουργηθείσας με την εν λόγω απορριπτική έκθεση εκκρεμότητας, υποχρεωθεί ο ως άνω Νηολόγος και Ναυτικός Υποθηκοφύλακας να προβεί στην έκδοση Εγγράφου Εθνικότητας. Την απόρριψη της αιτήσεως αυτής ζητεί με την κρινόμενη κύρια παρέμβασή του το Ελληνικό Δημόσιο, νομίμως εκπροσωπούμενο από τον Υπουργό Οικονομικών και τον Νηολόγο και Ναυτικό Υποθηκοφύλακα Πειραιώς για τους αναλυτικά αναφερόμενους στο δικόγραφο της παρέμβασής του λόγους. Άλλωστε ο …, επικαλούμενος έννομο συμφέρον, συνιστάμενο στο γεγονός ότι η αιτούσα – καθ’ ης η πρόσθετη παρέμβαση τού οφείλει το ποσό των 368.191,08 ευρώ, νομιμοτόκως, για τον λόγο δε αυτό δεν προβαίνει στην υπογραφή του απαιτούμενου για την έκδοση Εγγράφου Εθνικότητας Πρωτοκόλλου παράδοσης – παραλαβής του ως άνω πλοίου, ζητεί με την πρόσθετη παρέμβαση που άσκησε υπέρ του κυρίως παρεμβαίνοντος Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου, να γίνει δεκτή η κύρια παρέμβαση και ν’ απορριφθεί η αίτηση.

Με το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα η αίτηση παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 739, 740 παρ. 1, 791 παρ. 2 ΚΠολΔ και 51 ν. 2172/1993) κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, δεδομένου ότι έχει τηρηθεί η νόμιμη προδικασία που προβλέπει η διάταξη του άρθρου 748 παρ. 3 ΚΠολΔ ως προς την επίδοση αντιγράφου της αίτησης στον αρμόδιο Νηολόγο και Ναυτικό Υποθηκοφύλακα του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς κατόπιν της σχετικής διάταξης του Δικαστή κατά τον προσδιορισμό της αρχικώς ορισθείσας δικασίμου στις 2.5.2017 (βλ. την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς …), κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για τις 13.6.2017, οπότε αναβλήθηκε εκ νέου για την παρούσα δικάσιμο με την εγγραφή της στο πινάκιο, της ενέργειας αυτής ισχύουσας ως κλήτευση του ως άνω κατά τη διάταξη του άρθρου 226 παρ. 4 εδ. γ και δ του ΚΠολΔ, το οποίο εφαρμόζεται και στην εκούσια δικαιοδοσία σύμφωνα με το άρθρο 748 παρ. 1 ΚΠολΔ και, συνεπώς, μη απαιτουμένης νέας, ιδιαίτερης, κλήτευσής του για την παρούσα δικάσιμο (βλ. σχετ. ΕφΠειρ 578/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω είναι νόμιμη, στηριζόμενη στο άρθρο 791 ΚΠολΔ, πρέπει, επομένως, να εξετασθεί και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Επιπλέον, η κύρια παρέμβαση αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρα 739, 740 παρ. 1, 752 ΚΠολΔ και 51 ν. 2172/1993) κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Πρέπει, ωστόσο, ν’ απορριφθεί ως απαράδεκτη λόγω μη συνδρομής της διαδικαστικής προϋπόθεσης της ύπαρξης εννόμου συμφέροντος στο πρόσωπο του κυρίως παρεμβαίνοντος. Ειδικότερα, επειδή, σύμφωνα με τ’ ανωτέρω εκτεθέντα στη νομική σκέψη, ο Νηολόγος – Ναυτικός Υποθηκοφύλακας αποτελεί όργανο του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο δύναται να τον εκπροσωπήσει νομίμως στη δίκη της εκούσιας δικαιοδοσίας κατ’ άρθρο 791 ΚΠολΔ, εφόσον ο αρμόδιος δικαστής είχε διατάξει την κλήτευσή του για να παραστεί στη δίκη, το κυρίως παρεμβαίνον Ελληνικό Δημόσιο δεν είναι τρίτος στη δίκη επί της υπό κρίση αιτήσεως. Και τούτο διότι ο Νηολόγος – Ναυτικός Υποθηκοφύλακας κατέστη διάδικος στην παρούσα δίκη, εφόσον με την από 29.3.2017 πράξη ορισμού δικασίμου, που καταχωρήθηκε επί της ως άνω αιτήσεως, διατάχθηκε η κλήτευση αυτού κατ’ άρθρο 748 παρ. 3 ΚΠολΔ από τον Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου που όρισε την αρχική δικάσιμο για τη συζήτηση της εν λόγω αίτησης. Σε κάθε περίπτωση, η αορίστως επικαλούμενη από το Ελληνικό Δημόσιο ευθύνη του από πράξεις ή παραλείψεις του Νηολόγου – Ναυτικού Υποθηκοφύλακα, χωρίς να προσδιορίζεται ποια συγκεκριμένα βλάβη θα υποστεί αυτό στην περίπτωση που γίνει δεκτή η κύρια αίτηση, δεν αρκεί για τη θεμελίωση εννόμου συμφέροντος στο πρόσωπό του προς άσκηση της ένδικης κύριας παρέμβασης. Συνακόλουθα, μετά την απόρριψη της κύριας παρέμβασης, απορρίπτεται και η παραδεκτώς ασκηθείσα (άρθρα 752, 80, 81 ΚΠολΔ) υπέρ του κυρίως παρεμβαίνοντος πρόσθετη παρέμβαση ως άνευ αντικειμένου (βλ. σχετ. ΑΠ 867/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ· Μαργαρίτη, Ερμηνεία Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, τόμος Ι, 2012, άρθρο 82 αριθ. 10). Διάταξη για τα δικαστικά έξοδα, όσον αφορά στις ως άνω κύρια και πρόσθετη παρέμβαση, δεν θα περιληφθεί στην παρούσα απόφαση, ελλείψει σχετικού αιτήματος εκ μέρους της αιτούσας (άρθρο 191 παρ. 2 ΚΠολΔ). Πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι, παρά την απόρριψη κατά τα ανωτέρω της κύριας και της πρόσθετης παρέμβασης, το Δικαστήριο, στα πλαίσια του ανακριτικού συστήματος (άρθρα 744 και 759 παρ. 3 ΚΠολΔ), κατ’ απόκλιση από τη ρύθμιση του άρθρου 106 ΚΠολΔ, θα λάβει υπόψη του για την εξακρίβωση της αλήθειας των πραγματικών γεγονότων, τους πραγματικούς ισχυρισμούς και το αποδεικτικό υλικό που προτάθηκαν από το κυρίως παρεμβαίνον και τον προσθέτως υπέρ αυτού παρεμβαίνοντα (πρβλ. ΑΠ 769/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1392/2014 ΧρΙΔ 2015.98, ΑΠ 11/2010 ΝοΒ 2010.1436).

  1. IV. Από τις ένορκες καταθέσεις των εξετασθέντων στο ακροατήριο με επιμέλεια της αιτούσας και του προσθέτως παρεμβαίνοντος μαρτύρων, οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά της δίκης, καθώς και από το σύνολο των εγγράφων που προσκομίζονται από τους διαδίκους, άλλα από τα οποία λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη και άλλα προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα εξής: Το τελούν υπό ναυπήγηση Ρ/Κ «…», που έχει εγγραφεί στα τηρούμενα στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά Νηολόγια Α/Π κλάσης Β΄ του Λιμένα Πειραιά με αριθμό …, ολικής χωρητικότητας … κόρων και καθαρής … κόρων, νηολογήθηκε στις 9.6.2015 στο όνομα της εταιρίας «…» ν. 959/79, όπως προκύπτει από το υπ’ αριθ. Πρωτ. … πιστοποιητικό κυριότητας πλοίου του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά. Ως τίτλος κτήσης κυριότητας, κατ’ άρθρο 4 ΚΙΝΔ, που προβλέπει τα σχετικά με τη νηολόγηση πλοίου τελούντος υπό ναυπήγηση, καταχωρήθηκε το από … ιδιωτικό συμφωνητικό για την εκτέλεση ελασματουργικών – σωληνουργικών εργασιών (πλήρης κατασκευή του …) μεταξύ της εν προκειμένω αιτούσας και της ατομικής επιχείρησης «…». Στις 24.3.2017 η εν λόγω πλοιοκτήτρια εταιρία υπέβαλε προς τον Νηολόγο και Ναυτικό Υποθηκοφύλακα του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά την από … υπ’ αριθ. πρωτ. … αίτησή της, με την οποία ζήτησε την έκδοση εγγράφου εθνικότητας του ως άνω ρυμουλκού πλοίου της, λόγω αποπεράτωσης της ναυπήγησής του, συνυπέβαλε δε τα εξής έγγραφα: 1) αίτηση του νομίμου εκπροσώπου με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής του, συνοδευόμενη από τα νομιμοποιητικά έγγραφα της εταιρίας, 2) τιμολόγια αγοράς α. VHF, β. μηχανών, γ. του πλοίου, εκδοθέντα από αμφότερες τις εργολήπτριες εταιρίες και δη -την εργολήπτρια «…» ύψους 97.000 ευρώ, ήτοι ισόποσου της συμφωνηθείσας αμοιβής δυνάμει της μεταξύ τους καταρτισθείσας σύμβασης ναυπήγησης και -την εργολήπτρια ατομική επιχείρηση «…» ύψους 70.000 ευρώ, ήτοι ισόποσου της συμφωνηθείσας αμοιβής δυνάμει της σχετικής σύμβασης ναυπήγησης, των συμβάσεων αυτών κατατεθεισών στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά, 3) πιστοποιητικό καταμέτρησης, 4) τα αναλογούντα παράβολα και 5) πρωτόκολλο παράδοσης παραλαβής από την εργολήπτρια εταιρία «…». Σχετικά με τη μη υποβολή Πρωτοκόλλου παράδοσης παραλαβής από την έτερη εργολήπτρια εταιρία («…»), η αιτούσα εταιρία ανέφερε ότι, αν και αυτή είχε πλήρως εξοφληθεί και το ως άνω Ρ/Κ είχε ουσιαστικά παραδοθεί, η εργολήπτρια αρνείτο να συνυπογράψει το Πρωτόκολλο, αξιώνοντας αορίστως την καταβολή σ’ αυτήν ποσού 100.000 ευρώ, επισήμαινε δε, κάνοντας μνεία στην υπ’ αριθ. 900/1996 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, ότι για την απόδειξη της κατ’ ουσίαν παράδοσης – παραλαβής ενός ναυπηγήματος δεν απαιτείται η έκδοση σχετικού πρωτοκόλλου, εφόσον αποδεικνύεται από το σύνολο των εγγράφων η αποπεράτωση και παράδοσή του, καθώς και ότι η ίδια, ως μοναδική κυρία του ναυπηγήματος, νομιμοποιείται αλλά και δικαιούται την έκδοση εγγράφου εθνικότητας, ανεξαρτήτως των τυχόν οικονομικών αξιώσεων της ως άνω εργολήπτριας. Στη συνέχεια ο αρμόδιος Νηολόγος εξέδωσε την υπ’ αριθ. … απορριπτική έκθεσή του, ισχυριζόμενος ότι λόγω της μη κατάθεσης εκ μέρους της αιτούσας εταιρίας του σχετικού Πρωτοκόλλου Παράδοσης Παραλαβής μεταξύ αυτής (πλοιοκτήτρια) και της κατασκευάστριας του … ατομικής επιχείρησης, ως συμπεφωνημένου, δυνάμει του από … ιδιωτικού συμφωνητικού, αλλά και προαπαιτούμενου, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. πρωτ. Μ. 1341/11/98 από 8.12.1998 Εγκύκλιο ΥΕΝ/ΔΠΝΣ 5ο «δικαιολογητικά για πράξεις νηολογίου», όρου για την αποπεράτωση της ναυπήγησης, δεν καθίσταται δυνατή η έκδοση εγγράφου εθνικότητας για το προαναφερθέν υπό ναυπήγηση πλοίο, χωρίς περαιτέρω να δικαιούται αυτός (Νηολόγος – Ναυτικός Υποθηκοφύλακας του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά) να υπεισέλθει στις τυχόν ιδιωτικές – οικονομικές διαφορές των συμβαλλομένων. Επί της αρνήσεώς του αυτής θα πρέπει να λεχθούν τα εξής: Σύμφωνα με την υπ’ αριθ. Πρωτ. Μ. 1341/11/98 από 8.12.1998 Εγκύκλιο ΥΕΝ/ΔΠΝΣ τμήμα 5ο «Δικαιολογητικά για πράξεις νηολογίου», με την οποία θεσπίζονται οι ομοιόμορφες ρυθμίσεις για τις προϋποθέσεις και τους όρους καταχώρησης πράξεων στα δημόσια βιβλία νηολογίων τα οποία τηρούνται από τις λιμενικές αρχές, προβλέπεται ως αναγκαίο δικαιολογητικό για την καταχώρηση πράξης αποπεράτωσης ναυπήγησης νηολογηθέντος ως υπό ναυπήγηση τελούντος πλοίου και την έκδοση εγγράφου εθνικότητας το σχετικό Πρωτόκολλο παράδοσης – παραλαβής του αποπερατωθέντος πλοίου μεταξύ του εργολάβου και του εργοδότη, με θεώρηση γνησίου υπογραφών των συμβαλλομένων. Η εν λόγω απαίτηση έχει καθιερωθεί από μακρά -ήτοι και πριν την έκδοση της ως άνω εγκυκλίου- και επαναλαμβανόμενη υποβολή του εν λόγω δικαιολογητικού για τη συγκεκριμένη πράξη, η οποία λαμβάνει χώρα με συνείδηση δικαίου από τους συναλλασσόμενους (βλ. σχετ. και Ν. Χαμηλάκη, Εγχειρίδιο νηολογίων, ναυτικών υποθηκολογίων και βιβλίο κατασχέσεων πλοίων, εκδ. 1994, σελ. 29, 33, Π. Λύκου, ό.π., σελ. 24, 41). Και τούτο διότι η αποπεράτωση της ναυπήγησης του τελούντος υπό ναυπήγηση πλοίου συνιστά ουσιώδη πράξη με την οποία ολοκληρώνεται νόμιμα η νηολόγησή του, καθώς από τη δημόσια εγγραφή της πράξης αποπεράτωσης αρχίζει η επιβολή της φορολογίας του πλοίου, σύμφωνα με το άρθρο 14 ν. 27/1975, όπως ισχύει μετά τη συμπλήρωσή του με το άρθρο 24 παρ. 1 ν. 814/1978. Κατά συνέπεια, επειδή η καταχώρηση στα δημόσια βιβλία νηολογίων της πράξης αποπεράτωσης ναυπήγησης επάγεται μείζονος σημασίας συνέπειες, ιδίως φορολογικές, πρέπει το εν λόγω γεγονός να πιστοποιείται από τους ίδιους τους συμβαλλομένους αμφιμερώς, ώστε να μπορεί το Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά, τομέας νηολογίων και ναυτικών υποθηκολογίων, να προβεί στη σχετική εγγραφή στη μερίδα του πλοίου. Άλλωστε, όπως προκύπτει από το από … ιδιωτικό συμφωνητικό ναυπήγησης του Ρ/Κ πλοίου «…», οι αντισυμβαλλόμενες επιχειρήσεις ανήγαγαν την υπογραφή Πρωτοκόλλου παράδοσης παραλαβής σε αναγκαίο στοιχείο για την πιστοποίηση της ολοκλήρωσης της κατασκευής του πλοίου, αναφερόμενοι σε αυτό τόσο στο κεφάλαιο περιγραφής των εργασιών (Β.5. […] με την ολοκλήρωση της κατασκευής των εργασιών που αντιστοιχούν κατά τα ως άνω στον “εργολάβο” θα υπογραφεί σχετικό Πρωτόκολλο παράδοσης παραλαβής μεταξύ του τελευταίου και της “πλοιοκτήτριας”), όσο και στο κεφάλαιο για τον τρόπο πληρωμής (Δ. […] Για το σύνολο του εργολαβικού τιμήματος ο “εργολάβος” θα εκδώσει και παραδώσει στην “πλοιοκτήτρια” το σχετικό τιμολόγιο με την ολοκλήρωση των εργασιών, ότε και θα υπογραφεί από τα δύο μέρη Πρωτόκολλο παράδοσης παραλαβής). Επομένως, η μη υποβολή του Πρωτοκόλλου παράδοσης παραλαβής, το οποίο προβλέπεται στην ως άνω Μόνιμη Εγκύκλιο ως απαιτούμενο δικαιολογητικό, αλλά και οι ίδιοι οι αντισυμβαλλόμενοι όρισαν ότι θα πιστοποιεί την ολοκλήρωση των εργασιών ναυπήγησης, θεωρείται «ουσιωδέστατη έλλειψη», κατά την έννοια του άρθρου 37 του Β.Δ. 10/17.7.1910, που δικαιολογεί την άρνηση του Νηολόγου και Ναυτικού Υποθηκοφύλακα να προβεί στην έκδοση εγγράφου εθνικότητας, κατόπιν καταχώρησης των εγγράφων αποπεράτωσης της ναυπήγησης, και τη σύνταξη υπ’ αυτού της υπ’ αριθ. … απορριπτικής έκθεσης (άρθρο 19 του Β.Δ. 10/17.7.1910). Ο ισχυρισμός της αιτούσας ότι το ως άνω Ρ/Κ πλοίο αποπερατώθηκε και παραδόθηκε ουσιαστικά από την ως άνω εργολήπτρια επιχείρηση στην αιτούσα, χωρίς, ωστόσο, να συνταχθεί πρωτοκόλλο παράδοσης παραλαβής, λόγω οικονομικών αξιώσεων που προβάλλει η εργολήπτρια, δεν επιδρά στην προκείμενη δίκη, ανεξαρτήτως της βασιμότητας αυτού, καθόσον το παρόν Δικαστήριο, προκειμένου ν’ άρει τη δημιουργηθείσα εκκρεμότητα και να υποχρεώσει, κατ’ άρθρο 791 ΚΠολΔ, το Νηολόγο και Ναυτικό Υποθηκοφύλακα του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά να προβεί στην έκδοση εγγράφου εθνικότητας, οφείλει και δικαιούται να εξετάσει μόνο ό,τι και ο τηρών τα δημόσια βιβλία (νηολόγια), όχι δε και την υφιστάμενη διαφορά μεταξύ της αιτούσας και της εργολήπτριας ατομικής επιχείρησης «…». Άλλωστε ο Νηολόγος περιορίζεται μόνο στον έλεγχο των τυπικών στοιχείων της προς μεταγραφή νομικής πράξης και δεν έχει την εξουσία να εξετάσει το κύρος, τη νομιμότητα ή την ουσιαστική βασιμότητα των όσων αναφέρονται σ’ αυτή. Εξ αυτού συνάγεται ότι δεν είχε, εν προκειμένω, την εξουσία να εξετάσει αν οι εργασίες ναυπήγησης του ως άνω Ρ/Κ πλοίου, τις οποίες είχε αναλάβει ως εργολάβος η προαναφερθείσα ατομική επιχείρηση, αποπερατώθηκαν και το πλοίο παραδόθηκε στην πλοιοκτήτρια, πολλώ δε μάλλον δεν είχε την εξουσία να ερευνήσει την ουσιαστική βασιμότητα των προβαλλομένων εκ μέρους της εργολήπτριας επιχείρησης οικονομικών αξιώσεων, τις οποίες επικαλούμενη αρνείται να υπογράψει το προβλεπόμενο και απαιτούμενο, κατά τ’ ανωτέρω, Πρωτόκολλο παράδοσης παραλαβής. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, νόμιμα ο Νηολόγος και Ναυτικός Υποθηκοφύλακας του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς δεν προέβη στην έκδοση εγγράφου εθνικότητας, κατόπιν καταχώρησης των υποβληθέντων εγγράφων αποπεράτωσης της ναυπήγησης, ελλείποντος του Πρωτοκόλλου παράδοσης παραλαβής, και η υπό κρίση αίτηση πρέπει ν’ απορριφθεί ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 28.3.2017 με αριθμό κατάθεσης 1688/2017 αίτηση, την από 25.4.2017 με αριθμό κατάθεσης 2223/2017 κύρια παρέμβαση και την από 12.6.2017 με αριθμό κατάθεσης 3097/2017 πρόσθετη παρέμβαση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την κύρια παρέμβαση και την πρόσθετη υπέρ του κυρίως παρεμβαίνοντος παρέμβαση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Top of Form

Bottom of Form

 

Top of Form

Bottom of Form