Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΟ

 

 Αριθμός αποφάσεως  1554/2018

(ΓΑΚ/ΕΑΚ 11047/5726/2016)

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ(τακτική διαδικασία)

   Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και από τη Γραμματέα Κούλα Κουντούρη.            Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 17 Οκτωβρίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:            ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη …, με αριθμό μητρώου …, στερουμένης ΑΦΜ, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις η πληρεξούσια δικηγόρος της Χριστίνα Κούγια του Δημητρίου (ΑΜ/ΔΣΑ 24377 – βλ. το Νο …/4.4.2017 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΑ), κάτοικος …, και η οποία κατά τη συζήτηση της υπόθεσης δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.             ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…», κάτοχο ΑΦΜ …, που εδρεύει τυπικά στα νησιά Μ., ουσιαστικά και πραγματικά, όμως, στην Ελλάδα, στα γραφεία που διατηρεί στο … επί της οδού …, σύμφωνα με τις διατάξεις των Α.Ν. 378/68 και Ν. 27/75, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν προκατέθεσε προτάσεις ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης.             Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 27.12.2016 αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου υπ’ αριθ. κατάθεσης 11047/5726/2016 και, μετά το πέρας των προθεσμιών που προβλέπει το άρθρο 237 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4335/2015, προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, η οποία ορίστηκε δυνάμει της από 28.8.2017 πράξης ορισμού δικαστή και συζήτησης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης, οπότε και γράφτηκε στο πινάκιο με πρωτοβουλία του αρμόδιου Γραμματέα του παρόντος Δικαστηρίου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 237 ΚΠολΔ.Κατά τη δημόσια συνεδρίαση, η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε. Οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται παραπάνω.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Ι. Από τη συνδυασμένη ερμηνεία των άρθρων 215, 226, 237, 260 και 271 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν. 4335/2015 και εφαρμόζονται επί αγωγών που κατατίθενται κατά την τακτική διαδικασία μετά την 1.1.2016, προκύπτει -μεταξύ άλλων- ότι, αν ένας διάδικος δεν κατέθεσε προτάσεις νομίμως και εμπροθέσμως και δεν παρίσταται κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, θα επέρχονται κατά περίπτωση οι συνέπειες της ερημοδικίας κατά τις διακρίσεις των άρθρων 271 και 272 ΚΠολΔ. Το ίδιο θα ισχύει και αν ο διάδικος, που δεν κατέθεσε προτάσεις, παρίσταται κατά τη συζήτηση, οπότε και πάλι θα επέρχονται οι συνέπειες της ερημοδικίας κατά τις διακρίσεις των άρθρων 271 και 272 ΚΠολΔ. Από τα ανωτέρω προκύπτει, λοιπόν, ότι βασική για την έννοια της ερημοδικίας στην τακτική διαδικασία είναι στο ισχύον δίκαιο η έννοια της κανονικής ή μη συμμετοχής του διαδίκου στη δίκη, η οποία λόγω του κυρίως έγγραφου χαρακτήρα της τακτικής διαδικασίας σημαίνει την κατάθεση των προτάσεων υπό τους όρους του άρθρου 237 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ, δηλαδή κατάθεση προτάσεων νομίμως και εμπροθέσμως. Ο διάδικος, ο οποίος δεν καταθέτει προτάσεις νομίμως και εμπροθέσμως κατά τις διατάξεις του άρθρου 237 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ δικάζεται ερήμην, είτε παρίσταται είτε δεν παρίσταται κατά τη συζήτηση της υπόθεσης. Και η μεν εμπρόθεσμη κατάθεση προτάσεων ρυθμίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 237 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ, ενώ η νόμιμη κατάθεση προτάσεων ρυθμίζεται από άλλες διατάξεις, προϋποθέτει λ.χ. την υπογραφή των προτάσεων από πληρεξούσιο δικηγόρο κατ’ άρθρο 94 παρ. 1 ΚΠολΔ. Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 271 και 272 ΚΠολΔ προκύπτει ότι συνέπεια της ερημοδικίας του εναγομένου και ενάγοντος στην τακτική διαδικασία είναι το πλάσμα της δικαστικής ομολογίας και της παραιτήσεώς του αντίστοιχα. Προτού όμως κριθεί ότι ο εναγόμενος δεν έλαβε μέρος κανονικά στη δίκη, το δικαστήριο οφείλει να εξετάσει αυτεπαγγέλτως αν η αγωγή επιδόθηκε νομίμως στον εναγόμενο. Η υποχρέωση αυτή ορίζεται στο άρθρο 271 παρ. 1, με την εξής διατύπωση «Αν ο εναγόμενος δεν λάβει μέρος κανονικά στη δίκη, το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση επιδόθηκαν σ’ αυτόν νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση επιδόθηκαν νόμιμα και εμπρόθεσμα, η υπόθεση συζητείται ερήμην του εναγομένου. Διαφορετικά, κηρύσσεται απαράδεκτη η συζήτηση και στην περίπτωση των άρθρων 237 και 238 θεωρείται ως μη ασκηθείσα η αγωγή». Κατά την ορθότερη ερμηνεία στην τακτική διαδικασία προβλέπεται μόνο η επίδοση της αγωγής, ενώ η διατήρηση του όρου «κλήση» στη διάταξη του άρθρου 271 παρ. 2, αφορά μόνο τις περιπτώσεις που υπάρχει κλήση προς συζήτηση, όπως λ.χ. στις ειδικές διαδικασίες, στον προσδιορισμό νέας συζήτησης με κλήση μετά από τη ματαίωση της αγωγής (260 παρ. 2) ή στην επανάληψη της συζήτησης (254) και όχι στην τακτική αγωγή (Κ. Καλαβρός, Πολιτική Δικονομία, Γενικό Μέρος – Διαδικασία στα πρωτοβάθμια δικαστήρια, 4η έκδ., σελ. 87, 343, 533 επ.,  Μακρίδου, Απαλαγάκη, Διαμαντόπουλος,  Πολιτική δικονομία, έκδ. 2016, σελ. 9, Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, β΄ έκδ., σελ. 472 επ.).

Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά του Δικαστηρίου τούτου προκύπτει ότι, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία συζητήθηκε με εκφώνησή της από τη σειρά του πινακίου η κρινόμενη αγωγή, δεν εμφανίστηκαν ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο οι διάδικοι. Από την επισκόπηση του φακέλου προκύπτει ότι η ενάγουσα έχει καταθέσει προτάσεις νόμιμα και εμπρόθεσμα εντός της προθεσμίας του άρθρου 237 παρ. 1 ΚΠολΔ, καθώς η αγωγή κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου στις 29.12.2016 και η ενάγουσα κατέθεσε προτάσεις στις 6.4.2017, νομίμως υπογεγραμμένες από την πληρεξούσια δικηγόρο της, δυνάμει του από 29.3.2017 πληρεξουσίου εγγράφου του Διευθύνοντος Συμβούλου της ενάγουσας εταιρείας …, σύμφωνα με το άρθρο 96 παρ. 1 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 27 του προσκομιζόμενου μετ’ επικλήσεως αποσπάσματος του καταστατικού της. Επομένως, θεωρείται ότι λαμβάνει κανονικά μέρος στη δίκη και δεν επέρχονται οι συνέπειες της ερημοδικίας (άρθρο 237 παρ. 4 ΚΠολΔ). Αντίθετα, η εναγόμενη δεν έχει καταθέσει προτάσεις. Από την υπ’ αριθ. …/30.12.2016 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών Σ. Β., με την κάτωθι αυτής ταυθήμερη απόδειξη παράδοσης αντιγράφου του θυροκολληθέντος εγγράφου στα χέρια του αρμόδιου αξιωματικού υπηρεσίας, απόντος του προϊσταμένου αυτού, και την από 2.1.2017 βεβαίωση του εν λόγω δικαστικού επιμελητή περί ταχυδρομικής αποστολής αντιγράφου του θυροκολληθέντος εγγράφου, την οποία νομίμως μετ’ επικλήσεως προσκομίζει η ενάγουσα, αποδεικνύεται ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, με την πράξη κατάθεσης και ορισμού προθεσμίας κατάθεσης προτάσεων εντός 100 ημερών, επιδόθηκε στην εναγόμενη νόμιμα και εμπρόθεσμα (άρθρα 122 παρ. 1, 123, 126 παρ. 1 γ΄, 128 παρ. 4, 144 παρ. 3, σε συνδυασμό με τα άρθρα 215 παρ. 2, 226 παρ. 1 και 237 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν. 4335/2015). Επομένως, η εναγόμενη πρέπει να δικασθεί ερήμην (άρθρο 271 παρ. 1 και 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 237 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν. 4335/2015).

ΙΙ. Η ενάγουσα, με την υπό κρίση αγωγή της, εκθέτει ότι κατόπιν συμβάσεων συνεργασίας που συνήψε, ως ιταλικός ναυτικός οργανισμός – νηογνώμονας, με την εναγομένη εταιρεία, η οποία εδρεύει μεν τυπικά στα νησιά Μ., διατηρεί όμως γραφεία στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στο …, όπου και η πραγματική της έδρα, ανέλαβε την παρακολούθηση της ταξινόμησης των πλοίων κυριότητας της τελευταίας, μέσω επιθεωρήσεων, και την πιστοποίηση της αξιοπλοΐας τους. Ότι σε εκτέλεση των συμβάσεων αυτών παρείχε στην εναγομένη τις υπηρεσίες για τις οποίες εξέδωσε τα ενσωματωμένα στην αγωγή τέσσερα (4) τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, με πίστωση τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης εκάστου τιμολογίου, συνολικού ποσού 20.123,64 ευρώ, και συγκεκριμένα τα υπ’ αριθ.: 1. … ποσού 12.752,51 ευρώ, …/22.3.2011 αξίας 2.387,81 ευρώ, …/25.3.2011 αξίας 2.001,81 ευρώ και …/25.7.2011 αξίας 2.981,51 ευρώ, στα οποία περιγράφονται οι παρασχεθείσες υπηρεσίες, η αξία τους, η ημεροχρονολογία και ο τόπος παροχής των υπηρεσιών. Με βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα ζητεί να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, το συνολικό ποσό των 20.123,64 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τις 26.8.2011, ήτοι από την πάροδο τριάντα (3ο) ημερών από την έκδοση του τελευταίου χρονικά τιμολογίου, άλλως και επικουρικά από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση, καθώς και να καταδικαστεί στη δικαστική δαπάνη της. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση αγωγή παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία, ενόψει του διασυνοριακού στοιχείου που συνδέει τα επίδικα πραγματικά περιστατικά, η οποία στηρίζεται στις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 4 και 63 παρ. 1 β του Κανονισμού Βρυξέλλες Ια (1215/2012), για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, καθόσον, αν και η καταστατική έδρα της εναγομένης είναι στις νήσους Μ., η πραγματική της έδρα, ήτοι ο τόπος όπου λειτουργεί η κεντρική διοίκηση, που εκφράζει τη βούληση και διευθύνει την επιχειρηματική πολιτική της είναι το …· περαιτέρω, στηρίζεται και στις διατάξεις του άρθρου 25 παρ. 1 α του ως άνω Καν, καθώς, με το άρθρο 6.2 των «γενικών όρων» που διέπουν την επίδικη σύμβαση, το οποίο η εναγομένη εταιρεία αποδέχθηκε, όπως προκύπτει από το από 3.1.2011 έγγραφο «αίτημα για απόκτηση κλάσης», νομίμως υπογεγραμμένο από το νόμιμο εκπρόσωπό της, εισάγεται συμφωνία παρέκτασης και καθιερώνεται συντρέχουσα διεθνής δικαιοδοσία «των δικαστηρίων του τόπου της έδρας ή του λειτουργούντος γραφείου του ενδιαφερόμενου μέρους ή του αιτούντος τις υπηρεσίες» για κάθε αγωγή της ενάγουσας σχετική με διαφορές που αφορούν στη μη καταβολή της αμοιβής που οφείλεται για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες της, ήτοι, εν προκειμένω, των ελληνικών δικαστηρίων. Το δικάζον Δικαστήριο τυγχάνει επιπροσθέτως καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 7, 9, 12, 13, 14 παρ. 2, 25 παρ. 2, 42-44 ΚΠολΔ και 4, 63 παρ. 1 β, 25 παρ. 1 α Καν 1215/2012, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 του Ν. 2172/1993), προκειμένου να εκδικάσει με την αρμόζουσα τακτική διαδικασία την υπό κρίση διαφορά. Περαιτέρω, η ένδικη αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361, 681, 340, 341, 345, 346 ΑΚ, 907, 908 και 176 ΚΠολΔ. Σημειώνεται ότι επί της υπό κρίση διαφοράς με στοιχεία αλλοδαπότητας είναι εφαρμοστέο το ελληνικό δίκαιο, καθώς η ενάγουσα θεμελιώνει τις αξιώσεις της από τις ένδικες συμβάσεις έργου στο ημεδαπό δίκαιο, δίχως να προκύπτει σχετική αμφισβήτηση εκ μέρους της εναγομένης [μετασυμβατική σιωπηρή επιλογή εφαρμοστέου δικαίου (άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 «Ρώμη I» για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές) – βλ. σχετ. ΑΠ 1115/2015, ΕφΠειρ 317/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ· Μεταλληνός σε Γεωργιάδη ΣΕΑΚ, 25 αριθ. 17]. Πρέπει, συνεπώς, η ένδικη αγωγή να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι για το αντικείμενό της προσκομίζεται το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου με τις υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το με κωδικό … … e-παράβολο του Υπουργείου Οικονομικών, σε συνδυασμό με το … έγγραφο εξόφλησης e-παραβόλου της «Τράπεζας Πειραιώς»).

ΙΙΙ. Κατά της αγωγής δεν υπάρχει ένσταση, η οποία να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως και για τα γεγονότα που αναφέρονται στο δικόγραφό της επιτρέπεται η ομολογία. Συνεπώς, εφόσον η εναγόμενη ερημοδικεί, αποδεικνύονται πλήρως οι πραγματικοί ισχυρισμοί, που περιέχονται στο δικόγραφο, δεδομένου ότι θεωρούνται ομολογημένοι εκ μέρους της ερημοδικαζόμενης εναγομένης (άρθρο 271 παρ. 3 σε συνδυασμό με το άρθρο 352 παρ.1 ΚΠολΔ, όπως το άρθρο 271 ΚΠολΔ είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 29 του Ν. 3994/2011). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των είκοσι χιλιάδων εκατόν είκοσι τριών ευρώ και εξήντα τεσσάρων λεπτών (20.123,64 €), πλέον τόκων υπερημερίας, υπολογιζομένων από την παρέλευση τριάντα (30) ημερών από την έκδοση του τελευταίου χρονικά τιμολογίου (δήλη ημέρα), ήτοι από τις 26.8.2011 και μέχρι την εξόφληση. Περαιτέρω το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι και ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση δεν μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στην ενάγουσα, γι’ αυτό και το αίτημα να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση αναφορικά με την καταψηφιστική της διάταξη πρέπει ν’ απορριφθεί. Τέλος, η εναγόμενη πρέπει να καταδικαστεί, λόγω της ήττας της, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, κατ’ άρθρο 176 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 63 παρ. 1 και 68 παρ. 1 του Ν. 4194/2013 (ΚωδΔικηγ), όπως ειδικότερα καθορίζονται στο διατακτικό της παρούσας, ενώ λόγω της ερημοδικίας της εναγομένης πρέπει να οριστεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση ασκήσεως κατά της παρούσης ανακοπής ερημοδικίας από αυτήν (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

            ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της εναγομένης.

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας σε διακόσια (200,00) ευρώ.

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των είκοσι χιλιάδων εκατόν είκοσι τριών ευρώ και εξήντα τεσσάρων λεπτών (20.123,64 €), νομιμοτόκως από τις 26.8.2011 και μέχρι την εξόφληση.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγόμενη στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων (1.000,00) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ