ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΟ
Αριθμός αποφάσεως 1621/2018
(ΓΑΚ/ΑΚ 13686/7719/2015)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ(τακτική διαδικασία)
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και από τη Γραμματέα Κούλα Κουντούρη. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 17 Οκτωβρίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της εταιρείας με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «…», που εδρεύει στη …, οδός … αριθ. …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ …, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξούσιου δικηγόρου της Γεωργίου Κουτρουμπούση του Παναγιώτου (ΑΜ/ΔΣΠ … – βλ. το Νο … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ), κατοίκου ……., οδός … αριθ. ….., που υπέβαλε προτάσεις.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη …, οδός … αριθ. …., όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 2) Της ναυτικής εταιρείας του Ν. 959/1979 με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον …….., οδός … αριθ. …, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίες δεν παραστάθηκαν.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 16.12.2015 με γενικό αριθμό κατάθεσης 13686/2015 και με αριθμό κατάθεσης 7719/2015 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί, μετά από αναβολή από την αρχική δικάσιμο της 31ης.5.2016, στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης ο πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις του.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την υπ’ αριθ. … (εκ προφανούς παραδρομής αναφέρεται στην έκθεση επίδοσης εσφαλμένη χρονολογία, ήτοι αντί του 2015, το 2014) έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Μυτιλήνης …, την οποία προσκομίζει με επίκληση η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης αγωγής, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου, πράξη ορισμού συζήτησης, παραγγελία για επίδοση και κλήση για συζήτηση στην αρχική δικάσιμο της 31ης.5.2016, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην πρώτη εναγομένη (άρθρα 126 παρ. 1δ, 129 παρ. 1, 228, 229 ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν κατά τον χρόνο επίδοσης). Περαιτέρω, από την υπ’ αριθ. … έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Πρωτοδικείου Αθήνας …, την οποία προσκομίζει με επίκληση η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης αγωγής, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου, πράξη ορισμού συζήτησης, παραγγελία για επίδοση και κλήση για συζήτηση στην αρχική δικάσιμο της 31ης.5.2016, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στη δεύτερη εναγομένη (άρθρα 126 παρ. 1δ΄, 129 παρ. 1, 228, 229 ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν κατά τον χρόνο επίδοσης). Κατά την παραπάνω δικάσιμο, η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, και η υπόθεση εγγράφηκε στο πινάκιο. Η παραπάνω αναβολή, με σχετική εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο, επέχει θέση νόμιμης κλήτευσης των εναγόμενων, χωρίς να χρειαζόταν νέα κλήτευσή τους (άρθρο 226 παρ. 4 εδ. γ΄ και δ΄ ΚΠολΔ). Ωστόσο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου, κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, οι εναγόμενες δεν εμφανίστηκαν ούτε εκπροσωπήθηκαν στο Δικαστήριο και, επομένως, πρέπει να δικαστούν ερήμην (άρθρο 271 παρ. 1 και 2 εδ. β΄ ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 29 του ν. 3994/2011).
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 84, 105 και 106 του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου συνάγεται ότι γίνεται διάκριση των εννοιών πλοιοκτησίας, κυριότητας του πλοίου και εφοπλισμού. Η πλοιοκτησία υποδηλώνει σύμπτωση κυριότητας και εφοπλισμού, έτσι ώστε όταν τα δύο αυτά στοιχεία χωρίζονται να έχουμε αφενός μόνο κυριότητα και αφετέρου μόνο εφοπλισμό. Κατά δε τη διάταξη του άρθρο 105 ΚΙΝΔ «ο εκμεταλλευόμενος το πλοίο δι’ εαυτόν ανήκον εις άλλον (εφοπλιστής) οφείλει να δηλώσει τούτο εγγράφως από κοινού μετά του κυρίου του πλοίου εις την λιμενικήν αρχήν του τόπου της νηολογήσεως. Μη γενομένης τοιαύτης δηλώσεως ο κύριος του πλοίου τεκμαίρεται ότι εκμεταλλεύεται τούτο δι’ εαυτόν». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η δήλωση του τρίτου περί εφοπλισμού του πλοίου παρ’ αυτού που γίνεται στο λιμένα νηολόγησης του πλοίου από κοινού με τον κύριο του πλοίου αποσκοπεί στην προστασία των τρίτων συναλλασσομένων, αλλά εξυπηρετεί και τα έννομα συμφέροντα της ιδιοκτησίας του πλοίου, ελλείψει της οποίας (δήλωσης) τίθεται μαχητό τεκμήριο, ήτοι τεκμαίρεται ότι ο κύριος του πλοίου εκμεταλλεύεται τούτο δι’ ίδιον λογαριασμό, είναι δηλαδή πλοιοκτήτης. Το τεκμήριο τούτο είναι μαχητό και επιτρέπεται ανταπόδειξη, ήτοι μπορεί ν’ αποδειχθεί ότι ο τρίτος που δεν αναγγέλθηκε στην παραπάνω λιμενική αρχή είναι αυτός που εκμεταλλεύεται το πλοίο για δικό του λογαριασμό, δηλαδή είναι ο εφοπλιστής. Για τις απαιτήσεις από τον εφοπλισμό ευθύνεται απεριόριστα ο εφοπλιστής, ο δε κύριος του πλοίου ευθύνεται μόνο δια του συγκεκριμένου πλοίου και μέχρι της αξίας αυτού (πραγματοπαγής και περιορισμένη ευθύνη) (βλ. ΑΠ 689/2013 ΕΝαυτΔ 2013.183 = ΧρΙΔ 2013.688). Στην περίπτωση που ο δανειστής στρέφεται κατά του εφοπλιστή και κατά του κυρίου του πλοίου δεν υπάρχει κατά νομική κυριολεξία παθητική εις ολόκληρον ενοχή (άρθρο 481 ΑΚ), διότι οφειλέτης της απαίτησης που πηγάζει από την εκμετάλλευση του πλοίου είναι μόνο ο εφοπλιστής, ενώ ο απλός κύριος του πλοίου ευθύνεται εκ του νόμου για την απαίτηση αυτή, με βάση τις προπαρατεθείσες διατάξεις, μόνο με το συγκεκριμένο περιουσιακό στοιχείο, το πλοίο, συμπεριλαμβανομένων των συστατικών και παραρτημάτων του. Έτσι, δεν υπάρχει παράλληλη προσωπική ευθύνη του κυρίου του πλοίου για τις απαιτήσεις που πηγάζουν από τον εφοπλισμό, αλλά η ευθύνη του είναι πραγματοπαγής και περιορισμένη (νόθος παθητική εις ολόκληρον ενοχή), εφόσον ο τελευταίος ευθύνεται μόνο διά του συγκεκριμένου πλοίου και μέχρι την αξία του, μπορεί δε να στραφεί και κατά του τελευταίου ο δανειστής του εφοπλιστή για ν’ αποκτήσει εκτελεστό τίτλο και κατ’ αυτού και είναι υποχρεωμένος μόνο να δεχθεί την αναγκαστική εκποίηση του πλοίου του για την ικανοποίηση των εκ του εφοπλισμού απαιτήσεων (βλ. ΑΠ 776/2010 ΕΝαυτΔ 2011.314, ΑΠ 1549/2006 ΕλλΔνη 2006.1436, ΕφΠειρ 479/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 262/2012 ΕΝαυτΔ 2012.269 = ΕΕμπΔ 2013.411, ΕφΠειρ 59/2011 ΕπισκΕμπΔ 2011.478· βλ. και Ιω. Ρόκα / Γ. Θεοχαρίδη, Ναυτικό Δίκαιο, γ΄ έκδ. 2015, σελ. 71 §135, όπου προκρίνεται ως ορθότερη η άποψη της πραγματοπαγούς ευθύνης του κυρίου του πλοίου, από την οποία πηγάζει αξίωση in rem scriptae που έχει ενοχική φύση). Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα, η οποία ασχολείται με την παραγωγή και εμπορία λιπαντικών ελαίων, που προορίζονται μεταξύ άλλων και για ναυτιλιακή χρήση, εκθέτει ότι δυνάμει διαδοχικών συμβάσεων πώλησης που κατήρτισε στην έδρα της στη … Αττικής με τη δεύτερη εναγομένη εταιρεία, το χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο έως τον Απρίλιο του 2014, πώλησε και παρέδωσε στο υπό ελληνική σημαία Ε/Γ – Ο/Γ πλοίο «…», με αριθμό Νηολογίου …, αριθμό …, κ.ο.χ. 5089 και κ.κ.χ. 3043, κυριότητας της πρώτης των εναγομένων, τον εφοπλισμό του οποίου (πλοίου) ασκεί η δεύτερη εξ αυτών (εναγομένων), τις αναφερόμενες στο αγωγικό δικόγραφο ποσότητες λιπαντικών ελαίων, όπως αναλυτικά κατ’ είδος και τιμή περιγράφονται, αντί συνολικού τιμήματος 94.215,17 ευρώ. Ότι στο πλαίσιο των ως άνω συμβάσεων πώλησης εξέδωσε τα δεκαεννιά (19) ενσωματωμένα στην αγωγή και αποτελούντα ενιαίο σώμα με αυτήν τιμολόγια με τα αντίστοιχα δελτία αποστολής, τα οποία ήταν πληρωτέα εντός ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης εκάστου, ήτοι τα κάτωθι τιμολόγια: … … … … … … Ότι παρά την ανεπιφύλακτη παραλαβή των πωληθέντων από τη δεύτερη εναγομένη διά των εντεταλμένων υπ’ αυτής προς παραλαβή προσώπων, την αποστολή των εκδοθέντων τιμολογίων σε αυτήν προς εξόφληση, το πέρας της ορισθείσας δήλης ημέρας εξόφλησης εκάστου τιμολογίου και τις επανειλημμένες οχλήσεις της ιδίας προς τις εναγόμενες, οι τελευταίες αρνούνται να τής εξοφλήσουν το ως άνω οφειλόμενο ποσό των τιμολογίων, που ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 94.215,17 ευρώ. Με βάση το ιστορικό αυτό και κατόπιν παραδεκτής εν όλω τροπής του αιτήματος της αγωγής από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, η οποία έγινε με τις προτάσεις που κατέθεσε η ενάγουσα και προφορική δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου της, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, καθώς και μερικής παραίτησης εκ του αγωγικού δικογράφου με τις προτάσεις της ως προς το αίτημα κηρύξεως της παρούσης αποφάσεως προσωρινά εκτελεστής (άρθρα 223, 295 παρ. 1 ΚΠολΔ), (η ενάγουσα) ζητεί ν’ αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενες υποχρεούνται να τής καταβάλουν για την ανωτέρω αιτία εις ολόκληρον και δη η δεύτερη απεριόριστα και η πρώτη διά και μέχρι την αξία του ανωτέρω πλοίου της, ανερχόμενη στο ελάχιστο ποσό των 2.000.000 ευρώ, το ποσό των 94.215,17 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την πάροδο ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης εκάστου τιμολογίου ως προς το επιμέρους ποσό εκάστου εξ αυτών, άλλως από την επίδοση της αγωγής, καθώς και να καταδικασθούν στη δικαστική δαπάνη της. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αίτημα, η υπό κρίση αγωγή παραδεκτώς εισάγεται προς εκδίκαση κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην (άρθρα 9, 12 παρ. 1 και 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπον (άρθρα 25 παρ. 2, 33, 37 παρ. 1 και 74 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 51 Ν. 2172/1993 ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς). Περαιτέρω, είναι ορισμένη και νόμω βάσιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 513 επ., 340, 341, 345, 346 ΑΚ, 84, 105, 106 ΚΙΝΔ, 70, 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, η αγωγή να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, εφόσον, μετά την τροπή του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό, δεν απαιτείται η καταβολή ανάλογου τέλους δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες προσαυξήσεις υπέρ τρίτων (άρθρο 33 Ν. 4416/2016 ΦΕΚ Α΄ 240/22.12.2016).
Κατά της αγωγής δεν υπάρχει ένσταση που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως και τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την ιστορική της βάση τεκμαίρονται ομολογημένα λόγω της ερημοδικίας των εναγόμενων, καθώς αναφέρονται σε γεγονότα για τα οποία επιτρέπεται ομολογία (άρθρο 271 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως η διάταξη ισχύει μετά την αντικατάσταση του άρθρου με το άρθρο 29 του Ν. 3994/2011, σε συνδυασμό με το άρθρο 352 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα). Πρέπει, επομένως, η αγωγή να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και ν’ αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενες οφείλουν να καταβάλουν στην ενάγουσα, εις ολόκληρον η καθεμία, πλην όμως η πρώτη απ’ αυτές περιορισμένα διά του αναφερθέντος στο σκεπτικό της παρούσας πλοίου της «…» και μέχρι της αξίας του, το ποσό των ενενήντα τεσσάρων χιλιάδων διακοσίων δεκαπέντε ευρώ και δεκαεπτά λεπτών (94.215,17 €), με το νόμιμο τόκο από τη δήλη ημέρα καταβολής εκάστου επιμέρους οφειλόμενου κονδυλίου, ήτοι από την επομένη της παρελεύσεως των ενενήντα (90) ημερών από την έκδοση του κάθε αντίστοιχου τιμολογίου και μέχρι την εξόφληση. Περαιτέρω, το Δικαστήριο πρέπει να ορίσει παράβολο για την περίπτωση που οι εναγόμενες ασκήσουν ανακοπή κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502 παρ. 1, 505 παρ. 2 ΚΠολΔ), ενώ, οι ίδιες, λόγω της ήττας τους, πρέπει να καταδικαστούν στα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 176, 180 παρ. 3, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 63 παρ. 1 i περ. α, 68 παρ. 1 Κώδικα Δικηγόρων), σύμφωνα με όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην των εναγόμενων.
ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι οι εναγόμενες οφείλουν να καταβάλουν στην ενάγουσα, εις ολόκληρον η καθεμία (η πρώτη απ’ αυτές περιορισμένα διά του αναφερθέντος στο σκεπτικό της παρούσας πλοίου και μέχρι της αξίας του), το ποσό των ενενήντα τεσσάρων χιλιάδων διακοσίων δεκαπέντε ευρώ και δεκαεπτά λεπτών (94.215,17 €), με το νόμιμο τόκο από τη δήλη ημέρα καταβολής εκάστου επιμέρους οφειλόμενου κονδυλίου, ήτοι από την πάροδο ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης εκάστου των αναφερομένων στο σκεπτικό της παρούσας τιμολογίων, ως προς το επιμέρους ποσό εκάστου εξ αυτών, και μέχρι την εξόφληση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τις εναγόμενες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων εκατό (3.100) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ