Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΜΗΜΑ  ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

Αριθμός απόφασης    1651  /2019

(Γενικός αριθμός καταθέσεως κλήσης: 13809/21-12-2017)

(Ειδικός αριθμός καταθέσεως κλήσης: 6854/21-12-2017)

(Γενικός αριθμός καταθέσεως αγωγής: …/1-6-2016)

(Ειδικός αριθμός καταθέσεως αγωγής: …/1-6-2016)

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

           ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Αντώνιο Σβύνο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Γεώργιο Παντελίδη, Πρωτοδίκη-Εισηγητή και Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, και από τη Γραμματέα Ελένη Χαριτοπούλου.

           ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια και στο ακροατήριό του την 29η Μαΐου του 2018 για να δικάσει την από 1-6-2016 και υπ’ αριθ. καταθέσεως …/1-6-2016 και …/1-6-2016 αγωγή αναγνώρισης προνομίου ναυτικών απαιτήσεων από σχέση ναυτολόγησης, η οποία επαναφέρεται με την από 14-12-2017 και υπ’ αριθ. καταθέσεως 13809/21-12-2017 και 6854/21-12-2017 κλήση, μεταξύ:

             ΤΩΝ ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ-ΕΝΑΓΟNΤΩΝ: 1) … του …, κατοίκου … και 2) … του … κατοίκου …, οι οποίοι, δυνάμει των από 26-2-2018 και 8-2-2018 ιδιωτικών εγγράφων παροχής πληρεξουσιότητάς τους, με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής τους σε αυτά από το ΚΕΠ του … και από τη δικηγόρο Άννα Κοντοσέα, κατ’ άρθρο 96 παρ.1 ΚΠολΔ, αντιστοίχως, προκατέθεσαν προτάσεις διά της πληρεξούσιας δικηγόρου τους Άννας Κοντοσέα του Γεωργίου (Α.Μ. Δ.Σ.Π. …), κατοίκου Π…., επί της οδού … αλλά δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση της υπόθεσης.

ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ-ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Εταιρείας με την επωνυμία «…», εδρεύουσας στον Π …, επί της οδού …, νομίμως εκπροσωπουμένης, η οποία προκατέθεσε προτάσεις διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Εμμανουήλ Γρηγοράκη του Κωνσταντίνου (Α.Μ. Δ.Σ.Μ. …), κατοίκου Π…., …, και …, επί της οδού …, αλλά δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο κατά τη συζήτηση κατά της υπόθεσης.

Οι ενάγοντες με την από 1-6-2016 και υπ’ αριθ. καταθέσεως 1571/1-6-2016 και 2836 /1-6-2016 αγωγή τους, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου την 1-6-2016 και επιδόθηκε στις 2-6-2016 στην εναγόμενη και επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 14-12-2017 και υπ’ αριθ. καταθέσεως 13809/21-12-2017 και 6854/21-12-2017 κλήση των εναγόντων, η οποία επιδόθηκε στην εναγομένη στις 27-12-2017, η δε αγωγή επιδόθηκε νομίμως στην αρμόδια για την παραλαβή των δικογράφων υπάλληλο της εναγομένης εταιρείας εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, κατ’ άρθρο 215 παρ.2 εδ.α΄, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ.2 του Ν.4335/2015, με έναρξη ισχύος από 1-1-2016 κατ’ άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ.4 του Ν.4335/2015, και προσδιορίσθηκε προς συζήτηση στη δικάσιμο της 22-9-2016, κατά την οποία εκφωνήθηκε από το οικείο πινάκιο με αύξοντα αριθμό 18 και συζητήθηκε, εκδοθείσας της υπ’ αριθ. 2495/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία εργατικών διαφορών), που έκρινε εαυτόν καθ’ ύλην αναρμόδιο για την εκδίκαση της αγωγής,την οποία και παρέπεμψε προς συζήτηση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών), ενώπιον του οποίου εκφωνήθηκε και συζητήθηκε από το οικείο πινάκιο με αύξοντα αριθμό 3, ζητούν δε οι ενάγοντες να γίνει αυτή δεκτή για όσους λόγους εκθέτουν, η δε εναγόμενη ζητεί τη απόρριψή της για όσους λόγους εκθέτει στις προτάσεις της που κατέθεσε νομίμως και εμπροθέσμως στην παρούσα δίκη.

               ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΕΩΣ και κατά την εκφώνησή της από τη σειρά του οικείου πινακίου, οι διάδικοι καταθέσαν τις προτάσεις τους και δεν παραστάθηκαν κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, όπως ανωτέρω σημειώνεται.

MEΛETHΣE TH  ΔIKOΓPAΦIA ΚΑΙ

ΣKEΦTHKE  ΣYMΦΩNA ME TOΝ  NOMO

               Νομίμως επαναφέρεται προς συζήτηση στην παρούσα δικάσιμο για την έκδοση οριστικής απόφασης με την από 14-12-2017 και υπ’ αριθ. καταθέσεως 13809/21-12-2017 και 6854/21-12-2017 κλήση των εναγόντων η από 1-6-2016 και υπ’ αριθ. καταθέσεως 2836/1-6-2016 και 1571/1-6-2016 αγωγή τους, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου την 1-6-2016 και επιδόθηκε στις 2-6-2016 στην εναγόμενη, νομίμως κι εμπροθέσμως,  προσδιορίσθηκε προς συζήτηση στη δικάσιμο της 22-9-2016, κατά την οποία συζητήθηκε, εκδοθείσας στη συνέχεια της υπ’ αριθ. 2495/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία εργατικών διαφορών), που έκρινε εαυτόν καθ’ ύλην αναρμόδιο για την εκδίκαση της αγωγής και την παρέπεμψε για συζήτηση ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών), ως καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμοδίου.

Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 94 παρ.1 ΚΠολΔ (όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο πρώτο παρ. 2 του Ν. 4335/2015) και 96 παρ. 1 του ΚΠολΔ (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 παρ. 2 του Ν. 3994/2011), στα πολιτικά δικαστήρια οι διάδικοι έχουν υποχρέωση να παρίστανται με πληρεξούσιο δικηγόρο, στον οποίο η πληρεξουσιότητα δίδεται είτε με συμβολαιογραφική πράξη, είτε με προφορική δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή στην έκθεση, είτε με ιδιωτικό έγγραφο, εφόσον η υπογραφή εκείνου που παρέχει την πληρεξουσιότητα βεβαιώνεται από δημόσια, δημοτική ή άλλη αρμόδια αρχή ή από δικηγόρο. Η δικαστική πληρεξουσιότητα, η οποία είναι η εξουσία με την οποία πρέπει να είναι εφοδιασμένος ο δικαστικός πληρεξούσιος, για να έχει τη δυνατότητα να ενεργεί νομίμως και εγκύρως διαδικαστικές πράξεις για λογαριασμό και στο όνομα του αντιπροσωπευομένου διαδίκου, παρέχεται, κατά τη δημοσίας τάξεως ως άνω διάταξη, λόγω των σοβαρών και σπουδαίων συνεπειών της και της εξασφάλισης της βέβαιης ύπαρξής της για την αποτροπή αμφισβητήσεων για την ισχύ των πράξεων του πληρεξουσίου, κατά τους οριζόμενους στην άνω διάταξη διαζευκτικούς τρόπους. Ο τύπος είναι πανηγυρικός συστατικός κι η έλλειψη του καθιστά ανυπόστατη την πληρεξουσιότητα. Σε περίπτωση μη τηρήσεως του ως άνω τύπου της θεωρείται ότι αυτή δεν υπάρχει, ούτε είναι δυνατό να γίνει λόγος για απόδειξή της με άλλο αποδεικτικό μέσο ακόμη και όρκο ή από τη μη ειδική αμφισβήτησή της από τον αντίδικο (ΕφΠειρ 371/2014 ΤΝΠ Νόμος). Η απόδειξή της μπορεί να γίνει μόνο με την προσαγωγή του ανωτέρω οριζομένου εγγράφου (ΕφΠειρ 636/2015 ΤΝΠ Νόμος). Επίσης, η παράσταση του δικηγόρου «μετά» του εντολέα του έχει τον χαρακτήρα διορισμού του ως δικαστικού πληρεξουσίου, κατά το άρθρο 96 ΚΠολΔ (ΠολΠρΘεσ 12935/2017 ΤΝΠ Νόμος, βλ. Βαθρακοκοίλη, Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 96, σημ.1, 5 και 19, σελ.639επ.). Η πληρεξουσιότητα μπορεί να αφορά ορισμένες ή όλες τις δίκες εκείνου που την παρέχει και στο πληρεξούσιο πρέπει να αναγράφονται τα ονόματα των πληρεξουσίων. Περαιτέρω, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 104  ΚΠολΔ, για τις προπαρασκευαστικές πράξεις και τις κλήσεις έως τη συζήτηση στο ακροατήριο, θεωρείται ότι υπάρχει πληρεξουσιότητα, ενώ για τη συζήτηση στο ακροατήριο απαιτείται ρητή πληρεξουσιότητα και αν αυτή δεν υπάρχει κηρύσσονται άκυρες όλες οι πράξεις, ακόμη και εκείνες που είχαν γίνει προηγουμένως, το δε δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάση της δίκης, την έλλειψη πληρεξουσιότητας καθώς και την υπέρβασή της (ΟλΑΠ 964/1982 ΝοΒ 31.991, ΑΠ 89/2014, ΑΠ 60/2014, ΑΠ 23/2014, ΑΠ 18/2014, ΑΠ 1794/2012, ΑΠ 1436/2012, ΑΠ 189/2010 ΤΝΠ Νόμος). Εκ του συνδυασμού των ως άνω διατάξεων και προς εκείνες των άρθρων 111, 108, 118, 159, 160, 215, 221, 226, 229, 230, 233 και 237 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι αν δεν προσαχθεί τελικώς το έγγραφο της πληρεξουσιότητας του δικηγόρου ο οποίος παρίσταται για τον διάδικο κηρύσσονται κατ’ αίτηση του αντιδίκου του ή και αυτεπαγγέλτως άκυρες όλες οι πράξεις τις οποίες είχε επιχειρήσει ο χωρίς πληρεξουσιότητα παραστάς διάδικος, ακόμη και εκείνες που είχαν γίνει προηγουμένως (ΕφΠειρ 636/2015, ΕφΠειρ 371/2014 ΤΝΠ Νόμος). Το δικαστήριο εξετάζει αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάση της δίκης την έλλειψη πληρεξουσιότητας, καθώς και την υπέρβασή της (ΟλΑΠ 964/1982 ΝοΒ 31.991, ΠολΠρΑθ 4042/2007 Δ 2008.601, ΠολΠρΡοδ 233/2006 ΤΝΠ Νόμος). Κατά τις διατάξεις, μάλιστα, του άρθρου 105 παρ.1-3 ΚΠολΔ, που παρέ­χει στο δικαστήριο τη δυνατότητα να επι­τρέψει στον πληρεξούσιο που δεν αποδει­κνύει την ύπαρξη της πληρεξουσιότητας του να συμμετάσχει στην δίκη προσωρι­νά, ορίζοντας σύντομη προθεσμία για τη συμπλήρωση της ελλείψεως, άνευ διακρίσεως μεταξύ της γενικής πληρεξουσιότη­τας του άρθρου 97 ΚΠολΔ και της ειδικής πληρε­ξουσιότητας του άρθρου 98 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι τούτο (δικαστή­ριο) μπορεί να επιτρέψει τη συμπλήρω­ση και της ελλείπουσας ειδικής πληρεξουσιότητας (ΑΠ 1434/1979 ΝοΒ 28.1039). Το κύρος των πράξεων που επιτράπηκαν προσωρινά, εξαρτάται από την εμπρόθεσμη συμπλήρωση της έλλειψης (άρθρο 105 παρ.1 εδ.β ΚΠολΔ) (ΕφΠειρ 226/2005 ΠειρΝομ 2005.235, ΕφΘεσ 18/2000 Αρμ 2001.382). Μετά δε την άπρακτη παρέλευση της ταχθείσας προθεσμίας κηρύσσει άκυρη την προσωρινώς επιτραπείσα συμμετοχή του ως πληρεξουσίου παραστάντος στη δίκη (ΕφΠειρ 182/2013 ΤΝΠ Νόμος). Η οριστική απόφαση δεν επιτρέπεται να εκδοθεί προτού συμπληρωθεί η έλλειψη αυτή ή πριν παρέλθει η προθεσμία που ορίστηκε σχετικώς (ΑΠ 1529/2002, ΑΠ 517/2002, ΑΠ 292/2002 ΤΝΠ Νόμος), προς τούτο δε, αλλά και προς αποφυγή αδικαιολογήτων ακυροτήτων, επιστρατεύεται η διάταξη του άρθρου 105 ΚΠολΔ και μπορεί να διαταχθεί και η, κατ’ άρθρο 254 ΚΠολΔ, επανάληψη της συζήτηση συνδιαστικώς (ΠολΠρΧαν 23/2016, ΠολΠρΘεσ 3327/2012, ΠολΠρΑθ 198/2010 ΤΝΠ Νόμος, ΠολΠρΑθ 2514/2010 ΤΝΠ ΔΣΑ Ισοκράτης, ΜονΠρΠειρ 1617/2014 ΤΝΠ Νόμος, βλ. Βαθρακοκοίλη, Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 105, Αρβανιτάκη Π., Ζητήματα αποδεικτικών εγγράφων κατά τον ΚΠολΔ, έκδ.1992, σελ.96επ.), ενδεχόμενο που δεν έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις που επιβάλλουν την περάτωση της διαδικασίας σε μία δικάσιμο, καθώς η συζήτηση που επαναλαμβάνεται με τον τρόπο αυτόν θεωρείται συνέχεια της προηγουμένης (άρθρο 254 παρ.1 εδ.β΄ ΚΠολΔ), ενώ σε περίπτωση μη συμπληρώσεως της ελλείψεως, μέσα στην ορισθείσα προθεσμία, το δικαστήριο προχωρεί στην εκδίκαση της υπόθεσης (ΑΠ 1473/2009 ΕφΑΔ 2009.1365,ΑΠ 54/2008 ΕφΑΔ 2008.570,ΑΠ 1509/2004 ΕΕΝ 2005.526, ΕφΠατρ 480/2010 ΑχαΝομ 2010.363) και, εφόσον υφίσταται σχετικό αίτημα, καταδικάζει εκείνον που παραστάθηκε χωρίς πληρεξουσιότητα να πληρώσει τα έξοδα που προκλήθηκαν από την παράσταση του αυτή (άρθρο 105 παρ.3 ΚΠολΔ – ΕφΠειρ 226/2005 ΠειρΝομ 2005.235, ΕφΘεσ 18/2000 Αρμ 2001.382, ΕφΑθ 3972/1991 ΑρχΝ 44.58, ΠολΠρΧαν 26/2013 ΤΝΠ Νόμος). Η μη συμπλήρωση της ελλείψεως εντός της ταχθείσης προθεσμίας δεν επάγεται την κατ’ άρθρο 151 ΚΠολΔ έκπτωση από του σχετικού δικαιώματος, αλλά η συμπλήρωση παραδεκτώς δύναται να γίνει και μετά την πάροδο της προθεσμίας μέχρι του πέρατος της νέας συζητήσεως της υποθέσεως, οπότε πλέον, εάν δεν έχει γίνει, η έλλειψη οριστικοποιείται (ΕφΠειρ 636/2015 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΑθ 2292/2004 ΕλλΔικ 45.230). Η δε συμπλήρωση της ελλείπουσας πληρεξουσιότητας έχει τον χαρακτήρα μεταγενέστερης εγκρίσεως της δικαστικής πράξεως εκ μέρους του διαδίκου υπέρ του οποίου επιχειρήθηκε (ΕφΠειρ 182/2013, ΠολΠρΘεσ 3327/2012, ΠολΠρΡοδ 233/2006 ΤΝΠ Νόμος, βλ. Βαθρακοκοίλη Β., Ερμηνεία ΚΠολΔ, τόμος Α΄, 1996, άρθρο 104 και 105, σελ.663επ.). Με την ως άνω διάταξη του άρθρου 105 ΚΠολΔ, η ρύθμιση της οποίας αποτελεί έκφανση της αρχής για την έγκριση των πράξεων από τον διάδικο, στο όνομα του οποίου ενεργήθηκαν από τον δικηγόρο που δεν είχε πληρεξουσιότητα (ΑΠ 835/2010 ΕφΑΔ 2010.1223,  ΠολΠρΘεσ 3327/2012 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΠολΠρΡοδ 233/2006 ΤΝΠ Νόμος, βλ. Βαθρακοκοίλη Β., Ερμηνεία ΚΠολΔ, τ.Α΄, σελ.663επ.), διευκολύνεται η απόδειξη της πληρεξουσιότητας κατά τρόπο ανάλογο εκείνου της συμπλήρωσης της ικανότητας για δικαστική παράσταση (άρθρο 67 ΚΠολΔ), προς τον σκοπό αποτροπής απόρριψης των αιτήσεων παροχής έννομης προστασίας για λόγους τυπικούς και παρέλκυσης, συνακόλουθα, των δικών (ΕφΑθ 2070/2011 ΤΝΠ Νόμος). Η διάταξη αυτή, σε σχέση με εκείνη του άρθρου 67 ΚΠολΔ, είναι ειδική και, συνεπώς, αυτή εφαρμόζεται εάν πρόκειται για ελλείψεις πληρεξουσιότητας (βλ. Βαθρακοκοίλη Β., Ερμηνεία ΚΠολΔ, άρθρο 105, αριθ.1). Είναι δε δυνατόν η έλλειψη πληρεξουσιότητας του ως πληρεξουσίου παραστάντος, να μην υποπέσει στην αντίληψη του δικαστηρίου κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, οπότε, διαπιστουμένου του γεγονότος τούτου κατά το στάδιο της διασκέψεως, δύναται το δικαστήριο με απόφασή του να μη κηρύξει άκυρη τη συμμετοχή στη δίκη του ως πληρεξουσίου παραστάντος, αλλά να τάξει σ’ αυτόν εύλογη προθεσμία προς συμπλήρωση της ελλείψεως και να αναβάλει την οριστική του απόφαση επί της υποθέσεως. Στην περίπτωση αυτή, επαναφερομένης της υποθέσεως δια κλήσεως προς έκδοση οριστικής απόφασης μετά την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας, που τάχθηκε προς συμπλήρωση της ελλείψεως, ουδέν εμπόδιο τάσσεται στο δικαστήριο από τις προδιαληφθείσες διατάξεις όπως δεχθεί και για τις προηγηθείσες πράξεις την προσκομιζόμενη, κατά τη συζήτηση επί της κλήσης, πληρεξουσιότητα του πρότερου, άνευ πληρεξουσιότητας, παραστάντος δικηγόρου. Η λύση αυτή, έχουσα υπέρ αυτής τον σκοπό του νομοθέτη, ο οποίος με την προπαρατεθείσα ρύθμιση απέβλεψε στην περιστολή των ακυροτήτων των δικαστικών πράξεων με την, κατόπιν αδείας του δικαστηρίου, προσκομιδή της ελλείπουσας πληρεξουσιότητας, του ως πληρεξουσίου παρισταμένου δικηγόρου, σε χρόνο μεταγενέστερο και πάντως πριν την έκδοση απόφασης, που να τέμνει οριστικά τη διαφορά και να κηρύσσει άκυρες τις πράξεις αυτού, συνάδει απολύτως και με την ευχέρεια, την οποία έχει το δικαστήριο, ακόμη και μετά την πάροδο της προθεσμίας, που τάχθηκε απ’ αυτό, να χορηγεί νέα προθεσμία προς συμπλήρωση της ελλείψεως (βλ. Μπέη, Πολ.Δικ, άρθρο 105, σελ.489), πράγμα το οποίο μπορεί να πράξει και σιωπηρώς με την υπ’ αυτού αποδοχή της, μετά την πάροδο της το πρώτον ταχθείσας προθεσμίας, προσκομιζόμενης πληρεξουσιότητας (ΕφΠειρ 182/2013 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΑθ 3937/2001 ΕΔΠολ 2005.318, ΕφΑθ 4492/1983 ΕΕΝ 1984.841). Επιπλέον δε, χρήζει αναφοράς ότι η έλλειψη πληρεξουσιότητας, ενόψει της ειδικής ρύθμισης της προαναφερόμενης διάταξης του άρθρου 105 ΚΠολΔ, δεν εμπίπτει ούτε στις τυπικές παραλείψεις για τις οποίες παρέχεται δυνατότητα συμπλήρωσης και μετά τη συζήτηση κατά τη διάταξη του άρθρου 227 ΚΠολΔ, καθόσον αντίθετη εκδοχή θα κατέληγε ουσιαστικά στην καταστρατήγηση του άρθρου αυτού, το οποίο ρητώς αναφέρει ότι το δικαστήριο μπορεί να ορίσει προθεσμία (ΕφΠειρ 371/2014, ΕφΠειρ 182/2013, Νόμος, ΕφΠατρ 262/2011 ΑχαΝομ 2012.252, ΕφΠειρ 622/1987 ΕλλΔνη 29.741, ΠολΠρΑθ 4042/2007 Δ 2008.601). Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 64 παρ.2 ΚΠολΔ προκύπτει ότι τα νομικά πρόσωπα παρίστανται στο δικαστήριο με τα φυσικά πρόσωπα, που τα εκπροσωπούν σύμφωνα με τον νόμο ή το καταστατικό ή τη συστατική ή την ιδρυτική πράξη τους. Η αντιπροσωπευτική εξουσία του φυσικού προσώπου, που εκπροσωπεί το νομικό πρόσωπο, αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης,η οποία ερευνάται αυτεπαγγέλτως σε κάθε στάση της δίκης, σύμφωνα με το άρθρο 73 ΚΠολΔ. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των εδαφίων α’ και β’ της παρ.1 του άρθρου 237 ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015 και εφαρμόζεται για τις αγωγές που κατατέθηκαν την 1.1.2016 (άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ.1 του Ν. 4335/2015), προβλέπεται ότι «μέσα σε εκατό (100) ημέρες από την κατάθεση της αγωγής οι διάδικοι οφείλουν να καταθέσουν τις προτάσεις και να προσκομίσουν όλα τα αποδεικτικά μέσα και τα διαδικαστικά έγγραφα που επικαλούνται με αυτές (ΠολΠρΘεσ 12935/2017 ΤΝΠ Νόμος). Μέσα στην ίδια προθεσμία κατατίθενται το αποδεικτικό επίδοσης της αγωγής καθώς και τα πληρεξούσια έγγραφα προς τους δικηγόρους κατά το άρθρο 96.». Η νέα αυτή ρύθμιση, στο πλαίσιο της αρχής της συμπίεσης της προδικασίας, καθιερώνει το δικονομικό βάρος των διαδίκων να προσκομίσουν κατά την κατάθεση των προτάσεων τους, εκτός από το σύνολο των αποδεικτικών τους μέσων, και τα διαδικαστικά έγγραφα που επικαλούνται, το αποδεικτικό επίδοσης της αγωγής (ενν. ο ενάγων) και τα πληρεξούσια έγγραφα προς τους δικηγόρους τους, τα οποία πρέπει να πληρούν τον οριζόμενο από το άρθρο 96 ΚΠολΔ τύπο πληρεξουσιότητας. Η ρητή αυτή μνεία της υποχρέωσης των διαδίκων να προσκομίζουν, πριν από το κλείσιμο του φακέλου της δικογραφίας (κατά τα αναλυτικά προβλεπόμενα στο άρθρο 237 ΚΠολΔ), και τα συνταχθέντα κατά τους ορισμούς του άρθρου 96 ΚΠολΔ πληρεξούσια έγγραφα προς τους δικηγόρους τους, καταργεί ουσιαστικά τη μέχρι τώρα πρακτική των δικαστηρίων της ουσίας να ερευνούν την ύπαρξη πληρεξουσιότητας μόνο σε περίπτωση που ο αντίδικος πρότεινε τη σχετική έλλειψη ή σε περίπτωση δικών όπου απαιτείτο ειδική πληρεξουσιότητα κατ’ άρθρο 98 ΚΠολΔ, υποχρεώνοντας πλέον το δικαστήριο να ερευνά αυτεπαγγέλτως την ύπαρξη ή μη δικαστικής πληρεξουσιότητας και ειδικότερα την προσκομιδή -κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα- σχετικού πληρεξουσίου εγγράφου των διαδίκων προς τους δικηγόρους αυτούς για τη νόμιμη παράσταση τους στα πολιτικά δικαστήρια, σύμφωνα με τον τύπο του άρθρου 96 ΚΠολΔ.

Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου, καθώς και από τις έγγραφες προτάσεις των διαδίκων, οι οποίες κατατέθηκαν νομίμως και εμπροθέσμως, κατόπιν παραπομπής της αγωγής από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιώς (ειδική διαδικασία περιουσιακών-εργατικών διαφορών) στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών) δυνάμει της υπ’ αριθ. 2495/2017 απόφασής του και εφαρμοζόμενης πλέον της νέας τακτικής διαδικασίας που ρυθμίζεται ειδικώς μετά τον Ν.4335/2015 και καταλαμβάνει και την κρινόμενη αγωγή, η οποία κατατέθηκε την 1-6-2016 και επιδόθηκε τη 2-6-2016, ήτοι μετά την έναρξη ισχύος του ως άνω νόμου, από 1-1-2016, οι ενάγοντες εκπροσωπήθηκαν στη δίκη, ως ανωτέρω, από την υπογράφουσα τα δικόγραφα της αγωγής και των προτάσεων πληρεξούσια δικηγόρο τους, Άννα Κοντοσέα, δικηγόρο του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά (Α.Μ. …, η οποία κατέθεσε προτάσεις στην παρούσα δίκη στις 20-3-2018 και προσθήκη-αντίκρουση στις 16-4-2018, σύμφωνα με τη σχετική έγγραφη βεβαίωση-επισημείωση της αρμόδιας Γραμματέως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατ’ άρθρο 237 παρ.3 ΚΠολΔ, μετά την παραπομπή της υπόθεσης από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά (ειδική διαδικασία εργατικών διαφορών) στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά (Τμήμα Ναυτικών Διαφορών-τακτική διαδικασία), η δε εναγομένη κατέθεσε τις προτάσεις της στην παρούσα δίκη, στις 30-3-2018, διά του παριστάμενου δικηγόρου του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης (Α.Μ. …), συνακόλουθα, οι προτάσεις της θεωρούνται νομίμως κι εμπροθέσμως κατατεθειμένες και σύμφωνα με το άρθρου 237 παρ.1 εδ.α΄ ΚΠολΔ και ως εκ τούτου, δικάζονται οι διάδικοι κατ’ αντιμωλίαν στη δίκη αυτή. Ωστόσο, από την έρευνα του φακέλου της δικογραφίας προκύπτει ότι, παρά τη ρητώς και σαφώς προβλεπόμενη στο άρθρο 237 παρ.1 εδ.β΄ ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ.2 του Ν.4335/2015, υποχρέωση των πληρεξούσιων δικηγόρων των διαδίκων προς απόδειξη της δικαστικής τους πληρεξουσιότητας με προσαγωγή νόμιμου, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 96 ΚΠολΔ, πληρεξουσίου, η μεν πληρεξούσια δικηγόρος των εναγόντων, Άννα Κοντοσέα του Γεωργίου (Α.Μ. Δ.Σ.Π. … προσκόμισε μαζί με τις προτάσεις, τα αποδεικτικά μέσα και τα διαδικαστικά έγραφα που επικαλείται, και τα από 26-2-2018 και 8-2-2018 ιδιωτικά έγγραφα παροχής πληρεξουσιότητάς τους προς το πρόσωπο της προαναφερόμενης δικηγόρου, με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής τους σε αυτά από το ΚΕΠ του Δήμου Χίου  και από τη δικηγόρο Άννα Κοντοσέα, κατ’ άρθρο 96 παρ.1 ΚΠολΔ, αντιστοίχως, ενώ η εναγομένη ναυτική εταιρεία δεν προσκόμισε μαζί με τα αποδεικτικά μέσα και τα διαδικαστικά έγγραφα που επικαλείται, και το αναγκαίο κατ’ άρθρα 96 παρ.1 και 237 παρ.1 εδ.β΄ ΚΠολΔ, πληρεξούσιο έγγραφο της προς τον δικηγόρο της του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης, Εμμανουήλ Γρηγοράκη του Κωνσταντίνου (Α.Μ. Δ.Σ.Μ. …), με το οποίο, υπό τον προβλεπόμενο τύπο του άρθρου 96 παρ.1 ΚΠολΔ, να νομιμοποιείται αυτός ως πληρεξούσιος δικηγόρος της να παρασταθεί στη δίκη αυτή στο όνομα και για λογαριασμό της, εκπροσωπώντας την έναντι των εναγόντων κατά την εκδίκαση της ένδικης υπόθεσης μετά την έγερση της κρινόμενης αγωγής τους σε βάρος της, σύμφωνα με την πρόβλεψη του άρθρου 237 παρ.1 εδ.β΄, σε συνδυασμό με τα άρθρα 62, 63, 64, 65, 67 ΚΠολΔ. Μάλιστα, από κανένα προσκομιζόμενο έγγραφο της δικογραφίας, από την αυτεπάγγελτη έρευνα της δικαστικής αυτής πληρεξουσιότητας, στην οποία κατά τα προδιαλαμβανόμενα στις αρχικές νομικές σκέψεις, υποχρεούται το παρόν Δικαστήριο σε κάθε στάση της δίκης, δεν προκύπτει ότι η εναγομένη ναυτική εταιρεία έχει χορηγήσει εξουσιοδότηση προς τον παριστάμενο στην παρούσα δίκη για λογαριασμό της δικηγόρο, για την κατάθεση των προτάσεων και για την εκπροσώπησή της στη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο στην παρούσα δικάσιμο ούτε καν την επικαλείται στις προτάσεις της, τις οποίες νομίμως και εμπροθέσμως έχει καταθέσει στην παρούσα δίκη, ενώ επισημαίνεται επιπλέον και το γεγονός ότι στην προηγηθείσα δίκη επί της ιδίας αγωγής, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ.2495/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (ειδική διαδικασία περιουσιακών-εργατικών διαφορών), η εναγομένη ναυτική εταιρεία παραστάθηκε στο ακροατήριο διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Κυριάκου Σαραβελάκη, κατοίκου Πειραιά, επί της οδού … (Α.Μ. Δικηγορικού Συλλόγου Καλαμάτας …) και όχι με τον παριστάμενο στην παρούσα δίκη δικηγόρο Εμμανουήλ Γρηγοράκη, κατά τα προαναφερόμενα, όπως προκύπτει και από το προοίμιο της παραπεμπτικής αυτής απόφασης, συνακόλουθα, δεν υπήρχε ούτε σε προηγούμενο χρονικό και δικονομικό στάδιο η πληρεξουσιότητα της ναυτικής εταιρείας προς το πρόσωπο του εν προκειμένω παριστάμενου για λογαριασμό της δικηγόρου ως πληρεξουσίου της για την εκπροσώπησή της στην παρούσα συζήτηση της σε βάρος της αγωγής που ασκήθηκε από τους ενάγοντες. Έτσι όμως η εναγομένη ναυτική εταιρεία ούτε αποδεικνύει ούτε καν επικαλείται την αναγκαία κατά νόμο πληρεξουσιότητά της για την κατάθεση προτάσεων και την παράστασή διά ως άνω αναφερόμενου ως πληρεξουσίου δικηγόρου για λογαριασμό της στην παρούσα δίκη. Πλην όμως, η παροχή πληρεξουσιότητας υπό τον τύπο του άρθρου 96 ΚΠολΔ προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο της εναγομένης πρέπει να είναι ρητή και σαφής και να αποδεικνύεται με συγκεκριμένο έγγραφο που να υπάρχει στη δικογραφία, λαμβάνοντας υπόψη αυτεπαγγέλτως και το γεγονός ότι η εναγομένη ως ναυτική εταιρεία πρέπει να συνοδεύει την πληρεξουσιότητα αυτή και με σχετικό πρακτικό του ΔΣ αυτής προς το πρόσωπο του ως άνω παριστάμενου για λογαριασμό της στη δίκη αυτή δικηγόρου, πόσο μάλλον που αυτός δεν προκύπτει ότι την έχει εκπροσωπήσει μέχρι σήμερα σε οποιοδήποτε άλλο προηγηθέν δικονομικό στάδιο της εγερθείσας αυτής δίκης. Εξάλλου, η έλλειψη πληρεξουσιότητας, ενόψει της ειδικής ρύθμισης της διάταξης του άρθρου 105 ΚΠολΔ, δεν εμπίπτει στις τυπικές παραλείψεις για τις οποίες παρέχεται δυνατότητα συμπλήρωσης και μετά τη συζήτηση, κατά την ΚΠολΔ 227, διότι, αντίθετη εκδοχή, θα κατέληγε ουσιαστικά στην καταστρατήγηση του άρθρου αυτού (ΕφΠειρ 182/2013 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠειρ 622/1987 ΕλλΔνη 29.741). Η έλλειψη αυτή πρέπει να συμπληρωθεί εντός της ορισμένης στο διατακτικό προθεσμίας, των εξήντα (60) ημερών από την επίδοση της παρούσας, για την οποία λαμβάνονται υπόψη οι περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης και του προσώπου της εναγόμενης, η οποία είναι ναυτική εταιρεία, που εδρεύει στην ημεδαπή (……..), από την έγκαιρη δε συμπλήρωση της έλλειψης της πληρεξουσιότητας αυτής εξαρτάται το κύρος των πράξεων που ο δικηγόρος της εναγόμενης εταιρείας επιχείρησε κατά το παρόν στάδιο της δίκης (άρθρα 96 παρ.1, 97 παρ.1, 104, 105 παρ.3 ΚΠολΔ), κατά τα διαλαμβανόμενα στις αρχικές νομικές σκέψεις της απόφασης. Μετά δε την πάροδο της προθεσμίας αυτής, κατ’ άρθρο 254 παρ.3 ΚΠολΔ, (όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ.2 του Ν.4335/2015 από 1-1-2016, βάσει του άρθρου 1 άρθρου ένατου παρ.4 του Ν.4335/2015), θα πρέπει να επανεισαχθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση με κλήση οποιουδήποτε από τα διάδικα μέρη, σε δικάσιμο που θα οριστεί αρμοδίως και σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον νόμο. Σε περίπτωση δε που δεν συμπληρωθεί η έλλειψη αυτή μέσα στην προθεσμία που ορίστηκε, το δικαστήριο θα προχωρήσει στην εκδίκαση της υπόθεσης και θα καταδικάσει εκείνον που παραστάθηκε χωρίς πληρεξουσιότητα να πληρώσει τα έξοδα που προκλήθηκαν από την παράσταση αυτή, κατ’ άρθρο 105 παρ.3 ΚΠολΔ (ΕφΠειρ 226/2005 ΠειρΝομ 2005.235, ΕφΠατρ 262/2011 ΑχαΝομ 2012.252).

Κατόπιν των ανωτέρω, σύμφωνα με τα αναλυτικώς διαλαμβανόμενα στη αρχική νομική σκέψη της απόφασης, επειδή από κανένα στοιχείο και δη από προσκομιζόμενο νόμιμο πληρεξούσιο του άρθρου 96 ΚΠολΔ δεν αποδεικνύεται ότι ο παριστάμενος ως άνω δικηγόρος για λογαριασμό της εναγομένης ναυτικής εταιρείας τυγχάνει πληρεξούσιος δικηγόρος της ούτε ότι έχει εξουσιοδοτηθεί για την παράστασή του και εκπροσώπησή της ως διαδίκου στην παρούσα δίκη για τη συζήτηση της σε βάρος της ένδικης αγωγής, με όλες τις νόμιμες συνέπειες που επιφέρει η μη νόμιμη δικανική παράσταση στο πρόσωπο της εναγομένης ναυτικής εταιρείας στην παρούσα δίκη, ως κρίσιμη κι απολύτως αναγκαία, αλλά και υποχρεωτική για το παρόν Δικαστήριο δικονομική προϋπόθεση, υπό τους όρους του άρθρου 105 ΚΠολΔ, καθόσον δεν αποδεικνύεται ότι αυτός παρίσταται ως πληρεξούσιός της, διαθέτοντας τέτοια πληρεξουσιότητα (ούτε καν την επικαλείται), προκειμένου να κριθεί το παραδεκτό ή μη της παράστασης της εναγομένης στη δίκη αυτή, πρέπει, αφού επιτραπεί στον ανωτέρω δικηγόρο να συμμετάσχει προσωρινώς στη δίκη, με την υποχρέωση όμως να αποδείξει την πληρεξουσιότητά του, να αναβληθεί αυτεπαγγέλτως η έκδοση οριστικής απόφασης και να ταχθεί σύντομη προθεσμία προς συμπλήρωση –με επιμέλεια της εναγομένης ναυτικής εταιρείας – της έλλειψης αυτής ως προς την ύπαρξη πληρεξουσιότητάς της στο πρόσωπο του δικηγόρου αυτού για την εκπροσώπησή της, με προκατάθεση προτάσεων και παράστασή του στην παρούσα δίκη και για την έγκριση ως νόμιμων, έγκυρων και ισχυρών όλων των σχετικών διαδικαστικών πράξεων που έγιναν από αυτόν μέχρι το παρόν στάδιο δίκης, η οποία (πληρεξουσιότητα) στην προκείμενη περίπτωση φέρει τον χαρακτήρα μεταγενέστερης έγκρισης των διαδικαστικών πράξεων εκ μέρους της εναγομένης, υπέρ της οποίας άλλωστε επιχειρήθηκαν, πριν από την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ένδικης διαφοράς, σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας (ΕφΠειρ 636/2015, ΕφΠειρ 371/2014, ΕφΠειρ 182/2013 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΠατρ 262/2011 ΑχαΝομ 2012.252, ΕφΠειρ 627/1987 ΕλλΔνη 1998.741, ΠολΠρΘεσ 3074/2017, ΠολΠρΘεσ 12935/2017, ΠολΠρΑθ 144/2016, ΠολΠρΧαν 26/2013, ΠολΠρΑθ 3327/2012, ΠολΠρΑθ 198/2010, ΠολΠρΑθ 4404/2010, ΠολΠρΑθ 4393/2010, ΜονΠρΑθ 209/2018 ΤΝΠ Νόμος, ΜονΠρΠειρ 1325/2017 ΕλλΔνη 2018.857, ΜονΠρΠειρ 1951/2017 ΤΝΠ Ισοκράτης, ΜονΠρΑθ 4186/2016 ΕΠολΔ 2017.635, ΜονΠρΠειρ 1617/2014 ΤΝΠ Νόμος). Τέλος δικαστικά έξοδα δεν επιδικάζονται στην παρούσα δίκη, καθόσον η απόφαση αυτή δεν είναι οριστική (ΑΠ 989/2009 ΤΝΠ Νόμος, βλ. Βαθρακοκοίλη, Ερμηνεία Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, άρθρο 176 σελ.1019επ., με παραπομπές στη νομολογία).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

              ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.

             ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ την έκδοση οριστικής απόφασης, για τη συμπλήρωση της έλλειψης της νόμιμης πληρεξουσιότητας του δικηγόρου της εναγομένης ναυτικής εταιρείας ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού.

             ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού.

             ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ στον δικηγόρο του Δικηγορικού Συλλόγου Μυτιλήνης, Εμμανουήλ Γρηγοράκη του Κωνσταντίνου (Α.Μ. Δ.Σ.Μ. …), κάτοικο Πειραιά, …, και …, επί της οδού …, ο οποίος κατά την εκφώνηση της ένδικής υπόθεσης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, στην παρούσα δικάσιμο, εμφανίστηκε ως πληρεξούσιος δικηγόρος της εναγομένης ναυτικής εταιρείας, να συμμετάσχει προσωρινώς στη δίκη αυτή, προκειμένου να συμπληρώσει την αναφερόμενη στο σκεπτικό της παρούσας έλλειψη πληρεξουσιότητας της εναγομένης προς το πρόσωπό του, ως παριστάμενου δικηγόρου για λογαριασμό της κατά τη συζήτηση της σε βάρος της αγωγής της ενάγουσας, προκειμένου έτσι να εγκριθούν από την εναγομένη όλες οι διαδικαστικές πράξεις, που προηγήθηκαν, εκ μέρους του για λογαριασμό της, κατά την μετ’ επανάληψη συζήτηση της αγωγής, που θα οριστεί με επιμέλεια του επιμελέστερου διαδίκου.

ΟΡΙΖΕΙ εντός εξήντα (60) ημερών από την επίδοση της παρούσας απόφασης, προκειμένου η εναγομένη ναυτική εταιρεία να συμπληρώσει την ελλείπουσα πληρεξουσιότητα με την προσκόμιση δικαστικού πληρεξουσίου, που θα φέρει βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του αρμοδίου οργάνου διοίκησης της εναγομένης εταιρείας από δημόσια, δημοτική ή άλλη αρμόδια αρχή ή από δικηγόρο, όπως προβλέπεται στον νόμο.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στις 14-9-2018 και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, με την παρουσία της Γραμματέως, την     -5-2019.                               

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ