ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
Αριθμός απόφασης
1558/ 2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 845/426/30-1-2019 αίτηση)
(Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 2535/1211/19-3-2019 κύρια παρέμβαση)
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Χρυσούλα Γκοτόβου, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίσθηκε νόμιμα από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Πετρούλα Δαμίγου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 2 Απριλίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση :
I.Της αιτούσας : Της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «»….», με Α.Φ.Μ. …, η οποία εδρεύει στο … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της, Σταυρούλας Γεωργαλιού (Α.Μ. ΔΣΑ : 35261).
Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 29-1-2019 αίτησή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 845/426/30-1-2019, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.
II.Του κυρίως παρεμβαίνοντος : Του Ελληνικού Δημοσίου, που φέρει Α.Φ.Μ. 090165560 και εκπροσωπείται νόμιμα από τον Υπουργό Οικονομικών, κάτοικο Αθηνών (οδός Νίκης αριθμ 5-7), το οποίο παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια της Δικαστικής Αντιπροσώπου του Ν.Σ.Κ. Αθηνάς Χριστοπούλου (Α.Μ. Ν.Σ.Κ. :458).
Της καθ’ής η κυρία παρέμβαση : Της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…» και τον διακριτικό τίτλο «»….», με Α.Φ.Μ. …, η οποία εδρεύει στο … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο δια της πληρεξουσίας δικηγόρου της, Σταυρούλας Γεωργαλιού (Α.Μ. ΔΣΑ : 35261).
Το κυρίως παρεμβαίνον ζητεί να γίνει δεκτή η από 18-3-2019 κύρια παρέμβασή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 2535/1211/19-3-2019, προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιες δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσαν επί της έδρας.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου : α) 29-1-2019 με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 845/426/30-1-2019 αίτηση και β) η από 18-3-2019 με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 2535/1211/19-3-2019 κύρια παρέμβαση, που στρέφεται κατά της ως άνω αιτούσας. Η ως άνω αίτηση και η κύρια παρέμβαση εκκρεμούν ενώπιον του ίδιου (παρόντος) Δικαστηρίου, υπάγονται στην ίδια διαδικασία, αυτή της εκουσίας δικαιοδοσίας και θα πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν λόγω της μεταξύ τους συναφείας και γιατί, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης (άρθρο 246 ΚΠολΔ).
Ι. Σύμφωνα με το άρθρο 791 παρ. 1 του ΚΠολΔ: «όποιος τηρεί δημόσια βιβλία στα οποία καταχωρίζονται πράξεις ή αποφάσεις που έχουν σχέση με τη σύσταση, μεταβίβαση ή κατάργηση δικαιωμάτων ιδιωτικού δικαίου ή εγγράφονται ή εξαλείφονται κατασχέσεις ή εγγράφονται αγωγές ή ανακοπές ή γίνονται σημειώσεις για αυτές, αν αρνείται να ενεργήσει όπως του ζητείται, οφείλει το αργότερο μέσα στην επόμενη από την υποβολή της αίτησης ημέρα να σημειώσει περιληπτικά στο σχετικό βιβλίο την άρνηση του και τους λόγους της», ενώ, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου: «Η εκκρεμότητα που δημιουργείται με την άρνηση αίρεται με απόφαση του δικαστηρίου στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει εκείνος που τηρεί τα βιβλία, με αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον». Η προκείμενη διάταξη εφαρμόζεται, μεταξύ άλλων, προκειμένου περί εξάλειψης κατασχέσεων κατά τη ρητή πρόβλεψη του άρθρου 791 παρ. 1 ΚΠολΔ (ΜΠρΑθ 4717/1986 ΝοΒ 1987.216, ΜΠρΠειρ 331/1987 ΕλλΔνη 1988.195). Ο έλεγχος του Δικαστηρίου, προκειμένου να προβεί στη σχετική διαταγή, αφορά ιδίως στο σύννομο της άρνησης (ΕφΑθ 325/2001 ΕλλΔνη 2001.1400, ΜΠρΚαρδ 16/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας, Αρβανιτάκης ΚΠολΔ ΙΙ 2000 791 αριθ. 3-4). Αντικείμενο, δηλαδή, της δίκης επί της ανωτέρω αίτησης είναι η άρση της εκκρεμότητας που προκαλείται από την άρνηση του τηρούντα τα δημόσια βιβλία να προβεί στην καταχώριση, όπως ακριβώς αυτή του ζητήθηκε (ΕφΘεσ 1399/2009 Αρμ 2010.693). Κατά την ειδικώτερη δε διάταξη του άρθρου 37 του Β.Δ. 10/17.7.1910: «εάν ο τηρών το νηολόγιον ήθελεν αρνηθή εγγραφήν τινα ένεκα ουσιωδεστάτων ελλείψεων εν τοις εγγράφοις του αιτούντος την εγγραφήν, οφείλει να σύνταξη έκθεσιν, είτε εν τω βιβλίω εκθέσεων, εν τοις κεντρικοίς λιμεναρχείοις, είτε εν ιδίω φύλλω χάρτου, εν ταις λοιπαίς λιμενικαίς Αρχαίς. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται το άρθρον 19 του παρόντος». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει σαφώς ότι ο Νηολόγος μπορεί να αρνηθεί την καταχώρηση στα οικεία βιβλία, αλλά δεν έχει εξουσία να εξετάσει τη νομιμότητα, το κύρος και την ουσιαστική ή μη βασιμότητα των προσκομιζόμενων προς μεταγραφή νομικών πράξεων και να αρνηθεί την καταχώρηση τους, περιοριζόμενος μόνο στον έλεγχο των τυπικών στοιχείων της δικαιοπραξίας και της προσκομιδής ή μη των απαραίτητων για τη μεταγραφή της πράξης εγγράφων και λοιπών στοιχείων. Τέτοιος ουσιαστικός έλεγχος του περιεχομένου των ως άνω πράξεων θα ήταν επιβεβλημένος μόνο εάν η στο νηολόγιο εγγραφή του πλοίου, πέραν του πληροφοριακού της χαρακτήρα και του γεγονότος ότι είναι απαραίτητη, είχε και δημιουργικό του δικαιώματος αποτέλεσμα (βλ. και ΕφΠειρ 348/1980 ΕΝΔ 8.265, Γνωμοδ. Ράμμου-Τσιριντάνη ΝοΒ 17.148).Περαιτέρω, η ασκούμενη κατά το άρθρο 791 του ΚΠολΔ αίτηση περί άρσεως της εκκρεμότητας που δημιουργείται από την άρνηση του Νηολόγου να προβεί σε αιτηθείσα ενέργεια, που δικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, δεν απαιτείται να απευθύνεται κατά συγκεκριμένου προσώπου, δεδομένου ότι στη δικαιοδοσία αυτή δεν υφίστανται διάδικοι, υπό την έννοια της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας. Την ιδιότητα του διαδίκου στην ανωτέρω ειδική διαδικασία προσλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ο αιτών, ο ασκών παρέμβαση, καθώς και εκείνος την κλήτευση του οποίου διέταξε ο αρμόδιος δικαστής (βλ. και ΑΠ 646/1975 ΝοΒ 24.50). Εξάλλου από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 19 και 37 του Β.Δ. 10/17.7.1910, 2 και 3 του Π.Δ. 21/1979, 13 του Ν.Δ. 4201/1961, 1 του Ν.Δ. 2998/1954, 85 παρ. 1 του Π.Δ. 611/1…, 2 του ΚΙΝΔ 1345 του ΑΚ και 105 του ΕισΝΑΚ προκύπτει ότι ο Νηολόγος, που τηρεί σε κάθε λιμενική αρχή τα νηολόγια και ναυτικά υποθηκολόγια, κατά την άσκηση της νόμιμης δικαιοδοσίας του, ενεργεί αυτοτελώς, κατ’ ιδίαν κρίση, χωρίς εξάρτηση από την εκτελεστική εξουσία και χωρίς να είναι υποχρεωμένος να εκτελεί τις διαταγές της προϊσταμένης αυτού διοικητικής αρχής (βλ. και Π. Λύκου: Νηολόγια-Ναυτ. Υποθηκολόγια, σελ. 14). Το Ελληνικό Δημόσιο όμως, το οποίο, κατά τη διάταξη του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, έχει την ευθύνη των πράξεων και παραλείψεων αυτού, στη δίκη της εκούσιας δικαιοδοσίας που γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 791 του ΚΠολΔ, μπορεί να εκπροσωπήσει νομίμως το Νηολόγο, εφόσον το δικαστήριο διέταξε την κλήτευση του τελευταίου για να παραστεί στη δίκη (ΕφΠειρ 363/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 2/1987 ΕΝΔ 15.251 και εκεί παραπομπές στη νομολογία και θεωρία, βλ. και Π. Μάζη στον ΑΚ Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, άρθρ. 1344-1345 αριθμ. 11, 12, 13 και 22).
ΙΙ. Περαιτέρω , στο άρθρο 724 παρ. 1 ΚΠολΔ ορίζεται ότι ο δανειστής μπορεί με βάση διαταγή πληρωμής χρηματικών απαιτήσεων να επιβάλει συντηρητική κατάσχεση στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου για το ποσό που ορίζεται με τη διαταγή πληρωμής, ότι πρέπει να καταβληθεί. Ο σκοπός της καθιερώσεως της διαταγής πληρωμής και ως τίτλου συντηρητικής κατασχέσεως είναι συνακόλουθος με το σκοπό της εισαγωγής της διαδικασίας της διαταγής πληρωμής, η οποία συνιστά μέτρον που προάγει κατ’ εξοχήν την ταχύτητα κατά την απονομή της δικαιοσύνης (βλ. Ι. Καστριώτη, Η κατάσχεσις εις χείρας τρίτου, τομ. Δεύτερος (1986) σ. 553, όπου και περαιτέρω παραπομπές στην υποσ. 20). Όμως η επιβληθείσα αυτοδύναμη συντηρητική κατάσχεση, δυνάμει διαταγής πληρωμής ισχυροποιείται πλήρως από της επιβολής της, τρεπόμενη σε αναγκαστική, αν απορριφθεί η ανακοπή και επικυρωθεί η διαταγή πληρωμής. Αν αντίθετα η διαταγή πληρωμής ακυρωθεί η εξάλειψη της αυτοδυνάμως επιβληθείσας συντηρητικής κατάσχεσης μπορεί να ζητηθεί κατ’ άρθρο 702 παρ.1 ΚΠολΔ (ΕφΑθ 5526/2006 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΕφΑθ 2620/1995 ΝοΒ 44. 636). Όταν η ασφαλιστέα αξίωση έχει εξοπλισθεί με διαταγή πληρωμής ή έχει εκδοθεί οριστική επί της ουσίας απόφαση επί της κύριας διαφοράς, ο δικαιούχος της εν λόγω απαίτησης δεν έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει από το Δικαστήριο να διατάξει συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας του οφειλέτη, διότι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 724 ΚΠολΔ, η διαταγή πληρωμής και η οριστική απόφαση είναι τίτλοι για αυτοδύναμη επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης ακόμη κι αν εκκρεμεί έφεση κατά της οριστικής απόφασης (ΜΠΠειρ 107/2017, ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, Ι. Χαμηλοθώρης, Ασφαλιστικά μέτρα, εκδ. 2016).Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 709 ΚΠολΔ ορίζεται ότι «Συντηρητική κατάσχεση πλοίου ή αεροσκάφους μπορεί να γίνει μόνο αν στην απόφαση αναφέρεται ειδικά το πλοίο ή το αεροσκάφος στο οποίο πρόκειται να επιβληθεί». Επίσης κατά τη διάταξη του άρθρου 713 ΚΠολΔ προβλέπεται ότι «1. Η συντηρητική κατάσχεση πλοίου, αεροσκάφους ή εμπράγματου δικαιώματος επάνω σ’ αυτά στα χέρια του οφειλέτη ή τρίτου γίνεται με επίδοση στον οφειλέτη αντιγράφου της απόφασης που διατάζει την κατάσχεση. Αν πρόκειται για κατάσχεση πλοίων νηολογημένων στην Ελλάδα ή αεροσκαφών που είναι γραμμένα σε μητρώο το οποίο τηρείται στην Ελλάδα, αντίγραφο της απόφασης επιδίδεται και στην αρχή που τηρεί το νηολόγιο ή το μητρώο. Αν η συντηρητική κατάσχεση γίνεται στα χέρια τρίτου, αντίγραφο της απόφασης που τη διατάζει επιδίδεται και στον τρίτο.2. Η παραγγελία για την επίδοση αντιγράφου της απόφασης που διατάζει τη συντηρητική κατάσχεση πρέπει να προσδιορίζει το πλοίο, το αεροσκάφος ή το εμπράγματο δικαίωμα το οποίο κατάσχεται και το ποσό για το οποίο γίνεται η συντηρητική κατάσχεση.3. Η αρχή που τηρεί το νηολόγιο ή το μητρώο αεροσκαφών εγγράφει τη συντηρητική κατάσχεση στο νηολόγιο ή στο μητρώο των αεροσκαφών. Για την εγγραφή, την εξάλειψη και τη σειρά των εγγραφών εφαρμόζονται οι διατάξεις της αναγκαστικής κατάσχεσης.».Ειδικώτερα, με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας παρασχέθηκαν μεγαλύτερες εγγυήσεις για χορήγηση του ασφαλιστικού μέτρου της συντηρητικής κατάσχεσης πλοίων. Έτσι, προκειμένου να αποφεύγονται αδικαιολόγητες κατασχέσεις πλοίων, εκτός από τη γενική διάταξη του άρθρου 707 ΚΠολΔ κατά την οποία για την επιβολή κάθε συντηρητικής κατάσχεσης απαιτείται απόφαση του δικαστηρίου, με το άρθρο 709 ΚΠολΔ ορίστηκε ότι η συντηρητική κατάσχεση πλοίου μπορεί να γίνει μόνο αν στην απόφαση αναφέρεται ειδικά το πλοίο επί του οποίου πρόκειται να επιβληθεί. Επομένως, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, στην απόφαση του δικαστηρίου με την οποία διατάσσεται συντηρητική κατάσχεση πλοίου, με τη νομική έννοια του όρου, την οποία δίδει το άρθρο 1 παρ. 1 του ΚΙΝΔ (σκάφος αυτοδυνάμως κινούμενο στη θάλασσα άνω των 10 κόρων), πρέπει να αναφέρεται ρητά και ειδικά το κατασχετέο πλοίο, δηλ. ορισμένο πλοίο, όχι δε να ορίζεται γενικά ότι επιτρέπεται η συντηρητική κατάσχεση κάθε κινητής και ακίνητης περιούσιας του οφειλέτη. Κατ` ακολουθίαν του παραπάνω κανόνα η συντηρητική κατάσχεση πλοίου ή εμπράγματου δικαιώματος επ` αυτού είτε στα χέρια του οφειλέτη είτε στα χέρια τρίτου δε συγχωρείται να επιβληθεί με βάση την κατά το άρθρο 724 παρ. 1 ΚΠολΔ διαταγή πληρωμής χρηματικής απαιτήσεως. Αντικείμενο κατασχέσεως είναι το πλοίο (ελληνικό ή ξένης εθνικότητας, ψυχαγωγίας, εκπαιδευτικό, επιστημονικό ή ταγμένο προς εξυπηρέτηση γραμμών ναυσιπλοΐας), τα συστατικά αυτού και τα παραρτήματα, εφόσον όμως, στην τελευταία περίπτωση, γίνεται ειδική μνεία γι’ αυτά και είναι δυνατό με την ίδια απόφαση να καθορίζεται το κατασχετέο πλοίο, συγχρόνως δε να επιτρέπεται η συντηρητική κατάσχεση και άλλων πραγμάτων (Τζίφρας, Ασφαλιστικά Μέτρα κατά τον ΚΠολΔ 1985, σελ. Ι 172-173). Σύμφωνα με τον καθηγητή Κώστα Μπέη όσον αφορά μόνο τα κατασχόμενα πλοία αναψυχής ή προσωπικής μεταφοράς αποκλειστικά του κυρίου του πλοίου ή του αεροσκάφους, δεν είναι απαραίτητο να προσδιορίζεται το κατασχόμενο πλοίο ή αεροσκάφος στην απόφαση που διέταξε συντηρητική κατάσχεση και η συντηρητική κατάσχεσή τους μπορεί να γίνει και με διαταγή πληρωμής κατά το άρθρο 724[5] ΚΠολΔ. Όμως, κατά την κρατούσα στη νομολογία και θεωρία άποψη, γίνεται δεκτό ότι εξαιτίας της ρύθμισης του άρθρου 709 ΚΠολΔ καθίσταται αδύνατη η με διαταγή πληρωμής συντηρητική κατάσχεση πλοίου καθώς η διαταγή πληρωμής από τη φύση της δεν αναφέρει ποιο πλοίο μπορεί να κατασχεθεί συντηρητικά με αυτή ούτε όμως και ο δικαστής που εκδίδει τη διαταγή πληρωμής έχει περιθώριο να σταθμίσει τη σκοπιμότητα ή όχι της συντηρητικής κατάσχεσης συγκεκριμένου πλοίου (βλ.Σ.Ματθία , Συντηρητική κατάσχεση βάσει διαταγής πληρωμής, Δ 10.347 ,Κ.Μπέη, Η χρησιμότητα της αυτοδύναμης συντηρητικής κατάσχεσης με διαταγή πληρωμής, Δ 10350- ΜΠΠατρ 1853 /2010,ΜΠΠειρ 20 /1992 , Ι.Χαμηλοθώρη ασφαλιστικά μέτρα σελίδα 224 -Α.Αντάπαση, Η σύμβαση του 1952 σελίδα 206 , Π.Τζίφρα, ασφαλιστικά μέτρα, σελίδα 178 και Χ.Τριανταφυλλίδη/Π.Ρεντούλη, σελίδα 1618).Εξάλλου, σε αντίθεση με τη διάταξη του άρθρου 713 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με την διάταξη του άρθρου 709 ΚΠολΔ, οι οποίες αναφέρονται ειδικώς στην συντηρητική κατάσχεση πλοίου,η επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης δυνάμει διαταγής πληρωμής (άρθ. 724.1 ΚπολΔ) θα πρέπει να αφορά χρηματική απαίτηση ενώ ειδικότερες ρυθμίσεις εισάγονται με διεθνείς συμβάσεις, ιδίως η σύμβαση των Βρυξελλών της 10.5.1952, η οποία κυρώθηκε στη χώρα μας με το Ν.Δ. 4570/1966 (ΜΠΡοδ 3017/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συγκεκριμένα σύμφωνα με το άρθρο 2 της με το Ν.Δ. 4570/1966 (ΦΕΚ Α` 224/26.10.1966) κυρωθείσας από την Ελλάδα Διεθνούς Συμβάσεως των Βρυξελλών της 10.5.1952 «Περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συντηρητικής κατασχέσεως θαλασσοπλοούντων πλοίων», και της οποίας οι δικονομικές διατάξεις δεν εθίγησαν με την εισαγωγή του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (άρθρα 28 παρ. 1 εδ. α` του Συντάγματος και 2 ΕισΝΚΠολΔ) και κατισχύουν των διατάξεων του ΚΠολΔ τα ασφαλιστικά μέτρα και τη συντηρητική κατάσχεση (άρθρα 682 επ., 707 επ. ΚΠολΔ) «Πλοίον φέρον τη σημαίαν ενός των συμβαλλομένων Κρατών, δεν δύναται να κατασχεθή εντός της δικαιοδοσίας οιουδήποτε συμβαλλομένου Κράτους, ειμή λόγω θαλάσσιας απαιτήσεως και ουχί δι΄ άλλην απαίτησιν».Εξάλλου, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 της πιο πάνω Διεθνούς Συμβάσεως «θαλάσσιες απαιτήσεις» (ή κατά την επιστημονικότερη μετάφραση των οικείων όρων ναυτικές απαιτήσεις) είναι μόνον εκείνες που προέρχονται από μία ή περισσότερες από τις απαριθμούμενες περιοριστικά στη διάταξη αυτή αιτίες όπως οι προβλεπόμενες στην περίπτωση ιβ) από ναυπήγηση, επισκευή ή εξοπλισμό πλοίου ή από τα τέλη και τις δαπάνες δεξαμενισμού του.Λόγω του περιοριστικού χαρακτήρα της ως άνω απαρίθμησης του άρθρου 1 παρ. 1 της πιο πάνω Διεθνούς Συμβάσεως, δεν είναι επιτρεπτή η διασταλτική ερμηνεία των παραπάνω «αιτιών» (ΜΠΠατρ 1853/2010, ΜΜΠειρ 8280/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Έτσι δεν συγκαταλέγονται ανάμεσα στις «θαλάσσιες απαιτήσεις» οι απαιτήσεις που απορρέουν από οποιαδήποτε συμβατική ή εξωσυμβατική (αδικοπρακτική κ.λπ.) βάση, των οποίων απλά η απώτερη αιτία, που ήδη έχει απωλέσει την ατομικότητα της, ενέπιπτε στις απαριθμούμενες στη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 της πιο πάνω Διεθνούς Συμβάσεως απαιτήσεις. Σημειωτέον στις 12-3-1999 η Διπλωματική Διάσκεψη της Γενεύης κύρωσε μια νέα Διεθνή Σύμβαση για τη συντηρητική κατάσχεση πλοίων, την οποία όμως δεν κύρωσε η Ελλάδα.
Στην προκειμένη περίπτωση με την ένδικη αίτησή της, η αιτούσα εκθέτει ότι εδρεύει στο … και ασχολείται επαγγελματικά με την κατασκευή, την εγκατάσταση και την επιδιόρθωση πάσης φύσεως ηλεκτρικών εφαρμογών και εγκαταστάσεων σε πλοία και την προμήθεια ανάλογης φύσης ανταλλακτικών Ότι περί τα μέσα Ιουνίου 2016 δυνάμει σύμβασης παροχής υπηρεσιών που κατήρτισε με τη ναυτιλιακή εταιρεία πλοίων αναψυχής με την επωνυμία «….», πλοιοκτήτρια του επαγγελματικού-τουριστικού ιστιοφόρου πλοίου αναψυχής (θαλαμηγού) «…», νηολογίου Πειραιώς με αριθμό νηολογίου …, ΔΔΣ SY 6071 και αριθμό IMO 1000162 πραγματοποίησε τεχνικές εργασίες στο πλοίο έναντι συνολικού τιμήματος 5.250 ευρώ, το οποίο συμφωνήθηκε να πληρωθεί το 50% με την ολοκλήρωση των εργασιών και το υπόλοιπο 50% εντός αποκλειστικής προθεσμίας 30 ημερών από την τιμολόγηση του συμφωνηθεισών εργασιών . Ότι για τις παραπάνω εργασίες που εκτελέστηκαν προσηκόντως εξέδωσε το τιμολόγιο με αριθμό …/16-6-2017 συνολικού ποσού 5.250 ευρώ, το οποίο όμως δεν αποπληρώθηκε παρά μόνο η καθ’ής κατέβαλε 3.500 ευρώ με συνέπεια να οφείλει 1.750 ευρώ . Ότι για το υπολειπόμενο ποσό αυτό στις 16-10-2017 αιτήθηκε την έκδοση διαταγής πληρωμής από το Ειρηνοδικείο Πειραιώς κατά της ανωτέρω πλοιοκτήτριας και γινομένης δέκτης της αίτησης εξεδόθη η με αριθμό …/2017 διαταγή πληρωμής, η οποία επιδόθηκε στην καθ’ής η αίτηση νόμιμα, όπως αποδεικνύεται από την υπ αριθμόν …/22-12-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά …. Πλην όμως ότι η καθ’ής δεν αποπλήρωσε το οφειλόμενο τίμημα ότι προς εξασφάλιση της ένδικης απαίτησης με βάση την παραπάνω διαταγή πληρωμής επεδίωξε την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης επί του ανωτέρω πλοίου μέχρι του ποσού των 2.190,12 ευρώ (ήτοι για επιδικασθέν κεφάλαιο πόσο 1.750 ευρώ, για νόμιμους τόκους από την πάροδο της προθεσμίας των 30 ημερών από την έκδοση του … /16-6-2016 τιμολόγιου παροχής υπηρεσιών, δηλαδή από 16-7-2016 μέχρι 9-1-2019 ποσό 315,12 ευρώ και για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη ποσό 125 ευρώ) κατ’εφαρμογή του άρθρου 724 παρ.1 ΚΠολΔ. Τέλος ότι η διαταγή πληρωμής επιδόθηκε νόμιμα στις 15-1-2019 και στο κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά όπου τηρούνται τα νηολόγια Πειραιά σύμφωνα με το άρθρο 713 παρ. 1 εδάφιο β ΚΠολΔ με αίτημα προς τον αρμόδιο Νηολόγο να εγγράψει συντηρητική κατάσχεση επί του ανωτέρω πλοίου δυνάμει του άρθρου 724 ΚΠολΔ, πλην όμως ότι ο Νηολόγος του κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς αρνήθηκε την εγγραφή συντηρητικής κατάσχεσης επί του προαναφερθέντος πλοίου ισχυριζόμενος στην με αριθμό …/15-1-2019 έγγραφη άρνησή του ότι «δεν υπάρχει ουδεμία αναφορά στο διατακτικό της διαταγής πληρωμής για το πλοίο του οποίου αιτείται η εγγραφή συντηρητικής κατάσχεσης» και ότι «η αξίωση του άρθρου 709 ΚΠολΔ για εξατομίκευση του πλοίου στη δικαστική απόφαση που διατάσσει τη συντηρητική κατάσχεση πλοίου καθιστά αδύνατη τη συντηρητική κατάσχεση πλοίου με διαταγή πληρωμής γιατί η διαταγή πληρωμής από τη φύση της δεν αναφέρει ποιο πλοίο μπορεί να κατασχεθεί συντηρητικά με αυτήν, ούτε πάλι ο δικαστής, όταν εκδίδει τη διαταγή πληρωμής, έχει περιθώριο να σταθμίσει αν είναι σκόπιμο ή όχι να επιτραπεί η συντηρητική κατάσχεση συγκεκριμένου πλοίου με τη διαταγή πληρωμής που εκδίδει» καθώς και ότι «οι Νηολόγοι και οι Ναυτικοί Υποθηκοφύλακες δεν δικαιούνται να ερευνήσουν την αλήθεια των εις αυτούς υποβαλλόμενων γνωστών εγγράφων… πολύ δε περισσότερο να υπεισέλθουν στον έλεγχο και την έρευνα των υποβαλλόμενων σε αυτούς εγγράφων, καθ’όσον αυτό αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα των Δικαστηρίων». Επικαλούμενη ότι η άρνηση του Νηολόγου είναι μη νόμιμη καθώς αντίκειται στα άρθρα 709, 713 και 724 ΚΠολΔ, διότι η συντηρητική κατάσχεση πλοίου μπορεί να γίνει μόνο αν στην απόφαση αναφέρεται ειδικά το πλοίο στο οποίο πρόκειται να επιβληθεί χωρίς να απαιτείται από το νόμο να προσδιορίζεται το πλοίο και στο διατακτικό της σχετικής απόφασης ενώ στο άρθρο 713 παρ.2 ΚΠολΔ, η παραγγελία για την επίδοση αντιγράφου της απόφασης που διατάσσει τη συντηρητική κατάσχεση πρέπει να προσδιορίζει το πλοίο το οποίο κατάσχεται και το ποσό για το οποίο γίνεται η συντηρητική κατάσχεση και εν προκειμένω ότι αφενός στην υπ’αριθμόν …/2017 διαταγή πληρωμής κατά την έκδοση της διαταγής πληρωμής ο Ειρηνοδίκης Πειραιά που την εξέδωσε, προέβη στην έρευνα και τον έλεγχο των αποδεικτικών της απαίτησής της εγγράφων γνωρίζοντας ότι το πλοίο «…» αποτελεί το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο της οφειλέτιδος , αφετέρου ότι ακριβής προσδιορισμός του πλοίου περιλήφθηκε και στη σχετική από 9-1-2019 παραγγελία επίδοσης της ανωτέρας διαταγής πληρωμής προς το Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά και ως εκ τούτου ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος για την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης σε πλοίο δυνάμει διαταγής πληρωμής , ως εκ τούτων ότι η αποχή του Νηολόγου και η άρνησή του να εγγράψει την αιτηθείσα συντηρητική κατάσχεση του εν λόγω πλοίου, στερεί από αυτήν (την αιτούσα) τη δυνατότητα εξασφάλισης της απαίτησής της δημιουργώντας εκκρεμότητα η οποία πρέπει να αρθεί με απόφαση του Δικαστηρίου, με βάση το ιστορικό αυτό η αιτούσα ζητεί : α) να γίνει δεκτή η ένδικη αίτηση και β) να αρθεί η εκκρεμότητα που δημιουργείται από την άρνηση του Νηολόγου του κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς και να διαταχθεί αυτός να εγγράψει νομίμως, ως όφειλε, συντηρητική κατάσχεση επί του επαγγελματικού-τουριστικού ιστιοφόρου πλοίου αναψυχής (θαλαμηγού) «…», νηολογίου Πειραιώς με αριθμό νηολογίου …, Δ ΔΣ SY6071 και αριθμό IMO 1000162 μέχρι του ποσού των 2.190,12 ευρώ και να προβεί σε κάθε άλλη αναγκαία ενέργεια για τη συντηρητική κατάσχεση του ως άνω πλοίου, κατ’άρθρο 791 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Ακολούθως, το Ελληνικό Δημόσιο με την συνεκδικαζόμενη με την ως άνω κύρια αίτηση, κύρια παρέμβαση,που άσκησε, επικαλούμενο έννομο συμφέρον του , σύμφωνα με τα άρθρα 2 ΚΙΝΔ και 105 ΕισΝΑΚ έχον προς τούτο το δικαίωμα και ευθύνη για τις πράξεις και παραλείψεις του Νηολόγου (εν προκειμένω του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς), ο οποίος κλητεύθηκε από το δικαστήριο(του κοινοποιήθηκε η αίτηση με διαταγή του Δικαστή προσδιορισμού της δικασίμου συζήτησης της συνεκδικαζομένης αίτησης) εκθέτει ότι ο Νηολόγος περιοριζόμενος στον έλεγχο των τυπικών μόνο στοιχείων και ιδίως τον έλεγχο του αν προσκομίζεται δικαστική απόφαση με την οποία διατάσσεται συντηρητική κατάσχεση επί συγκεκριμένου πλοίου την ανυπαρξία της οποίας διαπίστωσε, νόμιμα απείχε από την καταχώρηση που ζητήθηκε με βάση το μη εφαρμοστέο στην περίπτωση της κατάσχεσης πλοίου άρθρο 724 παρ. 1 ΚΠολΔ. Eπικαλούμενο δε το άρθρο 2 της Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών της 10-5-1952 «περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συντηρητικής κατασχέσεως θαλασσοπλοούντων πλοίων», τη γενική διάταξη του άρθρου 707 ΚΠολΔ και το άρθρο 709 ΚΠολΔ κι εκθέτοντας ότι η συντηρητική κατάσχεση επί πλοίου χωρεί μόνο κατόπιν έκδοσης δικαστικής απόφασης κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων που τη διατάσσει με την οποία προσδιορίζεται το προς κατάσχεση πλοίο με βάση το ιστορικό αυτό, το κυρίως παρεμβαίνον ζητεί : α) να γίνει δεκτή η κύρια παρέμβαση του, β) να απορριφθεί η από 29-1-2019 (κύρια) αίτηση ώστε να επικυρωθεί η με αριθμό …/2019 έκθεση του Νηολόγου και Ναυτικού Υποθηκοφύλακα Πειραιά και γ) να καταδικαστεί η αιτούσα -καθ’ής η κύρια παρέμβαση στη δικαστική του δαπάνη. Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα η υπό κρίσιν αίτηση, για το παραδεκτό της παράστασης της οποίας κατά τη συζήτηση προσκομίζεται το υπ’αριθμ. … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δ.Σ.Πειραιώς από την πληρεξούσια δικηγόρο της αιτούσας (άρθρο 61 παρ.4 Ν.4194/2013) και η υπό κρίσην κυρία παρέμβαση, για το παραδεκτό της παράστασης του οποίου απολαμβάνει ατέλειας το Ελληνικό Δημόσιο, που νομίμως εκπροσωπεί το Νηολόγο Πειραιά, ο οποίος κατέστη διάδικος για το λόγο ότι διατάχτηκε η κλήτευσή του από τον αρμόδιο, κατ` άρθ. 748 παρ. 3 του ΚΠολΔ, δικαστή., παραδεκτώς και αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον εισάγονται προς συζήτηση και συνεκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά την προκειμένη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας (άρθρα 246, 739 740 παρ. 1 ,741, 747, 748,752 και 791 ΚΠολΔ και 51 παρ. 1 περ. β΄, 2 και 3Β περ. ε΄ Ν. 2172/1993).Πλην όμως η μεν υπό κρίσιν κύρια αίτηση, είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν στις νομικές σκέψεις της παρούσας, καθώς κατά την κρατούσα στη νομολογία και θεωρία άποψη, την οποία υιοθετεί και το παρόν Δικαστήριο εξαιτίας της ρύθμισης στο άρθρο 709 ΚΠολΔ καθίσταται αδύνατη με διαταγή πληρωμής συντηρητική κατάσχεση πλοίου καθώς η διαταγή πληρωμής από τη φύση της δεν αναφέρει ποιο πλοίο μπορεί να κατασχεθεί συντηρητικά με αυτή ούτε όμως και ο δικαστής που εκδίδει τη διαταγή πληρωμής έχει περιθώριο να σταθμίσει τη σκοπιμότητα ή όχι της συντηρητικής κατάσχεσης συγκεκριμένου πλοίου, η δε κύρια παρέμβαση πρέπει να γίνει δεκτή ως νόμω βάσιμη κατά τα ανωτέρω και να εξετασθεί περαιτέρω κατ’ουσίαν.
Από το σύνολο των προσκομιζομένων μετ’ επικλήσεως από τους διαδίκους εγγράφων, αποδεικνύονται κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα εξής : Η καθ’ής η κυρία παρέμβαση , είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, που εδρεύει στο … και έχει αντικείμενο την κατασκευή, την εγκατάσταση και την επιδιόρθωση πάσης φύσεως ηλεκτρικών εφαρμογών και εγκαταστάσεων σε πλοία και την προμήθεια ανάλογης φύσης ανταλλακτικών. Περί τα μέσα Ιουνίου 2016 δυνάμει σύμβασης παροχής υπηρεσιών που κατήρτισε με τη ναυτιλιακή εταιρεία πλοίων αναψυχής με την επωνυμία «….», πλοιοκτήτρια του επαγγελματικού-τουριστικού ιστιοφόρου πλοίου αναψυχής (θαλαμηγού) «…», νηολογίου Πειραιώς με αριθμό νηολογίου …, ΔΔΣ SY 6071 και αριθμό IMO 1000162 πραγματοποίησε τεχνικές εργασίες στο πλοίο έναντι συνολικού τιμήματος 5.250 ευρώ, το οποίο συμφωνήθηκε να πληρωθεί το 50% με την ολοκλήρωση των εργασιών και το υπόλοιπο 50% εντός αποκλειστικής προθεσμίας 30 ημερών από την τιμολόγηση του συμφωνηθεισών εργασιών . Για τις παραπάνω εργασίες που εκτελέστηκαν προσηκόντως, εξεδόθη το τιμολόγιο με αριθμό …/16-6-2017 συνολικού ποσού 5.250 ευρώ, το οποίο όμως δεν αποπληρώθηκε παρά μόνο η οφειλέτιδα εταιρεία κατέβαλε μέρος αυτού και δη ποσό 3.500 ευρώ με συνέπεια να οφείλει το υπόλοιπο ποσό των 1.750 ευρώ . Για το υπολειπόμενο ποσό αυτό στις 16-10-2017 η καθ’ής η κυρία παρέμβαση αιτήθηκε την έκδοση διαταγής πληρωμής από το Ειρηνοδικείο Πειραιώς κατά της ανωτέρω πλοιοκτήτριας-οφειλέτιδος και γινομένης δέκτης της αίτησης εξεδόθη η με αριθμό …/2017 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδίκη Πειραιώς, η οποία επιδόθηκε στην καθ’ής η αίτηση νόμιμα, όπως αποδεικνύεται από την υπ’αριθμόν …/22-12-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Πειραιά …. Πλην όμως παρά την έκδοση της διαταγής πληρωμής, η ως άνω οφειλέτιδα εταιρεία συνέχισε να οφείλει το εναπομείναν εργολαβικό αντάλλαγμα και προς εξασφάλιση της ένδικης απαίτησής με βάση την παραπάνω διαταγή πληρωμής η καθ’ής η κυρία παρέμβαση επεδίωξε την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης επί του ανωτέρω πλοίου μέχρι του ποσού των 2.190,12 ευρώ (ήτοι για επιδικασθέν κεφάλαιο πόσο 1.750 ευρώ, για νόμιμους τόκους από την πάροδο της προθεσμίας των 30 ημερών από την έκδοση του … /16-6-2016 τιμολόγιου παροχής υπηρεσιών, δηλαδή από 16-7-2016 μέχρι 9-1-2019 ποσό 315,12 ευρώ και για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη ποσό 125 ευρώ) κατ’εφαρμογή του άρθρου 724 παρ.1 ΚΠολΔ, επιδίδοντας τη με αριθμό …/2017 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδίκη Πειραιώς στις 15-1-2019 και στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά όπου τηρούνται τα νηολόγια Πειραιά σύμφωνα με το άρθρο 713 παρ. 1 εδάφιο β ΚΠολΔ με αίτημα προς τον αρμόδιο Νηολόγο να εγγράψει συντηρητική κατάσχεση επί του ανωτέρω πλοίου κατ’εφαρμογή του άρθρου 724 ΚΠολΔ. Όμως ο Νηολόγος του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς αρνήθηκε την εγγραφή συντηρητικής κατάσχεσης επί του προαναφερθέντος πλοίου ισχυριζόμενος στην με αριθμό …/15-1-2019 έγγραφη άρνησή του ότι «δεν υπάρχει ουδεμία αναφορά στο διατακτικό της διαταγής πληρωμής για το πλοίο του οποίου αιτείται η εγγραφή συντηρητικής κατάσχεσης» και ότι «η αξίωση του άρθρου 709 ΚΠολΔ για εξατομίκευση του πλοίου στη δικαστική απόφαση που διατάσσει τη συντηρητική κατάσχεση πλοίου καθιστά αδύνατη τη συντηρητική κατάσχεση πλοίου με διαταγή πληρωμής γιατί η διαταγή πληρωμής από τη φύση της δεν αναφέρει ποιο πλοίο μπορεί να κατασχεθεί συντηρητικά με αυτήν, ούτε πάλι ο δικαστής, όταν εκδίδει τη διαταγή πληρωμής, έχει περιθώριο να σταθμίσει αν είναι σκόπιμο ή όχι να επιτραπεί η συντηρητική κατάσχεση συγκεκριμένου πλοίου με τη διαταγή πληρωμής που εκδίδει» καθώς και ότι «οι Νηολόγοι και οι Ναυτικοί Υποθηκοφύλακες δεν δικαιούνται να ερευνήσουν την αλήθεια των εις αυτούς υποβαλλόμενων γνωστών εγγράφων… πολύ δε περισσότερο να υπεισέλθουν στον έλεγχο και την έρευνα των υποβαλλόμενων σε αυτούς εγγράφων, καθ’όσον αυτό αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα των Δικαστηρίων». Και ναι μεν η απαίτηση της καθ’ής η κυρία παρέμβαση αποτελεί ναυτική διαφορά σύμφωνα με το άρθρο 1 περ.ιβ της προαναφερόμενης Διεθνούς Σύμβασης καθώς προέρχεται από εργασίες επισκευής του πλοίου και από αυτήν εκπηγάζει η χρηματική απαίτηση για την οποία εξεδόθη η διαταγή πληρωμής, όμως η άρνηση του Νηολόγου να καταχωρήσει στα οικεία βιβλία του νηολογίου συντηρητική κατάσχεση του πλοίου με βάση εκτελεστό τίτλο τη διαταγή πληρωμής, είναι νόμιμη και δεν αντίκειται στα άρθρα 709, 713 και 724 ΚΠολΔ,όπως αβασίμως ισχυρίζεται η καθ’ής η κυρία παρέμβαση, απορριπτομένων των αντιθέτων ισχυρισμών της. Ειδικότερα, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στην υπό στοιχείο ΙΙ νομική σκέψη της παρούσας και την κρατούσα στη νομολογία και θεωρία άποψη την οποία υιοθετεί και το παρόν Δικαστήριο, αποδεικνύεται ότι ο Νηολόγος του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά, περιοριζόμενος στον έλεγχο των τυπικών μόνο στοιχείων περί της καταχώρησης της συντηρητικής κατάσχεσης του ένδικου πλοίου και ιδίως τον έλεγχο του αν προσκομίζεται δικαστική απόφαση με την οποία διατάσσεται συντηρητική κατάσχεση επί του συγκεκριμένου πλοίου αφού διαπίστωσε ότι εν προκειμένω ελλείπει αυτή (η σχετική δικαστική απόφαση) και ότι προσκομίζεται από την καθ’ής η κυρία παρέμβαση μόνο διαταγή πληρωμής κατά το άρθρο 724 ΚΠολΔ, νόμιμα απείχε από την καταχώρηση που ζητήθηκε καθώς στην περίπτωση της κατάσχεσης πλοίου δε τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 724 παρ. 1 ΚΠολΔ, αλλά τα ειδικότερα αυτού άρθρα : 1) 709 ΚΠολΔ που απαιτεί συγκεκριμένα για την συντηρητική κατάσχεση πλοίου απόφαση στην οποία να αναφέρεται ειδικά το πλοίο στο οποίο πρόκειται να επιβληθεί, 2) 713 παρ.1 ΚΠολΔ που απαιτεί συγκεκριμένα για την συντηρητική κατάσχεση πλοίου επίδοση αντιγράφου της απόφασης που διατάζει την κατάσχεση και 3) 2 της Διεθνούς Σύμβασης των Βρυξελλών της 10-5-1952 «περί ενοποιήσεως κανόνων τινών επί συντηρητικής κατασχέσεως θαλασσοπλοούντων πλοίων» που κυρώθηκε με το νομοθετικό διάταγμα 4570/ 1966 της οποίας οι δικονομικές διατάξεις δεν εθίγησαν με την εισαγωγή του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, κατισχύουν των διατάξεων αυτού για τα ασφαλιστικά μέτρα και τη συντηρητική κατάσχεση και προβλέπουν «άδεια του Δικαστηρίου». Σημειωτέον δε ότι η καθ’ής η κυρία παρέμβαση με διαταγή πληρωμής θα μπορούσε να επιβάλει, σύμφωνα με το άρθρο 724 παρ. 1 ΚΠολΔ, συντηρητική κατάσχεση σε οποιαδήποτε κινητή ή ακίνητη περιουσία της καθ’ής η διαταγή πληρωμή, εκτός βέβαια από το πλοίο, έστω και αν αυτή δε μνημονεύεται στη διαταγή πληρωμής. Κατ’ακολουθίαν όλων των ανωτέρω και δεδομένου ότι η υπ’αριθμόν …/2017 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδίκη Πειραιώς δεν περιλαμβάνει στο διατακτικό της που θα αποτελέσει το αντικείμενο της εκτέλεσης την ακριβή περιγραφή του κατασχηθησομένου πλοίου, ούτε θα μπορούσε να την περιλαμβάνει , αδιαφόρως του αν ο εκδόσας τη διαταγή πληρωμής Ειρηνοδίκης προέβη ή μη στην έρευνα και τον έλεγχο των αποδεικτικών της απαίτησής της εγγράφων γνωρίζοντας ότι το πλοίο «…» αποτελεί το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο της οφειλέτιδος ή του ότι ακριβής προσδιορισμός του πλοίου περιλήφθηκε και στη σχετική από 9-1-2019 παραγγελία επίδοσης της ανωτέρας διαταγής πληρωμής προς το Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά που περιέχεται στην υπ’αριθμ. …/ 15-1-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών … προς το Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιώς, θα πρέπει να γίνει δεκτή και στην ουσία της ως βάσιμη η υπό κρίσιν κύρια παρέμβαση του Ελληνικού Δημοσίου και απορριπτομένης της από 29-1-2019 συνεκδικαζόμενης κύριας αίτησης της καθ’ής η κυρία παρέμβαση να επικυρωθεί η με αριθμό …/2019 έκθεση του Νηολόγου και Ναυτικού Υποθηκοφύλακα Πειραιά. Τέλος γινομένου δεκτού του σχετικού αιτήματος του κυρίως παρεμβαίνοντος ως ουσία βασίμου, πρέπει λόγω της ήττας της να καταδικαστεί η καθ’ής η κύρια παρέμβαση-αιτούσα στη δικαστική δαπάνη του και για την κύρια δίκη και για την κύρια παρέμβαση (άρθρα 176,181 παρ.1, 741,746 ΚΠολΔ, εφαρμοζόμενα και στην προκειμένη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, καθ’ όσον η παρούσα δίκη διεξάγεται κατ’ αντιδικία – Β. Βαθρακοκοίλης, όπ. π., Τ. Δ΄, 1996, υπό το άρθρο 746, αριθ. 3),πλην όμως η δικαστική δαπάνη του Ελληνικού Δημοσίου θα επιδικασθεί μειωμένη λόγω της παράστασης του με δικηγόρο του Ν.Σ.Κ. (άρθρα 22 παρ.1 Ν.3693/1957, 5 παρ.12 Ν.1738/1987 και 2 της 134423/1992 Κ.Υ.Α. Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης), όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ με την παρουσία των διαδίκων : α) την από 29-1-2019 με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 845/426/30-1-2019 αίτηση και β) την από 18-3-2019 με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.: 2535/1211/19-3-2019 κύρια παρέμβαση
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
ΔΕΧΕΤΑΙ την κυρία παρέμβαση.
ΕΠΙΚΥΡΩΝΕΙ τη με αριθμό …/2019 έκθεση του Νηολόγου και Ναυτικού Υποθηκοφύλακα Πειραιά.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την καθ’ής η κυρία παρέμβαση-αιτούσα σε καταβολή της δικαστικής δαπάνης του κυρίως παρεμβαίνοντος, την οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων ευρώ (300 € ) .
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια, στο ακροατήριό του, συνεδρίαση, στον Πειραιά, στις ……………χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ