ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΟ
Αριθμός αποφάσεως 2132/2018
(ΓΑΚ/ΑΚ κλήσης 11290/6404/2015)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(τακτική διαδικασία)
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Αντωνία Κοντογεωργάκη, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και από τη Γραμματέα Κούλα Κουντούρη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 17 Οκτωβρίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ – ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: Της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…», που εδρεύει στον …, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξούσιου δικηγόρου της Χαράλαμπου Γαγανάκη του Ηλία (ΑΜ/ΔΣΠ 2797 – βλ. το Νο …/20.10.2017 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών & ενσήμων ΔΣΠ), κατοίκου … που υπέβαλε προτάσεις.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «…», προερχόμενης εκ μετατροπής από την εταιρία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…», που εδρεύει στο …, και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ … – ΔΟΥ ΦΑΕ Πειραιά, η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξούσιου δικηγόρου της Μιχαήλ Σαρρή του Θεοδώρου (ΑΜ/ΔΣΠ 2757 – βλ. το Νο …/18.10.2017 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών ΔΣΠ), κατοίκου …, που υπέβαλε προτάσεις.
Με την από 26.10.2015 με γενικό αριθμό κατάθεσης 11290/2015 και με αριθμό κατάθεσης 6404/2015 κλήση της καλούσας – ενάγουσας, εισάγεται για συζήτηση στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, μετ’ αναβολή από την αρχικώς προσδιορισθείσα δικάσιμο της 5.4.2016, η από 26.4.2012 με αριθμό κατάθεσης 3734/2012 αγωγή, κατόπιν έκδοσης της υπ’ αριθ. 2594/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, δικάζοντος κατά την τακτική διαδικασία, με την οποία αυτό κηρύχθηκε αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο ειδικό τμήμα ναυτικών διαφορών του παρόντος Δικαστηρίου.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νόμιμα εισάγεται για συζήτηση κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας με την από 26.10.2015 με γενικό αριθμό κατάθεσης 11290/2015 και με αριθμό κατάθεσης 6404/2015 κλήση της καλούσας – ενάγουσας, η από 26.4.2012 με αριθμό κατάθεσης 3734/2012 αγωγή, κατόπιν έκδοσης της υπ’ αριθ. 2594/2015 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, δικάζοντος κατά την τακτική διαδικασία, με την οποία αυτό κηρύχθηκε αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο ειδικό τμήμα ναυτικών διαφορών του παρόντος Δικαστηρίου.Κατά τα άρθρα 111 παρ. 2, 118 παρ. 4 και 216 ΚΠολΔ το δικόγραφο της αγωγής, εκτός από τα άλλα στοιχεία, πρέπει να περιέχει: α) σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο την αγωγή…, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα. Η μη πλήρης αναφορά των περιστατικών αυτών καθιστά την αγωγή αόριστη και οδηγεί στην απόρριψή της ως απαράδεκτης για έλλειψη μιας διαδικαστικής προϋποθέσεως. Εξάλλου, κατ’ άρθρο 681 ΑΚ με τη σύμβαση έργου ο εργολάβος έχει υποχρέωση να εκτελέσει το έργο και ο εργοδότης να καταβάλει τη συμφωνημένη αμοιβή. Κατά το άρθρο δε 694 εδ. α΄ ΑΚ η αμοιβή του εργολάβου καταβάλλεται κατά την παράδοση του έργου. Αν η αμοιβή συνίσταται σε χρήματα και δεν πιστώθηκε είναι τοκοφόρα από την παράδοση του έργου. Από τον συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων συνάγεται ότι για το ορισμένο της αγωγής του εργολάβου που ενάγει τον εργοδότη για την καταβολή της αμοιβής του, απαιτείται η επίκληση της καταρτισθείσας σύμβασης μίσθωσης έργου, του συμφωνηθέντος έργου, της εκτελέσεως και παραδόσεως τούτου στον εργοδότη και της συμφωνηθείσας αμοιβής (ΑΠ 329/2007, ΑΠ 257/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, ο ακριβής χρόνος κατάρτισης της εργολαβικής σύμβασης δεν είναι αναγκαίο, κατ’ αρχήν, να αναφέρεται στο δικόγραφο της αγωγής. Η αμοιβή του εργολάβου μπορεί να ορίζεται κατά την κατάρτιση της σύμβασης κατ’ αποκοπή, κατά μονάδα, επί τη βάσει προϋπολογισμού, απολογιστικώς, χρονικώς, με ποσοστά ή και να καταλείπεται ακαθόριστη ως προς το ποσό και τον τρόπο υπολογισμού της. Κατά το σύστημα καθορισμού της αμοιβής απολογιστικά η αμοιβή του εργολάβου υπολογίζεται σε ποσοστό επί του αθροίσματος των πραγματικών εξόδων του έργου (ΑΠ 257/2009 ό.π.). Περαιτέρω, μόνον όταν η αμοιβή του εργολάβου καταλείπεται ακαθόριστη ως προς το ποσό και τον τρόπο υπολογισμού, ο καθορισμός αυτής θα γίνει είτε κατά τα άρθρα 371 – 373 ΑΚ είτε με αντικειμενικά στοιχεία, όπως με τις τυχόν ισχύουσες διατιμήσεις ή την ειθισμένη αμοιβή, αυτή δηλαδή η οποία συνηθίζεται υπό τις ίδιες συνθήκες τόπου, χρόνου κ.λπ. να καταβάλλεται σε εργολάβους της ίδιας κατηγορίας για όμοιες εργασίες (ΑΠ 941/2002, ΕφΠειρ 372/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, με την υπό κρίση αγωγή, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου της, η ενάγουσα εταιρία εκθέτει ότι δυνάμει σύμβασης που καταρτίσθηκε προφορικά και εγγράφως, μέσω ανταλλαγής μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, περί τα τέλη του έτους 2006, μεταξύ της ίδιας και της εναγόμενης εταιρίας, που είχε αναλάβει ως εργολάβος την εκτέλεση εργασιών μετασκευής στο Ε/Γ – Ο/Γ πλοίο … (πρώην …), τής ανατέθηκε από την τελευταία και η ίδια ανέλαβε υπεργολαβικώς την εκτέλεση εργασιών επέκτασης του συστήματος πυρανίχνευσης, με πώληση του απαιτούμενου υλικού και παροχή υπηρεσιών εγκατάστασης και ελέγχου αυτού, έναντι συμφωνηθείσας αμοιβής, ως προς τις υπηρεσίες, απολογιστικά υπολογιζόμενης βάσει του τιμοκαταλόγου υπηρεσιών της ενάγουσας, ανά ημέρα απασχόλησης εκάστου τεχνικού, όπως ειδικότερα εκτίθεται στην αγωγή. Ότι περαιτέρω συμφωνήθηκε η ανάθεση μέρους του υποέργου στην ανήκουσα στον ίδιο όμιλο εταιριών με την ενάγουσα, νορβηγική εταιρία «… …», έναντι αμοιβής της ενάγουσας υπολογιζόμενης απολογιστικά, βάσει του τιμολογίου που θα εξέδιδε η «… …» προς την ενάγουσα, για την παροχή υπηρεσιών των τεχνικών της στην Ελλάδα και κατά τον πρώτο πλου του πλοίου προς … – Γαλλία, όπου θα παραδιδόταν, πλέον του εργολαβικού κέρδους της τελευταίας. Ότι το συμφωνηθέν έργο εκτελέστηκε προσηκόντως και εμπροθέσμως, αρχικά στις εδώ εγκαταστάσεις (ναυπηγείο) της εναγομένης στο … και στη συνέχεια εν πλω, παραδόθηκε δε στην ως άνω εναγόμενη, που το παρέλαβε ανεπιφύλακτα, στις 10.5.2007. Ότι η τελευταία εξόφλησε το υπ’ αριθ. …/21.2.2007 τιμολόγιο πώλησης εκδόσεως της ενάγουσας ύψους 32.520,32 ευρώ για τις αρχικές παραγγελίες προϊόντων, αρνείται, όμως, να τής καταβάλει, κατά τα συμφωνηθέντα, την αμοιβή της για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες, όπως αναλυτικά περιγράφονται στα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών με αριθ. …/29.10.2007, ως προς τις παρασχεθείσες υπηρεσίες των αλλοδαπών τεχνικών, και …/29.10.2007, ανά συνολικό αριθμό ημερών απασχόλησης, κατά τα αναφερόμενα χρονικά διαστήματα, και ημερομίσθιο, πλέον εξόδων των τεχνικών της, ύψους αντίστοιχα 34.301 και 53.490 ευρώ, καθώς και το τίμημα για την πώληση πρόσθετων προϊόντων, όπως αυτά προκύπτουν ανά είδος, ποσότητα και τιμή μονάδας από το με αριθ. …/29.10.2007 τιμολόγιο πώλησης, συνολικού ποσού 3.920 ευρώ, παρά την προς αυτήν κοινοποίηση των ως άνω τιμολογίων με δικαστικό επιμελητή στις 16.12.2007. Με βάση αυτό το ιστορικό η ενάγουσα, επικαλούμενη την άρνηση της εναγόμενης να της καταβάλει την οφειλόμενη κατά τα ανωτέρω αμοιβή, ζητεί να υποχρεωθεί η τελευταία, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να τής καταβάλει το συνολικό ποσό των (34.301 + 53.490 + 3.920 =) 91.711 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της παράδοσης του έργου, άλλως της κοινοποίησης κατά τα προαναφερθέντα των τιμολογίων, άλλως και όλως επικουρικά από την επομένη της επιδόσεως της αγωγής και, τέλος να καταδικασθεί αυτή (εναγομένη) στα δικαστικά της έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση αγωγή παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση κατά την τακτική διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλη (άρθρα 9, 10, 14 παρ. 2 ΚΠολΔ) και κατά τόπο (άρθρο 25 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 ν. 2172/1993, ως εκ του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς). Ακολούθως, αναφορικά με το ορισμένο της αγωγής, πρέπει να λεχθεί ότι η αγωγή είναι πλήρως ορισμένη, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη μείζονα πρόταση της παρούσας, αφού περιέχει όλα εκείνα τα αναγκαία πραγματικά περιστατικά προκειμένου το Δικαστήριο να κρίνει τη νομική βασιμότητά της και να τάξει τις δέουσες αποδείξεις αλλά και η εναγόμενη να αμυνθεί κατ’ αυτής, ήτοι την καταρτισθείσα μεταξύ των διαδίκων σύμβαση και το προς εκτέλεση έργο, την εκτέλεση και παράδοση του έργου και τη συμφωνηθείσα αμοιβή, περαιτέρω ανάλυση των οποίων δύναται να προκύψει και εκ των αποδείξεων, ως εκ τούτου οι περί του αντιθέτου αιτιάσεις της εναγομένης είναι αβάσιμες και απορριπτέες. Σημειώνεται ότι νόμιμα συνεχίζει την παρούσα εκκρεμή δίκη η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «…» η οποία προήλθε εκ μετατροπής από την αρχικά εναγόμενη εταιρία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «…» (βλ. σχετ. το υπ’ αριθ. Πρωτ. …/10.10.2016 Γενικό Πιστοποιητικό της Υπηρεσίας ΓΕΜΗ του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Πειραιώς), σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 67 του κ.ν. 2190/1920, από την οποία συνάγεται ότι με τη μετατροπή εταιρίας περιορισμένης ευθύνης σε ανώνυμη εταιρεία, δεν επέρχεται κατάλυση του νομικού προσώπου της πρώτης και ίδρυση νέου νομικού προσώπου, αλλά μεταβάλλεται απλώς ο νομικός τύπος της υφιστάμενης εταιρίας περιορισμένης ευθύνης σε ανώνυμη εταιρία με αποτέλεσμα η ανώνυμη εταιρία να συνεχίζει τη νομική προσωπικότητα της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης (ΣτΕ 1656/2011 ΔΕΕ 2013.531, ΑΠ 893/2009 ΧρΙΔ 2010.191). Περαιτέρω, η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361, 681, 694, 513, 340, 341, 345, 346 ΑΚ και 907, 908 παρ. 1, 176, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και κατ’ ουσία, δεδομένου ότι για το αντικείμενό της καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ’ αριθ. 3723517/3.6.2015 διπλότυπο είσπραξης τύπου Β ΔΟΥ Γ΄ Πειραιά με τα επικολλημένα σε αυτό κινητά ένσημα).Η εξουσία διεξαγωγής της δίκης ανήκει κατά βάση στον φορέα της επίδικης ουσιαστικής έννομης σχέσης. Το υποκείμενο που εμφανίζεται κατά το ουσιαστικό δίκαιο ως δικαιούχος νομιμοποιείται ενεργητικά στην άσκηση του συγκεκριμένου ενδίκου βοηθήματος· ο φερόμενος από το ουσιαστικό δίκαιο ως υπόχρεος νομιμοποιείται παθητικά στη θέση του εναγομένου (ΕφΠειρ 455/2005 ΠειρΝ 2005.361, ΕφΑθ 8107/2001 ΕλλΔνη 2003.225). Δεν είναι, ωστόσο, κρίσιμο στοιχείο αν ο ενάγων είναι και πράγματι δικαιούχος, ο δε εναγόμενος πράγματι υπόχρεος της επίδικης αξίωσης (βλ. ΕφΘεσ 2926/2005 Αρμ 2006.273). Για τη θεμελίωση της νομιμοποίησης αρκεί ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι ο ίδιος είναι φορέας του επίδικου δικαιώματος και ο εναγόμενος της αντίστοιχης υποχρέωσης (ΑΠ 26/2005 ΕλλΔνη 2005.1462, ΑΠ 602/2002 ΕλλΔνη 2002.1679, ΕφΙωαν 37/2005 Αρμ 2005.1774, ΕφΑθ 3895/1998 ΑρχΝ 1999.427). Αν προκύψει τελικά ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, η αγωγή δεν απορρίπτεται ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης (ενεργητικής) νομιμοποίησης, αλλά για λόγους ουσιαστικούς, δηλαδή ως αβάσιμη (ΑΠ 26/2005 ό.π., ΕφΘεσ 1292/2009 Αρμ 2009.1553, ΕφΠατρ 508/2006 ΑχαΝομ 2007.340). Έτσι και ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι είναι ο ίδιος δικαιούχος ή ότι ο εναγόμενος είναι υπόχρεος δεν αφορά στη νομιμοποίηση, αλλά στην ύπαρξη του δικαιώματος [Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Νίκας), ΚΠολΔ Ι (2000) 68 αριθ. 1], ώστε και η σχετική αμφισβήτηση του εναγομένου δε συνιστά ένσταση, αλλά άρνηση (ΑΠ 1397/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 871/2003 ΕλλΔνη 2003.1624 = ΑρχΝ 2004.570, ΑΠ 954/1997 ΕλλΔνη 1999.339, ΕφΠειρ 77/2006 ΠειρΝ 2006.195 = ΔΦΝ 2007.1611, ΕφΛαρ 399/2004 Δικογραφία 2005.77). Εξάλλου, από τον συνδυασμό των άρθρων 111, 118 και 119 ΚΠολΔ συνάγεται ότι το δικόγραφο της αγωγής πρέπει να περιέχει, εκτός των άλλων στοιχείων, και την επωνυμία του νομικού προσώπου που ασκεί την αγωγή, κατά τρόπο ώστε να μην γεννάται αμφιβολία ως προς την ταυτότητά του. Έτσι, η ενδεχομένως εσφαλμένη αναγραφή του ανωτέρω στοιχείου δεν επιφέρει ακυρότητα ή απαράδεκτο του δικογράφου της αγωγής, εφόσον εκ της εσφαλμένης αναγραφής του στοιχείου αυτού δεν δημιουργείται αμφισβήτηση ως προς την ταυτότητα του διαδίκου, το δε δικαστήριο, για να την προσδιορίσει, χωρεί στη συνολική έρευνα του περιεχομένου του δικογράφου της αγωγής (βλ. ΑΠ 968/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1719/1997 ΔΕΕ 1998.1223). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 289 περ. 3 του κυρωθέντος με το ν. 3816/1958 «Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου» (ΚΙΝΔ) «εις ετήσιαν παραγραφήν υπόκεινται οι αξιώσεις […] εκ της χορηγήσεως υλικών ή τροφίμων, εκ της εκτελέσεως εργασιών δια την ναυπήγησιν, επισκευήν, εξοπλισμόν ή εφοδιασμόν του πλοίου ως και εκ των κατά τα άρθρα 45 και 46 ενεργειών του πλοιάρχου», ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 291 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα «η παραγραφή αρχίζει άμα τη λήξει του έτους καθ’ ό συμπίπτει η αφετηρία αυτής». Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι οι αξιώσεις που προέρχονται από χορήγηση υλικών ή τροφίμων και από την εκτέλεση εργασιών για τη ναυπήγηση, επισκευή ή εξοπλισμό του πλοίου υπόκεινται στην ετήσια παραγραφή του άρθρου αυτού, η οποία αρχίζει από τη λήξη του έτους κατά το οποίο συμπίπτει η αφετηρία της. Ως υλικά, κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως, θεωρούνται όλα τα χρήσιμα για το πλοίο αντικείμενα και τα προοριζόμενα να χρησιμεύσουν ως συστατικά ή παραρτήματά του ή ανταλλακτικά, ενώ αξιώσεις που προέρχονται από τον εξοπλισμό του (πλοίου) είναι εκείνες που αφορούν ουσιαστικά μέρη του τελευταίου, τα παραρτήματα και παρακολουθήματά του, τις μηχανές του, κύριες και βοηθητικές, σωσίβια μέσα και τεχνικά όργανα (ΕφΠειρ 618/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ωστόσο, περαιτέρω προϋπόθεση της άνω ετήσιας παραγραφής είναι η σύναψη συμβάσεων από το «πλοίο», δηλαδή από τον πλοιοκτήτη, κύριο του πλοίου, εφοπλιστή, πλοίαρχο ή πληρεξούσιό τους, ιδίως ναυτικό πράκτορα. Συνεπώς, οι συμβάσεις μεταξύ άλλων προσώπων σχετιζόμενες με τις εν λόγω υπηρεσίες δεν υπάγονται στην ως άνω παραγραφή (βλ. ΑΠ 685/2008 ΕλλΔνη 2010.764, ΕφΠειρ 359/2011 ΕΝαυτΔ 2012.61· Λ. Γεωργακόπουλου «Ναυτικό Δίκαιο», § 24, σελ. 177). Εν προκειμένω, η εναγόμενη αρνείται την αγωγή, αμφισβητώντας το ύψος των συμφωνηθέντων ημερομισθίων και τις ώρες απασχόλησης των τεχνιτών της ενάγουσας στο πλοίο, περαιτέρω δε προβάλλει με τις προτάσεις της: 1) ισχυρισμό περί έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης της ενάγουσας, ο οποίος συνιστά άρνηση της αγωγής, κατά τ’ ανωτέρω εκτιθέμενα στη μείζονα πρόταση, 2) ένσταση ενιαύσιας παραγραφής των ένδικων αξιώσεων, βάσει της προαναφερθείσας διάταξης του άρθρου 289 περ. 3 του ΚΙΝΔ, η οποία είναι νόμω αβάσιμη και απορριπτέα, καθώς, κατά τα ιστορούμενα στην αγωγή, αυτή δεν συμβλήθηκε στην ένδικη σύμβαση με την ιδιότητα της πλοιοκτήτριας, κυρίας ή εφοπλίστριας πλοίου, ούτε και εν γένει συναλλάχθηκε για λογαριασμό κάποιου (συγκεκριμένου) πλοίου, με συνέπεια να μη βρίσκει πεδίο εφαρμογής η εν λόγω νομική διάταξη στην προκείμενη περίπτωση.Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης που εξετάσθηκαν νόμιμα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, οι οποίες περιλαμβάνονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, τις υπ’ αριθ. …/16.10.2017 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων …, … και … αντίστοιχα ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά Μαρίας Λιωνή που επικαλείται και νόμιμα προσκομίζει η ενάγουσα, με πρωτοβουλία της οποίας δόθηκαν κατόπιν νομότυπης κλήτευσης της εναγομένης, μη δημιουργουμένης οποιασδήποτε αμφισβήτησης επ’ αυτού από την ελλιπή αναγραφή της επωνυμίας της ενάγουσας στην κλήση, όπως αβασίμως υποστηρίζει η εναγόμενη (βλ. την υπ’ αριθ. …΄/9.10.2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …), τις υπ’ αριθ. …/2.10.2017 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων … και … ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά που επικαλείται και νόμιμα προσκομίζει η εναγόμενη, με πρωτοβουλία της οποίας δόθηκαν κατόπιν νομότυπης κλήτευσης της ενάγουσας (βλ. την υπ’ αριθ. …΄/26.9.2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά …), απ’ όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, μεταξύ των οποίων και των μη μεταφρασμένων στην ελληνική ξενόγλωσσων εγγράφων, καθόσον, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 270 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως ίσχυε το άρθρο αυτό πριν καταργηθεί με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, δεν είναι ανεπίτρεπτο, κατά την τακτική διαδικασία, να λαμβάνονται υπόψη και να εκτιμώνται ελεύθερα από το δικαστήριο αυτοτελώς ή προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, έγγραφα αχρονολόγητα, ανυπόγραφα από τον εκδότη τους, ανεπικύρωτα, άκυρα και μη συντεταγμένα κατ’ αποδεικτικό τύπο, ανεπικύρωτες φωτοτυπίες ή αμετάφραστα ξενόγλωσσα έγγραφα, εκτός από τα μη γνήσια έγγραφα που αποτελούν ψευδή αποδεικτικά μέσα και τις ένορκες βεβαιώσεις, για τη λήψη των οποίων δεν τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία (ΑΠ 1757/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), απ’ όσα παρακάτω μνημονεύονται ως συνομολογούμενα από τα διάδικα μέρη (άρθρα 352, 261 ΚΠολΔ), καθώς και από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται αυτεπάγγελτα υπόψη (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τ’ ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η εταιρία περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «… …» και τον διακριτικό τίτλο «… …», που εδρεύει στον … επί της οδού …, δραστηριοποιείται στην πώληση, εγκατάσταση και επισκευή ηλεκτρονικών συστημάτων πυρανίχνευσης, ραντάρ κ.λπ. σε πλοία, ούσα θυγατρική εταιρία του ομίλου επιχειρήσεων «… …», με μητρική εταιρία την εδρεύουσα στη … «… … …», η οποία διατηρεί το 50% των εταιρικών μεριδίων της. Η εναγόμενη εταιρία περιορισμένης ευθύνης, που έχει ήδη μετατραπεί σε ανώνυμη, κατά τα προεκτεθέντα, έχει ως αντικείμενο εργασιών κάθε φύσεως εργασίες επί πλοίων, και ειδικότερα την κατασκευή και εν γένει επισκευή πλοίων, την αγορά πλοίων προς διάλυση ή μεταπώληση ή εκμετάλλευση, την ίδρυση και εκμετάλλευση εργοστασίων κατασκευών, μετασκευών και επισκευών πλοίων κ.ο.κ. Τον Νοέμβριο του έτους 2006, η τελευταία ανέλαβε την εκτέλεση εργασιών επέκτασης του πρυμναίου καταστρώματος του πλοίου «…» (πρώην «…»), η πλοιοκτήτρια του οποίου δεν είναι διάδικος στην παρούσα δίκη, με την κατασκευή ενός νέου τμήματος και την εν συνεχεία ένωσή του με το ήδη υφιστάμενο. Στα πλαίσια του ως άνω έργου η εναγόμενη απευθύνθηκε στην ενάγουσα προκειμένου αυτή να εγκαταστήσει σύστημα πυρανίχνευσης στο νέο τμήμα του πλοίου, να το ενώσει με το υπάρχον, στο οποίο ήταν ήδη εγκατεστημένα προϊόντα “…”, και να επαναπρογραμματίσει όλο το σύστημα. Από τα ανωτέρω προκύπτει ανενδοίαστα ότι η ενάγουσα είναι η εταιρία με την οποία συμβλήθηκε η εναγομένη, ήτοι το νομικό πρόσωπο με την επωνυμία «… …» και τον διακριτικό τίτλο «… …», με συνέπεια η προταθείσα ένσταση έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης να τυγχάνει απορριπτέα ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, το γεγονός δε και μόνο ότι αυτή έχει αναγραφεί στο εισαγωγικό δικόγραφο ως «… …», δηλαδή με τον διακριτικό τίτλο της σε συνδυασμό με τη νομική μορφή της (ΕΠΕ), που συνιστά άλλωστε μετάφραση στα ελληνικά της αγγλικής συντομογραφίας “LTD” (Limited), δεν καταλείπει, όπως προκύπτει από το σύνολο του περιεχομένου της αγωγής, καμία αμφιβολία περί της ταυτότητας της εταιρίας, ενόψει και της αναγραφής της έδρας της στον …., στην ίδια ως ανωτέρω διεύθυνση, και δεν δημιουργεί ακυρότητα ή απαράδεκτο του δικογράφου της. Η ενάγουσα, κατόπιν επικοινωνίας με την «… …», υπέβαλε στην εναγόμενη την από 17.11.2006 έγγραφη προσφορά (SQ 06272) για την επέκταση του συστήματος πυρανίχνευσης, στην οποία αναφερόταν ότι το τίμημα για την αγορά του απαιτούμενου εξοπλισμού του συστήματος πυρανίχνευσης MBSA 809 ServoMaster θ’ ανερχόταν στο συνολικό ποσό των 26.889 ευρώ, μη συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής για την εγκατάσταση και θέση σε λειτουργία (εκκίνηση) του συστήματος, η οποία θα χρεωνόταν επιπλέον. Εξάλλου, με την από 17.12.2006 συμπληρωματική προσφορά, στην οποία συμπεριελήφθη η αξία των μονάδων διεύθυνσης για τις πόρτες και για τον ψεκαστήρα, το συνολικό τίμημα ανήλθε στο ποσό των 28.500 ευρώ. Με βάση τις ως άνω προσφορές, που εστάλησαν στην εναγόμενη μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, συνήφθη προφορικά τον Δεκέμβριο 2006 σύμβαση έργου μεταξύ των διαδίκων, δυνάμει της οποίας η ενάγουσα ανέλαβε υπεργολαβικά την εγκατάσταση, εν συνεχεία προγραμματισμό και εκκίνηση του ως άνω συστήματος πυρανίχνευσης. Σχετικά με την αμοιβή για την εκτέλεση των εργασιών, συμφωνήθηκε προφορικά με την εναγόμενη, καθώς δεν περιλήφθηκε οποιοσδήποτε όρος στις προαναφερθείσες (κύρια και συμπληρωματική) προσφορές, ότι αυτή θα υπολογιζόταν απολογιστικά, μετά το τέλος των εργασιών, καθόσον δεν ήταν δυνατός οποιοσδήποτε προγραμματισμός για τις απαιτούμενες ημέρες και ώρες εργασίας, με βάση τον ισχύοντα τιμοκατάλογο υπηρεσιών συντήρησης και θέσης σε λειτουργία της ενάγουσας για το έτος 2007, ο οποίος εγχειρίστηκε στην εναγόμενη, κατόπιν αιτήματός της. Ο ισχυρισμός της τελευταίας περί συμφωνίας αμοιβής του προσωπικού της ενάγουσας ανάλογα με τα ημερομίσθια που ίσχυαν στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Περάματος για τους τεχνίτες και τους βοηθούς (βλ. σχετ. την προσκομιζόμενη μετ’ επικλήσεως από την εναγόμενη Τοπική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας έτους 2007, μεταξύ της Ένωσης Ηλεκτρολόγων Επισκευαστών και Κατασκευαστών Πλοίων Πειραιά και του Σωματείου Ηλεκτρολόγων Επισκευών Εγκαταστάσεων Πλοίων Αττικής & Νήσων), αποδεικνύεται αβάσιμος κατ’ ουσίαν, αφού η ενάγουσα δεν απασχολεί εργαζόμενους από τη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη, ώστε να τυγχάνει εφαρμογής η ως άνω τοπική συλλογική σύμβαση, αλλά δικό της προσωπικό, εξειδικευμένο στην εγκατάσταση των ηλεκτρονικών συστημάτων του ομίλου εταιριών …, με ειδική τεχνογνωσία, διαρκή επιμόρφωση και εμπειρία στον χειρισμό των σχετικών προϊόντων, πράγμα που γνώριζε η εναγόμενη, για το λόγο, άλλωστε, αυτόν απευθύνθηκε εξαρχής στην ενάγουσα προς εκτέλεση του συγκεκριμένου υποέργου. Πράγματι η ενάγουσα άρχισε να εκτελεί τις εργασίες εγκατάστασης του συστήματος πυρανίχνευσης από τον Μάρτιο του έτους 2007, μετά την παραλαβή των σχετικών μονάδων. Για τον απαιτούμενο εξοπλισμό, ο οποίος παραδόθηκε στην εναγόμενη στις 21.2.2007, εκδόθηκε το υπ’ αριθ. …../21.2.2007 δελτίο αποστολής – τιμολόγιο πώλησης, συνολικού ποσού (συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ) 32.520,32 ευρώ, επιπλέον δε εκδόθηκε το υπ’ αριθ. ../20.4.2007 τιμολόγιο πώλησης αξίας 2.498,21 ευρώ, για την αγορά πρόσθετου υλικού, τα τιμολόγια δε αυτά η εναγόμενη εξόφλησε εμπρόθεσμα, όπως συνομολογείται. Σημειώνεται ότι την προαπαιτούμενη καλωδίωση είχε ήδη φέρει εις πέρας τεχνικό συνεργείο, αυτό του ηλεκτρολόγου κ. …, που συνεργαζόταν με την εναγομένη. Κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των εργασιών ανέκυψαν διάφορα τεχνικά ζητήματα, για την επίλυση των οποίων η ενάγουσα αναζήτησε τη βοήθεια της μητρικής εταιρίας. Πιο συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από το από 23.4.2007 ηλεκτρονικό μήνυμα του ενός εκ των συνδιαχειριστών της ενάγουσας (…) προς τον …, υπάλληλο της νορβηγικής εταιρίας “…”, επειδή τα αρχικά σχέδια δεν ήταν αρκετά επιβοηθητικά, κατέστη αναγκαία η παρουσία του μηχανικού … κατά την εγκατάσταση του συστήματος, κατόπιν αιτήματος της ενάγουσας. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από το υπ’ αριθ. 967457 έγγραφο “service report” του εν λόγω αλλοδαπού μηχανικού, ο τελευταίος κατέφθασε στον Πειραιά στις 30.3, απασχολήθηκε στο πλοίο «…» στις 31.3, 2.4, 3.4 και αναχώρησε στις 4.4, κατά το διάστημα δε της εργασίας του στο πλοίο ασχολήθηκε με την αποσαφήνιση τεχνικών ζητημάτων σχετικά με την αναβάθμιση των σχεδίων. Περαιτέρω, μετά την αναχώρηση του μηχανικού …, προέκυψαν νέα τεχνικά προβλήματα, για την επίλυση των οποίων ο αρμόδιος μηχανικός της ενάγουσας … είχε ανάγκη της εμπειρίας και των οδηγιών της μητρικής εταιρίας, με κύριο πρόβλημα αυτό της σύνδεσης των διπλών πορτών πυρασφάλειας. Από το ίδιο ως άνω μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (από 23.4.2007) προκύπτει ότι ο μηχανικός της νορβηγικής “…” είχε συστήσει σχετικά να συνδεθεί στο σύστημα μόνο η μία (1) πόρτα πυρασφάλειας, εκ των οχτώ (8) καινούργιων θυρών που υπήρχαν στο σύστημα (πλέον των ήδη υπαρχουσών από την παλαιά εγκατάσταση)· επειδή, όμως, αυτό δεν θα γινόταν αποδεκτό από τους νηογνώμονες, η ενάγουσα ζήτησε εκ νέου τη συνδρομή αλλοδαπού μηχανικού για τον προγραμματισμό των θυρών. Έτσι, στις 26.4 ήρθε στον Πειραιά ο μηχανικός της μητρικής εταιρίας …, ο οποίος απασχολήθηκε μέχρι και τις 30.4, χωρίς, όμως, να προβεί στην εκκίνηση και δοκιμή του συστήματος, διότι η ενάγουσα δεν είχε ολοκληρώσει την εγκατάσταση (βλ. το υπ’ αριθ. …/29.4.2007 έγγραφο “service report”). Σημειώνεται ότι με το από 20.4.2007 ηλεκτρονικό μήνυμά του προς την ενάγουσα, ο Managing Director της νορβηγικής “…” … είχε επισημάνει ότι έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί οι εργασίες εγκατάστασης του συστήματος πυρανίχνευσης πριν την άφιξη των μηχανικών της νορβηγικής εταιρίας. Βάσει της καταρτισθείσας μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας, οι αλλοδαποί τεχνικοί θα προσέρχονταν στον χώρο των ναυπηγοεπισκευαστικών εργασιών (Πέραμα) μετά την ολοκλήρωση της εγκατάστασης, προκειμένου να προβούν στον τελικό προγραμματισμό του όλου συστήματος πυρανίχνευσης, όχι δε και σε προγενέστερο στάδιο, με συνέπεια η ως άνω απασχόληση των μηχανικών … και … να βαρύνει αποκλειστικά την ενάγουσα, η οποία και ζήτησε τη συνδρομή τους κατά την εξέλιξη των εργασιών εγκατάστασης. Εξάλλου, τα εν λόγω τεχνικά προβλήματα οδήγησαν σε επιμήκυνση του χρόνου εκτέλεσης των εργασιών από την ενάγουσα, η οποία, τελικά, δεν ολοκλήρωσε τις εργασίες πριν τον απόπλου του πλοίου, όπως είχε συμφωνηθεί, στον χώρο των ναυπηγείων της εναγόμενης, στο Πέραμα. Συγκεκριμένα, οι εργασίες συνεχίστηκαν και μετά τον απόπλου στα τέλη Απριλίου 2007, ενώ το πλοίο κατευθυνόταν αρχικά προς το λιμάνι της … στην … και εν συνεχεία προς τη Νίκαια της Γαλλίας. Κατά το διάστημα εκείνο η ενάγουσα εκτελούσε παράλληλα με το επίδικο υποέργο την εγκατάσταση συστήματος ραντάρ με εργοδότρια την πλοιοκτήτρια. Εξάλλου, η παράλληλη εξέλιξη εργασιών και από άλλα συνεργεία, για τα οποία κατέθεσε και ο μάρτυρας απόδειξης στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, είχε ήδη επισημανθεί προς τη μητρική εταιρία σε ανύποπτο χρόνο, ήτοι στο από 23.4.2007 ηλεκτρονικό μήνυμα, όπου γίνεται λόγος για την ύπαρξη μαραγκών και ελασματουργών κατά την εγκατάσταση των αισθητήρων, χωρίς ωστόσο να προκύπτει καθυστέρηση στις εργασίες της ενάγουσας λόγω της ύπαρξης σκόνης, σωματιδίων κ.λπ., προκληθέντων από τις εργασίες των άλλων συνεργείων. Περαιτέρω, από κανένα στοιχείο δεν αποδείχθηκε η εκτέλεση επιπλέον εργασιών (αποκατάστασης ζημιών) εκ μέρους των εν λόγω συνεργείων, ιδίως της εταιρίας «…», που είχε αναλάβει -μεταξύ άλλων- τη διαμόρφωση των καμπινών, των χώρων ενδιαίτησης (σαλονιών), την κατασκευή και τοποθέτηση των οροφών, συνεπεία καθυστερημένης και πλημμελούς εκτέλεσης των εργασιών εκ μέρους της ενάγουσας. Άλλωστε, η εναγόμενη ουδέποτε διαμαρτυρήθηκε προς την ενάγουσα για κακοτεχνίες και ζημίες που τής προκλήθηκαν, συνεπεία της καθυστερημένης εκτέλεσης των εργασιών εκ μέρους της, παρά το πρώτον με την από 4.1.2008 εξώδικη δήλωση που τής απηύθυνε μετά την έκδοση των επίδικων τιμολογίων, όπως κατωτέρω αναλυτικά θα εκτεθεί. Από την άλλη μεριά, βέβαια, δεν αποδείχθηκε ούτε η πρόκληση βλάβης κατά την εκτέλεση εργασιών από την εταιρία «…» στα καλώδια του συστήματος πυρανίχνευσης, καθώς τα αναφερόμενα στο από 10.5.2007 έγγραφο «περιγραφής εργασίας» του μηχανικού της ενάγουσας …, το οποίο έχει προσυπογράψει ο καπετάνιος του πλοίου …, ανακύψαντα προβλήματα δεν αποδίδονται σε πλημμελείς εργασίες εκ μέρους του συνεργείου της εν λόγω εταιρίας ξυλουργικών εργασιών, παρά την περί του αντιθέτου κατάθεση του ίδιου ως άνω μηχανικού στο ακροατήριο, συνέχονται δε ως επί το πλείστον με πλημμελείς ηλεκτρολογικές εργασίες. Περί τούτο έχει καταθέσει και ο μάρτυρας …, που ήταν ηλεκτρολόγος της «…» στο ως άνω πλοίο κατά τη διάρκεια των επίδικων εργασιών, ο οποίος αποδίδει σε εσφαλμένη τοποθέτηση των καλωδίων εκ μέρους του επιληφθέντος συνεργείου τις όποιες καθυστερήσεις σημειώθηκαν. Σημειώνεται ότι η συνεργασία της εναγόμενης με την «…» για τη μετασκευή του ως άνω πλοίου συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε αδιατάρακτα, όπως συνάγεται από την ένορκη βεβαίωση του …, που εργάζεται ως καραβομαραγκός για την εν λόγω εταιρία και καταθέτει μετά λόγου γνώσεως υπέρ της εναγόμενης. Τελικά, η ενάγουσα, αφού ενεργοποίησε το σύστημα πυρανίχνευσης στη … και προέβη σε επιμέρους ρυθμίσεις, έλεγχο και προγραμματισμό του, αντιμετώπισε δε επιπλέον τα παρουσιασθέντα κατά τη διάρκεια των δοκιμών προβλήματα, ολοκλήρωσε τις εργασίες στις 10 Μαΐου 2007 και παρέδωσε προσηκόντως το (υπο)έργο στην εναγόμενη, ταυτόχρονα δε παραδόθηκε το όλο έργο εμπρόθεσμα στην πλοιοκτήτρια, στη Νίκαια Γαλλίας. Σημειώνεται ότι η εναγόμενη παρέλαβε ανεπιφύλακτα το εκτιθέμενο υποέργο της ενάγουσας, χωρίς να διατυπώσει οποιαδήποτε επιφύλαξη σχετικά. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι οι ειδικότερες εργασίες που εκτέλεσε στο πλοίο η ενάγουσα ήταν η βυσμάτωση των ήδη εγκατεστημένων καλωδίων και η σύνδεση της εγγύτητας κάθε νέας πόρτας στις μονάδες του συστήματος πυρασφάλειας, η σύνδεση του ήδη υπάρχοντος κυκλώματος και καλωδίου με το νέο (κατάστρωμα 7), καθώς και η προσθήκη στα ήδη υπάρχοντα κυκλώματα καινούριας εμπρόσθιας σκάλας (κύκλωμα 4), νέων καμπινών του καταστρώματος 9 (κύκλωμα 8) και νέου συστήματος ψεκασμού ευρισκόμενου στο κατάστρωμα G3 – κέντρο (κύκλωμα 14). Εν συνεχεία, η ενάγουσα εξέδωσε τα με αριθ. …/29.10.2007 και …/29.10.2007 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών, ύψους αντίστοιχα 34.301 και 53.490 ευρώ, καθώς και το τιμολόγιο πώλησης με αριθ. …/29.10.2007, συνολικού ποσού 3.920 ευρώ, ως τίμημα για την πώληση πρόσθετων προϊόντων, τα ανωτέρω δε με μηδενικό ΦΠΑ, η εναγόμενη, ωστόσο, αρνήθηκε να τα εξοφλήσει παρά την προς αυτήν απόπειρα κοινοποίησης των ως άνω τιμολογίων με δικαστικό επιμελητή στις 16.12.2007, απάντησε δε σχετικά με την από 4.1.2008 εξώδικη δήλωση, που επιδόθηκε στην ενάγουσα στις 8.1.2008. Αναλυτικά, ως προς το με αριθμό …/29.10.2007 ΤΠΥ της ενάγουσας για παροχή υπηρεσιών/εγκατάσταση, ποσού 34.301 ευρώ, καθώς και ως προς μέρος του με αριθμό …/29.10.2007 ΤΠ, συνολικού ποσού 3.920 ευρώ, η ενάγουσα αναφέρεται στα με αριθμούς …/27.4.2007 και …/21.6.2007 τιμολόγια της νορβηγικής εταιρίας “… …”, με τα οποία η τελευταία είχε χρεώσει την ενάγουσα αντίστοιχα με τα ποσά των 8.394,97 και 24.110,61 ευρώ. Το πρώτο εξ αυτών, που αφορά στην παροχή υπηρεσιών (6.946,70 €) και στα υλικά που χρησιμοποίησε (1.430,27 €) ο μηχανικός … κατά το χρονικό διάστημα 30.3-4.4.2007 βαρύνει την ενάγουσα, όπως προεκτέθηκε, αφού αυτή ζήτησε τη συνδρομή του για την επεξήγηση των σχεδίων του συστήματος κατά την εγκατάσταση αυτού, χωρίς να γνωρίζει σχετικά η εναγόμενη ούτε να έχει συμφωνήσει σχετικά. Το δεύτερο εκ των ως άνω τιμολογίων (…/21.6.2007) αφορά στην προετοιμασία του σχεδίου επέκτασης του συστήματος πυρανίχνευσης κατά το διάστημα 13.2-28.3 (3569,15 €), στην παροχή υπηρεσιών (7.666,3 €) και στα υλικά που χρησιμοποίησε (257,04 €) ο μηχανικός … κατά το χρονικό διάστημα 24.4-30.4.2007, καθώς και στην παροχή υπηρεσιών πλέον των χρησιμοποιηθέντων υλικών κατά το χρονικό διάστημα 2.5-11.5.2007. Εξ αυτών η εναγόμενη δεν ευθύνεται απέναντι στην ενάγουσα για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες των αλλοδαπών μηχανικών ούτε κατά την επεξεργασία του σχεδίου επέκτασης του συστήματος πυρανίχνευσης ούτε κατά το χρονικό διάστημα 24.4-30.4, όπως έχει ήδη αναφερθεί, αφού ουδέποτε συμφωνήθηκε κάτι τέτοιο μεταξύ των αντιδίκων, η αρχικώς δε υποβληθείσα προσφορά, επί τη βάσει της οποίας συνήφθη η ένδικη σύμβαση υπεργολαβίας, αναφερόταν σε επιπλέον χρέωση μόνο για τις υπηρεσίες εκκίνησης/ενεργοποίησης του συστήματος (“start up/commissioning”). Σημειώνεται ότι η εναγόμενη δεν είχε λάβει γνώση των χρεώσεων που είχαν γίνει από τη νορβηγική εταιρία «…», παρόλο που τα σχετικά παραστατικά εκδόθηκαν τον Απρίλιο και τον Ιούνιο 2007, ήτοι σε χρόνο κατά πολύ προγενέστερο της έκδοσης των προαναφερθέντων τιμολογίων από την ενάγουσα, η οποία ουδέποτε την ενημέρωσε. Επομένως, η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα εκ του ποσού των 34.301 ευρώ, για το οποίο εκδόθηκε το με αριθμό …/29.10.2007 ΤΠΥ, το ποσό των 11.187,85 ευρώ που αντιστοιχεί στην εργασία των μηχανικών της νορβηγικής “…” επί του πλοίου κατά το χρονικό διάστημα 2.5-11.5, για τον προγραμματισμό του όλου συστήματος, χωρίς ν’ ασκεί οποιαδήποτε επιρροή επί του εν λόγω ποσού η εργασία των αλλοδαπών μηχανικών στα λιμάνια της … και της … και όχι στον …, αφού η χρέωση για την εργασία στην αλλοδαπή χρεώνεται ενιαία από τη νορβηγική εταιρία, ανεξαρτήτως χώρας παροχής υπηρεσιών. Το ως άνω δε ποσό των 11.187,85 ευρώ αντιστοιχεί σε υπηρεσίες παρασχεθείσες επί του πλοίου από τον … από 2.5 έως 11.5 επ’ αμοιβή σύμφωνη με τον τιμοκατάλογο υπηρεσιών συντήρησης και θέσης σε λειτουργία της νορβηγικής “…” για το έτος 2007, πλέον των εξόδων αυτού ως εξής: εργασία χρεώσιμη ανά ώρα -2 ώρες × 80,75 ευρώ = 161,50 ευρώ, εργασία χρεώσιμη ανά ημέρα -καθημερινές 7 × 891,65 ευρώ = 6.241,55 ευρώ, – 2 ημέρες αργίες προσαυξημένες 100% × 1.337,90 ευρώ = 2.675,80 ευρώ, ώρες σε ταξίδι -8 × 80,75 ευρώ = 646 ευρώ, έξοδα χρήσης αυτοκινήτου -150 χλμ. × 0,80 ευρώ = 120 ευρώ, ταξί 11 ευρώ, αεροπορικά εισιτήρια 825 ευρώ, διόδια 12 ευρώ, ημερήσια έξοδα διατροφής -9 × 55 ευρώ = 495 ευρώ. Επειδή δε δεν συμφωνήθηκε μεταξύ των αντισυμβαλλομένων περαιτέρω επιβάρυνση της εργοδότριας εναγόμενης με το «εργολαβικό κέρδος» της ενάγουσας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στην αγωγή της, ανερχόμενου σε ποσοστό 15% κατά προσέγγιση, το σχετικό κονδύλιο πρέπει ν’ απορριφθεί ως κατ’ ουσίαν αβάσιμο. Το αιτούμενο δε κονδύλιο ποσού 3.920 ευρώ με βάση το με αριθ. …/29.10.2007 τιμολόγιο πώλησης πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτό ως κατ’ ουσία βάσιμο, κατά το ποσό των 1.800 ευρώ, που αντιστοιχεί στα πωληθέντα προς χρήση κατά το χρονικό διάστημα 2.5-11.5.2007 προϊόντα, και συγκεκριμένα 1 τεμάχιο circuit board MUP-83992-1 αξίας 320 ευρώ, 1 τεμάχιο circuit board TDY-90440-3 αξίας 540 ευρώ, 1 τεμάχιο control unit UGA-809 αξίας 460 ευρώ και 2 τεμάχια circuit board AU-5D αξίας 240 ευρώ έκαστο. Ως προς το με αριθμό …/29.10.2007 ΤΠΥ της ενάγουσας για παροχή υπηρεσιών & έξοδα, ποσού 53.490 ευρώ, λεκτέα τα εξής: Όπως προαναφέρθηκε, μεταξύ της ενάγουσας ως υπεργολάβου και της εναγόμενης εργοδότριας είχε συμφωνηθεί η παράδοση του έργου στο Πέραμα Αττικής, πριν τον απόπλου του πλοίου, έναντι της προβλεπόμενης στον τιμοκατάλογο 2007 της ενάγουσας αμοιβής, ανάλογα με τις ώρες παροχής υπηρεσιών και τα έξοδα του προσωπικού της, το γεγονός δε ότι τελικά οι εργασίες δεν είχαν αποπερατωθεί κατά τον συμφωνηθέντα χρόνο απόπλου οφείλεται, όπως αποδείχθηκε, στην αδυναμία αντιμετώπισης από την ενάγουσα των ανακύψαντων τεχνικών προβλημάτων και την επακόλουθη καθυστέρηση στην πρόοδο των εργασιών, εν αναμονή και της συνδρομής της μητρικής της εταιρίας. Με βάση αυτά, επειδή η συμφωνηθείσα αμοιβή ήταν 85 ευρώ/ώρα για ωράριο εργασίας 08.00-17.00 και 105 ευρώ/ώρα για υπερωριακή απασχόληση (06.00-08.00, 17.00-20.00), η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 25.160 ευρώ, που αντιστοιχεί σε 37 ημέρες απασχόλησης στα πλαίσια συμβατικού ωραρίου (8 ώρες × 85 ευρώ = 680 ευρώ), καθώς και το ποσό των 9.240 ευρώ, που αντιστοιχεί σε 11 ημέρες απασχόλησης στα πλαίσια υπερωριακού ωραρίου (8 ώρες × 105 ευρώ = 840 ευρώ), καθώς η απασχόληση τα Σάββατα και τις Κυριακές σε ένα έργο τέτοιου μεγέθους, δεδομένης και της επιθυμίας της πλοιοκτήτριας εταιρίας ν’ αναχωρήσει το πλοίο από το Πέραμα για το λιμάνι της … στην …, ήταν εν γνώσει και κατόπιν συμφωνίας με την εναγόμενη. Συγκεκριμένα, με βάση το από 10.5.2007 ως άνω έγγραφο «service report», σε συνδυασμό με τα προσκομισθέντα μετ’ επικλήσεως από την ενάγουσα εξοδολόγια, ο επικεφαλής του συνεργείου της … απασχολήθηκε 13 καθημερινές και 6 ημέρες Σάββατο και Κυριακή, ο αρχιτεχνίτης της … απασχολήθηκε 3 καθημερινές, ο τεχνίτης … απασχολήθηκε 13 καθημερινές και 5 ημέρες Σάββατο και Κυριακή, ο αρχιτεχνίτης … απασχολήθηκε 4 καθημερινές, ο τεχνίτης … απασχολήθηκε 4 καθημερινές. Η εναγόμενη ισχυρίζεται σχετικά ότι η παρουσία του προσωπικού της ενάγουσας στο αναληφθέν έργο ήταν αποσπασματική και δεν ανταποκρίνεται στις ώρες και τις ημέρες αυτές απασχόλησης, ωστόσο δεν προβαίνει ανταποδεικτικά σε προσδιορισμό των ημερών και των ωρών πραγματικής -κατά τους ισχυρισμούς της- απασχόλησής του. Αντίθετα, δεν οφείλεται η αιτούμενη αμοιβή για 15 ημέρες απασχόλησης εν πλω και στους λιμένες Ιταλίας και Γαλλίας, όπως και τα έξοδα μετακίνησης και διατροφής των τεχνικών της ενάγουσας … και … κατά την παροχή υπηρεσιώ0ν εν πλω και για τον επαναπατρισμό τους, τα δε σχετικά κονδύλια 12.000 και 1.210 ευρώ αντίστοιχα πρέπει ν’ απορριφθούν ως κατ’ ουσίαν αβάσιμα. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη, κατά το ποσό των (11.187,85 + 1.800 + 25.160 + 9.240 =) 47.387,85 ευρώ, το οποίο πρέπει η εναγομένη να υποχρεωθεί να καταβάλει στην ενάγουσα, νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι η εναγομένη όφειλε να καταβάλει τα παραπάνω ποσά κατά την ημερομηνία παράδοσης του έργου ούτε ότι οχλήθηκε σε προγενέστερο χρόνο. Η απόφαση πρέπει να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή κατά το ποσό των 20.000 ευρώ, καθώς εκτιμάται ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση κατά το εν λόγω ποσό δύναται να προκαλέσει σημαντική βλάβη στην ενάγουσα. Τέλος, πρέπει μέρος της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας να επιβληθεί σε βάρος της εναγόμενης, κατά το μέρος της ήττας της (άρθρα 178, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 63, 68 Κώδικα Δικηγόρων) κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των σαράντα επτά χιλιάδων τριακοσίων ογδόντα επτά ευρώ και ογδόντα πέντε λεπτών (47.387,85 €), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση προσωρινά εκτελεστή κατά το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγομένη στην καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας, το οποίο ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων εκατό (2.100) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ