ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός απόφασης
873 /2020
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
——————————————————–
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Χρυσάνθη Μάντη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου, και τη Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 21 Ιανουαρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
Της ενάγουσας : Εταιρείας με την επωνυμία «…» (…), που εδρεύει στη …, …, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα, στις 18-7-2019, τις από 11-7-2019 προτάσεις της δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Κωνσταντίνου Τατάκη, δυνάμει του υπ’ αριθμό 2881/12-6-2019 ειδικού πληρεξουσίου της συμβολαιογράφου Πειραιά Μελίνας Ιωαννίδου, ο οποίος προσκόμισε το υπ’ αριθμό …/17-7-2019 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του ΔΣΠ, και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Της εναγόμενης : Εταιρείας με την επωνυμία «…» (….), που εδρεύει τυπικά στη …, πραγματικά όμως στη …, επί της οδού …, αριθμός.., και νόμιμα εκπροσωπείται και αντιπροσωπεύεται στην Ελλάδα από την εταιρεία με την επωνυμία «….» και το διακριτικό τίτλο «…», που εδρεύει στη …, επί της οδού …, αριθμός 5, και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν κατέθεσε προτάσεις και δεν εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 4-4-2019 αγωγή της, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 3338/9-4-2019 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 1632/9-4-2019, προσδιορίσθηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, δυνάμει της από 19-12-2019 πράξης του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από την υπ’ αριθμό …/18-4-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Μυτιλήνης …, που νόμιμα προσκομίζει με επίκληση η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής, με έκθεση κατάθεσης δικογράφου, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην εναγόμενη (άρθρα 122 § 1, 123, 124, 126 § 1 εδ. γ΄, 129 § 2, 128 § 4 και 215 § 2 ΚΠολΔ), η δε εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επέχει θέση νόμιμης κλήτευσης της εναγόμενης (άρθρο 237 § 4 εδ. ε΄ ΚΠολΔ). Η τελευταία, όμως, δεν έλαβε κανονικά μέρος στη δίκη κατά την παραπάνω δικάσιμο, καθώς δεν κατέθεσε προτάσεις, κατ’ άρθρο 237 §§ 1-3, και επομένως, πρέπει να δικασθεί ερήμην (άρθρα 115 § 3 και 271 §§ 1 και 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ).
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 294, 295, 296, 297, 299, 522 και 524 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι με την άσκηση παραδεκτής έφεσης κατά της πρωτόδικης απόφασης αναβιώνει η εκκρεμοδικία που δημιουργήθηκε με την έγερση της αγωγής, μέσα στα όρια που καθορίζονται με την έφεση, και συνεπώς, ο ενάγων έχει έκτοτε το δικαίωμα να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής ή και από το δικαίωμα που ασκήθηκε με αυτή, είτε με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά, είτε με δικόγραφο που επιδίδεται στον εναγόμενο. Η παραίτηση αυτή κατά το στάδιο της έκκλητης δίκης και πριν ακόμα κριθεί η ουσιαστική βασιμότητα της έφεσης, αλλά μόνο η εμπρόθεσμη άσκησή της, επάγεται την κατάργηση της δίκης απαρχής και μάλιστα και στους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας και την έμμεση άρση της ισχύος της πρωτόδικης απόφασης (ΑΠ 1198/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1517/2010 ΕλλΔνη 2011, σελ. 416, ΑΠ 1495/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η συνέπεια αυτή επέρχεται εφόσον γίνει χωρίς αντίρρηση του εναγόμενου, καθώς και όταν αντιλέγει μεν αυτός, αλλά δεν πιθανολογείται το έννομο συμφέρον του προς περάτωση της δίκης με έκδοση οριστικής απόφασης (ΑΠ 929/2006 ΔΕΕ 2006, σελ. 1176, ΕφΠειρ 136/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, η ενάγουσα, με την υπό κρίση αγωγή της, εκθέτει ότι ασχολείται με την εμπορία καυσίμων, πετρελαίων και λιπαντικών για πλοία, η δε εναγόμενη είναι πλοιοκτήτρια του υπό σημαίας …ς, με αριθμό νηολογίου Βαλέττας … ταχύπλοου πλοίου, πρώην «…» και ήδη «…» και με Διεθνές Διακριτικό Σήμα 9HSK9. Ότι σε εκτέλεση διαδοχικών συμβάσεων πώλησης, μεταξύ της ενάγουσας και της εναγόμενης, διαμέσου της διαχειρίστριας του πλοίου και αντιπροσώπου της στην Ελλάδα εταιρείας με την επωνυμία «….» και το διακριτικό τίτλο «…», η ενάγουσα πώλησε στην εναγόμενη και παρέδωσε στο πλοίο της τα περιγραφόμενα στο δικόγραφο, κατά είδος, ποσότητα και αξία, ναυτιλιακά καύσιμα, τα οποία παρελήφθησαν ανεπιφύλακτα από τον πλοίαρχο του πλοίου για λογαριασμό της εναγόμενης. Ότι ειδικότερα για τις ανωτέρω πωλήσεις εξέδωσε τα εξής τιμολόγια : α) το υπ’ αριθμό …/8-10-2013 ποσού 36.795,00 δολαρίων ΗΠΑ, β) το υπ’ αριθμό …/16-5-2014 ποσού 35.178,00 δολαρίων ΗΠΑ, γ) το υπ’ αριθμό …/22-7-2014 ποσού 37.785,00 δολαρίων ΗΠΑ, δ) το υπ’ αριθμό …/8-9-2014 ποσού 38.115,00 δολαρίων ΗΠΑ και ε) το υπ’ αριθμό …/7-11-2014 ποσού 36.564,00 δολαρίων ΗΠΑ, τα οποία ήταν πληρωτέα εντός 21 ημερών από την ημερομηνία παράδοσης των καυσίμων και συγκεκριμένα, στις 15-10-2013, 29-5-2014, 22-7-2014, 11-9-2014 και 11-11-2014 αντίστοιχα, έναντι των οποίων της κατέβαλε : α) για το πρώτο ως άνω τιμολόγιο το συνολικό ποσό των 27.761,22 δολαρίων ΗΠΑ, β) για το δεύτερο το συνολικό ποσό των 25.417,60 δολαρίων ΗΠΑ, γ) για το τρίτο το συνολικό ποσό των 37.545,00 δολαρίων ΗΠΑ, δ) για το τέταρτο όλο το ποσό των 38.115,00 δολαρίων ΗΠΑ, εξοφλώντας το, και ε) για το πέμπτο το συνολικό ποσό των 6.534,18 ευρώ, απομένοντος συνολικού υπολοίπου (9.033,78 + 9.760,40 + 240,00 + 30.029,82=) 49.064,00 δολαρίων ΗΠΑ, το οποίο εξακολουθεί να της οφείλει παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της, έχει δε αναγνωρίσει την ως άνω οφειλή της, τόσο προφορικά, όσο και γραπτά. Ότι κατά της εναγόμενης άσκησε την από 4-12-2015, με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης 13162/9-12-2015 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης 7408/9-12-2015, αγωγή της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμό 3291/2018 απόφαση, η οποία απέρριψε την αγωγή. Ότι κατά της απόφασης αυτής άσκησε την από 15-10-2018, με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης 11249/30-10-2018 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης 872/30-10-2018, έφεσή της, ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, η οποία εκκρεμεί, και συνεπώς, εφόσον υπάρχει εκκρεμοδικία, παραιτείται από το δικόγραφο της ως άνω από 4-12-2015 αγωγής της. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητεί να υποχρεωθεί η εναγόμενη να της καταβάλει το παραπάνω ποσό των 49.064,00 δολαρίων ΗΠΑ, άλλως το ισόποσο σε ευρώ του ως άνω ποσού, με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ, κατά την ημερομηνία σύνταξης της αγωγής, ήτοι το ποσό των 45.391,79 ευρώ (1 ευρώ = $ 1,0809), άλλως το ισόποσο σε ευρώ του ως άνω ποσού των 49.064,00 δολαρίων ΗΠΑ, με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ κατά την ημερομηνία της πληρωμής, με το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας 2% μηνιαίως, άλλως με το νόμιμο επιτόκιο υπερημερίας από την επομένη που κάθε επιμέρους ποσό κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, άλλως από την επίδοση της από 4-12-2015 αγωγής της, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι την πλήρη εξόφληση, και να καταδικασθεί η εναγόμενη στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αγωγή, η οποία επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα, κατ’ άρθρο 215 § 2 ΚΠολΔ, όπως προεκτέθηκε, και για την οποία δεν υφίσταται πλέον εκκρεμοδικία με την έγκυρη παραίτηση της ενάγουσας από το δικόγραφο της από 4-12-2015, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 13162/7408/9-12-2015, αγωγής της ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, μετά από την άσκηση της από 15-10-2018, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 11249/872/30-10-2018 παραδεκτής έφεσής της ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Πειραιά, στην οποία (παραίτηση), άλλωστε, δεν αντιλέγει η εναγόμενη λόγω της ερημοδικίας της, με συνέπεια την κατάργηση της δίκης εκείνης, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στην προπαρατεθείσα μείζονα σκέψη, παραδεκτά και αρμόδια, καθ’ ύλην και κατά τόπο, εισάγεται για συζήτηση κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία στο παρόν Δικαστήριο (άρθρα 7, 9, 14 § 2, 33 και 25 § 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 51 §§ 1 περ. α΄, 2, 3Α και 3Β περ. ι΄ Ν. 2172/1993, λόγω της ναυτικής φύσης της διαφοράς), το οποίο έχει και διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της προκείμενης διαφοράς (άρθρα 3 §§1 και 4 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1 § 1, 4 § 1 και 66 § 1 του Κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2012 «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»). Περαιτέρω, ενόψει του ότι με την ένδικη αγωγή εισάγεται προς διάγνωση ιδιωτική διαφορά από διεθνή έννομη σχέση, δηλαδή σχέση με στοιχεία αλλοδαπότητας, η δε ευθύνη της εναγόμενης θεμελιώνεται στις συμβάσεις πώλησης και αναγνώρισης χρέους, εφαρμοστέο ουσιαστικό δίκαιο που διέπει την εν λόγω διαφορά είναι το ελληνικό, με βάση τις διατάξεις των άρθρων 1 § 1, 2, 3 §§ 1 και 2, 28 του Κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές» (Ρώμη Ι), το οποίο η ενάγουσα ρητά επικαλείται με την αγωγή και τις προτάσεις της και η εναγόμενη αποδέχεται σιωπηρά λόγω της ερημοδικίας της και το οποίο, συνεπώς, οι διάδικοι, έστω και μετασυμβατικά, επέλεξαν (βλ. ΑΠ 1091/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Με βάση, επομένως, το ελληνικό δίκαιο, η αγωγή είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 341 εδ. α΄, 345, 361, 513 επ. ΑΚ και 176 ΚΠολΔ, απορριπτομένων ως νομικά αβάσιμων : α) των αιτημάτων περί καταδίκης της εναγόμενης στην καταβολή του ποσού των 49.064,00 δολαρίων ΗΠΑ (κύριο), άλλως του ισόποσου σε ευρώ του ως άνω ποσού, με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία ευρώ/δολαρίου ΗΠΑ, κατά την ημερομηνία σύνταξης της αγωγής (πρώτο επικουρικό), καθώς από τις διατάξεις των άρθρων 291, 292 ΑΚ και 6 § 1 του Ν. 5422/1932, συνάγεται ότι όταν συνομολογήθηκε νόμιμα οφειλή σε ξένο νόμισμα, ο δανειστής ενασκώντας με την αγωγή την αξίωσή του, μπορεί να ζητήσει να του καταβληθεί το ισάξιο σε ευρώ (από την 1-1-2002, κατ’ άρθρο 1 του Ν. 2842/2000) του αλλοδαπού νομίσματος κατά την ημέρα κατά την οποία πράγματι γίνεται η πληρωμή (ΑΠ 678/2010, ΑΠ 1614/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), και β) του παρεπόμενου αιτήματος περί επιδίκασης τόκων υπερημερίας με βάση το συμφωνηθέν μεταξύ των διαδίκων μηνιαίο επιτόκιο υπερημερίας 2%, ήτοι με ετήσιο επιτόκιο 24%, καθόσον υπερβαίνει κατά πολύ το ανώτατο θεμιτό ποσοστό επιτοκίου, το οποίο, από 8-5-2013 έως 12-11-2013 ανερχόταν σε 8% ετησίως, από 13-11-2013 έως 10-6-2014 ανερχόταν σε 7,75% ετησίως, από 11-6-2014 έως 9-9-2014 ανερχόταν σε 7,4% ετησίως και από 10-9-2014 έως 15-3-2016 ανερχόταν σε 7,3% ετησίως, κατά παράβαση, δηλαδή, των άρθρων 174, 293 και 294 ΑΚ (βλ. ΑΠ 385/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1438/1997 ΕλλΔ/νη 98, σελ. 381). Επομένως, πρέπει η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι για το αντικείμενό της καταβλήθηκε το αντίστοιχο τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. το υπ’ αριθμό … e-παράβολο της ΓΓΠΣ του Υπουργείου Οικονομικών, σε συνδυασμό με το από 17-7-2019 αποδεικτικό εξόφλησης της Τράπεζας ….).
Οι πραγματικοί ισχυρισμοί της ενάγουσας, που δεν αναφέρονται σε γεγονότα για τα οποία απαγορεύεται η ομολογία, τεκμαίρονται ομολογημένοι λόγω της ερημοδικίας της εναγόμενης, εναντίον δε της αγωγής δεν υπάρχει κάποια ένσταση που να εξετάζεται αυτεπάγγελτα (άρθρο 271 § 3 ΚΠολΔ). Πρέπει, συνεπώς, η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να γίνει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το ισόποσο σε ευρώ των σαράντα εννέα χιλιάδων εξήντα τεσσάρων (49.064,00) δολαρίων ΗΠΑ, με βάση την επίσημη ισοτιμία δολαρίου ΗΠΑ/ευρώ κατά το χρόνο της πληρωμής, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την ημερομηνία που κάθε επιμέρους ποσό κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, ήτοι : α) για το ισόποσο σε ευρώ των 9.033,78 δολαρίων ΗΠΑ από τις 16-10-2013 μέχρι την εξόφληση, β) για το ισόποσο σε ευρώ των 9.760,40 δολαρίων ΗΠΑ από τις 30-5-2014, γ) για το ισόποσο σε ευρώ των 240,00 δολαρίων ΗΠΑ από τις 23-7-2014, και δ) για το ισόποσο σε ευρώ των 30.029,82 δολαρίων ΗΠΑ από τις 12-11-2014 και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Τέλος, λόγω της ερημοδικίας της εναγόμενης, πρέπει να ορισθεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από αυτήν κατά της παρούσας (άρθρα 501, 502 § 1 και 505 § 2 ΚΠολΔ), και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας σε βάρος της, λόγω της ήττας της (άρθρα 106, 176, 189 και 191 § 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει ερήμην της εναγόμενης.
Ορίζει το παράβολο ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200,00€).
Δέχεται την αγωγή.
Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το ισόποσο σε ευρώ των σαράντα εννέα χιλιάδων εξήντα τεσσάρων (49.064,00) δολαρίων ΗΠΑ, με βάση την επίσημη ισοτιμία δολαρίου ΗΠΑ/ευρώ κατά το χρόνο της πληρωμής, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας ως εξής : α) για το ισόποσο σε ευρώ των 9.033,78 δολαρίων ΗΠΑ από τις 16-10-2013 μέχρι την εξόφληση, β) για το ισόποσο σε ευρώ των 9.760,40 δολαρίων ΗΠΑ από τις 30-5-2014, γ) για το ισόποσο σε ευρώ των 240,00 δολαρίων ΗΠΑ από τις 23-7-2014, και δ) για το ισόποσο σε ευρώ των 30.029,82 δολαρίων ΗΠΑ από τις 12-11-2014 και μέχρι την πλήρη εξόφληση
Επιβάλλει σε βάρος της εναγόμενης τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακοσίων πενήντα ευρώ (1.850,00€).
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 28 Φεβρουαρίου 2020 με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ