Μενού Κλείσιμο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ – ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

Αριθμός απόφασης       

875/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

——————————————————–

Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Χρυσάνθη Μάντη, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου, και τη Γραμματέα Αθανασία Πουλοπούλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 21 Ιανουαρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

Της εκκαλούσας : Εταιρείας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στη …, επί της οδού …, νόμιμα εκπροσωπούμενης, με υποκατάστημα με την επωνυμία «…, με Α.Φ.Μ. …, που εδρεύει στον …, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου της Στέφανου Λύρα.

Του εφεσίβλητου : … του …, κατοίκου …, οδός …, ο οποίος παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας δικηγόρου του Μαρίας Λειβιδιώτου – Σαξώνη.

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά την από 5-9-2017, με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 12170/11-12-2017 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 134/11-12-2017, αγωγή του κατά της εκκαλούσας και ζήτησε να γίνει δεκτή. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθμό 34/2019 απόφασή του δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Ήδη, η εκκαλούσα προσβάλλει την απόφαση αυτή με την από 14-6-2019 έφεσή της, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 6327/14-6-2019 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 144/14-6-2019 και στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, προς προσδιορισμό δικασίμου, με γενικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 5369/14-6-2019 και ειδικό αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 2669/14-6-2019, προσδιορίσθηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο της 5ης-11-2019 και κατόπιν αναβολής για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας, και εγγράφηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις προτάσεις τους.

   ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

  ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 14-6-2019 έφεση της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας κατά της υπ’ αριθμό 34/2019 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Πειραιά, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών (άρθρα 591 σε συνδυασμό με 621 επ. ΚΠολΔ και 82 ΚΙΝΔ), επί της από 5-9-2017 αγωγής του ενάγοντος και ήδη εφεσίβλητου, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα με την κατάθεση δικογράφου στη γραμματεία του Δικαστηρίου που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση στις 14-6-2019, καθόσον οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε προκύπτει από τα προσκομιζόμενα έγγραφα επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης (άρθρα 495 § 1, 511, 513 § 1 περ. β’, 516, 517 και 518 § 2  ΚΠολΔ), ενώ για το παραδεκτό της δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου, καθώς πρόκειται για εργατική διαφορά (άρθρα 495 § 3 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με 614 § 3 εδ. α΄ ΚΠολΔ). Εισάγεται δε αρμόδια ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου προς εκδίκαση κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών, κατά την οποία εκδόθηκε και η εκκαλουμένη (άρθρα 17 Α και 524 § 1 ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των λόγων της (άρθρο 533 § 1 ΚΠολΔ).

Με την προειρημένη αγωγή, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος εξέθετε ότι, δυνάμει προσυμφώνου ναυτικής εργασίας αορίστου χρόνου, που κατήρτισε με την εναγόμενη στον Πειραιά, ναυτολογήθηκε στις …..2017, με την ειδικότητα του ναύτη, στο υπό … σημαία, με αριθμό νηολογίου Λεμεσού …, επιβατηγό πλοίο «…», πλοιοκτησίας της εναγόμενης, με μηνιαίες αποδοχές που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα Σ.Σ.Ε. Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων, στο οποίο εργάσθηκε μέχρι τις …-2017, οπότε απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά με κοινή συναίνεση. Ότι για το ανωτέρω χρονικό διάστημα εργασίας του έπρεπε να λάβει για υπόλοιπο δεδουλευμένων αποδοχών, παροχή υπερωριακής εργασίας, αναλογία επιδομάτων Χριστουγέννων και Πάσχα, όπως τα επιμέρους κονδύλια αναλύονται στην αγωγή, το συνολικό ποσό των 8.407,36 ευρώ, το οποίο του οφείλει η εναγόμενη. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε να υποχρεωθεί η αντίδικός του να του καταβάλει το παραπάνω ποσό, με βάση τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας, επικουρικά δε κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσής του, άλλως από την επίδοση της αγωγής, να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή, καθώς και να καταδικασθεί η εναγόμενη στη δικαστική του δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφασή του, αφού έκρινε ορισμένη και νόμιμη την αγωγή, δέχθηκε εν μέρει ως ουσιαστικά βάσιμη την αγωγή, υποχρεώνοντας την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 6.836,87 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα της αποναυτολόγησής του, κηρύσσοντας την απόφαση προσωρινά εκτελεστή ως προς το ποσό των 3.500,00 ευρώ και καταδικάζοντάς την στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η εναγόμενη και ήδη εκκαλούσα, με την κρινόμενη έφεση της, για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και εσφαλμένη εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, για τους ειδικότερα διαλαμβανόμενους σε αυτή λόγους, ζητώντας την, κατά παραδοχή της έφεσής της, εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την απόρριψη της σε βάρος της ασκηθείσας αγωγής, καθώς και την επαναφορά των πραγμάτων στη προτέρα κατάσταση.

Ι. Ο εργοδότης υποχρεούται από το νόμο να παρακρατεί ορισμένα ποσά από το μισθό, ήτοι εισφορές προς το ΙΚΑ, ασφαλιστικούς οργανισμούς κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, ΟΑΕΔ, Εργατική Εστία, όπως και φόρο μισθωτών υπηρεσιών, χαρτόσημο εξόφλησης μισθού κλπ. Τα ποσά αυτά δεν αποτελούν αντικείμενο της δίκης για τις αποδοχές και δεν αφαιρούνται από το δικαστήριο που επιδικάζει οφειλόμενες, στο σύνολό τους ή κατά ένα μέρος, δεδουλευμένες αποδοχές ή μισθούς υπερημερίας, αλλά παρακρατούνται από τον εργοδότη κατά την εκτέλεση της απόφασης και αποδίδονται στους τρίτους δικαιούχους (ΑΠ 346/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1171/2007 ΕΕργΔ 2009, σελ. 258, ΑΠ 135/2003, ΕφΘεσ 712/2017, ΕφΠειρ 25/2015 δημοσιευθείσες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς ο προβαλλόμενος, προς κατάλυση του αγωγικού αιτήματος, για επιδίκαση του οφειλόμενου όλου ή μέρους δεδουλευμένων αποδοχών, με βάση τις, προ της αφαίρεσης των άνω εισφορών, (ακαθάριστες) αποδοχές του μισθωτή, ισχυρισμός του εναγόμενου περί απόσβεσης της σχετικής αξίωσης, κατά μέρος ή στο σύνολό της, εκ του ότι μέρος αυτής ή το σύνολό της συνιστά τις βαρύνουσες τον εργαζόμενο παρακρατητέες και αποδοτέες ή αποδοθείσες στους τρίτους ως άνω εισφορές απαραδέκτως προβάλλεται στην εν λόγω δίκη (ΑΠ 135/2003, ΕφΠειρ 25/2015 ό.π.). ΙΙ. Περαιτέρω, το προβλεπόμενο από τις διατάξεις των άρθρων 5 §§ 1-3 και 20 της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων έτους 2016, που κυρώθηκε με την Υ.Α. 2242.5-1.5/72672/2016 (ΦΕΚ Β’ 2796/5-9-2016), επίδομα ιματισμού, που δικαιούνται οι ναυτικοί, οι οποίοι αποτελούν το κατώτερο πλήρωμα των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων, προς αντιμετώπιση των δαπανών της καθιερωμένης στολής του Εμπορικού Ναυτικού, την οποία υποχρεούνται να φέρουν, δεν οφείλεται εάν η στολή παρέχεται από τον πλοιοκτήτη και δεν αποτελεί παροχή καταβαλλόμενη ως αντάλλαγμα της παρεχόμενης εργασίας, αφού, όπως προκύπτει από τις ανωτέρω διατάξεις, η κύρια και βασική αιτία χορήγησής του είναι η εξυπηρέτηση των λειτουργικών αναγκών του πλοίου και, συνεπώς, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό των επιδομάτων εορτών (βλ. ΑΠ 774/2003, ΕφΠειρ 55/2017, ΕφΠειρ 322/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην προκειμένη περίπτωση, από την εκτίμηση της υπ’ αριθμό …/28-11-2018 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα … του …, που δόθηκε ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της εναγόμενης (βλ. τη σχετική, καταχωρισθείσα στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, δήλωση της πληρεξουσίας δικηγόρου του ενάγοντος), η οποία παραδεκτά λαμβάνεται υπόψη ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, έστω και αν ήταν απαράδεκτη η λήψη υπόψη αυτής από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επειδή δόθηκε μετά το πέρας της επ’ ακροατηρίου συζήτησης και δεν αφορούσε αντίκρουση ισχυρισμών που προτάθηκαν παραδεκτά το πρώτον κατά τη συζήτηση ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου (βλ. ΑΠ 484/2019, ΑΠ 1585/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), της υπ’ αριθμό …/20-1-2020 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα … ….. του ….., που δόθηκε ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της εναγόμενης (βλ. την υπ’ αριθμό …/15-1-2020 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Πειραιά …, σε συνδυασμό με την από 15-1-2020 κλήση και γνωστοποίηση μάρτυρα της πληρεξουσίας δικηγόρου του ενάγοντος), που προσάγεται για πρώτη φορά ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και παραδεκτά, κατ’ άρθρο 529 § 1 ΚΠολΔ, λαμβάνεται υπόψη ως νέο αποδεικτικό μέσο, της υπ’ αριθμό …/21-11-2018 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα …, που δόθηκε ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιά, μετά από προηγούμενη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος (βλ. την υπ’ αριθμό …/16-11-2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιά … …, σε συνδυασμό με την από 16-11-2017 πρόσκληση για παράσταση κατά την εξέταση μάρτυρος του πληρεξουσίου δικηγόρου της εναγόμενης), και όλων των εγγράφων που νόμιμα προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι και τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρο 671 § 1 εδ. α’ ΚΠολΔ), αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Στις …2017 ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος ναυτολογήθηκε στον Πειραιά ως ναύτης στο υπό … σημαία Ε/Γ RO-RO πλοίο «…», με αριθμό Νηολογίου Λεμεσού …, Δ.Δ.Σ. 5ΒFR4 209440000, κ.ο.χ. 5007, κ.κ.χ. 2002 DW 350 και ΙΜΟ 9151008, πλοιοκτησίας της εναγόμενης, στο οποίο παρείχε την εργασία του μέχρι την 30η-6-2017, ημερομηνία κατά την οποία απολύθηκε στο λιμάνι του Πειραιά με κοινή συναίνεση. Οι αποδοχές και οι όροι εργασίας του συμφωνήθηκε ότι θα διέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων των Ακτοπλοϊκών Επιβατηγών Πλοίων. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι κατά το χρονικό διάστημα από …2017 έως 12-5-2017 το ανωτέρω πλοίο παρέμενε ακινητοποιημένο αρχικά στα ναυπηγεία Ελευσίνας και στη συνέχεια, Χαλκίδας για ετήσια επιθεώρηση και επισκευαστικές εργασίες. Ακολούθως, από 13-5-2017 μέχρι …-2017 (οπότε ο ενάγων απολύθηκε), το εν λόγω πλοίο εκτελούσε καθημερινά το δρομολόγιο Πειραιάς – Μύκονος – Νάξος – Σαντορίνη και αντίστροφα, αναχωρώντας στις 7:00 π.μ. από το λιμάνι του Πειραιά και καταπλέοντας τελικά σε αυτό στις 18:00 μ.μ. Κατά το διάστημα της ναυτολόγησής του, ο ενάγων εκτελούσε καθήκοντα συναφή με την ειδικότητά του, μεταξύ των οποίων ήταν ο καθαρισμός, η πρόσδεση και η απόδεση του πλοίου, ενόσω δε το πλοίο εκτελούσε πλόες απασχολούνταν πέραν του νομίμου ωραρίου, υπερωριακά, ήτοι πέραν του οκταώρου τις καθημερινές, τα Σάββατα και τις αργίες. Ειδικότερα, ενόψει : α) των επικρατουσών συνθηκών και περιστάσεων, κατά την απασχόληση του ενάγοντος επί του πλοίου, β) της επιβατικής κίνησης κατά το εν λόγω διάστημα, γ) της φύσης και του αντικειμένου της απασχόλησης του ενάγοντος και δ) των διδαγμάτων της κοινής πείρας, που λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ), κρίνεται ότι ο ενάγων, κατά το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, ήτοι από 13-5-2017 έως …-2017, απασχολούνταν στο πλοίο της εναγόμενης επί δώδεκα (12) ώρες ημερησίως, κατά μέσο όρο, εκτός των κάτωθι ημερών : α) από 16-5-2017 έως και 19-5-2017, ήτοι επί τέσσερις (4) καθημερινές, οπότε το πλοίο παρέμεινε ακινητοποιημένο λόγω απεργίας της ΠΝΟ, και β) των 15/5/2017, 24/5/2017, 1/6/2017, 8-6-2017, 15/6/2017, 20-6-2017, 21-6-2017, 28-6-2017 και 25/5/2017, ήτοι επί οκτώ (8) καθημερινές και μία (1) αργία (της Αναλήψεως), οπότε στο πλοίο εναλλάχθηκαν δύο πληρώματα και ο κάθε ναυτικός δεν παρείχε υπερωριακή εργασία (βλ. τις σχετικές εγγραφές από το προσκομιζόμενο από την εναγόμενη αντίγραφο του επίσημου ημερολογίου του πλοίου). Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων δικαιούνταν μηνιαίο μισθό, με βάση την προαναφερόμενη ΣΣΝΕ έτους 2016 για την ειδικότητα του ναύτη, ύψους 2.497,90 € (βασικός μισθός 1.157,99 € + επίδομα Κυριακών 254,76 € + επίδομα ιματισμού 56,50 € + επίδομα ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + αντίτιμο τροφής 576,30 € + αποδοχές αδείας 321,08 € + αντίτιμο τροφής αποδοχών αδείας 96,05 €), και συνεπώς, για το ένδικο διάστημα της ναυτολόγησής του, έπρεπε να λάβει αποδοχές συνολικού ποσού 13.238,87 ευρώ. Έναντι του ποσού αυτού, ο ενάγων έλαβε το ποσό των 10.086,93 ευρώ, όπως αποδεικνύεται από τα προσκομιζόμενα από τον ίδιο αντίγραφα της κίνησης του τραπεζικού του λογαριασμού στην τράπεζα …, όπου καταβαλλόταν η μισθοδοσία του. Η ένσταση εξόφλησης που προέβαλε η εναγόμενη και ήδη επαναφέρει με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου έφεσης, ισχυριζόμενη ότι ο ενάγων έλαβε ολόκληρο το παραπάνω ποσό των 13.238,87 ευρώ, όπως προκύπτει από τις έξι αποδείξεις πληρωμής αποδοχών – μισθοδοτικών λογαριασμών των μηνών Ιανουαρίου 2017 έως και Ιουνίου 2017, που έχει υπογράψει, είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη, καθώς η ενυπόγραφη σε αυτές δήλωση του ενάγοντος ότι ουδεμία άλλη απαίτηση έχει από την εταιρεία είναι άκυρη και δεν ενέχει, άνευ άλλου τινός, παραίτησή του από τα νόμιμα δικαιώματά του λήψης νόμιμων αποδοχών και επιδομάτων. Και τούτο διότι κατά γενική αρχή του εργατικού δικαίου, συναγόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 3, 174 και 679 ΑΚ, 8 Ν. 2112/1920, 5 § 1 Α.Ν. 539/1945 και 8 § 4 Ν.Δ. 4020/1959, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, είναι άκυρη και θεωρείται μη γενόμενη, η παραίτηση του εργαζομένου, έστω και με την μορφή της άφεσης χρέους κατ’ άρθρο 454 ΑΚ, από το δικαίωμα λήψης των κατά νόμο ελάχιστων ορίων των αποδοχών του, καθώς και η παραίτηση από άλλα δικαιώματά του που απορρέουν από τη σχέση εργασίας και αναγνωρίζονται από κανόνες δημόσιας τάξης (ΑΠ 875/2018, ΕφΠειρ 55/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, η ένορκη βεβαίωση του μάρτυρα …, ο οποίος επίσης εργαζόταν στο πλοίο κατά το ίδιο διάστημα που εργαζόταν και ο ενάγων, δεν κρίνεται πειστική, καθώς αναφέρεται αορίστως σε προκαταβολές ποσών έναντι του μισθού τους, χωρίς να εξειδικεύει τη διαδικασία καταβολής αυτών, και δεν επιρρωνύεται από τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα. Αντίθετα, τόσο από την ένορκη βεβαίωση του …, όσο και του … ….., αμφότεροι οι οποίοι είχαν εργασθεί στο ως άνω πλοίο το 2016, καθώς και σε άλλα, που ανήκουν στον ίδιο όμιλο …, προκύπτει ότι η μισθοδοσία των εργαζομένων γινόταν αποκλειστικά μέσω τραπέζης. Τέλος, δεδομένου ότι αντικείμενο της αξίωσης και άρα, της δίκης για αποδοχές μισθωτή είναι οι ακαθάριστες (μικτές) αποδοχές και επομένως, οι γινόμενες από τον εργοδότη καταβολές αναφέρονται στα ακαθάριστα ποσά αποδοχών, ο ισχυρισμός της εναγόμενης, που προβάλλεται με το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου έφεσης, ότι η εκκαλουμένη εσφαλμένα έκρινε ότι ο ενάγων δικαιούται το ποσό των 3.151,94 ευρώ, το οποίο αφορά, κατά τον ισχυρισμό της, παρακρατηθέντα ποσά υπέρ ασφαλιστικών οργανισμών, είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, καθόσον, και αληθής υποτιθέμενος, τα ποσά αυτά (υπέρ των ασφαλιστικών οργανισμών) δεν αφαιρούνται από το δικαστήριο που επιδικάζει οφειλόμενες αποδοχές, αλλά παρακρατούνται από τον εργοδότη κατά την εκτέλεση της απόφασης και αποδίδονται στους τρίτους δικαιούχους, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στην προπαρατεθείσα νομική σκέψη υπό στοιχείο Ι της παρούσας. Πρέπει, επομένως, να απορριφθεί ο πρώτος λόγος έφεσης ως προς αμφότερα τα σκέλη του. Ο ενάγων, όπως προελέχθη, απασχολούνταν υπερωριακά επί τέσσερις (4) ώρες ημερησίως για είκοσι τρείς (23) καθημερινές και επτά (7) Κυριακές και ως εκ τούτου, δικαιούται το ποσό των (30 ημέρες χ 4 ώρες χ 8,38 € ανά ώρα=) 1.005,60 ευρώ, καθώς και επτά (7) Σάββατα, για τα οποία δικαιούται το ποσό των (7 ημέρες χ 12 ώρες χ 10,05 € ανά ώρα =) 844,20 ευρώ και συνολικά για την αιτία αυτή 1.849,80 ευρώ. Περαιτέρω, αποδεικνύεται ότι οι τακτικές μηνιαίες αποδοχές του ενάγοντος ανέρχονταν συνολικά στο ποσό των 2.441,40 ευρώ (βασικός μισθός 1.157,99 € + επίδομα Κυριακών 254,76 € + επίδομα ανθυγιεινής εργασίας 35,22 € + αντίτιμο τροφής 576,30 € + αποδοχές αδείας 321,08 € + αντίτιμο τροφής αποδοχών αδείας 96,05 €), αφαιρουμένου, δηλαδή, του επιδόματος ιματισμού, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη υπό στοιχείο ΙΙ της παρούσας, ενώ ο μέσος όρος υπερωριακής αμοιβής (για τον υπολογισμό της αναλογίας δώρου Χριστουγέννων) ανερχόταν στο ποσό των (1.849,80 € /49 χ 30=) 1.132,53 ευρώ. Συνεπώς, δικαιούνταν για αναλογία επιδόματος δώρου Πάσχα το ποσό των (2.441,40 € χ 1/2 χ 1/15 χ 12,25=)  996,90 ευρώ και για αναλογία επιδόματος δώρου Χριστουγέννων : α) για το διάστημα από 1-5-2017 έως 12-5-2017 το ποσό των (2.441,40 € χ 2/25 χ 0,631=) 123,24 ευρώ και β) για το διάστημα από 13-5-2017 έως …-2017 το ποσό των [(2.441,40 € + 1.132,53 € ο μέσος όρος υπερωριακής του εργασίας =) 3.573,93 € χ 2/25 χ 2,578=] 737,09 ευρώ και συνολικά για την αιτία αυτή (αναλογία δώρου Χριστουγέννων), το ποσό των (123,24 € + 737,09 €=) 860,33 ευρώ, πλην, όμως, θα του επιδικασθεί το μικρότερο αιτούμενο με την αγωγή ποσό των 815,16 ευρώ, κατ’ άρθρο 106 ΚΠολΔ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε κατά τον υπολογισμό της οφειλόμενης στον ενάγοντα αναλογίας δώρου Πάσχα ότι το επίδομα ιματισμού συγκαταλέγεται στις τακτικές μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων υπολογίζεται και επιδίκασε στον ενάγοντα για την παραπάνω αιτία το ποσό των 1.019,97 ευρώ αντί του ποσού των 996,90 ευρώ, έσφαλε στην εκτίμηση των αποδείξεων, καθώς και στην ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, και ο τρίτος λόγος της κρινόμενης έφεσης ως προς το σκέλος της αυτό, πρέπει να γίνει δεκτός και ως ουσιαστικά βάσιμος. Σημειωτέον ότι ο εσφαλμένος υπολογισμός ως προς το επίδομα ιματισμού και το μέσο όρο υπερωριακής αμοιβής όσον αφορά την αναλογία του δώρου Χριστουγέννων είναι άνευ αντικειμένου, δεδομένου ότι επιδικάσθηκε στον ενάγοντα το μικρότερο, σε κάθε περίπτωση, αιτούμενο ποσό των 815,16 ευρώ. Επιπρόσθετα, ο ισχυρισμός της εναγόμενης περί εξόφλησης των ως άνω ποσών υπερωριακής απασχόλησης και αναλογίας επιδομάτων εορτών, που ερείδεται στις προαναφερόμενες αποδείξεις πληρωμής που φέρουν την υπογραφή του ενάγοντος, που επαναφέρεται με το δεύτερο και τρίτο λόγο έφεσης αντίστοιχα, πρέπει να απορριφθεί ομοίως για τους ίδιους λόγους που εκτέθηκαν αναφορικά με το πρώτο σκέλος του πρώτου λόγου έφεσης. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η υπό κρίση έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη ως προς όλες τις διατάξεις της, για την ενότητα της εκτέλεσης, και αφού το παρόν Δικαστήριο κρατήσει την υπόθεση για να τη δικάσει (άρθρο 535 § 1 ΚΠολΔ), να γίνει δεκτή εν μέρει η αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των (3.151,94 + 1.849,80 + 996,90 + 815,16 =) έξι χιλιάδων οκτακοσίων δεκατριών ευρώ και ογδόντα λεπτών (6.813,80 €), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της απόλυσης του ενάγοντος, ήτοι από 1-7-2017. Το αίτημα της εναγόμενης περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση, ενόψει της συμμόρφωσής της με το διατακτικό της εκκαλουμένης και της καταβολής, από μέρους της, προς τον ενάγοντα, του ποσού κατά το οποίο η πρωτόδικη απόφαση κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή, το οποίο προβλήθηκε παραδεκτά με το δικόγραφο της έφεσης και προαποδεικνύεται με την προσκομιδή της σχετικής απόδειξης  πληρωμής, είναι μεν νόμιμο, στηριζόμενο στη διάταξη του άρθρου 914 ΚΠολΔ, τυγχάνει, όμως, αβάσιμο στην ουσία του και απορριπτέο, αφού το επιδικαζόμενο με την παρούσα απόφαση χρηματικό ποσό δεν υπολείπεται του ποσού, που κατέβαλε η εναγόμενη σε εκτέλεση του προσωρινά εκτελεστού μέρους της πρωτόδικης απόφασης. Τέλος, εφόσον εξαφανίστηκε η εκκαλουμένη, εξαφανίζεται και η διάταξη αυτής περί δικαστικών εξόδων και τα δικαστικά έξοδα του ενάγοντος – εφεσίβλητου, κατόπιν σχετικού αιτήματός του με την αγωγή και τις προτάσεις του (άρθρο 106 ΚΠολΔ), για αμφοτέρους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εναγόμενης – εκκαλούσας, ανάλογα με την έκταση της νίκης και ήττας καθενός (άρθρα 178 § 1, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά και εν μέρει κατ’ ουσία την έφεση.

Εξαφανίζει την υπ’ αριθμό 34/2019 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Πειραιά, εκδοθείσα κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών – εργατικών διαφορών.

Κρατεί και δικάζει την αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η παραπάνω απόφαση.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των έξι χιλιάδων οκτακοσίων δεκατριών ευρώ και ογδόντα λεπτών (6.813,80 €), με το νόμιμο τόκο από 1-7-2017.

Επιβάλλει σε βάρος της εναγόμενης – εκκαλούσας μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εφεσίβλητου για αμφοτέρους τους βαθμούς δικαιοδοσίας, το οποίο ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500,00) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 28 Φεβρουαρίου 2020 με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ