Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ

 

 

 

 

Aριθμός απόφασης: 907/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

Aποτελούμενο από τη Δικαστή Ευφροσύνη – Μαρία Ντόρτου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και τη Γραμματέα Κρυστάλλω Κριμιζά.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του την 12η.2.2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Του ενάγοντος: … του … και της …, Πλοιάρχου ΕΝ, κατοίκου … (ΑΦΜ …), ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τoυ Νικόλαο Κουντούρη.

Της εναγομένης: Εταιρίας με την επωνυμία «….», η οποία εδρεύει στην …, επί της οδού … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο της Παναγιώτα Σδρόλια.

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 20.12.2018 και υπ’ αριθμ. κατάθεσης 13449/6153/2018 αγωγή του, συζήτηση της οποίας ορίσθηκε η ανωτέρω αναφερόμενη.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά της δίκης και στις κατατεθείσες προτάσεις τους.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 1, 3, 5 του Α. Ν. 3276/1944 ” περί συλλογικών συμβάσεων στη ναυτική εργασία”, ο οποίος εκδόθηκε στο Κάϊρο και αναδημοσιεύτηκε στην Ελλάδα στις 6-7-1945 (ΦΕΚ Α`. 172), σύμφωνα με το άρθρο 8 της 21/1945 Σ.Π., και ισχύει, προκύπτει ότι, οι συναπτόμενες μεταξύ οργανώσεων εφοπλιστών και εργατών θαλάσσης, από τις κρινόμενες από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας (Υ. Ε. Ν.) ως περισσότερο αντιπροσωπευτικές, συλλογικές συμβάσεις ναυτικής εργασίας, που κυρώθηκαν με απόφαση του Υ.Ε.Ν. και δημοσιεύτηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αποκτούν χαρακτήρα κανονιστικής διοικητικής πράξης και θέτουν κανόνες δικαίου, που δεσμεύουν όχι μόνο τις συμβληθείσες οργανώσεις και τα μέλη τους, αλλά και όλες τις τυχόν υφιστάμενες μη συμβληθείσες οργανώσεις και τα μέλη τους, υπό την προϋπόθεση όμως ότι αφορούν πλοία τα οποία ανήκουν στην ίδια κατηγορία, η οποία προβλέφθηκε από τη συλλογική σύμβαση (ΑΠ 1107/2017,  109/2009).

Εξάλλου, με την ΥΑ 2242.5-1/11/77057, κυρώθηκε η ΣΣΕ Πλοιάρχων Μεσογειακών και Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων 2017, η οποία υπεγράφη την 17-08-2017 από τους νόμιμους εκπροσώπους του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας και της Πανελλήνιας Ένωσης Πλοιάρχων Εμπορικού Ναυτικού Πάσης Τάξεως, έτους 2017, με έναρξη ισχύος την 1.1.2017 και λήξη την 31.12.2017. Σύμφωνα με το άρθρο 1 αυτής, η εν λόγω ΣΣΝΕ ισχύει επί των:  α. Επιβατηγών Μεσογειακών Πλοίων τα οποία εκτελούν πλόες στον Μεσογειακό χώρο, περιλαμβανομένου εις τούτον και του Ευξείνου Πόντου και μη δρομολογημένων κατά τας περί ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών διατάξεις και β. Επιβατηγών Τουριστικών Πλοίων τα οποία εκτελούν τουριστικούς πλόες εντός και εκτός του Μεσογειακού χώρου.

Κατά τις γενικές αρχές του ναυτεργατικού δικαίου και κατά την έννοια των άρθρων 1, 37 επ., 53 του ΚΙΝΔ (ν. 3816/1958), προκύπτει ότι ουσιώδες στοιχείο της σύμβασης ναυτικής εργασίας είναι ότι ο ναυτικός αναλαμβάνει την υποχρέωση να συμμετάσχει ως μέλος συγκροτημένου οργανικά πληρώματος στους πλόες του πλοίου, ανεξαρτήτως του είδους της παρεχομένης εργασίας, είτε δηλαδή πρόκειται για καθαρά ναυτική ή άλλη εργασία. Η πραγματική εκτέλεση του πλου και η αντιμετώπιση θαλασσίων κινδύνων δεν είναι απαραίτητη. Έτσι, η σύμβαση δεν αποβάλλει τον χαρακτήρα της ως ναυτικής, αν, για οποιοδήποτε λόγο, όπως όταν για συντήρηση ή επισκευή, παραμένει το πλοίο αργό στο λιμάνι, έχει όμως συγκροτημένο πλήρωμα και βρίσκεται σε διαρκή ετοιμότητα προς πλούν, όταν χρειασθεί ή αποφασισθεί από τον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή (ΕφΠειρ 147/2014, δημ. ΝΟΜΟΣ).

Επίσης από τις διατάξεις των άρθρων 39, 53 και 54 του ΚΙΝΔ προκύπτει ότι η σύμβαση ναυτολογήσεως μέλους πληρώματος καταρτίζεται με τον πλοίαρχο, ο οποίος λαμβάνει υπόψη τις οδηγίες του πλοιοκτήτη του πλοίου ή του αντιπροσώπου του, αφορά δε την εργασία του ναυτικού σε ορισμένο πλοίο. Για να συντελεσθεί όμως η ναυτολόγηση απαιτείται, επιπλέον, η καταχώρηση της σύμβασης στο ναυτολόγιο του πλοίου και η επιβίβαση του ναυτικού στο πλοίο και η ανάληψη των καθηκόντων του. Αν η σύμβαση δεν καταχωρηθεί στο ναυτολόγιο είναι έγκυρη, εφόσον ο ναυτικός επιβιβάστηκε και ανέλαβε υπηρεσία στο πλοίο. Από τη ναυτολόγηση, διαστέλλεται η συμφωνία που συνάπτεται πριν από αυτή, μεταξύ του πλοιοκτήτη ή του εφοπλιστή ή του αντιπροσώπου τους, σχετικά με την μελλοντική επιβίβαση του ναυτικού σε ορισμένο πλοίο, συμφωνείται δε να επιβιβαστεί αυτός στο πλοίο και να ναυτολογηθεί μέσω του πλοιάρχου (προσύμφωνο). Η συμφωνία αυτή αποτελεί ιδιότυπη οριστική σύμβαση, παράγει αποτελέσματα ανάλογα με την βούληση των μερών, στηρίζεται στην ΑΚ 361 και δεν απαιτείται γι’ αυτήν η τήρηση τύπου (ΑΠ 168/1999, ΕΝΔ 1999,278). Έτσι χωρίς να έχει συναφθεί η σύμβαση ναυτολόγησης, ο ναυτικός μπορεί να απαιτήσει το μισθό που συμφωνήθηκε (βλ. Κορότζη,  Ναυτικό Εργατικό Δίκαιο 1990, σελ. 109.170). Κατ’ αναλογία, σχετική δυνατότητα προσυμφώνου χωρεί και στην περίπτωση επικείμενης ναυτολόγησης του πλοιάρχου, με την διαφορά ότι κατ’ άρθρον 37 ΚΙΝΔ, η σύμβαση ναυτολογήσεως του πλοιάρχου, συνομολογουμένη μετά του πλοιοκτήτου ή του ειδικώς εξουδιοδοτημένου αντιπροσώπου του, συντελείται αποκλειστικά δια της εγγραφής στο ναυτολόγιο.

Περαιτέρω, από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 84, 39, 49 του ΚΙΝΔ προκύπτει ότι στον Πλοίαρχο, εκτός των καθηκόντων που απορρέουν από τη σύμβαση ναυτολογήσεως, είναι ανατεθειμένα από το Νόμο και διαχειριστικά καθήκοντα, όπως η σύναψη δικαιοπραξιών που δεσμεύουν τον πλοιοκτήτη, η κατάρτιση των συμβάσεων ναυτολογήσεως των μελών του πληρώματος κ.α. Η εκ μέρους του Νομοθέτη ανάθεση των καθηκόντων αυτών, είναι σύμφωνη προς τη θέση του Πλοιάρχου που έχει ιδιαιτέρως εμπιστευτικό χαρακτήρα όχι μόνον ως εκμισθωτή εργασίας, αλλά και ως εντολοδόχου του πλοιοκτήτου. Το χαρακτήρα της αυτόν, εξ άλλου, υποδηλώνει η διάταξη του άρθρου 38 ΚΙΝΔ, σύμφωνα με τον οποίον “Ο πλοιοκτήτης δύναται κατά πάντα χρόνον να καταγγείλη τη σύμβαση ναυτολογήσεως του Πλοιάρχου, μη υποχρεούμενος να τηρήσει προθεσμία καταγγελίας. Αντίθετη συμφωνία είναι άκυρη (παρ. 1). Ο πλοιοκτήτης καταγγέλλοντας τη σύμβαση, ελλείψει αντιθέτου συμφωνίας, δεν υποχρεούται σε αποζημίωση (παρ. 2). Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην Εισηγητική Εκθεση της Συντακτικής Επιτροπής, ο Νομοθέτης, για να άρει τις αμφισβητήσεις όσον αφορά το απόλυτο δικαίωμα του πλοιοκτήτη ν` απολύει τον Πλοίαρχο, ως άνω, κατέστησε τη σχετική διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 38 ΚΙΝΔ δημοσίας τάξεως με την προσθήκη, ότι αντίθετη συμφωνία, περιορίζουσα το δικαίωμα αυτό του πλοιοκτήτη, είναι άκυρη. Περαιτέρω, από τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 38 ΚΙΝΔ προκύπτει ότι ο πλοιοκτήτης (καταγγέλλοντας, ως άνω, τη σύμβαση ναυτολογήσεως του Πλοιάρχου) δεν υποχρεούται να καταβάλει σ` αυτόν αποζημίωση, εκτός εάν υπάρχει αντίθετη περί αυτού συμβατική ρύθμιση, δηλαδή συμφωνία μεταξύ πλοιοκτήτου και πλοιάρχου, ότι σε περίπτωση λύσεως της συμβάσεως ναυτολογήσεως του τελευταίου με καταγγελία του πρώτου, αυτός θα υποχρεούται σε αποζημίωση του Πλοιάρχου. Τέτοια υποχρέωση αποζημιώσεως, λόγω λύσεως της συμβάσεως ναυτολογήσεως του Πλοιάρχου με καταγγελία της από τον Πλοιοκτήτη, υπάρχει επίσης και όταν αυτή προβλέπεται από τη σχετική ΣΣΝΕ, που καθιερώνει ειδική νομοθετική ρύθμιση, κατισχύουσα εκείνης του άρθρου 38 ΚΙΝΔ (ΕφΠειρ 199/2003 και ΕφΠειρ 857/2006). Εν όψει αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 10 της ΣΣΝΕ Πλοιάρχων Μεσογειακών και Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων 2017 (ΥΑ 2242.5-1.11/77057 ΦΕΚ Β 3919 2017), σε κάθε περίπτωση κατά την οποία ο ναυτικός δικαιούται αποζημιώσεως θα καταβάλλεται τοιαύτη και στον Πλοίαρχο. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 3 α. της αμέσως ανωτέρω ΣΣΝΕ, δια τις τυχόν διανυόμενες εν πλω και εν λιμένι Κυριακές καταβάλλεται στον Πλοίαρχο ιδιαίτερη αμοιβή υπό τύπον επιδόματος, ανερχόμενη σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας του άρθρου 2 παρ. 1α της παρούσης. β. Στον Πλοίαρχο καταβάλλεται δι` έκαστον διανυόμενον εν πλω και εν λιμένι Σάββατον ένα πλήρες ημερομίσθιον ίσον προς το 1/22 του μηνιαίου μισθού ενεργείας του άρθρου 2 παραγρ. 1α της παρούσης. γ. Στον Πλοίαρχο καταβάλλεται ένα πλήρες ημερομίσθιο δι` εκάστη αργία διανυομένην εν πλώ ή εν λιμένι ίσον προς το 1/22 του μηνιαίου μισθού ενεργείας του άρθρου 2 παραγρ. 1α της παρούσης. δ. Στον Πλοίαρχο παρέχεται σαν επίδομα παραστάσεως από 01-01-2017 έως 31-12-2017 το ποσό των διακοσίων ογδόντα τεσσάρων ευρώ και ογδόντα ενός λεπτών (284,81). ε. Οι ημέρες αργιών εν πλώ και εν λιμένι που ορίζονται από την Γενική Συλλογική Σύμβαση εργασίας μεταξύ της ΠΝΟ και του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας ισχύουν και για τους Πλοιάρχους. Περαιτέρω, η συμφωνία αμοιβής του ναυτικού με πάγιο μηνιαίο μισθό, που στη ναυτική πρακτική ονομάζεται “κλειστός” και στον οποίο περιλαμβάνεται ο βασικός μισθός και τα επιδόματα ή άλλες παροχές, που προβλέπονται από τη σχετική συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας, είναι έγκυρη (άρθ. 361 του ΑΚ), υπό την προϋπόθεση ότι οι παραπάνω νόμιμες αμοιβές που προβλέπονται στη συλλογική σύμβαση ναυτικής εργασίας δεν είναι μεγαλύτερες από το κλειστό μισθό που συμφωνήθηκε. Διαφορετικά, εάν ο μισθός αυτός δεν καλύπτει το σύνολο των ελαχίστων νομίμων αποδοχών, η συμφωνία δεν είναι έγκυρη κατά το μέρος αυτό και ο ναυτικός δικαιούται της διαφοράς (ΕφΠειρ 122/2018 δημ. ΝΟΜΟΣ).

Εν προκειμένω, ο ενάγων ισχυρίζεται με την υπό κρίση αγωγή του, ότι δυνάμει γραπτής συμβάσεως ναυτικής εργασίας ορισμένου χρόνου, διάρκειας ενός έτους, την οποία κατήρτισε με την εναγομένη την 18.4.2017, στον …, προσλήφθηκε με την ειδικότητα του Πλοιάρχου, επί του υπό αρχικώς ιταλική και εν συνεχεία ελληνική σημαία και με αριθμό Νηολογίου … επιβατηγού – τουριστικού πλοίου «…», υπό Διεθνές Διακριτικό Σήμα SVA και με αριθμό ΙΜΟ 8786648, το οποίο της ανήκε κατά πλοιοκτησία από την 12.4.2017. Ότι το πλοίο ενεγράφη στα ελληνικά νηολόγια την 9.5.2017 και του χορηγήθηκε η υπ’ αριθ. …/09.06.2017 άδεια επαγγελματικού πλοίου αναψυχής. Ότι ακολούθως, η ανωτέρω σύμβαση εργασίας ανανεώθηκε για άλλο ένα έτος, ήτοι από την 18.4.2018 έως την 18.4.2019. Ότι με αμφότερες τις ως άνω συμβάσεις συμφωνήθηκε η αμοιβή του με βάση τους όρους και τις προβλεπόμενες από τη Συλλογική Σύμβαση Ναυτικής Εργασίας Πλοιάρχων Μεσογειακών και Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων (στο εξής «ΣΣΝΕ») αποδοχές, όπως αυτή ισχύει κάθε έτος, άλλως βάσει της ανωτέρω ΣΣΝΕ, έστω και αν έχει λήξει, καθόσον οι σύμφωνα με αυτήν καθοριζόμενες αποδοχές συνιστούν συνηθισμένο μισθό για τους απασχολούμενους με την ίδια ειδικότητα νατικούς σε ίδιας κατηγορίας πλοία. Ότι η επίδικη σύμβαση λύθηκε την 19.10.2018, λόγω «κλεισίματος ναυτολογίου», στην πραγματικότητα όμως λόγω καταγγελίας χωρίς δικό του παράπτωμα. Ότι η εναγομένη του οφείλει για διαφορά συμφωνηθείσας αμοιβής, αντίτιμο τροφής, επίδομα αργιών, διαφορά αποζημίωσης απόλυσης, αποδοχές για την μη προειδοποίηση καταγγελίας της σύμβασης και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης – εκ του ότι η εναγομένη παρανόμως παρακράτησε εισφορές ΝΑΤ για το χρονικό διάστημα από 18.4.2017 έως 13.6.2017 – το συνολικό ποσό των 41.205,18 ευρώ. Εν όψει αυτών, ζητεί, κατόπιν παραδεκτής τροπής του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό (με λεπτομερή αναφορά περιορισμού σε έκαστο κονδύλι στις νομίμως κατατεθείσες προτάσεις του), με απόφαση προσωρινώς εκτελεστή, να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των 13.504,99 ευρώ και να αναγνωρισθεί η υποχρέωσή της να του καταβάλει το υπόλοιπο ποσό των 27.700,19 ευρώ,  νομιμοτόκως από της απόλυσεώς του, άλλως από την επίδοση της αγωγής, καθώς και να καταδικασθεί αυτή στα δικαστικά του έξοδα.

Η αγωγή αυτή, αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου (α. 16§1 περ. 3 και 25§2 Κ.Πολ.Δ. άρθρο 51 § 3α του ν. 2172/1993, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς), κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών και ειδικότερα, των εργατικών διαφορών (άρθρα 614 αρ. 3 στοιχ. α και 621 επ. Κ.Πολ.Δ., όπως αυτά ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρου 1 του ν. 4335/2015) και είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις ανωτέρω αναφερόμενες διατάξεις, καθώς και σε αυτές των άρθρων 84, 86 ΠΔ 913/…8, 914, 932, 648, 649, 653, 655, 341, 345, 346 ΑΚ, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της ανωτέρω ΣΣΝΕ,  70, 176, 907, 908§1ε Κ.Πολ.Δ., πλην του αιτήματος για αποδοχές ενός μηνός για μη προειδοποίηση καταγγελίας της επίδικης σύμβασης, αφού σύμφωνα με τα αναφερόμενα ανωτέρω στη μείζονα σκέψη, μια τέτοια συμφωνία είναι άκυρη, διότι περιορίζει υπέρμετρα το δικαίωμα καταγγελίας του πλοιοκτήτη. Πρέπει συνεπώς, η υπό κρίση αγωγή, καθ’ ο μέρος κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστικής της βασιμότητα, δοθέντος ότι δεν απαιτείται ως προς το καταψηφιστικό της αντικείμενο η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, διότι τούτο δεν υπερβαίνει το προβλεπόμενο επί εργατικών διαφορών ελάχιστο όριο απαλλαγής από την καταβολή δικαστικού ενσήμου, που καθορίζεται μέχρι του ποσού της εκάστοτε καθ’ ύλην αρμοδιότητας του Ειρηνοδικείου (άρθρο 71 ΕισΝΚΠολΔ όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 6 παρ. 17 του ν. 2479/1997, ήτοι για αγωγές που έχουν κατατεθεί από 25-7-2011 και εφεξής, το ποσό των 20.000 ευρώ, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 1 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του ν.3994/2011).

Από την εκτίμηση της υπ’ αριθμ. …/11.2.2019 ένορκης βεβαίωσης του μάρτυρα του ενάγοντος … ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιώς Ιωάννας Κορδαλή που λήφθηκε μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της αντιδίκου κατ’ άρθρα 421 και 422 Κ.Πολ.Δ. (βλ. υπ’ αριθμ. …/6.2.2019 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς  …) και της υπ’ αριθμ. …/8.2.2019 ένορκης βεβαιώσεως του μάρτυρα ανταπόδειξης  …, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς Μαρίας Κολοβού που λήφθηκε μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος κατ’ άρθρα 421 και 422 Κ.Πολ.Δ. (βλ. υπ’ αριθμ. …/5.2.2019 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς …) από όλα τα νομίμως προσκομιζόμενα μετ’ επικλήσεως έγγραφα των διαδίκων, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για την συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, τις ομολογίες των διαδίκων και τα διδάγματα της κοινής πείρας, απεδείχθησαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει γραπτής συμβάσεως ναυτικής εργασίας ορισμένου χρόνου, καταρτισθείσας την 6.6.2017, διάρκειας ενός έτους, με αναδρομική ισχύ από 18.4.2017, ο ενάγων προσλήφθηκε με την ειδικότητα του Πλοιάρχου, επί του υπό αρχικώς ιταλική και εν συνεχεία ελληνική σημαία και με αριθμό Νηολογίου … επιβατηγού – τουριστικού πλοίου «…», υπό Διεθνές Διακριτικό Σήμα SVA7503 και με αριθμό ΙΜΟ 8786648, το οποίο της ανήκε κατά πλοιοκτησία από την 12.4.2017. Το πλοίο ενεγράφη στα ελληνικά νηολόγια την 9.5.2017 και του χορηγήθηκε η υπ’ αριθ. …/09.06.2017 άδεια επαγγελματικού πλοίου αναψυχής. Ειδικότερα, πρόκειται για επιβατηγό — τουριστικό πλοίο, έτους κατασκευής 2004, μήκους νηολόγησης 27,46 μέτρων και πραγματικού 29,60 μέτρων, πλάτους 6,76 μέτρων, βυθίσματος 3,10 μέτρων, κόρων ολικής χωρητικότητας 147,68 και κόρων, καθαρής χωρητικότητας 86,14. Ο ενάγων, καίτοι, βάσει του ναυτικού του φυλλαδίου, φέρεται ναυτολογημένος, κατ’ άρθρ. 37, 53 και 54 ΚΙΝΔ, από 13.6.2017 στον …, σύμφωνα με τις ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης και από την επισκόπηση της ανωτέρω σύμβασης εργασίας, είχε ήδη επιβιβασθεί στο ανωτέρω πλοίο και αναλάβει τα καθήκοντά του, ως Πλοίαρχος από την 18.4.2017, συμμετέχοντας ως μέλος συγκροτημένου οργανικά πληρώματος, στην συντήρηση, καθαρισμό και ευπρεπισμό του πλοίου, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη.

Ακολούθως, την 9.3.2018 υπεγράφη η ανανέωση της σύμβασης εργασίας του για άλλο ένα έτος, ήτοι από την 18.4.2018 έως την 18.4.2019, ενώ παρέμενε ναυτολογημένος στο ανωτέρω πλοίο. Κατ’ αρχάς, αμφότερα τα εν λόγω συμφωνητικά, περιέχουν συμφωνία για καταβολή μηνιαίου μισθού 3.500 ευρώ καθαρά, τα οποία δεν μπορούν να θεωρηθούν «κλειστός» μισθός κατά τα ανωτέρω στη μείζονα σκέψη. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη ότι στο ναυτικό φυλλάδιο του ενάγοντος αναγραφόταν ως μισθός «ΣΣ» και στις μηνιαίες αποδείξεις πληρωμής αποδοχών, ήτοι στους λογαριασμούς μισθοδοσίας του, τις οποίες εξέδιδε η εναγομένη, κατ’ επανάληψη ως – βάση υπολογισμού των αποδοχών –  η ΣΣΝΕ Πλοιάρχων Μεσογειακών & Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων, συνάγεται σιωπηρά η αποδοχή εφαρμογής της ανωτέρω ΣΣΝΕ, ως ίσχυε εκ μέρους της εναγομένης, δοθέντος περαιτέρω, ως εκτίθεται στην μείζονα σκέψη, ότι  αυτή είχε υπογραφεί από τους νόμιμους εκπροσώπους της Πανελλήνιας Ένωσης Πλοιάρχων Εμπορικού Ναυτικού Πάσης Τάξεως, στην οποία ανήκει ο ενάγων και συνεπώς καθίσταται δεσμευτική. Άλλωστε τόσο στο φυλλάδιο ναυτικού του ενάγοντος, όσο και στην υπ’ αριθμ. …/9.5.2019 βεβαίωση εθνικότητας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου, το πλοίο χαρακτηρίζεται ως επιβατηγό – τουριστικό (Ε/Π – Τ/Ρ) εν ευρεία εννοία και συνεπώς εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής αυτής, έστω και αν, κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα, δεν είχε τεθεί σε ισχύ ειδικότερη ΣΣΕ για την υποκατηγορία των επιβατηγών – τουριστικών (Ε/Π – Τ/Ρ) του Ν. 4256/2014 πλοίων αναψυχής. Παρέλκει δε εξέταση της επικουρικής βάσης καταβολής αποδοχών, βάσει της ανωτέρω ΣΣΝΕ ως ειθισμένου μισθού, αφού για την παραδοχή της προϋποτίθεται η ανυπαρξία συμφωνημένου (ΕφΠειρ 819/2000, δημ. ΝΟΜΟΣ). Εν όψει αυτών, από την 18.4.2017 και σύμφωνα με τη ΣΣΝΕ Πλοιάρχων Μεσογειακών και Τουριστικών Επιβατηγών Πλοίων 2017, η οποία κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2242.5-1.11/77057/2017 απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΦΕΚ Β’ 3919/7.11.2017) και στην οποία εμπίπτει το εν λόγω πλοίο, έπρεπε ο ενάγων να λαμβάνει μηνιαίως για την ως άνω ειδικότητά του, τα ακόλουθα ποσά: Ως μισθό ενεργείας € 2.906,21, ως επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας € 639,36, ως επίδομα παραστάσεως Πλοιάρχου € 284,81, ως επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας € 21,23, ως επίδομα δι’ έκαστο Σάββατο € 132,10 και συνολικά για τα 4,33 Σάββατα εκάστου μήνα € 571,99, ως επίδομα αδείας από 8 ημερομίσθια το μήνα (ως έχων υπερδιετή θαλάσσια υπηρεσία) μετά της τροφοδοσίας € 1.523,83 [ήτο/ βασικός μισθός € 3.545,57 (μισθός ενεργείας € 2.906,21 + επίδομα Κυριακών € 639,36) δια 22, επί 8, ίσον € 1.289,29, συν αντίτιμο τροφής 8 ημερών εξ € 127,44 (ήτοι € 15,93 ημερησίως επί 8 ημέρες), συν € 71,50 ως επίδομα Σαββάτου (ήτοι € 571,99 επί 1,5, δια 96, επί 8), συν € 35,60 ως επίδομα παραστάσεως Πλοιάρχου (ήτοι € 284,81 επί 1,5, δια 96, επί 8), ίσον συνολικά € 1.523,83], πλέον αντιτίμου τροφής και για όσες ημέρες δεν του παρεχόταν αυτή σε είδος, εξ € 15,93 ημερησίως, πλέον επιδόματος δι’ εκάστη αργία εξ € 132,10.

Το πλοίο κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας του ενάγοντος σε αυτό, ήταν ναυλωμένο και /ή ευρισκόμενο μακριά από τον λιμένα μονίμου ελλιμενισμού του, τον …, επί 88 συνολικά ημέρες και δη, κατά τα χρονικά διαστήματα από 29.6.2017 έως 7.7.2017, από 11.7.2017 έως 16.7.2017, από έως 30.7.2017, από 5.8.2017 έως 19.8.2017, από 14.9.2017 έως από 25.4.2018 έως 2.5.2018, από 20.5.2018 έως 26.5.2018, τη από 25.7.2018 έως 29.7.2018, από 11.8.2018 έως 19.8.2018, από έως 26.8.2018 και από 6.9.2018 έως 14.9.2018, γεγονός που συνομολογεί ο μάρτυρας της εναγομένης.

Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τις νόμιμες μεικτές μηνιαίες αποδοχές, εκ ποσού € 5.947,43 (ήτοι μισθός ενεργείας € 2.906,21, συν επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας € 639,36, συν επίδομα παραστάσεως Πλοιάρχου € 284,81, συν επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας € 21,23, συν επίδομα Σαββάτων € 571,99, συν επίδομα αδείας από 8 ημερομίσθια το μήνα € 1.523,83) και για το χρονικό διάστημα των 18 μηνών της υπηρεσίας μου, η εναγομένη έπρεπε να του καταβάλει € 107.053,74. Η εναγομένη, όμως, για το χρονικό αυτό διάστημα, ως συνομολογεί ο ενάγων, του κατέβαλε το συνολικό ποσό των 89.353,55 και δη: στις 15.5.2017 € 3.480,00, στις 15.6.2017 € 1.400,00, στις € 4.388,37, στις 2.8.2017 € 5.067,72, στις 1.9.2017 € 5.067,72, στις € 5.067,72, στις 6.11.2017 € 5.067,72, στις 4.12.2017 € 5.067,72, στις 28.12.2017 € 4.998,33, στις 29.1.2018 € 5.188,04, στις 28.2.2018 € 4.958,17, στις 29.3.2018 € 5.188,04, στις 26.4.2018 € 5.188,04, στις 4.6.2018 € 5.188,04, στις 26.6.2018 € 5.188,04, στις 1.8.2018 € 5.188,04, στις € 5.188,04, στις 28.9.2018 € 5.188,04 και στις 19.10.2018 € 3.285,76. Δικαιούται, επομένως, να λάβει από την εναγομένη τη διαφορά εξ € 17.700,19.

Επειδή του παρεχόταν τροφή σε είδος μόνο κατά τις ημέρες που το πλοίο ήταν ναυλωμένο, ήτοι επί 88 ημέρες, δικαιούται να λάβει το αντίτιμο της τροφής για τις υπόλοιπες ημέρες της σύμβασης εργασίας του, ήτοι για 461 ημέρες (συνολικά 549 ημέρες μείον 88 ημέρες) και συνολικά δικαιούται το ποσό των € 7.343,73 (€ 15,93, επί 461 ημέρες). Περαιτέρω, δικαιούται για έκαστη αργία της ναυτολογήσεώς του, ποσό ίσο με το 1/22 του μισθού ενεργείας και δη, € 132,10 (ήτοι μισθός ενεργείας € 2.906,21, δια 22) και συνολικά, για τις 20 αργίες του χρονικού διαστήματος της ναυτολογήσεώς μου, από 18.4.2017 έως 19.10.2018 [ήτοι, κατά το έτος 2017 τις 23/4 (Αγίου Γεωργίου), 1/5 (Πρωτομαγιά), 25/5 (Αναλήψεως), 15/8 (της Παναγίας), 14/9 (του Σταυρού), 24/10 (εθνική εορτή), 6/12 (Αγίου Νικολάου), 25/12 (Χριστούγεννα) και 26/12/2017 (επομένη Χριστουγέννων) και κατά το έτος 2018 τις 1/1 (Πρωτοχρονιά), 6/1 (Θεοφανείων), 19/2 (Καθαρή Δευτέρα), 25/3 (εθνική εορτή), 6/4 (Μεγάλη Παρασκευή), 9/4 (Δευτέρα του Πάσχα), 23/4 (Αγίου Γεωργίου), 1/5 (Πρωτομαγιά), 17/5 (της Αναλήψεως), 15/8 (της Παναγίας) και 14/9/2018 (του Σταυρού)], ήτοι συνολικώς το ποσό των € 2.642,00.

Εξάλλου, η επίδικη σύμβαση εργασίας λύθηκε στον …, την 19.10.2018, τύποις λόγω «κλεισίματος ναυτολογίου», στην πραγματικότητα όμως λόγω καταγγελίας της συμβάσεως ναυτολογήσεως του ενάγοντος χωρίς δικό του παράπτωμα (άρθρ. 72 ΚΙΝΔ) και για τον λόγο αυτό, άλλωστε, του κατεβλήθη και αποζημίωση απολύσεως εκ ποσού 2.832,97 ευρώ. Ωστόσο, η καταβληθείσα αποζημίωση υπολείπεται της πράγματι οφειλόμενης, αφού ο ενάγων δικαιούται (μισθό ενεργείας € 2.906,21, συν επίδομα Κυριακών σε ποσοστό 22% επί του μισθού ενεργείας € 639,36, συν επίδομα παραστάσεως Πλοιάρχου € 284,81, συν επίδομα βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας € 21,23, συν επίδομα Σαββάτων € 571,99, συν επίδομα αδείας από 8 ημερομίσθια το μήνα € 1.523,83 συν αντίτιμο τροφής εξ 477,9 ευρώ =)6.425,33 Χ15/30 = 3.212,66 – 2.832,97 = 379,69 ευρώ. Σημειωτέον, ότι η εναγομένη καίτοι προβάλει ένσταση εξόφλησης αυτή κρίνεται απορριπτέα ως αόριστη, αφού δεν παραθέτει το ύψος των καταβληθέντων ποσών ανά κονδύλι. Τέλος, δεν αποδείχθηκε από οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο ότι ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη, απορριπτομένου του σχετικού αιτήματος περί χρηματικής ικανοποίησης. Συνεπώς, για τις ανωτέρω αιτίες, ο ενάγων δικαιούται το συνολικό ποσό των (17.700,19 + 7.343,73 + 2.642 + 379,69 =) 28.065,61 ευρώ. Πρέπει συνεπώς, η υπό κρίση αγωγή να γίνει μερικώς δεκτή ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των (28.065,61 – 17.700,19 =) 10.365,42 ευρώ και να αναγνωριστεί αντίστοιχα η υποχρέωσή της προς καταβολή στον ενάγοντα του ποσού των 17.700,19 ευρώ, με τον νόμιμο τόκο από την επομένη απόλυσής του μέχρι εξοφλήσεως, να κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή για μέρος του επιδικαζόμενου (καταψηφιστικά) ποσού, διότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στον νικήσαντα διάδικο (άρθρα 908§1ε Κ.Πολ.Δ.) και να καταδικασθεί η εναγομένη σε μέρος των δικαστικών του εξόδων λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας των διαδίκων (α. 178 Κ.Πολ.Δ.), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΔΕΧΕΤΑΙ εν μέρει την αγωγή.

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των δέκα χιλιάδων τριακοσίων εξήντα πέντε ευρώ και σαράντα δύο λεπτών (10.365,42€) και ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δεκαεπτά χιλιάδων επτακοσίων ευρώ και δεκαεννέα λεπτών (17.700,19§),  νομιμοτόκως από την επομένη της επομένη της απόλυσής του (20.10.2018) μέχρι εξοφλήσεως.

ΚΗΡΥΣΣΕΙ την απόφαση προσωρινώς εκτελεστή για το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, ως προς την καταψηφιστική της διάταξη.

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγομένη σε μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των εννιακοσίων  (900) ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του την ………..………… 2020.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                                    Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ