Μενού Κλείσιμο

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

 

 

 

Αριθμός απόφασης

 919 /2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΑΚ – ΕΑΚ αγωγής: 12468-5605/2018

Αποτελούμενο από τoν Δικαστή Αθανάσιο Πανταζόπουλο, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίστηκε νόμιμα από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Bαλλιανάτου Σπυριδούλα.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 17 Σεπτεμβρίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΕΝΑΓΟΥΣΑ : Η εταιρεία με την επωνυμία … η οποία εδρεύει στην … (…), νόμιμα εκπροσωπούμενη, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος Χρήστος Ρογκάτσιος (ΑΜ ΔΣΑ 22848), δυνάμει του από 11.1.2019 πληρεξουσίου εγγράφου του εκπροσώπου της ενάγουσας …, κατόπιν πιστοποίησης αυτού από τον Συμβολαιογράφο Mehmet Balci με βεβαίωση κατά τη Σύμβαση της Χάγης, προσκομισθέν σε ακριβή μετάφραση από την αγγλική γλώσσα, και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, ούτε εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΕΝΑΓΟΜΕΝΕΣ : 1) Η εταιρεία με την επωνυμία …, η οποία εδρεύει κατά το καταστατικό της στα …, εγκατεστημένη νομίμως δυνάμει του A.N. 89/1967 στην Ελλάδα, και δη, στον ….., νόμιμα εκπροσωπούμενη, για την οποία προκατέθεσε προτάσεις ο πληρεξούσιος δικηγόρος Κωνσταντίνος Ντέγκας, δυνάμει του από 5-3-2019 πληρεξουσίου εγγράφου νομίμου εκπροσώπου της εναγομένης, …, με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, και

2) Η εταιρεία με την επωνυμία … , εδρεύουσα κατά το καταστατικό της στην αλλοδαπή, πράγματι δε στην Ελλάδα και δη στον ……, νόμιμα εκπροσωπούμενη, για την οποία δεν προκατέθεσε προτάσεις πληρεξούσιος δικηγόρος, ούτε παραστάθηκε ή εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 30-11-2018 αγωγή με αριθμό κατάθεσης δικογράφου Γ.A.K./Ε.Α.Κ./ΕΤΟΣ 12468/5605/30-11-2018, η συζήτηση της οποίας (αγωγής), μετά το πέρας των προθεσμιών εκ της διάταξης του άρθρου 237 ΚΠολΔ, προσδιορίστηκε με την από 11-9-2019 έκθεση ορισμού δικασίμου του Προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου, για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης και γράφτηκε στο πινάκιο.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Όπως αποδεικνύεται από την νόμιμα προσκομισθείσα μετ’ επίκλησης από την ενάγουσα υπ’ αρίθμ. …6-12-2018 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πειραιώς, …, ακριβές αντίγραφο της υπό κρίση αγωγής επιδόθηκε με θυροκόλληση στην έδρα της δεύτερης εναγόμενης, νόμιμα και εμπρόθεσμα, κατά τις διατάξεις των άρθρων 110, 122, 123, 124, 125, 126§1 στοιχείο γ΄, 128§4, 215§2 του ΚΠολΔ. Επιπρόσθετα, από την επισκόπηση των έγγραφων της δικογραφίας προκύπτει το εμπρόθεσμο [κατά την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 237 του ΚΠολΔ] της κατάθεσης των προτάσεων της ενάγουσας δυνάμει του ανωτέρω πληρεξουσίου εγγράφου, με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του τελευταίου, με την οποία χορηγείται η πληρεξουσιότητα προς τον ανωτέρω πληρεξούσιο δικηγόρο της, για τις διενεργηθείσες από αυτόν πράξεις της προδικασίας (άρθρα 96§1, 104, 237§1 του ΚΠολΔ) και την παράστασή του στο ακροατήριο. Συνεπώς, αποδεικνύεται ότι, παρότι η υπό κρίση αγωγή επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στην δεύτερη εναγόμενη, η τελευταία δεν έλαβε μέρος στη δίκη, με την κατάθεση προτάσεων. Κατ’ ακολουθίαν, η δεύτερη εναγόμενη πρέπει να δικαστεί ερήμην (άρθρο 271 §§1,2 του ΚΠολΔ).

Με την από 30-11-2018 αγωγή με αριθμό κατάθεσης δικογράφου Γ.A.K./Ε.Α.Κ./ΕΤΟΣ 12468-5605/30-11-2018, όπως αυτή παραδεκτώς περιορίστηκε με τις προτάσεις με τροπή του αιτήματος της από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό, η ενάγουσα εταιρία ισχυρίζεται ότι είναι πρακτορειακή επιχείρηση αναλαμβάνουσα την πρακτόρευση πλοίων κατά τον κατάπλου, την παραμονή και τον απόπλου αυτών από τους τουρκικούς λιμένες της Κωνσταντινούπολης και των στενών των Δαρδανελίων. Ότι η πρώτη εναγόμενη είναι εφοπλίστρια και ασκούσα την εμπορική και οικονομική εκμετάλλευση δι’ εαυτόν του υπό σημαία Λιβερίας δεξαμενόπλοιου “…”, εγγεγραμμένου κατά τον επίδικο χρόνο στο νηολόγιο … του οποίου πλοιοκτήτης είναι η δεύτερη εναγόμενη και παλαιότερα η αλλοδαπή μονοβάπορη εταιρία “…”. Ότι στις 3.3.2017 κατόπιν πρότασης της πρώτης εναγόμενης, την οποία άμεσα αποδέχθηκε η ενάγουσα συνήφθη σύμβαση πρακτορείας του ανωτέρω πλοίου, το οποίο στις 20.4.2017 διήλθε των στενών των Δαρδανελίων και κατέπλευσε στο ναυπηγείο … της Κωνσταντινούπολης, όπου και παρέμεινε έως τις 23.5.2017, απ’ όπου απέπλευσε στις 24.5.2017 διερχόμενο των στενών των Δαρδανελίων. Ότι κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα κατέβαλε για λογαριασμό της πρώτης εναγομένης τα έξοδα ρυμούλκυσης, πλεύρισης, πρόσδεσης, αμοιβές πλοηγών, χρέωση αγκυροβόλησης τέλη, έξοδα κατά τον χρόνο παραμονής του πλοίου στο ανωτέρω ναυπηγείο που αναλυτικά εκθέτει στην αγωγή της, πλέον της αμοιβής της συνολικού ποσού 97.052,17 δολαρίων ΗΠΑ, έναντι των οποίων η πρώτη εναγόμενη της κατέβαλε δια της εταιρίας συμφερόντων της και πρώην πλοιοκτήτριας του πλοίου “…” μόνο το ποσό των 74.027,56 δολαρίων ΗΠΑ, για το οποίο εξέδωσε τα σχετικά τιμολόγια στις 21.07.2017, τα οποία και απέστειλε στην πρώτη εναγόμενη, η οποία δεν τα εξόφλησε, με αποτέλεσμα να της οφείλεται για την ανωτέρω αιτία το ποσό των 23.024,61 δολαρίων ΗΠΑ. Ότι κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα κατά τις διελεύσεις του πλοίου από τα στενά των Δαρδανελίων κατέβαλε για λογαριασμό της πρώτης εναγομένης τα έξοδα, αμοιβές πλοηγών, και τέλη που αναλυτικά εκθέτει στην αγωγή της, πλέον της αμοιβής της, συνολικού ποσού 29.475,86 δολαρίων ΗΠΑ, έναντι των οποίων η πρώτη εναγόμενη της κατέβαλε δια της εταιρίας συμφερόντων της και πρώην πλοιοκτήτριας του πλοίου “…” μόνο το ποσό των 25.972,44 δολαρίων ΗΠΑ, για τη οποία (οφειλή) εξέδωσε το σχετικό τιμολόγιο στις 1.08.2017, τα οποία και απέστειλε στην πρώτη εναγόμενη, η οποία δεν τα εξόφλησε, με αποτέλεσμα να της οφείλεται για την ανωτέρω αιτία επιπλέον το ποσό των 3.503,42 δολαρίων ΗΠΑ, ήτοι συνολικά ότι της οφείλει η πρώτη ενάγουσα το ποσό των (23.024,61+3.503,42=) 26.528,03$ ως εφοπλίστρια κατ’ άρθρο 105 ΚΙΝΔ σε συνδυασμό με τις διατάξεις περί εντολής και η δεύτερη εναγόμενη ως κυρία του πλοίου κατ’ άρθρο 106 ΚΙΝΔ, άλλως και σε περίπτωση που κριθεί ότι αυτή συνεβλήθη στη σύμβαση πρακτορείας αντιπροσωπευόμενη από την πρώτη εναγόμενη κατά τις διατάξεις περί εντολής, άλλως κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού. Με βάση αυτό το ιστορικό ζητά, επικαλούμενη τις ανωτέρω διατάξεις, να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενες της οφείλουν, ευθυνόμενες εις ολόκληρον, το ποσό των 26.528,03 δολαρίων ΗΠΑ, άλλως το ισόποσο αυτών σε ευρώ κατά την ημερομηνία εξοφλήσεως νομιμότοκα ως προς το ποσό των 23.024,61 δολαρίων ΗΠΑ από τις 31.07.2017 και ως προς το ποσό των 3.503,42 δολαρίων ΗΠΑ από τις 1.8.2017, άλλως από την επίδοση της αγωγής της. Ζητά, επίσης, να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστούν οι εναγόμενες στην καταβολή των δικαστικών τους εξόδων.

Η αγωγή αυτή, για την οποία το Δικαστήριο έχει διεθνή δικαιοδοσία ως εκ της πραγματικής έδρας των δύο εναγομένων εταιριών (ΟλΑΠ 2/1999, ΕλλΔνη 1999.271), που δεν αμφισβητήθηκε, παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου το οποίο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπον (άρθρα 1, 7, 9, 10, 12 παρ.1, 13, 14 παρ.2, 25 ΚΠολΔ και 51 παρ.1 και 2 του Ν. 2172/1993) και συζητείται κατά την τακτική διαδικασία. Περαιτέρω, ενόψει του ότι η ένδικη διαφορά έχει στοιχεία αλλοδαπότητας, τίθεται ζήτημα εφαρμοστέου δικαίου. Ως προς το εφαρμοστέο δίκαιο για την υπό κρίση υπόθεση εφαρμόζεται ο Κανονισμός (ΕΚ) 593/2008 «Ρώμη Ι», ο οποίος έχει οικουμενική εφαρμογή και αναπτύσσει ισχύ, σύμφωνα με το άρθρο 2 αυτού, όχι μόνο στις περιπτώσεις που παρουσιάζουν στοιχεία αλλοδαπότητας μεταξύ των Κρατών – Μελών Ε.Ε., αλλά και στις περιπτώσεις που το εφαρμοστέο δίκαιο οδηγεί σε διαφορετική χώρα εκτός Ένωσης. Καθώς οι διάδικοι δεν έχουν επιλέξει εφαρμοστέο δίκαιο, ούτε συντρέχει μετασυμβατική συμφωνία αυτών, αφού η μεν ενάγουσα επικαλείται ως εφαρμοστέο το ελληνικό δίκαιο, η δε παριστάμενη εναγόμενη το αγγλικό (άρθρο 3 Κανονισμού), το δίκαιο που πρέπει να εφαρμοστεί στην υπόθεση αυτή, προκύπτει εκ του ειδικού κανόνα του άρθρου 4§1 β΄ του Κανονισμού που στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, όπως η πρακτορεία, ορίζει ως εφαρμοστέο το δίκαιο της χώρας της οποίας ο πάροχος υπηρεσίας έχει τη συνήθη διαμονή του, ήτοι εν προκειμένω το τούρκικο δίκαιο. Ως προς τις λοιπές δαπάνες των οποίων διώκεται η καταψήφιση με την κρινόμενη αγωγή, εφαρμοστέο κρίνεται επί αυτών και πάλι το τουρκικό δίκαιο, αφού επί μικτής σύμβασης κρίσιμο είναι το δίκαιο της χαρακτηριστικής παροχής που εν προκειμένω είναι η πρακτορεία, σύμφωνα με το άρθρο 4§2 του Κανονισμού (βλ. Γραμματικάκη – Αλεξίου/Παπασιώπη-Πασιά/Βασιλακάκη, ΙΔΔ, στ΄ έκδ., σελ. 303, 306 – 313). Εξάλλου, η πρώτη εναγόμενη, παραδεκτώς με τις προτάσεις της (άρθρο 237 ΚΠολΔ, ως ζήτημα δικονομικό που ρυθμίζεται από τη lex fori, ΕφΑθ 6359/2003, ΕλλΔνη 2004.1466) προβάλλει την ένσταση αοριστίας της αγωγής, η οποία θα κριθεί σε συνάρτηση με το τουρκικό δίκαιο ως προς τα αναγκαία περιστατικά που πρέπει η ενάγουσα να εκθέτει στην ιστορική βάση της αγωγής (ΑΠ 5/2019, ΧρΙΔ 2019.606), ενώ το ίδιο ισχύει ως προς την ένσταση συμψηφισμού και τις καταβολές που η πρώτη εναγόμενη επικαλείται της γυμνής ναυλώτριας “…” και της τεχνικής διαχειρίστριας “…” του πλοίου “…” ως ζήτημα που συνέχεται με την κύρια εκ της πρακτορείας αξίωσης. Ομοίως, ως προς την αξίωση εκ του αδικαιολόγητου πλουτισμού, εφαρμοστέο είναι το τούρκικο δίκαιο ως το δίκαιο με το οποίο συνδέεται στενότερα η εν λόγω αξίωση ως εκ της συμβατικής υφής της διαφοράς μεταξύ των μερών (άρθρο 10 Κανονισμού – Γραμματικάκη – Αλεξίου/Παπασιώπη-Πασιά/Βασιλακάκη, ο.π., σελ. 351). Επίσης, ως προς τους αρνητικούς της αγωγής ισχυρισμούς και δη ως προς το ζήτημα της αντιπροσώπευσης της δεύτερης εναγόμενης εταιρίας από την πρώτη εναγόμενη εταιρία κατά την κατάρτιση της ένδικης σύμβασης και της επικαλούμενης από την πρώτη εναγόμενη μη δέσμευσή της τελευταίας από αυτήν έναντι της ενάγουσας, καθίσταται αναγκαία η προσφυγή στις διατάξεις του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του ΑΚ, δεδομένου ότι το εν λόγω ζήτημα αποκλείεται ρητά από το πεδίο εφαρμογής τόσο του ανωτέρω Κανονισμού 593/2008 (άρθρο 1 παρ. 2 περ. ζ΄ του Κανονισμού) όσο και της Διεθνούς Σύμβασης της Ρώμης της 19-06-1980 (άρθρο 1 παρ. 2 περ. στ΄ της Διεθνούς Σύμβασης). Σύμφωνα δε με γενικώς αποδεκτή σχετική γενική αρχή του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του ΑΚ, τα θέματα της δεσμεύσεως του αντιπροσωπευόμενου και της εκτάσεως των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απέκτησε αυτός από τη σχετική δικαιοπραξία που επιχείρησε ο εκούσιος πληρεξούσιος, ως αντιπρόσωπος αυτού, ρυθμίζονται από το δίκαιο της πολιτείας στην περιοχή της οποίας επιχείρησε ο αντιπρόσωπος τη δικαιοπραξία, για την οποία του δόθηκε η πληρεξουσιότητα (ΑΠ 777/2015, Νομος, ΑΠ 1187/2000 ΧρΙΔ 2001.302). Επομένως, το ζήτημα αυτό θα κριθεί κατά το ελληνικό δίκαιο, ενόψει του τόπου στον οποίο επιχείρησε ο αντιπρόσωπος, ήτοι του τόπου από τον οποίο απέστειλε την πρόταση η πρώτη εναγόμενη και ελήφθη η αποδοχή της (άρθρα 167, 185, 189, 192 ΑΚ) και της πραγματικής έδρας των δύο εναγομένων. Τέλος, το αίτημα της αγωγής περί κήρυξης της απόφασης ως προσωρινά εκτελεστής, κρινόμενο ως δικονομικό κατά τη lex fori, ήτοι κατά το ελληνικό δίκαιο, πρέπει να απορριφθεί δεδομένου ότι το αίτημα της αγωγής έχει τραπεί, κατά τα ανωτέρω, σε αναγνωριστικό (Νικολόπουλος σε Κεραμεύς/Κονδύλης/Νικας ΕρμΚΠολΔ ΙΙ, άρθρο 907, αριθμ.3).

Περαιτέρω, εν όψει του ότι το Δικαστήριο δεν γνωρίζει τους κανόνες του ουσιαστικού δικαίου της Τουρκίας (ούτε τους προσκομίζουν οι διάδικοι), πρέπει ο ενάγων να αποδείξει το περιεχόμενο του δικαίου τούτου σε σχέση με τα θέματα που αναφέρονται στο διατακτικό και στηρίζουν την επίδικη αξίωση του, καθώς και η εναγόμενη να αποδείξει το περιεχόμενο του δικαίου τούτου σε σχέση με την  ένσταση συμψηφισμού που προέβαλε με γνωμοδότηση του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου ή άλλου νομομαθούς (άρθρο 337 ΚΠολΔ), στο(ν) οποίο θα τεθούν υπόψη τα δικόγραφα της αγωγής και οι προτάσεις της πρώτης εναγομένης και να αναβληθεί η έκδοση οριστικής απόφασης ως προς όλους τους διαδίκους. Τέλος, λόγω της ερημοδικίας της δεύτερης εναγόμενης πρέπει να οριστεί το προκαταβλητέο παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας  (άρθρ. 501, 502  παρ. 1 και  505 παρ. 2  ΚΠολΔ- ΟλΑΠ 15/2001, ΕλλΔνη 2002.71), κατά  τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

                ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην της δεύτερης εναγόμενης και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.-

ΟΡΙΖΕΙ το παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας κατά της παρούσας από την δεύτερη εναγόμενη στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200€).-

ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ την έκδοση οριστικής απόφασης.-

ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ : Α) Την ενάγουσα να αποδείξει με γνωμοδότηση του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου ή άλλου νομομαθούς, στους οποίους θα τεθούν υπόψη το δικόγραφο της αγωγής την ύπαρξη και το περιεχόμενο των κανόνων του ισχύοντος από το 2017 και εφεξής ουσιαστικού  δικαίου της Τουρκίας, αναφορικά με τα παρακάτω θέματα: 1) περί της σύμβασης πρακτορείας και των δαπανών που καταβάλει ο πράκτορας στο πλαίσιο στης σύμβασης πρακτορείας (τύπος, περιεχόμενο της συμφωνίας, δικαιώματα του πράκτορα σε περίπτωση υπερημερίας, τοκοφορία σε περίπτωση υπερημερίας, ευθύνη επί εφοπλισμού του πλοίου πλοιοκτήτη και εφοπλιστή έναντι του πράκτορα για τις αξιώσεις του) και 2) περί των όρων (ειδικότερα αν έχει επικουρικό χαρακτήρα) και των προϋποθέσεων της αξίωσης περί αδικαιολόγητου πλουτισμού και

Β) Την πρώτη εναγόμενη να αποδείξει το περιεχόμενο των κανόνων του ισχύοντος από το 2017 και εφεξής ουσιαστικού  δικαίου της Τουρκίας, αναφορικά με την ένσταση συμψηφισμού που προέβαλε (προϋποθέσεις συμψηφιζόμενων απαιτήσεων και δη στο πλαίσιο σύμβασης πρακτορείας σε σχέση και με καταβολές του διαχειριστή και του ναυλωτή του πλοίου προς τον πράκτορα, συνέπειες της ένστασης και δη επί οφειλής εις ολόκληρον).-

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, στις 5 Νοεμβρίου 2020.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ